Αρχείο κατηγορίας Παγκόσμια κεφάλαια

Παγκόσμια κεφάλαια (και δεν σηκώνουμε κεφάλια;)

Ποιές είναι οι χώρες που δεν τις έχει αγγίξει η κρίση…

Ποιές είναι οι χώρες που δεν τις έχει αγγίξει η κρίση;

 

Από την dailynews24.gr

 

Η ιστοσελίδα του αμερικανικού περιοδικού "Foreign Policy" αφιερώνει στο ερώτημα αυτό έναν εκτενή φάκελο, στο πλαίσιο του οποίου ξεχωρίζει ο ισχυρισμός του ερευνητή και δημοσιογράφου Τζόσουα Κίτινγκ πως επτά αναδυόμενες οικονομίες υπήρξαν τα πλέον επιτυχημένα παραδείγματα υπέρβασης της κρίσης. Παρά το διαδεδομένο κλισέ, σε αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται η Ινδία και η Κίνα…

Πολωνία

Τους Πολωνούς δύσκολα θα μπορούσε να τους συμπεριλάβει κανείς στους τυχερούς της γηραιάς ηπείρου, καθώς εργάζονται κατά μέσο όρο ετησίως 500 ώρες περισσότερο από τους Γερμανούς για το ένα πέμπτο των εισοδημάτων τους. Κι όμως, η πολωνική οικονομία υπήρξε η μόνη στην Ευρώπη που δεν συρρικνώθηκε το 2009, χειρότερη χρονιά της κρίσης, ενώ συνολικά την περίοδο 2008-201 1 η Πολωνία αναπτύχθηκε κατά 15,8%. Η σώφρων νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, το χαμηλό επίπεδο δημόσιου χρέους και η μεγάλη εσωτερική αγορά, που μειώνει την εξάρτηση από τις διακυμάνσεις της ζήτησης στο εξωτερικό, θεωρούνται τα μυστικά αυτού του πολωνικού μίνι θαύματος.

Νότιος Κορέα

Όταν, το 2009, όλοι παριέκοπταν, η κυβέρνηση του Λι Μιουνγκ-μπακ αύξανε τις δημόσιες δαπάνες για έρευνα και τεχνολογία από το ήδη υψηλό 3,4% στο 5% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα η Νότιος Κορέα να αποτελέσει την πρώτη ανεπτυγμένη χώρα που εξήλθε της ύφεσης. Το εισόδημα των νοικοκυριών κινείται ανοδικά εδώ και 1 1 τρίμηνα, ενώ τον Σεπτέμβριο ο οίκος Fitch αναβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας. Η έμφαση στην καινοτομία, οι γενναιόδωρες επιδοτήσεις και η διατήρηση της ισοτιμίας του εθνικού νομίσματος σε χαμηλά επίπεδα έχουν εξασφαλίσει σε βιομηχανικούς I γίγαντες, όπως οι Samsung, Kia και Hyundai, ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς διεθνώς. Ωστόσο, η χαμηλή ιδιωτική κατανάλωση και η υπερχρέωση των νοικοκυριών αποτελούν αδύνατα σημεία.

Καναδάς

Την 1η Ιουλίου, ημέρα της εθνικής εορτής του Καναδά, ανακοινώθηκε επισήμως ότι ο μέσος Καναδός είναι, πλέον, πλουσιότερος, για πρώτη φορά στα χρονικά, από τον μέσο Αμερικανό. Μετά την περίοδο των «ισχνών αγελάδων», προ εικοσαετίας, ο Καναδάς όχι μόνο έβαλε τάξη στα δημοσιονομικά του, αλλά και κρατήθηκε έξω από τον χορό της απορρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με αποτέλεσμα η κρίση του 2008 να βρει τον τραπεζικό τομέα λιγότερο εκτεθειμένο και το Δημόσιο περισσότερο ικανό να ακολουθήσει τονωτικές πολιτικές χαλάρωσης. Οι Καναδοί είδαν το διαθέσιμο εισόδημά τους να αυξάνεται κατά 15% την προηγούμενη δεκαετία, ενώ η έμφαση στις υποδομές είχε ως αποτέλεσμα 3 από τις 10 πόλεις του κόσμου με την καλύτερη ποιότητα ζωής, κατά τον «Economist», να βρίσκονται στον Καναδά. Ωστόσο, η εξάρτηση της καναδικής οικονομίας από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων και η εκτόξευση της τιμής των ακινήτων αποτελούν ανησυχητικά σημάδια.

Μέξικο

Η τραγωδία του χαώδους «πολέμου κατά των ναρκωτικών», που στοίχισε 50.000 ζωές τα τελευταία έξι χρόνια, επισκιάζει το γεγονός ότι το Μεξικό σημείωσε πέρυσι ρυθμούς ανάπτυξης ανώτερους και από της Βραζιλίας, ενώ η μετανάστευση Μεξικανών προς τις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι το 2012 θα μηδενιστεί ή και θα αντιστραφεί. Το 2010 δημιουργήθηκαν 700.000 νέες θέσεις εργασίας στο Μεξικό, το οποίο διεκδικεί επαξίως από την Κίνα τη θέση του δεύτερου σημαντικότερου εμπορικού εταίρου των ΗΠΑ (μετά τον Καναδά). Το χαμηλό χρέος και ο χαμηλός πληθωρισμός λειτουργούν ευνοϊκά.

