Οι αποφάσεις των Βρυξελών, η Ελλάδα και το ντόπιο κατεστημένο
Του Νίκου Στεριανού
Την επόμενη Πέμπτη και Παρασκευή, στις 24 και 25 του μηνός, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο για το πώς θα πορευτεί στο εξής αναφορικά με το ζήτημα της κρίσης που τη μαστίζει. Πολλοί είναι εκείνοι που προεξοφλούν ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν θα κινούνται πάνω – κάτω στο πλαίσιο των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής των ηγετών της Ευρωζώνης της 11ης Μαρτίου.
Ενδεχομένως τα πράγματα να εξελιχθούν κάπως έτσι, αν και δεν αποκλείονται οι εκπλήξεις – κυρίως προς το χειρότερο. Για να έχουμε όμως μια σαφή αντίληψη των πραγμάτων – και ειδικότερα το πλαίσιο όσων θα συζητηθούν αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες – οφείλουμε να σταθούμε διεξοδικότερα στις αποφάσεις της 11ης Μαρτίου.
Η Σύνοδος της 11ης Μαρτίου και η Ελλάδα: Δώσαμε πολλά και δεν πήραμε τίποτα
Η κυβέρνηση και η μεγαλύτερη μερίδα του πολιτικού κόσμου δέχτηκαν με ανακούφιση τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της 11ης Μαρτίου. Είχαν κάθε λόγο να αντιδράσουν έτσι αφού το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο απέφυγαν μια άμεση έκρηξη της ήδη χρεοκοπημένης πολιτικής του μνημονίου η οποία θα απελευθέρωνε τα τεράστια παλιρροιακά κύματα της κρίσης της ελληνικής οικονομίας όπως αυτή εκδηλώνεται με αιχμή το δημόσιο χρέος. Για πόσο καιρό θα αποφεύγουν την έκρηξη μένει να αποδειχτεί.
Επί του παρόντος όμως είναι πλέον ξεκάθαρο, ακόμη και για τους πιο δύσπιστους, ότι οι αποφάσεις της Συνόδου αποτελούν μιας καθαρή ομολογία ότι το μνημόνιο και τα παράγωγά του ως πολιτική αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης δεν έχουν μέχρι στιγμής αποδώσει τίποτα και έχουν χρεοκοπήσει παταγωδώς. Για να το κατανοήσουμε αυτό αρκεί να σκεφτούμε δύο απλά πράγματα: Η χώρα αδυνατούσε να εξυπηρετήσει το δημόσιο χρέος της και για το λόγο αυτό μπήκε κάτω από το μνημόνιο και την Τρόικα ώστε να καταστεί ικανή να ανταποκρίνεται στις δανειακές της ανάγκες. Ένα, σχεδόν, χρόνο μετά, με εφαρμογή του μνημονίου, η Ελλάδα καθίσταται ανίκανη όχι μόνο να εξυπηρετήσει το παλιό της χρέος, βγαίνοντας η ίδια στις αγορές για δανεισμό, αλλά και να ανταποκριθεί στο δάνειο των 110 δισ. που πήρε από την τρόικα. Έτσι το χρέος προς την τρόικα αναδιαρθρώνεται (επιμηκύνεται). Αν αυτό δεν είναι η πλήρης απόδειξη της χρεοκοπίας του μνημονίου τι άλλη απόδειξη χρειάζεται; Ας δούμε όμως με περισσότερες λεπτομέρειες τις αποφάσεις της Συνόδου 11ης Μαρτίου.
Πρώτο. Η κυβέρνηση πήρε μια επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου των 110 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο 7,5 χρόνια και με περίοδο χάριτος τα 3 έτη. Δηλαδή το δάνειο των 110 δισ. θα πρέπει να το εξοφλήσει στα 7,5 χρόνια αλλά αυτό θα αρχίσει να τρέχει προς εξόφληση μετά τα τρία έτη. Επίσης μειώθηκε το επιτόκιο του εν λόγω δανείου κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ανακοίνωσαν ότι η μείωση του επιτοκίου επιφέρει εξοικονόμηση για τη χώρα στο ύψος των 6 δισ. ευρώ. Δεν παρουσίασαν όμως κανένα λογαριασμό ώστε να φαίνεται ότι μια τέτοια εξοικονόμηση είναι πραγματική.
