Απάντηση του Φορέα Διαχείρισης Χελμού – Βουραϊκού σε δημοσιεύματα περί κατάργησής του

Απάντηση του Φορέα Διαχείρισης Χελμού – Βουραϊκού σε δημοσιεύματα περί κατάργησής του

Με αφορμή διάφορα δημοσιεύματα στον Τύπο περί κατάργησης του Φορέα Διαχείρισης Χελμού Βουραϊκού σε συνέχεια του νέου Νόμου 4685/2020 «Εκσυγχρονισμός Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις», θα θέλαμε να ενημερώσουμε τα εξής:

Ο Φορέας Διαχείρισης Χελμού Βουραϊκού συνεχίζει να λειτουργεί ως έχει (με τον ίδιο Πρόεδρο και τα ίδια μέλη του Δ.Σ., καθώς και με το υφιστάμενο προσωπικό του). Σύμφωνα με τις Μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 43, παρ. 2 του ανωτέρω Νόμου, μέχρι την έκδοση διαπιστωτικής Απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος & Ενέργειας για την έναρξη άσκησης των αρμοδιοτήτων του ΟΦΥΠΕΚΑ (Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος & Κλιματικής Αλλαγής), τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου «Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών» εξακολουθούν να ασκούν τις αρμοδιότητες του Νόμου 4519/2018 (Α΄25). Στη συνέχεια, ο ΟΦΥΠΕΚΑ καθίσταται καθοδικός διάδοχος των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και ο Φορέας Διαχείρισης Χελμού Βουραϊκού συστήνεται σε Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Χελμού-Βουραϊκού & Προστατευόμενων Περιοχών Βόρειας Πελοποννήσου, με τις αρμοδιότητες και τη χωρική έκταση που ορίζεται στον ανωτέρω νόμο.

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΦΔ ΧΕΛΜΟΥ-ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ ΣΤΑ 12 ΧΡΟΝΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ

Η νέα κανονικότητα της φτώχειας

Η νέα κανονικότητα της φτώχειας

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου*

Για πρώτη φορά από την ίδρυσή τους, το 1971, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έστειλαν συνεργεία ανθρωπιστικής βοήθειας σε Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία, όπου ο πληθυσμός των αστέγων διογκώθηκε απότομα [1]. Από τα μέσα Απριλίου, τα εστιατόρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε Βρυξέλλες και Στρασβούργο μοιράζουν από 1.000 γεύματα την ημέρα σε φτωχούς. Οι ουρές ανθρώπων με κουπόνια σίτισης μακραίνουν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Σε πανηπειρωτική κλίμακα, οι αιτήσεις για επισιτιστική βοήθεια αυξήθηκαν κατά 25% τον περασμένο μήνα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τραπεζών Τροφίμων (FEBA).

Τα χειρότερα έπονται, καθώς η οικονομική ύφεση που έφεραν τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του Covid-19 αποδείχθηκε βαθύτερη από ό,τι περίμεναν οι περισσότεροι και οι κοινωνικές επιπτώσεις της απέχουν πολύ από το να έχουν κορυφωθεί. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι μέχρι το τέλος της χρονιάς η ανεργία θα φτάσει το 10,4% στη Γαλλία, το 12,7% στην Ιταλία, το 14,1% στην Ισπανία και το 22,3% στην Ελλάδα. Τα συστημικά ΜΜΕ που λιβανίζουν 24 ώρες το εικοσιτετράωρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη ανακαλύπτουν τώρα ότι το ΔΝΤ έγινε διαβόητο για τις αποτυχημένες προβλέψεις του, αποσιωπώντας ότι επρόκειτο για υπεραισιόδοξες προβλέψεις, οι οποίες είχαν στόχο να δικαιώσουν τα Μνημόνια που τα ίδια συστημικά μέσα και κόμματα τότε εξυμνούσαν.

ΟΙ 4 ΜΑΣΚΕΣ

ΟΙ 4 ΜΑΣΚΕΣ

Του Χάρη Ναξάκη*

(μια άλλη κριτική ανάγνωση, στην εποχή του κορονοϊού, του βιβλίου του R. TriversΗ μωρία των ανοήτων”, Εκδόσεις Κάτοπτρο)

     Στις 16 Ιουλίου του 1918, ρακένδυτος και με μόνη συντροφιά μια ταμπακιέρα με καπνό, ο παππούς μου ο Αντωνάκης, μικροκαμωμένος, εξ ου και το υποκοριστικό, αλλά γενναίος, επιστρέφει με μια ολιγοήμερη άδεια στο Κολυμπάρι Χανίων. Η ισπανική γρίπη είχε ήδη γίνει πανδημική. Ήταν έξι χρόνια φαντάρος, Πρώτος και Δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος, Πρώτος Παγκόσμιος, σίγουρα όχι από επιλογή. Από “συνήθεια” συνέχισε να είναι φαντάρος μέχρι την Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Ο θάνατος όμως τον καλωσόρισε στην πόρτα του σπιτιού του. Η 19χρονη γυναίκα του, όμορφη σαν τα κρύα τα νερά, είχε μόλις βάλει το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού τους, δεν πρόλαβε να ανοίξει, σωριάστηκε στην είσοδο, πέθανε από την ισπανική γρίπη. Ο παππούς ξαναπαντρεύτηκε, ο όλεθρος του ιού, ο θάνατος της πρώτης γυναίκας του, γέννησε τη ζωή, τον πατέρα μου, τον αδερφό μου κι εμένα.

Ανοίξτε τα σχολειά, κλείστε τις κάμερες

Ανοίξτε τα σχολειά, κλείστε τις κάμερες

Του Σήφη Μπουζάκη*

Λίγο πριν επιστρέψουν στις σχολικές τάξεις οι μαθητές της Γ’ Λυκείου, η κ. υπουργός Παιδείας, επικαλούμενη το δημόσιο συμφέρον, νομοθέτησε εκπρόθεσμα και αιφνιδιαστικά τη ζωντανή αναμετάδοση της διδασκαλίας από τη σχολική τάξη για όσους μείνουν σπίτι.

Η παραπάνω απόφαση προκάλεσε δικαιολογημένα ένα κύμα αντιδράσεων σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές. Η απόφαση είναι παράνομη, αντιπαιδαγωγική, αντικοινωνική και αψυχολόγητη, επειδή:

Καμεραμέως!

Καμεραμέως!

Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*

Καλημέρα! Η τάξη υποδέχεται

το δάσκαλο στη μικρή είσοδο.

Μαθητές ακόμα συζητούν

νεανικά ζητήματα

στα θρανία: μεστά, ανυπόμονα κι ανήσυχα…

Για την βιντεοσκόπηση των μαθημάτων και τα όρια της ερμηνείας

Για την βιντεοσκόπηση των μαθημάτων και τα όρια της ερμηνείας

Του Κώστα Θεριανού*

«…ένα στιγμιότυπο μαθήματος μπορεί εύκολα να παρεξηγηθεί τόσο ως προς την μεταδοτικότητα του (έτσι όπως θα την ορίσει ο ακροατής εκτός σχολικού πλαισίου) όσο και ως προς την συναισθηματική επικοινωνία (αστεϊσμοί, κίνηση κτλ.)…»

Η προφορική πρόταση για αναμετάδοση του μαθήματος για τους /τις μαθητές/ -τριες που απουσιάζουν από τη σχολική τάξη έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τα σωματεία των εκπαιδευτικών.

Πέρα, από τις νομικές ενστάσεις, υπάρχουν ζητήματα ουσίας που αυτά ακριβώς επιδιώκει να καλύψει η νομοθεσία.

Ρωτάνε πολλοί, καλοπροαίρετα ή κακοπροαίρετα: «γιατί δεν θέλετε να αναμεταδοθεί το μάθημα σας; Έχετε να κρύψετε κάτι;».

Δεν έχουμε να κρύψουμε απολύτως τίποτα. Όμως, η άρνηση της αναμετάδοσης ενός μαθήματος δεν σχετίζεται με το αν κάποιος/ -α θέλει ή δεν θέλει να κρύψει κάτι. Έχει να κάνει με μια σειρά κοινωνικούς και ψυχικούς παράγοντες που δεν μπορεί να κατανοήσει όποιος/ -α δεν έχει εμπλακεί στη διδασκαλία ενός πραγματικού μαθήματος.

Ας πάρουμε ως γενικό ερμηνευτικό εργαλείο ένα παλιό κείμενο του Ουμπέρτο Έκο, το οποίο μπορεί να γίνει μεθοδολογικός οδηγός για να ξεδιπλώσουμε τα επιχειρήματα μας. Πρόκειται για το κείμενο Τα όρια της ερμηνείας που εκδόθηκε σε ελληνική μετάφραση το 1993 από τις εκδόσεις Γνώση.

