ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΣΚΛΑΒΟΙ:
Η κρίση της Ελλάδας είναι διαφορετική, από αυτήν των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης – η επίλυση της είναι πάρα πολύ απλή, ενώ δεν υπάρχει κανένας λόγος εξόδου από το Ευρώ, χρεοκοπίας ή διαγραφής οφειλών εκ μέρους των πιστωτών της
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
“Οι ασιατικές «τίγρεις», το 1997, αναγκάσθηκαν να ζητήσουν τη «βοήθεια» των πυροσβεστών του ΔΝΤ, οι οποίοι βέβαια εργαζόταν προς όφελος της χώρας, η οποία προκάλεσε τις πυρκαγιές. Φυσικά το «Ταμείο» αντέδρασε θετικά στην αρχή, παρέχοντας τα δάνεια που του ζητήθηκαν – αφού ο πραγματικός σκοπός του ήταν να προστατεύσει από τη χρεοκοπία τις τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα επενδυτικά κεφάλαια, τους ιδιώτες κερδοσκόπους κλπ., οι οποίοι είχαν επενδύσει τεράστια ποσά στην ασιατική φούσκα των ακινήτων, «στοιχηματίζοντας» στη συνέχεια στο «σπάσιμο» της, το οποίο θα προκαλούσε τη ραγδαία υποτίμηση των νομισμάτων τους.
Τα πρώτα δάνεια λοιπόν δόθηκαν, σε συμφωνία με το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση να χρησιμοποιηθούν από τις κυβερνήσεις της Ινδονησίας, της Ταϊλάνδης και της Ν. Κορέας, για την εξόφληση των ξένων κερδοσκόπων. Αμέσως μετά, αφού εξοφλήθηκαν δηλαδή οι «δυτικοί» κερδοσκόποι, ακολούθησε η «θεραπεία-σοκ», με την υποχρέωση των τοπικών πληθυσμών σε μία καταστροφική υφεσιακή πολιτική λιτότητας άνευ προηγουμένου. Οι μισθοί κατακρεουργήθηκαν, οι δαπάνες για την Υγεία, την Παιδεία κλπ. περιορίσθηκαν στο ελάχιστο και τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σταμάτησαν σχεδόν εξ ολοκλήρου.
Από τη Ν. Κορέα μέχρι την Ινδονησία, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων έχασαν τις θέσεις απασχόλησης τους, οδηγούμενοι στην ανεργία, ενώ απαγορεύθηκε στα κράτη να προσφέρουν οποιουδήποτε είδους βοήθεια στους πληγέντες Πολίτες τους. Πολλά σχολεία έκλεισαν, τα φάρμακα στα νοσοκομεία τελείωσαν, οι άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους, η εγκληματικότητα ξεπέρασε ακόμη και την πιο νοσηρή φαντασία, ενώ η πείνα και η έλλειψη τροφής έφτασαν στο απροχώρητο. Ένας ολόκληρος τομέας της μεσαίας τάξης, η οποία ανήκε στους κερδισμένους της προηγούμενης δεκαετίας, έπαψε πια να υπάρχει.
Όπως πάντα, αυτοί που πλήρωσαν τα περισσότερα ήταν τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, ενώ η λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας (ακίνητα, οικόπεδα κλπ.), μέσω της υπερβολικής φορολόγησης, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Πολλές κοινωφελείς επιχειρήσεις «αποκρατικοποιήθηκαν», επίσης το τραπεζικό σύστημα, καταλήγοντας στην ιδιοκτησία των ξένων πολυεθνικών σε τιμές ευκαιρίας, το κόστος ζωής εκτινάχθηκε στα ύψη, ενώ η δημόσια περιουσία περιήλθε στα χέρια των εισβολέων – πάντοτε με νομιμοφανείς, απόλυτα διαφανείς διαδικασίες.
Η επέλαση του ΔΝΤ δεν είχε τελικά να ζηλέψει τίποτα, σε σχέση με τη διεξαγωγή ενός συμβατικού πολέμου – αφού άφησε ανθρώπινα ερείπια στο πέρασμα της και κοινωνίες που δεν πρόκειται ποτέ να συνέλθουν, από το σοκ της απόλυτης εξαθλίωσης και της καταστροφής. Σε κάθε περίπτωση, οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής της Ασίας δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσουν τα βασανιστήρια που υπέστησαν από τους αιμοχαρείς μισθοφόρους των τοκογλύφων, οι οποίοι δεν έχουν κανενός είδους ηθικούς φραγμούς, όταν «εκτελούν» τις απίστευτες εντολές της «σκιώδους» ηγεσίας τους” (Νομισματικές παρενέργειες).
