Προς μια ευρωπαϊκή δουλοπαροικία

 Προς μια ευρωπαϊκή δουλοπαροικία

 

Του Μανώλη Αστρεινίδη* 

 

Αμέσως μετά την νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2009 έγινε αισθητό πλέον ότι τα οικονομικά της κυβέρνησης παραπατούσαν. Το σύστημα είσπραξης φόρων λειτουργούσε σαν αποροφητήρας καθώς εισέπραττε δημόσια έσοδα προκειμένου να πληρώνει γερμανικές και γαλλικές τράπεζες που είχαν στη διάθεσή τους ελληνικά ομόλογα.

Οι τραπεζίτες σήμερα κινούνται προς τη κατεύθυνση της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας με απώτερο σκοπό να αρπάξουν ένα κελεπούρι εφόσον το σχέδιο επιτύχει 100%. Ο οίκος αξιολόγησης  Moody’s πολύ πρόσφατα υποβάθμισε την Ελλάδα στο επίπεδο Caa1 καθώς με αυτή την υποβάθμιση εξυπηρετείται το περαιτέρω «στρίμωγμα» στην ελληνική κυβέρνηση. Έτσι η Moody’s σημείωνε ότι υπάρχει «αυξημένη πιθανότητα η Τρόϊκα να ζητήσει κάποια στιγμή τη συμμετοχή ιδιωτών δανειστών σε μια αναδιάρθρωση χρέους ως προϋπόθεση για την οικονομική υποστήριξη προς την Ελλάδα».

Η συνθήκη για το νέο πακέτο δανεισμού είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να αρχίσει ένα ταξικό πόλεμο αυξάνοντας κι άλλο τους φόρους, μειώνοντας τις δημόσιες δαπάνες, (ακόμα και τις συντάξεις ιδιωτικού τομέα) καθώς και τη πώληση δημόσιας περιουσίας, τουριστικών ακινήτων, νησιών, λιμανιών, εταιριών ύδρευσης και εγκαταστάσεων αποχέτευσης. Κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με αύξηση κόστους ζωής και επιχειρηματικότητας, υποσκάπτοντας την ήδη περιορισμένη ελληνική ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές.

Οι τραπεζίτες περιγράφουν με περισσή υποκρισία αυτή τη λύση σαν «σωτηρία» της ελληνικής οικονομίας ενώ το μόνο που διασώζεται στη προκειμένη περίπτωση είναι γερμανικές, γαλλικές και ολλανδικές τράπεζες.

Αυτή η στιγμή είναι ιδανική για το «στρίμωγμα» της χώρας καθώς από τη μια οι τραπεζίτες είναι πρόθυμοι να δώσουν ψίχουλα για να εξαγοράσουν τον ΟΠΑΠ, τον ΟΤΕ, τα λιμάνια, τις μεταφορές (ΟΣΕ κλπ) ή ανάλογες μονοπωλιακές ευκαιρίες, ενώ από την άλλη η ανώτερη οικονομική τάξη της χώρας θα επωφεληθεί από τη παραμονή της Ελλάδος στην Ευρωζώνη (όσο αυτή διαρκέσει) αρκετά ώστε να βγάλει όλα τα χρήματά της στο εξωτερικό πριν η Ελλάδα οδηγηθεί στην αντικατάσταση του ευρώ με τη δραχμή και την υποτίμηση της τελευταίας. Μέχρι τότε η Ελλάδα μάλλον θα ακολουθήσει τη πολιτική της Ιρλανδίας και των Βαλτικών χωρών, όταν έκαναν «εσωτερική υποτίμηση».

Αυτό που χάνει την αξία του σε περιόδους λιτότητας είναι κυρίως η αξία της εργασίας. Αυτό είναι το μεγαλύτερο εγχώριο κόστος. Δηλαδή εάν οι μισθοί δεν μειωθούν από «εσωτερική υποτίμηση» τότε τη ζημιά θα τη κάνει η νομισματική υποτίμηση. Μ’ αυτό τον ανοίκειο τρόπο λοιπόν ο πόλεμος των πιστωτών εναντίον των χρεωμένων χωρών καταλήγει σε ταξικό πόλεμο. Ωστόσο προκειμένου να επιβληθεί μια τέτοια νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση η ξένη πίεση πρέπει να παρακάμψει τα εθνικά, δημοκρατικά εκλεγμένα Κοινοβούλια.

