Καιρός του σπείρειν…
Του Χρήστου Σκανδάμη*
Καιρός του σπείρειν˙
πικρός κι επώδυνος καιρός˙
γλυκαίνει
από την προσμονή
της άνθισης και της καρποφορίας,
που γίνεται υπόσχεση καλής συγκομιδής.
Καιρός του σπείρειν˙
πικρός κι επώδυνος καιρός˙
γλυκαίνει
από την προσμονή
της άνθισης και της καρποφορίας,
που γίνεται υπόσχεση καλής συγκομιδής.
Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκos, ένας από τους σπουδαιότερους θεολόγους της εποχής μας που βρίσκεται σε έναν γόνιμο οικουμενικό διάλογο, αν και υποστηρίζει ότι η νεοελληνική αυτοσυνειδησία είναι ενοχική επισημαίνει πως μια ομάδα διανοουμένων προσπαθεί να μας πείσει ότι είμαστε κουτσουρεμένοι και ανάπηροι και φωνάζει: «Ε, λοιπόν δεν είμαστε». Τονίζει ότι η ταυτότητα έρχεται από το μέλλον και μας εξηγεί πως μπορούμε να σταθούμε και πάλι στα πόδια μας.
Καταρχήν εγώ έχω μια τελείως διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά στο πρόβλημα της ταυτότητας. Δεν υπάρχει ταυτότητα που να μην είναι σε κρίση, και μάλιστα η εθνική ταυτότητα. Ξέρετε, αυτό συνάπτεται και με την έννοια του έθνους και είναι σημαντικό να εξετάσουμε το πως εξελίχθηκε αυτή η έννοια της εθνικής ταυτότητας. Υπήρξε μια ομάδα στοχαστών στα θέματα αυτά οι οποίοι εν πολλοίς αντιπαρατέθηκαν μεταξύ τους. Αυτοί οι άνθρωποι ωστόσο δημιούργησαν μια εικόνα για την έννοια του έθνους, την οποία έχουμε σήμερα. Ας μην μπούμε σε αυτή τη συζήτηση γιατί είναι τεράστια, μπορούμε εάν θέλετε…
Ας το εξερευνήσουμε λίγο…
«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν
Αυτού», Μρκ, η΄, 34.
Ολόκληρη η ανθρωπότης είναι άρρωστη, σωματικά και πνευματικά, κι αυτό δεν είναι καινούργιο. Είναι δυστυχώς το περιεχόμενο της Ιστορίας, ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, και ο Χριστός ήλθε στη γη για να θεραπεύσει όποιον θέλει να θεραπευθεί και υπάρχουν πολλοί που δεν θέλουν να θεραπευτούν.
Εν πάση περιπτώσει εμείς οι σημερινοί χριστιανοί δεν έχουμε τόσο ανάγκη διδασκαλίας, όσο θεραπείας. Είναι γενικά γνωστό ότι το πρόβλημά μας δεν είναι η άγνοια των εντολών, αλλά η αδράνεια. Ιδίως τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει τόσες πολλές διδασκαλίες και κηρύγματα με γνώσεις θεολογικές, που όμως για εμάς, δεν είναι και θεραπευτικές: «το μέν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής», Μτθ, κστ΄, 41. Χρειάζεται θεραπευτική αγωγή κι αυτήν παρουσιάζει σήμερα ο Κύριος σε δύο φάσεις: Την αυταπάρνησιν του πιστού και την σταύρωσιν εαυτού.
Ο Φράνς ντε Βάαλ είναι ίσως ο κορυφαίος σήμερα ερευνητής της συμπεριφοράς των πρωτευόντων. Στο βιβλίο του «Πρωτεύοντα και Φιλόσοφοι, πως εξελίχθηκε η ηθική», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ο συγγραφέας έχει ως στόχο όλους αυτούς που θεωρούν ότι ηθικότητα είναι ένας λεπτός υμένας βερνικιού που επιστρώνεται σε ένα ανήθικο πυρήνα. Είμαστε κατά βάση κακοί, αχαλίνωτα όντα και η καλοσύνη μας είναι ένας μανδύας που μας φοράει ο πολιτισμός; Ο Φ. ντε Βάαλ χωρίς να αρνείται την εγωιστική και αχαλίνωτη ανθρώπινη φύση υποστηρίζει ότι ταυτόχρονα από τη φύση μας είμαστε και αλτρουιστές.
Ας δώσουμε ένα παράδειγμα. Μόλις ένα πολιτικό κόμμα καταλαμβάνει την εξουσία διορίζει συγγενείς και φίλους σε διάφορες επιτελικές ή μη κρατικές θέσεις.
Για τις αλλαγές που θα ισχύσουν για το ΜτΘ, με «θεμελιώδη αρχή, στο εξής, την προσέγγιση των άλλων θρησκευτικών παραδόσεων και το σεβασμό στη θρησκευτική ετερότητα» μιλάει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Σταύρος Γιαγκάζογλου, σύμβουλος του υπουργείου Παιδείας και προϊστάμενος του Γραφείου Έρευνας, Σχεδιασμού και Εφαρμογών Α΄ του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ).
«Αφετηρία για το νέο μάθημα είναι η κεντρική θρησκευτική παράδοση του τόπου, η ορθοδοξία» ξεκαθαρίζει και σημειώνει: «Αυτό που είναι καινούργιο είναι ότι η ορθοδοξία μπαίνει σε διάλογο με τις άλλες θρησκευτικές παραδόσεις. Αυτό το στοιχείο, το άνοιγμα της ορθοδοξίας, να συζητάει και να διαλέγεται με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης και τις άλλες θρησκείες, είναι αίτημα των καιρών μας. Επίσης, όχι απλώς ανανεώνεται το ΜτΘ αλλά εκσυγχρονίζεται διπλά, δηλαδή και ως προς την εισαγωγή νέων εκπαιδευτικών μεθόδων. Η διδασκαλία θα γίνεται με τη χρήση νέων τεχνικών μάθησης, με έμφαση στη βιωματική και διερευνητική προσέγγιση».
