Αρχείο κατηγορίας Τα εν Δήμω και με πράξεις

Τα εν Δήμω και με πράξεις

Γιατί τον Πελετίδη… στον καλλικρατικό Δήμο Πατρέων

Γιατί τον Πελετίδη…

Του Γιώργου Μάλφα*

Πολύ τον συμπαθώ αυτόν τον παλιομοδίτη κομμουνιστή. Στην όψη του έχει κάτι από την εντιμότητα και τη συνέπεια του παλιού αριστερού αγωνιστή που εξέλιπε. Ταυτισμένος στανικά με το κόμμα και το μονοπώλιο της αλήθειας, ναι. Με ιδιόλεκτο, ύφος και αισθητική αποπνικτικά κομματική, σύμφωνοι. Διαθέτει, όμως, κάτι γνήσιο, κάτι αληθινά αυθεντικό. Παλεύει γι’ αυτά που πιστεύει ο άνθρωπος, δεν υποκρίνεται. Καθαρή ματιά, πηγαία έκφραση. Ο καπιταλισμός λέγεται καπιταλισμός. Η εκμετάλλευση λέγεται εκμετάλλευση. Η αλλοτρίωση λέγεται αλλοτρίωση. Οι λέξεις δεν ορίζουν νοήματα, τη ζωή ορίζουν. Και ο γιατρός δεν παίζει με τις λέξεις.

Συνέχεια

Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΡΤΖΙΔΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΣ

Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΡΤΖΙΔΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΣ

Της Ελένης Πορτάλιου*

Portaliou-Eleni

Η ειλικρίνεια των θέσεων και της στάσης μας δοκιμάζεται στις οριακές καταστάσεις. Αυτή η βασική πεποίθηση ισχύει, πιστεύω, και στην υπόθεση του τραγικού θανάτου του 13χρονου αγοριού στο λούνα παρκ του δήμου Ελληνικού – Αργυρούπολης.

Τον δήμαρχο Χρήστο Κορτζίδη, τους αντιδημάρχους, τους δημοτικούς συμβούλους, τη δημοτική παράταξη και τους εργαζόμενους δεν τους γνωρίσαμε χθες. Πάνω από μια δεκαετία αποτελούν σπάνιο υπόδειγμα ευθύνης μιας αιρετής αρχής απέναντι στους δημότες που την εξέλεξαν και ευρύτερα απέναντι στους κατοίκους των παράλιων δήμων και της Αττικής. Όσοι ισχυρίζονται σήμερα ότι ο δήμαρχος Ελληνικού – Αργυρούπολης δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του επειδή δεν παραιτείται πρέπει, από τη μια, να γνωρίζουν ποιες ακριβώς είναι οι ευθύνες που αναλογούν στο δήμο και, από την άλλη, να μάθουν ή να θυμηθούν πόσες εκατοντάδες φορές αυτός ο εκπρόσωπος του λαού, με το ακατάβλητο φρόνημα και την απίστευτη ευγένεια και σεμνότητα, ανέλαβε ευθύνες πολύ πέραν αυτών που αναλογούν σ’ ένα δήμαρχο μαζί μ’ εμάς και στο όνομα όλων μας.

Συνέχεια

Εκ βαθέων … παραίτηση

Εκ βαθέων

Του Στέλιου Μαρίνη

 Είχα ένα όνειρο. Πίστευα ότι το κλειδί για να ανοίξεις τα μυαλά των μαθητών σου ήταν πρώτα να ανοίξεις τις ψυχές τους. Πίστευα ότι μπορεί να μη χρειαστούν ποτέ στη ζωή τους τη διακρίνουσα τριωνύμου, αλλά πάντα θα χρειάζονταν το διερευνητικό στοχασμό, την αυτοπειθαρχία, την αυτοεκτίμηση και το σεβασμό των άλλων. Πίστευα ότι αυτές οι αρετές δεν αποκτώνται με κουρίκουλουμ ούτε, βέβαια, με πλάνο για να βγει η ύλη, αλλά με προσέγγισή τους, με ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησής τους, με την καλλιέργεια εσωτερικών κινήτρων για την απόκτηση της γνώσης. Πίστευα ότι οι τελικές εξετάσεις δεν έχουν καμιά παιδαγωγική αξία, αφού δεν δίνουν περιθώριο βελτίωσης, αλλά απλώς κατατάσσουν τους μαθητές μέσω μιας κλίμακας που δεν λέει τίποτε.

Συνέχεια

Ένας αριστερός μπορεί να είναι πλούσιος;

Ένας αριστερός μπορεί να είναι πλούσιος;

Του Ακιλινό Μορέλ (Μετάφραση-παρουσίαση Θανάσης Γιαλκέτσης)*

Συστατικό στοιχείο της ταυτότητας της Δεξιάς είναι η οργανική συνάφειά της με τον κόσμο των «πλούσιων» και των «ισχυρών», η αιμομικτική σχέση ανάμεσα στην εξουσία και το χρήμα. Εγείρεται ωστόσο ένα ερώτημα που αφορά την Αριστερά. Ένα ερώτημα λεπτό: εκείνο της σχέσης με το χρήμα, καθώς και της σχέσης της ελίτ με τον λαό. Ένας πολιτικός της Αριστεράς μπορεί να είναι πλούσιος; Μπορεί να συνδέεται με προσωπικότητες του πλούτου;

Συνέχεια

Οι Τοπικές Κοινωνίες μπροστά στην αναζήτηση

  Οι Τοπικές Κοινωνίες μπροστά στην αναζήτηση Συλλογικών Οραμάτων και η Αυτοδιοίκηση

Του Αλέξανδρου Σταθακιού*

 

Τα 3,5 σχεδόν χρόνια των «μνημονίων» με την βαναυσότητα της ραγδαίας, σκληρής, αδυσώπητης λιτότητας που γνώρισε η Χώρα έφεραν το χειρότερο αποτέλεσμα που θα μπορούσαν να φέρουν.