Το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού λαού αναγνωρίζει ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα σαν σενάριο είχε εξυφανθεί από πέρυσι. Όμως οι πιστωτές της Ε.Ε. εκβιαστικά δηλώνουν ότι πιθανή άρνηση της συμφωνίας θα οδηγούσε σε απόσυρση των κονδυλίων με αποτέλεσμα την τραπεζική κατάρρευση και την οικονομική αναρχία. Υπό τις συνθήκες αυτές η κυβέρνηση δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει τους ξένους τραπεζίτες και τα κονδύλια με τα οποία αγοράστηκε το ελληνικό χρέος σε εξευτελιστική τιμή.

Είναι ξεκάθαρο σε πολλούς Έλληνες ότι αυτό δεν είναι παρά μια κενή περιεχομένου απειλή του κ Παπακωνσταντίνου καθώς αν δεν υπάρχουν χρήματα οι ξένοι κάτοχοι ελληνικών ομολόγων θα υποφέρουν!!! Όμως αυτό είναι απλά μια υπόθεση. Ο Παπανδρέου συναγωνίστηκε τον Ισλανδό Σοσιαλδημοκράτη Sigurdardottir σε σπουδή προκειμένου να επιτευχθεί «συναίνεση» ώστε να δηλώσει υπακοή στους ΥΠΟΙΚ της Ε.Ε. Αυτή τη στιγμή το διακύβευμα είναι αν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η υπόλοιπη Ευρώπη υποχωρήσει ως προς τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και κάνει βήματα προς μια οικονομική ολιγαρχία.

Ο οικονομικός στόχος είναι να παρακαμφθούν τα Κοινοβούλια από μια «συναίνεση» τοποθετώντας την οικονομία σε πρώτη θέση. Επομένως από τα Κοινοβούλια ζητείται να εκχωρήσουν την ισχύ της χάραξης πολιτικής. Ο ορισμός της «ελεύθερης αγοράς» έχει πλέον γίνει κεντρικός σχεδιασμός στα χέρια των κεντρικών τραπεζιτών. Αυτό αποτελεί και το νέο δρόμο προς τη δουλοπαροικία στην οποία, οι κατ΄ευφημισμό «ελεύθερες αγορές»,. μας οδηγούν.

Οι αγορές αυτές είναι «ελεύθερες» για τους επενδυτές για να επιβάλλουν μονοπωλιακές τιμές σε βασικές υπηρεσίες, χωρίς ρυθμίσεις τιμών και ρυθμίσεις που να απαγορεύουν την μονοπωλιακή ένωση εταιριών, απαλλαγμένες από περιορισμούς για τη προστασία του οφειλέτη  και πάνω απ’ όλα χωρίς τη παραμικρή παρέμβαση από εκλεγμένα Κοινοβούλια. Η συγκέντρωση οικονομικής ισχύος σε μη δημοκρατικά χέρια είναι σύμφυτη στο τρόπο με τον οποίο επιτεύχθηκε ο κεντρικός σχεδιασμός της Ευρώπης από οικονομικές χείρες.

Όπως ακριβώς η ΕΚΤ δεν έχει από πίσω της μια εκλεγμένη κυβέρνηση που να μπορεί να εισπράξει φόρους με τον ίδιο τρόπο το ευρωσύνταγμα εμποδίζει την ΕΚΤ να βοηθά κυβερνήσεις που μαστίζονται από υπερβολικά χρέη. Επίσης και το ΔΝΤ την εμποδίζει να παρέχει εσωτερική δημοσιονομική στήριξη για ελλείμματα προϋπολογισμού. Το ηθικό λοιπόν δίδαγμα είναι ότι όταν πρόκειται για διάσωση τραπεζιτών οι κανόνες αγνοούνται – προκειμένου να εξυπηρετηθεί η «ανώτερη δικαιοσύνη» της διαφύλαξης των τραπεζών από πιθανές απώλειες.

Η ΕΟΚ που προηγήθηκε της Ε.Ε. δημιουργήθηκε με σκοπό την εξάλειψη του φαινομένου των κρατών-εθνών και η γενικότερη προσδοκία ήταν ότι η οικονομική δημοκρατία θα νικούσε τη αριστοκρατική νοοτροπία που αναζητούσε δόξα στις κατακτήσεις. Εσωτερικά η οικονομική μεταρρύθμιση σκόπευε στον εξαγνισμό των ευρωπαϊκών οικονομιών από τη κληρονομιά των φεουδαρχικών κατακτήσεων του παρελθόντος , μ΄ αυτό τον τρόπο λοιπόν θα ωφελείτο ο λαός γενικότερα.

