Αρχείο κατηγορίας Παγκόσμια κεφάλαια

Παγκόσμια κεφάλαια (και δεν σηκώνουμε κεφάλια;)

Σύστημα: Ήρθε η ώρα για επίθεση στο Ιράν ΙΙ

«Ήρθε η ώρα για επίθεση στο Ιράν» – Μέρος ΙΙ

Του Matthew Kroeining* [μετάφραση Inprecor]

 
 
 
 
Συνέχεια από το Μέρος Ι: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2628

Καθορίζοντας της σωστές «κόκκινες γραμμές»

Το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν πιθανώς να προκαλέσουν σημαντική καθυστέρηση ή ακόμη και να καταστρέψουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι πρέπει να το κάνουν. Μια τέτοια επίθεση θα μπορούσε να έχει ενδεχομένως καταστρεπτικές συνέπειες – για τη Διεθνή Ασφάλεια, την παγκόσμια οικονομία, και την ιρανική εσωτερική πολιτική – όλα είναι ανάγκη να υπολογιστούν.

Για να αρχίσουμε με, τις επισημάνσεις των σκεπτικιστών, μία αμερικανική στρατιωτική δράση θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει έναν πραγματικό πόλεμο. Το Ιράν για να εκδικηθεί τα αμερικανικά στρατεύματα ή τους συμμάχους τους, ίσως εξαπέλυε επιθέσεις σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις ή σε πληθυσμούς στον Κόλπο ή ίσως ακόμη και στην Ευρώπη. Θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τους συμμάχους του στο εξωτερικό, να ανακινήσει θρησκευτικές εντάσεις στο Ιράκ, αναστατώνοντας την αραβική άνοιξη, και να διατάξει τρομοκρατικές επιθέσεις ενάντια στο Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να σύρει το Ισραήλ ή άλλα κράτη στον πόλεμο και να αναγκάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να κλιμακώσουν την σύγκρουση ως απάντηση.

Οι ισχυροί σύμμαχοι του Ιράν, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ρωσίας, μπορεί να προσπαθήσουν να απομονώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες  οικονομικά και διπλωματικά. Στη μέση μιας τέτοιας σπειροειδούς βίας, καμία πλευρά δεν μπορεί να δει μια άλλη επιλογή πέραν της μεγαλύτερης στρατιωτικής εμπλοκής, με συνέπεια έναν μακράς διαρκείας, καταστρεπτικό πόλεμο, του οποίου ο αντίκτυπος μπορεί να βλάψει σοβαρά την παρουσία των  Ηνωμένων Πολιτειών στον μουσουλμανικό κόσμο.

Εκείνοι που επικρίνουν την προοπτική μιας αμερικανικής επίθεσης επίσης επισημαίνουν ότι το Ιράν θα μπορούσε να εκδικηθεί επιχειρώντας να κλείσει τα στενά του Χορμούζ, το στενό σημείο πρόσβασης στον Περσικό Κόλπο μέσω του οποίου διέρχεται κατά προσέγγιση το 20% του παγκόσμιου εφοδιασμού σε πετρέλαιο. Και ακόμα κι αν το Ιράν δεν απειλήσει να κλείσει τα στενά, οι παίκτες του χρηματιστηρίου,  φοβούμενοι  τις πιθανές ελλείψεις ανεφοδιασμού, θα ανέβαζαν την τιμή του πετρελαίου, προκαλώντας ενδεχομένως μια ευρύτερη οικονομική κρίση σε μια ήδη εύθραυστη στιγμή.

Καμία από αυτές τις εκδοχές δεν είναι βέβαιο ότι θα επιβεβαιωθεί. Αντίθετα, είναι γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να κάνουν πολλά για να μετριάσουν τον αντίκτυπο. Η Τεχεράνη θα αισθανόταν βεβαίως ότι  απαιτείται να απαντήσει σε μια αμερικανική επίθεση, προκειμένου να αποκατασταθεί το κύρος της και να διασωθεί εσωτερικά. Αλλά επίσης πιθανώς να επιδίωκε να υπολογίσει τις ενέργειές της ωστε να αποφύγει μια σύγκρουση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή της στρατιωτικής της δύναμης ή του ίδιου του καθεστώτος. Κατά πάσα πιθανότητα, εάν θεωρούσε ότι απειλείται η ύπαρξή της, η ιρανική ηγεσία θα προσέφευγε στις χειρότερες μορφές ανταπόδοσής, όπως το κλείσιμο των στενών του Χορμούζ ή η εκτόξευση πυραύλων κατά της νότιας Ευρώπης. Μια στοχοποιημένη αμερικανική  επιχείρηση δεν χρειάζεται να απειλήσει την Τεχεράνη με έναν τέτοιο θεμελιώδη τρόπο.

Για να διαβεβαιώσουν και να καθησυχάσουν το ιρανικό καθεστώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν πρώτα να καταστήσουν σαφές ότι ενδιαφέρονται μόνο για την καταστροφή του πυρηνικού πρόγραμμα του Ιράν, και όχι την ανατροπή του καθεστώτος. Θα μπορούσαν έπειτα να προσδιορίσουν ορισμένες μορφές ανταπόδοσης στις οποίες θα απαντούσαν με σφοδρή στρατιωτική δράση, όπως πχ η προσπάθεια να κλείσουν τα στενά του Χορμούζ, η εξαπόλυση μαζικών και συνεχόμενων επιθέσεων κατά των κρατών του Κόλπου και κατά αμερικανικών στρατευμάτων ή σκαφών, η πραγματοποίηση τρομοκρατικών επιθέσεων κατά των ίδιων των ΗΠΑ.

Η Ουάσιγκτον θα πρέπει στην συνέχεια να θέσει σαφώς αυτές τις «κόκκινες γραμμές» στην Τεχεράνη κατά τη διάρκεια και μετά από την επίθεση για να εξασφαλίσει ότι το μήνυμα δεν χάθηκε στη μάχη.
Και θα πρέπει να δεχτεί το γεγονός ότι θα πρέπει να απορροφήσει τις ιρανικές απαντήσεις που  βρίσκονται κοντά στις «κόκκινες γραμμές» χωρίς κλιμάκωση της σύγκρουσης. Μια τέτοια «απορρόφηση» θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την αποδοχή συμβολικών πυραυλικών χτυπημάτων ενάντια στις αμερικανικές  βάσεις και τα σκάφη στην περιοχή – ένα είδος αντίδρασης που δεν κρατά συνήθως περισσότερο από μερικές ημέρες – ή την παρενόχληση των εμπορικών και αμερικανικών  ναυτικών σκαφών.Για να αποφύγουν να έχουν σημαντικό αριθμό θυμάτων, έτσι ώστε ν’ αναγκαστεί ο Λευκός Οίκος ν’ απαντήσει, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να εκκενώσουν το προσωπικό από τις αμερικανικές  βάσεις που βρίσκονται στην εμβέλεια των ιρανικών πυραύλων και να εξασφαλίσουν ότι τα στρατεύματά τους είναι ασφαλή στα στρατόπεδα όπου βρίσκονται προτού να «έρθει» η ιρανική απάντηση.

Η Ουάσιγκτον επίσης θα πρέπει να επιτρέψει την ενίσχυση της υποστήριξης του Ιράν προς τους συμμάχους του σε επιθέσεις στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ καθώς και πυραυλικές ή τρομοκρατικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ. Με αυτό τον τρόπο, θα μπορούσε να προτρέψει το Ιράν να ακολουθήσει την πορεία του Ιράκ και της Συρίας, οι οποίοι και οι δύο  απείχαν από το να αρχίσουν έναν πόλεμο αφότου χτύπησε το Ισραήλ τους πυρηνικούς αντιδραστήρες τους το 1981 και το 2007, αντίστοιχα.

Ακόμα κι αν η Τεχεράνη ξεπεράσει τις «κόκκινες γραμμές» που έχει θέσει η Ουάσιγκτον, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να διαχειριστούν τον τρόπο αντιμετώπισης. Στην έναρξη οποιασδήποτε τέτοιας παραβίασης, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να στοχεύσουν στα ιρανικά όπλα που θεωρεί πιο απειλητικά, έτσι ώστε ν’ αποτραπεί η Τεχεράνη να τα χρησιμοποιήσει. Για να αποκλιμακωθεί η κατάσταση γρήγορα και ν’ αποτραπεί ένας ευρύτερος περιφερειακός πόλεμος, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης να εξασφαλίσουν τη συμφωνία των συμμάχων τους ότι θ’ αποφύγουν να απαντήσουν σε μια ιρανική επίθεση. Αυτό θα κρατούσε άλλους στρατούς, ιδιαίτερα τις αμυντικές δυνάμεις του Ισραήλ, ανέπαφες. Το Ισραήλ πρέπει να αποδειχθεί πρόθυμο να δεχτεί μια τέτοια ρύθμιση σε αντάλλαγμα μιας αμερικανικής υπόσχεσης να καταστραφεί η ιρανική πυρηνική απειλή. Πράγματι, υπήρχε μια παρόμοια συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου του Κόλπου, όταν το Ισραήλ απέφυγε να απαντήσει στην εκτόξευση πυραύλων Σκουντ από τον Saddam Hussein

Τέλος, η αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσε να αμβλύνει τις οικονομικές συνέπειες μιας επίθεσης. Παραδείγματος χάριν, θα μπορούσε να αντισταθμίσει οποιαδήποτε δυσλειτουργία στον εφοδιασμό της αγοράς με πετρέλαιο ανοίγοντας τα στρατηγικά της αποθέματα και ενθραρρύνοντας μερικά κράτη του Κόλπου  να αυξήσουν την παραγωγή τους την παραμονή της επίθεσης. Με δεδομένο ότι πολλά πετρελαιοπαραγωγά κράτη στην περιοχή, ειδικά η Σαουδική Αραβία, έχουν πιέσει τις ΗΠΑ να επιτεθούν στο Ιράν, πιθανότατα θα συνεργάζονταν.

Η Ουάσιγκτον θα μπορούσε επίσης να μειώσει τις πολιτικές συνέπειες μιας στρατιωτικής επίθεσης καλλιεργώντας παγκόσμια κλίμα υποστήριξης αυτής της προοπτικής εκ των προτέρων. Πολλές χώρες μπορεί  ακόμα να επικρίνουν τις ΗΠΑ για τη χρήση στρατιωτικής ισχύος, αλλά μερικές – τα αραβικά κράτη ιδιαίτερα – θα ευχαριστούσαν ιδιαιτέρως την Ουάσιγκτον για την εξάλειψη της ιρανικής απειλής. Με την οικοδόμηση μιας τέτοιας συναίνεσης και λαμβάνοντας τα προαναφερθέντα  μέτρα για να μετριάσουν τις όποιες συνέπειες μιας τέτοιας επίθεσης, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποφύγουν μια διεθνή κρίση και να περιορίσουν το πεδίο της σύγκρουσης.
 
Ολες οι στιγμές είναι καλές για μια επίθεση

Οι σκεπτικιστές έχουν και μια άλλη αντίρρηση: ακόμα κι αν οι ΗΠΑ κατόρθωναν να καταστρέψουν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν και να μετριάσουν τις συνέπειες, λένε, τα αποτελέσματα μπορεί να μην έχουν μεγάλη διάρκεια. Φυσικά, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι μια επίθεση θα απέτρεπε το Ιράν από την προσπάθεια να ξαναχτίσει τις πυρηνικές του εγκαταστάσεις. Μπορεί ακόμη και να ενισχύσει την απόφαση του να αποκτήσει πυρηνική τεχνολογία ως μέσο για να εκδικηθεί ή να προστατευθεί στο μέλλον. Οι ΗΠΑ, εκείνη τη στιγμή, μπορεί να μην έχουν τα μέσα ή το πολιτικό κεφάλαιο για να εξαπολύσουν μια νέα επιδρομή, με αποτέλεσμα ν’ αναγκαστούν να στηριχθούν στα ίδια ατελέσφορα εργαλεία που χρησιμοποιούν τώρα για να σταματήσουν την πυρηνική δραστηριότητα του Ιράν. Εάν κάτι τέτοιο συμβεί, αυτό σημαίνει ότι η αμερικανική επίθεση απλώς καθυστέρησε το αναπόφευκτο.

Σύμφωνα, όμως, και με τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας το Ιράν φαίνεται ότι ήδη είναι πλήρως απορροφημένο από την προσπάθειά του ν’ αναπτύξει πυρηνικά όπλα και δεν χρειάζεται κανένα κίνητρο από τις ΗΠΑ για να το πράξει. Και δεν θα του είναι τόσο εύκολο να επαναλάβει την πρόοδο αυτή, στην περίπτωση που οι πυρηνικές του υποδομές έχουν μετατραπεί σε ερείπια. Πράγματι, μια τέτοια καταστρεπτική επίθεση θα μπορούσε κάλλιστα να υποχρεώσει το Ιράν να εγκαταλείψει το πυρηνικό παιχνίδι συνολικά, όπως έπραξε και το Ιράκ αφότου καταστράφηκε το πυρηνικό πρόγραμμά του στο πόλεμο του Κόλπου και όπως η Συρία έκανε μετά από την ισραηλινή επίθεση του 2007.

Και ακόμα κι αν το Ιράν προσπαθούσε να ανασυγκροτήσει το πυρηνικό πρόγραμμά του, θα αναγκαζόταν να το πράξει υπό διαρκή διεθνή πίεση, αντιμετωπίζοντας μεγαλύτερη δυσκολία στην εξασφάλιση των απαραίτητων πυρηνικών υλικών στη διεθνή αγορά, και τη πιθανότητα των επόμενων επιθέσεων. Μια στρατιωτική επίθεση, επομένως, θα μπορούσε να καθυστερήσει το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα από μερικά χρόνια μέχρι μια δεκαετία, και ίσως για πολύ περισσότερο.

Οι σκεπτικιστές επιμένουν ότι μια στρατιωτική επίθεση, στην καλύτερη περίπτωση, απλώς, θα εξαγοράσει χρόνο. Αλλά ο χρόνος είναι πολύτιμο προϊόν. Οι χώρες ελπίζουν συχνά να καθυστερήσουν τα χειρότερα σενάρια όσο το δυνατόν περισσότερο με την ελπίδα ότι αυτό θα εξαλείψει την απειλή συνολικά. Εκείνες οι χώρες  των οποίων οι πυρηνικές εγκαταστάσεις έχουν δεχθεί επίθεση –  πρόσφατα Ιράκ και Συρία –  έχουν αποδειχθεί απρόθυμες ή ανίκανες να ξαναξεκινήσουν  τα προγράμματά τους. Κατά συνέπεια, ότι εμφανίζεται να είναι μόνο μια προσωρινή οπισθοδρόμηση στο Ιράν θα μπορούσε τελικά να γίνει μια μόνιμη αλλαγή του παιχνιδιού.

Ένα, ακόμη, επιχείρημα κατά της στρατιωτικής δράσης ενάντια στο Ιράν είναι ότι θα ενθάρρυνε τους αδιάλλακτους μέσα στην κυβέρνηση του, και θα τους  βοηθούσε να συσπειρώσουν τον πληθυσμό γύρω από το καθεστώς και να αποβάλουν οποιουσδήποτε μεταρρυθμιστές. Αυτή η κριτική αγνοεί το γεγονός ότι οι αδιάλλακτοι έχουν ήδη σταθερά τον έλεγχο. Η ηγεσία του καθεστώτος έχει γίνει τόσο ακραία  που έχει παραμερίσει ακόμη και εκείνους τους ηγέτες που θεωρούνταν κάποτε συντηρητικοί, όπως ο προηγούμενος Πρόεδρος Ali Akbar Hashemi Rafsanjani, επειδή τους θεωρεί «διαλλακτικούς». Και ο Rafsanjani αλλά πιθανώς και ο προεδρικός υποψήφιος Mir Hossein Mousavi θα συνέχιζαν πιθανώς το πυρηνικό πρόγραμμα εάν βρίσκονταν στην εξουσία.

Μια επίθεση ίσως να δημιουργήσει πραγματικά περισσότερες ευκαιρίες για τους διαφωνούντες μακροπρόθεσμα (αφού προσωρινά  θα ενώσει το Ιράν πίσω από τον Ayatollah Ali Khamenei), καλλιεργώντας το έδαφος για άσκηση κριτικής σε μια κυβέρνηση που προκάλεσε την καταστροφή. Ακόμα κι αν μια επίθεση, τελικά, όντως, ενισχύσει τη «σκληρή» πτέρυγα του ιρανικού καθεστώτος, οι ΗΠΑ δεν πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στα αποτελέσματα που η επίθεση αυτή θα έχει στην εσωτερική πολιτική σκηνή του Ιράν και όχι στο, ζωτικής σημασίας, εθνικό τους συμφέρον που είναι να αποτρέψουν  την Τεχεράνη από την ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων.

Ή κάνουμε τώρα επίθεση  ή θα υποφέρουμε αργότερα

Μια επίθεση εναντίον του Ιράν δεν είναι, αναμφίβολα, ελκυστική προοπτική. Αλλά οι ΗΠΑ μπορούν να προλάβουν και να μειώσουν πολλές από τις συνέπειες που φοβούνται  ότι μια τέτοια επίθεση θα έχει. Εάν το πράξουν αυτό με επιτυχία, μπορούν να αφαιρέσουν το κίνητρο από άλλα έθνη στην περιοχή να προσπαθούν να οικοδομήσουν πυρηνικά προγράμματα και μπορούν, ευρύτερα, να ενισχύσουν την παγκόσμια προσπάθεια αποτροπής της διάδοσης των πυρηνικών όπλων μέσα από την απειλή της χρήσης στρατιωτικής δύναμης.
 
Οι ΗΠΑ μπορούν επίσης να προλάβουν  μια ενδεχόμενη ισραηλινή επιχείρηση κατά του Ιράν, προοπτική που θα οδηγούσε πιθανώς σε πολύ πιο καταστροφικές συνέπειες και θα είχε πολύ λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας σε σύγκριση με μια αμερικανική στρατιωτική επίθεση, λόγω της περιορισμένης ικανότητας του Ισραήλ να θέτει όρια σε μια μάχη και να προκαλεί μόνιμη ζημιά. Τέλος, μια προσεκτικά οργανωμένη αμερικανική επίθεση θα αποδεικνυόταν λιγότερο επικίνδυνη από την προοπτική του περιορισμού μιας εξοπλισμένης με πυρηνικά όπλα ισλαμικής Δημοκρατίας — μια δαπανηρή, μακρόχρονη προοπτική, πιθανώς πολλών δεκαετιών, η οποία δεν θα πετύχαινε απαραίτητα τον εξοβελισμό των απειλών κατά της αμερικανικής ασφάλειας. Πράγματι, η προσπάθεια να ελεγχθεί ένα εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα Ιράν είναι όχι μόνο μια φοβερή επιλογή αλλά η     χειρότερη.

Με τους πολέμους του Αφγανιστάν και του Ιράκ να βαίνουν προς το τέλος τους, και τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντιμετωπίζουν  οικονομικές δυσκολίες ,οι  Αμερικανοί δεν έχουν όρεξη για νέες συγκρούσεις. Εντούτοις, η γρήγορη πυρηνική ανάπτυξη του Ιράν θα αναγκάσει τελικά τις ΗΠΑ να επιλέξουν μεταξύ μιας συμβατικής σύγκρουσης και ενός πιθανού πυρηνικού πολέμου. Αντιμέτωπες με μια τέτοια απόφαση, οι ΗΠΑ θα κληθούν να εξαπολύσουν μια χειρουργική επέμβαση με στόχο τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, να απορροφήσουν τον αναπόφευκτο κύκλο της ανταπόδοσης, και να επιδιώξουν, στη συνέχεια, να αποκλιμακώσουν γρήγορα την κρίση. Η διευθέτηση της απειλής τώρα θα απαλλάξει τις ΗΠΑ από το να αντιμετωπίσουν μια πολύ πιο επικίνδυνη κατάσταση στο μέλλον. http://www.foreignaffairs.com/articles/136917/matthew-kroenig/time-to-attack-iran

*

O Matthew Kroeining είναι συνεργάτης πυρηνικής ασφάλειας στο Stanton και μέλος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Συγγραφέας του βιβλίου Exporting the Bomb: Technology Transfer and the Spread of Nuclear Weapons. Χρημάτισε σύμβουλος για την πολιτική απέναντι στο Ιράν και την αμυντική στρατηγική στο υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ από τον Ιούλιο του 2010 μέχρι τον Ιούλιο του 2011. Δείτε και: http://fi.wikipedia.org/wiki/Matt_Groening

 
ΠΗΓΗ: 24 Ιανουαρίου 2012, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/158595

Σύστημα: Ήρθε η ώρα για επίθεση στο Ιράν Ι

«Ήρθε η ώρα για επίθεση στο Ιράν» – Μέρος Ι

Του Matthew Kroeining* [μετάφραση Inprecor]

 
 
 

"Ως «λιγότερο κακή επιλογή» παρουσιάζει ο Matthew Kroeining την προοπτική εξαπόλυσης επίθεσης κατά του Ιράν. Πρόκειται για μια «γραμμή» που φαίνεται ότι καλλιεργείται με έντονο ρυθμό ήδη με στόχο να υπερσκελίσει τις αντιρρήσεις και τις ενστάσεις που πολλοί διατυπώνουν απέναντι σε μια τέτοια προοπτική.
Η δημοσίευση του συγκεκριμένου άρθρου στο περιοδικό Foreign Affairs, το οποίο αποτελεί επίσημο εκφραστή των συμβουλίων διαμόρφωσης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, σαφώς έχει το νόημά του. Όπως και το γεγονός ότι στο ίδιο τεύχος, Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2012, φιλοξενείται και η αντίθετη άποψη, που το Inprecor θα επιδιώξει, επίσης, να αναδημοσιεύσει προκειμένου να διαμορφωθεί μια συνολική εικόνα για τις «γραμμές» που συγκρούονται στο Λευκό Οίκο για ένα ζήτημα που αφορά τους πάντες (και εμάς)  άμεσα".

Στις αρχές Οκτωβρίου, Αμερικανοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν το Ιράν ότι  σχεδίαζε να δολοφονήσει τον πρεσβευτή της Σαουδικής Αραβίας στις ΗΠΑ σε αμερικανικό έδαφος. Το Ιράν αρνήθηκε τις κατηγορίες, αλλά το επεισόδιο κατόρθωσε ήδη να αυξήσει την ένταση  μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης. Αν και η κυβέρνηση Oμπάμα δεν έχει απειλήσει δημόσια να εκδικηθεί χρησιμοποιώντας στρατιωτική ισχύ, οι προαναφερόμενοι ισχυρισμοί ανέδειξαν τον πραγματικό και αυξανόμενο κίνδυνο οι δύο πλευρές να βρεθούν αντιμέτωπες πολεμικά κάποια στιγμή στο εγγύς μέλλον – ιδιαίτερα με επίκεντρο το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν που προχωρά διαρκώς.

