Αρχείο κατηγορίας Φιλοσοφία και Πολιτική

Η αφετηρία της διανοητικής εξέλιξης του Karl Marx

Η αφετηρία της διανοητικής εξέλιξης του Karl Marx

 

Του (+) Παναγιώτη Κονδύλη

 

 

Περίληψη

 

Γιατί ο Μαρξ επιλέγει να ασχοληθεί με τη μετακλασσική ελληνική φιλοσοφία στη διδακτορική του διατριβή;

1. Οι ριζοσπαστικοί εγελιανοί στους οποίους ανήκει ο Μαρξ θεωρούν τον εαυτό τους και πρωτεργάτη αλλά και επίγονο του Χέγκελ. Η συναίσθηση του επιγόνου τους κάνει να ανακαλύπτουν εκλεκτικές συγγένειες με τους εκπροσώπους της όψιμης ελληνικής φιλοσοφίας που κι εκείνοι αντιμετώπισαν το δύσκολο έργο να φιλοσοφήσουν μετά τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη.

2. Η μετα-αριστοτελική προσφέρει στους νεοεγελιανούς την κατάλληλη θεωρητική αφετηρία για την πάλη τους κατά της θεολογίας.

3. Βασικό γνώρισμα της φιλοσοφίας των επιγόνων είναι η αποκοπή από τη μεταφυσική προβληματική και η στροφή προς τον υποκειμενικό χώρο, προς την αυτοσυνειδησία. Η αυτοσυνειδησία όμως ήταν το κεντρικό σύνθημα των νεοεγελιανών.

Αυτοσυνειδησία

 

Βασικό φιλοσοφικό μέλημα των ριζοσπαστών επιγόνων του Χέγκελ ήταν να δείξουν ότι το απόλυτο πνεύμα (η ύψιστη αρχή του εγελιανού συστήματος) δεν ήταν κατά βάθος τίποτα άλλο παρά η αυτοσυνειδησία. Κατ' αυτούς, ο Χέγκελ φαινομενικά μόνο αντιτάσσει το Απόλυτο στο Εγώ και υποτάσσει το δεύτερο στο πρώτο. Στην πραγματικότητα το Απόλυτο απορροφάται πλήρως από το Εγώ, Θεός και άνθρωπος ταυτίζονται και άρα ο μόνος Θεός που υπάρχει είναι ο άνθρωπος. Η έννοια του ανθρώπου ισοδυναμεί με το σύνολο των ανθρώπινων εκδηλώσεων, άνθρωπος δηλαδή είναι το ενεργό υποκείμενο που δημιουργεί την ιστορία: Θεός και Ιστορία, Άνθρωπος και Ιστορία ταυτίζονται.

Η ερμηνεία όμως αυτή του Χέγκελ είχε το θεωρητικό της αντίτιμο: για να υποστηριχθεί η ταύτιση πνεύματος και αυτοσυνειδησίας, έπρεπε να αποσιωπηθούν άλλες, σημαντικές πλευρές της σκέψης του δασκάλου: Το απόλυτο πνεύμα του Χέγκελ κάλυπτε και την ανθρώπινη και την εξω-ανθρώπινη, δηλαδή τη φυσική, πραγματικότητα, επιπλέον δε όλες τις μορφές και του υποκειμενικού και του αντικειμενικού πνεύματος. Συμπίεση του πνεύματος στα όρια της αυτοσυνειδησίας σήμαινε χωρισμό ανθρώπινου πνεύματος και άψυχης φύσης αλλά και διάσταση του υποκειμενικού πνεύματος με το αντικειμενικό, αντίθεση δηλαδή ατομικής αυτοσυνειδησίας προς τις κοινωνικοπολιτικές πραγματώσεις του πνεύματος.

Για το Χέγκελ ήταν αδιανόητο ότι η φιλοσοφική αυτοσυνειδησία μπορούσε να έρθει σε σύγκρουση με τον κοινωνικοπολιτικό κόσμο: Αν παρατηρούνται συγκρούσεις μεταξύ αυτοσυνειδησίας και κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας, θα πρόκειται για ατελείς μορφές τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης. Συνεπώς δεν υπάρχει ολοκληρωμένη φιλοσοφία (άρα και αυτοσυνειδησία) όσο ο κόσμος παραμένει ατελής και, αντίστροφα, η παρουσία ολοκληρωμένης φιλοσοφίας, δηλαδή μιας εννοιολογικής συμπύκνωσης του κόσμου, σημαίνει ότι ο κόσμος έχει φτάσει στο ανώτατο επίπεδο εξέλιξης.

Οι νεοεγελιανοί όμως έχουν μια διαφορετική αίσθηση και αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Τους ενδιαφέρει η κριτική της και όχι ένα φιλοσοφικό σύστημα που ζει από τη συμφιλίωση (Versöhnung), από την αμοιβαία διαμεσολάβηση (Vermittlung) και άρση των αντιθέσεων (Aufhebung). Στο πλαίσιο αυτό επανανακαλύπτουν την υποκειμενικού χαρακτήρα μετακλασσική ελληνική φιλοσοφία αλλά και το δυναμικό υποκειμενισμό του Φίχτε. Απορρίπτουν έτσι την εγελιανή θεωρία της συμφιλίωσης με την πραγματικότητα και προβάλλουν το αίτημα της πραγμάτωσης της φιλοσοφίας: φιλοσοφία και πραγματικότητα χωρίζονται και η πρώτη, όντας η τελειότερη, γίνεται το μέτρο με το οποίο κρίνεται η δεύτερη.

Από εδώ προκύπτει το πρωτείο της πράξης απέναντι στη θεωρία: Με την πραγμάτωση της φιλοσοφίας επιδιώκεται ουσιαστικά η αποκατάσταση μια γνήσιας και οριστικής πραγματικότητας (ολότητας). Να διευκρινιστεί ότι ως πράξη εννοείται η θεωρητική εργασία που αναπτύσσει η φιλοσοφία όταν εγκαταλείπει την ενατενιστική στάση και υιοθετεί κριτική συμπεριφορά.

 

Μαρξ και θρησκεία

 

Η φιλοσοφία λοιπόν για τον νεαρό Μαρξ μπορεί να αποτελέσει κριτική του κόσμου μόνο αν αποτελεί συνάμα υπέρβαση του έστω και θεωρητική. Λείπει εδώ η θεωρία για την ιδεολογία ως "ψευδή συνείδηση". Η πίστη στον κοσμοδιορθωτικό ρόλο της φιλοσοφίας πηγάζει από την άγνοια των κοινωνικών και φιλοσοφικών εξαρτήσεων της φιλοσοφικής σκέψης. Η φιλοσοφία, για τον νεαρό ιδεαλιστή Μαρξ, δεν καθορίζεται από τον κόσμο, παρά μπορεί και οφείλει να τον καθορίσει. Ενώ στον ώριμο Μαρξ, θρησκεία και φιλοσοφία ταυτίζονται, την εποχή που γράφει τη διατριβή του θεωρεί τη φιλοσοφία ως τον μεγαλύτερο και αληθινό πολέμιο της θρησκείας. (Είναι τόσο έντονη η επιθυμία του να αντιπαραθέσει φιλοσοφία και θρησκεία που αμφισβητεί ακόμα και την πνευματική συγγένεια πλατωνισμού και χριστιανισμού).

Η φιλοσοφία για το Μαρξ ενσαρκώνει το αλτρουϊστικό ήθος που εμπνέεται από το Λόγο, το ήθος του ελεύθερου και αυτόνομου ατόμου, ενώ η θρησκεία ενσαρκώνει το φόβο της τιμωρίας, εμπνέοντας μια μικρόψυχη και ιδιοτελή συμπεριφορά. Αντιπαραθέτει στον ιδιοτελή ατομικισμό τη συλλογική υπόσταση και αξία του ανθρώπινου γένους. Η αυτοσυνειδησία είναι μία υπερήφανη, ατομική κριτική παρουσία που καταπολεμά την υποταγή στους θρησκευτικά καθαγιασμένους θεσμούς, ενώ το ανθρώπινο γένος είναι η ανώτερη αρχή που σβήνει τους ατομικούς φόβους και την ιδιοτέλεια.

Ο νεαρός Μαρξ συμμαχεί με τον υλισμό, παρόλο που δεν ομολογεί – ούτε καν υπαινίσσεται – πίστη στην προτεραιότητα της ύλης απέναντι στη συνείδηση, επειδή ο υλισμός εμφανίζεται ως συνεπής άρνηση των θρησκευτικών μύθων, άρα ως ηθική στάση απαλλαγμένη από το φόβο και την ελπίδα. Ξεκινάει λοιπόν από μια ηθική κι όχι μεταφυσική αποτίμηση του υλισμού, και τον συγκαταλέγει στα ρεύματα που συναπαρτίζουν το διαφωτισμό, ως κίνημα κατά της δεισιδαιμονίας και της πρόληψης.

 

Από την εισαγωγή του Π. Κονδύλη στο βιβλίο: Κ. Μαρξ, Διαφορά της δημοκρίτειας και επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας [1841], Εκδόσεις Γνώση 1983. [περίληψη, ενδιάμεσοι τίτλοι: herrk]

 

Φρ. Ένγκελς για Θρησκεία και ταξική πάλη

Ο Φρίντριχ Ένγκελς για τη Θρησκεία και την ταξική πάλη

 

Του Michael Lowy

 

«… Αυτό που είναι σημαντικό και χρειάζεται να σημειώσουμε μ' αυτά τα αποσπάσματα  είναι ότι τεκμηριώνουν την ανοικτή σκέψη του Ένγκελς και τη θέλησή του να εξετάσει το ενδεχόμενο να καταστεί και πάλι η θρησκεία η ιδεολογία και η κουλτούρα ενός αντικαπιταλιστικού και/ ή επαναστατικού κινήματος… »

1) Μετάφραση: Χρήστος Βαλλιάνος

2) Σημείωση 1η admin της Αποικίας Ορεινών Μανιταριών: Αν και η ορθοδοξία δεν είναι ούτε θρησκεία, ούτε ιδεολογία, μπορεί να υποστασιάζεται στα υποκείμενα υπερβαίνοντας τη θρησκεία και πλουτίζοντας την επανασταική ιδεολογία και κουλτούρα. Το παρακάτω κείμενο κείμενο που αλιεύσαμε, .αποτελεί μια ακόμα βάση για διάλογο μαρξισμού και ορθοδοξίας.

 

3) Εισαγωγή του Παναγ. Βήχου, admin του Πολιτικού Καφενείου:

Ένα άρθρο του Michael Lowy που σκανάρω από το Περιοδικό «ΟΥΤΟΠΙΑ» (Μάρτιος – Απρίλιος 1999) για τις Θέσεις του Φρίντριχ Ένγκελς για τη Θρησκεία και την ταξική πάλη. Ο Michael Lowy ήταν τότε διευθυντής στην Ecole des Hautes του Παρισιού. Το άρθρο είναι σχετικά άγνωστο και αξίζει να δημοσιευθεί και στο Πολιτικό Καφενείο.

 

 

4) Σημείωση 2η admin της Αποικίας Ορεινών Μανιταριών : Όλο το σκαναρισμένο κείμενο το πήραμε από το «Πολιτικό καφενείο» εδώ με ημερομηνία καταχώρησης 29-09-2009-03:48:59

 

 

Δεν ακούγεται πρόταση για τον πολιτισμό

Δεν ακούγεται καμία πρόταση για τον πολιτισμό… 

 

Του μον. Μωυσή Αγιορείτη

 

Την άλλη Κυριακή ο ελληνικός λαός θα προσέλθει στις κάλπες, για να εκφράσει την επιθυμία του ποιος θέλει να τον κυβερνήσει. Παρατηρείται μάλλον ένα μούδιασμα, μία ατονία. Δεν υπάρχει ο παλαιός ενθουσιασμός.

Ίσως να είναι δείγμα πολιτισμού, λέγουν, η παρατηρούμενη ησυχία. Θα ήταν σίγουρα μεγάλο το ευτύχημα αν μετά τις εκλογές άλλαζε προς το καλύτερο η χώρα.

Είναι γεγονός, όπως λέγουν πολλοί, ότι επικρατεί ένα κλίμα λίαν παγερό, υποτονικό, μελαγχολικό. Οι νέοι δίχως αισιοδοξία και χαρά και με ανησυχία για το μέλλον τους. Οι συνταξιούχοι μοναχικοί, απομονωμένοι, λησμονημένοι, φοβισμένοι και ταραγμένοι. Οι οικογένειες διαλυμένες, δυστυχισμένες, διασπασμένες και νευριασμένες. Δυστυχώς οι Νεοέλληνες δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι για την παρούσα κατάσταση της χώρας τους. Η μεσαία τάξη περίεργη και καχύποπτη.

Φοβάμαι πως και η επόμενη μέρα θα είναι ακριβώς ίδια με την προηγούμενη. Λείπει το όραμα, το μεράκι, το φιλότιμο, η ειλικρίνεια. Δεν γκρινιάζω αναίτια. Ο ξύλινος πολιτικός λόγος δεν αγγίζει καμιά καρδιά.

Κουράστηκαν οι πολίτες μια μονότονη φλυαρία των πολιτικών. Νομίζουν ότι αυτοί που τους ακούν τρώνε άφθονο κουτόχορτο. Η αποχή είναι λύση; Όχι. Το λευκό είναι λύση; Όχι. Τελικά κάποιος ψηφίζει το λιγότερο κακό.

Χρειάζονται λοιπόν ισχυρά αντανακλαστικά, δυνατά αντισώματα.

Περίσκεψη και αιδώς. Το πρόβλημά μας δεν είναι απλά και μόνο οικονομικό. Είναι πλέον περισσότερο από φανερό ότι το πρόβλημά μας είναι πνευματικό. Αισθανόμαστε ξένοι στον τόπο μας. Δεν τολμάμε να πούμε ότι αγαπάμε την πατρίδα μας. Ο πατριωτισμός αποτελεί νόσημα ή αίρεση για τους ψευτοκουλτουριάρηδες των Αθηνών. Να πεις ότι είσαι χριστιανός Ορθόδοξος χρειάζεται τόλμη. Θα σε ειρωνευτούν βάναυσα με ένα πονηρό χαμόγελο οίκτου. Χάθηκε η εθνική αξιοπρέπεια!

Η σύγχρονη υπερκαταναλωτική κοινωνία βουρδουλίζεται από τη συνεχή προσφορά νέων ειδών. Και νομίζει ο ταλαίπωρος καταναλωτής ότι θα αλλάξει αυτοκίνητο και αυτόματα θα αλλάξει και η ζωή του. Και καλά αυτό να το κάνουν οι έμποροι και οι διαφημιστές, αλλά να το κάνουν και οι πολιτικοί; Να παίζουν δηλαδή με την καημένη την καρδιά μας. Είναι ανεπίτρεπτο κάτι τέτοιο. Και όμως τους ακούμε και δεν τους γυρίζουμε την πλάτη.

Δεν ακούγεται καμία πρόταση για τον πολιτισμό, περισσότερο αναπτύσσεται η πρασινολογία και κοκκινολογία. Πολιτισμός βέβαια δεν είναι κάποιες φαιδρές γραφικότητες, μπουζουκοτράγουδα και προχειρότητες δίχως έμπνευση, πνοή και τέχνη, περιφερόμενων θιάσων, με δυτικόφερτες ή ανατολίτικες επιδράσεις, και όχι το κάλλος των εγχώριων πηγών. Ο πολιτισμός φωτίζει, υψώνει, χαριτώνει, εξευγενίζει, ελευθερώνει και χαροποιεί τον άνθρωπο.

Οι πολιτικοί προσβλέπουν στην εκκλησία προς άγραν ψήφων ή προς πολεμική, προς ικανοποίηση των αντιφρονούντων.

Μερικοί τη βλέπουν μόνο σαν φιλανθρωπικό κατάστημα και της επιτρέπουν να συνεχίζει το φιλανθρωπικό έργο της.

Μερικοί τη θεωρούν πλούσια υπέργηρη που κάποτε χρειαζόταν, που έχει εκπληρώσει τον σκοπό της. Έτσι μιλούν για άμεσο και πλήρη χωρισμό, για αρπαγή της εκκλησιαστικής περιουσίας, για φορολόγησή της, για περιορισμό της.

Τώρα αν και οι άνθρωποι της εκκλησίας τη θεωρούν ως μια ωραία ιδεολογία και ότι το έργο της όλο εξαντλείται στη φιλανθρωπία, η κατάσταση τότε γίνεται αρκετά αξιοθρήνητη.

Οι βλέψεις ορισμένων για τη δημιουργία λαϊκού, άθρησκου, άθεου κράτους δεν θα πρέπει να μας παρασύρουν σε συζητήσεις ανώφελες.

Είναι ώρα ευθύνης. Χρειάζεται περίσκεψη. Δίχως φόβο και πάθος καταθέτουμε το λογισμό μας. Αυτή την κρίσιμη ώρα, ας πράξει καθένας το καλύτερο. Υπάρχει οπωσδήποτε οικονομική κρίση, πιστεύουμε όμως ακράδαντα ότι μεγαλύτερη είναι η πνευματική. Ας σκάψουμε και μέσα μας.

Ας δούμε τα πράγματα βαθύτερα. Ας μελετήσουμε καλύτερα το παρελθόν μας. Ας σκεφτούμε καλά το μέλλον μας.

 

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 26/9/2009

 

ΠΗΓΗ: Από keliotis στις Σάββατο, 26 Σεπτεμβρίου 2009 @ 26/9/2009 23:00   http://agioritikesmnimes.pblogs.gr/2009/09/518421.html

 

Σημείωση: Ο τίτλος του άρθρου και οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον admin.

Διεθνισμός, Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά

Διεθνισμός και Παγκοσμιοποίηση – Το ιδεολόγημα της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς

Του Δαμιανού Βασιλειάδη *

  

«Ο άνθρωπος είναι ό,τι πράττει»

1. Εισαγωγή

Στην ανάλυσή μου που σχετίζεται με τον ανωτέρω τίτλο, θα επικεντρωθώ σε εκείνες τις δυνάμεις της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς που περιλαμβάνονται στους κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ και θεωρούν ότι ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία ή αντικειμενικά, με τις πράξεις τους, ότι εντάσσονται σ’ αυτήν.

Η διαχρονική εμπειρία έχει αποδείξει και θεωρείται πια ως αναμφισβήτητη αντικειμενική γνωσιολογική κατάκτηση ότι ο αυτοπροσδιορισμός οποιουδήποτε ανθρώπου δεν σημαίνει αυτομάτως και την αλήθεια. Μπορεί δηλαδή κάποιος να αυτοαποκαλείται αριστερός, κεντρώος, δεξιός, κ.λπ και να μην είναι στην πράξη αυτό που λέει. Κι αυτό, γιατί όπως προανέφερα, η πράξη καθενός είναι το κριτήριο για τον οποιοδήποτε προσδιορισμό. Συνεπώς, και για να γίνουμε πιο σαφείς, ένας που ονομάζει τον εαυτό του αριστερό, μπορεί με αντικειμενικά κριτήρια και με βάση τις πράξεις του να είναι ακόμη και φασίστας. Στην απόλυτη σύγχυση σε όλα τα επίπεδα, που ζούμε, αυτό δεν πρέπει να μας παραξενεύει. Ούτως ή άλλως ο καθένας μας, από την προσωπική του ζωή, έχει βιώσει πολλά τέτοια παραδείγματα, έστω κι αν δεν τα ομολογεί. Μ’ ένα λόγο: Δεν μπορεί να είσαι ό,τι δηλώσεις.

Συνέχεια

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

 ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

 

Δοκίμιο του Αθανασίου Δ. Καραμπούζη**

 

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 

Η δύναμη της φιλοσοφίας πάνω στις σύγχρονες επιστήμες είναι αδιαμφισβήτητη απ' όλες τις απόψεις. Αυτή είναι που καθορίζει τη μορφή τους, θέτει όρια σ' αυτές, τις εξελίσσει και εξελίσσεται μαζί τους. Ο κλάδος της φιλοσοφίας που ασχολείται με τέτοιου είδους μελέτες ονομάζεται επιστημολογία. 

Εκ πρώτης όψεως, μια τέτοια συζήτηση μοιάζει να εκφυλίζεται a priori σε καθαρά θεωρητικούς στοχασμούς, αποκομμένους από την πραγματικότητα, αποκομμένους από το ίδιο το πεδίο της επιστημονικής σκέψης. Στις φυσικές επιστήμες τα πράγματα είναι λιγότερο θολά, καθώς έχουν να κάνουν λίγο ως πολύ με μια δοσμένη πραγματικότητα (αν και οι επιστημολογικές προσεγγίσεις αποτελούν κι εκεί χώρους διαμάχης). Εν τούτοις στις κοινωνικές- οικονομικές επιστήμες αποκτά τον χαρακτήρα στιβαρής άποψης- ιδεολογίας – που οικοδομεί θεωρίες, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν την καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου. Αυτές οι αντιθέσεις και θεωρησιακές συγκρούσεις εντός της επιστημονικής κοινότητας αποτελούν την κριτική των οικονομικών θεωριών. Επομένως η επιστημολογική μελέτη καθίσταται sine qua non προϋπόθεση για την συνεπή μελέτη της επιστήμης της οικονομίας και των ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων στο ιστορικό τους πλαίσιο. 

Η ερώτηση- θεμέλιο που τίθεται στη βάση όλων αυτών των αναζητήσεων είναι η ύπαρξη αντικειμενικής αλήθειας ή όχι. Το παρόν πόνημα εξετάζει και τις δύο απόψεις με την καλύτερη δυνατή αμεροληψία, καθώς μια απλή ιστορική αναδρομή δεν είναι ο σκοπός μου. Περισσότερο μια συνοπτική παρουσίαση των θεωριών που επηρεάζουν μέχρι τις μέρες μας τις κοινωνικο- οικονομικές συζητήσεις, ανά την υφήλιο, στην ιστορική τους διάσταση και με κριτική διάθεση.  

Η αρχή, «το κινούν αίτιο», γίνεται με τον Λογικό Θετικισμό και συνεχίζει με τους επιγόνους του, τον Karl Popper, Thomas Kuhn, Imre Laktos, για να κλείσει με την παράθεση των μεταμοντέρνων απόψεων, από την δεκαετία του '70, του Paul Feyerabend και άλλων «αναρχικών» μέχρι των ημερών μας, που υποστηρίζουν την μη ύπαρξη αντικειμενικότητας στην επιστήμη (εν αντιθέσει με τους προαναφερθέντες φιλοσόφους). Στη ροή του κειμένου παραθέτω αρκετές φορές, κατ' αντιδιαστολή με τις άνωθι θεωρήσεις, την μαρξιστική αντίληψη για τις κοινωνικές επιστήμες, χωρίς να αφιερώνω όμως ξεχωριστή ενότητα. Στο τέλος καταγράφω συμπεράσματα, απόσταγμα της ενασχόλησής μου με τον τομέα, ανάμικτα με προσωπικές απόψεις για την φύση των κοινωνικών επιστημών, σε σύνδεση με την παγκόσμια κρίση του 2008, καθώς και βιβλιογραφία προς βοήθεια του ενδιαφερόμενου (για πρωτογενές υλικό και αναλύσεις) αναγνώστη. 

 

ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 

 

Ο Λογικός θετικισμός είναι ένα φιλοσοφικό κίνημα, που γεννήθηκε στην καρδιά της Ευρώπης. Ο λεγόμενος «Κύκλος της Βιέννης» δραστηριοποιήθηκε στη δεκαετία 1920-30, όταν το corpus των βασικών συγγραφέων επιδόθηκε στην ενοποίηση όλων των κοινοτήτων (φιλοσοφικών) που προσιδίαζαν στο εμπειρισμό. Η ίδια η Βιέννη αποτελεί ήδη από το 1985, με τον Ernst Mach, προπύργιο της εμπειρικής φιλοσοφίας. Άλλοι πρωτοπόροι της εμπειρικής σκέψης, όπως οι Boltzmann και Adolf Stöhr αποτέλεσαν τη φιλοσοφική «μαγιά», το υπόβαθρο για το έργο του Moritz Schlick. Για πρώτη φορά συγκροτείται  ρεύμα υπό την καθοδήγησή του. Το μεγαλύτερο μερίδιο στην επιρροή για τη διαμόρφωση του Κύκλου ως συμπαγές κίνημα, όμως,  αποδίδεται στον Wittgenstein. Το έργο του, Tractatus logico-philosophicus , αποτέλεσε καταλύτη για τις εξελίξεις. Πλέον οι μεγάλοι του Θετικισμού έχουν σαν βάση της ερμηνείας των επιστημών (και συνεπώς της κοσμοαντίληψής των) αυτή την οπτική για τη γλώσσα που εισήγαγε ο Wittgenstein. Κατόπιν, στα 1930, εκδίδεται για πρώτη φορά από τους Carnap και Reichenbach το περιοδικό Erkenntnis, με σκοπό την προώθηση των ιδεών του ρεύματος και την συσπείρωση των οπαδών του.

