Θέματα ηθικής τάξης για το λαϊκό κίνημα
Το απαύγασμα της επεξεργασμένης θεωρητικά πρακτικής εμπειρίας από το λαϊκό κίνημα
Του Δαμιανού Βασιλειάδη
Εισαγωγή
«Εμείς οι ίδιοι κρίνουμε και αποφασίζουμε για τα ζητήματά μας και θεωρούμε πως ο λόγος δε βλάπτει το έργο». [1] Περικλής
Ο καθορισμός κανόνων συμπεριφοράς που αφορούν την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία ενός κινήματος καθώς και ο τρόπος και η μεθοδολογία προς επίτευξη αυτού του στόχου, είναι από τα βασικά ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τόσο την ηγεσία του όσο και τα στελέχη του.
Τα προβλήματα που τυχόν ανακύπτουν δεν μπορούμε να τα αφήνουμε στην τύχη και στην καλοπροαίρετη ή κακοπροαίρετη διάθεση των μελών, που μετέχουν στο συγκεκριμένο κίνημα ή σε οποιαδήποτε άλλη συλλογική προσπάθεια.
Πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε έτσι όπως λέει ο Θουκυδίδης. Γι’ αυτό θέλω να εκφράσω κι εγώ το δικό μου λόγο, γιατί πιστεύω πως δε βλάπτει, ενώ αντιθέτως ωφελεί.
Όλα τα κινήματα στη πορεία τους είχαν και έχουν να λύσουν κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο εσωτερικά προβλήματα λειτουργίας και οργάνωσης και δυσκολίες που ανακύπτουν αναγκαστικά από το επίπεδο ωρίμανσης των υποκειμένων, τη χαρακτηροδομή τους, την ιδιοσυγκρασία τους, τη δημοκρατική ή αυταρχική ή εξουσιαστική νοοτροπία τους, τις φιλοδοξίες, τα πάθη, το φθόνο, την αλαζονεία, τον εγωισμό και ατομισμό, την ιδιοτέλεια κ.λπ.
Είναι φαινόμενα που έχουν να κάνουν με την ψυχολογία των ανθρώπων, και τη συμπεριφορά τους απέναντι σε ένα συλλογικό όργανο και την κοινωνία γενικά.
Είναι φαινόμενα, που έχουν αναφορά στην αέναη πάλη, να ξεφύγει κανείς από το εγώ και να ασπαστεί το εμείς. Το εμείς που εδράζεται στο ήθος και την ανιδιοτέλεια. Κατά πόσο δηλαδή κάποιος προτάσσει το εγώ και όχι το εμείς. Το γεγονός αυτό, της ψυχολογικής πλευράς των προβλημάτων, την έχω τονίσει εμφαντικά και επανειλημμένα.
Μάλιστα τόνισα ότι η αποτυχία του Μαρξισμού – Λενινισμού και η δημιουργία του υπαρκτού σοσιαλισμού οφείλεται και σ’ αυτόν το παράγοντα, δηλαδή στην αγνόηση της ψυχολογίας, κατά το: «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται ο άνθρωπος». [2] Ο άνθρωπος, θέλει να πει η φράση αυτή, δεν είναι μόνο ότι τρώει. Δε σταματά καλύπτοντας τις βιοποριστικές του ανάγκες. Έχει και ψυχικές και πνευματικές ανάγκες.
Έτσι υπέπεσε σε τραγικά και εγκληματικά καμιά φορά σφάλματα, που είχαν ολέθριες συνέπειες για το κίνημα. Κι’ αυτό γιατί, ο ψυχολογικός παράγοντας έχει άμεση σχέση με τις ελευθερίες και τα δημοκρατικά του δικαιώματα.
