Σκέψεις για τις σχέσεις Επιστήμης και Θρησκείας IΙ
Του Αλέκου Αναγνωστάκη*
[Συνέχεια από το μέρος Ι] …Μπορεί, επιμένουν, αφού κατά διάφορους ιεράρχες οι βάσεις αρμονικής συνύπαρξης και επαναπροσέγγισης θρησκείας και επιστήμης ενυπάρχουν στην κοινή ανάγκη, τόσο από τη θρησκεία όσο και από την επιστήμη, της πίστης, αφού οποιαδήποτε θεώρηση του κόσμου προϋποθέτει ένα αρχικό άρθρο πίστης ή το ανάλογό της στην επιστήμη, την παραδοχή σε αρχικές προϋποθέσεις – αξιώματα στη βάση των οποίων αναπτύσσεται ένα επιστημονικό πεδίο.
«Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι’ αυτού εγένετο και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν.…» σημειώνει στο χαιρετισμό του εκ μέρους της ελλαδικής εκκλησίας ο Χωροεπίσκοπος Αρσινόης Γεώργιος την ημέρα του προστάτη των Χημικών Αγίου Μενίγνου του Κναφέως στις 23.11.003 Αυτή είναι η θρησκευτική παραδοχή και στη βάση αυτή η χριστιανική θεολογία τοποθετείται στο πρόβλημα της σχέσης ύλης και πνεύματος θεωρώντας την ύλη δημιούργημα του άχρονου Θεού που δημιουργεί το σύμπαν μετά του χρόνου και του χώρου. «Εν αρχή ην η Μεγάλη Έκρηξις. Η Έκρηξις ην αυτογέννητος και δεν υπάρχει νόημα εις τυχόν ερώτησιν περί του αιτίου της ή περί του εκραγέντος. Η Έκρηξις ην εν Αρχή (προς τον εαυτό της). Πάντα (περιλαμβανομένου του χρόνου, του χώρου και της αιτιότητος) δι’ αυτής εγένετο. Εν τη Εκρήξει ζωή ην περιλαμβανομένης της ζωής των ανθρώπων…» είναι η επιστημονική αρχική παραδοχή σημειώνει με νόημα στον ίδιο χαιρετισμό ο χωροεπίσκοπος.
Η θρησκευτική κοσμοαντίληψη λοιπόν θεμελιώνεται σε δόγματα (Την ύπαρξη και αιωνιότητα του Θεού, τη Δημιουργία του σύμπαντος κόσμου από αυτόν κ.α.). Η επιστημονική κοσμοαντίληψη, π.χ. η υλιστική, θεμελιώνεται σε αξιώματα τα οποία τίθενται: (Την αυθυπαρξία της ύλης, το άπειρο του χρόνου και του χώρου κ.λ.π.).
Το θρησκευτικό δόγμα και το επιστημονικό αξίωμα είναι όμως ισοδύναμα από λογική, επιστημονική και κοινωνική άποψη; Το θρησκευτικό δόγμα δεν μπορεί, δεν πρέπει και δεν επιτρέπεται να τεθεί στη δοκιμασία της διάψευσης. Είναι αυτοαποδεικνυόμενη άρνηση της αμφιβολίας, κατήχηση του απόλυτου. Επομένως το θρησκευτικό δόγμα ενέχει ως εσωτερικό του συστατικό την, με διάφορα μέσα, επιβολή.