Σύμφωνα με τον Έκο ένα κείμενο έχει τρεις επικοινωνιακές διαστάσεις:

α. τι θέλει να πει ο συγγραφέας

β. τι θέλει να πει το ίδιο το κείμενο

γ. τι καταλαβαίνει ο αναγνώστης

Ακριβώς οι ίδιες διαστάσεις μπορούν να μεταφερθούν στη ζωντανή αναμετάδοση ενός μαθήματος:

α. Ο εκπαιδευτικός έχει εξοικειωθεί με μια συγκεκριμένη τάξη, μια ομάδα παιδιών, και επικοινωνεί μαζί τους με έναν συγκεκριμένο και μεταξύ τους παγιωμένο γλωσσικό κώδικα που περιλαμβάνει από εξηγήσεις του μαθήματος μέχρι αστεϊσμούς, με συγκεκριμένους τρόπους, που σπάνε τη μονοτονία του μαθήματος και βελτιώνουν την παιδαγωγική ατμόσφαιρα της τάξης.

β. Το ίδιο το «κείμενο» και στην παρούσα ανάλυση το ίδιο το μάθημα εμπεριέχει μηνύματα γνωστικά και συναισθηματικά που νοηματοδοτούνται από την συγκεκριμένη ομάδα παιδιών με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

γ. Η αναμετάδοση ενός μαθήματος και η δυνατότητα να το παρακολουθήσουν άνθρωποι έξω από αυτό το κοινωνικά εγκαθιδρυμένο επικοινωνιακό και αξιακό πλαίσιο, προκαλεί προβλήματα καθώς ένα στιγμιότυπο μαθήματος μπορεί εύκολα να παρεξηγηθεί τόσο ως προς την μεταδοτικότητα του (έτσι όπως θα την ορίσει ο ακροατής εκτός σχολικού πλαισίου) όσο και ως προς την συναισθηματική επικοινωνία (αστεϊσμοί, κίνηση κτλ.). Μπορεί, λοιπόν, πολύ εύκολα ο εκπαιδευτικός να τύχει σχολίων όπως: «δεν καταλάβαμε τίποτα από όσα έλεγε», «πώς τα εξηγεί έτσι;», «κάνει με τα παιδιά αστεία και δεν κάνει μάθημα κτλ.».

Τέλος, η ύπαρξη και μόνο της κάμερας μέσα στην τάξη δημιουργεί στον εκπαιδευτικό την πίεση συγκεκριμένων ενδυματολογικών επιλογών και το «ψυχολογικό μάγκωμα» που δεν συνάδει με την ελευθερία λόγου της διδασκαλίας. Θα βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία αυτολογοκρισίας και αυτοελέγχου από το πως είναι χτενισμένα τα μαλλιά του μέχρι τι ρούχα φοράει.

Ανάλογα προβλήματα δημιουργεί και στα παιδιά που θα πάρουν το λόγο να ρωτήσουν ή να απαντήσουν: η προφορά τους, ο τρόπος που μιλούν, αυτό που ρωτούν ή απαντούν μπορεί δυνητικά να γίνει αντικείμενο δημόσιου σχολιασμού που βγαίνει έξω από το παιδαγωγικά προστατευμένο περιβάλλον της σχολικής τάξης.

Δεν έχουμε, λοιπόν, να κρύψουμε κάτι μέσα από την άρνηση της αναμετάδοσης του μαθήματος.

Να προστατεύσουμε έχουμε: τον εαυτό μας, τους μαθητές μας, την διδασκαλία μας.

ΠΗΓΗ: 07.05.2020, https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/321259_gia-tin-binteoskopisi-ton-mathimaton-kai-ta-oria-tis-ermineias .

* Ο Κώστας Θεριανός είναι Δρ Κοινωνιολογίας, ειδικός εκπαιδευτικός αναλυτής και συγγραφέας.

Η «Αναβάθμιση του Σχολείου» και… η περιπέτεια της Κοινωνιολογίας

Η «Αναβάθμιση του Σχολείου» και… η περιπέτεια της Κοινωνιολογίας

Του Δημήτρη Καλτσά*

Κάθε κυβέρνηση (αν όχι κάθε υπουργός) που έρχεται στην εξουσία, έχει τη φιλοδοξία (ή την ματαιοδοξία) να κάνει τη δική της/του μεταρρύθμιση. Οι εκπαιδευτικές «μεταρρυθμίσεις» διαδέχονται η μία την άλλη (Τρίτσης, Κακλαμάνης, Σουφλιάς, Αρσένης, Γιαννάκου, Διαμαντοπούλου, Γαβρόγλου) έως την Κεραμέως και «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις».

Ταχύτατες κοινωνικές και τεχνολογικές αλλαγές, η γρήγορη απαξίωση της γνώσης, τα νέα επιστημονικά δεδομένα, οι νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις απαιτούν δραστικές παρεμβάσεις για την αποκατάσταση ατελειών, διόρθωση λαθών, εξάλειψη μειονεκτημάτων ή αναδιοργάνωση βασικών ή επικουρικών δομών της εκπαίδευσης, αλλά σε κάθε περίπτωση έπειτα από μελέτη και έρευνα των κοινωνικών και εκπαιδευτικών συνθηκών από ειδικούς επιστημονικούς φορείς.

Το υπουργείο, εν μέσω πανδημίας, που έχουν «παγώσει» δημοκρατικά δικαιώματα και η δυνατότητα συλλογικής αντίδρασης, οργάνωσε μια επικοινωνιακού χαρακτήρα τηλεδιάσκεψη όπου παρουσίασε τις αποφάσεις της, περιφρονώντας τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και την κοινωνία. Αυτό καταστρατηγεί κάθε έννοια κοινωνικού διαλόγου, που αποτελεί προϋπόθεση και λειτουργία κάθε σύγχρονης δημοκρατικής πολιτείας.

Με το νέο νομοσχέδιο, με τον γενικό και αόριστο τίτλο η «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις», γίνεται μια συντηρητική παιδαγωγική στροφή (εξετάσεις, ποινές, αριστεία, σχολεία δύο ταχυτήτων).

Βασικός άξονας και το μεγάλο στοίχημα, είναι η αξιολόγηση (εκπαιδευτικών μονάδων και εκπαιδευτικών).

Ένα θέμα με αρνητικό πρόσημο είναι η αντικατάσταση της Κοινωνιολογίας ως εξεταζόμενου μαθήματος από τα Λατινικά.

Στο πλαίσιο μια στερεοτυπικής και απλουστευμένης αντίληψης για το ρόλο των επιστημών, τα Λατινικά ταυτίστηκαν με το «Καλό» και η Κοινωνιολογία το «Κακό». Φυσικά ούτε τα Λατινικά εκφράζουν τον αναχρονισμό και τη συντήρηση ούτε η Κοινωνιολογία την πρόοδο και την επανάσταση και κυρίως τον κίνδυνο ανατροπής. Η ποιότητα της παρεχόμενη υπηρεσίας σχετίζεται με τον εκπαιδευτικό και την αξιολογική του ουδετερότητα, την παιδαγωγική του μέθοδο, αλλά κυρίως από το πρόγραμμα σπουδών. Σε ένα τέτοιο πρόγραμμα σπουδών θα μπορούσαν να συνυπάρξουν οι δύο επιστήμες.

Οι πολιτικές σκοπιμότητες (η δημόσια αξιολόγηση του αντιπροέδρου, τότε, της Ν.Δ. και για τον κίνδυνο που διατρέχουν τα παιδιά να γίνουν αριστερά) ή άλλες παρεμβάσεις που δαιμονοποιούν τις επιστήμες δεν έχουν θέση σε μια σύγχρονη αντίληψη για το σχολείο. Αυτός ο ανόητος και φαιδρός συνειρμός μάς ακολουθεί και μας εμποδίζει να σκεφτούμε τις κοινωνικές και παιδαγωγικές ανάγκες.

Με την κατάργησή της Κοινωνιολογίας, η κατεύθυνση των «Ανθρωπιστικών, Νομικών και Κοινωνικών Επιστημών» μετατρέπεται σε Κατεύθυνση «Ανθρωπιστικών» μόνο. Η παραμονή της Κοινωνιολογίας, ως εξεταζόμενου μαθήματος, κρίνεται αναγκαία και για πολλούς άλλους λόγους.

Σε μια εποχή ηθικής κρίσης, που αποτυπώνεται στην κοινωνία, την οικονομία και την πολιτική, οι πολίτες πρέπει να μάθουν να σκέπτονται και να κρίνουν. Να αξιολογούν και αμφισβητούν. Να προτείνουν και να ανατρέπουν τα κακώς κείμενα. Αποτελεί ουσιαστικά τη βάση των επιστημών της συμπεριφοράς και μπορεί να διαμορφώσει προσωπικότητες με κριτική σκέψη και κοινωνικό προβληματισμό και ολιστική αντίληψη για την κοινωνία. Οι μαθητές εμπλουτίζουν το λεξιλόγιό τους και εκφράζονται με πληρότητα στο γραπτό λόγο (Έκθεση).

Αναπτύσσουν κοινωνικές δεξιότητες (συνεργασία, φιλία, αλληλεγγύη) Διαμορφώνουν στάσεις και αντιλήψεις για το σεβασμό του άλλου και την κοινωνική συνύπαρξη. Αναγνωρίζουν καλύτερα την κοινωνική διάρθρωση, τις κοινωνικές ανισότητες και τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Ευαισθητοποιούνται με τα προβλήματα κοινωνικής παθογένειας και μπορούν ή προσπαθούν να μπουν στην κατάσταση του άλλου (ενσυναίσθηση) και αντιλαμβάνονται ότι η κοινωνική και πολιτική συμμετοχή είναι προαπαιτούμενα για τη διαμόρφωση υπεύθυνων και ενεργών πολιτών.