Αν θεωρήσουμε ότι η ελευθερία αποτελεί το ύψιστο αγαθό του ανθρώπου, που τον ανυψώνει πάνω από τις βιολογικές του ανάγκες, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι πρέπει να απελευθερωθούμε και από όλες τις μικροαστικές μας συνήθειες, που πολλές φορές τις ταυτίζουμε με την προοδευτικότητα και τη ριζοσπαστικότητα. [3]
Ο μικροαστός «επαναστάτης» δεν δέχεται κριτική και αποποιείται την αυτοκριτική, όπως ο διάβολος το λιβάνι. Ενώ αντιθέτως ο πραγματικός δημοκράτης θέλει να πείσει και μετατρέψει τον μικροαστό, ακόμη και τον αντιδραστικό σε επαναστάτη, όπως έπραξε ο Άρης Βελουχιώτης, μετατρέποντας του κλέφτες σε αντιστασιακούς. Ο άνθρωπος που διακατέχεται από την μικροαστική συνείδηση, προσχηματικά μόνο κάνει τον διάλογο, στην ουσία θέλει να επιβάλει την άποψή του, χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε θεμιτά και αθέμιτα μέσα και τρόπους προκειμένου να επιτύχει τον στόχο του.
Τα φαινόμενα αυτά τα διαπίστωσα στην μακρόχρονη δράση μου στο λαϊκό κίνημα, προσπαθώντας να αναλύσω και συνειδητοποιήσω τα φαινόμενα αυτά, μελετώντας την πρακτική ορισμένων αγωνιστών, που άλλα διακήρυτταν στη θεωρία και άλλα έπρατταν στην αγωνιστική τους παρουσία. Βασικά ήταν στην θεωρία «ανυποχώρητοι επαναστάτες», αλλά στην πράξη καταστροφικά αντιδραστικοί.
Μιλάω λοιπόν από εμπειρία της πράξης, που απλώς την επεξεργάστηκα και προσπάθησα να τη διαμορφώσω και θεωρητικά. Επίσης ορισμένες φορές ανακύπτουν και προβλήματα ηθικής τάξης, τα οποία επίσης πρέπει να λύνονται με τον πιο αποδοτικό συντροφικό τρόπο, έτσι ώστε να μην ανακόπτεται με τίποτε η πρόοδος και εξέλιξη ενός κινήματος.
Τελικός σκοπός αυτής της διαδικασίας είναι να εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή κατοχύρωση ότι οι στρατηγικοί στόχοι θα προωθηθούν, με τη λύση προβλημάτων που σε αντίθετη περίπτωση θα ανέκοπταν ή δυσκόλευαν την παρά πέρα υλοποίησή τους, θέτοντας σε κίνδυνο την όλη συλλογική προσπάθεια.
2. Κανόνες λειτουργίας
Ο Λένιν είχε πει πολύ σωστά ότι μπορεί οι αντικειμενικές συνθήκες να έχουν παραωριμάσει, αλλά το επαναστατικό υποκείμενο να σαπίζει. Αυτό σημαίνει ότι, για λόγους που θα αναλύσω, δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που χρειάζεται, λόγω της ανωριμότητας, ανικανότητας και ανεπάρκειας.
Πρώτο και βασικό είναι το συλλογικό πνεύμα που πρέπει να διέπει τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Αυτό δεν είναι δεδομένο, αλλά κατακτάται με προσπάθειες αυτογνωσίας και αυτοπειθαρχίας και υπαγωγής του Εγώ στο Εμείς.
Ο σεβασμός στους συντρόφους και το πνεύμα συντροφικότητας είναι το πρώτο και απαράβατο καθήκον των συντρόφων μεταξύ τους σε μια συλλογική προσπάθεια.
Η αντιπαράθεση ιδεών, απόψεων και θέσεων δεν πρέπει να θίγει την προσωπικότητα κανενός, γιατί ο καθένας έχει την αξία του, όποια και να είναι αυτή και αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό, αν θέλουμε να έχουμε σχέσεις ισότητας και δικαιοσύνης μεταξύ μας. Στο κάτω κάτω της γραφής η εξυπνάδα είναι λογιών λογιών.
