Το τέλος της Μεταπολίτευσης (;)
Tου Τάκη Καμπύλη
«Αι συζητήσεις μας περιεστρέφοντο σχεδόν αποκλειστικώς εις τα της τρεχούσης πολιτικής καταστάσεως. Ωμιλούσαμεν διά την συμπεριφοράν των ξένων έναντι του Κυβερνήτου και της Ελλάδος, διά τους φυλακισμένους εις τον Ιτσκαλέ Μαυρομιχαλαίους, διά τας περιέργους κινήσεις μερικών αρχόντων, του Καλαμογδάρτου, του Λόντου, του Παπαλεξόπουλου, του Ζαΐμη και άλλων (…) Μας είχεν όμως ενώσει η αγάπη και ο θαυμασμός προς τον Κυβερνήτην, ιδίως κατά τας ημέρας του Σεπτεμβρίου 1831, ότε αι πληροφορίαι των Αστυνομικών Αρχών περί μυστικών συσκέψεων των Αντικαποδιστριακών επληθύνοντο» …
Το απόσπασμα προέρχεται από κείμενο που εντόπισε στα Γαλλικά Αρχεία ο καθηγητής Ιστορίας Βασίλης Κρεμμυδάς. Γραμμένο το 1834 στο Παρίσι, φέρει τον τίτλο «Μικραί σημειώσεις διά μεγάλο συμβάν». Υπογράφεται από τον Μάρκο Φιλαλήθη, διευθυντή του Γυμνασίου Ναυπλίου – για την ταυτότητα του συγγραφέα ο Βασίλης Κρεμμυδάς διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις. Ωστόσο, τα ιστορικά πρόσωπα είναι πραγματικά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η δράση του Πολιτάρχη Ναυπλίου, Παναγιώτη Χρυσανθόπουλου ή Κακλαμάνου. Ο Πολιτάρχης ήταν, υπό τον Αστυνόμο, επιφορτισμένος για τη δημόσια τάξη (και υπεύθυνος για την κράτηση του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και των γιων του). Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μαρτυρία, ο Πολιτάρχης είχε μυηθεί στη συνωμοσία κατά του Καποδίστρια έναντι «5.000 ταλλήρων».
Τα «τάλληρα», όπως προκύπτει από τη μαρτυρία του Γυμνασιάρχη, είχαν και συμβολική αξία.
Από τον Καποδίστρια ετέθη (για πρώτη φορά) η έννοια του εκσυγχρονισμού η οποία έμελλε να μεταλλαχθεί – από τότε μέχρι σήμερα – αποκλειστικά σε διαχωριστικό παράγοντα των δύο μεγάλων αντιπάλων ρευμάτων στην ελληνική κοινωνία – και Ιστορία. Δυστυχώς όχι τόσο ως προς το πολιτικό του περιεχόμενο, αλλά μάλλον ως μικροπολιτική αντιπαράθεση.
Η εκάστοτε συγκυρία διαμόρφωνε κάθε φορά το περιεχόμενό του ανάλογα με τους κερδισμένους ή τους χαμένους της εξουσίας. Η «αντικαποδιστριακή παράταξη» μετεξελίχθηκε στην παράταξη του «βασιλιά – πατέρα» Οθωνα ή στη «μικρή αλλά έντιμο Ελλάδα» μετά το φιάσκο της «Εθνικής Εταιρείας» και του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 ή στον «λαό των αντιβενιζελικών» του μεσοπολέμου. Από την άλλη πλευρά, η δημιουργική καταιγίδα του Τρικούπη συνεχίστηκε στα χρόνια του Βενιζέλου (της Μεγάλης Ιδέας και του αστικού εκσυγχρονισμού).
Στη δίνη των διχασμών, ο εκσυγχρονισμός του Καποδίστρια έχασε το πολιτικό του περιεχόμενο, αφού ταυτιζόταν όλο και περισσότερο όχι με τις παραδοσιακές διαιρέσεις και τις νέες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά σχεδόν αποκλειστικά με τη νομή της εξουσίας.
Μετατρεπόταν σε κενό γράμμα, σε σύνθημα.
Ο Εμφύλιος επέτεινε την πόλωση της ελληνικής κοινωνίας με τον χειρότερο τρόπο, αφού νομιμοποίησε σε πρωτοφανή κλίμακα τη φυσική εξόντωση του (πολιτικού) αντιπάλου. Η έννοια του εκσυγχρονισμού έχασε οριστικά το αυτονόητο περιεχόμενό της.
Υποτίθεται πως η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας ήρθε με τη Μεταπολίτευση. Αλλά η πολιτική κουλτούρα που κληροδότησε ο Εμφύλιος επέβαλε ένα λαϊκίστικο ρεβανσισμό και διέψευσε τις προσδοκίες για την αυγή του νέου πολιτικού πολιτισμού.
Ετσι, το αίτημα του εκσυγχρονισμού (μέχρι την οκταετία Σημίτη) εξακολούθησε να διαιρεί πρόσωπα και μηχανισμούς, αλλά όχι και να τροφοδοτεί πραγματικές πολιτικές προτάσεις (ή συγκρούσεις).
