Αρχείο κατηγορίας Περνόντας Σώοι από τις Συμπληγάδες Πέτρες…

… Μεταξύ ατομισμού και κανινιβαλισμού από τη μια μεριά ή συλλογικότητας, συντροφικότητας, αλληλεγγύης και αμεσοδημοκρατίας από την άλλη. Μεταξύ της οριζόντιας αλληλοεξόντωσης και της Σταυροειδούς πορείς επί της Οδού…. Τα μεγάλα ΟΧΙ απέναντι στα μικρά ναι και τα μεγάλα ΝΑΙ απέναντι στα νηπιώδη οχι μας περιμένουν…

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ:

Στην πατρίδα μας διαπιστώνονται αρκετές ομοιότητες με τις συνθήκες εκείνες, οι οποίες προκάλεσαν τη γαλλική επανάσταση – ειδικά όσον αφορά τη διαγραφή του χρέους, τις πιέσεις των πιστωτών, την κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας, καθώς επίσης την εξοντωτική πολιτική λιτότητας

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

 

"Η ένδοξη επανάσταση του 1688 στην Αγγλία εξελίχθηκε ειρηνικά, οδηγώντας τη χώρα σε ένα διαρκώς αυξανόμενο βιοτικό επίπεδο – επάνω στο οποίο στηρίχθηκε η μετέπειτα βρετανική αυτοκρατορία. Αντίθετα, η γαλλική επανάσταση του 1789 ήταν βίαια και καταστροφική – με αποτέλεσμα, το βιοτικό επίπεδο των Γάλλων να ευρίσκεται για έναν ολόκληρο αιώνα πίσω από το αντίστοιχο των Βρετανών. Η διαφορά μεταξύ των δύο επαναστάσεων εναντίον των τότε απολυταρχικών καθεστώτων, της αυταρχικής ηγεμονίας καλύτερα, ήταν ο τρόπος διαχείρισης των δημοσίων χρεών" (H. James).  

Ανάλυση

Η βρετανική επανάσταση εναντίον των Stuarts οδήγησε σε ένα νέο δόγμα: στο ότι τα θέματα του προϋπολογισμού της χώρας θα αποφασίζονταν από το κοινοβούλιο – από έναν Θεσμό δηλαδή, ο οποίος εκπροσωπούσε τους Πολίτες. Έναντι αυτής της παραχώρησης, οι Πολίτες ανέλαβαν την ευθύνη για τις υποχρεώσεις του κράτους – για τα χρέη καλύτερα, τα οποία είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση τους.

Οι βουλευτές λοιπόν, οι οποίοι αποφάσιζαν έκτοτε για τους φόρους, μέσω των οποίων θα μπορούσαν να εξοφληθούν τα δημόσια χρέη, ήταν ταυτόχρονα οι ίδιοι οι οφειλέτες – με την έννοια ότι εκπροσωπούσαν το σύνολο των Πολιτών της χώρας τους, των φορολογουμένων όπως αποκαλούνται σήμερα, οι οποίοι τους εξέλεγαν.  

Για να μπορέσει να εδραιωθεί το συγκεκριμένο αξίωμα στις λαϊκές συνειδήσεις, το νέο «δόγμα» κατά κάποιον τρόπο, απαιτήθηκε ένας ολόκληρος αιώνας – ο 18ος, σύμφωνα με τον ιστορικό. Εν τούτοις, δεν ήταν τόσο εύκολο ή τόσο απλό, όσο ακούγεται ίσως σήμερα – επειδή κάτι τέτοιο απαιτεί ένα σταθερό θεμέλιο, επάνω στο οποίο να μπορεί να στηριχθεί σωστά και μακροπρόθεσμα.

Το θεμέλιο αυτό ήταν η έμφυτη τάση των Βρετανών Πολιτών να αναδειχθούν σε μία ισχυρή δύναμη – σε μία υπερήφανη χώρα, η οποία θα ήταν συνεπής με τις υποχρεώσεις της και θα διαδραμάτιζε έναν εξέχοντα ρόλο στην παγκόσμια πολιτική. Στα πλαίσια αυτά, οι Βρετανοί ήταν ο πρώτος λαός ίσως, ο οποίος κατανόησε έγκαιρα ότι, οι ιδιώτες οφειλέτες, οι Πολίτες στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί να χρεοκοπήσουν – το κράτος όμως όχι.

Επίσης πως η αξιοπρέπεια, η εθνική κυριαρχία, καθώς επίσης η ευημερία ενός κράτους προϋποθέτουν την εκούσια, έντιμη και συνεπή εξόφληση όλων των υποχρεώσεων του – χωρίς τα καταναγκαστικά μέτρα των δανειστών του, μέσω των οποίων υποχρεώνεται τελικά να πληρώσει πολύ περισσότερα, ηθικά και υλικά, από αυτά που οφείλει, ενώ παράλληλα υποδουλώνεται.   

Σε κάθε περίπτωση, το καινούργιο «δόγμα» είχε σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό της σπατάλης της εξαιρετικά δαπανηρής τότε βασιλικής αυλής, ενώ «χαλιναγώγησε» τις επεκτατικές διαθέσεις όλων εκείνων, οι οποίοι ήταν υπέρ της έκθεσης της χώρας τους σε πανάκριβες στρατιωτικές περιπέτειες.

Το κοινοβούλιο, απόλυτα ευθυγραμμισμένο με τις επιθυμίες των Πολιτών, λειτουργούσε συλλογικά και υπεύθυνα – έτσι ώστε αφενός μεν να μην επιβαρύνονται με μεγάλους φόρους οι Πολίτες, αφετέρου να μην υπερβαίνουν οι δημόσιες δαπάνες τα έσοδα. Όσον αφορά τους βουλευτές, είχαν ως κύριο στόχο του λειτουργήματος τους, τη σωστή εκπροσώπηση των εκλογέων τους – με ανιδιοτέλεια και χωρίς προσωπικές φιλοδοξίες.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ

Στη Γαλλία του 18ου αιώνα τα πράγματα λειτούργησαν εντελώς διαφορετικά – αφού οι επανειλημμένες χρεοκοπίες υποχρέωναν τους δανειστές της να διαγράφουν (κουρεύουν) τους τόκους, καθώς επίσης να περιμένουν πολύ περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των δανείων τους, από αυτόν που είχε συμφωνηθεί.

Τελικά, το 1770, το γαλλικό κράτος δεν ήταν πλέον σε θέση να εξυπηρετεί τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε στάση πληρωμών. Φυσικά, η ενέργεια του αυτή δεν σήμαινε ότι, οι δανειστές θα παραιτούνταν από τα δάνεια τους – όπως ίσως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς. Αντίθετα, αυξάνονταν συνεχώς οι πιέσεις εκ μέρους τους – με αποτέλεσμα να επικρατεί μία συλλογική αβεβαιότητα, να αδυνατίζει η κοινωνική συνοχή, καθώς επίσης να «φθείρονται» επικίνδυνα οι παραδοσιακές δομές της χώρας.

Το 1787 τώρα το κράτος αποφάσισε να αποζημιώσει τους δανειστές του – υποχρεώθηκε καλύτερα εκ των πραγμάτων, αφού δεν είχε καμία άλλη εναλλακτική δυνατότητα. Επειδή όμως το γαλλικό φορολογικό σύστημα δεν «παρήγαγε» αρκετούς φόρους, με τους οποίους θα μπορούσαν να εξοφληθούν οι υποχρεώσεις του δημοσίου, κατασχέθηκε η ιδιωτική περιουσία – δημεύθηκε δηλαδή με έναν τρόπο, ο οποίος ήταν αδιανόητος μέχρι τότε.

Συνεχίζοντας, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μετά από την κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας, κλιμακώθηκαν οι κοινωνικές αντιδράσεις – οι οποίες οδήγησαν στην αιματηρή γαλλική επανάσταση, στη μαζική σφαγή δικαίων και αδίκων, καθώς επίσης σε όλα όσα την ακολούθησαν.

Με λίγα λόγια λοιπόν, ο εκ των υστέρων σεβασμός του αξιώματος της υποχρεωτικής εξόφλησης των δημοσίων χρεών, είχε σαν αποτέλεσμα τη λήψη άδικων μέτρων – επομένως, τη μαζική εξέγερση του γαλλικού λαού εναντίον της ηγεσίας του, καθώς επίσης τη διενέργεια καταστροφικών πολέμων, για την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας. 

Ολοκληρώνοντας, στην περίπτωση της Γαλλίας το δημόσιο υπερχρεώθηκε – προσπαθώντας στη συνέχεια, με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, καθώς επίσης αναλαμβάνοντας τεράστιους κινδύνους, να ξεχρεωθεί. Ταυτόχρονα, το κράτος έχασε εντελώς την αξιοπιστία του – ενώ διακινδύνευσε την πλήρη απώλεια της εθνικής του κυριαρχίας.

Αντίθετα, η Βρετανία απέφυγε συνετά να θέσει σε αμφιβολία την αξιοπιστία της πληρώνοντας τα χρέη της, περιόρισε αμέσως μετά το δανεισμό της, ενδυνάμωσε το Κράτος Δικαίου και αξιοποίησε τα πλεονεκτήματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας – όπως επίσης αργότερα οι ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ

Αξιοποιώντας κανείς σωστά τα ιστορικά διδάγματα, οφείλει να επιλέξει τη σωστή μέθοδο αντιμετώπισης της κρίσης χρέους της πατρίδας μας – η οποία λόγω αδυναμίας, άρνησης εν μέρει της εξόφλησης των υποχρεώσεων της, έχει μεταβληθεί σε αποικία των δανειστών της. Της επιλογής προηγείται φυσικά η όσο το δυνατόν περισσότερο λεπτομερής καταγραφή των προβλημάτων, έτσι ώστε να βρεθούν οι σωστές λύσεις. 

Στα πλαίσια αυτά, διαπιστώνονται αρκετές ομοιότητες με τις συνθήκες εκείνες, οι οποίες προκάλεσαν τη γαλλική επανάσταση – ειδικά όσον αφορά τη διαγραφή (κούρεμα) του χρέους, την κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας (χαράτσια, υπερβολική φορολόγηση), τις πιέσεις των πιστωτών, την ενδεχόμενη παρακράτηση των τραπεζικών καταθέσεων, κατά το πρόσφατο προηγούμενο της Κύπρου κοκ.

Την ίδια στιγμή, η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει χάσει σχεδόν εντελώς τη νομιμοποίηση της – αφού τόσο τα περισσότερα κόμματα, όσο και η πλειοψηφία των πολιτικών, αδυνατούν να εκφράσουν ή/και να υπερασπίσουν τα συμφέροντα του συνόλου των Πολιτών. Οι κυβερνώντες, όπως επίσης οι περισσότεροι βουλευτές, εξυπηρετώντας αποκλειστικά και μόνο τα ιδιοτελή τους συμφέροντα, έτσι όπως οι ίδιοι τα αντιλαμβάνονται, έχουν χάσει την επαφή τους με τους Πολίτες, τους οποίους οφείλουν να εκπροσωπούν – ενώ αναλώνονται σε ψέματα, καθώς επίσης σε κενές υποσχέσεις ή δεσμεύσεις, τις οποίες αδυνατούν να εκπληρώσουν. 

Εντολοδόχοι πλέον μίας ανώνυμης εξουσίας, την οποία ούτε οι ίδιοι δεν γνωρίζουν, οδηγούν τους Πολίτες σε επικίνδυνα αδιέξοδα – υποχρεώνοντας τους να επιβαρύνονται με συνεχώς νέους φόρους, χωρίς κανένα αντίκρισμα και καμία μελλοντική προοπτική. Παράλληλα, ορισμένα διατεταγμένα ΜΜΕ, όπως επίσης άλλοι «Θεσμοί» (για παράδειγμα, η ιδιωτική Τράπεζα της Ελλάδας), προσπαθούν να χειραγωγήσουν το λαό – έτσι ώστε να αποδεχθεί ήρεμα τη λεηλασία του, χωρίς να αντιδράσει.

Αποφεύγοντας να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, οι οποίες θα τεκμηρίωναν ότι, η Ελλάδα ευρίσκεται προ των πυλών του χάους, θεωρούμε προτιμότερο να ασχοληθούμε με τις λύσεις, τις οποίες έχουμε (ακόμη) στη διάθεση μας – με κάποιες προτάσεις λοιπόν αντιμετώπισης ή, καλύτερα, αποφυγής της επερχόμενης, τρομακτικής καταιγίδας:

(α) Εμπνεόμενοι από την ιστορία, θεωρούμε ότι πρέπει άμεσα να βρεθεί ένα θεμέλιο, επάνω στο οποίο θα στηριχθεί η αναγέννηση της πατρίδας μας. Το θεμέλιο αυτό θα ήταν ίσως το όραμα να εξελιχθεί η Ελλάδα σε μία υπερήφανη, ελεύθερη χώρα, η οποία να διαδραματίζει ένα σημαντικό, ηγετικό ρόλο στην περιοχή της.

Η ιστορία της, ο πολιτισμός της, καθώς επίσης η γλώσσα της, η οποία δεν είναι άγνωστη σε όσους κατοικούν από τα Βαλκάνια μέχρι τα σύνορα της αυτοκρατορίας του Μ. Αλεξάνδρου, θα μπορούσαν να βοηθήσουν αρκετά στην ανάδειξη της – ενώ η συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ και στην ευρωπαϊκή ένωση, θα αποτελούσαν τότε ένα σημαντικό πλεονέκτημα, σε σχέση με τις άλλες χώρες της περιοχής.       

(β) Για να το πετύχει αυτό η Ελλάδα, θα πρέπει να μπορεί να ανταπεξέρχεται εμπρόθεσμα με τις υποχρεώσεις της – κάτι απόλυτα εφικτό για μία πλούσια, πολλαπλά προικισμένη χώρα όπως η πατρίδα μας. Η πλέον ρεαλιστική μέθοδος τώρα είναι αυτή, την οποία έχουμε περιγράψει σε προηγούμενη ανάλυση μας, με τον τίτλο: Ο μηδενισμός του χρέους.

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει όλα της τα χρέη, χωρίς καμία διαγραφή και μέχρι «τελευταίας δεκάρας» – εάν πραγματικά επιθυμεί όχι μόνο να επανακτήσει την πολυπόθητη ανεξαρτησία της, αλλά και να αναδειχθεί σε μία σημαντική δύναμη στην περιοχή της.    

Φυσικά, η μέθοδος αυτή θα κόστιζε αρκετά σε όλους εμάς τους Έλληνες. Εν τούτοις, χωρίς κόστος, δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία απολύτως ελπίδα απελευθέρωσης από τους εισβολείς – εκτός εάν συνεχίσουμε να πιστεύουμε στα παραμύθια, με τα οποία εξασφαλίζουν οι πολιτικοί μας τις «καρέκλες» τους, καθώς επίσης οι δανειστές την «απομύζηση» της χώρας μας: το στύψιμο της λεμονόκουπας, έως εκείνη τη στιγμή που δεν θα έχει πλέον χυμό, οπότε θα πεταχτεί στα σκουπίδια της ιστορίας.     

(γ) Παράλληλα, η πατρίδα μας πρέπει να επιλύσει τα τρέχοντα οικονομικά της προβλήματα – τα οποία έχουμε αναλύσει στο κείμενο μας «Λιτότητα, δραχμή ή αναδιάρθρωση». Με δεδομένο δε το ότι, αρκετά από τα τότε οικονομικά μεγέθη έχουν «διορθωθεί», αν και δυστυχώς εις βάρος κάποιων άλλων (ανεργία, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων κλπ.), λόγω των εγκληματικών μνημονίων, οι δυνατότητες μας δεν είναι υποθετικές.

(δ) Για να μπορέσουν να επιτευχθούν σωστά όλα τα παραπάνω, απαιτείται η ενθουσιώδης συνδρομή, καθώς επίσης η εκούσια συμφωνία όλων των Ελλήνων – ένα κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο όμως προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή τους τόσο στη διαχείριση, όσο και στον έλεγχο της χώρας τους. Κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό πλέον με το σημερινό, διαβρωμένο καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας – το οποίο αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή ή στην κάθαρση του.

