Άρνηση χρέους Ευρώ: σανίδα σωτηρίας I

Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ την οδηγεί στην επ’ αόριστον χρεοκοπία, η άρνηση τους χρέους και η έξοδος από το Ευρώ και την ευρωζώνη: Σανίδα Σωτηρίας I

 

Του Γ. Βαζάκα*

 

Σε άρθρο μου σε έγκριτη εφημερίδα της Κατερίνης, στις 27, 28 και 30/10/2010 έγραφα: «Και η πρωταρχική μόνη λύση, καθαρά τακτικής μορφής, για να απαλλαγεί η χώρα απ’ το μνημόνιο και την πολιτική του, είναι να μην αναγνωρίσουμε  και να αρνηθούμε το δημόσιο χρέος, μαζί με την έξοδο της χώρας από το ευρώ, ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα Κι αν φύγουμε από το ευρώ και την ευρωζώνη θα χάσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε; Θα έλθει η συντέλεια του κόσμου; Φυσικά όχι…Αλλά για την έξοδο από το ευρώ και για τα συνοδευτικά μέτρα που θα ακολουθήσουν μετά την άρνηση του χρέους θα γίνει αναφορά σε επόμενο άρθρο…».

Σήμερα  η προαναγραφείσα  θέση είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρη και έτσι βρίσκομαι στην ανάγκη να μιλήσω εκτενέστερα.

Ήθελαν η τότε Κυβέρνηση Σημίτη και οι οπαδοί της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) να πιστέψουμε ότι η υιοθέτηση ενός «ισχυρού νομίσματος», όπως το ευρώ ότι ούτε λίγο ούτε πολύ θα άνοιγε μια νέα περίοδο σταθερότητας για την Ελλάδα. Και στο όνομα αυτής της επιλογής  δικαιολόγησαν την εκχώρηση ολόκληρης της νομισματικής πολιτικής στη δικαιοδοσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι η Ελλάδα από 1/1/2002 έχασε και τυπικά το δικαίωμα να εκδίδει νόμισμα και γενικά να ρυθμίζει τα οικονομικά της. Οι διθύραμβοι της κυβέρνησης Σημίτη και των οπαδών της Euroland περί «οικονομικών επιτευγμάτων» και «ισχυρού νομίσματος» ύστερα από την επί μια δεκαετία καθιέρωσή του δε μοιάζουν για μακάβριο αστείο για μια χώρατην Ελλάδα σε πλήρες αδιέξοδο και χρεοκοπία;

Mια σειρά προικισμένων επιστημόνων και οικονομολόγων μιλώντας με επιφυλάξεις για το ευρώ κατά την καθιέρωσή του, σήμερα επαληθεύτηκαν. Τα όσα βιώνουμε τα τελευταία χρόνια έπληξαν σοβαρά το μύθο του αδιάβλητου και «ισχυρού» ευρώ. Αλλά και η κοινή λογική λέει πως, όταν ένα νόμισμα αποδεικνύεται τόσο ευπαθές στις αναταράξεις των αγορών, τις πιέσεις από την κερδοσκοπία και τις διακυμάνσεις από την επενδυτική συμπεριφορά διεθνώς, αυτό σημαίνει ότι φταίει το ίδιο το νόμισμα, οι βάσεις πάνω στις οποίες έχει οικοδομηθεί, με μια λέξη η ιδιοσυστασία του. Δυστυχώς όμως η κοινή λογική έχει πάρει διαζύγιο εδώ και δεκαετίες από το επίσημο οικονομικό και πολιτικό δόγμα, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η συγκρότηση του ευρώ και η ευρωζώνη.

