Αρχείο κατηγορίας Παγκόσμια κεφάλαια

Παγκόσμια κεφάλαια (και δεν σηκώνουμε κεφάλια;)

ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ

ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ:

Η αδυναμία χάραξης εθνικής νομισματικής πολιτικής από τις χώρες της Ευρωζώνης χρησιμοποιήθηκε «εκβιαστικά» από την ΕΚΤ, με στόχο την πληρωμή των χρεών των ελλειμματικών χωρών προς τους διεθνείς κερδοσκόπους

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Σπάνια οι κυβερνώντες ευρίσκονται σε ένα υψηλότερο από το μέσο επίπεδο, τόσο από ηθική, όσο και από διανοητική άποψη – πολύ συχνά δε, είναι κάτω από αυτό. Θεωρώ λοιπόν καθαρή αφροσύνη να βασίζουμε όλες μας τις πολιτικές προσπάθειες επάνω στην αμυδρή ελπίδα ότι, θα πετύχουμε να έχουμε εξαιρετικούς ή, έστω, ικανούς κυβερνήτες" (K.Popper, υπέρ της άμεσης δημοκρατίας).    

Ανάλυση

Στην Ευρωζώνη έχει ξεκινήσει ήδη μία αιματηρή μάχη, με επίκεντρο ξανά την Ελλάδα, όσον αφορά την εκδίωξη του ΔΝΤ – εν μέσω μίας παγκόσμιας οικονομικής καταιγίδας πρωτοφανών διαστάσεων (η πρώτη φορά ήταν το Δεκέμβρη του 2009, γεγονός που είχαμε επισημάνει τότε, με την ανάλυση μας «Στο μάτι του κυκλώνα»). 

Στα πλαίσια αυτά, το ΔΝΤ χρησιμοποιεί την ανάγκη διαγραφής μέρους του δημοσίου χρέους της χώρας μας, ως μοχλό πίεσης της Γερμανίας – η οποία ευρίσκεται πια σε πορεία σύγκρουσης με τις Η.Π.Α., με τον πραγματικό «εντολοδόχο» του ταμείου.

Το ΔΝΤ προσπαθεί, μεταξύ άλλων, να επιβάλλει βίαια στη Γερμανία, κατ' επέκταση, στην Ευρώπη, την τραπεζική ενοποίηση – τη δικτατορία του χρηματοπιστωτικού κτήνους κατά πολλούς, προσωρινή έδρα του οποίου είναι η Wall Street. 

Την ίδια στιγμή, ορισμένοι εμφανίζονται παραδόξως αφενός μεν ως υποστηρικτές του ότι, η Ελλάδα πρέπει να συνταχθεί με το ΔΝΤ, εναντίον της Ευρώπης, αφετέρου σαν «συνήγοροι» της αξιωματικής αντιπολίτευσης – εντός της οποίας, το ρεύμα επιστροφής στο εθνικό νόμισμα γίνεται όλο και πιο ισχυρό.

Η «τάση» της αντιπολίτευσης τώρα για επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, το οποίο θα έλυνε ως δια μαγείας τα προβλήματα της οικονομίας μας, συμβαδίζει με την επικρατούσα άποψη της αγγλοσαξονικής ελίτ – με τους αστέρες αμερικανούς οικονομολόγους, με τις εταιρείες αξιολόγησης, με τις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες κλπ..

Αρκετοί δε Έλληνες οικονομολόγοι, οι οποίοι διαμένουν είτε στη Μ. Βρετανία, είτε στις Η.Π.Α., «σοσιαλιστικής» κυρίως ιδεολογίας, τοποθετούνται επίσης υπέρ της δραχμής – με διάφορα επιχειρήματα, τα οποία δεν θα ήταν σωστό να καταρρίψει κανείς βιαστικά ή αυθαίρετα.

Πόσο μάλλον όταν αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός το ότι, η αδυναμία χάραξης εθνικής νομισματικής πολιτικής από τις χώρες της Ευρωζώνης χρησιμοποιήθηκε εκβιαστικά από την ΕΚΤ, με στόχο την πληρωμή των χρεών των ελλειμματικών χωρών προς τους κερδοσκόπους – οι οποίοι, με τον εγκληματικό αυτό τρόπο, πληρώθηκαν με την βοήθεια της ΕΚΤ, μη αναλαμβάνοντας τα ρίσκα των ζημιογόνων επενδύσεων τους.

Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στην Ιρλανδία, οι δύστυχοι πολίτες της οποίας υποχρεώθηκαν να εξοφλήσουν τα χρέη των τραπεζών τους, ύψους περί τα 70 δις €, προς τους ξένους κερδοσκόπους – επειδή η ΕΚΤ εκβίασε στην κυριολεξία τη χώρα με το ότι, δεν θα στήριζε το τραπεζικό της σύστημα με το ELA (παροχή ρευστότητας), οπότε θα χρεοκοπούσε.

Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Κύπρο (άρθρο μας), η οποία συνεχίζει να υποφέρει από τις εκροές καταθέσεων, παρά τους περιορισμούς στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων – με αποτέλεσμα να παρατείνεται ο εκβιασμός της από την ΕΚΤ, η οποία συμπληρώνει ουσιαστικά τη ρευστότητα που αφαιρείται (κυρίως από τους πολύ μεγάλους καταθέτες, οι οποίοι βρίσκουν τρόπους αποφυγής των περιορισμών).

Στην Ελλάδα βέβαια το πρόβλημα ήταν εντελώς διαφορετικό, σε σύγκριση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης – αφού, σε αντίθεση με αυτές, είναι υπερχρεωμένος ο δημόσιος τομέας της και όχι ο ιδιωτικός. Εν τούτοις, επειδή καθυστέρησαν να ληφθούν οι αναγκαίες αποφάσεις (για παράδειγμα, η στάση πληρωμών πριν από την εισβολή του ΔΝΤ), η Ελλάδα εκβιάσθηκε επίσης από την ΕΚΤ μέσω της (μη) παροχής ρευστότητας – ενώ μεταφέρθηκε έντεχνα το πρόβλημα από το χρηματοπιστωτικό κτήνος, στα κράτη (ανάλυση μας), τα οποία μας δάνεισαν ενυπόθηκα και με αγγλικό δίκαιο.                 

Συνοψίζοντας τα παραπάνω διαπιστώνουμε ότι, τόσο οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού, όσο και οι «θιασώτες» του κομματικού σοσιαλισμού, καθώς επίσης η σταλινική αριστερά, αλλά και η ακροδεξιά, τάσσονται ομαδικά υπέρ της επιστροφής της Ελλάδας στο εθνικό της νόμισμα – με ελάχιστες διαφοροποιήσεις.

Μοναδική ίσως εξαίρεση αποτελούν αυτοί που επιλέγουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία – τη «χρυσή μεσότητα» καλύτερα του Αριστοτέλη (όπου ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας οφείλουν να ισορροπούν μεταξύ τους, χωρίς να υπερισχύει κανένας, έτσι ώστε να μην κινδυνεύει ούτε η δικαιοσύνη, ούτε η δημοκρατία, ούτε η ελευθερία των Πολιτών).     

Οι τελευταίοι αυτοί υποστηρίζουν ότι, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι τόσο το ευρώ, όσο η αποβιομηχανοποίηση της – στην οποία βέβαια συνέβαλλε το νόμισμα, αλλά είναι πλέον «τετελεσμένη πράξη», αποτελεί παρελθόν. Φυσικά, το έγκλημα ολοκληρώθηκε από την τεράστια διαφθορά, από την ανεπάρκεια και την ανικανότητα της πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών. Τα γεγονότα αυτά δεν θα άλλαζαν προς το καλύτερο, απλά και μόνο με την αντικατάσταση του νομίσματος – πόσο μάλλον σήμερα, εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής και γεωπολιτικής καταιγίδας.

Οι ίδιοι θεωρούν ότι, το πρόβλημα  της Ευρώπης δεν είναι το κοινό νόμισμα αλλά, κυρίως, η Γερμανία – η οποία, με την εγωκεντρική «μερκαντιλιστική» πολιτική της των τελευταίων ετών, έχει προκαλέσει μεγάλες ευρωπαϊκές ασυμμετρίες. Πρόβλημα είναι και η ΕΚΤ, στο σημείο που χρησιμοποιείται ως όπλο τόσο από τη Γερμανία (ανάλυση), όσο και από το χρηματοπιστωτικό κτήνος.

Τέλος υποστηρίζουν πως το καταστροφικότερο μειονέκτημα του πλανήτη είναι η ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση – η οποία έχει συμβάλλει τα μέγιστα τόσο στην αποβιομηχανοποίηση της Δύσης, όσο και στην αύξηση της ανεργίας, η οποία θα συνεχίσει να επιδεινώνεται.

ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Μέσα σε αυτόν τον καταιγισμό των διαφορετικών απόψεων, κάθε μία από τις οποίες έχει τη λογική της, ενώ είναι δυνατόν να εξυπηρετεί τα ιδιοτελή συμφέροντα αυτών που την εκφράζουν, εκούσια ή ακούσια (δεν μπορεί να αποκλεισθεί η ανοησία, όσο και αν δεν γίνεται παραδεκτή, όπως επίσης η άγνοια, σε σχέση με το τι θα μπορούσε πραγματικά να συμβεί), καλείται κανείς να αποφασίσει – υποθέτοντας ότι θα μπορούσε να εφαρμόσει αυτά που θα επέλεγε.

Η μεγάλη δυσκολία στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι μόνο η συγκεκριμένη απόφαση, αλλά και η στάση αυτών, τους οποίους δεν θα συνέφερε – αφού είναι αδύνατον να ικανοποιεί τους πάντες.  

Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα αποφάσιζε υπέρ της δραχμής και του ΔΝΤ, τότε ποια θα ήταν η συμπεριφορά της Ευρώπης και, κατ' επέκταση, της Γερμανίας απέναντι της; Είναι λογικό να αναμένει την «προστασία» της από τον εντολοδόχο του ΔΝΤ, από τις Η.Π.Α., ή μήπως θα ήταν καλύτερα να είναι πιο προσεκτική; Η έξοδος από το ευρώ δεν θα σήμαινε τη «διαιώνιση» της παραμονής της στα νύχια του ΔΝΤ, αφού διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατόν να ανταπεξέλθει με τον εξωτερικό δανεισμό της, ακόμη και αν διαγραφόταν κάποιο μέρος του; 

Από την άλλη πλευρά, εάν επέλεγε την παραμονή της στην Ευρωζώνη με κάθε θυσία, οπότε τη συνέχιση της, καταστροφικής για την οικονομία της, πολιτικής λιτότητας, η οποία της έχει επιβληθεί, παράλληλα με την μετατροπή της σε άβουλο προτεκτοράτο, ποια θα ήταν η συμπεριφορά των Η.Π.Α. απέναντι της; Θα μπορούσε να εμπιστευθεί τη Γερμανία, με την έννοια ότι, δεν θα την οδηγούσε εξευτελισμένη, εξαθλιωμένη και εντελώς λεηλατημένη, στην απόλυτη χρεοκοπία;

Βέβαια, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε ίσως να διαπραγματευθεί μία «βιώσιμη λύση» τόσο με το ΔΝΤ, όσο και με τη Γερμανία – ενδεχομένως εντός των πλαισίων που έχουμε περιγράψει στο κείμενο μας «Ελλάδα, ενώπιοι ενωπίω». Υπάρχει όμως μία τέτοια κυβέρνηση, η οποία θα ήταν ικανή να το κάνει, πείθοντας παράλληλα τους Πολίτες για την ορθότητα των απόψεων της;  

Συμπερασματικά λοιπόν, δεν είναι τόσο εύκολο το δίλημμα της Ελλάδας, όσο ίσως θα ήθελαν να πιστεύουμε όλοι όσοι επιμένουν στις υποκειμενικές τους απόψεις, Αντίθετα, είναι πολύ πιο δύσκολο, από όσο φανταζόμαστε, έχοντας ακόμη περισσότερες πτυχές, από αυτές που ήδη αναφέραμε. Τι κάνει όμως μία κυβέρνηση, η οποία ευρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τόσο δισεπίλυτο πρόβλημα, αδυνατώντας να ζυγίσει σωστά τα υπέρ και τα κατά;  

Δεν κάνει απολύτως τίποτα, χρησιμοποιώντας ίσως το χρόνο της στην προετοιμασία εναλλακτικών σχεδίων Β, Γ κλπ., έτσι ώστε να είναι προετοιμασμένη όταν «αραιώσει η ομίχλη» ή όταν γύρει η ζυγαριά σε μία κατεύθυνση;

Περιμένει υπομονετικά να αποφασίσει τη διαγραφή μέρους του δημοσίου χρέους της χώρας της η Γερμανία, ενδεχομένως μετά τις εκλογές – παρά το ότι έχει διαπιστώσει ότι, οι δύο προηγούμενες διαγραφές αφενός μεν δημιούργησαν πολύ περισσότερα προβλήματα, από όσα έλυσαν, αφετέρου απαίτησαν δυσανάλογα ανταλλάγματα;     

Ή μήπως προσπαθεί να λύσει εκείνα τα  προβλήματα, τα οποία δεν έχουν σχέση με τις διεθνείς συγκυρίες – όπως, για παράδειγμα, ο εξορθολογισμός της λειτουργίας του κράτους, ο περιορισμός του δημοσίου χρέους με ίδια μέσα, η μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού κλπ.;  

Επειδή, κατά την άποψη μας, η κυβέρνηση οφείλει να ασχοληθεί με το τελευταίο, με την επίλυση των προβλημάτων της χώρας δηλαδή, θα αναφερθούμε στη συνέχεια περιληπτικά σε δύο από αυτά –  υπενθυμίζοντας στους «ιθύνοντες» τα λόγια του Περικλή, σύμφωνα με τα οποία "Αν και μόνο ελάχιστοι μπορούν να δημιουργήσουν πολιτική, είμαστε όλοι ανεξαιρέτως σε θέση να την κρίνουμε".       

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΡΕΟΥΣ ΜΕ ΙΔΙΑ ΜΕΣΑ

Όπως έχουμε γράψει στο παρελθόν, ο διευθυντής του εναλλακτικού ινστιτούτου οικονομικών ερευνών, με έδρα τη Βασιλεία, επεξεργάζεται ένα σχέδιο, με στόχο την «αποχρέωση» της Γερμανίας. Σκοπός του είναι μία ολοκληρωμένη, «ριζική» πρόταση, σχετικά με το πώς θα μπορούσε η Γερμανία να αποπληρώσει εντελώς το δημόσιο χρέος της, ύψους περί το 1,7 τρις € το 2008, μέσω της «εισφοράς» ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων (Πίνακας Ι).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη της ιδιωτικής περιουσίας και των δημοσίων χρεών της Γερμανίας, σε δις €

Έτη / Δείκτες

1995

2008

Αύξηση

 

 

 

 

Καθαρή χρηματική περιουσία

1.780

3.600

102%

Καθαρή ακίνητη περιουσία

2.850

4.600

61%

Δημόσιο χρέος

998

1.641

64%

Πηγή: Ινστιτούτο οικονομικών ερευνών της Βασιλείας. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, η καθαρή «χρηματική» περιουσία των Γερμανών, αυξήθηκε περισσότερο από το δημόσιο χρέος. Με τη συνολική περιουσία λοιπόν στα 8,2 τρις €, η «ριζική» εξόφληση του 1,7 τρις € δημοσίου χρέους, θα μπορούσε να εξασφαλισθεί μέσω της «εισφοράς» ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων, ύψους 20% (στην Ελλάδα θα απαιτούταν μάλλον μικρότερο ποσοστό).   

Η «εισφορά» βέβαια αυτή θα επιμεριζόταν στη διάρκεια αρκετών ετών – ενώ, όσον αφορά τα ακίνητα, τα ποσά θα ήταν δυνατόν να εξασφαλισθούν, από όσους δεν θα τα διέθεταν, με τραπεζικό δανεισμό. Εκτός αυτού, θα έπρεπε να επιβαρύνει τα κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία των ιδιωτών – την ακίνητη περιουσία, τις καταθέσεις, καθώς επίσης τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια.

Επειδή όμως στο πλουσιότερο 10% των Γερμανών ανήκει το 60% της συνολικής περιουσίας, αυτοί θα επωμίζονταν το μεγαλύτερο βάρος της εξόφλησης του χρέους – γεγονός που το θεωρεί κοινωνικά δίκαιο, γνωρίζοντας παράλληλα ότι, εάν οι Πολίτες «δεν βάλουν το χέρι στην τσέπη τους», τα περί υπερηφάνειας της χώρας τους, περί εθνικής ανεξαρτησίας, περί πατριωτισμού κλπ. είναι ανοησίες, «ευφυολογήματα» και λόγια χωρίς περιεχόμενο.       

Η πρόταση του οικονομολόγου φαίνεται εν πρώτοις ενδιαφέρουσα (αν και με «σφάλμα», αφού θα έπρεπε να εξαιρέσει εκείνα τα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία είναι επιβαρυμένα με δάνεια – τουλάχιστον κατά το ύψος των δανείων), επειδή η εξόφληση του χρέους θα ελάφρυνε τον προϋπολογισμό κατά τα 60 δις € των ετησίων τόκων, με αποτέλεσμα να μπορούν να μειωθούν οι φόροι. Βέβαια, θεωρείται μάλλον «σοσιαλιστική» και μη συμβατή με τις καπιταλιστικές αρχές – αφού «επιτίθεται» αναμφίβολα στο καθεστώς της ιδιοκτησίας, στη βασική αρχή δηλαδή της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς.

Εν τούτοις, επειδή έχει εφαρμοσθεί στο παρελθόν, από τον τότε καγκελάριο της Γερμανίας K.Adenauer, ο οποίος θεωρούταν «εχθρός» του κομμουνισμού, δεν έχει αντιμετωπισθεί αρνητικά (το γερμανικό δημόσιο τότε διατήρησε την «εισφορά» μέχρι τη δεκαετία του 70, ταυτόχρονα με τη θεσμοθέτηση υψηλών αφορολόγητων ορίων, έτσι ώστε να επιβαρυνθούν αυτοί οι οποίοι, παρά τον πόλεμο, συνέχιζαν να διατηρούν μεγάλες περιουσίες – κυρίως οι ιδιοκτήτες ακινήτων).

Περαιτέρω, ανεξάρτητα από το ότι η «ελβετική» πρόταση δεν φαίνεται ρεαλιστική στη σημερινή εποχή, παρά το υφιστάμενο ιστορικό πρότυπο, η αναζήτηση τρόπων αποφυγής της παγίδας του χρέους, απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική κυβέρνηση – ιδίως επειδή το έλλειμμα παραμένει υψηλό, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος, ενώ η ετήσια αναχρηματοδότηση του χρέους απαιτεί περίπου 200 δις € (τα οποία αναγκάζεται να δανείζεται κάθε φορά η Γερμανία από τις «αγορές»).

Κατά την άποψη μας, είναι πολύ πιθανόν να «υιοθετηθεί» η πρόταση αυτή από τη Γερμανία, επειδή αφενός μεν θα ενισχύσει τις ηγετικές βλέψεις της στην Ευρώπη, αφετέρου δε θα δημιουργήσει ένα τεράστιο πρόβλημα στις Η.Π.Α. – «εμβολίζοντας» ενδεχομένως την «επέλαση» των Η.Π.Α. στην Ευρωζώνη, μέσω του ΔΝΤ και της Ελληνικής «κερκόπορτας».   

Συνεχίζοντας, οφείλουμε να επισημάνουμε εδώ πως για τους επαγγελματίες απαισιόδοξους, η κατάληξη της υπερχρέωσης της Δύσης φαίνεται προ πολλού δεδομένη. Προβλέπουν λοιπόν, στο απώτερο μέλλον, τη «μεγάλη έκρηξη»: τη νομισματική μεταρρύθμιση δηλαδή στην Ευρώπη.

Σε κάποια στιγμή, σύμφωνα με τους ίδιους, θα επικρατήσει το τρομακτικό αυτό σενάριο, οπότε θα αντικατασταθεί το «EURO» με το «NEURO» – με ένα νέο ευρώ δηλαδή, ενδεχομένως με αξία ανταλλαγής Χ:1, με βάση την οποία (Χ) θα μπορούσε να αποσβεσθεί «τεχνικά» το συντριπτικό μέρος των δημοσίων χρεών. Η διαδικασία αυτή φυσικά, θα στερούσε σημαντικό μέρος της ιδιοκτησίας των Πολιτών, όπως και η προηγούμενη (20% εισφορά επί των περιουσιακών στοιχείων).

Η δεύτερη αυτή «μέθοδος» εξόφλησης των χρεών, η «νομισματική μεταρρύθμιση» δηλαδή, θεωρείται μάλλον εξωπραγματική και μη ρεαλιστική σήμερα στην Ευρώπη – παρά το ότι υπάρχει και εδώ το ιστορικό παράδειγμα της Γερμανίας, τον Ιούνιο του 1948.

Εκείνη την εποχή, το απόγευμα μίας Παρασκευής, ανακοινώθηκε η αντικατάσταση του επίσημου νομίσματος με το ΓΜ (DM), εν πρώτοις σε αναλογία 10:1, ενώ δόθηκαν «προκαταβολικά» (αργότερα ανταλλάχθηκαν υποχρεωτικά με 400 παλιά μάρκα), περίπου 40 ΓΜ σε κάθε άτομο – την Κυριακή, αφού είχε οργανωθεί προηγουμένως, μυστικά φυσικά, το σχέδιο «Bird dog» (όπου τα 23.000 χαρτοκιβώτια με τα νέα χαρτονομίσματα, τα οποία είχαν τυπωθεί στις Η.Π.Α. μεταφέρθηκαν με καράβι στη Γερμανία και τοποθετήθηκαν με 8 ειδικούς συρμούς στο υπόγειο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, από την οποία διαμοιράσθηκαν στις υπόλοιπες).

Τότε βέβαια το δημόσιο χρέος της Γερμανίας ήταν στο 770% του ΑΕΠ της (αν και το μεγαλύτερο μέρος του «αναδιαρθρώθηκε»), ενώ οι συναλλαγές διενεργούνταν κυρίως με τσιγάρα – αφού τα χαρτονομίσματα είχαν χάσει εντελώς την αξία τους.

Ο ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Εάν μία κυβέρνηση θέλει να μειώσει τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, μπορεί είτε να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες, είτε να αυξήσει τους φόρους και τις λοιπές επιβαρύνσεις.

Ο περιορισμός όμως των δημοσίων δαπανών μειώνει συχνά απ' ευθείας το ΑΕΠ, όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει στην Ελλάδα – επειδή τόσο η κατανάλωση, όσο και οι επενδύσεις του κράτους, αποτελούν βασικό συστατικό μέρος του ΑΕΠ. Αντίθετα, οι αυξήσεις των φόρων επηρεάζουν σχετικά έμμεσα το ΑΕΠ – ενώ δεν το μειώνουν, εάν ο περιορισμός των αποταμιεύσεων δεν είναι υψηλότερος (υπό ορισμένες συνθήκες).

Ειδικότερα, οι αυξήσεις των φόρων, καθώς επίσης των λοιπών επιβαρύνσεων, περιορίζουν τα διαθέσιμα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα – ο οποίος τότε έχει την επιλογή είτε να διατηρήσει ως έχουν τα έξοδα του, μειώνοντας τις αποταμιεύσεις του, είτε να τα περιορίσει ανάλογα.

Εάν τώρα η μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού οφείλει παράλληλα να στηρίξει την ανάπτυξη και την απασχόληση, κάτι που δυστυχώς «αμέλησε» η Ελλάδα, δεν θα πρέπει να μειώνονται οι δημόσιες δαπάνες, αλλά να αυξάνονται οι φόροι – σε ένα ύψος όμως, με το οποίο να εξασφαλίζεται ότι, η κατανάλωση του ιδιωτικού τομέα θα παραμένει σταθερή, ενώ θα μειώνονται μόνο οι αποταμιεύσεις.

Εάν το κράτος υπερβεί το επίπεδο αυτό, όπως αποφάσισε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, αυξάνοντας υπερβολικά τους φορολογικούς συντελεστές, τότε τα έξοδα του ιδιωτικού τομέα περιορίζονται απότομα και η κατανάλωση καταρρέει – παρασέρνοντας μαζί της τα έσοδα του δημοσίου και μεγεθύνοντας τα ελλείμματα. Στα πλαίσια αυτά τα εξής: 

(α) Οι επιχειρήσεις

Ιδιαίτερο πρόβλημα αποτελούν τα πλεονασματικά έσοδα (καθαρά κέρδη) των επιχειρήσεων, κυρίως επειδή οι επιχειρήσεις έχουν το μακροοικονομικό «ρόλο» να δημιουργούν πάγια περιουσιακά στοιχεία, μέσω της λήψης δανείων – να επενδύουν δηλαδή και να μην αποταμιεύουν.

Με στόχο τη μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων πρέπει, κυρίως οι επιχειρήσεις, να περιορίζουν τα πλεονάσματα τους – γεγονός όμως που απαιτεί ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον, έτσι ώστε να νοιώθουν ασφαλείς (κάτι που προφανώς εκλείπει σήμερα στην Ελλάδα αποτελώντας, κατά την άποψη μας, απόλυτη προτεραιότητα).

Το κράτος μπορεί φυσικά να επηρεάσει τις επιχειρήσεις, έτσι ώστε να συμπεριφέρονται ανάλογα – «τιμωρώντας» φορολογικά τα χρηματικά πλεονάσματα τους, καθώς επίσης αμείβοντας τις επενδύσεις τους. Στα πλαίσια αυτά, τα διανεμόμενα κέρδη επιβαρύνονται με πολύ μεγάλους φορολογικούς συντελεστές, ενώ οι αποσβέσεις για τις επενδύσεις αυξάνονται – με στόχο οι επιχειρηματίες να έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να επενδύσουν, παρά να αυξήσουν τα (διανεμόμενα) κέρδη τους.

(β) Τα νοικοκυριά

Από την άλλη πλευρά, τα πλεονάσματα των νοικοκυριών δεν πρέπει να φορολογούνται με τον ίδιο τρόπο – επειδή είναι σωστό να αποταμιεύουν χρήματα. Εδώ μπορεί επίσης να επέμβει το κράτος, με τη βοήθεια των χαμηλών φορολογικών συντελεστών για εκείνα τα νοικοκυριά τα οποία, έχοντας περιορισμένα εισοδήματα, μειώνουν αμέσως τα έξοδα τους (άρα την κατανάλωση τους), όταν αυξάνονται οι φόροι.

Αντίθετα, τα νοικοκυριά με υψηλότερα εισοδήματα δεν είναι τόσο αρνητικό να επιβαρύνονται με μεγαλύτερους φόρους – αφού δεν έχουν ανάγκη να μειώσουν τα έξοδα τους, διατηρώντας σταθερή την κατανάλωση τους.

(γ) Οι κίνδυνοι

Το ρίσκο της πολιτικής που προαναφέραμε εμφανίζεται όταν κανένας «συντελεστής» δεν αποδέχεται τη μείωση των αποταμιεύσεων του – με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι δαπάνες είτε για κατανάλωση, είτε για επενδύσεις, σε αντίστοιχο μέγεθος με τους νέους φόρους. Επίσης, όταν δεν είναι κανένας πρόθυμος να πουλήσει περιουσιακά στοιχεία του, για να διατηρήσει ανέπαφο το βιοτικό του επίπεδο – κάτι που συναντάται συχνά στην Ελλάδα. 

Στην περίπτωση αυτή, η οικονομία οδηγείται στον κύκλο του διαβόλου – όπου οι υψηλότεροι φόροι μειώνουν τις ιδιωτικές δαπάνες, γεγονός που οδηγεί στον περιορισμό της παραγωγής λόγω μειωμένης κατανάλωσης, στη μείωση των επενδύσεων, καθώς επίσης στην αύξηση της ανεργίας (η οποία με τη σειρά της μεγεθύνει τις δημόσιες δαπάνες, οπότε το έλλειμμα, τα κρατικά χρέη κοκ.).  

Αυτό ακριβώς παρατηρείται σήμερα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στην Ελλάδα – με αποτέλεσμα, αργά ή γρήγορα, να «μολυνθούν» όλες οι υπόλοιπες. Ειδικότερα, οι χώρες σε κρίση μειώνουν τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών τους – μέσω κυρίως του περιορισμού των εισαγωγών τους. Σαν επακόλουθο αυτής της διαδικασίας συρρίκνωσης, μειώνονται οι εξαγωγές των υπολοίπων – επομένως, τα κέρδη των επιχειρήσεων τους, οπότε τα δημόσια έσοδα.

Χώρες όπως η Γερμανία εξισορροπούν βέβαια ακόμη τη μείωση των εξαγωγών τους εντός της Ευρώπης, εξάγοντας στον υπόλοιπο πλανήτη. Εν τούτοις, αργά ή γρήγορα τα κράτη, στα οποία εξάγουν, ειδικά δε οι Η.Π.Α., δεν θα ανεχθούν τα υψηλά ελλείμματα στα δικά τους ισοζύγια – οπότε οι εξαγωγές της Γερμανίας, για παράδειγμα, θα μειωθούν, τα έσοδα της επίσης, θα υποχρεωθεί να αυξήσει τους φόρους κλπ. (οπότε θα οδηγηθεί με τη σειρά της στον κύκλο του διαβόλου).

ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά λοιπόν, ακόμη και αν περιορίσουμε δραστικά το δημόσιο χρέος μας, με τη μέθοδο του Ελβετού συναδέλφου μας, τα ελλείμματα του προϋπολογισμού μας θα το αυξήσουν σχετικά γρήγορα.

Επομένως, δεν είναι εύλογο να υιοθετηθεί μία λύση περιορισμού  του χρέους από μόνη της, αλλά σε συνδυασμό με το βιώσιμο μηδενισμό του ελλείμματος του προϋπολογισμού – επίσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αφενός με τη μείωση των εισαγωγών, μέσω της κατανάλωσης ελληνικών προϊόντων, καθώς επίσης των επενδύσεων στην παραγωγή κάποιων προϊόντων από αυτά που εισάγουμε, αφετέρου με την αύξηση των εξαγωγών.

Αυτό που χρειαζόμαστε δε είναι οι επενδύσεις εκ μέρους μικρομεσαίων επιχειρηματιών κυρίως σε τομείς, στους οποίους η χώρα μας έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα – όπως στη ναυτιλία, στον τουρισμό και στη γεωργία.

Απαραίτητη προϋπόθεση δεν είναι απλά και μόνο η χρηματοδότηση τους από έναν υγιή χρηματοπιστωτικό τομέα αλλά, κυρίως, η ύπαρξη ενός σωστού και σταθερού πλαισίου λειτουργίας τους – ένα από τα βασικότερα «ελλείμματα» του δημοσίου τομέα μας.

Οι «μεγαλόπνοες» επενδύσεις εκ μέρους των ξένων δεν είναι αυτές που θα επανεκκινήσουν την οικονομία μας – χωρίς φυσικά να σημαίνει ότι δεν τις επιθυμούμε. Εν τούτοις, ούτε στον τομέα αυτό δεν γίνεται κάτι ουσιαστικό στην Ελλάδα – με την κυβέρνηση να αρκείται σε μεγάλα λόγια, τα οποία σχεδόν ποτέ δεν συνοδεύονται από αντίστοιχες πράξεις.

Όλα αυτά εντείνουν προφανώς την έλλειψη εμπιστοσύνης, καθώς επίσης την ανασφάλεια των Ελλήνων – με αποτέλεσμα να δολοφονείται στην κυριολεξία η αισιοδοξία, χωρίς την οποία δεν υπάρχει μέλλον, καθώς επίσης η όποια ιδιωτική πρωτοβουλία.                                                          

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Εάν μας ρωτούσε κάποιος που βαδίζει η Ελλάδα, θα μεταφέραμε την ερώτηση στην πολιτική ηγεσία, με τα ίδια εκείνα λόγια που είπε ο Απόστολος Πέτρος, όταν τον συνάντησε ο Χριστός στο δρόμο, λέγοντας του: «Που βαδίζεις, άνθρωπε

Αν και γνωρίζουμε ότι, η απάντηση ήταν: «Βαδίζω προς τη Ρώμη, για να με σταυρώσουν ξανά», ελπίζουμε πως δεν θα ήταν ανάλογη η απάντηση του πρωθυπουργού – υποθέτοντας πως έχει κατανοήσει πλέον τη δεινή θέση, στην οποία έχει περιέλθει η χώρα (μετά από τα αλλεπάλληλα, τρομακτικά «λάθη» και τις «παραλείψεις» όλων των κυβερνήσεων της).

Κατά την άποψη μας πάντως, εάν δεν ενεργήσουμε αμέσως, επιλέγοντας μία επώδυνη μεν, αλλά δραστική λύση, οδηγούμαστε πιθανότατα στη χρεοκοπία, είτε με νόμισμα το ευρώ, είτε με τη δραχμή – αφού, με τον τρόπο που συνεχίζει να λειτουργεί η κυβέρνηση, δεν διακρίνονται σοβαρές δυνατότητες επιβίωσης της οικονομίας μας, εάν εξαιρέσουμε τα θαύματα και την τύχη.

Αρκεί να σημειώσουμε την τεράστια ζημία, την οποία προκάλεσε στην Ελλάδα η πρόσφατη πολιτική κρίση (μεταξύ άλλων, κατάρρευση σχεδόν του χρηματιστηρίου, κυρίως δε των τραπεζικών τίτλων) για να κατανοήσουμε τους υπερβολικά μεγάλους κινδύνους, απέναντι στους οποίους είμαστε, χωρίς καθόλου «άμυνες», απόλυτα εκτεθειμένοι. 

Κλείνοντας θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε σε όλους όσους αναφέρονται σε «σεισάχθεια», τόσο στους δημαγωγούς, όσο  και στους καλοπροαίρετους ότι, ένα νομισματικό σύστημα, όπως το παγκόσμιο σήμερα, το οποίο στηρίζεται σε χάρτινα ή διαδικτυακά χρήματα μη καλυμμένα με χρυσό ή με οτιδήποτε άλλο, είναι εξαιρετικά ασταθές – με αποτέλεσμα να κινδυνεύει με ολοκληρωτική κατάρρευση, εάν υιοθετούνταν μαζικές απαιτήσεις διαγραφής χρεών ή αθετήσεις πληρωμών. 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 29. Ιουνίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2920.aspx

ΥΦΕΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΩΝ

ΥΦΕΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΩΝ:

Οφείλει να δημιουργηθεί μία τέταρτη εξουσία, ένας θεσμός καλύτερα, αντίστοιχος του συνταγματικού δικαστηρίου, αποτελούμενος από οικονομικούς επιστήμονες – οι οποίοι να κρίνουν σε ανώτατο επίπεδο θέματα οικονομικής πολιτικής, ελέγχοντας την κυβέρνηση

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Περίληψη: Το σημερινό μας κείμενο είναι αρκετά μεγάλο, επειδή γίνεται προσπάθεια να δοθεί μία διαφορετική εικόνα της μεγαλύτερης κρίσης των τελευταίων δεκαετιών, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς – με όσο το δυνατόν πιο απλό τρόπο.

Ξεκινώντας από τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ιαπωνία, συνεχίζουμε με τα διάφορα στάδια της εξέλιξης της «κρίσης ισολογισμών». Αμέσως μετά, περιγράφουμε την κεϋνσιανή λύση του προβλήματος της ύφεσης, την αυστριακή λύση, τη μερκαντιλιστική, καθώς επίσης τη μονεταριστική – με μία μικρή αναφορά σε ορισμένες άλλες δυνατότητες που έχουμε αναλύσει στο παρελθόν. Στη συνέχεια, επικεντρωνόμαστε στο φαινόμενο των πολλαπλών σημείων ισορροπίας, ολοκληρώνοντας το κείμενο μας με κάποιες εντελώς νέες προτάσεις.

Στο εξειδικευμένο παράρτημα, το οποίο ακολουθεί στο τέλος μόνο για όσους ενδιαφέρονται, παραθέτουμε τις εξισώσεις του ΑΕΠ, τόσο από την πλευρά των δαπανών, όσο και των εσόδων – ενώ τεκμηριώνουμε γιατί επιδιώκεται η μεγάλη φορολόγηση και η κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων.

Το παράρτημα ολοκληρώνεται με τα συμπεράσματα μας, το κυριότερο των οποίων είναι το ότι, η μοναδική δυνατότητα για να ξεφύγει η Ελλάδα από την παγίδα της ύφεσης και του χρέους, είναι η αύξηση των εξαγωγών, με την παράλληλη μείωση των εισαγωγών – μέσω της κατανάλωσης ελληνικών προϊόντων, καθώς επίσης της παραγωγής στο εσωτερικό της όσο το δυνατόν περισσοτέρων αγαθών, από αυτά που εισάγει, με τη βοήθεια της μεταφοράς «πόρων» από τα ακίνητα στη βιομηχανία (πριν καταρρεύσουν οι τιμές τους ή κατασχεθούν από τις τράπεζες και το κράτος).

