Εξάρτηση: ο καθρέπτης ενός πολιτισμού παρακμής
Του Βασίλη Ζενζεφύλη
και με συμμετοχή των Σολωμού Α., Δημήτρη Κ. & Γιώργου Κ.
αντί προλόγου
Ήμουνα πάντα στο "κόλλημα". Πάντα δραστήριος ένα λεπτό πριν "κολλήσω" και το άλλο λεπτό ηρεμούσα. Ένοιωθα τόσο ήρεμος και κολλημένος, που μου παρουσιαζόντουσαν μπροστά μου καταστάσεις και έπρεπε να κάνω κάτι επειγόντως για να σώσω τον ίδιο μου τον εαυτό και δεν κούναγα ούτε καν το δακτυλάκι μου. Δεν έπαιρνε στροφές το μυαλό μου, κόλλαγε συνεχώς. Είχα φτιάξει ένα μυαλό, που πιστεύω αυτό το μυαλό έχει και ένα μωρό. Ένα φυτό που δεν μιλάει, αλλά αποστηθίζει εικόνες και μαθαίνει να αισθάνεται. Σαν να διπλοέκανα την ζωή μου από την αρχή, το ότι ήμουνα μωρό και δεν καταλάβαινα, δεν είχα δύναμη, αλλά τα άλλα μου τα ένοιωθα σε ένα πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Αυτό το μωρό αρχίζει να ωριμάζει μέσα στην π… την κατρουλοκανάτα, γιατί πρέπει να επιβιώσει, να ζήσει, γιατί δεν αντέχει άλλο.
Αυτή τη στιγμή είμαι μόνος στο δωμάτιό μου και έκανα μια αρχή των λογιών μου. Άρχισα να γράφω με το χέρι μου και ένα μολύβι, μέσω του μυαλού μου τους φόβους μου που φοβάμαι, τα όνειρά μου, αυτά που έχω μέσα μου και δεν μπορώ να τα βγάλω έστω λίγο, λες και είναι σιχαμένα αυτά που θα πω.
Έπινα ναρκωτικά από τα 14 μου χρόνια, μέχρι τα 20. Βέβαια καμία σχέση τότες με τώρα. Τώρα θέλω άλλα πράγματα καινούρια και διαφορετικά, όμορφα, απλά. Παλιά πίστευα πως τα είχα όλα μέσω της μαστούρας. Με έπαιρνε που και που από κάτω, γιατί μερικές στιγμές καταλάβαινα το λάθος μου το μεγάλο, μόνο που δεν το άντεχα και πήγαινα να πιω γιατί δεν ήθελα την αλήθεια. Αυτό το πρώτο σύμπτωμα, αδυναμία μέχρι τελικής πτώσεως, ΟΛΑ τα προβλήματά μου τα προωθούσα με τόσο άνετο τρόπο και στυλ, με το να πάω να τα γεμίσω με το "κόλλημα". Αυτό το κόλλημα το είχα ερωτευθεί στο μυαλό μου μιας και μέσα μου αισθανόμουνα άλλα. Ήταν συνεχώς ο αντίπαλος του εαυτού μου, γιατί η μαστούρα δεν τον άφηνε ποτέ ελεύθερο, τον είχε συνεχώς αλυσοδεμένο, κολλημένο, σαν σε έναν τοίχο έτοιμο να τον εκτελέσουνε. Είχα την εντύπωση ότι ήμουνα κάποιος. Δηλαδή ο Γιώργος ο high, ο free, ότι ήξερε τα πάντα και το βασικό ότι δεν ήταν "ξενέρωτος".
Τώρα πραγματικά θέλω να ηρεμήσω, να δεχτώ με οποιοδήποτε κόστος την αλήθεια, να είμαι δυνατός στις καταστάσεις που μπορώ να βρίσκομαι. Θέλω να έχω την αίσθηση για οτιδήποτε κάνω. Να μπορώ να χαίρομαι και τα άσχημα και τα ωραία. Τώρα αναζητώ ένα Γιώργο να κάθεται να ακούει και να μην μιλάει πολύ, να είναι ταπεινός, να είναι ήρεμος, να μάθει να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις που υπάρχουν καθημερινά γύρω του. Να μάθει να αισθάνεται, αλλά να αισθάνεται. Να έχει αυτοπεποίθηση, να μην τα παρατάει εύκολα.