Όμως χωρίς ένα πραγματικό κοινοβούλιο να νομοθετεί, να θέτει φόρους, να προστατεύει τις εργασιακές συνθήκες όπως και αυτές των καταναλωτών αλλά και να ελέγχει τα υπεράκτια τραπεζικά ιδρύματα, μοιραία ο κεντρικός σχεδιασμός περνάει στα χέρια των τραπεζιτών και των οικονομικών οργανισμών. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αντικατάστασης των εθνών-κρατών με τη χάραξη πολιτικής από τραπεζίτες. Έτσι παρατηρούμε το δυσάρεστο φαινόμενο της αντικατάστασης της δημοκρατικής πολιτικής από μια οικονομική ολιχαρχία.

Τα οικονομικά είναι μια μορφή πολέμου. Όπως και στις στρατιωτικές κατακτήσεις, ο σκοπός είναι ο έλεγχος της γης, των δημόσιων υποδομών, και της επιβολής φόρου υποτέλειας. Η διαφορά είναι ότι οι οικονομίες που δέχονται επίθεση μπορεί να καταστραφούν ολοσχερώς από την οικονομική ασφυξία ειδικά όταν αναφέρονται φαινόμενα δημογραφικής συρρίκνωσης, μειωμένου κύκλου ζωής, μετανάστευσης και διαφυγής κεφαλαίων.

Αυτή η επίθεση εξαπολύεται όχι από εθνικά κράτη αλλά από μια κοσμοπολίτικη οικονομική τάξη. Η οικονομία ήταν πάντοτε κοσμοπολίτικη και καθόλου εθνικιστική και ενδιαφερόταν ανέκαθεν να επιβάλλει τις προτεραιότητές της και τη νομοθετική της ισχύ πάνω από αυτές των κοινοβουλευτικών δημοκρατιών.

Η οικονομική δυναμική απειλεί σήμερα να διασπάσει την Ευρώπη. Αλλά η οικονομική τάξη έχει αποκτήσει αρκετή ισχύ ώστε να αντιστρέψει τις ανησυχίες και να προβάλλει ότι αυτό που πραγματικά απειλεί την ευρωπαϊκή ενότητα είναι οι εθνικοί πληθυσμοί που ενεργούν με γνώμονα την αντίσταση στην επιβολή λιτότητας στην εργασία. Εξαιτίας του πλεονεκτήματος του ελληνικού και ιρλανδικού λαού οι εθνικές κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις πρόκειται να κινητοποιηθούν ταχύτερα ώστε να επιβάλλουν τους όρους της εθνικής παράδοσης στους οικονομικούς σχεδιαστές. Αν και καθυστερημένες, ο όγκος των κινητοποιήσεων της 5ης Ιουνίου θα έπρεπε να ανησυχούν κάπως το Μέγαρο Μαξίμου και τους «εξωτερικούς του συνεργάτες» που έρχονται να εγκατασταθούν στην Ελλάδα δίκην εποπτών σε Υπουργεία και αποκρατικοποιήσεις. Επομένως, φαίνεται να εισερχόμαστε σε ένα  μετα-μεσαιωνικό κόσμο που αποσκοπεί στο να ζημιώσει το κοινό καλό.

Μέσα στην Ευρώπη πάντως η οικονομική ισχύς είναι συγκεντρωμένη στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ολλανδία. Στις τράπεζες αυτών των χωρών υπάρχουν τα περισσότερα κρατικά ομόλογα της ελληνικής κυβέρνησης που σήμερα καλείται να εφαρμόσει μεγαλύτερη λιτότητα όπως και αυτά των ιρλανδικών τραπεζών που όμως έχουν διασωθεί από τους Ιρλανδούς φορολογουμένους.
Στις 2 Ιουνίου ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Jean Claude Trichet περιέγραψε το σχέδιο της εγκαθίδρυσης οικονομικής ολιγαρχίας εφ’ όλης της Ευρώπης. Σε μια τελετή στο Aachen της Γερμανίας όπου παρέλαβε το βραβείο Καρλομάγνου δήλωσε ότι η Ευρώπη δεν είναι ανάγκη να ενωθεί στη βάση της οικονομικής ειρήνης αλλά στη διαμετρικά αντίθετη βάση της ολιγαρχίας. Όπως εξήγησε, αποστολή της Ευρώπης είναι να ακολουθήσει τα βήματα του Έρασμου και να ξεπεράσει τη παραδοσιακή «αυστηρή έννοια του έθνους».

«Χώρες που δεν έχουν ζήσει σύμφωνα με το γράμμα ή το πνεύμα των κανόνων αντιμετώπισαν δυσκολίες» σημείωσε ο πρόεδρος της ΚΤΕ. «Μεταδίδοντας» αυτές τις δυσκολίες έχουν επηρεάσει κι άλλες χώρες στην Ευρωζώνη. Η ενίσχυση των κανόνων αποτελεί μια επείγουσα προτεραιότητα προκειμένου να αποτραπούν αναξιόπιστες πολιτικές».