Για αρκετά χρόνια τώρα, πολύ πριν από το συγκεκριμένο επεισόδιο, Αμερικανοί ειδικοί και οι σχεδιαστές πολιτικής συζητούν το εάν οι ΗΠΑ πρέπει να επιτεθούν στο Ιράν και να προσπαθήσουν να καταστρέψουν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του. Οι υπερασπιστές μιας επίθεσης έχουν υποστηρίξει ότι το μόνο πράγμα που θα ήταν χειρότερο από τη στρατιωτική δράση ενάντια στο Ιράν θα ήταν ένα Ιράν που οπλίζεται με πυρηνικά όπλα. Από την άλλη, οι επικριτές (της προοπτικής μιας επίθεσης), έχουν προειδοποιήσει ότι μια τέτοια επιδρομή το πιθανότερο είναι ότι θα αποτύγχανε. Ακόμα όμως κι αν αποδεικνυόταν επιτυχής, θα πυροδοτούσε ολοκληρωτικό πόλεμο και παγκόσμια οικονομική κρίση. Οι θιασώτες της άποψης αυτής έχουν πιέσει τις ΗΠΑ να στηριχθούν στις μη στρατιωτικές επιλογές, όπως η διπλωματία, οι κυρώσεις, και οι συγκεκαλυμμένες διαδικασίες, που θα απέτρεπαν το Ιράν από την απόκτηση μιας βόμβας. Φοβούμενοι το κόστος μιας εκστρατείας με βομβαρδισμούς, οι περισσότεροι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι εάν αυτή η άλλη τακτική αποτύχει να εμποδίσει την πρόοδο της Τεχεράνης, οι ΗΠΑ πρέπει απλά να μάθουν ζουν με ένα πυρηνικό Ιράν.

Οι επικριτές της προοπτικής μιας στρατιωτικής επίθεσης δεν μπορούν να εκτιμήσουν τον αληθινό κίνδυνο που παρουσιάζει για τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μέση Ανατολή και πέρα από αυτήν ένα Ιράν εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα. Και οι δυσοίωνες προβλέψεις τους υποθέτουν ότι η θεραπεία θα ήταν χειρότερη από την ασθένεια – δηλαδή ότι οι συνέπειες μιας αμερικανικής  επίθεσης στο Ιράν θα ήταν τόσο κακές ή χειρότερες από την προοπτική ενός Ιράν που θα έχει επιτύχει στις πυρηνικές του φιλοδοξίες. Αυτή, όμως, είναι μια προβληματική υπόθεση. Η αλήθεια είναι ότι ένα στρατιωτικό χτύπημα που θα είχε ως στόχο να καταστρέψει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, εάν το χειρίζονταν προσεκτικά, θα μπορούσε να απαλλάξει την περιοχή και τον κόσμο από μια πολύ πραγματική απειλή και να βελτιώσει εντυπωσιακά τη μακροπρόθεσμη εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
 
Οι κίνδυνοι της υιοθέτησης μιας τακτικής αποτροπής πολέμου
 

Χρόνια διεθνούς πίεσης έχουν αποτύχει να σταματήσουν την προσπάθεια του Ιράν να φτιάξει πυρηνικό πρόγραμμα. Το Stuxnet, το ηλεκτρονικό «σκουλήκι» υπολογιστών, που επιτέθηκε στα συστήματα ελέγχου στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, αναστάτωσε προσωρινά την προσπάθεια εμπλουτισμού ουρανίου της Τεχεράνης, αλλά μια έκθεση από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας, τον προηγούμενο Μάιο, αποκάλυψε ότι οι εγκαταστάσεις που επλήγησαν, έχουν επανέλθει πλήρως από την επίθεση.

Και τα πιό πρόσφατα συμπεράσματα της Διεθνής Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας στο Ιράν, που έγιναν γνωστά το Νοέμβριο, παρείχαν επιπλέον στοιχεία ότι η ισλαμική Δημοκρατία έχει ξεπεράσει τις κυρώσεις και τη δολιοφθορά και φαίνεται ότι δοκιμάζει  τις πυρηνικές  συσκευές της και  ξανασχεδιάζει τα βλήματά της έτσι ώστε να φέρουν πυρηνικά φορτία. Το ίδρυμα για την Επιστήμη και τη Διεθνή Ασφάλεια, ένας μη κερδοσκοπικός ερευνητ
ικός όργανισμός, υπολογίζει ότι το Ιράν θα μπορούσε τώρα να παραγάγει το πρώτο πυρηνικό όπλο του εντός εξαμήνου από τη στιγμή που θα το αποφασίσει.

Τα σχέδια της Τεχεράνης να μετακινήσει τις ευαίσθητες πυρηνικές διαδικασίες σε ασφαλέστερες εγκατ
αστάσεις κατά τη διάρκεια του ερχόμενου έτους θα μπορούσαν να μειώσουν ακόμα περισότερο την δυνατότητα για μια αποτελεσματική στρατιωτική δράση. Εάν το Ιράν αποβάλλει τους επιθεωρητές της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, αρχίσει να εμπλουτίζει τα αποθέματά ουρανίου σε  επιπέδο όπλου – βαθμού ουράνιου 90% -, ή επιτύχει να υποβάλλει σε φυγοκέντρωση το εμπλουτισμένο ουράνιο του στην πόλη Κομ, οι ΗΠΑ πρέπει να χτυπήσουν αμέσως ή να χάσουν την τελευταία ευκαιρία να αποτρέψουν  το Ιράν από το να γίνει μέλος  της πυρηνικής λέσχης.

Ορισμένα κράτη στην περιοχή αμφιβάλλουν για την αποφασιστικότητα  των ΗΠΑ να σταματήσουν το πυρηνικό πρόγραμμα (του Ιράν) και προσανατολίζονται προς τη σύμπραξη με την Τεχεράνη. Ορισμένα άλλα κράτη έχουν αρχίσει να συζητούν την προώθηση δικών τους πυρηνικών πρωτοβουλιών για  να αντιμετωπίσουν μια πιθανή ιρανική βόμβα. Για αυτά τα κράτη, και τις  ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, η απειλή θα συνεχίσει μόνο να αυξάνεται καθώς η Τεχεράνη θα κινείται πιό κοντά προς το στόχο της.

Ένα εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα Ιράν θα περιόριζε αμέσως την αμερικανική ελευθερία δράσης στη Μέση Ανατολή. Με την ατομική δύναμη πίσω του, το Ιράν θα μπορούσε να απειλήσει οποιαδήποτε αμερικανική πολιτική ή στρατιωτική πρωτοβουλία στη Μέση Ανατολή με  πυρηνικό πόλεμο, κάτι που θα αναγκάζε την Ουάσιγκτον να σκεφτεί δύο φορές πρίν ενεργήσει στην περιοχή. Οι περιφερειακοί ανταγωνιστές του Ιράν, όπως η Σαουδική Αραβία, θα αποφάσιζαν πιθανώς να αποκτήσουν τα δικά τους πυρηνικά οπλοστάσια, προκαλώντας μια κούρσα εξοπλισμών. Για να περιορίσει τους γεωπολιτικούς του  ανταγωνιστές, το Ιράν θα μπορούσε να επιλέξει να προκαλέσει τον πολλαπλασιασμό με τη μεταφορά της πυρηνικής τεχνολογίας στους συμμάχους του — άλλες χώρες και τρομοκρατικές ομάδες.

Η κατοχή πυρηνικής βόμβας θα έδινε στο Ιράν μεγαλύτερη κάλυψη στην εκδήλωση επιθετικότητας με συμβατικά όπλα και στην άσκηση διπλωματικής πίεσης, και οι συγκρούσεις μεταξύ των τρομοκρατικών του συμμάχων και του Ισραήλ, παραδείγματος χάριν, θα μπορούσαν να κλιμακωθούν. Ούτε το Ιράν, ούτε το Ισραήλ διαθέτουν όλα εκείνα τα μέτρα προστασίας που βοήθησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση να αποφύγουν μια πυρηνική σύγκρουση κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου – δηλαδή δεν διαθέτουν σχεδόν καθόλου εξασφάλιση ικανότητας δεύτερου χτυπήματος, τις σαφείς γραμμές επικοινωνίας, τους μακρόχρονους χρόνους πτήσης για τους βαλλιστικούς πυραύλους από μια χώρα σε άλλη, και την εμπειρία διαχείρησης των πυρηνικών οπλοστασίων.

Δεν  είναι βέβαιο ότι  ένα εξοπλισμένο με πυρηνικά όπλα Ιράν δεν θα προωθούσε σκόπιμα έναν αυτοκαταστροφικό πυρηνικό πόλεμο. Αλλά η άστατη πυρηνική ισορροπία μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ θα μπορούσε εύκολα να κινηθεί σπειροειδώς εκτός ελέγχου καθώς ξετυλίγεται  μια κρίση, με συνέπεια μια πυρηνική ανταλλαγή μεταξύ των δύο χωρών που θα μπορούσε  να παρασύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες, επίσης.

Για ν’ αντιμετωπιστούν αυτές οι απειλές ασφάλειας, θα απαιτείτο από την Ουάσινγκτον να «περιορίσει» την Τεχεράνη. Επιπλέον, η προσπάθεια αποτροπής ενός πολέμου υπό τις προαναφερόμενες συνθήκες θα είχε εξαιρετικά υψηλό κόστος. Για να περιορίσουν την ιρανική απειλή, σε μια τέτοια περίπτωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να επεκτείνουν τις ναυτικές και επίγειες μονάδες τους στην Μέση Ανατολή και ενδεχομένως να εγκαταστήσουν πυρηνικά όπλα σε ολόκληρη την περιοχή, διατηρώντας μία μεγάλη δύναμη εκεί για δεκαετίες. Παράλληλα με εκείνα τα στρατεύματα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε μόνιμα να διευρύνουν τη δράση των μυστικών τους υπηρεσιών, σημαντικά, προκειμένου να ελέγξουν οποιεσδήποτε προσπάθειες από το Ιράν να μεταδώσει σε άλλους την πυρηνική τεχνολογία του.

Και θα έπρεπε επίσης να προσφέρουν ακόμη και δισεκατομμύρια δολαρίων για να βελτιώσουν την ικανότητα των συμμάχων τους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Ένα τέτοιο σχέδιο πιθανώς θα έπρεπε να συμπεριλάβει και την παροχή βοήθειας στο Ισραήλ να κατασκευάσει βαλλιστικούς πυραύλους που θα εκτοξεύονται από υποβρύχια και αποθήκες βαλλιστικών πυραύλων για να εξασφαλιστεί ότι μπορεί να διατηρήσει ασφαλή ικανότητα για  δεύτερο χτύπημα. Προ πάντων, για να καταστήσουν τη αποτροπή αξιόπιστη, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να επεκτείνουν την πυρηνική ομπρέλα τους στους συνεργάτες τους στην περιοχή, δεσμευόμενες να τους υπερασπιστούν με χρήση στρατιωτικής δύναμης εάν το Ιράν εξαπέλυε μια επίθεση.

Με άλλα λόγια, για να περιορίσουν ένα πυρηνικό Ιράν, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αργότερα, θα κληθούν να κάνουν μια ουσιαστική επένδυση  πολιτικού και στρατιωτικού κεφαλαίου στη Μέση Ανατολή στη μέση μιας οικονομικής κρίσης και σε μία εποχή που προσπαθούν να μετατοπίσουν τις δυνάμεις τους από την περιοχή. Η προσπάθεια αποτροπής ενός πολέμου, με βάση όλα αυτά, θα είχε τεράστιο οικονομικό και πολιτικό κόστος και το όποιο σχέδιο προέκυπτε θα έπρεπε να παραμείνει σε ισχύ εφ’ όσον το Ιράν παραμένει εχθρικό στα αμερικανικά  συμφέροντα, για πολύ καιρό, κάτι που θα μπορούσε να σημάνει δεκαετίες ή και περισσότερο. Λαμβάνοντας, δε, υπόψην την αστάθεια της περιοχής, μια τέτοιου είδους προσπάθεια μπορεί ακόμη και να αποτύχει, με συνέπεια ν’ ακολουθήσει ένας πόλεμος πολύ δαπανηρότερος και καταστρεπτικότερος από αυτόν τον οποίο οι επικριτές της προοπτικής ενός προληπτικού χτυπήματος στο Ιράν ελπίζουν τώρα να αποφύγουν.
 
Εφικτός στόχος
 

Ένα πυρηνικό Ιράν θα αποτελούσε τεράστιο φορτίο για στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά αυτό δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να προσφύγει σε στρατιωτικά μέσα. Για ν’ αποφασίσει αν θα το πράξει τελικά, η πρώτη ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί είναι εάν μια επίθεση στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα μπορούσε να φέρει αποτελέσματα.

Οι σκεπτικιστές  επισημαίνουν ότι οι ΗΠΑ ίσως δεν γνωρίζουν τη  θέση των βασικών εγκαταστάσεων του Ιράν. Λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες προσπάθειες της Τεχεράνης να κρυφτεί η κατασκευή τέτοιων σταθμών, ειδικότερα των εγκαταστάσεων ουράνιου – ιδιαίτερα αυτές του εμπλουτισμού ουρανίου  σε Νατάνζ και Κομ –  είναι πιθανό το ιρανικό καθεστώς να διαθέτει πυρηνικούς «άσους», τους οποίους μια επιδρομή από αέρος να μην πετύχει, κάτι που σημαίνει ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα εξέλθει από μια τέτοια επίθεση λαβωμένο, αλλά ζωντανό.

Αυτό το σενάριο θα μπορούσε να συμβεί, αλλά είναι μάλλον απίθανο.
Η αλήθεια είναι ότι αυτοί οι φόβοι είναι πιθανώς υπερβολικοί. Οι μυστικές υπηρεσίες, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας, και η αντιπολίτευση μέσα στο Ιράν – η οργάνωση «Μουτζαχεντίν του Λαού» –  έχουν παράσχει έγκαιρη προειδοποίηση για τις πυρηνικές δραστηριότητες της Τεχεράνης στο παρελθόν — εκθέτοντας, παραδείγματος χάριν, την μυστική κατασκευή του Ιράν σε Νατάνζ και Κομ πριν αυτές οι εγκαταστάσεις καταστούν λειτουργικές.

Κατά συνέπεια, αν η Τεχεράνη και πάλι προσπαθήσει να χτίσει μυστικές εγκαταστάσεις, η Ουάσιγκτον έχει μια πολύ καλή πιθανότητα να τις εντοπίσει  προτού τεθούν σε λειτουργία. Και λαμβάνοντας υπόψη το χρονικό διάστημα που παίρνει για να κατασκευάσει και να ενεργοποιήσει κανείς πυρηνικές εγκαταστάσεις, την έλλειψη πόρων του Ιράν, και την αποτυχία του να κρύψει τις εγκαταστάσεις σε Νατάνζ και Κομ επιτυχώς, όλα αυτά καθιστούν μάλλον απίθανο το ενδεχόμενο η Τεχεράνη να έχει οποιεσδήποτε σημαντικές λειτουργικές πυρηνικές εγκαταστάσεις ακόμα άγνωστες στις δυτικές μυστικές υπηρεσίες.

Ακόμα κι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατόρθωναν να εντοπίσουν όλες τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, εντούτοις θα μπορούσε να αποδειχθεί πραγματικά  πάρα πολύ δύσκολο να τις καταστρέψουν. Οι επικριτές της προοπτικής μιας αμερικανικής στρατιωτικής επίθεσης υποστηρίζουν ότι οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν είναι διασκορπισμένες σε ολόκληρη τη χώρα, θαμμένες βαθιά σε υπόγεια και καλά προστατευμένες απέναντι σε μια επίθεση με αντιαεροπορικές συστοιχίες να τις περιστοιχίζουν, γεγονός που καθιστά μια επιδρομή σύνθετη και επικίνδυνη. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι το Ιράν έχει τοποθετήσει σκόπιμα τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του κοντά σε άμαχο πληθυσμό, κάτι που σημαίνει ότι αυτός θα είναι το μεγάλο θύμα ενός αμερικανικού πλήγματος, καταμετρώντας ενδεχομένως εκατοντάδες, εάν όχι χιλιάδες, νεκρούς.

Παρόλα αυτά, αυτά τα εμπόδια δεν θα απέτρεπαν  τις ΗΠΑ από να θέσουν εκτός λειτουργίας ή να κατεδαφίσουν τις γνωστές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Μια προληπτική επιχείρηση θα πρέπει να στοχεύσει τις εγκαταστάσεις μετατροπής ουρανίου στο Ισφαχάν, τον αντιδραστήρα βαρύ νερού στο Άρακ, και τις διάφορες περιοχές φυγοκεντρισης κοντά στo Νατάνζ και την Τεχεράνη, εγκαταστάσεις υπέργειες και ιδιαίτερα τρωτές στις επιθέσεις από αέρος. Μια τέτοια επίθεση θα έπρεπε επίσης να χτυπήσει την εγκατάσταση στο Νατάνζ, που, αν και βρίσκεται περιστοιχισμένη από ενισχυμένες αντιαεροπορικές συστοιχίες, δεν θα επιβίωνε μιας επίθεσης από τη νέα διατρητική βόμβα των αμερικανικών στρατευμάτων, τη βόμβα των 30.000 κιλών, που είναι ικανή να διεισδύσει μέχρι 200 πόδια μέσα σε ενισχυμένο σκυρόδεμα.

Οι εγκαταστάσεις στην Κομ χτίζονται στην πλευρά ενός βουνού και αποτελούν αναμφίβολα πιο δύσκολο στόχο. Αλλά δεν λειτουργούν ακόμη και φιλοξενούν ελάχιστο πυρηνικό εξοπλισμό, κάτι που σημαίνει ότι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ενεργήσουν άμεσα, δεν θα χρειαστεί ν’ ασχοληθούν με τη συγκεκριμένη εγκατάσταση.

Η Ουάσιγκτον θα ήταν σε θέση επίσης να περιορίσει τις ανθρώπινες απώλειες σε οποιαδήποτε εκστρατεία. Το Ιράν έχτισε τις κρισιμότερες πυρηνικές εγκαταστάσεις του, όπως αυτή στο Νατάνζ, μακρυά από τις πυκνοκατοικημένες περιοχές. Για εκείνες τις λιγότερο σημαντικές εγκαταστάσεις που υπάρχουν κοντά στα κατοικημένα κέντρα, όπως κατασκευάζονται φυγοκεντρητές, οι αμερικανικές κατευθυνόμενες βόμβες ακριβείας θα μπορούσαν να στοχεύσουν τα συγκεκριμένα κτήρια αφήνοντας απείραχτη όλη την γύρω περιοχή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να μειώσουν τη παράπλευρη ζημιά ακόμα περαιτέρω με το να χτυπήσουν τη νύχτα ή απλά να αφήσουν εκείνες τις λιγότερο σημαντικές εγκαταστάσεις έξω από τον κατάλογο στόχων τους με λίγο κόστος στην γενική επιτυχία της αποστολής. Αν και το Ιράν θα κοινοποιούσε αναμφισβήτητα οποιοδήποτε ανθρώπινη απώλεια αμέσως μετά από μια στρατιωτική επίθεση, η πλειοψηφία των θυμάτων θα ήταν το στρατιωτικό προσωπικό, οι μηχανικοί, οι επιστήμονες, και οι τεχνικοί που εργάζονται στις εγκαταστάσεις.

* O Matthew Kroeining είναι συνεργάτης πυρηνικής ασφάλειας στο Stanton και μέλος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Συγγραφέας του βιβλίου Exporting the Bomb: Technology Transfer and the Spread of Nuclear Weapons. Χρημάτισε σύμβουλος για την πολιτική απέναντι στο Ιράν και την αμυντική στρατηγική στο υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ από τον Ιούλιο του 2010 μέχρι τον Ιούλιο του 2011. Δείτε και: http://fi.wikipedia.org/wiki/Matt_Groening

ΠΗΓΗ: 24 Ιανουαρίου 2012, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/158595

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2632

Ένα… τρισ. δολάρια θέλει το ΔΝΤ!

Ένα… τρισ. δολάρια θέλει το ΔΝΤ!

Του Γιώργου Δελαστίκ

 
 
 


Οργή προκάλεσε στις ισχυρές οικονομικά χώρες της Ασίας και της Αμερικής η ανακοίνωση της θέσης του ΔΝΤ ότι θεωρεί πως χρειάζεται ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για να μπορέσει να χειριστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα της «διάσωσης» χωρών στο άμεσο μέλλον. Όλοι κατάλαβαν ότι καθώς οι χώρες της Ευρωζώνης είναι αυτές που βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση, η ανακοίνωση του ΔΝΤ είναι στην ουσία μια συγκαλυμμένη προσπάθεια να βάλει να πληρώσουν τμήμα του κόστους διάσωσης του ευρώ χώρες της… ασιατικής και της αμερικανικής ηπείρου!

Στην αρχή μάλιστα επικράτησε σύγχυση, καθώς μεταδόθηκε η πληροφορία ότι το ΔΝΤ ζητά πρόσθετο ποσό ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, αλλά στη συνέχεια διευκρινίστηκε ότι αυτό είναι το συνολικό ποσό που θέλει το ΔΝΤ να διαχειρίζεται, πράγμα που σημαίνει ότι ψάχνει για να βρει πρόσθετη χρηματοδότηση μισού τρισεκατομμυρίου και όχι ενός.

Αυτό συμβαίνει επειδή αυτή τη στιγμή το ΔΝΤ έχει στη διάθεσή του 387 δισεκατομμύρια δολάρια και οι χώρες της Ευρωζώνης υποσχέθηκαν τον περασμένο μήνα ότι θα δώσουν στο ΔΝΤ άλλα 200 δισ. επιπλέον.

Οι ΗΠΑ πάντως ξεκαθάρισαν ότι δεν πρόκειται να δώσουν ούτε δολάριο παραπάνω. Αφενός ούτως ή άλλως δεν θα έδινε η Ουάσιγκτον λεφτά για να στηρίξει μια πολιτική που ενισχύει τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη και αφετέρου σε εννέα μήνες γίνονται στις ΗΠΑ προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.

Ούτε ο Ομπάμα ούτε οι Δημοκρατικοί βουλευτές θέλουν να αυτοκτονήσουν για χάρη του Βερολίνου, αλλά έτσι κι αλλιώς θα ήταν αδύνατον να περάσει από το Κογκρέσο τέτοια απόφαση λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, ακόμη και αν ο Λευκός Οίκος προσπαθούσε να προωθήσει για οποιονδήποτε λόγο αυτό το «δώρο» δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις τσέπες των Αμερικανών φορολογουμένων στους Ευρωπαίους.

Πολύ διστακτικοί στο να συνεισφέρουν στο ΔΝΤ εμφανίζονται και οι Βρετανοί, πράγμα που σημαίνει ότι ουσιαστικά η Ιαπωνία, η Κίνα, η Βραζιλία, η Ρωσία ή ακόμη και η Ινδία καλούνται να πληρώσουν τα «σπασμένα» της Ευρωζώνης και των άπληστων τραπεζιτών της! Δεν γνωρίζουμε πόσο επιτυχημένες θα αποβούν οι προσπάθειες εκβιασμού των χωρών αυτών, αλλά χωρίς την ενεργό συμμετοχή των Αμερικανών στο να βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό ιδίως της Κίνας και της Ιαπωνίας, τα αποτελέσματα αναμένονται μάλλον μέτρια. Στο μεταξύ και εν αναμονή της υποβάθμισης τεσσάρων έως έξι κρατών της Ευρωζώνης και από τον οίκο αξιολόγησης Φιτς μέσα στο δεκαήμερο που μεσολαβεί μέχρι το τέλος Ιανουαρίου, η κατάσταση στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ επιδεινώνεται σταθερά.