ΑΡΘΡΟ
Η Ιστορία είναι γεμάτη από προδοσίες, από προδότες (άρθρο μας), από εκβιαστές, από εκβιαζομένους, καθώς επίσης από δειλούς λαούς – οι οποίοι προτιμούν την υποδούλωση, από την επώδυνη εξέγερση εναντίον αυτών που επιβουλεύονται την Ελευθερία και τη Δημοκρατία στη χώρα τους.
Στα πλαίσια αυτά, με στόχο την δημιουργία σύγχρονων σκλάβων, άβουλων, φθηνών υπηρετών της παγκόσμιας και τοπικής ελίτ, η απειλή της χρεοκοπίας λειτουργεί πάρα πολύ επιτυχημένα – αφού επιτρέπει τη θυματοποίηση των μαζών και την επιβολή «κυρώσεων» κάθε είδους, με στόχο τη διευκόλυνση των εκάστοτε εισβολέων (ο σκοπός των οποίων είναι η λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, η καταστροφή της μεσαίας τάξης, στην οποία στηρίζεται η Δημοκρατία, καθώς επίσης η μετατροπή της χώρας σε επίσημο προτεκτοράτο).
Επίσης φαίνεται να λειτουργεί επιτυχημένα και η αντικατάσταση των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων από διορισμένους «τεχνοκράτες» – οι οποίοι συνήθως απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη των λαών, επειδή οι Πολίτες έχουν απογοητευθεί από τη διαφθορά, από τη διαπλοκή, από την ανικανότητα και από την «ανεπάρκεια» των πολιτικών «ανδρών» τους (άρθρο μας). Στο σημείο αυτό, η σημερινή πολιτική «επίθεση» εναντίον των αρχών της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, στηρίζεται στους παρακάτω τρεις (εσφαλμένους) ισχυρισμούς:
(α) Δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανείς ότι, οι λαοί θα στηρίξουν εκείνες τις πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση και την καλυτέρευση της κοινωνίας.
(β) Θα πρέπει κανείς να επιλέξει μεταξύ Δημοκρατίας και Επάρκειας – ικανότητας δηλαδή στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. Σε περιόδους κρίσεων λοιπόν, όπως η σημερινή, η Επάρκεια οφείλει να προηγείται της Δημοκρατίας – επομένως, οι τεχνοκράτες των πολιτικών.
(γ) Οι κυβερνήσεις, ειδικά οι δημοκρατικά εκλεγείσες, έχουν χάσει την ικανότητα να διαχειρίζονται σωστά τα βασικά προβλήματα – τα οποία αντιμετωπίζουν οι σημερινές κοινωνίες, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η υποχρέωση των εκλεγμένων κυβερνήσεων να λογοδοτούν απέναντι στους λαούς τους, θεωρείται ως μία περιττή επιβάρυνση – ειδικά επειδή οι δημοκρατικές κυβερνήσεις πιστεύουν ότι, οι Πολίτες θα στραφούν εναντίον τους, εάν επιχειρήσουν να εφαρμόσουν εκείνα τα μέτρα, τα οποία θεωρούν απαραίτητα οι αγορές (κατάλυση του κοινωνικού κράτους), για να συνεχίζουν να δανείζουν τα κράτη.
Επομένως, η τοποθέτηση τεχνοκρατών στις κυβερνήσεις, όπως συμβαίνει στις τράπεζες και στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, η οποία δημιουργεί μεγαλύτερη εμπιστοσύνη τόσο στις αγορές, όσο και στους Πολίτες, ενισχύεται από τα κόμματα και τους θεσμούς – ενώ η Πολιτική φαίνεται να περιορίζεται στο ρόλο του απλού μεσολαβητή μεταξύ των διορισμένων εκ των αγορών τεχνοκρατικών κυβερνήσεων και των Πολιτών.
