Αρχείο κατηγορίας Θρησκευτική αγωγή εν μέσω συγχίσεων

Σε εποχή που όλα μετατρέπονται σε θρησκείες από τους εμπορευματοποιημένους φορείς των εξουσιαστών, ο δρόμος της αγωγής είναι δύσβατος

ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ: ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΣΕ ΕΠΙΚΡΙΣΕΙΣ

Απόκριση στις Επικρίσεις Σχετικά με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών

 

Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνάσιου*

 

 

Τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που εκπόνησε το νέο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) για τα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου (2011), παρακολουθούμε ασφαλώς με το οφειλόμενο ενδιαφέρον τον διάλογο που διεξάγεται για τη μορφή, τους σκοπούς και το περιεχόμενο του νέου ΠΣ. Ο διάλογος αυτός είναι αναγκαίος και χρήσιμος, ειδικά στην τρέχουσα περίοδο της πιλοτικής εφαρμογής των νέων ΠΣ, η οποία έχει ως σκοπό την ενημέρωση-επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, την πειραματική διδακτική εφαρμογή και την εξαγωγή συμπερασμάτων για την ανάγκη τροποποιήσεων και βελτιώσεων.

 

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι, εκτός από τις αξιολογικές προσεγγίσεις των εκπαιδευτικών στα πιλοτικά σχολεία, οι οποίες είναι από ενθαρρυντικές έως ενθουσιώδεις, η Επιτροπή επισήμως δεν έχει παραλάβει οποιαδήποτε άλλη, επώνυμη και υπεύθυνη, πρόταση ή κριτική. Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα, έχουν δει το φως της δημοσιότητας άφθονες κρίσεις για το νέο ΠΣ, αναρτημένες κυρίως σε διάφορες ιστοσελίδες ποικίλης προελεύσεως και ποιότητας. Σε αυτές τις κριτικές, εκτός από τα θετικά σχόλια, υπάρχουν πολλές αξιόλογες επισημάνσεις, τις οποίες ασφαλώς η Επιτροπή θα λάβει σοβαρά υπόψη της στην πορεία για την ολοκλήρωση του έργου.

Είναι γεγονός, όμως, ότι  σε αρκετές από αυτές τις κριτικές διαπιστώνονται  προβληματικές προσεγγίσεις και αναλύσεις· ιδίως σε εκείνες που προέρχονται από μη εκπαιδευτικούς ή μη θεολόγους ή από εκπαιδευτικούς που δεν έχουν ενημερωθεί και δεν διαθέτουν εξειδικευμένη ή επαρκή γνώση για το θέμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι προφανείς οι συντονισμένες προσπάθειες διάφορων επώνυμων αλλά και ανώνυμων που χωρίς την αίσθηση της δέουσας ευθύνης αγωνίζονται με κάθε μέσο -και κυρίως με επικοινωνιακούς όρους και όχι με θεολογικά και παιδαγωγικά κριτήρια- να δημιουργήσουν κλίμα καχυποψίας ή ακόμη και χαοτικού διχασμού. Δεν είναι λίγες οι φορές που η Επιτροπή δέχθηκε ανάρμοστες λεκτικές επιθέσεις και απρεπείς χαρακτηρισμούς, που αποκαλύπτουν προκατάληψη, φανατισμό και παντελή έλλειψη πνεύματος διαλόγου. Η προφανής αδυναμία παρουσίασης πειστικών αντεπιχειρημάτων και η απροθυμία για έναν ουσιαστικό διάλογο γύρω από το θεολογικό περιεχόμενο του νέου ΠΣ και τις παιδαγωγικές αρχές που το διέπουν, οδήγησε αρκετούς επικριτές να επιδοθούν σε μια συστηματική, άκομψη και ανοίκεια προς το χριστιανικό ήθος επίθεση εναντίον των μελών της συντακτικής Επιτροπής. Η επίθεση αυτή επεδίωκε τη συκοφάντηση των κινήτρων τους, τη σπίλωση της ακαδημαϊκής και επιστημονικής τους υπόληψης και την αμφισβήτηση της ίδιας της εκκλησιαστικής ταυτότητας και του Ορθόδοξου φρονήματός τους. Στο πλαίσιο αυτής της απαράδεκτης και ακατανόητης στάσης εντάσσονται, αφενός, οι -ευτυχώς μεμονωμένες- ενέργειες μερικών επικριτών που απέβλεπαν στην τρομοκράτηση εν ενεργεία Σχολικών Συμβούλων, επιμορφωτών και θεολόγων εκπαιδευτικών και, αφετέρου, η προσπάθειά τους να στρατεύσουν σεβάσμιους ταγούς και εγνωσμένου κύρους εκκλησιαστικά πρόσωπα εναντίον του νέου ΠΣ.

Ως μέλη της Επιτροπής, αποδοκιμάζοντας κάθε ακραία ενέργεια και στάση που δεν συνάδει με την Ορθόδοξη πνευματικότητα αλλά και με την επιστημονική δεοντολογία, θεωρούμε επαρκείς τις επιστημονικές απαντήσεις και διευκρινίσεις που έχουν δοθεί κατά καιρούς σε σχέση με τα διατυπωθέντα μέχρι σήμερα βασικά ερωτήματα. Δεν έχει νόημα η ενασχόληση με σκόπιμες παρανοήσεις και επαναλαμβανόμενες ανακρίβειες, ανεξάρτητα από την πηγή προελεύσεώς τους· ούτε, βέβαια, η οποιαδήποτε απάντηση σε υποτιμητικά, υβριστικά και κακόβουλα σχόλια. Η συνεννόηση είναι επίτευγμα του καλοπροαίρετου διαλόγου και ουδέποτε της αδιαλλαξίας· πολύ δε περισσότερο, της μισαλλοδοξίας και της απροκάλυπτης εμπάθειας.

Με σεβασμό σε κάθε άποψη που κατατίθεται, επισημαίνουμε ότι ο διάλογος πάνω σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα είναι αδιέξοδος χωρίς την ουσιαστική προϋπόθεση της αμοιβαίας αναγωγής σε κοινούς τόπους αναγνωρισμένων επιστημονικών κριτηρίων. Δεν είναι έργο της Επιτροπής να εξηγήσει θεμελιώδεις παιδαγωγικές παραδοχές και τρέχοντες επιστημονικούς όρους, όταν αυτοί τόσο κραυγαλέα παρερμηνεύονται, δεν έχουν γίνει κατανοητοί ή αποσιωπούνται είτε από πρόθεση είτε από άγνοια. Η εργασία αυτή αρμόζει περισσότερο στα επιμορφωτικά σεμινάρια των μάχιμων εκπαιδευτικών. Είναι προφανώς ανώφελη η όποια δημόσια συζήτηση, όταν αγνοείται ή χαλκεύεται -ακόμη και από γραφίδα πανεπιστημιακού δασκάλου- το επιστημονικό και θεολογικό αλφαβητάρι της παιδαγωγικής επιστήμης, και κατ' εξοχήν της θρησκευτικής αγωγής ως προς τους όρους: «πρόγραμμα σπουδών διαδικασίας», «γραμματισμός», «διερευνητική μάθηση», «βιωματικές και συνεργατικές διδακτικές δραστηριότητες», «διαπολιτισμική εκπαίδευση», «σεβασμός στην ετερότητα», «ανθρωποκεντρική διάσταση στην εκπαίδευση» κ.ά.

Αντί να στρέψουν την προσοχή τους στα ουσιώδη του ΠΣ, ορισμένοι επιμένουν να διαστρεβλώνουν στοιχειώδεις έννοιες, συγχέοντας τα αυτονόητα και τα ζητούμενα, παρά τις διεξοδικές και επανειλημμένες εισαγωγικές διευκρινίσεις από την Επιτροπή. Για μια φορά ακόμη, επισημαίνουμε ότι: το ΠΣ δεν είναι διδακτέα ύλη, δεν είναι κατάλογος μαθημάτων, δεν είναι διδακτικό εγχειρίδιο, δεν είναι βιβλίο του μαθητή. Το ΠΣ μπορεί να οδηγήσει στον σχεδιασμό πολλαπλά διαφοροποιημένης διδασκαλίας, ανάλογα με την τάξη και τον μαθητικό πληθυσμό που απευθύνεται ο εκπαιδευτικός. Στον Οδηγό του Εκπαιδευτικού έχουν καταχωριστεί ολοκληρωμένα διδακτικά σενάρια και άφθονες διδακτικές προτάσεις που τεκμηριώνουν αυτή τη θέση αλλά και δείχνουν καθαρά ότι η κατηγορία για την απεμπόληση της πίστης είναι παντελώς έωλη. 

Χαρακτηριστικό δείγμα της σύγχυσης είναι ότι το ΠΣ έχει χαρακτηριστεί -από τους ίδιους πάντα επικριτές- άλλοτε ως κοινωνιολογία της θρησκείας, άλλοτε ως κοινωνική ηθική, άλλοτε ως συγκριτική θρησκειολογία και άλλοτε ως πολιτιστικό μάθημα… Κατανοούν, άραγε, τα σημαινόμενα των εκάστοτε διατυπώσεων και, τελικά, γνωρίζουν τι ακριβώς είναι το ΠΣ διαδικασίας; Μοιάζει παράδοξο, όμως, είναι τα ίδια πρόσωπα που διατύπωσαν στο παρελθόν παρόμοιες κατηγορίες για τα βιβλία Θρησκευτικών, τα οποία είχαν βασιστεί στο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ 2003), κατηγορώντας τα για σοβαρά θεολογικά λάθη και θρησκειολογική εκτροπή. Τα ίδια αυτά πρόσωπα τάσσονται τώρα αναφανδόν υπέρ της διατήρησης του Ορθόδοξου και μάλιστα «ομολογιακού» μαθήματος, όπως είναι μέχρι σήμερα, ξιφουλκώντας κατά του νέου ΠΣ!

Δεν είναι οξύμωρο ότι στην Επιτροπή του ΠΣ μετέχουν και θεολόγοι που συμμετείχαν στις συγγραφικές ομάδες αρκετών διδακτικών εγχειριδίων Θρησκευτικών στα τελευταία είκοσι χρόνια; Πώς γίνεται εκείνοι που έγραψαν στο παρελθόν Ορθόδοξα Θρησκευτικά να απεμπολούν τάχα την Ορθόδοξη πίστη τώρα; Πώς ανατρέπει το ΠΣ τη μέχρι σήμερα Ορθόδοξη γραμμή του μαθήματος, όταν το εκπαιδευτικό υλικό στο οποίο παραπέμπει, αποτελείται αποκλειστικά από τα διδακτικά εγχειρίδια και τα μέσα που έχουν παραχθεί στα τελευταία χρόνια και ισχύουν μέχρι σήμερα; Το υλικό αυτό περιλαμβάνεται στην Δ΄ στήλη του νέου ΠΣ και είναι το μοναδικό τμήμα του με το οποίο  έμμεσα έρχεται σε επαφή ο μαθητής.

Σε όλες σχεδόν τις ακραίες αρνητικές κριτικές είναι εμφανής η λογική μιας αντιθετικής πόλωσης, που προβάλλεται με απόλυτο δογματισμό. Σύμφωνα με αυτή, οι μοναδικές προτάσεις για την ύπαρξη και λειτουργία των Θρησκευτικών κινούνται διαζευκτικά μεταξύ του ομολογιακού-κατηχητικού και του θρησκειολογικού μαθήματος. Ή το ένα ή το άλλο. Μάλιστα, επειδή ακριβώς το νέο ΠΣ δεν ακολουθεί αυτή την υπεραπλουστευτική λογική, κατηγορείται αυθαίρετα και αδικαιολόγητα ως «θρησκειολογικό». Με την ίδια ευκολία και παρόμοιο τρόπο χαρακτηρίζεται το θρησκευτικό μάθημα και στις ευρωπαϊκές χώρες. Προκαλεί δέος η τόσο μεγάλη άγνοια. Πώς μπορούν να παραβλέπουν την τόσο πλούσια βιβλιογραφία για το θέμα; Πώς διαγράφουν τη διαδρομή και τα επιτεύγματα του μαθήματος στη χώρα μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες; Με ποια επιστημονικά επιχειρήματα κατηγοριοποιούν το μάθημα και το νέο ΠΣ, όταν η πραγματικότητα απέχει παρασάγγας από την αναφερθείσα μονολιθική προσέγγιση; Τέλος πάντων, γνωρίζουν ή δεν γνωρίζουν άλλη πρόταση για τον σκοπό, τον χαρακτήρα, τη δομή και τις αρχές διδασκαλίας του σύγχρονου θρησκευτικού μαθήματος εκτός από το ιδεοληπτικό και στερεοτυπικό δίπολο «ομολογιακό ή θρησκειολογικό μάθημα»; Υπάρχει, άραγε, κάποια ουσιαστική μελέτη επί της ουσίας των Συστάσεων (Recommendations) του Συμβουλίου της Ευρώπης για το θρησκευτικό φαινόμενο στην Ευρώπη;

Το νέο ΠΣ, που συγκροτήθηκε με συλλογικό κόπο, υπερβαίνει την προ πολλού παρωχημένη κλειστή ομολογιακή προσέγγιση χωρίς, όμως, να μετατρέπει το μάθημα σε θρησκειολογικό. Χαρακτηρίζεται από ένα στιβαρό μορφωτικό πλαίσιο που αφορά στην οικεία θρησκευτική παράδοση και το οποίο δημιουργεί τις προϋποθέσεις και το κατάλληλο εκπαιδευτικό περιβάλλον για ένα άνοιγμα στην ετερότητα σε θεμιτό βαθμό και, κυρίως, με βάση τα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά, τις ουσιαστικές μορφωτικές ανάγκες και τα συνεχώς ανανεούμενα ερωτήματα των σημερινών παιδιών και εφήβων σε έναν ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο. Αξίζει να τονισθεί, ότι οι συγκεκριμένες αυτές επιλογές του νέου ΠΣ δεν είναι θύραθεν επιδράσεις αλλά βασίζονται συνειδητά σε θεμελιώδεις και τεκμηριωμένες επιλογές που απορρέουν από την Ορθόδοξη θεολογία και ζωή.

Επιπρόσθετα πρέπει να θυμίσουμε, ότι το μάθημα των Θρησκευτικών έχει διανύσει μια γνωστή σε όλους διαδρομή, μία διαδρομή η οποία ακολουθεί τις αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, καθώς επίσης ότι υπάρχει και λειτουργεί εδώ και τώρα. Έχει συγκεκριμένη σκοποθεσία, παιδαγωγικά χαρακτηριστικά και αρχές, διδακτικά μέσα και εργαλεία, νομικό πλαίσιο με βάση το οποίο πορεύεται και, βεβαίως, τις ελλείψεις του. Δεν συζητούμε για μια εκ του μηδενός επανίδρυσή του  ούτε φυσικά  νέα ανακάλυψη του χαρακτήρα και του προσανατολισμού του.

Το ΠΣ και ο Οδηγός του Εκπαιδευτικού αναφέρονται διεξοδικά στο παιδαγωγικό και επιστημονικό πλαίσιο στο οποίο στηρίζουν την ανάπτυξή τους. Τόσο στο ΠΣ όσο και στον Οδηγό, σε κάθε κεφάλαιο ξεχωριστά, παρατίθεται βασική βιβλιογραφική τεκμηρίωση για όλα τα θέματα. Επιτέλους, οι επικριτές οφείλουν να πράξουν το ίδιο, επιδεικνύοντας στοιχειώδη επιστημονική συνέπεια, ορίζοντας δηλαδή τις δικές τους παιδαγωγικές θέσεις, εάν υπάρχουν, βάσει των οποίων διατυπώνουν τόσο σοβαρές κατηγορίες και ενστάσεις. Πιο συγκεκριμένα, εγκαταλείποντας τον αντιδραστικό -και κατά κανόνα ατεκμηρίωτο- αρνητισμό τους, οφείλουν να διατυπώσουν σαφείς απαντήσεις στα ακόλουθα ερωτήματα:

α) Ποια άλλη θεωρία μάθησης προτείνουν αντί της αυτονόητης για τα σύγχρονα παιδαγωγικά δεδομένα, θεμελιώδους και συνάμα κριτικής προσέγγισης των συντακτών του ΠΣ, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι η δέσμη θεωρήσεων του κονστρουκτιβισμού;

β) Ποια άλλη επιστημονική θεωρία αποδέχονται για τη σύνταξη ενός ΠΣ και ποιο τύπο/μοντέλο θεωρούν κατάλληλο για τα Θρησκευτικά και για ποιους λόγους, αντί του ΠΣ διαδικασίας;

γ) Με βάση ποιους ερευνητές και, ειδικότερα, ποιους παράγοντες, αρχές και παραδοχές προσδιορίζουν το γνωστικό επίπεδο των μαθητών και τα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά τους σε κάθε βαθμίδα; Επιπλέον, πού παραπέμπουν ως προς τις σύγχρονες θρησκειοπαιδαγωγικές ανάγκες των μαθητών; Το ΠΣ αφιερώνει μεγάλο αριθμό σελίδων στα ζητήματα αυτά και οι θέσεις του είναι δημοσιευμένες.

δ) Ποια στοιχεία προσκομίζουν για την ανθρωπογεωγραφία και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου ελληνικού μαθητικού πληθυσμού;

ε) Σε ποιες αναγνωρισμένες μελέτες παραπέμπουν ως προς τα ζητήματα που χρειάζονται βελτίωση στην ήδη παρεχόμενη θρησκευτική εκπαίδευση;

στ) Ποια διδακτική μεθοδολογία προκρίνουν αντί της διερευνητικής, συνεργατικής και κριτικής διδασκαλίας-μάθησης, η οποία συνιστά μια από τις μεγαλύτερες καινοτομίες που εισάγει το νέο ΠΣ;

ζ) Ποιος είναι -κατ' αυτούς- ο ρόλος του εκπαιδευτικού μέσα στη τάξη, αφού επιδεικτικά αγνοούν τη συμβολή του, μιλώντας μόνο για το ΠΣ και τους μαθητές;

 Χωρίς απαντήσεις στα παραπάνω αφετηριακά ερωτήματα, κάθε άλλη συζήτηση είναι μάταιη γιατί εκτρέπεται και αποπροσανατολίζει από το κυρίως ζητούμενο.

Κραυγαλέα δείγματα αυτής της παραπληροφορούσας και ψευδόμενης επιχείρησης διαστρέβλωσης του νέου ΠΣ, είναι οι ανυπόστατες και χονδροειδείς -πλην όμως τόσο αποτελεσματικές για την παραπληροφόρηση- κατηγορίες ότι: «στο νέο ΠΣ ο Ιησούς Χριστός εξισώνεται με τους ιδρυτές άλλων θρησκειών» (και οι λίθοι κεκράξονται!), ότι «τα παιδιά καλούνται να επιλέξουν» (άκουσον, άκουσον!) «από έξι θρησκείες που παρουσιάζονται ισότιμα» (sic), ότι «το μάθημα γίνεται θρησκειολογικό» ή ακόμη και «πανθρησκειακό». Τα μέλη της Επιτροπής έχουν απαντήσει σε αυτές τις ευφάνταστες αιτιάσεις, παραθέτοντας αναλυτικά στοιχεία και συγκεκριμένες παραπομπές στο ΠΣ, με το  Υπόμνημα της 30ης Μαρτίου 2012 που υποβλήθηκε στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος ύστερα από αίτημα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου,  και το οποίο έτυχε θετικής εισήγησης.

Ας σημειωθεί ότι μετά τη δημοσίευση του πολυσέλιδου Υπομνήματος, ορισμένοι από τους λιβελλογράφους επανήλθαν λέγοντας ότι: ναι μεν το περιεχόμενο του ΠΣ βασίζεται σε συντριπτικό ποσοστό στην Ορθόδοξη πίστη, λατρεία και ζωή και εν γένει παράδοση, ναι μεν υπάρχουν άφθονα βιβλικά, πατερικά και εκκλησιαστικά θέματα, αλλά οι κατηγορίες εξακολουθούν να ισχύουν γιατί γίνεται «σιωπηρή» κατάργηση της μοναδικότητας του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού! Μέχρι και έντυπη ανθολόγηση των αρνητικών κριτικών έγινε πρόσφατα, αποκλειστικά και μόνον αυτών, χάριν όσων δεν έχουν πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες, όπου περιελήφθησαν ακόμη και ανεύθυνα και αντιεπιστημονικά σχόλια γνωστών για το ήθος τους ιστολογίων. Είναι αυτή υπεύθυνη επιστημονική και θεολογική στάση; Είναι έγκυρος και αντικειμενικός διάλογος, όταν συστηματικά προβάλλεται κάθε διαστρεβλωτική προσέγγιση, αποκλειομένης a priori κάθε άλλης άποψης και ιδιαιτέρως των θιγόμενων;

Το φαινόμενο είναι λυπηρό και ανησυχητικό ακόμη κι αν οφείλεται σε ελάχιστους πρωταγωνιστές. Η ανησυχία, όμως, οξύνεται, όταν η παραπληροφόρηση εκπορεύεται από ορισμένους σεβαστούς, πλην όμως επί πολλά χρόνια απέχοντες από τα διδακτικά δρώμενα, και προφανώς άμοιρους πρόσφατης διδακτικής εμπειρίας στα Θρησκευτικά συναδέλφους. Οι συνάδελφοι αυτοί, καθώς φαίνεται, δεν μπορούν να αντιληφθούν τι ήταν στο παρελθόν τα Θρησκευτικά, τι είναι σήμερα και τι επιπλέον χρειάζονται, ώστε να γίνουν ένα σύγχρονο, επίκαιρο και δημιουργικό μάθημα. Ένα μάθημα που να ανταποκρίνεται σε ουσιώδεις ανάγκες της μαθητιώσας νεολαίας και όχι στις φαντασιώσεις ή τις μεσσιανικές νευρώσεις όλων εκείνων που το θέλουν καθηλωμένο σε ένα πλέγμα παρωχημένων παιδαγωγικών αρχών, στοχοθεσίας και μεθόδου. Με αυτές τις προϋποθέσεις, ακόμη και η πρόταση ενός «ομολογιακού-κατηχητικού» μαθήματος, ίσως αποτελεσματικού σε άλλες συνθήκες, δεν μπορεί να ευοδωθεί. Το σχόλιο κατατίθεται ως ανοικτή καταγγελία και διατυπώνεται με ανάμικτα συναισθήματα λύπης, ανησυχίας και δικαιολογημένης αγανάκτησης.

Διατρέχοντας κανείς τις απαξιωτικές κρίσεις, τις λοιδορίες και τις ύβρεις των επικριτών, σχηματίζει την εντύπωση για τα μέλη αυτής της Επιτροπής ότι πρόκειται για «εξωνημένους και αδίστακτους παραχαράκτες της χριστιανικής πίστης, οι οποίοι έδρασαν σε διατεταγμένη υπηρεσία αποδόμησης της Ορθοδοξίας και εγκαθίδρυσης της πανθρησκείας»! Ωσάν να μην πρόκειται για ανθρώπους, οι οποίοι -πέραν της όποιας επιστημονικής επάρκειας και εκπαιδευτικής διαδρομής- γαλουχήθηκαν, πορεύθηκαν και διακόνησαν επί μακρόν -πράγμα που συνεχίζουν να πράττουν μέχρι σήμερα- την Εκκλησία και τη Θεολογία. Αναμφισβήτητα, το ζήτημα έχει και νομικές και πολιτικές και, κυρίως, πνευματικές παραμέτρους, με την εκκλησιαστική σημασία του όρου. Όμως, πάνω απ' όλα, πιο πέρα κι από τα πρόσωπα που υβρίζονται, το διακύβευμα αφορά στο παρόν και στο μέλλον της θρησκευτικής παιδείας στο Ελληνικό σχολείο. Ασφαλώς, τα μηνύματα από τη συντριπτική πλειοψηφία του θεολογικού κόσμου είναι ελπιδοφόρα και αισιόδοξα, όμως, πνίγονται μέσα στον θόρυβο ενός αήθους υβρεολογίου, το οποίο αντικαθιστά ή υποδύεται την κριτική.

Θεωρούμε, μάλιστα, ότι μέρος της μέχρι τούδε ασκηθείσας δημόσιας τοποθέτησης για το νέο ΠΣ, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, πέρα από την επιστημονική ανεπάρκεια σε ζητήματα παιδαγωγικά -αν και επικαλείται ή δήθεν υπερασπίζεται την Ορθοδοξία- επιχειρεί να αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς της («Οὐ πᾶς ὁ λέγων Κύριε, Κύριε…»). Το ζήτημα είναι φανερό πως αγγίζει την καρδιά της ίδιας της Εκκλησίας και της Θεολογίας της.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η Θεολογία της θα αδιαφορήσει για τον σημερινό μαθητή, τον συχνά μετέωρο και μπερδεμένο από την έκθεση σε ένα πλήθος αλλόκοτων πληροφοριών και όχι σπάνια αλλοπρόσαλλων θρησκευτικών ερεθισμάτων -παρότι τυπικά πολιτογραφείται ως «Ορθόδοξος»;

Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η Θεολογία της πώς θα απαντήσει σε αυτό το οξύ πρόβλημα, κραυγάζοντας και απειλώντας; Ή μήπως υπάρχει κανείς που να θεωρεί ότι, αποκλείοντας οποιαδήποτε αναφορά στο πρόβλημα, αυτό λύεται ως διά μαγείας; Και αν αυτή η δυνατότητα της παιδαγωγικά έγκυρης πραγμάτευσης δεν δοθεί στον θεολόγο-καθηγητή και σε ένα μάθημα Θρησκευτικών που θα δομείται πάνω σε ένα ΠΣ διαδικασίας, ευέλικτο και ανοικτό στη συνδιαμόρφωση με τους μαθητές, όπως αυτό που προτείνεται από την Επιτροπή μας, τότε σε ποιον, με ποια εχέγγυα και σε ποιο πλαίσιο; Μπορεί το μάθημα να συμβάλει στην κοινωνική συνοχή της ελληνικής και ευρωπαϊκής κοινωνίας μας;

Είναι άραγε Ορθόδοξη και εκκλησιαστική ποιμαντική προς μαθητές η στενόκαρδη περιχαράκωση, η καταγγελτική ρητορεία και ο προπηλακισμός (λεκτικός ή μη) σε κάθε άνοιγμα διαλόγου ή συνύπαρξης με το διαφορετικό; Ταπεινά φρονούμε πως όχι.

Σε αυτή την κρίσιμη καμπή για τον τόπο και την πατρίδα ο καθένας έχει χρέος να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν. Έναντι, πρωτίστως, της Αλήθειας.