Και να τι εννοούμε: Το ευρώ δε δημιουργήθηκε, για να καλύψει ή να εκφράσει ανάγκες της πραγματικής οικονομίας με προϋπόθεση την παραγωγή εισοδημάτων και συναλλαγών. Δεν επινοήθηκε, για να λειτουργήσει εντός της ευρωζώνης, όπως λειτουργούσαν τα εθνικά νομίσματα στο κάθε ξεχωριστό κράτος, πριν ενταχθεί στην ευρωζώνη, δηλαδή ως μέσο διευκόλυνσης των συναλλαγών και της εσωτερικής συσσώρευσης. Αντίθετα το ευρώ υπήρξε ευθύς εξαρχής μια επινόηση των τραπεζιτών για δική τους διευκόλυνση. Δημιουργήθηκε όχι, για να είναι εργαλείο οικονομικής πολιτικής προς εξυπηρέτηση της οικονομίας αλλά ως αξία καθεαυτή, στην οποία η οικονομία όφειλε να υποταχτεί και μάλιστα υπακούοντας σε πολύ αυστηρούς νομισματικούς και δημοσιονομικούς  κανόνες. Με πιο απλά λόγια το ευρώ δεν όφειλε να προσαρμοστεί στην οικονομία και μάλιστα στην πραγματική, αλλά η οικονομία όφειλε δια ροπάλου να προσαρμοστεί σ’ αυτό. Κατασκευάστηκε ένα νόμισμα που, για να είναι «ισχυρό», προϋποθέτει τη σταθερότητα στις αγορές και στις οικονομίες που εκφράζει. Το ζητούμενο δηλ. έγινε προαπαιτούμενο.

Απ’ εδώ και στο εξής το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα κατά- στρατηγώντας το σύστημα σταθερών ισοτιμιών συλλέγει αποταμιεύσεις από παντού στην ζώνη του ευρώ και τις επενδύει, οπουδήποτε βρίσκει κερδοφόρες ευκαιρίες. Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο  η ρευστότητα δηλαδή το χρήμα σε κυκλοφορία συγκεντρώθηκε στις τράπεζες οδηγώντας σε ασφυξία την πραγματική οικονομία, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά έδωσε μια εκπληκτική ευκαιρία στους τραπεζίτες να κερδοσκοπήσουν ασύστολα γεμίζοντας κυριολεκτικά την αγορά με δάνεια και χρέη. Από τα προλεχθέντα προβλήθηκε η δύναμη του ευρώ. Όμως το κοινό νόμισμα, το ευρώ, είχε ανάγκη και από τη σταθερότητα. Σταθερότητα του νομίσματος σημαίνει σταθερές αποδόσεις για τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Επειδή όμως η σταθερότητα δεν μπορούσε να επιτευχθεί με όρους πραγματικής οικονομίας, μιας και οι οικονομίες της ευρωζώνης ήταν τελείως διαφορετικές και ανισόρροπες μεταξύ τους, επιλέχθηκε η επιβολή  μιας  εικονικής  σταθερότητας με βάση τα κριτήρια του Μάαστριχτ, (ελευθερία διακίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργατικού δυναμικού). Έτσι ουσιαστικά οι οικονομίες, τα κράτη και οι λαοί της ευρωζώνης διατάχθηκαν να κρατήσουν τη σταθερότητα του ευρώ τηρώντας μια αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία. Μόνο που οι οικονομίες δε λειτουργούν με διατάγματα, ούτε υπακούουν σε προσταγές.

Υπήρχε λοιπόν εγγενής αστάθεια στην ευρωζώνη λόγω διαφοράς οικονομιών. Για να διατηρηθεί η εικονική σταθερότητα και συνεπώς οι μεγάλες αποδόσεις για τις επενδύσεις σε τίτλους χρέους, έπρεπε η εγγενής αστάθεια να απορροφηθεί από την πραγματική οικονομία και τα λαϊκά εισοδήματα. Επί πλέον το ευρώ δεν μπορούσε να υποτιμηθεί, γι’ αυτό έπρεπε συνεχώς να υποτιμάται η πραγματική οικονομία και κυρίως το «εργατικό κόστος», δηλ. η εργασία, οι αμοιβές, οι ζωές και οι προοπτικές των ανθρώπων, που εργάζονται σ’ αυτή.   Ταυτόχρονα το άνοιγμα των αγορών και οι διαρκείς ιδιωτικοποιήσεις άνοιγαν διαρκώς νέες ευκαιρίες κερδοφόρας τοποθέτησης για τις τράπεζες και την κερδοσκοπία με τίτλους.

