ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ Ι

ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ:

Οι ιδιαιτερότητες τους, … – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Όπως αποδείχθηκε, ολόκληρο το πρόγραμμα της «θεραπείας» που επιβλήθηκε στην Αργεντινή στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οδηγώντας την στη χρεοκοπία, δεν ήταν της Παγκόσμιας Τράπεζας ή του ΔΝΤ. Είχε εκπονηθεί κρυφά από την J. PMorgan και τη Citibank, τους δύο μεγαλύτερους πιστωτές της Αργεντινής” (Α. Ο. Γκαόνα).    

Υπενθυμίζοντας απλά ότι, δύο από τους μεγαλύτερους πιστωτές της χώρας μας είναι η Γερμανία και η Γαλλία, είναι εμφανές πως, τόσο η ανάπτυξη της δύσης τις τελευταίες δεκαετίες, όσο και η υπερχρέωση της (ειδικά των Η.Π.Α. και της Μ. Βρετανίας), στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στο τραπεζικό σύστημα – το οποίο, σε «συνεργασία» με τον εκάστοτε κρατικό μηχανισμό, εξελίχθηκε ραγδαία. Ειδικά όσον αφορά αρκετές από τις χώρες της Ευρωζώνης, οι τράπεζες αγόραζαν ομόλογα του δημοσίου, τα τοποθετούσαν ως εγγύηση στην ΕΚΤ, δανείζονταν με χαμηλά επιτόκια και διοχέτευαν τα νέα χρήματα στην αγορά – αυξάνοντας την κατανάλωση και, μέσω αυτής, «έκρυθμα» το ΑΕΠ.

Στα πλαίσια αυτά οι πολιτικοί «συνηγορούσαν», αφού τα νέα χρήματα είχαν σαν αποτέλεσμα την ανάπτυξη των Οικονομιών των κρατών τους, η οποία συντελούσε αφενός μεν στην παραμονή τους στην εξουσία, αφετέρου στη χρηματοδότηση του πανάκριβου «κομματικού μηχανισμού» τους (αν και ουσιαστικά επρόκειτο για μία θανατηφόρα «διόγκωση», η οποία κατάστρεψε τον παραγωγικό ιστό αρκετών χωρών).

Συνεχίζοντας, η έντονη πιστωτική επέκταση των εμπορικών τραπεζών, η δημιουργία δηλαδή νέων χρημάτων από το πουθενά, ήταν το αποτέλεσμα της έγκρισης δανείων – αρκετές φορές «χαμηλής εξασφάλισης» (subprimes), όπως για παράδειγμα συνέβη στις Η.Π.Α., στην Ιρλανδία, στην Ισπανία κλπ. Μετά το δανεισμό των επιχειρήσεων, ακολούθησαν τα καταναλωτικά, οι πιστωτικές κάρτες και τα υπόλοιπα δάνεια σε ιδιώτες – κυρίως τα στεγαστικά, τα οποία αφενός μεν αύξαναν σημαντικά το ενεργητικό των τραπεζών, αφετέρου δε λειτουργούσαν ως εγγυήσεις για την παροχή δανείων εκ μέρους της ΕΚΤ.

Φυσικά, οι εμπορικές τράπεζες «παραβίαζαν» συστηματικά τις οδηγίες των κεντρικών τραπεζών τους – είτε «υπερεκτιμώντας» την αξία των ακινήτων, είτε «πλαστογραφώντας» την πιστοληπτική ικανότητα των πελατών τους, είτε επιμηκύνοντας έντεχνα το χρόνο αποπληρωμής των δανείων, είτε μηδενίζοντας τα έξοδα τους (πολλές φορές πλήρωναν οι ίδιες το κόστος προσημείωσης), είτε προσφέροντας «προμήθειες» σε αυτούς, οι οποίοι «προωθούσαν» την πώληση ακινήτων με στεγαστικά δάνεια (τεχνικές εταιρείες, μηχανικούς, μεσίτες κλπ.).