Το επιστημονικό αξίωμα όμως έχει ιστορικό χαρακτήρα αφού είναι αυστηρή παραδοχή επί της οποίας θεμελιώνεται μέσω του πειράματος και της παρατήρησης ένα επιστημονικό πεδίο. Επομένως είναι ταυτόχρονα αμφιβολία, επαλήθευση ή διαψευσιμότητα. Από τη γένεσή της, για παράδειγμα, ως το τέλος του 18ου αιώνα χρειάστηκε να περάσουν δυο χιλιάδες τριακόσια περίπου χρόνια, μετά την αφάνεια στην οποία την οδήγησαν η επίθεση των επικρατουσών ιδεών του Πλάτωνα και Αριστοτέλη, για να επανέλθει σε ισχύ η θεωρία του Λεύκιππου και του Δημόκριτου, οι οποίοι προσπαθώντας να διεισδύσουν στην ενδοδομή της ύλης υποστήριξαν πως αυτή αποτελείται από αδιαίρετα σωματίδια, τα άτομα. Σε λίγες δεκαετίες, με την ανακάλυψη του ηλεκτρονίου από τον Τόμσον, στο τέλος του 19ου αιώνα, η αντίληψη της έλλειψης εσωτερικής δομής του ατόμου κατέρρευσε, μετατοπιζόμενη στα νέα όρια της: Στα ενδότερα της ύλης, στα σωμάτια από τα οποία αυτό αποτελείται. Η ανθρωπότητα μέχρι το 1932 πίστευε πως η δομή των σωμάτων βασίζεται τελικά σε τέσσερα σωμάτια τα οποία μάλιστα δεν υποδιαιρούνται: Τα πρωτόνια, τα ηλεκτρόνια, τα νετρόνια και τα φωτόνια, με τα τρία πρώτα να δομούν το άτομο. Μεταξύ όμως του 1930 και του 1950, αλλά και στη συνέχεια, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, ανακαλύφθηκαν ή δημιουργήθηκαν νέα σωμάτια, που αποτελούν τον εσωτερικό μικρόκοσμό του από αυτά δομημένου μεγάκοσμου που ζούμε. Αυτά έχουν πλέον – συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονίων, νετρονίων και πρωτονίων – εσωτερική ενδοδομή. Αποτελούνται δηλαδή από επιμέρους σωματίδια τα οποία αυτά προς το παρόν, θεωρούνται πως είναι άτμητα και προσδιορίζουν τα νέα ανθρώπινα όρια. Προς το παρόν. Αφού ήδη φυσικοί εικάζουν ότι τα κουάρκς και τα λεπτόνια έχουν και αυτά εσωτερική δομή, δηλαδή με τη σειρά τους, αποτελούνται από άλλα σωματίδια που δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί.
Αυτό το διαρκές και συναρπαστικό ταξίδι της επιστήμης στο πιο κοντινό και ταυτόχρονα το πλέον μακρινό, στο εσωτερικό της ύλης, οδήγησε σε πρωτόγνωρα επιστημονικά άλματα, ανακαλύψεις και εφαρμογές που με τη σειρά τους άλλαξαν τους όρους και τρόπους επικοινωνίας και αποξένωσης του ανθρώπου. Μετέβαλλαν δραστικά τους τρόπους και τις δυνατότητες στην οργάνωση της παραγωγής και της εργασίας, στην κίνηση των κεφαλαίων.
Δημιούργησαν νέες δυνατότητες για την κοινωνική απελευθέρωση αλλά και την καταδυνάστευση των λαών. Συνέτειναν καθοριστικά στη δημιουργία επιστημονικών αλμάτων σε άλλα επιστημονικά πεδία όπως στη βιολογία – βιοτεχνολογία κλπ. Η ίδια η διαρκής κίνηση, η δυναμική εμφάνισης, εξαφάνισης και μετασχηματισμού των σωματίων, η γένεση και το σβήσιμο αστέρων στο μεγάκοσμο, επιβεβαιώνουν πως η φύση είναι μια διαρκής κίνηση, μια αέναη ανανεούμενη ενότητα εμφάνισης και εξαφάνισης. [3] Κάθε επομένως επιστημονική κατάκτηση είναι ένα πρόσκαιρο όριο που πλουτίζοντας τις γνώσεις του ανθρώπου ανοίγει ταυτόχρονα νέες περιοχές άγνοιας και επομένως νέες απαιτήσεις. Είναι μια περίπλοκη κατασκευή που συνθέτει, οργανώνει και ερμηνεύει «προφανή» και εμπειρικά δεδομένα, επιστημονικές γνωστικές κατακτήσεις, μαζί με πολιτισμικές και φιλοσοφικές τάσεις. Δίχως αυτό το ταξίδι προς την ασυμπτωτική γνώση της αντικειμενικής πραγματικότητας να τελειώνει ποτέ.
