Απογραφικά της νοτιοδυτικής κοιλάδας του Βουραϊκού

Ο πρώτος καταγεγραμμένος οικισμός στην Κοιλάδα του Βουραϊκού είναι η 5η πόλη των Αζάνων Αρκάδων, δηλαδή η Κύναιθα. Αρχαιολογικά δεν έχει ακόμα βρεθεί, ενώ υπάρχουν διάφορες υποθέσεις για την θέση της. Το 1989 σε διεθνές συνέδριο για την Ηλεία και Αχαΐα ο αρχαιολόγος Γιάννης Αντ. Πίκουλας ανακοίνωσε πολλά στοιχεία για το αρχαίο Οχυρό[1] της Κέρτεζης, στη «Ράχη Ρουμάνη», απέναντι από το Αλώνια της Κέρτεζης.[2] Το 1969 ανακαλύφθηκε στα δυτικά Αλώνια Μυκηναϊκός τάφος.[3] Το 1928 ο αρχαιολόγος Αλέξανδρος Φιλαδελφέας βρήκε στα θεμέλια του νεοβυζαντινού ναού της Κοίμησης χάλκινο αγαλματίδιο[4] και θολωτό αρχαίο τάφο.[5] Κοντά στα δυτικά Αλώνια και στο ανατολικό Καλαθάκι βρίσκεται η πηγή «Κόντη Βρύση» και απέναντι προς Καλλιφώνιο η Βρωμόβρυση, πιθανές πηγές ως η αρχαία πηγή Άλυσος που αναφέρεται από τον Παυσανία… Δεν αποκλείονται όμως και μικρότεροι οικισμοί, όπως στα λεγόμενα Εξάμπελα της Κέρτεζης ή περί το φράγκικο Κάστρο πάνω από την αρχαία πηγή Κιόσι.

Στους τελευταίους αιώνες αναφέρονται οι οικισμοί:

1) Κέρτεζη: Βρίσκεται ακριβώς στα δυτικά της κοιλάδας και στους ανατολικούς πρόποδες του Ερύμανθου με μέσο υψόμετρο του οικισμού 823 μ. και βλέπει ανατολικά τον Χελμό από στενόχωρη επιμήκη κοιλάδα. Αποτελεί την κύρια απαρχή του Βουραϊκού με τις μεγάλες πηγές της Νερομάνας και του Κεφαλόβρυσου να κυριαρχούν.  Έχει ως πρώτη αναφορά το 1402 όπου Ιωαννίτες Ιππότες παραχωρούν την Κέρτεζη σε διάφορα πρόσωπα[6] και δεύτερη το 1453 στο Χρονικό του Σφραντζή, όπου παραχωρείται η Κέρτεζη στον Γεώργιο Σφραντζή από τον Θωμά Παλαιολόγο του Μυστρά[7]. Αποτελεί το μέσον του αρχαίου δρόμου Πατρών -Τριπόλεως με διόδια στην περιοχή Κιόσι/Κάστρο, και εν γένει κέντρο επτά αρχαίων δρόμων. Πρώτη αναφερόμενη απογραφή στο 1700 (βενετική απογραφή Grimani με 61 οικογένειες και 245 κάτοικους)[8]. Στη 2η φάση της Τουρκοκρατίας (από το 1715) στο βόρειο Μωριά αποτέλεσε έδρα του Καζά (παλιά και διευρυμένη επαρχία) Καλαβρύτων[9] έως περίπου το 1780, όπου το διοικητήριο του εκάστοτε Βοεβόδα. Αυτό μαζί με τα δορυφόρα κτίσματα σώζονται ανακαινισμένα, αφού έχουν απαλλοτριωθεί από κερτεζίτες.

Όντας λοιπόν η Κέρτεζη ο δυτικός πόλος της κοιλάδας του Βουραϊκού αποτέλεσε το 1835 έδρα του Δήμου Καλλιφωνίας μαζί με τα χωριά Σαββανοί, Λαγοβούνι, Συρμπάνι και Κάνδαλο, ενώ οι Κραστικοί συνδέθηκαν με το Δήμο Καλαβρύτων. Το 1840 είχαμε συγχωνεύεις δήμων, όπου ο δήμος Καλλιφωνίας υπάχθηκε στον διευρυμένο δήμο Καλαβρύτων. Το 1870 όμως δημιουργήθηκε πάλι ο εν λόγω δήμος, αφού αποσχίστηκε απ’ αυτόν των Καλαβρύτων. Λειτούργησε μέχρι το 1912, οπότε δημιουργήθηκαν οι αυτόνομες κοινότητες. Όμως, όπως όλες, καταργήθηκαν και οι της δυτικής κοιλάδας από το 1997, αφού υπάχθηκαν με το πρόγραμμα Καποδίστριας στη δήμο Καλαβρύτων.