Όχι δεν είναι κάτι που μπορεί να αναζητηθεί στην σφαίρα της οικονομίας της αγοράς. Είναι κάτι που αφορά και την ψυχική οικονομία του ανθρώπου. Οι συμπολίτες καθημερινά χάνουμε όλο και περισσότερο την εμπιστοσύνη μας σε κάθε αξία και διαδικασία συλλογικότητας, βυθιζόμαστε στην αυτοαναφορικότητα.

Είναι φυσικό μετά από αυτήν την «ολική βαράθρωση» προσώπων, οικογενειών, κοινοτήτων που για δεκαετίες είχαν εθιστεί στις ιδέες «της διαρκούς ανάπτυξης», «της σιγουριάς εντός του δυτικοευρωπαϊκού μοντέλου», «της ένταξης στον πολιτισμένο κόσμο». Ακόμα και κάποιος υποθέσει ότι ανιστόρητα υπήρχαν τέτοιες πεποιθήσεις, δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι κατά κανόνα τα παιδιά είχαν πιο αυξημένες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές δυνατότητες από τους γονείς τους, τουλάχιστον για 50 χρόνια στην Ελλάδα. Σχεδόν κάθε οικογένεια έζησε μια ιστορία «κοινωνικής ανόδου» από το τέλος του εμφυλίου, έως και λίγα χρόνια πριν τα «Μνημόνια», αν υποθέσουμε ότι η γενιά των Stage «πήρε μια γεύση» της διάψευσης των αυξημένων προσδοκιών λίγο νωρίτερα από την μεγάλη πτώση.

Γράφει ο καθηγητής Γ. Μαργαρίτης : «Τι θα έχουμε να πούμε στα παιδιά μας αύριο όσοι επιζήσουμε από ετούτη τη δοκιμασία; (….) Ότι δεχτήκαμε τη μοίρα μας σκυφτά όπως θα έκανε ο κάθε ηττημένος; Ότι χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ, αποδεχτήκαμε τον ανίδεο καπετάνιο και το βρόμικο καθεστώς που κρυβόταν πίσω από αυτόν;» (Γ. Μαργαρίτη, Οι «διαθέσιμοι» ή οι ναυαγοί της «Μέδουσας», – Εφημερίδα των Συντακτών, 14/10/13).

Σήμερα δεν ξεγυμνώνεται μόνο «το σύστημα» αλλά και ο άνθρωπος μπρος στον εαυτό του και τους άλλους. Είναι λογικό μετά από αυτή την περιπέτεια να μην εμπιστεύεται όχι μόνο τους άλλους, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Ανιχνεύει απ’ την αρχή το πλαίσιο συμμετοχής του σε κάθε συλλογική προσπάθεια. Χώροι όπως ο συνεταιρισμός, το συνδικάτο, το κόμμα, η τοπική αυτοδιοίκηση (οι πάλαι ποτέ ένδοξες «των Ελλήνων Κοινότητες»), του θυμίζουν «άδεια κουφάρια».. Τους πλησιάζει σαν να μπαίνει σε λαβωμένο από σεισμό κτήριο.

 Σε τούτο το σημείο-κλειδί παίζουν κακό ρόλο και «οι καλοθελητές του συστήματος»: Αυτοί που θέλουν να μας πείσουν ότι δεν αξίζει κάθε προσπάθεια ανατροπής, πως «όλοι ίδιοι είναι», «όλα θα αποτύχουν» και συνεπώς δεν αξίζει να έχουμε οράματα. Μετέρχονται κάθε τόπο, συκοφαντώντας καθένα και κάθε τι που μπορεί να δώσει το έναυσμα για νέα κινήματα, καινούργιες μορφές ενότητας των πολιτών.

«Το πιο βαθύ σκοτάδι», όμως «είναι πριν την αυγή». Μέσα από την πίκρα τους μα και τη σοφία της εμπειρίας, αρκετοί συγκλίνουν στο ότι ο ατομισμός δεν είναι η λύση, αλλά απαραίτητος όρος για να βγούμε από το σκοτάδι είναι η συλλογικότητα. Όμως δεν θέλουν να αναπαλαιώσουν σεισμόπληκτα κουφάρια. Αναζητούν την τομή: «Άμεση Δημοκρατία» ζητούσαν οι «αγανακτισμένοι», έστω κι αν τότε δεν μπόρεσαν να ιχνογραφήσουν το αίτημά τους. Πως δηλαδή θα μορφοποιηθεί αυτή η μεγάλη αλλαγή και από ποια «επί μέρους» θα συναπαρτίζεται;