Η αντιπαράθεση ιδεών και απόψεων πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση κάθε συλλογικής προσπάθειας. Όλα να μπαίνουν με θάρρος και παρρησία στο τραπέζι των συζητήσεων και να μην αποφεύγουμε κανένα πρόβλημα λόγω της κρισιμότητάς του και των τυχών κινδύνων που εγκυμονεί. Η αποσιώπηση είναι και αποτελεί κακό σύμβουλο επίλυσης προβλημάτων. Τα προβλήματα παρουσιάζονται από την ζωή, όπως αυτή είναι και όχι, όπως θα έπρεπε να είναι. Γι’ αυτό πρέπει να λύνονται με θάρρος, ορθοφροσύνη και νηφαλιότητα.
Θα πρέπει λοιπόν να υπάρχει η θέληση, το σθένος, η φρόνηση και η σύνεση για να αντιμετωπιστούν προς τη σωστή κατεύθυνση. Η λύση προβλημάτων πρέπει να επιδιώκεται με την πειθώ. Τους συντρόφους δεν μπορούμε να τους βλέπουμε ως αντιπάλους, επειδή έχουν τυχόν διαφορετική άποψη από μας.
Κάθε συλλογικό όργανο και σαν τέτοιο είναι και ο οποιοσδήποτε πολιτικός φορέας η οποιαδήποτε πρωτοβουλία ή κίνημα, πρέπει να δρα παιδευτικά, δηλαδή να διαπαιδαγωγεί. Γι’ αυτό ο Σάκης Καράγιωργας είχε πει πολύ σωστά: «Το σοσιαλιστικό Κόμμα πρέπει να αποτελέσει τον ισχυρότερο μηχανισμό πολιτικής διαπαιδαγώγησης των ανθρώπων στην ιδέα της κοινωνικής δημοκρατίας. Λόγω της σημασίας που έχει η εγχάραξη της ιδέας αυτής για τη λειτουργία της κοινωνικής δημοκρατίας, το σοσιαλιστικό κόμμα θα πρέπει να είναι περισσότερο όργανο ιδεολογικής και πολιτικής διαπαιδαγώγησης και λιγότερο όργανο πολιτικής εξουσίας». [4] Το ίδιο ισχύει και για τη δική μας Πρωτοβουλία στα βασικά της πλαίσια.
Το θέμα της ηθικής τάξης είναι ένα διαφορετικό πρόβλημα, που η αντιμετώπισή του έχει άλλα χαρακτηριστικά. Το βασικό κριτήριο είναι η άποψη της πλειοψηφίας, χωρίς να υποβαθμίζεται ή να αγνοείται η άποψη της μειοψηφίας. Η ιστορία απέδειξε ότι πολλές φορές οι απόψεις της μειοψηφίας ήταν σωστές και επεκράτησαν, ενώ οι απόψεις της πλειοψηφίας ήταν λανθασμένες και η πράξη απέδειξε τελικά την αναποτελεσματικότητά τους και μ’ αυτή την έννοια την αναγκαιότητα της αντικατάστασής τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους οι τυχόν διαφορές, εφόσον υπάρχουν και θα υπάρχουν φυσικά, είναι στην ανθρώπινη φύση, θα λύνονται στα συλλογικά πλαίσια με αντιπαράθεση που θα έχει τη βάση της στην πειθώ και όχι στον οποιοδήποτε εξαναγκασμό ή επιβουλή λόγω κάποιων συσχετισμών ή ισχύος. Η ισοτιμία από την άλλη δεν σημαίνει ισοπέδωση, αλλά σεβασμό στη αξία του καθενός, όμως μέσα στα συλλογικά πλαίσια.
Αυτά τα τόσο απλά και αυτονόητα πράγματα μας τα δίδαξε η Αθηναϊκή Δημοκρατία και μπορούμε να τα διαβάσουμε κυρίως στον επιτάφιο του Θουκυδίδη.