 

* Τα Μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση νέου Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνάσιου

 

Αθήνα 25  Οκτωβρίου 2012

 

Γιαγκάζογλου Σταύρος, Σύμβουλος Α΄ Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, υπεύθυνος επιστημονικού πεδίου

Βαλλιανάτος Άγγελος, Δρ. Θεολογίας, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων

Γριζοπούλου Όλγα, Δρ. Θεολογίας

Διαμαντής Φώτιος, Δάσκαλος, MEd & Θεολόγος, MTh

Ζορμπάς Κωνσταντίνος, Δρ. Θεολογίας, Κοινωνιολόγος, καθηγητής Θεολόγος

Καλαϊτζίδης Παντελεήμων, Δρ. Θεολογίας, τ. Πάρεδρος ε.θ. του Π.Ι., καθηγητής Θεολόγος

Μόσχος Δημήτρης, Επίκουρος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ

Νευροκοπλής Αθανάσιος, MTh, καθηγητής Θεολόγος

Παναγάκης Αντώνης, Δάσκαλος και Θεολόγος

Παπαδόπουλος Γιώργος, καθηγητής Θεολόγος

Περσελής Εμμανουήλ, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ

Πλιάκου Ζωή, Θεολόγος

Στάθης Γιώργος, τ. Πάρεδρος Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Στριλιγκάς Γιώργος, Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων

Ταμβάκης Παναγιώτης, Δρ. Θεολογίας, Σχολικός Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης

Υφαντής Παναγιώτης, Επίκουρος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

Μια προωθημένη πρόταση στον καιρό

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου

στο Νέο Σχολείο: μια προωθημένη πρόταση «στον καιρό του αλλόκοτου φόβου…»[i]

                                            «Ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται για να' ρθουν»[ii]

 

Tου Χριστόφορου Γ. Παπασωτηρόπουλου*

 

 

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών των Θρησκευτικών αποτελεί για κάθε καλόπιστο και συνειδητοποιημένο δάσκαλο ένα σημαντικό άλμα για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στην Α/θμια και τη Β/θμια Εκπαίδευση. Οι λόγοι  είναι οι εξής:

® Έχει αξιοποιήσει πορίσματα νεότερων εκπαιδευτικών ερευνών, διεθνή εμπειρία σε επίπεδο εφαρμογής αλλά και σύγχρονη βιβλιογραφία σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών (στο εξής μτΘ ) αλλά και γενικότερα με τη σύγχρονη θρησκευτική Εκπαίδευση και Παιδαγωγική.

® Έχει λάβει υπόψη του όλα τα αναλυτικά προγράμματα που μέχρι τώρα έχουν συνταχθεί, τα ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ και τα νεότερα σχολικά βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου. Με αυτή την έννοια, αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων προσπαθειών επιχειρώντας να αξιοποιήσει τα όποια θετικά αλλά και να υπερβεί τις πιθανές αγκυλώσεις ή δυσκολίες τους.

® Συνιστά συγκροτημένη και ολοκληρωμένη πρόταση και με αναλυτικό σχεδιασμό υψηλών απαιτήσεων, που θέτει δημιουργικές προκλήσεις στον εκπαιδευτικό και που διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό αυτόν που θα κληθεί να το υποστηρίξει στη τάξη.

® Έχει συμπεριλάβει όλους τους προβληματισμούς που τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν κατατεθεί σχετικά με τη θρησκευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα, τόσο από θεολόγους όσο και λοιπούς επιστημονικούς χώρους σε συνέδρια, ημερίδες αλλά και στην ειδική βιβλιογραφία.

® Πιο σημαντικές ακόμη είναι οι θεμελιώδεις αλλαγές που επιφέρει σε βαθύτερα και πιο ουσιαστικά προβλήματα – που για δεκαετίες συζητάμε μεταξύ μας οι θεολόγοι – αλλά και ζητήματα που πάντοτε έδιναν λαβή για επικρίσεις, είτε σε μερίδα ψευδο-προοδευτικών, είτε σε μερίδα ελλιπώς ενημερωμένων «τιμητών» της θρησκευτικής εκπαίδευσης αυτής της πολύπαθης χώρας,(της οποίας, ειρήσθω εν παρόδω, ένα από τα δεινά που την ταλάνιζαν και την ταλανίζουν ακόμη είναι η ημιμάθεια και η ανέξοδη κριτική, συχνά εν είδει προοδευτισμού), σε ζητήματα που αφορούν στην παράδοση, στον πολιτισμό και την παιδεία.

® Βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τη Σύσταση 1720/2005(αλλά και με άλλα ευρωπαϊκά κείμενα) που απηύθυνε η Κοινοβουλευτική Συνδιάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης(47 χώρες) προς τα κράτη-μέλη της σχετικά με την αναγκαιότητα της θρησκευτικής εκπαίδευσης και η οποία, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι «η καλή γενική γνώση των θρησκειών είναι ουσιώδης για την καλλιέργεια κοινωνικής ανοχής και την καλύτερη λειτουργία του δημοκρατικού τρόπου ζωής. Η εκπαίδευση πρέπει να προμηθεύει τα απαραίτητα εργαλεία για την καταπολέμηση της άγνοιας, των στερεοτύπων και των παρεξηγήσεων σχετικά με τις θρησκείες»[iii]

® Το νέο πρόγραμμα διαδικασίας[iv] καταφέρνει να αφήσει πίσω του τρεις βασικές «κατηγορίες» σχετικές με το χαρακτήρα του μτΘ και τις παλαιότερες κατευθύνσεις του:

α. Παύει να έχει κατηχητικό και ομολογιακό χαρακτήρα[v].Αξιοποιεί την Ορθόδοξη Παράδοση, το χριστιανισμό και τις άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες δίνοντας κυρίως έμφαση – πράγμα φυσικό και αυτονόητο – σε βιβλικά κείμενα επιλεγμένα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη( βλέπε π.χ. τον πίνακα στον Οδηγό Εκπαιδευτικού, σελ. 70-73) , στην ευρύτερη παράδοση της Εκκλησίας, σε νεότερες πηγές αλλά και σε φωτεινά παραδείγματα της νεότερης Εκκλησίας (π.χ. πατήρ Πορφύριος, πατήρ Παϊσιος κ.α.).Ως πρόγραμμα διαδικασίας, ξεκινά από την εμπειρία του μαθητή και από τη στάση ζωής και τους προβληματισμούς που αντιστοιχούν στην ηλικία του ( «συνομιλία του κόσμου της θρησκείας με τον κόσμο της ζωής των μαθητών») για να καταλήξει με στέρεες βάσεις στα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα κάθε φορά. Δε λαμβάνει υπόψη του μόνο το μαθητή που είναι χριστιανός αλλά και οποιονδήποτε άλλον που του δίνεται η ευκαιρία μέσα από τις δομημένες θεματικές ενότητες να γνωρίσει την Ορθοδοξία, όπως αυτή υπάρχει εδώ και αιώνες μέσα στο πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο ζει.

β. Δεν έπεσε στην παγίδα του «θρησκειολογικού» μαθήματος για να ικανοποιήσει τη δήθεν μοντέρνα άποψη που θεωρεί ότι ένα σύγχρονο μάθημα θρησκευτικών μπορεί να σταθεί – αν δεν καταφέρουμε να το πετάξουμε! – σαν μια εγκυκλοπαίδεια θρησκειών με επαρκείς πληροφορίες και γνώσεις για τις θρησκείες, επιστημονικά τεκμηριωμένες, αλλά που δεν έχουν καμιά σχέση με την ομορφιά και τη ζωντάνια – ανεξάρτητα αν τις ασπάζεται κανείς ή όχι – πτυχών των θρησκειών. Αντ' αυτού για πρώτη φορά στην ιστορία των αναλυτικών προγραμμάτων διδάσκονται οι θρησκείες («γνώση από τις θρησκείες») και εντάσσονται ομαλά σε όλες τις τάξεις. Με απλό και διακριτικό τρόπο απλώνονται πτυχές των άλλων θρησκειών που συνδέονται τόσο με τη διαφορετικότητα στην πίστη και τη θρησκευτική έκφραση, όσο και τις διαφορετικές αντιλήψεις σε μεγάλα ανθρωπολογικά, κοσμολογικά και θεολογικά ζητήματα. Από το Δημοτικό κιόλας ο μαθητής εξοικειώνεται με τις άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες, όχι με την αντίληψη ότι υπάρχουν «θρησκείες για όλα τα γούστα» (κάτι που θα σήμαινε συγκρητισμό και επιφανειακή προσέγγιση των θρησκειών, πράγμα το οποίο φαίνεται να βρίσκεται έξω από τους στόχους και τη φιλοσοφία του νέου ΠΣ)[vi], αλλά περισσότερο της – με σεβασμό και προσοχή- συνάντησης, με θρησκείες που μοιάζουν ή διαφέρουν περισσότερο ή λιγότερο από τη «δική» μας. Ο μαθητής ενημερώνεται και εξοικειώνεται σταδιακά με την ετερότητα και προστατεύεται έγκαιρα από την εμπάθεια και το φανατισμό, που συντηρείται -και ενίοτε βολεύει κιόλας!-από την ελλιπή ή αποσπασματική γνώση. Μέσα από τις οργανωμένες θεματικές ενότητες του ΠΣ ο μαθητής αξιοποιεί το μτΘ ως χώρο ανακάλυψης της θρησκείας, ως χώρο επεξεργασίας θρησκευτικών γνώσεων και δεδομένων και ως χώρο οραματισμού και προσδοκίας. Έτσι αποφεύγεται το θλιβερό φαινόμενο να καταλήγει στη Β' λυκείου και μέσα στο μέχρι σήμερα υπάρχον πλαίσιο σπουδών να δέχεται γνώσεις επιστημονικά μεν τεκμηριωμένες, αλλά άσχετες και ξένες με τις αναζητήσεις του και τους προβληματισμούς του. Κι είναι γνωστό σε όλους όσους διδάσκουν στο Λύκειο, ότι το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τους μαθητές στη Β' λυκείου είναι η γνώση γύρω ή/και από τις θρησκείες! Ίσως αυτό να ενοχλεί δύο τύπους επικριτών του μτΘ: Αφενός αυτούς που προτιμούν οι μαθητές να μη γνωρίζουν και πολλά πράγματα για να μην παρασυρθούν και χάσουν την καθαρότητα της πίστης τους. Αυτοί οι άνθρωποι όμως βλέπουν έτσι κι αλλιώς την Εκκλησία σαν ένα «club σεσωσμένων» ,τους εαυτούς τους σαν πορτιέρηδες στον Παράδεισο και το Θεό σαν ηγέτη μιας σεχταριστικής οργάνωσης! Αφετέρου αυτούς που, ακόμη και σήμερα, αδυνατούν να αναγνωρίσουν την καθοριστική σημασία που παίζει για τη διαμόρφωση της θρησκευτικής συνείδησης η στοιχειώδης θρησκευτική γνώση μέσα από τους δημόσια ελεγχόμενους δρόμους της εκπαίδευσης, τους εν πολλοίς παιδαγωγικά και επιστημονικά άρτιους ,ως αντίποδας στον κάθε λογής θρησκευτικό φανατισμό και τις κάθε λογής θρησκευτικές σέχτες που μέλημά τους έχουν να αγκαλιάσουν κάθε «πικραμένο»! Η επαρκής και ολοκληρωμένη γνώση, η έγκυρη ενημέρωση μέσα (και) από το δημόσιο σχολείο ήταν πάντοτε το καταλυτικό αντίδοτο απέναντι στη μετριότητα και την ημιμάθεια που προετοιμάζει μάζες υποταχτικών έτοιμων να υπηρετήσουν κάθε λογής ιδεοληψίες…

Κι όταν σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική (η καθεμιά για τους δικούς της πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους) ανακαλύπτεται η θεμελιώδης σημασία της θρησκευτικής εκπαίδευσης, στην Ελλάδα η συχνά κοντόφθαλμη και εγκλωβισμένη «αριστερά» (όχι αυτή των κινημάτων, που ήδη ψάχνει και βρίσκει για πολλά απαντήσεις χωρίς να περιμένει τη γραμμή του κόμματος…), αδυνατεί με μυωπική εμπάθεια να ξεπεράσει και να αναθεωρήσει τις ιδέες της για τη θρησκευτική εκπαίδευση, αρνούμενη πεισματικά να δει έναν κόσμο που εξελίσσεται και μεταβάλλεται (Λυπηρό, όμως ένα μεγάλο μέρος της «αριστεράς» του συστήματος δεν έχει κάνει έντιμα και θαρραλέα την αυτοκριτική της και τις ιστορικές της αναλύσεις για άλλα κι άλλα ζητήματα και θ' ασχοληθεί με τη θρησκευτική εκπαίδευση;)[vii].

γ. Το μτΘ γίνεται πια ένα ανοιχτό μάθημα για όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές. Αντί να χωρίζει, θέτει προϋποθέσεις και φέρνει σε συνάντηση όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από την όποια θρησκευτική -ή μη- προέλευση και ταυτότητά τους.

Οι απόψεις των μαθητών, οι προβληματισμοί τους, τα στερεότυπα που συχνά μεταφέρουν από το περιβάλλον τους, γίνονται εργαλείο δουλειάς για να μπορέσουν να κατανοήσουν το θρησκευτικό φαινόμενο και να συνειδητοποιήσουν με επάρκεια τις πτυχές της θρησκευτικής πίστης τόσο της ορθόδοξης, όσο και της ευρύτερης χριστιανικής αλλά και των άλλων γνωστών θρησκειών του κόσμου. Με το νέο πρόγραμμα σπουδών μπορεί κανείς να διαπραγματευτεί από σοβαρή θέση και την ελαφρότητα των αντιφατικών εγκυκλίων σχετικά με την απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών, που για χρόνια η αμήχανη Πολιτεία τη διαχειρίζεται σα να κρατάει δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη: και με τις ευρωπαϊκές επιταγές και με τη θεσμική εκκλησιαστική συντήρηση(στην οποία σημειωτέον επενδύει ,ως ένα μεγάλο βαθμό, την επιβίωσή της στην κομματική αρένα της – κατά Κορνήλιο Καστοριάδη – σημερινής Κοινοβουλευτικής Ολιγαρχίας…) .

«Η αποτυχία της προετοιμασίας είναι η προετοιμασία της αποτυχίας»[viii]

Όμως … επειδή όταν κανείς ξεκινά να κρίνει κάτι καινούργιο οφείλει να βλέπει όχι μόνο το δέντρο αλλά ολόκληρο το δάσος, δε γίνεται παρά να μην καταγράψει και να μην προβληματιστεί σοβαρά για την τύχη και αυτού του νέου προγράμματος σπουδών, όσα θετικά κι αν έχει ή όσα προβληματικά κι αν προκύψουν, και να αναρωτηθεί τελικά σε ποιο εκπαιδευτικό πλαίσιο έρχεται να εφαρμοστεί ,με ποιες υποδομές και με ποιες προϋποθέσεις φιλοδοξεί να πατήσει στα πόδια του;

 Πριν προχωρήσουμε, είναι μεγάλος ο πειρασμός να μεταφερθεί σε αυτή τη συνάφεια ένα καυστικό και συνάμα προφητικό κείμενο του Μίλτου Κουντουρά, ο οποίος τη δεκαετία του 1920, έγραφε για το εκπαιδευτικό ξεχαρβάλωμα της εποχής του, κινητοποιημένος από το πάθος του δασκάλου που πονάει και αγωνίζεται για το παρόν και το μέλλον του χώρου του:

«Η μαύρη αλήθεια λοιπόν είναι τούτη: Στην Ελλάδα σήμερα δεν υπάρχει εκπαίδευση. Το φωνάζουν απελπισμένοι όσοι αγαπούν το Σχολειό, το επανέλαβαν χίλιες φορές ερασιτεχνικά στις εφημερίδες οι δημοσιογράφοι, το μουρμουρίζουν κουνώντας θλιβερά το κεφάλι οι άνθρωποι της περασμένης γενεάς, το αισθάνεται αόριστα ο αγράμματος λαός όταν συχνά μέσα στη βιοπάλη του αναστενάζει: Κοντά σ' όλα πάνε και τα καημένα τα γράμματα!…

Κι η αλήθεια είναι αυτή. Σχολειό πια δεν υπάρχει. Κινείται μονάχα ακόμη ένας ανήθικος κι αρρωστημένος οργανισμός γεμάτος από δηλητήριο και παραφροσύνη που πολύ σύντομα θα επιδράσει θανατηφόρα σ' όλη την κατοπινή ζωή του τόπου μας. Μια σάπια και ξεχαρβαλωμένη μηχανή όπου από ανάγκη ρίχνουμε μέσα μια καθαρή κι αγνή ζωική παραγωγή-τα ευκολόπλαστα παιδιά μας-για να μας τα μεταβάλει ύστερα από λίγα χρόνια σε μούμιες κατάξερες και φασκιωμένες ή σε κινούμενα μιάσματα ανασυρμένα σαν από τάφους…. Ένα ψέμα, ένα «κατά συνθήκη» ψέμα κατάντησε στην Ελλάδα το Σχολειό. Μπείτε μέσα μια στιγμή και μυρίστε τον αέρα του. Βρώμα και δυσωδία. Ο δάσκαλος σαπίζει από την αθλιότητα που τον καταδικάζει ένα αφιλόστοργο και μοχθηρό Κράτος. Και παραπατάει μεθυσμένος από τη δυστυχία. Και γρονθοκοπιέται με τον εαυτό του, με το συνάδελφό του, με την κακεντρέχεια των θεσπισμένων νόμων. Και γίνεται ύπουλος και κόλακας, η χολή κιτρινίζει το πρόσωπό του, και η ψυχή του νερουλιάζει από την απόγνωση. Κι η παιδική ψυχή, η μαλακιά ακόμη, δέχεται ολημερίς και διαμορφώνεται σύμφωνα με τέτοιες θανατηφόρες επιδράσεις. Πουθενά η ωραία κ' ελεύθερη ψυχή. Πουθενά η δονούμενη από ενέργεια κι αλήθεια ζωή. Ένα νεκρό, κατάξερο, αφιλοσόφητο γράμμα, κατακουρελιασμένο κι αυτό. Έτσι για τα μάτια…. Κι η Κοινωνία; Υπνωτισμένη παρακολουθεί το τραγικό θέαμα: Ένας χείμαρρος παιδιών βγαίνει κάθε μέρα από τα Σχολειά. Είναι η τρομερή ψυχή του δασκάλου που θα κυβερνήσει μεθαύριο τη Χώρα. Με τον αδιάπλαστό του πια ψυχικό και πνευματικό κόσμο. Και το ροδάνι θα κυλάει από γκρεμό σε γκρεμό. Και κανείς ούτε τότε πια δε θα τολμήσει να φωνάξει: Κλείστε τα σχολειά να φτιάσουμε καινούργια!»[ix].

Κατ' αρχήν θα πρέπει να διαχωρίσει κανείς -κι αυτό για να μην πετάξουμε το μωρό μαζί με το νερό!- την εκπόνηση και το περιεχόμενο του νέου προγράμματος σπουδών, με την αντίστοιχη υποστήριξή του από το ΥΠΔΒΜΘ. Πιο συγκεκριμένα μια τόσο ευρεία αλλαγή στο πρόγραμμα σπουδών:

Οφείλει να λάβει υπόψη της την αποτύπωση της εμπειρίας και την τεκμηριωμένη άποψη όλων των εμπλεκόμενων με τις αλλαγές φορέων (επιστημονική κοινότητα, σύλλογοι των ειδικοτήτων, συνδικαλιστικοί φορείς) και να συνεργάζεται τακτικά μαζί τους[x]!Για παράδειγμα, τους πρώτους που θα έπρεπε να αξιοποιήσει ως επιμορφωτές είναι τους υπεύθυνους Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και Αγωγής Υγείας που, κατά τεκμήριο, για πάνω από είκοσι χρόνια γνωρίζουν και αξιοποιούν σε βιωματικά σεμινάρια (για μαθητές και εκπαιδευτικούς) και των δύο βαθμίδων της εκπαίδευσης, τις τεχνικές που προτείνονται στο νέο πρόγραμμα σπουδών.

Οφείλει να πραγματοποιήσει έγκαιρη και ουσιαστική επιμόρφωση – αν όχι συστηματική βραχύβια επανεκπαίδευση – σε μικρές και ευέλικτες ομάδες σχολείων σε όλη τη χώρα.

Οφείλει να σχεδιάσει από πριν τρόπους για να υποστηρίξει το νέο εγχείρημα. Να ενημερώσει, να ευαισθητοποιήσει, να πραγματοποιήσει κατά τόπους ημερίδες, να εκπαιδεύσει έγκαιρα τους σχολικούς συμβούλους που θα είναι οι πρώτοι αποδέκτες των όποιων προβλημάτων της εφαρμογής. Έτσι κερδίζει δύο πράγματα: α) τον ενημερωμένο εκπαιδευτικό που θα θελήσει με τις όποιες αντιρρήσεις και επιφυλάξεις να υποστηρίξει ουσιαστικά αυτές τις αλλαγές στο μάθημα και β) την αποφυγή αστείων έως τραγικών προχειροτήτων που αργότερα το ΥΠΔΒΜΘ θα υποχρεωνόταν να τις αποσύρει βιαστικά. Αντί γι' αυτό, το περσινό καλοκαίρι «πέταξε» κυριολεκτικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση του «ψηφιακού σχολείου» το νέο πρόγραμμα σπουδών – το οποίο σημειωτέον σε κάποια σχολεία θα λειτουργούσε πιλοτικά την ερχόμενη χρονιά – και το νέο αναμεταδόθηκε κυριολεκτικά από στόμα σε στόμα!

Οφείλει να διερευνήσει την πρόθεση συμμετοχής των εκπαιδευτικών και των σχολείων στην πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος αποφεύγοντας την «άνωθεν» επιβολή. Όχι για λόγους ευγένειας προφανώς – έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε ως εκπαιδευτικοί συνηθίσει σ' αυτή την αβρότητα! -, αλλά γιατί η εμπειρία έχει δείξει ότι καμιά εκπαιδευτική αλλαγή δεν μπορεί ούτε καν σε πιλοτικό επίπεδο να εφαρμοστεί, αν δεν υπάρχει μια, κατ' ελάχιστον έστω, συγκατάθεση και συνεργασία όλων των εμπλεκομένων.

Οφείλει να έχει σχεδιάσει προσεκτικά απαντήσεις σε πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν πάνω στη λειτουργία μιας σχολικής μονάδας(π.χ. πώς εντάσσονται στο ωρολόγιο πρόγραμμα τα συνεχόμενα δίωρα όταν μεγάλος αριθμός καθηγητών βρίσκονται σε δύο ή τρία σχολεία;)

Οφείλει να έχει διερευνήσει τις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε σχολικής μονάδας, την υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, προκειμένου οι αλλαγές να επιφέρουν αποτελέσματα πραγματικής βελτίωσης.[xi]

Στην πραγματικότητα κλήθηκαν οι καθηγητές των πιλοτικών σχολείων να παρακολουθήσουν επιμόρφωση σε κομβικά σημεία της Ελλάδας (ημέρες Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή). Η Α' φάση επιμόρφωσης ξεκίνησε το Νοέμβριο του 2012 όταν το σχολικό έτος, και επομένως και η πιλοτική εφαρμογή, είχε ήδη ξεκινήσει  – θεωρητικά – τον Σεπτέμβριο!

 Σε άλλες εποχές ίσως όλα αυτά να ήταν υπό διαπραγμάτευση… Σήμερα όμως έχει υπόψη του το ΥΠΔΒΜΘ σε ποιους απευθύνεται; Βάσει ποιας λογικής ο εκπαιδευτικός θα μετακινηθεί π.χ. από την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, στην Πάτρα για τρεις μέρες, εγκαταλείποντας τις υποχρεώσεις του και το δικαίωμά του να μην εργάζεται το Σάββατο και την Κυριακή, για να συμμετάσχει στην επιμόρφωση; Γιατί είναι λογικό ο εκπαιδευτικός να έχει, ιδιαιτέρως σήμερα ,τη δυνατότητα να προκαταβάλει έξοδα μετακίνησης και διαμονής για να επιμορφωθεί σε ένα πρόγραμμα, για το οποίο δεν τον ενημέρωσαν καν εγκαίρως ότι θα κληθεί να το εφαρμόσει πιλοτικά; Αποτέλεσμα αυτής της απαξίωσης ήταν σε πολλές περιπτώσεις οι επιμορφώσεις να λειτουργήσουν ελλειμματικά και να μείνουν τελικά όλοι εκτεθειμένοι. Φυσικά είναι πολύ δύσκολο να εξαχθούν κάποια ασφαλή συμπεράσματα από τη φετινή πιλοτική εφαρμογή! Για να μην αναφερθούμε στις συνέπειες που είχε αυτή η έλλειψη οργάνωσης και σαφούς στοχοθεσίας, έλλειψη που απαξιώνει τη μαθησιακή διαδικασία και τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό και αντιμετωπίζει τους μαθητές περισσότερο σαν πειραματόζωα ενός εργαστηρίου παρά σαν δρώντα υποκείμενα που έχουν δικαίωμα στη γνώση…

Χρειάζεται κάποια στιγμή οι έχοντες την ευθύνη του σχεδιασμού, της οργάνωσης (;) και των αλλαγών(;) να αποκτήσουν συναίσθηση σε ποιους απευθύνονται και πως. Όσο ο εκπαιδευτικός θεωρείται δούλος, υπηρέτης ή στην καλύτερη περίπτωση διεκπεραιωτής άνωθεν εντολών, τίποτε δεν μπορεί να προχωρήσει με επιτυχία. Η Πολιτεία οφείλει, αν ενδιαφέρεται (κάτι που φαίνεται ότι σήμερα είναι ζητούμενο…), να σέβεται τον εκπαιδευτικό, να υπολογίζει και να συνεκτιμά τις δυνατότητές του, να συνεργάζεται με αξιόπιστο τρόπο μαζί του, να τον στηρίζει και να τον ενθαρρύνει με προγραμματισμό και υπευθυνότητα. Σε έναν ταπεινωμένο δάσκαλο, που κάθε χρόνο ψάχνει τη θέση του σε καινούργιο σχολείο, συμπληρώνει το ωράριό του τον Οκτώβριο ή το Νοέμβριο σε μια σχολική μονάδα, στην οποία ίσως δεν έχει ποτέ ξαναπάει, υπό την απειλή των συγχωνεύσεων των σχολείων, με τη διακινδύνευση να διανύει δεκάδες χιλιόμετρα την ημέρα για να ανταποκριθεί στο έργο του, με συχνά προβληματικές έως απαράδεκτες συνθήκες υλικοτεχνικής υποδομής στα σχολεία (φέτος μάλιστα και με την πρωτοτυπία να μην έχει καν βιβλία μέχρι τουλάχιστον το Δεκέμβριο!),διαρκώς εκτεθειμένο και χωρίς την παραμικρή στήριξη στο παιδαγωγικό και διδακτικό του έργο (πόσοι νομοί, αλήθεια, αντιστοιχούν σε κάθε σχολικό σύμβουλο;) ,δεν μπορεί να του ζητιέται ως αυτονόητη απαίτηση να είναι παραγωγικός, δημιουργικός, πρόθυμος, ανοιχτός σε καινούργιες διαδικασίες .Πριν λοιπόν οδηγήσει κανείς τον εκπαιδευτικό να απολογηθεί για τις όποιες αδυναμίες του, ας απαιτήσει πρώτα από την Πολιτεία να απολογηθεί για τις χρόνιες αρρυθμίες της και τις εγκληματικές της παραλείψεις στις υποχρεώσεις της απέναντι στους πολίτες της χώρας, και μετά ας μιλήσει για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και άλλα εκσυγχρονιστικά ανέκδοτα…

Κλείνοντας την αναφορά αυτή στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών δε μπορεί κανείς παρά να είναι επιφυλακτικός για τις όποιες αλλαγές, κι αυτό, όχι όπως φάνηκε από τα παραπάνω, λόγω μιας προχειρότητας στην κατάρτισή του ,αλλά μιας εγκληματικής πια αδιαφορίας του Κράτους – όπως θεσμικά εκφράζεται από το ΥΠΔΒΜΘ – να σταθεί με επάρκεια και σοβαρότητα απέναντι στις αμείλικτες πιέσεις μιας μεταβαλλόμενης κοινωνίας, τόσο τοπικής όσο και παγκόσμιας. Είναι τουλάχιστον οδυνηρή η διαπίστωση ότι ένα τόσο σημαντικό σε βάθος και σε εύρος πόνημα, μια τόσο πρωτοποριακή δουλειά στην ιστορία του μαθήματος των Θρησκευτικών κινδυνεύει να χαθεί άδοξα πριν καλά καλά ξεκινήσει να εφαρμόζεται, αφενός λόγω της καταραμένης νοοτροπίας ενός κράτους ( επομένως και των πολιτών του) που νέμεται την εξουσία προς όφελος των φιλόδοξων και αυτάρεσκων στελεχών του, και αφετέρου λόγω της πνευματικής στειρότητας του αστικού πολιτισμού, που για πολλά χρόνια κινείται ανάμεσα στη νωθρότητα, τον «ωχαδερφισμό» και την ελληνοκεντρική αερολογία.