Για το πιο δυναμικό τμήμα της κοινωνίας, η συλλογικότητα, που αναζητείται, εκφράζει κατ αρχήν την πληγωμένη αίσθηση δικαίου. Από το σημείο της κάθαρσης και πέρα όμως οι νέες προτάσεις οφείλουν να πυροδοτήσουν όλο το δυναμικό του ανθρώπινου ψυχισμού. Με τον τρόπο αυτό οι πολίτες θα αναλάβουν το ρίσκο της «πλήρους αναχώρησης» από το παλιό, σαθρό, ετοιμόρροπο, επιβλαβές, αλλά γνώριμο. Θα ξεκινήσουν να χτίζουν το νέο, το αναγκαίο όσο και οραματικό. Γι’ αυτό λοιπόν οι εκλογές για την Αυτοδιοίκηση αποτελούν ορόσημο.

Σημασία δεν έχει μόνο ποιος συνδυασμός θα κερδίσει. Θα είναι ήττα για την Κοινωνία αν νικήσει λέγοντας μεγάλα λόγια, ή κάνοντας τα κατάλληλα «ταξίματα», ή προσεγγίζοντας τις κατάλληλες ομάδες σε κοινωνικό ή τοπικό επίπεδο, η ακόμα βρίσκοντας τους κατάλληλους διαπλεκόμενους «χορηγούς»…

Είναι ορόσημο, γιατί είναι ευκαιρία να βρεθούν άνθρωποι από διαφορετικούς χώρους και τόπους να ψηλαφίσουν τις δυσκολίες, ακόμα και το τέλμα, να το καταδείξουν με γόνιμο τρόπο.

Να βασανιστούν πολύ με μελέτη, διάλογο, ανάληψη δράσης και αξιολόγησης της δράσης να καταλήξουν σε χειροπιαστό μοντέλα, ολοκληρωμένου αποχωρισμού από καθετί που πέθανε και σε τοπικό επίπεδο. Για ό,τι διασώζεται να προτείνουν την γιατρειά.

Να δείξουν τους στόχους, να δεσμευτούν για άμεσες προτεραιότητες.

Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα χρειαστεί πολύς κόπος και χρόνος και καρτερία για να φτάσουν μέχρι την μέση των στόχων.

Γνωρίζοντας επίσης ότι θα συγκρουστούν με πολλά συμφέροντα, θα γίνουν δυσάρεστοι σε δυνατούς και ίσως λαβωθούν προσωρινά, αλλά θα έχουν την ομάδα τους για να προστρέξουν.

Σε τοπικό επίπεδο το χτίσιμο του νέου μπορεί να είναι λιγότερο αγωνιώδες και περισσότερο απτό.

Η συλλογικότητα μπορεί και πρέπει να βρει έναν βηματισμό για να βουλεύεται και να δρα σε ένα δύσκολο τοπίο.


* Ο Αλέξανδρος Σταθακιός είναι εκπαιδευτικός, Στέλεχος Πρόληψης Εξαρτήσεων, Συνδικαλιστής, Μέλος ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ ΣΑΜΟΥ

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Σαμιακόν Βήμα» της 21-10-2013. Το είδα: Πέμπτη, 24 Οκτωβρίου 2013, http://manolis-vasileias.blogspot.gr/2013/10/blog-post_205.html?spref=fb

Πάτρα: Για το σιδηροδρομικό δίκτυο,…

Για το σιδηροδρομικό δίκτυο, την υπογειοποίηση και την πολιτική βούληση (κυβέρνησης και ημετέρων)

Του Χρήστου Πατούχα*

Πότε θα φτάσει το σιδηροδρομικό δίκτυο στην Πάτρα; Θα οδεύσει η σιδηροδρομική γραμμή κατά μήκος της Δυτικής Πελοποννήσου, θα συνδεθεί με την πόλη της Καλαμάτας, όπως κουτσά στραβά υπήρχε μέχρι τώρα;

Θα υπάρξει, κατά μήκος του κεντρικού πολεοδομικού ιστού, υπογειοποίηση της σιδηροδρομικής γραμμής;

Συνέχεια

Τρέχα σύντροφε…

 Τρέχα  σύντροφε…

 

Του Άρη Χατζηστεφάνου

 

 

Μια ημέρα στο μπλόκο της Ιερισσού αρκεί για να καταλάβεις ότι οι «αντικειμενικές συνθήκες» είναι εδώ

Απόγευμα μιας Πέμπτης στο μπλόκο της Ιερισσού. Με καθυστέρηση αρκετών μηνών (και μόνη δικαιολογία ότι άλλοι, ικανότεροι στο ρεπορτάζ, συνάδελφοι είχαν καλύψει το θέμα) φτάνω για πρώτη φορά στο «γαλατικό χωριό» προσκεκλημένος σε μια εκδήλωση για τις ιδιωτικοποιήσεις.

Η πρώτη εικόνα μου προκαλεί σοκ: Ηλικιωμένες κυρίες κάθονται γύρω από ένα βαρέλι με φωτιά, σχεδόν όπως καθόμασταν στις μαθητικές καταλήψεις των αρχών της δεκαετίας του 90. Το «νούμερό» τους τελειώνει σε λίγες ώρες και θα της αντικαταστήσουν στη «σκοπιά» οι πιο νέοι κάτοικοι της πόλης.

