ΔΝΤ Το μακρύ χέρι της χρηματιστικής ολιγαρχίας και το «αόρατο χέρι» των ΗΠΑ
Του Ωμέγα
«Οι ΗΠΑ δεν έχασαν ποτέ ούτε δεκάρα. Είμαστε πολύ πιο ισχυροί ως χώρα χάρη σε ότι έπραξε το ΔΝΤ στο παρελθόν…»[1]. Μια συμφωνημένη προσφυγή της Ελλάδας, με την έγκριση των ηγετικών δυνάμεων της ΕΕ, έφερε το ΔΝΤ στην Ευρωζώνη. Είναι γεγονός ότι αυτό έγινε σε μια περίοδο κατά την οποία συγκρούονταν δύο βασικές πολιτικές διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης.
Σε αδρές γραμμές, η μία βρισκόταν στις εξαγγελίες του Μπαράκ Ομπάμα και η δεύτερη στη σκληρή μονεταριστική γραμμή του ΔΝΤ. Υποστηρικτές της τελευταίας βρίσκονται στον ηγετικό πυρήνα της Ευρώπης. Ωστόσο τα προγράμματα λιτότητας που εφαρμόζει το ΔΝΤ έχουν δείξει ότι, εκτός όλων των άλλων, επιδρούν και δημιουργούν πολιτικές ανακατατάξεις στις χώρες στις οποίες εφαρμόζονται. Το inprecor δημοσιεύει σήμερα το πρώτο μιας σειράς άρθρων που θα ακολουθήσουν, για να προσεγγίσουμε τις πολιτικές μεταβολές που σημειώνονται μετά την προσφυγή χωρών στο ΔΝΤ. Θέμα το οποίο λίγο έως καθόλου έχει απασχολήσει τις αναλύσεις του Τύπου και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας.
Το ΔΝΤ στην Ευρωζώνη μέσω Ελλάδας
Η αλλαγή της κυβερνητικής εξουσίας στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2009 αποτέλεσε την αφετηρία διεργασιών και διαβουλεύσεων που οδήγησαν στην –με τη θέληση και συγκατάθεση της Γερμανίας και άλλων συντηρητικών κυβερνήσεων της Ευρώπης– είσοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείο[2] στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Στη ζώνη του Ευρώ.
Ο κύβος ερίφθη στο Καστελόριζο τον Απρίλιο του 2010, με το διάγγελμα του Έλληνα πρωθυπουργού και προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργου Παπανδρέου. Οι έντονες ζυμώσεις που προηγήθηκαν για την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ -οι οποίες τελικά κατέληξαν το Μάρτιο του 2010 στη δημιουργία του τριμερούς μηχανισμού Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου- προκάλεσαν τις αντιδράσεις ελληνικών κομμάτων που καλύπτουν το πολιτικό φάσμα, τόσο απ’ τα «αριστερά» του ΠΑΣΟΚ όσο και απ’ τα «δεξιά» του και έχουν ως κοινό τους σημείο την υπεράσπιση της συμμετοχής της Ελλάδας στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ.