Ανάλυση

Ο σημαντικότερος κίνδυνος για τον πλανήτη σήμερα είναι η Ιαπωνία – η οποία πραγματοποιεί το μεγαλύτερο νομισματικό πείραμα όλων των εποχών. Η κυβέρνηση της τυπώνει τόσο πολλά χρήματα, τα οποία δημιουργούν ίλιγγο ακόμη και στους κεντρικούς τραπεζίτες των Η.Π.Α. – περί το 1 τρις €, μέσα στα επόμενα τρία έτη.

Περαιτέρω, η χώρα αυξάνει ραγδαία το δημόσιο χρέος της, δαπανώντας τεράστια ποσά, με στόχο την ανάπτυξη της οικονομίας της – νέα χρέη εναντίον παλαιών χρεών, φωτιά για την καταπολέμηση της φωτιάς.

Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας συμπεριφέρεται όπως εκείνος ο οδηγός αυτοκινήτου, ο οποίος κατευθύνεται με υπερβολική ταχύτητα επάνω σε ένα εμπόδιο και, αντί να φρενάρει, πατάει τέρμα το γκάζι – υποθέτοντας ότι, η ταχύτητα του αυτοκινήτου του θα αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να καταφέρει να υπερπηδήσει το εμπόδιο, πετώντας στον αέρα.

Η κυβέρνηση της χώρας δεν τυπώνει και δεν ξοδεύει μόνο απίστευτες ποσότητες χρημάτων, για να πετύχει το σκοπό της – για να αντιμετωπίσει δηλαδή μονεταριστικά την ύφεση. Παράλληλα, προσπαθεί να πείσει τους πολίτες της να αυξήσουν τόσο την κατανάλωση, όσο και τις επενδύσεις τους – «απειλώντας» τους με την υποτίμηση του νομίσματος, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αγοραστικής του αξίας (επεξήγηση στην ανάλυση: Το αμερικανικό πείραμα).   

Εν τούτοις, το πείραμα έχει έναν ενσωματωμένο μηχανισμό αυτοκαταστροφής – τα επιτόκια των ομολόγων δανεισμού του δημοσίου. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι, πρόκειται για μία χώρα με μεγάλα ελλείμματα (άνω του 9% του ΑΕΠ της), καθώς επίσης με τεράστιο δημόσιο χρέος (240% του ΑΕΠ της), η οποία δαπανά ήδη το 30% του προϋπολογισμού της για τόκους – παρά το ότι το επιτόκιο δανεισμού της είναι κάτω του 1% (σε αντιστοιχία, θα ήταν σαν να πλήρωνε ετήσια η Ελλάδα 15 δις € τόκους).

Εάν λοιπόν αυξηθούν έστω και στο ελάχιστο τα επιτόκια δανεισμού της, η Ιαπωνία θα χρεοκοπήσει – το αυτοκίνητο δηλαδή θα πέσει με πλήρη ταχύτητα επάνω στο εμπόδιο, χωρίς καμία δυνατότητα διάσωσης του. 

Ειδικότερα, εάν οι αγορές χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, τότε θα αποδράσουν μαζικά από τα ομόλογα του δημοσίου – με αποτέλεσμα να καταρρεύσουν οι τιμές τους, οπότε να αυξηθούν οι αποδόσεις τους, άρα και το επιτόκιο δανεισμού της χώρας (γεγονός που σε κάποιο βαθμό ήδη συμβαίνει). Ο πρωθυπουργός βέβαια πιστεύει, πιθανότατα πολύ σωστά ότι, δεν θα προλάβαινε να φρενάρει – οπότε έχει μία και μοναδική λύση στη διάθεση του: να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα, ευχόμενος να βγάλει φτερά το αυτοκίνητο του.      

ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΩΝ

Από το παραπάνω παράδειγμα κατανοούμε πόσο δύσκολη είναι η αντιμετώπιση μίας «κρίσης ισολογισμών» – μίας ύφεσης δηλαδή, η οποία προέρχεται από το σπάσιμο μίας μεγάλης «κερδοσκοπικής φούσκας», με αποτέλεσμα ο ιδιωτικός τομέας να προσπαθεί για πάρα πολλά έτη να μειώσει τα συσσωρευμένα, τεράστια χρέη του (όπως συμβαίνει σήμερα στην Ιρλανδία, στην Ισπανία, στην Ολλανδία κλπ.). Σύμφωνα τώρα με τον οικονομολόγο R.Koo, η κρίση ισολογισμών εξελίσσεται ως εξής:

(α) Ο ιδιωτικός τομέας συσσωρεύει μαζικά χρέη αγοράζοντας, με δανεικά χρήματα, ακίνητα, καθώς επίσης άλλες κερδοσκοπικές αξίες (μετοχές κλπ.). Η αύξηση της ζήτησης, η οποία προκαλείται με αυτόν τον τρόπο, οδηγεί στην κλιμάκωση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων – η οποία συνεχίζεται για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, έως εκείνη τη στιγμή που φθάνει στο ζενίθ της. 

(β) Νομοτελειακά τότε, η φούσκα των τιμών σπάζει – με αποτέλεσμα ο ιδιωτικός τομέας να έχει από τη μία πλευρά του ισολογισμού του υψηλά χρέη, ενώ από την άλλη περιουσιακά στοιχεία, η τιμή των οποίων μειώνεται συνεχώς, λόγω της απουσίας ζήτησης (Πίνακας Ι).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ισολογισμός ενός νοικοκυριού

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ

Ποσόν

 

ΠΑΘΗΤΙΚΟ

Ποσόν

 

 

 

 

 

Σπίτι

100

 

Τραπεζικό δάνειο

150

Αυτοκίνητο

30

 

Άλλες οφειλές

50

Μετοχές

20

 

Λοιπά χρέη

35

Αποταμιεύσεις

15

 

Διάφορα

10

 

 

 

 

 

Σύνολο

165

 

 

245

 

 

 

 

 

Αποτέλεσμα

 

 

 

(150-230) = -80

Με άλλα λόγια, το παθητικό του, τα χρέη του δηλαδή, παραμένουν σταθερά υψηλά (συχνά αυξάνονται τόσο από τους τόκους, όσο και από τις απλήρωτες δόσεις που συσσωρεύονται, επιβαρυνόμενες με επιτόκιο υπερημερίας), ενώ το ενεργητικό του, τα περιουσιακά του στοιχεία, μειώνονται – οπότε δημιουργούνται διαρκώς μεγαλύτερες ζημίες στον ισολογισμό του.

(γ) Στη συνέχεια, ολόκληρος ο ιδιωτικός τομέας, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις δηλαδή,  συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, αρχίζουν να εξυγιαίνουν τους ισολογισμούς τους – προσπαθώντας όσο καλύτερα μπορούν είτε να αυξήσουν τις αποταμιεύεις τους, είτε να εξοφλήσουν τα χρέη τους.

Εκείνη ακριβώς τη χρονική στιγμή, η νομισματική πολιτική χάνει την αποτελεσματικότητα της – επειδή ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι πλέον πρόθυμος να αυξήσει το δανεισμό του, ακόμη και αν τα επιτόκια που του προσφέρονται είναι μηδαμινά.

(δ) Από την άλλη πλευρά, οι περισσότερες τράπεζες δεν ενδιαφέρονται πλέον να δανείσουν τον ιδιωτικό τομέα, επειδή ο ισολογισμός του είναι ζημιογόνος – οπότε φοβούνται ότι θα χάσουν τα υφιστάμενα δάνεια τους, πόσο μάλλον τυχόν καινούργια. Πολύ περισσότερο, όταν και οι δικοί τους ισολογισμοί είναι προβληματικοί, υποχρεώνοντας τες να αναζητήσουν οι ίδιες νέα δάνεια, αύξηση των κεφαλαίων τους κλπ. (στη συνέχεια, η μία τράπεζα δεν εμπιστεύεται και δεν δανείζει την άλλη).

(ε) Σε τελική ανάλυση λοιπόν μειώνεται η συνολική ζήτηση, οπότε η οικονομία βυθίζεται στην ύφεση – σε μία «ύφεση ισολογισμών» (στην Ιαπωνία η ύφεση, η οποία ισοδυναμεί με αργό θάνατο, διαρκεί ήδη σχεδόν 25 χρόνια – με το δείκτη του χρηματιστηρίου της να ευρίσκεται  στις 13.000 μονάδες, από 40.000 πριν το 1990).

Περαιτέρω στην ανάλυση μας, όταν δεν δανείζεται και δεν ξοδεύει κανένας χρήματα, ακόμη και με μηδαμινά επιτόκια, τότε, στην οικονομία συνολικά, περιορίζεται η ζήτηση στο ύψος των αποταμιεύσεων, συν τις καθαρές εξοφλήσεις των χρεών (καθαρές = εξοφλούμενα δάνεια, μείον τα νέα). Έχουμε λοιπόν εδώ το εξής απλουστευμένο παράδειγμα, για την καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας:    

(α) Σε μία κανονική εποχή, η οποία δεν χαρακτηρίζεται από μία κρίση ισολογισμών, το μέσο νοικοκυριό, το οποίο έχει εισόδημα 1.000 €, ξοδεύει υποθετικά τα 900 €, ενώ αποταμιεύει τα 100 € – οπότε αναφερόμαστε σε δείκτη αποταμίευσης της οικονομίας ίσο με 10%.

Τα χρήματα τώρα που αποταμιεύει το μέσο νοικοκυριό, τα 100 €, απορροφώνται από τον χρηματοπιστωτικό τομέα – ο οποίος τα δανείζει σε ένα άλλο νοικοκυριό ή σε μία επιχείρηση. Όταν το άλλο αυτό νοικοκυριό ή η επιχείρηση ξοδεύει τα 100 € που δανείσθηκε, τότε η συνολική δαπάνη στην οικονομία διαμορφώνεται στα 1.000 € – όσο λοιπόν το αρχικό εισόδημα, χωρίς να μειωθεί από το ποσόν της αποταμίευσης.

Σαν αποτέλεσμα της υπεραπλουστευμένης αυτής διαδικασίας, το ΑΕΠ μίας χώρας είτε παραμένει σταθερό, είτε αυξάνεται – αφενός μεν από τους άλλους παράγοντες της εξίσωσης (ακολουθεί παρακάτω), αφετέρου από την πραγματική αύξηση των εισοδημάτων.

(β) Αντίθετα τώρα, σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από κρίση ισολογισμών, με τον ιδιωτικό τομέα να προσπαθεί να εξοφλήσει τα χρέη του, δεν δανείζεται κανένας τα 100 € που αποταμιεύονται – ακόμη και με μηδενικό επιτόκιο.

Στο παράδειγμα μας, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση της δαπάνης στην οικονομία στα 900 €. Επειδή τώρα οι δαπάνες του ενός είναι τα έσοδα του άλλου, το μέσο άτομο μας δεν έχει πλέον εισόδημα 1.000 €, αλλά μόνο 900 €. Εάν δε αποταμιεύσει ξανά το 10%, τα 90 € στην προκειμένη περίπτωση, τότε το μελλοντικό εισόδημα του θα μειωθεί, με την ίδια διαδικασία, στα 810 € (900 – 90), στα 729 € (810-81) κοκ.

Κατ' επέκταση, η οικονομία συρρικνώνεται διαρκώς, ενώ το ΑΕΠ μειώνεται, σαν αποτέλεσμα της προσπάθειας του ιδιωτικού τομέα να «αποχρεωθεί». Προφανώς, υπάρχει μία λιγότερο απλουστευμένη ανάλυση του φαινομένου, τόσο από την πλευρά της ζήτησης, όσο και της προσφοράς – την οποία παραθέτουμε στο τέλος του κειμένου, για όσους ενδιαφέρονται (παράρτημα*).

Ίσως οφείλουμε να συμπληρώσουμε ότι, εάν στον παραπάνω περιορισμό των εισοδημάτων, λόγω ύφεσης ισολογισμών, προστεθεί η μείωση των μισθών λόγω της πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης που υιοθετεί μία χώρα, τότε είναι αρνητικά και τα «αποτελέσματα χρήσης» των νοικοκυριών – αφού τα έξοδα τους είναι υψηλότερα των εσόδων, δημιουργώντας ζημίες (ελλείμματα), οι οποίες επιδεινώνουν τα αποτελέσματα του ισολογισμού τους.    

Η ΚΕΥΝΣΙΑΝΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ

Όπως έχουμε αναφέρει, τα τέσσερα βασικά στοιχεία του ακαθάριστού εθνικού προϊόντος μίας χώρας (ΑΕΠ), από την πλευρά των δαπανών, είναι η ιδιωτική κατανάλωση (Κ), οι μικτές επενδύσεις (Ε), οι δαπάνες του δημοσίου συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων (Δ), καθώς επίσης η διαφορά μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών (Εισ-Εξαγ.). Πρόκειται λοιπόν για την παρακάτω μαθηματική εξίσωση:

ΑΕΠ = Κ+Ε+Δ+(Εισαγωγές – Εξαγωγές)

Στα πλαίσια αυτά, για την αντιμετώπιση της κρίσης ισολογισμών με τη μέθοδο του Keynes, το κράτος επεμβαίνει στην οικονομία, αυξάνοντας τις δαπάνες του. Αυξάνει το Δ δηλαδή στην εξίσωση μας κατά το ποσόν των 100 €, τα οποία δεν απορροφώνται και δεν ξοδεύονται από τον ιδιωτικό τομέα – δεν καταναλώνονται (Κ) ή/και δεν επενδύονται (Ε). Η επέμβαση του δημοσίου οφείλει δε να γίνει έγκαιρα, πριν ακόμη επιδεινωθεί το πρόβλημα – οπότε θα χρειάζονταν 190 €, στη συνέχεια 271 € κοκ.

Για να μπορέσει να λειτουργήσει όμως με αυτόν τον τρόπο το δημόσιο, θα πρέπει να μην είναι υπερχρεωμένο (όπως, για παράδειγμα, η Ελλάδα και η Ιταλία), να μην έχει ελλείμματα στον προϋπολογισμό του, να έχει έστω πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του, καθώς επίσης να μην έχει εξαντλήσει τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών και των επιχειρήσεων του.

Ακριβώς για το λόγο αυτό, η σωστή εφαρμογή της «συνταγής» του Keynes, προϋποθέτει πως το δημόσιο, σε περιόδους ανάπτυξης, θα πρέπει να δημιουργεί «αποθεματικά» – πλεονάσματα λοιπόν για ώρα ανάγκης. Επομένως, να μην σπαταλάει τα έσοδα του, να αποσύρεται από τις επενδύσεις του πουλώντας τες με κέρδος, καθώς επίσης να φορολογεί λιγότερο τους Πολίτες του.   

Εάν δεν το έχει κάνει, πολύ περισσότερο εάν ευρίσκεται σε πλήρη αδυναμία εφαρμογής μίας ανάλογης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, όπως σήμερα η Ελλάδα, τότε η συνταγή του Keynes δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της ύφεσης – όπως επίσης δεν μπορεί να το λύσει, όταν ο «κεϋνσιανός πολλαπλασιαστής» είναι μικρότερος της μονάδας (όταν δηλαδή οι δαπάνες ή η επένδυση ενός ευρώ εκ μέρους του δημοσίου, προκαλεί αύξηση του ΑΕΠ μικρότερη του 1 €).  Σε κάθε περίπτωση, όσο μεγαλύτερη είναι η κρίση ισολογισμού σε μία οικονομία, τόσο μικρότερος είναι ο πολλαπλασιαστής. 

Η ΑΥΣΤΡΙΑΚΗ ΛΥΣΗ

Η κρίση του 2008 αποκάλυψε ότι, ο βασικός μηχανισμός δημιουργίας χρήματος, το τραπεζικό σύστημα δηλαδή, στηρίζεται σε μία αλληλουχία εμπράγματων εγγυήσεων – η τελευταία αναγωγή του οποίου συνεχίζει να είναι η γη και τα κτίρια.

Απλούστερα, οι εξασφαλίσεις όλων των δανειακών κεφαλαίων που διατίθενται, έχουν ως τελικό «αντίκρισμα» είτε ακίνητα, είτε οικόπεδα. Επομένως, οι τιμές των οικοπέδων και των ακινήτων, οι αξίες τους καλύτερα, θα πρέπει να ευρίσκονται σε μία ορθολογική σχέση ισορροπίας, με τις αξίες των υπολοίπων αγαθών – την παραγωγή των οποίων χρηματοδοτεί το ίδιο σύστημα.

Για παράδειγμα, η αξία ενός μέτριου διαμερίσματος πρέπει να είναι ίση με τους μισθούς δέκα ετών ενός μέσου εργαζομένου. Όταν η τιμή του διαμερίσματος ξεφεύγει από αυτά τα επίπεδα, λόγω της «φούσκας» που έχει δημιουργηθεί, τότε ο ιδιοκτήτης του μπορεί να δανεισθεί, με εγγύηση το ακίνητο του, πολύ περισσότερα χρήματα, από αυτά που στην πραγματικότητα αξίζει το σπίτι του. Όταν όμως οι τιμές επιστρέφουν στο σημείο ισορροπίας, τότε τα χρέη του είναι δυσανάλογα με την αξία του σπιτιού – με αποτέλεσμα να μην έχει η τράπεζα που τον δάνεισε ανάλογη εγγύηση, να ζητάει άλλου είδους εξασφάλιση ή αύξηση των δόσεων, όταν (ο ιδιοκτήτης) πουλάει το σπίτι να παραμένει χρεωμένος κοκ.  

Συνεχίζοντας, τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκε μία μεγάλη φούσκα στη συγκεκριμένη αγορά – αφού οι τιμές των ακινήτων, με βάση τις οποίες δανείζονταν χρήματα τόσο οι καταναλωτές, όσο και οι επιχειρήσεις, εκτοξεύτηκαν στα ύψη. Για να μπορέσουν τώρα να επανέλθουν οι τιμές σε φυσιολογικά επίπεδα, θα πρέπει, κατά την αυστριακή σχολή,  να αφεθεί ελεύθερη η αγορά – χωρίς να επεμβαίνουν οι κεντρικές τράπεζες με την αύξηση των λογιστικών χρημάτων, η οποία απλά διαιωνίζει το πρόβλημα.

Στο παράδειγμα της Ισπανίας λοιπόν, θα πρέπει να πουληθούν τα σπίτια «σε τιμές εκποίησης», έτσι ώστε τα έσοδα να τοποθετηθούν σε παραγωγικές επενδύσεις – τις οποίες έχει ανάγκη η οικονομία της χώρας, για να αναπτυχθεί.

Το μεγάλο πρόβλημα στην προκειμένη περίπτωση είναι ο χρόνος που θα απαιτηθεί για να αυτορυθμισθεί η οικονομία – εάν υποθέσουμε ότι μπορεί να το κάνει. Επίσης, η ενδιάμεση οικονομική καταστροφή χιλιάδων ανθρώπων, η τεράστια αύξηση της ανεργίας, η αδυναμία άμεσης ρευστοποίησης των «κακών επενδύσεων» (των επενδύσεων δηλαδή που δεν αποδίδουν), οι κοινωνικές αντοχές οι οποίες, εάν ξεπεραστούν, οδηγούν σε καταστροφικές εξεγέρσεις κοκ.

Εκτός αυτού, πως είναι δυνατόν να αποδεχθούμε ότι οι ίδιοι άνθρωποι (αγορές), οι οποίοι οδήγησαν τις τιμές στα ύψη, συμπεριφερόμενοι είτε ανόητα, είτε άπληστα, θα μπορέσουν να λύσουν το πρόβλημα που οι ίδιοι δημιούργησαν, μόνοι τους; Ας μην ξεχνάμε ότι, η οικονομία είναι ανθρώπινο δημιούργημα και όχι θεϊκό, για να έχει «ενσωματωμένη» τη δυνατότητα να αυτορυθμίζεται.    

Η ΜΕΡΚΑΝΤΙΛΙΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ

Πρόκειται για τον τρόπο αντιμετώπισης που προτείνει η Γερμανία, γνωστό ως πολιτική λιτότητας. Ουσιαστικά επικεντρώνεται στον τελευταίο παράγοντα της εξίσωσης του ΑΕΠ, την οποία παραθέσαμε προηγουμένως – στην αύξηση των εξαγωγών δηλαδή, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισαγωγών.

Η λύση αυτή στην Ευρωζώνη, λόγω του κοινού ευρώ, δεν μπορεί να επιβοηθηθεί από την υποτίμηση του νομίσματος, αλλά από την εσωτερική υποτίμηση – από τη μείωση των ονομαστικών μισθών, καθώς επίσης των λοιπών εισοδημάτων.

Τα προβλήματα στην προκειμένη περίπτωση, είναι αυτά που βιώνουμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια – ενώ μία ανάλυση της είναι στο κείμενο μας "Το δόγμα της λιτότητας". Το σημαντικότερο όλων είναι όμως το ότι, είναι αδύνατον να εφαρμοσθεί με επιτυχία, όταν πολλές χώρες μαζί υιοθετούν την ίδια μέθοδο – αφού τότε δεν θα υπάρχουν κράτη, τα οποία θα μπορούν να αγοράζουν τα προϊόντα αυτών, τα οποία επιλέγουν τη μερκαντιλιστική μέθοδο. 

Εάν εφαρμοζόταν δε συνολικά στην Ευρωζώνη, έστω με επιτυχία, θα δημιουργούνταν τόσο μεγάλα πλεονάσματα, τα οποία θα οδηγούσαν τον υπόλοιπο πλανήτη στη χρεοκοπία – οπότε η μέθοδος αυτή θεωρείται φυσικά ουτοπική, αφού δεν θα γινόταν ανεκτή από καμία άλλη χώρα της υφηλίου.

Η ΜΟΝΕΤΑΡΙΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ

Ουσιαστικά είναι αυτή που ακολουθείται από τις Η.Π.Α. σήμερα, κυρίως δε από την Ιαπωνία – ενώ τα προβλήματα της περιγράφηκαν ήδη στην εισαγωγή του κειμένου μας, όπως επίσης στην ανάλυση μας «Η αποφυγή του χάους». Η λύση αυτή συνοδεύεται συνήθως από συναλλαγματικούς πολέμους, οι οποίοι είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι για την παγκόσμια ειρήνη (ανάλυση).

Εμείς βέβαια, όχι μόνο στη συγκεκριμένη ανάλυση, τοποθετούμαστε υπέρ του μερικού παγώματος των χρεών, ενδεχομένως με τη βοήθεια της ΕΚΤ (ΕΚΤ, η λύση των λύσεων) – επειδή θεωρούμε ότι, είναι αδύνατον διαφορετικά να αντιμετωπισθεί η κρίση υπερχρέωσης της Δύσης.  

Υπάρχουν φυσικά και άλλες δυνατότητες, τις οποίες έχουμε περιγράψει σε προηγούμενα κείμενα μας – όπως η χρηματοοικονομική καταστολή (χαμηλό βασικό επιτόκιο, έτσι ώστε τα επιτόκια που λαμβάνουν οι καταθέτες να είναι ουσιαστικά αρνητικά, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται σταδιακά με τη μείωση των χρεών), ο ελεγχόμενος πληθωρισμός της τάξης του 4-6%, η έκδοση ευρωομολόγων για ένα μέρος του χρέους, με το υπόλοιπο να «αποθηκεύεται» σε μία «bad bank», έτσι ώστε να αποπληρώνεται μακροπρόθεσμα, ο συνδυασμός ορισμένων από τις παραπάνω μεθόδους κλπ.

Όλες οι λύσεις έχουν βέβαια «παρενέργειες», ενώ εφάπτονται σε αντικρουόμενα συμφέροντα – για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτούνται αμοιβαίες παραχωρήσεις, αλληλεγγύη και συμβιβασμοί.       

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ

Στην Ευρώπη αντιμετωπίζουμε μία μείωση του ΑΕΠ, καθώς επίσης μία τεράστια ανεργία. Επί πλέον, σε κάποιες χώρες υπάρχουν πολύ μεγάλα χρέη του ιδιωτικού τομέα, σε συνδυασμό με μία πληθώρα εσφαλμένων, ασύμφορων επενδύσεων (Ισπανία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Πορτογαλία κλπ.). Σε ορισμένες άλλες, τα χρέη του δημοσίου είναι υπέρογκα, παράλληλα με μεγάλες «διαρθρωτικές ανεπάρκειες» (Ελλάδα, Ιταλία, Βέλγιο κλπ.).

Τα γεγονότα αυτά έχουν λειτουργήσει αρνητικά, γενικότερα στην ψυχολογία της οικονομίας, με αποτέλεσμα να έχουν δημιουργηθεί παντού συνθήκες ανασφάλειας, καθώς επίσης αποφυγής του επενδυτικού ρίσκου – ακόμη και σε άτομα, σε επιχειρήσεις, σε τομείς ή σε κλάδους, στους οποίους δεν υπάρχει πρόβλημα.

Από την άλλη πλευρά, σε ορισμένες χώρες απαιτείται η τόνωση της ζήτησης με τη μέθοδο του Keynes (κυρίως στη Γερμανία), ενώ σε κάποιες άλλες η άμεση ρευστοποίηση των εσφαλμένων επενδύσεων – όπως, για παράδειγμα, στην Ισπανία.

Η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει το φαινόμενο των πολλαπλών σημείων ισορροπίας – όπου διαπιστώνεται η αδυναμία να εκτιμήσει κανείς ποιές ενέργειες προέχουν, ενώ τις περισσότερες φορές οι ενέργειες αυτές είναι ασύμβατες μεταξύ τους. Για παράδειγμα, όταν επιλέξουμε να αυξήσουμε τη ζήτηση με την επέμβαση του δημοσίου στην Ισπανία, τότε δεν θα μειωθούν οι τιμές των ακινήτων – οπότε θα παραμείνει η φούσκα. 

Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι ένας Ιταλός επιχειρηματίας, ο οποίος δεν επενδύει στην επιχείρηση του, παρά τις καλές προοπτικές της, φοβούμενος τις επιπτώσεις της ελληνικής κρίσης – με αποτέλεσμα να οδηγεί την οικονομία της χώρας του στην ύφεση, η οποία ενδεχομένως μπορεί να προκαλέσει τη χρεοκοπία της Ελλάδας (αφού οι εξαγωγές της στην Ιταλία θα καταρρεύσουν). Η στάση πληρωμών τώρα της Ελλάδας, θα μπορούσε με τη σειρά της να συμπαρασύρει την Ιταλία – οπότε ο Ιταλός επιχειρηματίας, θα είχε προκαλέσει έμμεσα τη χρεοκοπία της πατρίδας του.   

Είμαστε λοιπόν αντιμέτωποι με μία εξαιρετικά πολύπλοκη κατάσταση – η πολυπλοκότητα της οποίας κλιμακώνεται συνεχώς, επειδή συμμετέχει ολόκληρος σχεδόν ο πλανήτης. Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε ότι, εφόσον πρόκειται για ένα παγκόσμιο πρόβλημα, θα πρέπει να βρεθούν παγκόσμιες λύσεις   – γεγονός που απαιτεί τις συντονισμένες προσπάθειες όλων των χωρών μαζί, εάν επιθυμούμε να αποφύγουμε μία τεράστια, παγκόσμια καταστροφή, καθώς επίσης το παράδοξο του Minsky (ανάλυση μας).  

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει (Ο φαύλος κύκλος), πρέπει να βρεθούν λύσεις στο πρόβλημα της υπερχρέωσης της Δύσης, οι οποίες να μην εξαρτώνται από την ανάπτυξη – παράλληλα, οφείλει να αναζητηθεί ένα νέο πολίτευμα, συμβατό με τα σημερινά δεδομένα, καθώς επίσης ένα καινούργιο νομισματικό σύστημα.

Στα πλαίσια αυτά, με αφορμή το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο, το οποίο συνεδρίασε για να αποφασίσει σχετικά με τον τρόπο που λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), όσον αφορά κυρίως την απόκτηση ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά, θεωρούμε πως υπάρχει απόλυτη ανάγκη ενός τέταρτου θεσμού – συμπληρωματικού στην εκτελεστική, στη νομοθετική, καθώς επίσης στη δικαστική εξουσία. Πολύ περισσότερο, αφού είναι αδύνατον οι δικαστές, όσο ικανοί και αν είναι, να κρίνουν πολύπλοκα οικονομικά θέματα, μη διαθέτοντας τις απαιτούμενες γνώσεις. 

Η τέταρτη αυτή εξουσία έχουμε την άποψη ότι, οφείλει να είναι ένας θεσμός αντίστοιχος του συνταγματικού δικαστηρίου, ο οποίος όμως θα αποτελείται από οικονομικούς επιστήμονες – από ανθρώπους δηλαδή, οι οποίοι θα μπορούν να κρίνουν σε ανώτατο επίπεδο θέματα όπως το παραπάνω της ΕΚΤ, καθώς επίσης τις σημαντικές οικονομικές αποφάσεις της κυβέρνησης (προϋπολογισμός, συντελεστές φορολόγησης, χαράτσια, μνημόνια, οικονομική πολιτική κοκ.), ελέγχοντας παράλληλα την τήρηση τους (επίσης, την τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων, όσον αφορά πάντοτε την Οικονομία).

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να εμπιστεύονται οι Πολίτες την κρίση της Βουλής, σε θέματα μακροοικονομίας – όπως δεν συμβαίνει και στα συνταγματικά θέματα. Για παράδειγμα, η Βουλή ήταν αδύνατον να κρίνει τα οικονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν από το ΔΝΤ – τα οποία τελικά, σύμφωνα με την αποδοχή του ίδιου του ΔΝΤ, ήταν λανθασμένα.

Οι Πολίτες δεν μπορούν να εμπιστεύονται ούτε τις εκθέσεις της κεντρικής τράπεζας, η οποία είναι ουσιαστικά υπεύθυνη για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, λειτουργώντας υπέρ των εμπορικών τραπεζών – πόσο μάλλον όταν είναι ιδιωτική, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας.   

Ολοκληρώνοντας, επειδή ο βασικός στόχος οφείλει να είναι η άμεση Δημοκρατία (δεν θα ήταν στο εξής λογικό να ψηφίσει κανένας πολίτης κόμματα, τα οποία δεν θα του υποσχόταν ρητά συνταγματική αλλαγή, για την υιοθέτηση της άμεσης Δημοκρατίας), ο θεσμός αυτός θα έπρεπε να αποτελείται από οικονομικούς επιστήμονες, με άριστες σπουδές και επαγγελματική εμπειρία, οι οποίοι θα ψηφίζονταν απ' ευθείας από τους Πολίτες της χώρας τους.

Διαφορετικά δεν πρόκειται να υπάρξει καμία ουσιαστική αλλαγή, ενώ είναι σχεδόν αδύνατον να καταπολεμηθεί η μεγαλύτερη πηγή των δεινών ολόκληρου του πλανήτη – η οποία είναι αναμφίβολα η πολιτική διαφθορά. 

 

(*) Παράρτημα: Όπως αναφέραμε στο κείμενο, η εξίσωση του ΑΕΠ από την πλευρά των δαπανών είναι η εξής:

(α) ΑΕΠ = Κ+Ε+Δ+(Εισαγωγές – Εξαγωγές). Εάν λοιπόν σε μία χώρα, όπως στη Ελλάδα, μειώνονται οι μισθοί, τότε μειώνεται η κατανάλωση (Κ), καθώς επίσης οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα (Ε) – αφού κανένας δεν επενδύει, εάν δεν προβλέπει ζήτηση στα προϊόντα του.

Όταν επί πλέον δεν επενδύει ή/και δεν καταναλώνει το δημόσιο (Δ), λόγω του ότι είναι υπερχρεωμένο, τότε η μοναδική δυνατότητα ανάπτυξης είναι η μείωση των εισαγωγών, με την παράλληλη αύξηση των εξαγωγών (Εισαγωγές – Εξαγωγές) – η οποία πρέπει να είναι ανάλογη με τη μείωση του συνόλου των τριών άλλων δεικτών (Κ+Ε+Δ), για να μην ακολουθήσει ύφεση (για να παραμείνει σταθερό το ΑΕΠ).  

(β) Από την πλευρά των εσόδων τώρα, η εξίσωση είναι: ΑΕΠ = Κ+Α+Φ, όπου Κ είναι η ιδιωτική κατανάλωση, Α οι αποταμιεύσεις και Φ οι φόροι.

Στην περίπτωση που μειώνεται λοιπόν η κατανάλωση, θα πρέπει να αυξηθούν ανάλογα είτε οι φόροι, είτε οι αποταμιεύσεις, είτε και τα δύο μαζί – για να μείνει σταθερό το ΑΕΠ. Σε τελική ανάλυση βέβαια, το κράτος προσπαθεί να εισπράξει, μέσω των φόρων, ένα ποσόν από αυτό που θα κατανάλωνε ή θα αποταμίευε ο πολίτης – βάζοντας στην κυριολεξία το χέρι στην τσέπη του.

Όταν στην εξίσωση μας οι φόροι παραμένουν οι ίδιοι, παρά την αύξηση των συντελεστών, ενώ η κατανάλωση περιορίζεται ή/και μειώνονται οι αποταμιεύσεις, το ΑΕΠ ακολουθεί αρνητική πορεία. Για παράδειγμα Κ+Α+Φ = ΑΕΠ, δηλαδή 70+20+10 = 100. Εάν τώρα η κατανάλωση μειωθεί, με σταθερούς φόρους και αποταμιεύσεις, τότε έχουμε 50+20+10 = 80.

Περαιτέρω, για να μην υπάρξει πτώση του ΑΕΠ, είναι δυνατόν η κυβέρνηση να θελήσει να αυξήσει τους άμεσους φόρους, κατά το ποσόν που μειώνονται η κατανάλωση και οι αποταμιεύσεις – λόγω της μείωσης των μισθών, καθώς επίσης της αύξησης των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ, φόρος στα καύσιμα κλπ.). Στο παράδειγμα μας, αντί 50+20+10 = 80, με την αύξηση των φόρων από το 10 στα 30, θα είχαμε το ίδιο ΑΕΠ  (50+20+30= 100).

Για να το πετύχει αυτό η κυβέρνηση, σε μία χώρα με ιδιωτική ακίνητη περιουσία, αυξάνει τους φόρους στα ακίνητα – έτσι ώστε οι πολίτες να αναγκασθούν είτε να τους πληρώσουν από τα εισοδήματα τους, είτε να πουλήσουν (ή να υποθηκεύσουν) τα ακίνητα τους. 

(γ) Από την πλευρά των δαπανών και εσόδων μαζί, επειδή οι δύο ανωτέρω εξισώσεις έχουν έναν κοινό παράγοντα, το ΑΕΠ, εάν το αντικαταστήσουμε και στις δύο, τότε θα έχουμε την παρακάτω νέα εξίσωση:

Κ+Ε+Δ+(Εισαγωγές – Εξαγωγές) = Κ+Α+Φ,  δηλαδή

Κατανάλωση + Ιδιωτικές επενδύσεις + Δημόσιες δαπάνες + (Εισαγωγές – Εξαγωγές) = Κατανάλωση + Αποταμιεύσεις + Φόροι

Εάν τώρα αφαιρέσουμε την κατανάλωση (Κ), η οποία ευρίσκεται και στις δύο πλευρές, τότε έχουμε την εξής εξίσωση:

Ιδιωτικές επενδύσεις + Δημόσιες δαπάνες + (Εισαγωγές – Εξαγωγές) =Αποταμιεύσεις + Φόροι

(δ) Συνεχίζοντας, η διαφοροποίηση αυτής της εξίσωσης, μας δίνει τα χρηματοοικονομικά υπόλοιπα των τριών μακροοικονομικών τομέων: του ιδιωτικού τομέα (νοικοκυριά και επιχειρήσεις, Α-Ε), του δημοσίου (Φ-Δ), καθώς επίσης του εξωτερικού (Εισαγωγές – Εξαγωγές), οι οποία ισούνται, προστιθέμενοι, με το μηδέν:

(Α-Ε) + (Φ-Δ) + (Εισαγωγές – Εξαγωγές) = 0

Σύμφωνα με αυτήν την εξίσωση, απέναντι στο έλλειμμα του ενός τομέα, υπάρχει ένα πλεόνασμα των δύο άλλων, αντίστοιχου ύψους. Εάν τώρα υπολογίσει κανείς τα χρηματοδοτικά υπόλοιπα των τομέων αυτών σε ποσοστά επί του ΑΕΠ θα διαπιστώσει ότι, για παράδειγμα, εάν το  δημόσιο έχει ένα έλλειμμα της τάξης του 5%, ενώ ο ιδιωτικός τομέας ένα πλεόνασμα 2%, τότε το ισοζύγιο της συγκεκριμένης χώρας θα έχει έλλειμμα 3%. Η παραπάνω εξίσωση μας δίνει αντιστρεφόμενη την εξής:

(Α-Ε) = (Δ-Φ) + (Εξαγωγές – Εισαγωγές)

Εάν χρησιμοποιήσει κανείς την συγκεκριμένη εξίσωση για μία χώρα με υπερχρεωμένο ιδιωτικό τομέα (νοικοκυριά, επιχειρήσεις και τράπεζες), θα διαπιστώσει ότι, η μοναδική δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα είναι αυτή που περιγράφεται από τον R.Koo, όσον αφορά την κρίση ισολογισμών – η μείωση των χρεών του με κάθε τρόπο, έτσι ώστε να δημιουργήσει πλεόνασμα στον ισολογισμό του. Επομένως, να διατηρήσει με κάθε θυσία το Α (αποταμιεύσεις), μεγαλύτερο από το Ε (ιδιωτικές επενδύσεις).

