Τις αντιλήψεις αυτές έρχεται να υποστηρίξει πιο έντονα από ποτέ το σύγχρονο καπιταλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο θεωρεί ότι έχει το αποκλειστικό δικαίωμα στον τρόπο που θα διαχειριστεί και θα αντιμετωπίσει ανθρώπους και τεχνολογικά μέσα που εντάσσονται σ’ αυτό. Για το σχολείο αυτό η εκπαίδευση μοιάζει να είναι μια διαδικασία παιδαγωγικά ,πολιτικά και κοινωνικά ουδέτερη, μια απλή μεταφορά πληροφοριών προβλέψιμη και ελεγχόμενη στην κατεύθυνση της αγοράς. Αυτό επομένως που ενδιαφέρει είναι η επίτευξη μετρήσιμων στόχων μέσα από σειρά εξετάσεων που θα τους επιβεβαιώνουν και ουδόλως η ποιότητα της διδαχής. Δάσκαλος και μαθητές ως εκ τούτου αποτελούν τα μέσα και τα εργαλεία για την υλοποίησή τους, εκλαμβάνονται ως πελάτες και βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση από ένα πατερναλιστικό κράτος που εν είδει μεγάλου αδελφού γνωρίζει το ορθό και μας το επιβάλλει για το κοινό καλό.
Και αφού στο παγκόσμιο καπιταλιστικό περιβάλλον η υπερσυσσώρευση κερδών στα χέρια των ολιγαρχών είναι αυτονόητη, η εκμετάλλευση της τεχνολογίας και κάθε ευκαιρίας για το σκοπό αυτό είναι επιβεβλημένη. Στην παρούσα μάλιστα φάση η ευκαιρία δίνεται από την πανδημία και στον χώρο της εκπαίδευσης μέσω της τηλεκπαίδευσης, η οποία κατά την προσφιλή έκφραση της υπουργού ήρθε για να μείνει. Και δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, αφού η τηλεκπαίδευση παρακάμπτοντας ηθικά και παιδαγωγικά ζητήματα αποτελεί την κερκόπορτα για την άλωση και των τελευταίων προπυργίων αντίστασης στον χώρο της εκπαίδευσης. Μια εκπαίδευση που μετατρέπεται σταδιακά σε εικονική και ως εκ τούτου ιδιαίτερα φθηνή, αφού η τηλεκπαίδευση και οι νέες τεχνολογίες σαρώνουν και αχρηστεύουν αίθουσες διδασκαλίας, εργαστήρια και εκπαιδευτικό προσωπικό που θεωρείται περιττό και είναι ιδιαίτερα δαπανηρό. Η επικράτηση όμως της εικονικότητας στο χώρο της εκπαίδευσης που μοιάζει ως φυσική και αναμενόμενη επιλογή του συστήματος θα φέρει τεράστιες κοινωνικές ανατροπές αφού θα δημιουργήσει ένα νέο τύπο μαθητών και επομένως μιας αυριανής γενιάς που θα πάρει τη σκυτάλη από την τωρινή. Πώς θα είναι άραγε αυτή η γενιά και τι ανατροπές θα επέλθουν; Οι ανατροπές αυτές δεν έχουν ακόμα μελετηθεί σε βάθος και κινούνται από τα πλέον καθησυχαστικά έως τα πλέον οργουελικά σενάρια.
Κατ’ αρχάς η τηλεκπαίδευση είναι μια ασώματη διαδικασία, χάνεται δηλαδή η ενσώματη σχέση του μαθητή με τον συμμαθητή του και τον δάσκαλο και το βιωματικό μέρος της διδασκαλίας καταργείται. Η διδασκαλία όμως δεν είναι απλή μετάδοση πληροφοριών, κάτι που εύκολα σήμερα γίνεται στον διαδικτυωμένο κόσμο μας, είναι πρωτίστως σχέση. Μέσω αυτής της σχέσης το παιδί κοινωνικοποιείται, συνδημιουργεί, διαμορφώνει μια ορθή αντίληψη της πραγματικότητας, ωριμάζει συναισθηματικά, αντιδρά. Οι σχέσεις είναι αυτές που μας καθορίζουν, δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στη ζωή και επιτρέπουν στον λόγο να βρει πρόσφορο έδαφος για να υλοποιηθεί και να καρπίσει. Αν δεν έλθουμε σε επαφή και δεν εκτιμήσουμε το δάσκαλό μας ή το συμμαθητή μας, δεν κάνουμε πράγματα μαζί του, δύσκολα θα αξιοποιήσουμε κάτι από αυτά που μας είπε. Η εκπαίδευση δηλαδή είναι πάνω απ’ όλα συνύπαρξη.