Ο Αντώνης Σαμαράς κατά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που έγινε τον Μάρτη του 2010, ήταν ο μόνος από τους συντηρητικούς πολιτικούς παράγοντες που τάχθηκε ανοικτά κατά της ανάμιξης του ΔΝΤ στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη. «Ξεκαθάρισε ότι ο ίδιος είναι φανατικός υπέρμαχος της ενωμένης Ευρώπης, υπενθυμίζοντας ότι ως υπουργός Εξωτερικών υπέγραψε πριν από 17 χρόνια τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Και υπογράμμισε με έμφαση ότι δεν πρέπει να μπει το ΔΝΤ στην Ευρωζώνη, διότι θα περάσει προς τα έξω εικόνα ανεπαρκούς αυτάρκειας της Ευρώπης και αναξιοπιστίας των ευρωπαϊκών θεσμών, εάν μια χώρα της Ε.Ε. καταφύγει σε μη ευρωπαϊκούς οργανισμούς». [3]
Ο Συνασπισμός σημείωνε μεταξύ άλλων: «Ιδιαίτερα η πρόβλεψη για τη συμμετοχή του ΔΝΤ αποτελεί τη μεγαλύτερη ομολογία αδυναμίας της σημερινής Ε.Ε. αλλά και προϊδεάζει για ακόμη πιο σκληρά μέτρα για τους εργαζόμενους και τους οικονομικά αδύνατους. Φαίνεται πως με τη σημερινή συμφωνία ενισχύεται η νεοφιλελεύθερη λογική του Συμφώνου Σταθερότητας».[4] Ενώ ο πρόεδρος του κόμματος Αλέξης Τσίπρας σε δηλώσεις του τόνιζε πως «Το σχέδιο που ανακοινώθηκε χθες (σ.σ. 25/3/2010) είναι κατά τι χειρότερο απ’ αυτό που είχε περιγραφεί στην προηγούμενο σύνοδο της Ε.Ε. την 11η του Φλεβάρη. Εκεί είχε περιγραφεί ένα σχέδιο χωρίς την παρουσία του ΔΝΤ. Σήμερα λοιπόν η ανάλυση αυτού του σχεδίου με την παρουσία του ΔΝΤ είναι ένα αρνητικό στοιχείο, και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Για την Ευρώπη γιατί στα χωράφια της πια μπαίνει το ΔΝΤ σε μια χώρα της ευρωζώνης. Για την Ελλάδα είναι αρνητικό γιατί ξέρουμε ότι το ΔΝΤ είναι ένας πολύ σκληρός οργανισμός., ο οποίος έχει την τεχνογνωσία του σοκ. Σκληρά μέτρα, ανάλγητα μέτρα…».[5]
Αυτές οι πολύ χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις, τόσο του Συντηρητικού Κόμματος της ΝΔ υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά (που συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα), όσο και του «Ευρωκομμουνιστικού» Συνασπισμού (που συμμετέχει στο Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς) δείχνουν το είδος των διαφοροποιήσεων και των διεργασιών που συντελούνται στο πολιτικό σύστημα τόσο της Ελλάδας, όσο και άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το τι βάθος θα έχουν και αν θα αποδειχτούν ικανές να δημιουργήσουν σοβαρές ανακατατάξεις[6] στις σημερινές ισορροπίες και τον υπάρχοντα συσχετισμό δυνάμεων μένει να επιβεβαιωθεί απ’ τις εξελίξεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι αμφότεροι, αυτοί οι δύο ελληνικοί πολιτικοί σχηματισμοί αποτελούν ένθερμους υποστηρικτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο διάστημα των ζυμώσεων για την προσφυγή στο ΔΝΤ υπήρξαν και αρκετοί δημοσιογραφικοί «φωστήρες» που υποστήριζαν κατηγορηματικά: «Προσφυγή στο ΔΝΤ – ¨Η απόλυτη μπούρδᨻ[7] (!!!!).
Με αφορμή την οξύτητα που αποκτά η παγκόσμια οικονομική κρίση ιδιαίτερα από το 2007, καθώς και την αστάθεια του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος που είναι παρατεταμένη, το ενδιαφέρον εστιάζεται πάλι στους διεθνείς μηχανισμούς από όπου το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο προσπαθεί να ελέγξει την κρίση και κυρίως να την φορτώσει στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Ένας τέτοιος οργανισμός είναι και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο ρόλος του ΔΝΤ έχει αναλυθεί σε άπειρα δημοσιεύματα με ιδιαίτερη έμφαση στις πολιτικές σκληρής λιτότητας.
Το ΔΝΤ αντιμετωπίζεται ως το «αόρατο χέρι» των ΗΠΑ στις πολιτικές που χαράσσει με τις κυβερνήσεις των χωρών που έχουν προσφύγει σ’ αυτό. Πολιτικές που οδηγούν όχι μόνο στην ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία του μονοπωλιακού κεφαλαίου και την ακόμα πιο σκληρή εκμετάλλευση των λαών και του πλούτου τους, αλλά κυρίως στην ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση αυτών των χωρών από τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ. Επόμενο είναι οι πολιτικές αυτές να επιδρούν σε όλες τις σφαίρες της ζωής μιας χώρας και συνοδεύονται, όπως δείχνει η μέχρι τώρα πείρα, από αλλαγές στην πολιτική των κομμάτων και στους ίδιους τους κομματικούς σχηματισμούς, στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος, στον ρόλο του συνδικαλιστικού κινήματος κλπ. Με απλά λόγια, η προσφυγή μιας χώρας στο ΔΝΤ συνεπάγεται και την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος αυτής της χώρας.
ΔΝΤ και Σχέδιο Μάρσαλ
Στην Ελλάδα, μια χώρα «μέσου επιπέδου ανάπτυξης του καπιταλισμού» [8] και σε εξαρτημένη[9] θέση στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, η οποία έγινε δεκτή –για λόγους σκοπιμότητας[10]– στους κόλπους του σκληρού πυρήνα της ΕΕ, μετά τον τριμερή έλεγχο και την εποπτεία του ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ άρχισε να εμφανίζεται μια αρθρογραφία που μιλάει για την ανάγκη ενός νέου Σχεδίου Μάρσαλ που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση. Η αρθρογραφία αυτή εντάθηκε μάλιστα, μετά από την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιουλίου 2011. Για παράδειγμα η εφημερίδα «Τα Νέα»[11] έγραψε: «Το Σχέδιο Μάρσαλ αποτέλεσε μια (πρώτη εκδοχή) εξαγωγής των αντιλήψεων και των πρακτικών που είχαν διαμορφωθεί στις ΗΠΑ. Έτσι δεν ήταν αποκλειστικά ένα πρόγραμμα οικονομικής αρωγής, αλλά παράλληλα μια προσπάθεια προώθησης ενός νέου τρόπου ζωής, μιας αντίληψης για τη συνεργασία κράτους, επιχειρήσεων και εργατών που είχε ρίζες στην ανακαινιστική προσπάθεια του New Deal. Στην πορεία, η συντηρητική αναδίπλωση στις ΗΠΑ και οι προτεραιότητες της αντιπαράθεσης με τη Σοβιετική Ένωση οδήγησαν στην υποχώρηση των «κοινωνικών» ιδεών του σχεδίου προς όφελος των πιο επιθετικών και στρατιωτικών χαρακτηριστικών της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής».
Με αυτό τον τρόπο γίνεται προσπάθεια να ωραιοποιηθεί το Σχέδιο Μάρσαλ σαν ένα σχέδιο, το οποίο στην αρχική του σύλληψη είχε «κοινωνικές» ιδέες, αλλά στη συνέχεια οι ιδέες αυτές υποχώρησαν λόγω της «συντηρητικής αναδίπλωσης στις ΗΠΑ» από την ανάγκη αντιπαράθεσης με την ΕΣΣΔ. Το άρθρο αυτό και οι σχετικές με αυτό απόψεις που διατυπώνονται, υποβάλλουν με πολύ έξυπνο τρόπο, πως τώρα, που δεν υπάρχει η ΕΣΣΔ, μένει να εμφανιστεί για τις ανάγκες του σήμερα η «κοινωνική» εκδοχή του Σχεδίου Μάρσαλ που δεν μπόρεσε τότε να αναπτυχθεί!
Μια άλλη, πιο επιθετική άποψη που βασίζεται σε χοντροκομμένη αναθεώρηση ιστορικών στοιχείων, είναι η άποψη που διατυπώνει η Helen Thompson[12]. Η αρθρογράφος, καθηγήτρια του Κέιμπριτζ, αντιπαραθέτει το Σχέδιο Μάρσαλ στους μηχανισμούς που καθιέρωσαν οι συμφωνίες του Bretton Woods όπως ήταν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Υποβαθμίζει εντελώς τον ρόλο του ΔΝΤ σε σχέση με το Σχέδιο Μάρσαλ, αλλά αδυνατεί να εξηγήσει τελικά γιατί το Σχέδιο Μάρσαλ έχει πάψει να υπάρχει από το 1952-53, ενώ το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα όχι μόνο εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά είναι και καθοριστικοί παράγοντες της λειτουργίας της καπιταλιστικής οικονομίας μέχρι σήμερα. Το υλικό μάλιστα που χρησιμοποιεί στο άρθρο της υπονομεύει τα συμπεράσματα της, για τον απλούστατο λόγο ότι, οι ΗΠΑ επωφελήθηκαν από την κυρίαρχη θέση τους και εκμεταλλεύτηκαν όλες τις δυνατότητες που ανοίγονταν μπροστά τους, για την ηγεμονία τους στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Η Ευρώπη και ο κόσμος μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο
Στην περίπτωση της κατεστραμμένης από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο Ευρώπης, οι ΗΠΑ συνέχισαν να εφαρμόζουν την πολιτική που είχαν εγκαινιάσει από τις αρχές του πολέμου με το νόμο «Για την εκμίσθωση και τον δανεισμό». Για την κυριαρχία τους δεν ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθώς σ’ αυτούς τους οργανισμούς –παρά την κυριαρχία των ΗΠΑ– υπήρχε πολυμερισμός για την έγκριση των δανείων, ενώ και οι όροι δανειοδότησης περιορίζονταν στη μακροοικονομική πολιτική κι όχι σε οικονομικές πολιτικές άμεσης απόδοσης που απαιτούσαν οι περιστάσεις. Έτσι μπήκε μπροστά η πολιτική των διμερών δανείων προς τις ευρωπαϊκές χώρες με αρχή την Άγγλο-Αμερικάνικη Οικονομική Συμφωνία στις 6 Δεκέμβρη 1945, με την οποία η οικονομία της Βρετανίας εξαρτιόταν άμεσα από τις αγορές αμερικανικών προϊόντων και έθετε περιορισμούς στο δικό της εμπόριο με άλλες χώρες. Η συμφωνία μπήκε σε εφαρμογή στις 15 Ιούλη 1946.
Συνολικά η ανόρθωση των κατεστραμμένων ευρωπαϊκών οικονομιών δημιουργούσε την ανάγκη στις κυβερνήσεις να αυξάνουν τη ζήτηση σε σιτάρι, κρέας, άνθρακα, χάλυβα, μηχανήματα κλπ και να αγοράζουν αυτά τα προϊόντα σε δολάρια. Αυτό με τη σειρά του δημιούργησε ένα τεράστιο πρόβλημα: Τα δολάρια που είχαν στο ταμείο τους άρχισαν να εξανεμίζονται κι έτσι σύντομα θα εκδηλωνόταν κρίση λόγω στάσης πληρωμών και αδιάθετων προϊόντων. Το γεγονός αυτό έθετε για τις ΗΠΑ ένα δίλλημα. Ή θα χορηγούσε περισσότερα δάνεια σε δολάρια ή οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες θα έχαναν εντελώς την αγοραστική τους ικανότητα. Αυτό έγινε ιδιαίτερα εμφανές στην αμερικανική κυβέρνηση στα μέσα του καλοκαιριού του 1947. Από την άλλη οι ΗΠΑ «έπρεπε», ως κυρίαρχη ιμπεριαλιστική δύναμη, ν’ αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη παρουσία και επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης στα ευρωπαϊκά και διεθνή ζητήματα μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο και την επικράτηση των δυνάμεων της Ειρήνης και του Σοσιαλισμού στο 1/3 της Γης. Σε πρώτη φάση το σχέδιο αντιμετώπισης της «κομμουνιστικής απειλής»[13] για τις ΗΠΑ ήταν ο αποκλεισμός πολυμερών οργανισμών όπως το ΔΝΤ από τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά προπάντων ο παραμερισμός της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρωπαϊκή Ανάκαμψη του ΟΗΕ, στην οποία συμμετείχε και η ΕΣΣΔ.
Με την καθοριστική επίδραση των δυο αυτών παραγόντων εξαγγέλθηκε το Δόγμα Τρούμαν[14] στις 12 Μάρτη 1947, ενώ στη Διάσκεψη του Παρισιού τον Ιούλιο του ίδιου έτους παρουσιάστηκε το αμερικάνικο Σχέδιο για την Ανασυγκρότηση της Ευρώπης από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζορτζ Μάρσαλ. Οι αμερικανοί μεθόδευσαν ολόκληρο σχέδιο με στόχο τον αποκλεισμό των Σοβιετικών και προχώρησαν σ’ έναν ωμό εκβιασμό. Έθεσαν στη Σοβιετική αντιπροσωπεία το δίλημμα να δεχτεί να είναι ο βασικός σιτοβολώνας της Ευρώπης και να αναπτυχθεί σ’ αυτόν τον τομέα, διαφορετικά δε θα δίνονταν πιστώσεις. Όπως ήταν επόμενο η αντιπροσωπεία της Σοβιετικής Ένωσης αποχώρησε κάνοντας μια αιχμηρή δήλωση για τους σκοπούς του σχεδίου Ανασυγκρότησης. Το Νοέμβρη του 1947 το Γραφείο Πληροφοριών των Κομμουνιστικών Κομμάτων (Κομινφόρμ) τόνιζε ότι: «Το σχέδιο Τρούμαν – Μάρσαλ αποτελεί μονάχα ένα μέρος, το ευρωπαϊκό τμήμα του γενικού σχεδίου της παγκόσμιας επεκτατικής πολιτικής πού θα εφαρμοσθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες σ’ όλα τα μέρη του κόσμου».
Και πραγματικά όπως γράφει η ίδια η Helen Thompson[15], «Εγκαταλείποντας τη χορήγηση πιστώσεων μέσω των διεθνών χρηματοοικονομικών οργανισμών χάριν διμερών δανείων, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν τις οικονομικές δυνατότητες τους για τη χορήγηση κεφαλαίων σε άλλα κράτη σε μια βάση πολιτικά πολύ ευρύτερη. Ενώ σύμφωνα με τους κανόνες του ΔΝΤ οι όροι δανειοδότησης περιορίζονταν στη μακροοικονομική πολιτική, το Σχέδιο Μάρσαλ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να θέσει όρια στην εσωτερική πολιτική των δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Αυτό φάνηκε εμφατικά στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση Τρούμαν χρησιμοποίησε τη βοήθεια διά του Σχεδίου Μάρσαλ για να εξασφαλίσει τη νίκη των χριστιανοδημοκρατών στην Ιταλία τον Απρίλιο του 1948, αλλά και για να εμποδίσει την εκ νέου είσοδο των κομμουνιστών στη γαλλική κυβέρνηση τον Οκτώβριο του ίδιου έτους». Ήδη απ’ τις αρχές του 1947 στη Γαλλία, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Ραμαντιέ προειδοποιούσε τη χώρα, ότι είχε έρθει η στιγμή που «όλες οι πιστώσεις θα υπαγορεύονται από τις πολιτικές πραγματικότητες. Με κάθε δάνειο πού παίρνουμε χάνουμε ένα μέρος της ανεξαρτησίας μας». Λίγο μετά ο Ραμαντιέ απηύθυνε έκκληση στις ΗΠΑ για χορήγηση νέου δανείου (!!) και το Μάιο του 1947 απομάκρυνε επίσης όλους τους κομμουνιστές από την κυβέρνηση… Ενώ τον Απρίλη του 1948 στην Ιταλία, ο αμερικανός πρέσβης απείλησε ευθέως τη διακοπή κάθε βοήθειας αν ενισχυθούν οι κομμουνιστές! Στο ίδιο άρθρο[16] η Helen Thompson αναφέρει ότι «τον Απρίλιο του 1948… …το ΔΝΤ αποφάσισε ότι τα κράτη