Στη συνέχεια, όταν η «στεγαστική αγορά» έφτασε στα όρια της, με το μεγαλύτερο μέρος των ακινήτων προσημειωμένο και δανεισμένο, αρκετές ευρωπαϊκές τράπεζες ακολούθησαν το παράδειγμα των αμερικανικών «συναδέλφων» τους. Άρχισαν λοιπόν να «τιτλοποιούν» τα πάσης φύσεως δάνεια τους, να συσκευάζουν δηλαδή πολλά μαζί σε ένα «προϊόν» (όπως τα γνωστά μας CDOs) και να τα προσφέρουν σε «επενδυτές», στο Λονδίνο ή αλλού – όπου η επίτευξη «ορθολογικών» επιτοκίων απαιτούσε, αφενός μεν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια εκ μέρους τους, αφετέρου δε υψηλή βαθμολογία από τις τρεις αδελφές (εταιρείες αξιολόγησης).  

Όταν όμως ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, μετά την, μάλλον σκόπιμη, κατάρρευση της Lehman Brothers (η μεγαλύτερη ληστεία όλων των εποχών), η διατραπεζική αγορά σταμάτησε να λειτουργεί (άρθρο μας), τα επιτόκια της αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό και η ρευστότητα των τραπεζών άρχισε να μειώνεται (πιστωτική παγίδα). Έτσι λοιπόν, αρκετές τράπεζες αναγκάσθηκαν να σταματήσουν απότομα την παροχή δανείων (άρνηση χορηγήσεων), επειδή ήταν πια ασύμφορα. Παράλληλα, «υποχρεώθηκαν» να επέμβουν δραστικά στο σύστημα της κεφαλαιακής τους επάρκειας, «εξυγιαίνοντας» το με τη βοήθεια της δημιουργικής λογιστικής – μεταφέροντας κατά κάποιον τρόπο ποσά από τις χορηγήσεις, στις καταθέσεις ή στα Ίδια Κεφάλαια τους.

Ο ανατροφοδοτούμενος καθοδικός σπειροειδής κύκλος είχε τεθεί πλέον σε λειτουργία, αφού η πραγματική αγορά, λόγω της έλλειψης πιστώσεων, άρχισε να συρρικνώνεται – οδηγώντας τις Οικονομίες ορισμένων χωρών στην ύφεση, τους εργαζομένους μαζικά στην ανεργία και τις τράπεζες σε απόγνωση.

Ολοκληρώνοντας, η κατάσταση αυτή θα είχε οδηγήσει πολλές από τις τράπεζες στη χρεοκοπία, αφού τα ελλειμματικά κράτη αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν με την ενίσχυση τους – σε αντίθεση με τη Γερμανία, η οποία διέθεσε τεράστια ποσά στη διάσωση των τραπεζών της (Πίνακας Ι), χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχουν διαφύγει από τον κίνδυνο. Ευτυχώς η καταστροφή «αποφεύχθηκε», με τη βοήθεια της ΕΚΤ – η οποία ενίσχυσε αρκετές τράπεζες, με διάφορους τρόπους.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ποσά διάσωσης τραπεζών από τη Γερμανία, σε δις €

Τράπεζα

Ποσόν

 

 

Ομοσπονδιακές τράπεζες (Landesbanken)

21,00

Commerzbank

18,00

Hypo Real Estate

10,00

Πηγή: Spiegel, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Τέλος, παρά το ότι η Γερμανία είχε ανακοινώσει στους Πολίτες της πως θα συγκέντρωνε από τις τράπεζες της ετήσια το ποσόν του 1 δις € για τη δημιουργία ενός εγγυητικού κεφαλαίου (restructuring capital), αντί, για παράδειγμα, να λάβει το προϋπολογιζόμενο ποσόν των 500 εκ € από την Deutsche Bank, εισέπραξε μόλις 73 εκ. € (εις βάρος φυσικά των φορολογουμένων της).  

 

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 18. Μαΐου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

 

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2350.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.