Γεωπολιτική διάσταση της κρίσης και αντίλογος σε μία θεώρηση
Του Παντελή Ραδίση*
Διάβασα προχθές με προσοχή, το άρθρο που δημοσίευσε ο κ. Καραμπελιάς στο site της Σπίθας. Πιστεύω ότι το εν λόγω άρθρο έχει σοβαρά θέματα τόσο θεμελίωσης όσο και μεθοδολογίας. Προκειμένου όμως να μπορέσουμε να θέσουμε το πεδίο της συζήτησης πρέπει να ορίσουμε βασικές παραδοχές. Η κρίση στην πατρίδα μας είναι οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική. Η πατρίδα μας υπάρχει και ταξιδεύει μέσα στο χρόνο στο συγκεκριμένο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η υποχώρηση της χώρας σε οικονομικό επίπεδο αφορά της στρατηγική που έχει χαράξει η εγχώρια ελίτ από την απελευθέρωση μέχρι σήμερα. Είναι σαφές ότι στην ζωή και στην φύση δεν υπάρχει κενό και ό,τι εγκαταλείπεται θα καλυφθεί από κάτι άλλο. Επίσης είναι σαφές ότι η διαδρομή της ιστορίας πρέπει να εξετάζεται για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρόν. Αντιθέτως, η προσπάθεια θεμελίωσης προϋπαρχουσών απόψεών μας σε ιστορικά προηγούμενα, εμπεριέχει σοβαρότατους κινδύνους για την αξία και την αξιοπιστία της κρίσεώς μας. Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή.
Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου από το 1.000 μ.χ περίπου, συγκρούονται τρεις πολιτισμικές ομάδες. Η Δύση, το Βυζάντιο και το Ισλάμ. Το Βυζάντιο ως ενδιάμεση πολιτιστική και πολιτική οντότητα, κατ’ αρχήν εξωθείται βιαίως εκτός της Μικράς Ασίας και το 1453 παύει να υφίσταται ως πολιτιστικό, οικονομικοκοινωνικό και πολιτικό μέγεθος στην περιοχή. Η ανασύσταση του Ελληνικού κράτους αποτελεί μια μικρή και χλωμή αναβίωση όχι του πολιτικού Βυζαντίου αλλά του πολιτιστικού. Η τυχοδιωκτική εκστρατεία στη Μικρά Ασία και η καταστροφή το 1922 έχει ως συνέπεια την οριστική έξοδο των Ελλήνων από αυτήν και την μετατόπιση της σύγκρουσης στον χώρο του Αιγαίου. Όλα τα παραπάνω είναι μάλλον προφανή. Όμως προκειμένου να δούμε τι θα κάνουμε, πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε καλά τι μας συμβαίνει και κυρίως γιατί. Η συρρίκνωση λοιπόν του Βυζαντίου οφείλεται μόνο στις στρατιωτικές ήττες που υπέστη από τους Φράγκους και τους Τούρκους; Εάν διαβάσουμε προσεκτικά το άσμα του Αρμούρη, αλλά και τις πηγές τις εποχής, θα δούμε την συγκρότηση της κοινωνικής δομής της βυζαντινής κοινοπολιτείας μέχρι περίπου το 900 μ.Χ. Το εμπόριο είναι σε ανάπτυξη και τα εδάφη καλλιεργούνται από μικρούς ανεξάρτητους καλλιεργητές, οι οποίοι υπερασπίζονται και την γη τους. Το σύστημα αυτό για 600 περίπου χρόνια είναι αποτελεσματικό και το Βυζάντιο αντιμετωπίζει αποτελεσματικά όλες τις επιθέσεις στα εδάφη του. Οι αλλαγές στην γραμμή των συνόρων του είναι επί μέρους και μη αξιολογήσιμες στο ιστορικό πεδίο.
