Το δέντρο των Εκκλησιαστικών Ακαδημιών και το δάσος

Η φράση στην οποία κοντοστάθηκα με ευχαρίστηση είναι η «προσήλωση στις δημοκρατικές αξίες». Σπουδαίο πρόταγμα, διότι η δημοκρατία δεν συνιστά το κερασάκι καμιάς τούρτας, αλλά οφείλει να αποτελεί την τούρτα. Τo ζήτημα κοντολογίς αφορά το τι είδος κοινωνίας επιθυμούμε, και πράγματι σχετίζεται με το μεδούλι της χριστιανικής ταυτότητας. Γι’ αυτό, το αντικείμενο του νομοσχεδίου μπορεί να φαίνεται πολύ ειδικό, όμως στην πραγματικότητα αφορά κάτι πολύ ευρύ: τη δημοκρατία και τον τρόπο άσκησης πολιτικής, στον ίδιο βαθμό με κάθε άλλο νομοσχέδιο. Αν όντως επιθυμείς τη δημοκρατία, την φροντίζεις με έναν τρόπο: εφαρμόζοντάς την. Κι όταν μάλιστα βρίσκεσαι σε περίοδο διαφόρων ειδών lockdown, τότε οφείλεις διπλά και τριπλά να τη φροντίζεις. Τζοβαϊρικό γαρ πολύτιμο η δημοκρατία και ο δημόσιος χώρος, κι όχι βαρίδια για ξεφόρτωμα στην πρώτη ευκαιρία.   

Είπα στην αρχή του κειμένου μου [1] ότι το νομοσχέδιο «έφτασε στα χέρια μου», διότι μου το έστειλε ένας φίλος. Δεν μου το κοινοποίησε η Σχολή στην οποία υπηρετώ (η Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας), απλούστατα διότι η Σχολή δεν το έχει λάβει (όπως δεν το έλαβε ούτε το Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο που συντονίζει τη λειτουργία της), παρόλο που τα τρία τελευταία άρθρα του (τα 60-63) αφορούν τις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και συγχωνεύσεις τους από το ακαδημαϊκό έτος 2022-23. Μπορείς να το πεις όπως θέλεις, αλλά μου φαίνεται πως δεν μπορείς να το πεις… «προσήλωση στις δημοκρατικές αξίες»!

Οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες έχουν πολλά ανοιχτά ζητήματα, και ουδεμία αντίρρηση έχω, να τεθούν όλα επί τάπητος. Ουδέν ζήτημα εξαιρώ. Αλλά, επί τάπητος! Όχι υπό τάπητα! Ούτως ή άλλως μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία έχει την δυνατότητα να επιβάλει μια κυβερνητική πολιτική επιλογή. Το κρίσιμο όμως είναι η άσκηση της δημοκρατίας, δηλαδή η αναμέτρηση στο φως. Θεωρώ την άσκηση αυτή αυτονόητο χρέος όλων, Ππολιτείας και Εκκλησίας. Ιδιαίτατα πάντως της Εκκλησίας, ώστε (χρησιμοποιώ φράση που έχω χρησιμοποιήσει άλλοτε για τον εκκλησιαστικό χώρο) ούτε αυτόματος πιλότος να υπάρχει, αλλά ούτε… αθέατος πιλότος!