Όμως, οι επιστήμες δεν έχουν (ή δεν πρέπει να έχουν) ιδεολογικό φορτίο και πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτά βρίσκονται στη σκέψη μόνο αυτών που με σημαία τις κλασικές σπουδές πιστεύουν ότι μπορούν να σταματήσουν τη ροή της ιστορίας και της κοινωνίας και αντίθετα άλλων με σημαία την κοινωνική σκέψη μπορούν να καταργήσουν κάθε συντηρητισμό της κοινωνίας μας.

Τέλος, για να παραφράσω τον Καζαντζάκη, θα πω ότι «δεν υπάρχουν… επιστήμες. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που κουβαλούν τις επιστήμες κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τους κουβαλάει»…

* Ο Δημήτρης Καλτσάς είναι κοινωνιολόγος, εκπαιδευτικός στο 5ο ΓΕΛ.

ΠΗΓΗ: 04/05/2020, http://www.pelop.gr/?page=article&DocID=574742&srv=28&fbclid=IwAR3tRDKIAkOe-L4YPnfWst5O2-oIlrVGOrcVHLm7D36Gxi7pm5LUSwt3hxY

Ὁ λοιμός στην κλασσική Ἀθήνα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο

Ὁ λοιμός στην κλασσική Ἀθήνα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο

Του Φώτη Σχοινά*

Τόν δεύτερο χρόνο τοῦ Πελοπννησιακοῦ πολέμου (431-404 π.Χ.) καί συγκεκριμένα τό καλοκαίρι τοῦ 430 ἐνέσκηψε τρομερή λοιμική νόσος στήν Ἀθήνα. Ἡ ἐπιδημία τοῦ λοιμοῦ κράτησε μέχρι τό 427 καί προκάλεσε τόν θάνατο τοῦ ἑνός τρίτου τοῦ πληθυσμοῦ τῆς Ἀθήνας. Ὅπως ἔχει γραφεῖ «Προτοῦ ὁλοκληρώσει τόν κύκλο της τό 427, ἡ ἐπιδημία εἶχε προκαλέσει τόν θάνατο 4.400 ὁπλιτῶν, 300 ἀνδρῶν τοῦ ἱππικοῦ καί ἀναρίθμητων μελῶν τῶν κατωτέρων, ἰδίως κοινωνικῶν στρωμάτων, ἀφανίζοντας ἴσως τό ἕνα τρίτο τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλης». [1] Φυσικά ἐφόνευσε πολλά παιδιά, γυναῖκες καί δούλους. Δέν εἶναι ἐξακριβωμένο ποιά ἀκριβῶς ἦταν ἡ νόσος. Εἰκάζεται ὅτι ἦταν πανώλης, τύφος ἤ ἱλαρά. Τό πιθανώτερο εἶναι νά ἦταν πνευμονική πανώλης.Ξεκίνησε ἀπό τήν Αἴγυπτο, τη μετέφερε ἕνα πλοῖο καί διαδόθηκε ραγδαῖα στήν πυκνοκατοικημένη Ἀθήνα. Λέμε πυκνοκατοικημένη διότι ἐντός τῶν τειχῶν τῆς πόλεως εἶχε μαζευτεῖ τό σύνολο τοῦ πληθυσμοῦ τῆς Ἀττικῆς συνεπείᾳ τῆς εἰσβολῆς καί λεηλασίας τῆς ὑπαίθρου ἀπό τούς Λακεδαιμονίους.

Θά παρακολουθήσουμε τή προέλευση, τή φύση, τά συμπτώματα καί τίς παντοῖες ἐπιπτώσεις τῆς νόσου στον Ἀθηναϊκό λαό ἀπό τόν Θουκυδίδη, ὁ ὁποῖος μάλιστα προσεβλήθη ἀπό τή νόσο, ἀλλά ἐπέζησε. Γράφει λοιπόν ὁ Θουκυδίδης (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου): « Καί  δέν εἶχαν περάσει ἀκόμα πολλές ἡμέρες πού βρίσκονταν (οἱ Λακεδαιμόνιοι) στήν Ἀττική, ὅταν ἄρχισαν νά παρουσιάζονται στήν Ἀθήνα τά πρῶτα κρούσματα τῆς νόσου, καί λέγεται μέν ὅτι καί παλαιότερα σέ πολλά ἄλλα μέρη, ἰδίως στή Λῆμνο, ἀλλά καί ἀλλοῦ, πουθενά ὅμως δέν θυμοῦνταν τόσο μεγάλη ἐπιδημία καί τέτοιο ὄλεθρο. Διότι οὔτε οἱ γιατροί ἦσαν σέ θέση νά κάνουν κάτι, ἀφοῦ ἀγνοοῦσαν τή φύση τῆς ἀρρώστιας πού για πρώτη φορά ἀντιμετώπιζαν, ἀπεναντίας αὐτοί προπαντός πέθαιναν ἐπειδή αὐτοί προπαντός ἔρχονταν σέ ἐπαφή με τούς ἀρρώστους, οὔτε ἄλλη καμία ἀνθρώπινη τέχνη. Ἐπίσης οἱ ἱκεσίες σέ ἱερά ἤ σέ μαντεῖα καί ὅ,τι ἄλλο τέτοιο δοκίμασαν δέν ὠφέλησαν σέ τίποτα· στό τέλος τά ἄφησαν νικημένοι ἀπό τό κακό.

Ἡ ἀρρώστια ἄρχισε, ὅπως λέγεται, πρῶτα ἀπό τήν Αἰθιοπία, στήν Ἄνω Αἴγυπτο, κατέβηκε ἔπειτα στήν Αἴγυπτο καί τή Λιβύη καί στό μεγαλύτερο μέρος τῆς χώρας τοῦ Βασιλέως. Στήν πόλη τῆς Ἀθήνας ἐμφανίστηκε ξαφνικά, καί οἱ πρῶτοι πού προσβλήθηκαν ἦσαν στόν Πειραιᾶ, γι̉ αὐτό καί εἶπαν τότε πώς εἶχαν ρίξει δηλητήρια στά πηγάδια οἱ Πελοποννήσιοι· βρύσες δέν ὑπῆρχαν ἀκόμα ἐκεῖ. Ὕστερα ἔφθασαν καί στήν ἄνω πόλη καί πέθαιναν πολύ περισσότεροι πιά. Καθένας, τώρα, γιατρός ἤ ἀδαής, μπορεῖ νά λέει ὅ,τι σκέπτεται σχετικά με αὐτό, ἀπό τί δηλαδή εἶναι πιθανό νά προῆλθε, ἐπίσης νά προσδιορίζει τίς αἰτίες πού κατά τή γνώμη του ἔχουν τή δύναμη νά ἐπενεργοῦν τόσο εἰς βάθος στή φύση. Ἐγώ θά ἐκθέσω τήν πορεία τῆς νόσου καί τά συμπτώματά της πού βλέποντάς τα κανείς, ἐάν ἐνσκήψει ποτέ πάλι, θά τά ξέρει ἐκ τῶν προτέρων καί θά τά ἀναγνωρίσει· θά τά περιγράψω διότι πέρασα ὁ ἴδιος τήν ἀρρώστια καί εἶδα ὁ ἴδιος ἄλλους πού εἶχαν προσβληθεῖ ἀπό αὐτήν». [2]