Η συγκέντρωση της μεγάλης γεωκτησίας στους δυνατούς, οι οποίοι γίνονται κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, η εξαφάνιση των μικρών καλλιεργητών και η μετατροπή τους σε δουλοπάροικους, η εξαφάνιση της τάξης των εμπόρων και η ενσωμάτωση του εμπορίου ως δεύτερης δραστηριότητας στα εισοδήματα των δυνατών, οδηγούν ταχύτατα στην παρακμή της βυζαντινής ελίτ και στην συνέχεια και στην ήττα στο στρατιωτικό πεδίο. Η μετατροπή δηλαδή της ελίτ από παραγωγική σε παρασιτική, αποδιαρθρώνει ταχύτατα την παραγωγική βάση του Βυζαντίου, εκφυλίζει την ίδια την ελίτ, η οποία το μόνο αίτημα που προβάλει είναι η διατήρηση όσων έχει, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν της το δυναμικό πεδίο των αλλαγών που πραγματοποιούνται τόσο στο εσωτερικό της βυζαντινής κοινωνίας όσο και στο γεωπολιτικό της περιβάλλον. Οι αλλεπάλληλοι εμφύλιοι εκφράζουν την κρίση στο επίπεδο του εποικοδομήματος και καταδεικνύουν τις τάσεις αποδιάρθρωσης της κεντρικής εξουσίας. Όλα τα παραπάνω οδηγούν το Βυζάντιο στην πτώση του.
Κομβικό σημείο στην πορεία των Ελλήνων είναι η κατοχή. Κατά την διάρκεια αυτής, στο κοινωνικό πεδίο υπάρχουν σοβαρότατες ανακατατάξεις. Είναι η πρώτη σοβαρή αμφισβήτηση της διοίκησης της ελίτ στη χώρα. Η ελίτ με τη βοήθεια των αγγλικών στρατευμάτων στην αρχή και μάλιστα συνταγμάτων της βρετανικής κοινοπολιτείας και στη συνέχεια με την χρήση των ταγμάτων των δοσιλόγων, θα νικήσουν το λαϊκό κίνημα. Κατά τη διάρκεια της κατοχής και αμέσως μετά από αυτήν, κυριολεκτικά εξολοθρεύτηκαν οι καλύτεροι Έλληνες είτε ανήκαν στον προοδευτικό χώρο είτε στον συντηρητικό. Η διοίκηση παραδόθηκε στα «καθάρματα» που στηριγμένα στις Αγγλικές στην αρχή και στις Αμερικάνικες λόγχες στη συνέχεια, διοίκησαν την πατρίδα ως προτεκτοράτο. Σε αντάλλαγμα πήραν ως λάφυρο το κράτος. Το Ελληνικό κράτος του λοιπού υπάρχει για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους, για να κάνουν τις δουλίτσες τους. Ευγνώμονες προς τους ξένους, τους δίνουν ό,τι θέλουν. Από ποια τμήματα όμως απαρτίζεται αυτή η ελίτ σήμερα; Ένα τμήμα είναι οι εφοπλιστές, στη συντριπτική τους πλειοψηφία κάτοικοι του city του Λονδίνου για τρεις γενιές. Στέλνουν τα παιδιά τους στα πανεπιστήμια της Αμερικής και της Ευρώπης. Η σχέση τους με την Ελλάδα δεν ξεπερνά τα όρια του folklore και εκ των πραγμάτων η συνείδηση που διαμορφώνουν είναι κοσμοπολίτικη. Η αντίληψη που έχουν για την πατρίδα έχει αντιστοιχίες με την αντίληψη που είχαν για το γένος οι φαναριώτες.