Μέχρι στιγμής όλα είναι όπως τα είχα φανταστεί. Με μια μικρή διαφορά. Πάνω από το μπλόκο κυματίζει μια μεγάλη ελληνική σημαία και δίπλα της μια κιτρινόμαυρη με τον δικέφαλο αετό. Ένα κύμα αμηχανίας με κατακλύζει. Θα έρθει κανείς σε μια εκδήλωση όταν μάλιστα οργανώνεται από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά; Υπάρχει κοινή γλώσσα επικοινωνίας με κάποιον που φυλάει σκοπιά κάτω από το σύμβολο της ορθοδοξίας;

Κι όμως οι κάτοικοι της Ιερισσού θα φροντίσουν να διαψεύσουν κάθε ανησυχία μας. Η πλατεία είναι ασφυκτικά γεμάτη με κόσμο που κάθεται μέχρι τέλους για να συζητήσουμε ιδέες και απόψεις που σε άλλες στιγμές μπορεί να θεωρούνταν απόλυτα ριζοσπαστικές. Όταν μάλιστα τους λέμε να κάνουν κουράγιο και να μην ανησυχούν για τους συμπολίτες τους που συνελήφθησαν από την αστυνομία σχεδόν μας πάιρνουν απ' τα μούτρα: «Μη φοβάσαι εμάς. Εμείς δεν υποχωρούμε» μου λέει μια κυρία.

Φεύγοντας, και ενώ ξαναπερνώ από το μπλόκο με το δικέφαλο αετό, μου έρχονται στο μυαλό αποσπάσματα από το βιβλίο του Χαριτόπουλου για τον Άρη Βελουχιώτη: για τις συμμαχίες του με απλούς παπάδες και τον σεβασμό του για τη διαφορετική κοσμοθεωρία των ανθρώπων – αυτών που τελικά τον στήριξαν μέχρι τέλους, όταν η ηγεσία του κόμματός του τον εγκατέλειπε. Αναζητώντας τις συμμαχίες της Αριστεράς ξεχάσαμε τις συμμαχίες με τον κόσμο.

Θυμήθηκα την Ιερισσό όταν το 90% των εκπαιδευτικών ψήφισαν «ναι» στην απεργία, σε πείσμα της κυβέρνησης των ΜΜΕ, αλλά και της κοινοβουλευτικής αριστεράς.

Ίσως ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία άνθρωποι διαφορετικών πολιτικών και ιδεολογικών καταβολών δεν ήταν τόσο πρόθυμοι να συγκρουστούν με την κυβέρνηση με ριζοσπαστικούς όρους που πάντα οραματιζόταν η Αριστερά. Και ίσως ποτέ άλλοτε αυτή η Αριστερά δεν ήταν τόσο «λίγη» για να τους εμπνεύσει και να εμπνευστεί από αυτούς. Τρέχα σύντροφε, οι αντικειμενικές συνθήκες σε κυνηγούν.

Άρης Χατζηστεφάνου

 

ΠΗΓΗ: UNFOLLOW Ιούνιος 2013. Το είδα: http://info-war.gr/2013/06/…. B5

Επόμενη Βουλή: Συντακτική ή αναθεωρητική;

Συντακτική ή αναθεωρητική;

 

Του Γιώργου Κατρούγκαλου

"Θα είμαστε το σφυρί ή το αμόνι;"

 

Ξεκίνησε ήδη η συζήτηση στην «αυγή» γύρω από το χαρακτήρα που θα πρέπει να έχει η επόμενη βουλή, με την ευκαιρία της πρότασης που έχω διατυπώσει στο πρόσφατο βιβλίο μου «κρίση και διέξοδος» και επανέφερα με την ομιλία μου στην επιτροπή για τις αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό σύστημα του ΣΥΡΙΖΑ, στις 21/2/2013. Το ξεκίνημα δεν έγινε με τους καλύτερους όρους, δεδομένου ότι ο συνάδελφος Δημήτρης Χριστόπουλος στο άρθρο του στα «ενθέματα» της περασμένης Κυριακής (3/3) με τίτλο «η αβάσταχτη ελαφρότητα του συνταγματικού βερμπαλισμού» επέλεξε να αρθρογραφήσει κυρίως με χαρακτηρισμούς (περί «ελαφρότητας», «ανούσιας φλυαρίας» κ.λπ.) παρά με επιχειρήματα.

Προφανώς, καθένας μας διαλέγει το ύφος και το ήθος που θέλει να τον προσδιορίζουν. Φοβάμαι… όμως ότι ο αρθρογράφος δεν έχει καταλάβει την άποψή μου, με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνει και τι γράφει προς αντίκρουσή της.

