Τι κάνει ο Σαρκοζύ στη βασική εκπαίδευση στη Γαλλία;
Του Βασίλη Παπακριβόπουλου
Σαράντα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο απολογισμός της θητείας του Νικολά Σαρκοζί είναι εξαιρετικά αρνητικά αρνητικός σε όλους σχεδόν τους τομείς, και ιδιαίτερα όσον αφορά την παιδεία. Πολλές από τις εξελίξεις στη Γαλλία τις βιώνουν και οι Έλληνες εκπαιδευτικοί, μερικές άλλες ενδέχεται να αποτελέσουν για μας τους μελλοντικούς μας εφιάλτες.
Η ενέργεια του Σαρκοζί που προκάλεσε τις περισσότερες αντιδράσεις ήταν η αλλαγή του τρόπου διορισμού και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Πράγματι, έως τώρα, οι κάτοχοι τουλάχιστον του τριετούς πτυχίου ΑΕΙ (στη Γαλλία, η – δωρεάν – τριτοβάθμια εκπαίδευση απονέμει διετή, τριετή και τετραετή πτυχία, με αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα) μπορούσαν να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό για την πρόσληψη εκπαιδευτικών. Μετά την επιτυχία τους, όφειλαν να πραγματοποιήσουν ετήσιες σπουδές σε Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Κατάρτισης Εκπαιδευτικών (IUFM): μάλιστα, το πλήθος των παιδαγωγικών μαθημάτων που καλούνταν να παρακολουθήσουν στο Ινστιτούτο συνδυαζόταν με 6-8 ώρες εβδομαδιαίας διδασκαλίας σε τάξη, σε συνεργασία με τους υπεύθυνους του σχολείου και τους υπεύθυνους για την κατάρτισή τους στο IUFM. Σημαντική λεπτομέρεια: από τη στιγμή της εγγραφής τους στο IUFM θεωρούνταν δημόσιοι υπάλληλοι με πλήρη δικαιώματα και αμείβονταν ανάλογα.
Αν και αυτό το σύστημα φαίνεται για τα ελληνικά δεδομένα εξαιρετικό, στη Γαλλία θεωρούνταν εξαιρετικά ανεπαρκές, καθώς οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί διορίζονται συνήθως σε εξαιρετικά «δύσκολα» σχολεία των πλέον υποβαθμισμένων συνοικιών (καθώς εκεί δημιουργούνται διαρκώς κενά μια και η πλειονότητα των παλαιότερων συναδέλφων τους κάνει το παν για να μετατεθεί σε «καλύτερο» σχολείο) και νοιώθουν συνήθως απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν την εκρηκτική κατάσταση με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι. Έτσι, τα συνδικάτα και πολλοί πανεπιστημιακοί είχαν υποβάλλει πλήθος προτάσεων για την αναβάθμιση της κατάρτισης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.
Όμως, ο Σαρκοζί προτίμησε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση, θέλοντας να συνδυάσει «αναβάθμιση του επιπέδου των εκπαιδευτικών» και περικοπή δαπανών: στο εξής, πρόσβαση στον διαγωνισμό θα αποκτούν μονάχα οι κάτοχοι διετούς μεταπτυχιακού «Μάστερ στα επαγγέλματα της εκπαίδευσης», το οποίο κλήθηκαν να δημιουργήσουν τα πανεπιστήμια (για το οποίο όμως πληρώνουν δίδακτρα οι φοιτητές) και, μετά την επιτυχία τους θα αρχίζουν αμέσως μαθήματα σε τάξεις. Μάλιστα, καθώς επιδιώκεται η «άνοδος του επιπέδου της παιδείας», στο περιεχόμενο του μάστερ θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο γνωστικό πεδίο του κάθε επιμέρους επιστημονικού κλάδου και ελάχιστη στα παιδαγωγικά μαθήματα (τα οποία ο Σαρκοζί και πολλοί δεξιοί θεωρούν κληρονομιά του Μάη του 68, δηλαδή… κόκκινο πανί, ενώ τα IUFM αποκαλούνται από αυτούς τους κύκλους «άντρα των παιδαγωγών»).
