Αρχείο κατηγορίας Ποίηση Ιχνηλατούντες

Ποίηση Ιχνηλατούντων ερασιτεχνών φίλων στο κοινό αλώνι της αγωνίας της βιοτής και της Ζωής

Χρωστούμε την πάλη (+) του Νίκου Καρούζου

Χρωστούμε την πάλη

 (+) Του Νίκου Καρούζου*

 Σύντροφε,

θα κατεδαφίσουμε ποτέ την κοινωνική δυστυχία;

Χρωστούμε την πάλη, βεβαίως.

Αύριο περιμένω να συνταχθούμε χαρούμενοι,

για να γλυτώσουμε τη διαλεκτική

της επαναστατικής αιθρίας

από τις ανούσιες θεωρητικές συζητήσεις.

  Συνέχεια

Περιμένοντας – του Γιάννη Ποτ.

Περιμένοντας

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου*


Χρόνια στον προθάλαμο
νείρεται δικαιοσύνη
κάθεται στον ξύλινο πάγκο
και περιμένει ακρόαση
Ο θυρωρός του ορθώνει απαγόρευση,
φουσκώνει τη χαίτη του
και του γρυλίζει απειλή

Αυτός κάθεται στον προθάλαμο
και περιμένει
τα νύχια του μάκρυναν
τα μαλλιά του μάκρυναν
τα γένια του άσπρισαν
μα Αυτός ακόμα νείρεται δικαιοσύνη
κάτι μουρμουρίζει
κάτι σαν διαμαρτυρία,
κάτι για δικαιώματα
μα το παίρνει ο άνεμος

Έτσι χρόνια στον προθάλαμο περιμένει
Ο θυρωρός πάντα στην πόρτα,
ορθώνει απαγόρευση
Αυτός πάντα παρακαλάει και περιμένει
ενίοτε βρίζει χαμηλόφωνα,
δυσανασχετεί
Τότε ο θυρωρός του γρυλίζει απειλή
κι Αυτός περιμένει ακόμα
ελπίζοντας ακρόαση

Χρόνια ολάκερα μισοκοιμάται
στον ξύλινο πάγκο και περιμένει
κλώθει επιχειρήματα
ετοιμάζει απολογία
καλοπιάνει το θυρωρό,
τρίζει τα δάχτυλά του και αδημονεί
κρυφοκοιτάζει την πόρτα
και ελπίζει σιωπηλός δικαιοσύνη

Άσπρισαν τα μαλλιά του
καμπούριασε η ράχη του
θόλωσε η ματιά του
μέχρι που ξέχασε τι περιμένει
Έτσι τέλειωσε τη ζωή του
στον προθάλαμο,
Επειδή ακριβώς
αφέθηκε να ελπίζει δικαιοσύνη
περιμένοντας

* http://toxefwto.blogspot.gr/

28 Αυγούστου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος

ΓΥΜΝΕΣ ΛΕΠΙΔΕΣ – του Γιάννη Ποτ.

ΓΥΜΝΕΣ ΛΕΠΙΔΕΣ

Του Γιάννη Ποταμιάνου


Η μηχανή γυρίζει
αυτός στέκει δίπλα της
Στο χέρι του κρατάει
ένα κόκκινο πουλί
Τα δάχτυλά του στάζουν αίμα

Η μηχανή γυρίζει
του τσακίζει τα δάχτυλα
Η μηχανή γυρίζει
του τσακίζει τα όνειρα
Τα όνειρά του στάζουν αίμα

Αυτός στέκει δίπλα της
Περήφανος στον πόνο, μαρμάρινος
το πρόσωπό του ένα χλωμό φεγγάρι
Ας του γλύφει τα μάτια η απόγνωση
Αυτός στέκει δίπλα της
περήφανος και στην απόγνωση
Ξέρει καλά
πως ο δρόμος του περνάει
απ' την απόγνωση
Ξέρει καλά πως θα πληρώνει με αίμα
Αίμα για ψωμί
Αίμα για γνώση
Αίμα για ελευθερία
Αίμα για όνειρα