Σουηδία

Η Σουηδία βίωσε τη δική της στεγαστική και τραπεζική κρίση το 1992, οπότε οι εξελίξεις των τελευταίων ετών δεν την αιφνιδίασαν. Με δημόσιο χρέος (38% του ΑΕΠ) μπροστά στο οποίο η Γερμανία (με 80%) φαντάζει παράδειγμα δημοσιονομικής ασυδοσίας, η Σουηδία μπόρεσε να διατηρήσει τις υψηλές κοινωνικές δαπάνες της, όσο και αν η επίσης υψηλή φορολογία της βρίσκεται, συγκριτικά, σε υποχώρηση. Το 201 1 η σουηδική οικονομία ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη στην Ευρώπη (μετά την εσθονική), ενώ η κορώνα διαρκώς ανατιμάται έναντι του ευρώ, το οποίο οι Σουηδοί σωφρόνως απέφυγαν να υιοθετήσουν.

Ινδονησία

Πάνω απ΄ όλα η αυτοπεποίθηση: οι Ινδονήσιοι πιστεύουν, σε ποσοστό 80%, ότι η χώρα τους προορίζεται να γίνει παγκόσμια δύναμη και τον Ιούλιο ξεπέρασαν σε καταναλωτική εμπιστοσύνη τους Ινδούς. Σε όλη την περίοδο της κρίσης, η Ινδονησία διατήρησε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4,5% και πέρυσι κατέγραψε τον δεύτερο υψηλότερο (μετά την Κίνα) ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών της G-20. Οι επιδόσεις αυτές καθορίζονται κυρίως από τις εξαγωγές πρώτων υλών (άνθρακας, ψευδάργυρος κ.ο.κ.), αλλά και από την ενίσχυση της κατανάλωσης των εγχώριων μεσοστρωμάτων. Λ.χ., οι αγορές αυτοκινήτων αυξήθηκαν κατά 1 5% πέρυσι και η Nissan επενδύει 400 εκατ. δολάρια για να διπλασιάσει την αυτοκινητοπαραγωγή της στην Ινδονησία. Συνολικά, οι ξένες επενδύσεις αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τρίτο του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2012, ενώ το δημογραφικό προφίλ της Ινδονησίας (τέταρτης πολυπληθέστερης χώρας του κόσμου, με 250 εκατομμύρια κατοίκους) δημιουργεί την ίδια ευνοϊκή αναλογία εργαζομένων προς εξαρτημένα πρόσωπα που την προηγούμενη δεκαετία τροφοδότησε την ανάπτυξη της Κίνας και της Ινδίας.

Τουρκία

Πρωτίστως οικονομικές και όχι, όπως νομίζουμε, πολιτικές ήταν οι εξελίξεις οι οποίες κατεξοχήν μεταμόρφωσαν την Τουρκία την περασμένη δεκαετία, οπότε το ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν εισόδημα σχεδόν τριπλασιάστηκαν. Χάρη στις ενέργειες της κυβέρνησης Ερντογάν για την πάταξη της διαφθοράς και την απελευθέρωση του ρυθμιστικού πλαισίου των επενδύσεων, η Τουρκία αποτελεί πλέον τον μεγαλύτερο αυτοκινητοπαραγωγό της Ευρώπης (με εργοστάσια των Honda, Renault, Toyota και Ford) και ηγέτιδα δύναμη στη φαρμακοβιομηχανία. Τα μεσανατολικά ανοίγματα έχουν καταστήσει Ιράν, Ιράκ, Αίγυπτο και Σαουδική Αραβία εξίσου σημαντικούς με τη Γερμανία εμπορικούς εταίρους. Ωστόσο, η άνοδος του πληθωρισμού παραμονεύει απειλητικά, ενώ η έλλειψη ενδιάμεσων αγαθών σημαίνει ότι η αύξηση της τουρκικής βιομηχανικής παραγωγής οδηγεί, εντέλει, σε διόγκωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 23 Οκτωβρίου, http://dailynews24.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=19192:..B7

Kαπιταλιστική κρίση: Χειροτερεύουν οι προβλέψεις

Χειροτερεύουν οι προβλέψεις για την καπιταλιστική κρίση

 

Του Βασίλη Παπαγεωργίου

 

 

Η παγκόσμια οικονομία απειλείται από μια δεύτερη ύφεση μόλις τρία χρόνια μετά την έξοδο από την προηγούμενη, αναφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην πρόβλεψή του για την παγκόσμια οικονομία που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη στο Τόκιο. Ακόμη πιο δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για την οικονομία της Ευρωζώνης, καθώς η ύφεση το 2012 προβλέπεται να είναι μεγαλύτερη και η ανάκαμψη το 2013 εξαιρετικά ασθενική.

