Νεοελληνικός μηδενισμός
Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Στην νεοελληνική πραγματικότητα, η λέξη μηδενιστής, χρησιμοποιήθηκε συνήθως από την κατεστημένη «κομματοκρατίλα«, ενάντια σε όσους τολμούσαν να ασκούν κριτική στο μεταπολιτευτικό καθεστώς, «δίχως να έχουν πρόταση«. Στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση, οι κυρίαρχες ελίτ «χτυπούσαν» ως λαϊκιστή, όποιον τολμούσε να έχει μεν πρόταση, αλλά μπολιασμένη με ανθρωπιά και ευαισθησία.
Με αυτές τις ταμπέλες νομιμοποιήθηκε στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, η ιδεολογική ηγεμονία του «εκσυγχρονισμού» που καταδίκασε στη σιωπή, τις τελευταίες δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, αναδεικνύοντας τον νεοελληνικό μεταπρατικό παρασιτικό καπιταλισμό σε κυρίαρχη αφήγηση της κοινωνίας.
Όμως, τόσο το σημιτικό όσο και το καραμανλικό γκουβέρνο, γνώριζαν πολύ καλά ότι αυτοί τους οποίους κατήγγειλαν ως «μηδενιστές» είχαν «αξίες». Ενδεχόμενα αταξικές, ενδεχόμενα βίαια επαναστατικές, αλλά πάντως είχαν αξίες. Και το πιστοποίησαν έντρομοι το Δεκέμβρη του 2008 όταν η δολοφονία ενός 15χρονου, ανέδειξε εν τοις πράγμασι την αξία της ανθρώπινης ζωής ως υπέρτερη της καταναλωτικής βουλιμίας του Κολωνακίου.
Στην διακυβέρνηση ΓΑΠ, ο θίασος που το έπαιζε κυβέρνηση, είχε την πεποίθηση ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν αξίες που να υπερβαίνουν το άτομο και ότι όλα τα «σχετικά» είναι μόνο συγκαλυμμένες αξιώσεις κυριαρχίας και κατά συνθήκην ψεύδη μιας κοινωνίας που αρνιόταν να εξευρωπαϊστεί. Αυτή ήταν άλλωστε η βιωματική εμπειρία τους από τα ταξίδια τους στο εξωτερικό, αλλά και από την συναναστροφή με την πασοκική πλέμπα της κοινωνίας. Γι’ αυτούς όλους η ανομολόγητη αλλά υπέρτατη αξία ήταν η απαξίωση των αξιών. Γι’ αυτό και αντιμετώπισαν σαν γραφικά απολιθώματα όσους τόλμησαν να εκφράσουν την πίστη τους σε υπερατομικές αξίες. Οι «ονειροπόλοι» που δεν ενσωματώνονταν στο σύστημα, χάλαγαν την πιάτσα. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι, ότι αν ο «μηδενισμός» του 19ου και του 20ου αιώνα τον οποίο υπερασπίζονταν οι ρώσοι αναρχικοί ή οι αντιαστοί «τρομοκράτες», ανακήρυσσε ας πούμε το θάνατο του Θεού, ετούτοι εδώ ανακήρυσσαν τώρα – μ’ έναν τρόπο – ακόμη και το θάνατο του αθεϊσμού. Θυμηθείτε τον ΓΑΠ να ανάβει κερί στο καντηλέρι με το πλαστικό ποτηράκι και θα καταλάβετε τι εννοώ. Ακόμη και η δήθεν προοδευτική θέση τους για το μεταναστευτικό, είχε στον πυρήνα της την μετα-μηδενιστική ιδέα μιας κοινωνίας τύπου «χυλού». Στο ίδιο πλαίσιο, ακόμη και η τρομερή λέξη «αντιεξουσιαστής» κατάντησε ένα αδειανό κυριαρχικό στερεότυπο δίχως περιεχόμενο. Πρόκειται ακριβώς για την εξάντληση όλων των αξιών. Ακόμη και των μηδενιστικών αξιών. Πρόκειται για τον ολοκληρωμένο μηδενισμό. Αυτός ο μηδενισμός, βρίσκει σήμερα την αντανάκλαση του στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας. Αυτό συνέβη. Ο ολοκληρωμένος μηδενισμός των παρασιτικών ελίτ, μέσα σε 30 περίπου χρόνια, κονιορτοποίησε το ελληνικό άτομο. Εξάντλησε την άλλοτε πανίσχυρη βούληση της ελληνικής κοινωνίας, από την οποία πήγαζε τόσο το αντιστασιακό ήθος της, το αξιακό της πρόταγμα, αλλά ακόμη ακόμη και η επαναστατική-μηδενιστική ορμή της. Με άλλα λόγια ο μετα-μηδενισμός τύπου Χρυσοχοίδη ήταν ισχυρότερος του μηδενισμού της 17Ν.