Ἡ φύση τῆς νόσου ἦταν τρομερή. Τά συμπτώματα τρομερά καί ἀδύνατον νά ἀντιμετωπιστοῦν, πολλῷ μᾶλλον νά ἰαθοῦν. Ἄς δοῦμε πῶς περιγράφει ὁ Θουκυδίδης τά συμπτώματα τοῦ λοιμοῦ (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου): «Τή χρονιά ἐκείνη συνέβαινε κατά κοινή ὁμολογία νά μήν ὑπάρχουν ἄλλες ἀρρώστιες· ἐάν ὅμως ὑπέφερε κανείς ἤδη ἀπό κάποιο ἄλλο νόσημα, ὅλα κατέληγαν σέ αὐτή τήν ἀρρώστια. Τούς ἄλλους χωρίς νά ὑπάρχει καμία φανερή αἰτία, ξαφνικά, ἐνῶ ὥς τότε ἦσαν καλά, τούς ἔπιανε πονοκέφαλος μέ ὑψηλό πυρετό, κοκκίνιζαν τά μάτια τους καί ἔτσουζαν πολύ, ἐπίσης ἐσωτερικά ὁ φάρυγγας καί ἡ γλώσσα γίνονταν ἀμέσως κόκκινα σάν αἷμα καί ἡ ἀναπνοή τους ἔβγαζε μιά παράξενη δυσοσμία· ἔπειτα ἐρχόταν φτέρνισμα καί βραχνάδα κι ὕστερα ἀπό λίγο ὁ πόνος κατέβαινε στό στῆθος με δυνατό βῆχα· κι ὅταν πήγαινε στήν καρδιά, ἔφερνε ἀνακάτωμα καί ἀκολουθοῦσαν ἐμετοί χολῆς ὅλων τῶν εἰδῶν πού ἔχουν περιγράψει οἱ γιατροί, μεγάλη ταλαιπωρία κι αὐτό. Οἱ περισσότεροι εἶχαν τάση πρός ἐμετό χωρίς νά βγάζουν τίποτα, ἡ ὁποία προκαλοῦσε ἰσχυρό σπασμό καί σέ ἄλλους σταματοῦσε μετά ἀπό αὐτά τά συμπτώματα ἐνῶ σέ ἄλλους πολύ ἀργότερα. Καί τό σῶμα τοῦ ἀρρώστου, ὅταν τό ἄγγιζε κανείς ἐξωτερικά, δέν ἦταν πολύ ζεστό οὔτε ὠχρό ἀλλά κοκκινωπό, μελανιασμένο, με μικρές φουσκάλες καί πληγιασμένα ἐξανθήματα. Ἐσωτερικά ὅμως ἔκαιγε τόσο πολύ, πού οἱ ἄρρωστοι δέν  ἀνέχονταν σκεπάσματα, οὔτε τά πιό λεπτά ροῦχα καί σεντόνια οὔτε ἄλλο τίποτα, παρά μόνο νά εἶναι γυμνοί, καί μέ μεγάλη ἀνακούφιση θά ρίχνονταν σέ κρύο νερό. Καί πράγματι, πολλοί ἀπό ἐκείνους πού δέν εἶχαν κανέναν νά τούς κοιτάξει τό ἔκαναν αὐτό καί ρίχτηκαν σέ στέρνες, ἀπό τήν ἀκατάπαυστη δίψα πού τούς βασάνιζε· εἴτε πολύ ἔπιναν εἴτε λίγο, ἦταν τό ἴδιο. Ἐπίσης ἡ ἀδυναμία νά βροῦν ἡσυχία, νά μπορέσουν νά κοιμηθοῦν, βασανιστική σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἀρρώστιας. Καί τό σῶμα, ὅσο ἡ ἀρρώστια ἦταν στήν ὀξεία φάση της, δέν καταβαλλόταν, ἀλλά ἄντεχε στήν ταλαιπωρία περισσότερο ἀπ̉ ὅ,τι θά περίμενε κανείς, ἔτσι πού οἱ περισσότεροι ἤ πέθαιναν ἀπό τόν ὑψηλό πυρετό τήν ἔνατη ἤ τήν ἕβδομη ἡμέρα, ἔχοντας ἀκόμα κάποιες δυνάμεις, ἤ, ἐάν γλίτωναν, ἡ ἀρρώστια κατέβαινε παρακάτω στήν κοιλιά προκαλώντας ἐκεῖ πολλά πληγιάσματα καί συγχρόνως ἀκατάσχετη διάρροια, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας οἱ πολλοί πέθαιναν ὕστερα ἀπό ἐξάντληση πιά. Γιατί τό κακό περνοῦσε ἀπό ὅλο τό σῶμα ἀρχίζοντας ἀπό τό κεφάλι ὅπου ἀρχικά ἐκδηλωνόταν, καί τό ἄν εἶχε κανείς γλιτώσει ἀπό τά χειρότερα γινόταν φανερό ἀπό τήν προσβολή τῶν ἄκρων τοῦ ἀρρώστου· γιατί ἡ ἀρρώστια χτυποῦσε στά γεννητικά ὄργανα καί τά δάκτυλα τῶν χεριῶν καί τῶν ποδιῶν καί πολλοί γλίτωναν χάνοντάς τα αὐτά, μερικοί μάλιστα καί τά μάτια τους. Ἄλλοι πάλι, μόλις σηκώνονταν ἀπό τήν ἀρρώστια, πάθαιναν γενική ἀμνησία, καί δέν ἀναγνώριζαν τόν ἑαυτό τους καί τούς δικούς τους.

Πραγματικά ἡ φύση τῆς νόσου δέν ἦταν δυνατόν νά περιγραφεῖ μέ λόγια καί ἡ σφοδρότητα τῆς προσβολῆς ξεπερνοῦσε τίς ἀντοχές τῆς ἀνθρώπινης φύσης, καί τό ἀκόλουθο σημάδι δείχνει καθαρά πώς ἐπρόκειτο γιά κάτι διαφορετικό καί ὄχι κάτι συνηθισμένο. Τά ὄρνεα καί τά τετράποδα, ὅσα ἀγγίζουν ἀνθρώπινο κρέας, παρόλο ὅτι πολλοί ἔμεναν ἄταφοι, αὐτά ἤ δέν πλησίαζαν ἤ, ἐάν ἔτρωγαν, ψοφοῦσαν. Ἀπόδειξη ἡ ἐξαφάνιση τέτοιων πουλιῶν, πού ἔγινε αἰσθητή καί δέν τά ἔβλεπε πιά κανείς οὔτε γύρω ἀπό τά πτώματα οὔτε ἀλλοῦ πουθενά· ἐμφανέστερο ἔκαναν αὐτό τό ἀποτέλεσμα οἱ σκύλοι, ἐπειδή συμβιώνουν με τούς ἀνθρώπους».[3]

Ἀποτελεσματική ἀντιμετώπιση τῆς νόσου ἦταν ἀδύνατη. Φάρμακο πού νά θεραπεύει τόν λοιμό δέν ὑπῆρχε. Οἱ γιατροί τῆς ἐποχῆς, μέ τίς ὁμολογουμένως περιορισμένες τότε δυνατότητες τῆς ἰατρικῆς, εἶχαν σηκώσει τά χέρια καί ἀδυνατοῦσαν νά παράσχουν, ἔστω ὑποτυπώδη ἀνακούφιση στούς πάσχοντες Ἄς ἀκούσουμε τί λέει ὁ Θουκυδίδης (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου): «Τέτοια  ἦταν λοιπόν σέ γενικές γραμμές ἡ μορφή τῆς νόσου, ἐάν παραλείψει κανείς καί πολλά ἄλλα ἀσυνήθη συμπτώματα, ὅπως τύχαινε νά παρουσιάζονται μέ διαφορετικό τρόπο ἀπό ἄρρωστο σέ ἄρρωστο. Ἄλλη καμιά ἀπό τίς συνηθισμένες ἀρρώστιες δέν ταλαιπωροῦσε ἐκείνη τή χρονιά τούς Ἀθηναίους· ἀλλά, κι ἄν παρουσιαζόταν κάποιο κροῦσμα, κατέληγε σέ αὐτήν. Οἱ ἄνθρωποι πέθαιναν, ἄλλοι ἀπό ἔλλειψη φροντίδας καί ἄλλοι παρά τή μεγάλη περιποίηση πού εἶχαν· φάρμακο, γιά τό ὁποῖο θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ ὅτι δίνοντάς το στόν ἄρρωστο θά τόν βοηθοῦσε, δέν βρέθηκε οὔτε ἕνα· τό ἴδιο γιατρικό πού ἔκανε καλό στόν ἕνα, τόν ἄλλο τόν ἔβλαπτε. Καμμία κράση, ἰσχυρή ἤ ἀσθενική, δέν ἀποδείχτηκε ἱκανή νά ἀντισταθεῖ στήν ἀρρώστια ἀλλά τούς θέριζε ὅλους, ἀκόμη καί ὅσους νοσηλεύονταν μέ κάθε ἰατρική φροντίδα». [4]