Απαιτείται λοιπόν η συνταγματική κατοχύρωση της άμεσης δημοκρατίας, έτσι όπως λειτουργεί σήμερα στην Ελβετία, ενώ την έχουμε περιγράψει στο κείμενο μας «Πολίτευμα και δημόσιο χρέος». Μόνο με ένα τέτοιο πολίτευμα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί το τεράστιο δυναμικό της Ελλάδας, έτσι ώστε να εξελιχθεί στην ωραιότερη, στην πλουσιότερη, καθώς επίσης στην πλέον πολιτισμένη χώρα της ηπείρου μας.     

Η ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ

Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμη μία αναφορά στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους – σε μία «συζήτηση», η οποία διεξάγεται από αρκετό καιρό και που συνήθως καταλήγει στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι, το δημόσιο χρέος μας δεν είναι βιώσιμο. Κατά την άποψη μας βέβαια το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι οι οφειλές της, ιδίως μετά την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής τους, με σχετικά χαμηλά επιτόκια, αλλά το έλλειμμα του προϋπολογισμού – λόγω του οποίου συνεχίζεται η ανοδική πορεία του χρέους.

Απλούστερα το ότι το κράτος συνεχίζει να δαπανά περισσότερα, από όσα εισπράττει – ενώ αυξάνει συνεχώς τους φόρους όχι για να εξοφλήσει τις υφιστάμενες υποχρεώσεις του, το δημόσιο χρέος δηλαδή, αλλά για να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τις ανεξέλεγκτες δαπάνες των κομματικών και λοιπών μηχανισμών του (κάτι που δυστυχώς συμβαίνει σε όλη τη Δύση).    

Χωρίς να αναλύσουμε τώρα τα επί πλέον σημερινά αίτια του ελλείμματος (ανεργία, χρεοκοπίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μειωμένα έσοδα του δημοσίου, κυρίως λόγω της αύξησης των συντελεστών φορολόγησης κλπ.), έχουμε την άποψη ότι, εφόσον αντιμετωπιζόταν σωστά, το δημόσιο χρέος μας θα ήταν απολύτως βιώσιμο – φυσικά χωρίς καμία ανάγκη διαγραφής του.

Συνεχίζοντας, αυτό που σίγουρα έχει ενδιαφέρον είναι οι βαθύτερες αιτίες, με βάση τις οποίες καταλήγουν οι περισσότεροι στο συμπέρασμα περί μη βιωσιμότητας του χρέους.

Ειδικότερα, όπως φαίνεται, οι Έλληνες Πολίτες θεωρούν ότι, εάν ισχυρισθούν πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο και δεν το πληρώσουν, θα είναι οι «έξυπνοι» ή/και οι κερδισμένοι – χωρίς να κατανοούν δυστυχώς πως η συγκεκριμένη αντίληψη τους

(α) τους έχει κοστίσει ήδη πολύ περισσότερα – μείωση των μισθών και των εισοδημάτων τους, κατάρρευση της αξίας των περιουσιακών τους στοιχείων (ακινήτων, μετοχών, λοιπών αξιών), φτώχεια, εξευτελισμούς, αυτοκτονίες, απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας, εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, λεηλασία της ιδιωτικής κλπ., ενώ

(β) δεν πρόκειται τελικά να αποφύγουν την εξόφληση του, όσα χρόνια και αν περάσουν – ειδικά μετά την εγκληματική αποδοχή του αγγλικού δικαίου από τη Βουλή (όσον αφορά τα ομόλογα, καθώς επίσης τα υπόλοιπα, ενυπόθηκα ουσιαστικά, δάνεια που έχουν συναφθεί). Πόσο μάλλον όταν, μετά το PSI, το δημόσιο εξωτερικό χρέος δεν είναι πλέον μετατρέψιμο σε ένα εθνικό νόμισμα, το οποίο θα μπορούσε κάποια στιγμή να υιοθετηθεί.  

Από την άλλη πλευρά, οι εισβολείς προτιμούν την καθυστέρηση της πληρωμής του χρέους, αφού τα οφέλη τους είναι πολλαπλάσια (τόκοι των κεφαλαίων τους, κλοπή της περιουσίας των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένου του υπογείου πλούτου, μία σημαντική γεωπολιτική θέση κλπ.). – με τις Η.Π.Α. να έχουν μία επί πλέον ωφέλεια: την εμπλοκή τους στα θέματα της Ευρωζώνης, μέσω της ευρύτερης δραστηριοποίησης του ΔΝΤ. Απλούστερα, η δαμόκλειος σπάθη είναι για τους δανειστές μας προτιμότερη, από τον απαγχονισμό – αφού έτσι κερδίζουν πολύ περισσότερα, από αυτά που τους οφείλουμε.  

Συμπερασματικά λοιπόν, εμείς τουλάχιστον δεν απορούμε σε σχέση με το ότι, όλοι όσοι αναφέρονται συνειδητά στη μη βιωσιμότητα του χρέους εκπροσωπούν, άμεσα ή έμμεσα, τους διεθνείς τοκογλύφους – το ΔΝΤ, ορισμένα διατεταγμένα ΜΜΕ της χώρας μας, διάφορα διεθνή ΜΜΕ, αγγλοσάξονες οικονομολόγοι, αμερικανικές εταιρείες αξιολόγησης κοκ.

ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ

Περαιτέρω, είναι μάλλον ανόητο να θεωρεί κανείς ότι μία χώρα, με δημόσια περιουσία που ξεπερνάει τα 300 δις €, με ιδιωτική περιουσία που πλησιάζει τα 2 τρις € (με κριτήριο την ειδική εισφορά των ακινήτων), με έναν τεράστιο υπόγειο πλούτο, με δυνατότητες μεγάλης ανάπτυξης στον τουρισμό και στη γεωργία, με μία πανίσχυρη ναυτιλία, με απαιτήσεις απέναντι στη Γερμανία, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ τα 150 δις € κλπ., δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει ένα χρέος της τάξης των 310 δις € σήμερα.

Φυσικά, το γεγονός αυτό είναι απολύτως γνωστό στους ξένους εισβολείς – οι οποίοι θα συνεχίσουν να ισχυρίζονται ότι το δημόσιο χρέος μας δεν είναι βιώσιμο, καθώς επίσης πως απαιτείται μία νέα διαγραφή του (ένα επόμενο εγκληματικό PSI), έχοντας εντελώς διαφορετικές σκοπιμότητες (ανταλλάγματα), από αυτές που υποθέτουμε.

Δυστυχώς όμως, οι δυνατότητες της χώρας μας δεν είναι γνωστές σε πολλούς Έλληνες, οι οποίοι έχουν την εντύπωση ότι, μία «δουλοπρεπής, μίζερη στάση», προφανώς μη ελληνοπρεπής, η οποία θα τους εξασφαλίσει κάποια μείωση του χρέους τους, θα τους ωφελήσει – παρά το ότι είναι αδύνατον να μην γνωρίζουν πως τίποτα δεν προσφέρεται χωρίς αντάλλαγμα, ότι δεν προσφέρονται πουθενά δωρεάν γεύματα.

Την ίδια στιγμή βέβαια «μαίνονται» (στα λόγια) εναντίον των εισβολέων, ενώ διαμαρτύρονται (ξανά στα λόγια) για την κατάληψη της χώρας τους – αδιαφορώντας για το ότι οι πρόγονοι τους δεν έδωσαν απλά χρήματα ή περιουσιακά στοιχεία για την υπεράσπιση της ελευθερίας τους, αλλά την ίδια τους τη ζωή, καθώς επίσης τη ζωή των παιδιών τους.

Συνεχίζοντας, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, πολύ περισσότερο εάν θα κατάφερνε μία έντιμη πολιτική ηγεσία να εμπνεύσει, καθώς επίσης να κινητοποιήσει όλους τους  Έλληνες, λέγοντας τους μόνο την αλήθεια, ο προϋπολογισμός μας θα μπορούσε να διαμορφωθεί στα επόμενα έτη ως εξής:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Υποθετικά μεγέθη προϋπολογισμού 2013, 2014, 2015

Μεγέθη

2013

2014

2015

 

 

 

 

Έσοδα

54.514

55.604

57.828

% επί του ΑΕΠ

28,1%

28,1%

28,1%

 

 

 

 

Δαπάνες

62.652

62.652

62.652

% επί του ΑΕΠ

32,3%

31,7%

30,4%

 

 

 

 

Έλλειμμα προϋπολογισμού

-8.138

-7.048

-4.824

% επί του ΑΕΠ

-4,2%

-3,6%

-2,3%

 

 

 

 

ΑΕΠ

194.000

*197.880

**205.795

 

 

 

 

Δημόσιο χρέος

313.675

320.723

325.547

% επί του ΑΕΠ

161,69%

162,00%

158,00%

* 2% ανάπτυξη ** 4% ανάπτυξη

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Στον Πίνακα Ι έχουμε διατηρήσει σταθερό το ποσοστό των εσόδων ως προς το ΑΕΠ, σταθερές τις δαπάνες ως απόλυτο μέγεθος, καθώς επίσης μηδενική ανάπτυξη για το 2013 (και μηδενική ύφεση) – προϋποθέσεις που έχουμε τη δυνατότητα να επιτύχουμε, χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες (ειδικά εάν σκεφθούμε ότι το ΑΕΠ μας το 2011 ήταν 208,5 δις €, ενώ στοχεύουμε μόλις στα 194 δις €).

Εάν τώρα καταφέρουμε να αναπτυχθούμε με 2% το 2014 (ελάχιστο ποσοστό, μετά από πέντε συνεχή χρόνια ύφεσης, όπου η κατανάλωση διατηρήθηκε αρνητική, η ανεργία γιγαντώθηκε κοκ), καθώς επίσης με 4% το 2015, το δημόσιο χρέος μας θα άρχιζε να μειώνεται – οπότε θα ήταν εκ των πραγμάτων βιώσιμο. Ειδικά εάν οι τράπεζες μας καταφέρουν να ανακεφαλαιοποιηθούν χωρίς τη βοήθεια του δημοσίου, καθώς επίσης να μην αφελληνισθούν – αφού με ξένο τραπεζικό σύστημα, θα ήταν δύσκολο να διατηρήσουμε την πλήρη ανεξαρτησία της οικονομίας μας. 

Φυσικά το δημόσιο χρέος θα μπορούσε να μειωθεί πολύ περισσότερο, εάν ιδιωτικοποιούσαμε μέρος της δημόσιας περιουσίας, σε σωστές τιμές – σε καμία περίπτωση φυσικά τις κοινωφελείς, τις κερδοφόρες μονοπωλιακές, καθώς επίσης τις στρατηγικές μας επιχειρήσεις (θα ήταν σίγουρα έγκλημα αφού, μεταξύ άλλων, θα «έσβηνε» εντελώς τις όποιες μελλοντικές μας προοπτικές). 

Είναι προφανές δε ότι, εφόσον αντιστρεφόταν η αρνητική τάση στην οικονομία μας, θα σταματούσε σχεδόν αμέσως η καταστροφική «απομόχλευση» των πάντων (αξίες οικοπέδων, ακινήτων, χρηματιστήριο κλπ.) – οπότε θα επιταχυνόταν η ανάπτυξη, όσο ίσως δεν φανταζόμαστε.

Κλείνοντας, όλα παραπάνω στηρίζονται στο γεγονός ότι, η Ελλάδα είναι μία χώρα της Ευρωζώνης – η οποία έχει τη δυνατότητα να δανείζεται από τους εταίρους της, με βιώσιμα τοκοχρεολύσια, έτσι ώστε να ξεπεράσει ομαλά την κρίση ρευστότητας, χωρίς να αναγκασθεί να χρεοκοπήσει.

Βέβαια, όπως έχουμε τονίσει αρκετές φορές πριν από την εισβολή του ΔΝΤ, θα ήταν προτιμότερη η στάση πληρωμών, από την αποδοχή των δανείων, με τους όρους και με τους «μπράβους των τοκογλύφων», οι οποίοι δυστυχώς τα συνόδευαν – ενώ τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας εκείνη την εποχή ήταν εξαιρετικά μεγάλα (ανάλυση μας).  

Για μία χώρα όμως εκτός Ευρωζώνης, με δίδυμα ελλείμματα, αποβιομηχανοποιημένη, καθώς επίσης με αδυναμία εσωτερικού δανεισμού, ένα χρέος της τάξης του 60% του ΑΕΠ της θεωρείται ήδη μη βιώσιμο – πόσο μάλλον εάν είναι στο μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικό, σε συνάλλαγμα (η Αργεντινή χρεοκόπησε με δημόσιο χρέος περί το 60% του ΑΕΠ της). 

Η ΕΥΡΩΠΗ

Συνεχίζοντας, είμαστε απολύτως πεπεισμένοι πως η Γερμανία δεν πρόκειται να καταφέρει να ηγηθεί στην ήπειρο μας, ενώ θα συμβιβασθεί υποχρεωτικά με το γεγονός ότι, δεν είναι ούτε προς όφελος της, αλλά ούτε και εφικτή η δημιουργία του 4ου οικονομικού Ράιχ – το «όνειρο θερινής νυκτός» της πρωσικής κυβέρνησης της, η οποία δεν συνειδητοποιεί τις τεράστιες αδυναμίες της χώρας της. Επομένως, η Ε.Ε. δεν έχει χάσει ακόμη την ευκαιρία να ενωθεί πραγματικά, εξελισσόμενη σε μία Ευρώπη των Πολιτών της, στην οποία όλες οι χώρες θα συμμετέχουν ισότιμα.  

Την ίδια στιγμή, η ΕΚΤ έχει επιτέλους κατανοήσει πως πρέπει να αντιμετωπίσει ενεργητικά την τραπεζική βόμβα μεγατόνων, η οποία ευρίσκεται στα θεμέλια της Ευρωζώνης – λειτουργώντας σαν μία πραγματική κεντρική τράπεζα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ειδικότερα, στην πρόσφατη έκθεση της συμπεραίνει επίσημα ότι, πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η Ευρωζώνη ευρίσκεται λίγο πριν από ένα τραπεζικό κραχ – ενώ δεν απειλούνται μόνο οι τράπεζες της περιφέρειας, αλλά επίσης αυτές των χωρών του κέντρου, όπως της Γερμανίας και της Ολλανδίας. 

Πάντοτε σύμφωνα με την έκθεση, η υψηλή ανεργία, καθώς επίσης οι διαρκώς αυξανόμενες επισφάλειες στους ισολογισμούς των τραπεζών, μεγεθύνουν επικίνδυνα το ρίσκο μίας νέας κρίσης – σε μία εποχή κατά την οποία, οι τράπεζες είναι ακόμη βυθισμένες στα προβλήματα που τους προκάλεσε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική «κατάρρευση» του 2008.

Με τις συνολικές επισφάλειες να υπερβαίνουν τα 720 δις € σε ολόκληρη την Ευρώπη, χωρίς καν να υπολογίζονται τα απίστευτα υψηλά ποσά παραγώγων στον ισολογισμό της Deutsche Bank, η κατάσταση είναι κρίσιμη – με αποτέλεσμα να εξετάζεται εκ νέου οι αγορά «τοξικών αξιογράφων» από την ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις κεντρικές τράπεζες των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, έτσι ώστε να στηριχθούν οι εμπορικές τράπεζες και να μην χρεοκοπήσουν.

Όπως λέγεται τώρα χαρακτηριστικά, "εάν πέσει ένα κράτος, θα πέσει και μία τράπεζα – εάν πέσει δε μία τράπεζα, θα πέσουν όλες μαζί" – ειδικά όταν είναι σε όλους γνωστό ότι, οι τράπεζες χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό τη δημιουργική λογιστική, για να αποκρύψουν τα πραγματικά τους προβλήματα.    

Η ΕΚΤ έχει φυσικά πολλές δυνατότητες επιτυχημένης διαχείρισης της κρίσης – μερικές από τις οποίες έχουμε περιγράψει στην ανάλυση μας: ΕΚΤ, η λύση των λύσεων. Εν τούτοις, εάν η Ευρωζώνη δεν αποφασίσει οριστικά για το μέλλον της, εάν δηλαδή θα «ολοκληρωθεί» (τραπεζική, δημοσιονομική και πολιτική ένωση), ή εάν θα επιστρέψουν όλες μαζί οι χώρες-μέλη της στην αφετηρία (ανάλυση μας), με μία ελεγχόμενη, προσεκτική διαδικασία, η ΕΚΤ δεν είναι δυνατόν να ενεργοποιηθεί αποτελεσματικά.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως η Ελλάδα, έτσι και η Ευρωζώνη θα πρέπει να εξοφλήσει τα χρέη της προς τις αγορές, με κάθε κόστος – αφού η ίδια «συντέλεσε» τα μέγιστα στη δημιουργία τους, «επιτρέποντας» την εκμετάλλευση των ελλειμματικών χωρών από τις πλεονασματικές, τον αλόγιστο δανεισμό όλων με χαμηλά επιτόκια από τις αγορές, τον σκόπιμα ελλιπή έλεγχο των επί μέρους οικονομιών, την υπερβολική σπατάλη κοκ.