Δειγματικά σημειώνω μερικά θέματα που θα χρειαζόταν να περιλάβει μια συζήτηση για την  αναβάθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Πρώτα απ’ όλα, τον ότι το διδακτικό προσωπικό της ονομάζεται Δ.Π. (Διδακτικό Προσωπικό) και όχι Δ.Ε.Π. (Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό). Δεν θα σταθώ στις μισθολογικές επιπτώσεις αυτής της ρύθμισης. Θα σταθώ σε κάτι που αφορά το ανέβασμα του πήχη, ακόμη και με έξτρα φόρτωμα επί του Διδακτικού της Προσωπικού: Είναι αδιανόητο να υπάρχει πανεπιστημιακή σχολή, από την οποία σχολή η πολιτεία να μην απαιτεί και έρευνα. Τα μέλη του Διδακτικού Προσωπικού των Ακαδημιών εκλέγονται μεν βάσει του ερευνητικού έργου τους, αλλά (απλά παραλογισμός; ή μήπως κάτι λιγότερο αθώο;) δεν τους ζητείται να έχουν ως δουλειά τους και την έρευνα! Όπως, παρόμοια, θεωρώ θέμα προς αντιμετώπιση το ότι η Ακαδημία δεν δύναται να έχει δικά της μεταπτυχιακά προγράμματα. Υπενθυμίζω (ως παράδειγμα ρύθμισης που θα μπορούσε να γίνει) ότι το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο έχει μόνο  μεταπτυχιακές θεολογικές σπουδές (όχι προπτυχιακές), οι οποίες απολήγουν σε χορήγηση αφενός Μάστερ υπό την επίβλεψη διδασκόντων οι οποίοι είναι διδάκτορες (δηλαδή ακόμη και μη πανεπιστημιακοί) με ετήσια σύμβαση, και αφετέρου Διδακτορικού υπό την επίβλεψη μέλους ΔΕΠ του ΕΑΠ [2].

Υπηρετώ λοιπόν σε μια σχολή η οποία σήμερα βρίσκεται στην καλύτερη φάση της, με αφιερωμένο προσωπικό (ΔΠ, ΕΔΙΠ, γραμματεία) το οποίο έχει χνάρια και στη διεθνή σκηνή, και με ανοίγματα στον μεγάλο κόσμο μας. Μα (έχοντάς την ζήσει αρχικά στην προηγούμενη μορφή, της ΑΕΣΑ, ως διδάσκων αποσπασμένος από τη Δευτεροβάθμια) την χαρακτηρίζω πληγωμένη Σχολή. Είναι μια υπόθεση που δεν εξαντλείται στους σχεδιασμούς του μακαριστού αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου (με τις εθναρχικές τάσεις του οποίου είχα ρητά διαφωνήσει). Είναι Σχολές υβριδικές, με πλήθος δυνατοτήτων αλλά και με πλήθος βασανιστικών αντιφάσεων, οι οποίες άλλοτε καλύπτονται καθ’ οδόν με νέες νομοθετικές ρυθμίσεις κι άλλοτε όχι [3].

Πέρασα πάρα πολύ μεγάλο δίλημμα για το αν θα έγραφα αυτές τις αράδες, που μοιάζουν ίσως με αρχαιολογική αναμόχλευση. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι. Είναι προσπάθεια ψηλάφησης εντελώς επίκαιρων και θεμελιωδών ζητημάτων, απόνερων τα οποία λουζόμαστε ασταμάτητα, και τα οποία ζούμε και τώρα σε νέα εκδοχή. Και γράφω αυτές τις αράδες αφενός με πόνο για τις αγωνίες φοιτητών και πτυχιούχων μας, και αφετέρου με οδύνη για την αντοχή της αχλύος.

Όλα αυτά αφορούν φυσικά και την οπτική σημαντικού μέρους της διοικούσας εκκλησίας, και την έλλειψη διαυγούς λόγου της˙ ενός «ναι» που να είναι «ναι», κι ενός «ου» που να είναι «ου». Επαναλαμβάνω ότι ουδέν ζήτημα εξαιρώ από την συζήτηση. Μα η συζήτηση απαιτεί θεατό πιλότο, ή μάλλον καθαρό πύργο ελέγχου. Και βεβαίως (που λέει ο λόγος) όχι πύργο ελέγχου ο οποίος σφύριζε αδιάφορα ή επευλογούσε, όταν, σε δύσκολες εποχές, το αεροσκάφος το καταλάμβαναν αεροπειρατές οι οποίοι διαγούμιζαν όσους δεν ήταν πρόθυμοι να γίνουν αεροσυνοδοί τους.

Στη συνέχεια διατυπώνω μερικές σκέψεις μου επί σημείων του νομοσχεδίου, σκέψεις στις οποίες φυσικά μπορεί και να αστοχώ. Αλλά αυτό είναι το κέρδος μιας συζήτησης: να φωτιστούν οι αστοχίες μας [4].