«Το Ηνωμένο Βασίλειο τρέμει ότι θα είναι η επόμενη χώρα που θα χάσει το ΑΑΑ της
» έγραφε χαιρέκακα στον τίτλο σχετικής ανάλυσής της η γαλλική εφημερίδα «Λε Μοντ» και εξηγούσε το γιατί στο ρεπορτάζ της. «Το Λονδίνο ανησυχεί καθώς βλέπει τους Ευρωπαίους εταίρους του να θέτουν θέμα τη νομιμότητα του ΑΑΑ του. Μετά τις πρόσφατες επιθέσεις του Παρισιού κατά της αγγλικής οικονομίας, επιτέθηκε με τη σειρά της και η Γερμανία.
Ετσι, για τον Μίκαελ Φουξ, νούμερο δύο της κοινοβουλευτικής ομάδας του πολιτικού σχηματισμού της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, ''αν κανείς θέλει να είναι συνεπής, πρέπει να υποβαθμίσει και το Ηνωμένο Βασίλειο'', του οποίου το χρέος και το δομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού είναι μεγαλύτερα από όσο στη Γαλλία» υπογραμμίζει η γαλλική εφημερίδα.

«Την ίδια στιγμή που χειροκροτούν τη δρακόντεια δίαιτα λιτότητας που ακολουθεί χωρίς χαλάρωση το Λονδίνο, οι οίκοι αξιολόγησης ανησυχούν για τις ελάχιστα ικανοποιητικές προοπτικές ανάπτυξης της βρετανικής οικονομίας» τονίζει η «Μοντ». Λυσσαλέες αντιθέσεις κυριαρχούν πλέον μεταξύ των ηγετικών χωρών της Ευρώπης. Μόνο η κοινή προσπάθεια λεηλασίας των εισοδημάτων των λαών τους τις ενώνει…

«ΣΚΟΥΠΙΔΙ»: Για χρεοκοπία πάνε και την Πορτογαλία


Κατηγορηματικοί οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» του Λονδίνου. «Η Πορτογαλία κινείται μέσα στο έδαφος χρεοκοπίας. Οι μεγάλοι οίκοι δανειοληπτικής αξιοπιστίας αξιολογούν τη χώρα ως σκουπίδι» έγραφαν προχθές στους τίτλους του σχετικού ρεπορτάζ. Μόλις τον Ιούνιο θα λήξει ένα μεγάλο πορτογαλικό ομόλογο αξίας 10 δισεκατομμυρίων ευρώ και οι συνολικές ανάγκες δανεισμού της χώρας για ολόκληρο το 2012 ανέρχονται σε μόλις 17,5 δισ. ευρώ, αλλά παρ' όλα αυτά οι κερδοσκόποι του χρηματοπιστωτικού συστήματος έχουν ήδη καταδικάσει την Πορτογαλία. Μια χώρα που δεν είχε ούτε μεγάλο δημόσιο χρέος, ούτε υψηλές αποδοχές, ούτε καν τυχοδιώκτες τραπεζίτες σαν την Ιρλανδία. Τίποτε από αυτά όμως δεν φαίνεται να τη σώζει.

ΠΗΓΗ:
ΕΘΝΟΣ «E» 20/1/2012, http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22792&subid=2&pubid=63604701

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ IΙ

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ:
Ιστορικά στοιχεία, παραλληλισμοί, οι αιτίες της κρίσης, η μεγάλη ύφεση, η υπερχρέωση, η στάση πληρωμών, τα καταναγκαστικά μέτρα της κυβέρνησης και τα αποτελέσματα τους – Μέρος ΙI

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 
 
 
 
Συνέχεια από το Μέρος Ι: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2597
Η ΤΕΛΙΚΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ
Λόγω της «αποτελμάτωσης» (stagnation) της Οικονομίας, καθώς επίσης της «εμμονής» του αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου απαιτήθηκε, από μία μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, η υποτίμηση του νομίσματος. Η κυβέρνηση όμως δεν συμφώνησε με τη συγκεκριμένη απαίτηση, φοβούμενη, ως συνήθως, τόσο την περαιτέρω «φυγή» των κεφαλαίων στο εξωτερικό, όσο και τις επιθέσεις εκ μέρους των κερδοσκόπων (μία μεθοδική, προγραμματισμένη και σταδιακή υποτίμηση, θα είχε «αμβλύνει» αναμφίβολα την κρίση).

Τελικά, επιλέχθηκε από την κυβέρνηση ένας αρκετά πολύπλοκος συναλλαγματικός μηχανισμός και η σύνδεση του επίσημου νομίσματος της Αργεντινής, του «Πέζος», με ένα «καλάθι» νομισμάτων, το οποίο αποτελούταν κατά 50% από Ευρώ (τότε, η αξία του € ήταν σημαντικά χαμηλότερη από την αξία του $) και κατά 50% από δολάρια – κατ’ αρχήν για τις διεθνείς συναλλαγές της χώρας (κάτι που σήμαινε μία μικρή υποτίμηση του «Πέζος», μεταξύ 5% και 8%). Για παράδειγμα,

● όταν ένα Ευρώ αντιστοιχούσε με 0,83 δολάρια, τότε η αξία του «Πέζος» ήταν: 0,5 Χ 0,83 + 0,5 Χ 1 = 0,915 ανά δολάριο
● όταν ένα Ευρώ αντιστοιχούσε με 1,08 δολάρια, τότε η αξία του «Πέζος» ήταν: 0,5 Χ 1,08 + 0,5 Χ 1 = 1,04 ανά δολάριο  

Στα μέσα του 2001 και παρά το ότι η παραπάνω «τεχνική» δεν θεωρήθηκε σωστή από πολλούς οικονομολόγους (το διεθνές εμπόριο διενεργούταν κυρίως στο χώρο του δολαρίου και όχι του Ευρώ, ενώ στο «καλάθι» έπρεπε να συμμετέχει και το βραζιλιάνικο νόμισμα), η Οικονομία της Αργεντινής εμφάνισε μικρούς ρυθμούς ανάπτυξης, γεμίζοντας αισιοδοξία την κυβέρνηση της. Δυστυχώς όμως, ακολούθησε η παγκόσμια ύφεση (αν και ήταν μάλλον η αφορμή, παρά η αιτία της επιδείνωσης, αφού τα προβλήματα της χώρας δεν είχαν επιλυθεί), η οποία προκλήθηκε από το τρομοκρατικό χτύπημα στη Νέα Υόρκη (11.09.2001).

Η ύφεση είχε σαν αποτέλεσμα να χάσουν ξαφνικά οι επενδυτές την εμπιστοσύνη τους, γενικά απέναντι στις αγορές – πολύ περισσότερο απέναντι σε «ιστορικά» επικίνδυνες περιοχές, όπως η Λατινική Αμερική. Όταν λοιπόν η κυβέρνηση της Αργεντινής «παραδέχθηκε» δημοσίως, το Νοέμβριο του 2001, ότι δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις συνήθεις απαιτήσεις του ΔΝΤ, σε σχέση με τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας, το ΔΝΤ αρνήθηκε να «εμβάσει» ένα προγραμματισμένο δάνειο, ύψους 1.25 δις $ (κάτι ανάλογο θα συνέβαινε, εάν τυχόν η χώρα μας δανειοδοτούνταν περαιτέρω από την ΕΚΤ ή από χώρες της  Ε.Ε., υποσχόμενη να μειώσει το έλλειμμα και δεν τα κατάφερνε – ενδεχομένως λόγω της αποψίλωσης του παραγωγικού μας μηχανισμού, η οποία λειτουργεί «αποσταθεροποιητικά» στο αρνητικό μας εμπορικό ισοζύγιο, σε συνδυασμό με την  είσοδο της Οικονομίας μας σε ύφεση, όπως συνέβη το 1999 στην Αργεντινή).

Η κυριολεκτικά «τρομακτική» αυτή είδηση για τις παγκόσμιες χρηματαγορές, είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί «ραγδαία» η εμπιστοσύνη των επενδυτών απέναντι στην Αργεντινή – γεγονός στο οποίο οφείλεται η ξαφνική, μαζική και ταχύτατη  «απόσυρση» των κεφαλαίων από τη χώρα, η οποία προκάλεσε μία τεράστια κρίση σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα. Εντελώς τρομοκρατημένη η κυβέρνηση, για να αποφύγει το ολοκληρωτικό χάος που θα επακολουθούσε, εισήγαγε αμέσως μία νομοθετική διάταξη (Corralito), η οποία έθετε όριο στην ανάληψη μετρητών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς: επετράπη η ανάληψη μέχρι 250 Πέζος την εβδομάδα. Μέσω αυτής τα απαγόρευσης, η κυβέρνηση αποσκοπούσε ουσιαστικά στο να εμποδίσει την ανταλλαγή των Πέζος με δολάρια, επειδή το τραπεζικό σύστημα δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει (πρακτικά, δεν υπήρχαν στις τράπεζες τα χρήματα, για να πληρωθούν οι καταθέσεις – όπως είναι ο κανόνας διεθνώς και όχι η εξαίρεση).

Όμως, η ενέργεια αυτή επιδείνωσε την υφιστάμενη «κρίση εμπιστοσύνης» στην Οικονομία της Αργεντινής – τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό. Η μεσαία τάξη της χώρας εξαγριώθηκε κυριολεκτικά, με αποτέλεσμα μία γενική απεργία στις 13. Δεκεμβρίου – κατέληξε σε μαζικές, βίαιες διαδηλώσεις λίγο αργότερα (19 και 20 Δεκεμβρίου), «κοστίζοντας» συνολικά 28 θανάτους. Αμέσως μετά, παραιτήθηκε η πολιτική ηγεσία της χώρας ενώ, η ανάληψη της προεδρίας από τον κυβερνήτη μίας επαρχίας, τον κ. Adolfo Saa, διήρκεσε μόλις πέντε ημέρες. Η αιτία ήταν η άρνηση εκ μέρους των κυβερνητών των άλλων επαρχιών της Αργεντινής να στηρίξουν τα οικονομικά μέτρα που πρότεινε – μεταξύ των οποίων έναν εξορθολογισμό της χώρας, καθώς επίσης ένα νέο νόμισμα (Αργεντίνο), το οποίο θα είχε ελεύθερη διακύμανση απέναντι στο δολάριο.

Το σημαντικότερο γεγονός της σύντομης αυτής ανάληψης της εξουσίας εκ μέρους του «περονικού» κυβερνήτη κ. Adolfo Saa (παραιτήθηκε στις 30.12.2001), ήταν η επίσημη αναγγελία της χρεοκοπίας της χώρας (αδυναμία και στάση πληρωμών απέναντι στους δανειστές της) – μία απόφαση που εν πρώτοις διατήρησε ο διάδοχός του.  

ΕΚΤΑΚΤΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Ο νέος πρόεδρος ανακοινώθηκε την 1η Ιανουαρίου του 2002, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα του την επόμενη ημέρα. Με υπόδειξη των ειδικών του οικονομικού επιτελείου του, αποφάσισε αμέσως
(α)  την υποτίμηση του «Πέζος», ενώ
(β)  απαγόρευσε το άνοιγμα των τραπεζών σε ολόκληρη τη χώρα, μεταξύ άλλων για να αποφύγει τις αγορές δολαρίων εκ μέρους των πολιτών, κάτω από συνθήκες πανικού.

Η υποτίμηση ορίσθηκε στο 28% – δηλαδή, «αφαιρέθηκε» το 28% της αξίας των χρημάτων των πολιτών, των επιχειρήσεων και γενικά ολόκληρης της χώρας. Η ισοτιμία του νομίσματος όμως, μέσα σε ελάχιστες μόνο ημέρες, κάτω από την «πίεση» πανικοβλημένων αγορών δολαρίων, ξεπέρασε το 1:2 (1 $ ανά δύο Πέζος και όχι 1$ ανά 1,28 Πέζος, όπως είχε ορισθεί). Το γεγονός αυτό ανάγκασε την κυβέρνηση να αποσύρει την επίσημη ισοτιμία (1:1,28) – αυξήθηκαν επομένως οι αγορές δολαρίων σε συνθήκες πανικού, οπότε υποτιμήθηκε ακόμη περισσότερο το νόμισμα της Αργεντινής (η ισοτιμία, από 1:1 στις 04.12.01, πλησίασε το 1:4 τον Απρίλιο του 2002, ενώ σταθεροποιήθηκε στη συνέχεια στο 1:3, κατέβηκε στο 1:2,80 μέσω αγορών της κεντρικής τράπεζας, καταλήγοντας στο τέλος σταθερά στο 1:4 – αφαιρέθηκε δηλαδή τελικά το 75% της αξίας των χρημάτων).      

Λόγω των καταστροφικών συνεπειών από την τεράστια υποχώρηση της τιμής του «Πέζος» για τις τράπεζες, η κυβέρνηση αποφάσισε τη λήψη έκτακτων μέτρων, τα οποία ονομάστηκαν «Corralon». Σύμφωνα με τα μέτρα αυτά,
(α) όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί, πάνω από ένα ορισμένο ύψος, μετατράπηκαν «καταναγκαστικά» σε βιβλιάρια καταθέσεων, με χρονικό όριο ανάληψης χρημάτων έως και το 2010 (ουσιαστικά κατασχέθηκαν για ορισμένο χρόνο).
(β) οι τραπεζικοί λογαριασμοί σε συνάλλαγμα (δολάριο), αποφασίσθηκε να αντιμετωπισθούν σαν λογαριασμοί σε «Πέζος», με αξία ανταλλαγής 1:1,40 και να αποδοθούν στους ιδιοκτήτες τους μόνο μετά από την πάροδο αρκετών μηνών – οι υψηλότεροι, αυτοί που εμφάνιζαν δηλαδή μεγάλο πιστωτικό υπόλοιπο, μετά από πολλά έτη.
(γ)  οι οφειλές, τα δάνεια δηλαδή, μπορούσε κανείς να τα αποπληρώσει – κατ’ αρχήν με αξία ανταλλαγής Πέζο/Δολάριο 1:1 (συνέφερε επομένως η πληρωμή των χρεών).  

Η επονομαζόμενη αυτή «ασύμμετρη Πεζοποίηση», απασχόλησε τα δικαστήρια της Αργεντινής για πάρα πολλά χρόνια – το αποτέλεσμα ήταν τελικά η υιοθέτηση ενός καινούργιου σχεδίου ομολόγων, με το όνομα «BODEN». Επίσης, ο υπολογισμός των χρεών με την ισοτιμία 1:1,40 – συν τον επίσημο πληθωρισμό (από το 2003 όμως και μετά, άρχισαν να ξεπληρώνονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί Corralon, λόγω της, καλύτερης του αναμενομένου, πορείας της Οικονομίας της χώρας).
 
Υπενθυμίζουμε εδώ ότι (άρθρο μας «Κρατική πτώχευση»), το  δυσμενέστερο  όλων των μέτρων, τα οποία είναι στην απόλυτη δικαιοδοσία της κυβέρνησης ενός κράτους, είναι η επιβολή «καταναγκαστικών μέτρων» – επί πλέον των συνήθων φορολογικών. Δηλαδή, οι ειδικοί φόροι εις βάρος της ατομικής περιουσίας των Πολιτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων (εδώ αιτιολογούνται οι «απαιτήσεις» των κυβερνήσεων για πλήρη καταγραφή, στις φορολογικές δηλώσεις, όλων των περιουσιακών στοιχείων των φορολογουμένων), οι οποίοι επιβάλλονται «καταναγκαστικά» από το κράτος, χωρίς τη συμφωνία τους και χωρίς να έχουν «προ-αναγγελθεί» στον ετήσιο προϋπολογισμό.

Περαιτέρω στην Αργεντινή, όλα αυτά τα «καταναγκαστικά» μέτρα, οδήγησαν σε μία επόμενη «απώλεια της εμπιστοσύνης», εκ μέρους ολόκληρης της αγοράς, με αποτέλεσμα να χάνει συνεχώς σε αξία το επίσημο νόμισμα, σε σχέση με το δολάριο. Η κυβέρνηση, για να εφησυχάσει τους πολίτες της χώρας της, ψήφισε την παροχή κοινωνικής βοήθειας ύψους 100 Πέζος (αργότερα 150) σε άνεργες οικογένειες – υπό την επίδραση του πληθωρισμού, ένα μάλλον συμβολικό και αμελητέο ποσόν. Ακριβώς τότε, η ισοτιμία του δολαρίου πλησίασε το 1:4 (δηλαδή, το Πέζος συρρικνώθηκε στο 25% περίπου της αρχικής του αξίας), όπου σταθεροποιήθηκε με τη βοήθεια μαζικών μέτρων στήριξης εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής. Η κατάσταση των τραπεζών συνέχιζε φυσικά να επιδεινώνεται, έως ότου άρχισαν κάπως να αποδίδουν τα σχέδια «BODEN» και «Plan Bonex II» (το τελευταίο συνέδεε τους τραπεζικούς λογαριασμούς σε δολάρια, με μία ευρεία γκάμα αξιόγραφων σταθερού επιτοκίου, με χρονική διάρκεια αποπληρωμής μεταξύ 5 και 10 ετών). Τα έκτακτα μέτρα με τη γενική ονομασία «Corralon» συνέβαλλαν στη «μεθοδική καταστροφή» μεγάλων τομέων της Οικονομίας της χώρας, όπως για παράδειγμα της αγοράς ακινήτων και της αυτοκινητοβιομηχανίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ύφεση κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του 2002 εκτοξεύθηκε στο -12%, ενώ ο χρηματιστηριακός δείκτης της χώρας (Merval Index) έπεσε σε ένα πάρα πολύ χαμηλό επίπεδο.

Από 600 μονάδες που ήταν στις 02.01.1998, διολίσθησε στις 400 μονάδες περί τον Αύγουστο του ιδίου έτους, επανήλθε ξανά στις 600 μονάδες στις αρχές του 2000 (παρά το ότι στα διεθνή χρηματιστήρια οι τιμές είχαν εκτοξευθεί στα ύψη – ακολουθούσε επομένως ανεξάρτητη πορεία, όπως σήμερα ο δικός μας δείκτης) και στη συνέχεια (αρχές του 2002) έφτασε στις 200 μονάδες – πτώση δηλαδή που άγγιξε το -300% της αξίας που είχε με το ξεκίνημα της κρίσης (υπενθυμίζουμε ότι το ξεκίνημα της κρίσης οροθετείται» από την «επίσημη» είσοδο της Οικονομίας σε ύφεση – σε αρνητική δηλαδή οικονομική ανάπτυξη και όχι πριν από αυτήν, όπου μιλάμε για το «προπαρασκευαστικό» στάδιο).   

Για να γίνει περισσότερο κατανοητό το ύψος της πτώσης (αναλογεί υποθετικά με το δικό μας δείκτη στις 400 περίπου μονάδες), το μέγεθος της απαξίωσης του χρηματιστηρίου δηλαδή, αρκεί να σημειωθεί πως, όταν άρχισε να επανακάμπτει «δειλά» η οικονομία της χώρας (μετά τα μέσα του 2000), ο δείκτης έφτασε γρήγορα τις 1.200 μονάδες (εξαπλασιάστηκε). Σήμερα (31.12.2009) ευρίσκεται στις 2.152 μονάδες – δηλαδή σχεδόν 11 φορές πάνω από το χαμηλό του 2002, παρά το ότι το επιτόκιο της Αργεντινής ευρίσκεται στις 1.100 μονάδες βάσης (250 μονάδες το Ελληνικό).
 
Η ΑΝΑΚΑΜΨΗ
 
Στα τέλη του 2002 η Οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται αργά αλλά σταθερά, αφού άρχισε να αποδίδει η υποτίμηση του νομίσματος, η οποία κατέστησε τα προϊόντα της Αργεντινής ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές (ενώ, αντίθετα, ακρίβυναν κατά πολύ τα ξένα προϊόντα, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι εισαγωγές). Ο συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων ήταν θετικός για το εμπορικό ισοζύγιο της Αργεντινής, όπως επίσης και για τον περιορισμό του εξωτερικού χρέους της. Έτσι, άρχισαν να αποσύρονται σταδιακά τα μέτρα στήριξης που είχαν ληφθεί (Corralito, Corralon, LECOP κλπ), γεγονός που έδωσε ξανά ώθηση στην ιδιωτική κατανάλωση. Ο ρυθμός ανάπτυξης έφτασε το 8,9% το 2003 – αν και από τα τέλη του 2003 εμφανίζονταν πολύ συχνά ελλείψεις στον τομέα της ενέργειας, λόγω της σχετικά ισχυρής ανάπτυξης, των υψηλών τιμών του πετρελαίου και των «ελλειμματικών επενδύσεων» της χώρας (κυρίως λόγω της κρίσης του 1998) σε ενεργειακές υποδομές.

Το 2004 έγιναν συγκεκριμένες προτάσεις σε εκπροσώπους των παλαιών δανειστών της Αργεντινής, οι οποίες προέβλεπαν την πληρωμή του 25% (αργότερα του 35%) των παλαιών χρεών της – αυτών δηλαδή που υπήρχαν πριν από την ημερομηνία που η χώρα χρεοκόπησε. Οι προτάσεις αυτές προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις εκ μέρους κυρίως των διεθνών πιστωτών του κράτους, οι οποίοι αντιπροσώπευαν το 55% περίπου των χρεών του, με αποτέλεσμα να επιδεινωθούν οι σχέσεις του με το ΔΝΤ. Εν τούτοις η Αργεντινή, μετά από πολλές διπλωματικές προσπάθειες, κατάφερε να πείσει την πλειοψηφία των δανειστών της – με εξαίρεση τη Γερμανία και την Ιταλία.

Η διαδικασία της πληρωμής των παλαιών χρεών, μέσω αναχρηματοδότησης, η οποία καθυστέρησε εκ μέρους της Αργεντινής, προέβλεπε τελικά, κατά μέσον όρο, την πληρωμή του 50% των δανειακών κεφαλαίων – μέσω της έκδοσης τριών νέων «ομολόγων δημοσίου», μεταξύ των οποίων θα μπορούσαν να επιλέξουν οι δανειστές, με συγκεκριμένους όμως περιορισμούς. Οι τόκοι των ληξιπρόθεσμων δανείων δεν αναγνωρίσθηκαν από την Αργεντινή, παρά το ότι αρχικά είχε συμφωνήσει να τους πληρώσει – με αποτέλεσμα, οι ζημίες των διεθνών δανειστών της να είναι κατά πολύ μεγαλύτερες, από αυτές που εμφανίζονται.

Κοινό στοιχείο και στα τρία νέα ομόλογα του δημοσίου που εκδόθηκαν για την αποπληρωμή των παλαιών χρεών της χώρας είναι το ότι, σε αντίθεση με τα προηγούμενα, δεν αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων του εξωτερικού. Εάν δηλαδή η Αργεντινή σταματήσει ξανά να πληρώνει τα χρέη της, τότε οι δανειστές της θα πρέπει να υποβάλουν αγωγές στα «εθνικά» της δικαστήρια – με τις δικές της νομικές διαδικασίες.