Εάν τώρα το Α > Ε, τότε η αριστερή πλευρά της εξίσωσης είναι θετική, οπότε και η δεξιά. Επομένως, το σύνολο των ισολογισμών του δημοσίου τομέα, καθώς επίσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι θετικό (ίσο με την αριστερή πλευρά).

Εάν όμως σε μία οικονομία με αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (Εξαγωγές < Εισαγωγές), ο ιδιωτικός τομέας αποταμιεύει στο σύνολο του (Α > Ε), για να μειώσει τα χρέη του, τότε απαιτούνται συνεχή δημόσια ελλείμματα (Δ > Φ) – έτσι ώστε να εξισορροπείται το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, χωρίς να μειώνεται το ΑΕΠ (η Ιαπωνία διατηρεί ακόμη τα ελλείμματα του προϋπολογισμού της υποτιμώντας το νόμισμα, έτσι ώστε να αυξήσει τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της, διαθέτοντας βέβαια, σε αντίθεση με την Ελλάδα, ισχυρές εξαγωγικές επιχειρήσεις  – ένα πείραμα που όμως μπορεί τελικά να αποδειχθεί μοιραίο).

Εάν βέβαια, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν μπορεί ή δεν επιτρέπεται στο κράτος να αυξήσει τα ελλείμματα του, ενώ παράλληλα ο ιδιωτικός τομέας μειώνει τα χρέη του, τότε η οικονομία οδηγείται σε μία «σωρευτική» μείωση της ζήτησης – με αποτέλεσμα να περιορίζεται τόσο η παραγωγή, όσο και το ΑΕΠ (μοναδική διέξοδος είναι η αύξηση των εξαγωγών, η οποία όμως δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, όταν τόσο ο ιδιωτικός, όσο και ο δημόσιος τομέας μειώνουν τις επενδύσεις τους – ενώ το ποσόν της αύξησης των εξαγωγών μείον τη μείωση των εισαγωγών θα πρέπει να υπερβαίνει το σύνολο της μειωμένης κατανάλωσης, των ιδιωτικών επενδύσεων και των δημοσίων δαπανών, για να μπορέσει να μείνει σταθερό το ΑΕΠ).

Το γεγονός αυτό δεν μειώνει μόνο τις δυνατότητες αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα, αλλά επιδεινώνει ταυτόχρονα και τα άλλα μεγέθη της οικονομίας. Η ύφεση βαθαίνει και οι τράπεζες υποχρεώνονται σε ακόμη μεγαλύτερες αποσβέσεις κόκκινων δανείων, από αυτές που είχαν προϋπολογίσει – ενώ το κράτος, με στόχο να κλείσει τα νέα κενά που δημιουργούνται στον προϋπολογισμό του, αποφασίζει νέα μέτρα λιτότητας.

Τα νέα μέτρα επιδεινώνουν ξανά όλα τα μεγέθη της οικονομίας, με αποτέλεσμα να ξεκινάει ο επόμενος γύρος του θανάτου – με την αύξηση της ύφεσης, με την επιδείνωση της ανεργίας, με τα μειωμένα φορολογικά έσοδα, με την κλιμάκωση των ελλειμμάτων κοκ.

Συμπερασματικά λοιπόν, η Ελλάδα είναι αδύνατον να αποφύγει τον καθοδικό σπειροειδή κύκλο του θανάτου, εάν δεν καταφέρει να δημιουργήσει θετικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών – γεγονός που απαιτεί μεγάλη αύξηση των εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, του ναυτιλιακού συναλλάγματος κλπ.), καθώς επίσης σημαντική μείωση των εισαγωγών (κατανάλωση ελληνικών προϊόντων, παραγωγή μέσα στην Ελλάδα όσο περισσότερων προϊόντων μπορούμε, από αυτά που εισάγουμε). Αυτό προϋποθέτει όμως επενδύσεις (σχέδιο «τύπου» Marshall), ενώ δεν είναι καθόλου εύκολο σε μία εποχή, όπου πολλές άλλες χώρες επιδιώκουν το ίδιο.   

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 16. Ιουνίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2912.aspx

Ο ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

Ο ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ:

Πρέπει να βρεθούν λύσεις στο πρόβλημα της υπερχρέωσης της Δύσης, οι οποίες να μην εξαρτώνται από την ανάπτυξη – παράλληλα, οφείλει να αναζητηθεί ένα νέο πολίτευμα, συμβατό με τα σημερινά δεδομένα, καθώς επίσης ένα καινούργιο νομισματικό σύστημα

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 


"Η οικονομία των πλουσίων ανθίζει, ευημερεί και αναπτύσσεται ραγδαία, λόγω της απεριόριστης ρευστότητας, με την οποία τροφοδοτούν οι κεντρικές τράπεζες τις αγορές – γεγονός που φαίνεται κυρίως στην Ασία, όπου τα τελευταία χρόνια έχει συσσωρευτεί τεράστιος πλούτος (Το παράδοξο του Minsly).

Αντίθετα, η μεσαία τάξη υποφέρει από την απώλεια της αγοραστικής δύναμης των χρημάτων της, από τις μειώσεις των μισθών στις χώρες που «λυμαίνεται» το ΔΝΤ, καθώς επίσης από τους υπερβολικούς φόρους.

Στην παγκόσμια ιστορία, οι αυξανόμενες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου εξισορροπούνταν είτε ειρηνικά, μέσω της δικαιότερης αναδιανομής του πλούτου, είτε με καταστροφικούς πολέμους ή/και με αιματηρές επαναστάσεις.

Ειδικά όσον αφορά την Ευρώπη, δεν είμαστε σίγουροι εάν επαναστατήσουν οι πολίτες της – αν και είναι πλέον εμφανές ότι, αμύνονται ήδη απέναντι στην αλαζονεία της πολιτικής εξουσίας. Αυτό όμως για το οποίο είμαστε απολύτως βέβαιοι είναι το ότι, η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί – ενώ είναι πολύ εύκολο να χαθεί ο έλεγχος".     

Ανάλυση

Η σκιώδης οικονομία στην Ευρώπη υπολογίζεται στο 20% του ΑΕΠ – κλιμακούμενη ευθέως ανάλογα, σε σχέση με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών. Η συγκεκριμένη τάση παρατηρείται πλέον και στις σκανδιναβικές χώρες, οι πολίτες των οποίων διακρίνονταν ανέκαθεν για την εξαιρετικά υψηλή φορολογική τους συνείδηση.

Ειδικότερα, το ποσοστό της σκιώδους οικονομίας στη Φιλανδία είναι της τάξης του 13,3%, στη Σουηδία 14,3% και στη Νορβηγία 18% (2007). Στη Δανία δε, όπου το ποσοστό ήταν 13,4% πριν το 2007, φαίνεται πως η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά – αφού μεταξύ των ετών 2008 και 2010, το 50% των πολιτών δήλωσαν ότι είχαν απασχοληθεί παράνομα.

Με μία μεγάλη τραπεζική κρίση προ των πυλών σε ορισμένες από αυτές τις χώρες, σε συνδυασμό με τις «θρησκευτικές» εξεγέρσεις των μεταναστών, οι οποίες ξεκίνησαν από τη Σουηδία, είναι δύσκολο να θεωρήσει κανείς ότι, δεν θα προσβληθούν από τον «ευρωπαϊκό ιό» της κρίσης χρέους.   

Η ΕΥΡΩΖΩΝΗ

Στην Ισπανία, την οποία η Γερμανία ενισχύει με απ' ευθείας δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της, θέλοντας να καλυτερεύσει τη «ναζιστική εικόνα» που έχει «σμιλεύσει» η πρωσική κυβέρνηση, τα φορολογικά έσοδα καταρρέουν – ενώ είναι υποχρεωμένη να αυξήσει τους συντελεστές φορολόγησης ξανά (ΦΠΑ, φόρος εισοδήματος), στις αρχές του 2014.

Το ίδιο συμβαίνει και στην Ολλανδία, στην οποία κλιμακώνεται η κρίση του ιδιωτικού τομέα (ακίνητα, τράπεζες) – ενός από τους πλέον χρεωμένους στην ΕΕ (περί τα 600 δις €). Παράλληλα, έχουν αρχίσει οι μειώσεις των συντάξεων από τον Απρίλιο, με έναν σχεδόν αυθαίρετο τρόπο από αρκετά ταμεία.

Εκτός των άλλων προβλημάτων της, η Ολλανδία έχει ήδη χάσει σημαντικό μέρος της ανταγωνιστικότητας της – γεγονός που τεκμηριώνεται από την κατάταξη της στη 14η θέση παγκοσμίως, από την 4η που κατείχε το 1997. Ενώ δε το κόστος εργασίας μειώθηκε στην Ισπανία κατά -3,9% από το 2008, στην Ολλανδία αυξήθηκε, ταυτόχρονα με τη μείωση της παραγωγικότητας – στο +13% από το 2000 έως το 2006, καθώς επίσης στο +23% έως το 2011.     

Όπως λέγεται δε, η Ολλανδία έχει ένα πολύ ακριβό κοινωνικό σύστημα, το οποίο μπορεί να χρηματοδοτηθεί μόνο με υψηλούς φόρους – κάτι που σε περιόδους ανάπτυξης, δεν αποτελεί πρόβλημα. Εν τούτοις, σε εποχές ύφεσης οι υψηλοί φόροι είναι δηλητήριο για την οικονομία μίας χώρας – με τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις να αποτελούν ένα τεράστιο βάρος για το δημόσιο.   

Στην Κύπρο τώρα συνεχίζεται η εκροή των ξένων κεφαλαίων, ενώ η οικονομία της αποδυναμώνεται επικίνδυνα – με την εμπιστοσύνη των Πολιτών στην κυβέρνηση να ευρίσκεται σχεδόν στο ναδίρ. Η Ιταλία πλησιάζει με τη σειρά της στη «στροφή του διαβόλου», αφού τόσο το δημόσιο χρέος, όσο και τα προβλήματα των τραπεζών της, είναι εκτός ελέγχου – γεγονός που συμβαίνει και στη Γαλλία, η οικονομία της οποίας είναι πλέον μη ανταγωνιστική.

Όσον αφορά τη Σλοβενία, αντιμετωπίζει ξανά το φόβο των αυξημένων επιτοκίων δανεισμού, επανερχόμενη στο στόχαστρο των αγορών – επειδή η κυβέρνηση της δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα, για τη σταθεροποίηση του τραπεζικού της τομέα. Με δεδομένο τώρα το ότι, τα δημόσια ταμεία της είναι άδεια, χρειάζεται επειγόντως χρήματα – με πιθανότερο επακόλουθο το άνοιγμα των πυλών της στους «συνδίκους του διαβόλου», παρά τις πολύμηνες προσπάθειες αποφυγής της «διάσωσης» της εκ μέρους τους. 

Το με απόσταση μεγαλύτερο πρόβλημα όμως της Ευρωζώνης, η βόμβα μεγατόνων στα θεμέλια της, είναι ο χρηματοπιστωτικός τομέας – η διάσωση του οποίου, εάν τυχόν ξέφευγε από τον έλεγχο, θα απαιτούσε πάνω από 9 τρις €.

Το γεγονός αυτό αφενός μεν επεξηγεί την αρνητική στάση της Γερμανίας στο θέμα της τραπεζικής ενοποίησης, αφετέρου έχει σαν αποτέλεσμα τη μειωμένη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία – με την ποσότητα χρήματος να περιορίζεται συνεχώς, λόγω της μη παροχής πιστώσεων από τις εμπορικές τράπεζες.

Η ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ

Αναμφίβολα, τα «σιωπηλά θύματα» της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους είναι οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης – οι οποίες, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, συμπαρεσύρονταν από τη Δύση, ενώ σήμερα έχουν βυθιστεί στη μιζέρια. Στον Πίνακα Ι φαίνονται τα μεγέθη ορισμένων από αυτές τις χώρες, έτσι ώστε να σχηματίσουμε μία πρόχειρη εικόνα:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Βασικά οικονομικά μεγέθη ορισμένων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, σε δις $ το 2012 (για σύγκριση, το ελληνικό ΑΕΠ είναι περί τα 260 δις $ σήμερα, με 5 εκ. εργαζομένους)

 

Δείκτες

Αλβανία

Σερβία

Βουλγαρία

Ρουμανία

 

 

 

 

 

ΑΕΠ

12,39

37,2

50,81

171,4

Ρυθμός ανάπτυξης

0,5%

-2,0%

1%

0,9%

Εργαζόμενοι*

1,07 εκ.

2,86 εκ

2,45 εκ.

9,15 εκ.

ΑΕΠ κατά κεφ.**

8.000

10.500

14.200

12.800

Ανεργία

13%

22,4%

9,9%

6,5%

Έλλειμμα

-3,3%

-6,2%

-1,4%

-2,5%

Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ

60.6%

61,5%

17,9%

37,2%

Εξαγωγές

2,12

11,35

27,67

67,72

Εισαγωγές

5,22

19,01

30,32

78,31

Εμπορικό έλλειμμα

-3,1

-7,66

-2,65

-10,59

Εμπ. έλλειμμα/ΑΕΠ

-24%

-20,6%

-5,2%

-6,2%

Εξωτερικό χρέος

5,28

33,41

43,24

125,9

Εξ. χρέος/ΑΕΠ

42,6%

89,8%

85,1%

73,4%

* Ο πληθυσμός είναι συνήθως λίγο παραπάνω από διπλάσιος, σε σχέση με τους εργαζομένους. 

** Σε αγοραστική αξία

Πηγή: CIA World Factbook. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, όλες οι χώρες έχουν εμπορικά ελλείμματα, καθώς επίσης επικίνδυνα υψηλά εξωτερικά χρέη – τα οποία είναι η βασική αιτία των χρεοκοπιών. Η Ελλάδα θα μπορούσε να κάνει θαύματα στις χώρες αυτές, βοηθώντας τες, αλλά και βοηθούμενη – εάν η περιοχή αντιμετωπιζόταν σαν σημαντικός «ζωτικός χώρος» της πατρίδας μας, οι υλικές και πνευματικές ικανότητες της οποίας είναι αφενός μεν πολύ μεγάλες, αφετέρου αποδεκτές.             

Περαιτέρω, οι σχέσεις ιδιοκτησίας σε όλα τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης είναι ακόμη ασαφείς, η αγορά εργασίας παραμένει «μη ευέλικτη», ενώ η πολιτική συνεχίζει να είναι αδιαφανής και διεφθαρμένη. Παράλληλα, το σταμάτημα των ροών κεφαλαίου, καθώς επίσης της ζήτησης για τα προϊόντα τους, έχει οδηγήσει στη χρεοκοπία χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην περιοχή.

Εν τούτοις, αν και δεν υπάρχει υγιές κοινωνικό δίκτυο, το οποίο να φροντίζει τους φτωχούς και τους ανέργους, δεν παρατηρούνται μαζικές διαδηλώσεις – όπως συμβαίνει στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Ο πληθυσμός λοιπόν φαίνεται να έχει συμβιβαστεί με την ανεργία και με τη φτώχεια – να έχει δηλαδή συνθηκολογήσει με την κατάσταση του έχοντας, μεταξύ άλλων, χάσει εντελώς την εμπιστοσύνη του στην Ευρώπη, στη Δημοκρατία και στην ελεύθερη αγορά.

Το φαινόμενο αυτό είναι εξαιρετικά ανησυχητικό, ειδικά επειδή σε πολλές από αυτές τις χώρες, όπως για παράδειγμα στην Ουγγαρία, τα συντηρητικά κόμματα, τα οποία ευρίσκονται στην εξουσία, «αποδυναμώνουν» βήμα προς βήμα τη Δημοκρατία – με τα δικτατορικά καθεστώτα να ευρίσκονται προ των πυλών.

Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι τα Σκόπια – όπου τη γνωστή ως «μαύρη Δευτέρα» (παραμονή Χριστουγέννων του 2012), οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, καθώς επίσης ορισμένοι δημοσιογράφοι, εκδιώχθηκαν βίαια από το Κοινοβούλιο, έτσι ώστε η επίσημη κυβέρνηση να ψηφίσει ανενόχλητα έναν αντισυνταγματικό προϋπολογισμό.

Όσον αφορά δε την Αλβανία και τη Βοσνία, οι κυβερνήσεις τους κατατάσσονται διεθνώς μεταξύ μίας «υποτυπώδους» δημοκρατίας και ενός αυταρχικού καθεστώτος – ενώ η παραποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των περισσότερων κρατών της περιοχής.        

Η ΤΟΥΡΚΙΑ

Υπενθυμίζουμε κατ' αρχήν ότι, το τραπεζικό σύστημα της Τουρκίας είναι ιδιαίτερα ευάλωτο, επειδή ο λόγος των χορηγήσεων προς τις καταθέσεις ξεπέρασε φέτος το 100%. Παράλληλα, το εξωτερικό χρέος των τουρκικών τραπεζών είχε φθάσει, στα τέλη του 2012, το 14,3% του ΑΕΠ (έναντι 8% τις παραμονές της κατάρρευσης της Lehman Brothers) – στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών.

Επί πλέον, τα δύο τρίτα αυτού του χρέους θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν εντός δωδεκαμήνου. Καθώς δε ο βραχυπρόθεσμος εξωτερικός δανεισμός αυξήθηκε κατά 70% το πρώτο τρίμηνο του 2013, γίνεται κατανοητό ότι, κάθε απότομος περιορισμός των εισροών κεφαλαίων θα συνιστούσε σοκ.

Περαιτέρω σημειώνεται ότι, η πιστωτική επέκταση δεκαπλασιάσθηκε από το 2006 και μόνο πέρυσι αυξήθηκε κατά 40% (όταν το ονομαστικό εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 5%, έναντι πληθωρισμού 7%) – υποδηλώνοντας ότι, οι Τούρκοι καταναλωτές έχουν πλέον ήδη εισέλθει στη φάση του δανεισμού μόνο για αποπληρωμή παλαιότερων χρεών.

Ουσιαστικά λοιπόν, η επίλυση των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων, τα οποία είχαν οδηγήσει την Τουρκία το 2001 στα νύχια του ΔΝΤ, κυρίως η μείωση του δημοσίου χρέους, επιτεύχθηκε μέσω της μεταφοράς της ιδιωτικής περιουσίας στο δημόσιο – από εκεί, στους δανειστές της Τουρκίας, μαζί με τα έσοδα από την εκποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων της (ανάλυση μας)

Χωρίς να υπεισέλθουμε σε πολιτικά θέματα όπως, για παράδειγμα, στον πόλεμο μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών που διεξάγεται στο εσωτερικό της, στις προσπάθειες εξισλαμισμού ή «ιρανοποίησης» της χώρας εκ μέρους της μάλλον αλαζονικής, απολυταρχικής κυβέρνησης της, στις τεράστιες εισοδηματικές διαφορές μεταξύ των πολιτών της, με κριτήριο την πόλη ή τον τόπο διαμονής τους, στους κινδύνους στρατιωτικού πραξικοπήματος κοκ., θα συνεχίσουμε στην οικονομική κρίση, από την οποία απειλείται. 

Στα πλαίσια αυτά, ένα από τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί έχει σχέση με το ότι, οι τιμές στη χώρα αυξάνονται γρηγορότερα, από αυτές των ανταγωνιστών της – με τον πληθωρισμό να τοποθετείται στο 6,1% όταν, για παράδειγμα, στην Ελλάδα είναι αρνητικός. Το γεγονός αυτό υποχρεώνει την τουρκική λίρα να υποτιμάται – ευρισκόμενη ήδη από τα μέσα του προηγουμένου έτους σε καθοδική πορεία.

Συνεχίζοντας, ο βασικός μισθός των εργαζομένων στην Τουρκία είναι αρκετά χαμηλός, συγκριτικά με άλλες χώρες – στις 940,50 λίρες (περί τα 380 € σήμερα), για 45 όμως ώρες εργασίας, με άδεια διακοπών μεταξύ 14 και 26 ημερών, ανάλογα με την εταιρεία. Το κόστος εργασίας ανά ώρα (2009) στο μεταποιητικό τομέα τοποθετούταν στα 4,33 € – έναντι 2,25 € στην Κίνα, 2,44 € στη Βουλγαρία, 16,44 € στην Ελλάδα, 34,28 € στη Γερμανία και 43,64 € στη Νορβηγία.    

Οι ξένοι επενδυτές τώρα, αντιμέτωποι με τη μείωση της αξίας των επενδύσεων τους στην Τουρκία, σε τιμές των δικών τους νομισμάτων, τρομοκρατούνται από την πτώση της λίρας – με αποτέλεσμα να αναζητούν ήδη την έξοδο κινδύνου. Επειδή δε η συμπεριφορά όλων αυτών των επενδυτών, των αγορών γενικότερα είναι αγελαία, η μαζική έξοδός τους, όπως συνέβη κάποτε στην Ινδονησία και αλλού, δεν είναι καθόλου απίθανη – κάτι που θα οδηγούσε στην άμεση χρεοκοπία της Τουρκίας.  

Από την άλλη πλευρά, η πραγματική ισοτιμία του νομίσματος της Τουρκίας, η ισοτιμία δηλαδή σε όρους αγοραστικής αξίας των χρημάτων, πλησιάζει αυτήν της Ευρώπης – όπως φαίνεται από το διάγραμμα που ακολουθεί (πηγή: BIS).

Αυτό σημαίνει με τη σειρά του πως η χώρα έχει χάσει τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα, συγκριτικά με τα κράτη του διαγράμματος – όσον αφορά τον τουρισμό, καθώς επίσης την εγκατάσταση παραγωγικών μονάδων φθηνού εργατικού δυναμικού.

Ολοκληρώνοντας, η κρίση χρέους της Ελλάδας και της Κύπρου, της Ευρωζώνης γενικότερα, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την Τουρκία – την προβληματίζουν επίσης τα πολιτικά και στρατιωτικά προβλήματα των τοπικών εμπορικών εταίρων της, όπως της Αιγύπτου, του Ιράν, του Λιβάνου, της Ιορδανίας και του Ισραήλ.   

Η ΚΙΝΑ

Όπως έχουμε αναλύσει πολλές φορές, στην Κίνα έχει σχηματισθεί μία τεράστια φούσκα – η οποία δεν θα διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Παρά το ότι δε ο ρυθμός ανάπτυξης που ανακοίνωσε επίσημα, για το πρώτο τρίμηνο, ήταν 7,7%, το πραγματικό ποσοστό δεν φαίνεται να ξεπερνάει το 4%.

Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το ότι, οι εξαγωγές κινεζικών προϊόντων στην Ταιβάν, στη Ν. Κορέα, στο Χονγκ Κονγκ και στη Σιγκαπούρη ήταν κατά πολύ χαμηλότερες, από αυτές που δήλωσε η Κίνα – με βάση τα στοιχεία εισαγωγών των συγκεκριμένων χωρών.  

Οι σχέσεις τώρα της κίτρινης γάγγραινας με την Ευρώπη επιδεινώνονται, μετά την επιβολή δασμών στα φωτοβολταϊκά, τους οποίους αποφάσισε η Κομισιόν ερήμην της Γερμανίας – με την Κίνα να εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής δασμών στα κρασιά που εισάγει από την ΕΕ, κάτι που θα προβλημάτιζε κυρίως τη Γαλλία.

Ο ΥΠΟΛΟΙΠΟΣ ΠΛΑΝΗΤΗΣ

Συνεχίζοντας, η οικονομική κατάσταση των πέντε χωρών των BRICS επίσης επιδεινώνεται – αφού ο ρυθμός ανάπτυξης επιβραδύνεται τόσο στη Βραζιλία, όσο και στην Ινδία. Εάν τυχόν δε η ισοτιμία του δολαρίου αυξηθεί, τότε θα ξεσπάσουν ξανά μεγάλες κρίσεις στις αναπτυσσόμενες οικονομίες – αντίστοιχες ίσως με αυτές της δεκαετίας του '90, όπου το ΔΝΤ «κατακρεούργησε» μία σειρά χωρών, οι οποίες υποχρεώθηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή του.

Ειδικά όσον αφορά τη Ν. Αφρική, τα τεράστια προβλήματα στον τομέα παροχής ενέργειας, η συνεχώς μειούμενη «παραγωγή» στα ορυχεία, οι ατελείωτες απεργίες των εργαζομένων, καθώς επίσης το καταστροφικό ύψος της ανεργίας, δημιουργούν πολύ μεγάλες δυσκολίες στην οικονομία της – με αποτελέσματα που δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν.      

Η οικονομία της Ιαπωνίας τώρα, η οποία έχει ανοίξει στο φουλ τις «στρόφιγγες» παροχής ρευστότητας, χαρακτηρίζεται από μεγάλη μεταβλητότητα – με τους δείκτες των χρηματιστηρίων της, όπως επίσης με την ισοτιμία του νομίσματος της ή με τις τιμές των ομολόγων της, να εναλλάσσουν διαρκώς πρόσημα.

Το ίδιο ισχύει σε κάποιο βαθμό και για τις Η.Π.Α. – όπου η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού της υπερδύναμης είναι ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος, ακολουθούμενος από την εμφανέστατη αδυναμία της να αποσύρει τα μέτρα ποσοτικής διευκόλυνσης (QE 1,2,3).

Εν τούτοις, φαίνεται να εξετάζει τρόπους απόσυρσης, κατανοώντας τη φούσκα που έχει προκαλέσει στα χρηματιστήρια – ενώ, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά κάποιος από τις τράπεζες-μέλη της Fed, "δεν μπορούμε να ενδιαφερόμαστε μόνο για την καλή διάθεση των αγορών, προμηθεύοντας τες συνεχώς με νομισματική κοκαΐνη".

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση της υπερδύναμης κατηγορείται για «τραπεζικό σοσιαλισμό» – με το σοσιαλισμό να μην είναι καθόλου «συμπαθής» στους Αμερικανούς. Επί πλέον, ο σύνδεσμος των τοπικών τραπεζών της χώρας αναφέρεται σε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού εναντίον του, εκ μέρους των διασωθέντων μεγάλων τραπεζών – ενώ προειδοποιεί ότι, τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα περιορισθούν επικίνδυνα. Επειδή όμως αυτές οι επιχειρήσεις «παράγουν» τις περισσότερες θέσεις εργασίας, οι κίνδυνοι απότομης ανόδου της ανεργίας είναι αρκετά αυξημένοι.         

Τέλος, η Μ. Βρετανία, η οποία εξετάζει σοβαρά την έξοδο της από την ΕΕ, αντιμετωπίζει επίσης μεγάλες δυσκολίες – με τις τράπεζες της να έχουν ξανά ανάγκη από νέο δανεισμό. Το ίδιο ισχύει και για εκείνες τις χώρες, η οικονομία των οποίων εξαρτάται από τις τιμές των εμπορευμάτων, καθώς επίσης από τον παγκόσμιο ρυθμό ανάπτυξης: για τον Καναδά, για τη Ρωσία και την Αυστραλία

Ο ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

Όπως φαίνεται από όλα όσα περιγράψαμε, ολόκληρος ο πλανήτης μας είναι τυλιγμένος στις φλόγες – όχι μόνο η Ελλάδα ή/και η Ευρωζώνη. Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε ότι, θα πρέπει να βρεθούν άμεσα βιώσιμες λύσεις στο πρόβλημα της υπερχρέωσης της Δύσης, οι οποίες όμως να μην εξαρτώνται από την ανάπτυξη – μία ανάπτυξη που, με βάση όλα τα παραπάνω, δεν είναι καθόλου εύκολο να συνεχισθεί (ανάλυση μας). 

Παράλληλα, οφείλει να αναζητηθεί ένα νέο πολίτευμα, συμβατό με τα σημερινά δεδομένα, καθώς επίσης ένα εντελώς καινούργιο νομισματικό σύστημα – το οποίο να συμπεριλαμβάνει αφενός μεν τη σύνδεση των επί μέρους νομισμάτων με ένα «καλάθι» των κυριότερων, αφετέρου την «πλήρη κάλυψη» των δανειακών χρημάτων (έτσι ώστε να πάψουν να παράγουν οι εμπορικές τράπεζες χρήματα από το πουθενά).   

Ειδικά όσον αφορά την ανάπτυξη, οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι, δεν μπορεί αλλά και δεν πρέπει να συνεχισθεί με το ρυθμό των τελευταίων δεκαετιών. Δεν πρέπει, επειδή θα καταναλωθούν όλες οι πηγές ενέργειας στον πλανήτη μας, ενώ θα καταστραφεί εντελώς το φυσικό περιβάλλον – δεν μπορεί, όχι μόνο λόγω των οικονομικών προβλημάτων που παραθέσαμε αλλά, κυρίως, επειδή ένας τέτοιος ρυθμός δεν είναι ούτε φυσιολογικός, ούτε διαχειρίσημος. 

Ειδικότερα, οι μέσοι όροι ανάπτυξης στον πλανήτη μας πριν από το 1820, ήταν μικρότεροι από τη μισή ποσοστιαία μονάδα – ενώ επιταχύνθηκαν αργότερα, κυρίως μετά το ξεκίνημα της βιομηχανικής επανάστασης. Εν τούτοις το 2010, δύο χρόνια δηλαδή μετά από τη μεγαλύτερη ίσως κρίση στην ιστορία μας, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν 6% – ένας απίστευτος αριθμός, συγκρινόμενος με το παρελθόν.

Όπως λέγεται δε, εάν η βιομηχανική επανάσταση επιτάχυνε την οικονομία της Δύσης από την ταχύτητα του αλόγου στην ταχύτητα του αυτοκινήτου, ο σημερινός «μετασχηματισμός» επιτάχυνε την παγκόσμια οικονομία από την ταχύτητα του κλασσικού ταχυδρομείου, στην ταχύτητα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου – κάτι που είναι αδύνατον να συνεχισθεί αφού, ακόμη και αν ήταν δυνατόν, θα οδηγούσε στον εκτροχιασμό του συστήματος (ένας κίνδυνος ορατός δια γυμνού οφθαλμού σήμερα).

Περαιτέρω η ανάπτυξη που βιώνουμε, από το 1980 περίπου έως σήμερα, στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στη δημιουργία χρεών – ενώ, μέχρι τότε, ήταν το αποτέλεσμα της «δημιουργικής καταστροφής», την οποία προκάλεσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Ο Πίνακας ΙΙ, στον οποίο φαίνεται η εξέλιξη του χρέους των Η.Π.Α. (αντίστοιχη είναι στη Γερμανία και στην υπόλοιπη Δύση), τεκμηριώνει τη θέση μας:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Εξέλιξη δημοσίου χρέους σε τρις $ στις Η.Π.Α., Δημόσιο χρέος σε ποσοστά του ΑΕΠ, έλλειμμα (πλεόνασμα) σε τρις $

Έτος

Δημόσιο Χρέος

Δημόσιο Χρέος/ΑΕΠ

Έλλειμμα

 

 

 

 

1981

1,0

32,5%

-0,08

1985

1,8

43,8%

-0,21

1990

3,2

55,9%

-0,22

1995

4,9

67,0%

-0,16

2000

5,6

57,3%

+0,24

2005

7,9

63,5%

-0,32

2009

11,9

83,4%

-1,41

2010*

13,8

94,0%

-1,42

2011*

15,1

100,0%

-1,27

* Πρόβλεψη της αμερικανικής κυβέρνησης

Πηγή: Spiegel

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Το χρέος των νοικοκυριών στη χώρα πλησιάζει τα 14 τρις $ (100% του ΑΕΠ), ενώ έχει 20πλασιασθεί, σε σχέση με τη δεκαετία του '70. 

Από την άλλη πλευρά, εάν δεν συνεχισθεί η ανάπτυξη, η οποία απαιτεί είτε νέα χρέη, είτε μία «δημιουργική καταστροφή», τότε είναι αδύνατον να εξυπηρετηθούν τα υφιστάμενα χρέη της Δύσης – ενώ όλος ο υπόλοιπος πλανήτης, ο οποίος αναπτύσσεται κυρίως εξάγοντας τα προϊόντα του στη Δύση, θα βυθιστεί στην ύφεση. 

Είμαστε αντιμέτωποι λοιπόν με το «φαύλο κύκλο» της ανάπτυξης και του χρέους –  ο οποίος προβληματίζει ακόμη περισσότερο, επειδή το χρέος αξιολογείται ως βιώσιμο ή μη, από τη σχέση του με την ανάπτυξη (με το ΑΕΠ, για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι).

Ολοκληρώνοντας, οι λύσεις που απαιτούνται, δεν είναι ούτε εύκολες, ούτε απλές – οφείλουν όμως να αναζητηθούν πριν δρομολογηθούν αυτόματα από την ανθρώπινη φύση, μέσω μίας ακόμη δημιουργικής καταστροφής.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στη θεωρία του χάους αναφέρεται το φαινόμενο της «ευαίσθητης εξάρτησης» ενός συστήματος από τις αρχικές συνθήκες – όπου, με βάση κάποια από τις πολλές παρομοιώσεις ή διατυπώσεις, "εάν μία πεταλούδα κινήσει τα φτερά της στην Κίνα, μπορεί να φέρει βροχή στην Ευρώπη".

Με τόσες όμως άγριες πεταλούδες να κινούν απειλητικά τα φτερά τους γύρω μας, τόσο ανατολικά, όσο και δυτικά, δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε ότι δεν θα προκληθούν μεγάλες βροχές – εάν όχι πρωτόγνωρες, καταστροφικές ίσως παγκόσμιες  καταιγίδες.

Επομένως, οφείλουμε να είμαστε αφενός μεν απόλυτα προετοιμασμένοι για κάθε ενδεχόμενο, έχοντας λάβει τα μέτρα μας, αφετέρου εξαιρετικά προσεκτικοί, όσον αφορά όλες μας τις ενέργειες – ευχόμενοι να αποφευχθούν τουλάχιστον οι εμφύλιοι πόλεμοι στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίοι θα έδιναν τη χαριστική βολή στην οικονομία μας.

Για να μπορέσουμε να το πετύχουμε, οφείλουμε να ακολουθήσουμε το δικό μας δρόμο – τον ελληνικό δρόμο, έτσι όπως τον έχουμε περιγράψει κατ' αρχήν στο κείμενο μας (ανάλυση), ενώ θα συνεχίσουμε σε επόμενα. Αυτό που προηγείται βέβαια, είναι η εκδίωξη των εισβολέων από την πατρίδα μας: τόσο του ΔΝΤ, όσο και της πρωσικής Γερμανίας.

 

Υστερόγραφο: Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε σχέση με τα πολιτεύματα (E. Fromm), εκτός από το φασιστικό ή σταλινικό ολοκληρωτισμό (τον υπαρκτό κομμουνισμό με την εσφαλμένη του θεώρηση), καθώς επίσης τον αδίστακτο υπερκαπιταλισμό (turbo capitalism), ο οποίος «θεοποιεί» τα υλικά κίνητρα ως μοναδικό «μοχλό ανάπτυξης», η τρίτη μεγάλη αντίδραση ή κριτική έστω στάση προς τον καπιταλισμό, είναι η σοσιαλιστική θεωρία.

Ο σοσιαλισμός όμως παραμένει ουσιαστικά ένα «θεωρητικό όραμα», σε αντίθεση με το φασισμό ή με το σταλινισμό – θεωρίες οι οποίες εφαρμόσθηκαν στην πράξη, έγιναν δηλαδή πολιτικές και κοινωνικές πραγματικότητες. Η αιτία είναι το ότι, οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις ανέλαβαν την εξουσία για ελάχιστο χρονικό διάστημα – στην Αγγλία και στις σκανδιναβικές χώρες. Η πλειοψηφία όμως, στην οποία στηριζόταν η εξουσία τους, ήταν πάντοτε τόσο μικρή, ώστε δεν μπορούσαν να μετασχηματίσουν την κοινωνία τους – πέρα από το προκαταρκτικό στάδιο της εφαρμογής του προγράμματος τους.

Όπως ο Χίτλερ τώρα χρησιμοποίησε τη λέξη «σοσιαλισμός» (εθνικοσοσιαλισμός) για να προσδώσει μεγάλη απήχηση στις ρατσιστικές και εθνικιστικές ιδέες του, έτσι και ο Στάλιν διαστρέβλωσε την έννοια του σοσιαλισμού, προς όφελος της προπαγάνδας του – με αποτέλεσμα το «σταλινικό σύστημα», παρά την κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, να βρεθεί πλησιέστερα προς τις πρώιμες και καθαρά εκμεταλλευτικές μορφές του δυτικού καπιταλισμού, από όσο σε οποιαδήποτε έννοια σοσιαλιστικής θεωρίας.

Κύρια «προϊόντα» του δε ήταν μία εξουθενωτική πορεία προς τη βιομηχανική ανάπτυξη, η ανελέητη εκμηδένιση του ανθρώπου, η αδιαφορία για το άτομο, καθώς επίσης η δίψα για προσωπική (κομματική) εξουσία.