Επιπλέον, ο διαγωνισμός για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών θα πραγματοποιείται σε περισσότερες φάσεις, παράλληλα με το εξαιρετικά φορτωμένο πρόγραμμα των σπουδών του μάστερ και της προετοιμασίας της πτυχιακής εργασίας (η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει και ερευνητικό έργο). Εκτός από αυτούς τους εξοντωτικούς ρυθμούς, στους υποψήφιους εκπαιδευτικούς θα «συνιστάται» (χωρίς όμως και να επιβάλλεται) να πραγματοποιήσουν παράλληλα με όλα αυτά και μια πρακτική άσκηση σε τάξη (βέβαια, είναι μάλλον απίθανο ότι θα κατορθώσουν να την πραγματοποιήσουν).
Όσο για τους επιτυχόντες, μετά τον μαραθώνιο στον οποίο θα έχουν υποβληθεί (οι τελευταίες εξετάσεις στις οποίες θα υποβάλλονται, οι προφορικές, θα διεξάγονται τον Ιούλιο), θα καλούνται την 1η Σεπτεμβρίου να εμφανιστούν για πρώτη φορά στη ζωή τους σε τάξη και να διδάξουν 18 ώρες εβδομαδιαίως (και όχι 21 όπως για τους Έλληνες συναδέλφους τους). Α ναι! Θα υπάρχει –αν βέβαια βρεθεί, γιατί για την ώρα αυτό έχει μείνει στο επίπεδο της εξαγγελίας- κι ένας «μέντορας», ένας παλαιότερος συνάδελφος ο οποίος θα τους καθοδηγεί…. Πόσω μάλλον που το Snes, το μεγαλύτερο συνδικάτο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κάλεσε τα μέλη του να μποϋκοτάρουν τον θεσμό του μέντορα τον οποίο θεωρεί κοροϊδία και να αρνηθούν το «καρότο» των 2.000 ευρώ ετησίως.
Με λίγα λόγια, αυτή η καταστροφική πολιτική θυμίζει την τεχνική των παλιών δάσκαλων κολύμβησης: πετάς το παιδί στο νερό και παρακολουθείς τις προσπάθειές του να επιπλεύσει, δίνοντάς του και καμιά συμβουλή… Φυσικά, αυτή η «μεταρρύθμιση» προκάλεσε τη γενική κατακραυγή, έναν «ωκεανό αρνητικών σχολίων (1)», ακόμα και των πλέον συντηρητικών συνδικαλιστικών και φοιτητικών οργανώσεων. Μάλιστα, ακόμα και η εξαιρετικά μετριοπαθής συνδικαλιστική οργάνωση των διευθυντών των σχολικών μονάδων εκτιμάει «ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα αναγκαστούμε να επανεξετάσουμε το ζήτημα της κατάρτισης των εκπαιδευτικών». Τονίστηκαν δε και άλλες δύο αρνητικές παράμετροι αυτού του μέτρου: αφενός, η αλλαγή της κοινωνικής σύνθεσης του σώματος των εκπαιδευτικών, καθώς η προετοιμασία των υποψήφιων εκπαιδευτικών καθίσταται ιδιαίτερα δαπανηρή και οι προβλεπόμενες υποτροφίες για το μάστερ είναι εξαιρετικά λίγες. Επιπλέον, η πιθανότητα να παρατηρηθεί έλλειψη εκπαιδευτικών σε ορισμένες ειδικότητες, καθώς σε αυτές οι κάτοχοι μάστερ μπορούν συχνά να βρουν πιο καλοπληρωμένη δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.