Ἕνα ἄλλο, τό χειρότερο ἀπό ὅλα, παρεπόμενο τοῦ λοιμοῦ ἦταν ἡ κατάθλιψη πού προξενοῦσε στούς προσβεβλημένους, καί ὄχι μόνο, ἀπό τήν τρομερή νόσο. Ἀκόμη ἡ νόσος διέρρηξε καί τόν κοινωνικό ἰστό τῆς Ἀθήνας. Ἡ ἀλληλεγγύη καί ἡ φροντίδα πρός τούς ἄρρωστους χάθηκαν, ἐνῶ οἱ πιό φιλότιμοι καί γενναῖοι, καθώς ἔρχονταν σέ ἐπαφή μέ τούς ἀσθενεῖς χωρίς νά λαμβάνουν τά κατάλληλα καί ἀναγκαῖα προφυλακτικά μέσα, προπαντός αὐτοί μολύνονταν καί χάνονταν. Τό μόνο παρήγορο ἦταν ἡ ἀνοσία πού ἐπακολουθοῦσε σέ ὅσους ἀρρώστησαν ἀλλά δέν πέθαναν ἀπό τή νόσο. Ὁ Θουκυδίδης γράφει σχετικά (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου):  «Τό φοβερότερο ὅμως ἀπ̉ ὅλα σέ τοῦτο τό κακό ἦταν ἡ κατάθλιψη, ὅταν καταλάβαινε κανείς ὅτι ἀρρώστησε (γιατί τούς ἔπιανε ἀμέσως ἀπελπισία, παραδίνονταν καί δέν ἀντιστέκονταν) καί τό ὅτι, ἐπειδή κολλοῦσαν τήν ἀρρώστια ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καθώς περιποιοῦνταν κάποιον, πέθαιναν ἀράδα σάν πρόβατα· κι αὐτό ἦταν τό πιό ὀλέθριο. Ἐπειδή φοβοῦνταν νά πλησιάσουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο, οἱ ἄρρωστοι ἤ χάνονταν ἀβοήθητοι, καί σπίτια πολλά ἐρημώθηκαν ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κανένας νά τούς περιποιηθεῖ, ἤ πάλι, ἐάν πλησίαζαν, πέθαιναν, προπαντός ὅσοι ἤθελαν νά φανοῦν κάπως γενναῖοι· ἀπό φιλότιμο ἔμπαιναν στά σπίτια ἀρρώστων φίλων χωρίς νά λογαριάζουν τόν ἑαυτό τους, γιατί στό τέλος ἀκόμη καί οἱ δικοί τους, ἀποκαμωμένοι ἀπό τή συμφορά, παρατοῦσαν τά μοιρολόγια γι̉ αὐτούς πού πέθαιναν. Περισσότερο ὅμως λυποῦνταν τόν ἑτοιμοθάνατο καί τόν πάσχοντα ὅσοι εἶχαν περάσει τήν ἀρρώστια κι εἶχαν σωθεῖ, διότι ἤξεραν ἀπό δική τους πείρα πῶς ἔνιωθαν καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι ἦσαν πιά ἀσφαλεῖς· πράγματι, δύο φορές τόν ἴδιο ἄνθρωπο δέν τόν ἔπιανε ἡ ἀρρώστια, θανατηφόρα τουλάχιστον. Καί οἱ ἄλλοι τούς μακάριζαν ἐνῶ καί οἱ ἴδιοι ἀπό τή χαρά τους ἐκείνης τῆς στιγμῆς ἄρχιζαν νά τρέφουν κάποιες ἐπιπόλαιες ἐλπίδες γιά τό μέλλον πώς τάχα δέν θά πέθαιναν πιά οὔτε ἀπό ἄλλη ἀρρώστια». [5]  

Ἕνα ἄλλο μεγάλο κακό πού χτύπησε τήν Ἀθήνα ἦταν τό μακάβριο θέαμα τῶν ἄταφων νεκρῶν, ἐρριμένων ἄτακτα ἐδῶ καί κεῖ. Μάλιστα τό κακό ἦταν διπλό στήν πυκνοκατοικημένη Ἀθήνα, ἀφοῦ ὁ πληθυσμός τῆς ὑπαίθρου εἶχε συγκεντρωθεῖ στό ἄστυ. Οἱ νεκροί κείτονταν ἀκόμη καί στά ἱερά. Ἀλλά καί τίς θρησκευτικές ἐπιταγές τῆς ταφῆς, οἱ ὁποῖες ἦσαν πολύ ἰσχυρές στήν συνείδηση τῆς κλασσικῆς Ἀθήνας ἄν κρίνουμε ἀπό τήν τραγωδία Ἀντιγόνη, παραμελοῦσαν ἀπό τήν ἀπόγνωσή τους οἱ Ἀθηναῖοι. Ἄλλοι πάλι κατέφευγαν ὅπως-ὅπως σέ ἀνόσιους καί ἀναίσχυντους τρόπους ταφῆς. Ὅπως γράφει ὁ Θουκυδίδης (μετάφραση Ν.Μ. Σκουτερόπουλου): «Κάτι πολύ πιεστικό, πέρα ἀπό τήν ταλαιπωρία τῆς ἀρρώστιας, ἦταν καί ἡ συγκέντρωση τοῦ πληθυσμοῦ ἀπό τήν ὕπαιθρο στήν πόλη, ἰδίως γιά τούς πρόσφυγες. Καθώς δέν ὑπῆρχαν ἀρκετά σπίτια ἀλλά ζοῦσαν σέ καλύβια ἀποπνικτικά μέσα στό κατακαλόκαιρο, ὁ ὄλεθρος συντελεῖτο σέ συνθῆκες μεγάλης ἀταξίας, νεκροί κείτονταν ὁ ἕνας ἐπάνω στόν ἄλλο, ὅπως ξεψυχοῦσαν, κι ἄλλοι μισοπεθαμένοι κυλιοῦνταν στούς δρόμους καί γύρω σέ ὅλες τίς βρύσες ἀπό τή λαχτάρα τους γιά νερό. Καί τά ἱερά ὅπου εἶχαν κατασκηνώσει ἦσαν γεμάτα πτώματα, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι πέθαιναν ἐκεῖ. Διότι μέ τίς διαστάσεις πού εἶχε πάρει τό κακό, οἱ ἄνθρωποι, στήν ἀπόγνωσή τους, ἀδιαφοροῦσαν γιά τά ἱερά καί τά ὅσια. Καί τά ἔθιμα πού τηροῦσαν ὥς τότε κατά τήν ταφή τῶν νεκρῶν καταπατήθηκαν ὅλα, καί τούς ἔθαβαν ὅπως καθένας μποροῦσε. Πολλοί μάλιστα, ἀπό ἔλλειψη τῶν ἀπαιτούμενων γιά τήν ταφή, ἐπειδή προηγουμένως εἶχαν ἤδη πεθάνει ἀρκετοί δικοί τους, κατέφυγαν σέ ἀναίσχυντους τρόπους ταφῆς· ἔτρεχαν σέ ξένες πυρές καί προλαβαίνοντας ἐκείνους πού εἶχαν σωριάσει τά ξύλα ἀκουμποῦσαν ἐπάνω τόν δικό τους νεκρό κι ἄναβαν τή φωτιά, ἄλλοι πάλι ἔριχναν τόν νεκρό πού ἔφεραν ἐπάνω σέ κάποιον ἄλλο πού καιγόταν κι ἔφευγαν». [6]

Τό μεγαλύτερο δεινό πού ἐπέπεσε στήν πόλη ἐξαιτίας τοῦ λοιμοῦ ἦταν ἡ ἀνομία, ἡ ἠθική καί θρησκευτική παραλυσία. Κανένας ἠθικός ἤ θρησκευτικός φραγμός δέν ἐμπόδιζε τούς πολῖτες ἀπό τήν ἄνομη συμπεριφορά καί τήν ἀπόλαυση τῆς στιγμῆς. Κάθε ἠθικός καί θρησκευτικός χαλινός θεωρήθηκε μάταιος καί αὐτό πού πρυτάνευε στούς πολῖτες ἦταν νά προλάβουν νά ἀπολαύσουν τά ὅποια ἐφήμερα ἀγαθά πού τούς ἀπέμειναν. Ἡ ἄσκηση τοῦ καλοῦ θεωρήθηκε ματαιοπονία. Ἡ θρησκεία κυριολεκτικά καταρρακώθηκε, ἀφοῦ οὔτε οἱ εὐσεβεῖς προφυλλάσονταν ἀπό τούς θεούς νά μή μολυνθοῦν ἀπό τή νόσο. Ὅλοι ἀνεξαιρέτως, εὐσεβεῖς καί μή, προσβάλλονταν ἀπό τόν λοιμό. Ὅπως γράφει χαρακτηριστικά ὁ Θουκυδίδης (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλος): «Καί ἀπό ἄλλες ἀπόψεις ὁ λοιμός ἔγινε ἀφορμή γιά μεγαλύτερη ἀνομία στήν πόλη. Εὐκολότερα δηλαδή ἀποτολμοῦσε κανείς πράγματα πού πρωτύτερα ἀπέφευγε νά κάνει κατά τίς ὀρέξεις του, διότι ἔβλεπαν τώρα πόσο ἀπότομα ἦσαν τά γυρίσματα τῆς τύχης καί γιά τούς εὐκατάστατους πού ξαφνικά πέθαιναν καί γιά τούς ἄλλους πού προτύτερα δέν εἶχαν τίποτα δικό τους καί τώρα ἔπαιρναν ἀμέσως τά πλούτη ἐκείνων. Ἀποφάσιζαν ἔτσι νά χαροῦν τή ζωή τους καί νά τήν ἀπολαύσουν γρήγορα, πιστεύοντας ὅτι καί τά σώματα καί τά χρήματα ἦσαν ἐξίσου ἐφήμερα. Κανένας δέν εἶχε διάθεση νά ἐπιμένει περισσότερο σέ κάτι πού τό θεωροῦσε καλό, ἀφοῦ δέν ἦταν βέβαιος ὅτι δέν θά πέθαινε προτοῦ τό πραγματοποιήσει· κι ἔτσι ἡ ἀπόλαυση τῆς στιγμῆς καί ὅ,τι κατά ὁποιονδήποτε τρόπο συντείνει σέ αὐτήν θεωρήθηκε καλό καί χρήσιμο. Κανένας φόβος τῶν θεῶν ἤ νόμος τῶν ἀνθρώπων δέν τούς συγκρατοῦσε, ἀφ̉ ἑνός διότι ἔκριναν ὅτι εἶναι τό ἴδιο εἴτε σέβεται κανείς τούς θεούς εἴτε ὄχι, ἀφοῦ ἔβλεπαν ὅτι χάνονταν ὅλοι ἀδιακρίτως, καί ἀφ̉ ἑτέρου διότι κανένας δέν ἔτρεφε τήν ἐλπίδα ὅτι θά ζοῦσε μέχρι νά γίνει ἡ δίκη καί νά τιμωρηθεῖ γιά τίς πράξεις του, ἀπεναντίας πολύ μεγαλύτερη τιμωρία θεωροῦσαν νά πέσει στό κεφάλι τους αὐτή πού τούς εἶχε κιόλας ἐπιβληθεῖ καί πού, προτοῦ νά τούς χτυπήσει, λογικό ἦταν νά θέλουν νά ἀπολαύσουν κάτι στή ζωή τους». [7]

Αὐτός λοιπόν ἦταν ὁ λοιμός πού ἐνέσκηψε στήν Ἀθήνα κατά τό δεύτερο ἔτος τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου. Ἀπό τόν λοιμό μάλιστα προσεβλήθη καί πέθανε ὁ ἡγέτης τῆς κλασσικῆς Ἀθήνας, ὁ Περικλῆς τό 429. Ὁ λοιμός αὐτός μέ τίς τρομερές ἐπιπτώσεις του στήν πόλη καί τούς πολῖτες της ἦταν ὁ πρῶτος σοβαρός κλονισμός τῆς κραταιᾶς ὥς τότε Ἀθηναϊκῆς δημοκρατίας.

