Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ – Μέρος Ι
Του Δημήτριου Ι. Τσελεγγίδη*
Η ελευθερία είναι ένα από τα σπουδαιότερα θέματα που αφορούν την ύπαρξη του ανθρώπου. Κάθε ενέργεια του ανθρώπου, που τον χαρακτηρίζει ως πρόσωπο, συνδέεται άρρηκτα με την ελευθερία του. Έτσι μπορεί να γίνεται λόγος για μια μεγάλη ποικιλία, με την οποία φανερώνεται αυτή η ελευθερία, όπως είναι λόγου χάρη η ελευθερία της σκέψεως, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της συνειδήσεως, η ηθική ελευθερία, η θρησκευτική ελευθερία, κλπ.
Εμείς δεν θα ασχοληθούμε με τις παραπάνω πλευρές της ελευθερίας, αλλά θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με κάθε δυνατή συντομία, πώς ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς βλέπει την ελευθερία του ανθρώπου καθεαυτήν. Στη συνέχεια, αφού αναφερθούμε στην οντολογική υποδούλωση και απελευθέρωση του άνθρώπου, θα παρουσιάσουμε πως ο άνθρωπος αναπτύσσει και φανερώνει την ελευθερία του ως μέτοχος της πνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας και ποιος είναι ο ιδιάζων χαρακτήρας αυτής της ελευθερίας.
Ευθύς εξαρχής πρέπει να πούμε ότι απόλυτα ελεύθερος και κυριολεκτικά αυτεξούσιος είναι μόνο ο Θεός, αφού ως ο όντως Ων δεν υπόκειται σε καμιά φυσική ή μεταφυσική αναγκαιότητα [1]. Επομένως είναι αυτονόητο ότι λόγος για απόλυτη και αυθεντική ελευθερία μπορεί να γίνεται μόνο εκεί, όπου βρίσκεται και η πηγή της ελευθερίας, ο ίδιος δηλαδή ο Θεός. Άμεση φανέρωση της αυθεντικής αυτής ελευθερίας στην κτίση και την ιστορία γίνεται μόνο με τις άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού.
Αν όμως η απόλυτη και αυθεντική ελευθερία βρίσκεται μόνο στον ίδιο τον Θεό και στις άκτιστες ενέργειές του, τί είδους ελευθερία έχει ο άνθρωπος ως κτίσμα και πού θεμελιώνεται αυτή η ελευθερία του;
Η ελευθερία του άνθρώπου, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, όπως αυτή εκπροσωπείται από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, συνδέεται στενότατα με τον τρόπο υπάρξεώς του. Ο άνθρωπος, του οποίου η οντολογική αφετηρία βρίσκεται στο μη ον, ήρθε στο είναι, ως γνωστόν, με την άκτιστη δημιουργική ενέργεια του Θεού. Γι' αυτό και είναι εξαρτημένος από την αιτία της προελεύσεώς του, είναι δηλαδή εξαρτημένος από τον ίδιο τον Θεό. Πέρα όμως από την εξάρτηση αυτή του είναι του ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ' εικόνα του δημιουργού του [2] ως λογικό και αυτεξούσιο ον [3] . Η λογικότητα των όντων κατά τον Παλαμά συνδέεται οντολογικώς με την αυτεξουσιότητά τους [4]. Κατά συνέπεια η αυτεξουσιότητα και ελευθερία του ανθρώπου αποτελούν οντολογικό γνώρισμα του κατ' εικόνα.
Δημιουργώντας ο Θεός κατ' εικόνα του τον άνθρωπο θεμελίωσε το αυτεξούσιο του ανθρώπου πάνω σε μια πραγματικότητα, η οποία παρέχει στην ελευθερία προϋποθέσεις αποφασιστικής σημασίας για την παραπέρα τελειωτική πορεία του ανθρώπου.