Ο μετα-μηδενισμός των παρασιτικών ελίτ, «πυροδότησε» εν τέλει την απενεργοποίηση της έμφυτης δυνατότητας των ανθρώπων, να είναι ελεύθεροι. Πρόκειται ουσιαστικά για άρνηση της ίδιας της ανθρώπινης ταυτότητας που συνεπάγεται την τυφλή και άνευ όρων παράδοση σ’ αυτούς που επιδιώκουν να καταργήσουν το ανθρωποκεντρικό κεκτημένο σ’ αυτή τη γωνιά της γης. Οι καναπεδάτοι νεοέλληνες επαναστάτες του freddo, είναι στην πραγματικότητα δεσμώτες αυτού του μετα-μηδενισμού, ο οποίος πλέον έχει ξεπεράσει το επίπεδο των θεσμών και έχει φωλιάσει για τα καλά στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Και εκεί ακριβώς καταφέρνει την ακραία επιδίωξη κάθε ολοκληρωτισμού. Τη διάσπαση – από τα μέσα – της προσωπικότητας και τη μετατροπή της σε άνευρο χυλό. Στη θέση της ισχυρής βούλησης του μεταπολεμικού νεοέλληνα, του Έλληνα που αντιστέκεται με βάση το αξιακό πρόταγμα της κοινωνίας για ελευθερία, δημιουργία και αλληλεγγύη, τοποθετήθηκε το αγχωτικό κυνήγι όλο και πιο νέων μορφών ηδονισμού. Από το σκυλάδικο, το τζόγο και τον εύκολο και πάσει θυσία πλουτισμό του χρηματιστηρίου μέχρι τις πουτάνες του ανατολικού μπλοκ και το χρησιμοθηρικό βόλεμα στο δημόσιο ή τα διακοποδάνεια, το εκκρεμές του ηδονιστικού μηδενισμού χτυπάει κόκκινα. Τα θέλουμε όλα, τα θέλουμε τώρα και στα ……..μας, είναι το moto που δονεί την ύπαρξη. Και την ντουντούκα με το σύνθημα αυτό δεν τη κρατά ο Λαός. Την κρατάει το Mega, το Star, η Athens Voice, ο Θέμος, η Esspreso και ο Κωστόπουλος. Η φωνή που τσιγκλάει την ενστικτώδη επιθυμία, δεν είναι η φωνή του Λαού. Είναι η φωνή των Πάγκαλων που γυρεύουν να «μεταλαμπαδεύσουν» το εντός τους αβυσσαλέο κενό. Γιατί, όταν τη σημαία – ως σύμβολο της όποιας συλλογικότητας – την παίρνει ο άνεμος, τότε τη συλλογικότητα την παίρνει ο διάολος. Γιατί, όταν ο Σκανδαλίδης πουλάει μούρη το 1990 φωτογραφιζόμενος με την απαστράπτουσα μοτοσυκλέτα του – αξίας 7.000.000 δραχμών – και ο υπουργός παιδείας Άρης ποζάρει ως σύμβολο του σεξ, τι να σου κάνει και το έρμο το σεξ, τι να σου κάνει και ο κάθε easyrider νεοέλληνας!
Ως εκ τούτου, όταν κάποια μέρα, η ακόρεστη δίψα για όλο και περισσότερα εξαντληθεί, νομοτελειακά, όταν το εκκρεμές οδηγηθεί στο άλλο του άκρο, θα μας προκύψει η σημερινή πραγματικότητα. Εγκατάλειψη, παραίτηση και δειλία μπροστά στη δυστυχία και στα ζόρικα. Αυτοκτονία μπροστά στον κίνδυνο να μην είμαστε πια, αυτό που οι άλλοι νόμιζαν ότι είμασταν. Μιλάμε για αρρώστια.
Νομίζω, ότι αυτό που συμβαίνει στη χώρα, είναι κοινωνική ασθένεια. Πρόκειται για μια ψυχοπαθολογία που μεταδόθηκε στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας από τις μετα-μηδενιστικές παρασιτικές ελίτ. Έτσι, αν η χώρα υπήρξε για δεκαετίες μια παρασιτική απόφυση της Δύσης, αν οι ελληνικές ελίτ υπήρξαν αποφύσεις των δυτικών μεγαλοαστών, τώρα, κατ’ αναλογία, το νεοελληνικό άτομο φαντάζει για τον διπλανό του, σαν μια απόφυση της κοινωνίας. Ο διπλανός μας μετατράπηκε σε κάτι σαν σκωληκοειδίτη που μερικές φορές πονάει και πρέπει να αποκοπεί. Δείτε πως οργίζονται τώρα οι «εκσυγχρονιστές», δείτε πως καταγγέλλουν τώρα τις «αποφύσεις’, όλοι αυτοί που τις εξέθρεψαν! Για τους μηδενισμένες υπάρξεις τους ανησυχούν. Τρέμουν στην ιδέα οτι ο Λαός μπορεί να βεβαιωθεί κάποια στιγμή για την παρασιτική λειτουργία τους. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι, ότι αυτή η νοσηρή πραγματικότητα, δεν αλλάζει πλέον ούτε με αλλαγή των θεσμών, ούτε με πολιτική αλλαγή, ούτε καν με αλλαγή κοινωνικού υποδείγματος, όσο κι αν αυτά, ενδεχόμενα, προαπαιτούνται. Εδώ απαιτείται αλλαγή του ανθρωπολογικού τύπου που ενσαρκώνει αυτή την ψυχοπαθολογία. Απαιτείται ριζική αλλαγή του υποκειμένου. Απαιτείται αλλαγή των ψυχών. Τέτοιου είδους επ-ανάσταση!
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ, 27.12.12