«Κέρδη παραγωγικότητας»
Εξίσου πολυάριθμες αντιδράσεις προκάλεσε και η υλοποίηση στην παιδεία του στόχου της συρρίκνωσης του «υπερτροφικού δημόσιου τομέα» και των «κερδών παραγωγικότητας» στη δημόσια διοίκηση: η πολιτική της αντικατάστασης μονάχα ενός στους δύο δημόσιους υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται που εφαρμόζεται εδώ και τρία χρόνια έχει οδηγήσει στη μείωση του προσωπικού που εργάζεται στη δημόσια εκπαίδευση (εκπαιδευτικών, κοινωνικών λειτουργών ψυχολόγων, νοσοκόμων, βιβλιοθηκάριων, εποπτών, νυχτοφυλάκων, κλπ.) δημιουργεί τεράστια κενά. Μονάχα για τους εκπαιδευτικούς, η μείωση φτάνει τα 15-16.000 άτομα ετησίως (σε σύνολο 850.000, για συνολικό πληθυσμό 61 εκατομμυρίων). Μάλιστα, η εξοικονόμηση χρημάτων γίνεται ακόμα μεγαλύτερη εάν συνυπολογιστεί η μη καταβολή μισθών στα 18.000 περίπου άτομα που φοιτούσαν κάθε χρόνο στα IUFM.
Και πως εξασφαλίζει η κυβέρνηση τη συνέχιση της λειτουργία της εκπαίδευσης; Με την αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη, τη μείωση του αριθμού των μαθημάτων επιλογής που προσφέρονται, τον περιορισμό των αιτήσεων που ικανοποιούνται για ένταξη σε τμήματα προνήπιων, την αύξηση των υπερωριών, τον περιορισμό των συμβασιούχων ξένων καθηγητών οι οποίοι εργάζονται στη διδασκαλία ξένων γλωσσών (αν το ζητήσει ένας αριθμός μαθητών σε μια σχολική μονάδα, οποιαδήποτε ξένη γλώσσα εντάσσεται στο πρόγραμμα, ακόμα και η κινεζική), αλλά και τον δραστικό περιορισμό των «αντικαταστατών καθηγητών» (το 2009 καταργήθηκαν 3.000 θέσεις) και τη ριζική αναδιοργάνωση του συστήματος αντικατάστασης (2).
Πράγματι, όσο κι αν φαίνεται αδιανόητο για την ελληνική πραγματικότητα, στη Γαλλία υπάρχουν 50.000 «αντικαταστάτες» μόνιμοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι είναι «σε αναμονή» και καλύπτουν μια ορισμένη «ζώνη αντικατάστασης»: έτσι, σε περίπτωση –σύντομης ή μακρόχρονης- απουσίας ενός συναδέλφου της ίδιας ειδικότητας στη ζώνη τους, το κενό αναπληρώνεται αμέσως· ο στόχος είναι να μην χάνεται καμία διδακτική ώρα. Όσο για τις περιόδους «αναμονής», αφιερώνονται στην διαπροσωπική επαφή του αντικαταστάτη με τους συναδέλφους που θα κληθεί να αντικαταστήσει και στην εξατομικευμένη στήριξη αδύναμων μαθητών, αν και τα τελευταία χρόνια μεγάλο μέρος της «αναμονής» τους αφιερώνεται στην κάλυψη των κενών θέσεων διοικητικού προσωπικού ή ενισχυτικής διδασκαλίας. Στην περίπτωση δε που οι «αντικαταστάτες» δεν επαρκούν -κυρίως όταν πρόκειται να αναπληρωθούν ταυτόχρονα πολλές εγκυμονούσες ή ασθενούντες συνάδελφοι (συνήθως τον χειμώνα ή όταν παρατηρείται κάποια επιδημία)- γίνεται προσφυγή σε συμβασιούχους, αναπληρωτές ή ωρομίσθιους.
