ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Η κυβέρνηση υπό την πίεση των εκπροσώπων των δανειστών μας και των εταίρων μας, που κόπτονται για τη βοήθεια που μας προσφέρουν, σύρεται στην εκποίηση και του τελευταίου τμήματος της κρατικής περιουσίας. Δεν συνιστά αυτό έκπληξη και η διαμαρτυρία για μη τήρηση προεκλογικών δεσμεύσεων μάλλον αφέλεια δηλώνει.
Από εικοσαετίας και πλέον ήταν ξεκάθαρο ότι οι κυβερνήσεις υπό την πίεση του κεφαλαίου θα ενέδιδαν στην εκποίηση και θα αδιαφορούσαν για τις όποιες αντιδράσεις εκδηλώνονταν εκ μέρους των οπαδών του κρατισμού. Άλλως τε η πλειοψηφία του λαού στηρίζει σταθερά πολιτικά σχήματα, που δεν κρύβουν ότι είναι υπέρμαχα της λεγόμενης οικονομίας της αγοράς.
Έχουμε γράψει σε παλαιότερα άρθρα ότι το κράτος δέχθηκε κατά μέτωπο επίθεση από τους διεθνείς κερδοσκόπους του κεφαλαίου αμέσως μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Τότε οι οπαδοί του καπιταλισμού πανηγύρισαν τον θρίαμβο της αστικής οικονομίας και διακήρυξαν ότι το κράτος είναι κάκιστος επιχειρηματίας. Ως εκ τούτου πρέπει να μειωθούν δραστικά οι οικονομικές του δραστηριότητες και να περιοριστεί αυτό σε ρόλο ελεγκτού των δραστηριοτήτων των ιδιωτών. Ελάχιστα προβλήθηκε η εκποίηση της κρατικής περιουσίας στις κομμουνιστικές χώρες από πρώην κομμουνιστές, οι οποίοι ξύπνησαν μια ωραία πρωία ως υπέρμαχοι της ως τότε μισητής του αντίπαλης ιδεολογίας. Στις χώρες με καπιταλιστικό σύστημα δεν ήταν δυνατόν να συμβεί ανατροπή. Επέλεξαν άλλη μέθοδο, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία. Η κατηγορία κατά του κράτους ως κακού επιχειρηματία έπρεπε να συνοδευτεί από απτές αποδείξεις. Ας εξετάσουμε τη μέθοδο που εφαρμόστηκε στην πατρίδα μας. Οι δημόσιες επιχειρήσεις μετατράπηκαν σε κομματικά φέουδα, τα οποία ανέλαβαν το ρόλο ναυαγοσωστικών, καθώς η ιδιωτική οικονομία κατέρρεε αδυνατούσα να σταθεί στον άγριο ανταγωνισμό της παγκοσμιοποιημένης αγοράς μετά την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ.
Στη δημόσια επιχείρηση καλλιεργήθηκε στο έπακρο η αντίληψη ότι ο εργαζόμενος δεν έχει χρέος να συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας ιδιαίτερα, αν έχει την προστασία του κόμματος εξουσίας. Οι συνδικαλιστές θεώρησαν πρώτιστο χρέος να δικαιώνουν τους ρέποντες προς την οκνηρία, καθώς με την πάροδο του χρόνου απέκτησαν δικαιώματα συνδιοίκησης στις ΔΕΚΟ. Οι κυβερνήσεις που ήδη από τη δεκαετία του 1990 είχαν θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο της συρρίκνωσης των δημοσίων επιχειρήσεων, ενέτειναν την κακοδιοίκηση, την αλόγιστη αύξηση του προσωπικού, την κατασπατάληση των πόρων και τη δυσφήμηση των επιχειρήσεων, προκειμένου εν καιρώ να έχουν σύμμαχο την κοινή γνώμη. Ενθυμούμαι, ως εργαζόμενος στη ΔΕΗ, τις διαμαρτυρίες πελατών, εν πολλοίς άδικες, και το ξέσπασμά της αγανάκτησής τους στον λόγο: «Πότε να σας πουλήσουν, να έχουμε φθηνό ρεύμα»! Κατά βάση πάντως ο εχέφρων πολίτης εμπιστευόταν το Κράτος περισσότερο από τον ιδιώτη. Τρανή απόδειξη η προτίμηση προς την Cosmote παρά την καθήλωση του κρατικού φορέα τηλεπικοινωνιών στην αφετηρία με απόφαση της τότε κυβέρνησης. Επειδή όμως η