Και αυτή η πορεία ακολουθήθηκε όλη αυτή τη δεκαετία που ζούμε με το ευρώ. Αν αναρωτηθούμε βέβαια  τι έγινε στη δεκαετία του ευρώ με την παραγωγική βάση της ευρωζώνης, η απάντηση δυστυχώς είναι ότι αναπτύχθηκε ελάχιστα, ενώ οι εργαζόμενοι σε όλες τις χώρες του ευρώ έχασαν σημαντικά από το εισόδημα και τις απολαβές τους. Οι εργαζόμενοι της ευρωζώνης βρέθηκαν σε πολύ χειρότερη κατάσταση με το ευρώ απ’ ό,τι ήταν πριν. Αυτός είναι και ο βασικός  λόγος, που σήμερα σχεδόν κανένας λαός στην ευρωζώνη δεν έχει θετική γνώμη για το ευρώ και την πορεία της χώρας του μ΄ αυτό.

Ενώ όμως το ευρώ παρέμενε σταθερό με τον τρόπο που αναφέραμε και οι τράπεζες κέρδιζαν όλο και πιο πολλά από την τιτλοποίηση των πάντων και οι διεθνείς επενδυτές κερδοσκοπούσαν ασύστολα με την υπερπαραγωγή χρεογράφων, απ’ την άλλη κανέναν απ’ τους ευρωκρατούντες δε συγκινούσε η δραματική απαξίωση της πραγματικής οικονομίας και των εργαζομένων. Κι έτσι φτάσαμε στην παγκόσμια κρίση, που ξέσπασε το καλοκαίρι του 2007 και συνεχίστηκε με το κραχ του φθινοπώρου του 2008. Τότε μεγάλο μέρος των χαρτιών που είχαν συσσωρευτεί στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών απαξιώθηκαν. Πολλές τράπεζες άρχισαν να χρεοκοπούν και τεράστια κεφάλαια τοποθετημένα σε τίτλους και χρεόγραφα άρχισαν να λιμνάζουν στις αγορές. Τα κράτη έτρεξαν να στηρίξουν τις τράπεζες και έτσι συνέβαλαν στην εξάπλωση και στο βάθεμα της κρίσης.

Αυτή είναι η κατάσταση που παρατηρούμε σήμερα σ’ ολόκληρη την ευρωζώνη. Οι αγορές πιέζουν διαρκώς τους ευρωκυβερνώντες  να χώσουν όλο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη, προκειμένου να σώσουν τις τράπεζές τους και να στηρίξουν το ευρώ, που δεν μπορεί να στηριχθεί πλέον πάνω στον τεράστιο όγκο χαρτιών χρέους, που έχουν συγκεντρώσει οι τράπεζες της ευρωζώνης. Και οι ηγέτες της ευρωζώνης με τους «μηχανισμούς στήριξης» που αποφάσισαν, με την ΕΚΤ να αγοράζει απευθείας κρατικά ομόλογα από τις χώρες – μέλη και με την επιβολή όλο και πιο αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων με περικοπές μισθών, συντάξεων, κοινωνικών παροχών και δαπανών οδηγούν ολόκληρη την ευρωζώνη εκεί, που οδηγήθηκε η Ελλάδα. Από τον περσινό Μάρτη λόγω του μηχανισμού στήριξης η Ελλάδα είναι σε μια ιδιότυπη «καραντίνα», τώρα οι ηγέτες της ευρωζώνης μεθοδεύουν κι άλλο μηχανισμό: «το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας» και «οικονομικής διακυβέρνησης», που στην πράξη σημαίνει την ενσωμάτωση των βασικών αρχών της δανειακής σύμβασης (8/5/2010) στο ελληνικό σύνταγμα και έτσι  την ολοκληρωτική υποδούλωση της χώρας στα κεντρικά όργανα της Ε.Ε, χωρίς λόγο και δικαίωμα στη διαμόρφωση των κεντρικών αποφάσεων,  άλλη καραντίνα. Και αν οι «καραντίνες» αυτές οδηγούν με μαθηματική βεβαιότητα την Ελλάδα στην πτώχευση με τους χειρότερους δυνατούς όρους, κατά παρόμοιο τρόπο θα οδηγήσουν και την υπόλοιπη ευρωζώνη. 

