Μιά πολύ καλή συζήτηση, που παρά κάποιες ατέλειες, προσέγγισε το θέμα του γάμου, της οικογένειας και του παιδιού στις σύγχρονες συνθήκες συνδυάζοντας τα σύγχρονα δεδομένα με το δίκαιο και το θεολογικό υπόβαθρο.
******
«Ελεύθεροι διάλογοι» Μία συνάντηση ευθύνης με λόγο και ανταλλαγή ιδεών. «Οικογένεια: Με ανοικτό νου και ανοικτή καρδιά».
Μαθαίνουμε ότι στις ΗΠΑ έχει
ξεκινήσει εδώ και μια δεκαετία μια καμπάνια προώθησης της καλλιέργειας και της
κατανάλωσης κάστανου την οποία επιστημονικά την είχε αναλάβει μια ομάδα ειδικών
για να την σχεδιάσει, στο κέντρο Αγροδασοπονίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.
Οι ΗΠΑ παράγουν κάτι περισσότερο από το 1% της παγκόσμιας παραγωγής κάστανου,
είναι ελλειμματική χώρα και εισάγουν μεγάλες ποσότητες από την Ιταλία, την Κίνα
και την Ν. Κορέα.
Η παραγωγή του αμερικανικού
κάστανου έχει πολύ μικρή ιστορία με αρχή την δεκαετία του ’90, σε Πολιτείες
όπως η Καλιφόρνια, το Μίσιγκαν, η Φλόριντα, το Όρεγκον, η Ουάσιγκτον, η
Βιρτζίνια και η Αιόβα. Οι Αμερικανοί προτιμούν τα μεγάλου μεγέθους κάστανα ενώ
η αγορά τους εμφανίζει μεγάλα περιθώρια και για την απορρόφηση της εγχώριας
παραγωγής, αλλά και των εισαγόμενων. Ιδιαίτερα τώρα με τους υψηλούς δασμούς στα
κινέζικα προϊόντα που εισέρχονται στις ΗΠΑ, αναμένεται αύξηση των πωλήσεων
κάστανου από την Ιταλία και άλλες παραγωγικές χώρες κάστανου.
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ως συνήθως)
δεν βρίσκεται πουθενά, γεγονός που δεν εκπλήσσει κανέναν αλλά δεν παύει να
είναι και ένας ανεκμετάλλευτος χώρος στα πλαίσια μιας σπουδαίας
«αγροδασοπονικής» παραγωγικής δραστηριότητας η οποία θα μπορούσε κάτω από
συνθήκες σοβαρής αγροτικής πολιτικής και στήριξης να ευδοκιμήσει σε ολόκληρη
την ορεινή ζώνη της χώρας. Το κάστανο θεωρείται π.χ. στην Ιταλία και στις ΗΠΑ,
ως υποκατάστατο πολλών ξηρών καρπών, σιτηρών ακόμη και της πατάτας, είναι
απαλλαγμένο από λιπαρά συστατικά, εμπεριέχει μεγάλες ποσότητες από σύνθετους
υδατάνθρακες που αποτελούν πηγή ενέργειας. Είναι απαλλαγμένο από χοληστερόλη
και περιέχει μεγάλη ποσότητα Βιταμίνης C (40,2 mg/100gr). Το αλεύρι κάστανου
είναι απαλλαγμένο από την γλουτένη και αποτελεί χρήσιμη τροφή σε άτομα που
πάσχουν από Κοιλιοκάκη.
Η ΓΕΙΤΟΝΙΚΗ ΙΤΑΛΙΑ είναι η τέταρτη μεγαλύτερη παραγωγός κάστανου στον κόσμο με 8 εκατομμύρια στρέμματα, το 20% των οποίων είναι συστηματικοί οπωρώνες. Μόνο ένα 7% της συνολικής έκτασης (550.000 στρέμματα περίπου) δέχονται συστηματική φροντίδα (το 1/3 δηλαδή των κανονικών οπωρώνων). Τα υπόλοιπα αφορούν δασικές εκτάσεις (καστανοδάση). Η ετήσια παραγωγή στην Ιταλία είναι περί τους 60.000 ΜΤ (μετρικούς τόνους) συνολικής αξίας περί τα 75-80 εκατομμύρια € συν ένα εισόδημα 15-20 εκατομμυρίων € από την ξυλεία καστανιάς. Πριν 100 χρόνια, η παραγωγή της Ιταλίας ξεπερνούσε τους 800 χιλιάδες ΜΤ. Η πιο γνωστή και ζητούμενη ποικιλία είναι η Μαρόνι για τους Ιταλούς.
ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΣΗΜΕΙΩΘΕΙ, ότι οι
παραγωγές έχουν μειωθεί δραματικά στην Ιταλία τα τελευταία χρόνια (μέχρι και
40%-60% κατά χρονιές) λόγω της προσβολής από την σφήκα του κάστανου προέλευσης
Κίνας, με το λατινικό της όνομα Dryocosmus kuriphilus (Hymenoptera, Cynipidae)
η οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου και
του Δασικού Ινστιτούτου (ΙΔΕ), αποτελεί έναν από τους βασικότερους εχθρούς της
καστανιάς σε παγκόσμια κλίμακα, προσβάλλοντας κατά αποκλειστικότητα τα διάφορα
είδη του γένους Castanea. Είναι ενδημικό έντομο της Κίνας, όπου όμως στην
περιοχή καταγωγής βρίσκεται σε ισορροπία με τους φυσικούς του εχθρούς, χωρίς να
προκαλεί σημαντικά προβλήματα. Το 2002 εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Piemonte
της Ιταλίας και από τότε άρχισαν τα προβλήματα. Η καταπολέμηση γίνεται με
βιολογικές μεθόδους και ήδη καταγράφονται αποτελέσματα. Στη χώρα μας πρόγραμμα
καταπολέμησης έχει αναλάβει το ΙΔΕ.
Επίσης έχει παρατηρηθεί έντονη
εξάπλωση του «έλκους της Καστανιάς», στη χώρα μας. Πρόκειται για πολύ βλαπτικό
μύκητα που προσβάλλει εδώ και πολλά χρόνια τα δένδρα καστανιάς (εγκαθίσταται
κάτω από τον φλοιό) και εμφανίζονται σχισίματα στους κορμούς. Επειδή
εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδος και η Καστανιά αποτελεί
δασικό είδος η καταπολέμηση είναι αντικείμενο και αρμοδιότητα της Δασικής
Υπηρεσίας. Το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΙΔΕ) υποστηρίζει ότι με χημικά
φάρμακα δεν καταπολεμάται εύκολα, σχεδόν τζάμπα ο κόπος. Η μόνη λύση είναι η
βιολογική καταπολέμηση με ιούς οι οποίοι σκοτώνουν τον μύκητα και οι κατά
τόπους Δασάρχες πρέπει να το γνωρίζουν, γιατί είχαν διανεμηθεί πολλά σκευάσματα
με τον ιό αυτό με σκοπό την καταπολέμηση σε περιοχές που είχαν προσβληθεί από
έλκος. Από ότι πληροφορούμαστε, επεμβαίνουμε μόνο σε μερικά δένδρα και σιγά
σιγά ο ιός μεταδίδεται και στα υπόλοιπα και σκοτώνεται ο μύκητας. Αυτοί ξέρουν
πως γίνεται η καταπολέμηση, αλλά το κυριότερο είναι να υπάρχει το σκεύασμα
διαθέσιμο και εξαρτάται για πόσα δένδρα καστανιάς.
ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Η
ΙΤΑΛΙΑ αναγκάστηκε να εισάγει κάστανα από την μεγάλη της ανταγωνίστρια την Κίνα
το 2013, αλλά και διάφορες ποσότητες από Ισπανία, Τουρκία και Πορτογαλία. Στην
Ιταλία υπάρχει εκτεταμένο το φαινόμενο της «Ιταλοποίησης» των κάστανων
εισαγωγής. Πρόσφατα η ομάδα παραγωγών Castel del Rio κατήγγειλε ότι
εντοπίστηκαν στην Ιταλική αγορά 5500 ΜΤ κάστανου Κίνας με ετικέτες της ομάδας τους
όταν όλη και όλη τους η παραγωγή ήταν 550 ΜΤ!!
ΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ σύμφωνα με τον FAO,
της Κίνας εκτιμάται (για το 2016) στους 1.879,000 ΜΤ με αυξητικές τάσεις
(διάσπαρτες εκτάσεις με λίγους συστηματικούς οπωρώνες) και ακολουθούν η Τουρκία
με 65.000 ΜΤ (κυρίως οι περιοχές του Μαρμαρά, του Πόντου και στις ακτές του
Αιγαίου. Η πιο γνωστή ποικιλία ανθεκτική σε προσβολές είναι η Marigoule, ή
Μαριγούλα…!!), η Ν. Κορέα με 56.000 ΜΤ, η Ιταλία με 60.000 ΜΤ και η Ελλάδα με
32.000 ΜΤ (από 11.000 ΜΤ παραγωγή το 2000, αν και ακούγεται κάπως υπερβολική η
εκτίμηση), η Πορτογαλία με 27.000 ΜΤ και η Ισπανία με 16.000 ΜΤ. Η Τουρκία
εξάγει περί τους 12-15.000 ΜΤ ετησίως κυρίως σε Ευρωπαϊκές και σε Αραβικές
χώρες και με την μορφή σκευασμάτων (κατάψυξη, γλυκίσματα, κλπ). Λέγεται ότι
στην Ευρώπη διαδόθηκε η καστανιά από τον Μ. Αλέξανδρο και μετά από τους
Ρωμαίους με δένδρα που έφερε από τις Σάρδεις της Μ. Ασίας. Σε συστηματικούς
οπωρώνες οι παραγωγές μπορούν να φτάσουν σε μια καλή χρονιά και τα 350
κιλά/στρέμμα.
ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Οι Ιταλοί προσφεύγουν και στο
Ελληνικό κάστανο για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Οι τιμές παραγωγού στο
ελληνικό ανάλογα με το μέγεθος και την ποιότητα κυμαίνονται από 1,5 έως και 4
€/κιλό. Οι διεθνείς τιμές το 2018 κυμαίνονται μεταξύ 1000-3200 δολάρια ΗΠΑ/ΜΤ
ανάλογα με την ποικιλία, την ποιότητα, εάν είναι ξεφλουδισμένα και κατεψυγμένα,
ψημένα ή νωπά μη αποφλοιωμένα, κλπ.
ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ δεν έχει ακόμη
δοθεί η αναγκαία σημασία στην καλλιέργεια της καστανιάς και οι παραγωγές που
αναφέρονται από τον FAO για 30 και 32.000 ΜΤ κρίνονται υπερβολικές, ενώ στην
πραγματικότητα η πραγματικά εμπορεύσιμη συγκομιδή δεν υπερβαίνει τους 19-20.000
ΜΤ σε μια καλή χρονιά. Η ελληνική πάντως παραγωγή κάστανου είναι περιφρονημένη,
προωθούνται άλλες καλλιέργειες και μάλιστα ξενικές και όχι το καταπληκτικό
κάστανο, που μπορεί σίγουρα να ανακάμψει και να αποτελέσει σημαντικό πόρο
εσόδων για τις ορεινές περιοχές της χώρας, αρκεί να υπάρξει σοβαρή πολιτική
προς αυτή την κατεύθυνση και με το δεδομένο της διεθνούς ζήτησης κυρίως από
Ιταλία και ΗΠΑ που είναι οι δύο πιο σημαντικές αγορές με εμφανιζόμενη αυξητική
ζήτηση.
ΕΚΤΑΣΕΙΣ
Μπορεί η καστανιά να αξιοποιήσει
χιλιάδες στρέμματα τα οποία σήμερα παραμένουν ακαλλιέργητα. Η καλλιέργεια
εμφανίζεται σε πολλές περιοχές της χώρας, αλλά η καστανοκαλλιέργεια
χαρακτηρίζεται από καθεστώς εγκατάλειψης.
ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ κατατάσσουν πλέον το κάστανο στα προϊόντα «Αγροδασοπονίας», οι καταναλωτές για λόγους διατροφικούς και γεύσης πληρώνουν ακόμη και ακριβές τιμές, γεγονός που κάνει την καστανιά ακόμα πιο σημαντική ως δένδρο αποκατάστασης των ημιορεινών και ορεινών Τοπίων μας, με θετικό περιβαλλοντικό πρόσημο αλλά και με οικονομικό ενδιαφέρον, εάν συνδυαστεί με έξυπνες πρακτικές επεξεργασίας και με μονάδες μεταποίησης του κάστανου που θα προσφέρουν προστιθέμενη αξία στο ελληνικό προϊόν το οποίο είναι υψηλής ποιότητος, άριστης γεύσης και απαιτεί απλά μια καλύτερη φροντίδα, σοβαρή στάση από την Πολιτεία και στήριξη όσων αποφασίζουν να ασχοληθούν μ’ αυτό…
* Ο Σταμάτης Σεκλιζιώτης είναι Γεωπόνος (ΑΠΘ), Αρχιτέκτονας Τοπίου και πρώην Β’ Ακόλουθος Γεωργικών υποθέσεων Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ. Έχει τιμηθεί δυο φορές (2002, 2009) με τα Βραβεία Αριστείας για το Αγροτικό Ρεπορτάζ (Honorary Awards «Excellence in Reporting») του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ.
Οι αρχαίοι δρόμοι στη δυτική κοιλάδα του Βουραϊκού στο σήμερα
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*
Ι. Εισαγωγικά
Τα Καλάβρυτα πέρασαν μια δύσκολη
οικονομική περίοδο τόσο στην μνημονιακή εποχή, όσο και στην μετέπειτα, που
εφαρμόζονται τα μνημονιακά μέτρα ενάντια στα συλλογικά δικαιώματα και τα
δημόσια αγαθά από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Αθροιστικά ήλθε και η πολιτική
διαχείριση της συνδημίας ή πανδημίας του covid – 19 από την κυβέρνηση της ΝΔ (του
Κυρ. Μητσοτάκη). Το τουριστικό πρότυπο έχει αφήσει πλέον αρνητικά αποτυπώματα
λόγω της κάθετης μείωσης των μισθών και των συντάξεων, ενώ αντίθετα το
παραγωγικό, όπως εκφράζεται με τα γαλακτο-τυροκομικά προϊόντα και τα κηπευτικά,
το αντίθετο.
Η ήπια λοιπόν ανάπτυξη στα δυτικά
της κοιλάδας του Βουραϊκού δεν αποτελεί έναν αντίποδα στην ανάπτυξη περί την
έδρα του Δήμου Καλαβρύτων. Ούτε φαίνεται ορθό να μεταφερθεί το πρότυπο αυτό με
τα γυάλινα πόδια κι εκεί αυτούσιο. Μπορεί όμως η αγροτοκτηνοτροφική στήριξη να
συνδυαστεί με διάφορες μορφές τουριστικών περιηγήσεων. Ήδη στην Κέρτεζη έχουμε
κάποια περάσματα ειδικών ομάδων, ενώ ήδη είναι έτοιμο το πλάνο για την ενεργό
συμμετοχή του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Κλειτορίας – Ακράτας. Η
Κέρτεζη μάλιστα ήδη διαθέτει καφενεία, καφετέρειες, 2 “mini Market’’, κρεοπωλείο,
ταβέρνες και χώρους καταλυμάτων.[1] Ας δούμε
λοιπόν τρεις σχετικά πρόσφατες αφορμές…
ΙΙ. Το πέρασμα των ορειβατών – ακτιβιστών της HELLAS TREK
Οι κυβερνώντες νομοθετούν την ανελευθερία με τα καινοτόμα
πατρόν της αγοράς υπεραμυνόμενοι της ασφαλούς ελευθερίας του ατόμου. Η ιστορία
χρησιμοποιείται για να εμπεδωθεί πως το μόνο ρεαλιστικό είναι ο μαζοποιημένος
χειραγωγημένος άνθρωπος στις νόρμες της παραγωγής και της γραφειοκρατίας.
