Τραπεζική στοχοθεσία: ….

Τραπεζική στοχοθεσία: σκύλευση νεκρών, «σάλτο μορτάλε» ζώντων…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα

 

Από τη θρασεία, αμετροεπή επίθεση, άτακτη υποχώρηση στη λογοδοτούσα άμυνα! Η κατακραυγή που αντιμετώπισε ο κ. Βγενόπουλος ύστερα από την απόπειρά του να μετακυλίσει οπουδήποτε αλλού πέρα από τον εαυτό του την ευθύνη για τον τραγικό χαμό τριών εργαζομένων της «Marfin» κατά τη διαδήλωση της 5/5/2010, τον ανάγκασε σε υπαναχώρηση και απολογία. Μια υπαναχώρηση, ωστόσο, που δεν χαρακτηρίζεται από ειλικρινή μεταμέλεια, μα από υποκρισία κι επιβεβαίωση της ιταμότητας και της ευθυνοφοβίας του.

* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 297, 16/6/2010.

Σε νέα επιστολή του της 18/5/2010 ο κ. Βγενόπουλος επιχειρεί να αντιστρέψει το σε βάρος του κλίμα, κομίζοντας την «αλήθεια» που προέκυψε για τα γεγονότα από την προσωπική του έρευνα. Η συνέχιση της υποκρισίας καταδεικνύεται εξαρχής στη νέα επιστολή ήδη με τον προσδιορισμό του κοινού στο οποίο ο μεγαλοεπιχειρηματίας απευθύνεται: αν και είναι εμφανές ότι η ανακοίνωση με τα «πορίσματα» απευθύνεται στην κοινή γνώμη, ο κ. Βγενόπουλος προσποιείται πως απευθύνεται προς όλους τους εργαζομένους της «Marfin», χωρίς βέβαια να εξηγεί γιατί μια «εσωτερική», αν έτσι έχουν τα πράγματα, υπόθεση, θα έπρεπε να κοινοποιείται. Σ' ένα παραλήρημα «άριστης λειτουργίας» ο κ. Βγενόπουλος εξυμνεί την εργοδοτική συνέπεια, τον σεβασμό της επιχείρησης προς τους υπαλλήλους της, τα μέτρα ασφαλείας στην τράπεζα, κι επιμένει να αποποιείται κάθε ευθύνη.

Η επιχειρηματολογία του κ. Βγενόπουλου βρίθει αντιφάσεων, με χαρακτηριστικότερες όσες εντοπίζονται στις αναφορές για τα μέτρα ασφαλείας στο υποκατάστημα της Σταδίου. Ενώ λοιπόν υποστηρίζεται ότι στη «Marfin» «εάν υπάρχει οποιαδήποτε ανησυχία σε θέματα ασφαλείας, τα καταστήματα δεν λειτουργούν», προστίθεται επίσης πως «το κατάστημα Σταδίου, έχοντας πολλές προηγούμενες εμπειρίες όπου [sic] ακόμα και επίθεση με βόμβες μολότοφ έχει αντιμετωπισθεί και η φωτιά έχει σβήσει με τη χρήση πυροσβεστήρων, δεν ανησύχησε από τη μεγάλη ειρηνική πορεία που εξελισσόταν υπό τη φρούρηση των Μ.Α.Τ.». Με άλλα λόγια, όταν εναντίον των καταστημάτων της «Marfin» εκτοξεύονται μολότοφ, κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά, σύμφωνα με τη διοίκηση της τράπεζας, δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας ώστε να διακοπεί η λειτουργία τους! Το να δέχεται κανείς επιθέσεις με μολότοφ δεν συνιστά υπολογίσιμο κίνδυνο που οδηγεί σε διακοπή λειτουργίας! Βέβαια, οι υπάλληλοι της τράπεζας «ανησύχησαν» αργότερα, όταν το απέναντι βιβλιοπωλείο δέχτηκε «την επίθεση των κουκουλοφόρων». Προφανώς όμως ούτε κι αυτός είναι σοβαρός λόγος ώστε να μη θεωρεί η εργοδοσία τη διαδήλωση «ειρηνική»! Άλλωστε, το κατάστημα της Σταδίου «είχε όλα τα από το νόμο προβλεπόμενα μέτρα ασφαλείας, πυρανίχνευση, πυρασφάλεια με 16 πυροσβεστήρες, έξοδο κινδύνου»…