Άλλωστε, το ίδιο έκανε και η κεντρική κυβέρνηση των Η.Π.Α. την πρώτη φορά, στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν υπερχρεώθηκαν οι Πολιτείες της – επειδή είχε επιτρέψει να δημιουργηθεί η εντύπωση στις αγορές ότι, τα δάνεια προς τις Πολιτείες ήταν εγγυημένα από την ίδια (από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όπως έχει συμβεί και στην Ευρωζώνη).

Επομένως, ακολουθώντας το παράδειγμα των Η.Π.Α., δεν επιτρέπεται να αφήσει καμία χώρα, αλλά και καμία μεγάλη τράπεζα να χρεοκοπήσει αυτή τη φορά – κάτι που δεν είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει στο μέλλον, αφού έχουν ενημερωθεί πλέον οι αγορές τόσο μέσω της Ελλάδας (δημόσιο χρέος), όσο και με τη δολοφονία της Κύπρου (τραπεζικό χρέος).

Όσον αφορά τώρα την Ελλάδα είμαστε απολύτως πεπεισμένοι ότι, εάν δεν ακολουθήσει το παράδειγμα της Βρετανίας του 16ου αιώνα, θα υποχρεωθεί στις οδυνηρές εμπειρίες της Γαλλίας του 17ου αιώνα.  Ο «άρτος και τα θεάματα» δε, με τα οποία «ταΐζουν» οι πολιτικοί, με τη συνεργασία ορισμένων δημαγωγών, δημοσιογράφων ή στρατευμένων ΜΜΕ τους Πολίτες για να εκτονωθούν, ξεχνώντας την εξαθλίωση και την απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας, καθώς επίσης για να μην συνειδητοποιήσουν τη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας τους, δεν θα τους προστατεύσει στο τέλος ούτε από τη Βαστίλη, ούτε από την γκιλοτίνα. 

Σε κάθε περίπτωση, εάν δεν εξυπηρετούμε σωστά το χρέος, δεν πρόκειται να μας δανείσουν ποτέ οι αγορές – ενώ, για όσο χρονικό διάστημα δεν μας δανείζουν οι αγορές, είναι πολύ δύσκολο να ξεφορτωθούμε το ΔΝΤ, τους «τοκογλύφους» και την «πρωσική» Γερμανία. Εάν όμως δεν διώξουμε όλους αυτούς τους εισβολείς, δεν υπάρχει μέλλον για την πατρίδα μας – η οποία κινδυνεύει, χωρίς καμία αντικειμενική αιτία, να καταλήξει στα σκουπίδια της ιστορίας.

Υστερόγραφο: Όλοι όσοι επιλέγουν να διαβάσουν τόσο «μακροσκελείς» οικονομικές και πολιτικές αναλύσεις (η μακροοικονομία συνδέεται αναπόσπαστα με την πολιτική), όσο οι δικές μας, επιθυμούν προφανώς να ενημερωθούν αναλυτικά και τεκμηριωμένα – έτσι ώστε να εξασκούν συνειδητά τα πολιτικά τους δικαιώματα, αφού η Δημοκρατία είναι ένα δύσκολο, αρκετά απαιτητικό πολίτευμα, η σωστή λειτουργία του οποίου προϋποθέτει τη διαρκή ενημέρωση. Ελπίζουμε λοιπόν να ανταποκρινόμαστε στις απαιτήσεις τους, όσο πιο συχνά γίνεται – τονίζοντας ξανά ότι, δεν διεκδικούμε το αλάθητο.      

* Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 01. Ιουνίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2902.aspx

Όχι στον ψευτοδιεθνισμό (7)

Τι κάνουμε τώρα; (7) – Όχι στον ψευτοδιεθνισμό

 

Του Τάκη Φωτόπουλου*

 

Η «αριστερή» δικαιολογία που επικαλείται o ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, για να δικαιολογήσουν την απαράδεκτη στάση τους να επιμένουν στην παραμονή μας στην ΕΕ, παρά την οικονομική  καταστροφή των λαϊκών στρωμάτων, είναι ότι αυτή είναι μια γνήσια διεθνικιστική στάση. Και αυτό, σε αντίθεση με την «εθνικιστική» στάση, όπως πολλοί από αυτούς χαρακτηρίζουν τη θέση ότι μόνο η άμεση μονομερής και ταυτόχρονη έξοδος από την ΕΕ και την Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με σειρά άλλων ριζοσπαστικών μέτρων που ανέφερα στο προηγούμενο άρθρο, θα μπορούσε να σταματήσει την συντελούμενη καταστροφή.

Δεν θα σταθώ εδώ σε «επιχειρήματα» του τύπου ότι παρόμοια στάση είναι εθνικιστική διότι την υποστηρίζουν σήμερα και διογκούμενα «εθνικιστικά» λαϊκά ρεύματα σε ολόκληρη την Ευρώπη, διότι τότε θα έπρεπε να μην μετείχαμε ιστορικά σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, ούτε να στηρίζουμε σήμερα ανάλογους αγώνες στη Λιβύη ή τη Συρία γιατί τους στηρίζουν και εθνικιστές! Όμως, ο αγώνας κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης (όχι κατά του νεοφιλελευθερισμού, όπως παραπλανητικά υποστηρίζουν οι ίδιοι «αριστεροί») σήμερα είναι εθνικοαπελευθερωτικός.

Θα σταθώ, αντίθετα, στα δήθεν «αριστερά» θεωρητικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να στηρίξουν την στάση αυτή  η οποία, κατά τη γνώμη μου, όχι μόνο έχει οδηγήσει στην ουσιαστική εξαφάνιση της Αριστεράς στην Ευρώπη, αλλά και στην μαζική άνοδο εθνικιστικών κομμάτων, τα οποία σήμερα παίζουν τον ρόλο που θα έπρεπε να παίζει η αριστερά. Όμως, η στάση αυτή όχι μόνο δεν είναι αριστερή, εφόσον δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό για να ανατρέψει την οικονομική καταστροφή των λαϊκών στρωμάτων που επιβάλλουν οι ξένες και ντόπιες ελίτ, αλλά και δεν έχει σχέση με έναν πραγματικό διεθνισμό σήμερα.  Και αυτό, διότι το πρόβλημα δεν είναι πώς θα ξεπεράσουμε κάποιον ανύπαρκτο εθνικιστικό, ή ακόμη χειρότερα, φασιστικό κίνδυνο σήμερα, όπως διαδίδει αποπροσανατολιστικά η προπαγάνδα της υπερεθνικής και της Σιωνιστικής ελίτ, μέσω των διεθνών ΜΜΕ που ελέγχει. Αποπροσανατολιστικά, γιατί θέλει να στρέψει την λαϊκή οργή  από τον πραγματικό κίνδυνο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που οδηγεί στην παγκόσμια «κινεζοποίηση» της εργασίας και την καταστροφή κάθε κοινωνικής κατάκτησης των τελευταίων 100 χρόνων, σε φανταστικούς κινδύνους από καρικατούρες «νεοναζιστικών» κομμάτων στην Ευρώπη (σε αντίθεση με γνήσια εθνικιστικά κινήματα όπως το Κόμμα της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία που σήμερα βρίσκεται στη τρίτη εκλογική θέση) ή «φασιστικών» όπως η Χρυσή Αυγή στα παρ' ημίν.

Και είναι φανταστικοί οι κίνδυνοι αυτοί γιατί ο πραγματικός εθνικοσοσιαλισμός και ο φασισμός αναπτύχθηκαν σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες προπολεμικά, που ευνοούσαν την ανάδυσή τους. Οι συνθήκες όμως αυτές, και κυρίως η ύπαρξη ισχυρών κρατών-εθνών στη Γερμανία και την Ιταλία αντίστοιχα -που σήμαινε κατ' αρχήν οικονομική, και κατ' επέκταση εθνική, κυριαρχία- είναι ανύπαρκτες σήμερα. Η οικονομική κυριαρχία υπονομεύεται σήμερα αποφασιστικά σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω των διεθνών θεσμών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου κ.λπ.) που υποχρεώνουν τα κράτη στο άνοιγμα και στην απελευθέρωση των αγορών τους, δηλαδή, στην ουσιαστική κατάργηση κοινωνικών ελέγχων πάνω στην κίνηση κεφαλαίου και εμπορευμάτων -πράγμα αδιανόητο τη δεκαετία του 1930. Αλλά, ακόμη και η ίδια η εθνική κυριαρχία υπονομεύεται αποφασιστικά στο πλαίσιο οικονομικών ενώσεων όπως η ΕΕ, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα που όχι μόνο δεν έχει τον παραμικρό έλεγχο επάνω στην οικονομία της, αλλά, άμεσα ή έμμεσα, και στην εξωτερική και εσωτερική πολιτική της. Όμως, οι Κεϋνσιανές πολιτικές που πρώτοι εφάρμοσαν προπολεμικά οι εθνικοσοσιαλιστές, και μεταπολεμικά οι σοσιαλδημοκράτες, ήταν εφικτές, ακριβώς λόγω της ύπαρξης εθνών-κρατών και εθνικής και οικονομικής κυριαρχίας, ενώ για τον αντίθετο λόγο είναι αδύνατες σήμερα. Ο σημερινός, επομένως, πραγματικός «εθνικισμός» στην Ευρώπη δεν είναι επιθετικός, όπως στον μεσοπόλεμο, αλλά αμυντικός απέναντι στην ισοπέδωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που δεν είναι μόνο οικονομική και πολιτική, αλλά επίσης πολιτιστική.

Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο αγώνας κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης παίρνει σήμερα εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα. Οι λαοί που αντιστέκονται στην παγκοσμιοποιητική διαδικασία σήμερα, ουσιαστικά, αμύνονται ενάντια στον πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι ελίτ, για να προστατεύσουν το δικαίωμά τους για αυτοδιάθεση, αλλά και την ίδια την κουλτούρα τους που ισοπεδώνεται στην διαδικασία αυτή. Ο πόλεμος αυτός στις περιφερειακές χώρες της ΕΕ είναι οικονομικός, διότι με οικονομικά μέσα καταλύεται η οικονομική και εθνική κυριαρχία τους, που προφανώς οι προαναφερθέντες «αριστεροί», (συμπεριλαμβανομένων  και «αντιεξουσιαστών» της συμφοράς που μιλούν για άμεση δημοκρατία και «αυτοδιαχείριση» σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης!) θεωρούν περιττή. Στην γειτονιά μας, ο πόλεμος αυτός σημαίνει, επίσης, κτηνώδεις σφαγές λαών που διεκδικούν το δικαίωμά τους για αυτοδιάθεση από την υπερεθνική και τη Σιωνιστική ελίτ, χθες στη Λιβύη, και σήμερα στη Συρία. Όμως, ο πραγματικός διεθνισμός μπορεί να ξεκινήσει μόνο «από κάτω», από λαούς που έχουν επιτύχει την αυτοδιεύθυνσή τους, ενώ ο «διεθνισμός» που επιβάλλεται σήμερα από τις ελίτ, με σφαγές και οικονομικούς πολέμους, δεν είναι παρά ψευτοδιεθνισμός. Αλλά θα επανέλθω.

* http://inclusivedemocracy.org/fotopoulos/

ΠΗΓΗ: Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (19 Μαΐου 2013). Το είδα: 19-5-2013, http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/gre2013/2013_05_19.html

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΩΝ

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΩΝ:

Οι κενές υποσχέσεις διευκολύνουν δυστυχώς τους Έλληνες να συνεχίσουν να πιστεύουν στον «από μηχανής Θεό», ο οποίος θα λύσει ως δια μαγείας όλα τους τα προβλήματα – επίσης, στο «χαρισματικό» ηγέτη, ο οποίος θα τους οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, η αντιξοότητα είναι ο καλύτερος δάσκαλος – αλλά τα μαθήματα της τα πληρώνει κανείς πολύ ακριβά, ενώ συχνά το όφελος που αποκτάει από αυτά δεν αξίζει την τιμή που του κόστισαν. Πολύ περισσότερο, αυτά τα μαθήματα έρχονται πολύ αργά, με αποτέλεσμα την εποχή που τα μαθαίνουμε καλά να μας είναι πια εντελώς άχρηστα. Όταν ο θάνατος ευρίσκεται ήδη στην πόρτα μας, αξίζει αλήθεια να μαθαίνουμε πως να ζούμε;" (J. J. Rousseau).  

Άρθρο

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων εξακολουθεί να φαντασιώνεται μία εκ του ασφαλούς έξοδο από την κρίση, η οποία θα της επιτρέψει να διατηρήσει τα κεκτημένα της. Η κυβέρνηση υπόσχεται άλλωστε ότι, βιώνουμε το τελευταίο έτος της ύφεσης, ενώ θα προκύψει εντός του 2013 πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2% του ΑΕΠ – γεγονός που επιβεβαιώνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προβλέποντας ανάπτυξη 0,6% το 2014.

Κανένας δεν αναφέρει βέβαια τι θα ακολουθήσει μετά, εάν υποθέσουμε ότι θα επαληθευθούν οι προβλέψεις – πόσο μάλλον όταν η κρίση χρέους αγγίζει πλέον τον πυρήνα της Ευρωζώνης (Ολλανδία, Βέλγιο, Φιλανδία, Αυστρία), απειλώντας να βυθίσει στην ύφεση και τη Γερμανία.

Την ίδια στιγμή, οι Η.Π.Α. δεν φαίνεται να αποκαθιστούν τις κατεστραμμένες δομές της οικονομίας τους και η Ιαπωνία «κλυδωνίζεται» επικίνδυνα – ενώ η Σιγκαπούρη, η Ταιβάν και η Ν. Κορέα εμφανίζουν όλο και ασθενέστερους ρυθμούς ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, η Αυστραλία αντιμετωπίζει μία τόσο μεγάλη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής της, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ακόμη και ως κατάρρευση.

Ειδικότερα, με τον μεγάλο κύκλο των τιμών των εμπορευμάτων να ολοκληρώνεται εντός της επομένης χρονικής περιόδου, η Αυστραλία απειλείται αφενός μεν από μία ραγδαία πτώση του ρυθμού ανάπτυξης της, αφετέρου με μαζικές απολύσεις εργαζομένων – όπως επίσης όλες οι άλλες χώρες εξαγωγής ενέργειας και πρώτων υλών (Ρωσία, Βραζιλία, Καναδάς, Ν. Αφρική κλπ.).

Περαιτέρω, η πολιτική λιτότητας στην Ευρωζώνη φαίνεται να καταστρέφει την εμπιστοσύνη των Πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα να ενισχύονται οι αντιευρωπαϊκές τάσεις εντός της – όπως τεκμηριώνεται από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ποσοστό πληθυσμού που δεν εμπιστεύεται τους Θεσμούς της Ευρωζώνης

Χώρα

Μάιος 2007

Νοέμβριος 2012

 

 

 

Πολωνία

18%

42%

Ιταλία

28%

53%

Γαλλία

41%

56%

Γερμανία

36%

59%

Μ. Βρετανία

49%

69%

Ισπανία

23%

72%

Πηγή: Ευρωβαρόμετρο. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος          

Σύμφωνα τώρα με μία άλλη μελέτη („Economic Crisis, Quality of Work and Social Integration" [PDF – 1.7 MB]), η συγκεκριμένη πολιτική, η οποία προκαλεί μεγάλη αύξηση της ανεργίας και μαζικές χρεοκοπίες, υποσκάπτει παράλληλα την εμπιστοσύνη των Πολιτών απέναντι στη πολιτική – το χειρότερο όλων, αυξάνει σημαντικά τον αριθμό εκείνων των ανθρώπων, οι οποίοι δεν εμπιστεύονται πλέον τη Δημοκρατία (Σχήμα Ι).

 

 

Στο Σχήμα Ι απεικονίζεται η σχέση της μείωσης του ΑΕΠ με την εμπιστοσύνη απέναντι στο δημοκρατικό πολίτευμα – όπου η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ισπανία και η Σλοβενία εμφανίζουν τη μεγαλύτερη πτώση, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.

Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μία ζοφερή εικόνα του μέλλοντος, η οποία δεν συμφωνεί καθόλου με τις προβλέψεις, σχετικά με το ότι πλησιάζει το τέλος της κρίσης. Εάν δεν συνυπολογίσουμε τις τεράστιες, θανατηφόρες ίσως ζημίες που προκαλούν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα οι καταστροφικοί χειρισμοί των κεντρικών τραπεζών των Η.Π.Α., της Ευρωζώνης και της Ιαπωνίας συντελώντας, μεταξύ άλλων, στην «αποκόλληση» της πραγματικής οικονομίας από τη χρηματιστηριακή, η παγκόσμια εικόνα γίνεται πολύ πιο καταθλιπτική.

Βέβαια, ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, μετά την τεράστια πτώση του ΑΕΠ της κατά 25% (από τα 240 δις € στα 180 δις €), η οποία κοστίζει τη μείωση των δημοσίων εσόδων της κατά περίπου 21 δις € ετήσια, καθώς επίσης μία μεγάλη αύξηση των κρατικών δαπανών λόγω της ανεργίας (ποσά που έχουν κληθεί να αναπληρώσουν οι Έλληνες με τις μειώσεις των μισθών, με τη δυσανάλογη αύξηση της φορολογίας κλπ.), η ύφεση έχει πιθανότατα ολοκληρωθεί.

Εν τούτοις, το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη και όχι η φυσιολογική σταθεροποίηση στα κατώτατα επίπεδα – η οποία δεν πρόκειται να επιλύσει κανένα απολύτως πρόβλημα, βυθίζοντας στην απόγνωση όλο και περισσότερους Έλληνες.

Απλούστερα, η σταθεροποίηση δεν πρόκειται να αυξήσει τα δημόσια έσοδα, «καταργώντας» τους υπερβολικούς φόρους – ενώ η επιστροφή της ανεργίας στα προ της κρίσης επίπεδα, προϋποθέτει να ξεπεράσει το ΑΕΠ μας τα 240 δις € και όχι να παραμείνει απλά στο ίδιο ύψος. Το ίδιο ακριβώς απαιτεί και η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους μας – η οποία είναι εντελώς αδύνατη, εάν δεν «απογειωθεί» το ακαθάριστο εθνικό προϊόν μας. 

Πως όμως θα αυξηθεί το ΑΕΠ μας, το οποίο προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την επανίδρυση των εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες οδηγήθηκαν μέσα από μία εντελώς ανεύθυνη πολιτική στον Καιάδα;

Επομένως, είμαστε ξανά αντιμέτωποι με μία σκόπιμη διασπορά ψευδών ελπίδων, καθώς επίσης με μία μεθοδική καλλιέργεια ψευδαισθήσεων – οι οποίες όμως δημιουργούν ρωγμές στη Δημοκρατία, με επακόλουθα που δεν είναι δύσκολο να προβλεφθούν.

Παράλληλα, οι κενές υποσχέσεις διευκολύνουν δυστυχώς τους Έλληνες να συνεχίσουν να πιστεύουν στον «από μηχανής Θεό» – ο οποίος θα λύσει ως δια μαγείας όλα τους τα προβλήματα. Επίσης, στο «χαρισματικό» ηγέτη, ο οποίος θα τους οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση.                  

Όπως έχουμε γράψει όμως στο παρελθόν και συνεχίζει να ισχύει, ενώ θα υπενθυμίσουμε ξανά παρακάτω, δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο ότι, η εποχή των Θεών, όπως και των χαρισματικών ηγετών, έχει προ πολλού παρέλθει;

Δεν γνωρίζουμε ότι έχουν θυσιαστεί ήδη στο βωμό της αποφυγής της χρεοκοπίας πάνω από 40 δις € ιδιωτική περιουσία (συνολικοί νέοι φόροι και μειώσεις μισθών στα νοικοκυριά), 300 δις € χρηματιστηριακή αξία, 450 δις € από την πτώση των τιμών των ακινήτων κοκ., χωρίς να μειώνεται το δημόσιο χρέος αλλά, αντίθετα, να αυξάνεται ως ποσοστό επί ενός ΑΕΠ, το οποίο συνεχώς συρρικνώνεται;

Δεν απειλείται να λεηλατηθεί η περιουσία του κράτους από τους διάφορους ξένους εισβολείς, οι οποίοι θα ζητήσουν εγγυήσεις κατά πολύ μεγαλύτερες, από το επόμενο μέρος του χρέους που θα διαγράψουν – μειώνοντας δραστικά την αξία της δημόσιας περιουσίας (εθνικής κυριαρχίας) που θα τους παραχωρηθεί; Δεν βλέπουμε ότι η Ελλάδα οδηγείται στο δρόμο της υποδούλωσης σε νέους αποικιοκράτες;

Δεν κατανοούμε ότι τα ασφαλιστικά ταμεία θα καταρρεύσουν, οι τράπεζες επίσης, οι συντάξεις θα εξαϋλωθούν, η δημόσια υγεία θα καταργηθεί, η παιδεία θα ιδιωτικοποιηθεί, το νερό, το ρεύμα και τα καύσιμα θα γίνουν είδη πολυτελείας, πολλά τρόφιμα θα «φυλακιστούν» σε θωρακισμένα σουπερμάρκετ, ενώ η ανεργία θα καταστρέψει ότι τελικά απομείνει;  

Για ποιο λόγο, παρά την ανελέητη, ολομέτωπη και κλιμακούμενη επίθεση του νεοφιλελεύθερου «καθεστώτος», η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών εξακολουθεί να μην αντιδράει δυναμικά και συνεχίζει να σκύβει με δουλοπρέπεια το κεφάλι;  Με ποιους τρόπους θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αλήθεια η επίθεση αυτή αποτελεσματικά, ενδεχομένως με την προοπτική της εκδίωξης της Τρόικας-υπηρέτη των τοκογλύφων;

Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι, δε διαθέτουμε εξειδικευμένες γνώσεις ψυχολογίας, έτσι ώστε να επεκταθούμε σε εκτενείς ανθρωπολογικές αναλύσεις. Διάφοροι ειδικοί άλλωστε έχουν επανειλημμένα επιβεβαιώσει ότι, η οικονομική εξαθλίωση, η ανεργία, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα για το μέλλον και η κατάρρευση της εικόνας του εαυτού (ποιος είμαι; τι κάνω; πού βρίσκομαι σε σχέση με τους άλλους;), οδηγούν αναπόφευκτα σε κατάθλιψη, σε νευρώσεις, σε παθητικότητα και σε αδυναμία αντίδρασης. 

Στην συγκεκριμένη περίπτωση βέβαια, δεν διαπιστώνουμε μόνο κατάθλιψη και ηττοπάθεια – αλλά, επίσης, ένα πρωτοφανές φαινόμενο μαζικής «αποχαύνωσης», άρνησης της πραγματικότητας, δημιουργίας ψευδαισθήσεων και, πιθανότατα, «άκρατου μαζοχισμού».

Είναι απορίας άξιο το πώς εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να ανέχονται υπομονετικά ένα καθεστώς «ακραιφνώς απολυταρχικό» – το οποίο τους οδηγεί με μαθηματική σιγουριά στην απόλυτη εξαθλίωση. Οι άνθρωποι αυτοί συνεχίζουν να πιστεύουν ότι, «κάτι» θα αλλάξει – με τρόπο μαγικό και χωρίς εκείνοι να πάρουν κανένα ρίσκο. Θεωρούν με αφέλεια πως, εάν η σημερινή κυβέρνηση καταρρεύσει (ως διά μαγείας), τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο!

Επιπλέον, αρκετοί έως πολλοί τρέφουν ακόμα την αυταπάτη ότι, η ψήφος τους αποτελεί από μόνη της ένα ισχυρό μέσο πίεσης – ότι μέσω αυτής οι όποιοι κυβερνώντες, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, θα τρομοκρατηθούν και θα αλλάξουν, επειδή θα ντραπούν για όλα όσα έχουν κάνει.

Με απλά λόγια, πιστεύουν ότι θα ντραπούν αυτοί που παρέδωσαν την Ελλάδα στο ΔΝΤ και στους Γερμανούς, αυτοί που ψήφισαν τα εγκληματικά μνημόνια και τα PSI – ενώ το κέντρο της Αθήνας κατακλυζόταν από χιλιάδες διαδηλωτές, νέους, ηλικιωμένους και παιδιά, τους οποίους το «σύστημα» χτυπούσε αδιακρίτως, με δολοφονικές προθέσεις.

Θα αλλάξουν τακτική αλήθεια ως δια μαγείας και θα ντραπούν αυτοί που απολύουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους καθημερινά, αυτοί που συνεχίζουν να επιβάλλουν ολοένα και σκληρότερα φοροεισπρακτικά μέτρα, αυτοί που διαλύουν την Παιδεία και την Υγεία, αυτοί που ξεπουλούν τη δημόσια περιουσία, αυτοί που υπερασπίζονται τα συμφέροντα του διεθνούς κερδοσκοπικού κεφαλαίου, χασκογελώντας καθημερινά στα τηλεοπτικά παράθυρα, αντί να κάνουν τη δουλειά τους; Θα αλλάξουν τακτική αυτοί που υπεξαίρεσαν την ψήφο των συμπατριωτών τους, εκτελώντας εντολές;

Συνεχίζοντας το περίεργο είναι ότι, μέχρι πρόσφατα (ειδικά μέχρι τον Δεκέμβρη του 2008) οι συζητήσεις και οι θέσεις σχετικά με το κράτος καταστολής, με την παθογένεια του κερδοσκοπικού κεφαλαίου καθώς επίσης με τις αδηφάγες βλέψεις του καπιταλισμού, αποτελούσαν, σε μεγάλο βαθμό, σχεδόν «αποκλειστικότητα» του «εναλλακτικού» πολιτικού χώρου.

Δηλαδή, η πλειοψηφία των σημερινών πολιτών αντιμετώπιζε όλα τα παραπάνω ως «γραφικά» και υπερβολικά, ως εμμονές ενός συγκεκριμένου πολιτικού χώρου – ο οποίος, κατά τους ίδιους, ζούσε μάλλον εκτός πραγματικότητας. Έννοιες όπως η άμεση δημοκρατία, η αυτοοργάνωση, η αυτοδιάθεση, η αλληλεγγύη και πολλές άλλες, ακούγονταν μάλλον εξωτικές και ουτοπικές – στα πλαίσια μιας κοινωνίας «ατομιστών», η οποία ονειρευόταν την καταξίωση και την καριέρα, ενώ «φαντασιωνόταν» παράλληλα ένα λαμπρό μέλλον (American dream), στολισμένο με «χλιδάτα» σπίτια, αυτοκίνητα και ακριβά ρούχα.

Όμως παρά το γεγονός ότι, έννοιες όπως οι παραπάνω δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως τόσο «εξωτικές», φαίνεται ότι οι φαντασιώσεις περί λαμπρού μέλλοντος είναι αρκετά ισχυρές, αφού αντιστέκονται στην ίδια την πραγματικότητα. Σε αυτά τα επώδυνα χρόνια που μεσολάβησαν (από τον Δεκέμβρη του 2008 μέχρι σήμερα), η αδιαμφισβήτητη και προκλητική σαθρότητα του συστήματος, σε όλες της τις εκφάνσεις, δεν ήταν αρκετή για να ξυπνήσει μια και καλή τους «ωραίους κοιμωμένους» του καπιταλισμού.

Σε αυτά τα χρόνια «δολοφονούμαστε» καθημερινά και οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στην απόλυτη εξαθλίωση – ενώ οι δολοφόνοι μας κυκλοφορούν ελεύθεροι ή «αποφυλακίζονται», με «αποθρασυσμένες» και γελοίες αιτιάσεις. Σε αυτά τα χρόνια, χιλιάδες δηλώσεις και υποσχέσεις των κυβερνώντων έχουν διαψευστεί, δεκάδες σκάνδαλα έχουν συγκαλυφτεί, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι φυτοζωούν, αφού δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.

Εκτός αυτού, δεκάδες χιλιάδες στοιχεία (έγγραφα, φωτογραφίες και βίντεο), τα οποία αποδεικνύουν τη σαθρότητα του συστήματος, έχουν δει το φως της δημοσιότητας ή/και τις εξεταστικές της «Βουλής των Ελλήνων»! Όμως, ακόμα και μετά από τόσα πολλά χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων το σύστημα δείχνει όλο και πιο καθαρά τις προθέσεις του, ο «λαός» αδυνατεί ή δε θέλει να πιστέψει την αλήθεια.

Δηλαδή, πόσα τερατώδη νομοσχέδια, ρυθμίσεις και μέτρα πρέπει ακόμη να υπερψηφιστούν, χωρίς καμία αντίδραση; Πόσους νόμους πρέπει να καταπατήσουν οι κυβερνώντες, χωρίς καμία τιμωρία; Πόσο περισσότερο πρέπει να εξαθλιωθούμε, για να καταλάβουμε ότι πλέον οι συγκεντρώσεις, οι διαμαρτυρίες, οι «ακτιβισμοί» και οι συγκρούσεις στο δρόμο, δεν αρκούν για να αλλάξει κάτι;

Περαιτέρω, δεν θα έπρεπε πια να είναι γνωστή η μέθοδος του διασυρμού της μίας κοινωνικής ομάδας στα μάτια της άλλης, με τη βοήθεια των δικαστών-ρεπόρτερ, οι οποίοι καταδικάζουν όλους όσους τολμούν να έχουν διαφορετική άποψη; Είναι τόσο δύσκολο να καταλάβουμε ότι, οι πρωταθλητές της φοροδιαφυγής, τους οποίους ξαφνικά μας ανακοινώνουν, εξυπηρετούν μόνο και μόνο την επιβολή νέων φόρων, καθώς επίσης τον εγκληματικό διασυρμό της Ελλάδας στα διεθνή ΜΜΕ και την υποταγή της στην Τρόικα;     

Συνεχίζοντας, πέραν από την προαναφερθείσα άρνηση της πραγματικότητας, εξίσου ενδιαφέρον είναι άλλο ένα φαινόμενο: αυτό του «επαναστάτη» των κοινωνικών δικτύων. Αυτή την στιγμή υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι οι οποίοι, μέσω του Facebook, του Twitter ή των άλλων τεχνολογικών δικτύων, βρίζουν αδιαλείπτως την κυβέρνηση – ενώ αναφέρονται σε μία επανάσταση, η οποία θα έρθει από μόνη της.

Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους ξυπνούν κάθε πρωί, πηγαίνουν στη δουλίτσα τους κανονικά, βρίζουν τους πάντες από τον υπολογιστή του γραφείου τους, ενώ το απόγευμα μπορεί να κάνουν τη βόλτα τους σε μία εκδήλωση, για να «αντισταθούν» και να «διαμαρτυρηθούν».

Μαζί με όλα τα παραπάνω, οι περισσότεροι εξακολουθούν να αναμασούν «το θρίλερ του χρέους», καθώς επίσης τον μάλλον ακατάσχετο βερμπαλισμό των «αντιμνημονιακών κομμάτων»: Θα διαγραφεί το χρέος; Θα αναδιαρθρωθεί το χρέος; Θα χρεοκοπήσουμε επιλεκτικά, ανεξέλεγκτα ή μήπως ελεγχόμενα; Θα ξαναγυρίσουμε στη δραχμή; Ευρωομόλογα, CDS, spreads…..παρά το ότι μόνο το 1% του πληθυσμού καταλαβαίνει τι σημαίνουν όλοι αυτοί οι όροι.

Δεν πειράζει όμως αν δεν καταλαβαίνουμε όλοι. Ευτυχώς για εμάς, έχει «αναδυθεί» από το πουθενά το star system των «οικονομολογούντων» στα τηλεοπτικά παράθυρα, οι οποίοι τα καταλαβαίνουν όλα και γνωρίζουν ακριβώς τις λύσεις – το σωστό! Όλοι περιμένουν το «φωτεινό παντογνώστη» (κατά προτίμηση οικονομολόγο), ο οποίος θα τους πει την αλήθεια και θα προτείνει τη σωστή λύση – άσχετα αν καταλαβαίνουν ελάχιστα από αυτά που τους λέει.

Κατά την άποψη μας λοιπόν, η σιωπή των «αμνών», πριν από τη σφαγή τους, δεν έχει να κάνει απλά με την κατάθλιψη και τις συνέπειές της. Πρωτίστως οφείλεται σε έναν βαθιά ριζωμένο ατομικισμό, τον οποίο το σύστημα καλλιέργησε (με επιτυχία προφανώς), επί σειρά δεκαετιών.