Ας γυρίζει η μηχανή
Αυτός στέκει δίπλα
στις γυμνές λεπίδες
Ξέρει καλά πως δεν φταίνε οι λεπίδες
Ξέρει καλά
πως το κέρδος αφήνει
τις λεπίδες γυμνές
Ξέρει καλά
πως το κέρδος μασάει τα δάχτυλα

Αυτός που ωχρός δίπλα μας
αιμορραγεί, ξέρει
Ξέρει και πληρώνει με αίμα
Ξέρει και επιμένει
να σηκώνει τη σπασμένη γροθιά
Ξέρει και επιμένει
με το κομμένο δάχτυλο, τεντωμένο
να δείχνει στην Ιστορία το δρόμο της

Αυτόν λοιπόν που αιμορραγεί
δίπλα μας
ακούστε τον,
μην τον κοιτάτε, ακολουθήστε τον
το αίμα του δείχνει το δρόμο

1 Οκτωβρίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος


Σημείωση:
Αφιερωμένο στα παιδιά που στοίχειωσαν με το αίμα τους το σιδερένιο δάσος, δηλαδή σ' αυτούς που υπέστησαν εργατικό ατύχημα.

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 3 Οκτωβρίου 2012,  http://toxefwto.blogspot.gr/2012/10/blog-post.html?spref=fb

 

Η βρύση στάζει του Γιάννη Ποτ.

Η βρύση  στάζει

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Η μητέρα σκεφτική

πλένει τα πιάτα

Η βρύση στάζει υπομονή,

κάποτε έσταζε όνειρα

Στο σαλόνι το παιδί

καλπάζει

σε ξύλινο άλογο

 

Ένας στρατιώτης βαδίζει στην έρημο

Ένας στρατιώτης σκοτώνεται στην έρημο

Η μητέρα στρώνει το τραπέζι

με πιάτα καθαρά

 

Η μητέρα κλαίει

Έχει τα μάτια βιολετιά,

σκοτεινιασμένα

Το δάκρυ κυλάει στο άδειο πιάτο

 

Η τηλεόραση παίζει πόλεμο

Κοπάδια ανθρώπων

βαδίζουν στην έρημο

 

Η μητέρα σκουπίζει το δάκρυ

το παιδί καλπάζει σε ξύλινο όνειρο

Ο στρατιώτης πεθαίνει

Οι άνθρωποι κοπάδια

ψάχνουν ουρανό

 

Η τηλεόραση ανακοινώνει τα νέα μέτρα

τα φαγωμένα χέρια της μητέρας

σφίγγονται

το δάκρυ στάζει στο βρώμικο πιάτο

η βρύση στάζει απόγνωση

Η μητέρα και πάλι κλαίει

 

11 Ιουλίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος

Να τρέμουν οι Σαράφηδες του Γιάννη Ποτ.

Να τρέμουν οι Σαράφηδες

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Φεύγω αφήνοντας τη σκιά μου
παρακαταθήκη
κι' όλος φως, διαφανής
δραπετεύω απ' το παρόν
σε παρελθόν και μέλλον

Σε παλιά βιβλία κι' όνειρα
σε σύγχρονες θεωρίες και μποζόνια
χάνομαι αόρατος κι άτρωτος

Κι αφού ποτέ δεν βλέπω το νεκρό
παρά μόνο την κηδεία του
το αίμα γίνεται νερό
κι' ο φόνος επιστρέφει
το ματωμένο κεφάλι του προφήτη
στην πιατέλα του

Γι' να αρχίσει ο χορός των πέπλων,
όσο να επιστρέψει ο φόνος
σκοτεινιά,
σκιά, ενοχή και ευθύνη

Τότε εγώ θα ‘ρθω κρατώντας
μαχαίρι κοφτερό κι ασπίδα
και πυρρίχιο χορό χορεύοντας
θα φοβερίζω φόνο
να τρέμουν οι Σαράφηδες
που θησαυρίζουν
στα σεντούκια τους
ιδρώτα και αίμα
Να τρέμουν κι οι αργυραμοιβοί
που πουλάν φθηνή πατρίδα

Τότε εγώ θα ‘ρθω σηκώνοντας
κοφτερό μαχαίρι καταπάνω
στον καιρό
και σταθερά κρατώντας
τις φτερούγες μου
θα πετάω κόντρα στους ανέμους


6 Ιουλίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος

Επέκεινα των ορίων μου – Του Γιάννη Ποτ.