Ολοκληρώνοντας, αν και η κρίση στη χώρα ξεπεράστηκε, θα μπορούσε κάλλιστα να επαναληφθεί στο μέλλον. Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι ο πληθωρισμός, ο οποίος παραμένει στο 12%, ενώ το κεντρικό πρόβλημα της Αργεντινής σήμερα είναι η εξασφάλιση της απαραίτητης ενέργειας, αφού η συνέχιση ρυθμών ανάπτυξης μεταξύ 6% και 9% (ουσιαστικά οι ρυθμοί αυτοί «απαιτούνται», για να επανέλθει η Αργεντινή στο, προ της κρίσης, οικονομικό επίπεδο της), εξαρτάται κυρίως από τη λύση του ενεργειακού της προβλήματος.  
 
* Αθήνα, 03. Ιανουαρίου 2010, Βασίλης Βιλιάρδος, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
 
ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/1649.aspx

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ I

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ: Ιστορικά στοιχεία, παραλληλισμοί, οι αιτίες της κρίσης, η μεγάλη ύφεση, η υπερχρέωση, η στάση πληρωμών, τα καταναγκαστικά μέτρα της κυβέρνησης και τα αποτελέσματα τους – Μέρος Ι

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 
 
 


Θεωρώντας ότι η κρίση της Αργεντινής, η οποία κατέληξε στη χρεοκοπία της (ένα κράτος, αντίθετα με τους ισχυρισμούς πολλών, μπορεί κάλλιστα να χρεοκοπήσει, ακόμη και σήμερα – όχι όμως να σταματήσει να λειτουργεί), είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων ετών, καθώς επίσης ότι, η συγκεκριμένη χώρα έχει αρκετές ομοιότητες με τη δική μας, αλλά και με τα υπόλοιπα κράτη του «Ευρωπαϊκού Νότου» («αποικήθηκε» κυρίως από Ιταλούς και Ισπανούς), κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε αναλυτικά, έτσι ώστε να αξιοποιήσουμε «έγκαιρα» την εμπειρία της – χωρίς να «υποχρεωθούμε» στα ίδια λάθη.

Χρησιμοποιούμε σκόπιμα τον πληθυντικό επειδή έχουμε την άποψη ότι, δεν κινδυνεύει μόνο η Ελλάδα να οδηγηθεί σε τέτοιου είδους «περιπέτειες», αλλά πολλές άλλες χώρες της Ε.Ε. (οι Η.Π.Α. επίσης), οι οποίες έχουν σαν κοινό «παρανομαστή» τους την υπερχρέωση – τις υπερβολικές δηλαδή υποχρεώσεις τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημόσιου τομέα τους, τις οποίες «συσσώρευσαν» αφειδώς τα τελευταία 30 χρόνια. Η υπερχρέωση αυτή εξασφάλισε την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των Οικονομιών όλων των δυτικών χωρών, σε επίπεδα όμως αρκετά υψηλότερα από τα ανώτατα δυνατά και επομένως μη διατηρήσιμα. Συνοπτικά, η οικονομική κρίση της Αργεντινής διήρκεσε από το 1998 έως το 2002, με τα εξής κεντρικά σημεία:
 
(α) την ισχυρότατη ύφεση, η οποία «έπληξε» τη χώρα  μεταξύ των ετών 1998 – 1999 και
(β) την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος (2001/02), η οποία ουσιαστικά ήταν το «προϊόν», το φυσικό επακόλουθο καλύτερα, της ύφεσης.
 
Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην παραίτηση της πολιτικής ηγεσίας της χώρας, την οποία ακολούθησε μία περίοδος μεγάλης εσωτερικής αστάθειας. Τελικά, το ΑΕΠ της Αργεντινής μειώθηκε συνολικά κατά 21%, με καταστροφικά αποτελέσματα για τον κοινωνικό της ιστό – στο ζενίθ της κρίσης (μέσα του 2002), το ποσοστό της «φτώχειας» έφτασε το 57%, ενώ η ανεργία ξεπέρασε το 23%.
 
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
 
Σε γενικές γραμμές η Αργεντινή, χώρα με μεγάλο φυσικό πλούτο,  χαρακτηρίζεται σαν μία «υπερήφανα οπισθοδρομική» κοινωνία, στην οποία κυριάρχησαν για πολλά χρόνια οι ψευδαισθήσεις και οι προκαταλήψεις. Παρά το ότι είχε πάντοτε μερικούς πολύ πλούσιους ανθρώπους, εξαρτιόταν ανέκαθεν «κεφαλαιακά» από τις διεθνείς αγορές – ήταν επομένως υπόχρεη σε έθνη/δανειστές, με τρόπους που υπονόμευαν σοβαρά την ελευθερία της να χειρίζεται μόνη τις υποθέσεις της. Η βιομηχανία της Αργεντινής δεν ήταν ποτέ «οδηγός», αλλά «επιβάτης» της οικονομικής μεγέθυνσης, ενώ οι εργαζόμενοι της, είτε στη βιομηχανία, είτε στη γεωργία, ήταν εκ πεποιθήσεως δυστυχείς – «εκλαμβάνοντας» τις περιρρέουσες πολιτικές ιδεολογίες σαν την ευκαιρία των «αδυνάτων» (πηγή: D. Landes). Για παράδειγμα θεωρούσαν ότι, με κριτήριο τη σοσιαλιστική θεωρεία, έπρεπε να δουλεύουν λιγότερο και να αμείβονται περισσότερο – ανεξάρτητα από το «προϊόν» που παρήγαγαν ή από το τι επικρατούσε στον υπόλοιπο κόσμο.
 
Έτσι, ουσιαστικά αποξενώνονταν από την παραγωγική διαδικασία, γεγονός που ο οικονομολόγος Paul Samuelson το απέδωσε αφενός μεν στην αντίφαση ανάμεσα στην οικονομική οπισθοδρομικότητα και την κοινωνική αδιαφορία, αφετέρου δε στην πρώιμη «υπερπολιτικοποίηση». Σε τελική ανάλυση, απλουστευμένα κάπως, οι Αργεντινοί επιθυμούσαν κάτι, το οποίο ήταν αδύνατον να τους προσφέρει η Οικονομία ή το κράτος τους. Εκτός αυτού, η ανάπτυξη της «εθνικής» τους «ταυτότητας», στηριζόταν σε έναν «συνθηματολογικό λαϊκισμό» – γεγονός που αποδεικνύεται από την εκπληκτική επιτυχία της Εβίτα.

Ίσως εδώ οφείλουμε να προσθέσουμε ότι, σε γενικές γραμμές, η αποτυχία της προόδου της Λατινικής Αμερικής συνολικά, έχει αποδοθεί στα εγκλήματα των ισχυρότερων και πλουσιότερων χωρών (χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι ισχύει απόλυτα). Η ευάλωτη θέση της οφείλεται κυρίως στην «εξάρτηση» – υπονοώντας με τη συγκεκριμένη λέξη μία κατάσταση κατωτερότητας, όπου κάποιος δεν ελέγχει τη μοίρα του, αλλά κάνει ότι του υπαγορεύουν οι άλλοι. Η ανεξαρτησία βέβαια δεν χαρίζεται, αλλά κερδίζεται με πολλούς κόπους και θυσίες – κάτι που μόλις πρόσφατα συνειδητοποίησε τουλάχιστον η Βραζιλία, ξεφεύγοντας σε κάποιο βαθμό από τα «εθνικά» συμπλέγματα και τον άκοπο, «συνθηματολογικό» λαϊκισμό. Αναλυτικότερα, για να ενταχθεί μία χώρα στην ομάδα των ανεξάρτητων, κυρίαρχων κρατών, απαιτείται (εκτός από την οργανωμένη, μεθοδική εργασία),  δανεισμός και επενδύσεις.
 
Η Αργεντινή βρέθηκε να αντιμετωπίζει επανειλημμένα περιοδικές δυσκολίες, τόσο όσον αφορά το ποσόν, όσο και τους όρους των ξένων επενδύσεων και πιστώσεων. Όλα αυτά συνετέλεσαν στο να υπάρξει σύγκρουση με τους πιστωτές της, η οποία την οδήγησε σε έναν αντιδραστικό απομονωτισμό – σε «περιοριστικά μέτρα» δηλαδή, τα οποία απλώς επιδείνωσαν την οικονομική στενότητα και την εξάρτηση της, ενώ την απέκοψαν από τον ανταγωνισμό, τα ερεθίσματα και τις ευκαιρίες για οικονομική μεγέθυνση.
 
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
 
Περαιτέρω στην Αργεντινή η οποία, κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα, ανήκε στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, διαπιστώνουμε ότι η κύρια αιτία της πτώσης της ήταν τόσο οι πολιτικές, όσο και οικονομικές περίοδοι συνεχούς αστάθειας, οι οποίες επικράτησαν μετά το 1955. Οι διαρκείς εναλλαγές των κυβερνήσεων είχαν σαν αποτέλεσμα την «εναλλασσόμενη» υιοθέτηση διαφορετικών κάθε φορά οικονομικών πολιτικών, οι οποίες οδηγούσαν σε πολλές επί μέρους κρίσεις που καταπολεμούνταν συνήθως με βραχυπρόθεσμα, «σταθεροποιητικά» προγράμματα. Τα προγράμματα όμως αυτά επιδείνωναν συνεχώς την ασταθή οικονομική κατάσταση της χώρας, ενώ χαρακτηρίζονταν από μεγάλο κοινωνικό κόστος.   

Η μεγάλη πολιτική αστάθεια «ξεπεράστηκε» τελικά το 1983, όταν «εκδιώχθηκε» η δικτατορία και εγκαθιδρύθηκε η Δημοκρατία. Εν τούτοις, η οικονομική αστάθεια (υψηλός πληθωρισμός, συνεχή μέτρα λιτότητας κλπ) συνέχισε να υπάρχει μέχρι το 1991, όπου η Αργεντινή αποφάσισε να συνδέσει τι νόμισμα της με το δολάριο, επιλέγοντας τη σταθερή ισοτιμία μαζί του (ουσιαστικά ήταν σαν να είχε υιοθετήσει το δολάριο, στη θέση του δικού της νομίσματος – κατά κάποιον τρόπο δηλαδή, όπως εμείς το Ευρώ). Έτσι κατόρθωσε τελικά να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, αλλά λίγα μόνο χρόνια αργότερα ήλθε αντιμέτωπη με τις «παρενέργειες» αυτού του «μονεταριστικού» προγράμματος σταθερότητας: οι τιμές των προϊόντων της χώρας ακρίβυναν στις διεθνείς αγορές, γεγονός που οδήγησε στον περιορισμό της ανταγωνιστικότητας της, στη μείωση των εξαγωγών της και στο αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο (εισαγωγές μεγαλύτερες από τις εξαγωγές), το οποίο είχε σαν «φυσικό» αποτέλεσμα την μεγάλη άνοδο του εξωτερικού χρέους της (οι ομοιότητες με τη χώρα μας είναι προφανείς). Η σύνδεση ενός νομίσματος (ή η εισαγωγή ενός κοινού, όπως στην περίπτωση του Ευρώ), με το νόμισμα μίας ισχυρής χώρας, «υποχρεώνει» ουσιαστικά σε ισότιμη ανάπτυξη, εάν θέλει κανείς να αποφύγει τις δεδομένες παρενέργειες – κάτι που φυσικά δεν κατάφερε να επιτύχει η Αργεντινή, σε σχέση με τις Η.Π.Α. Η κρίση βέβαια, η οποία «ξέσπασε» το 1998, οφειλόταν σε έναν πολύπλοκο συνδυασμό περισσότερων του ενός παραγόντων – κυρίως των κατωτέρω:
 
(α)  Ήδη κατά την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας και της διαδικασίας της εθνικής αναδιοργάνωσης (1976 – 1983), το εξωτερικό και λοιπό χρέος της Αργεντινής αυξήθηκε ραγδαία, σαν αποτέλεσμα του αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου, των διαφόρων «κερδοσκοπικών» επιθέσεων εναντίον του νομίσματος της, καθώς επίσης της φυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό. Η κατάσταση αυτή σταθεροποιήθηκε μεν αργότερα, αλλά μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα, αφού το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο παρέμεινε ως είχε – μη αυξανόμενο μεν, αλλά σταθερά στο 55% του ΑΕΠ της χώρας. Έτσι, το δημόσιο χρέος της Αργεντινής  αυξήθηκε μεταξύ των ετών 1996-1999, κατά 36% του ΑΕΠ της. Για την καλύτερη κατανόηση των μεγεθών, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας για μία αντίστοιχη χρονική περίοδο, για παράδειγμα μεταξύ των ετών 2006 και 2009, αυξήθηκε από τα 224,16 δις € στα 299,6 δις € – ήτοι κατά 33% περίπου. Το εμπορικό μας ισοζύγιο το 2008 ήταν – 44 δις €, έναντι 239 δις ΑΕΠ – ήτοι 18,4% του ΑΕΠ μας. Συγκριτικά λοιπόν με τη Αργεντινή, το δημόσιο χρέος μας αυξήθηκε ανάλογα, ενώ το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μας διατηρήθηκε χαμηλότερα, σχεδόν σταθερό σε σχέση με το ΑΕΠ μας. Αυτό βέβαια οφείλεται κυρίως στα υψηλότερα «συναλλαγματικά» έσοδα μας από τον Τουρισμό και τη Ναυτιλία – όχι στις εξαγωγές.      

(β) Η σύνδεση του νομίσματος της χώρας με το δολάριο και ειδικά η σταθερή ισοτιμία που επιλέχθηκε (1:1), στη θέση της ελεύθερης διακύμανσης, οδήγησε στη δραστική μείωση του πληθωρισμού, χωρίς όμως να τον εξαλείψει εντελώς (κάτι αντίστοιχο συνέβη στην Ελλάδα και αλλού, μετά την εισαγωγή του Ευρώ, αν και σε μικρότερα μεγέθη). Ο πληθωρισμός που απέμεινε, συνέχιζε να αυξάνει τις τιμές των προϊόντων της Αργεντινής στις διεθνείς αγορές, γεγονός που οδήγησε στη μείωση των εξαγωγών, με την ταυτόχρονη αύξηση των εισαγωγών της. Αυτό με τη σειρά του, είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο έπρεπε να «ισοσκελισθεί» μέσω νέου δανεισμού.
Ενδεχομένως λοιπόν, εάν η αρχική «σταθερή» σύνδεση με το δολάριο είχε αντικατασταθεί, πριν το 1998, με έναν μηχανισμό ευέλικτης συναλλαγματικής ισοτιμίας (επιδεινώθηκε λόγω του ισχυρού δολαρίου της δεκαετίας του 1990 – στην περίπτωση μας, συμβαίνει κάτι αντίστοιχο σήμερα με το Ευρώ), η κρίση θα ήταν λιγότερο καταστροφική. Είναι άλλωστε ευρέως γνωστό το ότι, η οποιαδήποτε «ανθρώπινη επέμβαση» στην ελεύθερη αγορά, διαστρεβλώνει» το μηχανισμό της και οδηγεί σε εκρήξεις – μεγέθους «ευθέως αναλόγου» του χρονικού διαστήματος που «τυχόν» καθυστέρησε τεχνητά η κρίση.  

(γ)  Το 1995 το Μεξικό υποτίμησε το νόμισμα του («κρίση της Τεκίλας») – όπως επίσης και η Βραζιλία, το 1998. Κατ’ επέκταση, τα προϊόντα των δύο αυτών χωρών φθήνυναν στις διεθνείς αγορές, με καταστροφικές συνέπειες για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις της Αργεντινής. Επιπροσθέτως, αρκετές επιχειρήσεις της χώρας, όπως επίσης πολλές θυγατρικές πολυεθνικών εταιρειών, μετέφεραν τα εργοστάσια παραγωγής τους στη Βραζιλία – γεγονός που αύξησε ακόμη περισσότερο την ανεργία στην Αργεντινή, επιδρώντας αρνητικά στην εσωτερική κατανάλωση (κάτι αντίστοιχο συμβαίνει κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, όπου πολλές παραγωγικές επενδύσεις έχουν μεταναστεύσει στα Βαλκάνια).   

(δ) Λόγω της «ιστορικής αστάθειας» της Οικονομίας της Αργεντινής, οι πολίτες της ήταν ανέκαθεν δύσπιστοι απέναντι στο τραπεζικό σύστημα. Αντέδρασαν λοιπόν σχεδόν πανικόβλητοι, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα «συμπτώματα» της κρίσης, αγοράζοντας μαζικά δολάρια και μεταφέροντας τα κεφάλαια τους στο εξωτερικό – ειδικά μετά τον καινούργιο τραπεζικό νόμο του 2001 και την υποτίμηση του νομίσματος το 2002, η οποία έπληξε ακόμη περισσότερο την Οικονομία της χώρας.

(ε)  Η εμπιστοσύνη των διεθνών χρηματαγορών απέναντι στην Αργεντινή «βυθίστηκε» ραγδαία περί το τα τέλη του 1999, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το επίπεδο ρίσκου του δανεισμού της – το επιτόκιο δηλαδή, σε σχέση με το «βασικό» των Η.Π.Α. (το «βασικό» στην Ε.Ε. είναι αυτό της Γερμανίας). Από το έτος 2000 λοιπόν και μετά αυξανόταν συνεχώς, φθάνοντας τον Οκτώβρη του 2001 τις 1.916 μονάδες βάσης – γεγονός που σήμαινε 19,16% επί πλέον του «βασικού» (Η.Π.Α.) τόκους, οπότε τους υψηλότερους παγκοσμίως. Πρακτικά βέβαια, το ύψος αυτό του επιτοκίου είναι «απαγορευτικό» για την αναζήτηση δανείων από τις κανονικές (regular) διεθνείς χρηματαγορές – υποχρεώνει δηλαδή ουσιαστικά την «πληγείσα» χώρα, να απευθυνθεί για δανεισμό στο ΔΝΤ (το 2002, το επιτόκιο πλησίασε τις 6.000 μονάδες βάσης, ενώ ομαλοποιήθηκε πολύ αργότερα, το 2005 – πρόσφατα όμως ήταν ξανά στις 1.100 μονάδες).   

(στ) Ένα κύμα ιδιωτικοποιήσεων, στην αρχή της δεκαετίας του 1990, είχε σαν τελικό αποτέλεσμα την πώληση πολλών δημοσίων επιχειρήσεων σε ιδιώτες – ακόμη και σε τιμές χαμηλότερες από την αξία τους. Οι ιδιωτικοποιήσεις αυτές  οδήγησαν στην εξάρτηση σημαντικών κλάδων της Οικονομίας της Αργεντινής από το εξωτερικό (για σχετικό παραλληλισμό, η πώληση του ΟΤΕ οδήγησε την Ελλάδα στην εξάρτηση των τηλεπικοινωνιών της από την Γερμανία – εάν τυχόν συνέβαινε κάτι αντίστοιχο με τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ και τις υπόλοιπες, κοινωφελείς ή μη, επιχειρήσεις της χώρας μας, θα ακολουθούσαμε πιστά τα βήματα της Αργεντινής). Το γεγονός αυτό κατέστησε τη χώρα εξαιρετικά ευάλωτη, τόσο στην κερδοσκοπία, όσο και στη «μετανάστευση» των κεφαλαίων, οπότε συνετέλεσε τα μέγιστα στην  τραπεζική κρίση που ακολούθησε (η «απαρχή» της διαπιστώνεται ήδη στη χώρα μας – εάν βέβαια ισχύουν οι «περιρρέουσες» πληροφορίες για «φυγή» ιδιωτικών κεφαλαίων, ύψους περί τα 5 δις €, στο εξωτερικό).
 
Η ΜΕΓΑΛΗ ΥΦΕΣΗ
 
Το 1997 ξέσπασε στη γειτονική χώρα της Αργεντινής, στη Βραζιλία, μία βαθιά κρίση, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τη δραστική υποτίμηση του βραζιλιάνικου νομίσματος – έχασε περίπου το 50% της αρχικής του αξίας. Οι επιδράσεις της κρίσης στην Αργεντινή δεν άργησαν να φανούν, αφενός μεν επειδή η Βραζιλία αποτελούσε έναν σημαντικό οικονομικό εταίρο της, (οι δύο χώρες είναι μέλη της διακρατικής ένωσης Mercosur), οπότε «πλήγηκαν» οι εξαγωγές της, αφετέρου δε επειδή η Βραζιλία «κέρδισε», μέσω της «αδρής» υποτίμησης του νομίσματος της, σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα απέναντι στην Αργεντινή.  

Οι εισαγωγές της Αργεντινής από τη Βραζιλία αυξήθηκαν, οι εξαγωγές της προς τη Βραζιλία περιορίσθηκαν, τα προϊόντα της αντικαταστάθηκαν στις διεθνείς αγορές από τα αντίστοιχα της Βραζιλίας, οι επιχειρήσεις της μετέφεραν την παραγωγή τους στη γειτονική χώρα και οι διεθνείς επενδύσεις σχεδόν μηδενίστηκαν σε ολόκληρη την περιοχή, λόγω των δυσμενών οικονομικών προοπτικών της. Έτσι η Αργεντινή οδηγήθηκε το 1999 σε ύφεση (αρνητική οικονομική ανάπτυξη), ύψους -4%, η ποία κατέληξε σε στασιμότητα το 2000, παρά τα τεράστια δάνεια εκ μέρους του ΔΝΤ και των ιδιωτικών τραπεζών (μία ανάλογη εξέλιξη στη χώρα μας «φοβίζει», όσο ίσως τίποτα άλλο, την κυβέρνηση μας η οποία, πολύ σωστά, αναζητάει απεγνωσμένα τρόπους αποφυγής της – εάν αποδεχθούμε δε ότι, η μέχρι σήμερα ανάπτυξη μας, με ρυθμούς περί το 4%, ήταν κυρίως «πληθωριστική», ελάχιστα παραγωγική, εν μέρει βασισμένη στα δημόσια έργα και στην οικοδομική δραστηριότητα, τότε οι κίνδυνοι που «ελλοχεύουν» είναι εξαιρετικά ρεαλιστικοί).      

Η ανεργία αυξήθηκε, ενώ ακολούθησαν διαμαρτυρίες και μαζικές διαδηλώσεις του πληθυσμού, οι οποίες γρήγορα οργανώθηκαν κεντρικά – εξελισσόμενες το 2001 σε έναν σημαντικό «δυναμικό» παράγοντα της πολιτικής της χώρας. Επίσης αυξήθηκε ο αριθμός των υποαπασχολουμένων και, μέσω αυτών, των απασχολουμένων στην «άτυπη» Οικονομία. Σε συνθήκες αυξανόμενης ανεργίας, πολλοί αναζητούν την επίλυση των προβλημάτων τους στην «αυτοαπασχόληση» – στη λειτουργία δηλαδή δικών τους μικρών επιχειρήσεων, συνήθως χωρίς νόμιμες άδειες, φορολογικές δηλώσεις κλπ (ορισμός της «άτυπης» Οικονομίας). Για παράδειγμα, στην Αργεντινή εμφανίσθηκαν, μεταξύ άλλων, οι Cartoneros, οι οποίοι συγκέντρωναν ανακυκλώσιμα υλικά από τα σκουπίδια, κυρίως χαρτικά και χαρτοκιβώτια, τα οποία στη συνέχεια πουλούσαν – προφανώς εκτός των νομίμων πλαισίων της αγοράς.