«H αναθεωρητική βουλή είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί τη διαδικασία αναθεώρησης που προβλέπει το ισχύον σύνταγμα. Αντιθέτως, στη συντακτική βουλή ο λαός ξαναγίνεται κυρίαρχος και θέτει εξαρχής νέο σύνταγμα, χωρίς καμιά νομική δέσμευση»

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά, και για τους αναγνώστες που δεν είναι συνταγματολόγοι. Ποια είναι η διαφορά της αναθεωρητικής από τη συντακτική διαδικασία;

Με απλά λόγια, η αναθεωρητική βουλή είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί τη διαδικασία αναθεώρησης που προβλέπει το ισχύον σύνταγμα. Αυτό συμβαίνει διότι στη «συντεταγμένη» πολιτεία, όλες οι εξουσίες (άρα και η αναθεώρηση) «ασκούνται όπως ορίζει το σύνταγμα». Αντιθέτως, στη συντακτική βουλή ο λαός ξαναγίνεται κυρίαρχος και θέτει εξαρχής νέο σύνταγμα, χωρίς καμιά νομική δέσμευση. Προφανώς αυτό συνιστά εξαιρετικό ιστορικό γεγονός που συμβαίνει μετά από μείζονες πολιτικές κρίσεις, συνήθως – αλλά όχι αναγκαστικά – μετά από επαναστάσεις ή πολέμους. Η δε δημοκρατική νομιμοποίηση του εγχειρήματος ολοκληρώνεται τις περισσότερες φορές με την αποδοχή του νέου συντάγματος με δημοψήφισμα.

Σε συνθήκες βαθιάς κρίσης όπως η σημερινή το πώς θα χαρακτηριστεί η επόμενη βουλή ένα κυρίως πράγμα σηματοδοτεί: τι χαρακτήρα θα έχει η έξοδος από την κρίση. Θα πρόκειται για τομή ή για συνέχεια; Το δίλημμα «αναθεωρητική ή συντακτική», για παράδειγμα, το είχε αντιμετωπίσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1910. Ελπίζοντας ότι θα κατευνάσει το παλάτι, επέλεξε την αναθεωρητική, χωρίς να αποφύγει όμως έτσι τον εθνικό διχασμό. Αντιστρόφως, το 1975 η τότε βουλή θέσπισε ένα εντελώς νέο σύνταγμα σε σχέση με αυτό του 1952 και ήταν, συνεπώς, συντακτική. Βαφτίστηκε, παρ' όλα αυτά, Δ' αναθεωρητική από τον Κ. Καραμανλή, ώστε να θεωρηθεί η τρίτη ελληνική δημοκρατία ως απλή προέκταση του προδικτατορικού πολιτικού συστήματος, ενόψει και της διάχυτης -και τότε!- προοπτικής ενός ριζοσπαστικού αναπροσανατολισμού της.

Αντιθέτως, ο πρόεδρος Ντε Γκολ (De Gaulle) το 1958, μεσούσης της αλγερινής κρίσης (κατά πολύ ελάσσονος της σοβούσας σήμερα στη χώρα μας), επειδή ακριβώς ήθελε να σηματοδοτήσει τη ριζική αλλαγή σελίδας από την τέταρτη στην πέμπτη γαλλική δημοκρατία, θέσπισε ένα εντελώς νέο σύνταγμα. Για τον ίδιο λόγο, γυρίσματος πολιτικής σελίδας, πλήρους «restart» του πολιτικού συστήματος, ο λαός της Ισλανδίας επέλεξε το 2012 ένα νέο σύνταγμα, ως θεσμική έξοδο από την κρίση.

«O παλαιοκομματισμός θα αντιδράσει λυσσαλέα στην προοπτική κατάργησης της νομιμοποιητικής βάσης της εξουσίας του. Εδώ βρίσκεται και το πραγματικό στοίχημα: θα γίνει δυνατό το νέο σύνταγμα να θεσπισθεί " από κάτω", με την ευρύτερη συμμετοχή του λαού, όπως στην Ισλανδία

Συνεπώς, το βασικό πολιτικό ερώτημα είναι το εξής: βλέπουμε τον εαυτό μας ως συνέχεια του παλαιοκομματικού συστήματος που καταρρέει, ή ως το πολιτικό υποκείμενο για την υπέρβασή του; Θέλουμε να είμαστε εξωραϊστές του παλιού ή δημιουργοί του νέου;

Σε απόκρουση της αυτονόητης απάντησης στο βασικό αυτό ερώτημα (για όποιον θέλει να θεωρείται αριστερός) ο συγγραφέας προβάλλει τα εξής τρία, αλληλένδετα αντεπιχειρήματα:

Πρώτον: το σύνταγμα είναι που φταίει για την κρίση; Αν όχι, γιατί να το αλλάξουμε;

Δεύτερον: δεν είναι δυνατό να προωθηθούν «μια σειρά επιβεβλημένες αλλαγές, στις οποίες συγκατανεύει ένα μείζον τμήμα του πολιτικού συστήματος» χωρίς καν συνταγματική αναθεώρηση;

Τρίτον: δεδομένου του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων και της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, μήπως «πάμε για μαλλί και βγούμε κουρεμένοι»;

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι σαφής. Είναι αλήθεια ότι η κρίση δεν είναι δημιούργημα του συντάγματος. Το αντίθετο: οι μνημονιακές πολιτικές αποτελούν συστηματική καταστρατήγηση του, συνιστούν ένα πραγματικό «παρασύνταγμα». Είναι όμως επίσης αλήθεια ότι το σύστημα θεσμών που εγκατέστησε το σύνταγμα αυτό, λόγω της γενικευμένης απονομιμοποίησής του, βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία προς την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Δεν έχει περιθώρια βελτίωσης, μόνο ανατροπής.

Το δεύτερο επιχείρημα προβάλλει ανάγλυφα τις πολιτικές διαφορές που έχουμε με τον αρθρογράφο: εγώ, σε αντίθεση με αυτόν, θεωρώ ότι οι αλλαγές στις οποίες «συγκατανεύει το μείζον τμήμα του πολιτικού συστήματος», με άλλα λόγια οι δυνάμεις του παλιού, δεν είναι αυτές που έχουμε ανάγκη. Αντιθέτως, θεσμοί άμεσης δημοκρατίας, αναγκαίοι για τον αναπροσανατολισμό του πολιτεύματος, όπως η ανακλητότητα των βουλευτών, η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία για ψήφιση νόμων ή διεξαγωγή δημοψηφίσματος, δεν χωρούν στη θεσμική μήτρα του συντάγματος του 1975.

Η απάντηση στο τρίτο ερώτημα είναι ακόμη πιο εύκολη. Μόνο η συμμετοχή στην αναθεωρητική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε συνταγματική παλινδρόμηση, όχι η πρόταση για συντακτική βουλή. Και τούτο γιατί είναι προφανές ότι η παρούσα κυβερνητική πλειοψηφία όχι απλώς δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για καμιά προοδευτική αλλαγή, αλλά θα επιχειρήσει την πλήρη συνταγματοποίηση του φιλελευθερισμού (καθιέρωση του «χρυσού κανόνα» για τον ασφυκτικό περιορισμό των κρατικών ελλειμμάτων, κατάργηση του άρθρου 16 για την δωρεάν δημόσια παιδεία και του άρθρου 106 για τον κρατικό παρεμβατισμό κ.λπ). Για τον λόγο αυτό και η αριστερά οφείλει να απέχει από τη διαδικασία αναθεώρησης που θα ξεκινήσει τον Ιούνιο, μια που τίποτα καλό δεν μπορεί να βγει από αυτή.

Αντιθέτως, η συντακτική συνέλευση είτε θα προκύψει κινηματικά, μέσω μιας νέας κοινωνικής πλειοψηφίας, με καταλύτη την αριστερά, είτε δεν θα υπάρξει καθόλου. Είναι σαφές ότι ο παλαιοκομματισμός θα αντιδράσει λυσσαλέα στην προοπτική κατάργησης της νομιμοποιητικής βάσης της εξουσίας του, που συνεπάγεται το αίτημα για νέο σύνταγμα. Εδώ βρίσκεται και το πραγματικό στοίχημα: θα γίνει δυνατό, όπως έγινε στην περίπτωση της Ισλανδίας, το νέο σύνταγμα να μη θεσπισθεί «από πάνω», αλλά από κάτω, με την ευρύτερη συμμετοχή του λαού;

«Είναι σωστό πως αλλάζοντας το σύνταγμα, δεν αλλάζει η κοινωνία. Ίσα-ίσα, το αντίθετο: μόνον αλλάζοντας την κοινωνία, οδηγώντας τη να συμμετέχει μαζικά στη συζήτηση για το τι θεσμούς και το τι σύνταγμα θέλουμε, μπορούμε να πετύχουμε συνταγματική αλλαγή»

Ο Δ. Χριστόπουλος υποστηρίζει ότι είναι «αφόρητος ναρκισσισμός και συνάμα επικίνδυνος ιδεαλισμός να νομίσει κανείς ότι δια του συντάγματος αλλάζει η κοινωνία». Πρόκειται ακριβώς για το αντίθετο: μόνο αλλάζοντας την κοινωνία, οδηγώντας τη να συμμετέχει μαζικά στη συζήτηση για το τι θεσμούς και το τι σύνταγμα θέλουμε, μπορούμε να πετύχουμε και την αλλαγή του τελευταίου.

Θυμίζω, για όσους δεν το ξέρουν, ότι στην Ισλανδία το σχέδιο συντάγματος δεν συντάχθηκε από μια παραδοσιακή συντακτική συνέλευση, αλλά με την ευρύτερη συμμετοχή του λαού, με τη βοήθεια και τη χρήση των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας και δικτύωσης, από το πρώτο βήμα (μια λαϊκή συνέλευση αποτελούμενη από χίλιους πολίτες, διαλεγμένους με κλήρο, όπως στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία) ως το τελευταίο (έγκριση με δημοψήφισμα).

Εάν η επόμενη βουλή έχει προοδευτική πλειοψηφία, το θέμα του νέου συντάγματος και η αμεσοδημοκρατική διαδικασία με την οποία αυτό θα συνταχθεί θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο δημοψηφίσματος, ώστε ο λαός κυριαρχικά να αποφασίσει.

Σε μας απομένει να διαλέξουμε τι ρόλο θέλουμε να παίξουμε σε όσα έρχονται. Θα είμαστε το σφυρί ή το αμόνι;

* Ο Γιώργος Κατρούγκαλος διδάσκει συνταγματικό δίκαιο στο δημοκρίτειο πανεπιστήμιο Θράκης

ΠΗΓΗ: Από την "Αυγή" μέσω "tvxs.gr". Το είδα: Παρασκευή, 15 Μαρτίου 2013, http://eleftheri-ellada.blogspot.gr/2013/03/blog-post_15.html

Καταναλωτισμός, περιβάλλον, κοιν. & αλληλέγγυα οικονομία

Καταναλωτισμός, περιβάλλον, κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία

 

Του Πάνου Τότσικα

 

Από τα μέσα της δεκαετίας του '80, θεώρησα σκόπιμο να συμμετέχω σε όσες πρωτοβουλίες κινήσεις, επιτροπές πολιτών που αγωνίζονταν για …την προστασία των ελεύθερων χώρων, του αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος, των δασών και των ορεινών όγκων της Αττικής.