2) Σαββανοί / Καλλιφώνιο (από το 1916): Βλέπει προς βορρά στα νοτιοδυτικά της κοιλάδας με το σαββανίτικο ποτάμι να εκβάλλει στον κερτεζίτικο Βουραϊκό. Περιλαμβάνεται στην απογραφή Grimani με 12 οικογένειες και 61 κάτοικους ως Savanous.[10] Θεωρείται ότι οι κάτοικοι ήλθαν από το παλιό χωριό μετά από λοιμό, το οποίο ονομαζόταν Μακρύ Χωριό. Συμμετείχε πάντα στο Δήμο Καλλιφωνίας με έδρα την Κέρτεζη και στις δύο φάσεις του.

3) Λαγοβούνι: Βλέπει δυτικά, τοποθετημένο στα νοτιοδυτικά της κοιλάδας και σε ανατολική πλαγιά στο ενδιάμεσο του συρμπανέϊκου παραπόταμου του Βουραϊκού. Καταγράφεται για πρώτη φορά το 1830. Βρίσκεται στην πορεία του αρχαίου δρόμου που ενώνει τον ναό της Ημερησίας Αρτέμιδος στο Λουσικό (Χαμάκου), Φράγκικο Κάστρο Κέρτεζης, Οχυρό Κέρτεζης, Κέρτεζη. Συμμετείχε πάντα στο Δήμο Καλλιφωνίας με έδρα την Κέρτεζη και στις δύο φάσεις.

4) Συρμπάνι ή Πριόλιθος (από το 1928) βλέπει βορειοανατολικά και βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της κοιλάδας και στο τέρμα της προς τα εκεί. Περιλαμβάνεται στην απογραφή Grimani με 19 οικογένειες και 122 κάτοικους. Ο οικισμός θεωρείται ότι κτίστηκε στη σημερινή του θέση περί το 1800.[11] Συμμετείχε πάντα στο Δήμο Καλλιφωνίας με έδρα την Κέρτεζη και στις δύο φάσεις.

5) Κάνδαλος ή Κάνταλος βλέπει βορειοδυτικά και βρίσκεται ανατολικά και ακριβώς απέναντι από το Συρμπάνι και σε λίγο χαμηλότερο υψόμετρο. Καταγράφεται για πρώτη φορά το 1830. Θεωρείται και δορυφόρος οικισμός του διπλανού χωριού Συρμπάνι, ενώ οι κάτοικοί του προήλθαν απ’ αυτό. Συμμετείχε πάντα στο Δήμο Καλλιφωνίας με έδρα την Κέρτεζη και στις δύο φάσεις.

6) Κραστικοί. Οι οικισμός βεβαίως ανήκει στην δυτική κοιλάδα του Βουραϊκού και τον διαχωρίζει ο Βουραϊκός από τα ανατολικά όρια του κάμπου της Κέρτεζης. Περιλαμβάνεται στην απογραφή Grimani του 1700[12] με 13 οικογένειες και 46 κάτοικους. Βρίσκεται περίπου ανάμεσα σε Κέρτεζη και Καλάβρυτα. Ήταν πάντοτε ως οικισμός συνδεδεμένος διοικητικά με τα Καλάβρυτα και ποτέ με την Κέρτεζη.

III) Πληθυσμιακή κατανομή στο χρόνο

Οι οικιστές των οικισμών της δυτικής κοιλάδας ακολούθησαν περίπου τη μοίρα των πολλών οικισμών της ζώνης ορεινότητας της παλαιάς και νέας Ελλάδας σε όλες τις φάσεις. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 με κάποιες διακυμάνσεις η ορεινότητα προσέφερε τις δυνατότητες για επιβίωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, παρά τους πολέμους και τη μετανάστευση προς το τέλος του 19ου αι. με την (νέα) κήρυξη πτώχευσης και τις αρχές του 20ου μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους. Η δυτική κοιλάδα με το σχετικά μεγάλο οροπέδιο στα 700 μ. υψόμετρο, τις λάκκες, τις αναβαθμίδες, τα δάση και τις πηγές έδωσε τη δυνατότητα για υποφερτή επιβίωση.

Ας δούμε συνοπτικά την εξέλιξη της πληθυσμιακής κατανομής.