 

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ θα συρρικνωθεί κατά 0,4% του ΑΕΠ το 2012 και θα αναπτυχθεί μόλις κατά 0,2% του ΑΕΠ το 2013, προβλέπει το ΔΝΤ αναθεωρώντας αρνητικά τις προηγούμενες εκτιμήσεις που είχε δημοσιεύσει τον περασμένο Ιούλη.

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, «οι κίνδυνοι για μια σοβαρή παγκόσμια επιβράδυνση είναι ανησυχητικά σοβαροί», αναφέρεται στην έκθεση του ΔΝΤ που πλέον προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις με ρυθμό 3,3% το 2012 και 3,6% το 2013, καθώς παρατηρείται επιβράδυνση της ανάπτυξης σχεδόν σε όλες τις σημαντικές οικονομίες της υφηλίου. Η αρνητική αναθεώρηση των προβλέψεων είναι 0,2% του ΑΕΠ για εφέτος και 0,3% για το 2013 σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιούλη. Μόνο για την αμερικανική οικονομία αναθεώρησε το ΔΝΤ τις προβλέψεις προς τα επάνω από 2,1% του ΑΕΠ σε 2,2%. Για την Κίνα, το Ταμείο προβλέπει για το 2012 επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 7,8% του ΑΕΠ αντί για το συνηθισμένο διψήφιο ποσοστό.

Για το 2013, η κινεζική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 8,3% του ΑΕΠ. Για την Ινδία, η αρνητική αναθεώρηση της πρόβλεψης φτάνει το -1,3% του ΑΕΠ για το 2012, έτος κατά το οποίο η ινδική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 4,9% του ΑΕΠ. Και στην Ιαπωνία προβλέπεται επιβράδυνση με την οικονομία να αναπτύσσεται κατά 2,2% του ΑΕΠ το 2012, αλλά μόλις κατά 1,2% το 2013, καθώς περιορίζεται η ανοικοδόμηση μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 2011. Συνολικά, οι ανεπτυγμένες οικονομίες προβλέπεται να αναπτυχθούν κατά 1,3% εφέτος και κατά 1,5% το 2013, ενώ οι αναπτυσσόμενες οικονομίες προβλέπεται να αναπτυχθούν κατά 5,3% το 2012 και 5,6% το 2013.

ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΝ την έκταση και το βάθος της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και το μέγεθος των αντιθέσεων, κυρίως αυτών που σχετίζονται με την απειλή των «αναδυόμενων οικονομιών», κυρίως της Κίνας, για τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη, υπογραμμίζουν τους κινδύνους για τη μεταφορά των ανταγωνισμών από το πεδίο των εμπορικών πολέμων στο πεδίο των στρατιωτικών επεμβάσεων.


ΠΗΓΗ:
Κυριακή 14 Οχτώβρη 2012, Διεθνής Οικονομία, "Ριζοσπάστης"

Πειρασμός πληθωρισμού & πληθωρισμός κεφαλαίου

Ο πειρασμός του πληθωρισμού  και ο πληθωρισμός κεφαλαίου

 

Των Henrik Böhme / Άρη Καλτιριμτζή

 

Κρατικό χρέος και χαλαρή νομισματική πολιτική ευνοούν τον πληθωρισμό.

Μπορούν τα κράτη να τον χρησιμοποιήσουν ως μέσο απαλλαγής από τα χρέη τους; Το κράτος χρειάζεται χρήματα, η κεντρική τράπεζα τα «τυπώνει». Η αύξηση της ποσότητας χρήματος που κυκλοφορεί όμως οδηγεί σε μείωση της αξίας του, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο πληθωρισμός. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο του Πανεπιστημίου Rutgers του Καναδά, Μάικλ Μπόρντο, το πιο ακραίο παράδειγμα πληθωρισμού είναι η Δημοκρατία της Βαϊμάρης τη δεκαετία του 1920.

Προκειμένου να καταβάλει τις πολεμικές αποζημιώσεις τύπωσε τότε τεράστιες ποσότητες χρήματος με αποτέλεσμα την εκτίναξη του πληθωρισμού. Ωστόσο υπήρξαν και χώρες που ευνοήθηκαν από το «παιχνίδι» του πληθωρισμού. Κυρίως οι ΗΠΑ, οι οποίες κατόρθωσαν μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με έναν συνδυασμό ισχυρής ανάπτυξης και αύξησης του πληθωρισμού, να περιορίσουν το κρατικό χρέος από το 120% στο 35% του ΑΕΠ.

Ο πληθωρισμός ως μέσο αναδιανομής

Μέσο αναδιανομής χαρακτηρίζει τον πληθωρισμό ο Κάι Κόνραντ. Η χρήση του πληθωρισμού ως εργαλείου μείωσης των δημοσιονομικών βαρών δεν αποκλείεται να βάλει σε πειρασμό πολλά υπερχρεωμένα βιομηχανικά κράτη σήμερα. Παράδειγμα τις ΗΠΑ, με συνολικό χρέος που ξεπερνά το ετήσιο ΑΕΠ της χώρας, την Ιταλία με 120%, τη Γερμανία με 80% και τη Ιαπωνία χρέος που αγγίζει το ποσοστό-ρεκόρ του 230% του ΑΕΠ της.

