Αναχωρήσεις
Της Σέβης Κωνσταντινίδου*
Βγήκε ο κήρυκας στην αγορά
Έσυρε τα σανδάλια του στον κεντρικό πεζόδρομο.
Βγήκε ο κήρυκας στην αγορά
Έσυρε τα σανδάλια του στον κεντρικό πεζόδρομο.
Στον Νίκο Τεμπονέρα
Ο ωραίος Δάσκαλος, όρθιος
στο μετερίζι της παιδείας
να κοιτά την επερχόμενη καταιγίδα
με την έγνοια στα μάτια
και το δάκρυ έτοιμο να κυλήσει
στα ζυγωματικά του
Κάθε τομή,
μαχαίρι αιχμηρό ή γεγονός θεσπέσιο
έχει ως αιτία.
Κάθε απάτη,
στόματα πολλά ψευδή ή νόμο απαίσιο
θέτει ως ηδονή.
Του φθινόπωρου είναι δουλειά
να ξεγυμνώνει δέντρα,
ικέτες σωτηρίας απ’ την παγωνιά.
Κι αυτά κρύβονται χωρίς ντροπή
στο φτωχό ντύμα της παχειάς τους νωπής φλούδας.
Τι χαρά σήμερα, στο τέλος της ώρας
της διδακτικής,
όταν το υπουργείο χάθηκε
με σκέψη, κορμί, ψυχή αλλού.
Το μυστικό στα παιδιά μας κρύφτηκε,
με κουδούνι άχρηστο να στέκει.
O Χαμαιλέων ό,τι πολλά ζώα πράττει,
όταν αμύνονται στο βασίλειο της φύσης.
Η γλώσσα του εκτελεί όμως πάντα
το ίδιο έργο, της εκτίναξης και σύλληψης.
Τηλέφωνο το μεσημέρι ξαπλωμένος
ο άνθρωπος τότε του μόχθου δέχτηκε ως φως.
Ξυλοστεκούμενη παντού προβάλλονταν ευημερία
στης ζωής τον κινηματογράφο και στις πλατείες του χωριού.
Θρηνώ και οδύρομαι,
όταν εννοήσω το σκότος το ισχυρό,
που κείται κάτω από χαλιά, χιλιοπατημένα,
αγορασμένα των πολλών, των δήθεν κανονικών.
Στου Πόντου Αργυρούπολη, μητρόπολη Χαλδίας
Γεννήθηκε ο Γεώργιος, άνθος της εκκλησίας
Χίλια εννιακόσια ήτανε συν ένα κι εβαπτίσθη
Στο όνομα Αθανάσιος και χριστιανός εχρίσθη
Μες σε μια μέρα ορφανός κι από τους δυο γονείς του
Μένει ο Αθανάσιος κι αρχίζει της ζωής του
Ο δρόμος ο ξεχωριστός που διάλεξε να πάρει