Αρχείο κατηγορίας Θρησκευτική αγωγή εν μέσω συγχίσεων

Σε εποχή που όλα μετατρέπονται σε θρησκείες από τους εμπορευματοποιημένους φορείς των εξουσιαστών, ο δρόμος της αγωγής είναι δύσβατος

Γράμμα στους μαθητές: Γιορτή 3 ιεραρχών

Γράμμα στους μαθητές: Γιορτή 3 ιεραρχών*

Του Γιώργου Μάλφα**

 
 
 

Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Γρηγόριος ο Θεολόγος: τρεις φωτεινές προσωπικότητες ανταμώνουν στον κοινό τόπο της αγιότητας.
Γίνονται θέματα σχολικών εργασιών στο μάθημα των θρησκευτικών, αντικείμενο κηρυγμάτων απ’ τον άμβωνα, άλλοθι βολικής αργίας στις 30 του Γενάρη…
Συμπιέζεται η αγιότητα να χωρέσει σε βιβλία και ομιλίες, σε αργίες και επετείους και πάντα μας διαφεύγει.

Τους «Προστάτες της Παιδείας και των Γραμμάτων» τιμά ράθυμα και υποκριτικά η δημόσια εκπαίδευση, σε μια συγκυρία φέτος άκρως συγκρουσιακή. Η δωρεάν δημόσια παιδεία που ποτέ δεν ήταν δωρεάν και σε λίγο δεν θα ‘ναι  δημόσια στο μάτι του κυκλώνα.

Ποιος, αλήθεια, γιορτάζει και γιατί σήμερα; Αξίζει να απαντηθεί αυτή η διερώτηση.

Αποτολμώ μια κρίση, αποδέχομαι την κριτική: Νομίζω πως χάσκει μετέωρη μπροστά στην απαξίωση του σχολείου η επίκληση της προστασίας των Τριών Ιεραρχών.

Ποιο όραμα παιδείας και ποια πρόταση ζωής εμπνέει το μαθητή, το δάσκαλο και το γονιό; Ποιο πρότυπο ανθρώπου διαπλάθουμε στην Ελλάδα σήμερα; Τι σχέση μπορεί να έχει  η άσκηση στην αλήθεια της ζωής που μας υπέδειξαν με τη ζωή τους οι τιμώμενοι Ιεράρχες, με την καθημερινότητα  του σχολείου που βιώνουμε;

Από την αγωγή στην παιδεία και την εκπαίδευση, από την εκπαίδευση στην εξειδίκευση και από κει στην απασχόληση. Φαύλος ο κύκλος, ανακυκλώνει αδιάκοπα τη ζωή σαν επιβίωση.

Αγαπημένη μου μαθήτρια, αγαπημένε μου μαθητή
Τούτα τα χρόνια της σχολικής σου διαδρομής συμμετέχεις σ’ έναν  αγώνα ανελέητο. Σ’ έναν πρωταθλητισμό ακραίων επιδόσεων. Δυνατότερα, ψηλότερα, γρηγορότερα!

Ενοχλητικά μονότονα και απειλητικά επαναλαμβάνεται η συμβολή των γονιών, των συγγενών και των δασκάλων σου:  «Τώρα κρίνεται το μέλλον σου, πρόσεξε!» Άδικο δεν είναι; Να κρίνεται το όλον της ζωής σε κάποιες εξετάσεις που θα δώσεις στα δεκαεπτά σου χρόνια;

Άδικο δεν είναι; Να κλειδώνεται το μέλλον με επαγγελματικές επιλογές της οικογένειας στα δεκατέσσερά σου χρόνια; Η δοκιμασία σου επώδυνη και οι απαιτήσεις δυσβάσταχτες. Συνθλίβεται η ψυχή και το κορμί σου, στα πιο ευαίσθητα, στα πιο όμορφα χρόνια, αυτά της εφηβείας. Ο πιο σκληρά εργαζόμενος είσαι, σύμφωνα με τις μετρήσεις. Ξεκινάς τη μέρα σου με  ανιαρό επτάωρο στη σχολική αίθουσα, συνεχίζεις με ένα απαιτητικό απόγευμα στο φροντιστήριο, για να καταλήξεις εξουθενωμένος αργά το βράδυ στο σπίτι για το διάβασμα της επόμενης ημέρας.

Οι γονείς αυτά τα χρόνια στο πλευρό σου. Σε ρόλο σπόνσορα, να ποντάρουν πάνω σου όλα τα απωθημένα τους όνειρα. Ο μύθος της δωρεάν παιδείας άτρωτος στο χρόνο, στρεβλώνει τις έννοιες,  υποκλέπτει κατάφωρα τη ζωή. Ας πληρώνει ο πατέρας και η μάνα απ’ το υστέρημα. Ή τώρα ή ποτέ…

Σφύζουν από ζωή τα φροντιστήρια. Άψογες τεχνικές επίλυσης ασκήσεων που προπονούν εργαλειακά τον υποψήφιο. Να περάσει τον πήχη, να πιάσει την επιθυμητή βάση μορίων, να επιτύχει… Η αγωγή στα αζήτητα, η σπουδή αποσπασματικά τεμαχισμένη και τοποθετημένη σε κουτάκια για τις ανάγκες  των εξετάσεων.

Θυμάμαι τον περασμένο Οκτώβρη, που συμμετείχες στην κατάληψη του σχολείου μας ενώ το φροντιστήριο συνέχιζε απρόσκοπτα.

Χωρίς ενοχές και ψευδαισθήσεις για τις χαμένες ώρες που με βόλεψαν ανέλπιστα, σε ρώτησα τότε γιατί δεν έκανες κατάληψη και στο φροντιστήριο.
 
Για σκέψου, πρωτότυπη ιδέα!»
– «Στο φροντιστήριο δάσκαλε πληρώνω!» μου απάντησες. Και όλη η αλήθεια των λόγων σου εξαντλούνταν αποστομωτικά και κυνικά μπροστά στο ταμείο την ώρα της καταβολής των διδάκτρων.

Σε βλέπω τα βράδια να γυρνάς αποκαμωμένος στους δρόμους με την τσάντα στον ώμο, να περιμένεις στη στάση του λεωφορείου, χαζεύοντας αφηρημένα στο κενό της προσμονής, και μετά να διασκεδάζεις την πλήξη σου –  χαριτωμένα είν’ η αλήθεια – με περιπαικτικούς αστεϊσμούς και χειρονομίες σε βάρος ανυποψίαστων επιβατών.

Θα ανταμώσουμε το άλλο πρωί στο σχολείο. Θα μπω στην τάξη για μάθημα τις τελευταίες ώρες του προγράμματος, όταν θα έχουν προηγηθεί τα μαθήματα  κατεύθυνσης. Θα ‘σαι κουρασμένος και δεν θα ‘χεις όρεξη για τίποτα. Τότε θα σε προκαλέσω αμήχανα σε θεολογική κουβέντα για τα μικρά και τα μεγάλα: για τον πλούτο και τη φτώχια, για την ειρήνη και τον πόλεμο, για τα διλήμματα της βιοηθικής, για τον έρωτα, τη σεξουαλικότητα και τον γάμο, για το νόημα της ζωής και του θανάτου. Αλλά εσύ θα είσαι ήδη αλλού… Κι εγώ θα πασχίζω απογοητευμένος να ανταποκριθώ στα ελάχιστα της παιδαγωγικής μου υποχρέωσης. Μου απομένει, ευτυχώς, να διαβάζω με κλεφτές ματιές ευαίσθητα στιχάκια γραμμένα πάνω στο θρανίο σου. Να χαίρομαι τούτη την έκπληξη και να απορώ! Από πού να ξεμύτισε, άραγε, τόση τρυφερότητα στο ζοφερό σκηνικό μιας τόσο άχαρης διαδικασίας; Να ‘σαι καλά!

Αγαπημένε μου μαθητή, αγαπημένη μου μαθήτρια
Συγχώραμε  για τη στενάχωρη κριτική, για τον κοινότοπο προβληματισμό που μόλις προηγήθηκε. Τούτο το σχολείο που μας πονά και το πονάμε, το κρίνουμε με αυστηρότητα γιατί το αγαπάμε. Είμαστε σάρκα από τη σάρκα του. Προσπάθησα μόνο να σου πω, ότι οι Τρεις Ιεράρχες που σήμερα ψευδεπίγραφα τιμάμε δεν χωρούν στις τελετές μας. Οι βάσεις των μορίων, οι περιζήτητες σχολές, τα επαγγέλματα υψηλής απορρόφησης, οι πρώτοι των πρώτων στις Πανελλαδικές…, όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα του κόσμου των Ιεραρχών μας. Εκτός ύλης δηλαδή. Ασφυκτιά το όραμα ζωής των Αγίων μας στις προσχηματικές αντιπαραθέσεις για το 3,5 % του ΑΕΠ για την παιδεία, στο οποίο η κοινωνία χρεώνει όλη την κακοδαιμονία του σχολείου της, τη στιγμή που το όραμά της για τη ζωή  βρίσκεται στο 0%!

Δεν πιστεύουμε σε τίποτα  και πουθενά. Απουσία νοήματος στην προσωπική και κοινωνική μας ζωή. Πασχίζουμε να καλύψουμε το κενό στις δομές και στο περιεχόμενο ενός σχολείου που προπαγανδίζει την ατομική επιβίωση του «εγώ ελπίζω να τη βολέψω!».

Που ζυγιάζει την αξία των παιδιών μας με μέτρα και σταθμά που κονταίνουν το μεγαλείο του προσώπου τους.

Κραυγαλέο παράδειγμα «αποτυχίας» η πορεία ζωής των τριών Ιεραρχών!
Και εξηγούμαι… Ήταν και οι τρεις γόνοι ευκατάστατων κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά οικογενειών. Κάτοχοι αξιοζήλευτης παιδείας και καλλιέργειας που εκπλήσσει ακόμη και σήμερα. Στις καλύτερες σχολές και δίπλα στους αρίστους των δασκάλων της εποχής τους σπουδάζουν τα πάντα: ρητορική, φιλοσοφία, θεολογία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική. Και στο απόγειο αυτό εγκαταλείπουν τα πάντα πίσω τους: τιμητικά καθηγητικά καθήκοντα, προσοδοφόρα δικηγορία και ρητορική, περίφημα εκκλησιαστικά αξιώματα. Αρνούνται τον κόσμο του πλούτου, της δόξας και της εξουσίας. Αποσύρονται στην έρημο επιλέγοντας τη σκληρότατη άσκηση, μορφώνουν εκεί τον έσω άνθρωπο, δοκιμάζουν τις αντοχές της σχέσης τους με το Θεό, σπουδάζουν με αίμα και δάκρυα τη ζωή του Πνεύματος.

Και επιστρέφουν κατόπιν στον κόσμο αδειάζοντας την αγάπη τους. Μοιράζουν την περιουσία τους στη φτωχολογιά  και γίνονται:

Ø      Όχι δάσκαλοι, αλλά μαθητές, που μαθητεύουν με ταπείνωση στον πόνο και την ανέχεια, τη θλίψη και τη στέρηση, τον πειρασμό και τα πάθη των ανθρώπων

Ø      Όχι  δεσπότες, αλλά επίσκοποι και πατέρες, που διακονούν το μυστήριο του όλου ανθρώπου και οδηγούν με έργα θυσίας και καθαρή προσευχή το «λογικό ποίμνιο» που τους εμπιστεύθηκε η Χάρη του Θεού στην αγκαλιά Του.

Ακατανόητη η ζωή των Τριών Ιεραρχών για τις αξίες του πολιτισμού μας, μετεξεταστέα στη διαδικασία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού μας συστήματος, που τους «σεμνύνεται» ως προστάτες του.

Μήπως δεν έχει και τόση σημασία τελικά; Πάντοτε έτσι δεν ήταν; Τα κριτήρια επιτυχίας του κόσμου,  κριτήρια αποτυχίας για την αγιότητα και αντιστρόφως. Από τη μια, η αυτάρκεια της επιτυχίας που δεν ελπίζει σε τίποτε. Από την άλλη, η αποτυχία που έχει χάσει τα πάντα και ψάχνεται να δώσει κι άλλα. Το σχολείο μας, πάει καιρός τώρα, που έχει επιλέξει…

Χρόνια μας  πολλά!


Γενάρης 2007
 
 
 
* Το αρχικό κείμενο είχε τίτλο: ΓΙΑ ΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  ΣΗΜΕΡΑ.

