Αίματα και ρεύματα
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Αντικρίζει η βροχερή μέρα
νεανικά αίματα της άλλης όχθης
που ρέουν ανήμπορα
σε πεζόδρομο πάλι σκιερό.
Αίματα και ρεύματα
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Αντικρίζει η βροχερή μέρα
νεανικά αίματα της άλλης όχθης
που ρέουν ανήμπορα
σε πεζόδρομο πάλι σκιερό.
Ένα κορίτσι περιμένει
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Ένα κορίτσι απόψε περιμένει
Στο ρουθούνι του
περασμένος ένας κρίκος
Στο αυτί του κρεμασμένο
ένα σκουλαρίκι.
Οδός Ερμού
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Όπως κάθε πρωί αυτός ο εργάτης
στάθηκε μπρος στον καθρέφτη
πήρε το ξυράφι του και ξυρίστηκε
Μετά άρχισε να κόβει τα δάχτυλά του
και ένα ένα να τα τυλίγει σε μια πετσέτα
Στο δρόμο συνάντησε ένα γενειοφόρο
– Είμαι ο Μαρξ του είπε, μην ξεχνάς
πως εσύ είσαι το αφεντικό
Παρακάτω ο Λένιν μ' ένα πολυβόλο
θέριζε τα «παλαιά ανάκτορα»
Προχώρησε κι έστησε τον πάγκο του
στην οδό Ερμού
Έβαλε επάνω τα δάχτυλά του στη σειρά
κι άρχισε να τα πουλάει
Κάποιοι μουσικοί
στο απέναντι πεζοδρόμιο
πουλούσαν τις φωνητικές χορδές τους
Δύο πουδραρισμένοι ηθοποιοί
άσπροι σαν αγάλματα
στέκονταν ακίνητοι στα βάθρα τους
Ένας λαχειοπώλης στο σταυροδρόμι
πουλούσε κομμάτια ελπίδας
Ενώ ένας κουλουρτζής πουλούσε
λαχταριστά κομμάτια πείνας
Και λίγο πιο κάτω ένα γραφείο τελετών
πουλούσε γνήσιο μαύρο θάνατο
Στην οδό Ερμού όλα πουλιούνται
υλικά και άυλα, ανθρώπινα και θεϊκά
Ο Μαρξ στο απέναντι πεζοδρόμιο
τραβάει τα γένια του αγανακτισμένος
και επιμένει:
-Στον καπιταλισμό όλα πουλιούνται
αλλά μην ξεχνάς
ο άνθρωπος δεν είναι εμπόρευμα
Όμως αυτός ο εργάτης,
εδώ κι εκατοντάδες χρόνια
κάθε μέρα κατεβαίνει στην οδό Ερμού
στήνει τον πάγκο του και πουλάει
τα κομμένα δάχτυλά του
Κάποια μέρα πέρασαν κάποιοι αρχάγγελοι
με τα σπαθιά τους και τις πανοπλίες τους,
τον ρώτησαν ποιος φταίει και οι άνθρωποι
είναι δυστυχισμένοι
Αυτός όμως δεν είχε δάχτυλα στα χέρια του
να τους δείξει τον υπεύθυνο
και βγάζοντας μια τρομερή κραυγή
τους έδιωξε απ' την αγορά
Το βράδυ
γύρισε στο σπίτι του ευχαριστημένος
αυτή η μέρα, του πήγε καλά
είχε πουλήσει όλα τα δάχτυλά του
σε καλή τιμή
Ξάπλωσε στο κρεβάτι του
Μια αφίσα του Μαρξ
πάνω απ' το κεφάλι του
περιμένει να κοιμηθεί
για να μπει στο όνειρό του
Ενώ στον απέναντι τοίχο
ο Φρόυντ χαμογελάει πονηρά
γιατί ξέρει πως το όνειρο
θα ορίσει τελικά την πραγματικότητα
Δίπλα του ο Κορνήλιος Καστοριάδης
κουνάει καταφατικά το κεφάλι φωνάζοντας
«η θέσμιση τη κοινωνίας είναι φαντασιακή»
Αργά τα μεσάνυχτα τον πήρε ο ύπνος
την άλλη μέρα στην οδό Ερμού πούλησε
και τα υπόλοιπα μέλη του σώματός του
Μόνο την καρδιά του κράτησε απούλητη
για να μπορεί να ονειρεύεται
Μήγαρις και πιστεύει
πως το όνειρό του κάποτε
θα γίνει πραγματικότητα;
Μήγαρις κι έχει ακόμα ταξική συνείδηση;
Μήγαρις κι υπάρχει ελπίς ακόμη;
7 Οκτωβρίου 2013, Γιάννης Ποταμιάνος
Της προφυλάκισης γλυκάδι
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Στο μέσο όρο της φυσικής
η στατιστική της δικαιοσύνης.