Κατά τον Viktor Kraft, κοινή αφετηρία και συνισταμένη των Θετικιστών φιλοσόφων είναι η απόρριψη κάθε είδους Μεταφυσικής ως τρόπου γνώσης και η εξύψωση της επιστήμης και του ορθολογισμού. Στην πραγματικότητα ο Κύκλος της Βιέννης συνεχίζει μια μακρά παράδοση, που θέλει την λογική ως την μόνη προϋπόθεση για την κατανόηση του κόσμου, και, που ανάγεται στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό. Οι κλασσικοί άγγλοι εμπειρικοί (Bacon, Locke, Hume, Mill) ήταν αυτοί που επηρέασαν βαθύτατα τους Θετικιστές, οι οποίοι ονομάζονται και Νεοεμπειριστές. Η βάση της φιλοσοφίας των κλασσικών αυτών έγκειται στην αρχή της επαγωγής. Ο μόνος νόμος, η μόνη αλήθεια είναι αυτή που καθορίζεται από τα στοιχεία που συλλέγονται από την πραγματικότητα.  

Παράδειγμα

Προκείμενες προτάσεις (στοιχεία): Ο ήλιος λάμπει. Ο ήλιος έλαμπε χθες. Ο ήλιος έλαμπε προχθές, κλπ. Συμπέρασμα: Ο ήλιος θα λάμπει αύριο.  

Εδώ γίνεται φανερή η χρησιμότητα του επιστημονικού νόμου: η βελτίωση της ζωής του ανθρώπινου είδους μέσω της πρόβλεψης ενός ανασφαλούς μέλλοντος. Το νόημα αυτό του κάθε επιστημονικού νόμου έχει, άσχετα με την μεθοδολογία που ακολουθεί ο επιστήμονας (παραγωγική, επαγωγική), πάντα στόχο τέτοιου είδους προβλέψεις.  

Στις απλοϊκές μεθόδους των άγγλων εμπειριστών προσέθεσαν πληθώρα μεθόδων, χάρη στην αλματώδη εξέλιξη της τεχνολογίας και στην πνευματική παρακαταθήκη της συμβολικής λογικής (Peano, Russell) στις παρυφές του 20ου αιώνα.

Ο θεμελιώδης φιλοσοφικός άξονας του Θετικισμού, γύρω από τον οποίο περιφέρεται η όλη φιλολογία του, είναι η εμπειρική τεκμηρίωση της επιστήμης, θεώρηση που τη διαχωρίζει από τη μεταφυσική και της προσδίδει τον χαρακτήρα της μόνης και απόλυτα ορθής γνώσης (επιστήμη που δεν τεκμαίρεται με βάση την αντικειμενική πραγματικότητα είναι μεταφυσική). Σ αυτή τη βάση, λοιπόν, μια θεωρία είναι επιστημονική εφ’ όσον επαληθεύεται εμπειρικά. Η επιστήμη έχει εδώ στατική δομή ενώ το περιεχόμενο των επιστημονικών θεωρημάτων και πορισμάτων είναι αδιάφορο. Η λογική δομή μιας επιστημονικής πρότασης είναι η πεμπτουσία του Θετικισμού.       

Αυτή η λογική δομή είναι που καθορίζεται από την αντίληψή τους για τη γλώσσα. Ο νομιναλισμός τους αφορά στον καθορισμό, όχι μόνο αληθών και ψευδών προτάσεων, αλλά και προτάσεων με ή χωρίς νόημα. Έτσι όπως μια λογική, έτσι και μια επιστημονική πρόταση είναι ανάξια συζήτησης εφ’ όσον δεν περιέχει νόημα, το οποίο πηγάζει απ’ τα εμπειρικά δεδομένα.  Με άλλα λόγια ο καθορισμός μιας επιστήμης είναι ο καθορισμός του συνόλου των προτάσεων με νόημα που την συνθέτουν.  

Παράδειγμα

Πρόταση χωρίς νόημα: Ο χρόνος είναι μεγάλος.

Πρόταση με νόημα: Ο χρόνος είναι απόλυτο μέγεθος.  

Η 2η πρόταση, ανεξαρτήτως αν είναι αληθής η ψευδής, αποτελεί επιστημονική πρόταση. Η διερεύνηση της αληθείας της αφορά το περιεχόμενο και όχι τη δομή της και θα εξαρτηθεί από τα εμπειρικά δεδομένα για την επαλήθευση ή απόρριψή της. 

Περνώντας τώρα στο οικονομικό πεδίο, διαπιστώνουμε ότι η κυρίαρχη συνεισφορά του Θετικισμού είναι η συζήτηση για την θετική και την κανονιστική οικονομική, διάκριση επίκαιρη μέχρι τις μέρες μας.

Επιχειρώντας μια σύντομη προσέγγιση (καθώς έχει χυθεί άπλετο μελάνι επί του ζητήματος) μπορούμε να θεωρήσουμε ως θετική οικονομική  την ανάλυση της συμπεριφοράς των οικονομούντων ατόμων στη βάση συλλεχθέντων δεδομένων. Κατ’ ουσίαν, αυτό που ενδιαφέρει είναι το αν οι προτάσεις που διατυπώνονται είναι επαληθεύσιμες από τα πραγματικά στοιχεία. Στο επίκεντρο βρίσκονται τα γεγονότα ενώ οι σχέσεις αιτίου-αιτιατού υπόκεινται σε διαρκή έλεγχο. Μπορούμε να πούμε ότι απαντά στο ερώτημα «τι είναι…» 

Παραδείγματα

– Το ποσοστό ανεργίας αυξάνεται όσο μειώνεται το επίπεδο τιμών των προϊόντων.

– Η τιμή του γάλακτος αυξήθηκε τα τελευταία 3 χρόνια κατά 1 €.

 Είναι προφανής η δυνατότητα ελέγχου επαλήθευσης των παραπάνω οικονομικών προτάσεων. 

 

Τον διαχωρισμό αυτό πρώτος ξεκίνησε ο John Neville Keynes το 1891 αλλά έγινε πλήρως αποδεκτός χάρη σ’ ένα δοκίμιο του Milton Friedman το 1953. Τα τελευταία χρόνια η επαληθευσιμότητα σαν βασικός όρος για την επιστημονικότητα των προτάσεων κερδίζει έδαφος, χάρη στην αλματώδη εξέλιξη της τεχνολογίας, καθώς τα οικονομετρικά μοντέλα, το κατεξοχήν πρακτικό εργαλείο στα χέρια των κοινωνικών επιστημόνων, σχεδιάζονται πλέον εύκολα και ταχύτατα και ο έλεγχος επαλήθευσης καθίσταται ρουτίνα. Φυσικά μέχρι την οικονομική κρίση των ημερών μας, όπου οι κανονικές επιστημονικές νόρμες τείνουν να αμφισβητούνται.

Κι εδώ υπεισέρχεται η κανονιστική οικονομική. Θα μπορούσαμε να την ορίσουμε, επιφανειακά ως την «ανάμιξη της ιδεολογίας στο επιστημονικό πεδίο», κάτι που απεύχονταν οι Θετικιστές (και εξακολουθεί να προκαλεί αντιδράσεις). Είναι αυτή η παραγωγική λογική που παίρνει προτεραιότητα εδώ, με το ανθρώπινο μυαλό να κανονίζει τους οικονομικούς νόμους και να «εξαναγκάζει» τα στοιχεία, αν μου συγχωρείτε την έκφραση, να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στο καθορισμένο πλαίσιο. Είναι η επιστήμη του «πως θα έπρεπε να είναι…». 

Παράδειγμα

Η τιμή του γάλακτος πρέπει να είναι στα 0,80 € για να μπορούν όλα τα στρώματα να εξασφαλίζουν τις απαραίτητες ποσότητες. 

Εδώ διαφαίνεται ότι τα στοιχεία θα πρέπει να συμβιβαστούν μ’ ένα κατασκεύασμα της ανθρώπινης διάνοιας. Που φυσικά δεν θα υπόκειται σε έλεγχο επαλήθευσης επ’ ουδενί τρόπω. Η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα «χειραγωγείται» από το προϊόν του μυαλού.  

Η προσέγγιση αυτή στην επιστημολογία είναι γνωστή ως κονστρουκτιβισμός. Η επιστημονική αλήθεια, δηλαδή, κυρίως η κοινωνικο-οικονομική, κατασκευάζεται (construct) από τους επιστήμονες και δεν προϋπάρχει αυτούσια. Κύριοι εκφραστές αυτής της άποψης είναι ο Karl Marx και οι επίγονοί του, αν και οι τελευταίοι τείνουν να επιδοκιμάζουν ως ένα βαθμό τη χρήση οικονομετρικών μεθόδων στην επαλήθευση των παραχθέντων πορισμάτων. Στη Δύση, ο νομπελίστας οικονομολόγος Amartya K. Sen, στο βιβλίο του Collective Choice and Social Welfare (1970), αναλύει εκτενώς τις δύο προσεγγίσεις, κάνοντας αρκετά ενδιαφέρουσες επισημάνσεις. 

Χαρακτηριστικότερο απ’ όλα είναι το παράδειγμα της θεωρίας της αξίας για να καταδειχθεί η αγεφύρωτη απόκλιση των δύο απόψεων. Ενώ οι πρώτοι οικονομολόγοι και ο Marx υποστηρίζουν συγκεκριμένες (και διαφορετικές, ως γνωστόν) θέσεις για την «εσωτερική» αξία των οικονομικών αγαθών, η θεωρία της αγοράς, κυριαρχούσα σήμερα, δέχεται την ανταλλακτική αξία ως την μόνη αμιγώς επιστημονική θεωρία, καθώς οι νόμοι της ζήτησης και προσφοράς, που καθορίζουν την ανταλλακτική αξία ενός αγαθού, είναι, απλούστατα, επαληθεύσιμοι. Και επιβεβαιώνεται έτσι η βασική αρχή του Θετικισμού στην οικονομική επιστήμη. 

Κλείνοντας αυτή την ενότητα, θα ήθελα να κάνω ορισμένες επισημάνσεις, σχετικά με την εφαρμογή του Λογικού Θετικισμού στην οικονομική επιστήμη. Ο Κύκλος της Βιέννης μικρή έως ελάχιστη επιρροή είχε στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία, καθώς παρέμεινε ένα περιθωριακό ρεύμα. Μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και την μετανάστευση των Γερμανών εκπροσώπων του στην Αμερική βρήκε ευήκοα ώτα στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Η αιτία μπορεί να αναζητηθεί σε μια σειρά από ιστορικά γεγονότα: 1ον  η παράδοση του εμπειρισμού στην Αγγλία και η διάδοσή της ως κυρίαρχης κοσμοαντίληψης και στον Νέο Κόσμο, 2ον η οικονομοκεντρική θεώρηση της ανάπτυξης στην Αμερική του 50’, με την εκτόξευση της κατανάλωσης και την θεώρησή της ως πυλώνα της οικονομικής μεγέθυνσης, 3ον μιας μεγέθυνσης που προσλάμβανε τα χαρακτηριστικά της ισχύος και  του πλούτου της αναδυόμενης αμερικανικής υπερδύναμης και 4ον η ανάγκη σαφούς ιδεολογικής διαφοροποίησης από το αντίπαλον δέος, το ανατολικό μπλοκ, με τις κονστρουκτιβιστικές του αντιλήψεις, που διέτρεχαν κάθε έκφανση της επιστήμης, της γνώσης και του ανθρώπινου γίγνεσθαι. Χάρη σε αυτές τις αιτίες, ιστορικής, περισσότερο, φύσεως, ο Λογικός Θετικισμός μεσουράνησε στην δυτική οικονομική σκέψη του 20ου αιώνα, και καθορίζει ακόμη και στις μέρες μας τις απόψεις μεγάλου τμήματος της επιστημονικής κοινότητας. 

 

Ο KARL POPPER ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ 

 

Από τα πρώτα του βήματα ο Λογικός Θετικισμός συνάντησε την αμφισβήτηση από πάσα κατεύθυνση σχετικά με το εμπειρικό κριτήριο, ως απόλυτο μέγεθος. Την ίδια εποχή, στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Karl Popper συνδέθηκε στενά με τον Κύκλο της Βιέννης και θεωρήθηκε αυθαίρετα από πολλούς διανοητές (π.χ. η σχολή της Φρανκφούρτης) ότι συμμερίζεται πλήρως τις απόψεις των Λογικών Εμπειριστών και ανήκει στις τάξεις τους. Στην πραγματικότητα όμως, ο ίδιος απέρριψε τη βασική τους θεώρηση για το κριτήριο της επαλήθευσης (verification), αντιπροτείνοντας το κριτήριο της διαψευσιμότητας και συνεχίζοντας σε παράλληλο δρόμο με τους προκατόχους του, ως προς την εξάρτηση της επιστήμης από τα στοιχεία.

Ο Popper, έχοντας περάσει από πολλά στάδια της ευρωπαϊκής διανόησης (κάποια περίοδο διατέλεσε σφοδρός υπέρμαχος του Μαρξισμού και μέλος της αυστριακής σοσιαλιστικής νεολαίας), ανέπτυξε ένα οξύ φιλοσοφικό κριτήριο και το ανήγαγε σε αυτοσκοπό της θεωρίας του. Εφαλτήριο για τη διαφοροποίηση του σε σχέση με τους Θετικιστές αποτέλεσε η ασυμμετρία μεταξύ επαλήθευσης και διάψευσης, που την τελευταία υποστήριξε σθεναρά στα ογκώδη έργα του. Χρησιμοποίησε τον λογικό νόμο modus tollens για να καταδείξει αυτή την ασυμμετρία: 

Αν p και q είναι λογικές προτάσεις, τότε ισχύει η σχέση: (p→ q) → (-q→ -p). Δηλαδή, εφ’ όσον το q είναι άμεση απόρροια του p, τότε ενδεχόμενη άρνηση του q συνεπάγεται διάψευση του αρχικού p. Σε αντίθεση τώρα, καθώς η σχέση (p→ q) είναι μονόδρομη, η επιβεβαίωση αληθείας του q δεν συνεπάγεται απαραίτητα και αληθές p.

Συνεπώς η επαγωγή ακυρώνεται στην πράξη, καθώς δεν υφίσταται πεπερασμένος αριθμός παρατηρήσεων που να επιβεβαιώνει μια επιστημονική πρόταση. Εδώ υπεισέρχεται η έννοια της διάψευσης, η οποία εύκολα επιτυγχάνεται με μία μόνο αρνητική παρατήρηση. Έτσι το κριτήριο της διαψευσιμότητας μιας επιστημονικής θεωρίας αποκτά απόλυτη δυναμική. 

Τα ερώτημα λοιπόν «τι είναι επιστήμη;» το απαντά ο Popper ως εξής: επιστημονική είναι μια θεωρία, η οποία υπόκειται συνεχώς στον έλεγχο διαψευσιμότητας. Δεν υφίσταται, κατ’ αυτό τον τρόπο, απόλυτη επιστημονική αλήθεια, καθώς κάθε θεωρία κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να διαψευσθεί. Είναι έγκυρη μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

Αυτή η επιφυλακτικότητα εξηγείται από την αγωνιώδη προσπάθεια εγκατάλειψης κάθε δογματισμού στο πεδίο της επιστήμης και την αντικατάστασή του από την κριτική δυνατότητα, εξυψώνοντας, όμως, όπως και οι Θετικιστές, τα εμπειρικά δεδομένα στη σφαίρα του απόλυτου. 

Στην οικονομική, αυτή η εφαρμογή των ιδεών του Popper επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την σύγχρονη σκέψη και εξακολουθεί να καθορίζει πολιτικές ακόμη και σήμερα. Στην βιβλιογραφία, αναφέρεται ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η ποσοτική θεωρία του χρήματος, η βάση της μονεταριστικής θεώρησης του Milton Friedman. Μία ποσοστιαία μεταβολή της ποσότητας χρήματος συνεπάγεται και αντίστοιχη ποσοστιαία μεταβολή στο επίπεδο τιμών. Μπορούμε γενικά να πούμε ότι εκφράζεται η αιτιατή σχέση ποσότητας κυκλοφορούντος χρήματος και πληθωρισμού.

Σε μια τέτοια μαθηματική σχέση, λοιπόν, που επαληθευόταν προσωρινά από τις μετρήσεις, ο Popper θα διατεινόταν ότι η θεωρία δεν διαψεύστηκε, χωρίς να σημαίνει ότι έχει γίνει οριστικά αποδεκτή, καθώς κάποιο ενδεχόμενο οικονομετρικό υπόδειγμα με καλύτερα ποιοτικά στοιχεία (καλύτερη εξειδίκευση, χαμηλότερου βαθμού προβλήματα διαταρακτικού όρου και συντελεστών κλπ) θα μπορούσε να διαψεύσει τις αρχικές υποθέσεις της θεωρίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει δύο πράγματα: 1ον, ότι πρόκειται για αμιγώς επιστημονική θεωρία, αφού υπόκειται σε έλεγχο διαψευσιμότητας και ,2ον, ότι τη δεχόμαστε με επιφύλαξη εξαιτίας της πιθανότητας αναίρεσής της στο μέλλον. 

Εξαιτίας αυτής της «ανασφάλειας» που αποπνέει η επιστημολογική θεωρία του Popper, αντιπροτείνονται ορισμένες χαρακτηριστικές τεχνικές για την ισχυροποίηση των επιστημονικών θεωριών. Συγκεκριμένα υποστηρίζει τον ανταγωνισμό μεταξύ των θεωριών, με την έννοια ότι η μέχρι στιγμής αδιάψευστη επιστημονική θεώρηση είναι και πρέπει να είναι η επικρατούσα. Επίσης δίνει μεγάλη έμφαση στις ad hoc προσθήκες στις θεωρίες, για να βελτιώσουν πτυχές τους που δεν αναιρούνται από τον έλεγχο διαψευσιμότητας.  Η μόνη περίπτωση, έτσι, να παρέλθει η ισχύς μιας επικρατούσας θεωρίας είναι να μορφοποιηθεί μια γενικότερη θεωρία, που θα περιλαμβάνει την προηγούμενη σαν υποσύνολο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Γενικής Θεωρίας του Keynes, η οποία μόνο γενική δεν ήταν(!), αφού περιλήφθηκε σαν υποπερίπτωση στην Νεοκλασικής Θεωρίας. Γενικά, η  επιστημονική εξέλιξη και πρόοδος μέσω του ανταγωνισμού αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ποππεριανής φιλοσοφίας.  
 

 

ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ THOMAS KUHN 

 

Η θετικιστική και ποππεριανή επιστημολογία μεσουρανούσε στην περίοδο 1940-1960,με την επιστημονική επαγωγή να αποτελεί τον απόλυτο κυρίαρχο στη μεθοδολογία που χρησιμοποιούσαν οι επιστήμονες. Στις αρχές της δεκαετίας, όμως, του 60΄ επέρχεται η ρήξη με τις θέσεις αυτές, σαν πρώτη αντίδραση στη λογική του άκρατου εμπειρισμού και της μαθηματικής λογικής στην ερμηνεία του ρόλου των επιστημών. Ο Thomas Kuhn δημοσιεύει το ρηξικέλευθο έργο του Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων και ένα νέο ρεύμα είναι ήδη γεγονός *. Οι οπαδοί του υποστηρίζουν την δυναμική της ίδιας της ιστορίας στη διαμόρφωση της επιστήμης, με τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά, σε αντιδιαστολή με την τυπική λογική των Θετικιστών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σχετικιστές, όπως ονομάζονται αυθαίρετα, καθώς ουδέποτε υπήρξαν συγκροτημένη ομάδα, στις θεωρήσεις τους εμπεριέχουν την ανθρώπινη δημιουργικότητα, σε επίπεδο ατόμου και όχι κοινωνίας (μαρξιστική θεώρηση). Οι επιστημονικές θεωρίες είναι ιστορικές οντότητες με δικαίωμα τόσο στην αλήθεια όσο και στο λάθος. Αυτή είναι και η προσφορά τους, κατά τους σχετικιστές: η βελτίωση του ανθρώπου και όχι η ανακάλυψη της απόλυτης αλήθειας. 

Στο έργο του ο Kuhn εισάγει μια νέα έννοια- θεμέλιο για την επιστημολογική του ανάλυση, το paradigm. Ο ίδιος το ορίζει σαν «ένα τρόπο να βλέπει κανείς τον κόσμο και να ασκεί επιστήμη σ’ αυτόν». Στην ουσία, πρόκειται για ένα σύνολο αξιωμάτων το οποίο γίνεται αποδεκτό από το μεγαλύτερο κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας. Η όποια έρευνα εστιάζει στη δημιουργία νέων πορισμάτων, στην επέκταση του οικοδομήματος, χωρίς να αμφισβητούνται οι βασικές υποθέσεις. Ο λόγος, κατά τον Kuhn, για τον οποίο επιβάλλεται να υπάρχει ενιαίο υπόδειγμα, είναι ότι αποτελεί τον μόνο οργανωμένο τρόπο μια θεωρία να προσελκύσει οπαδούς. Το πώς ανατρέπεται η καθεστηκυία τάξη στην επιστήμη περιγράφεται λίγο παρακάτω. 

Ο Kuhn εισάγει ένα νέο ολόκληρο μοντέλο ανάπτυξης μιας επιστημονικής θεωρίας, στη βάση της έννοιας  paradigm. Από το προεπιστημονικό στάδιο, και με τη βοήθεια ενός νέου paradigm και της επιστημονικής κοινότητας που το προωθεί, οδηγούμαστε στη φυσιολογική επιστήμη. Εδώ αναπτύσσεται η επιστημονική έρευνα στις δεδομένες βάσεις του υποδείγματος. Η έρευνα παίρνει και εμπειρική μορφή για την καλύτερη τεκμηρίωση των προϊόντων της (βλέπουμε ότι ο Kuhn συμμερίζεται τη χρησιμότητα του εμπειρισμού, χωρίς να τον ανάγει σε απόλυτο κριτήριο).

Σ’ αυτό το σημείο όμως υπεισέρχεται η έννοια της ανωμαλίας. Όταν αυτή εμπειρική έρευνα φέρει μη αναμενόμενα συμπεράσματα, με βάση τις a priori υποθέσεις, τότε είναι ένα πρώτο σημάδι περαιτέρω ελέγχου. Πολλές ανωμαλίες μπορεί να οδηγήσουν σε αμφισβήτηση του αρχικού υποδείγματος. Αυτό και πάλι είναι σχετικό όμως, καθώς το πλήθος των ανωμαλιών που οδηγεί στη ανατροπή είναι θολά καθορισμένο και εξαρτάται από τις κρίσεις των ερευνητών. (Στην πραγματικότητα η σχετικότητα μιας επιστημονικής θεωρίας έγκειται στην υπερβολική αξία που προσδίδεται στην επιστημονική κοινότητα, που είναι το νέο κριτήριο ελέγχου της επιστήμης, κατά τον Kuhn.) Η συσσώρευση πολλών τέτοιων νεφών, πάντως, οδηγεί σε περίοδο κρίσης, με χαρακτηριστικό την ύπαρξη της ιδιόρρυθμης επιστήμης. Ο όρος αυτός υποδηλώνει τη συγκρουσιακή συνύπαρξη περισσότερων του ενός paradigm, σε μια ιστορική περίοδο που χαρακτηρίζεται από ρωγμές σε θεμελιώδεις δομές και πλήρη αμφισβήτηση.

Εδώ υπεισέρχεται η κεντρική έννοια του έργου που είναι η επιστημονική επανάσταση. Υπάρχουν κάποια αόρατα «στεγανά», όπως προανέφερα, ένα άγνωστο πλήθος ρωγμών στη παραδοσιακή αντίληψη, που όταν ξεπεραστεί έχουμε οριστική ρήξη. Η περίοδος, κατά την οποία η επιστημονική επανάσταση λαμβάνει χώρα, χαρακτηρίζεται από αναρχία στην κοινότητα των επιστημόνων και τη δημιουργία πολλών και διαφορετικών τάσεων, με αξιωματικές διαφορές. Καμία επιστημονική επιχειρηματολογία δεν ευδοκιμεί εδώ. Η κριτική σκέψη παραχωρεί τη θέση της στην πειθώ (με όποια μέσα, πολλές φορές) και κατά συνέπεια στην απλή πεποίθηση- πίστη- ότι μια θεωρία είναι σωστότερη από μια άλλη, χωρίς ίχνος ερευνητικής διεργασίας, χωρίς κριτήρια επαλήθευσης, που τις περισσότερες φορές είναι προϊόν απλής δημαγωγίας της επιστημονικής κοινής γνώμης. Μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα σφυρηλατείται η νέα θεώρηση των πραγμάτων, που δεν αποκλείεται να είναι λανθασμένη σε σχέση με κάποια άλλη αντιπρόταση, καθώς είναι πολύ πιθανόν να κυριάρχησε με πλάγιους τρόπους, λίγο ως πολύ.

Ο κύκλος συνεχίζεται αέναα με τη δημιουργία της νέας επιστημονικής κοινότητας, που οικοδομεί τα θεωρήματα και πορίσματα της καινής φυσιολογικής επιστήμης κ.ο.κ. 

Στην οικονομική επιστήμη, οι ανωμαλίες στη βασική θεωρία, που προανέφερα, τείνουν να ονομάζονται παράδοξα. Ένα παράδοξο οξύνει την αμφισβήτηση στην καθιερωμένη θεωρία, αλλά δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για την ανατροπή της. Το πιο πιθανόν είναι ο ερευνητής (που ενστερνίζεται, φυσικά, πλήρως την φυσιολογική θεώρηση) να καταλήξει στην ανεπάρκεια των εκτιμητικών μεθόδων σαν αιτιολογία για την εμφάνιση ενός παραδόξου, παρά σε αδυναμία ερμηνείας από το ισχύον υπόδειγμα.