 Αν δεν αποφασίσουμε – ο καθένας χώρια και όλοι μαζί – ν' αλλάξουμε ρότα (αυτό που στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται μετά-νοια) ξεκινώντας από τις δικές μας αδυναμίες και κοιτώντας κατάματα τα ιστορικά μας σφάλματα που μέχρι σήμερα βασανίζουν ή χαϊδεύουν τις υπαρξιακές εν τέλει επιλογές μας, κανένα πρόγραμμα σπουδών δε θα ικανοποιεί τις απαιτήσεις μας. Αντ' αυτού, θα συνεχίσουμε να ψάχνουμε και να κατονομάζουμε εχθρούς και βαρβάρους που θέλουν να εξαφανίσουν το «ελληνικό μεγαλείο» που υπήρχε κάποτε, αλλά που σήμερα ,το ίδιο αυτό μεγαλείο το κουβαλάμε σαν μούμια στον κόρφο μας απελπισμένοι και απογοητευμένοι. Κι αυτός έχει αποδειχθεί ο πιο εύκολος και λιγότερο οδυνηρός, αλλά τη ίδια στιγμή κι ο πιο ομιχλώδης δρόμος για να συνεχίσει κανείς την πορεία του με αξιοπρέπεια και αρχοντιά…

 

Πάτρα, 22 Μαΐου 2012


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[i] Από το album των Αctive Μember,Στον Καιρό Του Αλλόκοτου Φόβου

[ii] Μουσική πράξη στον Μπέρτολτ Μπρεχτ (1978):μουσική Θάνου Μικρούτσικου, στίχοι Μπέρτολτ Μπρεχτ

[iii] http://www.pi-schools.gr/lessons/religious/europ_diast/syst_1720.doc

[iv] «Σε αντίθεση με την επικέντρωση του CU στους στόχους και στο αποτέλεσμα μάθησης (= «προϊόν»),αυτό το μοντέλο ΑΠ δίνει έμφαση στον τρόπο σκέψης των μαθητών και είναι στραμμένο στη διαδικασία της μάθησης και στις αλληλεπιδράσεις (εκπαιδευτικών-μαθητών-γνώσης) που συμβαίνουν στη σχολική τάξη.» (Οδηγός Εκπαιδευτικού, σελ. 36)

[v]Για την ακριβή χρήση του όρου «ομολογιακό μάθημα των Θρησκευτικών» τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη βλέπε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο της ΓριζοπούλουΌλγας: http://www.pischools.gr/lessons/religious/europ_diast/diefkr_omol.doc

[vi]Γενικοί σκοποί και προσανατολισμοί του μτΘ στο νέο ΠΣ, Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού-Γυμνασίου, Αθήνα 2011, σελ. 18-20

[vii] Ο Π. Κονδύλης αναφερόμενος στον εντόπιο μεταμοντερνισμό που συνόδευσε την Ελλάδα πριν από το 1974, αλλά προ πάντων μεταδικτατορικά, λέει πως: « Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα, ο οποίος αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα του μαζικοδημοκρατικού τρόπου σκέψης, καθώς και οι ηδονιστικές αξίες του αυθορμητισμού και της αυτοπραγμάτωσης, όπως τις διακήρυξε η πολιτισμική επανάσταση, στην Ελλάδα συμφύρθηκαν με τις παμπάλαιες και επιχώριες έξεις της πνευματικής νωθρότητας, του εξυπνακιδισμού και της ημιμάθειας. Η σύμφυρση αυτή, επομένως ήταν η φυσική και βολική είσοδος του μεταμοντερνισμού σ' έναν τόπο όπου το αστικό εργασιακό ήθος είναι ουσιαστικά άγνωστο όχι μόνο στον τομέα της υλικής παραγωγής αλλά και στον τομέα του πνεύματος, όπου δε διαμορφώθηκαν επιστημονικές παραδόσεις με συνοχή και με μακρόβιους φορείς και όπου οι μίμοι και οι γελωτοποιοί εκπροσωπούνται με ποσοστά ιδιαιτέρως υψηλά στους κύκλους των διανοουμένων, στα πανεπιστήμια και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης» Από αυτή τη παθογένεια φαίνεται ότι δεν κατάφερε ακόμη να ξεφύγει ούτε η Αριστερά. (βλ. Π. Κονδύλης, Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας, Θεμέλιο, Αθήνα 2011,σελ. 66-67)

[viii] Ο τίτλος είναι «κλεμμένος» από ένα άρθρο του Γ. Λακόπουλου από την εφημερίδα τα Νέα της 28/4/2012

[ix] Μίλτος Κουντουράς (1985), Κλείστε τα σχολειά, Εκπαιδευτικά Άπαντα, τόμος Α' ,μέρος 2, σελ 21-23. Αθήνα: Γνώση

[x] Για του λόγου το αληθές: στην αρχή της εκπόνησης των προγραμμάτων, στις 6 Δεκεμβρίου 2010, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο(σημερινό Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) κάλεσε όλους τους φορείς των θεολόγων καθώς και εκπροσώπους των Θεολογικών Σχολών για να καταγράψουν τις απόψεις τους και να τις συζητήσουν. Δεσμεύθηκαν ότι τότε θα ξεκινούσε μια συνεργασία κι ότι εκείνη η φορά ήταν απλώς και μόνο η έναρξη ενός σημαντικού και ουσιαστικού διαλόγου για το μτΘ. Έκτοτε δεν υπήρξε καμιά άλλη πρόσκληση. Ούτε όταν ανακοινώθηκαν τα προγράμματα, ούτε αργότερα. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο «Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμός-ΚΑΙΡΟΣ- για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης» είχε από τότε διατυπώσει και γραπτώς τις επιφυλάξεις του, επισημαίνοντας τόσο την περιορισμένη χρονική προθεσμία για την περάτωση του έργου όσο και τις εγγενείς δυσκολίες στο χώρο της εκπαίδευσης για την αποτελεσματική εφαρμογή του (έλλειψη επαρκούς επιμόρφωσης  των εκπαιδευτικών, χρήση νέων τεχνολογιών κτλ.(βλ. http://www.kairosnet.gr/joomla/index.php?option=com_content&view=article&id=62:2010-12-09-05-55-49&catid=2:news&Itemid=9). Υπάρχει κάποιος που μπορεί να πείσει την εκπαιδευτική κοινότητα ότι της δίνουν σημασία; Για άλλη μια φορά οι σχεδιασμοί και οι εντολές δίνονται από την ηγεσία του Υπουργείου και καλούνται οι εκπαιδευτικοί να τις διεκπεραιώσουν. Άραγε αυτό δε δείχνει μια συγκεκριμένη εκπαιδευτική κουλτούρα χρόνια συνυφασμένη με τις παθογένειες του νεοελληνικού κράτους;

[xi] «Σύμφωνα με τον Fullan, η επιτυχής μεταρρύθμιση και καινοτομία απαιτούν τη «γνώση της αλλαγής», την κατανόηση της διαδικασίας και των βασικών οδηγών που χρειάζονται για την επιτυχημένη αλλαγή στην πράξη. Η γνώση της αλλαγής δεν εγγυάται από μόνη της τη βελτίωση αλλά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της. Οι οκτώ οδηγοί-κλειδιά για την επιτυχημένη αλλαγή είναι: α)ο ηθικός σκοπός, β) το «χτίσιμο» της σχολικής ικανότητας, γ) η κατανόηση της διαδικασίας της αλλαγής, δ) η ανάπτυξη κουλτούρας μάθησης, ε) η ανάπτυξη κουλτούρας αξιολόγησης, στ) η εστίαση στην ηγεσία της αλλαγής, ζ) η συνοχή των αποφάσεων και η) η συνεργασία στα τρία επίπεδα διοίκησης», οπ. αναφ. Σιακοβέλη Παναγιώτα (2011), Διοίκηση της Εκπαίδευσης και Διαχείριση Καινοτομιών: Η Εισαγωγή του φορητού μαθητικού υπολογιστή στα Γυμνάσια του Δήμου Πατρέων, σελ.43-53, διπλωματική εργασία, Πάτρα (ΕΑΠ).

* Ο Χριστόφορος Γ. Παπασωτηρόπουλος είναι εκπαιδευτικός θεολόγος στο Γυμνάσιο Σαραβαλίου, Πάτρα

Απαλλαγή από τα Θρησκευτικά;

Απαλλαγή από τα Θρησκευτικά;

 

Του Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη*

 

Πρόσφατα παρατηρείται στα λύκεια κάτι παράδοξο: γονείς ορθόδοξων μαθητών, ιδίως της Β΄ και Γ΄ Λυκείου, ζητούν και λαμβάνουν για τα παιδιά τους απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών, με σκοπό να έχουν να διαβάσουν ένα μάθημα λιγότερο.

Το υπουργείο Παιδείας ανέκαθεν προσφέρει στους μη ορθόδοξους μαθητές τη δυνατότητα να μην παρακολουθήσουν Θρησκευτικά, επειδή πιθανόν να νιώθουν πρόβλημα στη θρησκευτική τους συνείδηση παρακολουθώντας ένα μάθημα, που σε πολύ μεγάλο ποσοστό αναφέρεται στην ορθόδοξη πνευματική κληρονομιά. Κατά την τ. υφυπουργό Παιδείας Εύη Χριστοφιλοπούλου «οι μαθητές που δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των αλλοθρήσκων ή ετεροδόξων δεν μπορούν να απαλλάσσονται» (απάντηση 56664/ΙΗ/25-6-2010 σε ερώτηση του Φ. Κουβέλη, δημοσιευμένη στο: http://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/67715b2c-ec81-4f0c-ad6a-476a34d732bd/7143231.pdf – ετερόδοξοι = χριστιανοί, αλλά όχι ορθόδοξοι).

Εδώ και λίγα χρόνια, θεσπίστηκε να μην αναφέρεται στην αίτηση απαλλαγής, που καταθέτει ο γονιός για το παιδί του, ο λόγος της αίτησης, γιατί θεωρήθηκε «προσωπικό δεδομένο» του μαθητή. Με την πρόφαση αυτή, οποιοσδήποτε γονιός μπορεί να καταθέσει σχετική αίτηση για το παιδί του, χωρίς να τον ρωτήσει κανείς αν είναι ή όχι ορθόδοξο ή αν έχει πράγματι συνειδησιακό πρόβλημα ή όχι.

Ο γονιός νομίζει ότι διευκολύνει τον αγώνα του παιδιού του, ενόψει του εφιάλτη των Πανελληνίων Εξετάσεων, που έχει απλώσει τα πλοκάμια του και στη Β΄ Λυκείου, παρεμποδίζοντας το έργο των σχολείων και βασανίζοντας τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Όμως, στην πραγματικότητα, η ψευδής αίτηση απαλλαγής από τα Θρησκευτικά (κατ' ουσίαν, μια απάτη) μόνο προβλήματα στο μαθητή προκαλεί.

Ένα πρόβλημα είναι ότι το μάθημα αυτό (ένα από τα ευκολότερα μέσα στο Λύκειο, αρκεί να δώσει λίγη προσοχή ο μαθητής) προσφέρει στα παιδιά σας, αγαπητοί γονείς, ένα πολύτιμο θησαυρό γνώσεων. Γνώσεων όχι μόνο για την Ορθοδοξία (που κι αυτές είναι απαραίτητες, ακόμη κι αν «δεν πιστεύουν», αφού η πρόκειται για την πνευματική παράδοση αυτού του τόπου), αλλά και για πολλά άλλα θέματα, κοινωνικά, ηθικά, ακόμη και πολιτικά (π.χ. την κατάσταση του Τρίτου Κόσμου ή την παγκόσμια ειρήνη). Προσφέρει επίσης πλούσιες γνώσεις για τα θρησκεύματα εκτός του χριστιανισμού, καθώς και για την αρχαία ελληνική θρησκεία, το ζήτημα των σχέσεων επιστήμης και πίστης, το φαινόμενο της αθεΐας κ.π.ά. Τις γνώσεις αυτές ο μαθητής που «απαλλάσσεται» τις χάνει. Και είναι σημαντικές για τη μόρφωσή του, δηλαδή για την ελευθερία του.

Αλλά υπάρχει κι άλλο πρόβλημα, που προσωπικά με βασανίζει περισσότερο και με οδήγησε στη σύνταξη αυτού του άρθρου.

Όταν ο γονιός χρησιμοποιεί για το παιδί του ένα δικαίωμα, που απευθύνεται αποκλειστικά στους μη ορθόδοξους, τότε τοποθετεί το παιδί του στους μη ορθόδοξους – δηλαδή αρνείται τη χριστιανική του ιδιότητα. Συνεπώς, η αίτηση απαλλαγής για ορθόδοξους μαθητές γίνεται άρνηση της θρησκευτικής πίστης, πράγμα πολύ πιο σημαντικό από το διάβασμα για τις Πανελλήνιες, γιατί έχει συνέπειες στην αιωνιότητα.

Έτσι το κράτος (ή κάποιοι πίσω απ' το κράτος) πέτυχε εύκολα να κάνει πολλούς ορθόδοξους να βγάλουν τα παιδιά τους εκτός Ορθοδοξίας, δηλ. να κάνουν κάτι, που οι μάρτυρες όλων των εποχών προτίμησαν φρικτά βασανιστήρια μέχρι θανάτου για να μην το κάνουν!

Υπενθυμίζω σε όλους τους ορθόδοξους γονείς και μαθητές ότι η αγία Κυριακή βασανίστηκε και θανατώθηκε σε ηλικία 16 ετών, η αγία Παρασκευή 15 ετών, ο άγ. Μάμας 15 ετών, η αγία Αικατερίνα 19 ετών, ο άγ. Γεώργιος 20 ετών. Οι αγίες Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη (κόρες της αγ. Σοφίας) μεταξύ 8 και 12 ετών! Αμέτρητοι άλλοι άγιοι και αγίες σε παρόμοια ηλικία. Ευτυχώς που δεν ήταν παιδιά μας, γιατί εμείς θα τα εκβιάζαμε ψυχολογικά να αρνηθούν το Χριστό και να χάσουν την αγιότητα και την αιωνιότητα του παραδείσου.

Ελπίζω ότι έγινα σαφής. Η παρακολούθηση του μαθήματος (έτσι όπως τίθεται το θέμα από το ίδιο το κράτος – αλλιώς, ας το κάνει επιλεγόμενο να τελειώνουμε) είναι μια πράξη αντίστασης στην κοινωνική και πνευματική καταπίεση που μας επιβάλλει το πολιτικό σύστημα.

Ένα ΥΓ για τους «άθεους» Έλληνες, γονείς ή μαθητές: δύο μόνο λόγους ξέρω, που ένας Έλληνας (ή Σέρβος, Ρώσος, Ρουμάνος, Ουκρανός και γενικά μέλος ορθόδοξου λαού) μπορεί να νιώθει μη χριστιανός: ή κάποιος τον παραπλάνησε και τον παρέσυρε ή είναι πολύ πληγωμένος από ανθρώπους της Εκκλησίας. Υπάρχουν απαντήσεις και για τα δυο, αρκεί να έχει αφτιά να ακούσει. Ευχαριστώ.

 

* Ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης είναι Θεολόγος – Ρέθυμνο

50 λόγοι διαφωνίας με τον Γιώργο Παπαθανασόπουλο

Πενήντα λόγοι διαφωνίας με τον Γιώργο Παπαθανασόπουλο για το νέο Πρόγραμμα των Θρησκευτικών

 

Του Γιώργου Παπαδόπουλου*

 

Ο αγαπητός αρθρογράφος** (Σημ: δεν διευκρινίζει αν  είναι θεολόγος-εκπαιδευτικός ή κάτι άλλο), αν και αποδίδει «καλή διάθεση» στα μέλη της επιτροπής του Προγράμματος, ωστόσο δεν τη θεωρεί αρκετή. Δεν μας λέει τι άλλο κατά τη γνώμη του χρειάζεται ή τι έλειπε από την επιστημονική συγκρότηση των εμπειρογνωμόνων που ασχολήθηκαν με το θέμα. Η αναγνώριση πάντως πως η διαφωνία είναι «απαραίτητη για μια νηφάλια συζήτηση» δικαιολογεί την παρούσα απάντηση και εμπλουτίζει τον καλόπιστο διάλογο, του οποίου θιασώτης φαίνεται πως είναι ο διαφωνών με το Πρόγραμμα Σπουδών. Το ζητούμενο πάντως σε μια τέτοια συζήτηση είναι η αντίθετη άποψη να συμπληρώνεται και με θέση, η έλλειψη με σαφή αντιπρόταση.

1. Ο αρθρογράφος φαίνεται ότι διάβασε σίγουρα το αποσταλέν Υπόμνημα της επιτροπής του προγράμματος προς τα μέλη της Ιεραρχίας, ενώ παραμένει λίαν αμφίβολο, αν έχει διαβάσει προσεκτικά το ίδιο το πρόγραμμα. Δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία των όρων « (δι)ερευνητική», «βιωματική» «συνεργατική» (ενν. μάθηση). Και, όμως, αν συμβουλευόταν ένα οποιοδήποτε λεξικό θα μάθαινε αμέσως τη σημασία τους. Ο εκπαιδευτικός που παρακολουθεί τα τεκταινόμενα στο χώρο του και ενημερώνεται για τις εξελίξεις της εκπαιδευτικής διαδικασίας γνωρίζει πολύ καλά τη σημασία των όρων αυτών. Κάποιος άλλος, και μάλιστα μη εκπαιδευτικός, πιθανώς όχι.

2-3. Εάν ο αγαπητός αρθρογράφος έμπαινε στο κόπο να διαβάσει και τον Οδηγό για τον Εκπαιδευτικό, που συνοδεύει το Πρόγραμμα Σπουδών και είναι επίσης αναρτημένος στο «Ψηφιακό Σχολείο», θα έπαιρνε άμεση απάντηση στην απορία του για τις «σύγχρονες θεωρίες μάθησης και διδακτικής» αλλά και για τις «χρόνιες αγκυλώσεις του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος». Δεν το έκανε όμως. Γιατί άραγε;

4. Τα μέλη της επιτροπής του ΠΣ επελέγησαν με βάση τις αιτήσεις τους που έγιναν έπειτα από σχετική πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος εκ μέρους του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που ήταν αναρτημένη, επί εξάμηνο σχεδόν, στην ιστοσελίδα του. Η περί «παρέας» αντίληψη συνιστά προσχώρηση του αρθρογράφου σε απόψεις που δεν ευνοούν τη νηφάλια συζήτηση, για την οποία εισαγωγικά μας δήλωσε την προτίμησή του. Ο αγαπητός αρθρογράφος διαφωνεί και με το λεκτικό του υπομνήματος, αν και δεν συνιστά διαφωνία ένα «ήταν» ή ένα «είναι» ωστόσο, όταν αναφερόμαστε στις ιδιότητες των μελών μιας επιτροπής εργασίας, η οποία έχει καταθέσει ένα ολοκληρωμένο έργο, τότε το κάνουμε σαφώς με ρηματικό τύπο, που δηλώνει παρελθόν. Μόνο αν το έργο αυτό συνεχίζεται και τώρα, το δηλώνουμε με ενεστώτα. Έτσι λέει τουλάχιστον η Γραμματική…

5. Ο αρθρογράφος ζητά πληροφορίες για τον τρόπο εργασίας της επιτροπής. Με ποια ιδιότητα άραγε; Δεν τον καλύπτει το «συνεργατικά» και «συνθετικά» και αυτό αποτελεί λόγο διαφωνίας με το Πρόγραμμα Σπουδών! Τα μέλη της επιτροπής ήταν γνωστά αλλά και ο συντονιστής-προεδρεύων από τον Δεκέμβριο του 2010 όταν δημοσιεύτηκαν τα ονόματά τους στη «Διαύγεια». Ασφαλώς σε μια πολυμελή επιτροπή  υπάρχουν διαφωνίες, διαφορετικές προσεγγίσεις, αναλύσεις, προτάσεις. Το τελικό αποτέλεσμα είναι προϊόν σύνθεσης και συνεργασίας. Είναι κι αυτό λόγος διαφωνίας; Προφανώς μόνο για εκείνους που έχουν υπόψη τους άλλες πρακτικές άλλων εποχών… όπου όλοι συμφωνούσαν με όλα.

6. Το υπόμνημα της επιτροπής όφειλε έστω και με απλές νύξεις να αναφερθεί σε κρίσιμα – κατά την άποψή της – ζητήματα, που έθεσε όλο αυτό το διάστημα η ασκηθείσα κριτική. Αυτό κάνει  και με την επισήμανση  ότι «εργάστηκε χωρίς άνωθεν οδηγίες και δεσμεύσεις». Δεν είναι κατανοητό γιατί ο κ. Γ.Π  διαφωνεί και με αυτό. Είναι δυνατόν η άποψη των μελών μιας επιτροπής για την κριτική που δέχεται να αποτελεί λόγο διαφωνίας κάποιου για το όποιο συντελεσθέν έργο;

7. Οι αντιλήψεις της επιτροπής για την «φυσιογνωμία» όσων άσκησαν μέχρι τώρα κριτική στο πρόγραμμα αποτελούν λεκτική επίθεση κατά τον κ. Γ. Π, ενώ οι δικοί του υπαινιγμοί περί «παρέας» (ενν. τη σύνθεση της επιτροπής) και για «αντιλήψεις των άνωθεν» αποτελούν νόμιμο δικαίωμά του και απόλυτα θεμιτό τρόπο άσκησης της κριτικής του. Περίεργη άποψη…

8. Είναι σαφές πως ό,τι δεν κατανοεί ο αγαπητός κ. Γ.Π  αμέσως το χαρακτηρίζει αιτία διαφωνίας. Για να διαφωνήσεις με κάτι  δεν πρέπει να το έχεις προηγουμένως κατανοήσει; Αλλιώς με τι διαφωνείς;

9. Και πάλι μονότονη επανάληψη του προηγουμένου μοτίβου. Ωστόσο, εδώ αποκαλύπτεται ότι ο αρθρογράφος-διαφωνών δεν είναι εκπαιδευτικός. Διότι την οδηγία της επιτροπής για «εφαρμογή» και όχι απλή «ανάγνωση» του ΠΣ την εκλαμβάνει ως ομολογία της δυσκολίας του προγράμματος. Για μια ακόμη φορά θα το παραπέμψω στον Οδηγό για τον Εκπαιδευτικό. Αλλά αν δεν είναι εκπαιδευτικός, όσο και να τον διαβάσει…

10. Άλλη μια παρανόηση. Η επιτροπή δεν χαρακτηρίζει το αποτέλεσμα. Απλώς περιγράφει τους όρους κάτω από τους οποίους συντάχθηκε το πρόγραμμα σπουδών. Ασφαλώς η ποιότητα, η επάρκεια  και η αποτελεσματικότητά του θα αναδειχθούν από τον διδάσκοντα εκπαιδευτικό.  Προς τι επομένως οι περί ταπεινοφροσύνης υποδείξεις, όταν μάλιστα ο αγαπητός κ. Γ.Π δεν ομολογεί εξαρχής την μη εκπαιδευτική του ιδιότητα αλλά κρίνει και διαφωνεί ως «επαΐων»… ;

11. Ο αρθρογράφος διαφωνεί και με την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος. Τι αντιπροτείνει; Την καθολική  εφαρμογή του Προγράμματος αμέσως; Μήπως την μη εφαρμογή του; Μα τότε πάλι πως θα γνωρίσουμε  τις αδυναμίες του; Η μέχρι τώρα πρακτική ήθελε κάθε νέο βιβλίο να εισάγεται αμέσως στη διδακτική διαδικασία χωρίς δοκιμή. Είναι οπαδός αυτής της πρακτικής; Τελικά ο κ. Γ.Π διαφωνεί με την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος επειδή προφανέστατα αγνοεί πως η συγκεκριμένη πρακτική δεν αποτελεί επιλογή της επιτροπής για το Μάθημα των Θρησκευτικών, αλλά πολιτική βούληση του Υπουργείου και αφορά φυσικά σε όλα τα μαθήματα που απέκτησαν νέα Προγράμματα Σπουδών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο. Θα μπορούσε -αν ήθελε- να το πληροφορηθεί, ώστε να μην επικαλείται «λογικές αντιφάσεις» στο περιεχόμενο του υπομνήματος. Δεν το έκανε, όμως, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά ότι δεν είναι εκπαιδευτικός, αφού οι ασκούντες το λειτούργημα το γνωρίζουν είτε το σχολείο τους είναι ενταγμένο στο πιλοτικό πρόγραμμα εφαρμογής είτε όχι. Προς τι, λοιπόν, και αυτή η «διαφωνία»;

12. Όχι κ. Παπαθανασόπουλε, το πρόγραμμα δεν απευθύνεται σε «κάθε αναγνώστη» γενικώς και αορίστως. Απευθύνεται, κυρίως και πρωτίστως, στη θεολογική εκπαιδευτική κοινότητα. Αυτή θα το κρίνει, αυτή θα κληθεί να το εφαρμόσει, αυτή θα μας πει για τα αποτελέσματα της εφαρμογής του. Φυσικά, εφόσον είναι αναρτημένο σε «δημόσιο» χώρο είναι εκτεθειμένο στα μάτια όλων. Οι συντάκτες του, όμως, απευθύνονται στους «επαΐοντες», που τόσο εύστοχα προηγουμένως υποστηρίζετε πως πρέπει να έχουν δικαίωμα στη τελική του αξιολόγηση. Εκείνοι γνωρίζουν τι σημαίνει «κοινωνική αλλληλεπίδραση» και πως το μάθημα των Θρησκευτικών συντελεί με τη λειτουργία του στο σχολικό χώρο στη διαμόρφωσή της.