Όπως χρόνια τώρα
η φυσική της πολιτικής.
Φθινοπωρινό Πρελούδιο
Του Γιάννη Ποταμιάνου
Κουλουριασμένος αίλουρος
παραφυλάω
Ενέδρα έστησα στο στίχο
στην άκρη των ματιών της
Μακρύ το ταξίδι από την πηγή
στην θάλασσα
Η καρδιά μου είναι η θάλασσα
Στο μονοπάτι της έμπνευσης
παραμονεύω
Για στίχους διερχόμενους,
περαστικούς
Για στίχους ξεχασμένους
μακριά από το κοπάδι του ποιήματος
Για στίχους αφελείς ή καχύποπτους
Μπουκέτο να φτιάξω,
ποίημα για να χαρίσω στα μάτια της
Θαμπός είναι ο δρόμος το φθινόπωρο
Στα μάτια της καταχνιά και σύννεφα
Και εγώ ψάχνω το στίχο
που θα τα κάνει χαρούμενα
Όμως ο χρόνος κυλάει
γλιστράει ανάμεσα στα δάχτυλα
κι ο στίχος υδράργυρος, ξεφεύγει
Σε δυο μέρες μπαίνει φθινόπωρο
Το φθινόπωρο τα φύλλα είναι κίτρινα
Το φθινόπωρο τα σύννεφα
είναι γκρίζα
Το φθινόπωρο βρέχει
έρωτας είναι η βροχή
έρωτας είναι και ο στίχος
Σε δυο μέρες μπαίνει φθινόπωρο
κι οι ποιητές
ετοιμάζουν στίχους θλιμμένους
πως αλλιώς αφού το φθινόπωρο
τα μάτια της είναι θλιμμένα;
Σε δυο μέρες μπαίνει φθινόπωρο
θα ‘ρθουν τα σύννεφα
να φέρουν στίχους και βροχή
για τα θλιμμένα μάτια της
Ναι γι' αυτό υπάρχει το φθινόπωρο
για να τρυγάω τη θλίψη
που αναβλύζει στα μάτια της
Έτσι
για να γράφω μουσκεμένα ποιήματα
Επανέκδοση: 28 Σεπτεμβρίου 2013, Γιάννης Ποταμιάνος
Πίνακας: Alfredos Jurevicius
* http://toxefwto.blogspot.gr/
Εφιάλτης
Του Αλέξανδρου Σταθακιού
Έχω στουμπώσει με φαγητά
και τα πιπέρια ήτανε πάρα πολλά
Ζω μέσα σ’ όνειρο εμετικό
και ροχαλίζω με πανικό…
Στον εφιάλτη μου βλέπω πολλούς
και πλέμπα σκέτη και τυχερούς
τρέχουν σκοντάφτουν, πως να σωθούν
οι δήμιοι έρχονται και τους τραβούν.