Ο Κάι Κόνραντ, διευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τα Δημόσια Οικονομικά θεωρεί ότι ο πληθωρισμός είναι ουσιαστικά ένα εργαλείο αναδιανομής.

«Όταν το χρήμα χάνει σε αξία μέσω του πληθωρισμού, τότε το κράτος γίνεται πλουσιότερο, απαλλάσσεται από μέρος των χρεών του. Όμως οι κάτοχοι αξιογράφων με σταθερό επιτόκιο γίνονται φτωχότεροι» εξηγεί ο Γερμανός ειδικός.

Ο Κάι Κόνραντ επισημαίνει ότι όσο περισσότερα ομόλογα ανήκουν σε πιστωτές του εξωτερικού, τόσο μεγαλύτερο κίνητρο έχει το κράτος να απαλλάσσεται του χρέους του μέσω του πληθωρισμού, καθώς όπως λέει, σε αυτή την περίπτωση μειώνεται το πολιτικό κόστος για την εκάστοτε κυβέρνηση.

Ο Γερμανός ειδικός αναφέρει ένα παράδειγμα για να καταδείξει την αποτελεσματικότητα αυτού του μοντέλου: «Όταν η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό αυξάνεται κατά 2%, το κρατικό χρέος χάνει περίπου το 10% της αξίας του».

Οι κεντρικές τράπεζες ανοίγουν τη στρόφιγγα

Η πολιτική των κεντρικών τραπεζών αναμένεται να αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Μέσω του πληθωρισμού μπορεί το κράτος να αυξήσει και τα έσοδά του, διά της φορολόγησης εικονικών κερδών. Ο κ. Κόνραντ δίνει το ακόλουθο παράδειγμα: Ένας επιχειρηματίας αγοράζει ένα οικόπεδο με 100 μονάδες χρήματος. Η πραγματική αξία του οικοπέδου μπορεί να παραμένει 100. Όμως, μετά από 20 χρόνια θα πωληθεί με 250 μονάδες χρήματος καθότι ο πληθωρισμός εκτίναξε την αξία του στα ύψη. Άρα προέκυψε ένα εικονικό κέρδος 150 μονάδων χρήματος, από το οποίο επωφελείται το κράτος.

Με τόσα κίνητρα είναι σχεδόν αδιανόητο να μην χρησιμοποιήσει ένα κράτος το εργαλείο του πληθωρισμού προς όφελός του. Οι κεντρικές τράπεζες, από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, έως την ΕΚΤ και την Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας, δείχνουν να ανοίγουν τη «στρόφιγγα» της χρηματοδότησης. Μέχρι σήμερα δεν έχει κυκλοφορήσει μεγάλη ποσότητα χρήματος, ωστόσο η ανάκαμψη της οικονομίας αναμένεται να ανεβάσει ταχύτατα στα ύψη την πρόβλεψη του πληθωρισμού.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γιοργκ Κρέμερ εκτιμά ότι η μέση τιμή του πληθωρισμού στην ευρωζώνη θα κυμανθεί από 3%-4% τα επόμενα 10 χρόνια. Τα κράτη του ευρώ αντιμετωπίζουν πάντως ένα πρόβλημα: Έχοντας παραχωρήσει αρμοδιότητες για την άσκηση νομισματικής πολιτικής, είναι περιορισμένες οι δυνατότητες ενός υπερχρεωμένου κράτους να απαλλαγεί από μέρος των χρεών του μέσω του πληθωρισμού.

Όπως λέει, κλείνοντας ο Καναδός οικονομολόγος Μάικλ Μπόρντο: «Σε αυτή την περίπτωση η μόνη λύση είναι η χρεοκοπία. Εκτός κι αν αυτό το κράτος συνεχίζει να διασώζεται από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης».


* Henrik Böhme / Άρης Καλτιριμτζής, Υπεύθ. σύνταξης: Μαρία Ρηγούτσου

ΠΗΓΗ:  Ημερομηνία 09.10.2012,  http://www.dw.de/dw/article/0,,16292405,00.html

ΤΟ ΕΛ ΝΤΟΡΑΝΤΟ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ

ΤΟ ΕΛ ΝΤΟΡΑΝΤΟ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ:

 Τα μέτρα που λαμβάνονται, δεν έχουν καμία σχέση με την οικονομική επιστήμη – σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς, εάν ο απώτερος σκοπός τους δεν είναι η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση και η εξόφληση των δανειστών, αλλά ο πλήρης αφανισμός της Ελλάδας

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Την ίδια ώρα που ανακοινώνονται ακόμη πιο επώδυνα μέτρα, ως συνήθως εις βάρος των αδύναμων εισοδηματικών τάξεων, η προπαγάνδα στην κυριολεξία οργιάζει.