Δεν υπάρχει πιο ανελεύθερη εποχή από τη σημερινή, που να
επικαλείται τόσο περισσότερο την έννοια της ελευθερίας όσο πιο πολύ την
κακοποιεί. Οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν παίρνουν τη ρεβάνς από τους παγκόσμιους
δυνάστες, ως «μαχητές της ελευθερίας» οι πρώτοι απέναντι στις ΗΠΑ που
αυτοπροσδιορίζονται ως «απελευθερωτές των λαών». Και οι δύο κυβερνούν
επιδεικνύοντας μια ελευθερία γεμάτη κουρέλια δικαιωμάτων και πτώματα κοινωνικών
αξιών.
Η απεργία των ταχυδιανομέων και
ταχυμεταφορών, την περασμένη Παρασκευή, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Η
εταιρία, υπό την πίεση των σωματείων, των εργαζομένων και της κοινής γνώμης,
ανακοίνωσε την μετατροπή των συμβάσεων εργασίας ορισμένου, σε αορίστου χρόνου,
ενώ φαίνεται να κάνει πίσω και στο θέμα της παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών
(freelancers), αλλάζοντας το μοντέλο λειτουργίας της.
Η ανακοίνωση της εταιρίας βέβαια,
είναι γενικόλογη και μένουν πολλές κρίσιμες λεπτομέρειες, που θα
διευκρινιστούν, όταν κάνουν την εμφάνισή τους, οι νέες προτεινόμενες συμβάσεις
εργασίας. Παρόλα αυτά πρόκειται για μια αδιαμφισβήτητη επιτυχία.
Τι άλλαξε όμως και ο
συγκεκριμένος εργατικός αγώνας, κατέληξε σε νίκη των εργαζομένων; Τι
διαφορετικό συνέβη και μετά από πολύ καιρό, δύο σωματεία βάσης, πήραν με το
μέρος τους σχεδόν, ολόκληρη την κοινωνία; Ποια είναι τα συμπεράσματα που πρέπει
να βγουν, για το εργατικό κίνημα και τις μελλοντικές του διεκδικήσεις;
Η απάντηση είναι αρκετά σύνθετη. Θα τολμήσουμε μια προσέγγιση:
Η Κέρτεζη δεσπόζει στις αρχές της κοιλάδας του Βουραϊκού
Των Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα* και Παναγιώτη Χρ. Κούρτη**
Η Κέρτεζη δεσπόζει στις αρχές της κοιλάδας του Βουραϊκού και κατοικήθηκε πριν την μυκηναϊκή εποχή. Στα όριά της πιθανολογείται παλαιά πόλη, που πιθανά να είναι και η αρχαία Κύναιθα, η 5η πόλη των Αρκάδων / Αζάνων. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα κεφαλοχώρια, στις παρυφές του Καλλιφωνίου, με παραδοσιακά «βαρβαρίτικα» σπίτια, γραφικό κεφαλόβρυσο, πυκνά δάση, αποτελώντας ένα ειδυλλιακό τοπίο στο σύνολο της.
Ας μιλήσουμε αυτή τη φορά για
την κοιλάδα του Ερασίνου – Βουραϊκού από την πλευρά των νερών, αφού αποτελεί
ακόμα μια καλλιεργητική κοιλάδα, την μεγαλύτερη στον ορεινό διευρυμένο δήμο
Καλαβρύτων. Ο Γ. Παπανδρέου με την γλώσσα της εποχής την χαρακτηρίζει ως εξής:
«Ποταμία κοιλάς του Ερασίνου (κάμποι Συρμπανίου, Κερτέζης, Βυσωκάς,
Καλαβρύτων)»[1]. Μιας κι
έχει ανοίξει και η συζήτηση για νέα θεσμική αναδιανομή της γης (2ος αναδασμός)
ας δούμε δύο πλευρές της υδρευτικής της διάστασης. Να ξεκινήσουμε με τη θεωρία της
λίμνης και το άδειασμα των νερών της, τη δημιουργία του νέου ποταμού (Ερασίνου)
με τις ονομασίες αργότερα και ως Καλαβρυτινού ποταμού και εδώ και εκατό χρόνια
με την ενιαία ονομασία Βουραϊκός ποταμός μέχρι τις απαρχές του.