Ο Υπουργός Παιδείας Λικ Σατέλ δήλωσε ότι σκοπεύει να επιβάλλει στους απομένοντες αντικαταστάτες «ελαστικότερα» κριτήρια όσον αφορά τα μαθήματα που μπορούν να διδάξουν πέρα από την ειδικότητά τους, αλλά και να αναπληρώνουν συναδέλφους τους ακόμα και εκτός «ζώνης αντικατάστασης». Κι αν αυτό είναι λογικό όταν πρόκειται για μικρή απόσταση, οι εκπαιδευτικοί έγιναν έξαλλοι μαθαίνοντας ότι η ακτίνα της αναπλήρωσής τους θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμα… και τα 100 χιλιόμετρα! Επιπλέον, για την κάλυψη των εξαιρετικά πολυάριθμων στο εξής κενών, θα συνταχθούν στις κατά τόπους διευθύνσεις εκπαίδευσης κατάλογοι υποψήφιων αναπληρωτών στους οποίους θα περιλαμβάνονται ακόμα και πρόσφατα συνταξιοδοτηθέντες συνάδελφοι που ενδιαφέρονται να απασχοληθούν, πτυχιούχοι χωρίς καμία παιδαγωγική κατάρτιση, μέχρι και τελειόφοιτοι φοιτητές (3)…
Κάμερες παντού!
Όμως, αν κάτι γνωρίζει καλά ο Σαρκοζί, είναι το να εκμεταλλεύεται τις φοβίες που προκαλούν στο εκλογικό σώμα η εγκληματικότητα και η βία και να αποκομίζει εκλογικά οφέλη παίζοντας τον ρόλο του «σούπερ μπάτσου». Και φυσικά, δεν υπήρχε περίπτωση να μην κερδοσκοπήσει πολιτικά πάνω στο υπαρκτό εδώ και πολλές δεκαετίες φαινόμενο της βίας στα σχολεία. Και τι δεν έχουν εξαγγείλει αυτός κι οι διαδοχικοί υπουργοί παιδείας του…! Τοποθέτηση ανιχνευτών μετάλλων (όπως εκείνες που υπάρχουν στα αεροδρόμια) στην είσοδο των «επικίνδυνων» σχολείων των υποβαθμισμένων συνοικιών και σωματική έρευνα των μαθητών, δημιουργία «ειδικών αστυνομικών μονάδων ταχείας επέμβασης σε σχολικές μονάδες» σε αυτές τις συνοικίες, συντονισμό της δράσης των διευθυντών των σχολικών μονάδων με την αστυνομία και την εισαγγελία αλλά και δημιουργία «αστυνομικού γραφείου» μέσα σε 53 σχολικές μονάδες «εκτεθειμένες στη βία» (η πρώτη ενωμοτάρχης τοποθετήθηκε σε λύκειο στις 20-9-10), και, φυσικά, κάμερες, κάμερες παντού. Έτσι, τα τελευταία χρόνια έχουν εγκατασταθεί κάμερες στο 60% των λυκείων της Ιλ ντε Φρανς, του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος του Παρισιού (11 εκατομμύρια κάτοικοι)…
Κι αυτό παρά τις επισημάνσεις των περισσότερων ειδικών ότι οι κάμερες έχουν πενιχρά αποτελέσματα στην πάταξη της βίας και της παραβατικότητας και ότι το μόνο πραγματικά αποτελεσματικό μέσο γι’ αυτό το σκοπό είναι αυτό ακριβώς που υπήρξε το μεγάλο θύμα των δημοσιονομικών περικοπών: οι «επόπτες» (ή «πιόνια» στη σχολική αργκό). Πράγματι –αντίθετα απ’ ότι συμβαίνει στην Ελλάδα- θεωρείται αδιανόητο να ανατίθεται στους εκπαιδευτικούς η τήρηση της τάξης και η αποτροπή της βίας στους διάφορους χώρους του σχολείου: αυτό το καθήκον το αναλαμβάνουν οι επόπτες. Συνήθως, πρόκειται για άντρες, κατόχους διετούς διπλώματος ΑΕΙ (συχνά φοιτητές που θέλουν να χρηματοδοτήσουν τη συνέχιση των σπουδών τους και κατά προτίμηση από τον κλάδο της Φυσικής Αγωγής).