Να αγαπάει τους εχθρούς του, ακόμα και τους φόβους του. Θέλω να επιβιώσω σε αυτήν την π… την κοινωνία.
Γιώργος Κ.
Σύμφωνα με εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών (Ε.Κ.Π.Ν.), η χρήση και οι θάνατοι από τα ναρκωτικά αυξήθηκαν κατακόρυφα στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Ιδιαίτερα ευπαθείς στη χρήση των ναρκωτικών εμφανίζονται οι ηλικίες από 15 έως 25 ετών. Ο χρήστης στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι άτομο που δεν μπόρεσε, δεν άντεξε τα κοινωνικά μας δεδομένα, την κοινωνία των συνεχώς διευρυνόμενων ανισοτήτων, την νέα τάξη πραγμάτων που απαξιώνει τους ανθρώπους, τη διαφορετικότητα και την προσωπικότητά τους.
Το «κοινωνικό» κοστούμι αποδείχτηκε πως δεν είναι ραμμένο στα μέτρα του, όπως άλλωστε, για όλο και περισσότερους ανθρώπους που καταφεύγουν, μέσω της ιατρικής, σε άλλες νόμιμες εξαρτησιογόνες ουσίες (αγχολυτικά, αντικαταθλιπτικά, υπνωτικά, αλκοόλ), για ν' αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, τις εντάσεις και τις αποτυχίες που τους επιφυλάσσει η σύγχρονη ανεπτυγμένη κοινωνία.
Σύμφωνα με έναν ανώνυμο:
«…το πρόβλημα δεν είναι η σύριγγα, αλλά το αδιέξοδο. Παραδομένοι στο τέλμα δεν είναι μόνο οι χρήστες των ναρκωτικών, αλλά και η μεγάλη μάζα των ευυπόληπτων πολιτών. Ο ψυχοπαθογόνος κύκλος του μηδενός στεφανώνει τους έσχατους, όπως και τους πρώτους. Οι τρύπες των χρηστών ανοίγουν τις προοπτικές της δικής μας αυτογνωσίας. Οι θάνατοι από υπερβολική δόση (πιθανώς προγραμματισμένοι από εμπόρους), διαταράσσουν τον καθωσπρεπικό μας ύπνο. Όμως το πρόβλημα δεν είναι ότι τα καημένα τα παιδιά έσβησαν τη ζωή τους, αλλά ότι δεν άρχισαν ποτέ να την ζουν. Πέρασαν από το θάνατο στο θάνατο.
Τα ναρκωτικά σκοτώνουν την μειοψηφία που αρνήθηκε ή δεν μπόρεσε να χωνέψει αμάσητους τους πλαστικούς λωτούς που συντηρούν τον ύπνο του συστήματος. Ο χρήστης φτάνει στο μηδέν αλλά δεν το ξεπερνάει. Αγγίζει την κόλαση, αλλά δεν επιδιώκει τον Παράδεισο. Αποτάσσεται την φθορά της κοινωνίας αλλά όχι την φθορά του εαυτού του. Η μυρωδιά του θανάτου είναι αποπνικτική. Ο κόσμος βουβός, σκεπασμένος με το θολό πέπλο της ανοησίας. Οι άνθρωποι βηματίζουν κουρδισμένοι στα προκαθορισμένα τους στέκια. Η απουσία του νοήματος πλημμυρίζει ασφυκτικά την οικουμένη. Μέσα στη «νύκτα των πάντων» η άσπρη ανοίγει μια προοπτική. Την περιπέτεια του θανάτου.»
Το σημαντικότερο πρόβλημα, πέραν της ανησυχητικά ταχύτατης και ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της χρήσης ουσιών, είναι ο πειραματισμός και η χρήση των ουσιών σε ολοένα και μικρότερες ηλικιακές ομάδες.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στα ναρκωτικά αλλά σ' αυτό που οι νέοι αναζητούν σ' αυτά και διαμέσου αυτών. Η παρόρμηση τους για να τα χρησιμοποιήσουν δεν εξαρτάται από το αν υπάρχουν νόμιμα ή παράνομα ναρκωτικά, σκληρά ή μαλακά, αλλά σε σημαντικές εσωτερικές ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν.
Η οποιαδήποτε ψυχοτρόπος ουσία έρχεται για να απαλύνει επώδυνες εσωτερικές διεργασίες και ταυτόχρονα να οδηγήσει μακριά, να τους αποσπάσει από την εφιαλτική κοινωνική πραγματικότητα. Η εξάρτηση γίνεται έτσι ο καθρέπτης ενός πολιτισμού παρακμής.
