Η παγίδα
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*
Άνθρωποι και πίθηκοι
βρέθηκαν μαζί κι απέναντι,
σ’ έργο σύμβολο, κινηματογραφικό,
που είδα για δεύτερη φορά.
Άνθρωποι και πίθηκοι
βρέθηκαν μαζί κι απέναντι,
σ’ έργο σύμβολο, κινηματογραφικό,
που είδα για δεύτερη φορά.
Τας ηδονάς θήρευε τας μετά δόξης˙
τέρψις γαρ συν τω καλώ μεν άριστον,
άνευ δε τούτου κάκιστον.**
Ισοκράτης
Ό, τι λάμπει δεν είναι βέβαια χρυσός˙
όμοια η κάθε ηδονή δεν είναι και ωφέλιμη˙
αντίθετα πάμπολλες φορές μπορεί να είναι βλαβερή˙
και κάθε τι ωφέλιμο δεν είναι πάντοτε ευχάριστο κι ωραίο˙
πιθανόν να είναι κι άσχημο, ακόμη και δυσάρεστο, πικρό.
Τι φωνάζει αυτός ο θεματοφύλακας
από το βήμα, ωρυόμενος
καθαρότητα κι ορθοδοξία;
Ξυπόλητος και με κοντό το παντελόνι τρέχει στην τελευταία την στροφή,
εκεί, ανάσες παίρνει καθώς το στήθος το μικρό φουσκώνει ξεφουσκώνει …
αυτή την πεταλούδα ποτέ δεν θα την φτάσει,
ατέλειωτο κυνηγητό και πάντα τον νικάει
στο ίδιο το σημείο, εδώ, σαν φτάσει πάντα χάνει.
Αγκομαχάει η ζωή
καθώς τραβάει την ανηφόρα
Θρυμματίζονται τα όνειρά μας
στις συμπληγάδες της ματαίωσης
Πάνω στους στίχους και τη μουσική του Γιάννη Παπαϊωάννου.
Βαδίζω και παραμιλώ
μ’ όσα μας έχουν κάνει
μας καταστρέφουν τη ζωή
μας έχουνε τρελάνει.
Οι καλοί μας οι εταίροι,
Σόιμπλε και συνεταίροι,
τραπεζών οι στυλοβάτες
και των αγορών προστάτες,
Ο καύσωνας που έφτασε από τη Αφρική,
κι αν ήταν ο χειρότερος τα τελευταία χρόνια,
κι αν ταλαιπώρησε πολύ ιδίως τους απόκληρους
και ηλικιωμένους, κι αν άναψε κάποιες φωτιές,
μία βδομάδα κράτησε και έφυγε και πάει ˙
κάπως θα ανασάνουμε.
Μ΄ ένα κλωνί βασιλικό στα χέρια να μυρίζω
και μ΄ ένα άσπρο φόρεμα μια μέρα
θα το σκάσω
Θ΄ανέβω πόθους και χαρές
χαλίκια θα πατήσω
και τα γυμνά τα πόδια μου θα τρέχουν στα λαγκάδια.