Σε τελική ανάλυση, ο σταλινισμός κέρδισε τις νίκες του στη Ρωσία και στην Ασία, χάρη στην απήχηση που είχε η ιδέα του σοσιαλισμού στις τεράστιες μάζες του κόσμου – μία απήχηση που οφειλόταν όμως στον ιδεαλισμό της σοσιαλιστικής έννοιας, ιδίως δε στην πνευματική και υλική «ενθάρρυνση» που προκαλεί ένα τέτοιο «ανθρωποκεντρικό» κοινωνικό σύστημα.

Σας αποτέλεσμα όλων αυτών, η ιδέα του σοσιαλισμού διαστρεβλώθηκε σε μεγάλο βαθμό – με αποτέλεσμα να μη γίνεται πλέον κατανοητή ακόμη και από ανθρώπους με σημαντικό βαθμό «ενορατικότητας» και λογικής ή από φανατικούς οπαδούς της ισότητας, της ισονομίας, καθώς επίσης της δικαιοσύνης. 

Επί πλέον, επειδή ο άνθρωπος θαυμάζει περισσότερο τα αιμοβόρα λιοντάρια από τα αδύναμα πρόβατα, παρά το ότι ανήκει συνήθως στα δεύτερα, επιλέγει τον καπιταλισμό πολύ πιο εύκολα, θαυμάζοντας τις επιτυχίες των «ηρώων» του (πλούτη, δόξα κλπ.), από οποιοδήποτε άλλο σύστημα – ακόμη και αν το άλλο σύστημα θα ήταν δικαιότερο ή πλησιέστερο προς τις ανάγκες της πλειοψηφίας.    

Η αντικατάσταση λοιπόν της λέξης «σοσιαλισμός» από την «ελεύθερη, μικτή οικονομία, σε περιβάλλον κοινωνικής, άμεσης δημοκρατίας», θα ήταν ίσως προτιμότερη, εάν θα ήθελε κανείς να αναζητήσει εκεί τις λύσεις για ένα καινούργιο δημοκρατικό πολίτευμα στη Δύση – ενδεχομένως σαν ένα «αντίπαλο δέος», στον επερχόμενο κρατικό καπιταλισμό «τύπου» Κίνας, ο οποίος έχει πάρα πολλά κοινά στοιχεία με τον «εθνικοσοσιαλισμό».      

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 06. Ιουνίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2905.aspx

ΑΣΥΜΜΕΤΡΕΣ ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ

ΑΣΥΜΜΕΤΡΕΣ ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ:

Παρά τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται στην Ευρωζώνη, θεωρούμε ότι μας ενώνουν περισσότερα πράγματα, από όσα μας χωρίζουν – ειδικά ενόψει της καταιγίδας στον υπόλοιπο πλανήτη, η οποία ίσως βυθίσει τα μικρότερα πλοία

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Τις σκοτεινές νύχτες στον ουρανό της Ευρώπης, σε σπάνιες στιγμές, ανοίγουν στενοί φεγγίτες – πάντα εκεί που δεν το περιμένεις, μέσα από τον καταναγκασμό της συσκότισης και των αδιέξοδων καταστάσεων" (David Rousset).   

Ανάλυση

Η κρίση έχει επεκταθεί σήμερα σε ολόκληρο τον πλανήτη – γεγονός που σημαίνει σίγουρα ότι, δεν μπορεί να ενοχοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο το ευρώ για όλα όσα συμβαίνουν παρά το ότι, χωρίς καμία αμφιβολία, δημιούργησε πολλά προβλήματα σε αρκετές χώρες της Ευρωζώνης.  

Αναλυτικότερα, οι κεντρικές τράπεζες, αφενός μεν λόγω του συναλλαγματικού πολέμου που διεξάγεται διεθνώς, αφετέρου επειδή έχουν πλέον καταναλώσει όλα τα «πυρομαχικά» τους, επεμβαίνουν σε όλα τα «μήκη και πλάτη» του συστήματος – με μεθόδους, οι οποίες θα καταστρέψουν εντελώς τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.

Για παράδειγμα, μετά την απίστευτη χειραγώγηση της τιμής του χρυσού, η οποία όμως πυροδότησε μία άνευ προηγουμένου αύξηση της ζήτησης του σε φυσική μορφή, έχουν επεκταθεί πλέον επίσημα στα χρηματιστήρια – στηρίζοντας τις τιμές των μετοχών με αγορές εκ μέρους τους.

Περαιτέρω, η ΕΚΤ «απειλεί» τη Fed, η οποία έχει τοποθετήσει στο στόχαστρο τα υποκαταστήματα των ευρωπαϊκών τραπεζών στις Η.Π.Α., με αντίποινα – εάν τυχόν «εντείνει» τους ελέγχους της, δημιουργώντας τους νέα προβλήματα.

Την ίδια στιγμή, οι χώρες της BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ν. Αφρική), θέλοντας να προστατεύσουν τις οικονομίες τους από την επερχόμενη καταιγίδα, αποφάσισαν την ίδρυση μίας διεθνούς τράπεζας – η οποία θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά στους ελεγχόμενους από τις Η.Π.Α. οργανισμούς (στο ΔΝΤ και στην Παγκόσμια Τράπεζα).

Ειδικά όσον αφορά τη Ν. Αφρική, είναι αντιμέτωπη με πολύ μεγάλα προβλήματα – υποφέροντας από σημαντικές ελλείψεις στο σύστημα ηλεκτροδότησης, από μία συνεχώς μειούμενη παραγωγή στα ορυχεία, από τα συνεχόμενα «απεργιακά κύματα» των εργαζομένων, καθώς επίσης από μία ανεργία άνευ προηγουμένου.

Στη Βραζιλία δε είναι πλέον εμφανές ότι, ο υψηλός πληθωρισμός λειτουργεί ανασταλτικά, όσον αφορά την οικονομία της – με αποτέλεσμα η κεντρική της τράπεζα να αυξήσει απρόσμενα το βασικό επιτόκιο, παρά τον κίνδυνο μίας ακόμη ανατίμησης του νομίσματος της.

Με στόχο δε να εμποδίσει κάτι τέτοιο, το οποίο θα ήταν καταστροφικό για τις εξαγωγές της, ενώ θα προκαλούσε μία μεγάλη εισροή κερδοσκοπικών κεφαλαίων από το εξωτερικό,  φαίνεται πως θα υιοθετήσει νέα προστατευτικά μέτρα – εξελίξεις οι οποίες θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τις γειτονικές χώρες, κυρίως δε την Αργεντινή, η οποία είναι ξανά αντιμέτωπη με τον πληθωρισμό και τη χρεοκοπία.

Οι υπόλοιπες χώρες, μεταξύ των οποίων οι πλούσιες σε ενεργειακά αποθέματα και ορυκτά, όπως η Ρωσία, ο Καναδάς ή η Αυστραλία, απειλούνται πολύ σοβαρά από την προβλεπόμενη ύφεση – με ορισμένες από αυτές (Ρωσία, Καναδάς), να εγγράφουν ήδη αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Εν τούτοις, ως πρώτα υποψήφια θύματα καταγράφονται η Μ. Βρετανία και η Ιαπωνία – η πρώτη λόγω των ασθενών οικονομικών μεγεθών της, ενώ η δεύτερη επειδή ακολουθεί μία νομισματική πολιτική, η οποία θυμίζει τους «καμικάζι» (Θείος άνεμος) του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.   

Εντός της Ευρωζώνης, παρά το ότι τα βλέμματα όλων είναι επικεντρωμένα στην Ιταλία και στην Ισπανία, κατά δεύτερο λόγο δε στη Σλοβενία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στο Λουξεμβούργο και στη Μάλτα, ο μεγάλος ασθενής φαίνεται να είναι η Γαλλία – η οποία πιέζει αφόρητα τη Γερμανία. Πρόθεση της είναι να επιταχυνθούν οι διαδικασίες της τραπεζικής ενοποίησης στην Ευρώπη, λόγω των τεράστιων προβλημάτων που αντιμετωπίζει το χρηματοπιστωτικό της σύστημα.

Εν τούτοις, η Γερμανία δεν έχει καμία διάθεση να υποκύψει στις πιέσεις – πόσο μάλλον αφού ευρίσκεται ήδη στην έξοδο κινδύνου από το κοινό νόμισμα, αντιλαμβανόμενη πλήρως το μέγεθος της βόμβας, στα θεμέλια του τραπεζικού συστήματος της Ευρώπης (επόμενο θύμα του οποίου φαίνεται πως θα είναι η Αυστρία).

Στην υπόλοιπη ανεπτυγμένη Ευρώπη, η Δανία εισέρχεται πρώτη στα «επείγοντα περιστατικά» – αντιμετωπίζοντας μία ανάλογη με την Ολλανδία κρίση ακινήτων και τραπεζών, για την οποία όμως δεν μπορεί να «ενοχοποιήσει» το ευρώ, όπως οι άλλες χώρες. 

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΛΥΣΕΙΣ

Σε σχέση με αυτά που αναλύσαμε παραπάνω, καθώς επίσης με όλα όσα έχουμε καταγράψει στο παρελθόν, θεωρούμε ότι πρέπει να αναζητηθούν οι σωστές λύσεις, πριν είναι πολύ αργά – λύσεις, οι οποίες όμως δεν θα αντιμετωπίζουν απλά τα «συμπτώματα» (όπως, για παράδειγμα, τις χειραγωγούμενες ισοτιμίες των νομισμάτων), αλλά τις βαθύτερες αιτίες των προβλημάτων μας.

Στα πλαίσια αυτά, ένας από τους σημαντικότερους ίσως σήμερα οικονομικούς προβληματισμούς είναι ο σωστός, ο ορθολογικός, ο «άριστος» καλύτερα συνδυασμός του κοινωνικού κράτους, έτσι όπως αυτό λειτουργεί κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, με τον δημιουργικό καπιταλισμό – ο οποίος έχει αναδείξει τις Η.Π.Α. στη χώρα των μεγάλων ευκαιριών, όσον αφορά τις επιχειρήσεις και, γενικότερα, την ιδιωτική πρωτοβουλία.

Ουσιαστικά πρόκειται για την εύρεση εκείνου του πολιτικού συστήματος, στο οποίο θα συμμετέχει τόσο το κράτος, όσο και ο ιδιωτικός τομέας, με έναν τέτοιο τρόπο που δεν θα εμποδίζεται το ένα από τον άλλο – ενώ θα ικανοποιούνται όσο το δυνατόν καλύτερα οι ανάγκες και των δύο, με στόχο την κοινωνική δικαιοσύνη, την αειφόρο ανάπτυξη, την ορθολογική αναδιανομή των εισοδημάτων και την συλλογική πρόοδο. 

Κατά την πάγια άποψη μας, στο μικτό αυτό οικονομικό σύστημα, το κράτος πρέπει να έχει στην ιδιοκτησία του τις κοινωφελείς, τις μονοπωλιακές κερδοφόρες, καθώς επίσης τις στρατηγικές επιχειρήσεις. Όλες οι υπόλοιπες επιχειρήσεις οφείλουν να ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα – στη λειτουργία του οποίου δεν πρέπει να τοποθετείται κανενός είδους εμπόδιο (κατάργηση της γραφειοκρατίας, καταπολέμηση της διαπλοκής, εκμηδενισμός της διαφθοράς, σωστό επιχειρηματικό πλαίσιο, σταθερό φορολογικό περιβάλλον κοκ.).

Βέβαια, ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να ελέγχεται στενά, από τους ενεργούς Πολίτες – με τη βοήθεια της υιοθέτησης της άμεσης Δημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση, τόσο τα κράτη, όσο και οι δημόσιες επιχειρήσεις, οφείλουν να δημοσιεύουν ετήσιους ισολογισμούς, οι οποίοι να αναρτώνται στο διαδίκτυο – έτσι ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και να διευκολύνεται ο έλεγχος τους από τους Πολίτες.      

Ένας επόμενος «κρίσιμος» προβληματισμός είναι η ορθολογική κατανομή των «βαρών» του κοινωνικού κράτους – κεντρικό σημείο της οποίας είναι η φορολογία των εισοδημάτων (μισθών, κερδών κλπ.), σε σχέση με τη φορολογία των περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα, καταθέσεις κοκ.).

Με κριτήριο την καταπολέμηση της ανεργίας, καθώς επίσης την επιδιωκόμενη ανάπτυξη, ειδικά στη σημερινή εποχή της υπερχρέωσης (η οποία, μεταξύ άλλων, λειτουργεί ανασταλτικά, όσον αφορά το κοινωνικό κράτος), η φορολόγηση των εισοδημάτων πρέπει να είναι κατά πολύ χαμηλότερη, από τη φορολόγηση των περιουσιακών στοιχείων – αφού έτσι αμείβεται περισσότερο η παραγωγική διαδικασία, καθώς επίσης η εκάστοτε νέα γενιά, συγκριτικά με τη «διαδικασία συσσώρευσης πλούτου», η οποία χαρακτηρίζει την παλαιότερη γενιά.

Εάν τώρα η μεγαλύτερη φορολόγηση των περιουσιακών στοιχείων, του συσσωρεμένου πλούτου γενικότερα, συνοδευόταν από τη λειτουργία ενός συνεχώς καλύτερου κράτους προνοίας, το οποίο θα επέτρεπε στους ηλικιωμένους να μην εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις αποταμιεύσεις τους, τότε το πρόβλημα θα είχε επιλυθεί με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο.

Στα πλαίσια αυτά, η αντιμετώπιση του τεράστιου σημερινού προβλήματος της ανεργίας των νέων, σε συνδυασμό με την υπερχρέωση των κρατών, «απαιτεί» τη μείωση της φορολογίας των εισοδημάτων, καθώς επίσης την αύξηση της φορολογίας των περιουσιακών στοιχείων, ακόμη και με την επιβολή έκτακτων εισφορών – παράλληλα όμως με την «αριστοποίηση» του κοινωνικού κράτους.

Με τον τρόπο αυτό θα εξασφαλιζόταν αφενός μεν η ανάπτυξη και η απασχόληση, αφετέρου η μείωση των δημοσίων χρεών, τόσο σε ποσοστιαίο (σε όρους ΑΕΠ), όσο και σε απόλυτο μέγεθος – χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα στην κοινωνική συνοχή, διαμάχες μεταξύ των γενεών, κοινωνικές αναταραχές κοκ.

Εάν τυχόν δε απαιτούταν η ενίσχυση σε κάποιο βαθμό της μίας γενεάς από την άλλη, θα ήταν προτιμότερη η βοήθεια των γονέων από τα παιδιά τους, παρά το αντίθετο – το οποίο δυστυχώς δημιουργεί, όπως διαπιστώνεται σήμερα, καταθλιπτικούς, αντιπαραγωγικούς νέους ανθρώπους.      

Σε κάθε περίπτωση, ο μοναδικός ρεαλιστικός δρόμος εξόδου από την κρίση, καθώς επίσης επιστροφής στην ανάπτυξη, προϋποθέτει να αναληφθούν τα υφιστάμενα βάρη από τις παλαιότερες γενιές και τα περιουσιακά στοιχεία τους – όπου όμως ένα μέρος της «έκτακτης» αυτής φορολόγησης, οφείλει να διατεθεί στην καλυτέρευση του κράτους προνοίας (συντάξεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κοκ.).

Με τον τρόπο αυτό, αφενός μεν θα αντιμετωπισθεί ο διαφαινόμενος κίνδυνος του «πολέμου» μεταξύ των γενεών, αφετέρου θα εξασφαλισθεί η δικαιότερη αντιμετώπιση όλων – ενέργειες απαραίτητες για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.  

ΦΥΓΟΚΕΝΤΡΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τώρα και εφόσον επιθυμούμε πραγματικά τη διατήρηση της δημοκρατίας, της ειρήνης, της ασφάλειας, καθώς επίσης του υψηλού συγκριτικά βιοτικού επιπέδου μας, οφείλουμε να λειτουργήσουμε έτσι ώστε, να εξομαλυνθούν οι διάφορες αντιθέσεις μεταξύ των κρατών – ακόμη και αν δεχθούμε ότι, είναι αδύνατη η ύπαρξη ενός κοινού νομίσματος σε έναν μη άριστο νομισματικό χώρο, ο οποίος δεν έχει καμία διάθεση να «αριστοποιηθεί», καθώς επίσης ότι δεν είναι εφικτή ή επιθυμητή η τραπεζική, η δημοσιονομική και η πολιτική ολοκλήρωση.

Αυτό άλλωστε που πρέπει να μας ενδιαφέρει, σε πρώτη προτεραιότητα, είναι η ενωμένη Ευρώπη και όχι το ευρώ – αφού δυστυχώς ελάχιστοι κατανοούν το πόσο σημαντικό είναι να έχουν ένα παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα στη διάθεση τους, καθώς επίσης μία ισχυρότατη κεντρική τράπεζα.  

Φυσικά η σύγκλιση είναι καλύτερη από τη σύγκρουση. Εάν λοιπόν είναι ανέφικτη η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, λόγω κυρίως της μεγάλης διαφοράς νοοτροπίας, μεταξύ «των Βορείων και των Νοτίων» (στους μεν πρώτους «κυβερνάει» η λογική, στους δεύτερους το συναίσθημα, χωρίς να μπορούμε να πούμε ποια από τις δύο «καταστάσεις» είναι η καλύτερη), τότε οφείλουν να βρεθούν άλλοι τρόποι «προσέγγισης» – οι οποίοι να εξασφαλίζουν τουλάχιστον την αποφυγή των συγκρούσεων. 

Θεωρώντας τώρα ότι, οι δύο διαφορετικές τάσεις εντός της Ευρωζώνης, οι οποίες αναπτύσσουν, «εκτρέφουν» ίσως τις τεράστιες φυγόκεντρες δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί, «ενσαρκώνονται» από την Ελλάδα και τη Γερμανία, οφείλουμε να εξετάσουμε με ποιόν περίπου τρόπο θα μπορούσαν οι δύο αυτές χώρες να «συγκλίνουν» – επιλύοντας τις μεταξύ τους διαφορές ειρηνικά, χωρίς να κατηγορούν η μία τα άλλη.

Μία μέθοδος θα ήταν να εξετασθεί ο τρόπος, με τον οποίο έχει αντιμετωπισθεί το πρόβλημα στην Ιταλία – όπου η μεν βόρεια πλευρά της χαρακτηρίζεται ως γερμανική, ενώ η νότια ως ελληνική, με σημείο τομής τη Ρώμη.

Υπάρχουν φυσικά πάρα πολλές άλλες μέθοδοι, ενώ το πρόβλημα θα έπρεπε να ερευνηθεί διεξοδικά από ειδικές επιτροπές, με τη συμμετοχή όλων των κρατών – έτσι ώστε να ευρεθούν οι καλύτερες λύσεις. Εμείς εδώ θα εξετάσουμε ορισμένα μόνο θέματα, με στόχο να «φωτίσουμε» κάποιες ιδιαιτερότητες της ηπείρου μας – ορισμένες «σκοτεινές πλευρές» ίσως, οι οποίες εμποδίζουν την αλληλοκατανόηση των κρατών και των Πολιτών τους.    

ΑΝΤΙΚΡΟΥΟΜΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ

Όπως έχουμε αναλύσει στο παρελθόν, το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο των Γερμανών είναι οι καταθέσεις, ενώ των Ελλήνων τα ακίνητα. Την ίδια στιγμή, οι Γερμανοί ανήκουν στους δανειστές, ενώ οι Έλληνες στους οφειλέτες – με τους Γερμανούς να υπηρετούν κυρίως το (πλατωνικό) κράτος τους, όταν στους Έλληνες προηγείται ο (διονυσιακός) εαυτός τους. Κυρίως για τους παραπάνω λόγους, η Ελλάδα (ο Νότος) έχει υψηλό δημόσιο χρέος και χαμηλό ιδιωτικό – ενώ στη Γερμανία (στο Βορά), συμβαίνει το αντίθετο.

Στα πλαίσια αυτά, οι διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, οι οποίοι επιλέγονται από τις δύο αυτές χώρες, είναι σε άμεση σχέση με τη  νοοτροπία, καθώς επίσης με τα εκάστοτε «ιδιοτελή» συμφέροντα τους. Ειδικότερα τα εξής: 

(α) Εάν η κρίση αντιμετωπισθεί πληθωριστικά, με τη βοήθεια της ΕΚΤ (πόσο μάλλον με τη διαγραφή των «επαχθών» χρεών, την οποία «εισηγείται» η αντιπολίτευση στην Ελλάδα, με τη σεισάχθεια κοκ.), τότε κερδισμένοι θα είναι οι Έλληνες και χαμένοι οι Γερμανοί – αφού ο πληθωρισμός λειτουργεί θετικά για την ακίνητη περιουσία και για τους οφειλέτες, ενώ αρνητικά για τους καταθέτες και για τους δανειστές – οι οποίοι βλέπουν τις απαιτήσεις ή τις καταθέσεις τους να «κατασπαράζονται» από τη μείωση της αγοραστικής αξίας των χρημάτων τους.

Όσον αφορά τις γενιές βέβαια, ο πληθωρισμός είναι θετικός για τους νέους (πόσο μάλλον αφού καταπολεμάει σε κάποιο βαθμό την ανεργία), επειδή συνήθως οι μισθοί αυξάνονται ανάλογα με το κόστος ζωής (σπιράλ μισθών-τιμών), αλλά αρνητικός για τους ηλικιωμένους – αφού οι αγοραστική αξία των συντάξεων μειώνεται, ενώ συνήθως οι ίδιες δεν αυξάνονται. Εν τούτοις, η ισορροπία αποκαθίσταται για αυτούς οι οποίοι έχουν τα περιουσιακά τους στοιχεία σε ακίνητα – επομένως για τους Έλληνες ξανά και όχι για τους Γερμανούς.

(β) Εάν τώρα η κρίση αντιμετωπισθεί με την πολιτική λιτότητας, άρα αποπληθωριστικά, τότε κερδισμένοι θα είναι οι Γερμανοί και χαμένοι οι Έλληνες – για τους λόγους που παραθέσαμε προηγουμένως, από την αντίθετη τους πλευρά. Επίσης, κερδισμένοι θα είναι οι ηλικιωμένοι «αποταμιευτές» και χαμένοι οι νέοι εργαζόμενοι – πόσο μάλλον οι άνεργοι.

Επομένως, δεν υπάρχει ουσιαστικά καλός ή κακός τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, αλλά αντικρουόμενα συμφέροντα – με βάση τα οποία η εκάστοτε χώρα κάνει τις επιλογές της. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σε παγκόσμιο επίπεδο, όπου οι Η.Π.Α. ανήκουν στους μεγαλύτερους οφειλέτες, ενώ η Κίνα στους βασικούς δανειστές – με τις εκάστοτε επιλεγόμενες πολιτικές να έχουν αποκλειστικό και μόνο στόχο την εξασφάλιση των συμφερόντων της μίας ή της άλλης χώρας.

Σε τελική ανάλυση λοιπόν είναι εντελώς άδικο, εάν όχι παράλογο, να κατηγορούμε εκείνες τις χώρες, οι οποίες προστατεύουν τα συμφέροντα τους – ειδικά εάν δεν ανήκουμε σε αυτές που έχουν την ισχύ, τη βούληση, το θάρρος ή την ικανότητα να προστατεύουν, ως οφείλουν, τα δικά τους.

Αντίθετα, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αναζητήσουμε τη «χρυσή μεσότητα», τη μέση λύση – τόσο όσον αφορά τα, αντιμαχόμενα με στόχο την προστασία των συμφερόντων τους, κράτη, όσο και τις γενιές – όπου όμως η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους νέους.  

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

Στα πλαίσια της αναζήτησης μας αυτής, θα εξετάσουμε εδώ περιληπτικά το «γερμανικό μοντέλο» λειτουργίας. Όπως αναφέραμε λοιπόν, η Γερμανία είναι ένα «πλατωνικό κράτος». Εάν θυμηθούμε τώρα την «Πολιτεία», στη φανταστική τέλεια κοινωνία που περιγράφει ο εξαιρετικός φιλόσοφος μας, τα εξής:

(α) Η «ελίτ» ουσιαστικά ευρίσκεται στην κορυφή, έχοντας ειδική εκπαίδευση και θυσιάζοντας τις ηδονές της, για χάρη των Πολιτών, τους οποίους κυβερνάει –  όπου η «ελίτ» στη σημερινή Γερμανία, είναι η «βιομηχανική εξουσία», η οποία χαράσσει την ακολουθούμενη πολιτική σχεδόν απολυταρχικά, λειτουργώντας από το παρασκήνιο.

(β) Κάτω από την «ελίτ» ευρίσκονται οι στρατιώτες-φύλακες, οι οποίοι έχουν εκπαιδευθεί για να υπερασπίζονται τη χώρα τους – κυρίως, το Υπουργείο Οικονομικών, το ΣΔΟΕ και η Μυστική Υπηρεσία σήμερα της Γερμανίας (BND), οι οποίες λειτουργούν στην κυριολεξία ως «κράτος εν κράτει».

(γ) Στο τέλος της πυραμίδας συναντάμε τους «εργάτες», στους οποίους εξασφαλίζεται η εργασία και η ασφάλεια, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή στις αμοιβές τους – έτσι ώστε η χώρα να είναι παραγωγική, με «μερκαντιλιστικές» δομές.

Με τη οργάνωση αυτή, κατά τον πρόγονο μας και όπως εφαρμόζεται στη Γερμανία σήμερα, εξασφαλίζεται η τέλεια ισορροπία – η οποία μοιάζει με τον καλά ισορροπημένο νου, με το «έλλογο» τμήμα του ανθρώπου δηλαδή, το οποίο ελέγχει τα συναισθήματα και τις επιθυμίες.

Φυσικά πρόκειται για ένα άκρως αντιδημοκρατικό μοντέλο, το οποίο κάποια στιγμή θα μπορούσε να εξελιχθεί στο παραπλήσιο της Κίνας – στο δικτατορικό καπιταλισμό δηλαδή, στον οποίο οι Πολίτες (οι «εργάτες» στην Πολιτεία του Πλάτωνα), απολαμβάνουν συνεχώς μεγαλύτερες οικονομικές ελευθερίες, χωρίς σχεδόν καθόλου πολιτικά δικαιώματα.

ΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

Το σημαντικότερο μειονέκτημα μίας καθαρά μερκαντιλιστικής οικονομίας, μίας οικονομίας δηλαδή όπου οι εξαγωγές είναι αρκετά μεγαλύτερες από τις εισαγωγές (μέσω της διατήρησης των μισθών σε χαμηλά επίπεδα, οπότε αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα, ενώ περιορίζεται η ζήτηση) είναι το ότι, υποχρεούται να δανείζει τα πλεονάσματα της.

Εάν τώρα συγκεκριμένη οικονομία χαρακτηρίζεται από ένα ανεπαρκές, ανίκανο ίσως τραπεζικό σύστημα, όπως η Γερμανία, το οποίο δεν διαχειρίζεται σωστά τα χρήματα που συσσωρεύουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, τότε το πρόβλημα εντείνεται – αφού καταλήγει στο να έχουν μεν οι «αποταμιευτές» χρήματα, τα οποία είναι όμως «θεωρητικά», επειδή δεν ξέρουν εάν τα εισπράξουν ποτέ.

Τα, θλιβερά για τους Πολίτες, επακόλουθα μίας τέτοιας διαδικασίας, είναι αφενός μεν το ότι υποχρεώνονται να ζουν φτωχικά, αφετέρου πως κινδυνεύουν να χάσουν τα χρήματα τους – γεγονός που ουσιαστικά συμβαίνει σήμερα στη Γερμανία, οι απαιτήσεις της οποίας έναντι της ΕΚΤ ξεπερνούν τα 700 δις € (Target II), ενώ οι υποχρεώσεις της, απέναντι στους μηχανισμούς διάσωσης υπολογίζεται ότι, θα ξεπεράσουν σύντομα τα 500 δις €.

Εάν τελικά δε οι ελλειμματικές χώρες «αθετήσουν» τις πληρωμές τους, τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός τομέας τους, τότε η Γερμανία θα χρεοκοπήσει σε χρόνο μηδέν – κάτι που δεν είναι πλέον απίθανο, με την καγκελάριο να ευθύνεται τότε για την ολοκληρωτική καταστροφή της πατρίδας της.

Από τη συγκεκριμένη λοιπόν οπτική γωνία, δεν μπορεί παρά να λυπάται κανείς τους Γερμανούς Πολίτες – οι οποίοι οδηγούνται ξανά στην απομόνωση και στη φτώχεια, αφενός μεν από την αλαζονική ηγεσία τους, αφετέρου από την κακοδιαχείριση των τραπεζών τους.

Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, η ανοησία τους να δανείζουν τα χρήματα των Γερμανών αποταμιευτών στις ελλειμματικές οικονομίες, με στόχο την επίτευξη υψηλοτέρων κερδών (για παράδειγμα, δάνειζαν τράπεζες στις χώρες του Νότου με επιτόκια που υπερέβαιναν το 5%, όταν στη χώρα τους δεν ξεπερνούσαν το 0,6%), καθώς επίσης τα τεράστια σφάλματα τους στις Η.Π.Α. (ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης), έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στη χώρα – καθιστώντας την ουσιαστικά «εκβιάσιμη», από πολλές πλευρές. 

Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤ

Η πρόσφατη μελέτη της ΕΚΤ, σχετικά με την οικονομική κατάσταση των χωρών της Ευρωζώνης, τεκμηριώνει τη θλιβερή θέση των Γερμανών Πολιτών, την οποία περιγράψαμε – ενώ ενδεχομένως θα συμβάλλει στη διάλυση της Ευρωζώνης.

Στον Πίνακα Ι, καταγράφονται τα καθαρά περιουσιακά στοιχεία εκείνων των νοικοκυριών, τα οποία ευρίσκονται στο μέσον της κατανομής της εθνικής περιουσίας – στη σημείο δηλαδή που υπάρχει ο ίδιος αριθμός νοικοκυριών με υψηλότερη περιουσία (50%), με αυτόν των νοικοκυριών που έχουν χαμηλότερη περιουσία (επίσης 50%).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Καθαρά συνολικά περιουσιακά στοιχεία στο μέσον της εισοδηματικής κλίμακας, σε €

 

Χώρα

Καθαρά περιουσιακά στοιχεία 

 

 

Λουξεμβούργο

397.800

Κύπρος

266.900

Μάλτα

215.900

Βέλγιο

206.200

Ισπανία

182.700

Ιταλία

173.599

Γαλλία

115.800

Ολλανδία

103.600

Ελλάδα

101.900

Σλοβενία

100.700

Φιλανδία

85.800

Αυστρία

76.400

Πορτογαλία

75.200

Σλοβακία

61.200

Γερμανία

51.499

Πηγή: Spiegel

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Στην ειδική αυτή μέτρηση, η οποία ουσιαστικά αφορά την πλειοψηφία των νοικοκυριών, η Γερμανία καταλαμβάνει την τελευταία θέση – γεγονός που δημιούργησε πολύ μεγάλη εντύπωση σε ολόκληρη της Ευρώπη, προβλημάτισε αρκετά τους Γερμανούς Πολίτες, ενώ τεκμηρίωσε τη «στυγνή» εκμετάλλευση τους από το κράτος τους.

Ολοκληρώνοντας, στον Πίνακα ΙΙ που ακολουθεί φαίνονται ορισμένα άλλα μεγέθη, τα οποία απεικονίζουν τη θέση της Γερμανίας, σε σχέση με τις «προβληματικές» οικονομίες της Ευρωζώνη;:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ, φορολογικά έσοδα και καθαρή ακίνητη περιουσία

Χώρα

Χρέος/ΑΕΠ

*Φορολογικά έσοδα

** Κ. ακίνητη περιουσία

 

 

 

 

Γερμανία

78%

40%

26%

Ιταλία

127%

43%

59%

Ισπανία

101%

32%

56%

Ελλάδα

175%

35%

59%

Κύπρος

97%

35%

42%

* Συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ 2011

** Καθαρή, μη χρεωμένη δηλαδή ακίνητη περιουσία, ως ποσοστό όλων των νοικοκυριών

Πηγή: Κομισιόν, ΕΚΤ. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Από τον Πίνακα ΙΙ φαίνεται πόσο χαμηλή είναι η καθαρή ακίνητη περιουσία των Γερμανών, συγκριτικά με τις χώρες του Νότου – ειδικά με την Ελλάδα και την Ιταλία. Το γεγονός αυτό επιδιώκεται, σκόπιμα ή μη, να αντιστραφεί, μέσω της «κατάρρευσης» των τιμών των ακινήτων στο Νότο, παράλληλα με μία «φούσκα» που δημιουργείται στο Βορά.

Επειδή δε τα ακίνητα αποτελούν τις βασικότερες εγγυήσεις για τον τραπεζικό δανεισμό, μία ενδεχόμενη «αντιστροφή των αξιών» θα περιόριζε τα τραπεζικά προβλήματα στο Βορά, αυξάνοντας τα στο Νότο – κάτι που οφείλει να προσεχθεί ιδιαίτερα εκ μέρους μας, καθώς επίσης να αποφευχθεί με κάθε τρόπο.

Όσον αφορά τώρα τα φορολογικά έσοδα, για τα οποία κατηγορείται ο Νότος, στην Ιταλία είναι υψηλότερα από τη Γερμανία, ενώ στις υπόλοιπες χώρες η διαφορά δεν είναι τεράστια – με εξαίρεση ίσως την Ισπανία, η οποία υπολείπεται σημαντικά.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Παρά τις τεράστιες φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται στην Ευρωζώνη, με στόχο όλο και πιο πολλών κρατών την «καθαίρεση» του κοινού νομίσματος, του ευρώ, έχουμε την άποψη ότι μας ενώνουν περισσότερα πράγματα, από όσα μας χωρίζουν – όχι μόνο από οικονομικής ή γεωπολιτικής πλευράς, αν και δεν θα επεκταθούμε στα υπόλοιπα.

Το μέλλον της μίας χώρας είναι αλληλένδετα συνδεδεμένο με το μέλλον της άλλης – ενώ τυχόν διάσπαση, πόσο μάλλον ανεξέλεγκτη, θα ήταν καταστροφική για όλους μας. Ειδικά όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα, αλλά και το «κρίσιμο μέγεθος» ενός κράτους, το οποίο απαιτείται για να επιβιώσει στην παγκοσμιοποίηση, δεν θα ήταν εύλογη η διάλυση της ηπείρου μας σε μικρά, αδύναμα κράτη.

Βέβαια, εάν η πρωσική κυβέρνηση της Γερμανίας συνεχίσει να επιμένει στις «εγκληματικές πολιτικές», όπως αυτή στην Κύπρο, στον μερκαντιλισμό, στις εσωτερικές «ασυμμετρίες», καθώς επίσης στην κατάκτηση της ηγεμονίας της Ευρώπης, η συνοχή της ηπείρου μας δεν θα είναι δυνατόν να διατηρηθεί – επίσης, εάν η Ελλάδα συνεχίσει να επιμένει στη μετάθεση όλων των ευθυνών της κακοδιαχείρισης της οικονομίας της σε άλλους.

Ουσιαστικά βέβαια, όπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου,  επικαλούμαστε τη Γερμανία για όλο τον ευρωπαϊκό Βορά, ενώ την Ελλάδα για το Νότο – με όλες τις υπόλοιπες χώρες στα ενδιάμεσα «χρώματα του ευρωπαϊκού ουράνιου τόξου».

Φυσικά δεν είμαστε εμείς σε θέση να αποφασίσουμε, αλλά ούτε και μπορούμε να γνωρίζουμε τι είναι καλύτερο για τους λαούς της Ευρώπης – με εξαίρεση ίσως το ότι, οφείλει να κοπεί άμεσα ο «ομφάλιος λώρος», ο οποίος συνδέει το χρηματοπιστωτικό σύστημα με τα κράτη, καθιστώντας τα έρμαιο των αγορών.

Προφανώς δε, η Πολιτική πρέπει να επανακτήσει άμεσα την κυρίαρχη θέση, την πρωτοκαθεδρία της καλύτερα – όπου βέβαια με την έννοια «Πολιτική» εννοούμε τους Πολίτες και όχι τις κυβερνήσεις τους.

Ολοκληρώνοντας, εάν δεν συμβούν όλα αυτά, καθώς επίσης εάν δεν επιδιωχθεί μία «Ευρώπη των Πολιτών της», δεν έχει κανένα νόημα η διατήρηση του κοινού νομίσματος, από καμία χώρα.

Αν και θεωρούμε λοιπόν ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, αβέβαιο ως προς το αποτέλεσμα του, έχουμε την άποψη ότι, θα πρέπει τουλάχιστον να το προσπαθήσουμε – πριν ακόμη ζητήσουμε διαζύγιο. Διαφορετικά θα διακινδυνεύσουμε πάρα πολλά πράγματα – πιθανότατα δε ακόμη και την ειρήνη στην ήπειρο μας.