συνταγή του Γκαίμπελς «συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, στο τέλος κάτι μένει», έχει διαχρονική αξία, οι κυβερνήσεις επέτυχαν χωρίς οδυνηρές γι' αυτές συνέπειες την τμηματική μετοχοποίηση των ΔΕΚΟ. Οι συνδικαλιστές, οι ταγμένοι στην υπηρεσία των κομμάτων εξουσίας, δεν έπεισαν ότι έδωσαν μάχες για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα αυτών. Απεναντίας σε πολλές περιπτώσεις προκάλεσαν το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Καθώς η αποβιομηχάνιση της χώρας εντεινόταν και αύξανε διαρκώς ο αριθμός των «σωσμένων» στις δημόσιες επιχειρήσεις, στις οποίες ο έλεγχος κατέρρεε, υπό τις επιδοκιμασίες των εργαζομένων ανεξαρτήτως ιδεολογίας, και η σπατάλη εντεινόταν, οι συντελέσαντες στο κακό προέβαλλαν στον ελληνικό λαό τα επιχειρήματα των διεθνών κερδοσκόπων, οι οποίοι επιβουλεύονται τα κράτη. Είναι τραγικό αλλά και εξοργιστικό συνάμα: Εμφανίζονται ως οπαδοί της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, συντελούν στην κατάρρευση των ΔΕΚΟ ασκούντες την εξουσία και καταγγέλλουν το απρόσωπο Κράτος ως κακό επιχειρηματία. Στήνουν κρατικά ΚΤΕΟ σε κάθε νομό και ευθύς αμέσως επιτρέπουν σε ιδιώτες να πράξουν το ίδιο, για να αγοραστούν και άλλα μηχανήματα από τους δημίους μας. Εξαναγκάζουν τη ΔΕΗ να αγοράζει την ενέργεια από τους μικρούς παραγωγούς, που φύτεψαν στο χωράφι τους φωτοβολταϊκά, σε τιμή εξοργιστικά υψηλή. Όρισαν τη ΡΑΕ να την επιτηρεί και αποδείχθηκε αυτή αυτοάνοσο νόσημα, καθώς εστράφη με πάθος κατά της Δημόσιας επιχείρησης ηλεκτρισμού. Φυσικά η ευθύνη για τις αθλιότητες της ΡΑΕ βαρύνουν αποκλειστικά τις κυβερνήσεις, την πολιτική των οποίων αυτή εφαρμόζει. Στη συνέχεια κομμάτιασαν κυριολεκτικά τη ΔΕΗ, προσέδωσαν στις θυγατρικές πληθώρα γελοίων και δυσνόητων τίτλων, φυγάδευσαν την τεχνογνωσία, που αποκτήθηκε σε διάστημα δύο γενεών μη ανανεώνοντας το προσωπικό, καταβαράθρωσαν τη μετοχή της στο χρηματιστήριο (παληά μου τέχνη…) και τώρα είναι έτοιμοι να αποδεχθούν προσφορές από εντόπιους και ξένους κερδοσκόπους. Στις εκποιήσεις οι τιμές είναι άκρως συμφέρουσες για τους αγοραστές. Πλησιάζει η ώρα που προσδοκούσαν εκείνοι που δεν ήσαν ικανοποιημένοι από την τιμολογιακή πολιτική της ΔΕΗ. Πλησιάζει και για τους άλλους, που πίστεψαν στο εύκολο κέρδος και επένδυσαν, δανειζόμενοι μάλιστα από τις «οραματιζόμενες» την ανάπτυξη της χώρας τράπεζες, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου η καταματωμένη οικονομικά χώρα μας να αντισταθμίσει τις μειώσεις πωλήσεων οχημάτων και άλλων βιομηχανικών ειδών των ακορέστων για κέρδη «εταίρων» μας.
Η ύφεση εντείνεται, η αποβιομηχάνιση καλπάζει, η ανεργία το ίδιο και οι κυβερνήσεις εντείνουν τις «φιλότιμες» προσπάθειες να ανακουφίσουν και άλλο από το βάρος εκείνους που κάτι κατέχουν ακόμη. Όταν πλέον απογυμνωθούμε, Κράτος και πολίτες, ίσως θα είναι ευκολότερο να κατανοήσουμε ότι: Κράτος, το οποίο δεν ελέγχει τους τομείς παιδείας, υγείας, τραπεζικό, ενέργειας, επικοινωνιών και μεταφορών δεν είναι κράτος, καθώς έχει εκχωρήσει την εξουσία στο παρακράτος των αδιστάκτων του χρήματος.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 16-7-2012