Πως το λογάριασαν και πως το έβγαλαν κανείς δεν ξέρει, και για το λόγο αυτό υπάρχουν βάσιμες υποψίες – αν όχι η βεβαιότητα – πως πρόκειται για προπαγανδιστικό κόλπο. Οι πιο αδαείς στα οικονομικά γνωρίζουν πως η επιμήκυνση ενός δανείου – του οποιουδήποτε δανείου- συνοδεύεται άμεσα με μείωση του επιτοκίου διότι αν το επιτόκιο μείνει αμετάβλητο και αυξηθεί ο χρόνος της επιτοκιακής απόδοσης πάνω στο σταθερό δανειακό ποσό, αυξάνεται ταυτόχρονα και το επιτοκιακό βάρος με αποτέλεσμα ακόμη κι ένα καλό επιτόκιο να καθίσταται ληστρικό. Έτσι μια μείωση του επιτοκίου πάνω στο δάνειο – εφόσον αυτό επιμηκύνεται – επιχειρεί να εξομαλύνει κάπως τα πράγματα, χωρίς όμως να μειώνει το συνολικό επιτοκιακό κόστος για τον δανειζόμενο. Μέχρι σήμερα άλλωστε δεν υπάρχει παράδειγμα, ακόμη και στις απλές τραπεζικές συναλλαγές, όπου η επιμήκυνση ενός δανείου, με μείωση επιτοκίου, να είχε ως αποτέλεσμα για τον δανειζόμενο μικρότερο συνολικό επιτοκιακό κόστος. Αντίθετα το επιτοκιακό κόστος – ως σύνολο – είναι πάντοτε μεγαλύτερο (ακόμη και τριπλάσιο του αρχικού) σε περιπτώσεις τέτοιας επιμήκυνσης.
Η ρύθμιση του δανείου των 110 δισ., δηλαδή η αναδιάρθρωσή του, με την ευκολία και τη σπουδή που έγινε διασφάλισε τους δανειστές μας από οποιαδήποτε αναδιάρθρωση του συνολικού δημοσίου χρέους.
Το δάνειο αυτό διαχωρίστηκε εντελώς από το υπόλοιπο χρέος και προστατεύτηκε πλήρως από μια συνολική αναδιάρθρωση που ενδεχομένως θα περιλάμβανε και το λεγόμενο κούρεμα. Έτσι οι δανειστές μας, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ, προστάτευσαν απολύτως τα συμφέροντά τους διασφαλίζοντας τα χρήματά τους στο ακέραιο και ως πάγιο ποσό και ως απόδοση. Για να επιδιώξουν όμως και να διασφαλίσουν κάτι τέτοιο σημαίνει πως είναι απολύτως βέβαιοι και για την αναδιάρθρωση του υπόλοιπου χρέους και για το κούρεμά του.
Δεύτερο. Στις Βρυξέλλες επίσης αποφασίστηκε να υπάρχει δυνατότητα απευθείας αγοράς κρατικών ομολόγων από τον μόνιμο μηχανισμό στήριξης. Οι τελικές αποφάσεις γι’ αυτό το, τελευταίο, ζήτημα θα ληφθούν οριστικά, μάλλον, στη Σύνοδο της 25ης Μαρτίου. Αν ισχύσει κάτι τέτοιο η Ελλάδα – δεδομένου ότι αδυνατεί να βγει στις αγορές για να δανειστεί – διευκολύνεται ώστε να βρει τα χρήματα, που δεν της παρέχει η τρόικα, για εξυπηρέτηση των δανειακών της υποχρεώσεων ως το 2013. Έτσι, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι τον επόμενο χρόνο θα προχωρήσουμε σε νέα σύναψη δανείου με τον μηχανισμό στήριξης, άρα σε προσθήκη νέων δυσβάσταχτων όρων στους ήδη υπάρχοντες του μνημονίου που κάθε τρεις και λίγο επικαιροποιούνται. Θυμίζουμε ότι οι ανάγκες εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας, από το 2010 μέχρι το 2013 έχουν υπολογιστεί στα 220 ως 240 δισ. ευρώ ενώ το δάνειο της τρόικας είναι μόλις 110 δισ.
Τρίτο: Η Σύνοδος της 11ης Μαρτίου αποφάσισε για την Ελλάδα την υποχρέωση να πουλήσει δημόσια περιουσία στο ύψος των 50 δισ. που αποτελεί το ελάχιστον και όχι την οροφή του ξεπουλήματος. Στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου της 11ης Μαρτίου, αναφέρεται ότι η Ελλάδα πρέπει «να συνεχίσει με αποφασιστικότητα τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να αυξήσει την επιχειρησιακή ικανότητα για την εφαρμογή τους, να ολοκληρώσει πλήρως και ταχέως το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας ύψους 50 δισ. ευρώ, το οποίο έχει ανακοινώσει και να εισάγει ένα αυστηρό και σταθερό δημοσιονομικό πλαίσιο με την ισχυρότερη δυνατή νομική βάση, η οποία θα αποφασιστεί από την ελληνική κυβέρνηση». Στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Κυριακή 13 Μαρτίου) διαβάζουμε για το θέμα αυτό: «Ο στόχος που συμφωνήθηκε με την τρόικα, για έσοδα της τάξης των 50 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων έως το 2015, θα πρέπει να θεωρείται η ‘‘βάση’’ του προγράμματος και όχι το ‘‘ταβάνι’’. Άλλωστε, στο αρχικό κείμενο του Μνημονίου, πριν ζητήσει η ελληνική πλευρά να αλλάξει, αναφέρονταν αποκρατικοποιήσεις ‘‘τουλάχιστον (at least) 50 δισ. ευρώ’’. Παράλληλα, οι δανειστές μας ζητούν πιστή εφαρμογή του Μνημονίου που θα ελέγχεται πολύ αυστηρά, χωρίς την παραμικρή δυνατότητα παρεκκλίσεων».
Η εκποίηση της κρατικής περιουσίας είναι ένας όρος στον οποίο η τρόικα και οι ηγέτιδες δυνάμεις της ευρωζώνης επέδειξαν πλήρη ακαμψία με μοναδικό στόχο, ως φαίνεται- και όπως ομολογούν οι γνωρίζοντες σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις-, οι πάσης φύσεως δανειστές μας να πάρουν- πέραν των άλλων- ρευστό χρήμα στο χέρι.
Όσοι γνωρίζουν καλύτερα – και από μέσα – τα πράγματα λένε ότι οι προαναφερόμενες υποχρεώσεις μας επιβλήθηκαν, επίσης, ως προϋπόθεση από τους εταίρους μας ώστε εκείνοι, στη συνέχεια, να μας βοηθήσουν να αναδιαρθρώσουμε το σύνολο του χρέους. Μας είπαν δηλαδή: Πουλήστε, κι ότι πάρετε δώστε το στους δανειστές σας ώστε να μειώσετε κάπως το χρέος σας προς αυτούς και στη συνέχεια θα μεσολαβήσουμε εμείς για την αναδιάρθρωση του χρέους που θα έχει απομένει. Στην πραγματικότητα βέβαια οι δανειστές μας θα είναι αυτοί που θα πάρουν και το φιλέτο της κρατικής περιουσίας που θα εκποιηθεί. Με το ένα χέρι θα πληρώνουν ως αγοραστές. Με το άλλο, ότι έδωσαν ως αγοραστές θα το πάρουν πίσω ως δανειστές και ως αποτέλεσμα όλων αυτών, από την ληστρική εκμετάλλευση της χωράς, τόσα χρόνια, μέσω του χρέους, χωρίς να έχουν βάλει τίποτα από την τσέπη τους, με λεφτά δικά μας, θα έχουν βάλει στο χέρι όλο τον πλούτο της χώρας!!!
Εν κατακλείδι, οι αποφάσεις της 11ης Μαρτίου είναι τα άμεσα και απτά αποτελέσματα της πολιτικής του μνημονίου. Μια πολιτική στην οποία τόσο οι κοινοτικοί εταίροι όσο και η κυβέρνηση επιμένουν ότι θα πρέπει να συνεχιστεί με ακόμη μεγαλύτερες δόσεις, γιατί ενώ διαλύει τη χώρα λειτουργεί ως εγγύηση για το σύνολο των δανειστών μας είτε είναι εκείνοι που επενδύουν σε χρέος μέσω των αγορών είτε πρόκειται για οργανισμούς όπως η Ε.Ε., η ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Φανταστείτε – έλεγε ένας φίλος – την Ελλάδα ως ασθενή. Ο γιατρός εφαρμόζει πάνω του μια θεραπεία για να αντιστρέψει την κακή πορεία της υγείας του. Μετά από αρκετό καιρό – κι ενώ η θεραπεία εφαρμόζεται χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση – διαπιστώνει ότι ο ασθενής του δεν ανταποκρίνεται, η θεραπεία δεν αποδίδει και η κατάσταση της υγείας του, στην καλύτερη περίπτωση, παραμένει στάσιμη. Τότε ο γιατρός, αντί να αλλάξει θεραπεία, παίρνει μέτρα για να μην πεθάνει ο ασθενής και συνεχίζει την ίδια θεραπευτική αγωγή, στις ίδιες ή και μεγαλύτερες δόσεις, με μοναδικό σκοπό να μην σταματήσει, από την φαρμακευτική εταιρεία με την οποία συνεργάζεται, η ροή των φαρμάκων που χρειάζονται. Αν αυτό δεν είναι συνειδητό έγκλημα τότε τι είναι; Ακριβώς αυτό συμβαίνει σήμερα σε βάρος της Ελλάδας και του λαού της με την συμμετοχή μιας κυβέρνησης που παριστάνει το σωτήρα.
Μνημόνιο στη νιοστή και χωρίς τέλος – Το σύμφωνο του ευρώ
Πέραν των αποφάσεων για την Ελλάδα, οι σπουδαιότερη απόφαση της Συνόδου Κορυφής της 11ης Μαρτίου αφορά το λεγόμενο Σύμφωνο ανταγωνιστικότητας, την οικονομική διακυβέρνηση όπως αλλιώς λέγεται, που τελικά πήρε το όνομα «Σύμφωνο για το ευρώ». Πρόκειται για την πολιτική του μνημονίου στη νιοστή και μάλιστα χωρίς τέλος. Οι βασικοί όροι του Συμφώνου όπως τους έδωσε η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (13 Μαρτίου) σε τίτλους έχουν ως εξής:
«Οι βασικοί όροι του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας – Μισθοί: Σύνδεση μισθών και παραγωγικότητας, παρακολούθηση των μισθολογικών εξελίξεων στην Ευρωζώνη και σύγκριση μεταξύ κρατών- μελών. Ιδιαίτερα για τον δημόσιο τομέα προβλέπεται «πολιτική συγκράτησης μισθών». Ιδιαίτερο βάρος σε κράτη-μέλη με προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Συντάξεις: Τα συνταξιοδοτικά συστήματα και τα συστήματα κοινωνικών παροχών θα πρέπει να είναι βιώσιμα μακροπρόθεσμα. Σύνδεση ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης με προσδόκιμο ζωής. Χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα πρέπει να τα διορθώνουν εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου. Δημοσιονομική Πειθαρχία: Η συζήτηση για το αν θα πρέπει να προβλέπεται συνταγματική ή άλλη νομοθετική ρύθμιση για το έλλειμμα και το χρέος, ήταν από τα κεντρικά θέματα της προχθεσινής άτυπης Συνόδου Κορυφής. Απασχόληση: Εφαρμογή της flexicurity στην αγορά εργασίας, μείωση της φορολόγησης της εργασίας και κάλυψη της απώλειας πόρων μέσω της φορολόγησης της κατανάλωσης. Φορολόγηση: Εθελοντική εισαγωγή κοινής ενοποιημένης φορολογικής βάσης για επιχειρήσεις. Όχι εναρμόνιση φορολογίας επιχειρήσεων».
Οι τελικές αποφάσεις για το «Σύμφωνο του Ευρώ» αναμένεται να ληφθούν στη Σύνοδο Κορυφής αυτής της εβδομάδας και οι αντιθέσεις στο πλαίσιο της ευρωζώνης είναι μεγάλες, όπως τουλάχιστον φάνηκε από την τοποθέτηση του προέδρου της Ζ. Κ. Γιούκερ ο οποίος δήλωσε πως πρόκειται για ένα θνησιγενές σύμφωνο. Αν πάντως υιοθετηθεί – κι όπως όλα δείχνουν θα υιοθετηθεί έστω και με κάποιες παραλλαγές – θα είναι μια πολιτική εργασιακού μεσαίωνα από την μια και πλήρους ασυδοσίας για το μεγάλο ευρωπαϊκό κεφάλαιο από την άλλη. Απελπιστικά δυσβάσταχτη θα είναι αυτή η πολιτική για τους λαούς των μικρών, εξαρτημένων και υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ελλάδα, αφού η συγκράτηση των μισθών, η πλήρης ευελιξία στην αγορά εργασίας συνοδεύμενη από την «ασφάλεια» των επιδομάτων πείνας (flexicurity – ευελιξία με ασφάλεια), η διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης και των συνταξιοδοτικών συστημάτων, θα συνοδεύονται από την σκληρή λιτότητα και την υπερφορολόγηση των λαϊκών εισοδημάτων μέσω των άκαμπτων όρων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Άρον – άρον σταύρωσον αυτούς – Ο ρόλος του Τύπου
Τα όσα περιγράψαμε πιο πάνω ασφαλώς θέτουν εξ αντικειμένου το ερώτημα: Υπάρχουν στη χώρα δυνάμεις που μπορούν να συναινέσουν σε μια τέτοια κατάσταση. Ασφαλώς και υπάρχουν. Πρώτη και καλύτερη είναι η κυβέρνηση που όχι μόνο συναινεί, όχι μόνο προσυπογράφει αλλά και πανηγυρίζει για την καταστροφή της χώρας και του λαού της εμφανίζοντάς την ως σωτηρία. Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε και το κόμμα του Καρατζαφέρη, όπως και η κ. Μπακογιάννη που δήλωσε δικαιωμένη από το αποτέλεσμα της Συνόδου της 11ης Μαρτίου. Ενδιαφέρουσα όμως είναι η δήλωση Καρατζαφέρη ο οποίος είπε: «Από την Ευρώπη μπορεί να μην πετύχαμε το μάξιμουμ των επιδιώξεων μας, αλλά πήραμε πολλά περισσότερα από όσα υπολόγιζαν οι πεσιμιστές. Το θέμα είναι τώρα ποιος θα διαχειριστεί τη νέα ευκαιρία που μας δόθηκε». Το ερώτημά του είναι κομβικό για το οικονομικό κατεστημένο και θα το δούμε πως τίθεται στη συνέχεια.
Η Ν.Δ., αρχικά, με δηλώσεις του Χρ. Σταϊκούρα χαρακτήρισε ως επιτυχία τις αποφάσεις των Βρυξελλών της 11ης Μαρτίου. Στη συνέχεια όμως στάθηκε κάπου στη μέση για να μπορεί να καρπώνεται ως… αυριανή κυβέρνηση τη σημερινή λαϊκή δυσαρέσκεια. «Αυτές οι αποφάσεις συνιστούν, πράγματι, ανακούφιση χωρίς, βεβαίως, να μειώνουν το σημερινό απόλυτο μέγεθος του χρέους», τονίζει σε δήλωσή του ο πρόεδρος της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς.
Από τα κόμματα της Αριστεράς, το Κόμμα Κουβέλη δήλωσε ικανοποιημένο από την επιμήκυνση του δανείου των 110 δισ. και δυσαρεστημένο που δεν θα βγει ευρωομόλογο. Ο ΣΥΝ θεώρησε αυτονόητη την επιμήκυνση του δανείου, Κάλεσε όμως την Κυβέρνηση να μην δεχτεί στην Σύνοδο της 25ης Μαρτίου το Σύμφωνο ανταγωνιστικότητας. Τέλος το ΚΚΕ, δια της κ. Παπαρήγα, δήλωσε δικαιωμένο από τις εξελίξεις, μάντεψε τα αυτονόητα, ότι δηλαδή έρχονται δεινά για τον λαό και ξεκαθάρισε ότι «θα συνεχίσει στο δρόμο της απειθαρχίας, της ανυπακοής». Με δυο λόγια η Αριστερά στο σύνολό της, είτε αποδεχόμενη τις αποφάσεις της τον Βρυξελλών είτε απορρίπτοντάς τες με κορώνες, φάνηκε για μια ακόμη φορά κατώτερη των εξελίξεων αφού καμία από τις συνιστώσες της δεν προβάλλει κάποιο πρόγραμμά πνοής σε άλλη κατεύθυνση.
Εκτός κι αν δεχτούμε πως πρόταση πνοής είναι η πρόταση της κ. Παπαρήγα για Λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία. Μια πρόταση που ούτε αυτή ούτε το κόμμα της την πιστεύουν και επειδή δεν την πιστεύουν την έχουν καταστήσει σλόγκαν – απάντηση για κάθε πρόβλημα. Φάρμακο για πάσα νόσον… Όπως παλιά στα χωριά οι συμπαθείς και αγράμματοι, τότε, χωριάτες, για κάθε πόνο συνιστούσαν ο ένας στον άλλον το… έμπλαστρο. Τόσα ήξεραν – τόσα έλεγαν.
Το πλαίσιο στο οποίο θέλει η καθεστηκυία τάξη να κινηθούν τα πράγματα περιγράφηκε με απόλυτα κυνικό τρόπο σε άρθρο του Αντ. Καρακούση στο Ηλεκτρονικό ΒΗΜΑ την Τρίτη 15 Μαρτίου. Σ’ αυτό το άρθρο με τίτλο «Μοντέλο Μέρκελ» ο αρθρογράφος κατέληγε: «Κακά τα ψέματα αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν περιθώρια στην Ευρώπη για πολλές αμφισβητήσεις του φιλελεύθερου παραγωγικού μοντέλου της κυρίας Μέρκελ. Άρα η Ευρώπη θα πορευθεί με αυτό. Η Ελλάδα επίσης, στη θέση που είναι δεν δύναται να διαπραγματευθεί. Μπορεί να διεκδικεί διευκολύνσεις και να απαιτεί βοήθεια στο βαθμό που προσαρμόζεται σε αυτό το μοντέλο. Το δίλημμα λοιπόν είναι απλό: Ή αλλάζουμε και προσαρμοζόμαστε στο ευρωπαϊκό, γερμανικής εμπνεύσεως μοντέλο, ή τα παρατάμε και πτωχεύουμε. Τα περισσότερα κόμματα προφανώς δεν μπορούν να τοποθετηθούν αρνητικά στο δίλημμα και λογικώς θα πρέπει να προσαρμόσουν την πολιτική τους αναλόγως. Σε άλλη περίπτωση παίζουν ένα παιγνίδι εντυπώσεων σαν κι αυτό της Νέας Δημοκρατίας, που δεν αντέχει ούτε δυο μέρες…».
Παρ’ όλα αυτά το οικονομικό κατεστημένο έχει πρόβλημα. Το πρόβλημά του εδράζεται στο ερώτημα της δήλωσης Καρατζαφέρη: Οι Βρυξέλλες αποφάσισαν. Ποιος όμως θα εφαρμόσει την πολιτική που αποφάσισαν; Το τεράστιο πρόβλημα του κατεστημένου λέγεται εκτελεστική εξουσία. Είναι η εξουσία που χρειάζεται γι’ αυτή την πολιτική. Η σημερινή κυβέρνηση Παπανδρέου δεν φαίνεται να προκρίνεται γι’ αυτό το ρόλο κάτι που πλέον γίνεται πασιφανές και για τους πιο αδαείς, αρκεί να διαβάσει κανείς την αρθρογραφία των ισχυρών συγκροτημάτων του Τύπου.
Η ΚΑΘΜΕΡΙΝΗ (Κυριακή 13/3) στο κύριο άρθρο της με τίτλο «Το καθήκον της ηγεσίας» σημείωνε: «Είναι σε όλους γνωστό ότι η χώρα βρίσκεται σήμερα σε δίνη επειδή χρωστάει ένα αστρονομικό ποσό, δεν παράγει αρκετά για να το ξεχρεώσει και δεν μπορεί να δανεισθεί προκειμένου να καλύψει τα ελλείμματά της. Το κυριότερο της έλλειμμα, όμως, είναι αυτό της πολιτικής ηγεσίας. Χρειαζόμαστε επειγόντως πολιτικούς που θα αγνοούν το πολιτικό κόστος και δεν θα ασχολούνται συνεχώς με την επικοινωνιακή τους προβολή. Πολιτικούς αποφασιστικούς, οι οποίοι θα καταλαβαίνουν τι θα πει ισορροπία εσόδων – εξόδων, θα λειτουργούν τεχνοκρατικά και με επαγγελματισμό και θα είναι ήδη καταξιωμένοι στην κοινωνία και την αγορά. Δυστυχώς τα κόμματα διαθέτουν ελάχιστους τέτοιους ανθρώπους και γι’ αυτό χρειαζόμαστε να εισέλθει νέο αίμα στην πολιτική. Φτάσαμε σε ένα σημείο που αν δεν λύσουμε το πρόβλημα του πολιτικού ελλείμματος δεν υπάρχει περίπτωση να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματά μας. Το πώς θα γίνει αυτό κανείς δεν μπορεί να το μαντέψει, ούτε ασφαλώς και να το υποδείξει. Ας το καταλάβουμε όμως ως πρόβλημα. Θα είναι μια καλή αρχή».