Δεν αφορούσε, στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, όλους τους Ελληνες, αλλά ανήκε περίπου δογματικά σε όσους τα προηγούμενα χρόνια είχαν βρεθεί εκτός νομής εξουσίας. Με λίγα λόγια, ο εκσυγχρονισμός ως αίτημα δεν παρήγε πολιτική, αλλά, για μία ακόμη φορά, κομματική δικαίωση. Οι δυνάμεις της «Αλλαγής» μετεξελίχθηκαν πρωτίστως σε δυνάμεις λαϊκισμού, θολώνοντας το αύριο με το χθες.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '90, το ελληνικό παράδοξο έκανε το «θαύμα» του. Οι δύο βασικοί παίκτες του πολιτικού μας συστήματος φάνηκε πως διέγνωσαν την ανάγκη του εκσυγχρονισμού, αλλά τον χρησιμοποίησαν και πάλι ακυρώνοντάς τον. Η ευθύνη βαραίνει περισσότερο τη Νέα Δημοκρατία.
Χρησιμοποιήθηκε από το συγκεκριμένο κόμμα πρωτίστως ως μέθοδος μιας «διόρθωσης» παλαιοκομματικού χαρακτήρα. Το επιχείρημα ήταν μάλλον απλό: η (όποια) αναδιανομή εθνικού εισοδήματος από το ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίσθηκε «κομματική εξυπηρέτηση πασόκων» και «αποκλεισμός νεοδημοκρατών από την κρατική πίτα». Ετσι, η Νέα Δημοκρατία νομιμοποίησε – λέει χαρακτηριστικά ο Παναγής Παναγιωτόπουλος (διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθήνας) – την επί των ημερών της γιγάντωση της διαφθοράς.
Στην πρόσφατη καραμανλική πενταετία αποδείχθηκε ότι ο «νεοδημοκρατικός εκσυγχρονισμός» ήταν περισσότερο ένα πρόσχημα για να «διορθωθούν» οι αδικίες της πασοκικής διακυβέρνησης. Το ρητό «το νόμιμο είναι και ηθικό» αποτελεί την πεμπτουσία της αλλοίωσης κάθε έννοιας πολιτικής αλλαγής. Ενας κοτζαμπασισμός απλοϊκός, αλλά και επικερδής (για αρκετούς).
Στις πρόσφατες δηλώσεις του μετά τη μεγάλη του νίκη, ο Γιώργος Παπανδρέου δείχνει πως επαναθέτει την πολιτική στο τραπέζι της διακυβέρνησης. Και πως το κόμμα του (ή έστω ο ίδιος και η στενή ηγετική ομάδα) έχει πλέον συνειδητοποιήσει ότι ο εκσυγχρονισμός δεν μπορεί να έχει αποκλειστικά κομματικό περιεχόμενο.
Η διαφαινόμενη ενεργοποίηση δυνάμεων έξω από κομματικούς χώρους και η αναπροσαρμογή ύφους και ήθους εξουσίας αποτελούν θετικά σημάδια για τη χαμένη τιμή του (ελληνικού) εκσυγχρονισμού. Αν επιμείνει, θα δικαιολογήσει τη λευκή επιταγή της 4ης Οκτωβρίου. Θα είναι ο πολιτικός που θα κλείσει -επιτέλους- την εποχή της Μεταπολίτευσης.
Ας ακούσει προσεκτικά τα λόγια του Φιλαλήθη: «Ητο η Κυριακή 27η Σεπτεμβρίου 1831. Παρήλθον σχεδόν τρία έτη έκτοτε, και εάν αποφάσισα να αφηγηθώ μερικά από τα συμβάντα του τελευταίου προ της δολοφονίας 24ώρου, τα οποία εγνώριζον ήδη από την εποχήν εκείνην, δεν το πράττω ίνα αποκαλύψω αγνώστους πτυχάς των γεγονότων, αλλά κυρίως διά να είπω πόσον ο Κακλαμάνος είχεν, από την πλευράν του, δίκαιον να υπακούη περισσότερον εις τους κοινωνικώς ισχυρούς και ολιγώτερον εις τας κατά νόμον υποχρεώσεις του, αφού τελικώς ο νόμος δεν ηδυνήθη να φθάση έως της τιμωρίας των πραγματικών ενόχων, των οργανωσάντων δηλαδή την συνωμοσίαν, μηδέ και αυτού του Κακλαμάνου, εκτελεστικού όντος εις την ουσίαν οργάνου».
Ιnfo
– Βασίλη Κρεμμυδά, «Ψηλαφήσεις ενός ιστορικού», Αθήνα 2009, εκδ. Βιβλιοθήκη Μουσείου Μπενάκη
– Γιάννη Βούλγαρη, «Η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση στην Παγκοσμιοποίηση», Αθήνα 2008, εκδ. Πόλις
– Στάθη Γουργουρή, «Εθνος όνειρο», Αθήνα 2007, εκδ. Κριτική
– Γιάννη Γιαννουλόπουλου, «Η ευγενής μας τύφλωσις», Αθήνα 2001, εκδ. Βιβλιόραμα
– Δημήτρη Α. Σταματόπουλου, «Το Βυζάντιο μετά το Εθνος», Αθήνα 2009, εκδ. Αλεξάνδρεια
– Δέσποινας Παπαδημητρίου, «Από τον λαό των νομιμοφρόνων στο έθνος των εθνικοφρόνων», Αθήνα 2006, εκδ. Σαββάλας
ΠΗΓΗ1: Δευτέρα, Οκτώβριος 12, 2009,
http://enstaseis.blogspot.com/2009/10/blog-post.html
ΠΗΓΗ2: Hμερομηνία δημοσίευσης: 11-10-09
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_11/10/2009_332950