Εξανάστησον!!!
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Ν’ αφήσω θέλω σκέψεις
πίσω μου,
τα όνειρα, πάνω απ’ τα μαύρα σύννεφα,
ισχύς εγγύς πάλι, φρέσκο εφόδιο.
Εξανάστησον!!!
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Ν’ αφήσω θέλω σκέψεις
πίσω μου,
τα όνειρα, πάνω απ’ τα μαύρα σύννεφα,
ισχύς εγγύς πάλι, φρέσκο εφόδιο.
Το ανάποδο δέντρο
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Αυτό το δέντρο απλώνει τις ρίζες του
ψηλά στον ουρανό
Από εκεί ρουφάει τους χυμούς του
και τους κατεβάζει στη γη
μες στους καρπούς του
Αυτό το δέντρο έχει γλυκύτατους
καρπούς
κι όποιος τους τρώει
γεύεται ουράνιους χυμούς
Αστραπές στο μισοσκόταδο
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Ήταν παγωμένο το δωμάτιο στο όζον μισοσκόταδο,
μα και αιχμηρές ματιές τσουρούφλιζαν φρύδια,
ενώ κρυφά μειδιάματα μηδενιστών του ελάχιστου μικρού
προμήνυαν μια δήθεν καταιγίδα σε αίθριο καιρό.
Με το πρόσωπο δεμένο για πανί
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Το καράβι είναι ιστιοφόρο
και στο κατάρτι του δεμένο για πανί
το πρόσωπό μου
να κοιτάζει κατάματα την καταιγίδα
με προσμονή και δέος
Στη φωλιά του στήθους
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Στη φωλιά του στήθους του
ένα χελιδόνι κλώθει τα αυγά του
Αυτός μ’ ένα μολύβι
κρεμασμένο για τουφέκι
περιμένει τους νεοσσούς του
να πετάξουν
Να φύγουν κάποιο πρωινό
ψαλιδίζοντας το φως του Μάη
Κι αυτός
σηκώνοντας το μολύβι του
να ζωγραφίζει ουρανό
κι ανάερες ομορφιές να φτερουγίζουν
Η απόλυση και η παράταση
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Παίζουν μαζί σου ζητώντας πάλι
ΑΜΚΑ, προτιμήσεις και αξιοπρέπεια.
*** Συνέχεια
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Ίσως η δίψα κι η στέρηση μετανοούν
την έπαρση σε ταπείνωση
Γι’ αυτό η δίψα ανθίζει στην έρημο
όπως ο κάκτος
Αυτός ο ακρίτας της ζωής που μάχεται
τη μοναξιά
μ’ ένα λουλούδι, μ’ ένα αγκάθι
και μια νοσταλγία της βροχής
Ο τηλεβόας
Του Γιάννη Ποταμιάνου*
Ο τηλεβόας μου περιμένει στο υπόγειο
σκεπασμένος απ' τη σκόνη των καιρών
κι ο πόλεμος δεν τέλειωσε ακόμα
Η σκόνη σιγά σιγά γίνεται πέτρα
κι η φωνή μου απολίθωμα
Ήρθαν τα όνειρα με το φεγγάρι
κι έφυγαν με την αυγή
Ποτέ δεν υπήρξα μισθοφόρος
κι ένοιωθα πάντα ελεύθερος
Όμως ένα αόρατο συρματόσχοινο
μ' έσερνε πάντα στους ίδιους δρόμους
κι όταν λάθευα χώνονταν βαθιά
μες στους καρπούς μου
Έτσι κι εγώ ο κληρονόμος των φτερών
ακόμα ονειρεύομαι ταξίδια
Είμαι δεινός κολυμβητής
κι όμως αυτό το Ευρίπειο στενό
με τα πισωγυρίσματα
ένα στενό σαράντα μέτρα, με κιοτεύει
Κι ο τηλεβόας μου φορτωμένος
τη σκόνη των καιρών σωπαίνει
Όμως ένα δάσος κεφάλια χιονισμένα
που τα πρόλαβε ο χειμώνας
ξέρουν πως ο πόλεμος δεν τέλειωσε ακόμα
Γι αυτό ο παλαίμαχος τηλεβόας μου
περιμένει στο υπόγειο
να γυρίσουν σελίδα οι καιροί
Τα κεφάλια ασπρίζουν,
τα μέτωπα ζαρώνουν,
μα οι καρδιές αμετακίνητες
Γιατί έτσι κι αλλάξουν το ρυθμό τους
ένα συρματόσχοινο τις πνίγει
Κι ο νέος χρόνος έφτασε ξανά
κι ο πόλεμος δεν τέλειωσε ακόμα
Γι αυτό ο τηλεβόας μου περιμένει
να τινάξει τη σκόνη των καιρών
Κι εγώ αμετανόητος ονειρεύομαι
να περάσω απέναντι το Ευρίπειο στενό
και θα περάσω σε πείσμα των καιρών
κουβαλώντας στην πλάτη μου
όσα ιερά κι αγαπημένα φύλαξα
με στοργή, σύνεση και πίστη
27 Δεκεμβρίου 2013, Γιάννης Ποταμιάνος
* http://toxefwto.blogspot.gr/
Οι μαθητές μου φεύγουν διακοπές…
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Σκόρπησαν σαν τα ταξιδιάρικα πουλιά
σε τόσους δρόμους, αντίθετους, τ’ αγοροκόριτσα.
Φεύγουν μ’ ανακούφισης αισθήματα,
παρατούν την πειθαρχία της κρύας «τάξης»,
γιατί ίσως απρόσμενα, ανίσως απύθμενα,
γεννήσει η φυγή την ομορφιά της αυτόνομης πράξης.
Το σχολείο χαρακτηριστικά και πάλι σκοτεινά
έχει προσλάβει, δαιμονικά της ανεργίας.
Τη γνώση χαϊδεύουν μ’ ενέσεις καινοτόμες,
κι ανεπαίσθητα όλα τα σπρώχνει με ορμή
πνιγμένη απ’ της πληροφόρησης το συρφετό,
αυτή που απ’ της πίστης ψηλαφιέται την πυγμή.
Θύελλες στις ζωές μας έσπειραν οι αμνήμονες
της ιστορίας των μεγάλων αλμάτων.
Τους υφάλους και τις κορφές που τον αέρα γλύφουν,
με της διαίσθησης τα πλέγματα οι μαθητές,
στην άβυθο καταχωνιάζουν της αβύσσου,
ανιχνεύοντας το μέλλον τους οι νέοι μαχητές.
Χριστούγεννα, διακοπές, σπίτι και δρόμος
των μαθητριών μου η νέα Ιθάκη.
Στης παιδικής λευτεριάς τον αγέρωχο τόπο,
γνωστικής αιθάλης στήνεται αιμοβόρα παγίδα,
μα της αγωγής ο χώρος και των παιδιών ο χρόνος
πυρπολείται πάντα με ζωή, τ’ ομολογώ πως είδα.
Οι διακοπές των μαθητών γιορτών μνήμη
και μνήμα παγίδων διακυβεύουν πάντα.
Αλήθεια, της νιότης ξεχειλίζει ανέλπιστα η ψυχραιμία,
ενώ παράδοξα κυοφορείται της έγερσης ο νόμος,
οι δόσεις θα σαπίσουν, της αράχνης, οι φαρμακερές,
θα καταστεί παρόν και η Γιορτή και παρελθόν ο πόνος…
******
Σημείωση: Αφιερώνεται νοερά στην τάξη και το σχολείο του ανυπόμονου κι αγέρωχου Άγγελου…
Πάτρα, 23-12-2013