Ευρισκόμαστε επομένως ξανά «στη στροφή του διαβόλου», εν μέσω ασύμμετρων συγκυριών – όπου είτε θα καταφέρουμε να την περάσουμε, έστω με μεγάλες δυσκολίες, είτε θα γκρεμιστούμε στο κενό, με επακόλουθα που απολύτως κανένας δεν γνωρίζει.

Ευχόμαστε Καλή Ανάσταση, κυριολεκτικά και μεταφορικά, καθώς επίσης Καλό Πάσχα σε όλους.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 28. Απριλίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΜΟΝΕΤΑΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΚΤΡΟΧΙΑΣΜΟΣ

ΜΟΝΕΤΑΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΚΤΡΟΧΙΑΣΜΟΣ:

Αυτή τη φορά, οι διασώστες θα είναι οι επενδυτές και οι καταθέτες, οι οποίοι δεν είχαν ποτέ σκεφθεί ότι, τα χρήματα τους δεν είναι πουθενά τόσο ευάλωτα και ανασφαλή, όσο στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους – περί χρηματοοικονομικής καταστολής

 

Του Βασίλη Βιλάρδου*

 

"Κάνετε τα άτομα να πιστέψουν ότι, αυτά και μόνο αυτά είναι ένοχα για την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας τους, για τη διαφθορά και, κατ' επέκταση, για τα δεινά τους: εξαιτίας της οκνηρίας, της ανεντιμότητας, της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, της φοροδιαφυγής, της ανικανότητας ή των ελλειμματικών προσπαθειών τους.

Έτσι, τα άτομα αντί να εξεγερθούν ενάντια σε εκείνους που τους καταπιέζουν, που υπεξαιρούν την περιουσία τους και τους εξαθλιώνουν, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές – κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, της οποίας απόρροια είναι η αναστολή της δράσης: η σιωπή των αμνών" (N. Chomsky με παρεμβάσεις).

Ανάλυση

Πριν ακόμη ξεκινήσουμε την ανάλυση μας, θεωρούμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ότι το 1990 οι Η.Π.Α., καθώς επίσης οι 27 χώρες της ΕΕ, ήταν υπεύθυνες για το 55% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής, για το 57% των εξαγωγών, για το 59% του παγκόσμιου ΑΕΠ, καθώς επίσης για το 52% των επενδύσεων – παράλληλα, σχεδόν για το 60% της κατανάλωσης των αγαθών και υπηρεσιών, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αν και η συγκεκριμένη σχέση παραγωγής-κατανάλωσης διατηρήθηκε μέχρι το 2000, από τότε και μετά διαφοροποιήθηκε ραγδαία. Έτσι λοιπόν, το 2010 οι Η.Π.Α. και η ΕΕ αντιπροσώπευαν μόνο το 45% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής, καθώς επίσης το 47% των εξαγωγών – με την κατανάλωση τους όπως να παραμένει ως είχε (60%).

Η αιτία είναι το ότι, η μεγάλη αύξηση της παραγωγής και των επενδύσεων στην Ασία, η οποία μείωσε το μερίδιο της Δύσης, δεν συνοδεύθηκε από μία παρόμοια αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης στην ίδια ήπειρο – με αποτέλεσμα, η παγκοσμιοποίηση να δημιουργήσει δύο αντίθετους πόλους παραγωγής και κατανάλωσης. Η κατάσταση αυτή, την οποία έχουμε ήδη επισημάνει από το 2010 (ανάλυση μας), είναι προφανώς μη ισορροπημένη και μη βιώσιμη – ασύμμετρη και επικίνδυνη.

Εάν δε προσθέσουμε το ότι, η παγκόσμια ελεύθερη ροή των κεφαλαίων έχει καταστήσει εφικτό το δανεισμό των Αμερικανών και Ευρωπαίων καταναλωτών από τους Ασιάτες παραγωγούς, επέτρεψε και διευκόλυνε δηλαδή τη δημιουργία των δύο αντιθέτων πόλων, τότε θα κατανοήσουμε τόσο το μέγεθος του προβλήματος, όσο και τις γενεσιουργούς αιτίες της υπερχρέωσης των δυτικών νοικοκυριών και κρατών.

Απλούστερα, οι χώρες που παράγουν πλεονάσματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους, αυτές δηλαδή που εξάγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες από όσα εισάγουν, δανείζουν τα χρηματικά πλεονάσματα τους στις ελλειμματικές οικονομίες – οι οποίες χρηματοδοτούν με τα δανεικά αυτά χρήματα εκείνο το ποσοστό της κατανάλωσης τους, το οποίο δεν καλύπτεται από τη δική τους παραγωγή (Πίνακας Ι).

ΠΙΝΑΚΑΣ I: Οι πιο πλεονασματικές και ελλειμματικές οικονομίες παγκοσμίως, με κριτήριο το εμπορικό ισοζύγιο – σε εκ. $ το 2010

Χώρα

Πλεόνασμα

Χώρα

Έλλειμμα

 

 

 

 

Γερμανία

201.737

Η.Π.Α.

-689.932

Κίνα

182.725

Μ. Βρετανία

-152.830

Σ. Αραβία

152.000

Ινδία

-106.540

Ρωσία

151.621

Γαλλία

-85.325

Ιαπωνία

77.218

Τουρκία

-71.598

Πηγή: WP

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Οι μεγαλύτεροι αποταμιευτές (οι αποταμιεύσεις χρηματοδοτούν τις επενδύσεις), είναι οι πολίτες των κυριότερων πλεονασματικών χωρών: της Κίνας και της Γερμανίας. 

Στα πλαίσια αυτά η Κίνα χρηματοδοτεί υποχρεωτικά, για παράδειγμα, τις Η.Π.Α. (εντός Ευρώπης η Γερμανία πολλές άλλες χώρες), οπότε ο κινέζος παραγωγός τον αμερικανό καταναλωτή – γεγονός που έχει καταστήσει εφικτό η ελεύθερη ροή κεφαλαίων και η παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Ειδικά όσον αφορά τις παγκόσμιες ροές κεφαλαίων, το 1990 ήταν της τάξης των 2 δις $ την ημέρα – ενώ μέχρι το 2008 είχαν αυξηθεί κατά 6.000%, στα 130 δις $ σε καθημερινή βάση. Τη  ίδια χρονική περίοδο, ο χρηματοπιστωτικός τομέας έγινε ανεξέλεγκτος και παγκόσμιος, ξεπερνώντας κατά πολύ την αύξηση της υπόλοιπης οικονομίας – με αποτέλεσμα να εξελιχθεί στη μεγαλύτερη μηχανή χρήματος που έχει γνωρίσει ποτέ ο κόσμος.

Η τάση αυτή φαίνεται να συνεχίζεται σήμερα, όπου προβλέπεται η κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από 4-5 παγκόσμιες υπερτράπεζες – τις οποίες είναι πλέον εμφανές ότι υπηρετεί σύσσωμη η πολιτική της Δύσης. Από την πλευρά της Ευρώπης φιλοδοξεί να συμμετέχει η γερμανική Deutsche Bank, καθώς επίσης η βρετανική HSBC – ενώ ο απόλυτος αυτοκράτορας φαίνεται να είναι ήδη η Goldman Sachs.

Η θέση μας αυτή  τεκμηριώνεται από το ότι, οι προβλέψεις της Goldman Sachs για την παγκόσμια οικονομία, τους τελευταίους μήνες, είναι σχεδόν πάντοτε επιτυχείς – κάτι που σημαίνει πως καθορίζει το μέλλον και δεν το προβλέπει, αφού κανένας δεν διαθέτει μαντικές ικανότητες. Το γεγονός αυτό οδηγεί με τη σειρά του στο συμπέρασμα πως οι «παρεμβάσεις» των μεγάλων, καθώς επίσης των κεντρικών τραπεζών στο σύστημα της ελεύθερης αγοράς, είναι πλέον καταλυτικές – χωρίς δυστυχώς να γνωρίζουμε που θα μας οδηγήσει η απίστευτη αυτή χειραγώγηση των πάντων, από μία κυρίαρχη «μειοψηφία των εκλεκτών».         

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας  η παθογένεια, η οποία κρύβεται πίσω από το σύνδρομο της υπερχρέωσης των νοικοκυριών, αλλά και του δημοσίου σε αρκετές χώρες, δεν είναι τόσο τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού ή/και τα διάφορα χρηματοπιστωτικά εργαλεία – τα όπλα μαζικής καταστροφής δηλαδή, όπως έχουν αποκαλεστεί, τα οποία απλά διευκολύνουν τη διαδικασία. 

Η βασική, γενεσιουργός αιτία είναι το ότι, τα δάνεια αυτά «σπαταλήθηκαν» για καταναλωτικούς και όχι για επενδυτικούς σκοπούς – παρά το ότι γνωρίζουμε πλέον πως η κατανάλωση οφείλει να προέρχεται από τα εισοδήματα, ενώ τα δάνεια είναι εξαιρετικά ωφέλιμα, πόσο μάλλον τα χαμηλότοκα, εάν χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για επενδύσεις.  

Κλείνοντας, όπως σε ένα νοικοκυριό η κατανάλωση δεν πρέπει να ξεπερνάει τα εισοδήματα, έτσι και σε μία χώρα η κατανάλωση δεν πρέπει να υπερβαίνει την παραγωγή – ένας κανόνας, ο οποίος δυστυχώς δεν τηρήθηκε όχι μόνο από την Ελλάδα ή από τον ευρωπαϊκό Νότο (όπου η κατανάλωση και η παραγωγή εξελίχθηκαν εκ διαμέτρου αντίθετα), αλλά ούτε καν από τη Δύση.

Ευτυχώς για την Ελλάδα, η τάση αυτή έχει πλέον αντιστραφεί – κρίνοντας από τον περιορισμό των ελλειμμάτων, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της πατρίδας μας. Το γεγονός αυτό δε είναι το πλέον ελπιδοφόρο μήνυμα για την οικονομία μας – ενώ οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον ιδιωτικό της τομέα.      

Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Πριν από το ξεκίνημα της κρίσης, οι ευρωπαϊκές τράπεζες χρηματοδοτούσαν τόσο τα ελλείμματα, όσο και τα χρέη των χωρών τους, επίσης άλλων κρατών, δανειζόμενες με χαμηλά επιτόκια από την ΕΚΤ και αγοράζοντας ομόλογα δημοσίου – συχνά, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας με μεγάλα, σχεδόν «τοκογλυφικά» κέρδη. Ουσιαστικά λοιπόν οι τράπεζες διέσωζαν τα κράτη, αποκομίζοντας μεγάλα οφέλη. 

Την ίδια εποχή, οι ροές κεφαλαίων (δάνεια) κατευθυνόταν από τον πλεονασματικό Βορά στον ελλειμματικό Νότο, μέσω των εμπορικών τραπεζών – μέχρι το ξεκίνημα της κρίσης, όπου οι εμπορικές τράπεζες του Βορά σταμάτησαν να δανείζουν τις συναδέλφους τους στο Νότο, υποχρεώνοντας την ΕΚΤ να παρέμβει για να αποφευχθεί η παγίδα ρευστότητας (η οποία θα προκαλούσε μαζικές χρεοκοπίες κρατών και τραπεζών).

Στα πλαίσια αυτά, η ΕΚΤ άρχισε να δανείζεται, για παράδειγμα, από τη γερμανική κεντρική τράπεζα, δανείζοντας την Τράπεζα της Ελλάδας – με τη βοήθεια του συστήματος διακανονισμού της Ευρωζώνης (Target II). Σε τελική ανάλυση, οι απαιτήσεις της Bundesbank απέναντι στην ΕΚΤ ξεπέρασαν τα 700 δις € – τα οποία ουσιαστικά οφείλονται στην ΕΚΤ (άρα στη Bundesbank) από την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ιρλανδία κοκ. Παράλληλα, οι ροές των κεφαλαίων αντιστράφηκαν – κατευθυνόμενες πλέον από το Νότο προς το Βορά.      

Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της κρίσης χρέους, τα κράτη διέσωσαν τις χρεοκοπημένες τράπεζες τους – δημιουργώντας «κακές τράπεζες», στις οποίες «παρκάρισαν» τα τοξικά περιουσιακά τους στοιχεία, κυρίως αυτά που προέρχονταν από τα ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης των Η.Π.Α.

Η Ευρώπη, αν και στην αρχή υπέθετε ανόητα ότι, το πρόβλημα αφορούσε μόνο τις αγγλοσαξονικές οικονομίες, ανακάλυψε έντρομη πως οι αμερικανικές τράπεζες είχαν «εξάγει» το 50% των «αποβλήτων» τους στις ευρωπαϊκές «συναδέλφους» τους – ειδικά στις γερμανικές, όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ που ακολουθεί:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Επιλεγμένες κακές τράπεζες της ΕΕ, με τα αποθηκευμένα τοξικά αξιόγραφα κατά την εποχή της ίδρυσης τους, σε δις €

Τράπεζα

Χώρα

Ποσόν

 

 

 

RBS

Βρετανία

270

HRE

Γερμανία

176

WestLB

Γερμανία

78

HSH Nordbank

Γερμανία

77

LBBW

Γερμανία

71

Nama

Ισπανία

71

Bayern LB

Γερμανία

67

Sareb

Ισπανία

55

Societe Generale

Γαλλία

54

Commerzbank

Γερμανία

38

UniCredit

Ιταλία

37

UBS

Ελβετία

28

 

 

 

Σύνολο

 

1.022

Πηγή: McKinsey. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως διαπιστώνεται από τον Πίνακα ΙΙ, μόνο στις επιλεγμένες παραπάνω τράπεζες αποθηκεύτηκαν τοξικά περιουσιακά στοιχεία υποθετικής αξίας 1,022 τρις € – γεγονός που απεικονίζει το τρομακτικό μέγεθος του προβλήματος, ενώ αυξάνει τις πιθανότητες έκρηξης της τραπεζικής βόμβας μεγατόνων, η οποία είναι τοποθετημένη στα θεμέλια του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης.

Από το ποσόν αυτό, τα 507 δις €, το μισό περίπου, αφορά της γερμανικές τράπεζες – παρά το ότι δεν συμμετέχει η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, η Deutsche Bank, η οποία είναι αδύνατον να μη διαθέτει ανάλογα «απόβλητα», ενώ είναι εκτεθειμένη σε τεράστιους άλλους κινδύνους (παράγωγα κλπ.).

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΑΣΗ

Στη δεύτερη φάση της κρίσης, ορισμένα κράτη της Ευρωζώνης διέσωσαν κάποια άλλα, «συνεπικουρούμενα» από την ΕΚΤ – με κύριο στόχο να προλάβουν οι τράπεζες, κυρίως της Γερμανίας και της Γαλλίας, να απομακρυνθούν από τις «διακεκαυμένες ζώνες» με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, έτσι ώστε να μην χρεοκοπήσουν. Η τακτική αυτή βγήκε στην επιφάνεια μετά τον εκβιασμό της Κύπρου, το έγκλημα και την απάτη που το συνόδευσε (ανάλυση μας).

Το Διάγραμμα Ι που ακολουθεί, πηγή του οποίου είναι τα επίσημα στοιχεία της ΕΚΤ, τεκμηριώνει τη μαζική απόσυρση των καταθέσεων από τις κυπριακές τράπεζες, εκ μέρους κυρίως των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών – ενώ η κυβέρνηση του νησιού εμποδιζόταν ή καθυστερούσε σκόπιμα, ενδεχομένως ανόητα, να λάβει μέτρα.


Όπως φαίνεται από την πορεία της κόκκινης γραμμής, οι καταθέσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών αυξήθηκαν απότομα, λόγω των υψηλών επιτοκίων που προσέφεραν ανεύθυνα οι κυπριακές τράπεζες. Στη συνέχεια, οι «Ευρωπαίοι» απέδρασαν μαζικά – με όλους τους άλλους, όπως διαπιστώνεται από τις υπόλοιπες γραμμές, τους μη έχοντες δηλαδή εσωτερική πληροφόρηση, να διατηρούν μία σταθερή πορεία.  

Τελικά, το «έγκλημα εκ προμελέτης» ολοκληρώθηκε από την επόμενη κυπριακή κυβέρνηση – η οποία συμφώνησε με το «ολοκαύτωμα» του βασικότερου πυλώνα της οικονομίας της, ενώ παρέδωσε την πατρίδα της αμαχητί στους εισβολείς.

Συνεχίζοντας, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η ΕΚΤ συνέβαλλε στη διάσωση τόσο των κρατών, αγοράζοντας ομόλογα τους στη δευτερογενή αγορά, όσο και του τραπεζικού συστήματος – εφοδιάζοντας κυρίως τις εμπορικές τράπεζες του Νότου με ρευστότητα (ELA) η οποία, στην περίπτωση της Ελλάδας, ξεπέρασε τα 100 δις €.

Όσον αφορά την Ελλάδα συνέβαλλαν επίσης οι εμπορικές τράπεζες, οι ιδιώτες επενδυτές, τα ασφαλιστικά ταμεία και ο διάφοροι οργανισμοί του δημοσίου – οι οποίοι υποχρεώθηκαν σε διαγραφή μέρους των απαιτήσεων τους (PSI), δημιουργώντας ένα προηγούμενο, ένα «δεδικασμένο» καλύτερα, για χρήση στο μέλλον.

Αντίθετα, στην περίπτωση της Κύπρου υποχρεώθηκαν να συμβάλλουν οι μέτοχοι των τραπεζών, οι ομολογιούχοι, καθώς επίσης οι μεγάλοι καταθέτες τους – δημιουργώντας ένα δεύτερο «δεδικασμένο».

Για τη Γαλλία βέβαια επιλέχθηκε μία ιδιαίτερη, προνομιακή μεταχείριση – το πρόγραμμα STEP (άρθρο μας). Όσον αφορά την Ισπανία, εγκρίθηκε «μη συμβατικά» η χρηματοδότηση των τραπεζών της απ' ευθείας από το ESM – γεγονός που βοήθησε να μην υπαχθεί τελικά η χώρα στην Τρόικα, αφού οι ισπανικές τράπεζες χρησιμοποίησαν τα χρήματα της ΕΚΤ για την αγορά ομολόγων του δημοσίου.

Τέλος, μία αντίστοιχα θετική μεταχείριση είχε και η Ιρλανδία (ανάλυση μας) – επίσης το Βέλγιο, στην περίπτωση των τραπεζών του, ενώ περιμένουμε να δούμε τι θα συμβεί με την Ολλανδία (ανάλυση), η οποία είναι αναμφίβολα το νέο μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης. Πολλά μέτρα και πολλά σταθμά λοιπόν στην Ευρωζώνη – με μοναδικό ουσιαστικά μεγάλο θύμα την Κύπρο, τον ασθενέστερο κρίκο, ακολουθούμενη από την Ελλάδα.   

Η ΤΡΙΤΗ ΦΑΣΗ

Όπως φαίνεται, με την κρίση να εξελίσσεται στο επόμενο στάδιο της, τόσο τα κράτη, όσο και οι τράπεζες θα βρεθούν μαζί στη θέση εκείνων, οι οποίοι θα χρειασθεί να διασωθούν. Αυτή τη φορά, οι «διασώστες» θα είναι από κοινού οι επενδυτές και οι καταθέτες, μικροί και μεγάλοι – οι οποίοι δεν είχαν μέχρι σήμερα ποτέ σκεφθεί ότι, τα χρήματα τους δεν είναι πουθενά τόσο «ευάλωτα», τόσο ανασφαλή, όσο στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Όπως λέγεται δε, τα μοναδικά χρήματα που είναι σίγουρα, είναι αυτά που έχουμε στην τσέπη μας. 

Φυσικά θα συμμετέχουν στη διάσωση και οι φορολογούμενοι – όπως σε όλες τις μέχρι τώρα διασώσεις. Κατά πολλούς δε, τα ασφαλιστικά ταμεία θα είναι αυτά που θα συνδράμουν με τη «μερίδα του λέοντος» – ενώ δεν πρόκειται να εξαιρεθούν οι χώρες του Βορά, οι οποίες είναι «εγκλωβισμένες» αφενός μεν από τα δάνεια τους στην ΕΚΤ, αφετέρου από τη συμμετοχή τους στα πακέτα στήριξης, καθώς επίσης από την έκθεση των τραπεζών τους σε επικίνδυνες πιστώσεις στις ελλειμματικές οικονομίες. Για την τεκμηρίωση των συμπερασμάτων μας αυτών, τα εξής:

Με δεδομένο το συνεχιζόμενο συναλλαγματικό πόλεμο μεταξύ της Δύσης και της Ασίας (ανάλυση μας), καθώς επίσης με τον ενεργειακό (άρθρο μας), οι κεντρικές τράπεζες της «τριάδας» (Η.Π.Α., Ευρώπη, Ιαπωνία), φαίνεται πως συνεργάζονται μυστικά – έχοντας υιοθετήσει μία κοινή πολιτική εκτύπωσης νέων χρημάτων.

Η πολιτική αυτή συνδέεται με τη διατήρηση των βασικών επιτοκίων σε μηδενικά επίπεδα, καθώς επίσης με τη χειραγώγηση της τιμής του χρυσού – έτσι ώστε αφενός μεν να μην υιοθετηθεί ο κανόνας του χρυσού από τη Ρωσία ή την Κίνα, αφετέρου να μην χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο από τους τρομοκρατημένους καταθέτες και επενδυτές.

Την ίδια στιγμή, μελετάται μυστικά η «χρηματοοικονομική καταστολή» (*financial repression) – η υποχρέωση ουσιαστικά των πολιτών να χρηματοδοτούν οι ίδιοι το δημόσιο χρέος της χώρας τους, αγοράζοντας εθνικά ομόλογα μηδενικού επιτοκίου (*επεξήγηση στο τέλος του κειμένου).

Οι κοινές αυτές πολιτικές οδηγούν αναμφίβολα στο να «αλυσοδεθούν» οι χώρες της Δύσης μεταξύ τους – σε έναν ευρύτερο χώρο συγκοινωνούντων δοχείων, ανάλογων με αυτών της ζώνης του ευρώ. Ειδικότερα, όπως οι χώρες της Ευρωζώνης είναι εγκλωβισμένες πια στο ευρώ, μη έχοντας τη δυνατότητα να υιοθετήσουν εθνικά νομίσματα, έτσι σχεδιάζεται να συμβεί και σε ολόκληρη τη Δύση – η οποία δυστυχώς δεν βρίσκει άλλον τρόπο, για να αμυνθεί απέναντι στην Ασία και στις υπόλοιπες ανερχόμενες οικονομίες, απειλούμενη μεταξύ άλλων από το παράδοξο του Minsky (ανάλυση μας).

Εάν από αυτή τη συνεργασία προκύψει κάποιο κοινό δυτικό νόμισμα ή εάν στηριχθούν οι ισοτιμίες σε ένα καλάθι νομισμάτων, αποτελούμενο από δολάρια, γεν, ευρώ, φράγκα κλπ., είναι κάτι που μάλλον μελετάται πολύ σοβαρά – με τη διατήρηση του ευρώ να θεωρείται «εκ των ουκ άνευ» από τους κυρίαρχους των αγορών, παρά τη μη σύμφωνη γνώμη αρκετών πλέον ευρωπαίων πολιτών (με εξαίρεση τους Γερμανούς).    

ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΑΔΙΕΞΟΔΑ

Συνεχίζοντας στο θέμα μας, εν μέσω όλων αυτών των εξελίξεων το διεθνές χρηματοπιστωτικό καζίνο προσπαθεί να μετακινείται εκεί που τα χρήματα κοστίζουν το δυνατόν χαμηλότερα – γεγονός που, σε συνδυασμό με το ότι η «κερδοσκοπία» διεξάγεται με δανεικά, «μοχλευμένα» χρήματα, καθώς επίσης με την «αναζωπύρωση» των δομημένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων στις Η.Π.Α.,  δημιουργεί μία επί πλέον εστία πυρκαγιάς.

Στα πλαίσια αυτά, η μαζική αύξηση της ποσότητας των χρημάτων (εκτύπωση) από τις κεντρικές τράπεζες, παράλληλα με τα χαμηλά επιτόκια, κατευθύνεται από τους διεθνείς επενδυτές στις χρηματιστηριακές αγορές – οδηγώντας όλους τους δείκτες σε συνεχώς νέα υψηλά, τα οποία δεν αιτιολογούνται σε καμία περίπτωση από τις εξαιρετικά αρνητικές συνθήκες (ανεργία, ύφεση κλπ.), οι οποίες επικρατούν στην πραγματική οικονομία.

Ουσιαστικά λοιπόν η μαζική εκτύπωση νέων χρημάτων, οι ενέσεις κορτιζόνης δηλαδή, με τη βοήθεια των οποίων παύει να πονάει ο ασθενής υπογράφοντας ταυτόχρονα τη θανατική καταδίκη του, προκάλεσε εν πρώτοις πληθωρισμό παγίων στοιχείων – ενώ «αντισταθμίσθηκε» από τη μειωμένη ποσότητα εκείνων των χρημάτων, τα οποία (δεν) παράγουν οι εμπορικές τράπεζες, δημιουργώντας συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας στην πραγματική οικονομία. 

Για παράδειγμα, η ποσότητα χρήματος Μ3 στην Ευρώπη, η οποία συμπεριλαμβάνει αφενός μεν τα χρήματα που δημιουργούνται από την ΕΚΤ, αφετέρου αυτά που δημιουργούνται από τις τράπεζες, αυξήθηκε το 2011 μόλις κατά 1,1% μηνιαία – σε σχέση με το 2010. Για σύγκριση το 2007, πριν από την κρίση δηλαδή, η ποσότητα αυτή (Μ3) αυξανόταν κατά 11,2% σε σχέση με το 2010 – γεγονός που σημαίνει ότι, έρχονται συνολικά στην κυκλοφορία λιγότερα χρήματα και όχι περισσότερα, σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.

Βέβαια, η κατάσταση αυτή θα αντιστρεφόταν ραγδαία, όταν αποκαθίστατο η εμπιστοσύνη στις αγορές – οπότε θα άρχιζαν να παράγουν χρήματα, παράλληλα με τις κεντρικές και οι εμπορικές τράπεζες. Εάν τότε, όταν η Δύση δηλαδή επέστρεφε σε φυσιολογικούς ρυθμούς ανάπτυξης, δεν κατάφερναν οι κεντρικές τράπεζες να απορροφήσουν έγκαιρα την υπερβάλλουσα ρευστότητα, δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί ένας μεγάλου μεγέθους πληθωρισμός – κάτι που συνήθως προκαλεί τεράστιες κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις, αφού η αγοραστική αξία των χρημάτων συρρικνώνεται ραγδαία.

Σε κάθε περίπτωση, η απορρόφηση της υπερβάλλουσας ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες είναι μία εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία – αφού παρομοιάζεται με την οδοντόπαστα η οποία, όταν βγει από το σωληνάριο, είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι αδύνατον, να «αναρροφηθεί».          

Η εντύπωση λοιπόν που δημιουργείται σήμερα είναι αυτή ενός «συστήματος χιονοστιβάδας», το οποίο πλησιάζει επικίνδυνα στο ζενίθ του – κάτι που νομοτελειακά ακολουθείται από ένα τόσο μεγάλο κραχ, όσο και η άνοδος που προηγήθηκε. 

Εάν τώρα οι κεντρικές τράπεζες αυξήσουν τα επιτόκια τους, για να αμβλύνουν τις πληθωριστικές πιέσεις, τότε πολλές εμπορικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της χρεοκοπίας – επειδή θα υποχρεωθούν να πληρώσουν υψηλότερα επιτόκια. Θα χρεοκοπήσουν επίσης πολλά ελλειμματικά ή/και υπερχρεωμένα κράτη – μη εξαιρουμένων των Η.Π.Α. οι οποίες βέβαια δεν χρεοκοπούν, αφού πληρώνουν τα χρέη τους σε δολάρια, αλλά βυθίζονται σε ένα οδυνηρό χάος, αντίστοιχο με τη χρεοκοπία.   

Από την άλλη πλευρά, εάν οι κεντρικές τράπεζες επέλεγαν να απορροφήσουν τη ρευστότητα πουλώντας, ως οφείλουν, **ομόλογα, οι επενδυτές θα εγκατέλειπαν μαζικά και ξαφνικά τις αγορές ομολόγων – οπότε πολλές χώρες θα οδηγούνταν στη χρεοκοπία.

Τέλος, εάν οι αγορές τρομοκρατηθούν, διαπιστώνοντας την αδυναμία των κεντρικών τραπεζών να δράσουν ορθολογικά, τότε θα αποσυρθούν «αγελαία» – δημιουργώντας συνθήκες αποπληθωρισμού, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν μαζική μείωση των αξιών των υφισταμένων περιουσιακών στοιχείων. Επομένως, συνθήκες χρεοκοπίας κρατών και τραπεζών. 

«Εμπρός γκρεμός και πίσω ρέμα» λοιπόν, μετά το νομισματικό (μονεταριστικό) εκτροχιασμό της Δύσης. Επομένως, αυτό που φαίνεται ότι θα επιλεχθεί από πολλές χώρες, θα είναι οι περαιτέρω «ειδικές εισφορές» των φορολογουμένων, η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, οι φοροεπιδρομές (ΣΔΟΕ), η δήμευση περιουσιακών στοιχείων, το κούρεμα καταθέσεων, η κήρυξη πολέμων στους φορολογικούς παραδείσους, οι διασώσεις κρατών ή τραπεζών κοκ.

Βέβαια, έως εκείνο το χρονικό σημείο όπου, η νομοτελειακή κατάρρευση θα είναι όσο το δυνατόν λιγότερο καταστροφική – υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι, δεν θα προηγηθεί μία μαζική έξοδος των κεφαλαίων από τη Δύση, προς άλλες κατευθύνσεις. 

ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ

Συμπερασματικά, πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης οι κεντρικές τράπεζες της Δύσης, υιοθετώντας μία υπερβολικότερη από ποτέ, μία μοναδική στην ιστορία  μονεταριστική πολιτική, δημιούργησαν πολλές ταυτόχρονες κερδοσκοπικές φούσκες – στις αγορές μετοχών, εμπορευμάτων, κρατικών ομολόγων και τραπεζικών δανείων.

Όλες αυτές οι αγορές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες μεταξύ τους – μέσω των «μηχανών εκτύπωσης χρημάτων» της αμερικανικής, της ευρωπαϊκής, καθώς επίσης της ιαπωνικής κεντρικής τράπεζας. Μόνο η Fed, καθώς επίσης η BoJ τροφοδοτούν κάθε μήνα την παγκόσμια αγορά με 160 δις νέα δολάρια – με αποτέλεσμα να δημιουργείται η μεγαλύτερη φούσκα όλων των εποχών. 

Στις χρηματοπιστωτικές αγορές η φούσκα διαπιστώνεται πάρα πολύ εύκολα, από τη μέση απόδοση των κερδοσκοπικών μακροπρόθεσμων εταιρικών ομολόγων (Barclays high yield index) σε δολάρια, η οποία έπεσε κάτω από το 5% – σε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό δηλαδή, σε σχέση με την τελευταία κερδοσκοπική υπερβολή, πριν από το ξέσπασμα της κρίσης το 2008.

Την ίδια στιγμή, οι Η.Π.Α. ευρίσκονται σε πορεία ύφεσης – με κριτήριο την τιμή του χαλκού (θεωρείται ως ένας ασφαλής δείκτης ανάπτυξης), η οποία μειώθηκε κατά σχεδόν 20% από την αρχή του έτους. Παράλληλα, το πραγματικό εισόδημα των αμερικανών εργαζομένων περιορίσθηκε κατά 5,8% στο πρώτο τρίμηνο του 2013 (σε ετήσια βάση, χωρίς τις μεταβιβάσεις), σε σύγκριση με το προηγούμενο – γεγονός που σημαίνει ότι, η οικονομία της υπερδύναμης, η οποία στηρίζεται κατά 70% στην κατανάλωση, δεν θα αποφύγει την επιβράδυνση.

Ταυτόχρονα, οι μετοχές του χρηματιστηριακού δείκτη S&P θεωρείται πως διαπραγματεύονται έως και 50% πάνω από την πραγματική αξία τους – ένα μάλλον τρομακτικό ποσοστό. Εκτός αυτού, τα καθαρά περιουσιακά στοιχεία του 93% των αμερικανικών νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 4% (μέσος όρος), μεταξύ των ετών 2009 και 2011 – ενώ του υπολοίπου 7% αυξήθηκαν κατά 28%.

Με δεδομένο λοιπόν το ότι, το μεγαλύτερο πρόβλημα των Η.Π.Α., η μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων επιδεινώνεται, παρά τα μέτρα στήριξης της Fed, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρώπης, με την ανεργία, η αναπόφευκτη ύφεση, με την οποία μάλλον θα ολοκληρωθεί η τρίτη φάση της κρίσης χρέους, φαίνεται πως θα οδηγήσει ξανά εκατομμύρια αμερικανούς στην απώλεια των θέσεων εργασίας και των σπιτιών τους.

Στην περίπτωση όμως μίας νέας, μεγάλης ύφεσης στις Η.Π.Α. (recession), πόσο μάλλον ενός διαφαινόμενου αποπληθωρισμού στη Νότια Ευρώπη (depression), ο οποίος θα οδηγούσε ίσως το Βορά σε ύφεση, οι κεντρικές τράπεζες της Δύσης θα οδηγηθούν σε επικίνδυνα, πρωτόγνωρα μονοπάτια – αφού θα υποχρεωθούν να αποσβέσουν πολλά στοιχεία του ενεργητικού τους.

Με μηδενικά βασικά επιτόκια, καθώς επίσης με υπερδιογκωμένους ισολογισμούς (τόσο η Fed, όσο και η ΕΚΤ, πλησιάζουν τα 4 τρις $), γεμάτους από περιουσιακά στοιχεία αμφιβόλου αξίας, οι δυνατότητες των κεντρικών τραπεζών της Δύσης είναι πλέον εξαιρετικά περιορισμένες – ενώ η ώρα της κρίσης πλησιάζει με πολύ γρήγορο ρυθμό. 

Την ίδια στιγμή, οι Πολίτες της Δύσης, παρά το ότι χειραγωγούνται με διάφορους τρόπους, ακόμη και με «πλαστές» στατιστικές, δεν φαίνεται να είναι πρόθυμοι να υποστούν ακόμη μεγαλύτερες θυσίες – είτε άμεσα (μειώσεις μισθών, αύξηση της φορολογίας, περαιτέρω περιορισμός του κοινωνικού κράτους), είτε έμμεσα (χρηματοπιστωτική καταστολή).

Παράλληλα, ενοχοποιούν όλο και περισσότεροι το ευρώ για την κρίση και την πολιτική λιτότητας στις χώρες τους – γεγονός που δεν μπορεί πλέον να αποκλείσει την κατάρρευση του κοινού νομίσματος (ας ελπίσουμε την ελεγχόμενη, χωρίς να κινδυνεύσει η ειρήνη και η δημοκρατία), ειδικά όταν πληθαίνουν συνεχώς τα «σχέδια Β». 

Σε κάθε περίπτωση, ο διαπιστωμένος συνδυασμός του υπερπληθωρισμού στη χρηματοπιστωτική οικονομία, με την ύφεση έως και αποπληθωρισμό στην πραγματική, ειδικά στην Ευρώπη (στατιστικές ΕΕ), συνεπικουρούμενος από την παγίδα ρευστότητας, στην οποία έχουν οδηγηθεί δυστυχώς πολλά κράτη, ίσως αποδειχθεί θανατηφόρος.

Για παράδειγμα, στην Ιταλία οι περισσότερες επιχειρήσεις δανείζονται μόνο με «τιμωρητικά» επιτόκια – οπότε υφίστανται έμμεσα συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, μεταξύ των ιταλικών και των γερμανικών εταιρειών. Την ίδια στιγμή, η διάσωση των τραπεζών της Ιταλίας από το δημόσιο είναι αδύνατη, λόγω του χρέους, το οποίο πλησιάζει το 130% του ΑΕΠ της – γεγονός που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την παροχή δανείων στην πραγματική οικονομία, οδηγώντας τη χώρα στην ύφεση και στην αυτοκτονία ή στην «ηρωική έξοδο» από το ευρώ.      

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Αν και έχει σημάνει προ πολλού κόκκινος συναγερμός, φαίνεται πως δεν έχει βρεθεί ακόμη η «έξοδος κινδύνου» – εκτός εάν αποφασισθεί τελικά η λήψη ριζικών μέτρων, πριν ξεσπάσουν εμφύλιοι πόλεμοι ή αιματηρές επαναστάσεις.

Για παράδειγμα, ο «ορθολογισμός» (ή η διάλυση) του συστήματος των κεντρικών τραπεζών, η ρύθμιση των χρεών της Δύσης (δημοσίων, επιχειρηματικών και ιδιωτικών), ο ελεγχόμενος πληθωρισμός, τα ευρωομόλογα, ένα καινούργιο νομισματικό σύστημα, με καλυμμένα κατά 100% από καταθέσεις δανειακά χρήματα, καθώς επίσης ένα νέο «new deal» – όπως συνέβη μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο (Bretton Woods). 