Μέσα απ' αυτή την διαδικασία και εμπειρία, συνειδητοποίησα ότι «αντίπαλος» δεν ήταν μόνο όσοι διαχειρίζονταν την κεντρική ή την τοπική εξουσία, όχι μόνο τα εκάστοτε σχέδια «ανάπτυξης» και «αξιοποίησης» που προωθούνταν από κυβερνητικά κόμματα και δημοτικά σχήματα, πλειοψηφούντα ή μειοψηφούντα, αλλά και ένας μεγάλος αριθμός συμπολιτών μου, σχετικά βολεμένων με την υπάρχουσα κατάσταση, που διεκδικούσαν, υποτίθεται, καλύτερη «ποιότητα ζωής».

Οι συμπολίτες μου αυτοί, έχοντας περιπέσει σε κατάσταση καταναλωτικής υστερίας, δεν δίσταζαν να αγοράζουν πράγματα ελάχιστα ή καθόλου αναγκαία γι' αυτούς, με αποτέλεσμα να γεμίζουν οι ντουλάπες τους, τα πατάρια, οι αποθήκες και να μην ξέρουν που να βάλουν πια τα άχρηστα γι' αυτούς πράγματα, τα …. οποία επιπλέον δεν είχαν και εμπορική αξία, ώστε να τα μεταπουλήσουν.

Ακόμη, αρκετοί από τους συμπολίτες μου, διεκδικούσαν το δικαίωμα να καταναλώνουν τον δημόσιο χώρο της πόλης για να εξυπηρετήσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα. Έτσι δεν δίσταζαν να καταλαμβάνουν δημόσιους χώρους σε πεζοδρόμια και πλατείες, παρκάροντας το όχημά τους ή επεκτείνοντας το μαγαζί τους, δεν δίσταζαν να καλύπτουν αυθαίρετα ημιυπαίθριους χώρους, βεράντες και μπαλκόνια, πρασιές, ισόγειους και υπόγειους χώρους, υποβαθμίζοντας τις συνθήκες διαβίωσης των γειτόνων τους αλλά και της πόλης συνολικά. Επίσης, δεν δίσταζαν να χτίζουν αυθαίρετα σπίτια σε δασικές περιοχές, ακόμη και σε καμένες και κηρυγμένες αναδασωτέες περιοχές, δεν δίσταζαν να καταπατούν παραλιακούς χώρους και να περιορίζουν την ελεύθερη πρόσβαση προς τη θάλασσα.

Και όλα αυτά δεν τα έκαναν μόνο κάποιοι που ανήκαν στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, αλλά, σε διαφορετικό βαθμό βέβαια, και κάποιοι που ανήκαν στις μεσαίες και κατώτερες. Συνήθως, για λόγους απληστίας οι πρώτοι, μαγκιάς οι δεύτεροι και επιβίωσης οι τρίτοι (ή με ένα δικό του "κοκτέϊλ" ο καθένας).

Και τότε ήρθε η «κρίση». Για πολλούς, αυτό σήμαινε μείωση του καταναλωτικού τους επιπέδου. Μείωση της δυνατότητας να καταναλώνουν εμπορεύματα που δεν τα είχαν ανάγκη, για κάποιους, αλλά και αδυναμία κάλυψης βασικών βιοποριστικών αναγκών, για κάποιους άλλους. Και τότε εμφανίστηκε το φαινόμενο της προσφοράς ,της αναδιανομής και της επανάχρησης μεταχειρισμένων ειδών και αντικειμένων πρώτης ανάγκης: Εκκλησίες και δημοτικές υπηρεσίες παραλαμβάνουν είδη που προσφέρονται από όσους δεν τα χρειάζονται και τα διανέμουν σε όσους τα χρειάζονται, οι οποίοι τα επαναχρησιμοποιούν. Έτσι βολεύονται όλοι: Και αυτοί που αδειάζουν οι ντουλάπες τους από περιττά πράγματα, και αυτοί που έχει μειωθεί το εισόδημά τους σε βαθμό που αδυνατούν να αγοράσουν ακόμα και τα αναγκαία.

Και ενώ η κατανάλωση ειδών πρώτης ανάγκης έχει εκ των πραγμάτων περιοριστεί, η κατανάλωση του δημόσιου χώρου, του αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος συνεχίζεται ακάθεκτα, από τα μεγάλα, τα μεσαία και τα μικρά συμφέροντα:

Την ίδια στιγμή, ανατρέπεται η όποια νομοθεσία προστασίας του περιβάλλοντος που υπήρχε μέχρι σήμερα και δίνεται η δυνατότητα στους επίδοξους ιδιώτες «επενδυτές» να κάνουν ό,τι θέλουν, όπου θέλουν, υπερβαίνοντας τον ισχύοντα χωροταξικό σχεδιασμό.