Σήμερα ολόκληρη η κοινωνία προωθεί την νοοτροπία του καταναλωτή. Όσο περισσότερο εστιάζουμε τη ζωή μας στα υλικά αγαθά, όσο περισσότερο ψάχνουμε την υλική επιτυχία, τόσο λιγότερο είμαστε ικανοί να δημιουργήσουμε πράγματα εμείς οι ίδιοι. Αυτός που δεν νοιώθει ικανός να δημιουργήσει, νοιώθει ένα εσωτερικό κενό και γίνεται ευάλωτος σε ποικίλους πειραματισμούς, προκειμένου να ψυχαγωγηθεί, να ξεσπάσει, να «το ρίξει έξω». Αντίθετα, ένας νέος που έχει τα δικά του ενδιαφέροντα, το δικό του τρόπο για να περνάει τον ελεύθερο χρόνο του, τη δική του δημιουργική ώθηση, δίνει νόημα στη ζωή του, νοιώθει μια εσωτερική πληρότητα και γίνεται ανεξάρτητος, αντιστεκόμενος καλύτερα στον πειρασμό της χρήσης.
Η ουσιοεξάρτηση δεν είναι μια θλιβερή πραγματικότητα, ένας δρόμος χωρίς επιστροφή, ένα ατυχές γεγονός για το οποίο δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Είναι ένα σύμπτωμα των αντιθέσεων που βλέπουμε και ζούμε καθημερινά στην κοινωνία και στον πολιτισμό μας. Για να μπορέσουμε να αναχαιτίσουμε το κακό πρέπει να εντοπίσουμε και ν' αντιμετωπίσουμε τις αιτίες του.
Σε μια εποχή που η χρήση ουσιών φαντάζει ως η μόνη διέξοδος για μια διαρκώς αυξανόμενη μερίδα των νέων, είναι ζωτικής σημασίας η επισταμένη εξέταση του φαινόμενου. Συνεπώς, πρέπει ν' αναζητηθούν τα αίτια και να χρησιμοποιηθούν οι λειτουργίες της Συμβουλευτικής, με τέτοιο τρόπο, ώστε να διαφανεί η ελπίδα και να στηριχτεί η προσπάθεια των νεαρών χρηστών, για ένα δημιουργικό, ελπιδοφόρο, νέο ξεκίνημα στη ζωή τους.
Ο τοξικομανής, αναφέρει ο Ehrenberg[i], είναι σήμερα η συμβολική φιγούρα που χρησιμοποιείται για να ορίσουμε το πρόσωπο ενός αντι-υποκειμένου, που η οδύνη του ταυτίζεται με ένα κόσμο ιδιωτικό, χωρίς όρια. Είναι αυτός που ζει μέσα και διαμέσου της εξάρτησης.
Μέσα από την εμπειρία της χρήσης των ναρκωτικών, ο τοξικομανής κατά την Μάτσα[ii] , διαμορφώνει μια ορισμένη σχέση με τον εαυτό του και τον κόσμο. Από αυτήν την εμπειρία είναι κατά πρώτο λόγο εξαρτημένος. Τα ναρκωτικά τον απομονώνουν από όλους. Τον κάνουν να μην σκέφτεται, να μη μιλά, παρά μόνο για αυτά, να μην έχει συναισθήματα, να "γεμίζει το κεφάλι του" για να μπορεί ν' αντέχει τον εαυτό του και τους άλλους. Έρχονται, δηλαδή, να παίξουν το ρόλο του διαμεσολαβητή, του ενδιάμεσου τρίτου, ανάμεσα στον εαυτό του και τον άλλο.
Πιο κάτω παρατίθενται οι ορισμοί που δίνουν για τον τοξικομανή, ο Δημήτρης Κ. και ο Γιώργος Κ., νεαροί τοξικομανείς σε πρόγραμμα απεξάρτησης:
Το ότι είμαι ναρκομανής για μένα σημαίνει ότι έχω μια πολύ άσχημη ασθένεια με καταστρεπτικές συνέπειες για την ζωή μου. Το ότι είμαι ναρκομανής δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι με ενδιαφέρει όσο τίποτε άλλο να παίρνω ναρκωτικά, αλλά και με έναν απαίσιο τρόπο ζωής που σε οδηγεί στην απομόνωση και στην ψυχολογική εξαθλίωση.