Βέβαια ἡ Ἀθήνα ἀνένηψε μετά τό τέλος τοῦ λοιμοῦ καί ἀνέκτησε τή δύναμή της, ὅμως τό πλῆγμα τοῦ λοιμοῦ ἦταν τεράστιο. Καί μάλιστα ἦταν κάτι πού δέν μπόρεσε νά προβλέψει ὁ Περικλῆς γιά τήν διεξαγωγή τοῦ πολέμου μέ τούς Λακεδαιμόνιους. Ὁ Περικλῆς ἦταν αὐτός πού ἔσυρε τούς Ἀθηναίους στόν πόλεμο. Τό πολεμικό σχέδιό του ἦταν νά φρόντιζαν τό ναυτικό καί νά μή προσπαθοῦσαν νά ἐπεκείνουν τήν ἡγεμονία τους διαρκοῦντος τοῦ πολέμου. Γράφει σχετικά ὁ Θουκυδίδης (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου): «Ἔζησε (ὁ Περικλῆς) δύο χρόνια καί ἕξι μῆνες ἀπό τήν ἔναρξη τοῦ πολέμου· κι ὅταν πέθανε φάνηκε ἀκόμη περισσότερο πόσο σωστά εἶχε προβλέψει σχετικά μέ τόν πόλεμο. Διότι εἶχε πεῖ στούς Ἀθηναίους ὅτι, ἐάν εἶχαν ὑπομονή, φρόντιζαν τό ναυτικό τους καί δέν ἐπεδίωκαν νέες κατακτήσεις ὅσο διαρκοῦσε ὁ πόλεμος οὔτε ἐξέθεταν σέ κίνδυνο τήν πόλη, θά ἐπικρατοῦσαν». [8] Ὁ Περικλῆς, ὅπως εἶναι ἄλλωστε εὔλογο, δέν μπόρεσε νά προβλέψει τή φθορά πού θά προκαλοῦσε ὁ λοιμός στήν πόλη, ἀλλά καί τό κυριώτερο ὅτι μετά ἀπό αὐτόν δέν θά ὑπῆρχαν ἀντάξιοι ἡγέτες, ἀλλά τοὐναντίον θά ἐπικρατοῦσαν δημαγωγοί πού θά ὁδηγοῦσαν τούς Ἀθηναίους στήν (αὐτο)καταστροφή.

Παραπομπές

[1] Ντόναλντ Κέιγκαν,  Πελοποννησιακός πόλεμος, μετάφραση Νικόλας Πηλαβάκης, ἐκδ. Ὠκεανίδα, Ἀθήνα 2004, σελ. 134

[2] Θουκυδίδη στορία, εἰσαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, δεύτερη ἔκδοση, ἔκδ. Πόλις, Ἀθήνα, Νοέμβριος 2011, σελ. 271-273

 [3] Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ. 273-275

 [4]  Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ. 275-277

[5]  Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ. 277

[6]  Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ.277-279

[7]  Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ. 279

[8]  Θουκυδίδη, στορία, ὅ.π. σελ. 295

Σημείωση: Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Ο λοιμός των Αθηνών”, 17ος αι.) είναι έργο του, φλαμανδού, Μίχιελ Σβέηρτς.

ΠΗΓΗ: 30.03.2020, https://antifono.gr/

Ο Φώτης Σχοινάς είναι συνταξιούχος φιλόλογος εκπαιδευτικός και πρώην σχολικός σύμβουλος.

Oxford Economics: Προς νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους λόγω του σοκ της πανδημίας

Oxford Economics: Προς νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους λόγω του σοκ της πανδημίας

Της Ελευθερίας Κούρταλη*

Ύφεση 6% προβλέπει η Oxford Economics για την Ελλάδα φέτος, ενώ σημειώνει πως μπορεί να είναι πολύ βαθύτερη εάν τα περιοριστικά μέτρα μειωθούν με πολύ αργούς ρυθμούς.

Παράλληλα εκτιμά πως η πιθανότητα για αναβάθμιση της Ελλάδας από τους οίκους φέτος έχει βγει εντελώς από το «τραπέζι», ενώ παρά τη στήριξη από το QE της ΕΚΤ, το ελληνικό χρέος θα παραμείνει επικίνδυνα υψηλό, κάτι που θα οδηγήσει σε αναγκαστική νέα αναδιάρθρωσή του.

Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνει σε νέα έκθεσή της, ο αντίκτυπος της πανδημίας στην ευάλωτη ελληνική οικονομία σημαίνει ότι κανένας από τους τέσσερις οίκους –οι οποίοι δίνουν πλέον σταθερές προοπτικές στην πιστοληπτική ικανότητά της– δεν θα προχωρήσει σε αναβάθμιση του rating της, βάζοντας «πάγο» στην ανoδική τάση που είχαν οι αξιολογήσεις στις αρχές του έτους.

Μόλις που είχε αρχίσει η Ελλάδα να ανακάμπτει από την τελευταία οικονομική κρίση, τα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας θα κάνουν την οικονομία να βυθιστεί σε μία νέα ύφεση, επισημαίνει η Oxford Economics. Η νέα πρόβλεψή της τοποθετεί τη συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ στο 6% τουλάχιστον φέτος, ενώ θα είναι πολύ μεγαλύτερη εάν τα μέτρα περιορισμού συνεχιστούν ή μειωθούν πιο σταδιακά από ό,τι αναμένει. Ο αντίκτυπος στον τουρισμό, ο οποίος αποτελεί το «σωσίβιο» της ελληνικής οικονομίας, αποτελεί ιδιαίτερη ανησυχία, σημειώνει. Εάν οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί και το αναγκαστικό κλείσιμο των ξενοδοχείων συνεχιστούν και στο τρίτο τρίμηνο, που αποτελεί το αποκορύφωμα της τουριστικής περιόδου, οι απώλειες εσόδων θα είναι σημαντικές και θα έχουν εκτεταμένες συνέπειες.

Η τεράστια κλίμακα της επικείμενης συρρίκνωσης ανάγκασε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μια σειρά δημοσιονομικών μέτρων συνολικού ύψους 6,8 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ). Η κρίση αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα φέτος (5,8% του ΑΕΠ), αντιστρέφοντας την πρόσφατη τάση των πλεονασμάτων.

Το χρέος και το «μαξιλάρι»

Ωστόσο, και πάλι, οι κίνδυνοι για ακόμη χειρότερες δημοσιονομικές επιδόσεις είναι σημαντικοί, καθώς πιθανώς θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα τόνωσης. Η οικονομική ζημιά αναμένεται να στείλει τον δείκτη δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ από το 179% σε περίπου 186% το 2020.

Η κατάσταση θα ήταν πολύ χειρότερη αν δεν υπήρχε το σημαντικό «μαξιλάρι» ρευστότητας της κυβέρνησης, περίπου 20 δισ. ευρώ (με επιπλέον 15,7 δισ. ευρώ από τον ESM) και αν και μεγάλο μέρος αυτών των αποθεματικών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό φέτος και να περιοριστεί η αύξηση του δημόσιου χρέους, η κυβέρνηση θα προσέξει να μην εξαντλήσει πλήρως το «μαξιλάρι» καθώς, σύμφωνα με την Oxford Economics, κάτι τέτοιο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις αποδόσεις των ομολόγων και να τα κάνει ιδιαίτερα ευάλωτα στο μέλλον.

Μια σημαντική εξέλιξη είναι η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο νέο QE της ΕΚΤ, κάτι το οποίο θα συμβάλει στον περιορισμό του κόστους δανεισμού της χώρας και θα ανακουφίσει ορισμένα από τα πιθανά προβλήματα χρηματοδότησης, δεδομένων των εντάσεων που παρατηρήθηκαν πρόσφατα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η ΕΚΤ έχει επίσης αποδεχθεί τα ελληνικά ομόλογα ως collateral για χρηματοδότηση στις ελληνικές τράπεζες, στηρίζοντας έτσι τη ρευστότητα στην οικονομία και την ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν δάνεια.