Οι «υπεύθυνοι» για τα νέα αυτά μέτρα των 11,8 δις €, τα οποία ολοκληρώνουν την οικονομική γενοκτονία της πατρίδας μας, δεν είναι ούτε οι εκπρόσωποι των τοκογλύφων, ούτε οι (νόμιμα φοροδιαφεύγοντες) διεθνείς πολυεθνικές, ούτε οι όποιοι διεφθαρμένοι πολιτικοί – οι οποίοι χρέωσαν τη χώρα με τα δεκάδες δις € που έλαβαν από τους «εργοδότες» τους. 

Οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι είναι, σύμφωνα πάντοτε με ορισμένα «ελληνικά» ΜΜΕ, οι μικρομεσαίοι Έλληνες φοροφυγάδες, οι άεργοι δημόσιοι υπάλληλοι, η διαφθορά των πολιτών, καθώς επίσης εκείνοι οι συνδικαλιστές, οι οποίοι αμείβονται πλουσιοπάροχα. Αυτοί κυρίως ανάγκασαν την πάμπλουτη χώρα μας να δανειστεί πάνω από 400 δις €, οδηγώντας την στη χρεοκοπία – κανένας άλλος.   

Τις αποδείξεις του εγκλήματος, της φοροδιαφυγής ειδικότερα (υπολογίζεται στα 11,2 δις €, όσο και τα μέτρα – πρώτη σύμπτωση), η οποία «αιτιολογεί» τα μέτρα εξόντωσης της Ελλάδας που θέλουν να επιβάλλουν τα παιδιά του Σικάγου, προσφέρει (δεύτερη σύμπτωση), η μελέτη μίας «Ελληνίδας» από το Σικάγο – μία μελέτη η οποία ανακοινώνεται ακριβώς λίγο πριν από την ημερομηνία της καταδίκης των Ελλήνων στη λεηλασία, στη φτώχεια, στην εξαθλίωση και στον αφελληνισμό.

Την ίδια ακριβώς ημερομηνία (τρίτη σύμπτωση), ο νέος υπεύθυνος του ταμείου αποκρατικοποιήσεων, χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως επενδυτικό El Dorado – ανακοινώνοντας μία σειρά ιδιωτικοποιήσεων, για το καλό της πατρίδας μας. Φυσικά προηγείται ο κερδοφόρος ΟΠΑΠ (η συνεχιζόμενη κατάρρευση της μετοχής, άρα και της τιμής πώλησης του οργανισμού, μάλλον δεν είναι τυχαία), ενώ ακολουθούν η εταιρεία ύδρευσης της Θεσσαλονίκης και η εταιρεία φυσικού αερίου 

Λίγο αργότερα, θα έλθει η σειρά της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ κοκ., έως εκείνη τη χρονική στιγμή όπου, η Ελλάδα θα πεταχτεί στα σκουπίδια της ιστορίας, σαν τη  στυμμένη λεμονόκουπα ενώ, με κριτήριο άλλες χώρες (Αργεντινή, Βραζιλία, Τουρκία κλπ.), ένα ελάχιστο μέρος των εσόδων από τη λεηλασία και την εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων, δημόσιων και ιδιωτικών, καταλήγει στα ταμεία του κράτους. 

Περαιτέρω, η σιωπή των αμνών συνεχίζεται, αφού κανένας λαός, ούτε δυστυχώς ο Ελληνικός, δεν μπορεί να αντισταθεί στην καταπληκτική προπαγάνδα των εισβολέων – ακόμη και αν υποθέσουμε ότι έχει την απαιτούμενη αρετή και τόλμη που προϋποθέτει η ελευθερία. 

Ακολουθούν μερικά ανεξάρτητα μεταξύ τους κείμενα, τα οποία αναφέρονται σε διαφορετικά γεγονότα και χρονικές περιόδους, με στόχο την ενημέρωση:

Υποκλίσεις και καθυστερήσεις

Οφείλουμε να μην είμαστε απαισιόδοξοι, σε σχέση με τις προοπτικές εξόδου της πατρίδας μας από την κρίση – με τις πιθανότητες απομάκρυνσης της από το μάτι του κυκλώνα, από το επίκεντρο της διαμάχης καλύτερα των Η.Π.Α με τη Γερμανία, καθώς επίσης της διεθνούς ελίτ με τη δημοκρατία.

Εν τούτοις είναι μάλλον φανερό ότι, η πολιτική των υποκλίσεων, την οποία «υπηρετούν» οι «τυπικές» κυβερνήσεις μας των τελευταίων ετών, ευρίσκεται αντιμέτωπη με την πολιτική των καθυστερήσεων, εκ μέρους της πραγματικής κυβέρνησης στο παρασκήνιο – με εξαίρεση φυσικά τις αποκρατικοποιήσεις των κοινωφελών (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ), των κερδοφόρων (ΟΠΑΠ) και των στρατηγικών επιχειρήσεων του δημοσίου, για τις οποίες όλοι πλέον βιάζονται.