Το κατ' εικόνα αποτελεί το θεμέλιο εκείνο της ανθρώπινης υπάρξεως που δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να μπορεί να κινείται προς το αγαθό, όταν κάνει καλή χρήση του αυτεξουσίου. Το οντολογικό δηλαδή υπόβαθρο της αυτεξούσιας αναφοράς του ανθρώπου στον Τριαδικό Θεό βρίσκεται στην κατ' εικόνα Θεού δημιουργία του. Αν ο άνθρωπος ανέφερε πάντοτε αυτεξουσίως και ελευθέρως το κατ' εικόνα προς το αρχέτυπο, δεν θα ξέπεφτε από την κοινωνία του με τον Θεό, μια και ο Θεός κατά τον Παλαμά προσβλέπει πάντα με ιδιαίτερη πρόνοια προς τον άνθρωπο. «ως προς οικείαν εικόνα μάλλον ή προς τα παρ' αυτού πάντα γεγονότα»[5].
Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ενώ εντοπίζει το κατ' εικόνα στην όλη ύπαρξη του ανθρώπου[6], δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο νου[7]. Αλλά ο νους και η λογική συνδέονται αναπόφευκτα με το αυτεξούσιο και την προαίρεση του ανθρώπου, και αυτά του παρέχουν τη δυνατότητα να τρέπεται πότε στο καλό, και πότε στο κακό [8].
Αν η αυτεξουσιότητα αφαιρεθεί από τη λογική, τότε η λογική καταντά χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Χωρίς ελεύθερη θέληση και απόφαση δεν είναι νοητή καμιά ευθύνη. Μόνο όταν ο άνθρωπος έχει «λελυμένην πάσης ανάγκης την γνώμην», παρατηρεί ο υπέρμαχος του ησυχασμού, μπορεί να διατηρείται στην κατά φύση ζωή και να προσεγγίζει τον Θεό ή να εκτρέπεται από την κοινωνία μαζί του και να κατευθύνεται προς τον θάνατο [9].
Δημιουργώντας ο Θεός αυτεξούσιο τον άνθρωπο στέρησε την δυνατότητα στον πονηρό να ασκεί βία πάνω στον άνθρωπο. Μόνο με πειθώ ή δόλο μπορεί να επηρεάσει ο διάβολος τη θέληση του ανθρώπου και να τον κάνει κοινωνό της αποστασίας του[10]. Από τη δημιουργία του λοιπόν ακόμη ο άνθρωπος πήρε τη δύναμη του αυτεξουσίου, τη δύναμη της ελευθερίας, με την οποία μπορεί να αντιστέκεται στον πονηρό και να συμβάλλει αποφασιστικά στην πραγμάτωση του προορισμού του, την ομοίωσή του με τον Θεό.
Η προγονική πτώση είχε οντολογικές συνέπειες στο καθαυτό είναι του ανθρώπου, στο κατ' εικόνα, το οποίο ενώ αμαυρώθηκε δεν καταστράφηκε από την αμαρτία. Εκείνο που έχασε ο άνθρωπος, παρατηρεί ο Παλαμάς, δεν ήταν το κατ΄ εικόνα αλλά το καθ' ομοίωση [11]. Η αμαύρωση του κατ' εικόνα σήμανε φθορά και στο αυτεξούσιο του ανθρώπου, που αντί να οδεύει στην κατεύθυνση της ελευθερίας του πρωτοτύπου του βρέθηκε μέσα στην περιοχή της επιρροής του πονηρού, ο οποίος, ενώ δεν μπόρεσε να καταργήσει το αυτεξούσιο του ανθρώπου, το συσκότισε και το εμπόδισε να κινείται στην τελειωτική του προοπτική. Έτσι ο,τιδήποτε και αν έκανε ο άνθρωπος (αξιοκατάκριτο ή επαινετό) βρισκόταν κατά τον Παλαμά κάτω από τις γενικότερες συνέπειες της προγονικής πτώσεως [12].
Αλλά το αυτεξούσιο του ανθρώπου δεν εμπόδισε την ελευθερία του Θεού να μετασκευάσει φιλάνθρωπα και «επί το κρείττον» τα «εξ αυτεξουσίου παρατροπής ολισθήματα» του ανθρώπου και να «οικονομήσει» τη σωτήρια του, χωρίς να παραβιάσει καθόλου το αυτεξούσιο και την ελευθερία του [13]. Ενώ δηλαδή η αυτεξούσια παράβαση της εντολής του Θεού οδήγησε στη σύνταξη του ανθρώπου με τον διάβολο και την υποταγή του στο θάνατο, ο Θεός με τη σοφία και την αγαθότητά του βρήκε τρόπο, ώστε και τον άνθρωπο να λυτρώσει από τον θάνατο, και το αυτεξούσιο του ανθρώπου να διατηρήσει. Ο Θεός δεν επέτρεψε να γίνει ο θάνατος το υποχρεωτικό τέλος, το «έσχατον καταγώγιον» [14] όλων των ανθρώπων. Επειδή μάλιστα ο άνθρωπος δεν έφτασε «αυτοκινήτως» προς το κακό αλλά μετά τη συκοφαντία του θελήματος του Θεού από τον διάβολο, δεν προχώρησε μετά την παράβαση «ακρατώς και ανεπιστρόφως» προς το κακό, όπως οι δαίμονες [15] και έτσι έγινε δεκτικός στην προσφορά του Θεού για την οντολογικού χαρακτήρα απελευθέρωσή του.
Με το έργο της θείας οικονομίας, που πραγματώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού, ο άνθρωπος απελευθερώνεται οντολογικώς από την αμαρτία, τον διάβολο και τον εσχατολογικό θάνατο και αποκτά τη χαρισματική ελευθερία.
Ειδικότερα, ο Θεός κινούμενος από άκρα ευσπλαχνία για τον άνθρωπο προσέλαβε την ανθρώπινη φύση «καθ' υπόστασιν» στο πρόσωπο του Θεού Λόγου για ν' απελευθερώσει τον άνθρωπο, ν' ανακαινίσει το αμαυρωμένο κατ' εικόνα και να το ζωοποιήσει με την άκτιστη χάρη του πρωτοτύπου [16]. Ο Χριστός ως Θεάνθρωπος, ως μόνος αληθινός και αναμάρτητος άνθρωπος [17] και ως ελεύθερος από τη δουλεία του διαβόλου [18], ήταν κατά τον Παλαμά ο μόνος που μπορούσε να ελευθερώσει τον άνθρωπο από την παραπάνω δουλεία [19].
Το θεμέλιο απελευθερώσεως της ανθρωπίνης φύσεως από την εξουσία του διαβόλου, της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου, τέθηκε ήδη με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, ενώ με την ανάσταση του Χριστού επισφραγίστηκε η οντολογική απελευθέρωση του ανθρώπου από την πολλαπλή δουλεία του [20]. Την απελευθέρωση του ανθρώπου από την δουλεία και τυραννία του διαβόλου διαβεβαίωσε ο Χριστός με ολοφάνερο τρόπο ήδη κατά την ιστορική παρουσία του στη γη. Θεραπεύοντας δηλαδή ο Χριστός τους φανερά δαιμονισμένους και κατά το σώμα, παρατηρεί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, πιστοποιούσε «δια της φανερώς ενεργουμένης ταύτης ελευθερίας… την εν κρυπτώ κατά ψυχήν γινομένην ελευθερία» του άνθρώπου «εκ της του διαβόλου τυραννίδος» [21]. Με την απελευθέρωση των δαιμονισμένων από τη δυναστεία του διαβόλου ο Χριστός γνωστοποιούσε στους ανθρώπους ότι αυτός είναι εκείνος που μπορεί να ελευθερώσει τις ψυχές από τη δουλεία τους στον πονηρό και να χαρίσει σ' αυτούς την αιώνια ελευθερία [22]. Η απελευθέρωση του άνθρώπου από την παραπάνω δουλεία δεν περιορίστηκε κατά τον Παλαμά στην περίοδο της επίγειας ζωής του Χριστού. Συνεχίζεται να πραγματώνεται στο πλαίσιο της Εκκλησίας με τον διπλό πάντοτε χαρακτήρα της, που αναφέρεται στην ψυχή και το σώμα του ανθρώπου [23] .