Επέκεινα των ορίων μου

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Στη στίλβη της φεγγαρόχαρης νύχτας

                                                  υπνοβατώ,

τις ονειρώδεις οπτασίες μου

                                                   κλώθοντας

στο μάρσιπο της συνείδησης μου

Υψιπετώ στις απάτητες βουνοκορφές

                                                  του κόσμου

ρεμβώδης, απειρολάτρης

                                           ουρανοπρεπής

δόξασμα στο μάτι του αετού,

                 ψαλίδι στην ουρά χελιδονιού,

ξάφνιασμα στην καρδιά του τρωκτικού,

χαραγματιά στο συνεχές του χρόνου

 

Κι' όταν με ξόρκι δυσανάγνωστο

θρυμματίζω

τη λουλουδένια συμμετρία

                    της νιφάδας του χιονιού,

κυλάει το ασύμμετρο

                               συννεφένιο δάκρυ

Και βροντερός, κεραυνόηχος επιβήτορας

                                                  της μάνα γης

ρέων, εισχωρώ βαθιά

                                          στις πέτρες,

κελαρύζοντας στις κρήνες των νυμφών,

γίνομαι νάμα

                να μπαίνω στο αίμα

                        των φυτών και λουλουδιών,

γίνομαι γλυκός καρπός, άρωμα,

                                            χρώμα, μουσική

 

Έτσι

ανυψώνω το φθαρτό μου

                                         σε αιωνιότητα

καθηλώνω το χρόνο και γίνομαι ζωή

Στη θάλασσα της πολυπλοκότητας

                             του κόσμου αρμενίζω

ώσπου βρίσκω τη ρώτα μου

                              και γίνομαι ύπαρξη

ταπεινό βοτσαλάκι της ακτής

αυτού του κόσμου

                              του μικρού του μέγα

Όπου, ζωή και θάνατος κτίζουν

                                         το αέναο Είναι

 

Όμως αφού όριό μου ο θάνατος

Επέκεινα των ορίων μου

                                            η αιωνιότητα

 

Έτσι ακριβώς

Αφού

Επέκεινα του φθαρτού η αναγέννηση

Στο δέντρο του θανάτου κελαηδά

                                              η αθανασία

 

                                   2 Μαΐου 2011, Γιάννης Ποταμιάνος

Πικραμένη αντιλόπη – του Γιάννη Ποτ.

Πικραμένη αντιλόπη

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Κι' έλαμψαν πάλι οι πολύχρωμες

εικόνες,

               μπρος στα σβησμένα μάτια

Όταν ξαπλωμένος μηρυκάζεις

                        την κούραση της μέρας

τότε σου ξεφυσούν κατάμουτρα

                   οι δοσίλογοι  τη δυσοσμία

για να τσακίζουν τα πόδια των αλόγων

                                        που καλπάζουν

για να πνίγουν στα λασπόνερα

                                                  τα όνειρα

Ω! ανάερη πικραμένη αντιλόπη

πως σε καραδοκούν τα αιλουροειδή

                                                   στις θίνες

Με το κοντάρι καρφωμένο στα πλευρά

                              το αίμα σε προδίδει

Κι' οι ιχνηλάτες έρχονται

                              τα τύμπανα χτυπώντας

Με τα σκυλιά ξετρελαμένα,

να γαυγίζουνε

                         για του αφεντικού το χάδι

Καθώς διαλαλεί ο πετεινός

                     τη μοναξιά του στο σκοτάδι

Πνίγει ο Βάκχος στο κροντήρι του

                    την τετριμμένη ματαιότητα

 

Έτσι καίγεται το λάδι στο λυχνάρι

                                          της αξιοπρέπειας

και πέφτει το σκοτάδι πηχτό

                                              σαν πίσσα,

για να κολλάει

στους τροχούς της αισιοδοξίας

                            η λάσπη της απόγνωσης

Πως αλλιώς;

Αφού η καμπύλη της ζωής μου

                                                 αγκομαχάει                               

με συνέπεια και χρέος

ανεβαίνοντας,  από αριστερά 

                                                 στο όριό της

 

                                     31 Μαρτίου 2011, Γιάννης Ποταμιάνος

Ας περιμένουμε το βράδυ – Γιάννη Ποτ.