13. Και πάλι ό,τι δεν καταλαβαίνει ο αγαπητός αρθρογράφος, το αναγάγει σε αιτία διαφωνίας. Το νέο που κομίζει, λοιπόν, το ΠΣ – όχι μόνο για τα Θρησκευτικά – είναι πως προσπαθεί να οδηγήσει το μαθητή στο να κατανοήσει γιατί και πως μαθαίνει ό,τι μαθαίνει. Αποτελεί ύψιστη κατάκτηση για το μαθητή να έχει συνειδητοποιήσει πλήρως  την αξία της όποιας γνώσης του προσφέρεται, ώστε να την οικειοποιηθεί με την βεβαιότητα ότι θα του είναι χρήσιμη στη ζωή του. Αλλιώς, απλώς την αποστηθίζει και έπειτα τη λησμονεί. Κάποτε στα μαθητικά μας χρόνια μας μάθαιναν π.χ. για τους λογάριθμους. Ποτέ δεν μας «είπαν» τι χρειάζονται στη ζωή μας. Έτσι οι περισσότεροι αποδεχθήκαμε αυτή τη γνώση μηχανικά, παθητικά. Όσοι δεν ακολουθήσαμε θετικές επιστήμες, την ξεχάσαμε αμέσως μετά.

14. Οποιοσδήποτε μη εκπαιδευτικός θα σχολίαζε με αυτό τον τρόπο τις προτεινόμενες δραστηριότητες  ως τρόπο οργάνωσης της διδασκαλίας. Γιατί απλά δεν ασκεί το έργο αυτό στη τάξη. Γιατί απλά δεν μπαίνει στη διαδικασία εφαρμογής τους, έστω και ως διαφωνών. Γιατί δεν μπορεί να συμπεράνει με ασφάλεια ούτε καν να προσεγγίσει το αντικείμενο της κριτικής του μέσα από ένα γενικόλογο και εμφανώς για συγκεκριμένη χρήση και αποστολή συνταχθέν υπόμνημα. Ζητήστε κ. Παπαθανασόπουλε από εκπαιδευτικούς της επιλογής σας – ακόμη και διαφωνούντες όπως εσείς – να σας εξηγήσουν, πώς διαβάζεται ένα πρόγραμμα σπουδών και πώς εφαρμόζεται στη τάξη με μερικά παραδείγματα. Αλλιώς, δεν έχει νόημα η διαφωνία σας.

15. Αν ο αγαπητός αρθρογράφος έχει αγαθές μνήμες από καθηγητές του στο σχολείο που ασκούσαν το έργο τους με τον παραδοσιακό τρόπο της «μετωπικής» διδασκαλίας, ας μας επιτρέψει να έχουμε πολλοί άλλοι εξαιρετικά δυσάρεστες αντίστοιχες μνήμες από τον ίδιο τρόπο διδασκαλίας. Αλλά παρόλα αυτά  κάνουμε λόγο για «υπέρβαση» της παραδοσιακής αντίληψης. Δεν μιλάμε για πλήρη κατάργηση. Ούτε για πλήρη απαξίωση. Κάθε δοκιμασμένη στη πράξη μέθοδος, έστω και προβληματική, διατηρεί τη θέση της ανάμεσα στις διδακτικές πρακτικές. Αλλά επιτέλους, ας αναρωτηθούμε και ας δώσουμε μια τίμια απάντηση από τη δική μας εμπειρία. Πότε ωφεληθήκαμε πραγματικά ως φοιτητές στο πανεπιστήμιο; Από μια μονότονη και ανιαρή παράδοση του μαθήματος που γινόταν μάλιστα με ανάγνωση σημειώσεων ή μήπως από την «ζωντανή» και με διαδικασία ανοιχτού διαλόγου μεταξύ καθηγητή και φοιτητών, που επέτρεπε την διατύπωση γόνιμων αποριών ακόμη και έντονων διαφοροποιήσεων;

16. Ενοχλείται ο αρθρογράφος από τη χρησιμοποιούμενη ορολογία. Δεν του αρέσει ο όρος «στρατηγικές μάθησης». Είναι τόσο σοβαρή αυτή η ένσταση ως θέμα ουσίας, τέτοιο που να προστίθεται με αξιώσεις στις 50 διαφωνίες του; Πρόκειται απλά για ένα τεχνικό όρο. Πάντως οι «στρατηγικές» αυτές δεν αφορούν στις «ψυχές» των μαθητών, αλλά μόνο στο σχεδιασμό της διδακτικής διαδικασίας. Ας μην δίνουμε σε όλους τους όρους μεταφυσική σημασία, μόνο για να δημιουργούμε εντυπώσεις σε «κάθε» αναγνώστη της διαφωνίας μας.

17. Δεν ξέρω σε ποια λεξικά αναζητήσατε  το επίθετο «ανακαλυπτικός» κ. Παπαθανασόπουλε… Πάντως αν αναζητήσετε και τη λέξη «σιδηρόδρομος» στο λεξικό του Σταματάκου, δεν πρόκειται να τη βρείτε… Για να σοβαρευτούμε όμως λίγο σας παραπέμπω στο Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας (Αρχαίας-Μεσαιωνικής-Νέας), των εκδόσεων Πάπυρος, τόμος 1, σελ. 503. Εκεί θα αντιληφθείτε πόσο εκτίθεστε με τα επιχειρήματά σας.

18-19. Διαφωνεί ο κ. Γ.Π με τη λέξη «ανοικτότητα». Δεν διασαφηνίζει γιατί ακριβώς; Επειδή δεν τη βρίσκει στα λεξικά ή επειδή δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει; Είστε απόλυτος όταν λέτε πως «κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί την έννοιά της». Μήπως η λέξη «ανοιχτοσύνη» που βρίσκεται στο ίδιο λεξικό (σελ 618) είναι προτιμότερη; Ο αρθρογράφος ασχολείται εξαντλητικά με το «επεξηγηματικό» κείμενο και όχι με το ίδιο το πρόγραμμα, το οποίο εμμέσως πλην σαφώς ομολογεί ότι δεν έχει διαβάσει… Μιλάμε φυσικά για απλή ανάγνωση. Στην περίπτωσή του, άλλωστε, δεν περιμένουμε  κάτι περισσότερο. Όσο για τα «ελληνικά» μας δεν διεκδικούμε αριστεία διατύπωσης αλλά απαιτούμε και από τους διαφωνούντες να είναι πιο προσεκτικοί με τα δικά τους.

20. Καλά είναι δυνατόν η σημασιολογική ανάλυση του «στοχεύω» και του «σκοπεύω» να αποτελεί βάση διαφωνίας; Μάλλον υποτιμά τη δική του νοημοσύνη ο γράφων, εκτός φυσικά όλων των άλλων… Εκτός, αν γι΄ αυτόν η πολιτικοποίηση του θέματος τον διευκολύνει στη διατύπωση της «διαφωνίας» του.

21.  Ο κ Παπαθανασόπουλος αποκαλύπτεται… Δεν πιστεύει στο Μεσσία Χριστό, αφού  περίπου θεωρεί ουτοπία («μεσσιανικό όραμα»)  το κήρυγμά του αλλά και την μεταμόρφωση δι΄αυτού μέσω της Εκκλησίας και ολόκληρου του κόσμου. Όχι κ. Παπαθανασόπουλε οι μάρτυρες της Εκκλησίας δεν πέθαναν για μια ουτοπία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν αγωνίστηκαν για μια ουτοπία. Οι  συνειδητοποιημένοι εκπαιδευτικοί κάθε εποχής διδάσκουν και πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα αυτού που διδάσκουν. Ανοίξτε τα λεξικά σας αλλά και την προς  Εβραίους επιστολή του Απ. Παύλου για να δείτε τι ακριβώς σημαίνει η λέξη «πίστη».

22.  Οι θέσεις του  τ. αντιπροέδρου του ΣτΕ για το μάθημα των θρησκευτικών είναι γνωστές και σεβαστές. Ασφαλώς όμως δεν είναι και οι μοναδικές. Έκτοτε, διάφορες Αρχές, όπως η Αρχή Προσωπικών Δεδομένων και ο Συνήγορος του Πολίτη κ.ά. έχουν εκφράσει διαμετρικά αντίθετες θέσεις. Ωστόσο, πολύ πρόχειρα θα αναφερθώ σε θέσεις του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου, δημοσιευμένες στο περιοδικό της Μητροπόλεως «Εκκλησιαστική Παρέμβαση» (Νοέμβριος 2002), στο οποίο καταλήγει διαπιστώνοντας για το περιεχόμενο του διδασκόμενου τότε (2002) μαθήματος ότι: «… Οπότε γίνεται αντιληπτό ότι στα σχολεία το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως διδάσκεται σήμερα είναι θρησκειολογικό, γιατί τα παιδιά μαθαίνουν για όλες τις θρησκείες και περισσότερο, όπως είναι φυσικό, για την δική τους θρησκεία, είναι γνωσιολογικό, γιατί η μετάδοση γίνεται δια του λόγου και της ακοής, ανεξάρτητα αν  κανείς εκκλησιάζεται και αν πιστεύη στον Θεό και βεβαίως τίθεται στην διαδικασία των εξετάσεων και της βαθμολογίας, καθώς επίσης είναι και πολιτιστικό, διότι τα παιδιά μαθαίνουν τις παραδόσεις και τον πολιτισμό του τόπου τους, αφού η Εκκλησία είναι μεν Σώμα Χριστού, αλλά παράγει και πολιτισμό. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μερικοί ταυτίζουν το μάθημα των Θρησκευτικών που γίνεται στα σχολεία με την κατήχηση. Μία εξήγηση είναι το ότι συνδέουν την κατήχηση με προτεσταντικές και παπικές αντιλήψεις περί κατηχήσεως. Αλλά όμως η Ορθόδοξη Κατήχηση έχει σαφώς άλλο εννοιολογικό και πρακτικό χαρακτήρα, είναι κυρίως και προ παντός ψυχοθεραπευτική, και ως τέτοια δεν διδάσκεται στα Σχολεία, αλλά ούτε και διδάσκεται καν, αφού είναι θέμα προσωπικής υπαρξιακής αναζητήσεως και ζωής».

23. Δεν γίνεται αντιληπτό με τι ακριβώς διαφωνεί στο σημείο αυτό ο κ. Παπαθανασόπουλος. Τι άλλο πρέπει να διευκρινιστεί; Αφού συμφωνεί με τη διασαφήνιση για τον ρόλο του εκπαιδευτικού στη διαχείριση του διδακτικού υλικού μας ρωτάει «ποιος αποφασίζει για τις ιδιαίτερες συνθήκες της τάξης…». Οι συνθήκες της τάξης δεν εξαρτώνται από τον εκπαιδευτικό. Αυτός καλείται απλώς να τις υπολογίσει ως κρίσιμα δεδομένα για τον σχεδιασμό της διδασκαλίας του.

24. Επιτέλους ο κ. Παπαθανασόπουλος βρίσκει και κάτι θετικό στο πρόγραμμα αλλά παρόλα αυτά διαφωνεί. Συμφωνεί με τον «ορίζοντα αναφοράς και διαλόγου» που πρέπει να έχει το ΜτΘ αλλά ταυτόχρονα διαφωνεί επειδή  δεν μπορεί να καταλάβει πως γίνεται στην πράξη… Τελικά συμφωνεί διαφωνώντας και με κωμικοτραγικό τρόπο αυτοαναιρείται.

25-26. Εάν δεχθούμε κ. Παπαθανασόπουλε ότι το ΜτΘ είναι απλή κατήχηση τότε κάθε απόπειρα εμπλουτισμού με άλλα στοιχεία μπορεί να θεωρηθεί αλλοίωση της πίστης και ενδεχομένως συγκρητισμός. Αν όμως δεν είναι κατήχηση, όπως αποδεικνύει μεταξύ άλλων και ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου, τότε η  «κριτική κατανόηση» του άλλου αποτελεί δομικό στοιχείο της πραγματικής γνώσης. Ο Απ. Παύλος στην Αθήνα δεν έκρινε με ισοπεδωτικό τρόπο την «κατείδωλη» πόλη αλλά χρησιμοποίησε το στοιχείο αυτό ως απόδειξη της αναζήτησης της αλήθειας εκ μέρους των Αθηναίων και ως  δεδομένο αφόρμησης για την  αποκάλυψη εκ μέρους του, της αλήθειας της Εκκλησίας. Και έπειτα, μην ξεχνάμε ότι ο Μ. Βασίλειος μιλάει για την ωφελιμότητα των έργων της αρχαίας γραμματείας σε μια εποχή που η Εκκλησία έβγαινε καταματωμένη από την βία των  διωγμών, που εξαπέλυσε εναντίον της ο εθνικός-ειδωλολατρικός κόσμος.

27. Η διαφωνία αυτού του σημείου είναι ακατανόητη. Είναι σειρά μου να δηλώσω αδυναμία προσέγγισης στον τρόπο της διατύπωσης. Εμείς απλά λέμε ότι τα προγράμματα του 2003 που υλοποιήθηκαν με τα νέα διδακτικά εγχειρίδια το 2006 αποτελούν τη βάση – κατά κάποιο τρόπο – της δικής μας προσπάθειας. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Ο κ. Παπαθανασόπουλος μνημονεύει έργο του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, το οποίο δεν γίνεται καθόλου φανερό, που και πώς συνδέεται με την προηγούμενη δήλωσή μας. Προτείνω το σημείο αυτό να το ξαναδουλέψει…

28. Το 1.5 εκατομμύριο μετανάστες στην Ελλάδα είναι εικονική πραγματικότητα κ. Παπαθανασόπουλε; Οι σχολικές τάξεις με  αλλόδοξους ή αλλόθρησκους μαθητές σε ποσοστά άνω του 50% είναι εικονική πραγματικότητα;  Ο εργαζόμενος μετανάστης της αίρεσης των Σιχ (με το τουρμπάνι) μέλος συνεργείου του ΟΤΕ (!) στη γειτονιά μου είναι εικονική πραγματικότητα; Οι χιλιάδες προσευχόμενοι μουσουλμάνοι σε δημόσιους χώρους στην Αθήνα είναι εικονική πραγματικότητα; Υπήρχαν όλοι αυτοί τις δεκαετίες του ΄60, του ΄70, του ΄80, ακόμη και του ΄90; Αντίθετα είναι εικονική πραγματικότητα οι «Βαχαμπίτες Μουσουλμάνοι» και οι «υπερορθόδοξοι Εβραίοι». Δεν θα βρείτε τέτοιους στην Αθήνα. Μάλλον πρέπει να ταξιδέψετε είτε στη Μέκκα είτε στις περίκλειστες γειτονιές της παλιάς πόλης των Ιεροσολύμων για να τους συναντήσετε… (Από λάθος υπάρχει δυο φορές το 28. Το κρατώ για την διευκόλυνση του αναγνώστη μου που θέλει να κάνει παράλληλη ανάγνωση)

28. Τελικά με τι ακριβώς διαφωνείτε; Με το αν οι άλλες θρησκείες έχουν οικουμενικές αξίες ή με το πώς θα διδαχθούν; Δεν είναι προφανές πως, αν κάποια θρησκεία έχει παγκόσμια εξάπλωση, εμπεριέχει αξίες που γίνονται ευρύτερα αποδεκτές; Δεν πρέπει να εξηγήσουμε πειστικά τις αιτίες εξάπλωσης του Ισλάμ ή του Βουδισμού, στις περιοχές που επικράτησαν;

29.  Είναι προφανές ότι όποιος δεν είναι εκπαιδευτικός δεν κατανοεί τον τρόπο  διδακτικής προσέγγισης των περιεχομένων του Προγράμματος. Αυτό όμως δεν συνιστά  αιτία διαφωνίας με το Πρόγραμμα.

30. Στο σχολείο αγαπητέ κ. Παπαθανασόπουλε δεν κάνουμε επιστήμη. Ασκούμε αγωγή. Και επομένως διαθέτουμε κριτήρια για τις επιλογές μας και χρησιμοποιούμε ειδικές μεθόδους κατάλληλες για κάθε ηλικία, προσαρμοσμένες σε κάθε ηλικία.

31. Είναι η σειρά μου να ρωτήσω τι ακριβώς θέλετε να πείτε ότι «είναι καθαρά θρησκειολογική η προσέγγιση της θρησκείας»; Θέλετε να προσεγγίσουμε π.χ. το Ισλάμ με άλλο τρόπο; Ως πιστοί  του μήπως;

32. Αν κρίνετε κάποια πράγματα επικίνδυνα στο χειρισμό τους, αφήστε τα σ' αυτούς που ξέρουν… Πολύ υποτιμάτε τον θεολογικό εκπαιδευτικό κόσμο κ. Παπαθανασόπουλε, ακόμη κι αυτούς που με περισσή ευκολία και άνεση χωρίς να καλοδιαβάσουν την κριτική σας έσπευσαν να την αναρτήσουν στις ιστοσελίδες τους…

33. Και πάλι, αν και φοβάμαι πως γίνομαι μονότονος, η αδυναμία κατανόησης όρων δεν μπορεί να αποτελεί λόγο διαφωνίας. Δεν καταλαβαίνετε τον όρο «μεθερμηνεία». Το αν είναι εύκολη η απόδοση του θεολογικού λόγου στις σύγχρονες κοινωνίες, αφήστε να το κρίνουν περισσότερο αυτοί που τον χειρίζονται στο σχολείο ή στο ναό. Εσείς ως ακροατής θα μας πείτε μόνο αν σας αγγίζει ή όχι. Τι θα θέλατε να ακούσετε, αν δεν το ακούτε. Αν σας βοηθάει στη ζωή σας ή σας αφήνει αδιάφορο.

34. Δεν ξέρω αν έχετε παιδιά και ποιας ηλικίας. Αλλά πολύ υποβαθμίζετε τη κρίση τους και την αυτονόητα φυσική τους περιέργεια. Τα παιδιά όλων των ηλικιών και ερωτήματα έχουν και διλήμματα αντιμετωπίζουν. Οι εκπαιδευτικοί τα υποδέχονται στη τάξη και οφείλουν να τα βοηθήσουν και να τα καθοδηγήσουν με διάκριση και σύνεση.

35. Προφανώς δεν καταλάβατε πως, όταν μιλάμε για «σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας», θα αναφερθούμε  αναγκαστικά και στο θέμα της παραβίασής της από απολυταρχικά καθεστώτα. Η αντίληψη πάντως πως μόνο οι ισλαμικές και οι κομμουνιστικές χώρες (αλήθεια εννοείτε τη Κίνα και τη Β. Κορέα;) παραβιάζουν τη θρησκευτική ελευθερία είναι μάλλον αδύνατη, καθώς παρατηρούνται και σε άλλες χώρες σποραδικά τέτοια παραδείγματα.

36.  Τι ακριβώς εννοείτε λέγοντας ότι «η οικολογική συνείδηση να προκύψει δια της λογικής και όχι μέσα από την Ορθόδοξη πνευματικότητα»; Σας προτείνω πολύ πρόχειρα να (ξανα)διαβάσετε το α΄ κεφάλαιο της Γένεσης και τον Γέροντα Σιλουανό. Εκεί θα ανακαλύψετε άλλα πράγματα.

37. Επιτέλους καταλάβετε ότι οι λέξεις δεν υπάρχουν για αποκλειστική χρήση μιας και μόνης επιστήμης. Η λέξη «αίρεση» χρησιμοποιείται από τη θεολογία αλλά και από τη φιλοσοφία και τη νομική. Μήπως η λέξη «οικονομία» δεν χρησιμοποιείται από τη θεολογία αλλά όχι μόνο;

38. Δημιουργεί εντύπωση η άρνησή σας στην ανάγκη της συνεχούς ενημέρωσης, ιδιαίτερα σήμερα, στις συνθήκες ενός ταχύτατα μεταβαλλόμενου κόσμου. Η «εξ αποκαλύψεως αλήθεια» προφανώς δεν σχετίζεται με τις φιλοσοφικές αντιλήψεις περί γνώσης σε επίπεδο ουσίας αλλά μόνο σε επίπεδο χρησιμοποιούμενων μεθόδων ή τακτικών  για την ευχερέστερη μετάδοσή της. Φοβάμαι ότι αδικείτε  κατάφωρα τον εαυτό σας,  όταν τόσο πρόχειρα σχολιάζετε το κείμενό μας.

39. Η μετακίνηση του μαθήματος προς τη φιλοσοφία και τη θρησκειολογία είναι δικό σας και αυθαίρετο συμπέρασμα. Η παράγραφος που παραθέτετε δεν λέει κάτι τέτοιο.

40. Μας κατηγορείτε για «αμετροέπεια» και «μεγαλοστομία». Δεν αναφέρεστε σε κάποιο παράδειγμα. Εκτός κι αν εννοείτε οτιδήποτε με το οποίο διαφωνείτε… Το γεγονός ότι το ΠΣ προκαλεί ευχαρίστηση στους μαθητές δεν αποτελεί μεγαλόστομη διακήρυξη, αλλά αποτύπωση των πρώτων συμπερασμάτων από την πιλοτική εφαρμογή του, στοιχεία που φυσικά αγνοείτε…

41. Και εδώ δεν φαίνεται να κατανοείτε αυτό που διαβάζετε και το διαστρέφετε (σκόπιμα;) ενώ φροντίζετε να το προσφέρετε στον αναγνώστη σας. Γιατί δεν  τον αφήνετε να συμπεράνει μόνος του τη σημασία του κειμένου μας. Λέτε να μην καταλαβαίνει τι ακριβώς σημαίνει η φράση «βιωματικές κατακτήσεις της Ορθόδοξης Παράδοσης»; Ξαναδιαβάστε σας παρακαλώ την παράγραφο. Που λέει ότι οι «δάσκαλοι θα μάθουν στα παιδιά τα περί θεωρητικών συλλήψεων της χριστιανικής διανόησης»; Το γεγονός της κατάφωρης και αυταπόδεικτης υποτίμησης της νοημοσύνης μας συνιστά τουλάχιστον ασέβεια.

42.  Εδώ αγαπητέ κ. Παπαθανασόπουλε αποκαλύπτεστε πλήρως. Δεν έχετε διαβάσει το Πρόγραμμα Σπουδών, ούτε τον Οδηγό για τον Εκπαιδευτικό (και για ποιο λόγο άλλωστε, αφού δεν είστε εκπαιδευτικός), αλλά μόνο το Υπόμνημα της επιτροπής.

Μας κρίνετε για τον τρόπο παρουσίασης της Γέννησης του Χριστού στη Γ΄Δημοτικού. Παραθέτετε κείμενα και πηγές. Κανείς δεν διαφωνεί με αυτά. Αλλά ξεχνάτε κάτι βασικό ότι απευθυνόμαστε σε παιδιά 8 ετών. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε τι εννοώ… Αλλά επειδή αναφέρετε ως ατυχή την παρομοίωση της ενσάρκωσης του Χριστού με ένα θεϊκό δώρο προς τον άνθρωπο, θα ήθελα να σας θυμίσω ότι εμμέσως πλην σαφώς ένας Χριστουγεννιάτικος ύμνος μας επιβεβαιώνει: «Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ὅτι ὤφθης ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος δι' ἡμᾶς; ἕκαστον γὰρ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων, τὴν εὐχαριστίαν σοι προσάγει· οἱ Ἄγγελοι τὸν ὕμνον, οἱ οὐρανοὶ τὸν Ἀστέρα, οἱ Μάγοι τὰ δῶρα, οἱ Ποιμένες τὸ θαῦμα, ἡ γῆ τὸ σπήλαιον, ἡ ἔρημος τὴν φάτνην· ἡμεῖς δὲ Μητέρα Παρθένον…»

Οι διαφορετικές προτεινόμενες προσεγγίσεις του Χριστού από τους μικρούς μαθητές  δεν δημιουργούν καμία σύγχυση. Στο σημείο αυτό κ. Παπαθανασόπουλε, πρέπει να σας πληροφορήσω, πως το ΠΣ δεν απευθύνεται στους μαθητές αλλά στον διδάσκοντα. Δεν είναι κείμενο που θα το διαβάσουν οι μαθητές και, επομένως, θα τους δημιουργήσει σύγχυση. Πρόκειται για «εργαλείο» στα χέρια του εκπαιδευτικού. Επομένως, όσα π.χ. αναφέρονται για τον Χριστό αποτελούν ιδέες για πιθανές διδακτικές προσεγγίσεις του προσώπου Του, λαμβάνοντας υπόψιν τις παιδικές αντιλήψεις γι' Αυτόν.

43.  Ώστε ο Ιησούς Χριστός δεν είναι διδάσκαλος ! Μήπως μπορείτε να μας πείτε τι εννοεί στο Ματθ. 23,8 όταν λέει στους μαθητές Του : «ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ραββί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε.»;  Το περί «γκουρού» δεν το σχολιάζω επειδή φαίνεται πως γνωρίζετε περισσότερα από μένα για το θέμα αυτό.

44. Που ακριβώς διαφωνείτε; Επιστρατεύετε το πόνημα του καθηγητή Π. Πάσχου αλλά δεν μας λέτε κάτι διαφορετικό. Επιπλέον δεν έχετε δει τον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύεται το ΠΣ το συγκεκριμένο θέμα. Εγώ πάντως συμφωνώ μαζί σας ασχέτως, αν αναρωτιέμαι για το περιεχόμενο της ένστασής σας.

45.  Δεν προκύπτει κάποια διαφορετική προσέγγιση. Πολύ ορθά παρατηρείτε ότι ο Χριστιανισμός πρώτος δίδαξε τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη θρησκευτική ελευθερία κλπ. Μάλλον εσείς αγωνιάτε, αν αυτό θα μάθουν τα παιδιά. Θέλω να σας καθησυχάσω. Έτσι θα γίνει. Ευχαριστούμε για την υπόδειξη με την αναφορά στη Βίβλο. Προφανώς και δεν εννοούμε αυτό που φοβάστε.