που θα λάμβαναν βοήθεια δια του Σχεδίου Μάρσαλ δεν θα είχαν το δικαίωμα να λάβουν δάνεια από το ΔΝΤ, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις». Η Thompson υιοθετεί μια άποψη που υποστηρίζει πως αυτό σήμαινε «κατάργηση στην ουσία του ΔΝΤ», αλλά αυτό δεν προκύπτει από πουθενά. Αντίθετα ενισχύει την άποψη, που επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις, ότι στην πολιτική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού υπήρχε πολύ καλός σχεδιασμός και ένας σαφής καταμερισμός ρόλων.
ΥΓ: Στο επόμενο, οι πολιτικές ανακατατάξεις στη Μεγάλη Βρετανία μετά την προσφυγή της στο ΔΝΤ το 1976.
Παραπομπές
[1] Δήλωση του Αμερικανού Υπουργού Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ στο Bloomberg, 15 Μαΐου 2010. Την πήραμε απ’ το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου «Είναι ο Καπιταλισμός Ηλίθιε», σελ 374, εκδόσεις Λιβάνη, 2011.
[2] Στο τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου πραγματοποιήθηκε η Νομισματική και Χρηματοοικονομική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, που έγινε ευρύτερα γνωστή ως Διάσκεψη του Bretton Woods, όπου ιδρύθηκαν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα και στα όργανα τους η ΕΣΣΔ αποφάσισε να μη συμμετέχει.
[3] Εφημερίδα Απογευματινή, ανταπόκριση της δημοσιογράφου Βίκυς Σαμαρά, Παρασκευή 26 Μάρτη 2010.
[4] Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του Συνασπισμού, Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010.
[5] Συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA και στους δημοσιογράφους Δημήτρη Καμπουράκη και Γιώργο Οικονομέα, Παρασκευή 26 Μαρτίου 2010.
[6] Η ένταξη της Ελλάδας στο μηχανισμό στήριξης της ΕΕ και του ΔΝΤ αποτέλεσε τη θρυαλλίδα των εξελίξεων στον παραδοσιακό πολιτικό χώρο που, κατά κύριο λόγο, εκφράζει τα συμφέροντα της χρηματιστικής ολιγαρχίας. Η Ντόρα Μπακογιάννη διαφώνησε με την επιλογή Σαμαρά να καταψηφίσει το μνημόνιο και διαγράφηκε απ’ τη ΝΔ, για να συγκροτήσει λίγο αργότερα μαζί με άλλους αποχωρήσαντες βουλευτές της ΝΔ, το κόμμα της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Ενώ την ίδια ώρα ο «υπερπατριώτης» Γιώργος Καρατζαφέρης και το ΛΑΟΣ στήριξε στα πιο δύσκολα το Γιώργο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ, Μάλιστα το κόμμα του Γιώργου Καρατζαφέρη ανήκει στην ομάδα των Ευρωσκεπτικιστών, ενώ της Ντόρας Μπακογιάννη στο χώρο των Ευρωπαίων Φιλελευθέρων (στο ίδιο κόμμα ανήκει και το Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών στη Γερμανία, το οποίο μαζί με το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ – το τελευταίο ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα– αποτελεί τον κυβερνητικό συνασπισμό στη Γερμανία).