«και ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων, οράτε μηδείς γινωσκέτω».
Σήμερα θα δούμε ένα θαύμα με περίεργες για μας συνθήκες. Όταν θεράπευσε τους δυο τυφλούς, τους έδωσε εντολή να μην το μάθη κανείς: «και ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων οράτε μηδείς γινωσκέτω». Το περίεργο είναι ότι αυτό που ζητούσε ήταν ανεφάρμοστο, και φυσικά το ήξερε ο Χριστός. Ήθελε όμως να διδάξει εποπτικά την αποφυγήν ενός από τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα: της κενοδοξίας.
Στις αρχές των φοιτητικών μου χρόνων, τη δεκαετία του ‘80, σε μια ταραγμένη και πλούσια σε εμπειρίες εποχή, μόλις απελευθερωνόμουν από τον ένα μεσσιανισμό έπεφτα στον άλλο. Θυμάμαι όταν είχα αρχίσει να απογαλακτίζομαι από το Μαοϊκό μου παρελθόν και έπαψα να κραδαίνω εν είδη ευαγγελίου το κόκκινο βιβλίο του Μάο, σαγηνευμένος από τα μηνύματα του Μάη του ‘68 το αντικατέστησα εκτός των άλλων με τα βιβλία του «θεϊκού μαρκήσιου», του ντε Σαντ. Με αυτά και άλλα κατακεραυνώναμε πλέον τους κνίτες στα πηγαδάκια. Ευτυχώς έπρεπε να περάσουν λίγα χρόνια ακόμα για να λυτρωθώ από τις ερινύες του μεσσιανισμού χωρίς να είναι ανάγκη να περιμένω μέχρι το 2015 για να διαβάσω το εκπληκτικό βιβλίο του Μισέλ Ονφρέ, «De Sade, το πάθος του κακού και η ιδεολογία του εικοστού αιώνα», Εναλλακτικές Εκδόσεις.
Τις απόκριες αποφάσισα να μασκαρευτώ. Θα γινόταν και η εκδήλωση των Φιλοπροόδων και φυσικά κανείς δεν έπρεπε να λείψει. Από μέρες προετοιμάστηκα και κανόνισα ακόμη και το τραπέζι που θα με φιλοξενούσε τη μεγάλη βραδιά.
Το μόνο που με απασχολούσε ήταν η στολή. Τι να ντυνόμουνα; Είχα ήδη αποκλείσει παλαιότερες εμφανίσεις μου. Άλλωστε δεν μου έκανε τίποτα. Πάχυνα τον τελευταίο χρόνο και ακόμη και η στολή του κλόουν που είχε περιθώρια μέσης μού έμπαινε με ζόρι. Ήμουνα σε δεινή κατάσταση. Έπρεπε να διαλέξω προσωπικότητα έξω από τετριμμένα και μακριά από κοινοτυπίες. Κάτι που να υποδηλοί νόημα και να κλείνει το μάτι σε όλα τα κακώς κείμενα της εποχής. Να γίνω το σύμβολο των φετινών αποκρεών και να παραλάβω το βραβείο από τα χέρια του ίδιου του Δημάρχου. Κάτι συγκεκριμένο δεν μου έβγαινε με τίποτα. Μπροστά στο χάλι της γελοιοποίησης αποφάσισα να συγκεντρώσω τη σκέψη μου.
Η μεταπολιτευτική ελληνική κοινωνία, χαρακτηρίστηκε, μεταξύ άλλων, από την ολοκλήρωση της διαδικασίας μετάβασης από την «παραδοσιακή» μορφή οικογένειας, στη νεωτερική. Κατά την μετάβαση αυτή, που επικυρώθηκε και θεσμικά με τo νέο Οικογενειακό Δίκαιο των πρώτων κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, το παιδί αναγορεύτηκε σε επίκεντρο της οικογένειας.
Να δηλώσω εξ’ αρχής ότι οι θέσεις που ακολουθούν δεν είναι οριστικές. Τις καταθέτω, μάλλον, ως προσωρινές ψηλαφίσεις των κατευθύνσεων που είναι πολύ πιθανό να ακολουθήσει η ελληνική κοινωνία από δω και πέρα.
Παρ’ όλα αυτά, ίσως να μπορούν να αποτελέσουν μια βάση για αποτελεσματικότερες προσεγγίσεις στο μέλλον, παρ’ εκτός και αν στο αναμεταξύ επαληθευθούν, με σφοδρότητα, οπότε θα πρέπει μάλλον να μιλάμε για άλλα πράγματα, παρά, και πάλι, για το «πως φτάσαμε ως εδώ».
Κάθε μορφή συλλογικότητας, από την πιο μικρή παρέα ως τα μεγάλη έθνη, διακρίνεται από κρίσιμους παράγοντες που ευνοούν ή υποθηκεύουν την εν γένει συνεκτικότητα, αλλά και την ίδια την ύπαρξη της. Κάποιους από τους παράγοντες αυτούς, τους πιο καίριους, και τον τρόπο με τον οποίο επιδρούν στην νεοελληνική κοινωνία, επιχειρούμε να αναλύσουμε παρακάτω.