Η ΣΤΡΕΒΛΗ ΕΙΚΟΝΑ
“Η Ελλάδα ζει, χρόνια τώρα, πάνω από τις δυνάμεις της”, αναφέρει η πρόσφατη μελέτη του γερμανικού ινστιτούτου οικονομικών ερευνών (DIW), συνεχίζοντας “Η κατανάλωση υπερβαίνει κατά πολύ την παραγωγή αγαθών. Ένας πολύ βασικός παράγοντας της οικονομικής αδυναμίας της χώρας είναι η συγκριτικά αρνητική σχέση τιμών και προσφερομένων υπηρεσιών (price for value). Ειδικά όσον αφορά τον Τουρισμό, ο οποίος είναι ένας εκ των κύριων πυλώνων της οικονομίας της, η Ελλάδα πρέπει να ανταγωνίζεται με χώρες εκτός Ευρώπης, όπως η Τυνησία, το Μαρόκο κλπ. Το κόστος εργασίας όμως ανά ώρα στην Ελλάδα, είναι πολύ υψηλότερο από τους ανταγωνιστές της – αφού ανέρχεται στα 11,39 Ευρώ, όταν στην Πορτογαλία είναι μόλις 8,49 €, στην Τουρκία 4 € και στη Βουλγαρία 1,55 €. Εάν λοιπόν δεν περιορισθούν αισθητά οι αμοιβές, είναι αδύνατον να διαφύγει η Ελλάδα από την κρίση χρέους και δανεισμού – οπότε δεν έχει κανένα νόημα η διάσωση της από την Ευρώπη”.
Με κριτήριο την παραπάνω «μελέτη» θα έπρεπε κανείς να υποθέσει ότι, η Ελλάδα είναι μία πολύ φτωχή χώρα – η οποία είναι πλέον αδύνατον να επιβιώσει, στηριζόμενη στις δικές της δυνάμεις, οπότε είναι υποχρεωμένη να συνθηκολογήσει με τους τοκογλύφους δανειστές της και τον «μπράβο» τους: το ΔΝΤ. Εν τούτοις, τόσο ο «Ισολογισμός» του ιδιωτικού τομέα της, όσο και του δημοσίου, εμφανίζουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα – η οποία δεν μπορεί να μην είναι πραγματική. Απέναντι στα χρέη του δημοσίου της λοιπόν (παθητικό) υπάρχουν αρκετά περιουσιακά στοιχεία (ενεργητικό), τα οποία είναι κατά πολύ υψηλότερα – σε γενικές γραμμές δε, κερδοφόρες εταιρείες του δημοσίου, τεράστια ακίνητη περιουσία, υπόγειος πλούτος, γερμανικές αποζημιώσεις κλπ.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον ιδιωτικό τομέα της, ο οποίος είναι ο λιγότερο χρεωμένος στην Ευρώπη (το συνολικό μας χρέος είναι αντίστοιχο με αυτό της Γερμανίας, ενώ διαθέτουμε πολύ περισσότερα περιουσιακά στοιχεία). Ειδικά όσον αφορά τα ακίνητα, με κριτήριο την πρόσφατη ειδική φορολόγηση τους (χαράτσι), η οποία ανήλθε στα 2,4 δις € μόνο για το 2011, εάν σημειώσουμε ότι αφορά περίπου το 1/500 της αξίας τους, συμπεραίνουμε ότι η συνολική αντικειμενική αξίας τους υπερβαίνει το 1,2 τρις € – έναντι κατά πολύ χαμηλότερων χρεών. Επομένως, πως είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται η Ελλάδα ως μία φτωχή χώρα, μη παραγωγική και ανίκανη να ανταπεξέλθει με τις υποχρεώσεις της; Εάν ήταν πράγματι έτσι, πως εξηγείται η εξαιρετικά θετική «καθαρή θέση» της, συγκριτικά με πολλές άλλες χώρες;
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Για να μπορέσει κανείς να οδηγηθεί σε ασφαλή συμπεράσματα, καθώς επίσης στη λύση του προβλήματος της Ελλάδας, οφείλει να ξεκινήσει από την εποχή πριν την εισαγωγή του Ευρώ. Τότε τα νομίσματα των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου υποτιμούταν διαρκώς, επειδή οι κεντρικές τράπεζες τους «τύπωναν» συνεχώς νέα χρήματα – με αποτέλεσμα να διατηρούνται υψηλά τα επιτόκια δανεισμού.
Όταν υιοθετήθηκε το κοινό νόμισμα, η κατάσταση άλλαξε ριζικά – ειδικά στον τομέα των επιτοκίων. Με εξαίρεση την Ελλάδα λοιπόν, στην οποία μόνο ο δημόσιος τομέας εκμεταλλεύθηκε την πτώση των επιτοκίων αυξάνοντας το δανεισμό του, σε όλες τις υπόλοιπες χώρες αυξήθηκε κυρίως ο ιδιωτικός δανεισμός (τράπεζες, επιχειρήσεις, νοικοκυριά). Έτσι οδηγηθήκαμε στη σημερινή κρίση χρέους της Ευρωζώνης, η οποία οφείλεται στην υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα (πάντοτε με εξαίρεση την Ελλάδα) – σαν αποτέλεσμα της μη ισορροπημένης κατανομής ελλειμμάτων και πλεονασμάτων (άρθρο μας).