** Ο Γιώργος Μάλφας είναι καθηγητής θεολόγος σε σχολεία της  περιοχής της Πάτρας. Δημοσιεύεται με δική του συναίνεση.

ΠΗΓΗ: Posted on Ιανουαρίου 30, 2009 by manitaritoubounou, http://manitaritoubounou.wordpress.com/2009/01/30/gramma-ma8ites-giorti-3ierarxwn-gmalf-1/

ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Του Πρωτοπρ. Γεωργίου Α. Μεταλληνού*

 
 
 

Μια ιθύνουσα μορφή τού πολιτικού μας κόσμου μού υπέβαλε μια μέρα το ερώτημα: «Πως είναι δυνατόν, τόσο παθητικά, εν είδει ταπεινής θεραπαινίδος, να συνεργασθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση με το NATO και την παγκόσμια Υπερδύναμη στη διάπραξη τού ειδεχθούς εγκλήματος στο Κόσσοβο; Πού είναι η "κουλτούρα" της και ο Χριστιανισμός της;». Η απορία αυτη τού εκλεκτού συνομιλητού μου προϋποθέτει αυτό, που επανειλημμένα στα τε¬λευταία δέκα χρόνια τονίζουμε:

Η παρουσία μας στην Ενωμένη Ευρώπη (και μέσω αυτής στη «Νέα Τάξη», που οργανώθηκε και διευθύνεται από την προέκταση της Ευρώπης, τις Η.Π.Α.), δεν είναι πρωταρχικά πρόβλημα οικονομικό και πολιτικό, αλλά πολιτιστικό και πνευματικό. Στην Ε.Ε. κρίνεται ο πολιτισμός μας, η Ιστορική συνέχεια ή ασυνέχειά μας. Η παλαιά κοραϊκή θέση για την ταύτιση τού πολιτισμού μας με τον δυτικοευρωπαϊκό, που την οικειοποιήθηκαν και την προπαγανδίζουν οι ενσαρκωτές τού ιδίου πνεύματος, δεν αντέχει επιστημονικά και στην πιο καλόπιστη κριτική.
Ορθόδοξος και Ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι «μεγέθη αλληλοαποκλειόμενα» και όχι «αλληλοσυμπληρούμενα» (βλ. την ομότιτλη μελέτη μου δημοσιευμένη το 1996 από την Ι. Μητρόπολη Ηλείας). Είναι δε γνωστό, ότι καρδιά τού πολιτισμού είναι η παιδεία, ως καλλιέργεια και διάπλαση – διαμόρφωση τού όλου ανθρώπου, ο οποίος στη συλλογική πραγμάτωσή του παράγει τον πολιτισμό του, ως οργάνωση και διευθέτηση τού κοινωνικού χώρου, σύμφωνα με το περιεχόμενο της ψυχής του. Κατά τον γνωστό διπλωμάτη και Ιστορικό των πολιτισμών ARNOLD ΤΟΥΝΒΕΕ «ψυχή τού πολιτισμού είναι ο πολιτισμός της ψυχής».
Από τα ευρωπαϊκά κείμενα, κυρίως τα αναφερόμενα σε θέματα παιδείας, φαίνεται ότι επιδιώκεται βαθμιαία καθολική ενιαιοποίηση, που είναι δυνατή με τη δημιουργία ενιαίας πολιτικής, πολιτιστικής και ιστορικής συνείδησης. Αυτά σημαίνουν: ενιαία πολιτική σύλληψη και δράση, ένταξη σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο – και αυτό είναι το δυτικοευρωπαϊκό (πρβλ. τα υποστηριζόμενα από τον καθηγητή SAMUEL HANTINGTON) και νέα ανάγνωση και γραφή της ευρωπαϊκής Ιστορίας για την ενιαία κατανόησή της.
Γι' αυτό δεν γίνεται ευχάριστα δεκτός ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός, που είναι ο πολιτισμός σύνολης της Ορθοδοξίας, διότι αναιρεί αυτόχρημα όλες τις ευρωπαϊκές πραγματώσεις από τον Καρλομάγνο και εξής. Η Χώρα μας δε, εκπροσωπεί και εκφράζει τον ορθόδοξο κόσμο αυτή τη στιγμή στην Ε.Ε. Παρά δε τις ατομικές ασυνέπειες και προσωπικές παρεκκλίσεις, συλλογικά εκφράζουμε ακόμη τον πολιτισμό της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ενσαρκώνοντας σε πολλά σημεία ένα άλλο τρόπο σκέψης, λόγου και πράξης. Και αυτό είναι ακριβώς, που δεν μπορούν να ανεχθούν οι αρχιτέκτονες τού συγχρόνου ευρωπαϊκού πολιτισμού και της νέας παγκόσμιας πραγματικότητας («παγκοσμιοποίηση»).
Θεμελιακά συστατικά τού ελληνορθόδοξου πολιτισμού είναι:
α) Η ισορροπία των σχέσεων με τον Θεό, τον συνάνθρωπο και τον εαυτό μας, σε ένα τρισορθογώνιο σύστημα βιωματικής αναφοράς, που συνιστά την ακεραιότητα και ενότητα τού ανθρωπίνου προσώπου, όπως φαίνεται στην περίπτωση τού «Αγίου», που είναι το βιοκοινωνικό πρότυπο της Ορθοδοξίας. Το ήθος αυτό διαμορφώνεται στη Θεία Λειτουργία, τη συνισταμένη τού πολιτισμού μας: Οι λειτουργικές φράσεις «Άνω σχώμεν τας καρδίας», «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα», «αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα...», είναι οι συντεταγμένες αυτής της συνείδησης, που οδηγεί σε ανάλογο ήθος.
β) Η υπέρβαση της θρησκείας και της θρησκειοποίησης της Πίστεως, ως τρόπου υπάρξεως. Παράλληλα, υπέρβαση και της (καντιανής) καθηκοντολογίας. Η πίστη είναι η αναφορά όλου τού ελληνορθόδοξου πιστού στην Άκτιστη Θεία Χάρη και η συνεχής ζήτηση χάρης. Όχι με τη θρησκευτική έννοια της δοσοληψίας, που είναι ταυτόχρονα μαγική (DO, UT DES), αλλά ως βίωση και έκφραση της συνειδήσεως, ότι «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» (Πράξ. 17,28) και ότι «χωρίς Αυτού ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15,5).
γ) Η προτεραιότητα της καρδιάς, όχι μόνο ως πηγή συναισθήματος και τρυφερών ανθρωπίνων αισθημάτων, αλλά ως κέντρου της υπάρξεως, στο οποίο συντελείται η κοινωνία με τη θεϊκή Χάρη, που παράγει το Χριστοειδές Έθος (Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιόν» του περιγράφει την αγιοπνευματική λειτουργία της καρδίας). Η κάθαρση της καρδίας από τα πάθη δεν είναι μόνον η αφετηρία τού αγώνα τού Ρωμηού για τη θέωση, τον απόλυτο σκοπό της υπάρξεώς του, αλλά και για τη δυνατότητα κοινωνίας αγαπητικής με τους «άλλους», τους συνανθρώπους. Στο πανηγύρι ή το γλέντι του ο Ρωμηός εύχεται: «καλή καρδιά», που παραπέμπει στον αναστάσιμο ύμνο «εν καθαρά καρδία σε δοξάζειν». Χωρίς «καθαρή καρδιά» – «καλή» – φιλόθεη δηλαδή και φιλάνθρωπη καρδία δεν είναι δυνατόν να συμπηχθεί αυθεντική διανθρώπινη κοινωνία.
Ένα περίφημο χριστιανικό κείμενο τού β' αι., «Ο Ποιμήν τού Ερμά», λέγει ότι πρέπει να παύσουμε να είμεθα «λίθοι στρογγυλοί» και να γίνουμε «λίθοι τετράγωνοι», για να μπορέσουμε να συμπήξουμε θεοκεντρικήν κοινωνίαν. Αυτό ακριβώς επιδιώκει – και προτείνει ως μοντέλο της εν Χριστώ κοινωνικής ύπαρξης – ο Μοναχισμός μας. Το μοναστικό κοινόβιο είναι το πρότυπο των Κοινοτήτων μας. Σ' αυτό η μαρξιστική αρχή «ο καθένας προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του και απολαμβάνει ανάλογα με τις ανάγκες του» αποδεικνύεται χριστιανική-ορθόδοξη πράξη πολλούς αιώνες προ τού Μαρξ. Αυτό το πνεύμα της ανιδιοτέλειας εκφράζει η ελληνική παροιμία: «Κάμε το καλό και ρίξ' το στο γυαλό» – μοναδική μ' αυτή τη μορφή, που ανάγει τη σκέψη στον κυριακό λόγο «μακάριον εστί διδόναι μάλλον ή λαμβάνειν» (Πράξ. 20, 35). Είναι η πνευματική μήτρα, που γεννά ανά τους αιώνες το ελληνικό ολοκαύτωμα, που είναι η εκούσια αυτοθυσία για τους άλλους. Θερμοπύλες, Αλαμάνα, Μανιάκι, Κούγκι, Ζάλογγο, Αρκάδι είναι οριακές στιγμές τού ελληνικού ολοκαυτώματος. Το ελληνικό όμως ολοκαύτωμα περνά μέσα από τον αυτοβιασμό της φύσεως ως άσκηση (Ματθ. 11,12), για να καταρρεύσει «η αυτοκρατορία των ενστίκτων», και ο εγγενής στην ελληνικότητα α¬τομισμός να μετατραπεί, όπως και συμβαίνει, σε κοινωνιοκοατικό ατομισμό.
Αυτό φανερώνει η ρητορική ευχή τού Έλληνα: «Δεν με κάνουν μια μέρα πρωθυπουργό;» Το συμπλήρωμα της φράσης είναι: «για να λύσω τα προβλήματα τού Έθνους» και όχι: «για να κατασυλήσω το δημόσιο ταμείο...». Αυθεντικός Ελληνορθόδοξος άνθρωπος είναι ο Άγιος, ο εν Χριστώ «καλός κάγαθός» ελληνικός άνθρωπος, το αρχετυπικό πρότυπό μας, που μεταδώσαμε κάποτε και στην προκαρλομάγνεια Ευρώπη.
Αυτά ήσαν τα δομικά συστατικά και τού ευρωπαϊκού πολιτισμού ως την εκφράγκευσή του, που ολοκληρώθηκε τον 11ο αιώνα. Η δυτική Ιστορική επιστήμη, σεβόμενη τον εαυτό της, ελεύθερη εν πολλοίς και όχι εξαρτώμενη ή γραικυλίζουσα, όπως η δική μας, λέγει τα πράγματα με το όνομά τους. Έστω και αν η θεώρηση της ιστορικής πορείας της Δύσεως περνά μέσα από το αναπόφευκτο δυτικό VORVER-STAENDNIS (εσωτερικό πρίσμα ερμηνείας), η έκθεση των πληροφοριών των πηγών γίνεται με καθαρότητα και σαφήνεια. Έτσι, και ένας ορθόδοξος ερευνητής, που έχει πατερικά κριτήρια, μπορεί να επανερμηνεύσει τις θέσεις της δυτικής ιστοριογραφίας, με τις δικές του προϋποθέσεις (κριτήρια), που δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να διαθέτει ο δυτικός (παπικός ή προτεστάντης) ερευνητής.
Μόνο οι δικοί μας, που ως δυτικόφρονες A PRIORI είναι ξένοι προς την ελληνορθόδοξη παράδοση και – το χειρότερον – την απορρίπτουν ασυζητητί (τελείως αντιεπιστημονικά), αποφεύγουν να ασχολούνται με τις δυτικές εξελίξεις στο χώρο της εκκλησιαστικής και θεολογικής αναπτύξεως, ίσως και διότι αδυνατούν να κατανοήσουν τα πράγματα. Ο δυτικός μεσαιωνολόγος όμως γνωρίζει, ότι χωρίς γνώση της Θεολογίας είναι αδύνατη η ενασχόληση με αυτή την κρίσιμη στην Ιστορία της Ευρώπης περίοδο. Ο έλληνας μεσαιωνολόγος – ακόμη και βυζαντινολόγος – σχεδόν κατά κανόνα επιμένει να αγνοεί την θεολογία, και μάλιστα την πατερική, χάνονται έτσι τη (μόνη) δυνατότητα κατανοήσεως και ερμηνείας τού χώρου του, που γι' αυτή την περίοδο (για μας ως το 1922) κινείται γύρω από τον άξονα της εκκλησιαστικής πραγματικότητας και θεολογίας. Τα λέγω αυτά, δια να δείξω ποιο είναι το αδύνατο σημείο της επιστήμης μας. Το 1994 εξεδόθη στην Οξφόρδη διδακτορική διατριβή τού JAMES RUSSEL με θέμα: «ΤΗΕ GERMANISATION (= εκφράγκευση) of Early Medieval Christianity».