Όπως προέκυψε, η «έξοδος κινδύνου» έβγαζε στις σκεπές των διπλανών κτιρίων, όπου έφτανε κανείς μ' ένα «απλό» σάλτο! Δεν διευκρινίζεται αν η διοίκηση της τράπεζας είχε εκπαιδεύσει τους υπαλλήλους της στο «σάλτο μορτάλε»! Στη συνέχεια τονίζεται ξανά πως το συγκεκριμένο κατάστημα «έχει δεχθεί επανειλημμένα επιθέσεις και με πυροσβεστήρες είχε σβηστεί και πυρκαγιά που ξέσπασε από απλές βόμβες μολότοφ». Οι «απλές»(!) τούτες μολότοφ διαχωρίζονται από τη μοιραία μολότοφ της 5/5/2010 που, λόγω της «ειδικής» της σύνθεσης παρομοιάζεται στην ανακοίνωση με τις «βόμβες ναπάλμ»(!). Πέρα λοιπόν από τις γραφικότητες περί «ναπάλμ», «επιβεβαιώνεται» εκ νέου πως τα καταστήματα της «Marfin» «διακόπτουν» τη λειτουργία τους «εάν υπάρχει οποιαδήποτε ανησυχία σε θέματα ασφαλείας»! «Δικαίως» λοιπόν ο κ. Βγενόπουλος μας επιστρέφει τη «λάσπη» «ότι δήθεν δεν υπήρχαν μέτρα ασφαλείας ή ότι δεν δούλεψαν αποτελεσματικά», καθότι η «λάσπη» αυτή δεν τον «αγγίζει»! Οι τρεις θάνατοι, άλλωστε, τι άλλο αποδεικνύουν αν όχι την «αποτελεσματικότητα» των μέτρων «ασφαλείας»; Αλλά όταν κανείς κολυμπάει ο ίδιος στη λάσπη, προφανώς δυσκολεύεται να κατανοήσει ότι έχει αφομοιωθεί απ' αυτήν. Και μετά από τόση επίκληση στη «λογική», η ανακοίνωση απευθύνεται και στο συναίσθημά μας παραπέμποντας όλους όσους «λασπώνουν» την «αδικημένη» εργοδοσία σε λογοδοσία «στην οικογένειά τους, στην κοινωνία και στο Θεό»! Αφέλεια; Ύβρη; Ψιλό γαζί; Τι θεωρεί Θεό ένας θεομπαίχτης;

Όταν όμως μια εργοδοσία φτάνει στο απίστευτο σημείο να σκυλεύει τη μνήμη των αδικοχαμένων της υπαλλήλων αρνούμενη να επωμιστεί την ευθύνη που της αναλογεί, φαντάζεται κανείς ποιες είναι οι εργοδοτικές πρακτικές στις τράπεζες απέναντι στους υπαλλήλους τους υπό «φυσιολογικές» συνθήκες.

Ήδη κατέστη κατανοητό τι σημαίνει ότι τα καταστήματα της «Marfin» «δεν λειτουργούν» όταν οι συνθήκες είναι έκρυθμες. Μέσα από το ίδιο πρίσμα ερμηνείας γίνεται αντιληπτό τι σημαίνει η βεβαίωση του κ. Βγενόπουλου πως «ποτέ δεν έχουν υπάρξει οποιασδήποτε μορφής εμπόδια για όποιον εργαζόμενο θέλει να απεργήσει»! Σημειώνει στην ανακοίνωση που εξέδωσε ο Σύλλογος Εργαζομένων Marfin – Εγνατίας Τράπεζας (Σ.Ε.Μ.Ε.Τ.) στις 11/5/2010: «Στη Σταδίου, στην Πανεπιστημίου, οπουδήποτε, εργαζόμενοι από αγωνία για το μέλλον τους και όχι από αδιαφορία για τις αξίες της ζωής, δεν βρίσκονταν με τις χιλιάδες των απεργών που διατράνωναν την κοινή αγωνία για τη δουλειά και την αξιοπρέπεια.» Και συνεχίζει εξηγώντας πως οι πιέσεις που ασκούνται στους εργαζομένους σε σχέση με τα εργασιακά και τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα αποφεύγουν την άκομψη ευθεία αποτροπή της συμμετοχής σε οποιαδήποτε συνδικαλιστική δράση, διαχέουν όμως την «ανασφάλεια που επικρατεί και εξαπλώνεται στις επιχειρήσεις, όσο δεν αντιμετωπίζεται από ένα κίνημα υπεράσπισης των εργασιακών, συνδικαλιστικών και ατομικών δικαιωμάτων». Η Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλληλικών Οργανώσεων Ελλάδας (Ο.Τ.Ο.Ε.) με τη σειρά της, σε ανακοίνωσή της επίσης της 11/5/2010, καλεί τις διοικήσεις των τραπεζών «να σταματήσουν οι κάθε μορφής πιέσεις και εκβιασμοί στους εργαζόμενους να μην απεργούν τις μέρες που έχουν προκηρυχθεί απεργιακές κινητοποιήσεις από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις». Υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά;

Οι υπάλληλοι στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, και σε πολύ χαρακτηριστική μεγέθυνση στον τραπεζικό χώρο, όπως προκύπτει από την ανακοίνωση του Σ.Ε.Μ.Ε.Τ., εργάζονται υπό καθεστώς αγωνίας και ανασφάλειας. Τις συνθήκες αυτές τις έχει καταδείξει επανειλημμένως η Ο.Τ.Ο.Ε. μέσα από τους συνδικαλιστικούς της αγώνες. Από την πρώτη δεκαετία του 2000, που άρχισαν να γενικεύονται οι ιδιωτικοποιήσεις των τραπεζών, οι τραπεζοϋπάλληλοι βιώνουν ίσως τις πλέον στρεσογόνες συνθήκες εργασίας στην Ελλάδα. Υπό το πρόσχημα της αξιολόγησης οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν μεταφέρει στους υπαλλήλους τους το βάρος προώθησης των τραπεζικών υπηρεσιών. Η συγκεκριμένη πρακτική φέρει τον «αθώο» τίτλο «ατομική στοχοθεσία». Σύμφωνα μ' αυτήν ο υπάλληλος οφείλει να πετύχει τον αριθμό των στόχων που του ορίζει η τράπεζα σε ό,τι αφορά την προώθηση των υπηρεσιών της.