Ακόμα και στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, ο «νομοταγής Έλληνας πολίτης» δεν αντιλαμβάνεται ότι, κανείς δεν μπορεί να μας νικήσει όταν είμαστε ενωμένοι, για έναν κοινό και ξεκάθαρο σκοπό. Όμως, η ένωση και η συλλογικότητα προϋποθέτουν, έστω σε ένα βαθμό, το συμβιβασμό και την αναγνώριση του άλλου, ως άξιου σεβασμού – δεδομένο που προσκρούει δυστυχώς στην κλασική ελληνική έκφραση «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε;»

Ο ατομικισμός είναι επίσης αλληλένδετος με μία πρωτοφανή έλλειψη παιδείας, καθώς επίσης με μία συλλογική αυταπάτη/ουτοπία. Και σε αυτό το κομμάτι έκανε πολύ καλή δουλειά το σύστημα, μέσω του ατελέστατου εκπαιδευτικού συστήματος – όπως επίσης μέσω των «συστημικών» ΜΜΕ, τα οποία επί δεκαετίες έτρεφαν τους θεατές, τους ακροατές και τους αναγνώστες με σκουπίδια (τώρα τελευταία και με τούρκικες σαπουνόπερες από κάποια κανάλια, τα οποία φαίνεται πως θαυμάζουν τον αθάνατο οθωμανικό πολιτισμό). Κατ' αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν στρατιές «λοβοτομημένων» οι οποίοι, μετά από μία τελική πλύση εγκεφάλου, απλά αναπαράγουν άθλια στερεότυπα και σαθρά πρότυπα – ενώ είναι ανίκανοι για συνδυαστική σκέψη και για απλή λογική.

Τέλος, άλλος ένας ανασχετικός παράγοντας στην ελεύθερη σκέψη και στην όποια ανατρεπτική δράση, είναι η θυματοποίηση και η προσωπολατρία – πιθανότατα σαν αποτέλεσμα της 400ετούς υποδούλωσης μας από τους Τούρκους. Η συντριπτική πλειοψηφία των «πολιτών» αναμένουν και λατρεύουν όποιον «ηγέτη» θα τους υποδείξει το σωστό – όντας ανίκανοι ή αρκετά βολεμένοι για να σκεφτούν από μόνοι τους.

Την ίδια στιγμή που οι «χαρισματικοί ηγέτες» απομυθοποιούνται, εξευτελίζονται και «αποκαλύπτονται» καθημερινά, το «ηρωικό Ελληνικό έθνος» προτιμά έναν «αρχηγό», ο οποίος τον εξαθλιώνει συστηματικά και ανερυθρίαστα – αντί να είναι αυτόνομο και να δρα συλλογικά (επειδή έχει πεισθεί ότι, χωρίς ηγέτες θα έλθει το χάος, ενώ ο πολίτης είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για το κατάντημα της χώρας του).

Δυστυχώς, εάν η κατάσταση αυτή συνεχίσει, η επανάσταση (για την οποία μιλάμε πολύ και κάνουμε ελάχιστα) θα παραμείνει «όνειρο θερινής νυκτός». Ακόμα χειρότερα, εάν όντως συμβεί, αυτό θα γίνει μόνο όταν θα είμαστε τόσο εξαθλιωμένοι, ώστε να αποτελέσουμε «έρμαιο» της όποιας ηγετικής ομάδας εκμεταλλευτεί τη συγκυρία. Κατά την άποψη μας, με πιθανότητες 99%, αυτή η ομάδα των πεφωτισμένων θα αποτελείται από τους χειρότερους δικτάτορες-καπιταλιστές στην ανθρώπινη Ιστορία.

Ολοκληρώνοντας, μόνο εάν παραλύσει ο μηχανισμός που συντηρεί αυτό το σύστημα, το σύστημα θα καταρρεύσει. Ο μηχανισμός όμως αυτός δεν παραλύει μόνο με συγκεντρώσεις και με πορείες. Εμείς οι ίδιοι τον συντηρούμε: με το να πληρώνουμε αυτά που μας επιβάλλει, με το να πηγαίνουμε υπάκουα στη δουλειά μας, με το να μη φέρνουμε αντιρρήσεις, με το να φοβόμαστε τον ίσκιο μας και με το να μην βλέπουμε τίποτα άλλο, πέρα απ' την μίζερη ζωούλα μας και τον μικρόκοσμό μας.

Για να το πούμε απλά, εάν παραλύσουμε τον μηχανισμό που παράγει χρήματα και διεφθαρμένα κόμματα ή πολιτικούς, τότε αυτό το σαθρό σύστημα θα καταρρεύσει – αφού αυτό εξαρτάται από εμάς και όχι εμείς από αυτό.

Σε αυτή τη θέση βέβαια ο κλασικός αντίλογος των υπερασπιστών της υποτέλειας είναι ότι, θα κυριαρχήσει το χάος και η αναρχία. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο πλέον ότι ζούμε «κατ' επίφαση εν τάξει» – εκτός εάν «τάξη» θεωρείται να μην ξέρεις τι φόρους θα σου επιβάλλουν την επόμενη εβδομάδα, αν θα έχεις δουλειά αύριο ή όχι, αν θα μπορείς να πληρώσεις φάρμακα, αν πρέπει να μεταναστεύσεις για να επιβιώσεις, αν τα νοσοκομεία θα έχουν γάζες, αν τα σχολεία θα συνεχίσουν να λειτουργούν και αν τα παιδιά σου θα έχουν το δικαίωμα να ονειρεύονται. Ίσως πρέπει λοιπόν να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας – όχι όμως για να την παραδώσουμε ξανά σε κάποιον άλλον.

Ολοκληρώνοντας, η ερώτηση που συνεχίζει να αιωρείται αναπάντητη είναι το εάν θα καταφέρουμε τελικά να ξεφύγουμε από την κρίση. Η απάντηση θα ήταν θετική, αρκεί να είχαμε διδαχθεί από τα μεγάλα λάθη μας, έτσι ώστε να λειτουργούμε  επιτέλους συλλογικά – κάτι που δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε τεκμηριωμένα πως έχει ήδη ξεκινήσει να συμβαίνει.  

 

Υστερόγραφο:  Η κρίση μοιάζει με μια επιδημία, η οποία μεταδίδεται από χώρα σε χώρα – με συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα. Επειδή δεν καταφέραμε να την απομονώσουμε στο ξεκίνημα της, στις Η.Π.Α., επεκτάθηκε αμέσως μετά στην Ελλάδα, ξεφεύγοντας εντελώς από τον έλεγχο μας. Στη συνέχεια «προσέβαλλε» τον ευρωπαϊκό Νότο, ενώ ακολούθησαν οι πρώτες χώρες του Βορά – η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Δανία κοκ., παράλληλα με την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. 

Θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς ότι, ο ιός της κρίσης μεταδίδεται από τους μετανάστες – οι οποίοι εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους, αναζητώντας σε άλλες χώρες εργασία. Τα σημερινά προβλήματα της Αυστραλίας και του Καναδά, όπως και τα προηγούμενα της Κύπρου, συνηγορούν υπέρ του αυθαίρετου αυτού ισχυρισμού – ενώ ενισχύουν εκείνες τις προβλέψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο επόμενος «σταθμός» θα είναι η Γερμανία.   

Τα κεντρικά προβλήματα είναι οι «ασυμμετρίες» (πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες), το ανεξέλεγκτο, ασύδοτο και εξαιρετικά μοχλευμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η υποταγή της πολιτικής στην οικονομική εξουσία, η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, καθώς επίσης τα τεράστια, συσσωρευμένα χρέη στον πλανήτη – ειδικά στη Δύση, όπου το παράδοξο του Minsky ολοκληρώνει το «δράμα».

Η απαγόρευση δημιουργίας πλεονασμάτων σε χώρες όπως η Γερμανία και η Κίνα, ο έλεγχος του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τα κράτη, η «εγκατάσταση» της άμεσης δημοκρατίας, η καλύτερη αναδιανομή των εισοδημάτων μέσω της φορολογίας και του ασφαλιστικού συστήματος (κοινωνικό κράτος), καθώς επίσης η αντιμετώπιση των συσσωρευόμενων χρεών με τη βοήθεια του μερικού παγώματος, της εν μέρει διαγραφής ορισμένων, του ελεγχόμενου (4-6%) πληθωρισμού κλπ. είναι ορισμένες από τις προφανείς λύσεις – οι οποίες όμως δεν γίνονται εύκολα αποδεκτές, από τους εκάστοτε ισχυρούς ή ωφελημένους από την κρίση και τις αδυναμίες των άλλων.

Εν τούτοις γνωρίζουμε ότι, η βασική αιτία των πολέμων, εμφυλίων και μη, καθώς επίσης των εσωτερικών αιματηρών επαναστάσεων, ήταν ανέκαθεν η αδυναμία των κυβερνήσεων να χρηματοδοτήσουν τις βασικές ανάγκες των πληθυσμών τους. Επίσης πως στην αρχαιότητα, η αντιπαράθεση μεταξύ δανειστών και οφειλετών, κατέληγε πάντοτε σε βίαιες συγκρούσεις και σε πολέμους – επειδή η εναλλακτική δυνατότητα, για την απαλλαγή από τα χρέη, ήταν η Δουλεία.

Επομένως, εάν θέλουμε πραγματικά να αποφύγουμε τελικά το «μοιραίο», την πρόκληση ανεξέλεγκτων, εκρηκτικών καταστάσεων σε ολόκληρο τον πλανήτη, οφείλουμε να αναζητήσουμε άμεσα ριζικές λύσεις – χωρίς καμία απολύτως καθυστέρηση.

Γνώμονας μας πρέπει να είναι η χρυσή μεσότητα – η δίκαιη κατανομή των βαρών της κρίσης δηλαδή, καθώς επίσης η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων, οι οποίες θα λειτουργούν ανασταλτικά στο μέλλον, προληπτικά ίσως, έτσι ώστε να μην καταλήγουμε σε τέτοια αδιέξοδα.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 04. Μαΐου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2882.aspx

Δεύτε αναλάβατε αγώνα!…

Δεύτε αναλάβατε αγώνα!…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή


Η παρουσία του Χριστού φαίνεται να είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον Πιλάτο. Μια ολόκληρη νύχτα τον ταλαιπωρούσε το κανιβαλικό καθεστώς των σταυρωτών. Κι όμως εξακολουθούσε να διατηρεί το επιβλητικό του μεγαλείο. Το οποίο, σε αντίθεση με τη λύσσα των κατηγόρων του, υποδήλωνε και την αιτία, για την οποία ήθελαν «άρον- άρον» να τον θανατώσουν.

Που βέβαια δεν ήταν η νομιμότητα, που επικαλέστηκαν. Και με την οποία αξίωσαν και πέτυχαν τη σταύρωσή του. Διαστρεβλώνοντας το γράμμα και το πνεύμα του δεκαλόγου.

Δεν ήταν ούτε η θρησκευτικότητά τους, όπως προφασίζονταν. Γιατί, σε τελική ανάλυση, το τελευταίο, που τους ενδιέφερε ήταν ο Θεός. Αφού, σύμφωνα με την ετυμηγορία του ίδιου του Χριστού, πατέρα τους είχαν το σατανά…

Δεν ήταν ακόμη ούτε ο μαμωνάς, τον οποίο είχαν θεοποιήσει. Και στο βωμό του θα μπορούσαν να θυσιάσουν ολάκερη την ανθρωπότητα. Όπως κάνουν, στις μέρες μας, οι αντάξιοι διάδοχοί τους, οι σιωνιστές.

Αλλά ήταν κάτι βαθύτερο. Κάτι, που δεν τους άφηνε να βρουν ησυχία. Το οποίο διέγνωσε ο Πιλάτος, κατά τη διάρκεια της αντιπαράστασής τους στο πραιτόριο. Ή και από πληροφορίες, που είχε απ' τις υπηρεσίες του. Και ήταν, βέβαια, ο φθόνος.

Ήταν, βλέπετε, οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι η ευυπόληπτη κάστα της εβραϊκής κοινωνίας. Ήταν η νομική και θρησκευτική αριστοκρατία. Οι οποίοι πωλούσαν «ευσέβεια» και «αγιότητα» και «δικαιοσύνη». Και, εν ονόματι των σκοταδιστικών αυτών μορμολυκείων, επέβαλαν τη θέλησή τους και περιφρουρούσαν τα συμφέροντά τους.

Και τους παρουσιάζεται από το πουθενά αυτός ο απίστευτα ανατρεπτικός και καταλυτικός άνθρωπος. Που, παρότι ήταν αγράμματος, έκανε ακόμη και τους εγκάθετους, που έστελναν να τον παρακολουθούν, να λένε πως «ποτέ δεν ξαναμίλησε άνθρωπος, όπως αυτός ο άνθρωπος». Και το σημαντικό ήταν, που την ανατρεπτική του διδασκαλία την επικύρωνε και με αφθονία αδιαμφισβήτητων θαυμάτων. Με αποτέλεσμα ο λαός να παραληρεί από ενθουσιασμό. Λέγοντας ότι «ποτέ δεν ξαναείδαμε να συμβαίνουν τέτοια πράγματα». Και, κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, τους έκαμε υποχείριό του ο ακατανίκητος φθόνος.

Γιατί, ενώ ένιωθαν ότι, μέχρι τότε, ήταν το παν, φοβόντουσαν ότι, τώρα, θα εκμηδενίζονταν. Και ότι όλα τα προνόμιά τους θα καταντούσαν σκόνη και στάχτη. Πραγματικότητα, που δεν μπορούσαν με τίποτε να την υποφέρουν. Και γι' αυτό ήθελαν, με κάθε τρόπο, να τον εξοντώσουν. Σύμφωνα με τον πάγιο κανόνα όλων των, ηθικά και πνευματικά, κρετίνων. Που, όταν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν κάποιους, με λογικά και ηθικά επιχειρήματα, επιστρατεύουν όλες τις δόλιες μεθοδεύσεις, προκειμένου να τους κλείσουν το στόμα. Είτε με δεσποτικές και φασιστικές απαγορεύσεις είτε ακόμη και δολοφονώντας τον. Ντύνοντας τα φθονερά τους αισθήματα με το μανδύα της νομιμότητας, της θρησκευτικότητας, και των οποιωνδήποτε άλλων εύσχημων και ανήθικων προφάσεων.

Όλα αυτά τα διέκρινε ο Πιλάτος. Καθώς έβλεπε τη λυσσασμένη αυτή λυκόστανη να θέλει, με κάθε τρόπο, να τον κατασπαράξει. Γι' αυτό και κατέβαλε κάποιες, τυπικές, έστω, προσπάθειες, προκειμένου να τον γλιτώσει. Λέγοντάς τους πως είναι ο βασιλιάς τους, μήπως, τυχόν, και τους φιλοτιμήσει. Ή ότι δεν διαπιστώνει καμιά ενοχή σε βάρος του, μήπως και ξυπνήσει μέσα τους το αίσθημα της δικαιοσύνης. Επικαλέστηκε το έθιμο της απελευθέρωσης ενός καταδίκου. Για να προτιμήσουν ασυζητητί τον Βαραββά. Έβαλε να τον βασανίσουν και να τον εξευτελίσουν, προκειμένου να προκαλέσει τον οίκτο τους. Αλλά ματαίως. Γιατί δεν πετύχαινε τίποτε περισσότερο από το να φωνάζουν, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, το «σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν». Έτσι ώστε, τελικά, νίπτοντας «τας χείρας» του, να τον παραδώσει «εις το σταυρωθήναι».

Και μπαίνει το ερώτημα: Αν ξαναρχόταν ο Χριστός, πώς θα τον αντιμετωπίζαμε εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι; Αν ξαναρχόταν! Μα έρχεται διαρκώς και σε κάθε στιγμή είναι ανάμεσά μας. Δεν έρχεται βέβαια σαν τους πρίγκιπες της πολιτικής. Συνοδευόμενος απ' την κουστωδία των πραιτοριανών και των τραμπούκων. Και από τα αλαλάζοντα πλήθη των ηλιθίων, που τρέχουν ξωπίσω τους, για να τους χειροκροτούν και να τους ζητωκραυγάζουν. Τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο εκείνοι τους εξαπατούν και τους ληστεύουν. 