1) Κέρτεζη: Από τις 61 οικογένειες του 1700 (απογραφή Grimani) βρίσκεται στην απογραφή του 1830 στις 126 οικογένειες κι ας μεσολάβησε η αιματηρή περίοδος 1821-1828. Ως πλούσιος τόπος και ως έδρα του Καζά Καλαβρύτων από το 1715-1780 (περίπου) μάζεψε πολλούς. Ο πληθυσμός βρίσκεται κοντά στους 1000 κατοίκους. Το ίδιο συνέβη και την περίοδο του πολέμου. Αυτό το φαινόμενο συνεχίστηκε με κατακόρυφο τρόπο και μετά το 1830.  Έτσι απογράφονται το 1835 189 οικογένειες (περισσότερες κατά 63) με 899 κατοίκους. Αυτό σημαίνει και πολλούς γάμους, αλλά και είσοδο μεταναστών από μακρινά μέρη, όπως η η Αιτωλία, η Ήπειρος, κλπ, πράγμα που το διαπιστώνουμε από την έρευνά μας στα σόγια.

Το 1861 οι κάτοικοι συνεχίζουν να αυξάνουν και φτάνουν στους 1134. Το ίδιο συμβαίνει και το 1879 με 1266 κάτ.. Αυτό ερμηνεύει και την επαναφορά του Δήμου Καλλιφωνίας ως Β΄ τάξης. Όμως το 1889 τη βρίσκει με 1102, δηλαδή με μείωση περί τους 130 κάτ.. Τι συμβαίνει άραγε; Οι πληροφορίες λένε ότι έχουμε μια μετοίκηση προς πεδινά μέρη της δυτικής Αχαΐας και της Πάτρας. Όμως η άνοδος δεν ανακόπτεται και το 1896 φτάνει στους 1359, μέγιστος δηλαδή πληθυσμός για τον 19ο αι..

Έρχεται όμως η πτώχευση και η μετανάστευση στην Αμερική, όπως απ’ όλη την ορεινή Ελλάδα. Έτσι έχουμε μια μικρή μείωση το 1907 (στους 1302), που σημαίνει ότι οι κάτοικοι που ζουν και εργάζονται μόνιμα συνεχίζουν να κρατούν την Κέρτεζη ανθηρή πληθυσμιακά. Όμως έρχονται οι Βαλκανικοί πόλεμοι και παρότι επιστρέφουν ομαδικά οι περισσότεροι μετανάστες, ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος και η πανδημία της γρίπης κλπ, κατεβάζει απότομα τον πληθυσμό το 1920 στους 1197 κάτ.. Το 1923 φιλοξενεί 14 κατοίκους Μικρασιάτες και το 1928 ουσιαστικά μένει σταθερός ο πληθυσμός της (1205 κάτ.).

Στα τέλη του Μεσοπολέμου βρίσκει την Κέρτεζη με πραγματικό πληθυσμό 1442 κάτ. και νόμιμο 1574! Ο πληθυσμός αυτός είναι το ανώτατο όριο του 20ου αι., αφού μετά φτάνει στην Ελλάδα ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος, η κατοχή, ο εμφύλιος και εν τέλει η εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση. Οι επόμενες απογραφές γίνονται κατά σειρά το πρώτο έτος της επόμενης δεκαετίας και σ’ αυτές ο πληθυσμός φθίνει ραγδαία. Μάλιστα από το 1951 έχουμε και απογραφές μη μονίμων κατοίκων, αλλά η πορεία δεν αντιστρέφεται. Καταγράφουμε λοιπόν τις δεκαετίες και σε παρένθεση αναφέρουμε τους πραγματικούς και δίπλα νόμιμους απογραφέντες κατά σειρά: 1951 (1265/1567), 1961 (1000/1463), 1971 (761/1075), 1981 (639/1052), 1991 (542/842), 2001 (-/460), 2011 (-/361). Παρατηρούμε ότι η μείωση του πραγματικού πληθυσμού ακολουθείται και από μείωση των απογραφέντων, αφού οι εσωτερικοί μετανάστες Κερτεζίτες πεθαίνουν και οι απόγονοι 1ης γενιάς δεν απογράφονται πλέον στο τόπο καταγωγής τους. Η πορεία πλέον είναι κατηφορική! Τι άραγε μας περιμένει στα τέλη του 2021; Πάντως να σημειώσουμε ότι περί τους 30 είναι οι ξένοι εργάτες στην περιοχή, οι οποίοι πιθανώς θα απογραφούν ως Κερτεζίτες!!!