Περαιτέρω, τόσο η έκθεση της Τρόικα, η οποία αυτή τη φορά θα καθυστερήσει αρκετά, όσο και η τοποθέτηση της πληρωμής της επόμενης δόσης των 31,5 δις € για το Νοέμβρη, δημιουργούν την υποψία ότι, τα πάντα αναβάλλονται για την επομένη των αμερικανικών εκλογών – χωρίς φυσικά να αποκλείουμε τη λάθος εκτίμηση εκ μέρους μας.

Ειδικά η καθυστέρηση της δόσης των 31,5 δις € (από το πρώτο πακέτο ακόμη), μεγάλο μέρος της οποίας λέγεται πως θα διατεθεί για την «πολυπόθητη» ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, είναι κάτι παραπάνω από ανησυχητική – αφού το πολλοστό πακέτο λιτότητας που μας επιβάλλεται (11,8 δις €), σε συνδυασμό με την αδυναμία των τραπεζών να δανείσουν την αγορά, παράλληλα με την υφιστάμενη τρομακτική ύφεση και ανεργία, απειλούν τη χώρα μας με «απορρύθμιση, με κατάρρευση και με πραξικόπημα» (κατά τον τίτλο παλαιότερου άρθρου μας).

Στα πλαίσια αυτά διακρίνει κανείς ότι, πολλές από τις συνεχείς νέες απαιτήσεις της Τρόικα (των εντολέων της φυσικά, αφού τα άτομα που εμφανίζονται στη σκηνή κινούνται από το παρασκήνιο), εξυπηρετούν απλά και μόνο την πολιτική των καθυστερήσεων – στην οποία δυστυχώς συνεχίζουμε να αντιπαραθέτουμε μονότονα την πολιτική των υποκλίσεων.

Από την άλλη πλευρά, η πιθανότητα να μην επιβιβαστεί τελικά η Ελλάδα στο νεότευκτο πλοίο της Ευρώπης, στη σχεδιαζόμενη ομοσπονδία των ανεξάρτητων μεταξύ τους κρατών δηλαδή (εάν τελικά πραγματοποιηθεί), δεν είναι πλέον αμελητέα – ενώ η δόση των 31,5 δις € δεν είναι καθόλου δεδομένη.

Αυτό που ήταν και δυστυχώς συνεχίζει να είναι δεδομένο είναι το ότι, τα πάσης φύσεως μέτρα που λαμβάνονται, δεν έχουν καμία σχέση με την οικονομική επιστήμη – σε σημείο που να αναρωτιέται πανικοβλημένος κανείς, μεταφορικά φυσικά, εάν ο απώτερος σκοπός τους δεν είναι η νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση, η είσπραξη των δανείων και η λεηλασία της περιουσίας των Ελλήνων, αλλά ο πλήρης αφανισμός της Ελλάδας.

Ενέσεις κορτιζόνης

"Τυχόν έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, θα μείωνε την αξία των επενδύσεων μεταξύ 50% και 70%. Για εκείνο το χρονικό διάστημα λοιπόν, κατά το οποίο δεν είναι δεδομένη η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, δεν πρόκειται να υπάρξουν νέες επενδύσεις ή/και να εισρεύσει νέο χρήμα – ενώ οι εκροές στο εξωτερικό δυστυχώς θα συνεχίζονται.

Κατ' επέκταση, η πιστωτική στενότητα στη χώρα μας θα επιδεινωθεί, λειτουργώντας μεταξύ άλλων ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία – η οποία θα συνεχίσει να ωθεί την οικονομία στη βαθύτερη ύφεση, τις επιχειρήσεις στη χρεοκοπία, τα νοικοκυριά στην απόγνωση, τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών στα ύψη και την Ελλάδα στην έξοδο".

Σε σχέση με τα παραπάνω έχουμε την άποψη ότι, η Ελλάδα δεν πρόκειται να οδηγηθεί στη δραχμή ή στο διπλό νόμισμα, πριν από τις αμερικανικές εκλογές – καθώς επίσης για εκείνο το χρονικό διάστημα, εντός του οποίου η Ευρωζώνη δεν θα έχει προλάβει να οχυρώσει την Ισπανία και την Ιταλία, απέναντι στις επιθέσεις των αγορών (ευτυχώς για την πατρίδα μας, κάτι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί).

Περαιτέρω, η κρίση χρέους της Ευρωζώνης δεν έχει σε καμία περίπτωση επιλυθεί – ενώ είναι αδύνατον να καταπολεμηθεί μόνο από την ΕΚΤ. Όπως λέγεται δε χαρακτηριστικά, "η αύξηση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες της Δύσης, το ναρκωτικό δηλαδή, ενεργεί δραστικά – δημιουργεί όμως εξάρτηση, με οδυνηρά μελλοντικά αποτελέσματα για τους «χρήστες»".

Οι ριζικές λύσεις, οι οποίες απαιτούνται, είναι κυρίως πολιτικές – με την πολιτική να αποτελεί δυστυχώς τη ρίζα των προβλημάτων, αφού διεθνώς συναντώνται πάρα πολλές ανεπαρκείς κυβερνήσεις, με αδύναμους ηγέτες.