Ούτε έρχεται σαν τους απαστράπτοντες πρίγκιπες της δεσποτοκρατίας, τους χρυσοποίκιλτους και αδαμαντοκόλλητους. Με τα αυτοκρατορικά στέμματα και σκήπτρα της κουφότητας και της ανοησίας. Που το χριστεπώνυμο πλήρωμα τους ραίνει με ροδοπέταλα και τους υποδέχεται με πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες. Και εκ των οποίων κάποιοι, αν θυμίζουν κάτι απ' το Χριστό, είναι οι «κεκονιαμένοι τάφοι», με τους οποίους παρομοιάζει τους φαρισαίους της εποχής του.

Ο Χριστός έρχεται ντυμένος την κόκκινη χλαμύδα του χλευασμού, το καλάμι του εξευτελισμού και το αγκαθόπλεκτο στεφάνι του πόνου και της οδύνης. Έρχεται, όπως και όλοι οι «ελάχιστοι αδελφοί» του. Οι ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι της γης. Αυτοί, που, κατά εκατομμύρια πεθαίνουν από την πείνα, τις αρρώστιες και τη δυστυχία, στην οποία τους καταδίκασε η απληστία και ο κανιβαλισμός των αδηφάγων αρπακτικών και τοκογλύφων. Έρχεται, όπως οι ξεσπιτωμένοι της πατρίδας μας. Τα παιδάκια, που στα σχολεία λιποθυμούν από την πείνα. Και τα άλλα παιδάκια και τους γέρους, που τουρτουρίζουν μέσα στην άγρια παγωνιά. Όταν οι Σαμαράδες και οι Βενιζέλοι και οι Κουβέληδες και οι Στουρνάρηδες και οι δεσποτάδες και οι τραπεζίτες και οι κουστωδίες τους ενδύονται «πορφύραν και βύσσον». Ευφραινόμενοι, σαν τον άφρονα πλούσιο, «καθ' ημέραν λαμπρώς». Πάντα με τον ιδρώτα και το αίμα του φτωχού λαού.

Και ποια είναι η συμπεριφορά απέναντι στους «ελάχιστους αδελφούς του Χριστού»; Μυριάδες οι Ιούδες! Οι οποίοι έχουν κάμει την προδοσία προσοδοφόρο και επικερδέστατο επάγγελμα. Μυριάδες οι αρνητές και επικριτές! Που τους θάβουν κάτω από τόνους κατασυκοφάντησης και τρομοκρατίας. Που τους μυδραλιοβολούν και τους πολυβολούν ανεβασμένοι πάνω στα τανκς των τηλεοπτικών και των λοιπών μέσων μαζικής εξαπατήσεως και εξαχρειώσεως. Μυριάδες οι επαγγελματίες της ψευτιάς και της απάτης πολιτικοί! Που σαν τους φαρισαίους φορτώνουν το λαό με βαριά και δυσβάστακτα φορτία. Ενώ οι ίδιοι εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους, όπως προαναφέραμε, τον πλούτο και τη χλιδή! Και μυριάδες οι δικαστικοί Πιλάτοι, που, εν ονόματι των άδικων και, κατά κανόνα, απάνθρωπων νόμων, παραδίδουν τους ανήμπορούς να αντιδράσουν ανθρώπους του λαού «εις το σταυρωθήναι».

Όπως, δυστυχώς, συμβαίνει και με κάποιους φαρισαίους της εκκλησίας.  Οι οποίοι και αυτοί, υποκριτικότατα, «νίπτουν τας χείρας των». Με το πρόσχημα ότι δεν μπορούν να εισέλθουν στο πραιτόριο της πολιτικής, «ίνα μη μιανθώσι, αλλά ίνα φάγωσι το πάσχα». Και, όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει, ενώ οι ίδιοι δεν υψώνουν φωνή διαμαρτυρίας για τη γενοκτονία και το πλιάτσικο σε βάρος του λαού, απαγορεύουν και σε οποιονδήποτε άλλον να το κάνει!

Πάτερ, μου έλεγε κάποιος παπάς, στου οποίου την ενορία πήγα να μιλήσω, μην αναφέρεσαι στην οικονομική κρίση και στους Γερμανούς. Εσύ είσαι συνταξιούχος και δεν μπορούν να σου κάνουν τίποτε, αλλά εμένα κινδυνεύει η οικογένεια και τα παιδιά μου. Που σημαίνει ότι, εκτός απ' την τρομοκρατία της εφιαλτοκρατίας, υπάρχει και η τρομοκρατία της δεσποτοκρατίας.

Ίσως η αντιχριστιανική αυτή συμπεριφορά τους οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιοι δεσποτάδες δεν έζησαν στα χρόνια της κατοχής, για να γνωρίζουν τι σημαίνει γερμανική βαρβαρότητα. Όταν σκότωναν αθώους, χωρίς ίχνος συστολής. Και άλλους τους έκαιγαν ζωντανούς, απλά και μόνο, για να διασκεδάζουν. Και που οι ακρίδες και οι κάμπιες των ράλληδων και των γερμανοτσολιάδων, που τους ακολουθούσαν δεν μας είχαν αφήσει, όπως έλεγε η μακαρίτισσα η μάνα μου, «ούτε σάλιο στη γλώσσα μας». Σε σημείο ώστε αναγκαστήκαμε να βγούμε ζητιανιά, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. 

Πράγμα, που ισχύει και με την τωρινή γερμανική κατοχή. Που βέβαια δεν την αισθάνονται εκείνοι, που έχουν να τρώνε και να πίνουν με αφθονία. Και γι' αυτό πάνε με το μέρος των ναζί και των τοκογλύφων.

Αλλά εκτός απ' τους αρνητές και τους φαρισαίους που επέλεξαν να βρίσκονται στη υπηρεσία των εφιαλτών και των τοκογλύφων, υπάρχουν κι αυτοί, που επέλεξαν να βρίσκονται κοντά στους «ελάχιστους αδελφούς» του Χριστού. Αυτοί, που πιστεύουν ότι και «η Γη μας είναι ένα απ' τ' αστέρια του ουρανού». Και γι' αυτό εύχονται και προσεύχονται να έλθει η βασιλεία του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης». Και συνεπώς δεν γιορτάζουν το Πάσχα φαρισαϊκά. Αλλά ανάλογα με το ηθικό και το πνευματικό του επίπεδο ο καθένας, χριστιανικά. Που λένε και νιώθουν ως τα κατάβαθα της ύπαρξής τους το «Χριστός Ανέστη». Γεγονός, που, για να έχει προσωπικό, για τον καθένα μας. αντίκρισμα, σημαίνει ότι οφείλουμε κι εμείς ν' αναστηθούμε!

Να σηκωθούμε, δηλαδή, απ' τις πολυθρόνες και τους καναπέδες μας. Και ν' αναλάβουμε αγώνα, μέχρις εσχάτων.Έτσι ώστε το «δεύτε λάβετε φως», που θ' ακούσουμε απ' το στόμα του παπά και το φως, που θα πάρουμε απ' το τρικέρι να γίνει άσβηστη φλόγα μέσα μας, που να τη μεταλαμπαδεύσουμε και στους άλλους. Για ν' ανάψει πυρκαγιά αγάπης για τους δεινοπαθούντες συνανθρώπους μας. Και αγώνα για την επικράτηση του δίκιου και της αλήθειας.

Για ν' ανατρέψομε, έτσι, την ταφόπλακα, που έβαλαν πάνω απ' την πατρίδα μας και το λαό μας οι εφιάλτες και οι τοκογλύφοι. Και οι λοιποί συνοδοιπόροι τους… Και ν' αναστηθεί και ελευθερωθεί η σταυρωμένη και σκλαβωμένη πατρίδα μας!…


παπα-Ηλίας, Μαΐου 4, 2013, http://papailiasyfantis.wordpress.com/2013/05/04/..B1/, e mail: yfantis.ilias@gmail.com

Όχι στην παγκοσμιοποίηση!

Τι κάνουμε τώρα; (4) – Όχι στην παγκοσμιοποίηση!

 

Του Τάκη Φωτόπουλου*

 

Χαρακτηριστικό του καθαρά αποπροσανατολιστικού ρόλου που αντικειμενικά παίζει σήμερα ένα μεγάλο τμήμα της Μαρξιστικής Αριστεράς (συνήθως Τροτσκιστικών τάσεων, αλλά όχι μόνο!) είναι ότι μη έχοντας καμιά αντίληψη του νέου συστημικού φαινομένου που αποτελεί η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, και της αποκεντρωμένης άτυπης Υπερεθνικής ελίτ που την διαχειρίζεται, καταφεύγει στα Μαρξιστικά κιτάπια του 19ου αιώνα για να καταλήξει ότι ο δρόμος για την αυτοχειραφέτηση των εργαζομένων και τον σοσιαλισμό περνά μέσα από την παγκοσμιοποίηση!

Έτσι, επιστρέφουμε στην παρωχημένη ιδέα της "Προόδου" και στην υιοθέτηση αντιδραστικών στην ουσία τους θέσεων, όπως ότι η αποικιοκρατία έπαιζε προοδευτικό ρόλο, σαν "αναγκαίο" κακό στην ίδια πορεία για τη σοσιαλιστική κοινωνία! Περιττό να αναφέρω ότι παρόμοιες απόψεις (όπως και οι αντίστοιχες των Νέγκρι και Χαρντ) αγκαλιάζονται από τα διεθνή ΜΜΕ που παίζουν σήμερα τον ρόλο των ιδεολογικών οργάνων της παγκοσμιοποίησης. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν πολλοί από τους ίδιους "αριστερούς" που αγκαλιάζουν την παγκοσμιοποίηση υιοθέτησαν χθες τη σφαγή του λαού  της Λιβύης από την υπερεθνική ελίτ, και σήμερα της Συρίας, με το να υποστηρίζουν τους Νατοϊκούς "επαναστάτες" που, αφού αρχίσουν τις σφαγές, στη συνέχεια καλούν  το ΝΑΤΟ για να τις ολοκληρώσει!

Έτσι, όλοι αυτοί δεν βλέπουν ότι η υπερεθνική ελίτ ασκεί τον άτυπο έλεγχό της μέσα από υπερεθνικούς θεσμούς, όπως η ΕΕ, ο ΠΟΕ, το ΝΑΤΟ κ.λπ., και ότι τα εθνικά κράτη που είναι ενσωματωμένα στην παγκοσμιοποίηση παίζουν απλά ρόλο εκτελεστικό των αποφάσεων των υπερεθνικών οργάνων (βλ. Ελλάδα). Ούτε βλέπουν, επομένως, ότι μόνο μέσα από την αποδέσμευση από την παγκοσμιοποίηση και τους θεσμούς της μπορεί ένας λαός να αυτοχειραφετηθεί σήμερα. Αντίθετα μιλούν για αγώνα μέσα στα όργανα αυτά που δήθεν θα ενώσει τους εργαζόμενους σε κοινό αγώνα κατά του κεφαλαίου. Και αυτό δεν αφορά βέβαια μόνο αυτούς που δεν τολμούν ούτε καν να θέσουν θέμα εξόδου από την ΕΕ, αλλά και αυτούς που άμεσα ή έμμεσα υποστηρίζουν την παγκοσμιοποίηση. Είτε το λένε φανερά, είτε το εννοούν όταν δεν  βάζουν θέμα αποδέσμευσης από τους θεσμούς της.

Φυσικά, η αποδέσμευση από τους υπερεθνικούς θεσμούς δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον για μια φιλολαϊκή παραγωγική  αναδιάρθρωση. Όμως, εάν δεχθούμε ότι το βασικό πρόβλημα σήμερα για τα λαϊκά στρώματα που αντιμετωπίζουν οικονομική καταστροφή είναι η αποδιάρθρωση της παραγωγικής δομής, και ότι μια φιλολαϊκή παραγωγική αναδιάρθρωση προϋποθέτει την οικονομική αυτοδυναμία, προφανώς, αυτή δεν είναι δυνατή ούτε μέσα στην ΕΕ, αλλά ούτε και μέσα στην διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, την οποία πολλοί «αριστεροί» την παίρνουν δεδομένη. Από αυτή τη μεριά τουλάχιστον το ΚΚΕ είναι συνεπές όταν επίσης βλέπει ότι παρόμοια αναδιάρθρωση προϋποθέτει την οικονομική αυτοδυναμία έξω από τους θεσμούς  της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Το θέμα όμως που μπαίνει είναι εάν η αυτοδυναμία προϋποθέτει τη κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας με την έννοια της αντικαπιταλιστικής επανάστασης (που με δεδομένη την έλλειψη των υποκειμενικών συνθηκών παραπέμπει στις καλένδες), ή εάν αρκεί η απεξάρτηση από την παγκοσμιοποίηση.

Αποτελεί, επομένως ασυνέπεια, αλλά και αποπροσανατολισμό να υποστηρίζεται από κάποιους «αριστερούς» ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια «καλή» καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση που θα επέτρεπε παρόμοια ριζική αναδιάρθρωση, έστω και μέσα στους υπερεθνικούς θεσμούς που δημιούργησε η υπερεθνική ελίτ. Είναι, δηλαδή, φανερό ότι χρειάζεται ριζική αλλαγή του αναπτυξιακού προσανατολισμού: από την εξωστρέφεια και την ενσωμάτωση στην παγκοσμιοποίηση, που μας οδήγησαν στη σημερινή καταστροφή,  στην οικονομική αυτοδυναμία.

Αυτοδυναμία όμως δεν σημαίνει, όπως υποστηρίζει η παλαιολιθική Μαρξιστική "Αριστερά" διαστρεβλώνοντας την έννοια, επιστροφή στην εθνική οικονομία και το εθνικό κράτος με τη σημερινή μορφή τους. Πραγματική εθνική οικονομία σημαίνει τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας  από τα λαϊκά στρώματα που αποτελούν τη πλειοψηφία του λαού, και όχι από μια τάξη ή μια ελίτ. Ούτε σημαίνει βέβαια απομονωτισμό, αλλά ένα νέο πραγματικό διεθνισμό που μπορεί να κτιστεί μόνο έξω από την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Αυτό επιβάλλει να αρχίσουμε από κάτω, δηλαδή, από την κάθε χώρα χωριστά και από ενώσεις χωρών που επιδιώκουν την αυτοδυναμία τους. Είναι, επομένως, αποπροσανατολιστικά παραμύθια σήμερα (αν δεν είναι εκ του πονηρού) τα περί κοινού ταξικού αγώνα (ακόμη και μέσα στην ΕΕ!) για τη σοσιαλιστική αλλαγή, όταν το εργατικό κίνημα, που έχει καταρρεύσει από καιρό στη Δύση, δεν είχε τη δύναμη ούτε μια μονοήμερη γενική πολιτική απεργία σε πανευρωπαϊκό επίπεδο να οργανώσει μπροστά στην πιο γενικευμένη ιστορικά επίθεση του κεφαλαίου …

Συμπερασματικά, η ίδρυση αυτοδύναμων οικονομιών αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για να γίνει δυνατή η ανάπτυξη του αγώνα για μια νέα μορφή κοινωνίας. Ούτε μια σοσιαλιστική οικονομία, ούτε μια οικονομική δημοκρατία, είναι δυνατές σήμερα σε μια χώρα που δεν έχει αποκτήσει την οικονομική αυτοδυναμία της και την απεξάρτησή της από την διεθνοποιημένη καπιταλιστική οικονομία της αγοράς. Θα επανέλθω όμως με πρόταση για τη στρατηγική αυτή και τις γεωπολιτικές επιπτώσεις της.

* www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos

ΠΗΓΗ:   Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (28 Απριλίου 2013). Το είδα: 28-4-2013,  http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/gre2013/2013_04_28.html

Τώρα είναι που πεθαίνει η χώρα…

Τώρα είναι που πεθαίνει η χώρα

 

Συνέντευξη του Αλέκου Αλαβάνου* [στα Επίκαιρα]

 

– Πρόσφατα ανακοινώσατε την ίδρυση μιας νέας πολιτικής κίνησης, με επίκεντρο το αίτημα για έξοδο της χώρας από το ευρώ. Αυτό δεν θα σημάνει και την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Με ποιον τρόπο πιστεύετε πως η χώρα θα μπορέσει να επιβιώσει εκτός Ευρώπης;

– Καταρχάς η χώρα τώρα δεν επιβιώνει. Τώρα είναι που πεθαίνει…

… Αν ο όρος «Ευρώπη» μέχρι πριν από λίγα χρόνια αξιολογικά σήμαινε εξίσωση των δυνατοτήτων των εθνικών οικονομιών και των απολαβών του κόσμου της εργασίας, αν σήμαινε μια σταθερή ανοδική μας πορεία προς το επίπεδο της Γερμανίας ή της Ολλανδίας, σήμερα αυτό δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Είναι αδυσώπητη η παρακμή και η καθήλωση της περιφέρειας σε σχέση με το ιμπεριαλιστικά κέντρο της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης.