Τα κύρια στοιχεία της ελληνορθόδοξης αγωγής, που συνοπτικά εξεθέσαμε παραπάνω, εσώζοντο και εκηρύσσοντο σ' Ανατολή και Δύση μέσω των αυθεντικών χριστιανών, των Αγίων. Η Ανατολή, μάλιστα, επί πολλούς αιώνες, ήταν η πνευματική μητέρα και τροφοδότρια της δυτικής χριστιανικής κοινωνίας (EX ORIEΝΤΈ LUX). Υπήρχε ως το σχίσμα μία κενωτική διαδικασία με κίνηση από την Ανατολή προς τη Δύση και με φορείς μεγάλους ελληνορθόδοξους πατέρες και θεολόγους που επηρέασαν ευεργετικά τη Δύση όπως ο άγιος Ειρηναίος, επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών) β' αι., Μ. Αθανάσιος (ο' αι.), άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος (ε' αι.), ως τους αγίους έλληνες αυταδέλφους Μεθόδιο και Κύριλλο (θ' αι.). Ακόμη και ο δυτικός την καταγωγή άγιος Ιερώνυμος (δ'-ε' αι.), ως ελληνοτραφής, μετείχε σ' αυτή την εκπολιτιστική διαδικασία. Ο μόνος πατέρας, που έμεινε έξω απ' αυτήν (ως πρώην μανιχαίος και νεοπλατωνιστής) ήταν ο ι. Αυγουστίνος (ε' αι.), που άθελά του έγινε το θεμέλιο της φραγκικής θεολογίας στο ζήτημα τού FILIOQUE και τού «προορισμού» (PRAEDESTINATIO). Από τον Αυγουστίνο, που κήρυττε  το «CREDO, UT INTELLIGAM» (πιστεύω, για να καταλάβω = μεταφορά της Θεολογήσεως στο χώρο της διανόησης), ως τον Καρτέσιο (+1650), πατέρα τού «COGITO, ERGO SUM» (διανοούμαι, άρα υπάρχω = ταύτιση της υπάρξεως με τη λογική λειτουργία και κίνηση προς την απολυτοποίησή της) διαμορφώνονται οι «πνευματικές» προϋποθέσει της Δυτικής Ευρώπης και συγχρόνως τα θεμέλια της ευρωπαϊκής παιδευτικής λειτουργίας. Η κορύφωση, δηλ. η θεοποίηση, της RATIO/RAISON θα λάβει χώρα σε μια συμβολική τελετουργική πράξη τού τέκτονος Ροβεσπιέρρου (1793), που θα τιμηθεί ως θεότητα η «Θεά Λογική» (RAISON) στο πρόσωπο μιας γυμνής πόρνης, πάνω στην «αγία τράπεζα» της Παναγίας των Παρισίων. Είναι ίσως η μόνη φορά στην ιστορία, που ταυτίζονται σημειολογικά σημαίνον και σημαινόμενον…
Έτσι φθάσαμε στον ανθρωπισμό (HUMANISMUS) της PAX ΑMERICANA και τού NATO, ως και στην «ανθρωπιστική βοήθεια» των κ.κ. CLARKE και SEY. Είναι ο δρόμος, που πέρασε από τον Καρλομάγνο, την Ι. Εξέταση, τους Σταυροφόρους, τον Ναπολέοντα, τον Χίτλερ, τον Στάλιν. Είναι όμως, ταυτόχρονα, και το παράγωγο μιας παιδείας, που έχασε την αγιοπνευματική λειτουργία της καρδιάς και έδωσε μοναδική προτεραιότητα στον «ορθό λόγο» (RAISON), που θεολογεί και διανοείται ή μυείται στην τέχνη, αλλά ταυτόχρονα διατάζει και την εξόντωση αθώων, όπως συνέβαινε με τους χιτλερικούς στρατιωτικούς – καλλιτέχνες και όπως συνέβη πρόσφατα στο γειτονικό μας Κόσσοβο. Αυτή την απάντηση έδωσα στον εκλεκτό συνομιλητή μου!
Η διαμόρφωση της Δύσεως συνετελέσθη με τη θρησκειοποίηση της Πίστεως, αφού χάθηκε ο αγιοπνευματικός ρόλος της καρδιάς. Η Πίστη παύει να λειτουργεί θεραπευτικά και καταντά «θρησκεία», όπως την περιγράψαμε παραπάνω. Βέβαια, αυτό συνέβη εν πολλοίς και στην δική μας κοινωνία (πρβλ. τις «Δοξολογίες»), αλλά η διαφορά είναι, ότι δεν «θεσμοθετήθηκε» η διαστροφή, κάτι που έγινε δυστυχώς στη Δύση, όπου συνήθως η αλλοτρίωση προσλαμβάνει σωτηριολογική σημασία (πρβ. τον παπικό θεσμό). Η θρησκειοποίηση οδήγησε πρώτα στην «εξορία τού υπερβατικού» από την ενδοκοσμική πραγματικότητα. Από τον Δεϊσμό (DEISMUS) και το «δόγμα» του «DEUS CREATOR, SED ΝΟΥ GUBERNATOR» (Ο Θεός δημιουργός, αλλ' όχι κυβερνήτης τού κόσμου) έφθασε η δυτική κοινωνία στη σύγχρονη «θεολογία τού θανάτου τού Θεού» (αυτή η διαδικασία πέρασε από τη «φυσική θρησκεία» τού Διαφωτισμού -θρησκεία της RAISON – στον NITSCHE, «θάνατος τού Θεού»).
Η εκκοσμίκευση τού δυτικού Χριστιανισμού (που μεταδίδεται επικίνδυνα και στη δική μας κοινωνία) είναι η συνέχεια της «εκλογίκευσης» και «εκνομίκευσης» της Πίστης. Ο μεγάλος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ περιγράφει με δύναμη αυτές τις εξελίξεις και στο διάλογο Χριστού – Ιεροεξεταστή (αδελφοί Καραμάζωφ), καταλήγοντας με τη φοβερή δια¬πίστωση: «Ο καθολικισμός της Ρώμης είναι χειρότερος από τον αθεϊσμό» διότι «κηρύττει ένα διαστρεβλωμένο Χριστό, ένα Χριστό αντίθετο τού Χριστού. Κηρύττει τον Αντίχριστο» (Ο Ηλίθιος, Ο, VIII). Έτσι όμως νοθεύονται και τελικά χάνονται οι ελληνορθόδοξοι προκαρλομάγνειοι παιδευτικοί στόχοι: «καινός εν Χριστώ άνθρωπος» (ο Θεούμενος-Άγιος) και «καινή εν Χριστώ πολιτεία» (κοινωνία). Είναι η κοινωνία των Πράξεων, τού «ην αυτοίς άπαντα κοινά» (Πράξ. 4, 32) και τού «ομοθυμαδόν» (Πράξ. 2,1), τού «εν ενί στόματι και μια καρδία» (Θ. Λειτουργία. Η νομική – δικανική αναφορά στο Θεό θα γίνει κινητήρια δύναμη της φεουδαρχικής – ρατσιστικής φραγκοτευτονικής κοινωνίας, που θα γεννήσει, έστω και αντιθετικά, την αστική νοοτροπία και την φυσική συνέχειά της, τους σοσιαλισμούς, ως τον μαρξιστικό κομμουνισμό. Όλα αυτά είναι μια συνεχής αλυσιδωτή διαλεκτική διαδικασία, που γεννώνται στην αποορθοδοξοποιημένη Δύση και μεταφέρονται («εισάγονται») και στην ορθόδοξη Ανατολή, ως τοκετοί όμως ξένων ωδίνων. Ο ευρωπαίος άνθρωπος (παιδαγωγούμενος) μυείται στο πνεύμα της ιδιοτέλειας (HOMO OECONOMICUS) και στη συνεχή ζήτηση αποτελεσματικότητας και ευδαιμονίας.
Στην ευδαιμονιστική τάση βρίσκουν χώρο εξάπλωσης και τα ναρκωτικά, μετά τον κορεσμό τού πανσεξουαλισμού. Και αυτό ισχύει, φυσικά, και για το εκδυτικισμένο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Ο εκκλησιαστικός χώρος κυριεύεται από το πνεύμα της ζήτησης εξουσίας με όλες τις παρομαρτούσες συμπεριφορές. Το Παπικό Κράτος (κέντρο και παράδειγμα κάθε απολυταρχίας) είναι «χριστιανισμός άλλου είδους» («Είναι το Βατικανό εκκλησία;» ρωτούσε ρητορικά ο μακαριστός αρχιεπίσκοπός μας Σεραφείμ. Τραγικό θύμα ο δυτικός άνθρωπος, που κατάντησε «ρομπότ», κατά τον μακαριστό π. Ιουστίνο Πόποβιτς, όπως διεκτραγωδήθηκε ρεαλιστικά με τον ανθρωπάκο των «MODERN TIMES», από τον διαισθανθέντα την αλλοτρίωση τού δυτικού άνθρωπου μεγάλο CHARLY CHAPLIN. Ο δυτικός άνθρωπος αυτοϋποδουλώθηκε στην τεχνολογία του, και συνεχίζει τώρα να αυτοϋποδουλώνεται στην επιστήμην του (πρβλ. τη Βιοτεχνολογία σ' όλο το φάσμα της).
Το πρόβλημα της ευρωπαϊκής παιδείας επικεντρώνεται, συνεπώς, στη νοηματοδότηση των ανθρωπίνων. Η απομάκρυνση από το νόημα, που δίνουν στην παιδεία οι Άγιοι τού ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου, οδήγησε σε μια ευρωπαϊκή παιδεία «άλλου τύπου», τα θλιβερά αποτελέσματα της οποίας ζούμε όλοι μας. Και το νοηματικό περιεχόμενο της ελληνορθόδοξης παιδείας μπορεί να συνοψισθεί στα ακόλουθα σημεία:
1) Δεν είναι απλή εκπαίδευση, μύηση δηλαδή τού ανθρώπου σε μια αναπαραγόμενη γνώση, που τον καθιστά γρανάζι της κρατικής μηχανής (ον παραγωγικόν). Είναι αγωγή τού ανθρώπου (άνθρωπον άγειν – κατευθύνειν στο παιδαγωγικό πρότυπο του ελληνορθόδοξου ανθρώπου, τον θεάνθρωπον). Αυτό είχε κατά νουν ο ι. Χρυσόστομος, όταν έλεγε: «πάντα δεύτερα ηγείσθω της προνοίας των παίδων». Αυτό εννοούσε και ο Ευριπίδης: «όταν κρηπίς μη καταβληθή γένους ορθώς, ανάγκη δυστυχείν τους εκγόνους» (Ηρακλής μαινόμενος, 1261). Η διαχρονικότητα δε, που δίνει η ελληνορθοδοξία στη νοηματοδότηση της παιδείας φαίνεται στο λόγο των νεωτέρων Αγίων μας, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αμαρτάνετε πολύ να τα αφήνετε (τα παιδιά σας) αγράμματα και τυφλά, και μη μόνον φροντίζετε να τους αφήνετε πλούτη και υποστατικά, και μετά τον θάνατό σας να τα τρων και να σας πισολογούν (= να σας τα «ψέλνουν» κιόλας). Καλύτερα να τα αφήνετε φτωχά και γραμματισμένα, παρά πλούσια και αγράμματα».
2) Είναι παιδεία θεοκεντρική, στα όρια της ορθόδοξης πατερικότητας. Η Θεοκεντρικότητα είναι η κατακόρυφη δοκός τού σταυρού της αγιότητος. Η οριζόντια είναι η αδελφικότητα και φιλανθρωπία. Κατά τον I. Χρυσόστομο, «ει τους παίδας επαιδεύομεν φίλους είναι τω Θεώ, πάντα αν ανεπήδησε τα λυπηρά και μυρίων απηλλάγη κακών ο βίος ο παρών».
3) Σκοπός της δεν είναι η πολυμάθεια, αλλά η διαμόρφωση ήθους ελληνορθόδοξου.
4) Στόχος της είναι η ορθή ένταξη στην αδελφική κοινωνία. Η σωτηρία περνά από τη στάση έναντι τού συνανθρώπου. Δεν είναι δυνατόν να σωθεί κανείς, «ειμή δια τού πλησίον», λέγουν οι Πατέρες μας.
5) Μεταδίδει τη δική της φιλοσοφία ζωής, που εκφράζεται ως ιεράρχηση των ανθρωπίνων. Μ. Βασίλειος: «υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου». Ι. Χρυσόστομος: «Οδίτης ει, ου πολίτης» (= είσαι οδοιπόρος, όχι μόνιμος στη γη).
6) Ως ελληνική η παιδεία της παραδόσεώς μας «ζητεί την αλήθεια», ως φιλοσοφία. Και η ζητούμενη «σοφία» είναι η ένσαρκη Παναλήθεια, ο Ιησούς Χριστός, ως το πλήρωμα της Αλήθειας. Η ρίζα τού προβλήματος είναι, συνεπώς, στην ουσία της ελληνικότητας, που παρέλαβε η Δύση (αναγέννηση). Ποια σχέση έχει η ελληνικότητα της Ευρωπαϊκής αναγέννησης με τη «ζήτηση της αλήθειας», ώστε να μπορεί ο ευρωπαίος άνθρωπος να φθάσει στην «ενσαρκη Παναλήθεια»; Αυτή την ελληνικότητα και τη δυναμική της θεωρεί αστασίαστο στοιχείο της ελληνορθόδοξης παιδείας ο Πατροκοσμάς: «Η Εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσης τα Ελληνικά, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα, που ομολογεί η Εκκλησία μας». Η ελληνομάθεια, συνεπώς, είναι αναγκαία, διότι βοηθεί στην προσέγγιση της χριστιανικής αγωγής: «Από το σχολείον – γράφει σ' άλλο σημείο – μανθάνομεν, το κατά δύναμιν, τι είναι Θεός, τι είναι η αγία Τριάς, τι είναι άγγελοι, τι είναι αρχάγγελοι, τι είναι δαίμονες, τι είναι παράδεισος, τι είναι κόλασις, τι είναι αμαρτία, τι αρετή. Από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι (…) ο τίμιος γάμος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί (σώμα)• τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν».
Αυτά τα λόγια τού αγίου Κοσμά περιγράφουν την ουσία τού ελληνορθόδοξου σχολείου και το περιεχόμενο της προσφερόμενης από αυτό παιδείας. Αυτή είναι η παιδεία μας, αλλά και η παιδεία της αρχαίας ενωμένης Ευρώπης. Την παιδεία αυτή, ως «ανάμνηση», ανάδυσή της δηλαδή στη σημερινή ευρωπαϊκή πραγματικότητα, είναι χρέος μας να προτείνουμε στη σημερινή Ενωμένη Ευρώπη των απογόνων τού Καρλομάγνου. Με την προϋπόθεση βέβαια, ότι την έχουμε εμείς, ή, τουλάχιστον, αγωνιζόμεθα να την ξαναβρούμε. Διαφορετικά η Ευρώπη «ουκ αν λάβοι παρά τού μη έχοντος»! Έχουμε άρα τη δυνατότητα να προσφέρουμε στους Ευρωπαίους Εταίρους μας τον πνευματικό θησαυρό της ελληνορθόδοξης παράδοσής μας, που είναι ο μεγαλύτερος πλούτος μας; Αν δεν το κάμουμε, εγκληματούμε κατά της Ευρώπης, αρνούμενοι συγχρόνως την φωτιστική αποστολή μας στον κόσμο.
 
