ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΛΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Του Βασίλη Πανούσου*
«Και πρώτα απ’όλα τι εννοούμε λέγοντας παιδεία; Την πληροφορία, την τεχνική, το δίπλωμα εξειδίκευσης που εξασφαλίζει γάμο, αυτοκίνητο κι ακίνητο, με πληρωμή την πλήρη υποταγή του εξασφαλισθέντος ή την πνευματική και ψυχική διάπλαση ενός ελεύθερου ανθρώπου, με τεχνική αναθεώρησης κι ονειρικής δομής, με αγωνία απελευθέρωσης και με διαθέσεις μιας ιπτάμενης φυγής προς τ’άστρα;»
Αυτά είναι τα λόγια και οι προβληματισμοί του Μάνου Χατζηδάκι ήδη από το 1978 για την εκπαίδευση, αλλά και τη σχέση της με το κεφάλαιο και τον καπιταλισμό γενικότερα, σχέση που για τους περισσότερους θεωρείται αυτονόητη και αποδεκτή και που διαμορφώνει την υλιστική-κερδοσκοπική νοοτροπία του επιστήμονα και εν γένει του σύγχρονου ανθρώπου. Η σχέση αυτή βέβαια είναι πολύ πιο παλιά και ξεκινά κυρίως με την βιομηχανική επανάσταση στην Ευρώπη τότε που οι επιχειρήσεις και οι βιομηχανίες σε μια προσπάθεια να εκσυγχρονισθούν με στόχο την ανάπτυξή τους απευθύνονται στην επιστήμη την οποία και χρηματοδοτούν. Αυτή όμως η σχέση, που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη και των δυο, σταδιακά και στα πλαίσια ενός καπιταλιστικού κόσμου μετέτρεψε όχι μόνον τον επιστήμονα αλλά και το άτομο από σκοπό, σύμφωνα με τον Καντ, σε μέσον για την συσσώρευση περισσότερων κερδών. Η προσέγγιση όμως του ανθρώπου ως μέσον δεν εκλαμβάνεται ως τέτοια μόνον από τον απρόσωπο κόσμο του κεφαλαίου αλλά και από το ίδιο το άτομο που καταδυναστεύει ποικιλοτρόπως τον εαυτό του, σε μια προσπάθεια πραγματοποίησης του αμερικανικού ονείρου που ταυτίζει αυθαίρετα την ευτυχία με την κατοχή ολοένα και περισσότερο υλικών αγαθών σε αντίθεση με οποιαδήποτε φιλοσοφική θεωρία. Η ευτυχία αυτή αποτελεί αποκλειστικά ατομική υπόθεση και μαεστρία και δεν σχετίζεται με το εξωτερικό οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, έρχεται δηλαδή σε πλήρη διάσταση με την αριστοτελική ευδαιμονία που νοεί το άτομο ως πολίτη και την ατομική πορεία απόλυτα συνυφασμένη με την πορεία της πόλης.