 Σημειώσεις κειμένου   

* Σημείωση 1: Η έννοια «χρηματοοικονομική καταστολή» ορίζει τη χειραγώγηση των επιτοκίων στις χρηματοπιστωτικές αγορές εκ μέρους της κυβέρνησης, με τη βοήθεια της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας – έτσι ώστε τόσο οι αποταμιευτές, όσο και οι επενδυτές να υποστούν ζημίες, προς όφελος του κράτους.  

Για παράδειγμα, εάν η κεντρική τράπεζα υιοθετήσει μία πολιτική χαμηλών βασικών επιτοκίων, τότε οι ιδιώτες καταθέτες δεν μπορούν να απαιτήσουν μεγαλύτερα επιτόκια από τις τράπεζες, ακόμη και αν ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος – επειδή οι τράπεζες μπορούν να χρηματοδοτούνται φθηνά από την κεντρική. Με τον τρόπο αυτό διατηρούνται χαμηλά τα επιτόκια των ομολόγων που εκδίδει το δημόσιο – οπότε ουσιαστικά ωφελείται, εις βάρος των αποταμιευτών και επενδυτών.

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους E.Shaw και R.McKinnon, η έννοια αφορά γενικά τα κρατικά μέτρα ρύθμισης των αγορών, με τα οποία μεταφέρεται μέρος των περιουσιακών στοιχείων των ιδιωτών στο δημόσιο. Κατά τους Reinhart και Sbrancia δε, τα ειδικά χαρακτηριστικά της «χρηματοοικονομικής καταστολής» είναι τα εξής:

(α) Τα επιτόκια των δημοσίων χρεών δεν επιτρέπεται να ξεπερνούν ένα ανώτατο όριο.

(β) Οι υφιστάμενες τράπεζες κρατικοποιούνται, ενώ ταυτόχρονα εμποδίζεται η ίδρυση νέων τραπεζών

(γ) Οι κεντρικές τράπεζες υποχρεώνονται να αγοράζουν ομόλογα του κράτους τους ή να τα διατηρούν ως αποθεματικά κεφάλαια.  

(δ)  Επιβάλλεται έλεγχος στη διακίνηση κεφαλαίων

Προφανώς, ορισμένα από τα παραπάνω μέτρα έχουν επιβληθεί ήδη, άμεσα ή έμμεσα, σε κάποιες χώρες – ενώ δεν είναι απίθανο να ληφθούν όλα μαζί στο μέλλον από τα κράτη, εάν δεν βρεθεί τελικά μία λύση στην κρίση χρέους.              

 

** Σημείωση 2: Η Fed, όταν θέλει να αυξήσει την ποσότητα χρήματος στην αγορά, αγοράζει ομόλογα από τις τράπεζες, δίνοντας τους φρεσκοτυπωμένα δολάρια – νέα χρήματα δηλαδή, τα οποία δημιουργεί από το πουθενά. Στην περίπτωση αυτή, λόγω της μεγάλης ζήτησης εκ μέρους της, αυξάνονται οι τιμές (αποδόσεις) των ομολόγων και εγγράφει λογιστικά κέρδη στον Ισολογισμό της.

Αντίθετα, όταν η Fed θέλει να μειώσει την ποσότητα χρήματος, πουλάει ομόλογα στις τράπεζες και εισπράττει χρήματα – τα οποία στη συνέχεια καταστρέφει (επιστρέφουν στο πουθενά). Λόγω όμως της μεγάλης προσφοράς, μειώνονται οι τιμές των ομολόγων και εγγράφει ζημίες στον Ισολογισμό της – με αποτέλεσμα να περιορίζονται ή να χάνονται εντελώς τα κεφάλαια της.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 16. Μαΐου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

Ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ ΤΟΥ ΒΟΣΠΟΡΟΥ

Ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ ΤΟΥ ΒΟΣΠΟΡΟΥ:

Με την πλειοψηφία των επιβατών στα αμπάρια και με την πρώτη θέση να αναζητάει λάφυρα από το διπλανό πλοίο που «παραπαίει», το πλήρωμα χαζεύει την όλη διαδικασία – χωρίς να αντιλαμβάνεται το παγόβουνο, επάνω στο οποίο κινδυνεύει να συντριβεί

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Η επέλαση του ΔΝΤ στην Ευρώπη, με το «μανδύα» της Τρόικας (υπενθυμίζουμε ότι ο μοναδικός πελάτης που του είχε απομείνει το 2007 ήταν η Τουρκία), έχει αφενός μεν έναν κύριο στόχο, αφετέρου αρκετούς παράπλευρους.

Ο κεντρικός στόχος του είναι ασφαλώς η εγκατάσταση της δικτατορίας της ελίτ και του χρηματοπιστωτικού τέρατος στην ήπειρο μας – με την Ελλάδα να έχει διαδραματίσει το ρόλο του πολιορκητικού κριού, του Δούρειου Ίππου καλύτερα, όσον αφορά την Ευρωζώνη.

Πρώτος παράπλευρος στόχος του είναι η ενδυνάμωση των εκάστοτε τοπικών ελίτ στις επί μέρους χώρες – μέσω της δημιουργίας φθηνού, υπάκουου και πειθαρχημένου εργατικού δυναμικού, καθώς επίσης νέων επενδυτικών ευκαιριών, παράλληλα με τον περιορισμό του ανταγωνισμού της μεσαίας τάξης.

Για να μπορέσει να επιτύχει τον πρώτο παράπλευρο στόχο του, «παράγει» μία όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανεργία – ενώ, όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, προωθεί έντονα τις ιδιωτικοποιήσεις. Το τρίτο σκέλος επιτυγχάνεται κυρίως με την υπερβολική αύξηση της φορολογίας η οποία, σε συνδυασμό με την ύφεση που προκαλείται, οδηγεί στη χρεοκοπία χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις – επίσης, στον «αφανισμό» της αστικής τάξης, η οποία αποτελεί το βασικό στήριγμα της δημοκρατίας. 

Ο δεύτερος παράπλευρος στόχος του ΔΝΤ είναι η ενδυνάμωση ορισμένων «χωρών-ελίτ», οι οποίες «εκτρέφονται» από τις ασθενέστερες, με πολλούς και διάφορους τρόπους (εξαγορά παραγωγικών επιχειρήσεων στις «ελλειμματικές», δημιουργία οικονομικών ζωνών ειδικού σκοπού κλπ.). Σκοπός είναι η εγκατάσταση συστημάτων ελέγχου, έτσι ώστε οι Η.Π.Α., ο εργοδότης του, να μπορεί να επιβάλλει τις πάσης φύσεως επιθυμίες του.

Ιδανικότερη «χώρα-φύλακας» στην Ευρώπη είναι ασφαλώς η «αστυνομική», πειθαρχική και αποκρατικοποιημένη πλέον Γερμανία – η οποία είχε «χρησιμοποιηθεί» ανάλογα, για τον έλεγχο της Ρωσίας, κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου.

Ο τρίτος και τελευταίος στόχος του ΔΝΤ είναι η διαχρονική λεηλασία του πλούτου, καθώς επίσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών, εκ μέρους της παγκόσμιας ελίτ – εύκολα και χωρίς ιδιαίτερο κόπο, με τη βοήθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Για να το επιτύχει, οφείλει να «κατακτήσει» το εκάστοτε ξένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, επιτρέποντας στις «χώρες-αποικίες» του αποκλειστικά και μόνο την παραγωγική δραστηριοποίηση τους – τη «βρώμικη δουλειά» (βιομηχανία, εμπόριο, λοιπές υπηρεσίες). Εδώ κατατάσσεται και ο σιωπηλός πόλεμος που διεξάγεται σήμερα, με «πεδίο μάχης» την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος της πατρίδας μας.      

Ανάλυση

Η εισβολή του ΔΝΤ στην Τουρκία πραγματοποιήθηκε το 2001 – όπως έχουμε περιγράψει αναλυτικά στο κείμενο μας «Η λεηλασία της Τουρκίας». Η γειτονική χώρα άντεξε μόλις δύο μήνες μετά το ξέσπασμα της κρίσης – υπογράφοντας ένα εξευτελιστικό μνημόνιο υποτέλειας, μέσω του οποίου οδηγήθηκε στην εξαθλίωση και στον εξευτελισμό των πολιτών της, παράλληλα με την εκποίηση του συνόλου σχεδόν της δημόσιας περιουσίας της.

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, η πατρίδα μας έχει αποδειχθεί πολύ πιο ανθεκτική από την Τουρκία – αφού συνεχίζει να αντιστέκεται, παρά το ότι έχουν περάσει ήδη τρία χρόνια από την εισβολή των «μπράβων» των τοκογλύφων. Ελπίζουμε δε να κερδίσει στο τέλος τον πόλεμο, επειδή θα ήταν άδικο να αποδειχθούν άσκοπες οι θυσίες των Ελλήνων, των Κυπρίων, των Ιρλανδών, των Πορτογάλων και όλων των υπολοίπων, οι οποίοι έχουν «πέσει» στα διάφορα πεδία των μαχών.

Εννοούμε φυσικά τους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους, εκείνους που υποφέρουν λόγω της μείωσης των μισθών και συντάξεων, όσους αναγκάσθηκαν να εκπατρισθούν, αυτούς που δυστυχώς αυτοκτόνησαν, τους ιδιοκτήτες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έκλεισαν, τους πεινασμένους, τους αρρώστους  και όλους τους υπόλοιπους – αφού αυτά είναι τα θύματα των σημερινών οικονομικών πολέμων.

Επιστρέφοντας στην Τουρκία, η παρούσα κυβέρνηση της αφενός μεν «εκποίησε» τη δημόσια περιουσία της στις πολυεθνικές, αφετέρου διεύρυνε την εξαθλίωση των πολιτών της – η οποία συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, παρά τα (κάποτε) υψηλά ποσοστά ανάπτυξης της οικονομίας της.

Ως συνήθως, το ΔΝΤ φροντίζει έτσι ώστε οι πολύ πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι, η μεσαία εισοδηματική τάξη να καταρρέει, ενώ οι φτωχοί φτωχότεροι – γεγονός που έχει αποδειχθεί στη Βραζιλία, στην Αργεντινή και όπου αλλού δραστηριοποιήθηκε, ενώ αποτελεί έναν από τους παράπλευρους στόχους του.

Προσέχει δε πλέον, με ξεκίνημα την εισβολή του στην Τουρκία, να αφήνει αρκετά κενά, «ιούς» καλύτερα στις χώρες που «επιδιορθώνει», έτσι ώστε να χρειαστούν ξανά τις «υπηρεσίες» του – κάτι που δεν φρόντισε όσο έπρεπε στο παρελθόν, κινδυνεύοντας σχεδόν να χρεοκοπήσει. Ειδικά όσον αφορά τη γειτονική χώρα και χωρίς καμία απολύτως εχθρική διάθεση, παρά τις συνεχείς «φραστικές» ή άλλες επιθέσεις της, τα εξής:  

Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα ανήκουν στην καθημερινότητα της Τουρκίας, η οποία κατέχει πανευρωπαϊκά την πρώτη θέση, ευρισκόμενη στην τρίτη θέση παγκοσμίως, σύμφωνα με τη διεθνή οργάνωση εργασίας ILO – ένα πραγματικά θλιβερό ρεκόρ. Όπως λέγεται, η σημερινή κυβέρνηση της δεν ενδιαφέρεται σχεδόν καθόλου για το θέμα – ενώ τα εργατικά συνδικάτα, αποδυναμωμένα εντελώς από τις μεθόδους που εφάρμοσε το ΔΝΤ, είναι αδύνατον να αντισταθούν.

Αναλυτικότερα, οι εικόνες των πεθαμένων εργατών καλύπτουν την επιφάνεια ενός γνωστού πεζόδρομου της Κωνσταντινούπολης – ανθρώπων που όλοι βρήκαν το θάνατο στις θέσεις εργασίας τους: στα ναυπηγεία, στα ορυχεία και στις οικοδομές. Επίσης, στα γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών, οι οποίες σχεδόν δωρίζονται στις χώρες του εξωτερικού – εν μέρει για προπαγάνδα, με την έννοια της «πολιτισμικής εισβολής», κυρίως όμως για να ικανοποιήσουν την «επιδειξιμανία», τη «μεγαλομανία» και τη ματαιοδοξία της κυβέρνησης. 

Μία φορά κάθε μήνα, διαδηλώνουν οι συγγενείς των πεθαμένων εργατών εναντίον της «συλλογικής λήθης» – όπως οι ίδιοι αποκαλούν τη συμπεριφορά τόσο της κοινωνίας, όσο και των «ιθυνόντων», απέναντι σε αυτούς που έχασαν τη ζωή τους στο βωμό της άκρατης «καπιταλιστικής υστερίας», την οποία έχει «εμφυτεύσει» το ΔΝΤ στη χώρα.

Όλοι όσοι διαδηλώνουν πιστεύουν ακράδαντα ότι, δεν πρόκειται για εργατικά ατυχήματα, αλλά για φόνους – για ανθρώπους δηλαδή που δολοφονήθηκαν από εκείνους που έχουν αναγάγει τον «πλουτισμό» (μέσω της, μέχρι θανάτου κυριολεκτικά, εκμετάλλευσης των εργαζομένων), σε επιστήμη.   

Σε πάρα πολλές επιχειρήσεις δεν υπάρχουν καθόλου μέτρα ασφαλείας, ενώ κανένας δεν ενδιαφέρεται για την έλλειψη τους – ούτε καν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, πόσο μάλλον οι εταιρείες, οι οποίες τις θεωρούν περιττό κόστος και ανταγωνιστικό μειονέκτημα.

Η αιτία είναι το ότι, επειδή τα εργατικά ατυχήματα αποτελούν ένα πολύ συχνό φαινόμενο, αφού καθημερινά πεθαίνουν πέντε άνθρωποι, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές της δημόσιας υπηρεσίας κοινωνικής ασφάλειας, έχουν πάψει πλέον να προκαλούν την προσοχή της κοινωνίας. Φυσικά ο πραγματικός αριθμός τους είναι κατά πολύ υψηλότερος – εάν κρίνει κανείς από το εξαιρετικά αυξημένο ποσοστό «μαύρης», αδήλωτης και φθηνής εργασίας δηλαδή, στην Τουρκία.

Σύμφωνα τώρα με τους Τούρκους Πολίτες, "Οι επιχειρήσεις στοχεύουν στο μεγαλύτερο δυνατόν κέρδος, σε όσο πιο μικρό χρονικό διάστημα γίνεται – ενώ η ανθρώπινη ζωή στην Τουρκία δεν έχει καμία απολύτως αξία" – όπως συμβαίνει δυστυχώς και σε αρκετές άλλες υποανάπτυκτες χώρες, τις οποίες επιλέγουν οι δήθεν ανεπτυγμένοι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί, για να παράγουν φθηνά τα προϊόντα τους.

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Το «επιχειρησιακό σύστημα» που υπερισχύει σήμερα στην Τουρκία, είναι η ανάθεση έργου σε υπεργολάβους. Ειδικότερα, οι μεγάλες επιχειρήσεις, τόσο οι ιδιωτικές, όσο και οι εναπομείναντες δημόσιες, αναθέτουν τα έργα ή τις παραγγελίες τους σε μικρότερες, πολύ πιο «ανταγωνιστικές» εταιρείες – φθηνές, επειδή απασχολούν ανειδίκευτους μετανάστες (κατοίκους άλλων περιοχών), με εξαιρετικά χαμηλά ημερομίσθια και ανασφάλιστους (όπως λέγεται, σχεδόν τα εννέα στα δέκα εργατικά ατυχήματα συμβαίνουν στη συγκεκριμένη «σκιώδη» αγορά εργασίας).

Εάν τυχόν συμβεί οτιδήποτε παράνομο στην κατασκευή έργων ή στην παραγωγή προϊόντων, καταδικάζονται από τα αρμόδια δικαστήρια οι υπεργολάβοι – σχεδόν ποτέ οι μεγάλες εταιρείες ανάθεσης έργου. Επειδή δε πρόκειται συνήθως για δικαστικές διαδικασίες, οι οποίες διαρκούν πολλά χρόνια, οι περισσότεροι υπεργολάβοι, εάν τύχει να κατηγορηθούν, εξαφανίζονται – έτσι ώστε να αποφύγουν την ποινή.

Τα παραπάνω δεν συμβαίνουν μόνο στις τούρκικες εταιρείες, αλλά και στις ξένες, οι οποίες κυριαρχούν στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας  –  γεγονός που αποδεικνύεται από το εργατικό ατύχημα που συνέβη σε ένα εμπορικό κέντρο της Κωνσταντινούπολης (Marmara Park), το οποίο κατασκευάσθηκε με εντολή γερμανικής εταιρείας.

Ειδικότερα έντεκα εργαζόμενοι, οι οποίοι είχαν οδηγηθεί για να κοιμηθούν σε νάιλον σκηνές, κατά τη διάρκεια μίας εξαιρετικά κρύας νύχτας, κάηκαν μετά από πυρκαγιά που ξέσπασε λόγω ηλεκτρικού βραχυκυκλώματος. Τα θύματα όμως, η αμοιβή των οποίων ήταν περί τα 2 € την ώρα, είχαν προσληφθεί από κάποιον υπεργολάβο – εναντίον του οποίου ασκήθηκαν ποινικές διώξεις, χωρίς καθόλου να κατηγορηθεί ο γερμανός εντολέας.

Βέβαια, σύμφωνα με τη νέα εργατική νομοθεσία (Ιανουάριος 2013), η οποία προσαρμόστηκε στα ευρωπαϊκά πρότυπα, εάν κάποιος εργαζόμενος θεωρήσει επικίνδυνη την εργασία που του ανατίθεται, μπορεί να αρνηθεί να την εκτελέσει – όπως ισχύει και στην Ευρώπη. Όμως, η ανεργία στην Τουρκία διατηρείται σκόπιμα σε πολύ υψηλά επίπεδα – οπότε οι εργαζόμενοι φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, εάν διαμαρτυρηθούν.

Επομένως, η νομοθεσία είναι ουσιαστικά «δώρο άδωρο» – ιδιαίτερα επειδή τα εργατικά συνδικάτα επιτρέπεται να διαμαρτύρονται ή να διαδηλώνουν, μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Εκτός αυτού, εάν αποκαλυφθεί πως ορισμένοι εργαζόμενοι ανήκουν σε κάποιο συνδικάτο, απολύονται μαζικά – εάν δε προσπαθήσουν να διαμαρτυρηθούν για την απόλυση τους, συλλαμβάνονται και κακοποιούνται από την αστυνομία.

Η κυβέρνηση τώρα της Τουρκίας προσπαθεί απεγνωσμένα να προσελκύσει επενδυτές από ολόκληρο τον πλανήτη, με το εξής «σλόγκαν»: "Διευρυμένος χρόνος εργασίας, φθηνό εργατικό κόστος, το χαμηλότερο ποσοστό ασθένειας στην Ευρώπη και το μεγαλύτερο ωράριο – με 52,9 ώρες εργασίας την εβδομάδα", χωρίς να αναφέρει φυσικά πως τα συγκεκριμένα «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα» έχουν κοστίσει στη χώρα της πάνω από 10.000 θανάτους εργαζομένων τα τελευταία χρόνια.         

Ολοκληρώνοντας, όπως εύλογα υποθέτουν οι περισσότεροι, το συγκεκριμένο σύστημα έχει «εγκατασταθεί» με τις (έμμεσες φυσικά) οδηγίες του ΔΝΤ – έτσι ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της τουρκικής οικονομίας, οπότε να εξοφλούνται τόσο τα χρέη, όσο και οι τόκοι των δανείων της.

Φυσικά, στη όλη διαδικασία έχουν βοηθήσει τα μέγιστα ορισμένα τουρκικά ΜΜΕ (ελίτ!), τα οποία «χειραγώγησαν» την κοινή γνώμη, με τη βοήθεια μίας προπαγάνδας υπέρ των εισβολέων (δεν υπάρχει εναλλακτική λύση κλπ.) – αντίστοιχης με αυτήν κάποιων δικών μας ΜΜΕ, στην Ελλάδα του σήμερα.  

Κάποια από τα κέρδη τώρα, τα οποία προέρχονται από το νέο «σύστημα», οδηγούνται στην τοπική ελίτ, κάποια άλλα στην ευρωπαϊκή, ενώ η μερίδα του λέοντος εισπράττεται από το αχόρταγο χρηματοπιστωτικό θηρίο – έδρα του οποίου είναι (ακόμη) οι Η.Π.Α.  

Η ΑΠΕΙΛΗ ΔΙΔΥΜΗΣ ΕΚΡΗΞΗΣ

Όπως συνέβη και στην Αργεντινή, μετά τη χρεοκοπία και την ύφεση, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα την κατάρρευση του ΑΕΠ της, η οικονομία της Τουρκίας άρχισε να αυξάνεται με έντονους ρυθμούς – αφού προηγήθηκε η «θεραπεία», στην οποία υποβλήθηκε από το ΔΝΤ. Πρόκειται ουσιαστικά για κάτι ανάλογο, με αυτό που παρατηρείται μετά από έναν συμβατικό πόλεμο – όπου, επειδή η χώρα έχει «ισοπεδωθεί» από τους βομβαρδισμούς, η ανάπτυξη είναι εξασφαλισμένη.  

 

Δυστυχώς όμως, στο μεγαλύτερο μέρος της (30%), η ανάπτυξη στηρίχθηκε στις κατασκευές – με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί μία τεράστια υπερβολή ακινήτων (φούσκα), η οποία από στιγμή σε στιγμή θα εκραγεί, με έναν εξαιρετικά εκκωφαντικό θόρυβο.

Φυσικά, όπως συνήθως συμβαίνει, μία τέτοια κρίση συνοδεύεται από μία ανάλογη κρίση του τραπεζικού συστήματος, λόγω επισφαλειών – αφού από αυτό «πηγάζουν» τα στεγαστικά και λοιπά δάνεια. Επομένως, η Τουρκία απειλείται από μία δίδυμη έκρηξη, με πολύ επικίνδυνα επακόλουθα για την οικονομία της.

Το χρηματιστήριο της (ISE 100), αντίστοιχα επίσης με την Αργεντινή, κατάφερε να φτάσει στις 82.000 περίπου μονάδες σήμερα – από 10.500 το 2004 (τρία χρόνια μετά την εισβολή του ΔΝΤ), επιτυγχάνοντας μία πολύ αξιόλογη πρόοδο. Φυσικά αυτοί που κέρδισαν από τη ραγδαία άνοδο δεν ήταν οι εργαζόμενοι ή, έστω, οι μεσοαστοί – αλλά η τοπική ελίτ και, κυρίως, οι ξένοι οικονομικοί κατακτητές.

Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από το ότι, στις εισροές ξένων κεφαλαίων κυριαρχούν οι βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις χαρτοφυλακίου – οι οποίες, το 2012, ήταν 40 δις $, έναντι μόλις 8 δις $ των άμεσων ξένων επενδύσεων. Όπως είναι γνωστό δε, οι περισσότερες χώρες, ακόμη και οι απολύτως υγιείς, καταστρέφονται από τη μαζική φυγή των ξένων κεφαλαίων – η οποία συνήθως συμβαίνει όταν για κάποιο λόγο, ο οποίος δεν αφορά πάντοτε την τοπική οικονομία,  τρομοκρατούνται (αγελαία συμπεριφορά).         

Σε κάθε περίπτωση όμως όταν οι μισθοί, όπως και όλα τα υπόλοιπα κόστη, συμπιέζονται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τα μνημόνια του ΔΝΤ, η κερδοφορία εκείνων των τοπικών επιχειρήσεων που επιβιώνουν αυξάνεται γεωμετρικά – όπως επίσης των ξένων πολυεθνικών, οι οποίες συνήθως αγοράζουν πάμφθηνα και εκκαθαρισμένα από υποχρεώσεις τα «φιλέτα» της εκάστοτε χώρας, στην οποία εισβάλουν οι μπράβοι τους.

Επομένως, η αύξηση των χρηματιστηριακών δεικτών είναι υγιής – έως ότου φυσικά επιστρέψουν οι γνωστές συνθήκες χρεοκοπίας, αφού ο «ιός της πτώχευσης» είναι τοποθετημένος βαθειά μέσα στο αδύναμο κορμί της τουρκικής οικονομίας (όπως διαπιστώνεται τώρα στην Αργεντινή).     

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Ο ρυθμός ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας μειώθηκε απότομα το 2012, κατά 6,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος – οπότε διαμορφώθηκε στο 2,2% (από 8,8% το 2011, στη δεύτερη θέση παγκοσμίως μετά την Κίνα, η ανάπτυξη της οποίας ήταν 9,4%). Το μέγεθος αυτό είναι εξαιρετικά άσχημο για μία αναπτυσσόμενη χώρα, με νεαρό πληθυσμό – ενώ οφείλεται, σύμφωνα με τη τουρκική στατιστική υπηρεσία (TUIK), στον περιορισμό της εσωτερικής ζήτησης (μειώθηκε στο 0,7%, έναντι αύξησης 7,7% το 2011), σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή κρίση χρέους.

Η αντιστροφή της τάσης, η οποία ίσως οδηγήσει στην προβλεπόμενη έκρηξη της φούσκας των ακινήτων, δεν φαίνεται να είναι σύντομα εφικτή. Ο λόγος είναι η υπερχρέωση των τουρκικών νοικοκυριών, σαν αποτέλεσμα του υπερδανεισμού των τελευταίων χρόνων. Πρόκειται ουσιαστικά για την γνωστή μας «παγίδα του χρέους», στην οποία οδηγήθηκαν πολλοί καταναλωτές – μέσω της «γενναιόδωρης» παροχής δανείων μηδενικού επιτοκίου, των περιορισμένων απαιτήσεων για εγγυήσεις, καθώς επίσης διαφόρων άλλων «τραπεζικών τεχνασμάτων».  

 

Όπως υπολογίζεται, περί τα 2.000.000 νεαροί Τούρκοι απειλούνται με κατασχέσεις – ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης των τελευταίων χρόνων βασίσθηκαν εμφανώς στη συγκεκριμένη «χαλαρή» πιστωτική πολιτική, η οποία ακολουθήθηκε από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας.

Κατά την άποψη δε πολλών, αν και η κεντρική τράπεζα της χώρας προσπάθησε να εμποδίσει τη δημιουργία υπερβολών (φούσκες), δεν φαίνεται να τα κατάφερε. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί μας δίνει μία εικόνα των μεγεθών της Τουρκίας:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Μεγέθη της τουρκικής οικονομίας (προβλέψεις 2012), ΑΕΠ σε δις $

Δείκτης

2012

Δείκτης

2012 (σε δις $)

 

 

 

 

ΑΕΠ

783,10

Έλλειμμα τρεχουσών συν.

-59,74

ΑΕΠ κατά κεφαλή

15.000

Εξαγωγές

154,20

Γεωργία

8,9%

Εισαγωγές

225,60

Βιομηχανία

28,1%

Εμπορικό έλλειμμα

-71,40

Υπηρεσίες

63,0%

Συναλλαγματικές ρεζέρβες

93,38

Εργαζόμενοι

εκ. 27,11

Εξωτερικό χρέος

331,40

Ανεργία

9%

Πληθωρισμός

9,1%

Έλλειμμα προϋπολογισμού

*2,60%

Βασικό επιτόκιο (2011)

5,25%

Δημόσιο χρέος / ΑΕΠ

40,40%

Πληθυσμός

80,69 εκ.

* Μάλλον διαμορφώθηκε στο 5,6% εάν τελικά επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες μας – ήτοι στα 44 δις $. Εν τούτοις, η πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας αναθεωρήθηκε πρόσφατα προς τα πάνω – αν και δύσκολα ξεχνάει κανείς την 3Α αξιολόγηση της Lehman Brothers, λίγο πριν τη χρεοκοπία της.    

Πηγή: CIA Factbook. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σε σχέση με τον Πίνακα Ι, όπως συνήθως παρατηρείται στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, το εργατικό δυναμικό είναι χαμηλότερο, όσον αφορά το ποσοστό του επί του συνολικού πληθυσμού, συγκριτικά με τις ανεπτυγμένες (στη Βραζιλία μόλις 20 εκ., έναντι 190 εκ. πληθυσμού!).

Για παράδειγμα, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας, από την ίδια πηγή (CIA), είναι 10,77 εκ. – έναντι 4,95 εκ. εργαζομένων (το 46,0%). Στην Τουρκία όμως είναι 80,69 εκ. έναντι 27,11 εκ. εργαζομένων – ήτοι το 33,6% του συνόλου. Εάν είχαμε την ίδια σχέση, τότε οι εργαζόμενοι στην Τουρκία θα έπρεπε να είναι 37,11 εκ. και όχι 27,11 – οπότε, σε τελική ανάλυση, η Τουρκία έχει πολύ λιγότερες θέσεις εργασίας, από αυτές που διαθέτει η Ελλάδα, ως ποσοστό επί του εκάστοτε πληθυσμού (νεαρότερος πληθυσμός κλπ.).

Περαιτέρω, το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ δεν είναι τόσο χαμηλό, όσο φαίνεται – αφού αφορά μία αναπτυσσόμενη οικονομία, με ελάχιστες υποδομές. Για παράδειγμα, το δημόσιο χρέος της Βουλγαρίας είναι στο 17,9% του ΑΕΠ της – αρκετά πιο χαμηλό δηλαδή, χωρίς όμως να μπορεί να ξεφύγει από την κρίση (οι αυτοκτονίες που σημειώνονται στη χώρα έχουν δυστυχώς ξεπεράσει κάθε προηγούμενο).   

Εκτός αυτού, η Τουρκία έχει πλέον πολύ λιγότερη δημόσια περιουσία – η οποία ουσιαστικά λεηλατήθηκε από τους διεθνείς τοκογλύφους, χωρίς να μειωθεί το δημόσιο χρέος της (σε απόλυτα βέβαια μεγέθη). Αντίθετα, από περίπου 185 δις $ το 2005 (πριν τις αποκρατικοποιήσεις), αναρριχήθηκε σε πάνω από 300 δις $ – παρά το ότι μειώθηκε ελαφρά (παραπλανητικά), ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.  

Συνεχίζοντας, όλα αυτά τα μεγέθη έχουν σχέση με την ισοτιμία του νομίσματος. Εάν λοιπόν υποτιμηθεί η τουρκική λίρα, κάτι καθόλου απίθανο (έχει υποτιμηθεί πάνω από 100% σε σχέση με την ημερομηνία εισαγωγής της – στο 2,32 ως προς το δολάριο, από 1 προς 1), το δημόσιο χρέος, ως προς το ΑΕΠ, θα εκτοξευθεί στα ύψη – αφού θα μειωθεί το ΑΕΠ σε δολάρια, ενώ θα αυξηθεί το χρέος (σε $). Επίσης, θα επιδεινώνονταν πολλά από τα υπόλοιπα οικονομικά της μεγέθη – ιδίως δε ο εξωτερικός δανεισμός (331,4 δις $), ο οποίος ευρίσκεται ήδη σε επικίνδυνα υψηλά επίπεδα.

Από την άλλη πλευρά, εάν τυχόν υπάρξει πρόβλημα με τις τράπεζες της, όπως αναφέραμε παραπάνω, το δημόσιο θα αναγκασθεί να διασώσει τουλάχιστον ορισμένες από αυτές – με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί ανάλογα ο προϋπολογισμός της και στη συνέχεια το δημόσιο χρέος. Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι η Ιρλανδία, με αντίστοιχα σχεδόν προβλήματα, είχε δημόσιο χρέος της τάξης του 30% του ΑΕΠ της πριν από την κρίση, ενώ σήμερα, μετά τη διάσωση των τραπεζών της, έφτασε στο 120%, για να καταλάβουμε τους κινδύνους που ελλοχεύουν στη γείτονα χώρα. 

 

Όσον αφορά τώρα την «αχίλλειο πτέρνα» της Τουρκίας, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το εμπορικό έλλειμμα τα οποία, σε συνδυασμό με τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, δημιουργούν συνήθως εκρηκτικές καταστάσεις, θεωρούμε ότι αποτελούν μία μεγάλη πηγή ανησυχίας.

Πολύ περισσότερο επειδή η ονομαστική αύξηση των εξαγωγών κατά 13,1% το 2012 (κυρίως προς το Ιράκ και τη Β. Αφρική), η οποία περιόρισε κάπως το εμπορικό έλλειμμα, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές χρυσού προς το Ιράν, ύψους 13,3 δις $ – οι οποίες είχαν στόχο την έντεχνη παράκαμψη διεθνών κυρώσεων. Χωρίς το χρυσό, η αύξηση τους ήταν μόλις 4,3% – ενώ μειώθηκαν σημαντικά οι εξαγωγές προς την Ευρώπη.     

Συνεχίζοντας, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, μιμούμενη ανόητα τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη, παρά τα προβληματικά οικονομικά μεγέθη της χώρας της, χαλάρωσε ακόμη περισσότερο τη νομισματική πολιτική της – με αποτέλεσμα να έχει αυξηθεί η πιστωτική επέκταση κατά 25% περίπου, έναντι 16,5% στα τέλη του 2012.

Η ενέργεια της αυτή, η οποία αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στην υποτίμηση της λίρας, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη – πόσο μάλλον όταν η Τουρκία είναι μία πολύ φτωχή χώρα, αφού οι συνολικές καταθέσεις των πολιτών της είναι της τάξης των 573 δις λιρών (περί τα 250 δις $), όταν στην Ελλάδα του κατά οκτώ φορές μικρότερου πληθυσμού ξεπερνούν (πριν «φυγαδευτεί» μεγάλο μέρος τους) τα 350 δις $.

Εάν δε σημειώσει κανείς ότι, το 0,04% των πολιτών της Τουρκίας κατέχει το 50% σχεδόν των συνολικών καταθέσεων, θα κατανοήσει που οδηγεί η συνταγή των παιδιών του Σικάγου, την οποία εφαρμόζει πιστά το ΔΝΤ – στο «άνοιγμα της ψαλίδας» μεταξύ πλούσιων και φτωχών, το οποίο επιδεινώνει τα μέγιστα την κοινωνική συνοχή.

Βέβαια, οι στόχοι που επιδιώκουν οι «σύνδικοι του διαβόλου», απαιτούν μία αρκετά μειωμένη κοινωνική συνοχή. Ακόμη περισσότερο, το χωρισμό μίας κοινωνίας σε αντίπαλα στρατόπεδα και τον κατακερματισμό της – το γνωστό μας «διαίρει και βασίλευε» δηλαδή, γεγονός που διαπιστώνουμε σήμερα και στην Ελλάδα, ελπίζοντας να το αποφύγουμε στο τέλος.               

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η Τουρκία θυμίζει σήμερα ένα εξοπλισμένο με γερμανικά κυρίως όπλα υπερωκεάνιο, με τη συντριπτική πλειοψηφία των επιβατών του στοιβαγμένη στα αμπάρια. Η πρώτη θέση, «εν ανυπαρξία μεσαίας», έχει συνωστισθεί στο πολυτελές κατάστρωμα – επιδιώκοντας να συλλέξει τα λάφυρα ενός διπλανού πλοίου, το οποίο «παραδέρνει στα κύματα», πλέοντας μεταξύ της Σκύλλας και της Χάρυβδης.

Την ίδια στιγμή, το πλήρωμα του υπερωκεανίου «χαζεύει» την όλη διαδικασία – χωρίς να αντιλαμβάνεται το τεράστιο παγόβουνο που διαφαίνεται ήδη στον ορίζοντα, επάνω στο οποίο οδηγείται με συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα. 

Φυσικά δεν ευχόμαστε σε καμία περίπτωση τη συντριβή του διπλανού μας πλοίου, όσο και αν μας ενοχλεί – ενώ είναι δυνατόν να αποφευχθεί, εάν «αφυπνισθεί» το πλήρωμα του αντιλαμβανόμενο ότι, όχι μόνο κινείται προς το μέρος του θανατηφόρου παγόβουνου, αλλά έχει στο πλάι του πολλά άλλα μικρότερα (Συρία, Κουρδιστάν κλπ.), εξίσου απειλητικά.

Ολοκληρώνοντας, όπως διαπιστώνεται από την κατάσταση της γειτονικής μας χώρας, καθώς επίσης πολλών άλλων κρατών στο παρελθόν (Βραζιλία, Αργεντινή κλπ.), η πολιτική που επιβάλλει το ΔΝΤ δημιουργεί «μανιοκαταθλιπτικές» οικονομίες – με τους στόχους που αναφέρθηκαν στην αρχή της ανάλυσης μας. Οφείλουμε λοιπόν να την αποφύγουμε με κάθε θυσία, επιλέγοντας την αντιμετώπιση των προβλημάτων της οικονομίας μας, με δικά μας αποκλειστικά μέσα – όσο και αν μας κοστίσει.

Στα πλαίσια αυτά, αφού προηγουμένως εκδιωχθεί η Τρόικα (πρώτη προτεραιότητα μας), θα πρέπει να είμαστε όλοι πρόθυμοι να συμβάλλουμε στην εξυγίανση της πατρίδας μας, με τα μέσα που ο καθένας μας μπορεί να διαθέσει – έχοντας τη βεβαιότητα ότι, μπορούμε και μόνοι μας να τα καταφέρουμε, αφού έχουμε τη μεγάλη τύχη να ζούμε σε μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, η οποία υποφέρει αποκλειστικά και μόνο από τα δικά μας λάθη και παραλείψεις.