Μάλιστα, σε ορισμένες από τις πλέον υποβαθμισμένες συνοικίες όπου η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων είναι Γάλλοι πολίτες μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς, προτιμώνται τα «αστέρια» των τοπικών αθλητικών συλλόγων τα οποία, εκτός από την επιβλητική σωματική διάπλαση, διαθέτουν και αυξημένο κύρος στον μαθητικό πληθυσμό και στις νεανικές μικροσυμμορίες, ενώ πολύ δύσκολα μπορεί να τους απευθυνθεί η κατηγορία του «ρατσιστή» η οποία με περισσή ευκολία εκτοξεύεται εναντίον κάθε εκπαιδευτικού που προσπαθεί να επιβάλλει μια στοιχειώδη τάξη. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι ένα από τα θετικά σημεία του εξαιρετικά αμφιλεγόμενου απολογισμού της κυβέρνησης της «πληθυντικής αριστεράς» (σοσιαλιστές-κομμουνιστές-Πράσινοι) του Λιονέλ Ζοσπέν (1997-2002) υπήρξε η δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εποπτών που στελεχώθηκαν με νεαρούς από τις υποβαθμισμένες συνοικίες. Πράγματι, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πρώτα θύματα της βίας και του χάους στα σχολεία είναι τα παιδιά των φτωχότερων τάξεων , τα οποία βλέπουν να ακυρώνονται οι προοπτικές τους για μόρφωση.
Βέβαια, υπάρχει μια τεράστια διαφορά: οι δαπάνες για τη μισθοδοσία των εποπτών καταλήγουν σε χαμηλόμισθους –πολύ συχνά των λαϊκών τάξεων-, ενώ τα χρήματα για κάμερες και ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς κατευθύνονται στα ταμεία μεγάλων επιχειρήσεων οι οποίες έχουν συγκροτήσει ένα πανίσχυρο λόμπι που ασκεί έντονες πιέσεις στους πολιτικούς κι εκφράζει την αγανάκτησή του «για την ισχύ που έχουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι σύλλογοι γονέων οι οποίοι ισχυρίζονται ότι μάχονται για την προστασία των ελευθεριών (4)». Φυσικά, οι κάμερες έχουν κι άλλα πλεονεκτήματα (για την συντηρητική κυβέρνηση, εννοείται): εξοικειώνουν τα παιδιά, από την πλέον νεαρή τους ηλικία, με την ιδέα ότι παρακολουθούνται ανά πάσα στιγμή «για το καλό τους», ενώ δημιουργούν ένα κλίμα «ησυχίας, τάξης και ασφάλειας» στους «φιλήσυχους νοικοκυραίους», ακριβώς τη στιγμή που η δημοτικότητα του Σαρκοζί καταβυθίζεται στα τάρταρα.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Σαρκοζί εξήγγειλε τη δημιουργία το 2011 «ειδικών σχολικών μονάδων», κάτι ανάμεσα σε εσωτερικά σχολεία και σε αναμορφωτήρια, στα οποία θα εγκλείονται οι «πιο σκληροί» μαθητές, «για τους οποίους δοκιμάσαμε τα πάντα χωρίς επιτυχία»: εκεί, καθηγητές και επιμελητές ανηλίκων του Υπουργείου Δικαιοσύνης θα αναλάβουν να τους κάνουν να «σέβονται τους κανόνες και να αγαπούν την προσπάθεια (5)». Περιττό να επισημάνουμε ότι πρόκειται για κατάφωρη αυθαιρεσία, καθώς η διαπίστωση των -όντως σοβαρών- παραπτωμάτων αυτών των μαθητών δεν μπορεί με κανένα τρόπο να συγκριθεί με τις καταδικαστικές αποφάσεις των δικαστηρίων που διατάζουν τον εγκλεισμό στις φυλακές ανηλίκων ενός ανηλίκου που διέπραξε σοβαρά ποινικά αδικήματα.