2) Καλλιφώνιο (Σαββανοί): Από τις 12 οικογ. και 61 κάτ. το 1700 (Grimani), έχουμε αύξηση στις 40 οικογ. το 1830, ενώ το 1835 ο πληθυσμός έχει φθάσει στους 266. Το 1844 έχουμε 297, το 1861 ανέρχεται στους 345, ενώ το 1879 φτάνει στους 382. Το 1889 έχουμε σημαντική μείωση (μειώνεται ο πληθυσμός στους 280, όπου οι άνδρες υπολείπονται των γυναικών κατά 50!). Παρόμοια πορεία είδαμε στη δεκαετία 1879-1889 και στην Κέρτεζη. Οι λόγοι είναι ακριβώς ίδιοι! Το 1896 έχουμε απότομη αύξηση στους 400 (μέγιστο και εδώ για τον 19ο αι.) και το 1907 στους 417. Το 1920 έχουμε ανακοπή της αύξησης λόγω των γνωστών λόγων της περιόδου (406) και το 1928 στους 399. Η πορεία και σ’ αυτή την περίοδο είναι παρόμοια με της γειτονικής Κέρτεζης. Παρόμοιο μέγιστο για τον 20ο αι., όπως και στην Κέρτεζη, έχουμε το 1940 (στους 438).

Μετά το 1940 και για τους ίδιους σχεδόν λόγους έχουμε φθίνουσα πορεία και στο Καλλιφώνιο. Ας παρακολουθήσουμε τις απογραφές: 1951 (363/484), 1961 (292/427), 1971 (216/362), 1981 (219/358), 1991 (158/213), 2001 (123). Η πορεία παρόμοια με την Κέρτεζη.

3) Πριόλιθος/Συρμπάνι): Από τις 19 οικογ. και 122 κάτ. το 1700 (Grimani), έχουμε αύξηση στις 63 οικογ. Και 400 κάτ. το 1830, ενώ το 1835 μειώνεται ολίγον ο πληθυσμός στους 369, με περισσότερες όμως οικογ. (67). Το 1844 ανέρχονται σημαντικά (417), ομοίως το 1861 (509), ενώ το έτος 1879 ανέρχονται λίγο ακόμα (515). Το 1889 έχουμε παρόμοια μείωση με Κέρτεζη και Καλλιφώνιο (415), ενώ το 1896 φθάνουμε και εδώ σε μέγιστο για τον 19ο αι. (537). Ίδια λοιπόν η πορεία στον δήμο Καλλιφωνίας για τα τρία μεγαλύτερα χωριά.

Το 1907 έχουμε τη μεγάλη μείωση λόγω μετανάστευσης στην Αμερική (στους 449). Το 1920 βρίσκουμε περισσότερους (478), δηλαδή μια μικρή αύξηση, πράγμα που δεν το συναντήσαμε σε Κέρτεζη και Καλλιφώνιο. Ποια άραγε να είναι η τοπική ιδιαιτερότητα; Το 1928 έχουμε μια σταθερότητα (472), πράγμα που συναντήσαμε στην Κέρτεζη, αλλά όχι στο Καλλιφώνιο.

Το 1940 έχουμε και εδώ το μέγιστο για τον 20ο αι. με 526 κατοίκους. Έκτοτε η πορεία είναι φθίνουσα όπως σε Κέρτεζη και Καλλιφώνιο. Ας την παρακολουθήσουμε: 1951 (435/536), 1961 (375/557), 1971 (335/442), 1981 (238/396), 1991 (176/305), 2001 (225/309). Παρατηρούμε λοιπόν τη γνωστή φθίνουσα πορεία τόσο των μόνιμων κατοίκων, όσο και των απογραφέντων. Οι λόγοι είναι ακριβώς παρόμοιοι με Κέρτεζη και Καλλιφώνιο.

4) Κάνδαλος/Κάνταλος: Ο οικισμός συναντάται για πρώτη φορά το 1830 με 10 οικογένειες, που θεωρείται ότι ήλθαν από το κοντινό και απέναντι Συρμπάνι. Το 1835 απογράφονται 15 οικογ. με 82 κάτ., ενώ το 1844 έχουμε σταθερότητα (83 κάτ.). Το 1861 βλέπουμε μια σημαντική αύξηση (101 κάτ.), ενώ παρατηρείται νέα αύξηση το 1879 (127 κάτ.). Το 1889 παρατηρούμε τη γνωστή μείωση της περιοχής, αλλά ασήμαντη (125 κάτ.). Το 1896 παρατηρούμε και εδώ το γνωστό μέγιστο για τον 19ο αι. με 142 κάτ.!

Το 1907 δεν απογράφεται, ενώ το 1920 έχουμε 166 κάτ., δηλαδή μία μεγάλη αύξηση. Τέτοια αύξηση συναντήσαμε και στον διπλανό Πριόλιθο. Ο λόγος πρέπει να είναι ο ίδιος. Το 1928 έχουμε νέα σημαντική αύξηση (193 κάτ.) που τη συναντάμε μόνο εδώ και στο γειτονικό του Λαγοβούνι. Αυτή αποτελεί και το μέγιστο για τον 20ο αι. και όχι η απογραφή του 1940 (178 κάτ.) όπως στους τρεις προηγούμενους οικισμούς.