1. Στις δύο Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, οι οποίες προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν, δηλαδή στης Αθήνας και στης Κρήτης (και στις οποίες προβλέπεται να συγχωνευθούν η της Θεσσαλονίκης και η των Ιωαννίνων), θα καταργηθεί το ένα εκ των δύο προγραμμάτων τους (της Διαχείρισης Εκκλησιαστικών Κειμηλίων στην Αθήνα και της Βυζαντινής Μουσικής στην Κρήτη), και θα απομείνει σε κάθε Σχολή το Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών. Στα Προγράμματα Ιερατικών Σπουδών όμως δεν επιτρέπεται η είσοδος γυναικών, ακριβώς επειδή είναι ιερατικά. Ερώτηση: Τι σκέφτονται άραγε για τα περαιτέρω οι συντάκτες του νομοσχεδίου; Μπορεί άραγε να συνεχίσουν να υπάρχουν έτσι οι εν λόγω Σχολές, ως μονοπρογραμματικές (είναι σαν να λέμε «μονοτμηματικές», αλλά… υπάρχει αυτό το «σαν»!), αποκλείοντας –αντισυνταγματικά– την πρόσβαση γυναικών; Τη στιγμή που η πρόσβαση γίνεται μέσω των Πανελληνίων Εξετάσεων, θα αρκεί άραγε η επίκληση του ιερατικού χαρακτήρα των αυριανών μονοπρογραμματικών σχολών, για να συνεχίσουν στη νέα τους μορφή; Επιπλέον, σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο των Ακαδημιών (Ν. 3432/2006, άρθρο 2), οι σχολές αυτές δεν είναι αποκλειστικά ιερατικές: «Σκοπός της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης είναι η ανάδειξη και κατάρτιση κληρικών και λαϊκών στελεχών της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και χριστιανικού ήθους».

2. Περνώ τώρα σε προσέγγιση κάποιων από τις παραμέτρους των αναγγελλόμενων σχολών διετούς φοιτήσεως, των  Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (ΣΜΥΚ), στις οποίες θα δύνανται να εγγράφονται απόφοιτοι Λυκείου (άρθρο 33).

Η δημιουργία των ΣΜΥΚ κατά τη γνώμη μου θα άξιζε να είναι αντικείμενο ευρείας συζήτησης από την κοινωνία (όσο κι αν ίσως ακούγεται παράδοξο αυτό), και ιδιαίτερα από τις Θεολογικές Σχολές και τις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες. Εξηγούμαι: Είναι σημαντικό να μη βλέπει ο κάθε πολίτης μονάχα το δέντρο του, αλλά το δάσος. Να μην κοιτά δηλαδή μονάχα τις επιμέρους ρυθμίσεις που τον θίγουν ή τον ευνοούν (είτε ατομικά είτε συντεχνιακά), αλλά να διακρίνει ποιο είναι το όραμα παιδείας το οποίο εμπνέει τις πολιτικές επιλογές, τι είδους παιδεία επιδιώκει αυτό το όραμα, σε ποια αγαθά διευκολύνει ή δυσχεραίνει την πρόσβαση, πόσο κοινωνικό ή πόσο ταξικό είναι, κοκ.

2α. Οι ΣΜΥΚ αφορούν, όπως είπα, απόφοιτους Λυκείου. Ωστόσο η προοπτική στην οποία σχεδιάζονται έχω την εντύπωση ότι αφορά το μείζον πλαίσιο της «μαθητείας», το οποίο καθιερώνει η κυβέρνηση ευρύτερα. Καθιερώνει δηλαδή (με νόμο πρόσφατο, προ τετραμήνου [5]) Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης κ.ά., μετά το Γυμνάσιο, δηλαδή για ανήλικους οι οποίοι και θα συνδεθούν με τον χώρο της αγοράς εργασίας [6]. Γιατί άραγε καθιερώνεται αυτή η διετής μεταγυμνασιακή φοίτηση, τη στιγμή που υπάρχουν τα τριετούς φοίτησης ΕΠΑΛ, με εξαιρετική συχνά δουλειά των συναδέλφων εκπαιδευτικών που εργάζονται εκεί; Παραλληλίστε το κατέβασμα του πήχη και στις δύο περιπτώσεις (από τα ΕΠΑΛ προς τις ΕΣΚ, και από τις Ακαδημίες προς τις ΣΜΥΚ). Για την εν λόγω μεταγυμνασιακή επαγγελματική κατάρτιση, προφανώς και ευλόγως επιχαίρει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών [7]. Επιχαίρει άραγε η ιεραρχία της Εκκλησίας για τις ΣΜΥΚ; Και αν ναι, θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να γνωρίσουμε το γιατί [8].