Ένα ιδιαίτερο «φαινόμενο» αυτής της φάσης ήταν η «εισαγωγή» των «χρεωστικών ομολόγων» σε πολλούς δήμους της Αργεντινής (όπως συνέβη στην Καλιφόρνια πρόσφατα), καθώς επίσης στην ίδια τη χώρα (ονομάζονταν LECOP). Με την έκδοση και την κυκλοφορία αυτών των «ομολόγων δημοσίου» πληρώνονταν, εισέπρατταν καλύτερα μέχρι και το 50% του μισθού τους, οι απασχολούμενοι στους δήμους – όπως επίσης και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Τα ομόλογα αυτά είχαν τη «μορφή» χαρτονομισμάτων και γινόταν αποδεκτά σαν τέτοια από πολλά καταστήματα της χώρας – αν και η αξία τους υπολογιζόταν χαμηλότερα, από το αναγραφόμενο ποσόν.

Ένα επόμενο «φαινόμενο» ήταν η δημιουργία «ανταλλακτικών ενώσεων», οι οποίες ουσιαστικά προωθούσαν τη «φυσική» ανταλλαγή τροφίμων και υπηρεσιών – με σκοπό την εξισορρόπηση των απολεσθέντων χρημάτων, από την έλλειψη ή τη μη πληρωμή της εργασίας. Για παράδειγμα, μέσα στις συγκεκριμένες ενώσεις, ανταλλάσσονταν τομάτες με αυγά, κρέας με λαχανικά κοκ – όπως ακριβώς συνέβαινε στην Ευρώπη και αλλού, πριν ακόμη «εφευρεθούν» τα χρήματα, σαν ανταλλακτικό μέσον. Το 2001 το φαινόμενο αυτό εξελίχθηκε σε «μαζικό», αφού η κάθε γειτονιά και η κάθε πόλη είχε το δικό της «ανταλλακτήριο προϊόντων». Η «συλλογική» δε εκπροσώπηση όλων αυτών των ανταλλακτηρίων, εξέδωσε το 2001 το δικό της νόμισμα (Credito), το οποίο χρησιμοποιούνταν (εν μέρει) ακόμη και για την αγορά ακινήτων.

* Αθήνα, 03. Ιανουαρίου 2010, Βασίλης Βιλιάρδος, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/1649.aspx
 
 
Συνέχεια στο Μέρος Ι: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2598

ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΙ

ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΙ

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 
 
 

Ανακοινώθηκε προ ημερών ότι οίκος αξιολόγησης της κατάστασης της οικονομίας υποβάθμισε εννιά χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και τη Γαλλία. Το συμβάν δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί έκπληξη ακόμη και για τη Γαλλία, δεδομένου ότι σημάδια κάμψης της ευρωστίας της γαλλικής οικονομίας είχαν εμφανιστεί από καιρό. Και βέβαια δεν είναι οι τελευταίες χώρες, οι οποίες υποβαθμίζονται. Θα ακολουθήσουν και πολλές άλλες, ενώ οι ήδη υποβαθμισμένες θα κατρακυλίσουν χαμηλότερα στον πίνακα που έχουν καταστρώσει οι ελέγχοντες την παγκόσμια οικονομία.

Το θλιβερό δεν είναι η υποβάθμιση αυτή καθ’ εαυτή, αλλά η διαδικασία, η οποία μένει ασχολίαστη από τους λαλίστατους αναλυτές της οικονομίας, οι οποίοι ζαλίζουν καθημερινά με τις ακαταλαβίστηκες αναλύσεις, στις οποίες η λαγνεία της χρήσης στριφνών οικονομικών όρων είναι εμφανής. Το θλιβερότερο είναι ότι οι περισσότεροι πολίτες εξακολουθούν να ενημερώνονται από τις ειδήσεις στη μικρή οθόνη.

Έχουμε επισημάνει σε άρθρα κατά το παρελθόν ότι η νέα τάξη πραγμάτων, την οποία κάποιοι επιμένουν να θεωρούν ακόμη ευκαιρία ανάπτυξης, έχει θέσει ως στόχο την αλλοτρίωση των λαών και τον αφανισμό τους. Οι πλείστοι αναλυτές επιμένουν να σχολιάζουν μόνο τα ζητήματα της οικονομίας, πιστοί στην «ιδεολογία» του καπιταλισμού, ο οποίος αναγνωρίζει μία μόνο αξία: Το χρήμα. Αλλά και τα σχόλια είναι άκρως παραπλανητικά, καθώς δεν αναζητούν τις αιτίες της οικονομικής βαρειάς «αναιμίας», θεωρούντες τα συμβαίνοντα ως απόροια κάποιων οικονομικών νόμων, ανυπάρκτων, τους οποίους προβάλλουν ως ισόκυρους προς τους φυσικούς νόμους, που διέπουν τις μεταβολές στο σύμπαν. Έτσι, λοιπόν, ένα οικονομικό «κράχ» προβάλλεται όπως και η έκρηξη ενός ηφαιστείου, ως κάτι το αδύνατο να αποτραπεί!

Κάποιοι επιχειρούν να δώσουν επιφανειακή ερμηνεία παρουσιάζοντας τις επώδυνες για τους λαούς οικονομικές κατακρημνίσεις ως εγγενείς αδυναμίες του καπιταλιστικού συστήματος, οι οποίες αδυναμίες εκδηλώνονται κατά καιρούς με εξάρσεις καταστροφικές.

Η παράλληλη ανάλυση της ανθρώπινης κοινωνίας προς τη φύση συνιστά απάτη σε υπερθετικό βαθμό. Η φύση δεν είναι βουλητική, αλλά διέπεται από νόμους, που έθεσε ο Θεός δημιουργός ή αυτοσχηματίστηκαν, όπως δέχονται με περισσή πίστη οι υλιστές, οι καυχόμενοι για την υπέρβαση των προλήψεων του παρελθόντος. Η ανθρώπινη κοινωνία είναι βουλητική, ως αποτελούμενη από βουλητικά όντα. Και τα όντα αυτά ως βουλητικά είναι ελεύθερα, συνεπώς και υπεύθυνα. Οι οικονομικές δυσπραγίες που δεν οφείλονται σε φυσικά φαινόμενα όπως παρατεταμένη ξηρασία, υπερβολικός παγετός, ηφαιστειακή η σεισμική δράση, οφείλονται στην αθλιότητα των ανθρώπων των απλήστων για κέρδη, τους οποίους οι καθημερινές αναλύσεις αφήνουν απυρόβλητους!

Με τη λήξη του Β΄ μεγάλου πολέμου του 20ου αιώνα είχαμε συν τω χρόνω ουσιώδη μεταβολή του κεφαλαίου, το οποίο από εθνικό κατέστη πολυεθνικό, δηλαδή, στην ουσία, υπερεθνικό. Οι κυβερνήσεις των χωρών στις χώρες του αστικού κόσμου συνεργάζονταν και πριν από τον πόλεμο, για να μη γράψουμε ελέγχονταν από τους  κεφαλαιοκράτες, τον κύριο χρηματοδότη των κομμάτων εξουσίας. Μεταξύ αυτών των πλουσίων είναι κοινό μυστικό, πλην «ταμπού» για τους «ελεύθερους» αναλυτές, ότι σημαντικός ήταν ο αριθμός των εβραϊκής καταγωγής πολιτών των δυτικών χωρών. Και είναι πλέον γνωστός ο ρόλος του εβραϊκού κεφαλαίου κατά τους δύο μεγάλους πολέμους του 20ου αιώνα. Τότε όμως δεν ήταν τόσο εμφανές ότι οι εβραϊκής καταγωγής κεφαλαιοκράτες είχαν θέσει σε εφαρμογή σχέδιο, του οποίου φάσεις εκτελούνται επί δεκαετίες, χωρίς να εκδηλώνεται κάποια αντίδραση από πλευράς των θιγομένων λαών!

Ήδη από τη δεκαετία του 1960 είχαν κάνει την εμφάνισή τους οι λεγόμενες πολυεθνικές εταιρείες, των οποίων ο τίτλος είναι άκρως παραπλανητικός. Δεν ήταν αυτές κοινή προσπάθεια επιχειρηματιών από όλες τις χώρες, αλλά οικονομική εισβολή και έλεγχος της οικονομίας των χωρών από ελάχιστους πλουτοκράτες, εβραϊκής καταγωγής κατά βάση. Τότε δεν προσέχαμε, γιατί δεν μας ενδιέφερε, πώς λειτουργούν οι τράπεζες. Δεν γνωρίζαμε, γιατί κανείς δεν το ανέφερε, τι είναι οι οίκοι αξιολόγησης. Πανηγυρίζαμε την προσέγγιση των λαών δήθεν στα πλαίσια σύμπηξης οργανισμών συνεργασίας και αδυνατούμε να δεχθούμε έστω και σήμερα ότι μόνο το καλό των λαών δεν είχαν κατά νου οι κυβερνήσεις των εντολοδόχων του κεφαλαίου. Δεν κατανοήσαμε εγκαίρως τον δούρειο ίππο της «ελεύθερης» αγοράς, ο οποίος προσφέρθηκε ως δώρο στους λαούς μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, την λίαν ύποπτη και όμως ασχολίαστη, ακόμη και από κομμουνιστές.

Ας δούμε τα γεγονότα στη χώρα μας. Το πρώτο κόμμα εξουσίας κατέβαλε «εργώδεις» προσπάθειες, ώστε να γίνει η χώρα μας δεκτή (σαν να μην μας ήθελαν φαίνεται) στην τότε ΕΟΚ. Αλήθεια έπρεπε να διαθέτει κάποιος τίτλους σπουδών στην οικονομία, ώστε να θεωρεί βέβαια την καταπόντιση της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής; Το δεύτερο κόμμα εξουσίας, για να δείξει νέο πολιτικό πρόσωπο, άρχισε να συνάπτει δάνεια, προκειμένου να αυξηθεί η αγοραστική δύναμη του Έλληνα πολίτη προς κατανάλωση εισαγομένων προϊόντων, αφού σύντομα η χώρα μας έπαψε να παράγει πλήθος από αυτά που παρήγε χωρίς να δυνηθεί να παραγάγει έστω και ένα νέο. Ακόμη και ο λιτοδίαιτος κάτοικος της υπαίθρου εκμαυλίστηκε με τις επιδοτήσεις, ώστε να παρασυρθεί στην καλοπέραση και τις άσκοπες αγορές εξοπλισμού, ενώ εγκατέλειπε με την πάροδο του χρόνου τη γη του, που τόσο αγαπούσε και θεωρούσε αναπόσπαστη από τη ζωή του.

Τόσο μας παραμύθιασαν, ώστε πιστέψαμε ότι με το «σπαθί» μας μπήκαμε στη ζώνη των ισχυρών οικονομιών, στη ζώνη του ισχυρού ευρωπαϊκού νομίσματος. Τι προηγήθηκε, για να μπούμε, το μάθαμε, όταν πλέον αποφασίστηκε η κατάρρευση του «χάρτινου» πύργου. Ζήσαμε ένα ονειρεμένο και ολέθριο ψέμα επί τριάντα χρόνια. Γίναμε πλαδαροί, άπληστοι, καταναλωτές που μοιάζουν με γουρούνια, όπως τώρα μας αποκαλούν οι απληροφόρητοι πολίτες των ισχυρών χωρών, που έχουν την εντύπωση ότι μας τρέφουν, καθώς την ίδια εντύπωση επιδιώκουν οι κρατούντες να επιβάλουν και στον λαό μας, που αρχίζει να κυριεύεται από ενοχές για εκείνα, για τα οποία δεν έφταιξε, και δεν εξετάζει άλλα όπως: Έχασε την παραδοσιακή ολιγάρκεια και έγινε σπάταλος. Έχασε την εργατικότητά του και αδιαφόρεσε για το γενικό καλό επιδιώκοντας να βολευτεί με την δουλική υποταγή στους κομματάρχες. Παρέμεινε απαθής στην εκποίηση του εθνικού πλούτου στο αδηφάγο κεφάλαιο. Απεμπόλησε τη φιλοπατρία του και αποδέχθηκε τις όποιες δυσμενείς εξελίξεις των εθνικών μας θεμάτων με αντίτιμο να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Περιφρόνησε την πατροπαράδοτη πίστη, ώστε να φθάσει στο ύψος πολιτισμού των δυτικών χωρών.

Πώς ήταν δυνατόν ο καλοβολεμένος στο «χοιροστάσιο» της Κίρκης να φλέγεται από τον νόστο στην Ιθάκη; Πώς ήταν δυνατόν να θέτει ερωτήματα τότε, αφού και σήμερα δυσκολεύεται να θέσει; Να μερικά: Ποιοι ελέγχουν τις τράπεζες διεθνώς; Πώς λειτούργησαν τόσες και τόσες κυβερνήσεις, ώστε σήμερα όλες οι χώρες (και όχι μόνο η Ελλάδα) να είναι υπερχρεωμένες; Ποιες είναι οι αγορές που πιέζουν, πιέζουν και συνθλίβουν; Ποιος νοικοκύρης δανείζεται, για να καταναλώνει, και ποιος τολμά να δανειστεί, αν δεν είναι βέβαιος για το εισόδημά του σε βάθος χρόνου; Γιατί μας απαγόρευσαν να συνάπτουμε συμφωνίες για ανταλλαγή προϊόντων; Ποιοι είναι αυτοί που κρίνουν τις οικονομίες των χωρών; Είναι θεσμικά όργανα του ΟΗΕ ή συγκοινωνούντα δοχεία με τους τραπεζικούς κολοσσούς και τους οίκους παροχής επί πληρωμή συμβουλών για τον αφανισμό των συμβουλευομένων; Πώς θα επέλθει ανάκαμψη, αφού τα ποσά μεταφέρονται με γοργούς ρυθμούς από τους ανθρώπους του μόχθου στους απλήστους για υπερκέρδη πλουτοκράτες, αυτούς που κάποιοι αποκαλούν αόριστα κερδοσκόπους, αυτούς τους ίδιους που δανείζουν τοκογλυφικά, αξιολογούν, μέσω των οίκων τους, ώστε να προκληθεί πανικός και στη συνέχεια σπεύδουν να επωφεληθούν από τον πανικό που προκάλεσαν.

Αγαπητέ αναγνώστη. Ή θα δεχθούμε ότι μας εξαπάτησαν και θα αναλάβουμε την ευθύνη, γιατί και μεις το θέλαμε, ή θα στηρίζουμε ελπίδες εκεί πού μόνο η σήψη κυριαρχεί.
                    
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 16-1-2012

                  
 

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΣΕ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΡΟΜΟΥ IΙ

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΣΕ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ  ΤΡΟΜΟΥ
με πολέμους, νεοαποικισμούς, επεμβάσεις και  πυρηνικά πλήγματα; – Μέρος ΙΙ

Του Ανδρέα Μπεντεβή

Συνέχεια από το Μέρος Ι:
http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2555

Η ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Η σαρωτική νίκη του Ερντογάν στις πρόσφατες εκλογές με τον πλήρη έλεγχο που απέκτησε στη Βουλή, καθώς και τα απανωτά δικαστικά-πολιτικά χτυπήματα που κατάφερε στο στρατιωτικό κατεστημένο δείχνουν πως στην Τουρκία, έχει ήδη παγιωθεί η εξουσία μιας νέας αστικής τάξης που ανέδειξε τον τούρκο πρωθυπουργό, και την οποία εκφράζει το “πολιτικό φαινόμενο του νέου Ερντογάν- Αττατούρκ!”. Ως προς τα χαρακτηριστικά της, είναι λιγότερο “κοσμοπολίτικη” από την αστική τάξη από την οποία πήρε το πάνω χέρι. Είναι λιγότερο εξαρτημένη από τα αμερικάνικα συμφέροντα (όχι όμως ακόμη στο βαθμό που να τα αγνοεί και εντελώς), και φαίνεται πως έχει ήδη θέσει σε ισχύ την στρατηγική του προσεταιρισμού στην επιρροή της ενός μεγάλου κομματιού της παλιάς οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Την στρατηγική αυτή της πολύπλευρης και όχι πια μονομερούς εξωτερικής πολιτικής περιγράφει όπου σταθεί και όπου βρεθεί ο τούρκος ΥΠΕΞ Νταβούτογλου. Οι συνεχείς περιοδείες του Ερντογάν στις χώρες αυτές προωθούν δυναμικά το σκοπό αυτό: Να εμφανίζεται δηλαδή ως ο νέος ηγεμόνας του ισλαμικού κόσμου. Η τακτική αυτή ακόμη δεν ενοχλεί τις ΗΠΑ-λειτουργεί άλλωστε αντιπαραθετικά με την αντίστοιχη εικόνα που έχει κατακτήσει ο ιρανός πρόεδρος (δαίμονας των ΗΠΑ). Εξυπηρετεί όμως πρώτιστα την Τουρκία, το πολιτικό παράδειγμα της οποίας (ισλαμικά κόμματα στην εξουσία σε “ημικοσμικό” καθεστώς) φαίνεται πως θέλουν να μιμηθούν οι λαοί στις χώρες της λεγόμενης “αραβικής άνοιξης”-ήδη προς τα εκεί αναφανδόν έγειρε το εκλογικό αποτέλεσμα για την συντακτική συνέλευση στην Τυνησία, και πρώτιστα στην Αίγυπτο. Υπό μια έννοια δηλαδή, υπάρχουν οι όροι ώστε η Τουρκία να αναδειχτεί αρκούντως επωφελούμενη από τις εξελίξεις στον αραβικό κόσμο.

Με αυτό το πρίσμα πρέπει να ε ιδωθεί και η ακραία όξυνση των σχέσεων της με το Ισραήλ. Έτσι η Τουρκία από χώρα ανάχωμα για τον αραβικό κόσμο απέναντι στο Σιωνισμό, μετατρέπεται σε κύριο εκφραστή της αντιπαράθεσης με το Ισραήλ. Το πως θα διαχειριστεί αυτήν την καινούρια θέση της (αν δηλαδή θα την παζαρευτεί με τις ΗΠΑ, ή θα την χρησιμοποιήσει για τον εαυτό της), μένει να αποδειχτεί. Όλα δείχνουν πως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ολοκληρωτικό αλισβερίσι. Από την αμερικάνικη πλευρά έχει καταστεί σαφές πως “αν οι ΗΠΑ χρειαστεί να διαλέξουν ανάμεσα σε δυο στρατηγικούς εταίρους στην περιοχή, ο Ερντογάν θα βγει χαμένος”. Η στρατηγική της Τουρκίας από την άλλη δε μπορεί να περιγραφεί απλοϊκά σαν εχθρική απέναντι στις ΗΠΑ. Είναι αναπροσαρμοσμένη με τις απαιτήσεις τις πιο ανεβασμένες. Έτσι σπεύδει να υποστηρίξει τους αντικαθεστωτικούς στη Συρία (πράξη που βολεύει τις βλέψεις του Ερντογάν), και παράλληλα να υποστηρίξει την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από τον ΟΗΕ, έπειτα από το σχετικό αίτημα που κατέθεσε στη γενική συνέλευση του οργανισμού ο παλαιστίνιος πρόεδρος στις 26/9. Η στάση των χωρών-μελών απέναντι στο αίτημα αυτό, θα αναδείξει και επίσημα τους αντίθετους πόλους που αναδεικνύουν οι διεθνείς αντιθέσεις-με την Αμερική να προτίθεται να ασκήσει αν χρειαστεί βέτο στο συμβούλιο ασφαλείας! Το μόνο σίγουρο είναι πως η υποστήριξη του Ερντογάν προς το παλαιστινιακό αίτημα, φρενάρει, έστω και παροδικά την αμερικάνικη στρατηγική.
Οι συνεχείς προστριβές ΗΠΑ-Ιράν, με τεχνητά διπλωματικά επεισόδια και με τις απειλές εκ μέρους των ΗΠΑ, ίσως να είναι ο καταλύτης των εξελίξεων, ενδεχομένως και εξαιρετικά σύντομα και απότομα. Απόδειξη γι’ αυτό αποτελούν οι διαρκείς προσταγές προς τις χώρες άμεσης επιρροής των ΗΠΑ, για “εδώ και τώρα” περαιτέρω κυρώσεις προς το Ιράν. Η βρετανική κυβέρνηση μάλιστα εξέδωσε ανακοίνωση στις 12/10 πως “στέκει στο πλάι των ΗΠΑ όπως κι αν κινηθούν απέναντι στο Ιράν”.