«ΕΚ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΣΟΥ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ» – ΔΙΜΗΝΙΑΙΟΝ ΕΝΟΡΙΑΚΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ Ι.Ν. ΑΓ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΠΕΡΙΣΣΟΥ – Έτος 2ον, Τεύχος 7ον ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1999.
 
* Ο Πρωτοπρ. Γεώργιος  Α. Μεταλληνός είναι Δρ Θ. – DR. PHIL., Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

ΠΗΓΗ: 10   ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ  2012, Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

Τα Θρησκευτικά ως μάθημα πολιτισμού

Τα Θρησκευτικά ως μάθημα πολιτισμού

Για ένα “μάθημα που θ’ απευθύνεται σε όλους τους μαθητές”

 

Ομιλία του κ. Χρυσόστομου Σταμούλη*

 

Τα Θρησκευτικά θα πρέπει να μετεξελιχθούν σε ένα «πολιτιστικό μάθημα» το οποίο έχοντας περιεχόμενο γνωσιολογικό και επίκεντρο την ορθόδοξη παράδοση, θα απευθύνεται σε όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκευτικής ή ομολογιακής ταυτότητας, τόνισε ο πρόεδρος του τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης μιλώντας χθές βράδυ σε εκδήλωση που διοργάνωσε το 14ο Γυμνάσιο Λάρισας στο πατάρι του βιβλιοπωλείου “Παιδεία”.

Υποστηρίζοντας ότι η εποχή του ομολογιακού και κατηχητικού χαρακτήρα του μαθήματος παρήλθε ανεπιστρεπτί, ο κ. Σταμούλης χαρακτήρισε ως πρόταση – σταθμό για το θρησκευτικό μάθημα τη μνημειώδη εισήγηση του αειμνήστου καθηγητή του ΑΠΘ Νικ. Ματσούκα στο Α΄ Συνέδριο Θεολόγων Βορείου Ελλάδος (Μαϊος, 1981). Βάσει της πρότασης αυτής – προς την οποία συγκλίνουν το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ και κορυφαίοι σύγχρονοι διανοητές – το μάθημα των Θρησκευτικών, απαλλαγμένο από ακραίους ιδεολογικούς διαποτισμούς και ενταγμένο στα πλαίσια ενός ανοικτού σχολείου θα πρέπει να αποδεσμευθεί από οποιεσδήποτε ηθικιστικές, κατηχητικές και ομολογιακές εξαρτήσεις και να καταστεί ένα μάθημα πολιτισμού με περιεχόμενο απόλυταγνωσιολογικό, εντός του οποίου πρωτεύουσα θέση θα έχουν η Βίβλος, τα πατερικά και λειτουργικά κείμενα, όλα τα μνημεία της τέχνης και η εκκλησιαστική ιστορία, που αποκαλύπτουν το πρόσωπο του Χριστού, που  δεν μπορεί παρά ν΄ αποτελεί το κέντρο του θρησκευτικού μαθήματος.

Φυσικά, σε μια τέτοια συνάφεια απαραίτητη είναι και η προσφορά θρησκειολογικών γνώσεων, η οποία λευτερωμένη από οποιαδήποτε απολογητική διάθεση θα στοχεύει στην διεύρυνση των επιστημονικών οριζόντων του μαθητή, επεσήμανε ο κ. Σταμούλης, αναφέροντας, εν προκειμένω, ότι τα νέα προγράμματα σπουδών για τα Θρησκευτικά που εκπόνησε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και ήδη υλοποιούνται πιλοτικά στο πλαίσιο του Νέου Σχολείου, σαφώς και αναβαθμίζουν τη θρησκευτική εκπαίδευση, προάγοντας τον θρησκευτικό εγγραμματισμό και συντελώντας έτσι στη αλλαγή που επιβάλλουν οι καιροί για το μάθημα, δηλ. στη υπέρβαση της ομολογιακότητάς του.

Στην εκδήλωση μίλησε, επίσης, ο διευθυντής του 14ου  Γυμνασίου Λάρισας Δρ. Νικ. Παύλου ο οποίος παρουσίασε τα νέα προγράμματα σπουδών του  θρησκευτικού μαθήματος στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, ενώ υπογράμμισε ότι η υπόθεση του μαθήματος (το περιεχόμενό του, ο χαρακτήρας, κλπ)  είναι μια υπόθεση καθαρά εκπαιδευτική, άρα αρμόδιο είναι μόνο το υπουργείο Παιδείας και κακώς εμπλέκεται η Εκκλησία. «Ασφαλώς μπορεί να εκφράσει άποψη η Εκκλησία μας, όπως και η κάθε θρησκευτική κοινότητα της χώρας», επεσήμανε ο κ Παύλου, τονίζοντας, ωστόστο, ότι “πέραν από την έκφραση γνώμης, θα πρέπει, επιτέλους, να καταστεί σαφές, ότι η υπόθεση του σχολικού μαθήματος αφορά αποκλειστικά τον θεσμό που λέγεται κράτος, εκ μέρους του οποίου την αρμοδιότητα ασκεί, εν προκειμένω, το υπουργείο Παιδείας”.

Επίσης, μίλησαν ο υπ. Δρ. Χάρης Ανδρεόπουλος, θεολόγος Μ.Th., καθηγητής του Γυμνασίου και του ΓΕΛ Γαλαξιδίου και συνεργάτης του «Amen.gr» και η Νέλλη Πανάγου, θεολόγος, M.Th. καθηγήτρια του 9ου ΓΕΛ Λάρισας,  οι οποίοι αναφέρθηκαν στο διδακτικό πλαίσιο που διαμορφώνεται για την  θρησκευτική αγωγή στα ωρολόγια προγράμματα του “Νέου Σχολείου”,  σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εξαγγελίες του υπ. Παιδείας. Ο κ. Ανδρεόπουλος αναφερόμενος στις τελευταίες εξελίξεις για το Νέο Λύκειο σε σχέση με το θρησκευτικό μάθημα, επικαλέσθηκε πηγές του υπ. Παιδείας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου που επιβεβαίωναν τις πληροφορίες ότι στη τελευταία συνεδρίαση της Διακομματικής Επιτροπής για το “Νέο Λύκειο” από πλευράς του αναπλ. υπουργού Παιδείας κ. Κων. Αρβανιτοπούλου υποστηρίχθηκε η θέση να παραμείνει το μάθημα δίωρο στη B΄ Λυκείου (αντί για μονόωρο, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό) και να διατηρηθεί ως υποχρεωτικό μονόωρο (αντί για επιλεγόμενο 2ωρο) στη Γ΄ Λυκείου. Και κλείνοντας την εισήγησή του έκανε λόγο για ένα νέο κλίμα που επιτρέπει “συγκρατημένη αισιοδοξία” ότι το μάθημα θα διατηρήσει (όχι τρείς, όπως προβλέπει ο αρχικός σχεδιασμός, αλλά) πέντε υποχρεωτικές ώρες διδασκαλίες στο ωρολόγιο πρόγραμμα (δύο στη Α΄, δύο στη Β΄ και μία στη Γ΄ τάξη) του Νέου Λυκείου. 

– Σημειωτέον ότι στη εκδήλωση παραβρέθηκε και απηύθυνε χαιρετισμό εκ μέρους της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου ο αιδεσιμολογιώτατος πρεσβύτερος π. Βασίλειος Τάσιος, ο οποίος στο πλαίσιο του ανοικτού διαλόγου που ακολούθησε ανάμεσα στους εισηγητές και το ακροατήριο εξέθεσε τις θέσεις της Εκκλησίας υπέρ του ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος, ενώ συμφώνησε απολύτως με την  αναγκαιότητα να παραμείνει υποχρεωτικό το μάθημα σ' όλες τις λυκειακές τάξεις.

 

* Ο κ. Χρυσόστομος Σταμούλης είναι πρόεδρος ο πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ και μίλησε στη Λάρισαστις 9-12-2011.

 

ΠΗΓΗ: Γραφείο Ειδήσεων Amen.gr, Ημ. Δημοσίευσης: Dec 10, 2011, http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=7725

Μετανεωτερικότητα και Θρησκεία

Μετανεωτερικότητα και Θρησκεία

Με αφορμή τη συζήτηση για την αποκαθήλωση των χριστιανικών συμβόλων

 

Του Δημήτρη Αγγελή*


 

Η εποχή της νεωτερικότητας, της οποίας τους έσχατους καιρούς διανύουμε σήμερα («ύστερη νεωτερικότητα», κατ’ άλλους μελετητές έχουμε ήδη εισέλθει σε επόμενο στάδιο, αυτό της «μετανεωτερικότητας»), είναι η εποχή της αυτονόμησης του ατόμου από τις καταπιεστικές εξουσίες του παρελθόντος (απ’ το λεγόμενο ancien regime: δηλαδή τα αυταρχικά, απολυταρχικά καθεστώτα, την συμπλέουσα με αυτά Εκκλησία, τις προλήψεις, κλπ.), εποχή που ξεκινάει από την προτεσταντική Μεταρρύθμιση (1517-1600 περίπου), περνάει από το στάδιο του Διαφωτισμού, φτάνει στη Γαλλική Επανάσταση (1789) και στη εγκαθίδρυση του γαλλικού λαϊκού ή ουδετερόθρησκου κράτους (1905), για να καταλήξει στις μέρες μας.  

Ο θρησκευτικός, πάντως, επικαθορισμός της χρονικής αφετηρίας της νεωτερικότητας είχε δύο πολύ σημαντικές συνέπειες: από τη μια μεριά, την ταχύτατη εξάπλωση της Διαμαρτύρησης που ως κατεξοχήν έκφραση του αυτόνομου, αυτοκαθοριζόμενου κι εκκοσμικευμένου υποκειμένου παρουσιάζει, σε σχέση με τα δεδομένα της θρησκευτικά αποχρωματισμένης εποχής μας, μεγαλύτερη ανθεκτικότητα έναντι των συμπαγών χριστιανικών δογμάτων, λόγω και της καταστατικής της πολυφωνίας. Από την άλλη, συνέδεσε την ίδια τη νεωτερικότητα με μία εντατική προσπάθεια απεξάρτησης του ατόμου από τους παραδοσιακούς θρησκευτικούς δεσμούς, προσπάθεια που άλλοτε εκφράστηκε βίαια κι επιθετικά (π.χ. Γαλλική Επανάσταση), κι άλλοτε σε επίπεδο θεωρητικό, ως οξύτατη σύγκρουση στο πεδίο των ιδεών.

Γεγονός, πάντως, είναι ότι υπάρχει μια σχέση έντασης μεταξύ θρησκείας και νεωτερικότητας, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που θα μπορούσε κανείς ν’ αναρωτηθεί αν αυτή καθαυτή η θρησκευτική πίστη είναι συμβατή με την εποχή μας. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο σύνθετο εξαιτίας της θεσμικής και πολιτισμικής αναδιάρθρωσης του συνόλου των κοινωνικών αξιών, λόγω της παγκοσμιοποίησης: όσο η πολυπολιτισμικότητα κερδίζει έδαφος σε βάρος τής κατά τόπους επικρατούσας ηθικής κοινότητας και εξαπλώνεται γύρω μας ένας πλουραλισμός αντικρουόμενων ιδεών κι ένας πολυθεϊσμός αξιών, τόσο περισσότερο γίνεται αναγκαία μια ξεκάθαρη διαμεσολαβητική πολιτική θεωρία που θα θέτει τους έλλογους και εύλογους, κατά Ρώλς, κανονιστικούς όρους προκειμένου ν’ αποφεύγονται, στο πλαίσιο της αρχής της ανεκτικότητας και της αποδοχής του άλλου, οι συγκρούσεις και να διασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη. Τούτο, ευθύς αμέσως συνεπάγεται μια σχετικοποίηση και περιθωριοποίηση της θρησκευτικής διερμηνείας του κόσμου, καθώς και μια σταδιακή απαξίωση κάθε υπερβατολογικής συμβολικής που με οποιοδήποτε τρόπο επηρεάζει την συμπεριφορά των πολιτών.  

Η νεωτερική απομάγευση του κόσμου, που τόσο παραστατικά έχει περιγράψει ο Βέμπερ, έχει θέσει σήμερα την Εκκλησία, ή μιλώντας γενικότερα τις θρησκείες, στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, επιτρέποντας μια επιλεκτική και καθαρά χρησιμοθηρική πρόσληψη των θρησκευτικών αξιών. Έτσι, από τη μια μεριά η παρουσία της Εκκλησίας επικροτείται όταν κρίνεται ότι παράγει έργο κοινωνικά επωφελές, συμπληρώνοντας τις ελλείψεις του κρατικού συστήματος πρόνοιας. Από την άλλη μεριά, όμως, ο λόγος της – ο οποίος, όπως είναι φυσικό, προβάλλει αρχές μη διαπραγματεύσιμες και με αξίωση καθολικής εγκυρότητας – επικρίνεται κάθε φορά που θεωρείται ότι εξέρχεται από τη στενή, ιδιωτικού μόνο ενδιαφέροντος ζώνη που έχει οριοθετήσει, ως ζωτικό χώρο γι’ αυτήν, η πολιτική. Και δεν θα πρέπει επιπλέον να ξεχνάμε ότι ο εμμενής, πραγματιστικός χαρακτήρας της πολιτικής αντιτίθεται σαφώς στην άνωθεν θεολογική νοηματοδότηση του κόσμου, απ’ την οποία άλλωστε έχει επιλεκτικά υφαρπάξει όλα εκείνα τα στοιχεία που επενδύουν την θεσμική εξουσία και κυριαρχία με συμβολική εγκυρότητα και ισχύ. Όπως έχει εξηγήσει ο Καρλ Σμιτ στη μελέτη του για την «πολιτική θεολογία», οι κυριότερες έννοιες της σύγχρονης θεωρίας του Κράτους αποτελούν εκκοσμικευμένες θεολογικές έννοιες. Άλλος ένας λόγος, λοιπόν, για τον οποίο η κρατική εξουσία απαξιώνει την Εκκλησία, αφού εδώ και καιρό η τελευταία έχει πάψει να λειτουργεί ως νομιμοποιητική αρχή και υπερβατική δικαίωση των πολιτικών αποφάσεων.