Ένα δεύτερο πρόβλημα που σχετίζεται άμεσα με τα παραπάνω έχει να κάνει με την σωματική αγκύλωση του παιδιού. Το παιδί ως γνωστόν προέρχεται από τη λέξη παίζω. Αν το σύγχρονο ελληνικό σχολείο έχει de facto ελαχιστοποιήσει αυτή την εγγενή ανάγκη του παιδιού για παιχνίδι και ξεγνοιασιά η τηλεκπαίδευση την αχρηστεύει. Το σώμα και οι ανάγκες του αγνοούνται και αντιμετωπίζονται ως σκεύος του εγκεφάλου και τα εν πολλοίς εθισμένα παιδιά στα κινητά και τον υπολογιστή μετατρέπονται σε ανάπηρα, ακινητοποιημένα μπροστά από μια οθόνη πάνω από τις μισές ώρες του εικοσιτετραώρου. Γνωρίζουμε, όμως ότι ο εθισμός στο διαδίκτυο κατά την εφηβική ηλικία προκαλεί μη αναστρέψιμη στρέβλωση στους νευρώνες του εγκεφάλου και πως αυτός ο εθισμός θα αποτελεί το μεγάλο πρόβλημα του μέλλοντος το οποίο ήδη αντιμετωπίζεται στα νοσοκομεία όπως άλλες εξαρτήσεις. Γνωρίζουμε ακόμα πως οι καταθλίψεις και οι ψυχικές διαταραχές αυξάνονται παγκοσμίως ραγδαία στην εφηβική ηλικία ενώ τα παιδιά εξ αιτίας της ακινησίας μπροστά στον υπολογιστή αποκτούν περισσότερο σωματικό βάρος, προβλήματα όρασης, αυχενικά και μυοσκελετικά προβλήματα. Καλούμαστε επομένως να εξετάσουμε το πόσο η εκπαίδευση ενοχοποιείται γι’ αυτό και τι οφείλουμε να κάνουμε εμείς ως εκπαιδευτικοί και γονείς.
Όπως όλοι γνωρίζουμε το σχολείο κυρίως στην Ελλάδα είναι ένα σχολείο θεωρητικό και εξετασιοκεντρικό για πολλούς λόγους που δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε, τα παιδιά όμως γι’ αυτό το λόγο δεν καλλιεργούν δεξιότητες που όφειλε η εκπαίδευση να αναδείξει και να αξιοποιήσει ενώ έχουν μειωμένη βιωματική προσέγγιση με το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον του τόπου τους. Η τηλεκπαίδευση ενισχύει αυτόν τον θεωρητικό προσανατολισμό του σχολείου και εκτός από παιδιά αδέξια σωματικά, δημιουργεί και παιδιά αντικοινωνικά. Η ελλιπής όμως κοινωνικοποίηση οδηγεί σε εσφαλμένη αντίληψη της πραγματικότητας και σε άτομα φοβικά, εγωτικά και ανταγωνιστικά που βρίσκονται σε ένα συνεχές και εξουθενωτικό κυνήγι τυπικών προσόντων όπως το σύστημα επιτάσσει. Τα άτομα αυτά έχοντας ως ενήλικες, μειωμένη ή ανύπαρκτη πολιτική και συλλογική συνείδηση εύκολα θα εξουσιάσουν ή το ίδιο εύκολα θα υποταχτούν στην εξουσία.
Η εκπαίδευση κινείται στη λογική της διαμόρφωσης ανθρώπων και κοινωνιών στο εγγύς και απώτερο μέλλον και οι προβληματισμοί που προκύπτουν για τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα είναι πολλοί. Πόσο ευτυχισμένοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι του αύριο μέσα από μια τέτοια εκπαίδευση; Τι κοινωνίες θα διαμορφωθούν στο μέλλον με ανθρώπους προσοντούχους μεν, με μειωμένη όμως πολιτική συνείδηση και έκφραση; Μπορούν τέτοιοι άνθρωποι να δημιουργήσουν κοινωνίες που να στηρίζονται στη δημοκρατία και να αξιοποιήσουν προς όφελός τους τις δυνατότητες της τεχνολογίας για να αντιμετωπίσουν μεγάλα προβλήματα όπως επί παραδείγματι η κλιματική αλλαγή ή θα οδηγηθούμε σε κοινωνίες εφιαλτικές και ελεγχόμενες μέσω της τεχνολογίας, όπως ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται; Κλείνοντας θέλω να επισημάνω πώς ούτε τεχνοφοβικοί θα πρέπει να είμαστε, ούτε συλλήβδην εναντίον της τηλεκπαίδευσης που υπό όρους και προϋποθέσεις μπορεί να είναι ωφέλιμη για την εκπαίδευση. Ούτως ή άλλως το ζήτημα της τηλεκπαίδευσης δεν πρέπει να το δούμε στα στενά χρονικά όρια της πανδημίας αλλά μετά από αυτή. Σε στιγμές πάντως που όλα αλλάζουν δραματικά καλούμαστε να πάρουμε θέση, να μιλήσουμε και να δράσουμε συλλογικά ως γονείς, εκπαιδευτικοί και σκεπτόμενοι πολίτες γιατί από το πώς θα κινηθούμε σήμερα θα δημιουργήσουμε το αύριο. Η διαμόρφωση της εκπαίδευσης και το ποιες πολιτικές επιλογές θα κάνουμε για να την αλλάξουμε θα πρέπει να αποτελεί το πρώτιστο μέλημά μας.
* Ο Βασίλης Πανούσος είναι φιλόλογος στην Πάτρα.