Η επόμενη όμως περίοδος είναι φθίνουσα και ακολουθεί πάνω κάτω τους ρυθμούς και των υπόλοιπων οικισμών: 1951 (167/192), 1961 (114/171), 1971 (75/105), 1981 (67/118), 1991 (47/120), 2001 (28/95).

5) Λαγοβούνι: Για πρώτη φορά εμφανίζεται το 1830 με 51 οικογ.. Ξαφνικά και περίεργα ( ; ) το 1835 οι οικογ. λιγοστεύουν (στις 32) και απογράφονται 183 κάτ.. Έκτοτε ακολουθεί τη γνωστή αύξηση για τον 19ο αι.. Το 1844 έχει 190 κάτ., το 1961 211 κάτ., 1879 263 κάτ. και το 1889 289 κάτ., δηλαδή δεν εμφανίζει τη γνωστή μείωση των άλλων οικισμών του τότε δήμου Καλλιφωνίας. Ίσως δεν έχουμε φαινόμενο μετανάστευσης προς τα παράλια. Το 1896 όμως εμφανίζει το γνωστό μέγιστο για τον 19ο αι. με 339 κάτ..

Το 1907 υπάρχει μια μικρή μείωση (325 κάτ.), ενώ το 1920 έχει αύξηση στους 412 κάτ.. Αύξηση συναντήσουμε και στο διπλανό του Πριόλιθο, παρόμοιας τάξης όμως μόνο στον ακόμη κοντινότερό του οικισμό του Κανδάλου! Έτσι αυτός ο πληθυσμός αποτελεί το μέγιστο για τον 20ο αι., όπως ακριβώς και στο διπλανό του Κάνδαλο! Το 1928 έχει μια σχετική σταθερότητα (406 κάτ.). Το 1940 λοιπόν έχουμε την μείωση στους 384 κάτ. και έκτοτε ακολουθεί τη γνωστή μοίρα στον πρώην Δήμο Καλλιφωνίας: 1951 (369/446), 1961 (289/425), 1971 (212/335), 1981 (135/261), 1991 (141/214). Το 1991 βλέπουμε μια προσωρινή σταθεροποίηση με 6 κάτ. περισσότερους, ανάξια περεταίρω διερεύνησης, αφού η πορεία ακολουθείται αμείλικτη το 2001 (92).

6) Κραστικοί. Αποτελεί παλαιό οικισμό (απογραφή Grimani 1700 με 13 οικογένειες και 46 κάτοικους). Το 1830 έχει όμοια 13 οικογ., επομένως ήταν ένας μικρός οικισμός ΒΑ της Κέρτεζης και ΝΔ της Αγίας Λαύρας. Πάντα ανήκε ως δορυφόρος οικισμός στα Καλάβρυτα. Το 1835 απογράφονται 17 οικογ. με 89 κάτ., ενώ το 1844 συναντάμε περισσότερους (108 κάτ.). Στην απογραφή 1848-51 παρατηρούμε νέα αύξηση (26 οικογ. με 117 κάτ.), ενώ το 1861 μια μικρή κάμψη με 108 κάτ.. Παρόμοια μικρή κάμψη παρατηρούμε και το 1879 με 102 κάτ., αλλά και το 1899 με 94 κάτ.. Η πορεία αυτή έχει αποκλίσεις από όλους τους γειτονικούς οικισμούς του Δήμου Καλλιφωνίας. Ομοιάζει όμως με αυτούς όμως στην απογραφή του 1896, οπότε έχει το μέγιστο για τον 19ο αι. με 126 κάτ..

Το 1907 βρίσκει τον οικισμό σε πληθυσμιακή σταθερότητα (127 κάτ.), ενώ το 1920 έχει αισθητή αύξηση και φτάνει στους 146 κάτ.. Ακολουθεί δηλαδή την πορεία των οικισμών Λαγοβουνίου, Κανδάλου και Πριόλιθου στα ΝΔ του και όχι των δυτικά και απέναντί του Καλλιφωνίου και Κερτέζης. Το 1928 έχει νέα αύξηση (166 κάτ.), όμως το μέγιστο το  έχει το 1940 με 183 κάτ., όπως η Κέρτεζη, το Καλλιφώνιο και Πριόλιθος.

Μετά την κατοχή και τον εμφύλιο συναντάμε τη γνωστή φθίνουσα πορεία με μια προσωρινή ανάκαμψη το 2001: 1951 (161), 1961 (140), 1971 (112, 1981 (108), 1991 (63) και 2001 (70).