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΙΣΦΑΛΗΣ

Στη συνάντηση κορυφής Ομπάμα-Μέρκελ στις 2 Ιουνίου, ο νομπελίστας ειρήνης πρόεδρος Ομπάμα δήλωσε: “Η Ελλάδα, αποτελεί σήμερα το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της εξωτερικής μας πολιτικής”. Η υπαγωγή της χώρας στην άμεση κηδεμονία της τρόικας σημαίνει την μετάβαση της στην άμεση σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ, με απόλυτα ελεγχόμενους όρους, που έχουν άμεσα και άκρως επικίνδυνα εξαρτησιακά χαρακτηριστικά. Οι απειλές προς τον λαό, πως “ή μνημόνιο ή χρεοκοπία”, ή “ή ευρώ ή πείνα” αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούν.
Από πολλές απόψεις, αυτές οι εξελίξεις δένουν με την αναπροσαρμοσμένη αντιμετώπιση των ΗΠΑ από την Τουρκία. Η Ελλάδα έχει σαν μόνη σύμμαχο χώρα πλέον στην περιοχή το…Ισραήλ. Και τανάπαλιν. Θα πρέπει να εθελοτυφλεί κανείς ώστε να μην αντιλαμβάνεται την επικινδυνότητα στην οποία έχει περιέλθει ο ελληνικός λαός μέσω του frontman των ΗΠΑ πρώην πρωθυπουργού-και συνολικά του μαύρου πολιτικού μετώπου που συγκροτήθηκε ήδη τον Φλεβάρη του ’09 (επί Καραμανλή) με την εκλογή Παπούλια και που σήμερα αναβαθμίστηκε και σε εξωθεσμική κυβέρνηση της χώρας. Και η συγκρότηση αυτού του μετώπου, η σχετική ομογενοποίηση του, καθώς και οι ποικίλες διεργασίες (π.χ. η “απειλή” Παπανδρέου για δημοψήφισμα, μαζί με την ιντριγκαδόρικη και συνεπικουρούμενη με εξευτελιστικούς χαρακτηρισμούς για τους θεσμούς και τα πρόσωπα εκστρατεία του πολιτικού και μιντιακού κατεστημένου),ώσπου να φτάσει στην σημερινή “κυβερνητική” μορφή-όλα είναι το ξεδίπλωμα της αμερικάνικης στρατηγικής για την χώρα που στοχεύει:
α) Να εκβιάσει ακόμη περισσότερο και με εκνευριστική συχνότητα και επίδειξη δύναμης την Μέρκελ. Θα πρέπει να είναι αφελής κάποιος για να εκλάβει την κίνηση της μαριονέτας-Παπανδρέου για δημοψήφισμα ως αυτόβουλη: Μέσα σε μια ημέρα το ευρώ βρέθηκε σε χαμηλά πενταετίας ενώ επίσης χάθηκαν 3 τρις από τις ευρωπαϊκές κυρίως χρηματαγορές!
β) Να συγκροτήσει την μόνιμη κατοχική κατάσταση στην χώρα μας-πολιτικά-οικονομικά-κοινωνικά, κατάσταση παρόμοια με αυτήν της εμφυλιοπολεμικής περιόδου. Και μάλιστα, όλα δείχνουν ότι δεν ενδιαφέρονται καν πλέον αν θα γίνει μέσω μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, την οποία και θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν για να επιβληθούν ενδεχομένως και ακόμη πιο ΑΜΕΣΑ στρατιωτικά στην Ελλάδα-μια εμφυλιοπολεμική κατάσταση θα ήταν ιδανικό άλλοθι γι’ αυτό!
Τελική τους επιδίωξη γι’ αυτό δεν είναι βέβαια ο έλεγχος της οικονομίας μας ή των φυσικού μας πλούτου (με μια οικονομία ίση με το 0,03 του παγκόσμιου ΑΕΠ, μια εξήγηση που αρκείται σε αυτήν την μεριά του ζητήματος είναι εξαιρετικά αφελής). Αυτό που ενδιαφέρει τους αμερικάνικους σχεδιασμούς είναι ο γεωπολιτικός ρόλος της Ελλάδας για το ΝΑΤΟ (εφαρμοσμένος ήδη σε Σερβία και πρόσφατα στην Λιβύη) καθώς και η εν γένει πίεση που ασκεί για λογαριασμό των ΗΠΑ προς την Ε.Ε συνολικά (δεν είναι τυχαίο πως σε όλες, ακόμη και τις επίσημες δηλώσεις τους το δίδυμο Μέρκελ-Σαρκοζί αντιμετώπιζε τον Παπανδρέου σαν πράκτορα των ΗΠΑ στην ευρωζώνη). Στο βαθμό που η Γερμανία α) θα συμβιβαστεί με τον αναγκαίο ρόλο της Ελλάδας για τις ΗΠΑ β) θα πάψει να εργάζεται για την αναβάθμιση της εταιρικής της σχέσης με την νεοτσαρική και ανταγωνίστρια προς τις ΗΠΑ Ρωσία, θα καθοριστεί και η τελική επιλογή του μεγέθους και της ποιότητας της επέμβασης των ΗΠΑ στον τόπο μας!  Σε αυτά τα πλαίσια υπογράφηκε κοινό στρατιωτικό σύμφωνο με το Ισραήλ,  διεξάγονται κοινές στρατιωτικές ασκήσεις. Σε αυτά τα πλαίσια επίσης η ελληνική κυβέρνηση δεν ξεχνάει να υπενθυμίζει έργω και λόγω την πλήρη μεταστροφή της θέσης της για το παλαιστινιακό. Διαρρηγνύει έτσι όμως τις σχέσεις που εδώ και δεκαετίες έχει συνάψει ο ελληνικός λαός με τον αραβικό κόσμο και τους αγώνες του για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία. Δυστυχώς όμως, αυτές τις ολέθριες εξελίξεις ίσως πολύ σύντομα να κληθούμε να τις πληρώσουμε.

ΠΟΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΩΡΑ;

Ο καθορισμός της εξωτερικής πολιτικής ενός κοινωνικού σχηματισμού δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητος από την θέση του στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας, και φυσικά από τους ταξικούς συσχετισμούς στο εσωτερικό του καθώς και από τις ιδεολογικούς προσανατολισμούς που υπερισχύουν σε κάθε περίπτωση.
Είδαμε τις προτεραιότητες των διεθνών δυνάμεων καθώς και την ανάδειξη και επισημοποίηση που λαβαίνει το πολιτικό υπηρετικό προσωπικό των ντόπιων διαμεσολαβητών με τον μεσίτη της Goldman sacks Παπαδήμο! Η απειλή της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, και της βίαιης επιστροφής στην δραχμή χρησιμοποιείται σαν μέσο πολιτικής τρομοκράτησης του λαού! Αύριο αυτό που θα χρησιμοποιηθεί σαν μέσο για την “εθνική τους ενότητα” μπορεί να είναι πέρα από αυτά, και η απειλή του διαμελισμού της χώρας – όλα σε μια πορεία ενίσχυσης των εθνικιστικών κύκλων και του αναβαθμισμένου ρόλου τους!
Το ερώτημα παραμένει:  Ποια μπορεί να είναι και σε ποια πλαίσια μπορεί να κινηθεί μια νέα προοδευτική-εθνοανεξαρτησιακή εξωτερική πολιτική της ειρήνης και της ελευθερίας για την Ελλάδα; Αυτό το ερώτημα ασφαλώς και αποτελεί συνάρτηση μιας γενικότερης αντινεοφιλελεύθερης-αντιιμπεριαλιστικής-δημοκρατικής διεξόδου για την χώρα. Αλλά επειδή αποτελεί συνάρτηση, δεν σημαίνει ότι δεν αποτελεί και απαραίτητη, προγραμματική μάλιστα, προϋπόθεση για μια τέτοια διέξοδο: Στο κάτω-κάτω  ο λαός μας έχει μεγάλη πείρα από τις ταλαιπωρίες που έχει επιφέρει η θέση της χώρας μας στον χάρτη, όπως επίσης, την αγωνία και από αυτήν την σκοπιά  για το αύριο!
Ασφαλώς και το ερώτημα εάν μπορεί να αποτελέσει μία μόνο χώρα ανάχωμα στον ιμπεριαλισμό, απασχολεί κυρίως το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα εδώ και 150 χρόνια! Σε κάθε περίπτωση, οι απαντήσεις που δίνονται κάθε εποχή εξαρτούνται από την ιδεολογική διαύγεια και την αποφασιστικότητα των πρωτοποριών, από το επίπεδο της ταξικής πάλης και φυσικά από την ιδιαιτερότητα της χώρας (εάν δηλαδή υφίσταται επάρκεια του φυσικού πλούτου ή του τεχνολογικού-μορφωτικού κεφαλαίου για καθετοποιημένες παραγωγικές διαδικασίες κ.λ.π.) για μια αυτόνομη οικονομία (σε περίπτωση απομόνωσης), καθώς και των διεθνών καταστάσεων (ύπαρξη ή όχι υποστήριξης και από άλλους λαούς από το επίπεδο του να ακολουθήσουν ή έστω ν’ αποτρέψουν τυχόν επιθέσεις εκ μέρους των κυβερνήσεων τους). Με λίγα λόγια κάτι παραπάνω από αλληλεγγύη των λαών (έστω και αν αυτό παραμένει ζητούμενο σήμερα!). Η αλήθεια είναι ότι και στα τέσσερα αυτά ζητήματα-προϋποθέσεις η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας τέτοιας απόπειρας!
Από τη σκοπιά της πρωτοπορίας, οι κατεξοχήν δυνάμεις που από ιστορικές καταβολές τουλάχιστον θα έπρεπε να βρίσκονται σε θεωρητικές έστω διεργασίες για ένα τόσο σπουδαίο ζήτημα βρίσκονται είτε σε λήθαργο είτε σε πλήρη σύγχυση. Απόρροια της κομμουνιστικής κληρονομιάς της νεοτσαρικής Ρωσίας και της νεοφασιστικής “κομμουνιστικής” Κίνας ή της αφελούς προσκόλλησης στον ευρωκομουνισμό-αμφότερα κινήματα δοκιμασμένα και, δυστυχώς, ιστορικά χρεοκοπημένα!
Για αυτό και δεν μπορούν όχι μόνο να σκιαγραφήσουν μια επαναστατική εξωτερική πολιτική, αλλά πολύ συχνά τάσσονται με τον Ομπάμα όταν πρόκειται για έναν “δικτάτορα” ενοχλητικό για τις ΗΠΑ, χωρίς να μπορούν να “διαβάσουν” τη συνολική και ιστορική διάσταση ας πούμε π.χ. του πολέμου στην Σερβία ή στην Λιβύη! Σε κάθε περίπτωση, αυτού του είδους η κομμουνιστική ή μη αριστερά, όταν καλείται να τοποθετηθεί, εγκλωβίζεται εύκολα από τους αντιπάλους της στο δίπολο Κούβας-Β. Κορέας, ή Κίνας-Ρωσίας!
Από τη σκοπιά των οικονομικών προϋποθέσεων, είναι γεγονός ότι 25 και πλέον χρόνοι νεοφιλελεύθερης “ανάπτυξης”, ισοδυναμούν με αντίστοιχα χρόνια αποβιομηχάνισης, εγκατάλειψης της αγροτικής οικονομίας, και δυσανάλογα μεγάλης μεγέθυνσης του παρασιτικού τομέα και, το χειρότερο, της παρασιτικής νοοτροπίας και συνείδησης σε μια κάθετα και οριζόντια εκμαυλισμένη κοινωνία!
Από τη σκοπιά του επιπέδου της αλληλεγγύης των λαών, είναι επίδικο εάν θα επικρατήσει ο εθνικισμός εντός των ευρωπαϊκών χωρών, ή εάν τα κινήματα που γεννιούνται αδιάκοπα παντού θα αντιστρέψουν την πορεία αυτού του είδους της ευρωπαϊκής και όχι μόνο διακυβέρνησης, καθώς η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση θα σημάνει είτε την νίκη του σοσιαλισμού σε μια σειρά από χώρες είτε την επιστροφή σε ακραία εθνικιστικές πολιτικές και πρακτικές.
Επομένως, η μόνη συνθήκη που παραμένει ανοιχτή από όλες είναι και η πιο ανεπαρκής καθότι η χώρα μας και εξαιρετικό επίδικο αποτελεί και παραμένουν σε ισχύ οι δυο προηγούμενες δυσχερείς συνθήκες! Είναι όμως ανεπίστρεπτη η κατάσταση, ή μπορούμε να βρούμε δυνατότητες για μια ολικά διαφορετική θέση της χώρας μας στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας, όπως και μια διαφορετική κατεύθυνση των διεθνών της σχέσεων;

ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΦΙΚΤΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ!

Σε αυτήν την κατεύθυνση, στην ιδεολογική και πολιτική προετοιμασία της και πρόταξη της στην κοινωνία οφείλουν να εργαστούν όλες οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στη δημοκρατία, στην πρόοδο, στην ειρήνη. Υπό αυτό το πρίσμα:
1) Αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση να θέσει το λαϊκό κίνημα επί τάπητος και να λύσει από τη σκοπιά μιας νέας κοινωνικής συμμαχίας των εργαζόμενων-νέων-επισφαλώς εργαζόμενων-ανέργων-μεταναστών, το ζήτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας και της διεκδίκησης μιας αυτόνομης οικονομίας έστω και με τις θυσίες που πρέπει να θεωρηθούν αναπόφευκτες (αλλά που θα είναι πολλαπλάσια λιγότερες από αυτές που θα υποστεί η κοινωνία με το παρόν αδιέξοδο μονόδρομο).
2) Πρέπει το ερώτημα-απειλή παραμονής της χώρας ή όχι στο ευρώ να ειδωθεί επιτέλους από μια αληθινή σκοπιά: Η χώρα ήδη βρίσκεται σε πτώχευση, και ουσιαστικά εκτός του ευρώ! Το πραγματικό επίδικο βρίσκεται εάν θα μπει ο λαός σε μια διαδικασία να παρακαλά να παραμείνει αλυσοδέσμιος της ολοκληρωτικού τύπου φασιστικής ευρωπαϊκής “πολιτικής ενοποίησης της ευρωζώνης” που σημαίνει απόλυτο έλεγχο σε όλες ανεξαιρέτως τις πολιτικές-κοινωνικές διεργασίες της χώρας στο επάπειρο, με μεροκάματα 12 ευρώ την ημέρα και με πλήρες ξεπούλημα-αποδιάρθρωση των παραγωγικών δομών-με την κοινωνία στον αυτόματο πιλότο του “ο ένας εναντίον του άλλου”. Ή εάν θα αποκτήσει το λαϊκό κίνημα την κατεύθυνση να φροντίζει για την οικονομική-πολιτική-κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα, και να μπει στην τροχιά να αντιστρέψει όταν θα είναι έτοιμο την απειλή!
3) Το ανέβασμα και η ωρίμανση της ταξικής πάλης να συνδεθεί με την αλληλεγγύη στους αγώνες όλων των λαών της Ευρώπης (του Νότου κυρίως) σε μια αλληλοτροφοδοτούμενη πορεία!
4) Η πάλη για μια τέτοια διέξοδος να προταχθεί όπως είναι: Μια αντιιμπεριαλιστική πάλη που υπηρετεί την αξιοπρέπεια και την ειρήνη! Ο ελληνικός λαός, δεν πολέμησε ενάντια σε τόσους και τόσους κατακτητές για να αναγκαστεί από το σάπιο εξουσιαστικό κατεστημένο και από τα βαμπίρ των διεθνών χρηματοπιστωτικών ομίλων σήμερα να σηκώσει το χέρι του ενάντια σε λαούς άλλων χωρών.

Η οικοδόμηση οικονομικοπολιτικής συμμαχίας στρατηγικού μάλιστα χαρακτήρα στα πλαίσια της Βαλκανικής και του ευρύτερου μεσανατολικού χώρου, είναι υπαρκτή δυνατότητα σήμερα. Μια τέτοια συμμαχία θα συμβάλει στην εθνική ανεξαρτησία όλων των λαών της περιοχής και στην απεξάρτηση μας από την ιμπεριαλιστική κηδεμονία. Παραπέρα, έστω και σαν άμεση και πρόσκαιρη λύση, η χώρα μας μπορεί να εκμεταλλευτεί τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις και να πάρει δρόμο διαφορετικό από αυτόν της πλέον σκοταδιστικής και επιθετικής συμμαχίας που συγκροτούν τα συμφέροντα του αμερικάνικου παράγοντα.
Τα ζητήματα έχουν τεθεί από τη μεριά των τερατωδών συμμαχιών, των σάπιων κεφαλαιοκρατικών παράσιτων. Είναι εν πλήρη εξελίξει και κρέμονται σαν δαμόκλεια σπάθη πάνω από τα κεφάλια μας. Τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμη: Φτάνουν μέχρι και στον διαμελισμό της χώρας, τον ανεξέλεγκτο εμφύλιο και σε μια στρατιωτική επέμβαση αν δεν φτάσει η πολιτική κηδεμονία – όλα είναι ανοιχτά!

Όποιος δεν τα κοιτάζει κατάματα, ρίχνει απλώς νερό στο μύλο της καταστροφής! Το μόνο βέβαιο είναι ένα: Ο λαός δεν έχει να φοβηθεί κανέναν, εφόσον η πάλη του είναι ενιαία, αποφασιστική και με συγκεκριμένο στόχο! Κανείς δεν μπορεί να διαιρεί τους λαούς όταν έχουν φτάσει σε τέτοια επίπεδα ωρίμανσης τους αγώνες τους!

ΠΗΓΗ: Αναρτήθηκε από τον/την eamgr στο 23 Δεκεμβρίου, 2011, http://eamgr.wordpress.com/2011/12/23/….85/

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΣΕ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΡΟΜΟΥ I

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΣΕ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ  ΤΡΟΜΟΥ
με πολέμους, νεοαποικισμούς, επεμβάσεις και  πυρηνικά πλήγματα; Μέρος Ι

Του Ανδρέα Μπεντεβή

Η ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Οι πολιτικοστρατιωτικές εξελίξεις στην περιοχή που εκτείνεται από το βόρειο τόξο της Αφρικής έως και τη Μέση Ανατολή, καθώς και οι πολυποίκιλες αντιδράσεις σε αυτές, εκτός από εξαιρετικής σημασίας είναι και ενδεικτικές της νέας φάσης στην οποία έχουν περάσει οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Όπως και να ‘χει, η πυκνότητα καθώς και η πρωτοφανής ταχύτητα αποδέσμευσης των εξελίξεων αποδεικνύει πως η νέα φάση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης είναι άρρηκτα δεμένη με πολέμους και νεοαποικισμούς, σε μια ισορροπία τρόμου για τους λαούς της περιοχής, και όχι μόνο.
Η ΑΠΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ

 Η FED (ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ), παραδέχτηκε σε έκθεση της τον περασμένο Μάη, πως η κινέζικη οικονομία θα είναι σε θέση να ξεπεράσει εκείνη των ΗΠΑ μέχρι το 2020. Την ίδια στιγμή, από πολλές μεριές (Ρωσία, αναπτυσσόμενες χώρες, χώρες του αραβικού συνδέσμου) ακούγονται φωνές – που δεν είναι απλώς ψίθυροι πλέον- πως θα πρέπει να αντικατασταθεί το δολάριο από ένα καλάθι νομισμάτων ως το νέο σημείο αναφοράς των διεθνών συναλλαγών. Μα ακόμη και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, τίποτε δεν δείχνει πως η κεφαλαιοκρατική μητρόπολη θα ξεφύγει από τη μηδενική ανάπτυξη, καθώς και από τις αυθόρμητες εξεγέρσεις: Όλοι οι όροι για αυτό εμφιλοχωρούν: Με ένα πρωτοφανές χρέος 17 τρις δολαρίων, και με μια κοινωνία των 50 εκατομμυρίων ανέργων, με 45 εκατομμύρια εξ αυτών να σιτίζονται με κρατικά κουπόνια ή από τα συσσίτια.
Είναι προφανές πως αυτή η σχεδόν ανεπίστρεπτη κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας, καθορίζουν ήδη όλες τις προτεραιότητες της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής. Έτσι, μπαίνουμε στον κλασικό μονόδρομο του ιμπεριαλισμού: Να εξάγει την κρίση του και να προσπαθεί να την ξεπεράσει με πολέμους, πραξικοπήματα, με βίαιες εξαρτήσεις τρίτων, ή αναπτυσσόμενων χωρών στο άρμα του. Μόνο με τη στρατιωτικοπολιτική της υπεροχή (αδιαμφισβήτητη για αρκετά χρόνια ακόμη μεταξύ των μεγάλων χωρών) μπορούν οι ΗΠΑ να επιβεβαιώσουν και να ασκήσουν την ηγεμονία τους.
Σε δύο σημεία είναι εδώ απαραίτητο να σταθούμε:
1) Η τάση διεθνοποίησης του κεφαλαίου είναι ισχυρή, αλλά απέχει αρκετά από την ολοκλήρωση της, και σίγουρα δεν είναι πιο ισχυρή από τους κλασικούς διαχωρισμούς και τις αντιθέσεις ανάμεσα στις κυρίαρχες χώρες. Έτσι σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο τα κλασικά σχήματα του έθνους-κράτους ναι μεν να υπόκεινται σε βίαιες μεταλλάξεις έως και μετασχηματισμούς, αλλά να παραμένουν εκτός από αντικείμενα των ασύμμετρων συγκρούσεων των βαμπίρ των διεθνών χρηματοπιστωτικών ομίλων (ανελέητες επιθέσεις και υποθηκοποίηση ακόμη και ολόκληρων οικονομιών και κοινωνιών με μεγάλο παγκόσμιο εκτόπισμα) ταυτόχρονα όμως και υποκείμενα (οχήματα) των στρατηγικών αναγκών για τις άρχουσες τάξεις των ιμπεριαλιστικών χωρών και των χωρών-δορυφόρων τους. Ή, πιο απλά, τα μέσα (ιδεολογικά, πολιτικά, στρατιωτικά) για να προωθήσουν τα σχέδια τους.
2) Το οικοδόμημα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης έχει σαν κύρια ιδεολογική βάση την δήθεν μεταϊμπεριαλιστική εποχή του τέλους των πολέμων (έπειτα από την πτώση του ανατολικού μπλοκ), καθώς και την αιχμή-αντίθεση προς τις “ολοκληρωτικές” κοινωνίες – των ανθρώπινων ελευθεριών (όπως τις ερμηνεύουν οι άρχουσες τάξεις). Υπό αυτήν την έννοια ίσως να είναι – ή να φαντάζει πως είναι – πιο δύσκολη η συναίνεση των λαών σε διευρυμένες πολεμικές συρράξεις. Γι’ αυτό και η στρατηγική της συγκαλλυμένης βίαιης προσαρμογής σε αυτό το σχέδιο (στρατιωτικές επεμβάσεις, ανοιχτές χούντες, ή με κοινοβουλευτική επίφαση π.χ. Ελλάδα) βρίσκεται αυτή τη στιγμή εν πλήρη εξελίξει. Κοντά σε αυτό, ας υπολογίσει κανείς το τεράστιο οικονομικό κόστος (3 τρις δολάρια), όπως και το ανθρώπινο κόστος για τις ΗΠΑ των πολέμων σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Ιδιαίτερα μάλιστα με την παραδοχή της αποτυχίας των πολέμων αυτών που σε τίποτε δεν ωφέλησαν την Αμερική: Δεν ελέγχουν τις χώρες αυτές στα νότα του άξονα Ρωσίας-Κίνας, ούτε γεωστρατηγικά, ούτε και πολιτικά. Λογαριάσανε λάθος στους υπολογισμούς τους, και φεύγουν κακήν κακώς από εκεί με τις χώρες παραδομένες στην βαθμιαία ανάδειξη του ακραίου ισλαμικού φονταμενταλισμού-με τον οποίον αναγκαστικά επιδιώκουν σταδιακά πλέον να γίνουν προνομιακοί συνομιλητές.
Επομένως, καταρχήν, η πολιτική αποσταθεροποίηση ολόκληρης της λεκάνης της Μεσογείου, και τα στρατιωτικά πραξικοπήματα – συγκαλυμμένοι πόλεμοι (Λιβύη, και πλέον Συρία), απομένουν το τελευταίο χαρτί της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής στην προσπάθεια της:
α) Να αποδυναμώσει αποφασιστικά το ευρώ, εκβιάζοντας την ενότητα του και ακινητοποιώντας την οικονομική επεκτατικότητα του γερμανικού ιμπεριαλισμού κυρίως. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται η επίθεση στις χώρες του νότου με αρχή την Ελλάδα, ο ρόλος του ΔΝΤ στην ελεγχόμενη πτώχευση της, και η πλήρης υποταγή της στα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
β) Να πατήσει πιο αποφασιστικά το πόδι της στην Αφρική, ιδιαίτερα έπειτα από την προϊούσα θέση της Κίνας εκεί, που εκμεταλλευόμενη τα τεράστια συναλλαγματικά της αποθέματα πλησιάζει στο σημείο να αγοράσει τους φυσικούς πόρους από την μισή ήπειρο! Σε αυτά τα πλαίσια, οι ΗΠΑ έχουν φτιάξει τους τελευταίους μήνες «αλυσίδα» νέων αεροπορικών βάσεων για Μη Επανδρωμένα Βομβαρδιστικά Αεροσκάφη (UAV) σε Αιθιοπία, σε χώρα της Αραβικής Χερσονήσου που δεν κατονομάζεται (ενδεχομένως Υεμένη…) και στις Σεϋχέλλες με τον πρόεδρό της Τζέιμς Μισέλ να προσκαλεί τις ΗΠΑ να δουν τη χώρα του σαν ένα «αεροπλανοφόρο στον Ινδικό Ωκεανό δίχως αεροπλάνα»!
γ) Να δημιουργήσει τους όρους για αποφασιστικό στρίμωγμα, ή ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση στο Ιράν, χώρα που αφενός αποτελεί οδηγό και πρότυπο για τους λαούς του Ισλάμ, αφετέρου αποτελεί την πυρηνική ασπίδα στα νότια της Κίνας.
δ) Να πλαισιώσει επειγόντως την χώρα-βάση της στην περιοχή, το Ισραήλ, που φαίνεται να χάνει οριστικά την πολύτιμη στήριξη της Τουρκίας, την οποία έτσι εκβιάζει έπειτα από την στροφή της εξωτερικής της πολιτικής, και τον επαπειλούμενο προσανατολισμό της προς μια νέα θέση, αυτόνομη και ηγεμονική για ολόκληρο τον μουσουλμανικό κόσμο!
Όλες αυτές οι ανοιχτές υποθέσεις προωθούνται εξαιρετικά γοργά και άμεσα: Τόσο γοργά που ελπίζει ο Ομπάμα να τις κλείσει τουλάχιστον πριν από τις προεδρικές εκλογές τον επόμενο Νοέμβρη! Γιατί όχι; Η ανθρώπινη ιστορία άλλωστε βρίθει από αυτοκράτορες στα όρια της παράνοιας λίγο πριν την κατάρρευση του βασιλείου τους.  Αυτήν την παρανοϊκή ισορροπία του τρόμου καλούμαστε να ερμηνεύσουμε και να αντιμετωπίσουμε!