Στο νέο, τελικά, περιβάλλον της ομογενοποίησης των πολιτισμικών συμπεριφορών, το οποίο για χάρη της καταναλωτικής ευδαιμονίας εξορθολογίζει και σχετικοποιεί τη σημασία των κάθε λογής παραδόσεων, η θρησκευτική εμπειρία οφείλει να είναι περιορισμένη στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής και του υποκειμενικού συναισθήματος, να είναι δηλαδή ελεγχόμενη. Έτσι εξηγείται και η συνεχής αμφισβήτηση του δημόσιου λόγου αλλά και των πολιτιστικών εκφράσεων της πλειοψηφούσας θρησκείας που φτάνουμε σήμερα να τα θεωρούμε ως ιδιαίτερα «προνόμια»: ο χριστιανικός μονοθεϊσμός ανέκαθεν θεωρούνταν πολιτικά επικίνδυνος, ωστόσο ποτέ του, τουλάχιστον στην ορθόδοξη εκδοχή του, δεν αποδείχτηκε και κοινωνικά επικίνδυνος, το αντίθετο. Όμως σήμερα, στην εποχή της λατρείας της παγκόσμιας οικονομίας, για προφανείς λόγους, αναγορεύεται σε κίνδυνο για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα…

Στο περιθώριο της θεωρητικής συζήτησης που προηγήθηκε, σημειώνουμε εδώ ότι η περίπτωση της χώρας μας, λόγω των ιδιαίτερων ιστορικών συνθηκών διαμόρφωσης του νεοελληνικού κράτους (τουρκοκρατία, εθναρχικός ρόλος της Εκκλησίας, καθυστέρηση ανάπτυξης, κ.τ.λ.), καταχωρείται στις περισσότερες μελέτες περί νεωτερικότητας, μαζί με τα υπόλοιπα Βαλκάνια, στις εξαιρέσεις. Τα αποτελέσματα αυτής της καθυστερημένης εισόδου στη νεωτερικότητα θεωρήθηκαν ως επαρκής δικαιολογία ώστε να προκριθεί ένα σκληρό πρόγραμμα εκσυγχρονισμού (modernization: σύνολο σωρευτικών αλληλοενισχυόμενων διαδικασιών), και όχι μια ήπια νεωτερίκευση (: προαγωγή εκείνων των διεργασιών που συγκροτούν την συνθήκη της νεωτερικότητας) της ελληνικής κοινωνίας. Το γεγονός αυτό είχε πριν κάποια χρόνια ως αποτέλεσμα μια περίοδο σφοδρής κοινωνικής σύγκρουσης εξαιτίας μιας άσκοπης όσο και αμελητέας μεταβολής στον τύπο των αστυνομικών ταυτοτήτων και στη συνέχεια έναν παρατεταμένο διάλογο πάνω στο ανώριμο ακόμα θέμα χωρισμού Εκκλησίας-Πολιτείας, μέσα στον οποίο εντάσσεται και το ζήτημα της αποκαθήλωσης των χριστιανικών συμβόλων από τους δημόσιους χώρους. Η επιλογή της βίαιης εκσυγχρονιστικής διαδικασίας που, κατά τον Χάμερμπας, καθιστά τη νεωτερικότητα ένα γενικό υπόδειγμα διαδικασιών κοινωνικής εξέλιξης, ανεξαρτήτως του ιδιαίτερου χωρο-χρονικού πλαισίου στο οποίο εφαρμόζεται (γεγονός που κατανοείται ως βούληση εργαλειακής κυριαρχίας, δηλαδή ως ορθολογική απαίτηση χειραγώγησης και καθυπόταξης των κοινωνικών συνθηκών), οφείλεται σε μια περιφρονητική στάση προς την, θεωρούμενη ως οπισθοδρομική, ελληνική πραγματικότητα. Όμως, ακόμη κι αν αυτή η πραγματικότητα αλλάξει, ακόμα κι αν απωλέσει τις θρησκευτικές της αναφορές ή τον ορθόδοξο ηθικό και πολιτιστικό της καθορισμό, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι ο δικαιικός ηθικός νομικισμός και η πολιτειακή διαπαιδαγώγηση θα κάνουν τους πολίτες καλύτερους, ώστε να μη φέρονται εγωιστικά αλλά «ώριμα» και ορθολογικά. Φαίνεται, τελικά, πως η επί δύο τουλάχιστον αιώνες φιλοσοφική αποδόμηση του Διαφωτισμού δεν κατάφερε ακόμα να εξαλείψει τις ιδεοληψίες των όψιμων, στη χώρα μας, υποστηρικτών του…

 

Πρωτοδημοσιεύθηκε στην Πολιτική Ενημέρωση, τ. 2, Ιανουάριος 2010


ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 24 Αύγουστος 2011, http://antifono.gr/portal/….html

 

* Ο Δημήτρης Αγγελής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Είναι πτυχιούχος θεολογίας και διδάκτωρ φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει εκδώσει τέσσερις μελέτες: "Αισθητική βυζαντινή: Η έννοια του κάλλους στον Μέγα Βασίλειο", "Ιδεολογικά ρεύματα της ύστερης αρχαιότητας", "Στις πηγές της βυζαντινής φιλοσοφίας: η έννοια της φιλοσοφίας στους Έλληνες απολογητές" και "Για τον Χρήστο Μαλεβίτση" (μαζί με τον Σταύρο Γιαγκάζογλου). Έχει επίσης εκδώσει τέσσερα βιβλία ποίησης, ένα δοκίμιο και μια συλλογή διηγημάτων. Για την ποιητική του συλλογή "Επέτειος" (Εκδόσεις των Φίλων, 2008), τιμήθηκε με το βραβείο Λάμπρου Πορφύρα Έλληνα λυρικού ποιητή της Ακαδημίας Αθηνών: http://www.biblionet.gr/main.asp?page=showauthor&personsid=7367

Μάθημα των θρησκευτικών: Ανόητη Παιδεία

Ανόητη Παιδεία [το μάθημα των θρησκευτικών]

 

Του Απόστολου Διαμαντή


 

Το να συζητάς για το μάθημα των θρησκευτικών, την  ώρα που η Ελλάδα είναι σε πορεία διάλυσης, μοιάζει σχολαστικό. Αλλά εξ όνυχος τον λέοντα, που λέγανε και οι αρχαίοι έλληνες. Ποιο είναι το θέμα; Η όλο και μεγαλύτερη συρρίκνωση της ανθρωπιστικής παιδείας, σε όφελος της τεχνικής. Η ελληνική εκπαίδευση εγκλωβίζεται έτσι στη λεγόμενη χρήσιμη γνώση και απομακρύνεται από τις πολιτισμικές της ρίζες. Η ελληνική παιδεία – γλώσσα, ιστορία, φιλοσοφία, θεολογία – έχει διακοπεί.

Το απλό ερώτημα είναι γιατί τα παιδιά του γυμνασίου πρέπει να μαθαίνουν σήμερα ιστορία, θρησκευτικά ή αρχαία; Πρώτον, διότι δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να κατανοήσεις την εξέλιξη των ιδεών του δυτικού πολιτισμού, εάν δεν έχεις εκπαιδευτεί αφενός στην κλασική γραμματεία και αφετέρου στην μεσαιωνική φιλοσοφία, δηλαδή στη θεολογία. Η βάση του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού είναι θεολογική. Ακόμη και η εποχή του διαφωτισμού, προέρχεται από μια συστηματική κριτική της μεσαιωνικής χριστιανικής φιλοσοφίας. Ο εξελληνισμένος χριστιανισμός δημιούργησε το συνολικό οικοδόμημα της δυτικής σκέψης. Επομένως η σχέση είναι τόσο άμεση, ανάμεσα στην νεωτερική και την κλασική εποχή, που καθιστά υποχρεωτική την μελέτη και των δύο.

Δεύτερον, για να πάμε στα δικά μας, η ελληνική γλώσσα έχει μια συνεκτική πορεία, από την κλασική εποχή στην ελληνιστική και από εκεί στην εκκλησιαστική. Η τελευταία είναι μάλιστα η πηγή της νεοελληνικής γραμματείας. Ο νέος ελληνισμός στηρίζεται γλωσσικά στα ακριτικά έπη και στην οσιογραφία, που είναι και τα δύο βυζαντινά. Πως θα καταλάβεις τον Ψελλό, τον Πλήθωνα και τον Παπαδιαμάντη, εάν δεν έχεις ιδέα από την ποίηση του Χρυσοστόμου και τα έξοχα φιλοσοφικά κείμενα του Μεγάλου Βασιλείου ή του Δαμασκηνού;

Όλα αυτά στα ευρωπαϊκά σχολεία έχουν παράδοση αιώνων. Οι δυτικοί τα σπουδάζουν ακόμα και στα γυμνάσιά τους. Άκουγα τις προάλλες μια συζήτηση του γάλλου μαρξιστή φιλοσόφου Αλέν Μπαντιού με τον Βέλτσο. Τόνιζε ο Μπαντιού, χρησιμοποιώντας φράσεις του Αριστοτέλη ή του Χρυσοστόμου, πως ο σύγχρονος άνθρωπος έχει συρρικνωθεί στον πρακτικό βίο, στο στόχο της απόκτησης πραγμάτων και έχει απωθήσει την ένταση της ζωής, που είναι το στοιχείο που τον διαχωρίζει από το λοιπό ζωικό βασίλειο. Δηλαδή έχει διαγράψει την πνευματική του φύση, χάριν της υλικής.

Επομένως, το να αμφισβητούμε την χρησιμότητα αυτών των επιστημονικών πεδίων είναι εντελώς ανόητο. Η Ελλάδα δεν έχει καμία απολύτως δυνατότητα να τα αγνοεί, στο όνομα ενός δήθεν εκσυγχρονισμού. Το να τα αντικαθιστάς με την πληροφορική, είναι σαν να πουλάς το σπίτι σου για να αγοράσεις έναν εκτυπωτή.

Αλλά υπάρχει και κάτι σοβαρότερο: το μάθημα των θρησκευτικών στα γυμνάσια δεν καταργήθηκε διότι έχει καταργηθεί εδώ και έναν αιώνα. Δεν πρόκειται για θρησκευτικά, αλλά για μια απλή κατήχηση –  παλαιότερα – ή για μια απλή ιστορία των θρησκειών σήμερα. Η ελληνική πατερική γραμματεία, που έπρεπε να αποτελεί την βάση αυτού του μαθήματος, είναι εντελώς εξαφανισμένη από τον 19ο αιώνα ήδη. Επομένως ας μην ανησυχούμε οι νεοέλληνες: είτε διδάσκονται είτε όχι τα «θρησκευτικά», ουσιαστικά τάχουμε διαγράψει. Και για να μάθουμε τι έγραψαν οι διάσημοι πρόγονοί μας, θα πρέπει στο εξής να ρωτάμε τον Μπαντιού.

 

* Ο Απόστολος Διαμαντής είναι πανεπιστημιακός και συγγραφέας.

 

ΠΗΓΗ: 10/04/2011, http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.article&id=6207

 

Σημείωση Admin: Ο Απόστολος Διαμαντής γεννήθηκε στα Καλά Νερά Βόλου και σπούδασε οικονομικά στην Αθήνα και ιστορία στο Παρίσι. Εργάζεται στο Εργαστήριο Κοινωνικών Επιστημών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάσκει Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου: http://www.perizitito.gr/persons.php?personid=22275

ΚΑΙΡΟΣ-ΠΟΣΔΕΠ: Ανακριβειών Έλεγχος

Ανακριβειών Έλεγχος

 

Απάντηση του  «Καιρού» προς την ΠΟΣΔΕΠ  (σχετικά με την ανακοίνωσή της για το νέο Λύκειο)

 

 

Αθήνα, 9 Απριλίου 2011

Είναι λυπηρό να διαπιστώνει κανείς πόσο εύκολα μπορεί ένας σοβαρός και επίσημος φορέας σαν την ΠΟΣΔΕΠ μπορεί να εκτεθεί από άγνοια και προχειρότητα. Σε ανακοίνωσή της (http://www.posdep.gr) για το νέο λύκειο προδίδεται για έλλειψη στοιχειώδους  ενημέρωσης ως προς το ρόλο και τη σημασία της θρησκευτικής εκπαίδευσης όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη όπως από τους πλέον επίσημους ευρωπαϊκούς φορείς της εκπαίδευσης έχει εκφραστεί τα τελευταία χρόνια.