Στα πλαίσια αυτά, με σκοπό τη διάσωση του ιδιωτικού τομέα και κυρίως των τραπεζών, ο δημόσιος τομέας αναγκάσθηκε να «επωμισθεί» χρέη – με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος της Ιρλανδίας, για παράδειγμα, να ανέλθει στο 110% του ΑΕΠ της (θα συνεχίσει να αυξάνεται), από μόλις 30% πριν την κρίση (το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ισπανίας σήμερα απειλείται με κατάρρευση – αφού τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών υπολογίζονται στα 175 δις €, από «μόλις» 134,1 δις € το Νοέμβρη του 2011).
Η κρίση λοιπόν της Ευρωζώνης ήταν (είναι) το αποτέλεσμα των πολύ υψηλών ιδιωτικών χρεών, τα οποία τελικά εκβάλλουν στα δημόσια – μέσω της διάσωσης των τραπεζών, της ανεργίας, της ύφεσης κλπ.
Αντίθετα, η κρίση της Ελλάδας οφείλετο στο δημόσιο τομέα της – ενώ ο ιδιωτικός ήταν απόλυτα υγιής. Σύμφωνα όμως με την οικονομική θεωρεία, μία ιδιωτική κρίση χρέους είναι πολύ πιο δύσκολο να επιλυθεί, από μία κρίση δημοσίου χρέους – η οποία είναι πάρα πολύ εύκολη στην διαχείριση της, αφού αρκεί ο περιορισμός των δαπανών και η ορθολογική αύξηση της φορολόγησης.
Απλούστερα, τα χρήματα βρίσκονται μέσα στη χώρα, αλλά είναι λάθος κατανεμημένα – οπότε αρκεί η σωστή κατανομή τους, για να λυθεί το πρόβλημα. Στο παράδειγμα της Ελλάδας, γνωρίζοντας ότι το ιδιωτικό χρέος της είναι μόλις 170% του ΑΕΠ της, ενώ το δημόσιο 160% (συνολικό 330%), αρκεί να αυξηθεί το ιδιωτικό στα 250% (μέσω επενδύσεων των ιδιωτών σε κρατικές εταιρείες, ακίνητα κλπ.), για να περιορισθεί το δημόσιο στο 80% του ΑΕΠ της.
Η επίλυση μίας κρίσης ιδιωτικού χρέους είναι όμως πολύ πιο δύσκολη – αφού απαιτεί πλεονασματικά ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών (αύξηση των εξαγωγών, μείωση των εισαγωγών, εσωτερική υποτίμηση κλπ.), για μεγάλες χρονικές περιόδους. Η Γερμανία τα κατάφερε μετά το 2000 (τότε οι άνεργοι Γερμανοί ξεπερνούσαν τα 5 εκ.), μειώνοντας επί δέκα έτη τις αμοιβές των εργαζομένων της και αυξάνοντας τις εξαγωγές της, εις βάρος των «εταίρων» της. Εν τούτοις, αφενός μεν ήταν η μοναδική που το επεδίωκε τότε, αφετέρου δε συνέβη σε εποχή παγκόσμιας ανάπτυξης. Σήμερα οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές – όχι μόνο λόγω της υφιστάμενης παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά και επειδή είναι πολλές οι χώρες, οι οποίες πρέπει να προσπαθήσουν να λύσουν τα προβλήματα του ιδιωτικού χρέους τους, αυξάνοντας τις εξαγωγές τους εις βάρος των άλλων.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η κρίση χρέους της Ελλάδας είναι εντελώς διαφορετική, από την κρίση των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης. Η επίλυση της είναι εξαιρετικά εύκολη, ενώ τα περιουσιακά της στοιχεία είναι κατά πολύ υψηλότερα των οφειλών της. Δεν υπάρχει λοιπόν απολύτως κανένας λόγος εξόδου της από το Ευρώ ή διαγραφής χρεών εκ μέρους των πιστωτών της – στόχος των οποίων είναι, με τη βοήθεια του ΔΝΤ, η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας της (όπως συνέβη στην Τουρκία, όπου κατέρρευσαν όλα τα υφιστάμενα πολιτικά κόμματα και «διορίσθηκε» στην εξουσία η κυβέρνηση, η οποία τελικά ξεπούλησε τη χώρα της – άρθρο μας).