Το πιο γνωστό παράδοξο είναι αυτό του W. Leontief, το οποίο διαψεύδει τις υποθέσεις του κλασικού υποδείγματος της Θεωρίας του Διεθνούς Εμπορίου, των σουηδών οικονομολόγων Heckscher- Ohlin. Η εν λόγω θεωρία (ισχύουσα, σε γενικές γραμμές, μέχρι και τις μέρες μας) υποστηρίζει ότι μια χώρα, όπου αφθονεί ο συντελεστής παραγωγής «εργασία» , εξάγει εργασία και εισάγει αυτό που της λείπει, δηλαδή κεφάλαιο, και αντιστρόφως. Ο Leontief, με τη μήτρα εισροών- εκροών, απέδειξε ότι οι ΗΠΑ εξάγουν εργασία και εισάγουν κεφάλαιο, παρόλο που η οικονομία τους είναι εντάσεως κεφαλαίου. Φυσικά μία μόνο τέτοια ανωμαλία στο αρχικό υπόδειγμα δεν στάθηκε ικανή να το ανατρέψει. Έτσι  η βασική θεώρηση του υποδείγματος παραμένει κυρίαρχο δόγμα, που καθορίζει το διεθνές εμπόριο μέχρι σήμερα. Ίσως η κρίση του 2009 οδηγήσει αυτή τη φορά σε πληθώρα παραδοξοτήτων και εισέλθουμε σε φάση γενικευμένης αμφισβήτησης των κανόνων του εμπορίου, το οποίο ενισχύει πολλές στρεβλώσεις, ενώ οι βασικές υποσχέσεις του στον Τρίτο Κόσμο, περί πλουτισμού του κάθε έθνους, έχουν μείνει μέχρι σήμερα μετέωρες, χωρίς ιδιαίτερα σημαντικά βήματα προς την εξάλειψη της φτώχειας, της πείνας και των άλλων «παραδόξων», που ταλαιπωρούν απ’ αρχής την ανθρωπότητα. 

____________________________________________________________

*   Αν και ουδέποτε υπήρξε συγκροτημένο ρεύμα. Τα «μέλη» προέρχονται από διαφορετικές φιλοσοφικές παραδόσεις και από το 70’ ακολουθούν διαφορετικούς διανοητικούς δρόμους. Οι απόψεις τους έχουν απλά μια κοινή συνισταμένη, που αφορά 1) στην ιστορική ιδιότητα και,

2) στην υποκειμενικότητα της επιστήμης, αφού υπεισέρχεται ο ατομικός παράγων. 

 

ΤΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ LAKATOS 

 

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 60’, δύο βασικές θεωρήσεις της επιστήμης είχαν αποκρυσταλλωθεί: η διαψευσιμότητα (γνήσιο τέκνο του εμπειρισμού) του sir Karl Popper και η ιστορική και επαναστατική πτυχή των επιστημών (πάντα σε επίπεδο ατομικό, σε αντίθεση ,με την μαρξιστική αντίληψη της εξέλιξης της επιστήμης) του Thomas Kuhn. Τα πράγματα δείχνουν άλλη μια φορά να ανατρέπονται στο επιστημολογικό πεδίο χάρη στον Ούγγρο μαθηματικό και φιλόσοφο Imre Lakatos, στα τέλη του 60’ και στις αρχές του 70’.

Ήταν αυτός που προσπάθησε να συγκεράσει τις δύο αντίπαλες τάσεις, ενώ θεωρείται και θεμελιωτής της Οικονομικής σαν επιστήμης, με όρους φιλοσοφικούς, που εισάγει στο επιστημολογικό του υπόδειγμα. 

Αυτό που ονόμαζε «επιστημονική θεωρία» ο Popper ή «παράδειγμα» ο Kuhn, είναι στην ουσία διακλαδώσεις που ανάγονται σ’ ένα κοινό κορμό, ένα σκληρό πυρήνα που λέγεται ερευνητικό πρόγραμμα. Μια επιστημονική κοινότητα ενώνεται κάτω από αυτό το κοινό σύστημα αξιών και αξιωμάτων και αποκτά πίστη σ’ αυτές τις «αρχέγονες» υποθέσεις. Η περαιτέρω επιστημονική διεργασία (έλεγχοι, θεωρήματα, πορίσματα) ονομάζεται ευρετική. Αρνητική ευρετική είναι το σύνολο των προς αποφυγήν δρόμων της επιστημονικής έρευνας, ενώ θετική χαρακτηρίζονται οι αποδεκτοί (με βάση την προκαθορισμένη από την κοινότητα μεθοδολογία, κάτι που επιβάλλει η θεώρηση του Lakatos) μέθοδοι κτίσης του ευρύτερου οικοδομήματος της επιστημονικής θεωρίας. Αυτό το οικοδόμημα χαρακτηρίζεται ως το σύνολο των βοηθητικών υποθέσεων, το οποίο στόχο έχει (όπως και η επιστημονική κοινότητα που το αναπτύσσει) την προστασία του ερευνητικού προγράμματος από ενδεχόμενους καταστροφικούς γι’ αυτό ελέγχους. Και εξηγούμαι. 

Το υπέρτατο καθήκον των επιστημόνων είναι η προάσπιση των υποθέσεων που ασπάζονται. Έτσι εφευρίσκουν, βάσει αυτών, νέα πορίσματα και θεωρήματα, επεκτείνοντας την προστατευτική ζώνη, όσο δύνανται περισσότερο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, πιθανές απορρίψεις των υποθεωρήσεων αυτών δεν συνεπάγονται οπωσδήποτε αδυναμία του αρχικού υποδείγματος. Έτσι, αναπτύσσονται καινούργια ad hoc βοηθητικά θεωρήματα που επαληθεύονται πλέον από τα εμπειρικά δεδομένα, που έκαναν τη «ζημιά». Εδώ διαφαίνεται και μια βασική διαφορά με την ποππεριανή φιλοσοφία, που απέρριπτε κάθε σκέψη για υιοθέτηση ad hoc υποθέσεων.

Η διάφορα, σε σχέση με τον Kuhn τώρα, έγκειται στην έννοια του «παραδείγματος». Κατά τον Lakatos, μπορούν την ίδια ιστορική περίοδο να κυριαρχούνε πάνω από ένα ερευνητικά προγράμματα, με τους δικούς τους πιστούς οπαδούς, ενώ ακόμη και στο ίδιο πρόγραμμα, στην προστατευτική του ζώνη, ενδέχεται να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις. Σε αντίθεση με τον Kuhn, που πρεσβεύει το ότι ένα «παράδειγμα» είναι ο απόλυτος κυρίαρχος μιας χρονικής περιόδου.  

Επίσης, όταν αναφερόμαστε σ’ αυτή την προστατευτική ζώνη ενός προγράμματος, πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτή καθορίζει την βιωσιμότητα και την κυριαρχία του. Ένα πρόγραμμα με επιτυχημένη ανάπτυξη της ζώνης χαρακτηρίζεται ως προοδευτικό και είναι πολύ πιθανόν να μπορεί επί μακρόν να ανταπεξέρχεται στην «απειλή» των εμπειρικών δεδομένων. Σε αντίθετη περίπτωση, λέμε ότι είναι εκφυλισμένο. Η επιστημονική επανάσταση συντελείται ακριβώς όταν ένα ερευνητικό πρόγραμμα ερμηνεύει καλύτερα την πραγματικότητα από ένα άλλο. Σύντομα το τελευταίο εγκαταλείπεται, ίσως όμως μόνο προσωρινά, καθώς πολλές θεωρίες ξαναέρχονται στο προσκήνιο κάποια χρόνια αργότερα, όταν βελτιώνονται από τους εναπομείναντες οπαδούς και, φυσικά, οι συνθήκες ευνοήσουν την επανεμφάνισή τους.

Στην πραγματικότητα, ενώ η λογική του Popper επιτάσσει να απορρίπτουμε ένα πρόγραμμα που έχει διαψευστεί ή να το υπερασπίζεται η πιστή του επιστημονική κοινότητα (σε περιόδους φυσιολογικής επιστήμης), κατά τον Kuhn, το ερευνητικό πρόγραμμα «θυσιάζει» κομμάτια της προστατευτικής ζώνης του, προκειμένου να «επιβιώσει» και φυσικά όσο πιο προοδευτικό είναι, τόσο πιο αποτελεσματικά ανθίσταται. Αν δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί επαρκώς σε κάποιο νέο πρόγραμμα, τότε προσθέτει διαρκώς ad hoc υποθέσεις στην ζώνη του, οι οποίες μόνο πρόσκαιρα επεξηγούν και προβλέπουν τα εμπειρικά δεδομένα. Το πρόγραμμα σταθερά πλέον εκφυλίζεται. 

Ο Σπύρος Λάτσης, γόνος της γνωστής οικογένειας ελλήνων εφοπλιστών, υπήρξε στενός φίλος του Lakatos και ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε τη μεθοδολογία του στον οικονομικό τομέα με το κλασικό άρθρο του (case study, συγκεκριμένα) στο περιοδικό The British Journal for the Philosophy of Science, στο οποίο καταφερόταν εναντίον της μεθοδολογίας του Milton Friedman, αποδεικνύοντας, στη βάση των αρχών του Lakatos, ότι επρόκειτο περί ψευδοεπιστήμης. Ποτέ δεν κατόρθωσε η μεθοδολογία που ακολούθησε ο Friedman να προβλέψει κάποια από τα νέα δεδομένα που ήρθαν στην επιφάνεια, μέχρι τον Αύγουστο του 72’, οπότε και εξεδόθη το άρθρο.

Παρ’ ολ’ αυτά, ο μονεταρισμός εξελίχθηκε σε κυρίαρχο δόγμα, με την αυτορρύθμιση των αγορών σαν βασική πολιτική έκφρασή του στη δεκαετία του 80’ (Ρέιγκαν στην Αμερική, Θάτσερ στην Αγγλία), ενώ ο κεϋνσιανισμός εκφυλίστηκε. Το σίγουρο είναι ότι η κατεύθυνση προς την αυτορρυθμιζόμενη αγορά και τη μικρότερη κρατική παρέμβαση συνεχίστηκε και στη δεκαετία του 90’, ακόμη και από τις κεντροαριστερές κυβερνήσεις του βορείου ημισφαιρίου, ενώ τα αποτελέσματα είναι εμφανή μέχρι τη σημερινή κρίση, όπου η αντίληψη των ηγετών στρέφεται προς περισσότερο κεϋνσιανές  πολιτικές, ενώ η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε αναταραχή, σε περίοδο «επαναστατική» (για να μην ξεχνάμε τον Kuhn!). Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι το νόμπελ οικονομίας για το 2008 δόθηκε στον Paul Krugman, πολέμιο της μη εποπτευόμενης αγοράς και υπέρμαχο περισσότερο κρατικών δράσεων (γενικεύοντας λίγο παραπάνω)… 
 
Ρούμπενς: Οι τέσσερις φιλόσοφοι.

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ Ή ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ 

 

 

Το 1975 εξεδόθη ένα βιβλίο το οποίο αποτέλεσε τομή στον τομέα της φιλοσοφίας της επιστήμης, με συνακόλουθες απορρίψεις και επιδοκιμασίες στην νέα οπτική (όπως και η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων, άλλωστε): το Against Method του Paul Feyerabend.

Κι ενώ μέχρι πρότινος οι μεγάλοι επιστημολόγοι, λίγο ως πολύ αποδέχονταν την παντοδυναμία των εμπειρικών μεθόδων του Λογικού Θετικισμού, ο Feyerabend μοιάζει να απομακρύνεται περαιτέρω, ασπαζόμενος ένα ιδιότυπο είδος φιλοσοφικού αναρχισμού.

Αυτό που κάνει, επί της ουσίας, είναι να απορρίπτει κάθε μορφή μεθοδολογίας (επαλήθευση, ανάλυση υπό το πρίσμα παρελθουσών θεωριών- ιστορικός παράγοντας κλπ) και να αντιπροτείνει σαν μόνο εργαλείο επιστημονικής προόδου την ανθρώπινη δημιουργικότητα και φαντασία των ερευνητών. Θεωρεί εμπόδιο στα ανθρώπινα αυτά χαρακτηριστικά κάθε είδους συστημική προσέγγιση και παροτρύνει τους επιστήμονες να χρησιμοποιούν όποια μέθοδο τους εξυπηρετεί, έστω και μακράν ξεπερασμένη (“anything goes”).

Στη συνέχεια, επηρεασμένος εμφανώς από την εσωτερική φιλοσοφία του Kierkegaard και την άρνηση της απόλυτης αλήθειας από τους αρχαίους έλληνες σοφιστές, ο Feyerabend εισάγει την ρητορική και κοινωνιολογική θεώρηση της επιστήμης. Διατείνεται ότι καμία αντικειμενικότητα δεν υπάρχει κι ότι όλα στηρίζονται στην ρητορική δεινότητα του επιστήμονα, στο πόσο πειστικά είναι τα επιχειρήματα του ακόμη, ίσως, και σε πιο ανορθόδοξες μεθόδους πειθούς (επίθεση στο ήθος του αντιπάλου, λχ…).  

Στο οικονομικό πεδίο, που η επιστημονική έρευνα διεξάγεται με άλλους όρους, λιγότερο ποσοτικούς, σαφώς έχουμε ποικίλα παραδείγματα «ιστορικής αναλήθειας» θεωριών. Παροιμιώδης είναι η διαμάχη μεταξύ των Ricardo-Malthus για την ύπαρξη ή μη των κρίσεων υπερπαραγωγής. Ο πρώτος υποστήριζε ότι υπερπαραγωγή υπάρχει μόνο σε μερικούς κλάδους κι όχι συνολικά σε μια οικονομία ενώ οι δυνάμεις της αγοράς τείνουν να εξαλείψουν τέτοιες τάσεις. Ο Malthus προσέδωσε σημαντικό κοινωνικό ρόλο στους γαιοκτήμονες, θεωρώντας ότι οι υπερπροσφορά αγαθών απορροφάται από τους τελευταίους μέσω της μη παραγωγικής κατανάλωσης που κάνουν κι έτσι το σύστημα ισορροπεί. Καθώς ο Ricardo υπήρξε πειστικότερος, με πιο αληθοφανή επιχειρήματα, επικράτησε η άποψή του εκείνη την περίοδο. Ένα αιώνα αργότερα ο Keynes, με τη θεωρία της ενεργού ζήτησης, επανέφερε το θέμα στο προσκήνιο, με νέα επιχειρηματολογία, υποστηρίζοντας τις θέσεις του Malthus, με αποτέλεσμα (μέχρι και σήμερα) να θεωρείται αληθέστερη η άποψη αυτή.  

Γενικά ο Paul Feyerabend αμφισβήτησε την ίδια την ύπαρξη αντικειμενικής αλήθειας, γεγονός που τον κατέστησε πιο ακραίο από τους Λογικούς Θετικιστές στην πολεμική του εναντίον του ρόλου της ιδεολογίας στην επιστήμη, ιδιαίτερα στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο που τα όρια είναι εμφανώς δυσδιάκριτα. Και φυσικά, αρνείται κατηγορηματικά την ύπαρξη μιας κοινότητας των επιστημόνων, εξαίροντας το άτομο σαν αυθύπαρκτη οντότητα (κατά Kierkegaard) με τις μεγαλειώδεις νοητικές του ικανότητες, αλλά απορρίπτοντας την κοινωνία σαν δημιουργό της ανθρώπινης εξέλιξης, μέσω των επιστημών. 

Η φυγή αυτή προς τον επιστημονικό αναρχισμό από την δεκαετία του ’70 έως και τις μέρες μας διατηρείται σε λανθάνουσα θέση, στο περιθώριο των επιστημονικών και φιλοσοφικών συζητήσεων, καθώς την πλειονότητα των φιλοσόφων και επιστημόνων, από καταβολής της ανθρώπινης σκέψης, απασχολεί η αναζήτηση των αιτίων πίσω από τη βιτρίνα της πραγματικότητας, του αιτιατού, κάτι το οποίο απορρίπτουν οι αναρχιστές θεωρητικοί.

Στη σύγχρονη εποχή, πάραυτα, τους έχει δοθεί ένα σημαντικό όπλο που ονομάζεται θεωρία του χάους, των παιγνίων, των φρακτάλ κλπ, μαθηματικής και σεβαστής (στον ποσοτικό μας κόσμο) υπόστασης. Κορυφαίοι μαθηματικοί, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Benoit Mandelbrot, έχουν παρεισφρήσει στην οικονομικό- κοινωνικό διάλογο, επιδιώκοντας την εφαρμογή των άναρχων μοντέλων με τη χρήση ποσοτικών μεθόδων (με ομολογουμένως εντυπωσιακά αποτελέσματα…). Η εφαρμογή αυτή αφορά κυρίως στο χρηματοοικονομικό πεδίο, αυτό το οποίο χαρακτηρίζεται ως το ζωντανό εργαστήρι της οικονομικής. Η ρευστότητα του τομέα άλλωστε αποτελεί από μόνη της έδαφος πρόσφορο για ανάπτυξη χαοτικών μοντέλων. Το ζητούμενο είναι αν μπορούν τέτοια μοντέλα να μεταφερθούν στην πραγματική οικονομία. Αυτό που τους λείπει είναι, προφανώς η φιλοσοφική βάση, καθώς η οικονομική δραστηριότητα είναι στοχαστική- περιλαμβάνει μη ποσοτικούς παράγοντες όπως την ψυχολογία των καταναλωτών τις αντιδράσεις των συνδικάτων, κλπ, παράγοντες αφ ‘ενός μη μετρήσιμους, αφ ’ετέρου ερευνήσιμους. Δεν μπορούμε απλά να απορρίπτουμε την έρευνα σε τέτοιους τομείς, δεχόμενοι ένα χαοτικό μαθηματικό μοντέλο, απλά και μόνο διότι είναι στοχαστικές μεταβλητές.  

Αυτό το φιλοσοφικό- θεωρητικό υπόβαθρο επιχειρεί να κτίσει ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής, πρόεδρος του Soros Fund Management και συγγραφέας George Soros. Και προτείνει την έννοια της ανακλαστικότητας.

Η οικονομική δραστηριότητα, υποστηρίζει, επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις προσδοκίες των ανθρώπων, αλλά και αντιστρόφως: οι ίδιες οι οικονομικές πράξεις μας επιδρούν στον τρόπο σκέψης μας, στους πόθους και τις ανάγκες μας. Απόλυτη γνώση κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν δύναται να υπάρξει στις κοινωνικές επιστήμες, οπότε και η ίδια η ευημερία του ανθρώπινου γένους αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός.         

Αυτή η ανακλαστικότητα, λοιπόν, είναι ο ανασταλτικός παράγων στην μελέτη       οικονομικών και κοινωνικών φαινομένων, καθώς δεν μπορούμε να απεκδυθούμε τον ανθρώπινό μας μανδύα, τις προσδοκίες μας, τις ανάγκες μας και να μελετήσουμε αμερόληπτα. Είναι αδύνατον κάτι τέτοιο για ανθρώπινα όντα.  

Στην εποχή μας, με τη βοήθεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, μερίδα του επιστημονικού κόσμου, μεγαλύτερη από ποτέ, έχει στραφεί σε τέτοιες μεταμοντέρνες αναρχιστικές απόψεις, εμφανώς απογοητευμένοι από την ανεπάρκεια των καθεστώτων οικονομικών μοντέλων. Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι πρέπει να κρατάμε ορισμένα points από τέτοιες θεωρήσεις αλλά να τις απορρίπτουμε στο σύνολο τους. Δεν είναι υγειές να παραδεχόμαστε ότι η ζωή μας δεν επιδέχεται βελτίωση, στον τομέα της ικανοποίησης των αναγκών μας τουλάχιστον, ασπαζόμενοι ένα δόγμα άρνησης της προόδου. Τα αίτια για όλα τα οικονομικά φαινόμενα υφίστανται κάπου εκεί έξω και είναι αρκετά πολύπλοκα να τα συλλάβει ο ανθρώπινος νους, αλλά με επιμονή και εργασία περιμένουν να αποκαλυφθούν. Ας απορρίψουμε την εύκολη λύση της απόρριψης, λοιπόν. 
 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΚΡΙΣΕΙΣ 

 

Καλή η ιστορική αναδρομή αλλά ποία η απότοκος; 

Η αντίληψη του ανθρώπινου έλλογου όντος σήμερα έχει αληθώς, κατά την ταπεινή μου γνώμη, αναγάγει την ιστορική κριτική σε αλάνθαστο έλεγχο των προϊόντων του ανθρώπινου νου. Είναι μέσα από την ιστορία που ξεπροβάλλουν οι κρούσεις και οι συγκρούσεις ιδεολογιών (αξιωματικών δογμάτων) και καθορίζεται ο βαθμός αληθείας τους.

Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει κάτι τέτοιο από τις κοινωνικές επιστήμες.

Η κρίση που βιώνουμε επί των ημερών συγγραφής της παρούσας μελέτης είναι χαρακτηριστική της νεφελώδους κατάστασης που επικρατεί. Αντιλήψεις, χθονίως ριζωμένες στα μυαλά των ιθυνόντων πολιτικών, ιντελεκτουαλιστών και ποικίλων άλλων κομβικών στην ιστορία προσώπων, κλονίζονται συθέμελα, νέες έρχονται στο προσκήνιο, παλιές αναμοχλεύονται, με αποτέλεσμα την χαώδη κατάσταση στον χώρο των οικονομικών ιδεών. Ιδεών που παίρνουν σάρκα και οστά στη καθημερινότητα των συναλλαγών μας.  

Για ποια σταθερότητα και ποια αλήθεια μπορούμε να κάνουμε λόγο σήμερα λοιπόν; 

Το μεγάλο ζητούμενο δεν είναι η άρνηση της αλήθειας, κατά το δοκούν των αναρχιστών διανοητών. Δεν είναι σοβαρή λογική να σταυρώσουμε τα χέρια μας και να περιμένουμε την εξέλιξη των πραγμάτων, ένα αιτιατό χωρίς ανθρώπινο αίτιο, κατά την άποψή των. Η ανθρώπινη συμπεριφορά, κοινωνική και οικονομική πρέπει και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης. Και το αίτιο, όπως και το αποτέλεσμα, είναι ανθρώπινης προέλευσης, άρα υπό μελέτη.  

Το μεγάλο ζητούμενο είναι κατά πόσο είναι ανιδιοτελής η αναζήτηση της αλήθειας. Θα επανέλθω εδώ στους Kuhn και Lakatos και θα επισημάνω τον ρόλο που έπαιξαν στην ανάδειξη των επιστημονικών κοινοτήτων ως κινητήριας δύναμης στον χώρο των ιδεών, δίπλα στις έννοιες της παραγωγικής σκέψης και του εμπειρικού ελέγχου.  Αυτό που δεν ομολόγησαν ποτέ, αν και προσωπικά έχω λόγους να πιστεύω ότι το σκεφτόντουσαν σοβαρά (…), είναι ποια κίνητρα μπορεί να έχουν οι κοινωνικοί επιστήμονες για να υποστηρίξουν το τάδε ή το δείνα δόγμα. Γιατί τείνω να θεωρώ ότι η πρόοδος του ανθρωπίνου είδους αυτό καθ’ αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει ισχυρό κίνητρο.

Εδώ εισάγονται τα όπου γης συμφέροντα με δυναμικό τρόπο στη επιστημονική κοινότητα. Εξ’ άλλου η ίδια η καπιταλιστική οικονομική λογική επιτάσσει το ίδιον συμφέρον υπέρ πάντων. Γιατί οι επιστήμονες, πολίτες του κοινού μας κόσμου, να απέχουν από τέτοιες ιδιοτέλειες;

Ο Paul Krugman έθεσε πολύ εύστοχα ορισμένα θέματα, σχετικά με το πόσο η δημοσιότητα που μπορεί να πάρει μια επίθεση κερδοσκοπίας σ’ ένα νόμισμα, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την τιμή του, πιο πολύ απ’ ότι φανταζόμαστε (αναφέρει ενδεικτικά την επίθεση του Soros στην στερλίνα, αρχές του ’90). Ακόμη γράφει για τους οίκους αξιολόγησης και την παντοδυναμία που διαθέτουν στις αγορές. Δράσεις των οποίων την αμεροληψία ουδείς δύναται να διασφαλίσει.

Παρόμοια κατάσταση επικρατεί στην Λίστα των Οικονομολόγων με τη Μεγαλύτερη Επιρροή. Καμία διασφάλιση. Κανένας έλεγχος.

Κι εδώ είναι το σημείο που η κατάσταση ξέφυγε απ’ τον έλεγχο. Ανεξέλεγκτη εξουσία επί της αγοράς και του συστήματος γενικότερα. Εξουσία που διαθέτουν λίγα και λαμπρά μυαλά, αλλά που πολλές φορές διακατέχονται από ιδιοτελή κίνητρα. Δεν μπορεί όλη η παγκόσμια να τους υποδέχεται σαν γκουρού στα τραπέζια των συζητήσεων και να επαφίεται στον δικό τους αυτοέλεγχο. Φυσικά αυτά, τα οποία ισχυρίζομαι, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να αποδειχθούν. Παρ’ ολ’ αυτά μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την κρίση αποδίδεται σε τέτοια περιστατικά. 