Η “ΑΡΑΒΙΚΗ ΑΝΟΙΞΗ” ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΥΤΕΙ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΤΙΚΑ
Οι εξεγέρσεις στις χώρες της Βόρειας Αφρικής, στην Συρία και στην Υεμένη, δεν έχουν ούτε τα ίδια κίνητρα, ούτε και τα ίδια αποτελέσματα. Ξεκίνησαν από την Τυνησία, πέρασαν στην Αίγυπτο, για να πάρουν την μορφή της υποκίνησης στη Λιβύη με την ανοιχτό πόλεμο ενάντια της από μέρους των νατοϊκών δυνάμεων και του αραβικού συνδέσμου.

Σε όλες τις περιπτώσεις, οι ΗΠΑ κινούνται ανάλογα με τον βαθμό που μπορούν να παρέμβουν, ανάλογα με το ως που μπορούν να φτάσουν και το τι μπορεί να κερδίσουν.

Στην Αίγυπτο, οι αμερικάνοι αρχικά προσπάθησαν να στηρίξουν τον Μουμπάρακ, μα με μια στροφή 180 μοιρών τον εγκατέλειψαν για να μην μείνουν πίσω στις εξελίξεις όταν η πτώση του κατέστη αναπόφευκτη. Πλαισίωσαν την μετάβαση στον πλήρη έλεγχο της χώρας από το στρατό. Επειδή όμως ο στρατός είναι άρρηκτα δεμένος οικονομικά και επιχειρησιακά με τους Αμερικάνους, πρέπει να περιμένουμε εκ νέου εξελίξεις εάν τα πολιτικά σχήματα που θα πάρουν την εξουσία (εάν επιτραπεί από τον στρατό) θα τους ικανοποιήσουν. Αλλιώς, μια νέα χαοτική κατάσταση στην χώρα θα αποβεί αναπόφευκτη – από την άλλη μεριά το λαϊκό κίνημα εκεί είναι ένα μωσαϊκό με τη συμμετοχή προοδευτικών στοιχείων, ακραίων ισλαμιστικών κ.α.

Στην Λιβύη,
ήξεραν πως μόνο με την επίθεση των νατοϊκών δυνάμεων θα κατάφερναν την πτώση του Καντάφι, ενός ηγέτη που ακόμη και σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία του λιβυκού λαού υποστηρίζει, και που υπό την ηγεσία του επί έξι μήνες προσπάθησε ηρωικά να αντισταθεί στις 18 χιλιάδες ΝΑΤΟικές αεροπορικές επιθέσεις, καθώς και στην κατοχή της χώρας από τους δοσίλογους νοσταλγούς της αποικιακής μοναρχίας που ανέτρεψε ο Καντάφι το 1969! Αυτούς τους δοσίλογους εξόπλισε με όπλα και τανκς ο αμερικάνικος παράγοντας (και μέσω της Ελλάδας),σε αυτούς παρείχε αμέριστη οικονομική και πολιτική κάλυψη. Παραπέρα, το χτύπημα στον Καντάφι πέρα από σαφή πολεμική επέμβαση απέναντι στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης μιας κρατικής οντότητας, αποτελεί καίριο χτύπημα ενάντια στις χώρες του “τρίτου κόσμου”, των αγώνα των οποίων για ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση στήριξε πολύπλευρα όλα τα προηγούμενα χρόνια ο Λίβυος ηγέτης.

Γι’ αυτό και η πτώση του ήταν απαρέγκλιτος στόχος για τις ΗΠΑ. Τέτοιο θέατρο αποσταθεροποίησης είναι και η Σομαλία, όπου και εκεί με πρόσχημα των “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”, οι ΗΠΑ βάζουν χοντρά το πόδι τους μέσω αμφιλεγόμενων ΜΚΟ, αλλά και ένοπλων σωμάτων “ασφαλείας για την προστασία του πληθυσμού κατά την διάρκεια της χορήγησης της ανθρωπιστικής βοήθειας” έπειτα από τον λιμό που θερίζει την χώρα. Η Σομαλία, αποτελεί αποφασιστικό εμπορικό και πολεμικό κόμβο, με το μάτι στραμμένο προς την Κίνα.

Στην περίπτωση της Υεμένης όπου οι Ρώσοι διατηρούν δική τους ναυτική βάση, και κυρίως της Συρίας γνωρίζουν ότι μια επέμβαση τύπου Λιβύης θα βρει σφόδρα και ανεξέλεγκτη την αντίδραση της Κίνας και της Ρωσίας.  Ωστόσο, όλα δείχνουν πως δεν θα αποφευχθεί, με όσες συνέπειες μπορεί να επιφέρει: Ήδη, οι τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, προκάλεσαν όντως αντιδράσεις, όχι κλασικού αλλά φανερά επιθετικού ύφους από Κίνα αλλά και Ρωσία. Όλα, ακόμα και τα πλέον ακραία ενδεχόμενα, θα πρέπει δυστυχώς να θεωρούνται ανοιχτά! Η Συρία, που αποτελεί στόχο από την εποχή πατέρα Μπους, αποτελεί άμεσο στρατηγικό εταίρο της Κίνας και είναι χώρα προθάλαμος του Ιράν! Γι’ αυτό και επένδυσαν ως την ώρα στη μέχρι τέλους πολιτική κάλυψη των “αντικαθεστωτικών” (και τη συναίνεση σε αυτήν την γραμμή εκ μέρους όσων κυβερνήσεων θέλουν να αποδειχτούν de facto εταίροι τους). Εφόσον δεν πέτυχαν τους σκοπούς τους κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο ανοιχτός εμφύλιος πόλεμος με όρους Λιβύης φαίνεται πως θα είναι το επόμενο βήμα…(το άρθρο γράφεται στις 16/11).

Όπως και να ‘χει, οι εξελίξεις θα ναι ραγδαίες, με συμμαχίες να δοκιμάζονται, τον χάρτη της περιοχής να επανακαθορίζεται βίαια, με τελικό προορισμό της “αυγής της Οδύσσειας” (όπως ονόμασαν την επέμβαση στη Λιβύη) την Ιθάκη του Ιράν – ο αμερικάνος υπουργός οικονομικών δήλωσε άλλωστε βέβαιος πρόσφατα πως “πλησιάζει η ώρα μιας αντίστοιχης εξέγερσης στο Ιράν”. Όμως και στο Ιράν, το καθεστώς Αχμαντινετζάντ χαίρει ευρείας λαϊκής υποστήριξης…

Όλες ανεξαιρέτως οι εκθέσεις της IAEΑ (Διεθνής Υπηρεσία για την Ατομική Ενέργεια) για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχουν στρώσει το έδαφος ώστε να εντείνονται οι απειλές από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ: Απειλές που δεν περιλαμβάνουν μόνο τις κλασικές πιέσεις για διεθνή απομόνωση του Ιράν. Προχωρούν ως και τις άμεσες απειλές για πόλεμο. Στο σημείο αυτό χρήσιμο είναι να παρακολουθήσει κανείς το γεγονός ότι όλες οι στρατιωτικές ασκήσεις του στρατού του Ισραήλ (και των συμμάχων του – δηλαδή ημών πρώτων) έχουν προσαρμοστεί το τελευταίο διάστημα στην ενδεχόμενη αντιμετώπιση των συνθηκών πυρηνικού πολέμου, και χερσαίας ή από αέρος εισβολής σε συνθήκες αντίστοιχες με την μορφολογία του Ιράν!

ΠΗΓΗ: Αναρτήθηκε από τον/την eamgr στο 23 Δεκεμβρίου, 2011, http://eamgr.wordpress.com/2011/12/23/….85/

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2562

 

Εδώ είναι «Ινδο-Κίνα»;

Εδώ είναι «Ινδο-Κίνα»;*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

«Άρωμα Ινδίας διαχέεται γύρω από τη Σ.Ε.ΚΑΠ.», αναφέρεται στο ρεπορτάζ της εφημερίδας «Κέρδος» (http://www.kerdos.gr/default.aspx?id=1623788&nt=103) τής 2/12/2011. Η Συνεταιριστική Ελληνική Καπνοβιομηχανία, ένα ακόμη θύμα της διεθνούς οικονομικής κρίσης που μαστίζει και την Ελλάδα, είναι αναγκασμένη πλέον να αναζητά νέους επενδυτές που θα την ενισχύσουν με την εισροή κεφαλαίων, δεδομένης τόσο της συρρίκνωσης στις εργασίες της ελληνικής καπνοβιομηχανίας, όσο και των οφειλών που προέκυψαν από τις ζημιές κατά τη λειτουργία της εταιρείας τα δύο τελευταία έτη (2010-2011).


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 334, 1/1/2012.

Από τις προσφορές λοιπόν που κατατέθηκαν κατά την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την πώληση του 50,36% των μετοχών της ξανθιώτικης καπνοβιομηχανίας, το οποίο κατέχει η Αγροτική Τράπεζα, ανακηρύχθηκε «πρώτος προτιμητέος υποψήφιος» επενδυτής, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα του «Κέρδους», η ινδική εταιρεία «Bommidala Enterprises Pvt Ltd».

Η διείσδυση μίας ινδικής επιχείρησης στην ελληνική οικονομία θα χαρακτηριζόταν τραγικά ειρωνική, εφόσον συνδυαζόταν με το πρόσφατο σχόλιο του μέχρι πρότινος πρωθυπουργού κ. Γιώργου Παπανδρέου ότι στην Ελλάδα «δεν είμαστε “Ινδία” και ούτε πρόκειται να γίνουμε» (3/10/2011, http://news247.gr/ellada/politiki/apanthsh_papandreoy_sthn_troika.1396146.html ). Το σχόλιο του κ. Παπανδρέου προέκυψε ως απόρροια της πίεσης στην Ελλάδα από την τριμελή επιτροπή («τρόικα») των Ευρωπαίων αξιωματούχων που εποπτεύουν την εφαρμογή του «Μνημονίου», προκειμένου να καταργηθεί η Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Παριστάνοντας λοιπόν ο κ. Παπανδρέου ότι αντιστέκεται στις πιέσεις, υπενθύμισε πως υπάρχουν θεσμοί για την προστασία των εργαζομένων, οι οποίοι δεν πρόκειται να επιτρέψουν την εξομοίωση των όρων εργασίας στην Ελλάδα με τους όρους που ισχύουν για τους εργαζόμενους στην Ινδία.

Το ενδεχόμενο να καταστεί η Ελλάδα «Ινδία» δεν γίνεται βεβαίως να προσπεραστεί με την απλή διαβεβαίωση του κ. Παπανδρέου πως οι ελληνικοί θεσμοί δεν πρόκειται να επιτρέψουν μία αντίστοιχη εξέλιξη. Ο κ. Παπανδρέου έχει διαψευστεί κι έχει αποδειχτεί αναξιόπιστος πολλές φορές μέχρι σήμερα. Οι θεσμοί, πάλι, δεν έχουν αιώνια ισχύ· υποβάλλονται σε μεταβολές. Βεβαίως, αν υπονοηθεί πως η δήλωση ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει Ινδία αφορά την πιθανότητα να μετατραπεί η Ελλάδα σε μία από τις είκοσι ισχυρότερες οικονομίες διεθνώς, τότε πράγματι είναι δήλωση αδιαφιλονίκητη και δεν απέχει πολύ από την επαλήθευσή της, εφόσον το τραγικό σημερινό ελληνικό αδιέξοδο δεν προοιωνίζεται καμία αίσια προοπτική. Επειδή όμως το πνεύμα της δήλωσης δεν είναι ασφαλώς αυτό, οι αντικειμενικοί φόβοι για την περαιτέρω κατάργηση στην Ελλάδα όσων θεμελιωδών δικαιωμάτων απέμειναν στους εργαζομένους είναι δυστυχώς βάσιμοι.

Το κρίσιμο ερώτημα που απορρέει από τη συγκεκριμένη υπόθεση σχετίζεται με τη διερεύνηση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μία ινδική εταιρεία αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί στην ελληνική επικράτεια. Για ποιους λόγους μία εταιρεία συνηθισμένη να λειτουργεί με τους ευνοϊκότατους όρους που ισχύουν για την ανάπτυξή της στην Ινδία, θα διακινδύνευε την επέκτασή της σε άλλη χώρα με συνθήκες ασύμφορες γι’ αυτήν; Η πιθανή επιθυμία της να διεισδύσει σε μία νέα χώρα ώστε να διευρύνει τις αγορές για τη διάθεση των προϊόντων της δεν φαίνεται λόγος πειστικός. Η αντίστοιχη διείσδυση είναι ήδη επιτρεπτή στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο. Επιπλέον το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς δύσκολα δελεάζει όποιον επιδιώκει μεγάλα κέρδη. Το ενδεχόμενο λοιπόν να επιχειρείται εκ μέρους της ινδικής εταιρείας μία μετάθεση του βάρους παραγωγής δυτικότερα, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση στις μεγάλες δυτικές αγορές με όρους παραγωγής εξίσου συμφέροντες με εκείνους της Ινδίας, προβάλλει εφιαλτικό για τους Έλληνες εργαζόμενους και τις εξελίξεις που προδιαγράφονται αναφορικά με τις εργασιακές τους συνθήκες.


Η Ινδία, αν και παρουσιάζει μία διαρκή οικονομική ανάπτυξη, μέσω της οποίας σταθεροποιεί και ισχυροποιεί περαιτέρω τη θέση της στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, δεν επικεντρώνει τις προτεραιότητές της στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και στην αύξηση των απολαβών για τους εργαζομένους στην επικράτειά της. Ακολουθώντας την ίδια πολιτική με την Κίνα, η Ινδία κατόρθωσε να παρουσιάζει πλεονάσματα στην οικονομία της, το μέγεθος των οποίων την καθιστά μία παγκόσμια οικονομική δύναμη. Ο πλούτος της Ινδίας, ως χώρας, αντικατοπτρίζεται στο κέντρο των μεγαλουπόλεών της, με τους επιβλητικούς ουρανοξύστες και τα εκτεταμένα εμπορικά κέντρα. Η συνέχιση της περιδιάβασης ωστόσο από το κέντρο προς τα περίχωρα των ίδιων μεγαλουπόλεων, αποκαλύπτει παραγκουπόλεις με άθλιες συνθήκες διαβίωσης για τους κατοίκους τους, χωρίς ρυμοτομικό σχέδιο και χωρίς βασικότατες υποδομές, όπως εκείνη της ύδρευσης. Ο πλούτος της Ινδίας, όταν δεν κατακρατείται ως αποθεματικό στα κρατικά ταμεία ή όταν δεν μεταφράζεται σε προγράμματα εξερεύνησης του διαστήματος(!), διανέμεται σε μια μικρή οικονομική ελίτ, που εδράζει την άνθισή της στην εκμετάλλευση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Καμία προοπτική ανακατανομής του πλούτου και στοιχειώδους βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης για τους πολλούς δεν περιλαμβάνεται στα σχέδια διακυβέρνησης της χώρας. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αύξηση των οικονομικών μεγεθών, που στηρίζεται στην εξαθλίωση της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, αποδεικνύεται παντελώς ανούσια.

Η κατίσχυση της συγκεκριμένης πραγματικότητας στις αναδυόμενες οικονομίες της Κίνας και της Ινδίας δικαίως εγείρει ανησυχίες αναφορικά με τις εργασιακές συνθήκες στην Ελλάδα, για τις οποίες ήδη προϊδεάζει η διαφαινόμενη εγκατάσταση επιχειρήσεων από τις οικονομίες της Ανατολής. Δεδομένου πως οι επιχειρήσεις αυτές δεν έχουν προφανείς λόγους ώστε να λειτουργήσουν με δυσχερέστερους όρους σε ό,τι αφορά το κόστος της παραγωγής, η ίδια τους η παρουσία επικυρώνει την εξάτμιση των εργασιακών δικαιωμάτων, που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Άλλωστε οι οικονομικές τούτες επιλογές ενθαρρύνονται, ή – μάλλον – επιβάλλονται στην Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της «μνημονιακής» πολιτικής.

Η διετής εφαρμογή του «Μνημονίου» στην ελληνική πραγματικότητα από τις αρχές του 2010 υπηρέτησε τη λογική της συρρίκνωσης στα εισοδήματα και στο κόστος εργασίας, προκειμένου η ελληνική οικονομία να καταστεί «ανταγωνιστική», αναπτύσσοντας δηλαδή τη δυνατότητα, όπως φανερώνουν οι εξελίξεις, να παρέχει σε όσες πολυεθνικές επιχειρήσεις αποφασίσουν να δραστηριοποιηθούν στη χώρα συνθήκες κόστους παραγωγής ανάλογες με εκείνες της Κίνας και της Ινδίας. Υποτίθεται βέβαια πως ο στόχος της «ανταγωνιστικότητας» αφορά πρωτίστως τις ελληνικές επιχειρήσεις, ώστε μέσα από τη μείωση του κόστους εργασίας να πετύχουν την παραγωγή ελκυστικών οικονομικά προϊόντων ή την αντίστοιχη παροχή υπηρεσιών. Η ύφεση ωστόσο που ’χει επέλθει μέσω της πολιτικής του «Μνημονίου», με τη δραματική συρρίκνωση των οικογενειακών προϋπολογισμών, δεν ευνοεί ούτε την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς το ελληνικό καταναλωτικό κοινό έχει χάσει την αγοραστική του δύναμη και περιορίζει την κατανάλωση. Ο κύκλος είναι φαύλος κι αδιέξοδος. Οι σχετικές διαπιστώσεις καθίστανται με το πέρασμα του χρόνου όλο κι εναργέστερες. Τούτη όμως την εμφανέστατη αρνητική εξέλιξη η τρόικα αρνείται να την κατανοήσει. Και, φυσικά, δεν πρόκειται εντέλει για ζήτημα «κατανόησης», παρά για ζήτημα ωμής προώθησης συγκεκριμένων συμφερόντων. Γιατί ζητούμενο για την τρόικα και τους πολιτικούς της προϊσταμένους στο ευρωπαϊκό διευθυντήριο δεν είναι η ανάκαμψη της Ελλάδας. Ζητούμενο είναι η δημιουργία μίας ζώνης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα προσφέρει στις πολυεθνικές επιχειρήσεις – άρα καί στις γερμανικές – σκανδαλωδώς ευνοϊκές συνθήκες παραγωγής. Η δε εμπορική στόχευση δεν αφορά το εξαντλημένο καταναλωτικό κοινό της Ελλάδας – επουσιώδες σε αριθμό, άλλωστε – αλλά τις παγκόσμιες αγορές.

Μα αν η Ελλάδα κατόρθωνε να επωφεληθεί, έστω κι ελάχιστα, από τις προαναφερθείσες συνθήκες, δεν θα βελτίωνε τη θέση της; Η Ελλάδα, για να βελτιώσει τη θέση της, έχει ανάγκη να στηριχτεί στην παραγωγική δύναμη των δικών της επιχειρήσεων, οι οποίες θα επιστρέψουν τα κέρδη τους στην ίδια την ελληνική αγορά, κι όχι σε αλλοδαπές, που θα τα «φυγαδεύσουν». Ακόμη όμως κι αν γινόταν δεκτό πως ένα ενδεχόμενο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας διά της παραπάνω οδού θα ήταν πιθανό, θα παρέμενε εκκρεμές το μείζον ζήτημα της εργασιακής εξαθλίωσης για το εργατικό δυναμικό της χώρας. Οι Έλληνες πολιτικοί, στον βαθμό που δεν είναι ταγμένοι στην εξυπηρέτηση συμφερόντων εκπορευόμενων από ξένα κέντρα αποφάσεων, οφείλουν να αναλογιστούν ποιο είναι το όραμά τους για την κοινωνία της χώρας τους. Όσες ιδιομορφίες ή παθογένειες κι αν κουβαλά η Ελλάδα από τον γεωγραφικό της εντοπισμό στον χώρο των Βαλκανίων, η μετακίνησή της στη χέρσα οικονομική χερσόνησο της «Ινδο-Κίνας» – που νοηματοδοτεί επακριβώς τη διάφορη γεωγραφικά, μα «συνώνυμή» της Ινδοκίνα, αντιστοιχίζοντάς την επιτέλους στα συνθετικά της – είναι αδύνατο να συνιστά πρόοδο. Στην πραγματικότητα δεν μπορεί καν να νοηθεί σαν μία, έστω, ανεκτή προοπτική.

Συντριβή της εργασίας και επιβολή λιτότητας

Συντριβή της εργασίας και επιβολή λιτότητας:

Ο πραγματικός στόχος του Ντράγκι* για την Ευρωζώνη (μετάφραση από το COUNTERPUNCH)

 

Tου Mike Whitney**

Η μετάφραση του άρθρου στα Ελληνικά έγινε από το blog "για την κοινωνική αριστερά"

Φανταστείτε ότι ο τραπεζίτης σας προσφέρεται να σας δανείσει 150.000 δολάρια (στμφ 115.000 €) για να αναπληρώσετε τα χρήματα που είχατε χάσει από το στεγαστικό σας δάνειο με τη φούσκα των ακινήτων που έσκασε το 2006. Και, ας πούμε, συμφώνησε να σας δανείσει τα χρήματα αυτά για 3 χρόνια σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, μόνο με 1% επιτόκιο, με την προϋπόθεση ότι – ως εξασφάλιση για το δάνειο αυτό – εσείς θα υποθηκεύατε μονάχα ότι αντικείμενο έχετε καταχωνιασμένο στην αποθήκη σας (π.χ. σκουριασμένα ποδήλατα, ένα στραβωμένο στεφάνι μπασκέτας, ένα παλιό κουκλόσπιτο, ποντικοφαγωμένες βαλίτσες…).