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια ποια θα είναι η τύχη της ευρωζώνης και του ίδιου του ευρώ. Οι βεβαιότητες ανήκουν στο παρελθόν. Η πίστη στο «ισχυρό ευρώ» έχει ξεφύγει από το πεδίο της λογικής και ανήκει πια στη σφαίρα των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Και στη θρησκευτική πίστη, τη βασισμένη στο συναίσθημα δεν υπάρχει περιθώριο ούτε για λογικά, ούτε για επιστημονικά επιχειρήματα. Το σίγουρο είναι ότι το ευρώ θα αποτελέσει έναν βασικό αποσταθεροποιητικό παράγοντα για όλες τις οικονομίες της ευρωζώνης, ακόμη και τις πιο ισχυρές. Η εμμονή σ’ αυτό, ιδίως σε συνθήκες όλο και πιο αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων και αυξανόμενου χρέους θα οδηγήσει ολόκληρες οικονομίες να χαθούν «αύτανδρες». Αυτός είναι κι ο λόγος που οι ισχυρές οικονομίες σήμερα – ιδίως η Γερμανία – διαμορφώνουν εναλλακτικές στρατηγικές. Η Ελλάδα πριν μπει στο ευρώ υπέστη με τους χειρότερους δυνατούς όρους πάνω από 12 επίσημες υποτιμήσεις της δραχμής σε ολόκληρη τη μεταπολίτευση. Καμιά όμως απ’ αυτές δεν την οδήγησε, όπως τώρα με το ευρώ , στη χρεοκοπία

Γι’ αυτό για τη χώρα μας, οι επιλογές είναι πολύ απλές: ή παραμένει στο ευρώ, για να υποστεί μια απ’ τις χειρότερες καταστροφές της ιστορίας της, ή φεύγει, για να καταφέρει να ανασυντάξει την οικονομία και την κοινωνία δίχως κηδεμονίες και εξαρτήσεις. Μέση λύση δεν υπάρχει.

Εντούτοις το ερώτημα αιωρείται αμείλικτο: Τι θα γίνει άμα φύγουμε απ’ το ευρώ και την ευρωζώνη; Θα πέσει ο ουρανός να μας πλακώσει; Θα έλθει η συντέλεια του κόσμου; Θα χάσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε; Θα μας λιώσουν οι κολοσσοί των αγορών; Όλα αυτά μαζί και πολλά ακόμη έχουμε να πάθουμε στη νοσηρή φαντασία, όσων νομίζουν ότι το να τα βάλουμε με τις αγορές, την ευρωζώνη, και τους ισχυρούς αποτελεί συνώνυμο της καταστροφής. Όμως ας είμαστε λίγο ψύχραιμοι και ας σοβαρευτούμε.

Καταρχάς, από ποικίλες πλευρές διαδίδεται πως, αν επανέλθουμε σε εθνικό νόμισμα, θα οδηγηθούμε σε απανωτές υποτιμήσεις και θα εκτιναχθεί ο πληθωρισμός. Όμως από πού προκύπτει αυτό; Μήπως, επειδή μας το λένε όλοι εκείνοι, που ευθύνονται σήμερα για την κατάντια της ελληνικής οικονομίας και το παπαγαλίζουν με τα ελεγχόμενα απ’ αυτούς Μ.Μ.Ε; Δε θα έπρεπε και να μας το αποδείξουν, αντί να το θεωρούν ως δεδομένο κι ως θέσφατο;

Για να καταλάβει κανείς πόσο παραμύθι είναι η επίκληση της καταστροφής της Ελλάδας λόγω της εξόδου από το ευρώ, θα αναφέρουμε απλά τις απόψεις των Βρετανών οικονομικών συμβούλων του Centre for Economics and Business Research (CEBR), που κάλεσε η ίδια η ελληνική κυβέρνηση το Μάιο του 2010, για να τους συμβουλευτεί τι θα συμβεί, αν η Ελλάδα φύγει απ’ το ευρώ. Απάντησε λοιπόν ο επικεφαλής του CEBR, Νταγκ ΜακΓουίλλιαμς, όπως αναγράφεται στους Times του Λονδίνου (30/5/2010) σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με το τι θα υποστεί το νέο νόμισμα της Ελλάδας μετά την έξοδο από το ευρώ: «Εγκαταλείποντας το ευρώ θα σήμαινε ότι το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί κατά 15%». Αποτελεί καταστροφή μια υποτίμηση κατά 15%; Με εξαίρεση τα επίσημα και ανεπίσημα παπαγαλάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της Ε.Ε., που όμως δεν προσκομίζουν κανένα σοβαρό αποδεικτικό στοιχείο, μιας κι ο σκοπός τους είναι μόνο να τρομοκρατήσουν τον κόσμο, δεν υπάρχει κανείς σοβαρός οικονομικός  αναλυτής ανά τον κόσμο, που να θεωρεί ότι θα υποστεί καταστροφή η Ελλάδα, αν φύγει απ’ το ευρώ. Αυτό που λένε είναι ότι η Ελλάδα θα περάσει μια περίοδο νομισματικής αστάθειας που άλλοι την προσδιορίζουν σε λίγους μήνες και άλλοι σ’ ένα με δυο χρόνια, έως ότου η συναλλαγματική αξία της νέας δραχμής θα σταθεροποιηθεί μέσα από την ανάκαμψη της οικονομίας της. Σ’ αυτό που συμφωνούν όλοι είναι ότι αυτός που πιθανόν να υποστεί την καταστροφή είναι το ίδιο το ευρώ, αλλά γι’ αυτό σχετικά προμιλήσαμε.            

Αλλά είναι εύκολο να δημιουργηθεί ένα νόμισμα; Όποιος έχει στοιχειώδεις γνώσεις οικονομίας, γνωρίζει ότι υπάρχουν δυο τρόποι, να δημιουργήσεις νόμισμα: Ο πρώτος είναι να το ρίξεις στις αγορές, βορά και έρμαιο των κερδοσκόπων και να περιμένεις πού, πότε και πώς θα σταθεροποιηθεί η αξία του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία και την κοινωνία σου. Αυτό συμβαίνει με το ευρώ, που όπως αναφέραμε, είναι εκ φύσεως τέτοιο νόμισμα. Όμως αυτό συνέβαινε και με την παλιά δραχμή, που οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούσαν ως εργαλείο ραγδαίας υποτίμησης της εθνικής οικονομίας και των εισοδημάτων από εργασία προς όφελος των ντόπιων και ξένων κερδοσκόπων.