46. Και πάλι σπεύδετε να συμπεράνετε… Για τη συνάντηση Χριστιανισμού-Ελληνισμού το ΠΣ αφιερώνει 5 δίωρα, δηλαδή 10 διδακτικές ώρες. Το 1/5 περίπου του συνολικού διδακτικού χρόνου της Α΄ Γυμνασίου. Φαντάζομαι ότι είστε ικανοποιημένος. Όσο για τις επιστημονικές θέσεις του Μητροπολίτη Περγάμου μπορείτε να δείτε στη βιβλιογραφία μας ότι τις τιμούμε δεόντως, δυσαρεστώντας όμως πολλούς θιασώτες του κειμένου σας, οι οποίοι αν και έσπευσαν να το αναρτήσουν, έχουν πολύ διαφορετική  άποψη και από μας και από σας για το έργο και τη θεολογία του Μητροπολίτη Περγάμου.

47. Δεν μας λέτε ποιοι είναι οι νεολογισμοί… Αλλά δείτε παρακαλώ την σχετική ενότητα στη Β΄ Γυμνασίου. Αφιερώνουμε 3 δίωρα (δηλ. 6 διδακτικές ώρες). Εκεί θα δείτε ότι μιλάμε για τους Νεομάρτυρες και τους κρυπτοχριστιανούς, για την μεταβυζαντινή τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις… Δεν ξέρω αν αυτά σας αρκούν… Σας παρακαλώ ρίξτε μια ματιά στο πρόγραμμα, σε όλα τα σημεία που σας δημιούργησαν κάποιο πρόβλημα διαβάζοντας το υπόμνημα. Στο τέλος του κειμένου σας υπογραμμίζετε με έμφαση ότι δεν λέμε τίποτε για τους Νεομάρτυρες. Πώς το κάνετε αυτό αφού δεν έχετε διαβάσει το Πρόγραμμα;

48. Για την επιλογή των προσώπων μπορεί να γίνει μεγάλη και χρήσιμη συζήτηση. Ο διδάσκων μπορεί να διαφοροποιηθεί και να προσθέσει και αυτούς που αναφέρετε. Ασφαλώς και δεν πρόκειται για συνδυασμό προσώπων ούτε για σύγκριση. Πρόκειται για περισσότερο ή λιγότερο αναγνωρίσιμες προσωπικότητες στο χώρο τους ή εκτός του, που θεωρούμε χρήσιμο να πληροφορηθούν οι μαθητές κάτι από την παρουσία τους και την προσφορά τους ή την ιδιαιτερότητα της πορείας τους.

49. Στο σημείο αυτό σας θυμίζω απλώς ότι και σήμερα στη Β΄ Λυκείου διδάσκεται το διδακτικό εγχειρίδιο με τίτλο « Χριστιανισμός και θρησκεύματα», ενώ  εκτενείς αναφορές σε παραθρησκευτικά φαινόμενα, σύγχρονες αιρέσεις κλπ. γίνονται σε  ιδιαίτερο τμήμα του βιβλίου της Α΄ Λυκείου. Η διαφαινόμενη κατά την άποψή  σας διολίσθηση  σε θρησκειολογία αποτελεί προσωπική σας εκτίμηση. Τουλάχιστον δεν φαίνεται κάτι τέτοιο από τη παράθεση της παραγράφου του υπομνήματός μας. Οι θρησκείες διδάσκονται καλύτερα μέσα από τα δικά τους κείμενα.

50. Χαίρομαι που αναφέρεστε στην εντολή του Χριστού «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη …». Γνωρίζετε ότι τελευταία από κάποιους που υπεραμύνονται της Ορθοδοξίας η εντολή αυτή έχει σαφώς τροποποιηθεί, αφού ισχυρίζονται πως ένα μάθημα Θρησκευτικών περί Ορθοδοξίας δεν μπορεί παρά να απευθύνεται μόνο σε Ορθόδοξους μαθητές;  Όσο για τον συγκρητισμό απάντησα ήδη.

 

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

 

Δεν μπορεί παρά να σταθεί  κανείς επαινετικά για την αναφορά σας στο πρόσωπο και την πρόταση του Στ. Ράμφου. Ωστόσο, η πρόταση αυτή διατυπώθηκε πριν από 30 χρόνια. Τα πράγματα μεταβάλλονται ραγδαία. Είστε σίγουρος ότι ο σεβαστός  Στ. Ράμφος προτείνει και σήμερα τα ίδια; Έχετε υπόψιν σας την στροφή που έχει κάνει στο θέμα της ελληνορθόξης παράδοσης και της σημασίας της για την νεοελληνική ταυτότητα εδώ και χρόνια;

Αλλά είναι και κάτι ακόμα. Επικροτείτε τα λεγόμενα του Στ. Ράμφου ότι «το μάθημα των Θρησκευτικών ξεπερνά τη δεοντολογία της μεταδόσεως δογματικών αληθειών…» αλλά διαφωνείτε μαζί μας, όταν λέμε περίπου τα ίδια στο υπόμνημα.

Επίσης για πολλοστή φορά σας καλώ να διαβάσετε το πρόγραμμα. Θα ανακαλύψετε  ότι – χωρίς να το θέλετε φαντάζομαι – παραπληροφορείτε τους αναγνώστες σας  για την ανυπαρξία διαφόρων θεμάτων, ενώ αυτά βρίσκονται σε συγκεκριμένη θέση και προτείνονται για επεξεργασία και διδακτική εφαρμογή. Έτσι και περί «εθνικής ταυτότητας» μιλάμε στη θεματική ενότητα της Β΄ Γυμνασίου με τίτλο «Ορθοδοξία, Διαφωτισμός και Νέος Ελληνισμός» αλλά και για τους Νεομάρτυρες, για την δήθεν απουσία των οποίων μας κατακεραυνώνετε!

 Πόσο μακριά τελικά βρίσκεστε από τη σκέψη μας, αφού χωρίς να έχετε  διαβάσει το πρόγραμμα σπουδών,  γράψατε την κριτική σας των 50 σημείων, βασιζόμενος μόνο σε ένα ολιγοσέλιδο υπόμνημα, σε αυθαίρετες κρίσεις, αόριστες φήμες, σκιές και λεξικά της ελληνικής γλώσσας…

 

* Ο Γιώργος Παπαδόπουλος είναι Θεολόγος-Φιλόλογος, εκπαιδευτικός και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του ΠΣ

 

30-4-2012

** Γιώργος Παπαθανασόπουλος, Πενήντα λόγοι διαφωνίας με το νέο πρόγραμμα των Θρησκευτικών

 

ΠΗΓΗ: 26/4/12, http://thriskeftika.blogspot.com/2012/04/blog-post_26.html

 

Η ιερότητα συμβόλων: πολιτισμική αναγκαιότητα V

Η ιερότητα των συμβόλων ως πολιτισμική αναγκαιότητα της ανοικτής κοινωνίας – Μέρος V

 

Του Χριστόφορου Αρβανίτη*


 

Συνέχεια από το Μέρος IV Κοινωνιολογικά ατή  διαδικασία τς προετοιμασίας καί τς λοκλήρωσης το προσφερομένου γεύματος (τς γιορτς, πως τήν ποκαλον ο ντόπιοι), ποτελε πρακτική αώνων, ποία δυναμοποιε τό πολιτισμικό στοιχεο το θρησκευτικο φαινομένου, μεταμορφώνοντάς το σέ στοιχεο κοινωνικς συνοχς. Παρ’τι προέρχεται πό μιά καθαρά θρησκευτική θυσιαστική διαδικασία λατρείας πρός τούς δώδεκα θεούς κατά τήν ρχαιοελληνική περίοδο, (στή Σάμο λλωστε πρχε να πό τά μεγαλύτερα ερά τς ποχς πρός τιμήν τς θες ρας, τό ραον), στήν στορική του πορεία πέβαλλε τά εδωλολατρικά στοιχεα καί κχριστιανίσθηκε, παραμένοντας μέχρι σήμερα το πιό δυναμικό πολιτισμικό θιμο τν κατοίκων τς Σάμου.


Ατή διαδικασία ποδεικνύει τι θη καί θιμα τά ποα κδηλώνουν συνεχς καί προβάλλουν στοιχεα τς πολιτισμικς διομορφίας καί διαιτερότητας μις περιοχς παραμένουν ζωντανά καί θά συνεχίσουν νά πάρχουν. ντίθετα, στοιχεα τά ποα δέν μπεριέχουν πολιτισμική δυναμική, λλά πλς καί μόνο παναλαμβάνονται μιμητικά στό χρο καί στό χρόνο εναι καταδικασμένα νά περιθωριοποιηθον νά καταργηθον.

Τά δύο παραδείγματα, ατό το τάματος καί ατό  το θίμου τς «γιορτς» τν κατοίκων τς Σάμου ντάσσονται σέ να ερύτερο πλαίσιο κοινωνικς πραγματικότητας, κυρίως ατό τς συλλογικς συνύπαρξης καί ποδοχς το λλου. νθρωποι διαφόρων κοινωνικν τάξεων καί θέσεων συνυπάρχουν γύρω πό τό «καζάνι» τς προετοιμασίας, χωρίς διακρίσεις καί πρωτοκαθεδρίες. Ατή συλλογικότητα κινε να ερύτερο σύνολο δραστηριοτήτων, ο ποες δέν καθορίζονται πό διοτελή γιά παράδειγμα οκονομικά κίνητρα, λλά, λειτουργώντας κτός πλαισίου νταγωνισμο φελιμισμο καθορίζουν σχέσεις ο ποες στω καί γιά λίγο πιτρέπουν τήν πέρβαση τν κοινωνικν καί οκονομικν διαιτεροτήτων το καθενός. Εναι χαρακτηριστικό δέ τό γεγονός τι λάχιστοι προσκυνητές πορεύονται σέ ξωκκλήσια στά ποα δέν πάρχει ατή διαδικασία κοινωνικοποίησης τς τιμς πρός τόν γιο. κόμη δέ πιό χαρακτηριστικό τό γεγονός τι σέ καμία περίπτωση δέν μοιράζεται « γιορτή» ν δέν γιασθε πό τόν ερέα.

Τυπολογικά, πό τή λατρευτική θυσία το ζώου κατά τήν ρχαιοελληνική δωδεκαθεϊστική περίοδο περνμε σέ μιά κοινωνιολογική διαδικασία προετοιμασίας το συλλογικο γεύματος τς κοινότητας πού συμμετέχει νεργά καί χι παθητικά ν θυσία πό αματηρό λατρευτικό γεγονός ντικαθίσταται πό τήν ναίμακτη προσφορά θυσίας στό θυσιαστήριο το σώματος καί το αματος το Χριστο. λα κινονται στή λογική τς κοινοτικς λειτουργίας πρίν καί μετά τή Θ. Λειτουργία καί πιβεβαιώνουν τι συλλογικότητα μπορε νά κφράζεται μέσα πό συμβολικές κινήσεις παρουσίας το ερο πού κάθε λλο παρά θιμοτυπικές φαινομενικές εναι.

τομικότητα ντάσσεται στό συλλογικό, γκαταλείποντας τά ποιαδήποτε διαίτερα κοινωνικά  χαρακτηριστικά  της, φέρνοντας μαζί της μόνο τήν προσωπική παρουσία της ς νθρώπινης ντότητας πού μοιράζεται τήν παρξή της ς πρόσωπο μέ πολλά λλα πρόσωπα. Τό τομο κοινωνικοποιεται γύρω πό τή διαδικασία δράσης νός θρησκευτικο φαινομένου καί μέσα πό ατή τή διαδικασία ξατομικεύει τήν τομικότητά του, μετατρέποντάς την σέ μέρος το συλλογικο. προετοιμασία τς «γιορτς» πό θυσία μέ θρησκευτικό περιεχόμενο γίνεται σύμβολο τς συλλογικότητας το πολιτισμικο δεδομένου τς τοπικς κοινωνίας, που, μως,  τό τομο ποφασίζει λεύθερα γιά τή συμμετοχή του. Ατή πολιτισμική συμβολικότητα τς λης διαδικασίας δέν θέτει σέ σύγκρουση τό συλλογικό μέ τό τομικό, πιτρέπει τό πέρασμα πό τίς κδηλώσεις τς τομικς συνείδησης στίς συλλογικές ναπαραστάσεις μέσα πό μιά συνεχή σειρά μεταβάσεων,[22] καθώς «να πό τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα το κοινωνικο γεγονότος εναι κριβς συμβολική του ψη». [23]

Ατή συμβολική πολιτισμική λειτουργία το κοινωνικο-θρησκευτικο φαινομένου κδηλώνεται ς μέρος τς πολιτισμικς κοινωνικς δραστηριότητας μις τοπικς κοινωνίας, νσωματώνοντας καί μεταφέροντας τήν ννοια τς κοινωνικοποίησης μέσα πό δραστηριότητες καθ’λα κοινωνικές. Τροπικά πλέον θρησκεία δέν εναι μόνο κφραση το ερο, λλά συμβολική κφραση το ερο, μεταβάλλεται σέ μιά συμβολική δραστηριότητα μέ διαίτερη πόσταση πού προσδιορίζεται σχετικά ατόνομα πέναντι στούς κοινωνικούς καθορισμούς. ποτελε να κόσμο σημείων καί σημασιν πού δίνει νόημα στίς νθρώπινες σχέσεις. να σύστημα συμβόλων πού συγκροτε καί ναπαράγει τήν κοινωνική ζωή καί δίνει νόημα στά μέλη της. [24]

Τά τομα παρ’ τι δρον λεύθερα, δρον συλλογικά ποδεχόμενοι τή συμβολικότητα τς λης διαδικασίας, κφράζοντας συναισθήματα, σκέψεις καί πιστεύω τι πράγματι τσι εναι, χωρίς κατ’νάγκη ατό νά ληθεύει. νότητα προσώπων καί συμβολισμν διαμορφώνει νθρώπινες σχέσεις ο ποες συντελονται γύρω πό να θρησκευτικό γεγονός ( τιμή πρός τόν γιο) τό ποο πιβεβαιώνει διαχρονικά τή σχέση τς τοπικς κοινωνίας μέ τό θεο. Κόσμος, Φύση, νθρωπος, Κοινωνία, Θεός παράγουν να κοινωνικό καί πολιτισμικό συμβολισμό, ποος ρχεται νά καταργήσει τήν κυριαρχούσα μονοδιάστατη νταγωνιστική κοινωνική δράση καί νά φήσει λεύθερο τόν νθρωπο νά δηλώσει συμμετοχή στή συλλογικότητα χωρίς νά κμηδενίσει τήν προσωπική του τομικότητα. Οκογένειες, συγγενες, φίλοι, περαστικοί καί γνωστοι ποτελον να συμβολικό κύκλο συλλογικότητας, ποος πιλέγει μιά λονύκτια πολιτισμική δράση καί διαμορφώνει μιά ατόνομη κοινότητα ναμένοντας τήν λοκλήρωση τς τιμς πρός τόν γιο, νοηματοδοτώντας τήν νθρώπινη παρξη. [25]

Ατή παρξιακή νοηματοδότηση εναι λοφάνερη ν γιά παράδειγμα πιχειρούσαμε μιά καταγραφή τς προσφορς το χριστιανισμο στόν Ερωπαϊκό πολιτισμό μέσα πό νόματα καί παρεμβάσεις. Θά πρεπε νά ναφερθομε παραιτήτως στούς λληνες καί Λατίνους Πατέρες, στόν Δάντη καί τή «Θεία Κωμωδία», στόν «Χαμένο Παράδεισο» το Milton, στά «Τέσσερα Κουαρτέτα» το T.S.Eliot, στά «Κατά Ματθαον Πάθη» το Μπαχ,  στό «Μεσσία» το Χαντελ, στόν Τζιότο, στό Ντα Βιντσι, στό Μιχαήλ γγελο, στόν Ραφαήλ, στό Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, στόν Ρεμπράντ, στήν γιά Σοφιά, στό Cluny, στό γιον ρος, στόν Ντράγιερ, στόν Μπέργκμαν, στόν Ταρκόφσκι, στήν προσπάθεια τν πρώτων χρόνων γιά κοινωνική πελευθέρωση, στήν μετρη γάπη το Εαγγελίου, στήν λληλεγγύη, στό νόημα τς θυσίας, στόν γιασμό τς λης, στή δύναμη τς πίστης, στό Θωμά κινάτη, στόν γιο Φραγκίσκο τς σσίζης, στόν Πασκάλ, στόν ωάννη το Σταυρο, στόν ερό Αγουστίνο, στόν γιο Γρηγόριο Παλαμ, στόν συχασμό, στόν Λούθηρο καί τόσους λλους. Τί σημαίνουν λοι ατοί καί λα ατά  γιά τόν Ερωπαϊκό Πολιτισμό; ποτελον τούς φορες νός μηνύματος, το χριστιανικο, διαφορετικο κατά ποχές, πού μπλουτίζει τόν πολιτισμό πίσης κατά ποχές. νάμεσά τους πάρχουν χρονικές διαφορές 1000 καί 1500 χρόνων, κοινωνικές διαφορές, πολιτικές καί οκονομικές διαφορές, διαφορές γιά τό διο τό μήνυμα πού μετουσιώνουν.

Παραμένουν μως καταγεγραμμένα ς δρώμενα πού πιτυγχάνουν νά περάσουν τό μπόλιασμα το χριστιανισμο μέ τόν πολιτισμό. ς στοιχεα πού ποδεικνύουν πώς χριστιανισμός ποτελε να πό τά πιό δυναμικά σύμβολα το ερωπαϊκού πολιτισμο. πί πλέον ποδεικνύει τι στόν ερωπαϊκό χρο, τομα, μάδες καί κοινότητες μπορον νά κφράζουν πολιτισμικά  τή θρησκευτικότητά τους καί νά μετατρέπουν τήν πολυθρησκευτικότητα σέ πολυπολιτισμικότητα, χωρίς νά παραβλέπουν τό γεγονός τι χριστιανισμός πετέλεσε τήν φετηρία τν νθρωπιστικν κινημάτων. Κατά τόν Hartmut von Heting:

« θρησκεία ποτελε να μέρος το πολιτισμο μας, κόμη καί στήν κκοσμικευμένη της μορφή. Δέν κατανοε κανείς ατό τόν πολιτισμό, άν δέν δε τή θρησκευτική ρίζα τν θεσμν, τν μορφν καί τν ξιν του. θική μας, τέχνη μας, πιστήμη μας, ο θεμελιώδεις κοινωνικές δομές ναπτύχθηκαν μέσα πό τή θρησκεία μέσα πό τήν ντιπαράθεση μέ ατήν.  γενική μόρφωση, κόμη καί νός θεου στόν κόσμο μας, δέν μπορε νά εναι «γενική», άν δέν περιλαμβάνει τή θρησκεία».[26]

Σήμερα, πάρχει μιά δεδομένη ντιστροφή, καθώς συνύπαρξη τν πολιτισμν ποτελε ζήτημα πιβίωσης καί γιά τήν δια τήν Ερωπαϊκή νωση. προβληματική κατάσταση τν προηγουμένων χρόνων χει μετατραπε πλέον σέ ξία γιά τόν δυτικό νθρωπο, ποος νακαλύπτει κ νέου τή σημασία τς συνύπαρξης τν πολιτισμν.[27] λευθερία ς δρο το Θεο πρός τόν νθρωπο ποτελε να συνεχή γώνα γιά παλλαγή το νθρώπου πό παρελθοντικά δεολογήματα καί πολυτοποιήσεις. πρόκληση γιά τόν ερωπαϊκό πολιτισμό καί τόν ερωπαο νθρωπο εναι νά κατορθώσει τήν ξοδό του πό τή μοναδικότητα τς πόλυτης λήθειας πού κατά τρόπο δεοληπτικό καί διαστρεβλωτικό διαμόρφωσε σέ προηγούμενες ποχές.

Παραπομπές

 [22]Παπαγεωργίου Ν., ibid., p.288, από τό SCG, p.161 («Sociologie», Grande Encyclopédie, t.30, 1901, (Oeuvres III, pp.139-177).

[23]Παπαγεωργίου Ν., ibid., 290, στό «Πραγματικές καί πρακτικές σχέσεις της ψυχολογίας καί της κοινωνιολογίας» Journal de psychologie normale et pathologique 2, 1924, Κοινωνιολογία καί ανθρωπολογία, ibid., pp.63-103.

[24]Παπαγεωργίου Ν. Ibid., pp. 323-324.

[25]Βλ. Επίσης, Émile Durkheim, Les formes élémentaires de la vie religieuse, PUF, Paris, 1985, pp.331-332.

[26]H. von Hentig, Glaube. Fluchten auw der Aufklärung, Düsseldorf, 1992, p.113, στό Δεληκωνσταντή Κ., «Η ευρωπαϊκή μας ταυτότητα μεταξύ χριστιανικής παράδοσης καί πλουραλισμού» στό περ. ΣΥΝΑΞΗ, τ. 74, p.39.

[27]George M. Condothra, «Ευαγγέλιο καί πολιτισμός» στό Καθ’ οδόν τ.4, pp.55-63

 

* Ο Χριστόφορος ρβανίτης είναι Δρ. Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού καί τς Θρησκείας, εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής στην ΑΕΑΗ Κρήτης.


ΠΗΓΗ: Τρίτη, 5 Απριλίου 2011, http://theo-eco-culture.blogspot.com/2011/04/blog-post.html?spref=fb

Η ιερότητα συμβόλων: πολιτισμική αναγκαιότητα ΙV

Η ιερότητα των συμβόλων ως πολιτισμική αναγκαιότητα της ανοικτής κοινωνίας – Μέρος ΙV

 

Του Χριστόφορου Αρβανίτη*


 

Συνέχεια από το Μέρος ΙΙΙ πολεμική τν κλειστν πολιτισμικν συστημάτων νάντια στήν ερηνική συνύπαρξη τν πολιτισμν ποτελε προσπάθεια πιστροφς στό παρελθόν χι μόνο πολιτισμικά, λλά καί θεσμικά, γεγονός πού ποδηλώνει τι δέν μπορον νά κατανοήσουν τι ο συγκεκριμένες παρελθοντικές πολιτισμικά καί θεσμικά δράσεις, νταποκρίνονταν σέ συγκεκριμένες, πίσης, παρελθοντικές πολιτισμικά κάι θεσμικά νάγκες.

Πολιτισμός ξ λλου σημαίνει δημιουργία καί δημιουργία δέν μπορε νά ταυτίζεται οτε κν μέ τή στασιμότητα πόσο μλλον μέ τήν πιστροφή. γλώσσα, μουσική, ποίηση, τέχνη, πιστήμη ποτελον πολιτισμικοί κόσμοι μέ δεδομένες κοινωνικές ναφορές, μως, πολιτισμικά ατήματα ποτελον καί ο ρχές τς λευθερίας, τς σότητας, τς λληλεγγύης καί τς συνύπαρξης. Ο θεσμοί πού κπροσωπονται στήν κοινωνία δημοκρατικά ντιλαμβάνονται πόσο καταλυτικό γιά τόν νθρωπο εναι τό γεγονός τς συνύπαρξης μέ τό διαφορετικό χωρίς κανόνες καί ρους συλλειτουργίας.

Σήμερα ο κλειστές κοινωνίες το φόβου, τς θνικιστικς καί φυλετικς σφάλειας χουν καταρρεύσει, πως κατέρρευσαν  μετά πό κτώ μνες τρομοκρατίας Κριτίας καί ο Τριάκοντα Τύραννοι. θικός καί πολιτισμικός μηδενισμός το Παλαιο λιγαρχικο  ποδείχθηκε μέσα πό τήν τυραννία τν Τριάκοντα, καθώς καταπολέμηση τς λευθερίας τς σκέψης καί τς λήθειας βασίστηκε κυρίως στή δυσπιστία ναντι το νθρώπινου πολιτισμο. πιστροφή σέ τέτοιες πιλογές σέ πιλογές ερς ξέτασης καί Μυστικς στυνομίας ποτελον πιλογές γιά πιστροφή σέ μιά κοινωνία θηρίων γιά τήν λλαγή τς ποίας ερωπαϊκός πολιτισμός χυσε πολύ αμα.[17] Σέ ατό τό σημεο θά πρέπει νά γίνει κατανοητό τι θρησκεία ς νθρώπινη νάγκη κινεται μέσα στήν νθρώπινη δυστυχία γιά νά παρηγορήσει καί νά προσφέρει παραμυθία. Κινεται μέσα στήν νθρώπινη ετυχία γιά νά προκαλέσει εθυμία καί ψυχαγωγία. Κινεται δυναμικά μέσα πό διαθέσεις, συναισθήματα, πάθη καί ασθήματα, παρέχοντας σέ σους τήν ποδέχονται γγυήσεις γιά τήν κατανόηση το κόσμου, δημιουργώντας ταυτόχρονα πολιτισμικές προϋποθέσεις.

Tό ζητούμενο λοιπόν γιά τό θρησκευτικό φαινόμενο στή σχέση του μέ τόν πολιτισμό ς παράγωγο τς νθρώπινης διοσυγκρασίας εναι κατά πόσο ατό καθ’αυτό ς παρκτό γεγονός μετασχηματίζει μπειρίες, τομικές συλλογικές καί γνώσεις σέ πολιτισμικά δεδομένα  μέσα πό διαδικασίες καί ναφορές πού χάνονται στά βάθη τς πρώτης παρουσίας το νθρώπου. κκλησία: «παράγει μεταμορφωμένο πολιτισμό, φο ναπότρεπτα τούτη πορεία χει μεση σχέση πρός τά ργα καί τή συμπεριφορά το νθρώπου, κόμη καί ταν τά μέλη της μέ ντονη σχατολογική ναμονή βλέπουν νά ζυγώνει κοντά τους τό νακαινιστικό τέλος το κόσμου» [18]

πιδράσεις καί προσλήψεις στήν ποίηση καί στήν πεζογραφία, πιδράσεις κάι προσλήψεις στή μουσική, στή ζωγραφική, στήν ρχιτεκτονική, στήν κοσμηματοποιεία πό νθρώπους πού κατόρθωσαν νά μπολιάσουν δημιουργικά τούς πολιτισμούς, πως  Διονύσιος Σολωμός, λέξανδρος Παπαδιαμάντης, Φώτης Κόντογλου, Νίκος Καζαντζάκης, Γιργος Σεφέρης, δυσσέας λύτης, Τάσος Λειβαδίτης, Γιάννης Τσαρούχης, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Γαβριήλ Πεντζίκης, Μάνος Χατζηδάκης, Μίκης Θεοδωράκης, Κάρολος Κούν, πόστολος Καρδάρας, Σταρος Κουγιουμτζς, ο μαντιναδροι καί τά ριζίτικα τς Κρήτης, ο Σμυρνιοί μικρασιάτες ρεμπέτες, καί πολύ λλοι σύγχρονοι, πώνυμοι-νώνυμοι, ο ποοι σχολήθηκαν μέ ατό τό χαρισματικό στοιχεο τς ρθόδοξης πνευματικότητας, μετουσιώνοντάς το σέ πολιτισμικό δρώμενο μακρυά πό θεσμικές νόρμες καί μέ μοναδικό στοιχεο τό μεγαλεο τς προσωπικς τους βιωτς.