[7] «Προσφυγή στο ΔΝΤ – Η απόλυτη μπούρδα», Το Βήμα 27/11/2009, άρθρο του Διονύση Σταμπόγλη http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=301764
[8] Τόσο για επιστημονικούς, όσο και για πολιτικούς λόγους, το επίπεδο «οικονομικής ανάπτυξης» μιας χώρας σχετίζεται, αλλά δεν ταυτίζεται με το επίπεδο «ανάπτυξης του καπιταλισμού» στη χώρα αυτή. «…όταν γίνεται λόγος περί ανάπτυξης του καπιταλισμού σαν τρόπου παραγωγής (και τρόπος παραγωγής σημαίνει ενότητα παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων) ο δείκτης «επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού» χαρακτηρίζει τη χώρα και από ποιοτική άποψη (παραγωγικές σχέσεις) και από ποσοτική άποψη (παραγωγικές δυνάμεις), ενώ ο δείκτης «επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης» χαρακτηρίζει τη χώρα κυρίως από ποσοτική άποψη, δηλαδή από την άποψη των παραγωγικών δυνάμεων». Το «μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού» σε μια χώρα, προσδιορίζεται όχι αυτό καθ’ αυτό, αλλά σε σχέση με τον ανώτερο και τον κατώτερο πόλο διεθνώς. Σε κάθε περίπτωση έχει και ποιοτικό και ποσοτικό περιεχόμενο καθώς προσδιορίζει τη θέση και το ρόλο αυτής της χώρας στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Βλ. Μιχάλη Μάλιου «Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΦΑΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», σελ 47-56, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1975.
[9] «Μια και γίνεται λόγος για την αποικιακή πολιτική της εποχής του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο και η αντίστοιχη σ’ αυτό διεθνής πολιτική, που οδηγεί στον αγώνα των μεγάλων δυνάμεων για το οικονομικό και πολιτικό μοίρασμα του κόσμου, δημιουργούν ολόκληρη σειρά από μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης. Χαρακτηριστικές γι’ αυτή την εποχή δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν αποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτικά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στην πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης. Έχουμε ήδη αναφέρει προηγούμενα μια απ’ αυτές τις μορφές, τις μισοαποικίες. Δείγμα μιας άλλης μορφής είναι λόγου χάρη, η Αργεντινή. «Η Νότια Αμερική και κυρίως η Αργεντινή –γράφει ο Σούλτσε Γκέβερντιτς στο έργο του για το Βρετανικό ιμπεριαλισμό –βρίσκεται σε τέτοια χρηματιστική εξάρτηση απ’ το Λονδίνο, που πρέπει να την ονομάσουμε σχεδόν αγγλική εμπορική αποικία.»…Μια κάπως διαφορετική μορφή χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης με καθεστώς πολιτικής ανεξαρτησίας μας δείχνει το παράδειγμα της Πορτογαλίας. Η Πορτογαλία είναι αυτοτελές κυρίαρχο κράτος, ουσιαστικά όμως εδώ και πάνω από 200 χρόνια, απ’ τον καιρό του πολέμου της διαδοχής της Ισπανίας (1701-1714), βρίσκεται κάτω απ’ την κηδεμονία της Αγγλίας. Η Αγγλία υπεράσπισε την Πορτογαλία και τις αποικιακές κτήσεις της Πορτογαλίας για να στερεώσει τη δική της θέση στον αγώνα ενάντια στους αντιπάλους της, την Ισπανία και τη Γαλλία. Η Αγγλία πήρε σε αντάλλαγμα εμπορικά προνόμια, εξασφάλισε καλύτερους όρους για την εξαγωγή εμπορευμάτων και κυρίως την εξαγωγή κεφαλαίου στην Πορτογαλία και τις αποικίες της, τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τα λιμάνια και τα νησιά της Πορτογαλίας, τα καλώδιά της κλπ κοκ. Τέτοιου είδους σχέσεις ανάμεσα σε διάφορα μεγάλα και μικρά κράτη υπήρχαν πάντα, στην εποχή όμως του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού γίνονται γενικό σύστημα, αποτελούν μέρος του συνόλου των σχέσεων του «μοιράσματος του κόσμου», μετατρέπονται σε κρίκους της αλυσίδας των πράξεων του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου». Αυτά έγραφε ο Β. Ι. Λένιν την άνοιξη του 1916, κατά τη διάρκεια δηλαδή του Α’ παγκοσμίου πολέμου και στις παραμονές της Ρωσικής Επανάστασης. Βλ. Λένιν «Ο Ιμπεριαλισμός Ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού», σελ 99-101, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
[10] Η Ελλάδα δεν πληρούσε κανένα απ’ τα κριτήρια εισδοχής στην ΟΝΕ. Πρυτάνευσαν πολιτικά κι όχι οικονομικά κριτήρια…
[11] Εφημερίδα «Τα Νέα» Βιβλιοδρόμιο, 18.06.2011.