7) Απογραφικά της σύγχρονης επαρχίας Καλαβρύτων (Καλλικρατικός Δήμος): Εάν προσέξουμε τον επόμενη συγκεντρωτική γραφική παράσταση για όλη την επαρχία Καλαβρύτων  στην οποία καταγράφονται όλοι οι απογραφέντες και όχι μόνο οι μόνιμοι κάτοικοι, ενώ η γενική πορεία του πληθυσμού είναι παρόμοια, υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις.

α) Το μέγιστο για τον 19ο αι. καταγράφεται όχι το 1896, αλλά στα 1856!

β) Το μέγιστο για τον 20ο αι. δεν καταγράφεται το 1940, αλλά το 1928, όπως  το Λαγοβούνι και ο Κάνδαλος. Επομένως η εν γένει πληθυσμιακή πορεία του πρώην Δήμου Καλλιφωνίας έχει μάλλον μια ιδιαιτερότητα.

γ) Οι απογραφή και μη μόνιμων κατοίκων, όπως συνταξιούχων ή καταγομένων πιθανά αλλοιώνει την πραγματική εικόνα, ειδικά της 2ης ομάδας, όμως είναι ένας δείκτης της αφαίμαξης του πληθυσμού μέσω της εσωτερικής μετανάστευσης και της υπογεννητικότητας. δ) Η συγκεντρωτική απογραφή για το 2011, όπως και ο απογραφείς πληθυσμός της Κέρτεζης φανερώνουν τη συνέχιση της μείωσης του πληθυσμού σε όλη την περιοχή και προοιωνίζουν πολύ μεγάλη μείωση για το 2021

IV) Μια ερμηνεία της πληθυσμιακής πορείας

Η έκρηξη όμως της 3ης βιομηχανικής επανάστασης τη δεκαετία του 1950 δημιούργησε τη διπλή μετανάστευση. Μία μεγάλη προς το εξωτερικό (Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδάς, Γερμανία, Βραζιλία κατά κύριο λόγο) και μία τεράστια προς τα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Πάτρα και Αίγιο κυρίως). Μπορούμε να πούμε ότι τα πράγματα δεν έμειναν τελείως στατικά: 

1) η συγκοινωνία έδωσε μεγάλες δυνατότητες στους διαμένοντες,

2) η μετατροπή του τεράστιου δικτύου άρδευσης από χωματαύλακα σε τσιμενταύλακα από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 (χωρίς να προλάβει την τελική ολοκλήρωση) βοήθησε την αγροτική παραγωγή,

3) ο ερχομός της ηλεκτρικής ενέργειας το 1967 έδωσε κάποιες ακόμα δυνατότητες,

4) το δίκτυο ύδρευσης την επόμενη δεκαετία βοήθησε κυρίως τις γυναίκες, 5) η διευκόλυνση της συνέχειας της εγκύκλιας εκπαίδευσης στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων αγοριών και κοριτσιών κράτησε μέρος τςη νεολαίας και

5) ο μισός αναδασμός τη δεκαετία του 1980 έδωσε αγροτοκτηνοτροφικές δυνατότητες που οφείλουν να διευρυνθούν. Η έλλειψη όμως αντίστοιχων υποδομών μέσα στους οικισμούς και το δέλεαρ της αστικότητας δεν κατάφερε να εξισορροπήσει τα πράγματα. Γι’ αυτό και έχουμε μία σχεδόν κατακόρυφη μείωση του πληθυσμού στα μικρά χωριά της κοιλάδας, ενώ πιο αργή στο πρώην μεγαλοχώρι της Κέρτεζης. Η πορεία όμως είναι η ίδια.

Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί και μια μικρή μετανάστευση από την Κέρτεζη και προς τα Καλάβρυτα για τους ίδιους λόγους, αλλά κυρίως λόγω της καθυστέρησης διαπλάτυνσης και ασφάλισης του κεντρικού δρόμου από τους Κραστικούς μέχρι τον οικισμό, πράγμα που επηρέασε επίσης το Καλλιφώνιο (πρώην Σαββανοί). Επί πλέον αιτία αποτελεί και η ανισόρροπη ανάπτυξη όσον αφορά τον δευτερογενή τομέα (βλ. π.χ. θέση εργοστασίου συνεταιρισμού Καλαβρύτων), αλλά και του τριτογενή (π.χ. εγκατάλειψη δρόμου, ξενοδοχείου και μνημείων στην Κέρτεζη).