Βέβαια, τα -ιδιωτικά ή δημόσια- «εσωτερικά σχολεία» είναι θεσμός στη Γαλλία και απευθύνονται σε παιδιά των οποίων οι γονείς απουσιάζουν τακτικά για επαγγελματικούς λόγους, διαλυμένων οικογενειών που αδυνατούν να τα επιμεληθούν ή σε παιδιά που συνειδητοποιούν (αυτά ή οι γονείς τους) ότι οφείλουν να ξεκόψουν από ένα περιβάλλον με ολέθρια επιρροή. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι σπουδές σε αυτά δεν επιβάλλονται ποτέ υποχρεωτικά από τις αρχές…
Μάλιστα, για να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο που έχει αυτό το κατάπτυστο μέτρο, εξήγγειλε και τη δημιουργία 11 «εσωτερικών σχολείων αριστούχων»: σε αυτά θα φοιτούν εσωτερικοί –με τη θέλησή τους αυτή τη φορά- καλοί μαθητές των υποβαθμισμένων συνοικιών έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα να μετατραπούν σε αριστούχους καθώς θα φοιτούν σε ένα ιδανικό σχολικό περιβάλλον, όχι μόνο με διαλεχτούς εκπαιδευτικούς, αλλά και μακριά από την «φθοροποιό ατμόσφαιρα και τις κακές συναναστροφές» της βυθισμένης στη μιζέρια υποβαθμισμένης συνοικίας τους.
Όσο κι αν εκ πρώτης όψεως για κάποιους δεν φαίνεται κακή αυτή η ιδέα, στην ουσία πρόκειται απλούστατα για την προσπάθεια δημιουργίας μιας «βιτρίνας-άλλοθι»: μερικές εκατοντάδες «τυχεροί» θα εξασφαλίζουν πρόσβαση στο «ασανσέρ της κοινωνικής ανόδου» και οι ατομικές περιπτώσεις της κοινωνικής και οικονομικής επιτυχίας τους θα συγκεντρώνουν όλους τους προβολείς της δημοσιότητας, με τα ΜΜΕ να μιλάνε για «νίκη της ισότητας των ευκαιριών». Ταυτόχρονα, θα συγκροτούν μια ελίτ η οποία καμία επαφή –και αίσθημα αλληλεγγύης- δεν θα έχει με το περιβάλλον απ’ όπου ξεκίνησε, καθώς αποσπάστηκε από αυτό από πολύ τρυφερή ηλικία. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες χιλιάδες συμμαθητές τους θα πρέπει να αρκεστούν στα διαρκώς υποβαθμιζόμενα από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σχολεία τους, τα οποία θα υποβαθμίζονται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι οι καλύτεροι μαθητές τους τα έχουν εγκαταλείψει και οι μεσαίοι μαθητές ονειρεύονται να κάνουν το ίδιο…
Τέλος, ο Σαρκοζί αποφάσισε ότι «το κράτος οφείλει να κινητοποιηθεί ενάντια σε έναν καρκίνο που κατατρώγει την εκπαίδευση»: σε μια επίδειξη πυγμής, ανακοίνωσε ότι στο εξής θα ενεργοποιηθεί ένας νόμος του 2004 που ουδέποτε εφαρμόστηκε, με τον οποίο περικόπτονται –μετά από μια πρώτη προειδοποίηση- τα οικογενειακά επιδόματα που λαμβάνουν οι γονείς των «συστηματικών κοπανατζήδων» (δηλαδή όσων απουσιάσουν αδικαιολόγητα περισσότερες από δύο ημέρες τον μήνα).