2β. Ενδεικτική λεπτομέρεια: Γιατί προβλέπεται τοποθέτηση αποφοίτων διετούς κατάρτισης ειδικά στις κοινότητες του απόδημου ελληνισμού; Τι έχουμε προ οφθαλμών όταν μιλάμε για τις κοινότητες αυτές; Μήπως περίκλειστες εθνικές – πολιτισμικές κοινότητες βιομηχανικών εργατών οι οποίοι ζούσαν εντός μιας ελληνικής φυσαλίδας επί γης αλλοτρίας, χωρίς να κατακτήσουν τη γλώσσα της χώρας όπου ζούσαν και χωρίς διάδραση με την κοινωνία; Αντίθετα προς αυτό το μοντέλο, οι ιερείς στις κοινότητες του απόδημου ελληνισμού είναι ιερείς της οικουμενικής Ορθοδοξίας, με αποστολή να μπορούν να συνομιλούν, π.χ., με τους/τις μη-Έλληνες/Ελληνίδες συζύγους των Ελλήνων αποδήμων, να έρχονται σε επικοινωνία με τοπικές αρχές κλπ. Γιατί εμφανίζεται να διασφαλίζει αυτόν τον ρόλο η μείωση κατά 50% της νυν υφιστάμενης διάρκειας σπουδών στις Ακαδημίες ή στις Θεολογικές Σχολές; Ενδεχομένως αυτή τη στιγμή αμφότερες (και οι Ακαδημίες και οι Θεολογικές Σχολές) επιθυμούν προς δική τους ενίσχυση να «στεγάσουν» τις ΣΜΥΚ, αλλά η πρωταρχική συζήτηση που οφείλει να γίνει είναι για αυτή καθαυτήν την ύπαρξη των ΣΜΥΚ και για το είδος του οράματος το οποίο αυτές υπηρετούν. 

2γ. Το νομοσχέδιο προβλέπει (άρθρο 30, 4) κατ’ εξαίρεση διορισμό κληρικού σε οργανική θέση εφημερίου μικρών οικισμών ακριτικών περιοχών, χωρίς τη λήψη διπλώματος ιερατικής μαθητείας. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στη συνέχεια: «Μετά το διορισμό του εγγράφεται σε ΣΜΥΚ της επιλογής του, επιπλέον του αριθμού εισακτέων, και οφείλει εντός επτά (7) ετών από τη δημοσίευση του διορισμού του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως να καταθέσει το Δίπλωμα Ιερατικής Μαθητείας στις αρμόδιες υπηρεσίες αλλιώς απολύεται αυτοδικαίως […]. Με απόφαση του ΕΣΕΕ (Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης) μπορεί να επιτρέπεται στον Κληρικό η παροχή εξ αποστάσεως σύγχρονης ή ασύγχρονης εκπαίδευσης συγκεκριμένων ή όλων των θεωρητικών μαθημάτων του εκπαιδευτικού προγράμματος της Σ.Μ.Υ.Κ. στο οποίο έχουν εγγραφεί». Ερώτηση: Ποιος ο λόγος να μη σπουδάσει εξ αποστάσεως ο άνθρωπος αυτός σε Ακαδημία τετραετούς φοίτησης; (πέραν τούτου και απλώς πληροφοριακά: πλήθος σχολών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης περιλαμβάνουν προγράμματα εξ αποστάσεως, δομημένα πριν από την κορωναϊκή κολυμπήθρα του Σιλωάμ: από τον Άγιο Σέργιο του Παρισιού ως το Ανοικτό Πανεπιστήμιο όπου γης…).