Δεν τους παραπέμπουμε κάπου, γιατί καταλαβαίνουμε οτι αν τους ενδιέφερε να έχουν ουσιαστική και εμπεριστατωμένη άποψη για τα ζητήματα αυτά, το πιο εύκολο που θα μπορούσαν να κάνουν θα ήταν να απευθυνθούν σε οποιονδήποτε γνωστό ή άγνωστο συνάδελφό τους πανεπιστημιακό των Θεολογικών Σχολών Αθήνας ή Θεσσαλονίκης, και να αντλήσουν από αυτόν όσες πληροφορίες θα τους ήταν επαρκείς. Ίσως όμως να μην έχουν ακόμη αποδεχτεί οτι η Θεολογία είναι Επιστήμη και ως τέτοια αναγνωρίζεται παγκοσμίως από αυτούς που γνωρίζουν τα στοιχειώδη, καθώς επίσης  οτι οι Θεολογικές Σχολές  δεν προετοιμάζουν κατηχητές, ιερείς ή δασκαλάκους, αλλά επιστήμονες που μοιράζονται ισότιμα μαζί με άλλους ένα μεγάλο μέρος από το βάρος της δημόσιας εκπαίδευσης αγωνιζόμενοι να στηρίξουν την ανθρωπιστική παιδεία των αυριανών πολιτών. Δε σκοπεύουμε ούτε να απολογηθούμε, ούτε να τους πείσουμε. Δε μπορούμε όμως να σιωπήσουμε και να μην υπερασπιστούμε σθεναρά το δικαίωμά μας να  υπάρχουμε, όταν με προχειρότητα, που σημειωτέον δεν συνάδει με τη θέση τους και την ιδιότητά τους, εκφράζονται υποτιμητικά για το μάθημα των Θρησκευτικών συμπαρασύροντας μια ομάδα εκπαιδευτικών αλλά και τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, οι οποίοι είμαστε βέβαιοι οτι πολλοί από αυτούς δεν θα αισθάνονται και πολύ άνετα με την άποψη την οποία εκφράζουν.

Τέλος οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η κριτική απέναντι στο νέο λύκειο δεν μπορεί να μοιάζει με το παιχνίδι της κολοκυθιάς (Ιστορία, Τέχνη, Πολιτισμός ή Θρησκευτικά;) γιατί εγκυμονεί τον κίνδυνο να παραβλέπονται ουσιώδη ζητήματα που ενδεχομένως να υπάρχουν από την απουσία και της Τέχνης και του Πολιτισμού και των Θρησκευτικών και άλλων μαθημάτων. Το ζήτημα κατά τη γνώμη μας δεν είναι να στριμωχτούν στην πόρτα του Λυκείου όσα περισσότερα μαθήματα γίνεται για να μη θιγούν χρόνια συντεχνιακά συμφέροντα. Το ζήτημα είναι να προσπαθήσουμε όλοι μαζί και ο καθένας από τη θέση του και με τις δυνάμεις που διαθέτει να συμβάλει θετικά στη διαμόρφωση μιας πρότασης στην κατεύθυνση μιας ανθρωποκεντρικής και σύγχρονης εκπαίδευσης μακριά από στερεότυπα και προκαταλήψεις, μιας εκπαίδευσης που θα σέβεται και θα τιμά το μαθητή, το δάσκαλο, το σχολείο.

Και σε αυτή την κατεύθυνση πραγματικά πιστεύουμε οτι δεν περισσεύει κανείς…

 

Μετά τιμής

Η Διοικούσα Επιτροπή του «Πανελληνίου Θεολογικού Συνδέσμου-ΚΑΙΡΟΣ-για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης»

Αμπατζίδης  Θεόφιλος, Θεολόγος (Κοζάνη)

Αργυρόπουλος Ανδρέας, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων (Μυτιλήνη)

Καζλάρη Πηγή, Θεολόγος (Λάρισα)

Κωνσταντίνου Μιλτιάδης, Καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ (Θεσσαλονίκη)

Μαυροκωστίδης Γρηγόρης, Θεολόγος (Θεσσαλονίκη)

Μόσχος Δημήτρης, Λέκτορας του Τμήματος  Θεολογίας του ΕΚΠΑ (Αθήνα)

Παπαδόπουλος Γιώργος, Θεολόγος (Αθήνα)

Παπασωτηρόπουλος Χριστόφορος, Θεολόγος (Πάτρα)

Σταματέλλου Νόνη, Θεολόγος (Ιωάννινα)

 

Υ.Γ. Είναι λυπηρό να σας τονίσουμε οτι, όπως φαίνεται από την ανακοίνωση του νέου Λυκείου, η Ιστορία δεν έχει τις ίδιες ώρες με τα Θρησκευτικά σε καμία τάξη, όπως ανακριβώς γράφετε στην ανακοίνωσή σας! Συγκεκριμένα για την Ιστορία: Α’ λυκείου, 2 ώρες υποχρεωτικά/Β’ λυκείου, 2 ή 4 ώρες υποχρεωτικά ανάλογα με την κατεύθυνση /Γ’ λυκείου, 2 ή 5 ώρες ανάλογα με την κατεύθυνση δηλ. συνολικά 6-11 ώρες και στις τρεις τάξεις.

Θρησκευτικά: Α’ λυκείου, 2 ώρες υποχρεωτικά/Β’ λυκείου, 1ώρα υποχρεωτικά σε όλες τις κατευθύνσεις/ Γ΄  λυκείου, 2 ώρες επιλεγόμενο δηλ. συνολικά 3 ώρες υποχρεωτικά και 2 κατ’ επιλογήν (5). Πόσο ίδιος φαίνεται να  είναι ο αριθμός των ωρών της Ιστορίας με των Θρησκευτικών; (!)

ΚΑΙΡΟΣ: Θρησκευτικά στο Νέο Λύκειο Ι

Ανακοίνωση για το μάθημα των Θρησκευτικών στο Νέο Λύκειο

 

Από τον ΚΑΙΡΟ*

 

Αθήνα, 31 Μαρτίου 2011

Παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις για την τύχη του μαθήματος των Θρησκευτικών, έπειτα από τις διαρροές στον τύπο – το περασμένο φθινόπωρο – ενός σχεδίου για το νέο Λύκειο, τελικά με τις πρόσφατες ανακοινώσεις του ΥΠΔΒΜΘ, φαίνεται να αναγνωρίζεται στην πράξη η  θεμελιώδης παιδευτική αξία του ΜτΘ.

Συνέχεια

Οι τρεις Ιεράρχες και η νεοελληνική παρακμή

Οι τρεις Ιεράρχες και η νεοελληνική παρακμή 

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Είναι ώρα να πάψουμε να υποκρινόμαστε. Το νεοελληνικό υπό ξένη κηδεμονία κράτος (προτεκτοράτο) διέρχεται ίσως την τελευταία του φάση, την φάση της τελικής παρακμής πριν από την κατάρρευση! Οι ξένοι προστάτες (προτέκτορες) σε αγαστή συνεργασία με τους πρόθυμους να υπηρετήσουν τα ξένα συμφέροντα στη χώρα μας με αντάλλαγμα την άσκηση της εξουσίας απογύμνωσαν τη χώρα από τους πραγματικούς διαχρονικά προστάτες.

Ο θρύλλος λέγει ότι, όταν ο Μωάμεθ πολιορκούσε τη βασιλεύουσα των πόλεων, είχε απελπιστεί ότι θα καταφέρει να την εκπορθήσει. Τότε κάποιος από τους αυλικούς του τον πληροφόρησε ότι η Πόλη του είχε δοθεί. Είχε λάβει εκείνος από μέσα την είδηση ότι η Προστάτις της, που την είχε διασώσει από πλήθος κινδύνων κατά τη χιλιόχρονη ιστορία της, είχε αποσύρει τη Σκέπη της πικραμένη από την απομάκρυνση των πολιτών της από τον δρόμο του Υιού και Θεού της!

Οι πονεμένοι Ρωμηοί καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, παρά τον θρύλλο, αισθάνονταν την Παναγία να θρηνεί μαζί τους. Έσπευδαν μάλιστα να την παρηγορήσουν με το χιλοτραγουδισμένο “σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θάναι”. Και ήρθαν οι καιροί και ξανάγιναν κάποια δικά μας. Έτσι πιστέψαμε; Έτσι μας είπαν εκείνοι που ταυτίστηκαν με τους “προστάτες” μας; Το βέβαιο είναι ότι οι “προστάτες” εκείνοι αλλά πολύ περισσότερο οι σημερινοί, καθώς και οι δικοί μας στην υπηρεσία τους, οι κατά καιρούς εθνοσωτήρες, δεν ανέχονταν να προσβλέπει ο λαός μας και σε άλλους προστάτες πέρα από τους ίδιους. Τί να κάνουν όμως, που ο λαός αργεί σημαντικά να ξεστραβωθεί; Αποδέχθηκαν και κάποιους άλλους. Μάλιστα την Παναγία την ανέδειξαν σε προστάτιδα των ενόπλων Δυνάμεων, ωσάν να είναι πολεμόχαρη αυτή και όχι απλώς προστάτιδα των αδικουμένων. Αποδέχθηκαν και τους τρείς Ιεράρχες ως προστάτες της παιδείας. Βέβαια από παιδεία δεν γνώριζαν. Ούτε από παιδεία της Ρωμηοσύνης ούτε και από την άλλη των αρχαίων προγόνων μας, προς επιστροφή στο πνεύμα των οποίων κήρυξαν την παλλαϊκή πορεία! Όλοι εκείνοι, παιδιά της Δύσης, για τον εαυτό τους διεκδικούσαν την αποκλειστική θέση στην καρδιά του λαού. Και τελικά το κατάφεραν. Κατάφεραν όμως συνάμα την εξαχρείωσή του, τον εκμαυλισμό της συνείδησής του, την θλιβερή παρακμή του. Και τώρα, διαδραματίζοντες τον ίδιο ρόλο, του “προστάτη”, επιχειρούν τη “σωτηρία” του!

Οι τρείς Ιεράρχες δεν έχουν πλέον καμιά θέση στα σχολεία, αφού αυτοί προστατεύουν την παιδεία και παιδεία δεν υφίσταται. Αν δεχθούμε ότι παιδεία είναι ό,τι απομένει στην περίπτωση που λησμονηθούν όλες οι γνώσεις που αποκτά ο μαθητής στις σχολικές αίθουσες, τί μπορεί να είναι αυτό παρά το ήθος και το φρόνημα; Αλλά ούτε ήθος ούτε φρόνημα καλλιεργείται πλέον στα σχολεία. Η παιδεία έχει καταπέσει από δεκαετιών σε εκπαίδευση γνωσικεντρική αρχικά, χρησιμοθηρική στη συνέχεια. “Πρώτα ο μαθητής” διατείνεται το καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργείο της μη εθνικής παιδείας, θρησκευμάτων και δια βίου μάθησης! Αλλά ο μαθητής αντιλαμβάνεται τί του ετοιμάζουν οι γονείς του, οι εκπαιδευτικοί, η Πολιτεία: Αδιέξοδα και μόνον αδιέξοδα. Και αντιδρά. Κάποιες φορές με εκδήλωση ακραίας οπωσδήποτε συμπεριφοράς, όπως όταν γράφει το σύνθημα: Τα σχολεία φωτίζουν μόνο όταν καίγονται!

Οι τρείς Ιεράρχες δεν υπήρξαν παιδαγωγοί με την στενή έννοια του όρου, δηλαδή δεν δίδαξαν σε σχολικές αίθουσες. Γιατί τότε θεωρούνται προστάτες της παιδείας μας; Ασφαλώς, διότι υπήρξαν οι κατ’ εξοχήν διδάσκαλοι, διδάσκαλοι δια του παραδείγματος. Και αυτό είναι που μας πληγώνει κατάβαθα! Έχοντας υποκύψει στη λαγνεία του δυτικού πνεύματος του “διαφωτισμού” υιοθετήσαμε τον ιδεαλισμό, ο οποίος αγνοεί το πρόσωπο και προβάλλει την ιδέα. Σε αντίθεση με τους αρχαίους προγόνους μας, οι οποίοι στην άγνοια της ειδωλολατρείας βυθυσμένοι είχαν αρθεί στο ύψος να προβάλλουν πρόσωπα, έστω και μυθικά προς μίμηση (χαρακτηριστική η περίπτωση του μύθου του Προδίκου για τον Ηρακλή), οι ιδεαλιστές ή υλιστές διάδοχοι των πρώτων προβάλλουν ιδέες. Σε αντίθεση προς την Εκκλησία που στα ερωτήματα τί είναι αλήθεια, τί ελευθερία, τί δικαιοσύνη, τί αρετή, τί ζωή απαντά ο Χριστός, οι ιδεαλιστές και οι υλιστές αναλώνονται στο να δώσουν διάφορους ορισμούς στριφνούς έως ακαταλαβίστικους ακολουθώντας το παράδειγμα των κυνηγών του αισωπείου μύθου: Δεν θέλουν να έλθουν σε επαφή με τον “λέοντα”, τα ίχνη του μόνο αναζητούν!