πίστη στήν κατ’εκόνα καί καθ’μοίωσιν δημιουργία το νθρώπου, ποδοχή τς ποκάλυψης το διου το Θεο στόν νθρωπο, νσάρκωση, σταύρωση, νάσταση, τελική κρίση. λες ατές ο βέβαιες βεβαιότητες τς πίστης στόν χριστιανισμό συλλαμβάνουν ποικίλες πολιτισμικές καί κοινωνικές προβολές, καθώς καθορίζουν ναν διαίτερο τρόπο κατανόησης τς ζως πού μπορε ταυτόχρονα νά εναι καί στορική καί πιστημονική καί ασθητική μπορε νά μήν εναι τίποτε π’λα ατά καί νά εναι σκητική, ναχωρητική, μή κοσμική. Πάντως καί στή μιά καί στήν λλη περίπτωση ο πολιτισμικές πιδράσεις δέν μπορον νά εναι μόνο στόν τελετουργικό χρο στό χρο τς λατρείας, καθώς ντανακλον ντιλήψεις πού ναφέρονται στόν λο νθρωπο.

« ναμονή το Θεο εναι ν μέρει μιά ναζήτηση γιά μιά γλώσσα καί να φος πού θά μς βοηθοσε, σως, νά σταθομε γιά λλη μιά φορά νώπιόν του, γοητευμένοι πό τήν παρουσία του. Τόν καιρό τς προσμονς, χουμε να τόπο νά περιμένουμε΄ χι μπροστά σ’να βωμό, λλά μέσα στόν κόσμο, στή πόλη, δίπλα στόν πορο γείτονα καί τόν χθρό».[19] Στίς σύγχρονες κοινωνίες  παρά τό τι πορεία της κκοσμίκευσης ς διαδικασία πελευθέρωσης πό τήν πόλυτη ερή αθεντία συνεχίζει νά φίσταται, ν τούτοις θεσμοί, θη, θιμα, συστήματα καί ξίες πολλές φορές ποδεικνύεται τι μπεριέχουν συμβολικότητες ο ποες κρυπτογραφον ρκετές δραστηριότητες το νθρώπινου πολιτισμο.[20] Γιά παράδειγμα ννοια το τάματος νός πιστο πρός κάποιο γιο. κολουθώντας ναλυτικά τά βήματα παρουσίασης το φαινομένου στό πλαίσιο τς συμβολικότητας, παρατηρομε τι:

α. ννοια το τάματος πό τόν πιστό πρός τόν γιο μπεριέχει τήν ποδοχή πό μέρους το πιστο  τι γιος μπορε μέσα πό κάποιες προσδιόριστες συχνά δυνάμεις πού χει νά προσφέρει πρός τόν πιστό λύσεις σέ παρκτά-λικά  προβλήματα πού ντιμετωπίζει, ποδίδοντας στό γιο περφυσικές δυνατότητες

β. ατές ο δυνάμεις ταυτίζονται μέ τήν γιότητα καί τήν ερότητα το προσώπου πού προσκαλεται νά πιλύσει τά προβλήματα μέ τρόπο θαυμαστό

γ. μπεριέχει να εδος ερς πικοινωνίας, καθώς νθρωπος πού παρακαλε πικοινωνε μέ τόν γιο ς να πρόσωπο οκεο καί γαπητό

δ. μπεριέχει τήν ννοια τς νταλλαγς, καθώς τό τάμα ταυτίζεται μέ τό τάξιμο. πιστός «ταξε» στόν γιο τι άν πάρξει νταπόκριση πό ατόν τότε ατός θά το προσφέρει κάτι ς νταπόδοση. Κάτι σάν να εδος συναλλαγς καί νταπόδοσης πό προϋποθέσεις στό πλαίσιο: «κάνε μου ατό καί γώ θά σο κάνω κενο»

ε. κοινωνικός περίγυρος μυεται καί ατός στό τάμα, καθώς συμμετέχει καί ατός στή διαδικασία τς κοινωνικοποίησης τς σχέσης πιστογίου, λπίζοντας τι καί διος σέ νάλογη περίπτωση θά τύχει ενοϊκς ντιμετώπισης πό μέρος το γίου

στ. πολλές φορές κοινωνικοποίηση το τάματος ποτελε παραίτητο ρο λοποίησης του καί μή τήρηση τς διαδικασίας μπορε νά δηγήσει σέ ναίρεση το διου το φαινομένου

ζ. ρκετές φορές τό τάμα ποτελε προσφορά πρός τόν γιο χωρίς νά πάρχει προηγούμενη συμφωνία πόσχεση, λλά γιατί πιστός θεωρε τι πρξε παρέμβαση κάποιου γίου σέ κάποιο σημαντικό γεγονός τς ζως του. Χαρακτηριστικές ο περιπτώσεις νέργεσης νασκων (προσκυνητάρια) στίς κρες τν δρόμων σέ πικίνδυνα σημεα τν δρόμων στά ποα χουν συμβε τυχήματα

η. πολλές φορές πρακτική το τάματος ξεπερν τά ρια τς λαϊκς εσέβειας καί μετατρέπεται σέ δεισιδαιμονία

θ. ετε ς λαϊκή εσέβεια ετε ς δεισιδαιμονία ναγκαιότητα πού κφράζεται μέσα πό τήν πιλογή το τάματος εναι καθόλα συμβολική καί συμβολίζει μέ ποικίλους τρόπους τι θρησκεία ποτελε προϊόν το νθρωπίνου πολιτισμο πού νδιαφέρεται νά κδηλώνει ετε συλλογικά ετε ξατομικευμένα τή σχέση του μέ τό θεο

Χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτισμικότητας το τάματος ποτελε διαδικασία ορτασμο τν κκλησιδίων (ξωκκλήσια) στή Σάμο, που προετοιμασία τς ορτς το τιμομένου γίου περιλαμβάνει πό τήν παραμονή σφαγή ζώου(αγα), λονύκτια προετοιμασία το φαγητο μέ συζητήσεις, χορούς καί στεα μεταξύ τν παρευρισκομένων, τέλεση Θ. Λειτουργίας πρός τιμή το ορτάζοντος γίου, προσφορά ρτοκλασίας καί τό βράσιμο το σιταριο. Μετά τό πέρας τς Θ. Λειτουργίας, τό διαίτερο ατό φαγητό γιάζεται πό τόν ερέα καί μοιράζεται στούς προσκυνητές καί στούς περαστικούς. φιξη τν προσκυνητν γίνεται κυρίως μέ τά πόδια, κολουθώντας γνωστά μονοπάτια τς περιοχς καί κατά παρέες. [21]

Παραπομπές

[17] ρβανίτη Χριστοφ., « θική τς λευθερίας στήν ποχή τς νεωτερικότητας» στό περ. Γρηγόριος Παλαμάς, τ.799.

[18] Ματσούκα Νικολάου., «Πολιτισμός καί κκλησιαστική ταυτότητα», στό περ. ΣΥΝΑΞΗ τ.88, p.8.

[19] Altizer T and Hamilton W, Radical Theology and the Deth of God, Penguin, Baltimore, 1968, p.157

[20]Παπαγεωργίου Ν. Μεταμορφώσεις το ερο, Κοινωνιολογία καί θρησκεία στό ργο το Marcel Mauss, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη,  pp.256-258.

[21]Βαρβούνη Μ., Λαϊκή λατρεία καί θρησκευτική συμπεριφορά τν κατοίκων τς Σάμου, Πνευματικό δρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου», Βιβλιοθήκη πιστημονικών Εκδόσεων, Αθήνα, 1992, pp.99-113, Ιδιαίτερα 109-113. 

* Ο Χριστόφορος ρβανίτης είναι Δρ. Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού καί τς Θρησκείας, εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής στην ΑΕΑΗ Κρήτης.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 5 Απριλίου 2011, http://theo-eco-culture.blogspot.com/2011/04/blog-post.html?spref=fb

 

 

Συνέχεια στο Μέρος V

Η ιερότητα συμβόλων: πολιτισμική αναγκ/τα III

Η ιερότητα των συμβόλων ως πολιτισμική αναγκαιότητα της ανοικτής κοινωνίας – Μέρος ΙΙI

Του Χριστόφορου Αρβανίτη*


 

Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ

Τό 1912 πληθυσμιακή της κατανομή ταν 62000 περίπου βραοι, 42000 περίπου Τορκοι, 35000 λληνες, 6000 Σλάβοι καί λιγότεροι σέ ριθμούς, ρμένιοι, ρβανίτες, Βλάχοι, Τσιγγάνοι. κατανομή λλάζει ραγδαία καί αφνίδια, μετά πό δέκα χρόνια, τό 1922 μέ τίς ναγκαστικές νταλλαγές πληθυσμν. Ο βραοι παραμένουν στόν διο ριθμό, ο λληνες κτινάσσονται στίς 120.000 λόγω τν 80 μέ 85 χιλιάδων λλήνων προσφύγων πού καταφθάνουν στήν πόλη καί στά περίχωρα, ο Τορκοι ξαφανίζονται καί ο Σλάβοι χουν δη ποχωρήσει μέ τίς νταλλαγές το 1919 νάμεσα σέ λλάδα καί Βουλγαρία.

Τό τέλος τς συνύπαρξης τν πολιτισμν θά πισφραγισθε μέ τήν θηριωδία τν Ναζί κατακτητν, ο ποοι σέρνουν στά κρεματόρια γύρω στούς 40.000 βραίους. πό ατούς μόνο 2.000 πέζησαν καί κατόρθωσαν νά γυρίσουν στή Θεσσαλονίκη, μως, λλοτε σχυρή οκονομικά, λόγω μπορίου, βραϊκή κοινότητα θά χει γιά πάντα χάσει τή δυναμική της παρουσία στήν Πόλη τν πολιτισμν, καθώς ο Ναζί μέ τή συνεργασία καί κάποιων δοσίλογων λλήνων κατέστρεψαν κόμη καί τό βραϊκό νεκροταφεο πάνω στό ποο ργότερα κτίσθηκε τό σημερινό Πανεπιστήμιο.[10] Τό 1942 Θεσσαλονίκη παψε νά εναι μιά πολυπολιτισμική πόλη καί γινε, πως πολλοί σχεδίαζαν καί πιθυμοσαν, μιά μιγς εθνικά ελληνική πόλη.[11]κ τν παραδείγματων καταλείγουμε στό τι άν ρευνα γιά τή σχέση κοινωνίας καί πολιτισμο κφρασθε μέσα πό μιά ντικειμενική δυναμική προσέγγιση, τότε θά πρέπει σέ κάθε περίπτωση νά καταδεικνύεται τό γεγονός τι ο κοινωνικές δομές δηγον στή δημιουργία νός πολιτισμικο σχήματος πού καλεται: α. νά ντιμετωπίσει μεσα ατήματα, πως γιά παράδειγμα ατό τν διακρίσεων γιά θρησκευτικούς λόγους ς λάχιστη προσαρμογή στίς ταχύτατα μεταβαλλόμενες νάγκες το σύγχρονου νθρώπου β. τήν παλλαγή τς πολιτισμικς σότητας πό δεοληπτικές ντιλήψεις γ. τή μη ποδοχή το διαχωρισμο σέ πολιτισμένους καί πολίτιστους, καθώς εδικά ατό τό τελευταο δηγε σέ τεχνικές πολιτισμικές συσπειρώσεις μέ ποτιθέμενες πολιτισμικές συγκρούσεις, λλά καί σέ συγκαλύψεις τν πραγματικν ντιθέσεων καί προβλημάτων. πιλογή τς μμονς σέ να κλειστό σύστημα μειώνει τήν ποδοχή το μηνύματος μόνο σέ ατούς πού παραμένουν γκλωβισμένοι στό σύστημα, λλά καί δημιουργε ρνητικές διαθέσεις σ’ατούς πού νήκουν στόν ερύτερο νοικτό πολιτισμικό χρο, νώ ντιθέτως στό πλαίσιο μις νοικτς πολιτισμικς διεργασίας κουστικότητα το μηνύματος θά ταν πολιτισμικά πολύ μεγάλη καί ο πιδράσεις θά εχαν μιά θετική κατεύθυνση γιά τόν νθρωπο καί τήν λευθερία του.[12] μόνη πάντηση εναι πολιτισμική συνύπαρξη τν νθρώπων καί συνέχιση τν διαλόγων σέ διαθρησκευτικό καί διαομολογιακό πίπεδο μέ σταθερή πιδίωξη τήν κατανόηση τς διαιτερότητας καί τς διαφορετικότητας το λλου.[13] Γιά τό χριστιανό κάθε νθρωπος ποτελε πρόσωπο σεβαστό, καθώς φέρει μέσα του τή θεία εκόνα καί κκλησία φ’σον λειτουργε χαρισματικά ς κοινωνία γάπης φείλει νά δέχεται τούς πάντες νεξαρτήτως καταγωγς, φύλου, μορφώσεως καί νεξαρτήτως το τί λλος πιστεύει ν πιστεύει.

3. νοικτή κοινωνία καί θρησκευτικότητα

πολιτισμός θά πρέπει νά ποβλέπει κτός τν λλων στήν νθρωπιά, στή λογικότητα, στήν σότητα καί στήν λευθερία, καθώς λα ατά ποτελον τά βασικά θεμέλια μις κοινωνίας πού ποβλέπει καί γωνίζεται γιά τή συνύπαρξη τν πολιτισμν. Τό πέρασμα πό τίς κλειστές, κυρίως θρησκευτικο γροτικο τύπου κοινωνίες, στήν νοικτή στική κοινωνία τς συνύπαρξης τν διαιτεροτήτων δίνει στόν νθρωπο τή δυνατότητα μις πιό κριτικς νάγνωσης τς κοινωνίας καί τν προβλημάτων της. Κατά τόν Popper τό shock ατς τς μετάβασης πό τό κλειστό σύστημα, τό αστηρά ριοθετημένο, σέ να νοικτό καί μή προβλέψιμο δήγησε στή δημιουργία ντιδραστικν μάδων ο ποες οσιαστικά προσπαθον νά νατρέψουν ατή τή δυνατότητα τς συνύπαρξης μέσα πό τήν παναφορά θνικιστικν παροχημένων ντιλήψεων.[14] Σέ μιά πολιτισμική, μως, κοινωνία βιοοργανική θεώρηση τς κοινότητας νατρέπεται καί τή θέση της καταλαμβάνει ναγκαία συνύπαρξη τερόκλητων πολιτισμικν μάδων ο ποες μέχρι πρότινος, λλά καί στή μετέπειτα πορεία τους δέν μφάνισαν, λλά καί δέν μφανίζουν ρους κανόνες γιά τήν συνύπαρξή τους. Θεωρ τι ατό τό σημεο εναι τό σοβαρότερο καί σπουδαιότερο καθώς διαψεύδει τήν ντίληψη τς ργανωμένης σύγκρουσης, πόσο μλλον τς συνειδητς. πολιτισμική κυριαρχία δέν ποτελε δράση μεθοδευμένη προκατασκευασμένη γι’ατό καί στήν στορία το νθρώπου, πολλές φορές ο κατακτητές «ποκύπτουν» πολιτισμικά στήν πίεση το κατακτημένου.

περίπτωση τς Ρωμαϊκς ατοκρατορίας σέ σχέση μέ τούς λαούς πού κατακτήθηκαν λόγω τς στρατιωτικς της περοχς, καί κυρίως μέ τούς ρχαίους λληνες, ποτελε χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτισμικς ντιστροφς, λλά καί συνύπαρξης. ρχαία θήνα, γίνεται ατό τό ποο γίνεται, ταν νατρέπει τό κλειστό, λιγαρχικό καί μονοπολιτισμικό της σύστημα σέ νοικτό, δημοκρατικό καί πολυπολιτισμικό, μέσα πό να δίκτυο λιμανιν καί σχυρο μπορικο στόλου. μάδα τν λιγαρχικν καθ’λη τή χρονική περίοδο τς δημιουργίας τς μεγάλης θήνας, ασθανόμενη τήν πίεση τν ξελίξεων πού τούς θετε στό περιθώριο ς κλειστή κοινωνική μάδα, ντιδροσε, φτάνοντας μέχρι καί το σημείου τς προδοσίας, προκειμένου νά σταματήσουν τό κτίσιμο τν Μακρν Τειχν. ντιθέτως, ο δημοκρατικοί θηναοι τό 405, ξεπερνώντας σως καί τούς διους τούς αυτούς τους προτείνουν τή συνένωση τς θήνας μέ τή Σάμο σέ να κράτος, στό ποο, μως, ο Σάμιοι θά διατηρον γιά τά σωτερικά τους ζητήματα  τούς δικούς τους νόμους καί θά νεργον κατά βούληση, να εδος μοσπονδίας. Στά κλειστά πολιτισμικά συστήματα κυρίαρχα στοιχεα ποτελον πόψεις περί κινδύνου πό ξένες πιδράσεις, μή νθρωπιστικές δεολογίες καί μή δημοκρατικές ντιλήψεις. ξίζει νά μεταφερθε δ να χαρακτηριστικό κείμενο το Δημόκριτου, καθώς λες ατές ο κλειστές μάδες στηρίζουν τίς πόψεις τους στήν παράδοση καί στούς προγόνους διαστρεβλώνοντας χονδροειδς τήν θική τους: «χι πό φόβο παρά πό τή συναίσθηση το τί εναι ρθό θά ‘πρεπε νά ποφεύγουμε νά διαπράττουμε τό κακό… ρετή βασίζεται, πάνω π’λα στό σεβασμό πρός τόν λλο νθρωπο… Κάθε νθρωπος εναι νας μικρός κόσμος καθαυτόν… Θά πρεπε νά κάνουμε τό πν γιά νά βοηθομε ατούς πού χουν δικηθε… Τό νά εσαι καλός σημαίνει νά μήν πράττεις τό κακό καί κόμη, νά μήν θέλεις νά τό πράξεις… Ο καλές πράξεις, καί χι τά λόγια, εναι ατό πού μετρ. φτώχεια μις δημοκρατίας εναι καλύτερη πό τήν εημερία πού, καθώς σχυρίζονται, συνυπάρχει μέ τήν ριστοκρατία τήν μοναρχία, πως κριβς λευθερία εναι καλλίτερη πό τή δουλεία… σοφός νθρωπος νήκει σέ λες τίς χρες, γιατί πατρίδα μις μεγάλης ψυχς εναι κόσμος λόκληρος».[15] πως πίσης ξίζει γιά μιά κόμη φορά ναφορά στόν  πιτάφιο το Περικλ: « πόλη μας εναι διάπλατα νοικτή γιά λο τόν κόσμο΄ ποτέ δέν πελαύνουμε να ξένο… Εμαστε λεύθεροι νά ζομε, πως κριβς πιθυμομε… Καί διδασκόμαστε κόμη νά τηρομε κείνους τούς γραφους νόμους πού ντλον τό κύρος τους μόνο πό τήν καθολική συναίσθηση το δικαίου…» [16]

Παραπομπές

[10]Εναι λυπηρό τό γεγονός τι πουθενά σέ λόκληρο τό πανεπιστήμιο, στό χρο πού σήμερα ποτελε τό χρο παραγωγς τς πιστημονικς γνώσης, δέν πάρχει οτε μία τιμητική ναφορά στούς βραίους νεκρούς τν ποίων ο Ναζί βεβήλωσαν καί τίμασαν τά στά τους. [11] ν δε κάποιος τίς μελέτες πού ναφέρονται σέ κείνη τήν ποχή κόμη καί πό πανεπιστημιακούς καθηγητές θά διαπιστώσει πλήρως τίς διάφορες σκοπιμότητες πού μπεριέχουν. καθηγητής Χασιώτης ναφέρει τι στή Θεσαλονίκη πρχαν τότε τρες μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες: βραϊκή, μουσουλμανική καί λληνική. ποσιωπται τό γεγονός τι μουσουλμανική ταν τουρκική κοινότητα καί χριστιανική κοινότητα σκοπιμως νομάζεται λληνική, τς δίνεται δηλ θνική ντότητα, καθώς χριστιανοί δέν ταν μόνο ο λληνες, λλά καί ο Βούλγαροι καί ο Σέρβοι καί ο ρμένιοι καί ο Βλάχοι. Τό λιγότερο τό ποο μπορε νά πε κανείς διαβάζοντας ντικειμενικά τήν ποτιθέμενη «θρησκευτική περιγραφή» το καθηγητο εναι τι πρόκειται γιά μιά περιγραφή δεολογικς σκοπιμότητας πού λλοιώνει τό πιστημονικό καί κοινωνικό περιεχόμενο τν ννοιν  θρησκευτικό καί θνικό ταυτίζοντας τό δεύτερο μέ τό πρτο. [12] Βλ. Πέτρου ωάννη, Πολυπολιτισμικότητα καί θρησκευτική λευθερία, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 2003, pp.57-67. [13] Πέτρου ωάννη, ibid., pp.90-105. Στό σημεο ατό θά θελα νά καταθέσω να προβληματισμό σον φορ  στήν παρξη καί στή συνέχεια ατν τν διαλόγων, κυρίως τν διαομολογιακν. πωσδήποτε διάλογος μβλύνει τίς ντιθέσεις καί βοηθ στήν ρση πολλν τεχνητν παρεξηγήσεων μεταξύ τν χριστιανικν μολογιν. Τά κείμενα τά ποα προκύπτουν χουν πωσδήποτε μεγάλο νδιαφέρον καί καταγράφουν τίς τάσεις πού πάρχουν νά ποχές στούς κόλπους τν κάστοτε κκλησιν. Τό πρόβλημα, μως, πού πάρχει εναι καί κατά πόσο ατοί ο διάλογοι ντάσσονται σέ μιά κατεύθυνση νότητας τν διηρημένων. Δεχόμενοι τι ο διάλογοι, πίσης, γίνονται σέ θεσμικό πίπεδο, τίθεται προβληματισμός γιά τό κατά πόσο ατοί χουν πράγματι τή δυνατότητα  νά κφράσουν τό σύνολο τν κκλησιαστικν κοινοτήτων καί χι μόνο τήν θεσμική γετική μάδα. πό τήν λλη ν ντως, πως επώθηκε ο κκλησίες καί ο θρησκεες παραμένουν συστήματα ρμητικά κλειστά καί πολλά πό τά στοιχεα τους εναι δεολογικοποιημένα, ναρωτιέμαι κατά πόσο ο διάλογοι κφράζουν καί πάλι τίς πιθυμίες το συνόλου τν πιστν, καθώς ατό τό σύνολο παραμένει κτός κέντρου διαμόρφωσης πόψεων καί ποφάσεων. πό τήν λλη βλέπουμε κινήσεις συνεργασίας σέ κοινωνικό καί πολιτισμικό πίπεδο μεταξύ τν πιστν διαφορετικν μολογιν ο ποοι μοιράζονται κοινούς προβληματισμούς, κοινές νησυχίες, κοινές λύσεις, λλά δυνατον νά χουν καί κοινό ποτήριο κοινωνίας. Τό ρώτημα πού τίθεται εναι κατά πόσο ο δογματικές διαφορές πρέπει νά ποτελον σημεα διαίρεσης τν νθρώπων, κατά πόσο θά πρέπει νά λειτουργον νασταλτικά στίς διαθέσεις καί τίς πιθυμίες τν νθρώπων γιά νότητα καί γάπη. Κατά πόσο τελικά εναι ατός ρόλος τν δογμάτων θά πρέπει νά ναζητήσουμε μιά λλη ρμηνεία πολύ πιό νθρώπινη, πολύ  πιό κοινωνική καί πολύ πιό πολιτισμική. Ατές ο πρακτικές ρνησης το κοινο ποτηρίου κφράζουν τήν παρουσία το Θεο στόν κόσμο καταδεικνύουν γιά λλη μιά φορά τήν δυναμία τν νθρώπων νά κάνουν πράξη τό θέλημα το Θεο γιά γάπη καί λληλεγγύη; [14] Karl Popper, νοικτή κοινωνία καί ο χθροί της, μτφρ. Παπαδάκη Ερήνη, Παπαδήμας, Άθήνα, 2003, p.36. [15] Diels, Vorsokratiker, 41,179,34,261,62,55,251,247,118, στό Karl Popper, ibid., pp.498-499. [16] Θουκιδίδου, Περικλέους πιτάφιος http://users.uoa.gr/~nektar/ history/1antiquity/pericles_epitafios_logos.htm.

* Ο Χριστόφορος ρβανίτης είναι Δρ. Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού καί τς Θρησκείας, εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής στην ΑΕΑΗ Κρήτης

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 5 Απριλίου 2011, http://theo-eco-culture.blogspot.com/2011/04/blog-post.html?spref=fb

Συνέχεια στο Μέρος IV

Η ιερότητα συμβόλων: πολιτισμική αναγκαιότητα ΙΙ

Η ιερότητα των συμβόλων ως πολιτισμική αναγκαιότητα της ανοικτής κοινωνίας – Μέρος ΙΙ

 

Του Χριστόφορου Αρβανίτη*

 

Συνέχεια από το Μέρος Ι 

2. Πολιτισμική αναγκαιότητα.

άν λοιπόν πάρξει συμφωνία στό γεγονός τι νάλυση σημαίνει ποσαφήνιση τν δομν σήμανσης, τν καθιερωμένων κωδίκων καί καθορισμό τς κοινωνικς τους θεμελίωσης καί σημασίας, τότε ποχρεωτικά σέ κάθε στάδιο ρευνας γιά τόν νθρώπινο πολιτισμό θά πρέπει νά ναζητομε τά σημεα κενα πού ποτελον τό νέο καί τό πρωτόγνωρο γιά τόν νθρωπο, ξιολογώντας τή σημασία τους γιά τόν πό διαμόρφωση πολιτισμό. Ατά τά νέα πολιτισμικά στοιχεα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στήν πολιτισμική λειτουργία το νθρώπου ετε λειτουργον παράλληλα ετε συγκρουσιακά ετε συνθετικά.