Αυτό που χρειάζεται η πατρίδα μας είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των οφειλών της (χρεολύσια), με μη τοκογλυφικά επιτόκια – ίσα με αυτά που προσφέρει η ΕΚΤ στις εμπορικές τράπεζες (1%). Επίσης οι επενδύσεις εκ μέρους του ιδιωτικού της τομέα, με στόχο την ανάπτυξη – γεγονός όμως που απαιτεί την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των Πολιτών στην Πολιτική, καθώς επίσης ένα σωστό, λειτουργικό και αποτελεσματικό επιχειρηματικό/φορολογικό πλαίσιο. Έχοντας την άποψη δε ότι, όλα τα παραπάνω είναι γνωστά σε όλους, ειδικά στη Γερμανία, στο ΔΝΤ και στην κυβέρνηση, δεν μπορούμε παρά να υποθέσουμε πως κάτι άλλο κρύβεται πίσω από τις προσπάθειες χρεοκοπίας της πάμπλουτης χώρας μας – δηλαδή, κάτι που δεν μπορεί να εξηγηθεί ή έστω να αιτιολογηθεί, με τη βοήθεια της οικονομικής επιστήμης.
Ολοκληρώνοντας οφείλουμε να συμπληρώσουμε ότι, η συνεχιζόμενη προσπάθεια ανακεφαλαιοποίησης των Ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είναι επίσης οι λιγότερο χρεωμένες στην Ευρωζώνη (20% του ΑΕΠ), με την έκδοση κοινών μετοχών, δεν έχει τελικό στόχο την κρατικοποίηση, αλλά την ιδιωτικοποίηση τους από τους ξένους εισβολείς – οπότε οφείλει να μας προβληματίσει η εικόνα των «κακών τραπεζιτών», με την οποία σκόπιμα «βομβαρδιζόμαστε». Τέλος, δεν υπάρχει κανένας λόγος να τρομοκρατούμαστε από μία ενδεχόμενη στάση πληρωμών – πόσο μάλλον αφού ήδη βιώνουμε συνθήκες χρεοκοπίας. Οι δανειστές μας υποχρεώνουν να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα (όπως και σε συνθήκες χρεοκοπίας), τα νέα δάνεια εξυπηρετούν μόνο την εξόφληση των παλαιοτέρων, ενώ είμαστε ήδη (και θα είμαστε) εκτός αγορών. Επομένως, δεν έχουμε κανέναν απολύτως λόγο να συνεχίσουμε να είμαστε το πειραματόζωο της Ευρώπης – πόσο μάλλον του ΔΝΤ και των διεθνών τοκογλύφων. Ας μην ξεχνάμε δε ότι, από την ενδεχόμενη διαγραφή των 100 δις € (άρθρο μας), τα 50 δις € περίπου είναι δικά μας – των Ελληνικών τραπεζών δηλαδή και των ασφαλιστικών μας ταμείων.
ΥΓ: Είναι ευνόητο το ότι, πριν εξαγοράσεις κάτι, κάνεις ότι μπορείς για να περιορίσεις/ελαχιστοποιήσεις την αξία του – έτσι ώστε να σου κοστίσει όσο το δυνατόν λιγότερα. Η αξία των περιουσιακών στοιχείων τώρα μίας χώρας, δημοσίων και ιδιωτικών (μετοχές, ακίνητα κλπ.), μειώνεται, όσο της ανήκουν, ανάλογα με τη μείωση των μισθών και εισοδημάτων των κατοίκων της – στον περιορισμό των οποίων συμβάλλει τα μέγιστα η σκόπιμη ύφεση, η ανεργία, οι χρεοκοπίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ο διασυρμός της. Είναι προφανής λοιπόν ο σκοπός των τελευταίων απαιτήσεων του ΔΝΤ – ενώ απορούμε σε σχέση με το ποιοι βουλευτές-εκπρόσωποι των Ελλήνων, θα ψηφίσουν υπέρ της λεηλασίας της Ελλάδας και των Πολιτών της, οι οποίοι τους εκλέγουν για να υπερασπίσουν τα συμφέροντα της πατρίδας τους.
* Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 05. Φεβρουαρίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος – σύμβουλος επιχειρήσεων, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει τέσσερα βιβλία, τα οποία διατίθενται on–line από το e–shop της ONEeditions.