Όταν η λίμνη άδειασε οριστικά πλέον στις «Πόρτες», δημιουργήθηκαν αρχικά άναρχες ροές των μεγάλων και μικρών πηγών, αλλά και των καταρρακτωδών βροχών και των υγροποιημένων χιονιών στα νοτιοδυτικά της σημερινής έδρας του δήμου. Οι άναρχες ροές δημιούργησαν το σχετικά επίπεδο οροπέδιο ανάμεσα στους ορεινούς όγκους, αλλά και αρκετές επικλινείς επίπεδες λάκκες από τη Ζαχλωρού μέχρι την Κέρτεζη. Στους αιώνες που πέρασαν η κοιλάδα πήρε το σημερινό της σχήμα και το Καλαβρυτινό ποτάμι χάραξε τις οριστικές του διαδρομές.
(Βιβλιοπαρουσίαση στην Κέρτεζη 8.8.2021 του νέου βιβλίου του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα με τίτλο «Όταν παιδεία & ποίηση συναντούν την επανάσταση 1821» και υπότιτλο «Ανάμεσα στα βουνά και την Κέρτεζη», εκδόσεις Αρμός 2021)
Του Φίλιππου Σαρδελιάνου*
Όσο πια στενά-τοπικά είναι τα πλαίσια του θέματος
που πραγματεύεται ένα βιβλίο τόσο πιο δύσκολη είναι η καταγραφή του υλικού για
αυτό.
Το πρόβλημα κάθε ερευνητή είναι ότι το υλικό που
αναζητεί είναι διάσπαρτο σε πολλές διαφορετικές πηγές, σε βιβλιοθήκες, σε
αρχεία, σε ιδιωτικές συλλογές. Και χρειάζεται επίμονη έρευνα καταγραφή και αποκωδικοποίηση
αυτού του διάσπαρτου υλικού για να μελετηθεί και καταγραφεί η ιστορία ενός
τόπου, όπως εν προκειμένω, της Κέρτεζης και να γίνουν γνωστά τα πρόσωπα και οι
φορείς που πρωτοστάτησαν.
Αυτή είναι η σημαντική προσπάθεια που κατέβαλε ο
Παναγιώτης Μπούρδαλας για την καταγραφή της τοπικής ιστορίας της Κέρτεζης και
τη συμβολή της στον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821.
Το βιβλίο είναι μια πολύτιμη και ευπρόσιτη ιστορική πηγή, με πλούσια τεκμηρίωση, που προήλθε από τη μακρόχρονη και επίμοχθη μεθοδική εργασία και ερευνητική δράση του συγγραφέα και δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη εκτός από τα γεγονότα να γνωρίσει το πνεύμα και τις συνθήκες της εποχής, να προσεγγίσει τους ίδιους τους πρωταγωνιστές αυτού του τόπου, της Κέρτεζης, λόγιους ή πολεμιστές, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνέβαλαν στην δημιουργία του Ελεύθερου Ελληνικού Κράτους.
Πέρα από τις απόψεις που
παρουσιάσαμε στο προηγούμενο φύλλο, οφείλουμε να πούμε ότι και στο ζήτημα αυτό
μαίνεται μια παγκόσμια συζήτηση. Για μεθοδολογικούς λόγους θα παρουσιάσουμε τα
τρία μεγάλα ρεύματα που κυριαρχούν στις συζητήσεις.