Το να είμαι ναρκομανής για μένα σημαίνει ότι χάνω ό,τι όμορφο μπορεί να προσφέρει η ζωή, χάνω τα αληθινά αισθήματα και την ψυχική μου ηρεμία, κάτι το πολύ σημαντικό για μένα, και τη θέση της παίρνουν η ανία, η παράνοια και ένα σωρό ακόμα απαίσιες συνήθειες που σε καταστρέφουν, με αντάλλαγμα να ζεις σε ένα ψεύτικο παραμύθι κατά τη στιγμή της χρήσης.
Κατά τη γνώμη μου σα ναρκομανής την περίοδο της χρήσης βγαίνει ένας άλλος εαυτός, που δεν έχει καμία σχέση με τον πραγματικό μου χαρακτήρα, και αυτό το διαπιστώνω γιατί σαν ναρκομανής άλλαξα τα πάντα στη ζωή, πράγμα που δεν θα έκανα ποτέ αν δεν αποκτούσα αυτήν την αρρώστια.
Το μόνο που μπορώ να δω μέσα από αυτόν τον εφιάλτη είναι ότι τον τελευταίο καιρό που έχω ελαττώσει αρκετά τη χρήση, έχω μεγάλη επιθυμία να ζήσω φυσιολογικά, να βγω νικητής από αυτήν τη μάχη και να αποκτήσω αυτοέλεγχο της ζωής μου.
Δημήτρης Κ.
και:
Σα ναρκομανής που ήμουνα, είχα πολλές φαντασιώσεις μέσα στο μυαλό μου. Πάντα σκεφτόμουνα πράγματα και καταστάσεις, πολύ φαντασμένες. Ότι ήθελα μια γκόμενα, ένα αμάξι, μια τέλεια ζωή, τα πιο πολλά ναρκωτικά και πολλά άλλα. Συνέχεια ήθελα. Φανταζόμουνα τόσο πολύ που είχα ξεπεράσει τα όρια. Σκεφτόμουνα συνέχεια τι θα γίνει στο μετά και όχι στο σήμερα. Συνέχεια ερχόμουνα σε σύγκρουση με τον εαυτό μου, ότι από αυτά που ήθελα δεν είχα αποκτήσει τίποτα και έλεγα δεν πειράζει, θα γυρίσει ο τροχός, θα γ…. και ο φτωχός. Πάντα έτσι έλεγα και έπνιγα την αποτυχία, τις φαντασιώσεις με το πιώμα.
Γιώργος Κ.
Κατά τη Μάτσα[iii], δεν γίνεται τυχαία τοξικομανής. Η περιέργεια, η μίμηση, ο πειραματισμός, η έλξη του απαγορευμένου, η μυθοποίηση των ναρκωτικών, οι παρέες, η μεγάλη διαθεσιμότητα των ουσιών παίζουν ρόλο στο να δοκιμάσει κανείς. Για όλους αυτούς τους λόγους, όλο και περισσότεροι άνθρωποι σήμερα δοκιμάζουν τα ναρκωτικά. Κανείς όμως δεν θα γίνει τοξικομανής επειδή απλώς και μόνο δοκίμασε ναρκωτικά. Η εγκατάσταση της τοξικομανίας προϋποθέτει τη συνάντηση μιας προσωπικής, ψυχολογικής κρίσης με την κοινωνική. Η συνάντηση αυτή διαμεσολαβείται πάντα από την κρίση της συγκεκριμένης οικογένειας στην οποία ανήκει ο τοξικομανής. Το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιείται η κρίσιμη συνάντηση με την ουσία παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο με την προσωπικότητα του τοξικομανή και την οικογένειά του. Η ύπαρξη ενός ψυχολογικού υποστρώματος, ευάλωτου και ελλειμματικού, δεν σημαίνει ότι οι ατομικές προδιαθέσεις έχουν μεγαλύτερη σημασία από τους οικογενειακούς και τους κοινωνικοπολιτιστικούς παράγοντες. Σημαίνει πως απλώς και μόνο μια κοινωνική και άλλη πίεση βιώνεται με διαφορετικό τρόπο από κάθε άτομο ξεχωριστά και ότι ορισμένα άτομα είναι πιο ευάλωτα σ' αυτήν.
Σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς παρουσιάζουν κάποια προδιάθεση στη χρήση ναρκωτικών τα άτομα που ανήκουν σε τρεις κατηγορίες παιδικής ηλικίας:
Εκεί όπου υπάρχουν μεγάλα ελλείμματα στον ψυχισμό, που δημιουργήθηκαν από την ώρα που αυτά τα παιδιά ήρθαν στο κόσμο. Τα άτομα που ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία έχουν ένα διαρκές αίσθημα εγκατάλειψης ή ματαίωσης και βιώνουν την κοινωνία σαν "κακή μητέρα", υπόλογη απέναντί τους, με ένα μόνιμο, μικρότερο ή μεγαλύτερο, χρέος προς αυτά.
Εκεί όπου σημειώθηκαν βίαιες ρήξεις στη ζωή τους ως παιδιών ή προεφήβων (χωρισμός γονιών, σοβαρές αρρώστιες, θάνατος αγαπημένων προσώπων, κλπ.) Τα άτομα που ανήκουν σ' αυτήν την κατηγορία αισθάνονται προδομένα από τη μοίρα, που δεν τους έδωσε ίσες ευκαιρίες με τους άλλους ανθρώπους.
Ενδιάμεσες μορφές, όπου υπάρχουν όλα αυτά τα στοιχεία σε διάφορους συνδυασμούς (γονεϊκός αλκοολισμός, οικογενειακή βία, σοβαρές αρρώστιες, κλπ.)
Δεν καταλήγουν όμως στην τοξικομανία όλα τα δύσκολα παιδιά που επιβαρύνονται από οικογενειακούς, κοινωνικούς, βιολογικούς και άλλους αρνητικούς παράγοντες.
Γιατί στρέφεται ο νέος, στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας ή ακόμα και της προεφηβείας του, στα ναρκωτικά; Γιατί τα παίρνει;
Τα παίρνει για να αισθάνεται διαφορετικός μέσα σε μια κοινωνία που τον ωθεί με κάθε τρόπο στην ομοιομορφία της καθημερινής ρουτίνας και στη ρηχότητα κάθε μόδας. Για να ενταχθεί σε μια ομάδα, να ανήκει κάπου, όπου μπορεί να γίνει αποδεκτός στη διαφορετικότητά του, μια ομάδα που θα λειτουργεί ως υποκατάστατο αληθινών κοινωνικών σχέσεων.
Για να μυηθεί σε ένα κοινωνικό ρόλο και να δημιουργήσει μια εικόνα εαυτού αποδεκτή, πρώτα απ' όλα από τον ίδιο. Για να μπορεί να επικαλείται μια ιδεολογία, ως σημείο αναφοράς σε μια κοινωνία που διακηρύσσει "το τέλος των ιδεολογιών". Για να αποκτήσει το τόσο αναγκαίο για αυτόν αίσθημα παντοδυναμίας, που θα καλύψει εκείνο της ανασφάλειας, της ανικανότητας, της αποτυχίας. Για να καλύψει το αίσθημα δυστυχίας που τον διακατέχει, την έλλειψη πάθους και φαντασίας, την απουσία νοήματος από την ζωή του, τα εσωτερικά κενά του, το διαρκές αίσθημα ανικανοποίητου, μοναξιάς και βασανιστικής ανίας.
Για να ανακουφιστεί, ναρκώνοντας τον τεράστιο ψυχικό του πόνο, την εσωτερική ένταση, το άγχος. Για να προστατευθεί από τη βασανιστική πίεση του κόσμου που τον βιώνει- από τα τρυφερά του ακόμη χρόνια- ως εχθρικό και απάνθρωπο, έναν κόσμο φτώχειας, ανεργίας, μοναξιάς, αδιαφορίας, βίας, αποκλεισμού. Για να μπορέσει να εκφράσει με το λόγο όλα τα έντονα φορτισμένα-βασικά αρνητικά-συναισθήματα που είναι συσσωρευμένα μέσα του. Για να συγκεντρώσει πάνω του όλο το ενδιαφέρον των δικών του. Για να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη ή άλλη ψυχοπαθολογία. Για να απομακρύνει την απειλή που αντιπροσωπεύουν για αυτόν οι άλλοι, για να μπορέσει να επιβιώσει ψυχικά, μέσα σε όρους προσωπικής εκμηδένισης.