Δύσκολη χρονιά για τις τράπεζες

Ωστόσο, θα είναι μια δύσκολη χρονιά για τις ελληνικές τράπεζες όπως προειδοποιεί η Oxford Economics, καθώς η πανδημία έχει αποδυναμώσει τις προσπάθειές τους να μειώσουν δραστικά το χαρτοφυλάκιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων.  Παρά τα μέτρα της κυβέρνησης, η απότομη ύφεση θα υπονομεύσει την ικανότητα των δανειοληπτών να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, οδηγώντας ενδεχομένως σε ένα νέο κύμα τοξικών δανείων.

Νέα αναδιάρθρωση χρέους

Ακόμα και πριν από το ξέσπασμα του κορονοϊού, η Oxford Economics θεωρούσε πως η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει μία νέα σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους της για να αποφύγει την παγίδα υψηλού χρέους / χαμηλής ανάπτυξης που βρισκόταν. Αυτό το νέο εξωτερικό σοκ της πανδημίας, όπως τονίζει, έχει επιδεινώσει την ήδη αδύναμη οικονομική θέση της Ελλάδας, με το ΑΕΠ τώρα να προβλέπεται να επιστρέψει στα επίπεδα προ κρίσης, το 2040. Εάν οι πιστωτές απαιτήσουν δημοσιονομική σύσφιξη νωρίτερα από ό,τι δικαιολογείται από τις οικονομικές συνθήκες, αυτό θα βλάψει σοβαρά την ανάκαμψη της οικονομίας. Έτσι, όπως τονίζει, το ιστορικό σοκ θα αποδυναμώσει τη μακροπρόθεσμη οικονομική θέση της Ελλάδας, ενισχύοντας την άποψη της Oxford Economics ότι μια σημαντική αναδιάρθρωση χρέους θα είναι τελικά απαραίτητη για την επανεκκίνηση της οικονομίας.

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 28-Απρ-2020, https://www.capital.gr/oikonomia/3449177/oxford-economics-pros-nea-anadiarthrosi-tou-ellinikou-xreous-logo-tou-sok-tis-pandimias.

* Η Ελευθερία Κούρταλη είναι δημοσιογράφος.

Ορθόδοξη χριστιανική Πίστη και Εργατική Πρωτομαγιά

Ορθόδοξη χριστιανική Πίστη και Εργατική Πρωτομαγιά

Του (αγίου) Νικολάου  Βελιμίροβιτς*

Σε ένα συγκλονιστικό κείμενο που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Αργά βαδίζει ο Χριστός», ο νεοφανής άγιος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς 1880-1956) συνοψίζει την εντελώς και ουσιωδώς άθεη νοοτροπία του καπιταλιστή, ο οποίος κόντρα στο ρηθέν της Γραφής, υποστηρίζει ένα άλλο ρηθέν που λέει: «όλη η γη είναι δική μου».

Ο καλύτερος φίλος των φτωχών και των καταπιεσμένων

«Κάποια κόμματα των εργατών στον κόσμο, διαμαρτυρόμενα εναντίον της άδικης μοιρασιάς του πλούτου στη γη, βρίσκουν αναγκαίο να διαμαρτύρονται και εναντίον της πίστης. Τούτη η διαμαρτυρία των εργατών ενάντια στην πίστη μέχρι ενός σημείου είναι και δικαιολογημένη. Είναι δικαιολογημένη τόσο όσο αναφέρεται σε διαστρεβλωμένες μορφές της πίστης, που έβαλαν τον εαυτό τους στην ταπεινή υπηρεσία του καπιταλισμού και οι οποίες στηρίζουν μια οφθαλμοφανή οικονομική αδικία, κάτω από την οποία αναστενάζουν και πεθαίνουν χιλιάδες και εκατομμύρια ανθρώπων. Όμως, αυτή η διαμαρτυρία όχι μόνο είναι αδικαιολόγητη αλλά και ανόητη όταν αναφέρεται στην πίστη γενικώς. Είναι αδικαιολόγητη, επειδή είναι άδικη, και ανόητη, επειδή μ’ αυτήν από τον καλύτερο φίλο δημιουργείται εχθρός.

Ο καλύτερος φίλος των φτωχών και των καταπιεσμένων σ’ αυτό τον κόσμο είναι η πίστη. Εάν οι φτωχοί και οι καταπιεσμένοι σ’ αυτό τον κόσμο θέλουν να κάνουν έναν επιτυχημένο αγώνα εναντίον των καταπιεστών τους, πρέπει να τον κάνουν στο όνομα του Θεού και της δικαιοσύνης του Θεού. Ένα πράγμα είναι μεγάλο και μεγαλειώδες, όταν ο Θεός είναι η βάση του.

Να επικαλούνται την αδελφοσύνη και την ανθρωπιά, χωρίς να πιστεύουν στο Θεό, μπορούν μόνο εκείνοι, που είναι πλανημένοι ή εκείνοι στους οποίους δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ του μυαλού και της γλώσσας. Να μην πιστεύεις στη δικαιοσύνη του σύμπαντος και να ζητάς τη γήινη δικαιοσύνη είναι το ίδιο με το να μην πιστεύεις, ότι ο ήλιος μπορεί να φωτίσει τη γη και να ζητάς να τη φωτίσει μια απλή πέτρα.

Η κοινωνική αδικία μάς στενοχωρεί όλους και μάς πονά και μας ρίχνει σε σκοτεινές σκέψεις και κατατρώγει την αισιοδοξία μας και θολώνει το βλέμμα μας προς τον ουρανό. Και μόνο η σκέψη της κοινωνικής αδικίας, κάτω από την οποία μια ανθρώπινη ζωή υποφέρει, μπορεί να έχει την ενέργεια του ανέμου της ερήμου, που όλα μπροστά του τα μαραζώνει. Μπροστά από τούτο τον άνεμο της ερήμου μαραζώνεται και η πίστη μας. Όπως το πράσινο χόρτο που κάτω από το δρεπάνι την ώρα του θερισμού ξεραίνεται και μαυρίζει, έτσι και η πίστη μας μπροστά από το γεγονός της κοινωνικής αδικίας απλώνεται στο νεκροκρέβατο και πεθαίνει.

Γιατί εκείνος που δουλεύει να πεθάνει από την πείνα;

Γιατί η ζωή πολλών να είναι ένα παρατεταμένο μαρτύριο, ενώ η ζωή μερικών μια παρατεταμένη γιορτή;

Γιατί να υποφέρει ο δίκαιος;

Γιατί ο σοφός να είναι παραγκωνισμένος και ταπεινωμένος μπροστά στον ανόητο;

Γιατί αυτός που κάνει το αγαθό να βιώνει αχαριστία; Γιατί ο ταπεινός να ζει πάντα στη σκιά του υπερήφανου;

Γιατί η ασωτία να έχει τόσο μεγάλες και λαμπερές κατοικίες, ενώ η αρετή να δυσκολεύεται πάντα μέσα στα εργαστήρια των μαραγκών της Ναζαρέτ και στα στενά κελιά;

Γιατί τον ήρωα να τον σπρώχνουν με τους αγκώνες τους οι φοβητσιάρηδες πίσω, αφού η θέση του είναι μπροστά; Γιατί όλα αυτά, εάν υπάρχει ο δίκαιος Θεός;

Κάτω από το βάρος τούτων των ερωτήσεων το ψυχικό θάρρος πολλών ξεπέφτει, και όπου δεν υπάρχει θάρρος, δεν υπάρχει ούτε η πίστη. Όταν ξεπέφτει το θάρρος, ξεπέφτει και η πίστη, όταν το θάρρος πεθάνει, πεθαίνει και η πίστη. Το θάρρος και η πίστη πάντα θάβονται στον ίδιο τάφο.

Ποιά είναι αυτή ή δεύτερη απάντηση κάλλιστα φαίνεται από την εξομολόγηση ενός καπιταλιστή, πού πρόσφατα τυπώθηκε στη γερμανική γλώσσα. Λέει τα εξής:

[…] Εγώ ανέκαθεν αισθανόμουν βαθιά περιφρόνηση απέναντι στους αδύναμους και πεινασμένους ανθρώπους, πού ζητούν μια αλλαγή οικονομική και νομική ή οποία θα έδινε και σ’ αυτούς ψωμί και δικαιώματα τόσα όσα έχει και κάθε αριστοκράτης. Επάνω σε τί βασίζουν οι προλετάριοι αυτή την απαίτηση τους; Στην ανθρωπιά και στον φυσικό δίκαιο; Εάν είναι σ’ αυτά, τότε έχασαν το παιχνίδι. Διότι θα ρωτούσα εγώ: Επάνω σε τί βασίζουν την ανθρωπιά και το φυσικό δίκαιο; Εάν ή ανθρωπιά και το φυσικό δίκαιο είναι ή τελευταία αρχή την οποία επικαλούνται, τότε εκείνοι πρέπει να πεθάνουν, διότι ή ανθρωπιά είναι νεότερη από τον άνθρωπο και το φυσικό δίκαιο ασθενέστερο από την φυσική δύναμη.