Τό πάρχον πολιτισμικό περιβάλλον ετε τά ναδεικνύει ς σημαντικά καί γι’ατό τά νσωματώνει στίς πάρχουσες διαδικασίες ετε τά θεωρε ς ποδεέστερα καί νευ σημασίας καί γι’ατό τά περιθωριοποιε τά πορρίπτει. Μιά τέτοια διαδικασία, μως, δημιουργε προβλήματα πολιτισμικν ποκλεισμν γιά μάδες καί σύνολα νθρώπων πού κ πρώτης ψεως φαίνονται νά μήν εναι «συμβατές» μέ τούς κανόνες καί τούς ρους πού ποδέχεται νας πολιτισμός. Μέ βάση ατή τή διαδικασία, πολιτισμός: «μις κοινωνίας συνίσταται σέ λα σα πρέπει νά γνωρίζει νά πιστεύει κανείς προκειμένου νά λειτουργήσει μέ ναν τρόπο ποδεκτό πό τά μέλη της». [7]

Κατ’ατόν τόν ρισμό νυπάρχει μιά καταγραφή συστημικν κανόνων ποία δηγε σέ να εδος πολιτισμο  ντονα τυποποιημένου καί μέ βασική συνέπεια τόν ποκλεισμό ποιουδήποτε στοιχείου δέν συμφωνε μέ τά δεδομένα ατά. Γίνεται μφανές τι σέ αστηρά τυποποιημένα πολιτισμικά καί κοινωνικά συστήματα προσπάθεια νάμειξης τν στοιχείων δέν ποδίδει, κυρίως, γιατί αστηρότητα το συστήματος δέν πιτρέπει τή συλλειτουργία τους. Ατό, μως, ποτελε τό να στοιχεο πού μπορε κάποιος νά συμπεράνει καί κυρίως γίνεται πίκλησή του πό νθρώπους πού ντιλαμβάνονται μονοδιάστατα τήν νθρώπινη πολιτισμική δραστηριότητα καί πιδιώκουν τήν πολιτισμική τους καθαρότητα, πορρίπτοντας κάθε ξένο στοιχεο πολιτισμικς διαιτερότητας ς μολυσματικό. Τό λλο στοιχεο πού καλεται κάποιος νά συμπεράνει, άν ποφασίσει νά μβαθύνει στό πρόβλημα, εναι, πορρίπτοντας πιλογές ποκλεισμο, λογική τς συνύπαρξης. Μέ βάση ατή τήν λογική φείλει κάποιος: α. νά ντιλαμβάνεται τά διαίτερα χαρακτηριστικά το λλου β. νά ντιλαμβάνεται τόν διαίτερο ρόλο το λλου γ. νά ντιλαμβάνεται τι πευθύνεται σέ να διαίτερο νθρώπινο σύνολο τό ποο προσπαθε σο τό δυνατόν γίνεται νά κφράσει πολιτισμικά καί τό ντίθετο δ. νά ντιλαμβάνεται τι καί λλος ποτελε μέρος νός μεγάλου συνόλου πολιτιστικς δραστηριότητας το νθρώπου ε. νά ντιλαμβάνεται τι παρξη το καθενός, διαιτέρως, καί συνύπαρξή τους μέ τόν καθένα στό χρο του δέν δηγε σέ κανένα κοινωνικό καί κατ’πέκταση πολιτισμικό ποκλεισμό. Τό στοιχεο  τς συνύπαρξης σέ να χρο καί τόπο διαφορετικν πολιτισμικν μοντέλων πορρίπτει κατ’ρχάς μεσα τήν πιλογή το ποκλεισμο, θεωρώντας τι κάτι τέτοιο δηγε σέ κοινωνικούς καί πολιτισμικούς ποκλεισμούς.

ννοια τς συνύπαρξης, ρχή τς συνύπαρξης τν πολιτισμν σέ να παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον λλις ρχή τς πολυπολιτισμικότητας δέν ναιρε τήν παρξη κανενός πολιτισμο, πορρίπτει λογικές σύγκρουσεις τν πολιτισμν μέ «δαρβίνειες» και «χαντικτονιακές» ξελικτικές προσεγγίσεις πικράτησης το σχυροτέρου πολιτισμο, σέβεται τίς παραδόσεις καί τίς πολιτισμικές καταβολές τν λαν, πιζητε τήν λληλοκατανόηση τν πολιτισμικν διαιτεροτήτων  το καθενός καί βοηθ στή λειτουργία τς δημοκρατίας σέ τοπικό καί παγκόσμιο πίπεδο. Τό «συν-υπάρχειν» δηγε στό «συν-διαλέγεσθαι», τό «συνδιαλέγεσθαι» δηγε στό «λληλοκατανοεν», τό «λληλοκατανοεν» δηγε στόν λληλοσεβασμό καί λληλοσεβασμός μς πιτρέπει νά βαθαίνουμε τή δημοκρατία πό τό πολιτικό της πιφαινόμενο στό κοινωνικό καί κόμη περισσότερο στό πολιτισμικό της ρεαλισμό.

Προηγουμένως εχε ναφερθε τι νάλυση σημαίνει ποσαφήνιση τν πολιτισμικν δεδομένων, τν συντελεστν πού διαμορφώνουν καί μεταμορφώνουν ν συνεχεία κάποια λλα στοιχεα σέ πολιτισμό μέ κοινωνική θεμελίωση καί σημασία. Μιά τέτοια πολιτισμική νάλυση τν στοιχείων πού ποτελον τούς συντελεστές διαμόρφωσης νός πολιτισμο μς πιτρέπει τό πέρασμα πό τή θεωρητική προσέγγιση στή ρεαλιστική θεώρηση τν πολιτισμικν δεδομένων. τσι ποφεύγονται μονομέρεια καί γενίκευση καί πομακρύνεται κίνδυνος τς πολιτισμικς καθαρότητας καί το πολιτισμικο ποκλεισμο. Πάντως κατά γενική μολογία (χωρίς ατό νά ποτελε κοινοτυπία) « πολιτισμική νάλυση εναι γγενς τελεύτητη»,[8] εδικώτερα, ταν σ’ατή τήν νάλυση μπλακε κοινωνιολογία. κατανόηση τν πολιτισμν ρχεται μέσα πό τήν κατανόηση τν νθρώπων καί κατανόηση τν νθρώπων ρχεται μέσα πό τή γνωριμία μαζί τους, τή θέληση γιά γνωριμία μαζί τους. Σ’ατό τό σημεο, μως, προκύπτει να μεζον ζήτημα γιά τόν νθρώπινο πολιτισμό καί τίς ξίες του. πωσδήποτε πάρχουν πολιτισμικές ξίες ο ποες θεωρονται παγκόσμιες, πάρχουν, μως, καί ξίες σέ τοπικούς πολιτισμούς ο ποες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στίς τοπικές κοινωνίες καί στά ποκείμενά τους. σύνθεση το τοπικο μέ τό παγκόσμιο ποτελε γιά τό σήμερα τό μεγαλύτερο σως πρόβλημα πού νέκυψε μέ τήν παγκοσμιοποίηση τς γορς. Ο παγκόσμιες πολιτισμικές ξίες τείνουν νά πορροφήσουν τούς τοπικούς πολιτισμούς τά διαίτερα χαρακτηριστικά ατν τν πολιτισμν συνθέτουν να παγκόσμιο πολιτισμό το ποίου, μέρος τμμα, ποτελον καί τά δια; Ατή πολιτισμική ξιολογική παγκοσμιότητα ποτελε πράγματι μιά σύνθεση πολιτιστικν παραδόσεων ργαλεο στά χέρια κάποιων πιτήδειων κερδοσκόπων πού μέσα πό παγκοσμιοποιημένα πολιτισμικά δεδομένα προσπαθον νά λέγξουν τίς νθρώπινες συμπεριφορές;

Ο παντήσεις σέ τέτοια ρωτήματα δέν εναι καθόλου εκολες. ς δομε γιά παράδειγμα να πολιτισμικό νθρώπινο μνημεο. Τήν γιά Σοφιά. να χριστιανικό πολιτισμικό μνημεο παρελθοντικο χρόνου μέσα σέ να παροντικό μουσουλμανικό κόσμο καί μιά παγκόσμια κοινότητα, ποία τό χαρακτηρίζει ς μνημεο παγκόσμιας πολιτισμικς κληρονομις. ναός, ρχιτεκτονική, Κωνσταντινούπολη, Ατοκρατορία, τά στορικά πρόσωπα- ουστινιανός, ο ρχιτέκτονες, τά λικά, τό μέγεθος, νοοτροπία, ο ργάτες, χρόνος, λα ατά κάνουν τήν γιά Σοφιά, ναό τς τότε βασιλεύουσας το κόσμου. χει σημασία νά δε κανείς τόν πολιτισμό πού ναδύεται μέσα πό να ρχιτεκτονικό κατασκεύασμα, καθώς γοητεία το οκοδομήματος δηλώνει μιά συγκεκριμένη ποχή καί μιά συγκεκριμένη κοινωνία. Ατό τό διο τό οκοδόμημα ποδηλώνει τίς διαίτερες γιά κείνη τήν ποχή ντιλήψεις γιά τή σχέση το νθρώπου μέ τόν Θεό, λλά καί τή χρήση ατς τς σχέσης πό τήν ξουσία. λοκλήρωση το ργου ναδεικνύει τή δύναμη ξουσίας πού χει στά χέρια του βυζαντινός ατοκράτορας, καθώς συμβολισμός το οκοδομήματος πικεντρώνεται στή νίκη το ουστινιανο πί το Σολομώντα, μιά νίκη σέ μιά μάχη πού στορικά δέν συνέβει ποτέ. Κυριολεκτικά καί ρεαλιστικά οδέποτε πρξε μιά τέτοια σύγκρουση. συμβολική, μως, ναγωγή τς ατοκρατορίας περάνω το Σολομώντα δέν εναι θεσμική στρατιωτική πολιτική λλά πολιτισμική, μπεριέχοντας τήν λη παρξη τς ατοκρατορίας. γιά Σοφιά ς πολιτισμικό πρότυπο πιβεβαιώνει μέ τή συμβολική της νάδειξη τήν πολιτισμική πικυριαρχία το Βυζαντίου. Τό μεγαλεο τς γις Σοφις καί μεγαλοπρέπεια τς τέλεσης τς ατοκρατορικς Θ. Λειτουργίας γοήτευαν γιά 800 καί πλέον χρόνια τούς λαούς πού θελαν νά κατακτήσουν τήν Κωνσταντινούπολη. Παρ’τι μως Πόλη λώθηκε καί γιά Σοφιά γιά 450 χρόνια περίπου μεταμορφώθηκε σέ χρο λατρείας μις λλης θρησκείας καί μις λλης ατοκρατορίας ν τούτοις στήν παγκόσμια πολιτισμική κληρονομιά καταγράφθηκε ς μνημείο το βυζαντινο χριστιανικο πολιτισμο. βυζαντινός ατοκρατορικός πολίτης μεταμορφώνεται σέ πανανθρώπινο οκουμενικό πολιτισμικό πρότυπο, φήνει τόν νθρωπο νά κστασιασθε πό τό μεγαλεο καί τή γοητεία τς ατοκρατορίας του καί τόν παρακινε σέ μιά δυναμική καί πιθετική οκειοποίηση.

ς δομε, μως καί να πιό σύγχρονο γεγονός. Τό παράδειγμα τς Θεσσαλονίκης ς μις πόλης συνύπαρξης τν πολιτισμν, το λληνορωμαϊκο, το βυζαντινο, το μουσουλμανικο, το βραϊκο, το σλαβικο στοιχείου ποτελε, σως, τήν πιό χαρακτηριστική περίπτωση. θρησκευτική ταυτότητα τς κάθε κοινότητας εναι ατή πού ποτελε τό στοιχεο τς διάκρισης πό τίς λλες. κοινότητα χρησιμοποιε τή θρησκεία γιά νά δηλώσει τή διαφορετικότητά της πέναντι στούς λλους, καθώς σ’ατήν νάγει τή σημαντικότητα τς παρξής της. θρησκεία εναι ατή πού παρέχει σέ κάθε κοινότητα τήν θική, τούς κανόνες, τούς ρους (γιά παράδειγμα κανείς βραίος δέν δουλεύει στό μπορικό κέντρο τήν μέρα το Σαββάτου), δανείζεται ννοιες μέσα πό τίς ποες μύνεται πιτίθεται πολιτισμικά, καταθέτει μπειρίες, ο ποες κάνουν κατανοητό τό γεγονός τς διαφορετικότητας. θρησκευτική διαιτερότητα τς κάθε κοινότητας διαμορφώνει κοινωνικές καί πολιτισμικές διαδικασίες ο ποες, μως, δέν συγκρούονται μεταξύ τους, λλά κατορθώνουν νά συνυπάρχουν σεβόμενες τήν ταυτότητα το λλου. Θεσσαλονίκη ζησε τέτοιες πολιτισμικές διεργασίες πό τά τέλη το 16ου α. ς τά μέσα το 20ου, παρουσιάζοντας παράλληλα να τέτοιο πρόσωπο κοινωνικς συνοχς πού θά μποροσε νά ποτελέσει πρότυπο γιά λλες σύγχρονες πόλεις μέ θρησκευτικά προβλήματα, πως εναι  τό Μπέλφαστ ερουσαλήμ, καί παρ’τι μέ ρχές κοινωνιολογικς νάλυσης μεταφορ προτύπου δέν μπορε νά πάρξει, καθώς τό ποιοδήποτε κοινωνικό φαινόμενο ποτελε φαινόμενο μόνο γιά τή συγκεκριμένη κοινωνία στήν ποία διενεργήθηκε. Δέν εναι λλωστε τυχαο τό γεγονός τι στίς καρδιές καί στίς μνμες τν πανταχο βραίων Θεσαλονίκη ποτελε τή δεύτερη Σιών. Τό τέλος ατς τς συνύπαρξης φθασε μόνο ταν πρξαν βίαιες ξωθεν παρεμβάσεις, ο ποες προσπάθησαν καί πέτυχαν νά λλοιώσουν τήν πληθυσμιακή καί πολυπολιτισμική της σύνθεση σέ μιά ποχή που κυριάρχησαν πόψεις περί θνικς καί φυλετικς καθαρότητας. πρξε στορικά τό πιό χαρακτηριστικό παράδειγμα  συνύπαρξης πολιτισμν πό τό γεγονός καί μόνο τι στό γεωγραφικό της χρο συνυπρξαν διαφορετικοί πολιτισμοί, ο ποοι κρατοσαν τήν πολιτισμική τους ταυτότητα καί διαιτερότητα, σέ ρισμένες δέ περιπτώσεις, θέτοντας αστηρούς κανόνες καί ρους πρός τά μέλη τους, συνεργαζόμενοι μόνο στόν τομέα τς οκονομίας.[9]

Παραπομπές

[7]Clifford Geertz, ibid., p.23. [8]Glifford Geertz, ibid., p.40 [9]Κατά τόν καθηγητή Πέτρου ωάννη ννοια τς πολυπολιτισμικότητας δημιουργήθηκε γιά νά κφράσει καταστάσεις πολιτιστικο πλουραλισμο, λλά καί τήν ναγκαιότητα τς ερηνικς συνύπαρξης καί το μοιβαίου σεβασμο, μεταξύ τν νθρώπων μέ διαφορετικές πολιτιστικές κφράσεις ετε σέ τοπικό ετε σέ παγκόσμιο πιπεδο. Πέτρου ωάννη, Πολυπολιτισμικότητα καί θρησκευτική λευθερία, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 2003, pp.13-14.

* Ο Χριστόφορος ρβανίτης είναι Δρ. Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού καί τς Θρησκείας, εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής στην ΑΕΑΗ Κρήτης.

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 5 Απριλίου 2011, http://theo-eco-culture.blogspot.com/2011/04/blog-post.html?spref=fb

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙΙ

Η ιερότητα συμβόλων: πολιτισμική αναγκαιότητα Ι

Η ιερότητα των συμβόλων ως πολιτισμική αναγκαιότητα της ανοικτής κοινωνίας – Μέρος Ι

 

Του Χριστόφορου Αρβανίτη*


 

1.   Τό σύμβολο.

θρησκευτικός συντελεστής ποτελε βασικό συσταστικό στοιχεο το πολιτισμο ετε ατός κλαμβάνεται ς μιά πλή νθρώπινη δραστηριότητα ετε ς μιά πολυσύνθετη διεργασία, τομική συλλογική, προσωπική διαπροσωπική. Ο προσεγγίσεις καί ο ναλύσεις το θρησκευτικο φαινομένου, ντός το νθρωπίνου πολιτισμο, μέ ναγκαες τίς κοινωνιολογικές καί νθρωπολογικές κατανοήσεις τν διαφόρων θρησκευτικν δράσεων, πιτρέπουν τήν ντικειμενική καί πιστημονική διερεύνηση καί περβαίνουν, χωρίς, μως, νά πορρίπτουν τό γεγονός τς πίστης.

Ατή δυνατότητα προσέγγισης καί νάλυσης το θρησκευτικο μέσα πό τήν πέρβαση το γεγονότος τς πίστης μέ πρωτεύοντα τά πολιτισμικά καί κοινωνιολογικά δεδομένα ποκλείει περαιτέρω πολυτοποιήσεις καί μυθοποιήσεις βασικν ννοιν του, καθώς ποκαθάρει τά γεγονότα πό πρόσθετα μεταγενέστερα χαρακτηριστικά, τά ποα μαυρώνουν τό μπειρικό τς πίστης ετε ατό εναι τομικό ετε συλλογικό.[1] κοινωνιολογική προσέγγιση καί νάλυση τς θρησκείας ς νός κ τν βασικν στοιχείων διαμόρφωσης το νθρώπινου πολιτισμο τεκμηριώνεται κυρίως μέσα πό να ερύ φάσμα νθρώπινων δραστηριοτήτων πού μπορον νά ξεκινον πό πρακτικές προγονολατρείας, τελετουργίες μύησης μέ πολανθάνουσες ναφορές σέ δυνάμεις ξουσίας πολανθάνουσες σεξουαλικές πράξεις, θρησκευτικούς μύθους πού ποδηλώνουν μμεσες ναφορές σέ κοινωνικούς θεσμούς καί κανόνες, λλά καί ψηλά πίπεδα τέχνης, μουσικς καί ρχιτεκτονικς, τά ποα φανερώνουν δυναμικές παρεμβάσεις το θρησκευτικο στόν νθρώπινο πολιτισμό μέ νεργό ποκείμενο σέ κάθε τέτοια δραστηριότητα τόν διο τόν νθρωπο.

θρησκεία πηρεάζει τή διαμόρφωση το θους τν νθρώπων καί τίς διάφορες κοσμοθεωρίες γιά τά πράγματα ατά καθ’ αυτά, τίς δέες τους γιά τήν κοινωνία καί τούς κανόνες πού τήν διέπουν ετε σέ τομικό ετε σέ συλλογικό πίπεδο. νθρωπολόγος Clifford Geertz, πιχειρώντας νά ριοθετήσει τό θρησκευτικό φαινόμενο καταλήγει στόν ξς ρισμό γιά τήν θρησκεία: θρησκεία εναι:

α. να σύστημα συμβόλων πού πενεργε μέ τρόπο στε

β. νά δημιουργε στόν νθρωπο σχυρές καί παρατεταμένης διάρκειας διαθέσεις καί κίνητρα

γ. διαμορφώνοντας ντιλήψεις γιά τή γενικότερη τάξη τς παρξης

δ. νδύοντας ατές τίς ντιλήψεις μέ μιά τέτοια αρα δεδομένης πραγματικότητας

ε. στε ο διαθέσεις καί τά κίνητρα ατά νά φαίνονται διαζόντως ρεαλιστικά.

Εναι μφανές τι σέ ατόν τόν ρισμό βασικό στοιχεο κατανόησης ρίζεται τό «σύστημα συμβόλων», καθώς τά σύμβολα ποτελον πολιτισμικά πρότυπα τά ποα βοηθον στή συγκρότηση τν κοινωνικν καί ψυχολογικν προγραμμάτων πού διαμορφώνουν τή δημόσια συμπεριφορά.[2]Ατό σημαίνει τι τά θρησκευτικά σύμβολα προκαλον κινον τέτοιου εδους νθρώπινες δραστηριότητες στόν ερύτατο χρο το πολιτισμο πού κανένα λλο εδος συμβόλων δέν μπορε νά προκαλέσει. τσι γιά παράδειγμα τό χριστιανικό θρησκευτικό σύμβολο το σταυρο προκαλε συναισθήματα, ψυχικές διαθέσεις, καλλιτεχνικές δραστηριότητες, μουσικές δραστηριότητες, πίστη, φοσίωση, λλά καί κραες συμπεριφορές, πως π.χ ατή το θρησκευτικο φανατισμο. Εδικά σον φορ στό σύμβολο το σταυρο, προκαλε ντύπωση τι κόμη καί Προτεσταντισμός, ς πλέον ντισυμβολική καί ντιεικονική μολογία το χριστιανισμο τόν διατήρησε στό κέντρο το λατρευτικο χώρου, ξωβελίζοντας ,τι λλο συμβολικό καί κφραστικό πρχε σ’ατόν, ς παρεκτροπή το χριστιανισμο πρός τήν εδωλολατρεία.

πωσδήποτε τά σύμβολα καλλίτερα συμβολισμός στό θρησκευτικό χρο διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο καθώς πιτρέπει μέσα πό ατά τήν παρξη τς πίστης, τς πιβεβαίωσης τς μεταμόρφωσης το κόσμου. Μέσα πό ατή τήν προοπτική θρησκεία μφανίζεται ς μιά οσιαστικς συμβολική δραστηριότητα, ς να σύνολο πρακτικν καί κφάνσεων τς ποίας ποτελεσματικότητα δέν ποτελε καί δέν ξαρτται πό κάποια λική τάξη. Τό συμβολικό στοιχεο κατανοε καί χρησιμοποιε τό λόγο, λλά δέν τόν καταστρέφει. Περιγράφει τή λειτουργία τν σημείων, λλά δυναμική του βρίσκεται στό γεγονός τι νάλυση του βρίσκεται στήν πόθεση χωρίς ατή νά πεξηγεται μέ ξεκάθαρο τρόπο. Εσάγει μιά σχέση νάμεσα στόν νθρωπο καί τό σύμβολο πού εναι κοινωνικά θεμελιωμένη μέ τήν ννοια τι δημιουργε μιά συμβολική δυναμική, ποία δέν βρίσκεται ξω πό τίς δυναμικές σχέσεις πού χαρακτηρίζουν τή δομή τς κοινωνίας στό σύνολό της. άν τό σύμβολο χει μιά σημαντική ποτελεσματικότητα τότε οσιαστικά παίζει να οσιαστικό ρόλο στή γέννηση τς δομς το κοινωνικο χώρου, παίζοντας να πίσης σημαντικό ρόλο στήν ννοια καί τήν φαρμογή τς ξουσίας. Τό θρησκευτικό γεγονός δέν ποτελε μέσα σέ μιά τέτοια προοπτική οτε κάτι τό καθαρς δεατό οτε μως κάτι τό ποο προέρχεται πό μιά πλοϊκή σκέψη λίγο-πολύ παραμορφωτική λλοιωτική τς κοινωνιικς σύνθεσης το κοινωνικο οκοδομήματος. Τό μυστικό ατς τς ξάρτησης-νεξαρτησίας τς ξουσίας πού ποπνέει τό θρησκευτικό σύμβολο βρίσκεται στόν νδιάμεσο χρο το ποίου νάλυση ποτελε βασικό στοιχεο καί εναι κατά τόν Bourdieu γνώση καί κατανόηση το θρησκευτικο χώρου.[3] « ννοια το συμβόλου καί τς συμβολικς δραστηριότητας το νθρωπίνου πνεύματος ποδεικνύεται τεράστιας σημασίας γιά τόν κοινωνικό πιστήμονα καί εδικς γιά τόν νθρωπολόγο, καθώς τά δια τά σύμβολα θά πρέπει νά κατανοονται ς κάποιου εδους «πεκτάσεις τν νστίκτων». [4]

λη ατή  συμβολική, πολιτισμική κινητικότητα στό χρο τν θρησκειν δηλώνει τι πουσία τέτοιων θρησκευτικν συμπεριφορν θά δημιουργοσε λειτουργικές τέλειες γιά τόν νθρωπο. Γιά νά πιστρέψω δέ στό πρόβλημα το Προτεσταντισμο θά ναφέρω τήν στιγμιαία κπληξη μου, ταν στόν καθεδρικό ναό τς Γενεύης, Saint-Pierre, ντίκρυσα στό κέντρο το ναο τήν εκόνα τς Παναγίας τς δηγήτριας. Σέ καμία περίπτωση βέβαια ο καλβινιστές τς Γενεύης δέν γιναν ξαφνικά εκονόφιλοι, λησμονώντας τίς εκονομαχικές διακηρύξεις καί νέργειες το Καλβίνου, μως, μιά τέτοια πράξη δηλώνει κατηγορηματικά τή συμβολική λειτουργική πουσία καί τέλεια πού χει δημιουργήσει πουσία τν εκόνων πό τούς λατρευτικούς χώρους. προσπάθεια πεξάρτησης τν πιστν, μέσω το κινήματος τς Διαμαρτύρησης, πό τήν παπική ξουσία δήγησε σέ μιά τεχνική ναγκαστική παξίωση τν θρησκευτικν πολιτισμικν συμβόλων καί εκόνων, καθώς ατά ταυτίστηκαν μέ τήν συγκεντρωτική καί αταρχική κκλησιαστική ξουσία, δέ τοποθέτηση τς Παναγίας τς δηγήτριας στό κέντρο το ναο, στω καί γιά λίγες μέρες, φανερώνει ατή τήν νάγκη πιστροφς στό θρησκευτικό-συμβολισμό. Μόνο λογική προσέγγιση τς πίστης μέσα πό τή μελέτη τς Βίβλου δέν ρκε γιά νά δημιουργήσει ναν πολιτισμό καθ’λα νθρώπινο, καθώς παραβλέπει πολλές πό τίς πνευματικές θρησκευτικές λειτουργίες το νθρώπου.

ρνηση τν συμβόλων στήν νθρώπινη πολιτισμική πραγματικότητα ποτελε οσιαστικά μιά θελημένη διακοπή τς συνειδητής παρξης το νθρώπου μέ τό συνείδητό του. δημιουργία, μως, τν συμβόλων ποτελε τήν πιό οσιαστική πολιτισμική δράση το νθρώπου, καθώς ατά καθ’αυτά κφράζουν τόν νθρωπο ς ποκείμενο καί πρόσωπο, τό ποο λειτουργε σέ να πλαίσιο συλλογικότητας καί πολιτισμικς δημιουργίας. κραία πεξεργασία τν λογικν συμπερασμάτων δηγε σέ διάλυση τν συμβόλων καί τν μύθων νός πολιτισμο καί κατά συνέπεια το διου το πολιτισμο. ξοστρακισμός το γιου καί το ερο, πογύμνωση τς γάπης πό τή σεξουαλικότητα το πολιτισμο, πό τά σύμβολα καί τούς μύθους δηγε τόν πολιτισμό στά ρια τς ατοκαταστροφς του.