Σ' αυτή την πόλη
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Στη μεγάλη λεωφόρο βαδίζουν
όλοι μαζί κι ο καθένας μόνος
Όλοι βλέπουν
τα ίδια δένδρα, τα ίδια πρόσωπα
τους ίδιους δρόμους
Σ' αυτή την πόλη
ο καθένας έχει τ' όνειρό του
κι όλοι μαζί το ίδιο
Ο καθένας ζει το δικό του εφιάλτη
κι' όλοι μαζί τον ίδιο
Σ' αυτή την πόλη
οι μυλόπετρες της μέρας
μας αλέθουν
όλους μαζί και τον καθένα μόνο του
Σ' αυτή την πόλη
τα σκυλιά κι οι άνθρωποι
έχουν θλιμμένα μάτια
Σ' αυτή την πόλη
άνθρωποι και σκυλιά
ψάχνουν αποφάγια στα σκουπίδια
Σ' αυτή την πόλη τη σκληρή
αυτό που δίνεις παίρνεις
μοναξιά στη μοναξιά
φτώχεια στη φτώχεια
θάνατο στο θάνατο
Αυτή η πόλη πρέπει ν' αλλάξει
Στη μεγάλη λεωφόρο πρέπει
να βαδίσουμε
όλοι μαζί κι ο καθένας μόνος
με τα ίδια όνειρα γραμμένα
στο μέτωπό μας
με τα ίδια συνθήματα
γραμμένα στα πανό μας
Αυτή η πόλη σου επιστρέφει
ό,τι της δίνεις
αγάπα τη να σ' αγαπήσει
κάψε τη για να σε κάψει
να φυτρώσουν στ' αποκαΐδια της
λουλούδια
Αυτή η πόλη είσαι εσύ
άλλαξε λοιπόν, ν' αλλάξει
Βγες επιτέλους στη μεγάλη λεωφόρο
μ' ένα όνειρο στο μέτωπο
έτοιμος για να καείς
Σ' αυτή την πόλη οι ήρωες είναι
άνθρωποι απλοί
προχωρούν σκυφτοί στα σκοτεινά
του φόβου μονοπάτια
Ο ήρωες σ' αυτή την πόλη
φοβούνται αλλά προχωρούν
είναι πολλοί
μα δεν διστάζουν να γίνουν ένας
Σαν έρθουν οι καιροί
σ' αυτή την πόλη οι άνθρωποι
γίνονται δέντρα, γίνονται δάσος
ριζωμένοι βαθιά στο χώμα
δρασκελούν πολλά χιλιόμετρα ιστορίας
σε μια νύχτα
Σαν έρθουν οι καιροί
Αυτοί που δεν έχουν τίποτα να χάσουν
θα δείξουνε το δρόμο
Αυτοί π' αρνούνται τη ζωή
που τους χαρίζουν
και διαλέγουν μόνοι το δρόμο τους
και το θάνατό τους
Αυτών το μπόι, θα μετρήσει η ιστορία,
με τη μεζούρα των αιώνων
15 Σεπτεμβρίου 2013, Γιάννης Ποταμιάνος
* http://toxefwto.blogspot.gr/
Στης λιμνοθάλασσας το γέρμα
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Χάθηκα στα αρμυρά πηγάδια σου
Πλανήθηκα
στους σκιερούς βυθούς σου
Μες στ ‘ ανοιχτά σου όστρακα
ψάχνοντας το σπάνιο μαργαριτάρι,
σε βρήκα στα υπόγεια ρεύματα
δίφατσο νόμισμα,
να γυαλίζεις ασημένιο
στην άμμο, ανοξείδωτο
Χάθηκα στις βουνοπλαγιές
των ζυγωματικών σου
Στων παρειών σου τις μαρμαρυγές
είδα ν' αναβοσβήνει ο πόθος
και σε βρήκα στη φωνή του γλάρου
αγωνία θαλασσινή να κράζεις
για ζωή και θάνατο
Στον καλαμιώνα των μαλλιών σου
χάθηκα
ψάχνοντας μαγικό βοτάνι
να σε ποτίσω να μου πεις
τ' ανείπωτα μυστικά σου
για της γοργόνας τη σκιά