Όχι, αντιτείνει ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Πάνος Λιγομενίδης, φυσικός με ερευνητικό έργο στους τομείς της τεχνητής νοημοσύνης και καθηγητής στα πανεπιστήμια του Stanford, της Μαδρίτης και Maryland, στο λόγο του στην Ακαδημία Αθηνών στις 2.01 του 2010. “Η αδυναμία, τονίζει, ορθολογικής επιστημονικής εξήγησης ορισμένων φυσικών φαινομένων αποκαλύπτει τους περιορισμούς της ανθρώπινης επιχειρηματολογίας και καταδεικνύει πως, ίσως, ο δρόμος προς την «αλήθεια» βρίσκεται έξω από την ανθρώπινη νόηση”. Αλλά ποια είναι αυτά τα φυσικά φαινόμενα, ποιοι είναι οι περιορισμοί , οι οποίοι μάλιστα αποκαλύπτονται και πώς η ανθρώπινη νόηση προσλαμβάνει το αναγκαίο της ύπαρξης της αλήθειας έξω από τον εαυτό της, έξω από την ανθρώπινη νόηση;
Η επιστήμη σαν μια ανθρώπινη δημιουργία, απόπειρα του ανθρώπου να κατανοήσει τον πραγματικό κόσμο, συνεπάγεται σχετικά υποκειμενικούς βαθμούς ελευθερίας γι’ αυτόν που δημιουργεί. Ως δημιουργία κατά ένα μέρος καθορίζεται από το αξιωματικά αυθαίρετο. Αλλά ως κατανόηση του αντικειμενικά υπάρχοντος εξελισσόμενου κόσμου μια επιστημονική θεωρία οφείλει να είναι αντικειμενική. [4] Δηλαδή να περιέχει, επαληθευόμενα στοιχεία αλήθειας, γνωστικές κατακτήσεις οι οποίες αφήνουν αποστάγματα που αντιστοιχούν στο αντικειμενικά εξελισσόμενο υπάρχον ώστε να μπορούμε π.χ. να προγραμματίζουμε και υλοποιούμε ένα ταξίδι στη σελήνη χωρίς να χανόμαστε στο διάστημα. Η επιστήμη φυσικά παραμένει ανθρώπινο δημιούργημα και συνεπώς όχι αλάνθαστο. Μπορεί να γνωρίσει σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα, δίχως όμως να φθάνει ποτέ στην πλήρη και οριστική κατάκτησή της. Τα όρια και το περιορισμένο επομένως της ανθρώπινης δυνατότητας εμφανίζονται στην ανάπτυξη των επιστημών. Τα όρια και το πεπερασμένο υπάρχουν και ταυτόχρονα αναιρούνται για να επανεμφανισθούν ξανά ως νέα όρια και νέοι περιορισμοί στην ασυμπτωτική συγκλονιστική πορεία του ανθρώπου για την κατανόηση της αντικειμενικής πραγματικότητας. Η επιστήμη όμως δεν είναι αυτόνομη περιοχή και ιδανικό βασίλειο του ορθού λόγου, τόπος καθαρής ορθολογικότητας. Είναι κοινωνική πρακτική που συνδέεται οργανικά με την τεχνολογία, την παραγωγή, το σύνολο των υπερδομών. Υπηρετείται από επιστήμονες που φέρουν διαμορφούμενες αντιλήψεις και προκαταλήψεις και κατέχουν συγκεκριμένη θέση στην κοινωνία. Η επιστήμη είναι εσωτερικό πραγματικό στοιχείο αυτής της κάθε φορά κοινωνίας στην εξέλιξη της! Γι’ αυτό στο χώρο της επιστήμης και των επιστημόνων ο θεολογικός προβληματισμός, οι κοινωνικές διεργασίες που την προκαλούν, την αποτρέπουν ή και την συντηρούν, εμφανίζονται ως εγγενές στοιχείο πολλών επιστημονικών έργων. Η ίδια η επιστήμη δια επιστημόνων εκτρέφει και την άρνηση της! Εκτρέφει δηλαδή παλαιά και σημερινά κυρίαρχα θρησκευτικά ρεύματα, παλαιά και σύγχρονα ρεύματα μυστικισμού και ανορθολογισμού.
Παρόλο λοιπόν που τα θρησκευτικά ρεύματα και το χριστιανικό φάνηκαν πως είναι υποχρεωμένα να υποχωρούν συνεχώς μπροστά στην επιστημονική γνώση και στην εξέλιξη της, παρόλο που ο θεός εκδιώκεται από τα φαινόμενα που υποτίθεται ότι καθόριζε (δημιουργία έμβιων όντων, κίνηση πλανητών, δημιουργία ανθρώπου, κ.α.), εντούτοις η θρησκεία, σύμφωνα με την επίσημη εκκλησία και επιστήμονες, επιστρέφει με νέα ρούχα και νέα πανοπλία. Επιστρέφει δια της αρχής της απροσδιοριστίας του Heisenberg, [5] δια του πιθανοκρατικού χαρακτήρα της κβαντομηχανικής που εκθρονίζει δήθεν το θεμελιώδες αξίωμα της αιτιότητας και τα σωμάτια ελευθέρα τη βουλήσει να επιλέγουν πλέον τις καταστάσεις ύπαρξης τους. Επανέρχεται δια της άυλης ενέργειας – Θεού που αποκαλύπτεται δήθεν από την ειδική θεωρία της σχετικότητας. Η επιστήμη δια της εκκλησίας, η επιστήμη δια επιστημόνων όχι μόνο διαπλέκεται με τα θρησκευτικά δόγματα αλλά επιχειρείται να τα ενισχύσει!
Η άυλη πυρά των επιστημονικών ανακαλύψεων
Αλλά τι συνεπάγεται η οικειοποίηση από την εκκλησία επιστημονικών κατακτήσεων για την ίδια την επιστήμη; Η παραδειγματική προσέγγιση του θέματος περιορίζει και αδικεί. Ωστόσο ας αμαρτήσουμε! Όπως είναι γνωστό στον κόσμο της μικροφυσικής, στον κόσμο των σωματιδίων θεωρείται ότι ισχύει η αρχή της αβεβαιότητας του Heisenberg. Άρα, κατά το σπουδαίο Δανό φυσικό, «πάει» η αιτιοκρατία [6]. Επαληθεύεται επίσης η γνωστή ποσοτική σχέση του Einstein μεταξύ μάζας και ενέργειας E=mc2,. Επομένως ζήτωσαν η ενέργεια, το άυλο, το πνεύμα, η αφυλοποίηση της ύλης, η θεϊκή παρουσία. Το φωτόνιο επιπροσθέτως είναι ένα ιδιότυπο σωμάτιο που εμφανίζεται με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικού κύματος και σωματίου. Άρα ο κόσμος συντίθεται τελικά από κύματα, από άυλες οντότητες, το πνεύμα, δια του οποίου “επιστρέφει” ο θριαμβεύοντας Θεός. Δεν υπάρχει ιστός στο internet εκκλησιαστικού ιδρύματος, ομιλία ιερωμένων όλης της ιεραρχίας που να μην στηρίζεται σε αυτήν την επιχειρηματολογία επικαλούμενη τον Einstein ή Heisenberg.
Ταυτίζεται όμως η μάζα με την ύλη ή η μάζα, η ενέργεια, τα πεδία είναι μορφές εκδήλωσης της ύλης όταν κατά τον ίδιο τον Einstein, “μαζικά σωμάτια, ηλεκτρικό και μαγνητικό πεδίο συνθέτουν την ύλη”; Και η σχέση αμοιβαίας μετατροπής της μάζας σε ενέργεια και το αντίθετο είναι σχέση τελικής επικράτησης της ενέργειας “από την οποία το παν αναδύεται και όπου το παν επιστρέφει” κατά τον γνωστό ανθρωπολόγο ιερωμένο Chardin, ή σχέση ενότητας μέσα στη διαφορά τους;[7]
Καταργείται η αιτιοκρατία γενικά, ή η αρχή της αβεβαιότητας αναφέρεται σε φαινόμενα που συμβαίνουν σε σχετικά πολύ μικρά μήκη ή πολύ μεγάλες ταχύτητες όπου κατά τον ίδιο τον Heisenberg η οντολογία του υλισμού δεν είναι επεκτάσιμη στην ατομική κλίμακα; Η αρχή της αβεβαιότητας ισχύει ταυτόχρονα για μεγέθη που μετριώνται σε όλους τους άξονες ή σύμφωνα πάλι με τον ίδιο τον Heisenberg, μόνο σε ένα και τον ίδιο άξονα ενώ όλα τα υπόλοιπα ζεύγη μεγεθών σε διαφορετικούς άξονες μπορούν να μετρηθούν ταυτόχρονα με απόλυτη ακρίβεια; Αλλά γιατί οι πιθανότητες σημαίνουν και συνεπάγονται έλλειψη αιτίων και καθορισμού του αποτελέσματος από αυτές; Οι νόμοι του τυχαίου είναι χαοτικό προϊόν άγνοιας και θεϊκής τελικά παρέμβασης, ή έκφραση του πολυδύναμου χαρακτήρα του μικρόκοσμου και του μεγάκοσμου; Οι πιθανές τελικές καταστάσεις και αντίστοιχες πιθανότητες να βρεθεί ένα σύστημα στην κατάσταση που τελικά θα βρεθεί είναι απρόβλεπτη, χαοτική και προϊόν ελεύθερης (θεϊκά εντέλει) παρεχόμενης βούλησης [8], ή καθορίζονται από την αρχική κατάσταση του συστήματος πολλώ μάλλον αφού ποτέ δεν καθορίσθηκε κατάσταση ή κατανομή πιθανοτήτων έξω από την κβαντομηχανικά προβλεπόμενη;
Αλλά και στην ατομική κλίμακα, καταργείται η αιτιοκρατία, ή κατά τον μεγάλο γάλλο διανοητή και επιστήμονα Langevin συμπληρώνεται με μιας νέας μορφής αιτιοκρατία, την πιθανοκρατική αιτιοκρατία, σε μια συζήτηση που συνεχίζεται 80 χρόνια τώρα, αποκρύβεται από την εκκλησία και επαναφέρεται στην ανάπτυξη της για πολλοστή φορά από τον Ε Μπιτσάκη; [9] Και πώς θεμελιώνεται το συμπέρασμα ότι, η γνώση της ύλης πληρέστερα και βαθύτερα (σωμάτια, αντισωμάτια, μετατροπές τους, ατομικές μεταστοιχειώσεις, δυϊσμός φωτονίου), το πέρασμα δηλαδή από το μηχανιστικό αμετάβλητο κόσμο των σωματίων (Newton), στο δυναμικό κόσμο των αλληλοεξαρτώμενων σωματείων, οδηγεί στην αναίρεση της ύπαρξης της ύλης, όταν μάλιστα η αναζήτηση συνεχίζεται;
Αυθαίρετες παραδοχές, αποκρύψεις προβληματισμών, τέλος σε αναζητήσεις που συνοδεύεται από τις αντιλήψεις περί της ολοκλήρωσης δήθεν της επιστήμης, λήψη αυτού που πρέπει να αποδειχθεί ως δεδομένου, αλλοιώσεις επιστημονικών θεωριών! Ο σύγχρονος Άμβωνας που παραχωρεί με μεγαλοκαρδία δήθεν η εκκλησία στην επιστήμη είναι εντέλει το δογματικό κούρνιασμα στην ακινησία και στο υπάρχον. Είναι μια άυλη πυρά των επιστημονικών ανακαλύψεων. Είναι το μέσον, το όχημα, μιας δήθεν και μάταιης δραπέτευσης στον επέκεινα κόσμο! Είναι η συνέχιση της διαπάλης σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη σχέση ανάμεσα στην εξ αποκαλύψεως αλήθεια και στην επιστημονική γνώση η οποία ωθείται τελικά στην αναζήτηση και ανακάλυψη των σχέσεων ανάμεσα σε εκείνο που, στο υποκειμενικό δεδομένο της συνείδησης, αντιστοιχεί αντικειμενικά.
Και αν αξίζει κάτι είναι ότι «Η κριτική της θρησκείας οδηγεί στη διδαχή ότι ο άνθρωπος είναι το υπέρτατο ον για τον άνθρωπο, δηλαδή στην κατηγορική επιταγή της ανατροπής όλων των σχέσεων που κάνουν τον άνθρωπο ένα ον ταπεινωμένο, υποδουλωμένο» (Ένγκελς). Η θρησκεία, μορφή κοινωνικής συνείδησης, ενταγμένη στις κοινωνικές δομές, είναι ενταγμένη στην πάλη των τάξεων. Και ακριβώς αυτό ερμηνεύει το άνοιγμα της βεντάλιας στην κοινωνική συμπεριφορά των θρησκευόμενων και του κλήρου. Υπεραντιδραστική συμπεριφορά από τη μια αλλά και με τα όπλα στο χέρι στο πλευρό των επαναστατών στη Νικαράγουα, στο Μεξικό, δίπλα στον Άρη Βελουχιώτη ο παπα-Ανυπόμονος και άλλοι ιερωμένοι. Αυτό ακριβώς επαληθεύει στην πράξη τη θέση πως «δεν είναι όρος ένταξης ή μη στο εργατικό και αριστερό κίνημα, οι αθεϊστικές ή όχι αντιλήψεις των αγωνιστών». Προϋπόθεση όμως για να εμφανιστούν οι νέοι παπα-Ανυπόμονοι είναι να υπάρξει ο συλλογικός, εργατικός Άρης του 21ου αιώνα!
* Ο Αλ. Αναγνωστάκης είναι φυσικός
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΙ
[6]. W. Heisenberg: “Physik und Philosophie” (“ Ο νόμος της αιτιότητας δεν ισχύει πλέον στην κβαντική θεωρία..”)
[7]. Ευτύχης Μπιτσάκης, ό.π.
[8]. N. Bohr, Ατομική Θεωρία και Περιγραφή της Φύσης.
[9]. Ε Μπιτσάκη: “Από τη Πυρά στον Άμβωνα”, “Η εξέλιξη των Θεωριών της Φυσικής” εκδόσεις Δαίδαλος- Ι. Ζαχαρόπουλος, “Ο νέος επιστημονικός Ρεαλισμός”, 1999, εκδόσεις Gutenberg.