3. Η παιδαγωγική πλευρά της λειτουργίας ενός κινήματος
Το κίνημα ως συλλογικότητα πρέπει να δρα παιδευτικά. Στη διαδικασία της εκπαίδευσης όλοι μαθαίνουμε και αυτομορφωνόμαστε. Κανείς δεν είναι τέλειος και κανείς δεν είναι σε θέση να ισχυριστεί ότι δεν επιδέχεται καλυτέρευση. Το απόλυτο κατέχει μόνο ο «θεός». Ας το αφήσουμε γι’ αυτόν, για να έχει κι’ αυτός κάτι δικό του, για να απασχοληθεί!
Μέσα από την καθημερινή πάλη ωριμάζουμε, διορθώνοντας μας στην πορεία με θεωρητική επεξεργασία. Μπορεί φυσικά να συμβεί και το αντίθετο. Στην διαδικασία αυτή η κριτική και αυτοκριτική αποτελεί θετικό παράγοντα και στοιχείο ενός προοδευτικού ανθρώπου, για να μην πω ενός επαναστάτη. Πρέπει να κρίνουμε για να κριθούμε και όχι να μην κρίνουμε για να μη κριθούμε, όπως λέει το Ευαγγέλιο.
Ο επαναστάτης υποβάλλεται στη βάσανο της κριτικής και ανά πάσα στιγμή είναι πρόθυμος να ασκήσει αυστηρή αυτοκριτική. Εμείς πρέπει να δημιουργήσουμε το πρόπλασμα και το πρότυπο για την κοινωνία που θέλουμε να διαμορφώσουμε.
Αν δεν είμαστε ικανοί να το φέρουμε σε πέρας μέσα στα στενά πλαίσια της συλλογικής μας λειτουργίας, τότε να είμαστε βέβαιοι ότι όχι μόνο δεν θα αποτελέσουμε παράδειγμα για την κοινωνία, αλλά καλό θα είναι να διαλυθούμε, πριν διαλύσουμε την κοινωνία, ή να ιδρύσουμε ή ενταχθούμε σε άλλη συλλογικότητα, που θα εξασφαλίζει ένα μίνιμουμ σωστής λειτουργίας και συντροφικότητας, μακριά από ηγεμονισμούς και αλαζονικές συμπεριφορές.
Η επιβολή της άποψής μας είτε λόγω συσχετισμών είτε λόγω κάποιας ισχύος, πνευματικής, ψυχολογικής και ιδιοσυγκρασίας ή και οποιασδήποτε άλλης, αντιβαίνει στις αρχές μιας σωστής και εποικοδομητικής λειτουργίας ενός συλλογικού φορέα.
Ασφαλώς και ισχύει η σοφή φράση του Αριστοτέλη ότι η ισότητα μεταξύ άνισων αποτελεί τη μεγαλύτερη αδικία. Ισοπέδωση δε σημαίνει δημοκρατία. Αξιοκρατία είναι και αποτελεί συστατικό της στοιχείο.
Ο τρόπος λειτουργίας μας δημιουργεί συνειδητά ή ανεπαίσθητα το μοντέλο εκείνο που θέλουμε να καθιερώσουμε και για την κοινωνία, για να είναι μια κοινωνία ανθρώπων με αξιοπρέπεια και αξίες και όχι μια κοινωνία λύκων. Αυτή η αλήθεια συχνά παραβλέπεται, για τον απλούστατο λόγο ότι εκ προοιμίου θεωρούμε ότι εμείς είμαστε σωστοί και συνεπώς δεν χρειάζεται να διορθωθούμε, παρά μόνο οι άλλοι.
Το πρόπλασμα της ιδανικής κοινωνίας, προς την οποία προσανατολιζόμαστε, φτιάχνεται, για το λόγο αυτό, μέσα στα πλαίσια της εσωτερικής μας λειτουργίας. Από την ικανότητα ή ανικανότητα διαμόρφωσης της εσωτερικής μας ζωής και λειτουργίας εξαρτάται, αν είμαστε σε θέση να αποτελέσουμε πρόταγμα για την κοινωνία που θέλουμε να διαμορφώσουμε.