στου ήλιου τα παιγνίδια
Εκεί στο κύμα σου
αρμενίζοντας
κατά τη μεριά των Εχινάδων
χάθηκα
με τα σεντόνια μου πανιά
στης νύχτας το ιστίο
κι εκεί σε βρήκα ν' αγναντεύεις
το φάρο της Οξιάς
να ρουθουνίζεις θύελλα
να σπαρταράς στο κύμα
και να σου λούζει ο αφρός
τον ταραγμένο κόλπο
Εκεί ακριβώς
που ξεψυχάει ο ποταμός
στου Αχελώου τις αηδονοφωλιές
στης λιμνοθάλασσας το βούρκο
Εκεί σε ψάχνω στους βυθούς
κάτω απ' τη σκουριά των ναυαγίων
Κι εκεί σε βρίσκω
στην ανοξείδωτη στιλπνότητα
του έρωτα
νόμισμα δίφατσο, να γυαλίζεις
στην άμμο ασημόχαρο
Κι' ας με τραβάει η λάμψη
στο βυθό
εκεί ακριβώς σε βρίσκω
γοργόνα να παίζεις
στο πορφυρό το κύμα
στης λιμνοθάλασσας
το ηλιοβασίλεμα
σαν πιάνει φωτιά το πέλαγος
30 Ιουλίου 2013, Γιάννης Ποταμιάνος
* http://toxefwto.blogspot.gr/
Γέρικα Σκυλιά με τη Θηλιά
Του Αλέξανδρου Σταθακιού
Όχθη Δυτική, Ζωτικός Χώρος
Μανάδων πόνος και καυγές,
Μπουλντόζες, Μπάζα και Καπνοί,
Παγίδες και Αθώοι Νεκροί,
Στρατοί, Τεμένη και Ναοί,
στο Τέλος όμως μία Ιαχή:
Χασάπηδες!
Πετρέλαια, Αιθέρια Έλαια και Πλαστικά,
Λιπάσματα, Θεάματα και Συντηρητικά,
Σκουπιδιών Διαχείρηση
Φόβοι, Μπόνους κι Αποθεματικά,
Πανούργα Ρίσκα ή Παρανοϊκά
Τον Άνηθο, το Κύμινο, τα Ποσοστά,
Α ρε Χαρτόμουτρα!
Μίση, Ρεκλάμες κι Όνειρα σ' ένα Κουτί
Κι Αυτοί κι οι Άλλοι μ' ένα Λουρί
σέρνονται ξανά πάντα Βουβοί
στα Χαρακώματα σαν Παλαβοί
Γέρικα Σκυλιά με τη Θηλιά για Φούντο έτοιμοι
και Πρόνοια καμιά
Χρόνια φυλάγανε το Αρχοντικό
Το Τέλος ήταν απ' την Αρχή γνωστό…
28-8-2013
Τα Tείχη
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Πρωί, μεσημέρι, βράδυ
Όλοι μαζί
Προχωρούν σε αγέλες
Στο μετρό
Στα λεωφορεία
Στα τρόλεϊ
Στις τράπεζες
Στις εφορίες
Στα υπουργεία
Συνωστίζονται, σπρώχνονται
Αγγίζονται, μυρίζονται, κοιτάζονται
Και ενίοτε ερεθίζονται
σεξουαλικώς
Και όμως παραμένουν άγνωστοι
Φορώντας ακουστικά
Υψώνουν ανάμεσά τους τείχη
Μουσικής
Πανύψηλα
Υψώνουν ανάμεσά τους τείχη
Μοναξιάς
Πανύψηλα
Υψώνουν ανάμεσά τους τείχη
Με λέξεις
Τυπικές, ανώδυνες, άχρωμες
Και γίνονται
Αόρατοι, άγευστοι και άοσμοι
Όμως κάθε μέρα
Προχωρούν όλοι μαζί
Ξεχωριστά
Ένα ακόμα βήμα
Προς την τέλεια αποξένωση
Εισχωρώντας στις εικονικές
Πραγματικότητες
Του σαλονιού
και του γραφείου τους
Κάθε μέρα αδιαλείπτως
προχωρούν
Όλοι μαζί
Μέχρι να φτάσει
Ο καθένας, μόνος του
Στο έσχατο τείχος
Της ακροτελεύτιας μοναξιάς
30 Σεπτεμβρίου 2009, Γιάννης Ποταμιάνος
* http://toxefwto.blogspot.gr/