Μάλιστα οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο εν λόγω δρόμος είχε σχεδιαστεί και υλοποιηθεί επί δημάρχου Καλλιφωνίας Παν. Σαρδούνη, όταν οι υπόλοιποι δρόμοι δημιουργούνταν με αργούς ρυθμούς. Πιο αναλυτικά λοιπόν: το μη έγκαιρο προχώρημα του αναδασμού, η καταστροφική πολιτική στο ανεγερμένο ξενοδοχείο, η εγκατάλειψη των διατηρητέων μνημείων (Νεοβυζαντινός ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου του 12ου αι., το κτήριο Στριφτόμπολα), όπως και άλλων ιστορικών κτηρίων (π.χ. εθνικός πύργος του Χασαπόπουλου/«Λιάρου», η μεγάλη καθυστέρηση για τη εκπαιδευτική σύνδεση με το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Κλειτορίας, αποτελούν αθροιστικές τοπικές αιτίες. Μάλιστα σταδιακά καταργήθηκαν υπηρεσίες δημοσίου ενδιαφέροντος, όπως ο σταθμός χωροφυλακής, οι αγροφύλακες, ο δασοφύλακας και το ταχυδρομείο. Ως επιστέγασμα ήλθε η αναστολή και το κλείσιμο του νηπιαγωγείου και του δημοτικού σχολείου. Αν αυτά συνέβησαν στην πρώην έδρα του Καζά Καλαβρύτων και του δήμου Καλλιφωνίας, μπορούμε να φανταστούμε τι συνέβη στα μικρότερα χωριά της κοιλάδας.

V) Κριτική τοποθέτηση και προτάσεις

Οφείλουμε ευθύς εξ αρχής να τονίσουμε ότι η πορεία της πληθυσμιακής πορείας της περιοχής ακολουθεί τη γενικότερη πορεία της ορεινότητας στη Χώρα. Και αυτή έχει να κάνει με κεντρικές πολιτικές που ξεφεύγουν εν πολλοίς από αυτό το άρθρο. Όμως οι πόλεμοι, ο παρασιτικός εξωτερικός δανεισμός και συχνά σε σκληρό ξένο νόμισμα, η προτεραιότητα στην απότομη βιομηχανική έκρηξη τις δεκαετίες μετά την κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, η πρόσδεση στο άρμα της ΕΟΚ/ΕΕ όπου όχι μόνο η ορεινότητα, αλλά και ολόκληρη η Χώρα βρέθηκε στην ουρά και στα μνημόνια είναι οι βασικές αιτίες. Τώρα μάλιστα προστίθεται και η πολιτική διαχείριση της πανδημίας/συνδημίας. Αυτά και άλλα καθορίζουν την μεγάλη εικόνα.

Τη μικρή εικόνα την χαρακτηρίζει είτε η καθυστέρηση έργων στην περιοχή όπως ο αναδασμός,[13] η αργή ανάπτυξη ήπιων μορφών δευτερογενούς τομέα (π.χ. η οικοτεχνία),[14] είτε η εγκατάλειψη (κεντρικοί δρόμοι, ξενοδοχείο, μνημεία, κλπ), είτε η διάλυση των δημόσιων υποδομών (σχολεία, ταχυδρομείο, αγροφυλακή, αστυνομία, κλπ). Θα προσθέσω ακόμα τρεις παράγοντες: Τα ταξίματα που θυμίζουν Μαυρογιαλούρους, η απογοήτευση των μονίμων κατοίκων και η έλλειψη βαθύτερων γνώσεων και πολιτικής στρατηγικής για να μπει ένα φράγμα στη φθίνουσα πορεία από τους τοπικούς θεσμικούς. Γι’ αυτό χρειάζονται τη συμβολή μας και τη βοήθειά μας.

Ειδικά για την πρώην έδρα του Καζά Καλαβρύτων και κατόπιν του δήμου Καλλιφωνίας τα ζητήματα του κεντρικού δρόμου, του ξενοδοχείου που σαπίζει, των μνημείων που όλοι τάζουν, αλλά κανείς θεσμικός δεν τα παίρνει στην πλάτη του (νεοβυζαντινός ναός, κτίριο Στριφτόμπολα ακόμη και το τελευταίο κτίριο δημοτικού σχολείου), αλλά και της ορθής επέκτασης του αναδασμού σηματοδοτούν τα κομβικά σημεία. Για τα ζητήματα αυτά θα επανέλθουμε.

*  Ο Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρτεζη. Είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός ως φυσικός, πτ. θεολογίας, συγγραφέας και ειδικός ερευνητής της Κέρτεζης.

Σημείωση: Η μελέτη αυτή δημοσιεύτηκε στο φύλλο 46 (Οκτώβριος 2021) στις σελίδες 10-11 και στη μόνιμη στήλη «Βουραϊκές νύξεις». Στο εν λόγο κείμενο διορθώθηκαν κάποιες λίγες αβλεψίες.