Δεν θα σας φαινόταν αυτή μια καλή συμφωνία;

Την Τετάρτη (21 Δεκ 2011), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έκανε αυτή ακριβώς την προσφορά σε πάνω από εκατό καταχρεωμένες τράπεζες στην Ευρώπη, προσφέροντάς τους 640 δισεκατομμύρια δολάρια (489 δις ευρώ) σε πάμφθηνα 3ετή δάνεια, με αντάλλαγμα κάθε είδους εξασφαλίσεις-σκουπίδια για τις οποίες προς το παρόν δεν υπάρχει αγορά.

Τώρα εσύ, αγαπητέ αναγνώστη, γνωρίζεις ότι όταν προσπαθείς να πουλήσεις κάτι στον Κατάλογο Craig [στμφ: Ο κατάλογος Craig (Craig’s list) είναι ένα κεντρικό δίκτυο online κοινοτήτων που διαθέτει δωρεάν μικρές αγγελίες, με τμήματα αφιερωμένα στην απασχόληση, τη στέγαση, προσωπικές αγγελίες, αντικείμενα προς πώληση, υπηρεσίες, κοινότητα, συναυλίες, βιογραφικά, και φόρουμ συζητήσεων. Πηγή: Wikipedia] και υπάρχει πολύ μικρό ενδιαφέρον, θα πρέπει να μειώσεις την τιμή για να προσελκύσεις έναν αγοραστή. Αυτός είναι ακριβώς ο τρόπος που η δυναμική της προσφοράς και ζήτησης δουλεύει σε μια ελεύθερη αγορά, σωστά;

Au contraire (Αντιθέτως). Στην πραγματικότητα, αυτός ο κανόνας δεν ισχύει για τους τραπεζίτες. Όταν στον ισολογισμό της τράπεζας τα στοιχεία του ενεργητικού που είναι πραγματικά σκουπίδια αρχίζουν να πέφτουν σε αξία, οι τράπεζες περιτριγυρίζουν τον μεγάλο τους αδελφό – την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα  ή την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ –  και ζητούν ένα σχέδιο διάσωσης, ε, χμ, δηλαδή, εννοώ: «ανταλλαγή ρευστότητας έναντι διασφαλίσεων που είναι προσωρινώς διαταραγμένες».

Αλλά η αλήθεια είναι ότι τα σκουπίδια που έχουν συσσωρεύσει οι τράπεζες -ιδιαίτερα τα κρατικά ομόλογα από την Ιταλία, την Ισπανία, την Ελλάδα, κλπ-δεν είναι απλώς «διαταραγμένα». Τα ομόλογα αυτά δεν πρόκειται ποτέ να ανακτήσουν την αρχική αξία τους, επειδή τα δάνεια αυτά έγιναν πάνω στο αποκορύφωμα της φούσκας.

 

Έτσι, το να ανακτήσουν τα ελληνικά ομόλογα σε τρία χρόνια την αρχική αξία τους, έχει την ίδια πιθανότητα όσο και να ξαναπιάσει την ίδια τιμή η μαιζονετάρα που αγόρασες το 2005 για 650.000 δολάρια.

Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.

Έτσι, τα 640 δισεκατομμύρια δολάρια που ξεφούρνισε η ΕΚΤ την Τρίτη, είναι βασικά ένα υπερβολικά μεγάλο δώρο στους τραπεζίτες, το οποίο πιθανώς ποτέ δεν θα επιστραφεί. Και αν έχετε οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με αυτό, τότε ρίξτε μια ματιά στον ισολογισμό της Fed που εκτινάχθηκε στα σχεδόν 3 τρις δολάρια.

Θα παρατηρήσετε ότι τα 1,45 τρισεκατομμύρια δολάρια σε ενυπόθηκους στεγαστικούς τίτλους (Mortgage Backed Securities – MBS), που ο Μπερνάνκι αγόρασε από τις τράπεζες πριν από δύο χρόνια δεν έχουν απομειωθεί καθόλου, κυρίως γιατί κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα αγόραζε αυτές τις «γαλοπούλες».

Ακόμη και, αν η Fed σκόπευε να βάλει τους τίτλους αυτούς (MBS) σε δημοπρασία, η πώλησή τους θα μείωνε ακόμη περισσότερο το ενεργητικό στους ισολογισμούς των τραπεζών προκαλώντας άλλη μία οικονομική κρίση. (Στην πραγματικότητα, αυτό που πραγματικά συνέβη περίπου πριν από ένα χρόνο, όταν η κυβέρνηση πειραματίστηκε με τα ομόλογα από το Αμοιβαίο Κεφάλαιο της ασφαλιστικής εταιρείας AIG. Όχι μόνο η δημοπρασία απέτυχε, αλλά οδήγησε τα χρηματιστήρια σε κάθετη πτώση).

Έτσι, όπως ακριβώς η Fed θα πρέπει τελικά να υπολογίσει τις απώλειές της από τον σωρό των MBS, το ίδιο και οι τράπεζες της ΕΕ θα πρέπει να εγγράψουν τις απώλειες από τα κρατικά ομόλογα που κατέχουν. Αυτό θα ωθήσει πολλές από τις τράπεζες σε πτώχευση, η οποία θα προκαλέσει αναμφίβολα έναν ακόμη γύρο δανείων. Όταν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι αφερέγγυα, η μόνη επιλογή τους είναι να επεκτείνονται και να υποκρίνονται. Προφανώς, η ΕΚΤ θεωρεί δουλειά της να υποβοηθήσει αυτή την απάτη.

Αυτό είναι ένα γνωστό μοτίβο για τις κεντρικές τράπεζες. Δημιουργούν το εύκολο χρήμα και το χαλαρό ρυθμιστικό περιβάλλον στο οποίο αναδύονται φούσκες, και στη συνέχεια προσφέρουν «απεριόριστη» ρευστότητα, ώστε οι φίλοι τους να μην χάνουν χρήματα από την πληθωριστική αξία των περιουσιακών τους στοιχείων.

Ακριβώς αυτό ήταν και η μάταιη δουλειά με τα 640 δισεκατομμύρια δολάρια της Τρίτης (στμτφ: 20 Δεκεμβρίου 2011): να αναβαθμίσει τοξικά ομόλογα τα οποία στην πραγματικότητα αξίζουν ένα μόνο μικρό κλάσμα της αρχικής τους αξίας.

Μέχρι στιγμής, όμως, η Επιχείρηση Μακροπρόθεσμης Επαναχρηματοδότησης (Long Term Refinancing OperationLTRO) του Ντράγκι ήταν μια θεαματική αποτυχία. Ενώ τα διατραπεζικά επιτόκια δανεισμού έχουν πέσει έστω και ελαφρώς (το Euribor 3 μηνών έπεσε από 1,404 έως 1,410 τοις εκατό), οι τράπεζες δεν χρησιμοποίησαν τα δάνεια για να αγοράσουν περισσότερα κρατικά ομόλογα (κάτι που θα μείωνε τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και θα έδινε ανάσα στις κυβερνήσεις) ή για να αυξήσουν την χορήγηση δανείων. Αντί 'αυτού, έχουν παρκάρει ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων σε καταθέσεις διάρκειας μίας ημέρας στην ΕΚΤ. Να τι λέει η Wall Street Journal:

«Η χρήση της διευκόλυνσης αποδοχής ημερήσιων καταθέσεων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έφτασε ένα νέο υψηλό ετήσιο ρεκόρ την Πέμπτη, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα πρόσφατα μέτρα από τις κεντρικές τράπεζες και τους φορείς χάραξης πολιτικής, εξακολουθούν να μην είναι αρκετά ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις διατραπεζικές αγορές δανεισμού.

Οι τράπεζες κατέθεσαν 346,99 δισεκατομμύρια ευρώ (453,38 δισεκατομμύρια δολάρια) στο διευκολυντικό μέσο αποδοχής ημερήσιων καταθέσεων, από € 264,97 δισεκατομμύρια μια μόλις μέρα νωρίτερα, ενώ το προηγούμενο υψηλό για το έτος των € 346,36 δισ, επιτεύχθηκε νωρίτερα αυτό το μήνα.

Το υψηλό επίπεδο αντανακλά τη συνεχιζόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης στην διατραπεζική αγορά δανεισμού, όπου οι τράπεζες προτιμούν να χρησιμοποιούν τις διευκολύνσεις της ΕΚΤ ως ένα ασφαλές καταφύγιο για τα πλεονασματικά κονδύλια και όχι να τα δανείζουν σε άλλες τράπεζες.

Το υψηλό επίπεδο καταθέσεων υποδηλώνει, επίσης, ότι οι αγορές δεν είναι πλήρως πεπεισμένες ότι η μαζική παραχώρηση μακροχρόνιων δανείων από την ΕΚΤ είναι αρκετό για να ενισχύσει τον τραπεζικό τομέα της ευρωζώνης. Η κεντρική τράπεζα παραχώρησε σχεδόν μισό τρισεκατομμύριο ευρώ σε μακροπρόθεσμα δάνεια προς τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ την Τετάρτη, ελπίζοντας να κατασιγάσει τους φόβους για μια νέα πιστωτική κρίση καθώς οι τράπεζες δυσκολεύονται να δανειστούν από τις αγορές» («Οι ημερήσιες καταθέσεις στην ΕΚΤ φτάνουν σε νέα ετήσια υψηλά για το 2011», Wall Street Journal).

Μπορείτε να το πιστέψετε; Έτσι, ενώ τα περισσότερα από τα δάνεια χρησιμοποιήθηκαν για την μετακύλιση του υφιστάμενου χρέους, 453,38 δισεκατομμύρια δολάρια ξαναχώθηκαν στο θησαυροφυλάκιο της ΕΚΤ για φύλαξη.

Με άλλα λόγια, οι τράπεζες συνεχίζουν να έχουν έλλειψη εμπιστοσύνης η μία στην άλλη, όσο είχαν και πριν αρχίσει η διευκόλυνση χρηματοδότησης. Και το ίδιο ισχύει και για τις αποδόσεις του ισπανικού και ιταλικού χρέους που ο Ντράγκι σκέφτηκε ότι θα μειωθούν μετά την τροφοδότηση του τραπεζικού συστήματος με μισό τρισεκατομμύριο ευρώ. Να πως το περιγράφει το Reuters:

«Οι αποδόσεις των Ισπανικών και Ιταλικών ομολόγων σκαρφάλωσαν υψηλότερα την Πέμπτη και ξεπέρασαν το γερμανικό χρέος, καθώς οι αγορές άρχισαν να προβληματίζονται σε σχέση με το κατά πόσο οι τράπεζες θα χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια που δανείστηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να αγοράσουν κρατικά ομόλογα με χαμηλότερο επιτόκιο. Οι τράπεζες δανείστηκαν ένα τεράστιο ποσό € 489 δισεκατομμυρίων ευρώ από την ΕΚΤ – σε μια άνευ προηγουμένου προσφορά τριετών δανείων την Τετάρτη – ποσό που ορισμένοι ανέμεναν να επαναεπενδυθεί σε ισπανικά και ιταλικά ομόλογα ώστε να βοηθήσουν να μειωθούν τα κόστη δανεισμού (στμτφ: για τα κράτη αυτά).

Όμως, εκείνοι που ψάχνουν για μια άμεση ώθηση στην Ιταλία και την Ισπανία είναι πιθανό να απογοητευτούν. Οι χρηματιστές λένε ότι  η προτίμηση ήταν να επανεπενδυθεί μέρος των κεφαλαίων σε ασφαλή καταφύγια, παρά να κατευθυνθεί στις υψηλότερες αποδόσεις που προσφέρονται από μερικές από τις πιο ταραγμένες χώρες της Ευρώπης.

«Αυτό που συνέβη χθες δεν είναι μια ασημένια σφαίρα για την κρίση … αλλά είναι πολύ νωρίς ακόμη για να δούμε τον αντίκτυπο» , δήλωσε ο Niels Φρόμ, στρατηγικός αναλυτής της Nordea στην Κοπεγχάγη» (Reuters)

Απίστευτα, το σημείο αναφοράς, τα Ιταλικά δεκαετή ομόλογα BTP αυξήθηκαν πάνω από το σημείο 7 τοις εκατό και πάλι την Παρασκευή το πρωί, σηματοδοτώντας ανανέωση της πίεσης στην αγορά ομολόγων.

Έτσι, ενώ το πρόγραμμα του Ντράγκι μπορεί να εμφύσησε νέα ζωή σε μερικές παραπαίουσες τράπεζες, έχει αποτύχει παταγωδώς σε όλους τους κύριους στόχους του.

Γιατί λοιπόν ο Ντράγκι χειρίστηκε την κρίση με αυτόν τον τρόπο; Γιατί κάθισε με σταυρωμένα τα χέρια για τόσο πολύ καιρό, ενώ ο διατραπεζικός δανεισμός επιβραδύνθηκε, οι ημερήσιες καταθέσεις αναρριχήθηκαν σε νέα υψηλά ρεκόρ, τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκαν, και όλοι οι δείκτες της πίεσης της αγοράς χειροτέρεψαν τόσο πολύ;

Η προφανής απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι ο Ντράγκι χρησιμοποιεί την κρίση για να εφαρμόσει τη δική του ατζέντα. Θέλει να μετατρέψει σε νόμο την λεγόμενη «δημοσιονομική συμφωνία» του, που κατοχυρώνει σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία και μέτρα λιτότητας που συντρίβουν την εργασία, έτσι ώστε οι εθνικοί προϋπολογισμοί να τεθούν υπό τον έλεγχο των οικονομικών ελίτ (δηλαδή από τεχνοκράτες διορισμένους από την ΕΚΤ). Φυσικά, τα έθνη δεν πρόκειται να παραδώσουν τέτοιου είδους εξουσίες χωρίς μάχη, έτσι ο Ντράγκι αφήνει την κρίση να ξεφύγει, ώστε να υπάρχει μικρότερη αντίσταση. Να πώς τα περιγράφει ο οικονομολόγος Dean Baker:

«Οι άνθρωποι που μας έδωσαν την κρίση της ευρωζώνης εργάζονται όλο το εικοσιτετράωρο για να την επαναπροσδιορίσουν, ώστε να επωφεληθούν πολιτικά. Οι διακηρύξεις τους – οι οποίες κυκλοφορούν ως ειδήσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης παντού – υποστηρίζουν ότι η κρίση του ευρώ είναι μια ιστορία σπάταλων κυβερνήσεων οι οποίες χαλιναγωγούνται από τις αγορές ομολόγων. Αυτό είναι στην οικονομία είναι γνωστό ως "ψέμα". Η κρίση της Ευρωζώνης σίγουρα δεν είναι μια ιστορία χωρών με δαπάνες εκτός ελέγχου που παίρνουν το μάθημά τους από την αγορά ομολόγων … Είναι μια ιστορία χωρών που έχουν πέσει θύματα της κακοδιαχείρισης της ΕΚΤ … Οι άνθρωποι θα πρέπει να αναγνωρίσουν τη διαδικασία αυτή για αυτό ακριβώς που είναι: Ταξικός πόλεμος. Οι πλούσιοι χρησιμοποιούν τον έλεγχό τους πάνω στην ΕΚΤ για να διαλύσουν την προστασία του κράτους πρόνοιας που απολαμβάνει τεράστια υποστήριξη από το κοινό ».

Ο πραγματικός στόχος του Ντράγκι είναι να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην εργασία και «διορθώσεις» που απαιτεί το μεγάλο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Έχει ήδη πετύχει στην καθαίρεση δύο δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών στην Ελλάδα και στην Ιταλία και την αντικατάστασή τους με ανδρείκελα φιλικά διακείμενα προς τις τράπεζες, τα οποία θα πραγματοποιήσουν όσα αυτός υπαγορεύει. Τώρα, ο ίδιος ασχολείται με πιο σημαντικά πράγματα, όπως η περικοπή του δικτύου κοινωνικής προστασίας, η σύνθλιψη των συνδικάτων, και η επιβολή τριτοκοσμικής φτώχειας στην ευρωζώνη.

Μετάφραση στα Ελληνικά: "για την κοινωνική αριστερά" 28.12.2011

(στμφ: Για μια πληρέστερη κατανόηση του μηχανισμού που περιγράφεται εδώ, δείτε επίσης το άρθρο του Γιάννη Βαρουφάκη «Η ΕΚΤ πήρε το όπλο της (αλλά… αστόχησε)», δημοσιευμένο στο Protagon)

Γράφει, μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Βαρουφάκης:

«Πάμε τώρα στο «κακό σενάριο». Εδώ και καιρό, η «πιάτσα» βουίζει (και εδώ στην Ελλάδα αλλά και σε χώρες όπως η  Ιρλανδία και η Πορτογαλία) από ένα ωραίο κολπάκι των τραπεζιτών, το οποίο απαιτεί την αγαστή συνεργασία των πολιτικών αρχών του κράτους στο οποίο έχουν την έδρα τους. Κοιτάξτε τι κάνουν: Η τράπεζα εκδίδει δικά της ομόλογα – ιδιωτικά. Με άλλα λόγια, συμβόλαια δανεισμού. Ως εδώ καλά. Ο κάθε οργανισμός, δημόσιος ή ιδιωτικός, έχει δικαίωμα να εκδίδει δικά του ομόλογα – να προσπαθεί να δανειστεί. Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι, καθώς οι τράπεζες είναι ημι-πτωχευμένες, κανείς δεν αγοράζει αυτά τα ομόλογα. Και τότε; Τότε ο τραπεζίτης κάνει ένα ωραίο lunch με κάποιον υπουργό ή υφυπουργό και τον πείθει να εκδώσει το κράτος εγγύηση για αυτά τα ομόλογα της τράπεζάς του. Ουσιαστικά, το δημόσιο εγγυάται στον κάτοχο των ομολόγων της αναξιόπιστης αυτής τράπεζας ότι θα πάρει τα χρήματά του πίσω από… τον φορολογούμενο (σε περίπτωση που η τράπεζα του τραπεζίτη δεν μπορεί να αποπληρώσει το δάνειο αυτό). Βέβαια, καθώς και το εν λόγω κράτος τελεί υπό πτώχευση, οι ιδιώτες δεν θα αγόραζαν αυτά τα ιδιωτικά ομόλογα (παρά την κρατική εγγύηση) παρά μόνον αν τους απέδιδαν μεγάλα επιτόκια (αντίστοιχα με αυτά που δανείζουν στο δημόσιο). Το αυτί όμως του τραπεζίτη δεν ιδρώνει. Γιατί; Επειδή, έτσι κι αλλιώς, δεν εξέδωσε τα ομόλογα αυτά για να τα πουλήσει στην αγορά αλλά για να τα καταθέσει στην ΕΚΤ ως εχέγγυα ώστε να δανειστεί ζεστό χρήμα από αυτήν! Θα ρωτήσετε, πολύ σωστά: Γιατί δέχεται η ΕΚΤ αυτά τα ομόλογα της συγκεκριμένης τράπεζας, όταν ξέρει ότι τα εξέδωσε για να… δανείσει (μέσω ΕΚΤ) τον εαυτό της; Ο επίσημος λόγος είναι ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να πει όχι από την στιγμή που για τα ομόλογα αυτά έχει εγγυηθεί ένα κράτος της ευρωζώνης! Συνειδητοποιείτε το έγκλημα; Είναι σαν εγώ να δανείζω τον εαυτό μου, να βάζω το δημόσιο να εγγυάται αυτό το δάνειο και μετά να καταθέτω αυτό το δάνειο ως εχέγγυο σε έναν τρίτο από τον οποίο να δανείζομαι για να καλύψω τα χρήματα που έχασα στο Καζίνο. Κι αν δεν καταφέρω να αποπληρώσω τον τρίτο, τότε δεν πειράζει: θα τα σκάσει το κορόιδο, το δημόσιο.

Θα με ρωτήσετε: Μα, γίνονται τέτοια πράγματα; Ναι, γίνονται φίλες και φίλοι. Τώρα, την ώρα που διαβάζετε αυτές τις αράδες. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, προχθές που η ΕΚΤ έκανε αυτή την τονωτική ένεση στις τράπεζες, με διακηρυγμένο στόχο την ενίσχυση τραπεζών και κρατών παράλληλα, ιταλικές τράπεζες (με πρώτη και καλύτερη την Unicredit) εξέδωσαν €40 δις ομόλογα τα οποία η κυβέρνηση τεχνοκρατών του κ. Monti εγγυήθηκε πάραυτα και τα οποία, την ίδια μέρα, κατατέθηκαν στην ΕΚΤ ως εχέγγυα με αντάλλαγμα ζεστό παραδάκι το οποίο πήγε μεν στις τράπεζες αυτές χωρίς όμως να αγοραστούν ιταλικά ομόλογα με αυτά τα χρήματα. 

Συμπέρασμα
Ένα μέρος των χρημάτων που τύπωσε προχθές η ΕΚΤ θα βοηθήσει, σε μικρό βαθμό και ιδιαίτερα βραχυπρόθεσμα, τόσο τις τράπεζες όσο και τα κράτη. Για αυτό οι αγορές ηρέμησαν κάπως εν όψει γιορτών. Σύντομα όμως θα διαφανεί, πρώτον, η ανεπάρκεια των αριθμών και, δεύτερον, το έγκλημα το οποίο επιτελέστηκε από κάποιους μεγαλο-τραπεζίτες και τους πολιτικούς που τους καλύπτουν (και οι οποίοι, τουλάχιστον στην Ιταλία, είναι και… τεχνοκράτες με άψογα βιογραφικά). Ποιο έγκλημα; Η χρήση αυτών των τυπωμένων από την ΕΚΤ χρημάτων όχι για να μειωθεί αλλά για να… αυξηθεί το χρέος χωρών όπως η Ιταλία, προς όφελος βέβαια των πτωχευμένων, κρατικοδίαιτων τραπεζιτών. Το 2011, δυστυχώς, κλείνει με ακόμα μία υποχώρηση της ΕΚΤ προς την Πτωχοτραπεζοκρατία – προς το νέο καθεστώς υπό το οποίο ζούμε και στο οποίο όσο πιο πτωχευμένος ένας τραπεζίτης τόσο μεγαλύτερη εξουσία έχει επί των υπόλοιπων συμπολιτών του. ένα άρθρο των πρωταγωνιστών.»

Ολόκληρο το άρθρο του Γιάννη Βαρουφάκη μπορείτε να το διαβάσετε στην παρακάτω διεύθυνση: http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=11306

 

* Ντράγκι: ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

 

Crush Labor and Impose Austerity Draghi’s Real Goal in the Eurozone. Δημοσιεύτηκε στο COUNTERPUNCH, 23-25 Δεκεμβρίου 2011

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 28 Δεκεμβρίου 2011, http://giatinkinonikiaristera.blogspot.com/2011/12/counterpunch.html

 

** O MIKE WHITNEY ζει στην πολιτεία της Ουάσινγκτον  [fergiewhitney@msn.com]