Τα νέα τραπεζικά ήθη, που μετατοπίζουν την επιχειρηματική ευθύνη από τις διοικήσεις στους απλούς υπαλλήλους, έχουν αποτέλεσμα τον υπερβολικό φόρτο εργασίας για τους τελευταίους. Είναι σαν να ανατίθεται σε υπάλληλο ενός σούπερ μάρκετ η ευθύνη, πέρα από την εξυπηρέτηση των πελατών ή την ταξινόμηση των εμπορευμάτων, και για την προσέλκυση πελατείας· ή σε βιομηχανικό εργάτη η προώθηση στην κατανάλωση των προϊόντων που παράγει η βιομηχανία! Ό,τι δηλαδή δεν κατορθώνουν οι ίδιες οι τράπεζες με τις διαφημιστικές τους καμπάνιες, εφόσον δεν προσελκύουν νέους πελάτες, οφείλουν να το πετύχουν οι απλοί εργαζόμενοι! Για την επίτευξη του στόχου οι τράπεζες «οπλίζουν» τους υπαλλήλους τους με ισχυρές δόσης εκφοβισμού για το εργασιακό τους μέλλον, με προτροπές αλίευσης πελατών από τον οικογενειακό, τον συγγενικό και τον φιλικό τους κύκλο, εξωθώντας τους υπαλλήλους σε σύγκρουση με το περιβάλλον τους, και με το ακαταμάχητο «ατού» που ονομάζεται… τηλεφωνικός κατάλογος!

Ο τραπεζικός υπάλληλος, εκτός του ότι υποχρεώνεται να υπομείνει τη διεύρυνση του πραγματικού του χρόνου εργασίας, είναι υποχρεωμένος και να μετέλθει μία παράνομης μορφής διαφήμιση, παρενοχλώντας ανυποψίαστους πολίτες σε ώρες συνήθως κοινής ησυχίας, για να ικανοποιήσει την απληστία των εργοδοτών του. Το άγχος του, λόγω των αφόρητων στρεσογόνων πιέσεων, συνιστά ένα διεστραμμένο εργασιακό «σάλτο μορτάλε» με οδυνηρές επιπτώσεις στην υγεία του, τη σωματική και την ψυχική. Κι εννοείται, φυσικά, πως ακόμα κι αν κάποιοι υπάλληλοι κατορθώσουν να εκπληρώσουν τους στόχους που τους ανατέθηκαν, δεν πρόκειται να ηρεμήσουν: η εκπλήρωση ενός στόχου σημαίνει για την τράπεζα την άνοδο της βάσης του, με σκοπό την υπερεκμετάλλευση που θ' αποφέρει ακόμη μεγαλύτερα κέρδη.

Η παραπάνω πραγματικότητα αποτελεί αντικείμενο συνδικαλιστικού αγώνα για την Ο.Τ.Ο.Ε., η οποία την έχει περιγράψει με κάθε αφορμή. Σχετική ανακοίνωσή της, μάλιστα, για συνάντηση εργασίας με θέμα την ατομική στοχοθεσία και το εργασιακό στρες είναι αναρτημένη και στην ιστοσελίδα του Σ.Ε.Μ.Ε.Τ. (http://www.semet.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=108&Itemid=34)! Ποια ανάγκη, λοιπόν, είναι πιθανό να οδηγεί καί τους εργαζομένους της «Marfin» στη δημοσίευση της συγκεκριμένης ανακοίνωσης της Ο.Τ.Ο.Ε., αν δεν υπάρχει αντίκρισμα στην εργασιακή πραγματικότητα της τράπεζας, για το «άψογο» καθεστώς της οποίας ο κ. Βγενόπουλος διαρρηγνύει τα ιμάτιά του; Οι στοχεύσεις των τραπεζικών διοικήσεων είναι ολοφάνερες: μεγιστοποίηση του κέρδους τους, με ταυτόχρονη απομύζηση των κατώτερων υπαλλήλων τους.

Το νέο και πλέον ανησυχητικό της υπόθεσης είναι πως οι στοχεύσεις αυτές που παλιότερα δρομολογούνταν όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα, τώρα πλέον διατυμπανίζονται αδιάντροπα, ακόμη κι όταν φαινομενικά οι διοικήσεις τις αρνούνται, όπως συμβαίνει με τον κ. Βγενόπουλο. Και διατυμπανίζονται, γιατί η επιλογή των διοικούντων να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με δημόσιες εμφανίσεις δεν είναι τίποτε λιγότερο από απόπειρα να ελέγξουν πια τα νήματα της εξουσίας όχι υπογείως αλλά άμεσα.

 

Γιάννης Στρούμπας

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.