Δεύτερη κατηγορία είναι οι διαχειριστές ξένων κεφαλαίων. Τα συμφέροντά τους αναφέρονται σε κεφάλαια του εξωτερικού και συνδέουν απόλυτα την τύχη τους με τους στρατηγικούς και τακτικούς σχεδιασμούς των κεφαλαιακών συσσωματώσεων που εκπροσωπούν. Σε πολλές περιπτώσεις, οι επιχειρηματικές δράσεις που αναλαμβάνονται και έχουν να κάνουν με το Ελληνικό Δημόσιο αφορούν στη νομιμοποίηση αυτών των κεφαλαίων. Τρίτη κατηγορία είναι οι απόγονοι των δωσίλογων. Ο πλούτος που και αυτή η κατηγορία έχει συσσωρεύσει, εξαρτάται άμεσα από την προστασία του ξένου παράγοντα. Και οι τρεις κατηγορίες και κυρίως η δεύτερη και η τρίτη κάνουν δουλειές σχεδόν αποκλειστικά με το κράτος. Το κράτος και τα δημόσια έργα είναι το προνομιακό, αν όχι το αποκλειστικό πεδίο του πλουτισμού τους. Ο δανεισμός της χώρας οφείλεται κυρίως στην επιθυμία τους για την αναπαραγωγή του πλούτου τους. Είναι μάλλον σαφές ότι ο δανεισμός της χώρας δεν έχει να κάνει κυρίως με την εξυπηρέτηση των πληρωμών του προσωπικού που απασχολεί το κράτος, αλλά με την πληρωμή των δημόσιων έργων, με την υπερτιμολόγηση των οποίων έχει γίνει ένα πρωτοφανές πάρτυ. Η ελίτ λοιπόν, είναι αντιπαραγωγική γιατί λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί στο προστατευμένο περιβάλλον των δημοσίων έργων και ως εκ τούτου βαθειά συντηρητική, με την έννοια του ζωτικού της ενδιαφέροντος για την διατήρηση του status quo και την συνέχιση της διαδικασίας πλουτισμού της με τον ίδιο τρόπο. Έχει νοοτροπία εισοδηματία και όχι επιχειρηματία, διότι κύρια πηγή πλουτισμού της ήταν μέχρι τώρα οι κρατικές δαπάνες. Γι’ αυτό το λόγο, το πολιτικό προσωπικό, το οποίο την εξυπηρετούσε και την εξυπηρετεί μέχρι σήμερα, οδήγησε σε έναν αλόγιστο δανεισμό τη χώρα.
Όμως, το διεθνές πεδίο μεταβάλλεται ραγδαία και αυτό αναδεικνύει περισσότερο την παρακμή της που είναι ταυτόχρονα πολιτική, πολιτισμική, κοινωνική και ηθική. Η υποχώρηση της θέσεως της χώρας στο διεθνές περιβάλλον δεν οφείλεται κυρίως σε αντιλήψεις, «ιδέες», αλλά στην ανυπαρξία των αιτημάτων της ελληνικής ελίτ. Η ελληνική ελίτ, το μόνο αίτημα που είχε μέχρι σήμερα, ήταν η διατήρηση της θέσης της. Σήμερα, το αίτημά της αναδιαμορφώνεται σε αίτημα αντιπροσώπευσης των ξένων κεφαλαίων. Η υποβάθμιση αυτή έχει ως συνέπεια και την υποβάθμιση της θέσης της χώρας στο γαιοστρατηγικό της περιβάλλον. Η Τουρκία είναι αναθεωρητική δύναμη γιατί η αντίστοιχη ελίτ της έχει αιτήματα οικονομικά, πολιτικά και κατά συνέπεια αιτήματα αναθεώρησης των διεθνών συνθηκών και των συνόρων της. Η αναθεωρητική διάσταση της πολιτικής της έχει κυρίως, βάση οικονομική. Ως εκ τούτου, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί πρωτίστως, εάν δεν θέλει κάποιος να φλυαρεί γενικά και αόριστα για τον Τουρκικό επεκτατισμό, είναι εάν η Ελληνική ελίτ θέλει και μπορεί να αντιμετωπίσει τον Τουρκικό αναθεωρητισμό. Και εάν σε αυτό το ερώτημα απαντήσουμε αρνητικά, πρέπει να τεθεί στην ημερήσια διάταξη το θέμα της αντικατάστασής της από το μπλοκ των κοινωνικών δυνάμεων που μπορούν. Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις θέτοντας θέμα εξουσίας στην Ελλάδα σήμερα πρέπει να αναλάβουν την εξουσία προκειμένου να προχωρήσουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Έτσι, οι κοινωνικές δυνάμεις και τα αιτήματα που θέτουν στην ημερήσια διάταξη, δεν είναι άσχετες με τις αντιλήψεις που διαμορφώνονται στην κοινωνία.