2δ. Σύμφωνα με το άρθρο 41, οι ΣΜΥΚ μπορούν να στεγάζονται σε κτήρια των Μητροπόλεων, των ΟΤΑ κλπ. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ρύθμιση ότι «Οι ιερές Μητροπόλεις, οι Ιερές Μονές, τα Εκκλησιαστικά Ιδρύματα, τα Ιδρύματα Κοινωφελούς ή Εκπαιδευτικού χαρακτήρα και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής κάθε είδους φόρων και τελών για την ακίνητη περιουσία που παραχωρούν δωρεάν για την στέγαση των ΣΜΥΚ». Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, υπό την έννοια ότι έτσι ενδέχεται να περάσει από το μυαλό κάποιου αρμόδιου πολιτικού ή εκκλησιαστικού προσώπου η έγνοια για την Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας, της οποίας τεράστιο μέρος της κρατικής χρηματοδότησής της (από το 50% ως το… 91%)  δαπανάται στην καταβολή ενοικίου για τις κτηριακές εγκαταστάσεις της, ιδιοκτησίας της Ι. Μητροπόλεως Κηφισίας (και παρ’ όλ’ αυτά η Σχολή έχει επιτύχει εξαιρετικό εξοπλισμό και δραστηριότητες, συνέδρια, ημερίδες, ανταλλαγές, κινηματογραφική λέσχη κλπ).

2ε. Μετά από τα διάφορα επιμέρους, η ραχοκοκαλιά του ζητήματος: Οι Θεολογικές Σχολές, θεμελιώδη ιδρύματα για την διακονία της θεολογίας, έχουν Τμήματα Θεολογίας (Αθήνα και Θεσσαλονίκη), Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας (Αθήνα) και Τμήμα Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού (Θεσσαλονίκη). Ποιμαντικά τμήματα, με στοχοθεσία την ετοιμασία ιερέων, δεν υπάρχουν. Οι Ακαδημίες όμως είναι παραγωγικές σχολές της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το νεύρο λοιπόν του νομοσχεδίου δεν είναι πρωτίστως το δίπολο που υποθέτουν πολλοί: εκπαίδευση ιερέων στα ΣΜΥΚ αφενός και, για όσους εξ αυτών το επιθυμούν, ανώτατες σπουδές  στις Θεολογικές Σχολές αφετέρου. Το νεύρο βρίσκεται στο πρώτο σκέλος του ως άνω διπόλου, στην εκπαίδευση ιερέων. Τολμώ να πω ότι αυτό είναι το μεδούλι του νομοσχεδίου και η μήτρα ακόμα και των προβλέψεων για τις Ακαδημίες. Το νεύρο δηλαδή είναι το ερώτημα, τι λογής εκπαίδευση ιερέων επιθυμεί η ιεραρχία. Ποιοι επιθυμούν να ΣΜΥΚρινθεί η ιερατική κατάρτιση και να οπισθοβατήσει η κοινωνία προς τον τύπο παπάδων λιγότερο καταρτισμένων, οι οποίοι όμως θα εγγράφονται στα ΣΜΥΚ συν τοις άλλοις με βεβαίωση Μητροπολίτη, «ότι κατέχουν τα προσόντα για να χειροτονηθούν κληρικοί» (άρθρο 35, 4) [9]. Είναι ένα μοντέλο όπου συνυφαίνονται η προέγκριση –ας πούμε– χειροτονίας και η διασφάλιση χαμηλότερου επιπέδου σπουδών. Για ποιους λόγους, άραγε, αρέσει αυτό σε πολλούς; Πασιφανώς ρητορικό το ερώτημα!

Επίλογος ωσαύτως ενδεικτικός:

Μεσούντος του έτους 2021, στην Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας μας απασχολεί, μαζί με άλλα πολλά, και το άνοιγμα στον Παγκόσμιο Νότο, τον Global South, τη χριστιανική μαρτυρία σε μια δυναμική διεθνή πραγματικότητα, έρευνα και πράξη. Μπορούμε να το πούμε είτε στα Ελληνικά είτε στα Αγγλικά. Μα η ωμή αλήθεια είναι πως, όταν λησμονούνται τα αυτονόητα της εκκλησιαστικής αποστολής, τότε όλα αυτά γίνονται απλώς… «κινέζικα».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Το παρόν κείμενο εστάλη προς δημοσίευση αλλού στις 10-5-2021 (δηλαδή την προηγούμενη της σύγκλησης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου), αλλά η δημοσίευσή του προσέκρουσε σε δυσκολίες (τελικά δημοσιεύτηκε την 12-5-2021 στο https://antifono.gr/%cf%84%ce%bf-%ce%b4%ce%ad%ce%bd%cf%84%cf%81%ce%bf-%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%b5%ce%ba%ce%ba%ce%bb%ce%b7%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%cf%8e%ce%bd-%ce%b1%ce%ba%ce%b1%ce%b4%ce%b7%ce%bc%ce%b9/?fbclid=IwAR3JLauAjA5kUhuKjnMry8MyBoZOmJwQHtYFaj532ALLOI5AEwQXUnzcQIk ).