Οι επιθέσεις τώρα των αγορών δεν πρόκειται να σταματήσουν, εάν δεν πεισθούν απόλυτα ότι, το πείραμα του κοινού νομίσματος δεν είναι ανατρέψιμο – δηλαδή ότι, η Ευρωζώνη δεν είναι ένας δρόμος με επιστροφή. Απλούστερα, για εκείνο το χρονικό διάστημα, εντός του οποίου είναι δυνατόν να αποφασισθεί η διάλυση της Ευρωζώνης, οι αγορές θα συνεχίσουν τις επιθέσεις τους – με διαλλείματα, όπως μέχρι σήμερα.

Καλώς ή κακώς, η απόφαση για έκδοση ευρωομολόγων, τα βήματα προς τη δημοσιονομική και πολιτική ολοκλήρωση, η πλήρης εκχώρηση των αρμοδιοτήτων της Bundesbank και του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, στην ΕΚΤ και στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο αντίστοιχα, η ένωση των ευρωπαϊκών τραπεζών κλπ. είναι μερικές από τις απαιτήσεις των αγορών – οι οποίες, εάν δεν ικανοποιηθούν, δεν πρόκειται να τις ηρεμήσουν.

Παράλληλα το ευρώ, σαν αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, γίνεται όλο και λιγότερο αγαπητό, ως κοινό νόμισμα – τόσο στις πλεονασματικές, όσο και στις ελλειμματικές οικονομίες της Ευρωζώνης.

Το γεγονός αυτό δεν αυξάνει την εμπιστοσύνη των αγορών, οι οποίες πανηγυρίζουν αποκλειστικά και μόνο από τις ενέσεις ρευστότητας (κορτιζόνης) της ΕΚΤ και τις Fed – κάτι που δεν θα διαρκέσει για πολύ, αφού η πραγματική οικονομία υποφέρει.

Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα δεν χρειάζεται νέες ψευδείς ελπίδες και κενές υποσχέσεις από την ηγεσία της, αλλά επειγόντως ένα ρεαλιστικό σχέδιο Β – αφού τεκμηριωμένα η πολιτική της υποτέλειας, η οποία συνεχίζει να ακολουθείται, έχει ημερομηνία λήξης.

Το χρονικό ενός «εγκλήματος»

Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από την αρχή του 2010 έως και το τέλος του 2011, οι ελληνικές τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία, η ίδια η ΤτΕ και αρκετοί ιδιώτες αποταμιευτές, αγόρασαν πολύ μεγάλο αριθμό ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (αύξηση 51,2%).

Την ίδια ώρα μειώθηκε εντυπωσιακά το αντίστοιχο χαρτοφυλάκιο των αλλοδαπών τραπεζών (από 141 δις € την αρχή του 2010 σε 45,9 δις € στο τέλος του ίδιου έτους και σε 35 δις € το τέλος του 2011). Υπενθυμίζεται ότι, εκείνη την περίοδο η τότε κυβέρνηση ήταν αντίθετη με την επιλογή της αναδιάρθρωσης (PSI) του ελληνικού χρέους – την οποία όμως αργότερα ψήφισε, με συνεργό την αξιωματική αντιπολίτευση.

Το ερώτημα είναι: γιατί οι ελληνικές τράπεζες και ιδίως τα ασφαλιστικά ταμεία δέχονταν να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα, δεδομένης της πασίγνωστης επισφάλειας τους; Οι μελλοντικές τιμές αυτών των ομολόγων θα ήταν, ούτως ή άλλως, πολύ χαμηλότερες καθώς πιθανολογούνταν η πτώχευση του ελληνικού κράτους.

Η απάντηση θα ήταν το ότι, οι τράπεζες ενθαρρύνθηκαν από την αναμενόμενη ερχομό του ΔΝΤ, το οποίο δεν θα τις άφηνε να πτωχεύσουν – ενώ τα διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων τα χειρίστηκε η ίδια η ΤτΕ, χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν.

Ταυτόχρονα, η αγορά ομολόγων συγκρατούσε (χειραγωγούσε;) την άνοδο των spreads – πράγμα που επιθυμούσε η κυβέρνηση, επειδή έτσι διαμόρφωνε ένα ευνοϊκό υπέρ αυτής κλίμα, παρέχοντας την περαιτέρω πίστωση χρόνου.

Οι διαδικασίες αυτές οδήγησαν σε μια ελληνοποίηση του χρέους, πράγμα που σήμαινε ότι το PSI επέδρασε κυρίως στα στοιχεία του ενεργητικού των ελληνικών (αλλά και των κυπριακών) τραπεζών – τις απώλειες των οποίων θα έπρεπε είτε να αναπληρώσουν με δικά τους κεφάλαια, είτε να αποφασισθεί η ανακεφαλαιοποίηση τους με τη βοήθεια της ΕΕ, είτε να χρεοκοπήσουν, είτε να εκποιηθούν σε ξένες (Λ.Τ. με δικές μας παρεμβάσεις).