Τι πρέπει να κάνουμε; 

Η τετριμμένη έννοια της δημοκρατίας καλείται να δώσει τη λύση και πάλι. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να χαλιναγωγηθεί η ακόρεστη επιθυμία των αγορών για πληροφόρηση μέσω ελεγκτικών μηχανισμών, η λειτουργία των οποίων θα διέπεται από το κατάλληλο νομικό πλαίσιο και θα απαιτείται ενισχυμένη πλειοψηφία στη βουλή για ανατροπή του. Έτσι θα έχουμε την ελπίδα ότι τέτοια φαινόμενα θα εκλείψουν.

Συνοψίζοντας και για να μην εκφυλιστεί το άρθρο σε απλή περιγραφή της κρίσης του 2008-09, θέλω να τονίσω την συμβολή του ελέγχου (δημοκρατικού) και στην επιστημονική κοινότητα. Η υπεραξία των λόγων ορισμένων ειδημόνων σε σχέση με άλλους δεν μπορεί παρά να είναι πρόσκαιρη και να ανατραπεί από άλλους γκουρού κλπ. Ενδεχομένως αυτή η βαρύτητα να αφορά ομάδα επιστημόνων κι όχι μεμονωμένα άτομα, ή ακόμη και σχολές σκέψης. Σε βάρος της οικονομίας, όπως αποδεικνύεται. Εάν αυτοί οι άνθρωποι δεν αντιμετωπίζονται σαν μεσσίες, λόγω μείωσης της «ζήτησής» τους από την αγορά, χάριν των δημοκρατικών ελεγκτικών μέτρων, τότε θα μειωθεί το ίδιον όφελος από την υποστήριξη της μιας ή της άλλης άποψης. Αυτό με τη σειρά του θα τους οδηγήσει σε ορθότερες κρίσεις και απόψεις, προς την μόνη δέουσα κατεύθυνση της επιστήμης: την πρόοδο των ανθρώπων. 
 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
 

 

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ 

 

Blaug, M.  (1980): The Methodology of Economics, or How Economists Explain. Cambridge: Cambridge University Press. 

Bledin, J., & Shewmake, S. (2004): Research programs, model-building and actor-network- theory: Reassessing the case of the Leontief Paradox, Journal of Economic Methodology 11:4, 455-476. 

Carnap, R.  (e-form): Testability and meaning, Philosophy of Science. 

Feyerabend, P.  (1975): Against Method. London: Verso Books. 

Friedman, M.  (1970): Essays in Positive Economics. Chicago: University of Chicago Press. 

Giere, R.  (1977): History and Philosophy of Science: Intimate Relationship or Marriage of Convenience, British Journal of the Philosophy of Science. 

Habermas, J.  (1968): Erkenntnis und Interesse. Frankfurt am Main: Suhrkamp Verlag. 

Keuth, H.  (2004): Karl Popper, Logik der Forschung. Berlin: Akademie Verlag. 

Kraft, V.  (1950): Der Wiener Kreis. Der Ursprung des Neopositivismus. Wien: Springer Verlag. 

Lakatos, I.  & Musgrave, A.  (1970): Criticism and the Growth of Knowledge. Cambridge: Cambridge University Press. 

Latsis, S.  (1976): Method and Appraisal in Economics. Cambridge:  Cambridge University Press. 

Polanyi, M.  (1958): Personal Knowledge.  Chicago: Chicago University Press. 

Popper, K.  (1959): The Logic of Scientific Discovery. London: Hutchinson Education. 

Popper, K.  (1972): Objective Knowledge. Oxford: Clarendon Press. 

 

ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ 

 

Κουν, Τ., Σ.  (1981): Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων. Μετάφραση: Γεωργακόπουλος, Γ. & Κάλφας, Β. Θεσσαλονίκη: Σύγχρονα Θέματα.  

Κρούγκμαν, Π.  (2009): Η κρίση του 2008 και η επιστροφή των οικονομικών της ύφεσης. Μετάφραση: Αλαβάνου Α. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. 

Μαντελμπρό, Μπ.  (2006): Ο Πίνακας του Χάους. Μετάφραση: Πισσία, Ε. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος ΤΡΑΥΛΟΣ. 

Μάρδας, Δ.  (2006): Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Ζυγός. 

Μπιτσάκης, Ε.  (1981): Η Φύση στη Διαλεκτική Φιλοσοφία. Μετάφραση: Μπιτσάκης, Ε. Αθήνα: Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. 

Μπιτσάκης, Ε.  (1983): Καρλ Μαρξ: ο Θεωρητικός του Προλεταριάτου. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg. 

Πόππερ, Κ.  (2003): Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της. Μετάφραση: Παπαδάκη, Ει. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. 

Σόρος, Τζ.  (2008): Η οικονομική κρίση του 2008 και η σημασία της. Μετάφραση: Φιλιππάτος, Α. Αθήνα: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη. 

Τσουλφίδης, Λ.  (2004): Ιστορία οικονομικής θεωρίας και πολιτικής. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

 

 Σημ.φ.: Το παρόν είναι το Β' μέρος μίας τριμερούς σειράς δοκιμίων που θα περατωθή με ένα επί πλέον.Το πρώτο μέρος που συνιστά το τρίτο στην σειρά δοκίμιο μπορεί να βρεθή εδώ.

**Ο δοκιμιογράφος είναι φοιτητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. 

Γένεση και εγκαθίδρυση των κομμάτων στην Ελλάδα

Γένεση και εγκαθίδρυση των κομμάτων στην Ελλάδα από την Επανάσταση του 1821 έως σήμερα

 

Του Γιώργου Ευαγγελάτου*

 

Η Ελληνική Παράδοση για την πολιτι­κή και διοικητική διακυβέρνηση της χώρας είναι πολύ διαφορετική από αυτή που μας επιβλήθηκε με τη Βαυαροκρατία, που ουσιαστικά ήταν Βαρβαροκρατία.

Η παρακάτω μελέτη αφορά την ιστο­ρία της γένεσης και της επιβολής των κομμάτων επάνω στον ελληνικά λαό τε­λείως ξεκομμένα από την παράδοση του, τα ήθη και τα έθιμα του.

 

Όπως καταφαίνεται από μια πρώτη ψη­λάφηση του θέματος, ο Έλληνας έχει συ­νηθίσει σε ένα σύστημα ισχυρής Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οχι μιας υδροκεφαλης απρόσωπης κεντρικής εξουσίας – υπερκυβέρνησης που εδράζεται σ' ένα τέρας που αυτοκαταστρέφεται και λέγε­ται Αθήνα. Ίσα – ίσα τα πολιτικά, κομματι­κά τερτίπια, οι βάναυσες παρεμβάσεις των πολιτικών και η κεντροποίηση της εξουσίας οδήγησε την Αθήνα σ' αυτό το πο λιτικό, κοινωνικό, ψυχολογικό, κυκλο­φοριακό, οικολογικό κ.λπ. χάος.

 

Πρότυπο της Ελληνικής κοινωνίας ήταν η μικρή κοινότητα, η ενορία, το ελληνικό χωριό με τις τοπικές του αρχές, τον πρό­εδρο, τον χωροφύλακα, τον δάσκαλο, τον παπά. Στις μέρες μας μέσα από την αλλο­τρίωση των μπλε, πράσινων και κόκκινων διεκδικητών της εξουσίας όλα σβήνουν και ο λαός αποπροσανατολίζεται, τριχάζεται, κατακερματίζεται και τελικά αυτο­κτονεί χάνοντας την ταυτότητα του, τη γλώσσα του και τα εθνικά του πιστεύω και ιδανικά. Όχι ότι είναι άμοιρος ευθυ­νών ο ίδιος, όχι ότι φταίει πάντα και μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν είμασταν σωστοί και ώριμοι κατά την εισδοχή μας στην Ε.Ε. ο δυτικοευρωπαϊκός κόσμος θα είχε πολλά να διδαχθεί από εμάς ­με το άνοιγμα των συνόρων. Δυστυχώς, όμως ο λαός μας δυστυχώς δείχνει μεγάλη ανωριμότη­τα, οι πολιτικοί του τον κρατούν ανώρι­μο, όντας ανώριμοι οι ίδιοι, δυτικοί προσήλυτοι του τεχνοκρατικού θαύματος της Δύσης και της ελεύθερης αστικής οικονομίας. Έτσι, ο φαύλος κύκλος κρατούντων και διοικούμενων δεν θα σταματήσει, εκτός εάν… εμείς, συνεπείς επαναστάτες της Αγάπης, καταργήσουμε το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα, το φαύλο κύκλο της αστικού τύπου πολιτικής, και κοινωνικής ζωής.

 

Πολιτικά και διοικητικά σχήματα επί Βυζαντινής περιόδου καθώς και επί Τουρκοκρατίας στην Ελληνική χερσόνησο

 

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία (το θέμα αυτό χρήζει ιδιαίτερης μελέτης) διοικούνταν από τον αυτοκράτορα που θεωρείται ο εκλεκτός του Θεού «βασιλεύς και ιε­ρεύς» (2), έχει απόλυτη εξουσία στον πό­λεμο και την ειρήνη, νομοθετεί, διαχειρί­ζεται το δημόσιο χρήμα, επιβάλλει φό­ρους, διοικεί το στρατό, σχεδιάζει την πολιτική του κράτους, την εξωτερική πο­λιτική, επεμβαίνει σαν «κεφαλή» της εκκλησίας(3) κυριαρχικά στις εκκλησιαστικές υποθέσεις, συγκαλεί τις Συνόδους από την εποχή της ίδρυσης του Βυζαντινού κράτους επί Μεγάλου Κωνσταντίνου και προεδρεύει επεμβαίνοντας αποφασιστικά στις διαδικασίες και στη λήψη αποφάσεων, τις οποίες πρέπει να κυρώσει με αυτοκρατορική νομοθετική πράξη για να γίνουν έγκυρες και εκτελεστές.

 

Κι όμως το βασιλικό αξίωμα δεν είναι απροσπέλαστο, κληρονομική διαδοχή και βασιλεία δεν υπήρχε άσχετα αν κάποιοι αυτοκράτορες επενέβαιναν καταχρηστικά με σκοπό να προάγουν τους αδερφούς τους ή τα παιδιά τους στα ύπατα αξιώματα, ακόμη και να τα χρίσουν πορφυρογέννητους βασιλείς, Ο θρόνος τις περισσότερες φορές ήταν το ίδιο προσιτός σε πλούσιους και φτωχούς, μορφωμένους και αγράμματους, ώστε πολλοί και μάλιστα αξιόλογοι αυτοκράτορες ήταν τελείως αναλφάβητοι και δυσκολεύονταν να βάλουν και την υπογραφή τους ακόμα(4).

Υπήρχε επίσης η σύγκλητος(5) που απαρτιζόταν από τους μεγάλους γαιοκτήμονες και οι βουλευτές(6), δηλαδή η αριστοκρατία των επαρχιακών πόλεων (το αξίωμα εμφανίζεται  επί του Ιουστινιανού).

Οι πόλεις καλούνται Δήμοι(7) και οι διοικητές τους Δήμαρχοι. Δημιουργούνται επίσης μονάδες τοπικής αυτοδιοίκησης στην ύπαιθρο, που καλούνται θέματα και κοινότητες και μητροκωμίες(8) που αυτοδιοικούνται και αποτελούν μεγαλύτερες ή μικρότερες φορολογικές μονάδες.

Κατά την Τουρκοκρατία η Τουρκική αυ­τοκρ

 ατορία χωριζόταν σε διοικητικά δια­μερίσματα (βιλαέτια) που διοικούνταν συ­νήθως από τιμαριούχους του πασά (1). Φυσικά, ολόκληρος ο τουρκικός κρατι­κός μηχανισμός, στηριζόταν σ' ένα σύ­στημα φεουδαρχίας και στεγνού δεσπο­τισμού, με πολίτευμα απολυταρχικά. Η υπέρτατη εξουσία άνηκε κληρονομικά στον Σουλτάνο (9) που συνένωνε στο πρό­σωπο του την κορυφαία θρησκευτική και κοσμική εξουσία. Υπήρχε επίσης το Διβά­νι, το συμβούλιο του κράτους ή κοινο­βούλιο που βοηθούσε στη διεκπεραίωση των κρατικών υποθέσεων. Στη διοίκηση ασκούσε επιρροή και το σώμα των Ουλεμάδων όπου προέδρευε ο Μουφτής, ο αρ­χιερέας. Οι Ουλεμάδες περιόριζαν σε κά­ποιο βαθμό, όχι πολύ σημαντικό, την απο­λυταρχική εξουσία του Σουλτάνου. Υπό αυτές τις συνθήκες κυβερνήθηκε η Ελλάδα χωρισμένη σε βιλαέτια που τα διοικούσαν οι πασάδες, όπως στην πε­ριοχή των Ιωαννίνων ο πασίγνωστος αρβανιτόπασας, ο Αλή Πασάς. Αυτοί είχαν δικαιώ­ματα ζωής και θανάτου επί των υπηκόων τους. Η μόνη σύνδεση με την κεντρική εξουσία ήταν η συλλογή των φόρων και η αποστολή τους στην Υψηλή Πύλη. Ήταν ένα πλήρες σύστημα τοπικής αυτοδιοί­κησης.

 

 

Το πολιτικό διοικητικό σύστημα μετά την εκδήλωση της Ελληνικής Επανάστασης

 

Μετά την έναρξη της Επανάστασης του '21. τέθηκε το ζήτημα της πολιτικής ορ­γάνωσης της Επανάστασης. Τότε εκδη­λώθηκαν οι πρώτες οικονομικά και πολι­τικά ισχυρές ομάδες που απαιτούσαν και την ηγεσία του Ελληνικού Έθνους. Έτσι, οι πρόκριτοι που είχαν την ηγεσία του Έθνους στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και ήσαν διοικητές των επαρχιών τους με τεράστια οικονομικά οφέλη, επε­δίωκαν να παραμείνει το σύστημα των τοπικών διοικητικών οργάνων όπως επί τουρκοκρατίας και αρνούν­ταν το σχηματισμό μιας κεντρικής πολι­τικής διεύθυνσης για ολόκληρη την Επα­νάσταση. Αυτή την άποψη υποστήριζαν οι στρατιωτικοί ηγέτες που κέρδιζαν τις μάχες, είχαν τα όπλα και ο λαός τους συμπαθούσε, όσο αντιπαθούσε τους μεγαλοτσιφλικάδες και μεγαλέμπορους και εφοπλιστές πρόκριτους που μόνο τα προσωπικά συμ­φέροντα τους επεδίωκαν. Έτσι, αρχικά έχουμε τοπικούς πολιτικούς οργανισμούς της παραδοσιακής διοικητικής αριστοκρα­τίας (πρόκριτους, Φαναριώτες) εκ των οποίων οι κυριότεροι είναι οι κάτωθι τρεις:

 

1)Η Πελοποννησιακή Γερουσία με τους Ζαΐμη, Δεληγιάννη, Μαυρομιχάλη, κ.λπ.

2)Η Γερουσία της Δυτικής Χέρσου (Στε­ρεάς) Ελλάδας με αρχηγό τον Φαναριώτη Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, και

3)Ο Άρειος Πάγος της Ανατολικής Στε­ρεάς με τον Φαναριώτη Θεόδωρο Νέγρη (11).

Με την εξέλιξη των μαχών και την ισχυροποίηση των στρατηγών θ. Κολοκοτρώ­νη, Δ. Υψηλάντη, κ.λπ. έγινε σαφής η ανάγ­κη για την εκλογή κεντρικής πολιτικής διεύθυνσης του αγώνα. Έτσι δημιουργήθηκαν με δημοκρατικές διαδικασίες, δηλαδή μέσα από εκλογές, οι  «παραστάτες» του Έθνους, όπως έλεγαν τους βουλευτές, οι οποίοι συγκρότησαν τις τρεις εθνοσυνελεύσεις: Την πρώτη της Επιδαύρου, 1-13 Ιανουαρίου του 1822, κατά την οποία ψηφίστηκε το Α΄Σύνταγμα της Ελλάδος και διορίστηκε η πρώτη Βουλή με 70 μέλη και πρόεδρο τον Δημήτριο Υψηλάντη και κυβέρνηση (εκτελεστικό) πενταμελές υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.

Η δεύτερη εθνοσυνέλευση στο Άστρος Κυνουρίας τον Μάρτιο του 1823 κατάργησε τις τοπικές διοικήσεις και γερουσίες και η Τρίτη τον Ιανουάριο του 1826 διαλύθηκε μετά την πτώση του Μεσολογγίου και ξανασυγκλήθηκε τον Μάρτιο του 1827 στην Τροιζήνα, η οποία εξέλεξε τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, σαν εκτελεστική εκκλησία για 7 χρόνια(12).

Η τέταρτη εθνοσυνέλευση έλαβε χώρα στο Άργος, 11-23 Ιουλίου 1829, ήταν πειθήνιο όργανο του κυβερνήτη και ουσιαστικά ενέκρινε όλα τα απολυταρχικά νομοσχέδια, τις απόψεις και αποφάσεις του κυβερνήτη Καποδίστρια, εξ ού και οι αντιπολιτευόμενοι έλεγαν: «Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει»(13).

Μεταξύ 1823 και 1825 το πρόβλημα κατοχής της εξουσίας μεταξύ της διοικητι­κής αριστοκρατίας, προκρίτων. Φαναριωτών. προυχόντων, μεγαλεμπόρων, εφο­πλιστών, μεγάλο-τσιφλικάδων από την μια μεριά και στρατιωτικών από την άλλη, οι οποίοι κατείχαν τη λαϊκή υποστήριξη, οδήγησε τους πολιτικούς και τους στρα­τιωτικούς σε συγκρούσεις όπου οι εφο­πλιστές του Κουντουριώτη υπερφαλάγγισαν τους στρατιωτικούς, φυλάκισαν τον θ. Κολοκοτρώνη στ' Ανάπλι και δολοφό­νησαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο με τον Γκούρα (14) Τότε μέσα στον εμφύλιο σπα­ραγμό και τη γενική αναρχία εμφανίζον­ται οι πρώτες ξενόφιλες επιδράσεις με­ταξύ των διαφορετικών αντιμαχόμενων ομάδων. Μόλις οι Ευρωπαίοι με πρώτη την Αγγλία και τον Κάνιγκ σπάνε την ακλόνητη αντίληψη περί της ακεραιότη­τας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γύ­ρο στον Μάρτιο του 1823. αρχίζουν τα βάσανα και ο τριχασμός του δύσμοιρου έθνους.

 

Γένεση των κομμάτων κάτω από την επίδραση των τριών ξένων δυνάμεων

 

Ο Γ. Κουντουριώτης δηλώνει Αγγλόφιλος μαζί με τον Σπ. Τρικούπη και τον Αλ. Μαυροκορδάτο. Ο Θοδωράκης Κολοκοτρώνης και ο Ανδρέας Μεταξάς Ρωσσόφιλοι και ο Κωλέττης Γαλλόφιλος (15). Έτσι. πριν ακόμη έρθει ο Καποδίστριας κατά τον  Ν. Βλάχο (16α) έχουμε το θέρος του 1825 την γέννηση του αγγλικού και του γαλλι­κού κόμματος, του δε Ρωσικού μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 1826 (16β).

 

Ακολουθεί μια σειρά συνωμοσιών, εμ­φύλιου σπαραγμού, ταπείνωσης και εξευ­τελισμού των Ελλήνων. Οι Έλληνες αλληλοσφάζονται κομματιασμένοι σε φατρίες από την ισχυρή και αμείλικτη διείσδυση – επίδραση των άσπονδων φιλών μας Εγγλέζων, Γάλλων και Ρώσσων, π.χ. το 1825, έχουμε το ψήφισμα της υποτέ­λειας (17), άπου οι αγγλάφιλοι Κουντου­ριώτης και Μαυροκορδάτος υπό την σα­ρωτική εισβολή του Ιμπραήμ, αμήχανοι, πανικόβλητοι, «κεχηνότες» και περιδεείς εναποθέτουν επισή­μως και εγγράφως την απελευθέρωση των Ελλήνων στην Αγγλία. Ακολουθεί η Ιουλιανή σύμβαση, τα πρωτόκολλα του Λονδίνου 1829 και 1830, όπου οι μεγάλες δυνάμεις Αγγλία και Γαλλία μπρος στην ήττα του Σουλτάνου από τη Ρωσία στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-29 σπεύ­δουν να συμφωνήσουν στη δημιουργία ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους, ώστε να μην επιτρέψουν στη Ρωσία να επιβά­λει ελληνική λύση στον Σουλτάνο (18), πράγμα που θα καθιέρωνε την απεριόρι­στη φιλία μεταξύ της ορθόδοξης Ρωσίας και της ορθόδοξης Ελλάδας. Τέλος, με την σύμβαση του Λονδίνου και της Κωνσταντινούπολης 1832 μας φέρνουν, ενώ εμείς σπαραζόμαστε κάτω από τα υποδαυλιζόμενα από τους μεγάλους πο­λιτικά πάθη, σαν βασιλιά τον καθολικό, πειθήνιο όργανο του Ιησουίτη Ετλ (19α) και του Πάπα (19β), ημιπαρανοΐκό (20), Άτομο δύστροπο και με βραδύνοια(21) προερχόμενο από οικογένεια με κληρονομικό ιστορικό σχιζοφρένειας(22), το στερνοπούλι του βασιλέα Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, Όθωνα. Αυτός ήταν βλαστός ιδιόρρυθμου ψυχικά βασιλέα, διάσημου για τις ίντριγκες και τις πλεκτάνες του και ταυτόχρονα είδος παραλυμένου γέρου που σε μεγάλη ηλικία χάνει το θρόνο του για μια τραγουδίστρια, την Λόλα Μοντέζ.(23). Εκεί κατάντησε το Έθνος αυτό των ηρώων, των φιλοσόφων και των ημιθέων μέσα από τους εμφύλιους σπαραγμούς και την ξενομανία που τον κατέχει, ύστερα από το κομμάτιασμά του σε κόμματα (εξ ου παράγεται και ετυμολογικά η λέξη κόμμα). Όλα τα κόμματα αυτά ήσαν δυτικόφερτα δημιουργήματα και φέρουν μέχρι σήμερα καυτά τα σημάδια των αλλοτρίων ξενόφιλων και επομένως αντεθνικών επιδράσεων, έξω από τη γνήσια ελληνική παράδοση της Άμεσης Δημοκρατίας του Δήμου, καθαρά αθηναϊκής  έμπνευσης και εφαρμογής, αλλά και έξω από τον βυζαντινό τρόπο διοίκησης και κοινωνικοοικονομικής πρακτικής. Τα σχηματισθέντα κόμματα συγκροτούνται κατά το πρότυπο των κομμάτων της Αγγλίας και τη ς Γαλλίας, όπως αυτά καθιερώθηκαν μετά την αστική υλιστική Επανάσταση του 1789 στην Ευρώπη. Πρόκειται για κόμματα-αποκυήματα των αρχισυνωμοτών του σκοτεινού παρασκηνίου, όπου ο οίκος Ρότσιλδ(24) και η Ιερή Συμμαχία(25) δεν είναι διόλου αμέτοχοι όπως δεν είναι αμέτοχα και τα παρασκήνια της Βαυαρικής αυλής, οι συνωμοσίες των εγγλέζικων και γαλλικών κυβερνήσεων, αλλά και τα βρώμικα παρασκήνια των τσαρικών ανακτόρων της «Αγίας Πετρούπολης».

Όμως η κακοδαιμονία της Ελλάδας από τους βασιλείς της και τις δολοπλοκίες των ανακτοβουλίων τους, δεν ξε­κίνησε με τον ερχομό του Όθωνα. Ήρθε αρκετά νωρίτερα επί της Αντιβασιλείας των Τριών Τυράννων, Βαυαρών Αντιβασιλέων, που έθεσαν σταθερά τα θεμέλια "μιας Ελλά­δας παραφρόνων", όπως είπε ο νυν Πρόεδρος της Κων­σταντίνος Καραμανλής. Το κακό ξεκινάει από τις ξενό­φερτες καταβολές που άφησαν οι πρόκριτοι και ο αδαής Ελληνικός λαός να πιάσουν ρίζες στον τόπο τούτο και πάνω τους Βλάστησαν τα τερατουργήματα των Αρμανσμπεργκ, Μάουρερ και Χέυντεκ με κορύφωμα: Ιον) την ανακήρυξη της Εκκλησίας της Ελλάδος ως Αυτοκέφαλης κα τον καθολικό Όθωνα αρχηγό της Εκκλησίας, όπως ακριβώς ίσχυε η αρχή στις προτεσταντικές χώρες, «της νόμω κρατούσης Πολιτείας» κι όπως τα κατάφερε ο Θεό­κλητος Φαρμακίδης κα n επιτροπεία (27). Καθώς και το κλείσιμο των 412 μοναστηριών από τα 500 της απελευθε­ρωμένης χώρας για να πέσει στα χέρια των λυμαινόντων την κρατική περιουσία, η τεράστια ιδιόκτητη γη των μονα­στηριών (κάτι που συνέχισε σης μέρες μας το φιλόθρησκο ΠΑΣΟΚ με τον προσκυνητή της Παναγίας Σουμελά μακαρίτη αφεντικό του Ανδρέα Παπανδρέου (δεύτερο γόνο της οικογενειακής δυναστείας των Παπανδρέου), στα χέρια των βέβηλων Αντιβασιλέων (28) και των ντόπιων υποτελών τους και 2ον) η δημιουργία ενός κρατικού οικοδομήματος χωρίς θεμέλια (29), «μέτρα κατά το πλέον άστοχα ή αμελέτητα, θεσμοί ξενότροποι και απροσάρμοστοι προς την Ελληνική πραγματικότητα,… ξενικής υφής που δεν ήταν εύκολο ν' αποκτήσουν βαθιές ρίζες επί του Ελληνικού εδάφους…» λέγει ο Γεώργιος Ρούσσος. Εδώ κρίνουμε απαραίτητο να εκθέσουμε λεπτο­μερώς και εξ' ολοκλήρου τα δυο βασικά κεφάλαια του Γε­ωργίου Ρούσσου (30) που αφορούν τα πλήγματα που κα­τάφεραν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση οι Αντιβασιλείς και ιδι­αίτερα ο νομοθέτης Μάουρερ και τις απώτερες συνέπειες που είχαν τα μέτρα αυτά ως τα σήμερα με τον διορισμό διοικητών Νομαρχών, Επάρχων και Δημάρχων από τον βασιλιά κι όχι δι' εκλογής από το λαό εμποδίζοντας έτσι να υπάρχει το πνεύμα της τοπικής αυτοδιοίκησης που είχε παράδοση αιώνων για τον Ελληνισμό (31).