Η μόνη σχέση μας με την Ευρώπη πια είναι ότι είμαστε ευρωπαϊκή αποικία όχι επί αφρικανικού ή ασιατικού εδάφους, όπως τον περασμένο αιώνα, αλλά επί του ίδιου του ευρωπαϊκού. Η Σουηδία επέλεξε το Σχέδιο Β από τη στιγμή της ίδιας της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είχε τη μεγαλύτερη αύξηση στο ΑΕΠ της το 2012 μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η Ελλάδα, στο άλλο άκρο, τη μικρότερη. Η Σουηδία είναι Ευρώπη, όχι εμείς. Η έκδοση εθνικού νομίσματος είναι μια γενναία κίνηση για να αλλάξουμε ριζικά, με βάση τα ενδιαφέροντα και τις δυνατότητες μας, τους όρους συμμετοχής μας στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Και την ίδια στιγμή είναι μια ανοιχτή πρόκληση για ευρωπαϊκή συνεργασία στηριγμένη όχι στα διατάγματα του Βερολίνου, αλλά στην ισοτιμία, στο αμοιβαίο όφελος, στην αλληλεγγύη.

– Πολλοί υποστηρίζουν πως αν συμβεί κάτι τέτοιο θα τεθούν σε κίνδυνο κυριαρχικά μας δικαιώματα, όπως, νια παράδειγμα, η υπόθεση της ΑΟΖ. Ποια είναι η γνώμη σας και τι πιστεύετε πως πρέπει να γίνει σε σχέση με το κρίσιμο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας;

– Ισχύει το αντίθετο ακριβώς. Σε αυτά τα θέματα η Κύπρος μας δίνει μια εικόνα από ένα μέλλον της Ελλάδας που πρέπει με κάθε τρόπο να αποφύγουμε. Η επιβολή των όρων της Ευρωζώνης, που οδηγούν την κυπριακή οικονομία σε αστραπιαία κατάρρευση, φέρνει την προκλητικότητα της Άγκυρας, τις ανοιχτές διεκδικήσεις του παράνομου κατοχικού «κράτους», τη φιλοτουρκική στροφή του Ισραήλ, το «πάγωμα» των σχέσεων με την Τουρκία, τις ανοιχτές αμφισβητήσεις της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το πρώτο στήριγμα για μια επιτυχημένη εξωτερική πολιτική και για στήριξη της εθνικής κυριαρχίας είναι ο οικονομικός δυναμισμός. Μια εξουθενωμένη και καχεκτική Ελλάδα είναι αδύνατο να δώσει οποιαδήποτε αποτελεσματική μάχη για την επιβολή του Διεθνούς Δικαίου στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας και την όσο το δυνατό γρηγορότερη έρευνα και εκμετάλλευση της ΑΟΖ με όρους εθνικού οφέλους.

– Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να υλοποιηθεί το σενάριο για επιστροφή στο εθνικό νόμισμα;

– Από μόνο του το εθνικό νόμισμα δεν λέει τίποτε. Αποκτά εξαιρετική σημασία μόνο όταν είναι συνδυασμένο και με άλλες τομές: παύση πληρωμών στους ξένους δανειστές, δημόσιες τράπεζες, οικονομική ανασυγκρότηση και σχεδιασμός, κοινωνικό κράτος. Έχει καθοριστική σημασία αυτός ο καθολικός μετασχηματισμός να γίνει προετοιμασμένα, οργανωμένα, σχεδιασμένα και όχι αιφνιδιαστικά, σπασμωδικά, πανικόβλητα. Στην Κύπρο κλαίνε που δεν διέθεταν Σχέδιο Β, ας μην κλάψουμε κι εμείς.

– Εκτιμάτε πως θα υπάρξουν ανάλογες αποφάσεις όπως στην Κύπρο και για τις ελληνικές τράπεζες; Θεωρείτε, με βάση και την ευρωπαϊκή σας εμπειρία, πως υπάρχει ένα σχέδιο αφελληνισμού των ελληνικών τραπεζών; Ένα σχέδιο οικονομικής κατάκτησης της Ευρώπης από τη Γερμανία;

– Ο ίδιος ο Ολλανδός επικεφαλής του Eurogroup έχει δημόσια μιλήσει για γενίκευση του κυπριακού μοντέλου, που δεν αποκλείει την κατάσχεση ακόμα και λαϊκών, εγγυημένων καταθέσεων, όπως είχαμε στην πρώτη εκδοχή του σχεδίου της τρόικα για την Κύπρο. Η γερμανική οικονομική ηγεμονία μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πανθομολογούμενη. Το πολύ ανησυχητικό είναι ότι συνοδεύεται από ένα νέο, μεταμοντέρνο και επιθετικό πολιτικό ηγεμονισμό.

Για τις τράπεζες στην Ελλάδα το πρόβλημα περισσότερο από εθνικό είναι ταξικό. Και πριν από την κρίση, τις καλές μέρες των εσόδων από τα δάνεια, οι τράπεζες μας ήταν αποσπασμένες από τις ανάγκες της ανάπτυξης και της λαϊκής ευημερίας. Ήταν προσανατολισμένες στο κυνήγι της δικής τους κερδοφορίας, ιδιαίτερα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στο πλαίσιο της γενικής στρατηγικής του ευρωπαϊκού τραπεζικού κεφαλαίου, και πάντα εξαρτώμενες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Για μας το πρόβλημα δεν είναι τόσο να μην αφελληνισθούν οι τράπεζες, αλλά αυτή τη στιγμή που απειλείται η επιβίωση μας να γίνουν επιτέλους εθνικές και δημόσιες. Έτσι κι αλλιώς, ο Έλληνας φορολογούμενος πληρώνει και δανείζεται για την ανακεφαλαιοποίησή τους.

– Με την πολιτική κίνηση που ανακοινώσατε προτίθεστε να θέσετε υποψηφιότητα στις επόμενες εκλογές;

– Δεν μας απασχολεί αυτό που με ρωτάτε. Καθόλου. Εντελώς αλλού είναι το ενδιαφέρον μας. Να συμβάλουμε για να δοθεί λύση στο πολιτικό παράδοξο που έχει δημιουργηθεί στην Ελλάδα. Ένα πολύ μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, που κατά ορισμένες έρευνες προσεγγίζει το μισό και τάσσεται υπέρ της αποχώρησης από το ευρώ, δεν εκφράζεται από το σημερινό πολιτικό σύστημα. Ο λαός βρίσκεται πιο μπροστά από το πολιτικό σύστημα στους προβληματισμούς και στις αναζητήσεις του. Και δεν έχει καμφθεί από τη συνεχιζόμενη εκστρατεία φόβου. Προσπαθούμε να στήσουμε το εγχείρημα του Σχεδίου Β, να προσεγγίσουμε τα μεγάλα ερωτήματα χωρίς εκ των προτέρων απαντήσεις, να προωθήσουμε τις επεξεργασίες μας σε συνεχή διάλογο με την κοινωνία, να προβάλουμε μια πραγματικά εναλλακτική άποψη, που θα ανοίξει την ουσιαστική συζήτηση και θα βγάλει την πολιτική ζωή από τη σημερινή νοσηρότητα.

– Προοπτικά βλέπετε τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης Αριστεράς στην Ελλάδα; Κι, αν ναι, με ποιους;

– Βλέπουμε την αναγκαιότητα σχηματισμού μιας κυβέρνησης που οφείλει να δώσει μια ταχύτατη, ευρύτατη και βαθύτατη απάντηση στο θέμα της ανεργίας και της φτώχειας. Η δημιουργία θέσεων εργασίας και το κοινωνικό κράτος είναι αυτά που καθορίζουν τις ενέργειες μας. Είμαστε, βέβαια, αριστεροί όσες και όσοι ξεκινήσαμε το εγχείρημα με το Σχέδιο Β. Αλλά τι σημαίνει «κυβέρνηση της Αριστεράς» χωρίς τον προγραμματικό προσδιορισμό; Κυβέρνηση της Αριστεράς είχαμε στην Κύπρο, και μάλιστα κομουνιστικού κόμματος, και φτάσαμε στο Μνημόνιο. Κυβέρνηση με συμμετοχή κόμματος αριστερής προέλευσης – τη ΔΗΜΑΡ – έχουμε και στην Ελλάδα…

– Υπάρχει περίπτωση να συνεργαστείτε, στο βαθμό που θα είστε μέρος του επόμενου Κοινοβουλίου, με τον ΣΥΡΙΖΑ;

– Δεν έχει νόημα η προσωπική σας ερώτηση. Θα σας απαντήσω για το Σχέδιο Β. Θα συνεχίσει κάθε προσπάθεια για τη συνεργασία με άλλες δυνάμεις. Με δύο όμως προϋποθέσεις: την προγραμματική σύγκλιση και την αμοιβαία εμπιστοσύνη. Ξέρετε, μερικές φορές είναι καλύτερο να βρεθείς δίπλα δίπλα με κάποιον που έχεις ακόμα κάποιες διαφωνίες, παρά με έναν άλλο που λες τα ίδια πράγματα, ξέρεις όμως ότι τα λέει γιατί ακολουθεί τις δημοσκοπήσεις και την άλλη στιγμή μπορεί να λέει τα εντελώς αντίθετα. Ξέρετε, η ανασυγκρότηση της Ελλάδας απαιτεί πρόγραμμα. Απαιτεί όμως και θεσμούς και ανθρώπους.


* Επικεφαλής του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής. Πρώην πρόεδρος της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ. Υποστηρίζει το "σχέδιο Β", με έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και παύση πληρωμών στους δανειστές, ως τη μόνη λύση για την έξοδο από τα μνημόνια.


ΠΗΓΗ: Επίκαιρα 4/4-10/4/2013, τ. 181. Το είδα: Πέμπτη, 11 Απριλίου 2013, http://antapocrisis.gr/index.php/2012-04-24-19-38-44/item/810-alavanos

Η Κύπρος απέναντι στο διεθνές σύστημα & τις ανίκανες “ελίτ”

Η Κύπρος απέναντι στο διεθνές σύστημα και τις ανίκανες "ελίτ"


Tου Γιώργου Καραμπελιά


Για άλλη μια φορά καταδεικνύεται η βασική αρχή της ιστορίας και της πολιτικής πως μόνο όταν κανείς στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις μπορεί να αντιμετωπίσει όλες τις μεγάλες προκλήσεις και προβλήματα.

Ο κυπριακός ελληνισμός περισσότερο απ' ό,τι ο ελλαδικός παραμένει αγκιστρωμένος στη ταυτότητά του για τρεις χιλιάδες χρόνια, παρότι, όπως και η μητροπολιτική (!) Ελλάδα ταλαιπωρείται απ' ενδοτικές και εθελόδουλες ελίτ που τον οδηγούν συχνά σε ήττες και αδιέξοδα.

                                                                                                                                                                                       ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟ ΗΘΟΣ ΚΑΙ ΕΞΩΝΗΜΕΝΕΣ ΕΛΙΤ

 

Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου στο παρελθόν στηρίχθηκε αποφασιστικά στον αγροτικό πληθυσμό και τη νεολαία, κέρδισε στο πεδίο της ένοπλης αντιπαράθεσης και της πολιτικής ανάδειξης του κυπριακού ζητήματος σε παγκόσμιο πρόβλημα, αλλά ατύχησε στο επίπεδο της ηγεσίας -και όχι βέβαια αποκλειστικά της κυπριακής, αλλά και της ελλαδικής. Τότε, στα 1955-1959 ένα κόμμα, το ισχυρότερο της Κύπρου, το ΑΚΕΛ αρνήθηκε να συμμετάσχει στον απελευθερωτικό αγώνα και να τον ενισχύσει, παρ' ότι σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, τα απελευθερωτικά κινήματα κατευθύνονταν από κόμματα της αριστεράς. Στην ουσία η στάση του ΑΚΕΛ αποτέλεσε τον καθοριστικό παράγοντα για τον ενταφιασμό του κυπριακού αιτήματος της αυτοδιάθεσης-ένωσης με την Ελλάδα. Και αυτό όχι μόνο γιατί διαίρεσε τον κυπριακό ελληνισμό, αλλά και διότι εγκατέλειψε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα στα χέρια μιας δεξιάς που εξαιτίας των ποικίλων εξαρτήσεών της, από την ελληνική κυβέρνηση και τους νατοϊκούς κύκλους, πολύ δύσκολα μπορούσε να φέρει εις πέρας μια τόσο περίπλοκη σύγκρουση / διαπραγμάτευση. Έτσι, η πίεση της ελλαδικής ηγεσίας, υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, κατόρθωσε να κάμψει την κυπριακή ηγεσία και να την οδηγήσει στο έγκλημα της Ζυρίχης. Τότε, δύο μόνο νεαροί αγωνιστές ο Βάσος Λυσσαρίδης και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, αρνήθηκαν να υπογράψουν τις επονείδιστες συμφωνίες.

Έκτοτε, το ίδιο σενάριο με διαφορετικές παραλλαγές θα επαναλαμβάνεται αδιάκοπα. Ο κυπριακός ελληνισμός, θα αντιστέκεται, αλλά οι ηγεσίες του, σε πλήρη συντονισμό με την ηγεσία της Ελλάδας, θα τον οδηγούν από ήττα σε ήττα.

 


                                                                                                                                                      ΕΝΑ ΕΠΙΣΦΑΛΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ

 

 Ιδιαίτερα μετά το 1974 και την τουρκική κατοχή διαμορφώθηκε ένα οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο με ευθύνη κατ' εξοχήν των κυρίαρχων ελίτ, που οδήγησε στην υποβάθμιση μέχρι εξαφανίσεως των παραγωγικών τομέων της ελεύθερης Κύπρου, και εξάρτησε την οικονομία σχεδόν αποκλειστικά από τον χρηματοπιστωτικό και τον τουριστικό τομέα. Αυτή η εξέλιξη παρ' ότι αποδοτική σε άμεσο επίπεδο, κατασκεύασε μία επίπλαστη και δομικά υπονομευμένη ευημερία. Διότι, σε ένα νησί το οποίο απειλείται διαρκώς στην υπόστασή του από την παρουσία ενός εχθρικού στρατού, πενήντα χιλιάδων ανδρών, από το οποίο σταδιακά απομακρύνεται η ελληνική «ομπρέλα», αυτή η ευημερία δεν μπορεί παρά να είναι εξαιρετικά επισφαλής, διότι προϋποθέτει την υποταγή της Κύπρου στα κελεύσματα του διεθνούς κεφαλαίου και της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Είναι προφανές, ότι ένα νησί απειλούμενο διαρκώς στην ίδια του την πολιτειακή υπόσταση, για να διατηρεί έναν ισχυρό τουριστικό και χρηματοπιστωτικό τομέα, θα πρέπει εν τέλει να προσαρμόζεται στη λογική των αγορών και των μεγάλων δυνάμεων. Συνέπεια αυτού του οικονομικοκοινωνικού μοντέλου, υπήρξε η στρατηγική των διαρκών υποχωρήσεων απέναντι στις τουρκικές απαιτήσεις, η αποδοχή της παρουσίας των αγγλικών βάσεων, και εν τέλει η αρχική αποδοχή του σχεδίου Ανάν που ενταφίαζε οριστικά κάθε πιθανότητα μελλοντικής ανεξαρτησίας του νησιού.

Τότε, ο κυπριακός ελληνισμός για άλλη μια φορά είπε όχι, ανατρέποντας τις ισορροπίες εσωτερικές και διεθνείς και στηριζόμενο και σ' έναν ηγέτη που κατά ευτυχή συγκυρία προέρχονταν από τις τάξεις εκείνων που είχαν απορρίψει τη Ζυρίχη δηλαδή τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Ωστόσο, αυτό το όχι δεν κατόρθωσε να ανατρέψει τις δομικές αδυναμίες ενός κοινωνικοοικονομικού μοντέλου στηριγμένου στην απόλυτη εξωστρέφεια και την ανάγκη διαρκούς εξευμενισμού των αγορών και των μεγάλων δυνάμεων.