Ο δρόμος αυτός δεν είναι φυσικά εύκολος, ούτε τόσο απλός, όσο ίσως νομίζουμε. Εν τούτοις, είναι απολύτως εφικτός, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρωζώνη – τις οποίες οφείλουμε να περιμένουμε υπομονετικά, απασχολούμενοι με την επίλυση των δικών μας προβλημάτων, έτσι ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι για ότι και αν συμβεί (μηδενισμός διδύμων ελλειμμάτων, αναβίωση της παραγωγική μας βάσης, ορθολογικό επιχειρηματικό πλαίσιο, αύξηση της παραγωγικότητας του δημοσίου τομέα κλπ.).

Ειδικά επειδή, εάν δεν καταπολεμηθούν άμεσα οι ευρωπαϊκές ασυμμετρίες (άρθρο μας), η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει με έναν εκκωφαντικό θόρυβο – κάτι που εμείς τουλάχιστον ευχόμαστε να αποφευχθεί, αφού κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μία πολύ μεγάλη «δοκιμασία» για ολόκληρο τον πλανήτη. Εν τούτοις, οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι, με πρώτη προτεραιότητα ίσως την επέκταση του «ζωτικού εμπορικού χώρου» μας στην Τουρκία, στα Βαλκάνια (στην κάποτε «ζώνη της δραχμής»), καθώς επίσης στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.  


* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 06. Απριλίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.


ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2857.aspx

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ:

Στις επόμενες διαπραγματεύσεις, στη μία μεριά του τραπεζιού θα κάθεται το ΔΝΤ, υποστηρίζοντας τους δανειστές, ενώ στην άλλη η κυβέρνηση, η οποία δεν θα έχει κανέναν με το μέρος της: ούτε τον κυπριακό λαό, ούτε την Ευρώπη, ούτε τη Ρωσία – δυστυχώς

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Μετά τη μάχη της Κρήτης στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουμε σήμερα τη μάχη της Κύπρου στον 3ο Παγκόσμιο – ενεργειακό και συναλλαγματικό αυτή τη φορά, οικονομικό γενικότερα. Πολύ φοβάμαι, ειδικά όσον αφορά τους απλούς Γερμανούς Πολίτες, οι οποίοι υπέφεραν περισσότερο από όλους μας στο παρελθόν ότι, ο πλανήτης δεν θα αντέξει ξανά ένα 4ο Ράιχ και μία πρωσική Γερμανία υποδουλώνοντας την για πάντα" (G. Rap). 

Άρθρο
Όπως φαίνεται μέχρι στιγμής, θα έχουμε μία «συλλογική συνθηκολόγηση» της Κύπρου – γεγονός που σημαίνει πως όταν το Κοινοβούλιο της ψήφισε υπερήφανα την αντίθεση του στη δήμευση των καταθέσεων, καθώς επίσης στην «εισβολή» της Τρόικας, δεν είχε σκεφθεί τα επόμενα βήματα.
Με δεδομένο τώρα το ότι επιβάλλεται η (δήθεν)  γερμανική θέση, σύμφωνα με την οποία δεν θα πρέπει να «φορολογηθούν» τα ποσά κάτω των 100.000 €, αυτό που απομένει είναι η «κατάσχεση» ενός μεγάλου μέρους των υπολοίπων καταθέσεων – οι οποίες, εάν υπολογίζονται σωστά στα 24 δις €, «απαιτούν» συντελεστή δήμευσης ίσο με το 25%, αφού η Κύπρος υποχρεούται να συνεισφέρει στο πακέτο «διάσωσης» της περί τα 5,8 δις €. Δημιουργούνται λοιπόν τρία «δεδικασμένα» για την «σοβιετικού τύπου» σημερινή Ευρωζώνη:
(α) Η «τιμωρία» των πλουσίων καταθετών, ειδικά των  «Ρώσων», μέσω ειδικής παρακράτησης των καταθέσεων τους – εάν βέβαια μπορούν να χαρακτηρισθούν πλούσιοι, όλοι όσοι έχουν αποταμιεύσει πάνω από 100.000 € (ενώ θα ενταθεί η παγκόσμια σύρραξη, λόγω της «επίθεσης» στις καταθέσεις της Ρωσίας). Εάν δε οι καταθέσεις άνω των 100.000 € δεσμευθούν, για ένα απεριόριστο διάστημα, θα έχουμε έναν ακόμη νεωτερισμό. (β) Ο έλεγχος της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων, αφού οι κυπριακές τράπεζες θα έχουν όριο αναλήψεων, όταν ανοίξουν τις «πόρτες» τους και
(γ) Το ξαφνικό, αυθαίρετο κλείσιμο τραπεζών για ένα μη ορισμένο χρονικό διάστημα, εάν το αποφασίσει η ηγεσία της Ευρωζώνης – η Γερμανία δηλαδή, με τη βοήθεια της
ΕΚΤ και της «εκβιαστικής» διακοπής παροχής ρευστότητας (αφού οι χώρες της Ευρωζώνης δεν έχουν ουσιαστικά δικές τους κεντρικές τράπεζες, νομισματική πολιτική κλπ.).
Επειδή δεν πρόκειται φυσικά εδώ για αποφάσεις της Κύπρου αλλά, αντίθετα, για αποφάσεις της Ευρωζώνης, έχουμε την άποψη ότι, τόσο οι μεγάλοι επενδυτές, όσο και οι μικροί καταθέτες, θα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους στο μέλλον τα παραπάνω «δεδικασμένα» – αφενός μεν όσον αφορά τις επενδύσεις τους (μετοχές τραπεζών, ομόλογα κλπ.), αφετέρου την ασφάλεια των χρημάτων τους.
Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε πιθανή τη αποφυγή των ευρωπαϊκών τραπεζών εκ μέρους τους ή, τουλάχιστον, την αύξηση της «ευαισθησίας» τους στο μέλλον, σε ειδήσεις ή απλές διαδόσεις, οι οποίες θα αφορούν τράπεζες και κράτη – κάτι που σίγουρα θα προβληματίσει χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία κλπ.
Αυτό σημαίνει με τη σειρά του ότι, δεν μπορεί παρά να έχει αυξηθεί σημαντικά το ρίσκο πολλαπλών 
«τραπεζικών επιθέσεων» (bank run) σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης – γεγονός που πολύ δύσκολα μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιες καταστάσεις θα μας οδηγήσει, με τις ηγεμονικές βλέψεις της πρωσικής Γερμανίας να αυξάνονται γεωμετρικά.
Επίσης συμπεραίνεται ότι, η 
πίστη στο ευρώ και στην Ευρωζώνη, μετά την άθλια συμπεριφορά της στην Κύπρο, έχει υποστεί σοβαρότατες «ρωγμές» – οι οποίες δεν «υπηρετούν» σίγουρα ούτε το κοινό νόμισμα, αλλά ούτε και την «ιδέα» μίας ενωμένης Ευρώπης των πολιτών της.
Από την άλλη πλευρά τώρα, παραμένει «αιωρούμενο» το ερώτημα, για ποιο λόγιο ακριβώς είναι υποχρεωμένη να δανεισθεί η Κύπρος 17 δις €, από τις χώρες της Ευρώπης – πόσο μάλλον όταν οι καταθέσεις των πολιτών της ανέρχονται στα 40 δις €, με τα οποία θα μπορούσε να οργανωθεί ένας εσωτερικός δανεισμός (εθνικά ομόλογα), χωρίς να υπάρχει ανάγκη προσφυγής της σε οποιονδήποτε μηχανισμό «διάσωσης» (όπως θα έπρεπε να είχε κάνει η Ελλάδα το 2009).
Περαιτέρω, εξ όσων τουλάχιστον έχουν ανακοινωθεί, τα 11 δις € περίπου θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση του χρεοκοπημένου
τραπεζικού της συστήματος – αν και πολύ δύσκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς πως είναι δυνατόν, πως τα κατάφερε δηλαδή να χρεοκοπήσει ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα, έστω υπερμεγέθες («όγκου» 152 δις €), όταν απέναντι του ευρίσκονται καταθέσεις 68 δις €.
Ανεξάρτητα από αυτό, καθώς επίσης από το ότι η Εκκλησία της Κύπρου έχει τοποθετήσει το σύνολο σχεδόν των περιουσιακών της στοιχείων σε μία τράπεζα (κατέχει το 29% της Ελληνικής), η συνολική αξία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κύπρου είναι σήμερα μόλις περί τα 500 εκ. € – έχει λοιπόν σχεδόν καταρρεύσει.
Χωρίς να κρίνουμε την αξία αυτή, η Κύπρος έχει αποφασίσει να διασώσει τις αξίας 500 εκ. € τράπεζες της, «δαπανώντας» 11 δις € από τα χρήματα των φορολογουμένων πολιτών της – δηλαδή, με ένα ποσόν που υπερβαίνει το εικοσαπλάσιο της «τιμής» τους (ενώ δεν γνωρίζουμε εάν είναι αρκετό), όταν τόσο το οικονομικό μοντέλο, όσο και τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χρηματοπιστωτικής της «βιομηχανίας», έχουν πάψει πια να υπάρχουν (έχουν στην κυριολεξία πεθάνει).
«Για να προστατεύσει τις καταθέσεις των πολιτών της, ύψους περί τα 40 δις €», θα μπορούσε να απαντήσει κανείς. Όμως, αφενός μεν οι καταθέσεις αυτές, έως τα 100.000 €, είναι εγγυημένες από την Ευρώπη (ότι και αν σημαίνει αυτή η εγγύηση), αφετέρου θα χανόταν ένα μικρό μόνο μέρος τους, εάν επιλεγόταν η «διεκπεραίωση» των τραπεζών κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας (καλές και κακές τράπεζες, όλες οι καταθέσεις στις καλές, κρατικοποίηση τους κοκ.).
Κατά την άποψη πολλών λοιπόν, πρόκειται για την απόλυτη ανοησία – πόσο μάλλον όταν η διάσωση αυτή, όπου ουσιαστικά απλά «κρατιέται ο ήδη πνιγμένος από τα μαλλιά, για να μη βυθιστεί στο νερό», θα εκτοξεύσει το δημόσιο χρέος της Κύπρου πάνω από το 140% του ΑΕΠ της, σε σχέση με το 80,9% του 2012 (πηγή: CIA).
Φυσικά θα είναι αναμφίβολα ένα μη βιώσιμο χρέος, το οποίο θα συνεχίσει να αυξάνεται, αφενός μεν από την προβλεπόμενη ύφεση, αφετέρου από πολλούς άλλους παράγοντες (ανεργία, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εξαθλίωση κλπ.). Παράλληλα, θα «πρέπει» να εκποιηθούν οι κερδοφόρες, οι στρατηγικές και οι κοινωφελείς δημόσιες επιχειρήσεις της Κύπρου, θα καταλυθεί η εθνική της κυριαρχία, ενώ θα λεηλατηθεί ο υπόγειος πλούτος της – χωρίς όλα αυτά να ωφελήσουν ιδιαίτερα τους πολίτες της.
Ουσιαστικά λοιπόν, η κυβέρνηση της Κύπρου σχεδιάζει να διασώσει κάποιους καταθέτες των τραπεζών, θυσιάζοντας όλους τους υπόλοιπους πολίτες της, καθώς επίσης την ίδια τη χώρα – αφού δεν πρόκειται να αποφύγει τη χρεοκοπία, εκτός εάν διαγραφεί μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους της (γεγονός που φυσικά γνωρίζουν τόσο οι επενδυτές, όσο και οι διεθνείς δανειστές, οι οποίοι θα αποφεύγουν μελλοντικά τη χώρα όπως «ο διάβολος το λιβάνι»).
Ένα επόμενο ερώτημα είναι το ποιος μηχανισμός διάσωσης της Ευρωζώνης θα χρησιμοποιηθεί για την ανακεφαλαιοποίηση των κυπριακών τραπεζών – εάν υποθέσουμε ότι, η κυβέρνηση του νησιού θα επιλέξει τελικά αυτόν τον «τρόπο αυτοκτονίας», αργού θανάτου καλύτερα.
Η καλύτερη επιλογή για την Κύπρο είναι αναμφίβολα η «χρήση» του ESM – η απ' ευθείας χρηματοδότηση των τραπεζών δηλαδή, χωρίς να επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος της. Κάτι τέτοιο όμως δεν προβλέπεται να συμβεί – αφού αφενός μεν πρόκειται για ένα ζημιογόνο εγχείρημα, το οποίο θα απέφευγε το ESM, αφετέρου θα απαιτούσε κάτι αντίστοιχο η Ισπανία, η Ιταλία, η Ελλάδα κοκ., οπότε ο μηχανισμός θα κατέρρεε.
Το «κουτί της Πανδώρας» άνοιξε λοιπόν στην Κύπρο, με ευθύνη τόσο της
Γερμανίας, όσο και της κυβέρνησης του νησιού, η οποία δεν θέλει να δεχθεί το αυτονόητο: το ότι δηλαδή, μετά τους εσφαλμένους χειρισμούς της (ρωσική επένδυση στο Μαρί, κατάσχεση τραπεζικών καταθέσεων κλπ.), η Κύπρος, ως χρηματοπιστωτικό κέντρο, ανήκει πλέον στην Ιστορία – ότι κυριολεκτικά «δολοφονήθηκε».
Δυστυχώς για τους Πολίτες η σωστή λύση, η «διεκπεραίωση» δηλαδή των υπερχρεωμένων και μόνο τραπεζών, περίπου κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας, δεν επιλέχθηκε τελικά – ενώ ουσιαστικά θυσιάστηκαν χωρίς κανένα λόγο.

Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε τη σύγκριση με την Ισλανδία, από την ανάλυση μας «Κύπρος, κρίση και εκβιασμός» – παραθέτοντας τον Πίνακα Ι, ο οποίος αποτυπώνει τα μεγέθη των δύο χωρών σε δολάρια το 2011:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Οικονομικοί δείκτες της Κύπρου και της Ισλανδίας το 2011 (προβλέψεις), σε δις $

Δείκτες

Κύπρος

Ισλανδία

 

 

 

ΑΕΠ

24,95

14,05

Ρυθμός ανάπτυξης

0,5%

3,1%

Γεωργία/ΑΕΠ

2,4%

5,4%

Βιομηχανία/ΑΕΠ

16,5%

24,7%

Υπηρεσίες/ΑΕΠ

81,1%

69,9%

Εργαζόμενοι

414.100

175.700

Ανεργία

7,71%

7,4%

Έλλειμμα προϋπολογισμού

-6,5%

-4,4%

Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ

65,8%

128,3%

Εξαγωγές

2,16

5,3

Εισαγωγές

8,03

4,5

Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα

-5,87

0,80

Εμπορικό έλλειμμα/ΑΕΠ

-23,53%

5,69%

Εξωτερικό χρέος

35,87

124,5

Εξωτερικό χρέος/ΑΕΠ

143,7%

886,1%

Πηγή: CIA World Factbook. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου ήταν το εμπορικό έλλειμμα (πλεόνασμα η Ισλανδία), σε σχέση με το ΑΕΠ – με τη γεωμετρική αύξηση του δημοσίου και εξωτερικού χρέους της Ισλανδίας, λόγω της υπερχρέωσης των τραπεζών της, να δείχνει το δρόμο που θα οδηγηθεί η Κύπρος, η οποία πάσχει (επί πλέον) από την ίδια ασθένεια.    

Η «ειδοποιός» διαφορά φυσικά μεταξύ των δύο χωρών, η οποία αποδείχθηκε μοιραία για το νησί μας, είναι αφενός μεν το νόμισμα, αφετέρου η συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τη «γεωπολιτική» της θέση – αφού η Ισλανδία, σε μία σχετικά ουδέτερη γεωγραφική ζώνη, είχε την (επώδυνη) δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματος της, καθώς επίσης την ανεξαρτησία, αλλά και το θάρρος, να αρνηθεί μέχρι τέλους την ανάληψη των τραπεζικών χρεών από τους Πολίτες της (αν και συνυπολογίζονται ακόμη στα εξωτερικά χρέη της). 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το μέλλον των πολιτών της Κύπρου θα είναι μάλλον εφιαλτικό – αφού, ότι και αν τελικά αποφασιστεί για τους καταθέτες, στις επόμενες διαπραγματεύσεις στη μία μεριά του τραπεζιού θα κάθεται το ΔΝΤ, το οποίο θα υποστηρίζει τους δανειστές του νησιού, ενώ στην άλλη η κυβέρνηση, η οποία δεν θα έχει κανέναν με το μέρος της: ούτε τον κυπριακό λαό, ούτε την Ευρώπη, ούτε τη Ρωσία.

Δυστυχώς, το πολύπαθο νησί βρέθηκε απροετοίμαστο «στο μάτι του κυκλώνα» – έχοντας πλέον να επιλέξει μεταξύ της Σκύλλας και της Χάρυβδης, όπως κάποτε (αλλά και σήμερα ακόμη) η Ελλάδα.

Φυσικά ευχόμαστε και ελπίζουμε να καταφέρουν να επιβιώσουν οι πολίτες της στην καταιγίδα που αναμένεται να πλήξει με μανία όχι μόνο την Κύπρο, αλλά ολόκληρη την Ευρωζώνη – «ευχές» που ισχύουν επίσης για την πατρίδα μας, η οποία συνεχίζει δυστυχώς να «προδίδει» τους φίλους της, καθώς επίσης να «άγεται και να φέρεται» από τους δανειστές της, αποτελώντας πλέον προτεκτοράτο τους.   

 

ΥΓ: Η στρατηγική της αναβολής (στην Κύπρο σήμερα, για παραδειγματισμό – στην Ελλάδα από το 2010 και εντεύθεν, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία κοκ.).

"Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια «αντιλαϊκή» απόφαση (όπως για παράδειγμα η πολιτική λιτότητας, η εκποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων, το κούρεμα των καταθέσεων, η φοροεπιδρομή στα ακίνητα κλπ.), είναι να την παρουσιάσει κανείς ως «οδυνηρή μεν, αλλά αναγκαία» – αποσπώντας την συναίνεση του κοινού στο παρόν, για την εφαρμογή της στο μέλλον. Η αιτία είναι το ότι, είναι πάντοτε πιο εύκολο να αποδεχθεί κάποιος αντί μιας άμεσης θυσίας, μια μελλοντική – πριν από όλα, επειδή η προσπάθεια δεν πρέπει να καταβληθεί άμεσα.

Στη συνέχεια, επειδή το «κοινό» έχει πάντα την τάση να ελπίζει με αφέλεια ότι, «όλα θα πάνε καλύτερα αύριο», καθώς επίσης πως μπορεί, τελικά, να αποφύγει τη θυσία που του ζήτησαν, συμβιβάζεται και συνθηκολογεί.

Φυσικά, μια τέτοια τεχνική αφήνει στο «λαό» ένα κάποιο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε οι Πολίτες να συνηθίσουν στην ιδέα της αλλαγής και να την αποδεχθούν «μοιρολατρικά» – όταν κριθεί ότι έφθασε το πλήρωμα του χρόνου για την (εκ)τέλεσή της". 

 

Σημείωση: Σύνδεσμος ραδιοφωνικής συνομιλίας 22.03.2013, με τίτλο: «Όσο η Γερμανία παραμένει στο ευρώ, η Ευρωζώνη δεν θα έχει καμία τύχη». Η επόμενη ημέρα της Κύπρου, καθώς επίσης το σχέδιο διάσωσης της Γερμανίας, στο κείμενο «Η ρωσική ετυμηγορία».           


Βασίλης Βιλιάρδος, Αθήνα, 23. Μαρτίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2841.aspx

Θα αρπάξουν μέρος των καταθέσεων και των Ελλήνων;

Θα αρπάξουν μέρος των καταθέσεων και των Ελλήνων;

 

Του Γιώργου Δελαστίκ

 

Εκατομμύρια Ελληνες αναρωτιούνται ανήσυχοι: Θα βάλει χέρι και στις δικές μας καταθέσεις η συγκυβέρνηση Σαμαρά, Βενιζέλου, Κουβέλη όπως έκανε και ο δεξιός πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Αναστασιάδης σε συνεργασία με τους Γερμανούς;

Ευνόητο είναι φυσικά ότι ελάχιστοι είναι αυτοί που πιστεύουν τον υπουργό Οικονομικών, τον πρωθυπουργό ή οποιονδήποτε αρχηγό των κυβερνητικών κομμάτων ή υπουργό που διαβεβαιώνει ότι δήθεν «αποκλείεται» να γίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει πολιτικός ηγέτης στον κόσμο που να λέει στους πολίτες της δικής του χώρας ότι σκοπεύει να τους αρπάξει τμήμα των καταθέσεών τους ή και όλα τα χρήματα που έχουν στις τράπεζες.

Απλούστατα, τους τα αρπάζει χωρίς προαναγγελία! Δυστυχώς, η πιθανότητα να καταληστευθούν και οι Έλληνες καταθέτες κατά το πρότυπο των Κυπρίων είναι εξαιρετικά αυξημένη. Όχι μόνο και όχι τόσο λόγω των προθέσεων των Σαμαρά, Βενιζέλου, Κουβέλη.

Πρωτίστως λόγω της γραμμής της Γερμανίας, η οποία αποφάσισε αντί να δίνει δάνεια για να σώζονται οι τράπεζες άλλων χωρών, να κατάσχονται ολόκληρες ή εν μέρει οι καταθέσεις όποιας τράπεζας βρίσκεται σε κίνδυνο! Με το κόλπο αυτό αφενός θα μαζεύονται όλο και περισσότερες καταθέσεις στις γερμανικές τράπεζες όπου δικαίως θα θεωρούνται πιο σίγουρα τα χρήματα που οι κάτοχοί τους θέλουν για οποιονδήποτε λόγο να παραμείνουν στην Ευρωζώνη και αφετέρου θα υπονομεύονται όλο και περισσότερο οι οικονομίες των χωρών της υπόλοιπης Ευρωζώνης, καθιστώντας τις κυβερνήσεις τους όλο και πιο υπάκουες στο Βερολίνο και στις εντολές του.

Ο Ολλανδός πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ήταν σαφέστατος στην αρχική δήλωσή του που αποκάλυπτε πλήρως τον στρατηγικό σχεδιασμό για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης: «Η Κύπρος είναι το νέο μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο η Ευρωζώνη θα παρεμβαίνει στις χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση και έχουν μεγάλο τραπεζικό τομέα. Την κρίση θα την πληρώνουν μέτοχοι και καταθέτες και όχι οι φορολογούμενοι μέσω των προγραμμάτων διάσωσης. Το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε για την Κύπρο αντιπροσωπεύει ένα νέο μοντέλο λύσης τραπεζικών προβλημάτων στην Ευρωζώνη. Ίσως και άλλες χώρες χρειαστεί να αναδιαρθρώσουν τον τραπεζικό τους τομέα» δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωζώνης στην περιβόητη συνέντευξή του. «Την κρίση θα την πληρώνουν μέτοχοι και καταθέτες»! Θα την πληρώνουν και οι καταθέτες, αυτή είναι η νέα θέση των ηγετών της Ευρωζώνης.

Δεν το είπαν μόνο, το επέβαλαν κιόλας εμπράκτως στην περίπτωση της Κύπρου, καταληστεύοντας τους κατόχους καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ σε ποσοστό που τώρα αρχίζουν να αποκαλύπτουν ότι μπορεί να φτάσει και στο… 60% (!!!) για τις καταθέσεις στην Τράπεζα Κύπρου και το 90%, ίσως και περισσότερο στη Λαϊκή Τράπεζα που την έκλεισαν. Για να δώσουν δηλαδή δάνεια «βοήθειας» στην Κύπρο 10 δισεκατομμυρίων ευρώ, θα αρπάξουν από τους καταθέτες στις κυπριακές τράπεζες πάνω από… 20 δισεκατομμύρια, ίσως και περισσότερα! Δεν είναι όμως μόνο οι μεγαλοκαταθέτες από 100.000 και πάνω που θα χάνουν τα λεφτά τους. Το Eurogroup στην αρχική του απόφαση για κατάσχεση τμήματος των καταθέσεων από το πρώτο ευρώ, ούτε «λάθος» έκανε ούτε «παρασύρθηκε» από τους Κύπριους κυβερνώντες που δήθεν αποπειράθηκαν να φορολογήσουν και τον κοσμάκη για να γλιτώσουν τη βαρύτερη φορολόγηση οι πλούσιοι. Αυτά είναι παραμύθια για μικρά παιδιά. Σιγά μην άκουγε ο Σόιμπλε τον Αναστασιάδη που τον έχει του κλώτσου και του μπάτσου! Σιγά μην… παρέσυρε ο Αναστασιάδης τον Σόιμπλε!

Οι Γερμανοί ήθελαν να στείλουν το μήνυμα προς όλους τους λαούς της Ευρώπης ότι από εδώ και πέρα οι καταθέσεις τους θα κατάσχονται και αυτό το μήνυμα το έστειλαν με επιτυχία. Όλοι οι πολίτες της Ευρωζώνης πανικοβλήθηκαν. Όσο για τα συμπεράσματα που έβγαλαν στην καγκελαρία από τη ληστεία των καταθέσεων στην Κύπρο, δεν προοιωνίζονται τίποτα καλό για το μέλλον των καταθέσεων στην Ευρώπη.

Εκτιμούν ότι η κατάσχεση των καταθέσεων πέτυχε απόλυτα, ξεπερνώντας και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις τους! «Δεν παρατηρήθηκε σε άλλες χώρες? μόλυνση? από την Κύπρο. Ακόμη και στην ίδια τη χώρα δεν σημειώθηκε ο επίφοβος πανικός και οι αντιδράσεις στο εξωτερικό ήταν μάλλον συγκρατημένες» έγραφε χαρακτηριστικά στο κυριακάτικο φύλλο της προχθές η «Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε» με έκδηλη ικανοποίηση, σε σχεδόν ολοσέλιδη ανάλυση που είχε τον χαρακτηριστικό και κατηγορηματικό τίτλο «Η Κύπρος είναι μοντέλο για την Ευρώπη»!

Ανομολόγητα δηλαδή οι Γερμανοί μετάνιωσαν που μέχρι τώρα δεν είχαν προωθήσει την πολιτική της κατάσχεσης καταθέσεων. Αλίμονό μας!

ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ Αρθρογράφοι «E» 3/4/2013, http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22792&subid=2&pubid=63806754

ΤΡΙΠΛΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ

ΤΡΙΠΛΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ:

Τα περίπλοκα συστήματα καταναλώνουν όλους τους υφιστάμενους πόρους και καταρρέουν καταστροφικά – εάν μεταφέρει κανείς τις ιδιότητες αυτές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, θα κατανοήσει τι θα συμβεί, εάν συνεχισθεί ο παγκόσμιος πόλεμος

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Η δυσκολία δεν βρίσκεται στις καινούργιες ιδέες, στην έλλειψη τους δηλαδή ή στον τρόπο εφαρμογής τους, αλλά στην αδυναμία μας να ξεφύγουμε από τις παλιές" (Keynes).

 

"Είμαστε μάρτυρες όχι μόνο μίας προσωρινής, παροδικής οικονομικής κρίσης, καθώς επίσης μίας προβληματικής ανάκαμψης (φαινομένων που επιδεινώνονται ίσως εξαιτίας της κατάρρευσης των υφισταμένων οικονομικών και πολιτικών συστημάτων), αλλά και συμπτωμάτων μίας μόνιμης απώλειας σε δυναμικότητα, η οποία πρέπει να αναμένουμε ότι θα συνεχισθεί – απηχώντας έτσι το κυρίαρχο θέμα των τελευταίων σκηνών του υπαρκτού, φιλελεύθερου καπιταλισμού. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να βγάλουμε συμπεράσματα για το μέλλον, από τις εμπειρίες ή/και τις μεθόδους του χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν" (Schumpeter, με προσθήκες).

Ανάλυση

Σε προηγούμενη ανάλυση μας με τον τίτλο «Το αμερικανικό πείραμα», αναφερθήκαμε στον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζει την κρίση η Federal Reserve – μονεταριστικά όπως τεκμηριώσαμε, με τη συνεχή αύξηση της ποσότητας χρήματος (ποσοτική χαλάρωση, QE 1, 2, 3), σε συνδυασμό με τα χαμηλά βασικά επιτόκια.

Με τη μέθοδο αυτή όμως, τα έσοδα της Fed από τους τόκους περιορίζονται, προς όφελος των εμπορικών τραπεζών (Citi Group, Goldman Sachs, JP Morgan, HSBC κλπ.) και εις βάρος του εξαιρετικά ελλειμματικού προϋπολογισμού της υπερδύναμης – αφού τα κέρδη της, τα οποία μεταφέρονται στα δημόσια ταμεία, είναι χαμηλότερα. Κατ' επέκταση, αυξάνεται το ήδη τεράστιο κρατικό χρέος των Η.Π.Α., επειδή σε αυτό εκβάλλουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού.

Για παράδειγμα, εάν η Fed αύξανε το βασικό της επιτόκιο σε ένα 2-3%, όπως θα ήταν σήμερα φυσιολογικό, αφού ο ρυθμός ανάπτυξης είναι ανάλογος, υπολογίζεται ότι θα κέρδιζε ετήσια περί τα 400 δις $ επί πλέον – γεγονός που σημαίνει ότι, αφού δεν το κάνει, μεταφέρει έμμεσα τα δισεκατομμύρια αυτά από τις «τσέπες» των Αμερικανών φορολογουμένων, στα ταμεία των τραπεζών, οι οποίες μπορούν να πληρώνουν υψηλότερες αμοιβές και προμήθειες (bonus) στο προσωπικό τους (εκτός του ότι ενισχύεται ο πληθωρισμός, μειώνεται αντίστοιχα το βιοτικό επίπεδο των χαμηλών εισοδηματικών τάξεων, δημιουργούνται επικίνδυνες φούσκες κοκ.).       

Επομένως πολύ σωστά λέγεται ότι, «κανένας δεν κλέβει τόσο πολλά χρήματα, όσο ο Bernanke», καθώς επίσης πως η κεντρική τράπεζα λειτουργεί, χωρίς καμία αμφιβολία, εις βάρος των αμερικανών πολιτών, τους οποίους χρησιμοποιεί ως πειραματόζωα – εφαρμόζοντας πιστά τη θεωρία του M. Friedman, το σημαντικότερο ελάττωμα της οποίας είναι ο παράγοντας V (ταχύτητα της κυκλοφορίας του χρήματος).

Το ότι δε η Fed «αγοράζει» πλέον το 80% των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου σημαίνει ότι, τόσο η Κίνα, όσο και οι υπόλοιποι παραδοσιακοί δανειστές των Η.Π.Α., έχουν κατανοήσει πλήρως το «στημένο παιχνίδι» – ενώ δεν έχουν καμία διάθεση να συνεχίσουν να χάνουν τα χρήματα τους.   

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ

Η κατ' επίφαση τώρα δημοκρατική κυβέρνηση των Η.Π.Α. φαίνεται να έχει επιλέξει μία άλλη, διαμετρικά αντίθετη οικονομική «συνταγή» – επίσης καταδικασμένη σε αποτυχία, όπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια. Ειδικότερα, φαίνεται πως εφαρμόζει τη θεωρία του πολλαπλασιαστή του Keynes, η οποία στηρίζεται στην υπόθεση ότι, το κάθε ένα δολάριο που δαπανά το κράτος (Deficit Spending), προκαλεί αύξηση του συνολικού ΑΕΠ, μεγαλύτερη από ένα δολάριο – εάν συμπεριλάβει κανείς όλα τα δευτερεύοντα αποτελέσματα (effects).   

Αναλυτικότερα η βάση, το θεμέλιο καλύτερα της οικονομικής θεωρίας του Keynes, είναι η συνολική ζήτηση – δηλαδή, το άθροισμα όλων των δαπανών στο εσωτερικό μίας Οικονομίας, καθώς επίσης των επενδύσεων. Στα πλαίσια αυτά, για παράδειγμα, όταν ένας εργαζόμενος απολύεται, δεν χάνει μόνο το μισθό του, αλλά περιορίζει ταυτόχρονα τα έξοδα του, την κατανάλωση του – γεγονός που οδηγεί στη μείωση των εισοδημάτων των υπολοίπων «συντελεστών» της αγοράς, με αποτέλεσμα να απολύονται και άλλοι εργαζόμενοι, να περιορίζεται η κατανάλωση, να μειώνονται οι επενδύσεις, να εντείνεται η ύφεση κοκ.  

Σύμφωνα τώρα με τον Keynes, το κράτος οφείλει να επέμβει σε μία τέτοια κατάσταση, με τελικό στόχο να αναπληρώσει τα χρήματα που δεν δαπανώνται – έτσι ώστε να αυξηθεί ξανά η συνολική ζήτηση. Μέσω των κρατικών «παρεμβάσεων» λοιπόν (δημόσιες επενδύσεις κλπ.), επιτυγχάνεται η αντιστροφή της τάσης – οδηγείται δηλαδή η οικονομία σε αναπτυξιακούς ρυθμούς. 

Το πρόβλημα στη συγκεκριμένη θεωρία είναι το ότι, οι κυβερνήσεις δεν έχουν δικά τους χρήματα – οπότε είναι υποχρεωμένες είτε να τυπώσουν καινούργια, είτε να τα εισπράξουν από τους πολίτες αυξάνοντας τους φόρους, είτε να τα δανεισθούν, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τα εξής προβλήματα:

(α) Τυπώνοντας νέα χρήματα, αυξάνοντας δηλαδή την ποσότητα των υφισταμένων, μπορεί κανείς να επιτύχει μία ονομαστική ανάπτυξη, αλλά προκαλείται παράλληλα πληθωρισμός – οπότε, σε μακροπρόθεσμη βάση, η πραγματική ανάπτυξη παραμένει αναλλοίωτη, δεν αυξάνεται, ενώ τtο νόμισμα καταστρέφεται. 

(β) Μέσω της φορολόγησης, το κράτος έχει μεν τη δυνατότητα να δαπανήσει περισσότερα χρήματα, αλλά τα χρήματα αυτά αφαιρούνται ταυτόχρονα από τον ιδιωτικό τομέα – με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι ιδιωτικές επενδύσεις, καθώς επίσης η κατανάλωση, οπότε δεν αναθερμαίνεται η ζήτηση και δεν προκαλείται ανάπτυξη (πόσο μάλλον όταν, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, η φορολογία αυξάνεται, ενώ το κράτος μειώνει παράλληλα τις δαπάνες του – η απόλυτη συνταγή χρεοκοπίας).  

(γ) Με τη βοήθεια του δανεισμού του κράτους, ιδίως από το εσωτερικό του, αφαιρούνται επίσης χρήματα από τον ιδιωτικό του τομέα – οπότε η ανάπτυξη που προκαλείται από την αύξηση των κρατικών δαπανών (δημόσιες επενδύσεις) εξουδετερώνεται ουσιαστικά, από τη μείωση της κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων. 

Η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος επιχειρείται με τη βοήθεια του πολλαπλασιαστή, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω. Στα πλαίσια αυτά θεωρείται ότι, επειδή το κάθε δολάριο που δαπανά το κράτος προκαλεί ανάπτυξη μεγαλύτερη από αυτό, είναι εύλογη η απόκτηση χρημάτων εκ μέρους του, με έναν από τους τρεις τρόπους που αναλύσαμε.

Επομένως, το βασικό θέμα που ανακύπτει είναι το πόσο παραπάνω από ένα δολάριο είναι η ανάπτυξη, η οποία επιτυγχάνεται με τη διάθεση του από το κράτος – ποιός δηλαδή είναι ο πολλαπλασιαστής. Σύμφωνα τώρα με «προπαρασκευαστικές» μελέτες κατ' εντολή της αμερικανικής κυβέρνησης (2009), ο πολλαπλασιαστής τοποθετήθηκε στο 1,54 – γεγονός που σημαίνει ότι, κάθε δολάριο που θα ξόδευε το δημόσιο, θα προκαλούσε ανάπτυξη ίση με 1,54 $.

Επειδή τώρα η κυβέρνηση Obama αποφάσισε να δαπανήσει 787 δις $ για να αντιμετωπίσει την προβλεπόμενη ύφεση της αμερικανικής οικονομίας, έγινε αποδεκτό ότι, τα χρήματα αυτά θα προκαλούσαν μία επί πλέον αύξηση της ζήτησης, ίση με 425 δις $, στα συνολικά 1,212 τρις $ (787 Χ 1,54). Την ίδια περίπου εποχή όμως, δημοσιεύθηκε μία άλλη μελέτη, με βάση την οποία ο πολλαπλασιαστής ήταν μικρότερος του 1 – ότι δηλαδή η ανάπτυξη που θα προκαλούσε κάθε δολάριο, θα ήταν μικρότερη από αυτό (0,96).