Την ίδια ημέρα, ο Σταύρος Ψυχάρης, στο δικό του άρθρο στο ΒΗΜΑ, υπό τον τίτλο «Αλλαγή», ανέφερε με σαφώς απειλητικό ύφος: «Ο Έλληνας δεν είναι… άχρηστος επειδή λ.χ. δεν μπορούν να ορθοποδήσουν στη χώρα μας ορισμένες βιομηχανίες. Υπάρχουν πεδία στα οποία οι Έλληνες διαπρέπουν- το παράδειγμα της Ναυτιλίας δεν είναι το μοναδικό. Το ζήτημα είναι ποια ηγεσία θα οδηγήσει τους Έλληνες σε πεδία ανάπτυξης που τους ταιριάζουν. Ο κ. Γ. Παπανδρέου, που φαίνεται ότι θα ξεπεράσει τα άμεσα προβλήματα της κρίσης, έχει τις γνώσεις, τα εφόδια και τη μεγάλη ευκαιρία να αλλάξει τη χώρα. Βεβαίως γάμος γίνεται, αρνιά σφάζονται!». Ο κ. Ψυχάρης δεν αναφέρει βέβαια αν στα αρνιά που σφάζονται μπορεί να περιληφθεί και ο πρωθυπουργός εφόσον δεν ανταποκριθεί πλήρως στις απαιτήσεις των εχόντων την πραγματική εξουσία. Φανταζόμαστε όμως ότι ουδείς δισταγμός θα υπάρξει περί αυτού αν οι συνθήκες το απαιτήσουν…
Τα πράγματα είναι πολύ απλά και τα περιέγραψε στο άρθρο του – με τίτλο «Συντεταγμένα ή άναρχα;» – στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Τετάρτη 16/3) ο Αλέξης Παπαχελάς. Διαβάζουμε: «Υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα και όποιος γνωρίζει την απάντησή του μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις στη χώρα μας. Το ερώτημα είναι πότε θα σταματήσει η Ελλάδα και μια αναδιάρθρωση του χρέους της να συνιστούν απειλή για τις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες αλλά και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Πότε, δηλαδή, θα μπορεί να πει το Βερολίνο ότι “εντάξει, τώρα και να κάνετε ένα κούρεμα της τάξης του 40% στα ομόλογά σας δεν μας πειράζει, είμαστε προετοιμασμένοι και προφυλαγμένοι”. Είναι προφανές ότι τώρα, ακόμη, δεν είναι έτοιμοι γι’ αυτό το ενδεχόμενο και προσπαθούν με νύχια και με δόντια να το πάνε πιο πίσω…
Εδώ όμως γεννιούνται δύο άλλα ερωτήματα, πόσο θα μας αντέξουν αν συμπεριφερόμεθα σαν να μην ξέρουμε ότι έχουμε χρεοκοπήσει και πόσο θα αντέξει η σημερινή ελληνική κυβέρνηση… Τις επόμενες εβδομάδες, αυτό θα κριθεί από το αν ο κ. Παπανδρέου θα λυγίσει απέναντι στο παλιό καλό βαθύ ΠΑΣΟΚ που θα του δείξει τα “δόντια” του σε όλα τα μέτωπα, από τις ιδιωτικοποιήσεις μέχρι το κλείσιμο των σχολείων κλπ. κλπ. Η μάχη θα είναι σκληρή και το βαθύ ΠΑΣΟΚ θα έχει πολλούς συμμάχους στην Αριστερά, στη ρητορεία σημαντικού μέρους της ΝΔ και στις φωνές του λαϊκισμού που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα. Η έκβαση της μάχης ίσως εν τέλει κρίνει το αν θα γίνει αναδιάρθρωση επισήμως και συντεταγμένα βάσει σχεδίου ή άναρχα και με απίστευτους κοινωνικούς και πολιτικούς κλυδωνισμούς».
Το τελικό συμπέρασμα; Άρον άρον σταύρωσον τον ελληνικό λαό. Γάμος γίνεται και το ντόπιο κατεστημένο είναι έτοιμο να σφάξει… αρνιά και ό,τι άλλο βρεθεί στο δρόμο του, ενώ οι πεινασμένοι δανειστές τροχίζουν τα δόντια τους…
ΠΗΓΗ: 21 Μαρτίου 2011, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/45358