Γι' αυτό, και μετά τη στιγμή της έξαρσης, επιστρέψαμε στον …. Χριστόφια. Έχουμε επαναλάβει αναρίθμητες φορές, σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο, ότι μια πραγματικά αυτόνομη πολιτική δεν μπορεί να στηρίζεται σε μια οικονομία εξαρτημένη και παρασιτική, διότι τότε η αντίσταση του παραμένει ανολοκλήρωτη και αργά ή γρήγορα οδηγείται κανείς είτε στην υποταγή, είτε στην καταστροφή. Οι Κύπριοι, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, συνδέθηκαν με τα ρώσικα κεφάλαια και τη ρώσικη παρουσία στο νησί που έμοιαζαν να αποτελούν έναν επιπλέον παράγοντα ενίσχυσης της διαπραγματευτικής τους ισχύος, ενώ η ανεύρεση των υδρογονανθράκων εκτίναξε την αυτοπεποίθησή τους στο υψηλότερο δυνατό σημείο μια και συνδέθηκαν και με το Ισραήλ και το εβραϊκό λόμπι.

Αυτή όμως η εξέλιξη, από μια χώρα ασθενή γεωπολιτικά, με την Ελλάδα σε κάθετη πτώση και την Τουρκία διαρκώς ενισχυόμενη δημιουργούσε στην πραγματικότητα νέους κινδύνους, διότι δίπλα στον πατροπαράδοτο γεωπολιτικό ρόλο της Κύπρου ως ενός μεγάλου αβύθιστου αεροπλανοφόρου στη Μεσόγειο, ήρθαν να προστεθούν οι υδρογονάνθρακες και τα παιχνίδια των παγκόσμιων χρηματιστικών κεφαλαίων. Έτσι, η Κύπρος ήρθε σε αντίθεση με τα γερμανικά και δυτικοευρωπαϊκά κεφάλαια πιθανώς και με ένα μέρος των ρωσικών κεφαλαίων, ενώ και οι ισραηλινοί θα επιθυμούσαν μια αποκλειστική μονοπωλιακού χαρακτήρα επιρροή. Δηλαδή η Κύπρος απόκτησε, πολύ μεγαλύτερο οικονομικό ρόλο στο διεθνές σύστημα απ' αυτόν που μπορούσε να αντέξει ως εσωτερικό σύστημα. Εξάλλου, η εκλογή Αναστασιάδη, του κατ' εξοχήν ανθρώπου των αγορών και των ξένων ήρθε να επικυρώσει αυτή τη διαπίστωση.

Η υπερεπέκταση του τραπεζιτικού της τομέα δημιούργησε μεγαλύτερους συστημικούς κινδύνους για την οικονομία της όπως αποδείχτηκε με την υπερβολική έκθεση των κυπριακών τραπεζών στα ελλαδίτικα ομόλογα που με το κούρεμά τους σηματοδότησαν την απαρχή μιας καθοδικής πορείας. Και βέβαια, η Δύση δεν είχε ξεχάσει ποτέ το χαστούκι του όχι στο σχέδιο Ανάν που της είχαν καταφέρει οι Κύπριοι.

Η εγκληματική συμπεριφορά του Αναστασιάδη, του Σαμαρά και του ανδρεικέλου Στουρνάρα, που αποδέχτηκαν την καταστροφική λογική του κουρέματος των κυπριακών καταθέσεων, ήρθε να αποκαλύψει αυτές ακριβώς τις δομικές αδυναμίες και χαρακτηριστικά.

 

                                                                                                                                                                                  Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΑΙ Η ΡΩΣΙΑ


Ο πάνδημος ξεσηκωμός των Κυπρίων υποχρέωσε τα πολιτικά κόμματα να αντιτάξουν ένα όχι σ' αυτή την ειλημμένη απόφαση, το οποίο όμως πολύ δύσκολα μπορούσε να το διαχειριστεί μέχρι το τέλος, το πολιτικοοικονομικό σύστημα της Κύπρου. Διότι η πλήρης επιτυχία αυτού του όχι είχε ως προϋπόθεση τη στήριξη δύο δυνάμεων. Της «μητέρας» Ελλάδας και της Ρωσίας. Η Ελληνική κυβέρνηση όμως, όχι μόνο δεν ήταν διατεθειμένη να στηρίξει αυτό το κυπριακό όχι, αλλά αντίθετα, για την ελληνική τρικομματική κυβέρνηση, η επιτυχία της κυπριακής άρνησης θα αποτελούσε παραδοχή της δικής της αποτυχίας και ανικανότητας. Γι' αυτό όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να στηρίξει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς την Κύπρο, προβάλλοντας ακόμα και βέτο στις παράλογες απαιτήσεις των κορακιών της Δύσης, που αρνούνται οποιαδήποτε άλλη λύση εκτός από την καταστροφή της κυπριακής οικονομίας, αλλά κάνει κάτι πολύ χειρότερο: Προσπαθεί να οδηγηθεί σε αποτυχία η Κύπρος όπως φάνηκε από τη στάση του Στουρνάρα και άλλων γελοίων υποκειμένων τύπου Άδωνη, που επιχαίρουν «γιατί η Κύπρος θα την πατήσει…», όσο για τον δειλό Σαμαρά κρύπτεται επιμελώς πίσω από τον κατάπτυστο υπουργό του.

Έτσι έμενε η μεγάλη ρωσική «αρκούδα». Η προσμονή και τα βλέμματα όλων στράφηκαν σε αυτήν, η οποία θα μπορούσε με κάποιες ελάχιστες κινήσεις να ενισχύσει το κυπριακό όχι και να απασφαλίσει τον εκβιασμό της Γερμανίας και των Βρυξελλών. Και όμως, παρ' ότι η Κύπρος έκανε πολλά ανοίγματα στη Ρωσία, προσφέροντάς της και συμμετοχή στο τραπεζιτικό σύστημα και οφέλη στον ενεργειακό τομέα, η Ρωσία έμεινε ακλόνητη στην άρνησή της να συμπαρασταθεί στην Κύπρο. Επρόκειτο για μία απόφαση που φάνηκε ακατανόητη σε πολλούς, ενώ δεν λείπουν και οι ένθερμοι θιασώτες της Ρωσίας που την ερμηνεύουν ως δικαιολογημένη(!) αντίδραση του Πούτιν απέναντι στον αγγλόφιλο Αναστασιάδη. Ωστόσο, όπως είναι γνωστό τα γεωπολιτικά συμφέροντα των χωρών δεν κρίνονται από συμπάθειες ή αντιπάθειες. Διότι είναι προφανές ότι οποιαδήποτε αποφασιστική συνδρομή της Ρωσίας στην Κύπρο, θα ενίσχυε τη θέση της στην περιοχή σε μια στιγμή μάλιστα που κινδυνεύει να χάσει την τελευταία της βάση στη Μεσόγειο, δηλαδή τη Συρία. Κατά συνέπεια, κάτι άλλο συμβαίνει.

Πολλοί επιχείρησαν να ερμηνεύσουν την στάση της Ρωσίας από τη θέληση του Πούτιν να επαναπατρίσει τα ρωσικά κεφάλαια όπως φάνηκε να υπαινίσσεται το ανδρείκελο του ο Μεντβέντεφ…. Ωστόσο, και μία τέτοια εκδοχή δεν μπορεί να απαντήσει ικανοποιητικά σε μια επιλογή μεγάλης σημασίας και στρατηγικού βάθους. Μια τέτοια στάση μπορεί να την ερμηνεύσει μόνο το μεγάλο παιχνίδι το οποίο παίζει η Ρωσία με τη Γερμανία που αποτελεί τον μεγαλύτερο αγοραστή των υδρογονανθράκων της, με τις ΗΠΑ και ίσως ακόμα και με την Τουρκία. Η Ρωσία φαίνεται να αποδέχεται την εκχώρηση της Κύπρου στη γερμανική και αμερικανική ζώνη επιρροής σε μια νέα μίνι Γιάλτα με αντικείμενο την Κύπρο τουλάχιστον. Προφανώς, κάποια άλλα ανταλλάγματα προσδοκά ή έχει ήδη αποσπάσει από τους Γερμανούς και τους Αμερικανούς όπως π.χ. η πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ να μην αναπτύξει αντιβαλλιστικούς πυραύλους στα σύνορα με την Ρωσία. Ή ακόμα μπροστά στην προσέγγιση της Κύπρου με το Ισράηλ μπορεί να απαιτεί μια αποκλειστική ηγεμονία, όπως έχει μάθει από την εποχή των τσάρων και του Στάλιν.


                                                                                                                                                                                  Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ΤΟΥ «ΟΧΙ»


Εν κατακλείδι, ο κυπριακός λαός βρέθηκε μόνος του και πάλι, με μια ανίκανη ηγεσία και μια προδοτική ελληνική συμπεριφορά, να αντιμετωπίσει και πάλι το παγκόσμιο σύστημα και τις αγορές. Σε αυτό το παιχνίδι δεν πρέπει να ξεχάσουμε τους Αμερικανούς, το Ισραήλ και το περιβόητο εβραϊκό λόμπι, οι οποίοι φαίνεται να παρακολουθούν με φαινομενική απάθεια τα τεκταινόμενα στην Κύπρο, έχοντας έρθει ίσως και σε κάποια συμφωνία με την ρωσική «αρκούδα» και πάντως επιχαίροντας που η Κύπρος θα πέσει αποκλειστικά στα δικά τους χέρια. Και προφανώς οι Τούρκοι τρίβουν τα χέρια τους για την εξασθένιση της οικονομίας και του κύρους του ανεξάρτητου κυπριακού κράτος.
Όπως λέει η κινέζικη παροιμία, «όταν τα βουβάλια συγκρούονται μέσα στο βάλτο, την πληρώνουν τα βατράχια». Το γεγονός δηλαδή, ότι η Κύπρος ενίσχυσε τη γεωοικονομική της σημασία χωρίς όμως να διαθέτει την ανάλογη πολιτική και στρατιωτική ισχύ, την ώρα της κρίσης μπορεί να μεταβληθεί σε αρνητικό παράγοντα, διότι την μεταβάλλει σε επίδικο αντικείμενο μεγάλων διεθνών βλέψεων και συγκρούσεων.

Ωστόσο, για άλλη μια φορά οι Κύπριοι είπαν όχι. Παρά και ενάντια σε ένα οικονομικό μοντέλο που της επέβαλε να λέει διαρκώς ναι, όπως λένε οι ελίτ της χώρας τους και οι ναινέκοι τύπου Αναστασιάδη. Και αυτό το όχι παρά την οποιαδήποτε έκβαση της κρίσης, είναι προφανώς και ασύγκριτα προτιμότερα από το ναι. Διότι ό, τι και να συμβεί, όποια λύση επιλεγεί, όποιοι εκβιασμοί κι αν γίνουν η ζημιά θα είναι πολύ μικρότερη απ' το αρχικό λεόντειο σχέδιο. Επιπλέον, έχουν μείνει ως θετικά στοιχεία αποφασιστικής σημασίας, η επίδειξη μιας καταπληκτικής ενότητας και αλληλεγγύης του κυπριακού ελληνισμού που οδήγησε και στο ταμείο αλληλεγγύης και στη στάση της εκκλησίας και στην ενίσχυση των αισθημάτων αλληλεγγύης όλου του ελληνισμού απέναντι στους Κύπριους αδελφούς μας. Επιπλέον, αυτό το όχι απονομιμοποιώντας μέσα σε δεκαπέντε μέρες τον μόλις εκλεχθέντα γιέσμαν πρόεδρο της Κύπρου, καθιστά κατά πολύ δυσκολότερη την εφαρμογή νέων προδοτικών σχεδίων για το κυπριακό, στην κατεύθυνση του σχεδίου Ανάν.

Εν τέλει, αυτή η κρίση θα πρέπει να αποτελέσει μια αφετηρία για την μεταβολή του οικονομικού μοντέλου που τόσα χρόνια ακολουθείται στην Μεγαλόνησο. Η Κύπρος, όπως και η Ελλάδα, πρέπει να ενισχύσει τους παράγοντες και τους τομείς που την καθιστούν αυτόνομη. Θα πρέπει να πάψει να εξαρτάται τόσο πολύ από τις διεθνείς αγορές, και να υπολογίζει στη μία ή την άλλη μεγάλη δύναμη αποκλειστικά. Διότι όπως απέδειξε η στάση των Ρώσων, η στήριξη σε κάποια μεγάλη ξένη δύναμη αποκλειστικά, είναι πάντα επισφαλής, διότι οι συμμαχίες και τα γεωπολιτικά συμφέροντα των μεγάλων είναι πάντα ρευστά και δεν διασφαλίζουν καμία μικρή χώρα.

Τα επόμενα χρόνια πρέπει να ενισχυθεί μία και αποφασιστική συμμαχία της Κύπρου. Η συμμαχία με την Ελλάδα που θεμελιώνεται στην κοινή ιστορία και στην κοινή μοίρα τους. Η Ελλάδα χωρίς την Κύπρο, είναι ένα μικρό βαλκανικό κρατίδιο. Η Κύπρος χωρίς την Ελλάδα, είναι ένα άθυρμα στα χέρια των μεγάλων δυνάμεων και αργά ή γρήγορα θα οδηγηθεί στην τουρκοποίηση.

Τώρα πια το παιχνίδι βρίσκεται στα χέρια του ελληνικού λαού εδώ στην Ελλάδα. Οι Κύπριοι έκαναν και πάλι μια μεγάλη υπέροχη κίνηση. Κατεχόμενοι, εξαρτημένοι, χωρίς στρατό, τόλμησαν για άλλη μια φορά ένα μεγάλο όχι. Πότε άραγε θα τους ακολουθήσουν και οι ελλαδίτες;


ΠΗΓΗ: ΡΗΞΗ 22.3.2013, http://ardin-rixi.gr/archives/11646

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τμτΒ.

H ώρα των ριζικών λύσεων

H ώρα των ριζικών λύσεων

Του Τάκη Φωτόπουλου*

Οι καταστροφικές οικονομικές συνέπειες της σημερινής οικονομικής κατοχής από την υπερεθνική και τις ντόπιες ελίτ δεν διαφέρουν σημαντικά από τις αντίστοιχες της στρατιωτικής Κατοχής πριν 70 χρόνια. Το βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί ριζικά τη σημερινή κατοχή, που είναι και το πιο αβάσταχτο για τα λαϊκά στρώματα, είναι η έλλειψη οποιουδήποτε συνεκτικού στόχου και συνακόλουθα οποιασδήποτε ελπίδας για πραγματική βελτίωση της κατάστασής τους, σε μια ριζικά διαφορετική κοινωνία. Αυτόν τον καθοριστικό ρόλο έπαιζε τότε το ΕΑΜ.

Συνέχεια

ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΑ ΠΟΛΛΑ

ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΑ ΠΟΛΛΑ

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

Το διεθνές νομισματικό ταμείο αναγνώρισε το λάθος του στον υπολογισμό κάποιου δείκτη. Για τους αμύητους στα οικονομικά ο δείκτης είναι άνευ νοήματος. Η προσοχή επικεντρώνεται, όπως είναι λογικό, στο λάθος. Ώστε και οι τρομεροί οικονομικοί εγκέφαλοι διαπράττουν λάθη ικανά να τελματώσουν την οικονομία μιας χώρας αντί να φέρουν την ανάκαμψη, όπως είναι το ποθούμενο, υποτίθεται, για όλους, χειρουργούμενους και χειρουργούς;

Είναι καιρός οι λαοί να πάψουν να εκδηλώνουν παροιμιώδη αφέλεια έναντι των ισχυρών και των επιδιώξεών τους. Το ΔΝΤ είναι αυτό καθ’ εαυτό ένα λάθος. Δεν οφείλεται αυτό στην ανεπάρκεια των στελεχών του ούτε και στην αδυναμία των μεθόδων υπολογισμού των διαφόρων οικονομικών συντελεστών.

Συνέχεια

ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

«Αλλάζουμε αλλάζοντας τον κόσμο»,

Μαρξ, τρίτη θέση για τον Φόυερμπαχ

Πρώτη φορά μετά το 1949, η αριστερά βρίσκεται στο επίκεντρο της ιστορικής εξέλιξης. Από τον τρόπο που η ηγεσία της, και ολόκληρος ο ΣΥΡΙΖΑ, θα διαχειρισθούν την κατάσταση, εξαρτάται το μέλλον, ενδεχομένως η ίδια της η ύπαρξη. Θα επηρεασθεί, ίσως καθοριστικά, η τύχη της δημοκρατίας και της χώρας.

Συνέχεια