Οι τρείς Ιεράρχες ακολουθώντας στον βίο τους τον Χριστό κατά πόδας τον συνάντησαν. Και όποιοι συναντούν τον Χριστό είναι διδάσκαλοι της αλήθειας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ζωής. Δίδαξαν με τα έργα τους τα πλείστα όσα και θαυμαστά στο έπακρο. Καταφρόνησαν όλα όσα ο κόσμος θεωρεί σημαντικά και παθιάζεται γι’ αυτά: Πλούτη, ηδονές, τιμές, αξιώματα, δόξα! Όλοι ήσαν ευκατάστατοι, αλλά επτώχευσαν με τη θέλησή τους επιλέξαντες την ασκητική βιωτή, όπως και ο μεγάλος Δάσκαλός τους, που δεν είχε πού την κεφαλήν κλίνει! Δεν τους κέρδισε όμως ο κυνισμός, γέννημα της μυστικιστικής Ανατολής, που μεταφυτεύτηκε στη Δύση ως υπαρξιστικός αθεϊσμός. Έσκυψαν επάνω από τον πονεμένο συνάνθρωπό τους με ευσπλαχνία, όπως και ο Δάσκαλός τους επάνω από τον λαό, που έβλεπε ως πρόβατα χωρίς ποιμένα. Έκτισαν τεράστια φιλανθρωπικά ιδρύματα (Βασιλειάδα), κατήγγειλαν την κοινωνική αδικία (άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος). Περιφρόνησαν την εξουσία είτε ως αξίωμα, από το οποίο παραιτήθηκαν (άγιος Γρηγόριος), είτε ως απειλή επιβολής ποινής (άγιος Βασίλειος έναντι Ουάλλεντος και Ιουλιανού, άγιος Ιωάννης έναντι Αρκαδίου). Χλεύασαν τις απειλές για βασανιστήρια, δήμευση της περιουσίας, θάνατο (άγιος Βασίλειος). Πρόβαλαν την αξία της πνευματικής ελευθερίας, την οποία τόσο προκλητικά αγνοεί τόσο ο ιδεαλισμός όσο και ο υλισμός, ελευθερίας, η οποία αποκτάται με τον τραχύ αγώνα κατά των παθών. Έστρεψαν το ενδιαφέρον εκείνων που τους άκουγαν να κηρύττουν και των άλλων διαχρονικά που μελέτησαν και μελετούν τα έργα τους και τα παράδειγμά τους προς την όντως Ζωή, τον Ιησού Χριστό. Και έχοντας αφήσει υπόδειγμα βίου κοιμήθηκαν οσιακά: Ο άγιος Βασίλειος, πριν ασπρίσουν τα μαλλιά του, για να είναι υπόλογοι οι Νεοέλληνες που “λατρεύουν” τον γεράκο της Coca cola! Ο άγιος Γρηγόριος σε ένα ταπεινό καλύβι της Καππαδοκίας με αδιάλειπτη προσευχή για τη σωτηρία του κόσμου! Ο άγιος Ιωάννης καθ’ οδόν προς τον τόπο της τελευταίας του εξορίας!

Ποιά σχέση έχουν αυτοί με μας τους παραδομένους άνευ όρων στη λαγνεία της ευδαιμονίας, όχι βέβαια με την αρχαιοελληνικη σημασία του όρου, αλλά με τη σύγχρονη της απληστίας προς κατανάλωση; Ποιά σχέση έχουν με τους λάτρεις του πλούτου, για την απόκτηση του οποίου είμαστε πρόθυμοι να πουλήσουμε όχι μόνο την πατρίδα μας, αλλά και την ψυχή μας; Ποιά σχέση έχουν με μας τους δειλούς και μικρόψυχους, που τρέμουμε μη και πουν κακό λόγο για μας οι “προστάτες” μας; Ουδεμία! Γι’ αυτό και δεν χαίρονται που τους “τιμούμε” ακόμη. Δεν παρευρίσκονται καν στην “τιμητική” προς αυτούς εκδήλωση. Δεν το αντιλαμβανόμαστε αυτό εμείς και βαρυεστημένοι αναφωνούμε: Πότε επί τέλους θα σταματήσει αυτή η φαρσοκωμωδία; Γιατί η Πολιτεία είναι τόσο άτολμη; Αλλά η Πολιτεία ζυγίζει και ξαναζυγίζει το πολιτικό κόστος και θεωρεί ασύμφορη τη βιαστική απόφαση. Πάντως όλα δείχνουν ότι η ώρα εγγίζει.

Το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε εμείς που πονούμε το κατάντημά μας και αγαπούμε την Εκκλησία είναι άλλο: Η Πολιτεία είναι αυτή που ήτανε. Ιεράρχες που να στοιχίζονται πίσω από τους τρείς μεγίστους φωστήρες υπάρχουν στις ημέρες μας; Αυτούς περιμένουμε να προβάλουν, έστω και λίγους, όπως και τότε. Ας πάψουμε να κλαψουρίζουμε για τις αποφάσεις της Πολιτείας. Ο Χριστός μας είπε: “Ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται”. Εμείς πού ανήκομε;

                                                                       

“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”, 31-1-2011

Οι Τρεις Ιεράρχες «στα αζήτητα» (;) μιας γιορτής …

Οι Τρεις  Ιεράρχες «στα αζήτητα» (;) μιας γιορτής (;) για την Παιδεία

 

Του Χριστόφορου Γ. Παπασωτηρόπουλου*

 

Έπρεπε να μιλήσω για τους Τρεις Ιεράρχες, όμως είχα κουραστεί ν’ ακούω μεγάλες κουβέντες και να μιλώ για ανθρώπους άγιους, πανάκριβους, ανεκτίμητους σαν να διαφημίζω ένα προϊόν στο ραδιόφωνο. Είναι κι η εποχή που πάσχει από πολυλογία, κι έτσι βάλθηκα να περπατώ στα σοκάκια της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, με προσοχή να μη χαθώ και με σκοπό να φτάσω στην πλατεία, στο ξέφωτο της παρουσίας των Αγίων, που και σήμερα τιμά η παιδεία μας – Του Μεγάλου Βασιλείου, του Ιερού Χρυσοστόμου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου – και να ψηλαφίσω τη σχέση τους με τον σημερινό μας βίο.

Προχώρησα κι είδα ένα λαό να έχει κάνει την πίστη του στο Θεό ζήτημα προσωπικού γούστου. Μια θάλασσα από άγνοια, ημιμάθεια ή αδιαφορία, μια που ο λόγος της Εκκλησίας φαίνεται να μην προκαλεί πια κανένα ενδιαφέρον. Φταίει άραγε μόνον η Εκκλησία ή κι η δική μας τρυφηλότητα;

Προχώρησα κι είδα ανθρώπους να τρέχουν να προλάβουν τη ζωή τους, να τυραννιούνται από το κυνήγι του χρόνου για να είναι «εντάξει». Και θυμήθηκα τον Ελύτη: «Δώσε δωρεάν το χρόνο σου αν θέλεις να σου μείνει λίγη αξιοπρέπεια».

Είδα τους άρχοντες, εκκλησιαστικούς και μη, να μας μαλώνουν, να μας κουνάνε το δάχτυλο επιτακτικά στο πρόσωπο μπροστά μας, γιατί δεν είμαστε αρκετά υπάκουοι, δεν είμαστε όσο θα έπρεπε υποτακτικοί, γιατί δεν τους σεβόμαστε όσο θα έπρεπε και θυμήθηκα ένα παλιό σύνθημα γραμμένο στον τοίχο: «Αγάπη που’ ναι η εκκλησιά σου; Βαρέθηκα πια στα μετόχια».

Είδα ανθρώπους σκυφτούς να κλαίνε, να πεινούν, ν’ απελπίζονται, να μαζεύονται φοβισμένοι, να βράζουν από θυμό και πόνο και να περιμένουν πότε ο πόνος θα γίνει δημιουργία.

Είδα  παιδιά να με κοιτούν καχύποπτα, σαν προδομένα από εμάς τους μεγαλύτερους, που τους παραδίνουμε αυτόν τον κόσμο , θυμωμένα, που σκοτώνουμε «κατά λάθος» παιδιά στα Εξάρχεια, που σιχαινόμαστε τους «λαθραίους» ανθρώπους που ζητούν καταφύγιο στη χώρα μας κυνηγημένοι, που ξεπουλήσαμε χωρίς καλά καλά να το καταλάβουμε τις αξίες μας για μια περίοπτη θέση σε μια εταιρία, για ένα τζιπ, για μια βίλλα παραπάνω.

Είδα δασκάλους να κάνουν αυτό που «πρέπει», να είναι αρκούντως υπηρεσιακοί – με καθαρά, μεν αλλά άδεια χέρια! – να τρέχουν να προλάβουν την ύλη τους, να οδηγούν με ταχείς ρυθμούς τους μαθητές τους στην κρεατομηχανή της επιτυχίας, στις εξετάσεις. Με την ψυχή αφυδατωμένη, τσακισμένη και την αγάπη και το μεράκι καλά κρυμμένο βαθιά μέσα τους, μη τύχει και κατασπαταληθεί τσάμπα, μια που η καρδιά και το συναίσθημα χρειάζεται κι έξω από τη δουλειά. Και σκέφτηκα τον Μίλτο Κουντουρά: «όποιος αγωνίζεται για τα παιδιά, αγωνίζεται για την ανθρωπότητα».

Κι είδα γονείς πιο κάτω, στραμένους στα παιδιά τους να τους μιλούν με φόβο κι αγωνία για το αύριο που έρχεται σαν καταιγίδα καταπάνω τους. Κι όταν αυτά ζητούσαν «μια ιδέα στεγανή που να μη μπάζει κρύο», μια ελπίδα για να παλέψουν, ο πατέρας δάκρυζε κι η μάνα σιωπηλή αγκάλιαζε. Η κραυγή της σιωπής σκέφτηκα…

Κι είδα γονείς να ορμούν στους καθηγητές των παιδιών τους – με θάρρος ή με θράσος; – γιατί δε δίνουν όσα θα ήθελαν  κι όχι γνώσεις μόνο μα κι αγωγή και κοινωνικοποίηση κι ιδέες κι ελπίδες και οράματα κι αξίες … κι όλα αυτά που οι ίδιοι δεν πρόλαβαν να δώσουν. Και βρήκαν κι έβαζαν στο στόμα τους τους τεμπέληδες που δουλεύουν λίγο, που δεν ελέγχει κανείς τη δουλειά τους, που ρουφάνε άδειες και διακοπές για να βολεύονται και σκέφτηκα και πάλι τον Ελύτη: «Ιδιώτευε μες στο Ανερυθρίαστο».

Κι είδα την Εκκλησία να ταπεινώνεται, να απαξιώνεται μες στις κραυγές του ορθού λόγου και της συλλογικής λήθης  και να πληρώνει σκληρά το τίμημα χρόνιων παθογενειών, ακέραιων καρκινωμάτων στο σώμα της που άλλες φορές  η αγάπη της κι άλλες φορές  η αδυναμία της, τα σκέπαζε  για να μη φαίνονται. Κι έτσι βαυκαλιζόταν πως δεν υπήρχαν…

Κι είδα πιο κάτω ένα φως αχνό, μάλλον σα φωτοστέφανο, αλλά δεν ήμουν σίγουρος-λες κι έχω δει φωτοστέφανο για να ξέρω;-…

Ένας παπάς μοίραζε τη νύχτα φαγητό και κουβέρτες στους άστεγους που είχαν κάνει τα παγκάκια σπίτια τους, ένας άλλος τραβούσε από μια τρύπια βάρκα μια γυναίκα μ’ ένα μωρό στην αγκαλιά της που έφτασαν από απέναντι, πεθαμένοι σχεδόν από το φόβο κι από τα παγωμένα μαύρα νερά του Αιγαίου, κι ένας άλλος μέχρι αργά τη νύχτα φόρτωνε στο πετραχήλι του καημούς κι απελπισία από πρεζόνια κι αλαφιασμένους απόκληρους. Και σκέφτηκα τη μωρία του σταυρού, τη σαλότητα των αγίων, την πίστη στην Ανάσταση, όταν όλα μυρίζουν θάνατο…

Κι έκανα «ένα βήμα πιο γρήγορο απ’ τη φθορά». Κι είδα στο ξέφωτο τρεις δεσποτάδες, χωρίς πλουμιστά άμφια και μίτρες χρυσοκέντητες, μα με ράσα φθαρμένα αλλά καθαρά και μια μαγκούρα ξύλινη ο καθένας για να ακουμπάει. Κοιτούσαν σιωπηλοί κι ολόμονοι, κρυμμένοι θαρρείς, κουρασμένοι, μα μ’ ένα πεισματάρικο χαμόγελο, αυτό που έχουν οι άνθρωποι που αγάπησαν κι αγαπήθηκαν.

Εκεί πλησίασα, γονάτισα  κι αφέθηκα στην παραμυθία τους:

Μου ψιθύρισε ο άγιος Γρηγόριος, για το Θεό που κρύβεται – «Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!» –  στα μικρά ασήμαντα πράγματα, στους ανθρώπους που προσπερνάμε, στο σπόρο που φυτεύουμε περιμένοντας ν’ ανθίσει.

Μου είπε για τις δικαιολογίες των ανθρώπων που δεν απλώνουν το χέρι τους να μοιραστούν.

Για την απελπισία της φτώχιας, της ορφάνιας, της ερήμωσης.

Κι ο Μέγας Βασίλειος, μου θύμισε για τους ψευτο-ευλαβείς που αρκούνται στην ελεημοσύνη – άλλοθι της αδικίας και για τους πλούσιους που χαρίζουν για να βολέψουν τη συνείδησή τους.

Κι ο ιερός Χρυσόστομος, αργά και σταθερά μου διηγήθηκε ιστορίες για την Εκκλησία, που πάντα στους κόλπους της μέσα είχε κι ανθρώπους που της τρώγανε τις σάρκες και  για το Χριστό που πάντα μεταμόρφωνε το σώμα της με την πεισματάρικη αγάπη του.