[2] https://www.eap.gr/education/phd-regulations/

[3] Για να πάρει κάποιος μια ιδέα των πρωταρχικών ζητημάτων σχετικά με τη φυσιογνωμία των Ακαδημιών ως πανεπιστημιακών σχολών, ή ως ΑΕΙ, ή ως χορηγουσών «πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» ή «πτυχίο ισότιμο με τα πτυχία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» κλπ κλπ, ας ξεκινήσει από τα Πρακτικά της συζήτησης στη Βουλή την 1η Ιανουαρίου 2006, δηλαδή κατά το ξεκίνημα της διαμόρφωσης των Ακαδημιών. Και ιδιαίτερα ας δει την αποκαλυπτική –περίπου κυνική– τοποθέτηση του τότε Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης κ. Προκόπη Παυλόπουλου (https://www.hellenicparliament.gr/praktika/synedriaseis-olomeleias?sessionRecord=e2f2ceec-f4ca-4301-96cb-81d834bda7ea).  Έκτοτε έχει κυλίσει νερό πολύ στο αυλάκι, αλλά η συζήτηση εκείνη δεν έχει χάσει το ειδικό βάρος της.

[4] Ας μου επιτραπεί να σημειώσω εδώ ότι κείμενο το οποίο έχει δημοσιευτεί στο διαδίκτυο με υπογραφή συντάκτη «Θ. Παπ.» (;) δεν είναι δικό μου.

[5] Νόμος 4763, ΦΕΚ Α΄, 254/21-12-2020.

[6] Πρβλ. Σεραφείμ Κερασιώτης, «Μεταγυμνασιακές Σχολές Κατάρτισης –Κατάρτιση από την ηλικία των 16 ετών» (7-12-2021),  https://www.esos.gr/arthra/70679/metagymnasiakes-sholes-katartisis-katartisi-apo-tin-ilikia-ton-16-eton

[7] Πρβλ. ΣΕΒ, «Μεταρρύθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης: Κλειδί για ένα νέο παραγωγικό πρότυπο με καλύτερες και περισσότερες δουλειές για τους νέους» (9-7-2020), https://www.sev.org.gr/vivliothiki-tekmiriosi/special-report-to-mellon-tis-ergasias/metarrythmisi-tis-epangelmatikis-ekpaidefsis-kai-katartisis-kleidi-gia-ena-neo-paragogiko-protypo-me-kalyteres-kai-perissoteres-douleies-gia-tous-neous/

[8] Δελτίο τύπου της ΔΙΣ, 20-4-2021. «Επιπλέον, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, λαβούσα υπ’ όψη την εισήγηση της Συνοδικής Επιτροπής Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως και Επιμορφώσεως του Εφημεριακού Κλήρου επί του σχεδίου νόμου υπό τον τίτλο «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ», απεφάσισε να εκφράσει τις ευχαριστίες Της προς την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Νίκη Κεραμέως για το υποβληθέν σχέδιο νόμου, το οποίο κατ’ αρχήν συμμερίζεται την αγωνία και το ενδιαφέρον της Ιεράς Συνόδου για την αναβάθμιση της Δευτεροβαθμίου Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, ως και για την ίδρυση μεταλυκειακών δομών μαθητείας υποψηφίων Κληρικών. Περαιτέρω, απεφάσισε την παραπομπή αυτού στην μέλλουσα να συγκληθεί Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας προς ενημέρωση και επεξεργασία». http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/holysynod.asp?id=2942&what_sub=d_typou

[9] Το λογοπαίγνιο «ΣΜΥΚρίνσεις» είναι φίλου συναδέλφου.

* Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Αναπλ. Καθηγητής στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας, Διδάσκων στο μεταπτυχιακό τμήμα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, Μέλος της European Society for Intercultural Theology and Interreligious Studies.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.