 

Πλήγματα στην τοπική αυτοδιοίκηση

 

Τρεις μήνες μετά την εγκατάσταση της η Αντιβασιλεία εδημοσίευσε (5 Απριλίου 1833) διάταγμα, δια του οποίου η χωρά διαιρέθηκε σε δέκα νομούς και 42 επαρχίες. Αλλά η οργάνωση των νομών κα των επαρχιών αυτών έγινε «επί τη βάσει του ισχύοντος ας την Βαυαριαν και τα άλλα γερμανικά κράτη διοικητικού συστήματος». Και το σύστημα τούτο είχε καθαρώς απολυταρχικό χαρακτήρα. Διότι τό­σον οι νομάρχοι όσον και οι έπαρχοι όχι μόνον διωρίζοντο κα επαύονταν από τον βασιλέα, κατ' ανεξέλεγκτη απόφαση και θέλησή του, αλλά και ήσαν απλοί βασιλικοί υπάλληλοι μη δυνάμενοι να αναπτύξουν την παραμικρήν πρωτοβουλίαν κατά την διοίκησιν των διοικητικών μονά­δων, των οποίων προΐσταντο".

Ο απολυταρχικός χαρακτήρας της διοικήσεως ολο­κληρώθηκε όταν σε λίγο (Ιανουάριος του 1834) δημοσιεύθηκε και το διάταγμα περί οργανώσεως των Δήμων. Διότι "κατά την οργάνωσιν των Δήμων ελήφθη επίσης ως πρότυπον η ανάλογος οργάνωσις των κατωτάτων διοικητικών μονάδων εις Βαυαρίαν και ουχί ο ελληνικός θεσμός των κοινοτήτων της περιόδου της Τουρκοκρατίας, οι οποίοι διέποντο υπό του πνεύματος της αυτοδοικήσεως». Έτσι δια μιας οι Έλληνες έχαναν και το στοιχειώδες δικαίωμα της τοπικής αυτοδιοικήσεως που τους είχε αναγνωρίσει ο δυνάστης. Ό,τι είχε σεβασθεί ο Τούρκος το καταργούσε τώρα ο Βαυαρός. Διότι οι δήμαρχοι και οι πάρεδροί των διωρίζοντο υπό του βασιλέως ή υπό του νομάρχου και μόνο τους δημοτικούς συμβούλους του εδικαιούτο να ψη­φίζει ο λαός. «Αλλά και άλλως η εποπτεία της κυβερνήσεως ή των νομαρχών επί των δήμων ήτο αυστηρά. Όλαι αι σοβαραί αποφάσεις των δήμων υπέκειντο εις την έγκρισιν του νομάρχου ή της κυβερνήσεως. Η δε κυβέρνησις εις πάσαν στιγμήν είχε το δικαίωμα να παύει τους δημάρχους, τους παρέδρους κα τα δημοτικά συμβούλια".

Βαρύ υπήρξε το πλήγμα τούτο, το οποίον κατεφέρθη κατά της τοπικής αυτοδιοικήσεως. Ήταν ωσάν να αφαιρείτο από τον ελληνικό λαό και το τελευταίο υπόλειμμα πο­λιτικής ελευθερίας, ενώ παραλλήλως εκμηδενιζόταν ένας αιωνόβιος θεσμός του έθνους, την σημασία του οποίου εξαίρει ο Καρολίδης ως εξής:

«Είναι γνωστόν ότι δημοτική διοίκησις αυτοτελής και ελευθέρα ουδέποτε εξέλιπεν εν Ελλάδι και εν τω Ελληνισμώ καθόλου, υφιστάμενη ακμαία και επί Τουρκοκρατίας εκπροσωπούμενη ως επί του Ομή­ρου ήδη υπό των "Δημογερόντων". Ακριβώς δε δια του αρχαίου τούτου θεσμού, του υποκύψαντος κατά περιό­δους ιστορικάς εις τας μεταβολάς εξωτερικάς (κατά την περίοδον της ρωμαϊκής είτα δε της Ελληνικής αυτοκρατο­ρίας, αντί συμβουλίου Δημογερόντων υπήρχαν αι κατά πόλεις  «Βουλαί"), η δημοκρατική ελευθέρια ουδέποτε εξέλιπεν εκ του Ελληνικού (Έθνους), επί δε Τουρκοκρατίας, συναπτόμενη προς την ελευθερίαν την θρησκευτικήν… απετέλεσεν υπό την αιγίδα της θρησκευτικής ελευθερίας και της εκκλησιαστικής πολιτείας, είδος τι αυτονομίας εθνικής και μονάδα αυτονομίας διοικητικής, και συνετέλεσεν είπερ τι άλλο εις την διατήρησιν του εθνικού βίου και της εθνικής παδεύσεως. Δικαίως δε λέγει ο ιστοριογρά­φος Γ. Φίνλεϋ ότι εις την διατήρησιν της Ελληνικής εθνότητος επί Τουρκοκρατίας συνετέλεσαν δύο κατ' εξοχήν στοιχεία, η Εκκλησία, μετά της υπό το πνευματικόν κρά­τος του κλήρου τεταγμένης ελευθέρας κοινοτικής διοική­σεως, και οι επί των ορέων πολεμισταί».

Αλλά ο Φίνλευ. τον οποίον επικαλείται επί του προ­κειμένου ο σχεδόν απολογητής της Βουαροκρατίας Καρολίδης, επικρίνει δριμύτατα την αντιβασιλεία για την κατά­λυση του "εθνικού θεσμού" της τοπικής αυτοδιοικήσεως:

«Ό Μάουρερ -γράφει- εκόμπαζε ότι σκοπός του νόμου περί κοινοτήτων ήταν να μεταβάλει τους δήμους σε ηθι­κούς οργανισμούς. Έπρεπε να είχε προβλέψει oτι θα τους υπεβίβαζε σε άκρως ανήθικους… Διότι ο λαός έχασε το δικαίωμα της άμεσης εκλογής των τοπικών αρχόντων του ή δήμαρχων… και το πρόσωπο που έπρεπε να είναι λαϊκός και κοινοτικός αξιωματούχος μετατρεπόταν στην πραγματικότητα σε όργανον της κεντρικής κυβερνήσεως. Οι δήμαρχοι εφεξής υποχρεώθηκαν να εκτελούν τις δια­ταγές των ανικάνων και διεφθαρμένων νομαρχών και να χρησιμεύουν και ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για τις κακές των πράξεις. Για να γίνουν οι κοινοτικοί οργανισμοί πραγ­ματικός εθνικός θεσμός κα μέρος της ενεργού ζωής του λαού, δεν απαιτείται μόνο να εκλέγεται ο κύριος τοπικός άρχοντας αμέσως από τους άνδρες της κοινότητας, αλλά πρέπει κα η εξουσία, με την οποίαν τον περιβάλλει αυτή η εκλογή, να αντανακλάται ή να παύει μόνον με απόφαση του δικαστηρίου και όχι με διαταγή του υπουργού ή του Βασιλέως. Αν ο πρόμαχος του λαού γίνει εξάρτημα της θελήσεως της κεντρικής διοικήσεως, καταστρέφεται η ου­σία των κοινοτικών θεσμών».

 

Απώτερες συνέπειες των μέτρων

 

Αυτή την καταστροφή πραγματοποίησε η Αντιβασιλεία με το διάταγμα της περί δήμων «χωρίς ουδόλως να μαντεύη πόση ζωτικότητα και δύναμιν αναπτύξεως ενέκλειεν η αυτοδιοίκησις των ελληνικών δημογεροντίων και πόσην έτι μάλλον ηδύνατο να επίδειξη εις το μέλλον… Δεν ηδύνατο να εννοήση πόση οργιώσα ζωτική δύναμις, πόσον πνεύμα, πόση αγάπη ανεξαρτησίας και τόλμη αυταπαρνήσεως ενεψύχωναν τους δημογέροντας της Ύδρας και όλους γενικά τους δημογέροντες, Νήσων, Πελοποννή­σου, και Στερεάς, οι οποίοι είχαν αναλάβει και φέρει εις πέρας το μέγα έργον της εθνικής παλιγγενεσίας. Αυτούς τους στύλους της επαναστάσεως τους γκρέμιζε τώρα συ­θέμελα η Αντιβασιλεία με τους ξενόφερτους θεσμούς της. Ό,τι είχε αρχίσει ο Καποδίστριας, ο οποίος επίσης κατά­φερε σοβαρά πλήγματα κατά των δημογερόντων, τα απο­τελείωναν τώρα α Βαυαροί.

Και δεν επρόκειτο μόνον περί καταλύσεως δημοτικών ελευθεριών. Επρόκειτο για κάτι πολύ βαρύτερο. Με την κατάργηση του θεσμού των δημογερόντων, με την μετα­τροπή των δημοτικών και κοινοτικών αρχόντων σε πειθή­νια και άβουλα όργανα του καθεστώτος, αφαιρείτο δια μιας από τις πόλεις και τα χωριά κάθε διάθεσις για τοπική προσπάθεια ανασυγκροτήσεως. Η χώρα ήταν γεμάτη ερεί­πια και μόνο μια γενική, ομόθυμη εξόρμησις θα μπορούσε να οδήγηση σύντομα κα αποφασιστικά στον δρόμο της αναστηλώσεως. Αλλά επί κεφαλής της εξορμήσεως αυτής έπρεπε και μπορούσαν να τεθούν οι δήμοι, οι κοινότητες, ο κάθε δήμος, για την πόλη του, η κάθε κοινότης για το χωριό το δικό της. Τώρα, μετά την κατάλυση των αιωνόβιων δημοτικών και κοινοτικών θεσμών, θα έσβηνε αυτομά­τως κάθε τοπική πρωτοβουλία και πόθος για μια αυτοδύ­ναμη ανοικοδόμηση. Και έτσι οι κωμοπόλεις και τα χωριά που άλλοτε ήταν περήφανα για τα έργα κοινής ωφελείας, σχολεία, γεφύρια, δρόμους, τα οποία εκτελούσαν στη δική τους περιοχή, και συναγωνίζονταν μάλιστα μεταξύ τους, ποιο θα ξεπεράσει το άλλο στον τομέα της τοπικής προόδου τώρα σπρώχνονταν από την Αντιβασιλεία σε μια κα­τεύθυνση εντελώς αντίθετη: να τα περιμένουν όλα από το κέντρον, από μια κυβέρνηση που δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να θεραπεύση ούτε τις στοιχειώδεις καν γενικές ανάγκες της χωράς. Κι αυτή υπήρξε, ασφαλώς, η πιο ολέθρια συνέπεια του μοιραίου εκείνου διατάγματος: ότι δηλαδή, έπληξε θανάσιμα την τοπική προσπάθεια η οποία είχε θαυματουργήσει κατά το παρελθόν και ότι με­τέβαλε όλες τις κοινότητες κα τους δήμους της επικρά­τειας σε αθέλητες μάστιγες του δημόσιου προϋπολογι­σμού. Το αποτέλεσμα αυτό θα είχε ολέθριες συνέπειες στο απώτερο ιδίως μέλλον. Αλλά κα για την περίοδο εκείνη συνετέλεσε εντόνως στον βραδύτατο ρυθμό της ανασυγκρότησης της χώρας, που εσημειώθη καθόλη τη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνος.

Εάν η χώρα. μετά την εκθρόνιση του Όθωνος, ενεφάνισε μια εικόνα τόσο καθυστερημένης αναπτύξεως, και εάν η  ύπαιθρος ιδίως Ελλάς παρουσίαζε τότε, τριάντα χρόνια δηλαδή μετά την απελευθέρωση, το ίδιο σχεδόν θέαμα που έβλεπε κανείς στο τέλος του οκταέτους πολέ­μου, τούτο ωφείλετο πρωτίστως στην διαβόητη απόφαση της Αντιβασιλείας, δια της οποίας εξωντώθηκαν οι δημοτικοί κα κοινοτικοί θεσμοί του έθνους. Και εάν, τέλος, σ' αυτή την συνταρακτική συνέπεια προστεθεί και η βαθύτα­τη πικρία και αγανάκτησις των πληθυσμών της υπαίθρου οι οποίοι επίστευαν oτι είχαν εγκαταλειφθή στα έλεος του Θεού από την κυβέρνηση, αφού ο δημόσιος προϋπο­λογισμός δεν διέθετε – δεν είχε να διαθέσει – ολίγες εκατο­ντάδες δραχμών για το κτίσιμο ενός σχολείου, για το στρώσιμο ενός δρόμου, θα έχει κανείς την συνολική εικό­να της συντελεσθείσης εθνικής ζημίας. Επίσης πρέπει να σημειωθή ότι η ως άνω πικρία των αγροτικών πληθυσμών με την πάροδο του χρόνοι επτόησε τόσο πολύ την ψυχή του λαού της υπαίθρου Ελλάδος, ώστε να μεταβληθή σε ένα αόριστο αίσθημα φθόνου, οργής, ή και μίσους ακόμα εναντίον της πρωτευούσης του κράτους, η οποία στα μά­τια των βασανισμένων χωρικών παρουσιαζόταν σαν ένας ακόρεστος δράκοντας που ρουφούσε συνεχώς όλο το αίμα του δημοσίου ταμείου. Από εκεί κατάγεται και η μόνι­μη σχεδόν ψυχολογική αντιδικία της επαρχίας κατά του κράτους των Αθηνών, η οποία δηλητηριάζει, με τον τρόπο της, τις σχέ­σεις του αγροτικού κα του αστικού πληθυσμού και προκα­λεί κατά κόρους έμμεσες μεν, αλλά όχι κα ασήμαντες διαταραχές της ψυχικής ενότητος του έθνους.

Όλη αυτή η σειρά ολέθριων συνεπειών της αμαρτω­λής εκείνης ενέργειας της Αντιβασιλείας μας δείχνει, όσο κανένα άλλο παράδειγμα, πόσο μπορεί να επηρεάση τις τύχες ενός λαού, μια απόφαση που σε κάποια συγκεκριμέ­νη στιγμή παίρνει ένας κυβερνήτης, ασυλλόγιστα ή πρό­χειρα. Και μας φανερώνει επίσης ότι πολλές από τις λε­γόμενες «εθνικές κακοδαιμονίες» μας του περασμένου αιώνα, ή και του παρόντος, προέρχονται από αστόχαστες αποφάσεις, ης οποίες έλαβε κάποια κυβέρνηση, σε κά­ποια ώρα. στο απώτερο ή στο πρόσφατο παρελθόν. Ό,τι έχει λεχθεί για τις βεβαρημένες με παλαιά ενοχή οικογέ­νειες ισχύει κα για τα κράτη: αμαρτίες παρωχημένων γε­νεών παιδεύουν τις επόμενες -και η νεοελληνική ιστορία είναι γεμάτη από τις αποδείξεις του κανόνος.

Μια τελευταία παρατήρηση για να κλείσουμε το κεφάλαιο περί Διοικήσεως, όπως την οργάνωσε η Αντιβασιλεία: Άραγε μόνο στην επιπολαιότητα των Βαυαρών κυβερνη­τών οφειλόταν το ολέθριο εκείνο μέτρο της διαλύσεως των δημοτικών θεσμών της χώρας; Ή μήπως πίσω από την κατάφωρη αυτή κυβερνητική ανικανότητα εκρυβόταν άλλη εξήγηση, βαθύτερη; Μήπως δηλαδή οι Αντιβασιλείς, που είχαν λάβει από το Μόναχο ρητές εντολές να ισχυροποιήσουν από κάθε πλευρά την απολυταρχικότητα του καθεστώτος, εσκέφθησαν ότι οι δημοτικοί και κοινοτικοί θεσμοί -οι δημοκρατικότατοι στο πνεύμα τους και στην ουσία τους- αποτελούσαν όχι μόνο μια ζωηρή παραφωνία στην ελέω Θεού μοναρχία αλλά και ένα συνεχή κίνδυνο εναντίον της; Και ότι θα ήταν όχι μόνο σχήμα οξύμωρο αλλά και επίφοβο να έχει ή χώρα τομέα της τοπικής αυτοδιοικήσεως τις δημοκρατικότερες, για την εποχή εκείνη, μεθόδους;

 

Η προσεκτική έρευνα όλης της πολιτείας της Αντιβα­σιλείας σ' αυτό το τελευταίο συμπέρασμα τείνη να οδήγη­ση. Και εξ' άλλου την ίδια εποχή σε όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη που είχαν απολυταρχικά καθεστώτα, παρετηρείτο μια μεθοδική υπονόμευση κα εν συνεχεία εκμηδένιση της τοπικής αυτοδιοικήσεως. Ο πλήρης συγκεντρωτισμός της εξουσίας αποτελούσε κα τότε. όπως πάντοτε, την βάση κάθε απολύτου μοναρχίας. Η Αυστροουγγρική Αυτοκρατο­ρία, η οποία έπαιζε τον ρόλο του κηδεμόνος και του καθοδηγητού της Βαυαρίας, είχε καταδιώξει με στυγνότητα τους δημοκρατικούς κα κοινοτικούς θεσμούς, όπου εξακο­λουθούσαν ακόμη να υπάρχουν με την μια ή τη άλλη μορ­φή. Ώστε ο "κίνδυνος", τον οποίον αποτελούσε η σχετική αυτοδιοίκηση πόλεων ή κωμοπόλεων, είχε ήδη επισημανθεί από τους υψηλούς πάτρωνες του ανακτοβουλίου του Μονάχου. Και

 συνεπώς εκείθεν θα πρέπη να είχαν εκπορευθή και οι εντολές με τις οποίες ήλθαν στην Ελλάδα οι Βαυαροί Αντιβασιλείς. Με πλήρη συνείδηση, λοιπόν της πραγματικότητας, θα πρέπει να προέβη η Αντιβασιλεία στην αποφασιστική ενέργεια της εξοντώσεως του «εθνικού θεσμού» της δημοτικής και κοινοτικής αυτοδιοικήσεως. Οι  Αρμανσμπεργκ, Μάουρερ και Χέυντεκ εβάδιζαν επί προγράμματος, που προέβλεπε την συγκέντρωση όλων ανεξαιρέτως των εξουσιών στα χέρια της μοναρχίας».

 

Νομίζομεν ότι, με τα παραπάνω καταδεικνύεται επαρκώς που πρέπει να πέσει το βάρος ων σημερινών Νεοελλήνων: Στην ανάληψη πρωτοβουλίας εκ μέρους των πραγματικών και ανιδιοτελών Ελλήνων πατριωτών, στην κατάργηση των ξενόφερτων δυτικού τύπου κομμάτων που διχάζουν τον Ελληνικό λαό, την ανακαίνιση των θεσμών της Ελληνικής κοινωνίας. Έχοντας αντιληφθεί ότι τα κόμματα είναι ένας ξοφλημένος θεσμός, ένας θεσμός δήθεν δημοκρατικός αλλά στην ουσία ένα συγκεντρωτικού τύπου ολιγαρχικό πολίτευμα που έχει περάσει στα χέρια  κάποιων ιδιοτελών τεχνοκρατών, οι οποίοι συγκροτούν μια διεφθαρμένη εξουσία και αυθαιρετούσα διοίκηση η οποία διαπλέκεται με το τοπικό και το παγκόσμιο κεφάλαιο, και διοικεί εμάς τους υποτελείς ραγιάδες για το δικό της όφελος και των μίσθαρνων οργάνων της. Πρόκειται  για κόμματα υποταγμένα στο αστικό οικονομικό σύστημα και κεφάλαιο, που διχάζει τον λαό, τον εμποδίζει να συμμετέχει στα κοινά, δεν τον εκπροσωπεί αλλά τον χειραγωγεί και τον κάνει πειθήνιο όργανο της οικονομικής ολιγαρχίας. Είναι ανάγκη λοιπόν επιστρέφοντας πάλι στην αρχή, από εκεί που ξεκίνησαν τα στραβά, την επομένη της Επανάστασης του 1821, να κατανοήσουμε από που ξεκίνησε το λάθος για να μπορέσουμε να το διορθώσουμε.

 

Κατάργηση των κομμάτων και συγκρότηση ισχυρών τοπικών αυτοδιοικήσεων με επικράτηση του θεσμού της Άμεσης Δημοκρατίας

 

Σ' εποχή καθαρά υλιστική και τεχνοκρατική σαν τη δική μας, εποχή όπου το εύκαμπτο καπιταλιστικό σύστημα κατά διαστήματα αναδιπλούται, οπισθοχωρεί για να επιτεθεί οσονούπω ορμητικότερο και απειλητικότερο, υποστηριζόμενο και προωθούμενο από παρασκηνιακά κέντρα όπως η Τριμερής, η Λέσχη Μπίλντεμπεργκ, η Μασονία, ο διεθνής Σιωνισμός ο λαός μας πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι εχθροί και οι ραδιούργοι βρίσκονται και ενεργούν παντού γύρω του, έξω του, αλλά και από μέσα του. Όλοι οι σχηματισμοί, πολιτικά κόμματα, διεθνή και τοπικά μονοπώλια, τα ΜΜΕ, η δικαιοσύνη, η εκκλησιαστική ηγεσία έχουν φθαρεί και διαφθαρεί από το αστικό κατεστημένο. Ποτέ τα κόμματα των ξενόφερτων ιδεολογιών της Δύσης που εκπροσωπούν τον καπιταλισμό και τον Μαρξισμό Λενινισμό δεν μπορούν να επιφέρουν τη λύση των κοινωνικών  και οικονομικών προβλημάτων, στους Έλληνες Ορθοδόξους. Αθεΐα, απατρία, διεθνισμό, ατομισμό, έλλειψη ιδανικών, κατάργηση των ελληνοχριστιανικών παραδόσεων, νέα ήθη και θεσμούς μπορούν να φέρουν. Τρομοκρατία, ανασφάλεια,  καταναλωτική μανία, πορνεία, μοιχεία, ομοφυλοφιλία, παιδεραστία, διαστροφή των συνειδήσεων, λαγνεία, κλοπή, φόνους αθώων, δικαστική ατιμωρησία, διάλυση, αποδιοργάνωση και μόλυνση του περιβάλλοντος,  μπορούν να φέρουν, όχι όμως αγάπη στον συνάνθρωπο, αυτοσυνειδησία, σεβασμό και λατρεία στο Θεό Πατέρα μας και στη Μητέρα Φύση. Μάταια οι οικολογικές οργανώσεις και οι απανταχού της γης αστοί, οι αυτοαποκαλούμενοι «Πράσινοι», προσπαθούν μέσα από κομματικές διαδικασίες να σώσουν τη Φύση. Η φύση του αστικού συστήματος είναι τέτοια που καταντά το στόχο τους ματαιοπονία.

Χρειάζεται μια διαφορετική εντελώς καινή αντίληψη και πράξη. Αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από το δρόμο της χριστιανικής κοινωνικής επανάστασης. Αυτή ξεπερνά κατά πολύ τα στενόμυαλα πλαίσια των αστικών κομμάτων. Ο ορθόδοξος λαός μας προτού  να είναι αργά οφείλει να επεκταθεί πέρα από τα κόμματα, να τα καταργήσει και να φτάσει στο επίπεδο της βαθιάς αποκέντρωσης, στην προσωπική επικοινωνία του ανθρώπου με τον συνάνθρωπο, σε αυτό που θα ονομάζαμε προσωπική σχέση. Ο χριστιανός δεν μπορεί, δεν είναι δυνατόν να φτάνει στην κατάντια να εκλέγει εξ αποστάσεως, από μια προσχεδιασμένη συζήτηση στο γυαλί, ή να φτιάχνει γνώμη για τον εκπρόσωπό του και τις ικανότητές του από κάποιο διαφημιστικό σποτ, κάποια φυλλάδια, ή από μια συνάντηση με τον υποψήφιο πολιτευτή ύστερα από μια ομιλία του σε κάποια κοσμική εκδήλωση ή βραδιά μεταξύ τυρού και αχλαδίου. Οφείλει να τον γνωρίσει στενά και προσωπικά να έχει γνώση και να τον προσμετρήσει στην πράξη αν είναι πλήρης πνεύματος αγίου και σοφίας, όπως πρώτοι οι απόστολοι καθόρισαν στις Πράξεις. Όλα τα άλλα αποτελούν αίρεση, εκτός χριστιανικής παράδοσης και ορθόδοξης πρακτικής.

Τούτο δεν μπορεί όμως να γίνει χωρίς να προωθηθεί ο θεσμός μιας αυστηρής αποκέντρωσης, μιας ισχυρής τοπικής αυτοδιοίκησης που αποτελεί και το πρώτο βήμα για την εμπέδωση και επικράτηση του θεσμού της Άμεσης Δημοκρατίας. Η χώρα είναι ανάγκη να χωριστεί σε 52 νομαρχίες όσοι και οι νομοί της, σε Δήμους και κοινότητες ανάλογα με τον πληθυσμό των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών της. Κάθε νομός θα έχει τη δική του τοπική βουλή ή νομαρχία αποτελούμενη από 10 το πολύ εκπροσώπους και προεδρεύοντα τον πλειοψηφήσαντα εξ αυτών νομάρχη για να επιλύει τα προβλήματα του νομού.

Κάθε πόλη και κοινότητα θα έχει και αυτή το δικό της δημαρχιακό και κοινοτικό συμβούλιο, με προεδρεύοντα τον ικανότερο και λογικά πλειοψηφήσαντα δήμαρχο ή κοινοτάρχη για τα επί μέρους προβλήματα που αφορούν την πόλη ή την κοινότητα. Μόνο έτσι ο κάθε πολίτης και πολίτισσα είναι σε θέση να γνωρίσει τον εκπρόσωπό του εφόσον κι αυτός ζει και κινείται στην ίδια πόλη με αυτόν, τον βλέπει και παρακολουθεί το βίο, το ήθος και την πολιτεία του καθημερινά. Τότε, μόνο τότε, μπορεί να επιτρέψει στα χριστιανικά του αισθητήρια και κριτήρια να συγκροτήσουν μια γνώμη για το ποιόν της προσωπικότητας, τις ικανότητες και την αξία του προσώπου που ζητεί να τον διακονήσει, δηλαδή να τον εκπροσωπήσει σε μια ολιγάριθμη Εθνική Βουλή που θα αποτελείται από 52 βουλευτές. Έναν εκπρόσωπο από κάθε νομό. Από αυτούς ο αξιότερός τους θα βγει πρόεδρος της Κυβέρνησης και οι υπόλοιποι 50 θα εκλέξουν μια ολιγομελή Κυβέρνηση, πάντα αιρετή, ανά 12 ή 24 μήνες εναλλασσόμενη, εκ 12 υπουργών που θα κρατήσουν τα βασικά υπουργεία που δεν χρειάζεται να είναι περισσότερα από 12. Η κεντρική κυβέρνηση φροντίζει αναλαμβάνει την ευθύνη, δια των υπουργών της, να επιλύει θέματα που αφορούν ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, π.χ. την εθνική άμυνα, την Υγεία, την Παιδεία, την εθνική οικονομία, την εσωτερική ασφάλεια, τις σχέσεις μας με την Ε.Ε. και τα άλλα κράτη του κόσμου.

Όλες οι βιβλιογραφικές αναφορές από όπου και οι αριθμοί για τις υποσημειώσεις, έχουν ληφθεί από τη νεώτερη ιστορία της Ελλάδος του Γεωργίου Ρούσσου, του Σπύρου Μαρκεζίνη, Πολιτική Ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, του Βασίλη Κρεμμύδα, Ιστορία, νεότερη-σύγχρονη, Ελληνική Ευρωπαϊκή & Παγκόσμια ΟΕΔΒ. Από τον Ν. Βλάχο, Η γένεσις του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσσικού κόμματος εν Ελλάδι, και του Σοφ. Μαρκιανού, Ζαχ. Ορφανουδάκη, Νικ. Βαρμάτζη, Θεματική Ιστορία, τεύχος Α΄124, έκδοση Γ΄ 1987.

 

Γράφει ο Xρήστος Γιανναράς:  Να λειτουργήσει κρίση και αυτοάμυνα

 

Αν ο τεχνίτης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός ή όποιος άλλος, που τον καλέσαμε να επισκευάσει βλάβη, καταστρέψει ό,τι απλώς δυσλειτουργούσε, είναι αδιανόητο να τον εμπιστευθούμε δεύτερη φορά. Αποκλείεται να ξαναπάμε σε γιατρό που τη λανθασμένη διάγνωση ή θεραπευτική του την πληρώσαμε με ταλαιπωρία ή με ανήκεστη βλάβη. Στην κοινωνία της χρείας την ανικανότητα, την αμάθεια, τον καμποτινισμό δεν τα συγχωρούμε. Όμως, τα κοινωνικά εγκλήματα των επαγγελματιών της πολιτικής τα αμνηστεύουμε. Με απίστευτη ευκολία.

Τους ξαναψηφίζουμε. Για δεύτερη, για τρίτη, για πολλοστή φορά. Και δεν πρόκειται για πολιτικά λάθη τους αναπόφευκτα ακόμα και στις σπάνιες περιπτώσεις ανιδιοτέλειας. Αμνηστεύουμε με την ψήφο μας εξόφθαλμα ποινικά εγκλήματα: Την ιδιοποίηση κοινωνικού χρήματος, την άφρονη κατασπατάλησή του για κομματικές σκοπιμότητες, δηλαδή αμνηστεύουμε κατάφωρες κλοπές, μεροληπτικές αδικοπραγίες, κακουργηματικές ιδιοτέλειες και απάτες κατά συρροήν.

Κυρίως, όμως, παραβλέπουμε και δικαιώνουμε τα καταστροφικά κοινωνικά εγκλήματα των διαχειριστών της εξουσίας:

Τη θεσμική κατάργηση κάθε πειθαρχικού και ποιοτικού ελέγχου και κάθε αξιοκρατίας στη λειτουργία του κράτους, κατάργηση που γίνεται για λόγους χυδαίου λαϊκισμού, δηλαδή ασύστολης ψηφοθηρίας. Την επίμονη επί δεκαετίες απαξίωση, υποβάθμιση, επιπόλαιη μεταχείριση της παιδείας και τελικά την εξαθλιωτική της διάλυση. Το ασύγγνωστο έγκλημα της καταλήστευσης των ασφαλιστικών ταμείων. Την αποδιοργάνωση, για λόγους κομματικής ευνοιοκρατίας, των αστυνομικών υπηρεσιών. Τη δουλεπρεπέστατη υποταγή της κρατικής εξουσίας στους βαρώνους των ΜΜΕ. Και πάμπολλα ακόμα πασίγνωστα εγκλήματα.

Έτσι, συντηρούμε στο Κοινοβούλιο, με την ψήφο μας, κόμματα που το άμεσο παρελθόν τους είναι ντροπή για την πολιτική μας ιστορία. Κόμματα με κεντρική ευθύνη για την κοινωνική μας παρακμή, τη διαφθορά, τη ζούγκλα της βίας. Κόμματα που το ποινικό τους μητρώο είναι ασύγκριτα πιο βεβαρημένο από αυτό οποιουδήποτε Παλαιοκώστα. Ξαναψηφίζουμε κόμματα που τα κοινωνικά τους εγκλήματα αφορούν κατάσαρκα την προσωπική μας ζωή, κάνουν βασανιστική την καθημερινότητά μας, ανάπηρο τον ψυχισμό μας.

Γιατί άραγε τόση μεγαθυμία, τέτοια μαζοχιστική εγκαρτέρηση, τόση επιείκεια του ελλαδίτη ψηφοφόρου απέναντι σε ειδεχθή εγκλήματα; ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία υπερχρέωσαν το κράτος σε σημείο που να ζούμε μόνιμα με την απειλή στάσης πληρωμών. Κατασπατάλησαν στη «διαπλοκή» τους με αδίστακτους «νταβατζήδες» τη μεγαλύτερη χρηματική ενίσχυση που δέχθηκε στην ιστορία του το ελλαδικό κράτος. Διέλυσαν τη λειτουργία του κράτους, τη στοιχειώδη άρθρωση και δομή του, για να το υποτάξουν στη δική του το κάθε κόμμα άθλια καμαρίλα.

Το ΠΑΣΟΚ θεσμοθέτησε και η Νέα Δημοκρατία διατήρησε και εκμεταλλεύτηκε ιδιοτελέστατα την κατάργηση κάθε ιεράρχησης των λειτουργών του κράτους. Οι λειτουργοί προάγονται με βάση μόνο τα χρόνια υπηρεσίας. Δεν υπάρχει διάκριση του ικανού από τον ανίκανο, του εργατικού από τον φυγόπονο, δεν αμείβεται η πρωτοβουλία, η φαντασία, η δημιουργικότητα, δεν ελέγχεται ούτε κολάζεται η αναίδεια, η τυραννική για τους πολίτες σκαιότητα.

Δεν υπάρχει φορολογούμενος Έλληνας που να μην έχει «λαδώσει» εφοριακό, αλλά δεν υπάρχει και εφοριακός που να μην μπήκε στη φυλακή επειδή «λαδώθηκε». Βοά ολόκληρη η χώρα για την καταλήστευση του πολίτη στα γραφεία Πολεοδομίας των Νομαρχιών, αλλά ποτέ υπάλληλος Πολεοδομίας δεν οδηγήθηκε σε παραδειγματικό κολασμό. Τόσο με το ΠΑΣΟΚ όσο και με τη Νέα Δημοκρατία, όλα επιτρέπονται: ο αμοραλισμός και ο μηδενισμός είναι οι κώδικες συμπεριφοράς που τους επιβάλλει καθολικά το παράδειγμα των διαχειριστών της εξουσίας.

Το ειδεχθέστερο κοινωνικό έγκλημα τόσο των «κομμάτων εξουσίας» όσο και των μειοψηφικών παραφυάδων τους είναι ότι εκμαυλίζουν ασύστολα τη νεολαία, ασελγούν κατ' εξακολούθησιν στον ψυχισμό της για να τη μαντρώσουν εγκαίρως στα ποιμνιοστάσιά τους. Στα εννέα χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης όλοι οι μαθητές είναι αυτονόητο να προάγονται, κανένας δεν επαναλαμβάνει μια τάξη. Ο θεσμός των μετεξεταστέων, αλλά και κάθε γραπτής δοκιμασίας, όπως και η βαθμολογική συγκριτική αξιολόγηση, είναι α-νόητες τυπικότητες, τα παιδιά εθίζονται να τις περιφρονούν. Φτάνουν στο γυμνάσιο ή το τελειώνουν και πολλοί μαθητές δεν ξέρουν τις στοιχειώδεις αριθμητικές πράξεις ή και να ορθογραφήσουν το όνομά τους.

Στην εντελώς αχρηστευμένη βαθμίδα του λυκείου (κωμική προσομοίωση θεσμού εγκύκλιας σπουδής) οι μαθητές προάγονται αν ο μέσος όρος της βαθμολογίας τους στα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα (περίπου έντεκα) είναι 9½. Αυτό σημαίνει ότι με τους συνήθως ενισχυμένους βαθμούς στα θρησκευτικά και στα αγγλικά, περνάνε στην επόμενη τάξη, έστω κι αν στη γλώσσα, στα μαθηματικά, στη φυσική είναι κυριολεκτικά και ανατριχιαστικά αστοιχείωτοι.

Μέσα από τη λοταρία των «πανελλήνιων» ή «πανελλαδικών» εξετάσεων κάποιοι κερδίζουν μια θέση στα πανεπιστήμια. Και αν τους δώσεις τέσσερις λέξεις να τις συντάξουν σε λογική πρόταση, είναι για τους περισσότερους αδύνατο. Κοινωνικό έγκλημα αποτροπιαστικό, που και μόνο αυτό θα έπρεπε να έχει αφανίσει από την πολιτική σκηνή ΠΑΣΟΚ, Νέα Δημοκρατία, αλλά και τους παλαιοημερολογίτες του Περισσού και τους καριερίστες της Κουμουνδούρου, είναι η ντροπιαστική απαξίωση και διάλυση των πανεπιστημίων.

Οι σπουδές παγιδευμένες στο αναχρονιστικό δίπολο «παραδόσεις – εξετάσεις» και οι εξετάσεις ταυτισμένες με αυτονόητο όργιο αντιγραφής εκβάλλουν σε ένα πτυχίο άχρηστο, τυπικό «προσόν» δίχως περιεχόμενο. Το κάποτε σύνθημα «Μαζικές αντιγραφές, Άπειρες μεταφορές, Αιώνιοι φοιτητές» (σύνθημα που συγκεκριμενοποιούσε το «Όχι στην εντατικοποίηση των σπουδών») τα κόμματα όλα, το κατέστησαν φοιτητικό «κεκτημένο». Οι εξεταστές του ΑΣΕΠ μπορούν να βεβαιώσουν ποια ποσοστά εμφανίζει ο λειτουργικός αναλφαβητισμός των πτυχιούχων που διεκδικούν θέσεις εργασίας στην Ελλάδα σήμερα.

Και πώς να περιγράψει κανείς τα κοινωνικά εγκλήματα των σημερινών κομμάτων στον συνδικαλισμό, στην εθνική άμυνα, στη διπλωματία, στον αγροτικό τομέα, στην ανάπτυξη, στη λειτουργία της αγοράς, στα δημόσια έργα, στις συγκοινωνίες, στη δημόσια τάξη. Ενδεικτικά να θυμηθεί ο αναγνώστης ότι εργατικός συνδικαλισμός στην Ελλάδα δεν υπάρχει, υπάρχουν μόνο οι γκανγκστερικές μαφίες των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, πρότυπο εκβιαστών του κοινωνικού σώματος. Να θυμηθεί την υπαλληλοποίηση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, τη χυδαία καταλήστευση των κονδυλίων για τον εξοπλισμό τους. Τη ντροπή που νιώθει ο Έλληνας για τον ραγιαδισμό της εξωτερικής μας πολιτικής. Την απόγνωση των μικροπαραγωγών από μια αγροτική πολιτική που επιδοτεί μεραρχίες τεθωρακισμένης βίας των τρακτέρ. Τη διαλυμένη αστυνομία, τα εκφαυλισμένα τελωνεία, το τριτοκοσμικού επιπέδου συγκοινωνιακό – κυκλοφοριακό πρόβλημα. Την άθλια μεταναστευτική πολιτική που εξελίσσεται σε τρομοκρατία των Ελλήνων πολιτών και σε ρατσιστικές εκδηλώσεις εις βάρος των μεταναστών που μένουν σε αποτρόπαια καταλύματα. Την ασυδοσία των τραπεζών με τις ευλογίες του ανήμπορου να τις ελέγξει κράτους!

 

Γράφει ο Γιώργος Ευαγγελάτος:

Αγαπητοί Συνέλληνες,

Σε αυτό το τέλειο αδιέξοδο, που περιγράφει πιο πάνω ρεαλιστικότατα στην «Καθημερινή» ο Χρήστος Γιανναράς, όπου μας έχουν οδηγήσει τα κόμματα, δεν έχει πια σημασία ποιοι θα μας εκπροσωπήσουν στο Ευρωκοινοβούλιο ούτε στην ελληνική Βουλή. Αυτοί οι αμετανόητοι και εγωπαθείς, όχι μόνο είναι διχασμένοι και βγάζουν ο ένας το μάτι του άλλου, αλλά βάζουν λάδι στη φωτιά. Για να κάνουν μεγαλύτερο κακό, αν είναι η κυβέρνηση εκδαπανάται να διασύρει την αντιπολίτευση, αν είναι η αντιπολίτευση  αγωνίζεται να φθείρει όσο μπορεί την κυβέρνηση. Αυτοί, οι άχρηστοι, ούτε ένα κοινό πόρισμα όπως στην υπόθεση Παυλίδη δεν μπορούν να ομονοήσουν και να βγάλουν. Και τα 5 κόμματα της Βουλής  κομμάτιασαν στα 5 το πόρισμα της Εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση Παυλίδη. Η ενέργεια αυτή και μια απειρία άλλων, λέει ότι ο λαός δεν πρέπει να έχει καμιά εμπιστοσύνη στα κόμματα που συγκροτούν τη σημερινή Βουλή. Είναι ανίκανα για μιαν αδιάβλητη διερεύνηση ενός σκανδάλου. Τα «πορίσματα» προοιωνίζονται την παραγραφή των εγκλημάτων και αποδεικνύουν ότι εξακολουθούμε να είμαστε η χώρα της ατιμωρησίας. Θα θέλαμε την άποψή σας, μπορεί να γίνει κάτι πέρα από τα κόμματα και τις εκλογές; Όταν αυτά είναι ανίκανα να βγάλουν ένα ενιαίο αντικειμενικό πόρισμα, τότε τι είναι ικανά να προσφέρουν στον ελληνικό λαό; Άλλη εναλλακτική λύση υπάρχει; Σας θέτουμε το πιο κάτω ερώτημα για προβληματισμό. Μήπως Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και η περιφερειακή αποκέντρωση αποτελούν τη λύση; Η ενίσχυση των περιφερειών, όπως στα ελβετικά καντόνια και η αποδυνάμωση της κεντρικής κυβέρνησης της οποίας θα ήταν ευχής έργο να αγνοούσαν οι πολίτες και το όνομα του πρωθυπουργού. Επίσης η μείωση των βουλευτών σε 52 όσοι και οι νομοί ή περιφέρειες. Ένας εκπρόσωπος από κάθε περιφέρεια στη Βουλή και αυτοί να εκλέγουν την κεντρική κυβέρνηση με 6-10 το πολύ υπουργούς εναλλασσόμενους ανά έτος. Κατάργηση επομένως των κομμάτων και δημιουργία μιας ελάχιστης σε πρόσωπα κυβέρνησης που θα καθορίζει τις βασικές γραμμές διακυβέρνησης της χώρας στους τομείς Άμυνας, Εξωτερικών Σχέσεων, Παιδείας, Οικονομίας και Υγείας. Απαντήστε μας όσο κι αν φαίνεται αφελές το ερώτημα. Το έχουν θέσει κατά καιρούς και άλλοι αξιόλογοι Έλληνες διανοούμενοι και πολιτικοί στοχαστές.

Και όσον αφορά τις ευρωεκλογές, αλλά και τις εθνικές εκλογές. ΜΗΝ ΨΗΦΙΖΕΤΕ  ΛΕΥΚΟ. Τα λευκά ψηφοδέλτια σε ποσοστό 60 ή 70 ή 80% θα μπορούσαν να ανατρέψουν το πολιτικό σκηνικό, να εξοστρακίσουν την εγκληματική ιδιοτέλεια. Με το ΛΕΥΚΟ που θα ρίξετε ισχυροποιούνται τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας όπως θέλουν να αυτοαποκαλούνται. Ψηφίζοντας τα μικρά κόμματα ΚΚΕ, ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ, ΛΑΟΣ και τα μικρότερα που δεν εκπροσωπούνται στη Βουλή, επιτυγχάνετε όσο περισσότερο γίνεται το μαύρισμα που χρειάζονται οι ψευδορωμηοί πολιτικοί μας, οι οποίοι δεν θα έπρεπε αν ο λαός μας ήταν συνειδητοποιημένος, να  ξαναδούν ποτέ εξουσία. Ας προσπαθήσουμε ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ το ταχύτερον αρχίζοντας ΑΜΕΣΩΣ από ΤΩΡΑ.

Σκεφθείτε πως θα μπορούσαμε χωρίς οικονομικές σπατάλες και χαώδεις εκλογικές διαδικασίες και δαιδαλώδεις εκλογικούς νόμους που η κάθε κυβέρνηση μεταβάλλει κατά πως την συμφέρει, παρανομώντας ενάντια στη δημοκρατία και στην απλή αναλογική να κυβερνηθούμε απλά και ξεκάθαρα. Ψηφίζοντας έναν πολιτικό εκπρόσωπο για τη βουλή ανάλογα με τον νομό που ανήκουμε. Θα εκλέγονται έτσι από τους 52 νομούς, 52 βουλευτές, Ο αξιότερός τους θα εκλέγεται από τους 52 πρόεδρος της Κυβέρνησης και αντιπρόεδρος. Οι υπόλοιποι 50 θα εκλέγουν μια ολιγομελή Κυβέρνηση, πάντα αιρετή, ανά 12 μήνες εναλλασσόμενη, εκ 12 υπουργών που θα διαχειρίζονται τα βασικά υπουργεία.

Αυτό το περιληπτικό σχήμα είναι η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και η περιφερειακή αποκέντρωση. Κάθε νομός θα είναι αυτοτελές καντόνι που θα αυτοδιοικείται με εκλεγμένους 8-10 τοπικούς άρχοντες. Αυτοί θα είναι οι γνωστοί ανάμεσα στους συμπολίτες τους και οι καταλληλότεροι για τα κοινά θα εκλέγονται από την κάθε τοπική κοινωνία. Έφτασε η ώρα λοιπόν  να παρέλθουν όλα τα πεπαλαιωμένα και άχρηστα σχήματα των παρόντων κομμάτων που οδηγούν στα προαναφερθέντα αδιέξοδα. Ενωθείτε μαζί μας. Αν είστε ζωντανοί και ελεύθεροι στη σκέψη και στο πνεύμα συνδεθείτε με την ΚΙΝΗΣΗ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟ-ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ  να αγωνιστούμε για την αλλαγή. Για να γκρεμίσουμε το ψευδορωμαίικο κατά τον Κοσμά τον Αιτωλό. Για ένα αλλιώτικο αύριο. Για μια Ελλάδα άξια του πεπρωμένου της και των προγόνων μας.

 

* Επικοινωνείστε μέσω του e-mail evansgrp@hol.gr με τον Γιώργο Ευαγγελάτο και την κίνηση Συνειδητοποίησης και Αυτοπροστασίας Πολιτών. Για την κατάργηση των Κομμάτων και τη συγκρότηση ισχυρών τοπικών αυτοδιοικήσεων με επικράτηση του θεσμού της Άμεσης Δημοκρατίας. Είθε!

 

Σημείωση αdmin: Το κείμενο απεστάλλη από τον συγγραφέα. 

Aδολεσχήματα…

Aδολεσχήματα…     Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

Παπα-Γιάννη, άκουσα απ' την τηλεόραση κάποιους να λένε πως: «Η Δικαιοσύνη μάζεψε τη μαρίδα και ο  Πρωθυπουργός αθώωσε τους καρχαρίες»! Εσύ πώς το καταλαβαίνεις αυτό;

-«Ουδέν καινόν υπό τον Ήλιον», παπα-Δημήτρη μου, Αυτό, το πρωτοείπε ο αρχαίος μάντης Επιμενίδης.

-Τι, δηλαδή, είπε ο Επιμενίδης;

 

-Είπε πως οι νόμοι είναι σαν τα δίχτυα της αράχνης, που πιάνουν τα μικρά έντομα, ενώ τα μεγάλα τα καταστρέφουν και φεύγουν…

-Και βρίσκεις πώς αυτό ταιριάζει και στην τωρινή περίπτωση;

-Απόλυτα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν τα δίχτυα είναι επίτηδες καμωμένα έτσι, ώστε να πιάνουν τις μαριδούλες να ελευθερώνουν τους «καρχαρίες»…..

-Εννοείς τους νόμους;

-Το όργιο της άδικης νομιμότητας, που έχουν, για ληστεύουν το λαό και να αμνηστεύουν εαυτούς και αλλήλους!..

-Και πιστεύεις ότι μπορεί κάποιος, που αθωώνει τους «καρχαρίες», να είναι «ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός»;  Και ότι μπορούμε να περιμένουμε, στην περίπτωση αυτή, πολιτική υπευθυνότητα και κράτος δικαίου!

-Τρύγησες μήπως ποτέ σταφύλια απ' τα παλιούρια;

-Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι, που αυτή την αδιανόητη πραγματικότητα την επικροτούν και τη χειροκροτούν…

-Άλλοι από ωμό συμφέρον και άλλοι από αθεράπευτη ηλιθιότητα!

-Το άλλο το άκουσες, παπα-Δημήτρη μου;

-Ποιο άλλο;

-Το δίλημμα, λέει: «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα»!

-Επιτέλους! Μέσα στην τόση αερολογία και ψευδολογία τους, είπαν και μια σωστή κουβέντα.

-Αμ, δεν την είπαν αυτοί. Την είπε, λένε, κάποιος Κορνήλιος Καστοριάδης.

-Ν' αγιάσει το στόμα του, όποιος κι αν την είπε.

-Μα ο σοσιαλισμός είναι άθεος, παπα-Δημήτρη μου!

-Αυτά τα λένε οι απατεώνες, για να φοβίζουν το λαό. Ο σοσιαλισμός είναι ο εφαρμοσμένος χριστιανισμός. Είναι το Ευαγγέλιο στην πράξη. Αρκεί αυτοί, που μιλούν για σοσιαλισμό να μη έχουν το σοσιαλισμό στα χείλη και τον καπιταλισμό στην πολιτική πρακτική τους. Όπως κάποιοι τωρινοί σοσια-λήσταρχοι!

-Και μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως ο, τι δεν είναι σοσιαλισμός, είναι βαρβαρότητα;

-Και βέβαια! Ο καπιταλισμός τι άλλο είναι, εκτός από βαρβαρότητα! Ή μήπως δεν ζούμε μέσα στη βαρβαρότητα; Της ληστρικής ακρίβειας! Της τραπεζικής τοκογλυφίας! (Που  οδηγεί ανθρώπους στην απόγνωση και, συχνά, στην αυτοκτονία!) Της άδικης και άνισης φορολογίας! Της άδικής νομιμότητας και της ανισονομίας! Που-όπως προείπαμε- «πιάνει τις μαριδούλες και αθωώνει τους καρχαρίες». Η καπιταλιστική βαρβαρότητα εξοντώνει πολλαπλάσιους ανθρώπους ακόμη κι απ' τους φονικότερους πολέμους!

-Και μπορούμε να πούμε ότι όλοι αυτοί, που υποστηρίζουν τη σημερινή κατάσταση είναι βάρβαροι;

-Τρισβάρβαροι, μάλιστα!

-Μα είναι εκατομμύρια άνθρωποι…

-Τότε έχουμε να κάνουμε με τη βαρβαρότητα εκατομμυρίων!

 

Παπα-Ηλίας, 22-05-2009

Εθνική και κοινωνική Συνείδηση

Εθνική και κοινωνική Συνείδηση

 

Του Κωστή  Μοσκώφ

 

Μια παραγωγική εμπορευματική δραστηριότητα διασώζεται ανάμεσα στον 16ο και 18ο αιώνα, στον ελεύθερο από τα αντικίνητρα του οθωμανικού φεουδαλισμού νεοεποικισμένο ορεινό χώρο, ή στις όμοιας ιστορικής γένεσης νησιώτικες κοινωνίες του Αιγαίου, αποκλειστικά σχεδόν εκεί.

Η οικονομική ενότητα της ελλαδικής κοινωνίας έχει διασπαστεί τώρα: Οι αστικές σχέσεις αναπτύσσονται στα εμπορευματικά βουνίσια αυτά κέντρα, διεισδύουν σταδιακά στην περίοική τους αγροτιά, δεν διοχετεύονται όμως και προς τον φεουδαλοποιημένο πεδινό χώρο. Όχι ότι μια ανάπτυξη της οικονομίας δεν πραγματοποιείται και στα μέρη αυτά. Οι καινούργιες καλλιέργειες, η σταφίδα κυρίως, αλλά και το βαμβάκι, ο καπνός, το καλαμπόκι, ανταποκρίνονται στην αυξανόμενη ολοένα ζήτηση της Ευρώπης, κι έστι η παραγωγή αυξάνεται σημαντικά από τα τέλη του 17ου αιώνα στον ελλαδικό χώρο σαν σύνολο.

Όμως, τα πλεονάσματα στον κάμπο δημιουργούνται κυρίως με διοικητικό τρόπο από φορολογίες, ιδίως από τη δεκάτη, από τον ισστιρά, την υποχρέωση πώλησης μέρους της παραγωγής σε χαμηλές τιμές προς το κράτος. Η εξαγωγική δραστηριότητα που θα αναπτυχθεί δίνει στους εξαγωγείς, μεγάλους φεουδαλικούς άρχοντες κυρίως, και στην κεντρική διοίκηση, ένα σημαντικό εισόδημα σε νόμισμα «σκληρό», ευρωπαϊκό, αλλά στην τέτοια οικονομική διαδικασία οι καλλιεργητές ελάχιστα θα συμμετέχουν. Η αγορά, στον πεδινό αυτό χώρο, δεν θα διαμορφωθεί παρά μέσα από θύλακες, «comptoirs», που αφομοιώνουν στον διεθνή χώρο τα πιο προσοδοφόρα τμήματα της πεδινής αγροτικής οικονομίας σε μια κατευθείαν σύνδεση άρχουσας τάξης και εισαγωγέων της Ευρώπης· η σταφιδοπαραγωγή, ιδίως, μέσα σε τέτοια πλαίσια αναπτύσσεται· μέσα σε τέτοια πλαίσια, πάνω σε μια φεουδαλική και μεταπρατική βάση, θα διαμορφωθούν κοινωνικά και οι ασχολούμενοι με τις καλλιέργειες αυτές πληθυσμοί.

Αντίθετα, τα παραγωγικά πλεονάσματα δεν θα δημιουργηθούν στα ορεινά κέντρα, παρά μόνο περιθωριακά μέσα από την αγροτική παραγωγή. Βέβαια, η εισαγωγή νέων καλλιεργειών θα προκαλέσει, και εδώ, το πολλαπλασιαστικό φαινόμενο· το καλαμπόκι, το βαμβάκι βοηθούν στο να αξιοποιηθεί καλύτερα η γη στο βουνό, όπου η ύδρευση, σύμφωνα με τα τεχνικά μέσα της εποχής, είναι πιο πρόσφορη· η κάποια ανάπτυξη όμως της αγροτικής παραγωγής, που επακολουθεί, δεν οδηγεί προς την εξαγωγή αλλά προς την εξασφάλιση μεγαλύτερης αυτάρκειας απέναντι στην πεδιάδα σε ό,τι αφορά τα εδώδιμα, στη σημαδιακή στροφή προς τη βιοτεχνία, προς τα υφαντικά ιδίως προϊόντα. Η νηματουργία βαμβακιού και μαλλιού, η μεταξουργία και η βαφική θα αποτελούν τους κυριώτερους πόλους της οικονομικής ανάπτυξης μέσα σ' αυτόν τον ορεινό ελλαδικό χώρο.

Καινούργιοι όροι, αυτοί εξωγενείς, θα ωθήσουν την παραγωγή προς μια νέα, επιταχυνόμενη ανάπτυξη· η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, που τερματίζει τον ρωσοτουρκικό πόλεμο, στα 1774, δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους χριστιανούς υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να χρησιμοποιήσουν τη ρωσική προστασία, εξασφαλίζοντάς τους από το αυθαίρετο της διοίκησης, αλλά και εξομοιώνοντάς τους, από φορολογική άποψη, με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές, θέτοντάς τους ακόμα σε μια θέση πιο ευνοϊκή από αυτήν που κατέχουν οι μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι συντοπίτες τους. Η διάνοιξη της Μαύρης Θάλασσας και της ρωσικής αγοράς στο ελληνικό εμπόριο, ο ηπειρωτικός αποκλεισμός και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, προσφέρουν καινούργιες δυνατότητες στην ελλαδική οικονομία· η οικονομική απογείωση αγκαλιάζει, από τα 1780-1790, τα εμπορευματικά κέντρα του βουνού, από τα 1790 το σύνολο του ελλαδικού χώρου. Η οικονομική δραστηριότητα θα συγκεντρωθεί σε τρεις τομείς· στα βιοτεχνικά κέντρα, στα ναυτικά νησιά, στις πλουσιώτερες σταφιδοπαραγωγικές πεδινές εκτάσεις.

Τα βιοτεχνικά κέντρα είναι, όπως είδαμε, δημιουργήματα της διαφοροποιημένης αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής του νεοεποικισμένου ορεινού χώρου· μοναδική εξαίρεση στον τομέα αυτόν, η περίπτωση της υφαντουργίας του θεσσαλικού Τυρνάβου(1)· η μεταξοβιοτεχνία γίνεται η κύρια παραγωγική απασχόληση στα Πηλιορίτικα χωριά και στην περιοχή της δυτικής Μάνης, ενώ στον βορεινό Κίσσαβο και στα χωριά του Κάτω Ολύμπου αναπτύσσεται η βαφική, η νηματουργία και η υφαντική· μια σειρά άλλα ορεινά κέντρα συγκεντρώνουν την κατεργασία του μαλλιού και των δερμάτων. Στα 1800 η βιοτεχνία απασχολεί ένα σύνολο 40.000-50.000 ατόμων και κινητοποιεί κεφάλαια το λιγώτερο 50.000.000 χρυσών φράγκων, με ένα ετήσιο κέρδος κυμαινόμενο από 12% ως 30%(2).

Τα νησιά είναι ο άλλος πόλος της νεοελληνικής αναγέννησης· άλλα στο χρώμα της ώχρας του ξερού τοπίου τους, και άλλα στο χρώμα της ελιάς, γεννούν ανάλογα με την υφή της γης τους και δική τους μορφή κοινωνίας. Τα πλουσιώτερα νησιά, αυτά της μικρασιατικής ακτής, βρίσκονται στην ελληνική ιστορία από τα πιο αρχαία χρόνια, όπως η Λέσβος της αιολικής ποίησης και του αθηναϊκού λαδιού, όπως η Σάμος, η Χίος, η Ρόδος· πλούσια όμως και άγονα, θα μοιραστούν την κατάπτωση που προκαλούν οι διαρπαγές και η πειρατεία στα υστερώτερα χρόνια· η Σάμος δεν κατοικείται παρά από λίγες εκατοντάδες βοσκούς στα χρόνια του Σουλεϊμάν, η Λέσβος και η Ρόδος, από 10.000 η καθεμιά τους πενόμενους αγρότες, και η Δήλος, κάποτε κέντρο ιερό ή μέγιστο σκλαβοπάζαρο της Μεσογείου, καταντά στα ίδια αυτά χρόνια και για αιώνες πολλούς βοσκοτόπι της γειτονικής Μυκόνου. Αν η Χίος διατήρησε, χάρη στα προνόμιά της και στην εύνοια της Γαλλίας, τη θέση της μέσα στο Αιγαίο και αν η βενετσιάνικη ως τα 1715 κατοχή στην Τήνο διατήρησε στο νησί έναν πληθυσμό πυκνό, 28.000 στα 1780, ωστόσο δεν είναι τα πλούσια αυτά ελαιοφόρα νησιά που βγαίνουν θριαμβευτικά στο προσκήνιο της νεοελληνικής ιστορίας, αλλά τα άλλα, τα ξεχασμένα και μικρά, που η λειτουργία τους προσομοιάζει με αυτήν των βουνών της ηπειρωτικής χώρας και που γίνονται, μετά τα 1700, καταφύγια, από την ανασφάλεια, το στερνό κύμα φεουδαλοποίησης των κάμπων, της αλλαγής στο επαχθέστερο της αγροτικής φορολογίας. Η Ύδρα, οι Σπέτσες, τα Ψαρά, αλλά και ο Πόρος, η Μύκονος, η Κάσσος, η Σύμη, η Σκιάθος, βράχια του Μυρτώου και του Αιγαίου ακατοίκητα, συγκεντρώνουν έναν πληθυσμό που φτάνει τις 15.000-20.000 ήδη την εποχή των Ορλωφικών· οι μετά τα 1774 ευνοϊκές συνθήκες θα αυξήσουν παραπέρα τον πληθυσμό τους, που θα φτάσει στα 1820 στις 20.000 για την Ύδρα, 8.000 για τις Σπέτσες, 6.000 για τα Ψαρά, κάπου 100.000 για όλα τα μη γεωργικά νησιά του Αρχιπελάγους(3). Το ειδικό βάρος του νησιωτικού αυτού χώρου δεν φαίνεται μόνο από τη δημιουργημένη μέσα σε 30 χρόνια κραταιή ναυτιλία του -πάνω από 300 καράβια άνω των 100 τόννων, συνολικού εκτοπίσματος 61.500 τόννων στα 1819-, αλλά από την εμπορική και τραπεζιτική λειτουργία, που ασκεί για το σύνολο του ελλαδικού χώρου η συσσώρευση του ναυτιλιακού κεφαλαίου στα κυριώτερα από αυτά, κάπου 50.000.000 χρ. φράγκα σε νομίσματα, ένα ανάλογο ποσό επενδυμένο σε καράβια(4).

Όσο και αν ο οικονομικός διχασμός του ελλαδικού χώρου γίνεται μέσα στα χρόνια της οικονομικής απογείωσης ολοένα και εντονώτερος, ωστόσο από τα τέλη του 18ου αιώνα θα εμφανιστούν και στη φεουδαλική οικονομία του κάμπου τα επακόλουθα των ευνοϊκώτερων όρων που η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή παραχώρησε.

Ο μεταπρατικός αγροτικός χώρος θα απλώνεται σε όλη τη δυτική πλευρά του Μωρηά, από την Κόρινθο ως την Καλαμάτα. [ ] Οι καλλιέργειες αρχίζουν βαθειά στα ενδότερα, στους πρόποδες των λόφων, όπου η ελιά, το αμπέλι και η συκιά δίνουν σταδιακά τη θέση τους στη σταφίδα· τα 5 ή 6 καράβια φόρτωμα, που μας πληροφορούν τα περιηγητικά κείμενα του 17ου αιώνα ότι αποτελούσαν την τότε παραγωγή, γίνονται εκατοντάδες, εκατό χρόνια πιο μετά· στα 1800 ένα προϊόν αξίας 4.000.000 φράγκων κατευθύνεται προς τα ευρωπαϊκά λιμάνια ή τα βρεττανικά νησιά(5).

Η αγορά τα χρόνια αυτά έχει απόλυτο κυρίαρχο τον χριστιανό μεγαλοκτηματία, έμπορο και φοροεισπράκτορα μαζί, σαράφη ακόμα και προύχοντα της κοινότητάς του(6). Στα 1820, μετριούνται σε εκατοντάδες αυτοί οι πλούσιοι έμποροι και κτηματίες στον δυτικό Μωρηά· μεταξύ τους μοιράζονται κεφάλαια αξίας πάνω από 20.000.000 χρ. φράγκα· η Πελοπόννησος συγκεντρώνει 97.118 άτομα στα 1687, 259.564 στα 1719 και η αύξηση συνεχίζεται και μετά τη λήξη της δεύτερης βενετικής κατοχής· στα πρόθυρα της εξέγερσης του '21 ο πληθυσμός θα έχει υπερδιπλασιασθεί ακόμα στα 504.000 άτομα(7).

Η οικονομική διαφοροποίηση, προχωρώντας μετά τα 1770 με ολοένα και πιο γοργό ρυθμό, έχει οδηγήσει και εδώ σε μια κοινωνική ιεράρχηση. Στην Πελοπόννησο, η πρώτη φορολογική τάξη, μεγαλοκτηματίες και μεγαλέμποροι, καραβοκυραίοι, σαράφηδες και ανώτεροι κληρικοί, οι «αϊλάδες», όπως αποκαλούνται στην οθωμανική δημοσιονομία, αποτελούν τα 3%-5% του χριστιανικού πληθυσμού· η μεσαία τάξη, κτηματίες κυρίως των βορειοδυτικών περιοχών, οι «εσσατλάρ», αποτελούν τα 30%-35% του πληθυσμού, αλλά 50% περίπου οι μεγάλες μάζες, ενώ οι άποροι, οι «φουκαριλάρ» των κειμένων, άλλα 10%-15% του πληθυσμού, εξαιρούνται, σύμφωνα με το Σεριάτ, από φόρους. Στην Κεντρική Μακεδονία, αντίθετα, η ανώτερη τάξη αποτελεί τα 6%-9% του πληθυσμού, τα 70%-75% η μεσαία, τα 15%-19% η κατώτερη· η διαφοροποίηση εδώ είναι πιο προχωρημένη, αλλά και τα εισοδήματα σημαντικά ανώτερα· είναι χαρακτηριστικοί οι αριθμοί για την πόλη της Θεσσαλονίκης· μέσα στην ελληνική κοινότητα των 2.175 οικογενειών, που σε σημαντικό βαθμό διατηρούν μιαν αγροτική λειτουργία, οι σχέσεις είναι: 7% η ανώτερη, 60% η μεσαία, 30% περίπου η κατώτερη τάξη· ανάμεσα στις 3.671 οικογένειες τής αποκλειστικά με τη βιοτεχνία και το εμπόριο απασχολούμενης ισραηλιτικής κοινότητας, οι ίδιες σχέσεις είναι αντίστοιχα: 5%, 20% και 70% περίπου(8).

Η οικονομική απογείωση ολοκληρώνεται έτσι στις αρχές του 19ου αιώνα, πρόκειται όμως για μια απογείωση ανώμαλη, που όχι μόνο δεν πραγματοποιεί, αλλά εντείνει ακόμα περισσότερο τη διάσπαση της ενότητας της ελλαδικής αγοράς· με την Ελλάδα του ξερικού κάμπου, την εγκαταλελειμμένη στην ελονοσία και τον υποπληθυσμό της, θα συνυπάρχει τώρα η Ελλάδα των ορεινών βιοτεχνικών κέντρων, των ναυτικών νησιών, των μεταπρατικών κοιλάδων του Μωρηά· η Ελλάδα της σύνθετης ήδη και προηγούμενης στον καιρό της -σε ό,τι αφορά τις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τουλάχιστο- βιοτεχνικής παραγωγής, θα έχει τώρα να υποστεί όλες τις συνέπειες της έλλειψης μιας δικής της ενδοχώρας, τις συνέπειες ίσως, να έλεγε κανείς, της τραγικής της «ύβρεως», που θα αποτελέσει ο εποικισμός και η πραγμάτωση, παρά τις τόσες αντιξοότητες, μιας οικονομικής ανάπτυξης στο βουνό. Η αδιαφιλονίκητη μετά το Βατερλώ κυριάρχηση της διεθνούς αγοράς από την βρεττανική βιομηχανία θα υπαγορέψει τώρα τους όρους ενός δύσκολου θανάτου· η ελληνική βιοτεχνία θα πεθάνει μέσα στην πιο σφριγηλή της εφηβεία, ανυπεράσπιστη από την πολιτική ηγεσία του τόπου, οπού θα κυριαρχήσει ο μεταπρατικός κόσμος.

Τα Αμπελάκια, όπου έχουν συσσωρευτεί κεφάλαια 30.000.000 χρ. φράγκων στα 1807, αποδυναμωμένα από την αυστριακή χρεωκοπία του 1811, που εξανεμίζει τα 2/3 των σε βιεννέζικες τράπεζες κατατεθειμένων διαθεσίμων τους, θα επιζήσουν επώδυνα ως τα μέσα του 19ου αιώνα· στα 1850 θα υπάρχουν ακόμα εκεί 300 περίπου παραγωγικές ομάδες υφαντικής και βαφής από τις 1.500 που υπήρχαν 20 χρόνια προτήτερα(9). Στον Τύρναβο της Θεσσαλίας, παρ' όλες τις απανωτές κρίσεις ανάμεσα 1811 και 1818, παρ' όλες τις δηώσεις των δύο πρώτων χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης, θα επιζούν στα 1830 κάπου 400 από τους 2.500 αργαλειούς του 1812(10). Η ελληνική βιοτεχνία πεθαίνει, αλλά πεθαίνει δύσκολα και αργά.

Η ακόμα πιο μεγάλη διαφοροποίηση της ελλαδικής αγοράς, που φέρνει η ανεξαρτησία των μεσημβρινών επαρχιών, η καλπάζουσα αποικιοποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα βόρεια, θα δώσουν το χαρακτηριστικό κτύπημα εκεί ανάμεσα 1830 και 1850. Η οικονομική απογείωση των τελευταίων χρόνων του 18ου αιώνα βοηθά στο να εμφανιστεί για μια ακόμα φορά ο Έλληνας στον πανάρχαιο ρόλο του· η ίδια η εντελέχεια της κοινωνίας του θα τον έχει σπρώξει μέσα στην ζέση της ενεργητικότητάς του προς τον ορεινό χώρο πρώτα, προς τον εξωτερικό χώρο έπειτα· η μοίρα του θα είναι για τα μεγάλα και όχι για τα μικρά της ιστορίας· ενώ το εσωτερικό της εθνικής αγοράς του θα βρεθεί να κατακλύζεται, να αλλοτριώνεται, στην οικονομία της ανεπτυγμένης Ευρώπης, αυτός θα συνεχίζει κοντοτιέρος της εμπορευματικής ανάπτυξης και του νεωτερικού πνεύματος στα βορειότερα Βαλκάνια, τον Εύξεινο και την Μικρασία, να διοργανώνει τις αστικές σχέσεις στον γύρω χώρο του, σπέρνοντας εκεί, όπου άλλα έθνη με το πλήρωμα του χρόνου θα δρέψουν…

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΙΚΙΑΣ

Τίποτα δεν χαρακτηρίζει περισσότερο αυτή τη διάχυτη υφή της ελληνικής δομής, από την ανάπτυξη που παίρνει μετά τον 17ο αιώνα η παροικιακή εξάπλωση του ελληνισμού σε όλον τον χώρο της οικονομικής του δράσης· το φαινόμενο δεν αποτελεί βέβαια παρά έξαρση μιας κατάστασης που ενυπάρχει στις ελλαδικές κοινωνίες από τον πρωταρχικό σχηματισμό τους, φθάνει όμως την φορά αυτή σε τέτοιο μέγεθος, που τείνει να γίνει ένα από τα κυριαρχικά στοιχεία του ελλαδικού συστήματος στα μεταξύ 1800 και 1900 χρόνια(11).

Η παροικία στην αρχή είναι το αποτέλεσμα μιας φυγής· άλλη μορφή στο ίδιο φαινόμενο που προκαλεί τον εποικισμό του ελλαδικού βουνού, πιο ολοκληρωμένη αυτή, καθώς διακόπτει, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ή και οριστικά, κάθε επαφή του πάροικου με τον γενέθλιό του τόπο· ωστόσο, με την παραπέρα ανάπτυξη των αστικών παραγωγικών σχέσεων, η λειτουργία της παροικίας θα αλλάξει· τα μέλη της γίνονται οι προσωπικοί φορείς της επαφής της ελληνικής αγοράς με τον εξωτερικό χώρο, αλλά και οι φορείς συνάμα προς τον εσωτερικό χώρο του νεωτερικού πνεύματος.

Ενδεικτικός είναι σχετικά ο τρόπος που σχηματίζεται, το παροικιακό πληθυσμιακό στρώμα σε μια τυπική, για την ανάπτυξη του φαινομένου στις ευρωπαϊκές χώρες, περίπτωση στην πόλη της Τεργέστης(12).

Η παροικία της Τεργέστης, όπως όλες οι ανάλογες της Δύσης, στην καινούργια αυτή περίοδο θα λειτουργήσει σαν πρακτορείο της ελλαδικής αγοράς· οι πάροικοι θα μείνουν περιθωριακά στοιχεία του εξελιγμένου ήδη τόπου εγκατάστασης· φροντίζουν για την τοποθέτηση των αγροτικών και βιοτεχνικών προϊόντων του τόπου τους στην ξένη αγορά, είναι και διάμεσοι συνάμα της εισαγωγής των ξένων προϊόντων στην χώρα τους. Η παροικία θα έχει 16 οικογένειες μέλη στα 1774, 27 στα 1782, πάνω από 200 στα πρόθυρα της Ελληνικής Επανάστασης.

Στα βορεινά Βαλκάνια, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και στο εσωτερικό της Μικρασίας -οι ακτές της, αυτή την εποχή, αποτελούν ακόμα εθνικό χώρο του Ελληνισμού- η παροικία αποκτά μια λειτουργία πρόσθετη· πρακτορεύει από τη μία πλευρά τις ανταλλαγές με τον ελλαδικό χώρο, αλλά από την άλλη πλευρά γίνεται και ο διοργανωτής της αγοράς μέσα στις ξένες και καθυστερημένες αυτές οικονομίες, που διανύουν το πατριαρχικό ή το πρώτο φεουδαλικό τους στάδιο.

Στα πριν την Επανάσταση χρόνια το παροικιακό είναι ακόμα ένα νέο φαινόμενο· οι παλαιότεροι παροικιακοί -προσφυγικής γένεσης- πληθυσμοί μόνο μετά τα 1750 θα αποκτήσουν μια κάπως άνετη οικονομική υπόσταση. [ ]

Από τα 1805 ήδη μπορούμε να διακρίνουμε διαφορετικές τάσεις στην διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης των παροικιών, ανάλογα με το ειδικό βάρος που στο εσωτερικό της κάθε μιας έχει παίξει ο καθένας από τους παραπάνω παράγοντες. Οι Δυτικές παροικίες, ιδιαίτερα οι ιταλικές, γαλλικές και της Τεργέστης, ηγεμονεύονται ιδεολογικά από το Παρίσι, μέσα από τον κύκλο που δημιουργείται γύρω στον Κοραή· η επίδραση της γαλλικής πολιτικής και ιδεολογικής ζωής είναι στον κύκλο αυτό πιο άμεση, ίσως και πιο μηχανιστική και άκριτη· εδώ θα είναι το προπύργιο της φιλελεύθερης τάσης, όχι όμως πάντοτε και του αστικού ριζοσπαστισμού.

Στις Ανατολικές παροικίες, αντίθετα, ηγεμονεύει το Βουκουρέστι, αν και λιγώτερο αποκλειστικά απ' ό,τι στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο η γαλλική πρωτεύουσα. Εδώ υπάρχει μια κρατική παράδοση, δημιουργημένη στις καλύτερες στιγμές του Φαναριωτισμού, και η προέλευση των παροίκων από τα ορεινά βιοτεχνικά κέντρα θα δώσει μια πιο λαϊκιστική, εθνικιστική, πιο ριζοσπαστική κάποτε χροιά στην ιδεολογική τους στάση. Αλλά και εδώ η διαμόρφωση του παροικιακού πνεύματος δεν θα είναι ομοιόμορφη· τα Βαλκάνια, οι Μαυροθαλασσίτικες ακτές, η Ανατολή, ζούνε ακόμα τότε μες στην πληθώρα των εθνικών ομάδων ταυτόχρονα πολλές κοινωνικοϊστορικές εποχές. Το παρόν, το μέλλον, το παρελθόν, διαχέονται στον ίδιο τόπο· δεν έχεις παρά να μετακινηθείς από το ένα χωριό στο άλλο, στις πόλεις από τον ένα στον άλλο μαχαλά, για να βρεθείς από το ένα στάδιο της ιστορικής εξέλιξης σε ένα άλλο· στο καθένα το άτομο κρατά και άλλη πολιτιστική στάση. Η παροικία, κάτω από την αλληλοεπίδραση των γύρω της καταστάσεων, στα καθένα φορεί κι ένα διαφορετικό ηθικό και υλικό προσωπείο.

Μπορεί να μιλήσει κανείς για αλλαγή θεμελιακή στην δεύτερη και τρίτη γενιά του παροικιακού κόσμου· ανεξάρτητα από την τοπική προέλευση, η παροικία τείνει να καταστεί τώρα φορέας πάντοτε μεταπρατικής ιδεολογικής επίδρασης· από εδώ θα ξεκινήσουν στα χρόνια του Αγώνα χιλιάδες οι πάροικοι με τις πιο καλόβουλες προθέσεις, εδώ όμως θα πρέπει να αναζητηθεί και η μεγαλύτερη πηγή του κοσμοπολίτικου πνεύματος, η απαρχή της κατεστημένης μας λεβαντίνικης ιδεολογίας.

Ο Κοραής και ο κύκλος του, ο Ά. Γαζής και ο δικός του κύκλος της Βιέννης, οι Σμυρνιοί έμποροι -χιώτικης οι περισσότεροι ή καραμανλήδικης προέλευσης-, ο κύκλος της «Νέας Ημέρας» της Τεργέστης, οι Ψυχάρηδες, οι Αιγυπτιώτες βαμβακέμποροι -μια γενιά πιο μετά- θα είναι φορείς μιας τέτοιας πνοής.

Η ανάπτυξη στα νοτιώτερα της Ελλάδας ενός κράτους ανεξάρτητου δεν θα θέσει σε περιθωριακό επίπεδο την επίδραση της παροικίας. Οι μεγάλοι πάροικοι, όπως θα δούμε, θα είναι η ισχυρότερη οικονομική δύναμη μέσα στην αθηναϊκή κοινωνία του 19ου αιώνα, και στον πολιτικό κόσμο θα καταλάβουν καίριες θέσεις. Η ιδεολογική τους επίδραση, μέσα από τέτοια πόστα, θα μείνει πάντοτε δυνατή, στήριγμα της ντόπιας μεταπρατικής τάξης. Έτσι, οι παροικίες, ως ένα σημείο, θα γυρίσουν πίσω την οφειλή, ένα κομμάτι από την εθνική ενέργεια που είχαν απορροφήσει· η είσπραξη όμως θα γίνεται με τη μορφή ελεημοσύνης και δωρεάς· ο τόπος θα έχει για πάντα στερηθεί την εργασία και τα κεφάλαιά τους σαν στοιχεία μιας δικής του οργανικής ζωής, τη συμβολή τους σε μια εθνοτική, αυτόνομη προοπτική ανάπτυξης. Και στην δική τους ύπαρξη θα έρθει άλλωστε καιρός -στη Ρουμανία από τα 1904, στην Βουλγαρία από τα 1907, από τα 1908 ήδη στις έξω από τον εθνικό χώρο περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αργότερα στην Αίγυπτο-, που η άρνηση των παροικιακών πληθυσμών να μεταβληθούν από ξένα σώματα σε μειονότητες εθνικές της χώρας όπου έχουν ανθήσει, οδηγεί στην καταπίεσή τους και στην παρακμή. Θα είναι οδυνηρή η στιγμή που για μιαν ακόμα φορά ένα κομμάτι της εθνικής μας ζωής θα εκμηδενίζεται, οδηγημένο από την εντελέχεια της ελλαδικής δομής, δίχως δυνατότητες αντίστασης· θα είναι η ώρα της τραγικής Αλεξάνδρειας του Καβάφη.

 

* Από το ομώνυμο βιβλίο του συγγραφέα, Θεσσαλονίκη 1972.

 

Σημειώσεις

1. Βλ. Α. Βακαλόπουλου, έ.α., τόμ. Β΄1, σελ. 96.

2. Βλ. ιδίως Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 167-170.

3. Βλ. Ι. Κοντογιάννη, Οι Έλληνες κατά τον Α΄ Ρωσσοτονρκικό πόλεμο, Αθήναι, 1952, σελ. 235-236, που αναφέρεται σε σχετική απογραφή του λοχαγού Α. Κρίνεν· επίσης Α. Μάμουκα, Στατιστική…, ΙΑ΄, σελ. 230, και J. Hasluck, De Population in the Aegean Islands and the turkish conquest, «Annual of the British School of Athens», τόμ. 17 (1910-1911), σελ. 156-181.
4. Α. Andreades, La marine marchande grecque, «Alcan», Paris, 1916, σελ. 36-37.
5. Pouqueville, έ.α., τόμ. Ill, σελ. 171.

6. Συχνή είναι η χρησιμοποίηση του κοινοτικού ταμείου, ή και του επισκοπικού, για τη διευκόλυνση και επέκταση των εμπορικών συναλλαγών. Ο Pouqueville αναφέρεται σχετικά στην Μητρόπολη Καστοριάς, στο ταμείο της οποίας κατέθεταν και μωαμεθανοί ακόμα γαιοκτήμονες ή πραματευτάδες, και τα κεφάλαια του οποίου αξιοποιούνται με τόκο 10%-12% μέσω των μεγαλεμπόρων, κάτω από την αλληλέγγυο ευθύνη της Μητρόπολης. Βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 1-2.

7. Η Πελοπόννησος συγκεντρώνει τα χρόνια αυτά τα 25% του πληθυσμού του ελλαδικού χώρου, σε σύγκριση με 10% σήμερα. Για δημογραφικά την εποχή της απογείωσης βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. III, σελ. 192-195.

8. Βλ. Pouqueville, έ.α., τόμ. VI, σελ. 225-261, και Ι. Βασδραβέλλη, Οθωμανικά αρχεία Θεσσαλονίκης, τόμ. Ι, σελ. 526.

9. L. Heuzey, Excursion dans la Thessalie turque, Paris, «Belles Lettres», 1927, σελ. 23.

10. L. Heuzey, έ.α., σελ. 24.

11. Τη σπουδαιότητα της λειτουργίας του παροικιακού φαινόμενου μέσα στην νεοελληνική ιστορία επισημαίνουν οι περισσότεροι ιστοριογράφοι· βλ. ιδίως Π. Καρολίδη, Ιστορία του ΙΘ΄ αιώνος, τόμ. Β΄, σ. 109-110, Αθήνα, 1892, Κ. Ντίτριχ, Ο εν διασπορά Ελληνισμός, «Εμπορεία Αθηνών», τεύχ. 33, 1920, Γ. Κορδάτου, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, τόμ. Α΄, σ. 214, Αθήνα, 1957, και τη μονογραφία του Ν. Ψυρούκη, Το παροικιακό φαινόμενο, Αθήνα, 1965.
12. Βλ. Σ. Λάμπρου, Περί το συνοικισμού των γραικών εν Τεργέστη (παρουσίαση χειρόγραφης μελέτης του Χ. Φιλητά), «Δελτίον Εθνολογικής Αρχαιολογικής Εταιρείας», 1897, σελ. 370-376.

 

ΠΗΓΗ  Άρθρου:   Άρδην τ. 74

 

*  Ο Κωστής Μοσκώφ (1939 – 1998) γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1939 στη Θεσσαλονίκη, απ' τον εκ Πόντου καπνέμπορο Ηρακλή Μοσκώφ και την εξ Ιταλίας Αμίνα Αριγκόνι. Οι σπουδές του στ' αμερικανικά κολλέγια Αθηνών και Θεσσαλο­νίκης, στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. και στην Ecole des Hautes Etudes της Σορβόνης θα συνοδευτούν απ' τη συμμετοχή του στον χώρο της αριστερής διανόησης.

Απ' τον γάμο του με την ηθοποιό Καλιόπη Πασχαλίδη θ' αποκτήσει την Αμίνα και τον Ηρακλή, θα υπηρετήσει στο Πολεμικό Ναυτικό και θα προσβληθεί απ' τη νόσο του Χότκιν. Αν και μαρξιστής θ' αναζητήσει τον Ορθόδοξο λόγο, συγγράφοντας ιστορία, γεωγραφία, πολιτική ιδεολογία, κι εν τέλει λογοτεχνία.

Ως δημοτικός σύμβουλος, υποψήφιος βουλευτής Κ.Κ.Ε., δήμαρχος, σύμβουλος Υπουργείου Πολιτισμού, διευθυντής του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών, δημοσιογράφος, μορφωτικός ακόλουθος πρεσβείας στην Αίγυπτο κι εκπρόσωπος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού στη Μέση Ανατολή, ο Κωστής Μοσκώφ θα σφραγίσει την εποχή του.

Μορφωτικός ακόλουθος της ελληνικής πρεσβείας στην Αίγυπτο επί εννέα χρόνια ως το θάνατό του.

Απ' τις 29 Ιουνίου 1998 αναπαύεται στο πατρικό κτήμα του στον Πλαταμώνα, όπου συνέθεσε το μεγαλύτερο μέρος του πολύτροπου έργου του.

.………………………………………………

Η νόσος του δε λύγισε ούτε τις ιδέες του. Δε λύγισε ούτε τους δεσμούς του και την επαφή του μέχρι τέλους με το κόμμα του, το ΚΚΕ, όσο κι αν η πίκρα των ανατροπών του '89, η ζωτική ανάγκη να βγάλει το ψωμί του και να αντιμετωπίζει την πανάκριβη αρρώστια του, οδήγησαν τον μεγαλοαστικής γενιάς Κ. Μοσκώφ, που γύρισε από νέος την πλάτη στο χρήμα, "κυνηγημένος από τα αποτρόπαια όρια του έρωτα και της ιστορίας", όπως ποιητικά έλεγε σε μια συνέντευξή του, να "καταφύγει" στο Κάιρο, αναλαμβάνοντας τη θέση του μορφωτικού συμβούλου της Ελλάδας στην Αίγυπτο. Ο Κ. Μοσκώφ συνειδητά, αμετάκλητα, έμπρακτα, λόγω και έργω, "στρατεύτηκε" στις ιδέες του σοσιαλισμού για την "ποίηση" ενός κόσμου όλων των ανθρώπων, της ειρήνης, της φιλίας, της συνεργασίας, του πολιτισμού των λαών………

ΠΗΓΗ Βιογραφικού:  http://www.romios.bravehost.com/logotexnia/moskof.html

 

ΠΗΓΗ 2ου Βιογραφικού:   http://www.athina984.gr/node/9215  

 

ΠΗΓΗ 3ου Βιογραφικού:   http://www1.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=3732520&publDate=5/7/1998

 

ΠΗΓΗ 4ου Βιογραφικού:  http://k-m-autobiographies.blogspot.com/2007/05/blog-post.html

 

 

Για την αταξική κοινωνία…!υπό Ν. Μπερδιάγεφ

Για την αταξική κοινωνία…!:Συμπλήρωση αναγκαία περί Μπερδιάγεφ

Του φιλαλήθη/philalethe00


Είδαμε ήδη κάποιες εξόχως οξείες κατηγορίες του μεγάλου Ορθόδοξου διανοητή – με τις δικές του ιδιοτυπίες, οπωσδήποτε, όπως είχε παρατηρήση σωστά και ο Φ.Κόντογλου – ενάντια στην αστική μορφή του σοσιαλισμού που ονομάζει, προφανώς επηρεασμένος από Σολόβιεφ, Ντοστογιέφσκι (και τους “Δαιμονισμένους” του, ειδικότερα), αλλά και την σλαβόφιλη ρωσσική φιλοσοφική παράδοση (το άλλο μείζον μέρος της είναι η “δυτικόφιλη”) συχνά απλώς σοσιαλισμό.

Μήπως λοιπόν υπήρξε αντιδραστικός; Μήπως υπήρξε, έστω, προτιμητής της μοναρχίας, έστω της επιφορτισμένης συνειδητά με την μυστικιστική (φιλο)λαϊκή αποστολή της, μαζί με κάποιους προαναφερθέντες, τον Κομιάκωφ, κ.α.; Η απάντηση σε αυτά είναι όχι.

Έχω την εντύπωσι, ότι σε αρκετά θέματα, ο Μπ. μεταβάλλει θέσεις ή συμπληρώνει προς κάποιες (ακόμη) πιο ριζοσπαστικές κοινωνικά, χωρίς αυτό να σημαίνη, ότι χάνει κάπου από την αξία που αποδίδει στο πρόσωπο και την ελευθερία του.

Λέει, λοιπόν, κάπου, στο (καταπληκτικό) ώριμο έργο (1935-’36) του “Οι πηγές και το νόημα του ρωσικού κομμουνισμού” απαντώντας σε γενικολόγο συκοφάντη του ιδίου και απολογητή του υπαρκτού μαρξιστικού σοσιαλισμού στην Δύση Χέκερ“Πράγματι, είμαι οπαδός μιάς αταξικής κοινωνίας, δηλαδή, μ’αυτή την έννοια, πιο κοντά στον κομουνισμό παρά οπουδήποτε αλλού. Από την αλλη, είμαι πεπεισμένος για την αναγκαιότητα ενός αριστοκρατικού στοιχείου, που αντιτίθεται στο ταξικό στοιχείοο, στον περιστασιακό παράγοντα- οπαδός, αν το θέλετε, μιας πνευματικής αριστοκρατίας. Οι ταξικές ανισότητες πρέπει να εξαφανιστούν, οι προσωπικές να αναφαίνονται όλο και πιο καλύτερα. Ο άνθρωπος πρέπει να ξεχωρίζει από τον διπλανό του με τις προσωπικές του ιδιότητες, και όχι με την κοινωνική του κατάσταση. Μακριά από το να περιορίζεται αυτή η ποιοτική αριστοκρατική αρχή με την εξαφάνιση των κοινωνικών στρωμάτων, οφείλει αντίθετα να ενισχύεται με την εξάλειψή τους [….] Είμαι σ’ αυτό το σημείο οπαδός του χριστιανικού περσοναλισμού, όχι του ατομικισμού […] στην καπιταλιστική και αστική κοινωνία, η προσωπικότητα σβήνεται, έχει μεταχείριση ατόμου.” (σσ. 257-258)

Και επί τη ευκαιρία, σκέφτομαι πως εστίαση πρέπει να υπάρξη περισσότερο όχι στον σκοπό μας ως Χριστιανών Ορθόδοξων, που παραδοσιακά,  Πατερικά είναι η αταξική κοινωνία, αλλά στα μέσα.  Μέσα κατά καιρούς έχουν προταθή διάφορα, και υπάρχουν μέσα για τις μεταρρυθμίσεις(τα συμβατικά, π.χ, σήμερα: απεργίες, πορείες, διαδηλώσεις, καταλήψεις κτλ.) και μέσα για το τελικό σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο “ποθούμενον”, αυτήν ταύτην, δηλαδή, την ελεύθερη χριστιανική αταξική κοινωνία.
Ίσως πρέπει τούτο, λοιπόν, να τεθή και ώδε, στο νέο συλλογικό ιστοχώρο ημών των εχόντων την νηπτικοησυχαστική αναφορά … Πολύς ο θερισμός – και οι εργάται ολίγοι…  Αλλά και , βέβαια, ποια η χρησιμότητά του άλατος, εάν χάση την αρμύρα του;!

Απεργίες και «δημοκρατία»

Απεργίες και «δημοκρατία» των δικαιωμάτων

Ανάλυση στα γεγονότα

 

Του Τάκη Φωτόπουλου

 

 Η πολιτική και οικονομική ελίτ, έπειτα από επανειλημμένες απόπειρες να «εκσυγχρονίσει» την Ελλάδα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που στον χώρο μας επιβάλλει η Ε.Ε., έκρινε ότι ήρθε η στιγμή για να επιβάλει τους στόχους της και στο Ασφαλιστικό, πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις, τα φορολογικά μέτρα υπέρ των προνομιούχων στρωμάτων κ.λπ.

Η εξέλιξη αυτή βέβαια ήταν αναμενόμενη, εφόσον σήμερα η κυβέρνηση, αναβαπτισμένη από τον «λαό» (δηλαδή από το 30% των εγγεγραμμένων στους καταλόγους που ψήφισαν το κυβερνών κόμμα, χωρίς βέβαια να έχουν ιδέα για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο!), θα μπορούσε να επιβάλει τις απόψεις των ντόπιων ελίτ και αυτών της Ε.Ε. παρά τις οποιεσδήποτε αντιδράσεις. Ετσι, οι πολίτες βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με ένα νομοσχέδιο που περικόπτει δραστικά τα δικαιώματα, ακόμη και κεκτημένα, πολλών συνταξιούχων, το οποίο οι ελίτ σύντομα περιμένουν να το κάνουν νόμο του κράτους με δεδομένη την υπερψήφισή του από τον νεοδημοκρατικό «λόχο» -όπως βέβαια θα συνέβαινε αν στη θέση του ήταν ο ΠΑΣΟΚικός λόχος που, με βάση τις δεσμεύσεις του στην Ε.Ε. και τις ελίτ, θα πέρναγε έναν πανομοιότυπο νόμο.

Εάν όμως τα παραπάνω είναι κοινός τόπος για τον τρόπο λειτουργίας της σημερινής αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» γενικά, στην Ελλάδα δεν λειτουργεί ούτε η συνακόλουθη «δημοκρατία» των δικαιωμάτων, όπως γι' άλλη μία φορά έδειξε ο τρόπος με τον οποίο συστηματικά υπονομεύεται το δήθεν «ιερό» δικαίωμα της απεργίας. Έτσι, μόλις οι απεργίες άρχισαν να γίνονται ενοχλητικές για τις ελίτ, ο υπουργός Οικονομίας δήλωνε ότι «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το δικαίωμα της απεργίας είναι ιερό, αλλά είναι ιερό και το δικαίωμα του ελληνικού λαού να απολαμβάνει των βασικών υπηρεσιών που δικαιούται», για να συμπληρώσει ο υπουργός Εσωτερικών ότι «δεν μπορεί συντεχνιακές αντιλήψεις να υπερακοντίζουν το δημόσιο συμφέρον» και ν' ακολουθήσει η «ανεξάρτητη» Δικαιοσύνη, δηλώνοντας διά του εισαγγελέως του Αρείου Πάγου πως «αν όμως είναι αναφαίρετο το δικαίωμα της απεργίας μεμονωμένων ομάδων ή τάξεων, είναι εξίσου αναφαίρετο το δικαίωμα του κοινωνικού συνόλου να μπορεί να ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες και να απολαμβάνει των κοινωνικών αγαθών, τα οποία είναι υποχρεωμένες να προσφέρουν σε αυτό οι επιχειρήσεις με δημόσιο χαρακτήρα και ειδικότερα της κοινής ωφέλειας».

Στη συνέχεια, και ενώ τα «παπαγαλάκια» των ελίτ στα ΜΜΕ ωρύονταν για το «δημόσιο συμφέρον», τα Επιμελητήρια, καθώς και οι συνοδοιπορούσες απαραίτητες ΜΚΟ των καταναλωτών κ.λπ., απείλησαν να πάρουν τη δικαστική οδό για να χρεοκοπήσουν τους απεργούς. Παράλληλα, για την περίπτωση που όλα τα παραπάνω θ' αποδεικνύονταν τελικά ανίσχυρα να τους νουθετήσουν, η «φιλελεύθερη» κυβέρνηση επέσειε την απειλή επιστράτευσης…

Είναι όμως χαρακτηριστικό του θράσους των ελίτ και των συνοδοιπόρων τους ότι ακόμη και ο πρόεδρος της ΔΕΗ δεν δίστασε να δηλώσει ότι «λυπάμαι και ντρέπομαι γιατί δεν είμαστε σε θέση να παρέχουμε στον κόσμο το κοινωνικό αγαθό που δικαιούται» και ο ανεκδιήγητος υπουργός Οικονομίας συμπλήρωσε πως «όταν πληρώνει μια επιχείρηση, έχει την απαίτηση να έχει ρεύμα». Και αυτό, όταν δεν έχει κλείσει ακόμη ούτε χρόνος από τότε που η ΔΕΗ με υπαιτιότητα δική της και του ίδιου υπουργού, δεν είχε κάνει τα απαραίτητα έργα υποδομής, παρά τους αναμενόμενους καύσωνες, με αποτέλεσμα να υπάρξουν εκτεταμένες διακοπές ρεύματος, που ταλαιπώρησαν εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτών, ζημίωσαν χιλιάδες επιχειρηματιών κ.λπ., χωρίς όμως να κινηθεί τότε κατά της ΔΕΗ και της κυβέρνησης κανένας από τους λαλίστατους σήμερα διώκτες των απεργών!

Το γνωστό διάτρητο επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι ελίτ για να επιτεθούν κατά των απεργών είναι ότι, ως εκ της θέσης τους στην κοινωνία, η αποχή τους από την εργασία θέτει σε κίνδυνο το «κοινωνικό σύνολο», τη δημόσια υγεία ή την «εθνική οικονομία». Ομως, όσον αφορά τον κίνδυνο στη δημόσια υγεία, πάντοτε σε ανάλογες περιστάσεις, οι απεργοί φροντίζουν και παίρνουν τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της. Οσον αφορά τα νεφελώδη περί «δημόσιου συμφέροντος» και «εθνικής οικονομίας», όπως είναι γνωστό, σε μια ταξικά διαιρεμένη κοινωνία (ανεξάρτητα πώς ακριβώς θα ορίσουμε τις τάξεις), όπως είναι κάθε κοινωνία σε μια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς και αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», όπου οικονομικές και πολιτικές ελίτ συγκεντρώνουν την οικονομική και πολιτική εξουσία αντίστοιχα, δεν είναι δυνατό να υπάρξει ένα ενιαίο δημόσιο συμφέρον και μια «οικονομία».

Άλλα είναι τα συμφέροντα των εργαζομένων στις τράπεζες και άλλα των τραπεζιτών. Και άλλα τα συμφέροντα των συνταξιούχων του ΙΚΑ και άλλα των επαγγελματιών πολιτικών στη Βουλή, που έχουν καθιερώσει για τους εαυτούς τους δικαίωμα πλουσιοπάροχης σύνταξης, πέρα από το δικαίωμα για οποιαδήποτε άλλη σύνταξη έχουν εξασφαλίσει στο μεταξύ (!), ακόμη και με μερικά φεγγάρια θητείας -ρύθμιση που στη Βουλή, μόνο το ΚΚΕ, σε συνέπεια με τις αρχές της Αριστεράς, πρότεινε να καταργηθεί και έχει επίσης καθιερώσει ότι ολόκληρη η αποζημίωση επιστρέφεται στο κόμμα και οι βουλευτές του αμείβονται με κομματικό μισθό ανειδίκευτου εργάτη (1.000 ευρώ), σε αντίθεση με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που επιστρέφουν στο κόμμα το 20%, δηλ. 1.500 ευρώ, της παχυλής τους βουλευτικής αποζημίωσης.

Όμως, σε εργαζομένους στους τομείς παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες (κοινωνικής ωφέλειας, υγείας, εκπαίδευσης, δημόσια μέσα μεταφοράς κ.λπ.), παρ' όλο που πιθανώς είναι η πλειοψηφία των εργαζομένων, σύμφωνα με τη λογική του «δημόσιου συμφέροντος», μπορεί ν' απαγορευθεί το «ιερό» δικαίωμα της απεργίας, ακόμη και με το στρατιωτικό μέτρο της επιστράτευσης -όταν η δράση τους είναι αρκούντως ενοχλητική για τις ελίτ. Αλλά αυτό ήταν αδιανόητο ακόμη και για τις συντηρητικές κυβερνήσεις στη Βρετανία, που καθιέρωσαν τον νεοφιλελευθερισμό.

Για εβδομάδες οι ανθρακωρύχοι το 1972 είχαν μπλοκάρει τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού για να μην κάνουν παραλαβές άνθρακα, με αποτέλεσμα να μειώσουν την παραγωγή ρεύματος στο 25% και ν' αναγκάσουν την κυβέρνηση Χιθ να επιβάλει διακοπές ρεύματος μέχρι και 9 ωρών. Επιστράτευση όμως των εργατών ούτε έγινε ούτε μπορούσε να γίνει. Ακόμη και η Θάτσερ, που μετά περίπου 10 χρόνια, είχε οργανώσει συστηματικά την επίθεση των ελίτ για να συντρίψουν τους ανθρακωρύχους που απεργούσαν για μήνες, επίσης δεν χρησιμοποίησε έκτακτα μέτρα που ουσιαστικά καταργούν το δικαίωμα της απεργίας. Ακόμη και σήμερα, ύστερα από δεκαετίες διακυβέρνησης από τους νεοφιλελεύθερους Συντηρητικούς και τους σοσιαλφιλελεύθερους Εργατικούς, που σε αγαστή σύμπνοια πετσόκοψαν με κάθε δυνατό τρόπο το δικαίωμα της απεργίας, μόνον όταν δεν τηρηθούν κάποιες αυστηρά οριζόμενες προϋποθέσεις μπορεί να κηρυχτεί μια απεργία παράνομη.
Στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το αν θα χρειαστούν οι ελίτ σήμερα την επιστράτευση, έχουν προβλέψει και την απαγόρευση της απεργίας ως «καταχρηστικής» -πράγμα που ουσιαστικά αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστού. Είναι λοιπόν φανερό ότι στην Ελλάδα (όπως και σε χώρες ανάλογης ανάπτυξης), ούτε η «δημοκρατία» των δικαιωμάτων -στην οποία περιορίζεται τώρα η ρεφορμιστική Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ. μετά την από μέρους της εγκατάλειψη κάθε οράματος για «συστημική» αλλαγή- μπορεί να υπάρξει!

ΠΗΓΗ1:   http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 15/03/2008

 

ΠΗΓΗ2:    http://www.enet.gr/online/online_fpage_text/id=60283496