Γιατί αυτή η προσωπικότητα, όποια δομή και αν έχει, σημαδεμένη από πρώιμους τραυματισμούς, ελλειμματική και ευάλωτη, χωρίς όρια, με έντονη παρορμητικότητα και ανασφάλεια αναζήτησε από νωρίς έναν τρόπο να κάνει πιο ανεκτή τη σχέση της με τον Άλλο.
Σ' αυτή την πορεία συναντήθηκε με την Ουσία και εξαρτήθηκε από αυτήν. Αυτή η εξάρτηση δεν περιορίζεται στην ουσία και τη φαρμακολογική της δράση. Αφορά πάνω από όλα μια συγκεκριμένη εμπειρία, μέσα από την οποία εγκαθιδρύει μια ειδική σχέση με τον κόσμο. Μέσα από αυτή την εμπειρία προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεπεράσει το αίσθημα της αποτυχίας που κυριαρχεί μέσα του, το αίσθημα της απόλυτης αποξένωσης[iv].
Το θέμα της χρήσης απασχολεί καθημερινά την κοινή γνώμη, την επιστημονική κοινότητα καθώς επίσης και τους κρατούντες τα ηνία της εξουσίας . Τα ΜΜΕ προβάλλοντας συνεχώς το θέμα και τιτλοφορώντας το ως «το πρόβλημα των ναρκωτικών» διαπράττουν το ίδιο σφάλμα που σκοπίμως ή όχι διαπράττει και η πλειοψηφία των χώρων που παρέχουν τις υπηρεσίες τους στον τομέα αυτό: εστίαση σε λάθος σημείο αναζήτηση του δέντρου αγνοώντας και χάνοντας το δάσος .
Ατέρμονες προσπάθειες κινητοποίησης με στόχο τη «θεραπεία» των χρηστών που επικεντρώνεται στη διακοπή της χρήσης . Ανοιχτές και κλειστές κοινότητες όπου χρήστες όλων των ηλικιών και οι οικογένειές τους περνούν 1,5 χρόνο περίπου προκειμένου οι πρώτοι να σταματήσουν τη χρήση ουσιών.
Από την άλλη ομιλίες στα σχολεία, εκπομπές ειδικών στην τηλεόραση, ημερίδες και διακρατικές συνεργασίες με στόχο την πρόληψη μέσω της ενημέρωσης . Κι ενδιαμέσως street work προσπάθειες για μείωση της βλάβης και μακριοί κατάλογοι υποψήφιων χρηστών για λήψη μεθαδόνης. Όλοι και όλα προσαρμοσμένα σε μια κοντόφθαλμη οπτική με κεντρικό στόχο τη διακοπή της χρήσης .
Το πώς αυτής της διακοπής στην αρμοδιότητα ειδικών ενώ το γιατί της έναρξης της χρήσης πολύμορφο και πολύπλοκο με έμφαση στις κοινωνικές συνθήκες και στο σύγχρονο τρόπο ζωής . Και μέσα σε όλο αυτό το πλέγμα αντιπαραθέσεις και ατελείωτοι διαξιφισμοί γύρω από το επίμαχο θέμα της «αποποινικοποίησης της χρήσης».
Και το αποτέλεσμα όλων αυτών αντιστρόφως ανάλογο με το ποσοστό των χρηστών και τον ατέλειωτο κατάλογο των θυμάτων που στην πλειοψηφία τους είναι νεαροί ενήλικες, ενώ πολλοί από αυτούς είχαν περάσει και από τα θεραπευτικά προγράμματα , χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα .
Και ο κατάλογος αυτό θα μακραίνει όσο οι αυτοαποκαλούμενοι ειδικοί και θεραπευτές, όσο η πολιτεία και το επίσημο κράτος συνεχίζουν να εστιάζουν στο σύμπτωμα αγνοώντας το πρόβλημα. Γιατί όταν ένας νέος κάνει χρήση ουσιών το πρόβλημα δεν είναι η χρήση αλλά ο εθισμός ενώ η χρήση ουσιών, ο τζόγος, το internet αποτελούν την εκδήλωση αυτής της συμπεριφοράς – ασθένειας. Αν το κλειστό σύστημα της θεραπείας δεν ανοίξει και δεν δεχτεί τις πληροφορίες της κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά συνεχίσει ν' αποστειρώνει ανθρώπους προκειμένου να τους επανεντάξει «καθαρούς» σε μια κοινωνία που νοσεί, το μόνο που θα πετυχαίνει θα είναι να γίνονται οι άνθρωποι αυτοί πρόσφορο έδαφος για τις κοινωνικές ιώσεις που κυοφορούν φυσικό και κυρίως πνευματικό θάνατο. Οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη αποστείρωσης αλλά ανάπτυξης αντισωμάτων τέτοιων που θα τους επιτρέψουν να ενταχθούν δημιουργικά συμβιβαζόμενοι με το κοινωνικό γίγνεσθαι .