Την ίδια στιγμή, ξένες και ελληνικές κοινοπραξίες ετοιμάζονται να κατασπαράξουν τον χώρο του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού και την παραλία του Αγίου Κοσμά αντί πινακίου φακής, όπως και άλλους παραλιακούς χώρους στο Σαρωνικό, όπως και τη Βόρεια Κέρκυρα, τη Νότια Ρόδο και τόσες άλλες περιοχές.

Την ίδια στιγμή εξαθλιωμένοι οικονομικά πολίτες αλλά και αδίστακτοι κερδοσκόποι, αποτελειώνουν τους εναπομείναντες δασικούς χώρους, κόβοντας και πουλώντας για καυσόξυλα τα δέντρα που απέμειναν από τις πυρκαγιές και τους εμπρησμούς.

Ακόμη, ο Αρχιεπίσκοπος προωθεί την προσωρινή παραχώρηση δημόσιας γης που διεκδικείται από την εκκλησία σε ακτήμονες για καλλιέργεια, «με την προϋπόθεση να αρθούν οι ισχύοντες εκ της νομοθεσίας περιορισμοί», δηλαδή να αποχαρακτηριστεί και να μην θεωρείται πλέον ως δημόσια και, σε πολλές περιπτώσεις, δασική..

Ως συμπέρασμα, θα μπορούσαμε να πούμε: Μέχρι πρότινος, θεωρούσαμε ως κεντρικό το ζήτημα της υπεράσπισης των δημόσιων, ελεύθερων αστικών και περιαστικών χώρων από τα «μεγάλα συμφέροντα» αλλά και από την καταναλωτική υστερία κάποιων συμπολιτών μας, με ότι αυτή συνεπάγονταν.

Σήμερα, δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για «κρατική αδράνεια» «κυβερνητική αδιαφορία» και «ανεπάρκεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης». Σήμερα μπορούμε πλέον να μιλάμε για συνειδητό ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, για συνειδητή καταστροφή του εναπομείναντος φυσικού περιβάλλοντος, για συνειδητή συγκάλυψη του συντελούμενου εγκλήματος από τους κυβερνώντες αλλά και πολλούς διαχειριστές της τοπικής εξουσίας.

Σήμερα που θίγεται οικονομικά και ο λεγόμενος «μεσαίος χώρος», οι φωνές για την προστασία του περιβάλλοντος, μειώνονται ακόμη περισσότερο.

Πολλοί από αυτούς που μέχρι πρότινος ανήκαν στην «μεσαία τάξη», βρίσκονται μαζί με αυτούς που πάντα ανήκαν στην «κατώτερη τάξη» στην ίδια λίστα ή ουρά για το συσσίτιο, στην ίδια ουρά για να πάρουν μια σακούλα με τρόφιμα ή ρούχα. Βρίσκονται στο ίδιο δασάκι για να κόψουν ξύλα για να ζεσταθούν.

Αυτό σημαίνει ότι διευρύνεται το μέτωπο των «από κάτω»; Ναι αλλά προς πια κατεύθυνση; Να ανακτήσουμε το χαμένο καταναλωτικό μας επίπεδο ή να αναζητήσουμε ένα νέο μοντέλο κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας; Που δεν θα στηρίζεται στην φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη όσων έχουν διατηρήσει το καταναλωτικό τους επίπεδο συμμετέχοντας στην εκμετάλλευση των ανθρώπων και της φύσης, αλλά θα στηρίζεται σε μια οικονομία ελεγχόμενη άμεσα από τους ίδιους τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, χωρίς μεσάζοντες κερδοσκόπους.

Το ζητούμενο είναι μια νέου τύπου κοινωνική οργάνωση που θα έχει ως υπόβαθρο την κοινωνική δικαιοσύνη και την Άμεση Δημοκρατία.

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στον Δρόμο της Αριστεράς το Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012. Το είδα: Παρασκευή, 18 Ιανουαρίου 2013, http://kostaskordatos.blogspot.gr/2013/01/blog-post_2589.html

Οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής

Οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής

 

Του Λευτέρη Κουσούλη

 

Υπάρχουν δίπλα μας.

Ζουν ανάμεσά μας.

Ανώνυμοι.

Εργάζονται αθόρυβα και μυστικά.

Μυστηριακά και μυσταγωγικά.

Με υπομονή και αυταπάρνηση.

Εργάτες της προσφοράς και της σχέσης.

Η προσφορά είναι το σταθερό και αμετάτρεπτο σύνορό τους.

Η αλληλεγγύη τους είναι έμπρακτη αναγνώριση και σεβασμός του άλλου.

Είναι η βιωμένη σχέση τους με τους άλλους.

Είναι το άλας της γης.

Ανάμεσά τους δάσκαλοι, καθηγητές, νοσοκόμες, γιατροί, κοινωνικοί λειτουργοί, οδοκαθαριστές, εθελοντές κοινωνικής δράσης, ιερείς σε καθημαγμένες ενορίες.

Είναι οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής.

Οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής «μαθητεύουν στη σιωπή. Θλίψη και μοναξιά δεν γνωρίζουν. Έχουν συντρόφους την ελπίδα και τα όνειρα».

Οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής δεν περιμένουν αγάλματα «στην πλατεία της Λήθης».

 

26-10-2012