Miguel de Unamumo θέλοντας πιθανόν νά νατρέψει τόν προφητικό χαρακτήρα τς νιτσεϊκς ναπόφευκτης καταστροφς το δυτικο πολιτισμο, ναφέρει: «Δέν εναι… ρθολογική ναγκαιότητα, λλά φρικτή γωνία πού μς θε νά πιστέψουμε στόν Θεό… Τό νά πιστεύουμε στόν Θεό σημαίνει τι πιθυμομε διακας τήν παρξή Του καί, πιπλέον,…  σημαίνει νά ζομε μέ ατήν τή λαχτάρα καί νά τήν κάνουμε σωτερική πηγή τν πράξεών μας. Ατή λαχτάρα, πείνα γιά τή θεότητα, γενν τήν λπίδα, λπίδα γενν τήν πίστη καί πίστη μαζί μέ τήν λπίδα γεννον τήν εσπλαχνία. π’ατή τή λαχτάρα γιά τό θεο γεννιέται ασθησή μας τς μορφις, το σκοπο, τς καλοσύνης».[5] Ατή πολυλειτουργικότητα το θρησκευτικο πολυπολιτισμικο συμβολισμο εναι ατή πού ναγκάζει τόν μελετητή το θρησκευτικο φαινομένου νά πορρίψει τήν ντίληψη τι θρησκευτική πίστη εναι ψευδής καί πιφαινόμενη. μελέτη το θρησκευτικο φαινομένου κατά τόν Malinowski καταδεικνύει τι: « θρησκεία πιτρέπει στόν νθρωπο νά πομένει καταστάσεις συναισθηματικο στρες, παρέχοντας, τρόπους διαφυγς πό καταστάσεις καί διέξοδα πού δέν προσφέρουν μπειρικές διεξόδους παρά μόνο μέσα πό τήν τελετουργία καί τήν πίστη στό περφυσικό». [6]

συμβολισμός δέν εναι παραδοσιακός, λλά διαχέεται μέσα στούς αἰῶνες, μπεριέχοντας μέσα σέ λίγες συμβατικές γραμμές τή σκέψη καί τά νειρα το πολύμορφου νθρώπινου πολιτισμο. ν τούτοις να μεγάλο μέρος του χαρακτηρίζεται ς παραδοσιακό, καθώς συνιστά μιά διεθνή γλώσσα ποία περβαίνει τά φυσιολογικά ρια τς πικοινωνίας. Τό σύμβολο ποτελεί φετηρία κατάδειξης το νυπάρχοντος καί το περβατικο, φετηρία ποκάλυψης ψεων τς πραγματικότητας πού διαφεύγουν το κοινο τρόπου κφρασης. ς κ τούτου κρατ μέσα σέ μιά ποχή ντονα τομοκρατική μιά διαίτερη κφραση νθρώπινης συλλογικότητας, καταλιμπάνει τό τομικό καί ναδεικνύει τό καθολικό. Μετέχει τς πραγματικότητας, τς μεσης μπειρίας τς ζως, ποκαλύπτοντας καί ποκρύπτοντας τήν λήθεια. Σημαντικό ρόλο στήν κατανόηση του διαδραματίζει τό κάστοτε ποκείμενο και ο μπειρίες του. (Βλ. ΙΧΘΥΣ). Χωρίς τη διάσταση το συμβόλου ο θρησκευτικές τελετές θά πέβαιναν κενές και δεισιδαιμονικές. συμβολισμός τν στάσεων, τν χειρονομιν, τς προσευχς, τς λατρείας, το χου, τν κινήσεων δηλώνει τή σημαντικότητα τς νθρώπινης φύσης καί νάγκης. τσι, διαφορία πρός τά σύμβολα δέν ποτελε σημάδι φώτισης καί πνευματικότητας, λλά στήν πραγματικότητα σύμπτωμα σθένειας. Τό σύμβολο δίνει τή δυνατότητα στόν νθρωπο νά σωθε πό τόν πολιτιστικό του παρχιωτισμό καί πάνω πό λα πό τήν στορική καί παρξιακή του σχετικοκρατία.

Παραπομπές

 [1] Φίλιας Γ., Κοινωνιολογία το Πολιτισμο, Παπαζήσης, 2005, p.437

[2] Clifford Geertz, ρμηνεία τν πολιτισμν, λεξάνδρεια, μτφρ. Θεόδωρος Παραδέλλης, Αθήνα, 2003, pp. 98-101.

[3] “Haute culture et haute couture” in Questions de sociologie, Paris, Minuit, 1984, pp. 196-206.

[4] Marcel Mauss, Κοινωνιολογία καί νθρωπολογία, μτφρ. Θεόδωρος Παραδέλλης, κδόσεις το Εκοστο Πρώτου, θήνα, 2004, p.84.

[5] Tragic Sence of Life, New York, 1961, pp.84-85

[6] Clifford Geertz., ibid., p.110.

 

* Ο Χριστόφορος ρβανίτης είναι Δρ. Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού καί τς Θρησκείας, εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής στην ΑΕΑΗ Κρήτης.

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 5 Απριλίου 2011, http://theo-eco-culture.blogspot.com/2011/04/blog-post.html?spref=fb

 

 Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

Της Νόνης Σταματέλου*

 
 
 
 


Παράτολμο το εγχείρημα ν’ αρθρώσεις λόγο κοσμικό για τους Αγίους μας, σ’ αυτό το χώρο, σ’ αυτό το χρόνο και μ’ αυτήν την ιδιότητα. Το να σε αποκαλούν «θεολόγο» είναι ευλογία και προνόμιο. Μα ένα προνόμιο βαρύ, ένας Σταυρός προς το Γολγοθά, που φορές – φορές σε γονατίζει και φορές σε λυτρώνει…
Η Εκκλησία μας γιορτάζει σήμερα τους Τρεις Ιεράρχες και Οικουμενικούς Διδασκάλους του 4ου αιώνα: Βασίλειο τον Μέγα, Γρηγόριο τον θεολόγο και Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Ενός αιώνα πολυτάραχου, μα που υπήρξε σταθμός για τα εκκλησιαστικά  μας γράμματα.

Η χριστιανική γιορτή στην παράδοσή μας είναι μέρα χαράς. Για τη ζώσα Εκκλησία που θριαμβεύει. Και όλοι εμείς, στο μέτρο που ο καθένας μας ζει και αναπνέει μέσα στην Εκκλησία ή έξω απ’ αυτήν, είμαστε μέτοχοι ή τραγικοί θεατές σ’ αυτή τη γιορτή και σε κάθε γιορτή.

 Καλούνται σήμερα στο κοινό τραπέζι μαζί με τους δασκάλους, οι άρχοντες και προϋπόθεση να μετάσχουν ως «συνεπιτελούντες» και όχι «παρακολουθούντες» είναι να αφουγκραστούν το λόγο του Χρυσοστόμου που λέει: «ο άρχοντας δεν πρέπει να υπερέχει απ’ τους αρχόμενους στις τιμές αλλά στις αρετές…»

Σπουδαστές ακόμα και οι τρεις φαίνεται να μην μπορούν να συμβιβαστούν με μετριότητες. Αποκτούν μόρφωση πλατιά κοντά σε σοφούς δασκάλους. Στοχάζονται, αναλύουν και αγωνίζονται για μία καθολική αλλαγή των ανθρωπίνων πραγμάτων με προοπτική το ευαγγελικό ιδανικό. Πριν γίνουν εξωτερικά μάρτυρες της αλήθειας αγωνίστηκαν εσωτερικά. Πέρασαν περίοδο ασκητικής ετοιμασίας για την απελευθέρωσή τους από την δύναμη των ανθρώπινων παθών, για την «καλήν αλλοίωσιν» ώστε αργότερα να μπορούν να ζήσουν και να δράσουν με εσωτερική ελευθερία.

Και μεστώνει γρήγορα το πνεύμα, κι ετοιμάζει τις μεγάλες εξορμήσεις για το γκρέμισμα των γηρασμένων ιδεών, για την καταπολέμηση των αιρέσεων. Κι ατσαλώνονται οι ψυχές για να βαστάξουν τον αβάσταχτο κατατρεγμό που τους προσμένει μα και να πετύχουν μια αρμονική σύνθεση αρχαιοελληνικής οικουμενικής σκέψης και χριστιανικού πνεύματος, να διασώσουν το ελληνικό στοιχείο σμιλεύοντάς το με την χριστιανική πίστη, ώστε να θεωρούνται προστάτες της Ελληνικής Παιδείας και των γραμμάτων.

Από κάθε φρόνιμο άνθρωπο ομολογείται, γράφει ο Ναζιανζηνός, που η υψηλή ποιητική του έμπνευση συναγωνίζεται τη φιλοσοφική βαθύνοιά του, ότι πρώτο και μεγάλο αγαθό είναι η παιδεία. Αντιμετωπίζει και την θύραθεν παιδεία με σεβασμό μα και με κριτικό νου. «Των εθνικών σοφών αποδεχόμαστε την έρευνα και θεωρία, απορρίπτουμε μόνο ό,τι οδηγεί στο πονηρό.» Και ο Μέγας Βασίλειος συνθέτει λόγο «προς τους νέους» όπου τους επισημαίνει τις ωφέλειες που αποκομίζει κανείς απ’ την ελληνική σοφία, αρκεί όπως οι μέλισσες να κάνει επιλογή του καλού υλικού. Πολύτιμα τα διδάγματά τους σε  θέματα παιδαγωγικής, που τίποτα δεν ήρθαν να προσθέσουν οι νεότεροι. Τους απασχολεί ο σκοπός της αγωγής, η προσωπικότητα του δασκάλου. Σημειώνουν ότι ο δάσκαλος οφείλει να έχει επιστημονικό οπλισμό και ηθική ακεραιότητα. Κι η διδασκαλία του να κατεβαίνει στην ψυχή του παιδιού σαν σιγαλή βροχή και να γλιστράει ως τα βάθη, εξασφαλίζοντας καρποφορία.

Μα δε μένουν στη συγγραφή και τη διατύπωση κανόνων. Σπεύδουν να στρατευτούν οπουδήποτε για τις ανάγκες του λαού. Τους γοητεύει όμως και η ζωή των ασκητών, μια φωνή τους καλεί σε δρόμους δύσκολους, δρόμους πνευματικούς. Μια ευγενική ταλάντευση χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή τους και της δίνει ένα τόνο δραματικό! Τελικά πραγματοποιούν μια ωραία σύνθεση θεωρίας και πράξης, στοχασμού και δράσης, αναχωρητισμού και δυναμικής παρουσίας στον κόσμο.

Μπροστά στα ιερατικά αξιώματα στέκονται με δέος και ευθύνη. Ο Βασίλειος, επίσκοπος στην Καισάρεια, ο Γρηγόριος στη Ναζιανζό και την Κωνσταντινούπολη κι ο ιερός Χρυσόστομος μετά την θητεία του ως πρεσβύτερος στην Αντιόχεια αναλαμβάνει με δέος τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κων/πολης κι ο καθένας δίνει αγώνα θαρραλέο κατά του πνεύματος της εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας.

Υπέρμαχος της Ορθοδοξίας ο Βασίλειος πολέμησε τις κακοδοξίες των αιρετικών και περιφρόνησε τις απειλές του αυτοκράτορα που ήθελε να τον ελκύσει στο αρειανό δόγμα. Είναι γνωστή η περήφανη απάντησή του προς τον απεσταλμένο του Ουάλεντα Μόδεστο: «Δεν με πτοούν οι απειλές σας. Τη δήμευση της περιουσίας δεν τη φοβάμαι, γιατί δεν έχω τίποτ’ άλλο παρεκτός απ’ το τριμμένο μου ράσο». Στον καιρό του φοβερού λοιμού ιδρύει το περίφημο πτωχοκομείο και νοσοκομείο στην Καισάρεια, ολάκερο συγκρότημα από οικοδομές μέσα στην πόλη όπου οι κατατρεγμένοι του κόσμου έβρισκαν στέγη, τροφή, περίθαλψη, παρηγοριά. Ο θεσμός της κοινωνικής πρόνοιας που σήμερα αποτελεί αφορμή για καύχηση των πολιτισμένων χωρών, είχε με τον Μέγα Βασίλειο το πρώτο επίσημο φανέρωμα του στον κόσμο.

Κι ο Ιερός Χρυσόστομος στη Βασιλεύουσα γίνεται αληθινός πατέρας για το ποίμνιό του. Επιβάλλει αυστηρή οικονομία  στα έξοδα της αρχιεπισκοπής για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις ανάγκες των φτωχών. Πνεύμα ασκητικό ο ίδιος, στηλιτεύει άφοβα τους βαλαντιοσκόπους, τους αυλοκόλακες και τους εμπόρους των οσίων και των ιερών με τον καυστικό του λόγο: «…εκκαθαρίσατε την Εκκλησίαν από αναξίους κληρικούς…». Και βλέποντας το πνεύμα μάταιης επίδειξης πλούτου να έχει εισχωρήσει και μέσα στην Εκκλησία κραυγάζει: «χρυσοχοείο και αργυροκοπείο είναι η Εκκλησία ή εργαστήριο αγιότητας;» Γι αυτό συνασπίστηκαν εναντίον του  όλοι όσων άνομα συμφέροντα εβλάπτονταν.

Αξιοσημείωτη είναι και η στάση του ειρηνοποιού Γρηγορίου, όταν ορισμένοι επίσκοποι αμφισβήτησαν την εκλογή του στον Οικουμενικό θρόνο. «Αν, είπε στους συνοδικούς επισκόπους, εγώ είμαι  η αιτία των μεταξύ σας διαφωνιών, ρίξτε με στη θάλασσα και θα πάψει η τρικυμία των ταραχών. Δέχομαι να πάθω ο,τιδήποτε θελήσετε, αν και αθώος, για τη δική σας ομόνοια…»

Ο λόγος τους γίνεται πύρινος όταν αγγίζουν τα θέματα της πλεονεξίας και της κοινωνικής αδικίας που δεσπόζουν στην εποχή τους και μάλιστα καταξιωμένα από ήθη, νόμους και νοοτροπία. Ο Μ. Βασίλειος ανεπιφύλακτα καθορίζει την αρχή ότι ο πλούτος είναι αντιστρόφως ανάλογος της αγάπης «οσον ουν πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη» Αποκαλεί «λωποδύτην» όχι μόνον αυτόν που απογυμνώνει κάποιον αλλά κι αυτόν που ενώ μπορεί να του προσφέρει ενδύματα, δεν το πράττει.  «Ώστε τοσούτους αδικείς, όσοις παρέχειν ηδύνασο» Το «εμόν και το σον» χαρακτηρίζεται από το Χρυσόστομο  «ψυχρόν ρήμα και μυρίους πολέμους εισαγαγόν». Οι τρεις Ιεράρχες δεν περιορίζονται να στηλιτεύουν μόνο την αδικία, θεωρούν παράβαση και το «ακοινώνητον», την παράλειψη της προσφοράς στους έχοντες ανάγκη.

Μοιάζει συχνά να περνάει απαρατήρητη κι από την ίδια την  Εκκλησία η επιμονή των Πατέρων στην ισότητα των ανθρώπων, την «ομοτιμία» και την «ισοτιμία» τους. Τις κλασσικές αντιθέσεις που χωρίζουν τους ανθρώπους «δουλεία-ελευθερία», «πενία-πλούτο», ο Γρηγόριος ονομάζει «αρρωστήματα», «επινοήματα κακίας», που «εισήλθε τω γένει των  ανθρώπων». Θεωρεί δε άνισον και «ανώμαλον» τον νόμο που είναι επιεικής στις συζυγικές παρεκτροπές των ανδρών, ενώ γίνεται αυστηρότερος σε αυτές των γυναικών. «Ου δέχομαι ταύτην την νομοθεσίαν, ουκ επαινώ την συνήθειαν. Άνδρες ήσαν οι νομοθετούντες δια τούτο κατά γυναικών η νομοθεσία» και ανατρέχοντας στους θησαυρούς του Ευαγγελίου επισφραγίζει  «εις ποιητής ανδρός και γυναικός, εις χους αμφότεροι, εικών μία, νόμος εις, Ανάστασις μία».

Ιδιαίτερη επίσης είναι η ευαισθησία τους προς τον κόσμο της δημιουργίας. Έβλεπαν τη φύση σαν ανάκτορο της σοφίας του Θεού, στον άγριο συναγωνισμό των στοιχείων, στο ήρεμο ξετύλιγμα της ζωής, έβλεπαν να αποκαλύπτεται το θεϊκό μεγαλείο. Και σαν απάντηση στην απολυτοποίηση της ανθρώπινης γνώσης και την περιφρόνηση της Βίβλου εν ονόματι μίας κούφιας επιστημοσύνης ο Βασίλειος λέει στην Εξαήμερο πως «Δεν μειώνεται ο θαυμασμός μας για το έργα του Θεού, αν βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε ένα από τα θαυμαστά έργα. Παρέλειψε η Γραφή να μας το πει για να γυμνάσει το μυαλό μας.»

Άνθρωποι θεόπνευστοι, βαθυστόχαστοι οραματιστές μίας ωραίας και πλούσιας χριστιανικής ζωής, οι τρείς ιεράρχες υπήρξαν παράδειγμα εφηρμοσμένου Χριστιανισμού. Οι οικουμενικοί διδάσκαλοι, οι γνήσιοι εκφραστές του πνεύματος της αρχαίας ενωμένης Εκκλησίας που ο ιερέας ήταν ο «πατέρας». Δραματικά επίκαιρη η αναφορά των Πατέρων  στη ζωή μας. Είναι πολύ κουρασμένος ο σημερινός άνθρωπος, σχεδόν απελπισμένος. Περίσσεψε η αυστηρή κριτική για τα αμαρτήματά του, χρειάζεται την αγκαλιά της Εκκλησίας, το γλυκό της λόγο.

Αλήθεια, ποια μέσα μαζικής ενημέρωσης θα προβάλουν  σήμερα, ημέρα γιορτής των Ιεραρχών, κάτι για τη ζωή τους, τη σημασία της παρουσίας τους στην ιστορία των ανθρώπων; Ποια κοινωνία θ’ απασχολήσουν, με ποια παιδεία;

Γι’ αυτό κλείνουμε αυτή τη μέρα  τα σχολειά και τα πανεπιστήμια και ψελλίζουμε αμήχανα  πως γιορτάζει η Παιδεία, ενώ όλοι ξέρουμε πως αιμορραγεί. Τα παιδιά μας βγαίνουν στους δρόμους, γράφουν συνθήματα, γιατί αρνούνται να κτίζουν πύργους σε κινούμενη άμμο…Σαν δάσκαλοι εκπέμπουμε ένα σήμα. Όχι βέβαια προς το κράτος – όταν αυτό αρνείται πεισματικά την παράδοσή του – με ηγέτες  που για το Χριστιανισμό ίσως γνωρίζουν μόνο όσα έμαθαν στα σχολικά τους εγχειρίδια και κάτω απ’ τον παραμορφωτικό φακό του Προτεσταντισμού, μα προς την Εκκλησία.Την Εκκλησία που βάλλεται από παντού, την Εκκλησία που συχνά παρουσιάζει τον Χριστιανισμό ως νομοκανονική υπόθεση, που αποστολή έχει να πορεύεται στον κόσμο για να τον εκκλησιοποιεί, την Εκκλησία των σκανδάλων και των Αγίων…

Καιρός πια να δούμε την Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία όχι σαν μουσειακό είδος, Και να τιμούμε τους μεγάλους Ορθόδοξους πατέρες όχι εκθέτοντας μακροσκελείς βιογραφίες, αλλά τονίζοντας ότι η θεολογία τους είναι τρόπος ζωής, είναι πνευματικές αρχές κι όχι καθηκοντολογία.

Σήμερα η ορθόδοξη παράδοσή μας αποτελεί την πιο ασφαλή πηγή ανεφοδιασμού μας. Καθώς έχουμε να παλέψουμε σαν έθνος ανάμεσα στις αντικρουόμενες πολιτικοοικονομικές θεωρίες Ανατολής και Δύσης και σαν εκκλησία ανάμεσα στην προπαγάνδα των ετεροδόξων και την πολεμική των υλιστών. Είναι ανάγκη η ανθρώπινη κοινωνία να αναβαπτισθεί στο πνεύμα του ορθόδοξου Κοινοτισμού που τον αντάλλαξε μέσα στην τραγική της πορεία με μηδενιστικά συστήματα, να ξαναβρεί το θεανθρώπινο ανθρωπολογικό πρότυπο της για να μπορεί να δημιουργεί ανθρώπους που θα χρησιμοποιούν τον τεχνολογικό πολιτισμό για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους κι όχι για την καταστροφή του.

Ο Πατερικός λόγος για το σύγχρονο σκεπτόμενο άνθρωπο είναι πρόκληση. Οι τρεις Ιεράρχες δεν είναι παρελθόν. Εξακολουθούν να μετέχουν στη ζωή της Εκκλησίας. Εκφράζουν σταθερά το φρόνημά της.

«Οι Χριστιανοί και μάλιστα οι Ορθόδοξοι, δεν αισθανόμαστε αμηχανία ούτε αιφνιδιαζόμαστε από τη διαδικασία της παγκοσμιοποιήσεως» γράφει ο στοχαστής ιεράρχης και αγωνιστής επίσκοπος Τιράνων και Αλβανίας και συνεχίζει «Η Οικουμενικότητα υπήρξε ο αυτονόητος πνευματικός μας χώρος. Η διάσταση της παγκοσμιότητος αποτελεί βασικό συστατικό της Ορθοδοξίας» (Γιαννουλάτος, σελ 262).

Η αποστολή μας λοιπόν ως έθνους σήμερα είναι αυτονόητη, αφού είμαστε κάτοχοι μιας πολύτιμης κληρονομιάς. Μια τέτοια αποστολή χρειάζεται το ψυχικό απόθεμα των Μαρτύρων και των Πατέρων. Κι αυτό είναι η Ορθοδοξία. Που σώζει την Ελληνικότητα στα υψηλότερα επιτεύγματά της σαν φιλαλήθεια, φιλοκαλία, φιλανθρωπία. Ο αποξενωμένος από αυτήν την παράδοση Γραικός, δεν έχει τίποτε να δώσει στην Ευρώπη, αλλά θα θέλει μόνο να πάρει, αρκούμενος μόνο στα
«ψιχία τα πίπτοντα από της τραπέζης» των πλουσίων εταίρων μας. Ο  Ρωμηός έχει να δώσει αυτό που πραγματικά στερείται η Ευρώπη, την Ορθοδοξία! Γιατί Ορθοδοξία είναι να πιστεύει κανείς εκεί που όλα φαίνονται χωρίς ελπίδα.

Η κινδυνολογία περί σύγκρουσης των πολιτισμών  με την παγκοσμιοποίηση δεν πλήττει την Ορθοδοξία που σκοπό έχει: να προσφέρει νόημα στη ζωή των ανθρώπων και υπέρβαση της αγωνίας του θανάτου. Ο Χριστιανισμός πρέπει να γίνει συναγερμός! Και μάλλον ο συναγερμός πρέπει  ν’ αρχίσει απ’ την εκπαίδευση.

Ο λεγόμενος «εκδημοκρατισμός» της παιδείας ταυτίστηκε με την αξιωματική αρχή ότι στα παιδιά «όλα επιτρέπονται».Το σχολειό δεν είναι στίβος άσκησης που ετοιμάζει τη νεολαία να αναλάβει με την ενηλικίωσή της τις ευθύνες του πολίτη, όχι. Το σχολειό παραμυθιάζει τον ανήλικο ότι έχει κιόλας όλα τα δικαιώματα του πολίτη, χωρίς την παραμικρή υποχρέωση αντιπροσφοράς, χωρίς εχέγγυα υπευθυνότητας. Δεν του μίλησε ποτέ η πολιτεία για τη χαρά της ασκητικής που προϋποθέτει η μετοχή, η άμιλλα, το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας. Γι’ αυτό, Δημοκρατία για πολλούς νέους στην Ελλάδα σημαίνει το χαβαλέ της «αποχής», του αποκλεισμού των κεντρικών δρόμων για να παραλύσει η κυκλοφορία, σημαίνει να ηδονίζεσαι από τη μέθη της ισχύος, όταν μπορείς να βασανίζεις πολλούς.

Οφείλουμε να μείνουμε πολλές νύχτες ξάγρυπνοι όσοι εμπλεκόμαστε στο θέμα της παιδείας, αν τα παιδιά μας συχνά ανιχνεύουν την ποιότητα όχι στους θεσμούς, μα στο περιθώριο. Αναρωτιέμαι, πότε θα μπούμε στον κόπο να αποκωδικοποιήσουμε τα μηνύματά τους, αναρωτιέμαι, πόσο καιρό ακόμα θα  κλείνουμε τ’ αυτιά στις κραυγές που απευθύνουν στους γονείς και τους δασκάλους τους και συχνά αποτυπώνουν σε στίχους αγαπημένου τους τραγουδιστή σαν  κι’ αυτούς: «δώστε μας πνοή, στέγη και τροφή και μια ιδέα στεγανή που να μη μπάζει κρύο…»

Αλήθεια, ποιος τολμά πια να θίξει το θέμα της γλώσσας, εκείνης που η κατάργησή της στην εκπαίδευση έχει αποκλείσει τα παιδιά μας απ’ τον γλυκασμό της εκκλησιαστικής μας ποίησης; Στα Λύκεια τα παιδιά δεν κατανοούν πια ούτε τον Παπαδιαμάντη και με δυσκολία παρακολουθούν κείμενο του Μακρυγιάννη ή του Κοσμά του Αιτωλού. Κι’ όμως, τη γλώσσα του πατροκοσμά την καταλάβαιναν οι αναλφάβητοι Έλληνες της Τουρκοκρατίας. Ποιος τολμά να φωνάξει πως στο βωμό της ευκολίας, κόβουμε τις φλέβες του Ελληνισμού, πιθηκίζοντας άλλα πρότυπα και άλλα μοντέλα παιδείας, ξένα με την ιδιοσυγκρασία μας;

«Θεός είναι να μη μπορείς να κοιμηθείς» γράφει ο ποιητής κι’ έχω την άποψη ότι η αγωνία μας πια δεν πρέπει να εξαντλείται σε μνημόσυνα ή λόγους από άμβωνος, μα είναι θέμα βαθειάς, μέχρι δακρύων περισυλλογής…

 
* Ιωάννινα,  Ιανουάριος 2009. Η Νόνη Σταματέλου είναι εκπαιδευτικός θεολόγος.

 
ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 11 Ιανουαρίου 2012, http://nonistamatelou.blogspot.com/2012/01/2009.html#comment-form