Δεν μπορεί να «τρωγόμαστε» μεταξύ μας και να έχουμε την απαίτηση να αλλάξουμε την κοινωνία προς ένα ανώτερο επίπεδο ανθρώπινης συμβίωσης, που θα έχει τα χαρακτηριστικά που έθεταν ως ύψιστο αγαθό οι πρόγονοί μας με τη φράση του Περικλή στον επιτάφιο: «το εύδαιμον, το ελεύθερον, το δε ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες». [5] Η πράξη μας θα αποδείξει, αν αυτό που θεωρητικά πρεσβεύουμε, αποτελεί βίωμα και μ’ αυτή την έννοια και τρόπο ζωής, ως «εύ ζην». Αν η πράξη που εφαρμόζουμε είναι αντίθετη με τα θεωρητικά μας πιστεύω, τότε έχουμε πρόβλημα και πρέπει να το λύσουμε πριν βγούμε στην κοινωνία έξω.
Γι’ αυτό η σημασία πώς λύνουμε τα προβλήματα της εσωτερικής μας λειτουργίας, έχει τεράστια αξία, την οποία πολλές φορές αγνοούμε εγκληματικά, γιατί έχουμε την αυταπάτη ότι τα προβλήματα αυτά τα έχουμε λυμένα και δε χρειάζεται κόπος και χρόνος, αποτελούν δηλαδή περιττή πολυτέλεια να ασχοληθούμε μ’ αυτά.
Το ήθος και η ανιδιοτέλεια αποτελούν κατάκτηση και δεν είναι ποτέ δεδομένα, αλλά ζητούμενα κάθε στιγμή και κάθε μέρα. Αυτός ο αγώνας δεν σταματά ποτέ. Είναι μια διαρκής διαδικασία (προτσές).
Δεν φτάνει κανείς στο τέλειο, αλλά μόνο το προσεγγίζει. Πρώτο και κύριο και εκ των ων ουκ άνευ ο σεβασμός στη συντροφική συλλογικότητα. Αν βλέπουμε ο ένας τον άλλο ως «ταξικό» αντίπαλο, έχουμε χάσει το παιχνίδι.
Ασφαλώς και δεν είμαστε κάποιο φιλανθρωπικό ίδρυμα ή θρησκευτική οργάνωση. Οι πράξεις μας πρέπει να έχουν και την ανάλογη συνέπεια, την οποία θα καθορίζουν κάθε φορά οι συλλογικές αποφάσεις. Εκτός από τις συλλογικές αποφάσεις δεν υπάρχει κανένα άλλο δημοκρατικό και αξιοκρατικό μέσο επίλυσης διαφορών και αντιθέσεων.
Όποιος παραβιάζει αυτόν τον κανόνα θέτει εαυτόν εκτός της κοινής συλλογικής προσπάθειας, γιατί ακολουθεί ή θέλει να επιβάλει τη δική του θέληση στο σύνολο. Μπορεί να έχει δίκαιο, αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά μπροστά στο συλλογικό όργανο να το αποδείξει. Αν δεν μπορεί τότε ή πρέπει να σεβαστεί τις συλλογικές αποφάσεις ή να ακολουθήσει τον μοναχικό και ατομικό του δρόμο, γιατί απλούστατα δεν κάνει για συλλογική δουλειά. Δεν αναγκάζουμε κανέναν να συμμορφωθεί με τις συλλογικές αποφάσεις.
Μέσα στην Πρωτοβουλία μόνο εμπόδια θα δημιουργεί και αυτό μπορεί να γίνει ανεκτό έως ένα σημείο, που δεν θα παραλύει την παρά πέρα ανάπτυξη της Πρωτοβουλίας.