Ο δεύτερος είναι να δημιουργήσεις ένα εθνικό νόμισμα, που να υποστηρίζεται από την πραγματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και πρωτίστως της παραγωγικής της βάσης. Αν θέλει πραγματικά κάποιος την παραγωγική ανάπτυξη της οικονομίας προς όφελος του λαού και της χώρας, τότε δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γίνει αυτό παρά μόνο έχοντας το δικό του νόμισμα Ούτε η οικονομική θεωρία, αλλά ούτε και η ιστορική εμπειρία έχει να επιδείξει άλλο τρόπο. Σ’ αυτό συνηγορεί και δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα σχήματα ενιαίου παγκόσμιου χρήματος, όλες οι νομισματικές ενώσεις, όλα τα συστήματα σταθερών ισοτιμιών και σταθερής νομισματικής αξίας με πιο γνωστό εκείνο του χρυσού κανόνα απέτυχαν παταγωδώς αφήνοντας πίσω τους ερείπια εκείνες ειδικά τις χώρες, που ήταν πιο αδύναμες και εξαρτημένες από την παγκόσμια αγορά.

Ο Αλέξανδρος Διομήδης, ιδρυτής και πρώτος διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, προσπαθώντας να αντλήσει συμπεράσματα από την τραγωδία της επίσημης χρεοκοπίας του 1932 τόνιζε την «ανάγκη οικονομικής αυτονομίας», έναντι του μοντέλου της νομισματικά σταθερής δραχμής κλειδωμένης με τη χρυσή βρετανική λίρα, προκειμένου η ελληνική οικονομία να είναι ανοιχτή στην παγκόσμια αγορά και στις κυρίαρχες  δυνάμεις της. Γι’ αυτό τόνιζε: «Η Ελλάς πρέπει απαραιτήτως να φροντίση πώς θα ζη, θα τρέφεται, θα κινήται, θα εργάζεται, με ίδια κατά το πλείστον εφόδια. Πώς θ’ ασφαλίση με δυνάμεις αντλουμένας εκ του ιδίου αυτής τόπου, σχετικήν τουλάχιστον ισορροπίαν και μείζονα ή κατά το παρελθόν οικονομικήν αυτοτέλειαν. Αι προσπάθειαί της πρέπει προς αυτό το αποτέλεσμα να τείνουν». Δεν ήταν οπαδός της οικονομικής αυτάρκειας, αλλά πίστευε ότι, αν δεν σταματήσει η εξάρτηση της οικονομίας από το εξωτερικό, αν δεν στηριχθεί η ελληνική οικονομία πρωτίστως σε εσωτερικούς όρους συσσώρευσης και ανάπτυξης, δεν πρόκειται να πάψει να είναι έρμαιο των συγκυριών στην παγκόσμια αγορά, που αναγκαστικά οδηγούν τη χώρα στη χρεοκοπία, όταν ξεσπούν μεγάλες παγκόσμιες κρίσεις. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα.

Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, αν δε διαθέτει η οικονομία το δικό της νόμισμα, ένα νόμισμα που να ελέγχει και να προσαρμόζει κάθε στιγμή στις ανάγκες της; Φυσικά και όχι. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο είτε είναι παντελώς άσχετος με το θέμα, είτε είναι πολύ μεγάλος απατεώνας. Μπορεί το ευρώ να λειτουργήσει ως τέτοιο νόμισμα για την ελληνική οικονομία; Μόνο όποιος δε γνωρίζει την προαναφερθείσα ιδιοσυστασία και τη λειτουργία του ευρώ, ή απλά προτάσσει άλλες σκοπιμότητες, μπορεί να απαντήσει θετικά στο ερώτημα. Μπορεί να έχουμε ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης στην ελληνική οικονομία με το ευρώ; Μόνο όποιος δε γνωρίζει ή δε θέλει να δει τι συνέβη τη δεκαετία του ευρώ σ’ αυτή, μπορεί να θεωρεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο εφικτό. Όλα είναι εφικτά άλλωστε στον κόσμο της φαντασίας. Όμως στον αληθινό κόσμο έχει αποδειχθεί ότι το ευρώ λειτούργησε καταλυτικά τόσο για την οικονομική καταστροφή που έχει υποστεί η χώρα όσο και για τη τρέχουσα χρεοκοπία της.


* Ο Γ. Βαζάκας είναι εκπαιδευτικός

 

ΠΗΓΗ: 19 Μαρτίου 2011, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/44690

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.