Η ενανθρώπηση, ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού αποτελούν ιστορικά γεγονότα της ζωής του, που έχουν όμως απελευθερωτική σημασία για τον άνθρωπο [24]. Η μόνη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος για να απελευθερωθεί από την δουλεία στην αμαρτία, τον πονηρό και τον θάνατο, είναι να μετάσχει μυστηριακώς στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού. Μετέχοντας ο άνθρωπος κατά μυστηριακό τρόπο στο ζωοποιό θάνατο και την ανάσταση του Χριστού με το βάπτισμα μετέχει στις οντολογικές προϋποθέσεις της ελευθερίας του και δέχεται πραγματικώς και χαρισματικώς την απελευθέρωσή του από την παραπάνω τριπλή δουλεία. Όπως δηλαδή η ευθύνη του θανάτου εξαιτίας του Αδάμ πέρασε σ' όλους τους ανθρώπους, έτσι περνά κατά τον Παλαμά και η αιώνια ζωή, που είναι ζωή ελευθερίας, σ' όλους εκείνους, που αναγεννώνται πνευματικώς από τον Θεάνθρωπο [25].
Παραπομπές
[1]. «Ου γαρ εκ της ουσίας ο ων, αλλ' εκ του όντος η ουσία. αυτός γαρ ο ων όλον εν εαυτώ συνείληφε το είναι». Γρηγορίου Παλαμά, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 3,2,12, επιμ. Π. Χρήστου, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, τόμ. Α', Θεσσαλονίκη 1962, σ. 666. Πρβλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 45,3 PG 36, 625C.
[2]. Βλ. Γέν. 1,27.
[3]. Βλ. Κεφάλαια φυσικά κλπ. 47, PG 150, 1156 Α.
[4]. Βλ. Ομολογία 6, επιμ. Π. Χρήστου, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, τομ. Β', σ. 497.
[5]. Ομιλία 36, PG 151, 449 Β.
[6]. Βλ. Γ. Μαντζαρίδου, Παλαμικά, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 156 εξ.
[7]. Κεφάλαια φυσικά κλπ. 27, PG 150, 1137 D.
[8]. Βλ. Ομιλία 41, PG 151, 517 C.
[9]. Βλ. Ομιλία 63, έκδ. Σ. Οικονόμου, Του εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Παλαμά, Ομιλίαι ΚΒ', Αθήναι 1861, σ. 280.
[10]. Βλ. Κεφάλαια φυσικά κλπ. 44, PG 150, 1152 D.
[11]. Βλ. Κεφάλαια φυσικά κλπ. 39, PG 150, 1148 Β.
[12]. Βλ. Ομιλία 5, PG 151, 64 Β.
[13]. Βλ. Κεφάλαια φυσικά κλπ. 54, PG 150, 1160 D.
[14]. Βλ. ό.π.. 31, 388 C.
[15]. Βλ. Ομιλία 22, PG 151, 289 Α.
[16]. Βλ. Ομιλία 43,5, Σ. Οικονόμου, σ. 45.
[17]. Βλ. Λόγος εις τα σωτήρια και ζωοποιά πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού 5, εκδ. Β. Ψευτογκά, σ. 98.
[18]. Βλ. Ομιλία 16, PG 151, 139 D.
[19]. Βλ. Ομιλία 52, Σ. Οικονόμου σ. 123.
[20]. Βλ. Ομιλία 5, PG 151, 64 BC Πρβλ. Ομιλία 61, Σ. Οικονόμου σ. 266.
[21]. Βλ. Ομιλία 50, Σ. Οικονόμου σ. 101.
[22]. Βλ. ό.π., σ. 102.
[23]. Βλ. Ομιλία 57, Σ. Οικονόμου, σ. 220.
[24]. Βλ. Ομιλία 21, PG 151, 277 ΑΒ: «Ο γαρ γέγονε, δι' ημάς γέγονεν ο Κύριος… και άπερ έπαθε τη σαρκί, δι' ημάς έπαθε, τα ημών εξιώμενος πάθη, και δια τας ημετέρας αμαρτίας ήχθη εις θάνατον, και δι' ημάς ανέστη και ανελήφθη, παροικονομών ημίν την εις απείρους αιώνας ανάστασιν και ανάληψιν».
[25]. Βλ. Ομιλία 16, PG 151, 201 Α.
* Ο Δημήτριος Ι. Τσελεγγίδης είναι καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ.
ΠΗΓΗ: http://www.impantokratoros.gr/631172AA.el.aspx