Η πρόληψη από την άλλη δεν γίνεται ούτε στα panel συζητήσεων μεταξύ σοφών ειδικών ή μέσω ατέρμονων ομιλιών σε σχολικές τάξεις. Μπορεί να έχει αποτέλεσμα όταν πραγματώνεται στις γειτονιές που μαστίζονται από ανεργία -άρα και από χρήση- στα χαμόσπιτα που φιλοξενούν οικονομικούς μετανάστες και με μια πολιτική που ξεκινά με βάση το αίτημα της ομάδας στόχου κι όχι τους κεφαλαιοκεντρικούς οραματισμούς των αναρριχόμενων φελλών με έξοδα πληρωμένα από το κοινοτικό πλαίσιο στήριξης.
Η ίαση του εθισμού δεν επιτυγχάνεται με ταυτόχρονα ντοπάρισμα του πολίτη από ένα μπαράζ διαφημίσεων τυχερών παιχνιδιών και διαπροσωπικών σχέσεων που για να είναι εφικτές πρέπει να συνυπάρχουν με ακριβά αυτοκίνητα και άφθονο αλκοόλ.
Για να πείσεις ένα χρήστη πως για να ζήσει πρέπει να επανενταχθεί , δεν αρκεί να του ζητήσεις να σταματήσει τη χρήση για 1,5 χρόνο κι ύστερα να του δώσεις το προνόμιο του ενός ποτηριού, πρέπει να μπορείς και να ξέρεις το γιατί τόσο καλά που να το πιστέψει . Πρέπει να του δώσεις κίνητρα και προοπτική. Να καταλάβει πως δεν είναι αυτός το καμένο δέντρο σε ένα πράσινο δάσος. Αλλά ένα καταπράσινο δέντρο σε ένα καμένο δάσος που πρέπει να δυναμώσει , να πιστέψει στο χρώμα του, να κάνει ο ίδιος και να αναλάβει το σχέδιο της ζωής του προκαλώντας το δάσος να τον καθρεφτίσει και σταματώντας επιτέλους να θυσιάζεται καθρεφτίζοντας εκείνος το δάσος .
αντί επιλόγου – «ΕΜΕΙΣ»
Είμαστε μια ομάδα ανθρώπων που οι δρόμοι ενώθηκαν αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Έχουμε να παλέψουμε με πολλές δυσκολίες και ίσως η μεγαλύτερη είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Γι' αυτό πρέπει να καταλάβουμε, παρά τα εμπόδια που υπάρχουν πολλές φορές ότι το μεγαλύτερο όπλο μας είναι να είμαστε μαζί. Πλέον καταλαβαίνω ότι το φως είναι περισσότερο από το σκοτάδι μέσα μου.
Δημήτρης Κ.
Με λένε Γιώργο. Ναι όπως το ακούτε. Σας αρέσει το όνομά μου. Το ξέρω. Και τι κρύβεται πίσω από την ονομασία. Δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Μου αρέσει να γελάω και να παίζω. Μου δίνει ρυθμό στη ζωή μου όταν γελούν οι άνθρωποι. Έρχονται δυσκολίες μέρα με τη μέρα. Έχω όνειρα. Α, κι όταν είμαι ξύπνιος. Μου αρέσει να παρατηρώ και να επεξεργάζομαι. Μένω με την οικογένειά μου. Βρίσκομαι με τους φίλους και τις φίλες μου. Είμαι μικρός.
Γιώργος Κ.
[i] Ehrenberg, Α. (1991). Un monde de funambules, στο Individus sous influence, σελ 8.
[ii] Μάτσα, Κ. (2001). Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές-Το αίνιγμα της τοξικομανίας, σελ 89
[iii] Μάτσα, Κ., ό.π., 2001, σελ 26.
[iv] Μάτσα, Κ., ό.π., 2001, σελ. 28-31