Μου είπαν για τους ανθρώπους τους αμόρφωτους, –  όχι αυτούς που δεν ξέρουν γράμματα – τους άλλους, που ξέρουν ότι έχουν πάντα δίκιο και κρίνουν με άνεση κάθε στραβό ανθρώπινο σα να μη είδαν ποτέ τις δικές τους συμφορές, γερασμένοι δικαστές μιας ζωής τσιγγούνικης…

Μου είπαν για τις ελπίδες και τα όνειρα του κόσμου, τις ουτοπίες που δεν έχουν ακόμη τόπο. Για τον Καινούργιο Κόσμο του Θεού που αγκαλιάζει όλους, κι αυτούς που θέλουμε κι αυτούς που θ’ αποφεύγαμε ακόμη και καλημέρα να τους πούμε, για το σταυρό και τη θυσία αυτού που αγωνίζεται όχι για να κερδίσει, αλλά από έρωτα, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να ζήσει.

Για το σταυρό που παραλάβαμε όχι για να τον κάνουμε κόσμημα, μα για να προκαλέσουμε την ανάσταση εδώ και τώρα.

Για τις ελπίδες που δε χάθηκαν κι ούτε ποτέ θα χαθούν όσο οι άνθρωποι παλεύουν, αγωνίζονται, αγαπούν.

Με παρηγόρησαν, όλες οι εποχές μοιάζουν, μου είπαν, μη σκιάζεσαι γιατί ο θάνατος είναι πάντα προσωρινός, φαίνεται δυνατός μα είναι σκόνη μπροστά στη χάρη του Θεού!

Και μου ψιθύρισαν κι ένα στιχάκι για τους δασκάλους που πάντα παλεύουν μαζί με τους μαθητές  τους, σ’ αυτά τα σχολεία, μ’ αυτές τις συνθήκες, μ’ αυτές τις ανημποριές:

«και τι δεν κάνατε για να με θάψετε, όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος…».

Σηκώθηκα να φύγω, μου δώσαν την ευχή τους κι ένα χαρτί τυλιγμένο να το διαβάζω κάθε φορά που θα φοβόμουν και θα δείλιαζα. Απομακρύνθηκα, το άνοιξα με λαχτάρα και το διάβασα. Ήταν δυο στίχοι του Μπέρτολτ Μπρεχτ (!):

«Κι όταν θα έχετε καλυτερέψει τον κόσμο,

Να συνεχίσετε να τον καλυτερεύετε αυτόν τον καλύτερο κόσμο.

Κι αν καλυτερεύοντας τον κόσμο, συμπληρώσετε την αλήθεια

λοιπόν, συμπληρώστε κι άλλο τη συμπληρωμένη αλήθεια.

Κι αν συμπληρώνοντας την αλήθεια, αλλάξατε την ανθρωπότητα,

Λοιπόν,

αλλάξτε κι άλλο την αλλαγμένη ανθρωπότητα.»

 

                                    Πάτρα, Ιανουάριος 2011

 

σημείωση: ευτυχώς που για να γραφτούν αυτές οι λιγοστές αράδες εκτός από τους Τρεις Ιεράρχες, τα όσα είπαν και κυρίως τα όσα έκαναν και μας άφησαν κληρονομιά, βοήθησαν και ο Οδυσσέας Ελύτης (Μαρία Νεφέλη), ο Μίλτος Κουντουράς (Κλείστε τα σχολειά), ο Γιώργος Σεφέρης (Fog), ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ και ο Παύλος Σιδηρόπουλος (εν Κατακλείδι).

 

* Ο Χριστόφορος Γ. Παπασωτηρόπουλος είναι εκπαιδευτικός θεολόγος.

Θρησκευτικά ανοικτών οριζόντων

Θρησκευτικά ανοικτών οριζόντων

 

Tην πρόταση για τον χαρακτήρα του μαθήματος παρουσίασε στην Λάρισα

ο Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Δρ. Στ. Γιαγκάζογλου


 

         Προτείνεται να παραμείνει υποχρεωτικό το μάθημα στο νέο Λύκειο

– «Δεν νοείται εγκύκλια παιδεία χωρίς Θρησκευτικά και Ιστορία»

 

«Χρειαζόμαστε μία θρησκευτική αγωγή με ανοικτούς ορίζοντες, ώστε να διαλέγεται με ζητήματα και προτεραιότητες που θέτει ο ραγδαία μεταβαλλόμενος σύγχρονος κόσμος και πολιτισμός», τόνισε ο Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, δρ. Θεολογίας, Σταύρος Γιαγκάζογλου μιλώντας χθές βράδυ σε εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν το 14ο Γυμνάσιο της πόλης μας και το Βιβλιοπωλείο «Παιδεία», στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Βραδιές Θεολογίας».

Μιλώντας ο κ. Γιαγκάζογλου ενώπιον του πυκνού ακροατηρίου εκπαιδευτικών στο πατάρι του βιβλιοπωλείου και εξειδικεύοντας στο θέμα της συγκρότησης μιας νέας συνθετικής πρότασης για τη φυσιογνωμία του θρησκευτικού μαθήματος στο ελληνικό σχολείο υπογράμμισε ότι ο θεολογικός και παιδαγωγικός χαρακτήρας του μαθήματος θα πρέπει να αναπλαισιωθεί σε νέες διευρυμένες βάσεις και αρχές με βάση και αφετηρία την ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.

 

Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΞΙΑ

 

Το θρησκευτικό μάθημα στη διδακτική πράξη, τόνισε, οφείλει να συνδέεται σταθερά με το χαρακτήρα της παιδείας και του πολιτισμού, αναδεικνύοντας την καθολική παιδευτική του αξία και προσέθεσε : «Επιβάλλεται το θρησκευτικό μάθημα  να συνδέεται με τα σύγχρονα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα του ανθρώπου της εποχής μας, να συναντά με σεβασμό και κατανόηση τον άλλο στο πρόσωπο του ετερόδοξου, του ετερόθρησκου, του αδιάφορου. Ούτως ή άλλως, το θρησκευτικό μάθημα αφορά μια νεωτερική φάση του θεολογικού λόγου ή της εκκλησιαστικής διδαχής και δεν συνιστά κατήχηση με την αυστηρά εκκλησιολογική και θεολογική σημασία. Συνάμα, χρειάζεται να συνδέεται κατάλληλα με τη συνέχεια και την παράδοση του ελληνικού πολιτισμού, να είναι κριτικό για κάθε μορφή θρησκευτικής παθολογίας και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας ελεύθερης πλουραλιστικής δημοκρατικής κοινωνίας».

 

ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΦΕΤΗΡΙΑ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

 

Ο ομιλητής αναφερόμενος στο χαρακτήρα που θα πρέπει να έχουν τα Θρησκευτικά  τάχθηκε υπέρ ενός μαθήματος το οποίο δεν πρέπει να στενεύει μονόπλευρα τον ορίζοντά του σε μια εθνοκεντρική ορθοδοξία, αλλά να αποτελεί γνώση της ελληνορθόδοξης πολιτιστικής παράδοσης και κληρονομιάς.

Ταυτόχρονα, είναι ανάγκη, επεσήμανε, να μην έχει απλώς θρησκειολογικό ή πληροφοριακό και ενημερωτικό χαρακτήρα, αλλά να συζητά διαλεκτικά τα καίρια προβλήματα του κόσμου, του ανθρώπου και της κοινωνίας του στα όρια της ελευθερίας και του αλληλοσεβασμού. Τούτο, υποστήριξε ο κ. Γιαγκάζογλου, επιτυγχάνεται, έχοντας ως αφετηρία και βάση την ορθόδοξη παράδοση της Εκκλησίας και την δυναμική ερμηνεία του θεολογικού της λόγου στις σύγχρονες πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες, δίχως χειραγωγικό χαρακτήρα, αλλά σεβόμενο κάθε θρησκευτική και πολιτισμική πολυφωνία και ετερότητα». Τέλος, αναφορικά με το θέμα του θρησκευτικού μαθήματος στο νέο Λύκειο και το εάν θα είναι υποχρεωτικό ή επιλεγόμενο, ο κ. Γιαγκάζογλου ανάφερε ότι η πρόταση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου είναι να παραμείνουν τα Θρησκευτικά – όπως και η Ιστορία –  στο βασικό κορμό των υποχρεωτικών μαθημάτων γενικής παιδείας, τονίζοντας ότι «δεν μπορεί να νοηθεί εγκύκλια παιδεία χωρίς Θρησκευτικά και Ιστορία».

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑ: «ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΟ»

 

Στη εκδήλωση παραβρέθηκε εκπροσωπών την Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης και Τυρνάβου και ο πρεσβύτερος – θεολόγος π. Βασίλειος Τάσιος, ο οποίος μετέφερε τον χαιρετισμό του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ.κ. Ιγνατίου και τη θέση της Εκκλησίας να παραμείνει οπωσδήποτε στα υποχρεωτικά μαθήματα του νέου Λυκείου  το μάθημα των Θρησκευτικών διατηρώντας, παράλληλα, τον ομολογιακό – κατηχητικό χαρακτήρα του, διδάσκοντας Χριστό και Ελλάδα, όπως υπογράμμισε εμφαντικά ο εκπρόσωπος της Ιεράς Μητρόπολης π. Βασίλειος, δίνοντας την αφορμή για ένα δημιουργικό διάλογο γύρω από το θέμα του χαρακτήρα του θρησκευτικού μαθήματος στην εκπαίδευση.

 

ΑΛΛΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΑΛΛΟ ΚΑΤΗΧΗΣΗ

 

Σχολιάζοντας την θέση αυτή της διοικούσας Εκκλησίας που θέλει το μάθημα ομολογιακό – κατηχητικό, ο κ. Γιαγκάζογλου υποστήριξε πως «άλλο είναι το έργο μας, ως θεολόγων, στους κόλπους της Εκκλησίας και άλλο το έργο της Θεολογίας στο πανεπιστήμιο και, εν γένει, στο χώρο του σχολείου. Δεν πρέπει να κάνουμε κατήχηση μέσα στο σχολείο, η κατήχηση είναι έργο της Εκκλησίας, έχει δε από εκκλησιολογικής απόψεως όρους και προϋποθέσεις, όπως είναι η ενορία, η θεία ευχαριστία, οι ποιμένες, ο επίσκοπος.  Η κατήχηση, τόνισε ο Σύμβουλος του Π.Ι.,  είναι πολύ σπουδαία υπόθεση και είναι καθαρά έργο της Εκκλησίας. Άλλο, λοιπόν, το ένα (κατήχηση: έργο της Εκκλησίας, που απευθύνεται μόνο στους Ορθοδόξους) και άλλο, το άλλο (εκπαίδευση: έργο της πολιτείας / κράτους που απευθύνεται προς όλους, ανεξαρτήτως ομολογίας ή θρησκείας)…». Επισημαίνοντας, πάντως, ο κ. Γιαγκάζογλου το πλαίσιο της καλής συνεργασίας  που υπάρχει ανάμεσα στη υπουργό Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου και τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, εκτίμησε ότι και στο θέμα αυτό η πολιτική ηγεσία του υπουργείου θα συζητήσει διεξοδικά με την διοίκηση της Εκκλησίας και τις θεσμικούς φορείς του θεολογικού κόσμου (θεολογικές Σχολές, φορείς θεολόγων, κλπ.)  έτσι ώστε μέσα από ένα δημιουργικό διάλογο  να προκύψει η βέλτιστη – εξ επόψεως εκπαιδευτικής και παιδαγωγικής – πρόταση για το μάθημα των Θρησκευτικών στο «νέο Λύκειο». 

Τον κ. Γιαγκάζογλου παρουσίασε ο διευθυντής του 14ου Γυμνασίου, θεολόγος – ιστορικός Νίκος Παύλου, ενώ τις εργασίες της εσπερίδας και τον διάλογο που ακολούθησε συντόνισε ο δημοσιογράφος και θεολόγος καθηγητής, Χάρης Ανδρεόπουλος.

Στην εκδήλωση παραβρέθηκε η Περιφερειακή Διευθύντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας κ. Κωνσταντία Πράντζου – Κανιούρα, η οποία εξέφρασε την ικανοποίησή της για την διενέργεια παρόμοιων επιστημονικών εκδηλώσεων που προάγουν, όπως επεσήμανε, τον ουσιαστικό διάλογο, τον οποίο έχει ανάγκη η εκπαίδευση, ενώ χαιρετισμό έστειλε και ο διευθυντής Β/θμιας εκπαίδευσης ν. Λάρισας Αθαν. Μαργαριτόπουλος, ο οποίος δεν μπόρεσε να παρευρεθεί εξ αιτίας υπηρεσιακών του υποχρεώσεων.  Παραβρέθηκαν επίσης Σχολικοί Σύμβουλοι της Β/θμιας και Α/θμιας Εκπαίδευσης, διευθυντές Γυμνασίων και Λυκείων, δεκάδες θεολόγοι καθηγητές καθώς και δάσκαλοι,  οι οποίοι με τη παρουσία τους φανέρωσαν τη μεγάλη αγάπη τους για το μάθημα και τη διάθεσή τους για αγώνες – με επιχειρήματα και πειθώ –  που θα κατατείνουν στην αναβάθμισή του. 

 

ΠΗΓΗ: Ημ. Δημοσίευσης: Jan 20, 2011, http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=4625