Χωρίς να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, όπως αποδείχθηκε από την πράξη, ο πολλαπλασιαστής διαμορφώθηκε στο 0,67 το 2010, καθώς επίσης στο 0,48 το 2011 – γεγονός που σημαίνει πως τελικά το πρόγραμμα της κυβέρνησης ζημίωσε τις Η.Π.Α., αφού το 2011 το κάθε δολάριο που δαπάνησε το δημόσιο, μείωσε την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα κατά 0,60 $ (οπότε, μεταξύ άλλων, εμπόδισε τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας).

Σε γενικές γραμμές τεκμηριώθηκε λοιπόν ότι, η συγκεκριμένη θεωρία του Keynes ισχύει μόνο υπό τις εξής προϋποθέσεις:

(α) Όταν μία οικονομία αντιμετωπίζει μία κρίση ρευστότητας και όχι μία *κρίση φερεγγυότητας (υπερχρέωσης), όπως συμβαίνει σήμερα σε πολλές χώρες της Δύσης.

(β) Σε περιόδους ελαφρών υφέσεων – κάτι που δεν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί πλέον ότι ισχύει, σε κανένα σχεδόν από τα κράτη της Δυτικής Τρόικας (Η.Π.Α., Ευρώπη, Ιαπωνία).

(γ) Σε ορισμένες μόνο οικονομίες, οι οποίες δεν υποφέρουν από υψηλά δημόσια χρέη και ελλείμματα στους προϋπολογισμούς τους, όταν εισέρχονται σε υφέσεις.

Σε κάθε περίπτωση, επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά στις Η.Π.Α. μία παλαιότερη οικονομική θεωρία (C. Christ), σύμφωνα με την οποία τόσο τα μονεταριστικά, όσο και τα κεϋνσιανά «εργαλεία», λειτουργούν μόνο σε εκείνες τις οικονομίες, οι οποίες εμφανίζουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς στο ξεκίνημα μίας κρίσης.

Ειδικά όσον αφορά την υπερδύναμη, η οποία έχει ένα εξαιρετικά υψηλό δημόσιο χρέος (περί τα 15 τρις $), μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό της (1,2 τρις $ το 2010, περί το 1,6 τρις $ το 2011), ενώ αντιμετωπίζει μία τεράστια κρίση φερεγγυότητας, το πρόγραμμα της αύξησης των δημοσίων δαπανών αφενός μεν εκτόξευσε το έλλειμμα, αφετέρου «έκαψε» (ξόδεψε) χωρίς κανένα λόγο, πολύτιμους χρηματικούς πόρους.

Ολοκληρώνοντας, ουσιαστικά συνέβη κάτι ανάλογο και στη Ελλάδα, από την αντίθετη πλευρά, όπου επίσης αποδείχθηκε ότι, ο αμερικανικός συντελεστής (ΔΝΤ) ήταν λανθασμένος – επειδή η μείωση των δαπανών του δημοσίου προκάλεσε μία πολύ μεγαλύτερη ύφεση, από την αναμενόμενη (συντελεστής στο 1,70 περίπου).     

ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η συνδυασμένη εφαρμογή της θεωρίας του Keynes από την αμερικανική κυβέρνηση, με τη μονεταριστική πολιτική της κεντρικής τράπεζας, καθώς επίσης η διάσωση των «συστημικών» τραπεζών, βοήθησε βραχυπρόθεσμα την αμερικανική οικονομία – μακροπρόθεσμα όμως θα έχει πολύ δυσμενή επακόλουθα, αφού λειτούργησε αφενός μεν εις βάρος της πλειοψηφίας των αμερικανών πολιτών, αφετέρου εις βάρος των δανειστών τους, επειδή δεν πρόκειται να αποφευχθεί η ραγδαία υποτίμηση του δολαρίου.

Ίσως οφείλουμε να προσθέσουμε εδώ ότι, η υποτίμηση ενός νομίσματος έχει σε τελική ανάλυση τα ίδια αποτελέσματα, με τη δήμευση των καταθέσεωντην οποία υιοθέτησε η Ευρωζώνη στην περίπτωση της Κύπρου.

Στη μία περίπτωση (υποτίμηση) μειώνεται η αγοραστική αξία των χρημάτων, άρα αντίστοιχα οι καταθέσεις, ενώ στην άλλη μειώνονται τα ίδια τα χρήματα (καταθέσεις), αλλά παραμένει σταθερή η αγοραστική τους αξία. Κάτι αντίστοιχο λοιπόν που συμβαίνει με την εσωτερική υποτίμηση που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, η οποία έχει πρακτικά τα ίδια επακόλουθα, με την επιλογή της μεθόδου του πληθωρισμού – με τη διαφορά ότι, ο πληθωρισμός προκαλεί μικρότερες αντιδράσεις των εργαζομένων, αφού δεν μειώνονται οι ονομαστικές τους αμοιβές. Εν τούτοις, υπάρχουν οι εξής μεγάλες διαφορές, μεταξύ των δύο επιλογών:

(α) Στη μία περίπτωση (εσωτερική υποτίμηση), οι μεγάλοι χαμένοι είναι οι οφειλέτες – αφού τα εισοδήματα τους μειώνονται, ενώ οι υποχρεώσεις τους παραμένουν σταθερές. Οι μεγάλοι κερδισμένοι εδώ είναι οι δανειστές (μεταξύ των οποίων οι τράπεζες, εάν δεν «πληγούν» από επισφάλειες), καθώς επίσης οι καταθέτες.

Το γεγονός αυτό επεξηγεί γιατί επιλέχθηκε και επιβλήθηκε στην Ευρώπη από τη Γερμανία – η οποία είναι αφενός μεν ο μεγαλύτερος δανειστής, αφετέρου οι πολίτες της έχουν τις υψηλότερες καταθέσεις, καθώς επίσης τη χαμηλότερη ακίνητη περιουσία (η αξία της οποίας επίσης περιορίζεται, όταν επιλέγεται η εσωτερική υποτίμηση).

(β) Στη δεύτερη περίπτωση, στον πληθωρισμό δηλαδή, οι μεγάλοι χαμένοι είναι οι δανειστές και οι καταθέτες, ενώ οι μεγάλοι κερδισμένοι οι οφειλέτες – αφού τα ονομαστικά εισοδήματα των τελευταίων αυξάνονται, ενώ οι πραγματικές υποχρεώσεις τους μειώνονται, με την ταυτόχρονη (πληθωριστική) μείωση της αγοραστικής αξίας των χρημάτων των δανειστών και καταθετών (οι ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας, όπως και άλλων αξιών, ανήκουν εδώ επίσης στους κερδισμένους).   

Το γεγονός αυτό επεξηγεί γιατί επέλεξαν τη συγκεκριμένη πληθωριστική λύση οι Η.Π.Α., ο μεγαλύτερος οφειλέτης του πλανήτη – ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύει την τεράστια ανοησία των υπερχρεωμένων και ελλειμματικών οικονομιών της Ευρωζώνης, οι ηγέτες των οποίων «συντάχθηκαν», είτε ενδοτικά, είτε από απερισκεψία, είτε από ανεπάρκεια (δεν υπάρχει άλλη αιτία), με τις απαιτήσεις της Γερμανίας. 

Συμπερασματικά λοιπόν, οι λύσεις που επιλέγονται κάθε φορά, εξυπηρετούν αυτούς που τις επιβάλλουν – είτε εκμεταλλευόμενοι τη δύναμη τους, είτε την ανοησία των «εταίρων» τους, είτε και τα δύο.

Ειδικά όσον αφορά τις Η.Π.Α., επειδή ο κύριος δανειστής τους, η Κίνα, δεν είναι ούτε αδύναμος, ούτε ανόητος, οι συγκεκριμένες επιλογές τους θα εντείνουν τον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο, ο οποίος ευρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη – με αποτελέσματα που είναι αδύνατον να προβλεφθούν, επειδή η ισχύς των Η.Π.Α. είναι σήμερα μάλλον ουτοπική, αφού η οικονομία τους κρέμεται κυριολεκτικά σε μία κλωστή.

Η ΤΡΙΤΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ

Η οικονομία των Η.Π.Α. στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο χρηματοπιστωτικό σύστημα – βασικό θεμέλιο του οποίου είναι η έννοια των «αποτελεσματικών αγορών». Πίσω από την έννοια αυτή ευρίσκεται η πεποίθηση ότι, οι επενδυτές ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για την αύξηση των κερδών τους – με αποτέλεσμα να αντιδρούν άμεσα και ορθολογικά, σε οποιαδήποτε σημάδια «αλλαγής της τάσης» ή σε νέες πληροφορίες, οι οποίες αφορούν τις επενδύσεις τους.  

Κατ' επέκταση, επειδή οι αγορές επεξεργάζονται αμέσως, σωστά και ορθολογικά όλες τις πληροφορίες, οι μελλοντικές διακυμάνσεις των τιμών είναι αυθαίρετες – υπόκεινται δηλαδή στο τυχαίο, όπως συμβαίνει και με το «ρίξιμο των ζαριών». Επειδή τώρα τα μη σημαντικά γεγονότα είναι συχνότερα, ενώ τα εξαιρετικά σημαντικά σπανιότερα, εάν συμπεριλάβει κανείς σε έναν μαθηματικό τύπο τις πιθανότητες, τότε μπορεί να προϋπολογίσει το ρίσκο – το οποίο είναι φυσιολογικά κατανεμημένο.

Η πεποίθηση αυτή οδήγησε, κυρίως τις Η.Π.Α., στη δημιουργία των «χρηματοπιστωτικών όπλων μαζικής καταστροφής» – μεταξύ άλλων, επειδή θα μπορούσε (δήθεν) να προϋπολογισθεί το ρίσκο οποιασδήποτε επένδυσης. Εν τούτοις, η πεποίθηση αυτή είναι εσφαλμένη, αφού έχει πλέον τεκμηριωθεί επαρκώς ότι, οι αγορές δεν είναι αποτελεσματικές, οι τιμές δεν συμπεριφέρονται αυθαίρετα, ενώ το ρίσκο δεν είναι κατανεμημένο φυσιολογικά.

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομερείς επεξηγήσεις, η χρηματοπιστωτική βιομηχανία των Η.Π.Α. παρομοιάσθηκε με έναν ουρανοξύστη, ο οποίος είχε κατασκευασθεί επάνω στην κινούμενη άμμο της λανθασμένης θεωρίας της αποτελεσματικότητας των αγορών, καθώς επίσης της εσφαλμένης πεποίθησης περί φυσιολογικής κατανομής του ρίσκου – με την τελευταία να έχει οδηγήσει τις τράπεζες στην παροχή ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης, στα σύνθετα προϊόντα (CDO's κλπ.), καθώς επίσης σε πολλές άλλες επενδύσεις υψηλού ρίσκου, προκαλώντας τη χρεοκοπία τους (στη συνέχεια στη διάσωση τους, εις βάρος των φορολογουμένων πολιτών και της οικονομίας εν γένει). 

Εν τούτοις, η υπερδύναμη δεν έχει καμία δυνατότητα επιβίωσης, χωρίς τη βοήθεια του χρηματοπιστωτικού της συστήματος – οπότε παραμένει πιστή και στην τρίτη αυτή συνταγή αποτυχίας, όπως επίσης στις δύο προηγούμενες, παρά το ότι γνωρίζει ότι, στη δική της περίπτωση, είναι εντελώς εσφαλμένες. 

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, η αντίστροφη μέτρηση της ωρολογιακής βόμβας στα θεμέλια του πλανήτη, δεν έχει σε καμία περίπτωση σταματήσει – οπότε, είτε θα υπάρξει κάποια στιγμή μία κραυγαλέα αθέτηση πληρωμών (ονομαστική ή πληθωριστική) εκ μέρους των Η.Π.Α., παράλληλα ενδεχομένως με το κλείσιμο των συνόρων (προστατευτισμός, όπως σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους), είτε πόλεμος, είτε ένας συνδυασμός και των δύο. 

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΠΛΟΚΟΤΗΤΑΣ

Αν και η ονομασία της φαίνεται προβληματική, επειδή συγχέεται με την πολυπλοκότητα, ενώ  έχει καμία σχέση μαζί της, είναι η πλέον σύγχρονη οικονομική θεωρία – στηρίζεται δε στις παρακάτω πολύ απλές υποθέσεις:

(α) Τα περίπλοκα συστήματα δεν είναι οργανωμένα από επάνω προς τα κάτω, αλλά σχηματίζονται από μόνα τους – μέσω μίας εξελικτικής διαδικασίας, στην οποία συμμετέχουν αλληλοεπιδρώντα μεταξύ τους, αμέτρητα αυτόνομα μέρη.  

(β) Τα συστήματα αυτά διαθέτουν «αναδυόμενα» χαρακτηριστικά – γεγονός που σημαίνει τεχνικά ότι, το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των επί μέρους στοιχείων, τα οποία το συνθέτουν. Επίσης ότι, η συμπεριφορά του συνολικού συστήματος δεν συμπεραίνεται από την προσεκτική παρατήρηση της συμπεριφοράς των επί μέρους στοιχείων του – είναι εντελώς διαφορετική.

(γ) Τα περίπλοκα συστήματα εξαρτώνται από «εκθετικά» μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας. Η ενέργεια αυτή μπορεί να έχει πολλές μορφές. Αποφασιστικής σημασίας είναι όμως το γεγονός ότι, οι ανάγκες ενέργειας, όταν το σύστημα μεγεθύνεται δέκα φορές, αυξάνονται κατά τον παράγοντα χίλια (10 στην τρίτη δύναμη, στον κύβο). Απλούστερα, ο δεκαπλασιασμός ενός τέτοιου συστήματος απαιτεί χιλιαπλάσια ενέργεια, για να συνεχίσει να λειτουργεί κοκ. – μία σχέση εντελώς ασύμφορη.

(δ) Τα συστήματα αυτά τείνουν νομοτελειακά στην καταστροφική κατάρρευση τους – μία εξαιρετικά σημαντική ιδιαιτερότητα, η οποία υποκρύπτει πολύ μεγάλους κινδύνους και απειλές.

Το τρίτο και το τέταρτο από τα παραπάνω «αξιώματα», τα οποία διέπουν τα περίπλοκα συστήματα, είναι σε απόλυτη σχέση μεταξύ τους – αφού σημαίνουν ότι, όταν ένα περίπλοκο σύστημα ξεπεράσει ένα ορισμένο μέγεθος, σταματάει η τροφοδοσία του με ενέργεια (επειδή, λόγω της εκθετικής σχέσης μεγέθους και απαιτούμενης ενέργειας, παύουν να υπάρχουν αρκετοί πόροι στη διάθεση του). 

Σε γενικές γραμμές λοιπόν, τα περίπλοκα συστήματα δημιουργούνται αυθόρμητα, συμπεριφέρονται απρόβλεπτα, καταναλώνουν όλους τους υφιστάμενους πόρους και καταρρέουν καταστροφικά – γεγονός που σημαίνει ότι, εάν μεταφέρει κανείς το παράδειγμα αυτό στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των Η.Π.Α. ή ολόκληρης της Δύσης, καθώς επίσης γενικότερα στον πλανήτη, θα κατανοήσει τι θα συμβεί εάν συνεχισθεί ο υπόγειος παγκόσμιος πόλεμος, η λεηλασία του φυσικού περιβάλλοντος κοκ. (Εικόνα)

 

 

Η παραπάνω θεωρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλά φυσικά συστήματα, όπως στο κλίμα, στη σεισμολογία κοκ. Επίσης σε συστήματα κατασκευασμένα από τον άνθρωπο, όπως στο διαδίκτυο, στο χρηματοπιστωτικό κλάδο, στην υπέρ-επιχειρήσεις κοκ. Ειδικά όμως όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές αγορές, η ανθρώπινη φύση λειτουργεί ενισχυτικά στις περιπλοκότητα τους – με πολύ πιο καταστροφικά αποτελέσματα, συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο περίπλοκο σύστημα.

Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται, μεταξύ άλλων, από την «αυτοεκπληρούμενη προφητεία», όσον αφορά την πρόκληση μελλοντικών εξελίξεων στα χρηματιστήρια (οι διαδόσεις για τη χρεοκοπία μίας υγιέστατης τράπεζας, την οδηγούν τελικά στη χρεοκοπία, άρα στην επιβεβαίωση της λανθασμένης πρόβλεψης, λόγω bank run κλπ.).

Επομένως, ο οικονομικός πόλεμος που βιώνουμε σήμερα, μπορεί τελικά να έχει πολύ πιο καταστροφικά αποτελέσματα, από όσα ένας απλός συμβατικός πόλεμος – παρά το ότι είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς κάτι τέτοιο. 

ΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΙ

Ολοκληρώνοντας την ανάλυση μας, είναι ίσως σωστό να αναφερθούμε στους φορολογικούς παραδείσους – αφενός μεν επειδή εντείνουν την περιπλοκότητα του σημερινού οικονομικού συστήματος (συγκεντρώνουν καταθέτες από πολλές χώρες, προκαλείται μαζική απόσυρση κεφαλαίων, σε τυχόν «επιπλοκές» κλπ.), αφετέρου λόγω του ότι η παραπάνω τριπλή συνταγή αποτυχίας, επιδεινώνεται από τη συνεχή αύξηση του μεγέθους των πολυεθνικών – των παγκόσμιων εταιρειών καλύτερα, αφού δεν έχουν πλέον «πατρίδα».

Οι εταιρείες αυτές μειώνουν, μεταξύ άλλων, επικίνδυνα τη φορολογική βάση των κρατών, επειδή αποφεύγουν να πληρώσουν φόρους εισοδήματος – εγκαθιστάμενες, μαζί με την εκάστοτε ελίτ, σε φορολογικούς παραδείσους. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ξένα περιουσιακά στοιχεία σε φορολογικούς παραδείσους (σε ποσοστά) – κυριότεροι καταθέτες τους δε δις $

Φορολογικός παράδεισος

Ποσοστό

Κυριότεροι Καταθέτες

Ποσά

 

 

 

 

Μ. Βρετανία (συμπ. Jersey, Guernsey)

12%

Κίνα

1.189

Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ

13%

Ρωσία

798

Καραϊβική και Παναμάς

13%

Ν. Κορέα

779

Ιρλανδία και νησιά του καναλιού

13%

Βραζιλία

520

Ελβετία

27%

Κουβέιτ

496

Η.Π.Α.

8%

Μεξικό

417

Λουξεμβούργο

6%

Βενεζουέλα

406

Λοιπά

8%

Αργεντινή

399

 

 

Ινδονησία

331

 

 

Σαουδική Αραβία

308

Σημείωση: Η Τουρκία, στην οποία δημιουργείται ήδη μία τεράστια φούσκα, δεν διαθέτει μεγάλους καταθέτες, παρά το ότι δραστηριοποιήθηκε το ΔΝΤ, λόγω  του ότι είναι πολύ φτωχή – αφού το σύνολο των καταθέσεων υπολογίζεται στα 230 δις €, είναι χαμηλότερες δηλαδή από τις ελληνικές, με το 45% όμως να ανήκει μόλις στο 0,4% των πολιτών της.    

Πηγή: Faz. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος   

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, οι καλύτεροι «πελάτες» των φορολογικών παραδείσων προέρχονται κυρίως από χώρες, στις οποίες έχει δραστηριοποιηθεί στο παρελθόν το ΔΝΤ – ενώ οι Η.Π.Α. διευκολύνουν επίσης τους ιδιοκτήτες κεφαλαίων, όσον αφορά τη φορολόγηση τους, παρά τα όσα κατά καιρούς λέγονται.

Με την ευκαιρία τώρα του θέματος που δημιουργήθηκε πρόσφατα στην Κύπρο (μέγεθος του τραπεζικού της τομέα), θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε εδώ τον Πίνακα ΙΙ, έτσι ώστε να έχουμε μία ακριβέστερη εικόνα:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Σύνολο ισολογισμού των τραπεζών, σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας τους

Χώρα

Ισολογισμοί / ΑΕΠ

 

 

Cayman Islands

51.590%

Guernsey

7.031%

Jersey

5.509%

Μάλτα

792%

Ιρλανδία

718%

Κύπρος

716%

Χώρες απλά για σύγκριση

 

Ευρωζώνη (μέσος όρος)

345%

Γερμανία

317%

Πηγή: Boston Consulting, Bloomberg. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Με βάση τον Πίνακα ΙΙ διαπιστώνεται ότι, οι συνολικοί ισολογισμοί των τραπεζών στους φορολογικούς παραδείσους είναι πολύ υψηλοί, σε σχέση με το ΑΕΠ τους. Εν τούτοις, οι αντίστοιχοι της Κύπρου είναι χαμηλότεροι από αυτούς της Μάλτας και της Ιρλανδίας – ενώ, όσον αφορά την Ελλάδα (υπολογίζονταν στο 200% πριν την κρίση), είναι μικρότεροι από το μέσον όρο της Ευρωζώνης, καθώς επίσης της Γερμανίας (η οποία έχει ένα πολύ προβληματικό τραπεζικό σύστημα).    

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως συμπεραίνεται από την ανάλυση μας, καθώς επίσης από πολλές άλλες, η κατάσταση στον πλανήτη σήμερα είναι οριακή – αφού αρκεί το πέταγμα μίας πεταλούδας, μία μικρή σπίθα καλύτερα, για να ξεσπάσει μία τεράστια πυρκαγιά, η οποία θα κατάστρεφε τα πάντα στο πέρασμα της.

Τόσο η (ασύμμετρη) παγκοσμιοποίηση, όσο και η «δικτύωση» ολόκληρου του πλανήτη, έχουν δημιουργήσει ένα εξαιρετικά μεγάλο, περίπλοκο σύστημα, το οποίο έχει αυτονομηθεί πλήρως – ακολουθώντας τους δικούς του «χαοτικούς» κανόνες.

Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε πια πολύ προσεκτικοί, όσον αφορά τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε και τους κανόνες που τοποθετούμε – απαιτώντας από τους άλλους να τους τηρήσουν. Επίσης, το σημαντικότερο ίσως όλων, οφείλει να πάψει ο κάθε πολίτης και η κάθε χώρα, λιγότερο ή περισσότερο ισχυρή, να τοποθετεί τα δικά της συμφέροντα, πριν από τα συμφέροντα όλων των άλλων.

Ο λόγος που απαιτείται σήμερα μία τέτοια αλληλέγγυα συμπεριφορά δεν είναι σε καμία περίπτωση ηθικός αλλά, αποκλειστικά και μόνο, «ωφελιμιστικός» – επειδή τα πάντα είναι διασυνδεδεμένα και αλληλοεπιδρώντα μεταξύ τους, ενώ μία «πυρηνική έκρηξη» είναι δυνατόν να πυροδοτηθεί από κάπου που δεν το περιμένει κανείς – ακόμη και από μία μικρή χώρα του πλανήτη, όπως η Κύπρος ή η Μάλτα, την οποία θεωρούν ελάχιστοι «συστημικά επικίνδυνη» (πόσο μάλλον από μία μεγαλύτερη).

 

* Σημείωση: Κρίση ρευστότητας έχουμε σε ένα κράτος (όπως και σε μία επιχείρηση), όταν τα περιουσιακά του στοιχεία είναι μεν υψηλότερα από το συνολικό δανεισμό του, όταν ο Ισολογισμός του δηλαδή είναι θετικός, αλλά δεν διαχειρίζονται σωστά – οπότε δημιουργούν ζημίες (ελλείμματα) στον προϋπολογισμό του. Σε μία επιχείρηση, όταν έχουν συναφθεί βραχυπρόθεσμα δάνεια για την κάλυψη μακροπρόθεσμων, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να πληρωθούν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, όταν υπάρχουν πολλά πάγια και έλλειψη χρηματικών διαθεσίμων (κεφαλαίων κίνησης) κλπ.  Η Ελλάδα αντιμετώπιζε μία κρίση ρευστότητας, η οποία όμως επιλέχθηκε δυστυχώς να καταπολεμηθεί σαν μία κρίση φερεγγυότητας – με τα δυσμενή επακόλουθα που βιώνουμε σήμερα.

Αντίθετα, αναφερόμαστε σε μία κρίση φερεγγυότητας, όταν τα περιουσιακά στοιχεία ενός κράτους είναι λιγότερα, από τα συνολικά χρέη του – όταν δηλαδή ο ισολογισμός του είναι αρνητικός. Τέτοιου είδους κρίση αντιμετωπίζει σήμερα η Μ. Βρετανία (έχει σχεδόν μηδενική δημόσια περιουσία), η Πορτογαλία σε κάποιο βαθμό και πολλές άλλες χώρες.

Δυστυχώς για όλους μας, η Τρόικα έχει τοποθετήσει όλα τα κράτη σε ένα τσουβάλι, εφαρμόζοντας την ίδια αποτυχημένη συνταγή – κατ' εντολή της Γερμανίας, αφού το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η είσπραξη των απαιτήσεων της, καθώς επίσης η προστασία των καταθέσεων των πολιτών της. Συνολικά για την Ευρώπη, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης είναι ο ελεγχόμενος πληθωρισμός (4-6%), παράλληλα με το μερικό πάγωμα των χρεών (άρθρο μας).

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 30. Μαρτίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2848.aspx

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΤΟ ΧΑΟΣ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΤΟ ΧΑΟΣ:

Η μεγαλύτερη ληστεία στην ιστορία της ανθρωπότητας έχει ήδη ξεκινήσει από την Κύπρο – με τη δήμευση τραπεζικών καταθέσεων σε πολλές χώρες, καθώς επίσης με τη χρεοκοπία της Γερμανίας, να μην αποτελούν καθόλου απίθανες εξελίξεις

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Ακόμη και ο πιο συνετός άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει ήρεμα και ειρηνικά, όταν αυτό δεν αρέσει στο γείτονα του", είχε πει χαρακτηριστικά ο F. Schiller

Στα πλαίσια αυτά, τόσο το παράδειγμα της Κύπρου, όσο και αυτό της Ελλάδας, όπως επίσης των άλλων χωρών που θα ακολουθήσουν, τεκμηριώνει με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο το ότι, δεν υπάρχει τρόπος ειρηνικής συμβίωσης με τη Γερμανία στην Ευρωζώνη.

Εν τούτοις, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να εγκαταλείψει η Ελλάδα το κοινό νόμισμα – πόσο μάλλον να αποδράσουν όλες οι χώρες από το Ευρώ (κάτι που θα συμβεί αργά ή γρήγορα), αφού αρκεί να φύγει μόνο ένας: η Γερμανία.

Χωρίς φυσικά να έχουμε τίποτα εναντίον των Γερμανών πολιτών θεωρούμε ότι, είναι δικό τους θέμα η αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργεί η σημερινή κυβέρνηση τους στους ίδιους – με σημαντικότερο ίσως όλων, την ξαφνική αναβίωση του φαντάσματος του ναζισμού".

Άρθρο

Μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στην Κύπρο γνωρίζουμε όλοι ότι, τα τεράστια χρέη που έχουν συσσωρευτεί στον πλανήτη, είναι εγγυημένα με τις ιδιωτικές καταθέσεις – με τα περιουσιακά στοιχεία όχι μόνο των κρατών, αλλά και των ιδιωτών, για την ακρίβεια.  

Επειδή δεν θέλουμε να αναλωθούμε σε κουραστικές λεπτομέρειες, μετά από όλα όσα έχουν γραφτεί για τη συνεχιζόμενη κρίση χρέους, θα περιορισθούμε σε ορισμένα βασικά στοιχεία – τα οποία θα έπρεπε να σκεφθούν όλοι οι Ευρωπαίοι Πολίτες, επιλέγοντας οι ίδιοι τον τρόπο, με τον οποίο θα συμπεριφερθούν στο μέλλον:

(α) Τα σημερινά χάρτινα χρήματα, μετά την κατάργηση του κανόνα του χρυσού από τις Η.Π.Α. (1971), δεν έχουν απολύτως κανένα αντίκρισμα – ενώ ένα νόμισμα είναι υποχρεωτικό να έχει κάποιο αντίκρισμα, εάν δεν θέλει κανείς να προκληθούν τρομακτικές καταστάσεις. Η μόνη αξία τους είναι η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο ότι μπορούν να αγοράσουν άλλα αγαθά, σε μία προκαθορισμένη τιμή ανταλλαγής – η οποία όμως, η εμπιστοσύνη δηλαδή, έχει μάλλον καταρρεύσει σήμερα.  

(β) Το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα (άρθρο μας Τραπεζική Βόμβα Μεγατόνων), έχει συνολικό μέγεθος σήμερα, ίσο με 35,8 τρις €. Αυτό σημαίνει ότι, είναι τριπλάσιο από το ΑΕΠ της Ευρώπης – οπότε εντελώς αδύνατον να ελεγχθεί, εάν τυχόν συμβεί κάτι απρόοπτο.

(γ) Το σύστημα αυτό είναι επίσημα μοχλευμένο 26 φορές – δηλαδή, για κάθε 26 € που επενδύουν οι τράπεζες, υπάρχει μόνο 1 € στα συρτάρια τους. Συνολικά λοιπόν, από τα 35,8 τρις €, ευρίσκονται μόλις 1,4 τρις € στα χρηματοκιβώτια των τραπεζών – ενώ δεν είναι απίθανο να υπάρχουν ακόμη λιγότερα, αφού πολλοί ειδικοί ισχυρίζονται πως η μόχλευση δεν είναι στην πραγματικότητα 1:26, αλλά 1:50 (σχεδόν διπλάσια).

(δ) Το παραπάνω γεγονός σημαίνει με τη σειρά του ότι, εάν τυχόν συμβεί μία τραπεζική επίθεση (bank run), τότε ο κάθε καταθέτης θα εισπράξει μόλις το 2% των καταθέσεων του στις τράπεζες – ή, από μία διαφορετική οπτική γωνία, μόλις το 2% των ευρωπαίων πολιτών θα προλάβει να εισπράξει τις καταθέσεις του, εάν τρέξει γρηγορότερα στις τράπεζες, από όλους τους άλλους.  

(ε) Ο ισολογισμός της ΕΚΤ, όπως και της Fed, είναι ένα υποθετικό οικοδόμημα – αφού  τόσο το ενεργητικό, όσο και το παθητικό τους, απεικονίζονται με την αξία, την οποία φαντάζονται, θα ήθελαν, θα εύχονταν καλύτερα οι κεντρικοί τραπεζίτες ότι έχουν.

(στ) Οι υποχρεώσεις της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Ισπανίας μαζί, μόνο απέναντι στην κεντρική τράπεζα, είναι περισσότερες από το 25% του συνολικού ισολογισμού της ΕΚΤ. Η Γερμανία, μέσω του Target II, εγγυάται με περίπου 750 δις € για τις υποχρεώσεις αυτές – οπότε, σε περίπτωση χρεοκοπίας μίας ή περισσοτέρων από αυτές τις χώρες, θα κληθεί να πληρώσει τη ζημία.

(ζ) Τα παραπάνω 750 δις € αντιστοιχούν στο 15% των αποταμιεύσεων των Γερμανών πολιτών, οι οποίες υπολογίζονται στα 5 τρις €. Η ανησυχία του 53% λοιπόν των Γερμανών, όσον αφορά την ασφάλεια των αποταμιεύσεων τους, δεν είναι παράλογη – αφού ενδεχομένως θα αναγκασθεί το κράτος τους να κατασχέσει το 15%.

(η) Αν και το ευρώ συγκρατείται σήμερα ουσιαστικά από τη Γερμανία, το μίσος πολλών άλλων Ευρωπαίων απέναντι της αυξάνεται γεωμετρικά – γεγονός που οφείλεται στους άθλιους χειρισμούς της κυβέρνησης της. Επομένως, στην Ευρωζώνη είναι πιθανόν να ξεσπάσει μία τεράστια πυρκαγιά, με την παραμικρή σπίθα – ενώ η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μοιάζει πλέον με ουτοπία.

(θ) Εάν τυχόν ξεσπάσει πυρκαγιά, με αποτέλεσμα να προκληθούν μαζικές αθετήσεις πληρωμών, εκ μέρους κρατών και ιδιωτών, η κατάσταση θα ξεφύγει από τον έλεγχο – ενώ η Γερμανία, η οποία έχει δημόσιο χρέος της τάξης του 80% του ΑΕΠ της και συνολικό περί τα 320% του ΑΕΠ, θα βρεθεί αντιμέτωπη με τεράστιες επισφάλειες.

(ι) Εάν πράγματι συμβούν τα παραπάνω, η Γερμανία θα χρεοκοπήσει πρώτη, ενώ ο πλανήτης θα τυλιχθεί στις φλόγες – πόσο μάλλον όταν η κατάσταση στις Η.Π.Α., στην Ιαπωνία και στη Μ. Βρετανία δεν είναι καθόλου καλύτερη.     

Κλείνοντας, σε όλους όσους θεωρούν αδύνατη τη χρεοκοπία της Γερμανίας θα απαντούσαμε ότι, αφενός μεν δεν γνωρίζουν καλά την Ιστορία (αφού η Γερμανία πλήγηκε αρκετές φορές από πτωχεύσεις, καθώς επίσης από νομισματικές μεταρρυθμίσεις), αφετέρου δεν μπορούν να αξιολογήσουν δυστυχώς σωστά, όλα όσα περιγράψαμε παραπάνω.

Τέλος, δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη, σε καμία απολύτως κυβέρνηση και σε σχεδόν κανένα πολιτικό κόμμα στην Ευρώπη – με τη μοναδική μελλοντική λύση μας να είναι η άμεση δημοκρατία, η ενεργητική συμμετοχή των πολιτών δηλαδή στη διακυβέρνηση και στον έλεγχο του κράτους, σε συνθήκες μικτής οικονομίας (όπου οι κοινωφελείς, οι μονοπωλιακές κερδοφόρες, καθώς επίσης οι στρατηγικές επιχειρήσεις θα ανήκουν στο δημόσιο, ενώ όλες οι άλλες στον ιδιωτικό τομέα).

Σε όλους όσους αναρωτούνται δε γιατί οι Γερμανοί Πολίτες ανέχονται τη σημερινή, πρωσική τους κυβέρνηση, η οποία τους οδηγεί μονοδρομημένα στην καταστροφή, θα απαντούσαμε ότι, για τον ίδιο λόγο που οι Κύπριοι, οι Έλληνες, οι Ιρλανδοί, οι Ισπανοί κοκ. ανέχονται τις δικές τους κυβερνήσεις – παρά το ότι δεν κρατούν ποτέ τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις, καθώς επίσης παρά τα όσα δεινά τους προκαλούν.


Υστερόγραφο: Κανένας δεν έχει καταλάβει γιατί η Κύπρος έπρεπε να ζητήσει τη «διάσωση» της από την Ευρωζώνη – γιατί ήταν υποχρεωμένη δηλαδή να δανεισθεί χρήματα από την Τρόικα, όταν το έλλειμμα του προϋπολογισμού της ήταν «αμελητέο», ενώ το δημόσιο χρέος της σχετικά ελάχιστο. Πόσο μάλλον όταν με εσωτερικό δανεισμό (εθνικά ομόλογα), θα μπορούσε να εξοφλήσει όλες της τις τρέχουσες υποχρεώσεις.

«Όφειλε να το κάνει», είναι η απάντηση που επικρατεί, «επειδή ο τραπεζικός της τομέας κινδύνευε και έπρεπε να διασωθεί». Σωστά ίσως, όμως κάθε άλλο παρά διασώθηκε τελικά, με τα υποκαταστήματα της στην Ελλάδα να εκποιούνται σε τιμή ευκαιρίας, καθώς επίσης με το οικονομικό της μοντέλο, κέντρο βάρους του οποίου ήταν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, να καταστρέφεται ανεπανόρθωτα.

«Οι καταθέσεις ήταν υπερβολικές, αφού ξεπερνούσαν το τριπλάσιο του ΑΕΠ της, οπότε ο κίνδυνος για τις τράπεζες της ήταν μεγάλος», απαντούν κάποιοι άλλοι.

«Επίσης σωστά. Εν τούτοις, οι καταθέσεις στις τράπεζες του Λουξεμβούργου πλησιάζουν το εικοσαπλάσιο του ΑΕΠ του, χωρίς να δημιουργείται κάποιο πρόβλημα», απαντάει κανείς, συνεχίζοντας να ψάχνει το λόγο, για τον οποίο η Κύπρος οδηγήθηκε, μέσα από συνθήκες «σοκ και δέους», αντίστοιχες ουσιαστικά με αυτές που επιβλήθηκαν στο Ιράκ (εκεί για τα συμβατικά όπλα που δήθεν κατασκεύαζε, στην Κύπρο για τα οικονομικά), στην απόλυτη χρεοκοπία.

Σε κάθε περίπτωση, το ότι δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμη ουρές στις τράπεζες του ευρωπαϊκού νότου, οφείλεται στο κυπριακό κοινοβούλιο – το οποίο δεν επέτρεψε την «κατάσχεση» των καταθέσεων κάτω των 100.000 €. Φυσικά η ενέργεια αυτή δεν εκτιμήθηκε από κανέναν – αφού το νησί τιμωρήθηκε παραδειγματικά από τη Γερμανία και υποχρεώθηκε στο «εγκληματικό» κλείσιμο των τραπεζών του.


* Βασίλης Βιλιάρδος, Αθήνα, 27. Μαρτίου 2013, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.


ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2844.aspx