4. Η ανάπτυξη του κινήματος και πώς επιτυγχάνεται
Και ένα τελευταίο. Το κίνημα δεν πρέπει να αποτελεί σέκτα των επίλεκτων. Πρέπει να λειτουργεί ως σχολείο διαμόρφωσης συλλογικής συνείδησης, που αποτελεί προϋπόθεση της επαναστατικής συνείδησης. Ο άνθρωπος διαμορφώνεται μέσα από την ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση και μέσα από την πρακτική πάλη, που καθορίζεται από τις συλλογικές αποφάσεις. Πρωτοβουλίες είναι ευπρόσδεκτες και επιθυμητές, όταν εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων, τίθενται στην κρίση της συλλογικότητας. Δεν πρέπει να δεσμεύουμε την ανάπτυξη πρωτοβουλιών, αλλά να γίνεται συζήτηση και έγκριση στα συλλογικά πλαίσια. Πρέπει να δίνουμε δυνατότητα ανάπτυξης της προσωπικότητας του καθενός και όχι υποταγή της.
Ο διάλογος είναι ο καλύτερος τρόπος λύσεων σε κάθε περίπτωση. Ο διάλογος προϋποθέτει το επιχείρημα και το επιχείρημα πρέπει να πείθει. Η πειθώ σε όλες τις περιπτώσεις με την κατάληξη σε συλλογικές αποφάσεις αποτελεί την ασφαλιστική δικλείδα για την αποφυγή λαθών στο μέγιστο δυνατό επίπεδο. Διοικητικά μέτρα αποτελούν αναίρεση της δημοκρατίας και των ουσιωδών δημοκρατικών διαδικασιών.
Για το λόγο αυτό πρέπει αφού έχει επιτευχθεί ένας βαθμός ωρίμανσης και ασφάλειας στη λειτουργία και στην ιδεολογικοπολιτική κατάκτηση να αναζητήσουμε και άλλους συντρόφους, που είναι στο ίδιο μήκος κύματος με μας, χωρίς ωστόσο να περιμένουμε πρώτα να ταυτιστούν με τις απόψεις μας τελείως και μετά να τους εντάξουμε στη συλλογικότητά μας.
Υπερβολικά μπορούμε να πούμε ότι, εφόσον έχουμε διακηρυγμένες αρχές και διάλογο σε συλλογικά πλαίσια με την απαραίτητη γνώση και ενημέρωση και την γόνιμη αντιπαράθεση ιδεών και απόψεων, μπορούμε άνετα να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά οποιαδήποτε προβλήματα προκύπτουν στη διαμόρφωση συνειδήσεων.
Αν περιμένουμε κάτι τέτοιο να γίνει από μόνο του, τότε ποτέ δεν πρόκειται να προκύψει. Όσοι συσπειρώνονται στην προσπάθειά μας, θα ζυμωθούν κι’ αυτοί μέσα στις διαδικασίες της ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής μας λειτουργίας και θα πάρουν και θα δώσουν με τις δικές τους δυνατότητες, για να προκύψει μια σύνθεση, ώστε να αυξηθεί η ανάπτυξη και αποτελεσματικότητα της Πρωτοβουλίας μας.
Γι’ αυτό το συντομότερο δυνατό είναι απαραίτητο, να εντάξουμε συντρόφους στην κοινή μας προσπάθεια, χωρίς να αναζητούμε εκ των προτέρων το τέλειο. Αυτό θα το προσεγγίζουμε συνεχώς με τις διεργασίες που επιτελούμε στο θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο.
Ως πρώτο βήμα θεωρώ την ένταξη μελών του Νέου Αγωνιστή στη δική μας Πρωτοβουλία και στην ενοποίηση της προσπάθειάς μας. Κατά κάποιο τρόπο θα κάνουμε συγκέντρωση πυρών και θα πετύχουμε την ομογενοποίησή μας. Οι εκφάνσεις προς τα έξω πρέπει να παραμένουν, δηλαδή ως Πρωτοβουλία Σοσιαλιστών και ως Νέος Αγωνιστής για λόγους στρατηγικής και τακτικής.