Όμως σε επόμενη αποστροφή του λόγου του έδωσε την επιτομή του αντι-Διαφωτισμού: «Παρατηρούμε μπροστά στα μάτια μας ότι η είσοδος στην Ε.Ε. και ακόμη περισσότερο στην Ευρωζώνη εισάγει μια νέα κατανόηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ασκείται η κυριαρχία. Αλληλεξάρτηση σημαίνει ότι οι χώρες de facto δεν διαθέτουν πλήρη εσωτερική εξουσία. Μπορεί να βιώσουν κρίσεις που θα οφείλονται αποκλειστικά σε ασταθείς οικονομικές πολιτικές άλλων χωρών»!!!! Και συνεχίζει: «Ένας τρόπος με τον οποίο φανταζόμαστε κάτι τέτοιο είναι να έχουν το δικαίωμα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να αρνηθούν κάποιες αποφάσεις εθνικής πολιτικής. Η άρνηση αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει θέματα συγκεκριμένων βασικών δημοσιονομικών δαπανών και στοιχεία ουσιώδη για την ανταγωνιστικότητα της χώρας….»

Με την φράση «αναξιόπιστες οικονομικές πολιτικές» ο κ Trichet  εννοεί ότι δεν πληρώνουν τα χρέη υποτιμώντας τες επειδή δεν προβλέπουν εκποίηση δημόσιας γης και κρατικών μονοπωλίων και επειδή αρνούνται να αντικαταστήσουν την πολιτική και οικονομική δημοκρατία με έλεγχο από τους τραπεζίτες. Αυτό δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα οικονομικό πραξικόπημα που προσβάλλει βάναυσα τη μακροχρόνια ιστορία του ευρωπαϊκού ιδεαλισμού.

Όπως είναι πλέον σαφές η υφιστάμενη ευρωπαϊκή κρίση μπορεί να λήξει με ένα από τους δύο τρόπους: είτε με το θάνατό της περνώντας σε μια φάση μίσους προς οτιδήποτε πνευματικό ή την αναγέννησή της από το πνεύμα της φιλοσοφίας μέσα από τον ηρωϊσμό της λογικής…….

Από όσο θυμάμαι ο σοσιαλιστικός ιδεαλισμός μετά το Β’ Π.Π. έβλεπε με αγωνία σε ολόκληρο τον κόσμο τα έθνη-κράτη σαν εργαλεία του στρατιωτικού πολέμου. Όμως ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα είναι ότι οι γενικά αριστερές κυβερνήσεις του αναπτυσσόμενου τότε κόσμου υιοθέτησαν με τόσο μεγάλο ενθουσιασμό τις φασίζουσες οικονομικές συνταγές της ΕΚΤ. Το γιατί αριστερά κόμματα αγκάλιασαν τη συμβουλή των φασιστών οικονομολόγων των οποίων τα δόγματα προκάλεσαν τη κρίση είναι κάτι που πρέπει σοβαρά να μας προβληματίσει. Οι πολιτικές τους είναι καταστρεπτικές για την οικονομία και πολιτικά αυτοκτονικές.

Η Ελλάδα και η Ιρλανδία έχουν γίνει παραδοθεί σαν σφάγια στο βωμό της δοκιμής που θα κρίνει αν πρέπει οι οικονομίες να θυσιαστούν προκειμένου να πληρωθούν χρέη που είναι σαφές ότι είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Απειλούμαστε με ένα μεσοδιάστημα κατά το οποίο ο δρόμος προς τη χρεοκοπία και τη μόνιμη λιτότητα θα αποσπούν ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα δημόσιας γης και επιχειρήσεων από το δημόσιο τομέα, ολοένα και περισσότερο το εισόδημα των καταναλωτών θα εκτρέπεται προς την εξυπηρέτηση πληρωμής χρεών και φόρων προκειμένου οι κυβερνήσεις να πληρώνουν κατόχους κρατικών ομολόγων ενώ μεγαλύτερο εισόδημα από τις επιχειρήσεις θα πληρώνει τους τραπεζίτες. Εάν αυτό δεν είναι πόλεμος, τότε τι είναι;

 

* Ο Μανώλης Αστρεινίδης είναι Διεθνολόγος – Ερευνητής.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, Ιούνιος 07, 2011, http://logioshermes.blogspot.com/2011/06/blog-post_1613.html

 

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον admin.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.