[12] Helen Thompson, βλ. το άρθρο της «Απ’ το Bretton Woods στο Σχέδιο Μάρσαλ: Το τέλος του πολυμερισμού και η νέα πειθαρχία της αμερικανικής ισχύος», στο συλλογικό τόμο «Το Σχέδιο Μάρσαλ. Ανασυγκρότηση και διαίρεση της Ευρώπης» σε επιμέλεια Θ. Δ. Σφήκα, εκδόσεις Πατάκη, Φλεβάρης 2011
[13] Την ίδια περίοδο στην Ελλάδα έχει επιβληθεί εμφύλιος πόλεμος με στόχο τη συντριβή των δυνάμεων του ΚΚΕ και των κατακτήσεων του ΕΑΜικού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κατά τη διάρκεια του αντιφασιστικού πολέμου 1940-1944. Στη μάχη αυτή, η απούσα και συνεργαζόμενη με τους Ναζί, άρχουσα τάξη απολαμβάνει τη στήριξη της αμερικανικής «βοήθειας» με αντίτιμο την επικυριαρχία των ΗΠΑ στη χώρα, μετά και την αδυναμία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας να διατηρήσει τα κεκτημένα της προπολεμικής κατάστασης στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
[14] Πρόκειται για την ομιλία του προέδρου Χάρι Τρούμαν στο Αμερικανικό Κογκρέσο στις 12 Μαρτίου 1947, στην οποία μεταξύ άλλων σημείωνε: «Εάν η Ελλάς περιπέσει εις τον έλεγχον μιας ενόπλου μειοψηφίας (σ.σ. εννοεί το ΔΣΕ) το αποτέλεσμα επί της γείτονος Τουρκίας θα είναι άμεσον και σοβαρόν. Σύγχυσις και ανωμαλία θα διαχυθούν εις ολόκληρον την Μέσην Ανατολήν. Ετι μάλλον η εξαφάνισις της Ελλάδος ως ανεξαρτήτου κράτους θα ασκήσει βαθείαν επίδρασιν εφ’ όλων των χωρών της Ευρώπης… Αν δεν βοηθήσομεν την Ελλάδα και την Τουρκίαν κατά την μοιραίαν ταύτην ώραν το αποτέλεσμα θα είναι βαρυσήμαντον διά την Δύσιν και την Ανατολήν».
[15] Helen Thompson: «Από το Bretton Woods στο Σχέδιο Μάρσαλ: Το τέλος του πολυμερισμού και η νέα πειθαρχία της αμερικανικής ισχύος», σ. 110, στον συλλογικό τόμο «Το Σχέδιο Μάρσαλ. Ανασυγκρότηση και διαίρεση της Ευρώπης» σε επιμέλεια Θ. Δ. Σφήκα, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα Φλεβάρης 2011.
[16] Στο ίδιο, σ. 103.
ΠΗΓΗ: 16 Οκτωβρίου 2011, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/121734