Επίσης είναι αναγκαίο το συντομότερο δυνατό, να κατατεθούν προτάσεις για ένταξη και άλλων μελών στον άμεσο περίγυρό μας. Επίσης θα πρέπει να κατανείμουμε τα καθήκοντα μας σε επιτροπές πάνω σε θεματικές ενότητες, ώστε όλοι να μετέχουν πρακτικά στις εργασίες και να μην μένουν ορισμένοι ενεργοί και οι άλλοι απλώς να ενεργούν παθητικά, αντιδρώντας απλώς στις πρωτοβουλίες ορισμένων.
Μόνο η κατανομή της δουλειάς, ανάλογα με τις διαθέσεις και την ικανότητα του καθενός σε κάποιον τομέα, θα μας οδηγήσει σε αποτελεσματική λειτουργία παραγωγής πολιτικής και θα συντελέσει έμμεσα και στην αποφυγή της τυχόν εσωστρέφειας και ενδοσκόπησης. Επιπλέον θα δώσει διέξοδο στις ικανότητες που έχει ο καθένας μας σε ορισμένους τομείς, όπου άλλοι σύντροφοι δεν μπορούν να αποδώσουν, είτε γιατί δεν έχουν ασχοληθεί με το αντικείμενο και δεν έχουν τις κατάλληλες γνώσεις, είτε γιατί απλώς δεν θέλουν. Όμως ο καθένας μας πρέπει να μετάσχει σε μια επιτροπή και να δρα, παρά να παρακολουθεί τους άλλους που δρουν και ο ίδιος απλώς να εκφράζει την άποψή του και ουσιαστικά να μην μετέχει.
Σύντροφος που δεν μετέχει στην πράξη στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους στόχους μας, δεν προσφέρει ουσιαστικά και είναι στην ουσία όχι μόνο αδιάφορος, αλλά και άχρηστος, όπως αναφέρει ο Περικλής στον επιτάφιο.
Ο Γκράμσι εν κατακλείδι είχε δίκαιο, λέγοντας ότι: «πρέπει από σήμερα να διαμορφωθούμε και να διαμορφώσουμε αυτήν την αίσθηση υπευθυνότητας, κοφτερής κι’ αμείλικτης, σαν το σπαθί ενός εκδικητή. Η επανάσταση αποτελεί κάτι μεγάλο και φοβερό. Δεν αποτελεί παιχνίδι για ερασιτέχνες ή μια ρομαντική περιπέτεια». [6]
Παραπομπές
[1] Θουκυδίδου, ιστορίας Β΄ (40-41).
[2] Κατά Λουκάν, 4, 4-5.
[3] Μιλάμε για την μικροαστική συνείδηση. Ακόμη και ο εργάτης και ο αγρότης μ’ αυτή την έννοια μπορεί να διακατέχεται από την μικροαστική, ακόμη, θα’ λεγα και την μεγαλοαστική συνείδηση.
[4] Κείμενα Σάκη Καράγιωργα, 3ος τόμος, σελ. 275. Βασικά ο Σάκης Καράγιωργας θέλησε να δείξει ποιος θα έπρεπε να είναι συγκεκριμένα ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ, που κάθε άλλο παρά ανταποκρίθηκε σ’ αυτά τα καθήκοντα, όπως τα περιγράφει ο ίδιος, τονίζοντας επιπλέον ότι «το σοσιαλιστικό κόμμα θα πρέπει να είναι δημοκρατικά οργανωμένο», τη στιγμή που εξελίχτηκε σε αρχηγικό.
[5] Θουκυδίδου, ιστορίας Β΄ (42-43).
[6] Αντόνιο Γκράμσι, Σοσιαλισμός και Κουλτούρα, εκδ. «Στοχαστής», τόμ. Στ΄, Αθήνα 1982, σ. 319.
ΠΗΓΗ: Τρίτη, 1 Μαρτίου 2011, http://zimosispithakentroathinas.blogspot.com/2011/03/blog-post.html