[1] Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου, Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΗΣ ΤΗ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΕΡΤΕΖΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, ΑΘΗΝΑ 1999, σελ. 10: Ο Γ.(άννης) Πίκουλας, μετά από μελέτη του οχυρού που βρίσκεται στην περιοχή Ράχη Ρουμάνη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ‘’χρονολογείται στα Ελληνιστικά χρόνια και πιο συγκεκριμένα στον 3ο π. Χ. αιώνα (περίπου 230π. Χ.) όταν στην περιοχή έγιναν πάμπολλες συγκρούσεις κατά τη διαμάχη μεταξύ Σπάρτης, Αιτωλών και Αχαϊκής Συμπολιτείας’’ …».

[2] Βλέπε «ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ», Αύγουστος 1988, Γιάν. Α. Πίκουλας, Ιστορικός, «ΤΟ ΟΧΥΡΟ ΣΤΗΝ ΚΕΡΤΕΖΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ».

[3] Ανδρέας Χρυσ. Βορύλλας, ΚΕΡΤΕΖΗ ΕΥΡΗΜΑΤΑ-ΜΝΗΜΕΙΑ -κλπ, ΑΘΗΝΑ 2003, σελ. 14-17: «…Σημαντική είναι και η ανεύρεση Μυκηναϊκού τάφου στη θέση Αλώνια της Κέρτεζης το 1969. Τούτο προκύπτει από την εργασίαν του Αθανάσιου Παπαδόπουλου Ph. D. MYCENAEAN ACHAEA (London uni-versity 1979) …».

[4] Ανδρέας Χρυσ. Βορύλλας, ΚΕΡΤΕΖΗ ΕΥΡΗΜΑΤΑ-ΜΝΗΜΕΙΑ -κλπ, ΑΘΗΝΑ 2003,  σελ. 3-4: «Το εν λόγω αγαλματίδιον φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, από το οποίο ζητήσαμε στοιχεία τα οποία έχουν ως εξής: ‘’… ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧ/ΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ…, Αθήνα, 18.1.2000, προς το Σύλλογο Κερτεζιτών Καλαβρύτων…, ΘΕΜΑ: Σχετικά με χάλκινο αγαλμάτιο του Εθνικού Μουσείου. …είναι αγαλμάτιο με αρ. ευρετηρίου του Εθνικού Αρχ/κού Μουσείου Χ 15129, το οποίο, σύμφωνα με το ευρετήριο του Μουσείου, παραδόθηκε μέσω του Υπουργείου το 1927 ως προερχόμενο από την Κέρτεζα Καλαβρύτων. Πρόκειται για χάλκινο αγαλμάτιο γυμνής γυναικός ύψους 0,10μ. Η μορφή φέρει στην κεφαλή της αγγείο, το οποίο κρατούσε πιθανόν με το δεξί χέρι, ενώ ακουμπούσε το αριστερό στα ισχία της. Χρονολογείται στο 750-700 π. Χ…».

[5] ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΟΛΥΔ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΚΕΡΤΕΖΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΟΔΗ, Αθήνα 1969, σελ. 11.

[6] Ανδρέα Χρ. Βορύλλα, ΚΕΡΤΕΖΗ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑ, Αθήνα 1994, εκδ. Παρασκήνιο, σελ. 20.

[7] Ανδρέα Χρ. Βορύλλα, ΚΕΡΤΕΖΗ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑ, Αθήνα 1994, εκδ. Παρασκήνιο, σελ. 21.

[8] Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου,

[9] Παναγιώτη Α, Μπούρδαλα, «Όταν παιδεία και ποίηση συναντούν την επανάσταση 1821», «Ανάμεσα στα βουνά και την Κέρτεζη», Εκδ. Αρμός, Αθήνα 2021, ενότ. X.Η Κέρτεζη 1η έδρα του Βοεβόδα του Καζά Καλαβρύτων, σελ. 57-60.

[10] Θεόδωρου Η. Λουλούδη, Αχαΐα, οικισμοί, οικιστές αυτοδιοίκηση, Νομ. Αχαΐας, 2010, σελ. 532.

[11] Γ. Παπανδρέου, 1906, σελ. 185.

[12] Θεόδωρου Η. Λουλούδη, Αχαΐα, οικισμοί, οικιστές αυτοδιοίκηση, Νομ. Αχαΐας, 2010, σελ. 513.

[13] Επέκταση του Αναδασμού στις κοιλάδες Βουραϊκού και Αροάνιου: ΩΡΑ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, φ. 40, ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021, Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΗ, σελ. 14.

[14] Αναπτυξιακό εργαλείο στον πρωτογενή τομέα, η οικοτεχνία στη Δυτική Ελλάδα: 11.05.2020, https://www.kalavrytanews.com/2020/05/blog-post_22.html.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.