Ο άνθρωπος ορίζει και το τί είναι ή ανθρωπιά και το τί είναι το φυσικό δίκαιο. Και εφόσον είναι έτσι τότε εγώ έχω την δική μου ανθρωπιά και το δικό μου φυσικό δίκαιο, βασισμένα επάνω στη δύναμή μου και στον πλούτο. Κατ’ αυτή την δική μου ανθρωπιά πάνω από την οποία εγώ δεν αναγνωρίζω ανώτερη αρχή, εγώ πρέπει να ζω, μα εκατοντάδες χιλιάδες προλετάριοι να πεθάνουν από την πείνα, και εγώ πρέπει να ζω καλά μα εκατοντάδες χιλιάδες αυτών να ζουν άσχημα.

Ποιός είναι εκείνος πού γι’ αυτό θα με πάει σε δίκη; Τα βόδια και τα άλογα σίγουρα όχι, αφού δεν καταλαβαίνουν. Οι άνθρωποι όχι, γιατί είναι αδύναμοι μπροστά μου. Ή συνείδηση μου όχι, γιατί δεν την αισθάνομαι. Κάποια υπερφυσική δύναμη όχι, αφού δεν την βλέπω. Όλο το ζήτημα ανάμεσα σ’ εμένα και σ’ εσένα, προλετάριε τοποθετήθηκε σε μία τελείως ψηλαφητή βάση. Είναι ζήτημα ψωμιού και κοιλιάς. Καλά είναι, εφόσον δεν έμπλεξες την μεταφυσική σ’ αυτό. Έτσι το πράγμα είναι τελείως απλό. Το ερώτημα είναι λοιπόν εάν θα είμαι χορτάτος εγώ ή εσύ ή και οι δύο θα είμαστε μόνο μισοχορτάτοι; Ή απάντηση μου είναι απλή: Εγώ δεν θέλω να είμαι μισοχορτάτος. πόσο μάλλον πεινασμένος. Εγώ θέλω να είμαι μόνο χορτάτος, μα θέλω να είμαι χορτάτος ακόμα και με τίμημα την πείνα σου και το θάνατο σου. Μού λείπουν τελείως οι λόγοι για τούς οποίους εγώ θα έπρεπε να μοιράζομαι την γη και το ψωμί μαζί σου. Καμία δύναμη δεν με σπρώχνει προς αυτό ούτε κάποια εξωτερική δύναμη με αναγκάζει. Σε μένα τίποτα δεν λέει ότι ή γη είναι δική μας, ενώ όλα μού λένε ότι ή γη είναι δική μου”.

“(…) Έγώ δέν θέλω νά είμαι μισοχορτάτος, πόσο μάλλον πεινασμένος. Έγώ θέλω νά είμαι μόνο χορτάτος, μά θέλω νά είμαι χορτάτος άκόμα καί μέ τίμημα τήν πείνα σου καί τό θάνατο σου. Μού λείπουν τελείως οί λόγοι γιά τούς οποίους έγώ θά έπρεπε νά μοιράζομαι τή γή καί τό ψωμί μαζί σου. Καμία δύναμη δέν μέ σπρώχνει πρός αύτό, ούτε κάποια έξωτερική δύναμη μέ άναγκάζει. Σέ μένα τίποτα δέν λέει ότι ή γή είναι δική μας, ένώ όλα μοϋ λένε ότι ή γή είναι δική μου”.

*****


Σχόλιο Σοφίας Ντρέκου:

Τούτη είναι η απάντηση ενός ανθρώπου πού κρατά την γη ως ιδιοκτησία του και νομίζει ότι την κρατά με αναμφισβήτητο δικαίωμα. Τούτη σήμερα θα ήταν η απάντηση πολλών χορτάτων στις απελπισμένες κριτικές των πεινασμένων. Οι πεινασμένοι ζητούν την γη εξαιτίας της πείνας τους οι χορτάτοι δεν τους την δίνουν εξαιτίας της δύναμής τους.

Εναντίον αυτής της νοοτροπίας που διαμόρφωνε την αντίστοιχη αφόρητη πραγματικότητα εξεγέρθηκαν με ειρηνικό τρόπο οι εργάτες την Πρωτομαγιά του 1886 στο Σικάγο, αντίστοιχες της οποίας εκδηλώθηκαν και στην πατρίδα μας μεταγενέστερα. Για να καταπνίξει την ειρηνική αυτή διαμαρτυρία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων τότε, που υποστήριζε το «8 ώρες (βιοποριστικής) δουλειάς, 8 ώρες ύπνου, 8 ώρες ελεύθερου χρόνου», η «ευγενής» ιθύνουσα τάξη των ΉΠΑ κατέφυγε σε βία και άγρια καταστολή με όπλα με πραγματικές σφαίρες εναντίον του πλήθους, με αποτέλεσμα νεκρούς ανθρώπους. 

Η Ορθόδοξη Παράδοσή μάς παρουσιάζει μια μοναδική ανεπιείκεια εναντίον της αποστέρησης του μισθού και της αδικίας στη διανομή του εισοδήματος. Η αδικία, όπως θα έλεγε και ο σύγχρονος γέροντας Παΐσιος ο αγιορείτης, δεν έχει καμιά δικαιολογία, διότι το ακόρεστο πάθος της πλεονεξίας δεν συνιστά δικαιολογία σε κανένα επίπεδο. Παραταύτα, το πιο διεφθαρμένο και άπληστο μέρος της κεφαλαιοκρατικής τάξης διασαλπίζει την απενοχοποίηση της κερδοσκοπίας σε βάρος του φτωχού συνανθρώπου, την οποία θεωρεί ως …θεμιτή. Από κοντά και η αστοχριστιανική ψευδοθεολογία, πιστή στη γραμμή των Γραμματέων και Φαρισαίων της εποχής του Χριστού, «απενοχοποιεί» τον πλουτισμό, όταν ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος  θα πει ότι «κάθε πλούσιος είναι είτε άνομος είτε γιος ανόμου».

Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός  λέει, αντιθέτως, πολύ χαρακτηριστικά: «Όταν δεις κάποιον να πλουτίζει με αδικίες και να ευημερεί, να στενάξεις, να δακρύσεις. Διότι ο πλούτος αυτός προσθέτει σ’ αυτόν τιμωρία…», ενώ ο άγιος των νεοελληνικών γραμμάτων Αλ(έξανδρος) Παπαδιαμάντης  θα προσθέσει: «Η πλουτοκρατία ήτο είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής αντίχριστος. Αυτή γεννά την αδικίαν, αυτή τρέφει την κακουργίαν, αυτή φθείρει σώματα και ψυχάς. Αυτή παράγει την κοινωνικήν σηπεδόνα. Αυτή καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγείς»………………………………..

ΠΗΓΗ: Απόσπασμα από το βιβλίο: «Αργά βαδίζει ο Χριστός» Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς († 5 Μαρτίου).

Περιεχόμενα: Η τραγωδία της πίστης: Επτά αιτίες λόγω των οποίων η πίστη εξαντλείται και πεθαίνει) Εκδόσεις «Εν Πλω» Ιούνιος 2013. Αριθμός σελίδων 216.

Μετάφραση από τα Σερβικά: Σβέτλανα Πέτσιν, Ηλίας Σαραγούδας, Νεφέλη Σαραγούδα-Πέτσιν. Θεολογική επιμέλεια: Αλέξιος Π. Παναγόπουλος, Καθηγητής εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και doctor ant Πανεπιστημίου Σέρβικου Σαράγιεβο…

* Ο (άγιος) Νικόλαος Βελιμίροβιτς (1880-1956) «Επίσκοπος Αχρίδος και Ζίτσης, εορτάζει 5 Μαρτίου. Γεννήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1880 μ.Χ. στο χωριό Λέλιτς της κεντροδυτικής Σερβίας. Ασθενικός στην σωματική του διάπλαση και κράση, επέδειξε από μικρός την ευφυΐα του, τη μεγάλη του αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία και την κλίση προς τον μοναχικό βίο.

Σπούδασε, παρά το γεγονός της μεγάλης πτωχείας της οικογένειάς του, στη θεολογική σχολή Βελιγραδίου, ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογίας στη Βέρνη της Ελβετίας (1908 μ.Χ.), διδάκτωρ στην Οξφόρδη της Αγγλίας (1909 μ.Χ.) και το Χάλλε της Γερμανίας (1911 μ.Χ.). Γνώριζε επτά γλώσσες, μεταξύ των οποίων και την ελληνική.

Η προσευχή του ήταν αδιάλειπτη και έρεε ως ποταμός του παραδείσου. Πενθούσε αβίαστα και έχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας και δοξολογίας. Προσευχόμενος το πρωί της Κυριακής του έτους 1956 μ.Χ. στο ταπεινό κελί του και προετοιμαζόμενος να λειτουργήσει, κοιμήθηκε με ειρήνη. Το ιερό του σκήνωμα επέστρεψε στην Σερβία το 1991 μ.Χ.».

ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ: 30 Απρ 2018,   http://www.sophia-ntrekou.gr/2018/04/o-kalyteros-filos-twn-ftwxwn.html