Στη Γαλλία, αυτά τα επιδόματα είναι εξαιρετικά υψηλά και πολύ συχνά αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους οικονομικούς πόρους των οικογενειών των άνεργων… Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και ο ίδιος ο εμπνευστής του νόμου, ο τότε Υπουργός Παιδείας Λικ Φερί μετάνιωσε και δήλωσε πρόσφατα ότι «το μόνο αποτέλεσμα αυτού του νόμου θα είναι να προσθέτει ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση στην ήδη υπάρχουσα».
Καθώς οι αντιδράσεις πολλαπλασιάζονταν, η Υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων Ναντίν Μορανό, θεωρώντας ότι ο αριθμός 400.000 θα προκαλέσει σοκ την κοινή γνώμη, φούσκωσε τον αριθμό των «συστηματικών κοπανατζήδων» κατά 43%, εντάσσοντας σε αυτούς και την σχολική διαρροή (6)… Πάντως, ο Σαρκοζί έκανε μια –πολύ μικρή- υποχώρηση: σε περίπτωση που ο «κοπανατζής» επανέλθει σε κανονικούς ρυθμούς φοίτησης, θα ξαναρχίζει η καταβολή των οικογενειακών επιδομάτων, και μάλιστα αναδρομικά… Και προσποιείται άγνοια για το μέτρο που εμπνεύστηκε ο Μαρτίν Χιρς (ένας μάλλον έντιμος κεντροαριστερός, προερχόμενος από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ο οποίος είχε την αφέλεια να πιστέψει στην «αριστερή διεύρυνση» του Σαρκοζί και στη συνέχεια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κυβέρνηση) και είχε παλαιότερα εξαγγείλει με τυμπανοκρουσίες το Υπουργείο Παιδείας, χωρίς ωστόσο και να το υλοποιήσει ποτέ: την πρόσληψη 5.000 «σχολικών μεσολαβητών» οι οποίοι θα αναλάμβαναν την διαρκή επαφή και τη στενή συνεργασία με τις οικογένειες των «προβληματικών» και συχνά απόντων μαθητών, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή ένταξή τους στο σχολικό περιβάλλον (7).
[1] Le Monde : 9-3-10, «La réforme de la formation des enseignants tend le climat dans l’éducation nationale» / 8-3-10, « Formation des enseignants : “Le système devient catastrophique”» /17-11-09, «Enseignants et étudiants dénoncent le projet de formation des maîtres» / 26-11-09, «La réforme de la formation des enseignants, conte de fées de M Chatel etMme Pécresse», Libération, 23-3-10, «La réforme casse le système de formation», classes.blogs.liberation.fr, 17-11-09, «La “masterisation” à nouveau dans l’œil du cyclone».
[2] www.lemonde.fr, 31-5-10, «Un document de l’éducation nationale incite les académies à réduire le nombre de professeurs»
[3] www.lemonde.fr, 10-3-10, «Le casse-tête du remplacement des professeurs absents»
[4] Ηλεκτρονική εφημερίδα www.rue89.com, 30-9-09, «Violence à l’école : juteux marché pour les sociétés de sécurité», Libération, 17-2-10, «Vidéosurveillance dans les lycées : y a-t-il quelqu’un derrière les caméras ?»
[5] Libération, 5-5-2010, «Une dizaine d’internats en 2011 pour les élèves “les plus durs”»
[6] Από το συνδεδεμένο με την εφημερίδα Le Monde μπλογκ decodeurs.blog.lemonde.fr το οποίο αναλαμβάνει να ερευνήσει για την ορθότητα των αριθμών και των ισχυρισμών που προβάλλουν πολλοί πολιτικοί, γνωρίζοντας ότι η επαλήθευσή τους είναι δύσκολη υπόθεση: 30-4-2010, «Morano : “Il y a 400.000 élèves absentéistes en France”»
[7] www.lemonde.fr, 4-5-10, «Absentéisme: Martin Hirsch et les amnésies gouvernementales».