Το ένα προέρχεται από τα μεγάλα
κέντρα των τεχνολογικών εξελίξεων, τα οποία όχι μόνο είναι παντοδύναμα
τεχνολογικά, αλλά συνεργάζονται με ειδικούς επιστήμονες των Πανεπιστημίων,
συχνά με μεγάλο οικονομικό τους όφελος. Πυρήνας της επιστημονικής τους σκέψης,
τις περισσότερες φορές, αποτελεί η με επιστημονικούς όρους δικαιολόγηση των
τεχνολογικών εφαρμογών τεράστιων βιομηχανικών μονάδων και εφαρμογών, συχνά σε
τρίτες χώρες. Στο σημερινό μας άρθρο επιλέξαμε ένα σχετικό και ενδεικτικό άρθρο
το οποίο συνοπτικά θα σχολιάσουμε. Αφορά άρθρο του Κων/νου Χ. Γκαράκη, ο
οοποίος είναι «Ενεργειακός Μηχανικός, MSc, MA, MBA, Eπισκέπτης Καθηγητής
Τμήματος Μηχ/γων Μηχανικών Παν. Δυτ. Αττικής» που το βρήκαμε σε ιστοσελίδα
της Πρέβεζας (27 Απριλίου 2021).
Το επόμενο ρεύμα έχει ως πυρήνα τα παρθένα οικοσυστήματα, με επίκεντρο τις περιοχές Natura. Το ρεύμα αυτό εκτείνεται και πέραν των συμφερόντων, φτάνει και ξεπερνά τις οργανωμένες κλειστές οικολογικές συλλογικότητες. Συχνά είναι υπό όρους υπέρ των νέων τεχνολογιών και παλεύει να περισωθούν θύλακες από το παγκόσμιο σύνολο οικοσυστημάτων. Για την παρουσίασή μας επιλέξαμε μία συνέντευξη της «επιστημονικής υπεύθυνης τη Βασιλικής Κατή, αναπλ. καθηγήτριας στο τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών» στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, που έδωσε και παρουσιάστηκε από το δημοσιογράφο Γιώργο Λιάλο στην Καθημερινή (23.03.2020) [1].
Το τρίτο ρεύμα σκέψης και δράσης αφορά τους ανθρώπους που έχουν συχνά τα ακριβώς αντίθετα συμφέροντα. Συναντιέται στις τοπικές κοινωνίες, όπου τα ισχυρά συμφέροντα έρχονται με τη δύναμη της κυριαρχίας να «φυτέψουν» τα «βαριά» τεχνολογικά προϊόντα και να φύγουν για άλλα μέρη. Τα προϊόντα αυτά θα μείνουν στους κατοίκους των περιοχών, θα αλλάξουν τη φυσιογνωμία εκ των έξω, θα επηρεάσουν συνήθως αρνητικά τις τοπικές οικονομίες και δεν θα λάβουν υπόψη τον ανθρώπινο παράγοντα. Το ρεύμα αυτό βάζει σε πρώτη προτεραιότητα, λοιπόν, τον ανθρώπινο παράγοντα, τα τοπικά οικοσυστήματα, την τοπική οικονομία, τον τοπικό πολιτισμό και φυσικά τα παντός είδους μνημεία, σύμβολα και κέντρα αναφοράς της κάθε περιοχής. Ενδεικτικό θεωρούμε το άρθρο της συναδέλφου Αικατερίνης Στατηρά, φυσικού και Αντιπροέδρου του Ορειβατικού Συλλόγου Ιωαννίνων, από ηπειρωτική ιστοσελίδα.
Ο παρατεταμένος καύσων που επικρατεί σε μεγάλη έκταση του πλανήτη, ήταν αναπόφευκτο να συντελέσει στην εκδήλωση πυρκαγιών, αναμενομένων βέβαια κατά το θέρος όχι όμως αυτής της έκτασης και της έντασης. Όπως σε κάθε ανάλογη περίπτωση στο παρελθόν άρχισαν οι σχολιασμοί και η άσκηση κριτικής κατά παντός υπευθύνου με τη βεβαιότητα ότι κατέχουμε τη λύση του προβλήματος, ώστε αυτό να μην επαναληφθεί. Θα επαναληφθεί πάντως με βεβαιότητα, καθώς ο άνθρωπος έχει διαπράξει πολλά σφάλματα και παραμένει αδιόρθωτος.