Ας περιμένουμε το βράδυ

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Αχ πόσο βαρύ είναι αυτό το πρωινό

                     γέρνουν οι ώμοι, τρίζουν

Η μοίρα μας είναι γι άλλους ουρανούς

Είμαστε εμείς πουλιά στην καταιγίδα,

περιπλανώμενοι ιππότες στην στέρφα γη

Συνέχεια

Μια κάμαρη φεγγάρια – του Γιάννη Ποτ.

Μια κάμαρη φεγγάρια

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

Απόψε σαν Ιούλιος  καβάλησα

                                   τον τζίτζικα

να κυνηγήσω καλοκαίρι

                στο θάμβος μιας Ιδέας

που με τυφλώνει  και με τέρπει

Απόψε σαν Αύγουστος καβάλησα

                                        το φεγγάρι

γήινος δραπέτης

                στον ασημόχαρο ουρανό

 

Ανεβαίνω απόψε

                  στη φουσκοθαλασσιά

σαν η τελευταία φυσαλίδα

                                  του πνιγμένου

που γίνεται λησμονιά

Κι' όσο στη λησμονιά μαραίνεται

                                                  η ιδέα

τόσο στη μνήμη γλυκαίνει ο πόνος

 

Γι' αυτό απόψε

                   με ρακί αποστειρώνω

της μνήμης τις πληγές

πετάω  από σύννεφο σε σύννεφο

και  στις λέξεις μου ακούγεται

                            ουράνια μουσική

 

Κάνει πολύ ζέστη απόψε

γι' αυτό έταξα στα βλοσυρά παιδιά

                                            χαμόγελα

και γέμισε η κάμαρη όμορφα

                                                 ψέματα

πιο λαμπερά κι' απ την αλήθεια

γέμισε η κάμαρη φεγγάρια

                         και κομμάτια ουρανό

 

Έτσι μας πρέπει απόψε

Αφού όλοι έχουμε ανάγκη  

                     μια στιλβηδόνα οπτασία

Αφού όλοι αποζητάμε

          ένα φεγγάρι στα σεντόνια μας

Έτσι μας πρέπει απόψε

σε μια κάμαρη φεγγάρια

                          να μου κρατάς το χέρι

 

                               15 Ιουλίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος

Η μέρα καταρρέει – του Γιάννη Ποτ.

Η μέρα καταρρέει

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου

 

 

Ζέστη μεγάλη

Καύσωνας

Η σάρκα αχνίζει στους δρόμους

Τα γυαλιά ήλιου κρύβουν απόγνωση

Ας έρθει επιτέλους η νύχτα

στις ταράτσες να χαμογελάει φεγγάρι

Ας έρθει η νύχτα

τι να την κάνει τη μέρα ο άνεργος

Ο ιδρώτας του δεν αξίζει, τίποτα

Ο ήλιος ζητάει τον ιδρώτα του

Ο άνεργος δίνει το αίμα του

Στις ταράτσες ανεβαίνουν οι περήφανοι

κρεμάνε στα σεντόνια τους απόγνωση

και αίμα

Πάντα το αίμα τα πεζοδρόμια ζωγραφίζει

κι η απόγνωση κρέμεται στα σεντόνια

Η απόγνωση ουρλιάζει

Ο σκύλος ουρλιάζει απελπισμένα

η απελπισία ουρλιάζει παράφωνα

ανεβαίνει στην ταράτσα

και πέφτει στο φλογισμένο πεζοδρόμιο

Δοκιμάζει τα φτερά του ο άνθρωπος

σε ελεύθερες πτώσεις

Κάτω κόκκινος λεκές η απόγνωση

Κάτω δυο λιωμένες φτερούγες

Στον ήλιο λιώνουν τα φτερά του ανθρώπου

Στον ήλιο φαίνεται το πρόσωπό μας

Ζέστη μεγάλη

Καύσωνας

η μέρα καταρρέει

Επιτέλους κάτι να κάνουμε

η πόλις αχνίζει δυσοσμία

 

                                8 Ιουλίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος