Οι σωτήρες (και η ανακύκλωση)
Του Χρήστου Σκανδάμη*
Από την αρχή της κρίσης
έξη χρόνια μέχρι τώρα ®
τρεις μεγάλοι εθνοσωτήρες
την εθάβουνε τη χώρα.
Από την αρχή της κρίσης
έξη χρόνια μέχρι τώρα ®
τρεις μεγάλοι εθνοσωτήρες
την εθάβουνε τη χώρα.
Στα συντρίμμια η απόγνωση
γίνεται αγανάκτηση
έκρηξη ή φυγή
Πώς να μην διψάς για λίγο ουρανό ειρήνης
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
Θολή μας «συριζοχρονιά»!
Κι αρχή «καλός» μας χρόνος…
Στ’ αρχοντολόι οι χαρές
Και στο λαό ο πόνος!
Αποξένωση. Μαραμένο συναίσθημα. Ψυχικές πληγές. Άνθρωποι «Πιο ξένοι κι απ’ τις στάλες της βροχής στην έρημο./ Πιο ξένοι όμως κι απ’ το μεγάλο πέσιμο/ στην καρδιά που μας πληγώνει παντοτινά». Σ’ αυτήν τη βαρυχειμωνιά, «Ο κήπος που άφησες φεύγοντας από δω/ θέλει πολλή δουλειά για να γίνει σαν πρώτα», διαπιστώνει ο Βασίλης Ζηλάκος στην ποιητική του συλλογή «Το κελαηδιστό πουκάμισο». Την απαιτητική δουλειά, τη μαρτυρική ανηφορική πορεία, τη σύγκρουση με ό,τι σαθρό καταδυναστεύει τον κόσμο ο Ζηλάκος τις αναθέτει στους ποιητές: «οι ποιητές ανέβαιναν στο βουνό κι έθαβαν τη χελώνα». Οπλισμένοι με πείσμα, αφοσίωση, προσωπικό μεράκι, λεπτουργήματα των χεριών τους, μακριά από τις χοντροκοπιές των μηχανών, οι ποιητές επιβάλλεται να τα καταφέρουν, παλεύοντας με του κόσμου τα δαιμόνια και υπερασπίζοντας τη «χελώνα», κάθε αδύναμο κι αναγκεμένο.
Παραπαίει και πάλι απόψε στη βαρύτητα
το άστρο μου
έτοιμο να καταρρεύσει
στ’ απερινόητα ερωτήματα
που συνθλίβουν τα θεμέλιά μου
Μοιάζουν με Κίρκη οι εκλογές
κι οι κάλπες το ραβδί της
που μας μεταμορφώνει.
Με λαμογιές και με κλεψιές
μ’ εκβιασμούς και απειλές
με ύπουλα χτυπήματα
(πρώτη φορά άλλωστε;)
οι άρχοντες και οι δανειστές
εσπείρανε τον πανικό
και έτσι μας μαντρώσανε
στη στρούγκα με τους λύκους˙
Ο Γιώργος ο μακρύτερος,
ο Γ(άμα) Παπανδρέου,
στο πρώτο αυτός μας έβαλε
με τον αέρα ωραίου.
(Απάντηση στη ‘‘Συνέλευση των ποντικών’’
Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα)
Ωραία τα ‘πανε οι δυο οι τροβαδούροι
για τα ποντίκια και του Γάτου την ουρά,
όμορφα λόγια σαν της Πολυδούρη
λόγια που φέρνουνε στον κόσμο τη χαρά.
Από τα χρόνια τα παλιά
μέχρι τα τελευταία
μ’ ένα μεγάλο ιδανικό,
μία μεγάλη ιδέα,
βιάζουν οι πλούσιοι τους φτωχούς
πίσω από την αυλαία
θεάτρου παραλόγου.