Υπάρχει ένας μύθος. Ο μύθος της κυριαρχίας των ιδεών της αριστεράς μετά την μεταπολίτευση. Δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά, στο επίπεδο των ιδεών, που καθορίζουν μεγάλα κομμάτια της επίσημης αριστεράς. Ο κοσμοπολιτισμός και ο άκρατος ατομικισμός. Ο κοσμοπολιτισμός είναι αντανάκλαση του κοσμοπολιτισμού της ελίτ στους εργαζόμενους και ο άκρατος ατομικισμός αντανακλά την αντίληψη της ελίτ στα λαϊκά στρώματα και τους διανοούμενους, τα οποία αντιλαμβάνονται την κοινωνική και πολιτική τους ένταξη κάτω από αυτό το πρίσμα. Οι αλλεπάλληλες διασπάσεις και η αδυναμία πολιτικών συμπτώσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης, έχει κύρια βάση τον άκρατο ατομικισμό των στελεχών της και όχι την ουσία των αντιθέσεων, οι οποίες πολλές φορές κινούνται στο επίπεδο της ετυμολογίας. Και φυσικά εάν η αριστερά δεν μπορεί σήμερα να διαμορφώσει αντίθετη πρόταση για την διακυβέρνηση, μάλλον δεν μπορεί ποτέ. Επομένως, εάν η παραπάνω ανάλυση είναι σωστή όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της ελίτ – ανεξάρτητα από μεμονωμένες περιπτώσεις, που σε καμία περίπτωση δεν προσδιορίζουν και δεν επηρεάζουν το σύνολο – το δέον γεννέσθαι τόσο στο εσωτερικό όσο και στο γεωστρατηγικό περιβάλλον της χώρας, είναι παραπάνω από προφανές. Διότι ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας δεν επηρεάζεται από τη συγκυρία της πολιτικής ρευστότητας και τις ενέργειες ή μη της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, σωστές ή λάθος, ούτε αντιμετωπίζεται με γενικόλογες ιδέες πατριωτισμού ή εθνομηδενισμού.
Ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης είναι η αλλαγή πορείας της χώρας. Αλλαγή, η οποία έχει να κάνει με την τακτική και τη στρατηγική που θα επιλέξει για τη χώρα η διευθύνουσα ελίτ. Τα οικονομικά συμφέροντα της διευθύνουσας ελίτ θα προσδιορίσουν την γενική και ειδική πολιτική, θα θέσουν τις προτεραιότητες, όσον αφορά το παραγωγικό μοντέλο και θα διαμορφώσουν τις συνθήκες ένταξης της χώρας στο ευρύτερο γεωστρατηγικό περιβάλλον, το οποίο περιλαμβάνει πολύ περισσότερες δυνάμεις από την Τουρκία. Η μη ανάλυση των χαρακτηριστικών της Ελληνικής ελίτ και κυρίως η άρνηση της αλλαγής της ατζέντας και της τοποθέτησης σε προτεραιότητα της ανατροπής της, από το μπλοκ των κοινωνικών κυριαρχούμενων σήμερα δυνάμεων, εκ των πραγμάτων μετατρέπει το ζήτημα της Τουρκίας σε απλό επιχείρημα προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε, άσχετα με την πρόθεση αυτού που διατυπώνει την άποψη.
* Ο Παντελής Ραδίσης είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης
ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 15 Ιουνίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/06/blog-post_15.html