Γερμανικές επανορθώσεις

Απόλυτα δίκαιο είναι, σύμφωνα με τον Hagen Fleischer, το ελληνικό αίτημα για την καταβολή των αποζημιώσεων από τη Γερμανία. Ο ιστορικός σημειώνει πως η Ελλάδα ήταν η μόνη από τις κατεχόμενες από τη ναζιστική Γερμανία μη σλαβικές χώρες (μετά την Πολωνία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Σοβιετική Ένωση) η οποία είχε τις μεγαλύτερες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και σε υλικές ζημίες. Ο αυστριακής καταγωγής, ιστορικός και καθηγητής νεότερης Ιιτορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Hagen Fleischer, δίνει πλήρη απάντηση και τοποθετείται στο θέμα, σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Der Standard».

Απαριθμώντας αυτές τις απώλειες, επισημαίνει πως, πέρα από τους 60.000 Έλληνες Εβραίους που δολοφονήθηκαν, δεκάδες χιλιάδες άλλοι Έλληνες εκτελέστηκαν, τουλάχιστον 100.000 πέθαναν από πείνα, ένας στους τρεις Έλληνες υπέφερε από επιδημικές ασθένειες μετά τη γερμανική οπισθοχώρηση, πολλοί ήταν άστεγοι, καθώς είχαν καταστραφεί περί τις 100.000 κατοικίες, ενώ ολόκληρη η οικονομία και οι υποδομές της χώρας καταστράφηκαν στη διάρκεια της κατοχής και η Ελλάδα, από τότε, ποτέ δεν συνήλθε.

Οι εκτιμήσεις της ελληνικής πλευράς, το 1945, αναφερόταν σε ζημιά η οποία ξεπερνούσε τα δέκα δισεκατομμύρια προπολεμικά δολάρια. Η Ελλάδα πήρε από αυτά περί τα 25 εκατομμύρια δολάρια, σε σημερινές τιμές, κυρίως σε μορφή αποσυναρμολογημένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων από τη Γερμανία που μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα, αλλά ακόμη και αυτά τα 25 εκατομμύρια δολάρια δεν πληρώθηκαν στην Ελλάδα από τους Γερμανούς, αλλά από την Υπηρεσία Αποζημιώσεων των Συμμάχων.

Λόγω του ψυχρού πολέμου το αίτημα της Ελλάδος και γενικότερα το ζήτημα των αποζημιώσεων ουσιαστικά χάθηκε μπροστά σε μία ευρύτερη ευρωπαϊκή πολιτική, με στόχο να καταστεί η Γερμανία προγεφύρωμα κατά των ανατολικών χωρών.

Όπως σημειώνει ο κ. Fleischer, η τωρινή χρονική στιγμή δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για το ζήτημα των αποζημιώσεων, καθώς η γερμανική πλευρά διατείνεται πως η Ελλάδα θυμήθηκε ξαφνικά το θέμα, επειδή είναι τώρα χρεοκοπημένη. Όμως αυτό δεν αληθεύει, διότι το ζήτημα ετίθετο κάθε τόσο, επί δεκαετίες, από την ελληνική πλευρά, παρά το επίσημο μπλοκάρισμα του θέματος.

Πριν από τη γερμανική επανένωση χρησιμοποιούνταν το επιχείρημα πως ολόκληρη η Γερμανία είχε διεξάγει το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και δεν μπορούν να ζητούνται αποζημιώσεις από το ένα τμήμα της Γερμανίας – ενώ μετά το 1990 το επιχείρημα ήταν πως έχει περάσει τόσος πολύς χρόνος από τότε και στο μεταξύ τα ζητήματα έχουν λυθεί από μόνα τους.

Ο ίδιος μάλιστα θεωρεί εντελώς ουτοπικό το να δεχθεί η γερμανική πλευρά να πληρώσει επανορθώσεις για την Ελλάδα, γιατί αυτό θα δημιουργούσε προηγούμενο. Ως εκ τούτου πιστεύει πως η Ελλάδα θα πρέπει να επικεντρωθεί στο λεγόμενο αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, το οποίο μάλιστα είχε αναγνωριστεί, τόσο από τις ναζιστικές δυνάμεις όσο και από τον ίδιο τον Χίτλερ, ως δάνειο που θα αποπληρωνόταν, αλλά χωρίς τόκους.

Το ενδιαφέρον στην υπόθεση είναι πως οι πρώτες δόσεις επιστράφηκαν και το «υπόλοιπο χρέος» είχε υπολογιστεί σε 476 εκατομμύρια χιτλερικά μάρκα ως «χρέη του 3ου Ράιχ προς την Ελλάδα» – σε σημερινές τιμές περίπου 6 έως 7 δις €, χωρίς τους τόκους, που αν συνυπολογιστούν, τότε το ποσό είναι αστρονομικό.

Τέτοια δάνεια, όπως αυτό που υποχρεώθηκε να καταβάλει η Ελλάδα στη ναζιστική Γερμανία, δεν είχαν επιβληθεί αλλού, γι' αυτό και δεν υπάρχει προηγούμενο.  Επιστρατεύει επιπλέον ο Αυστριακός ιστορικός τη γνώση του για τα γερμανικά αρχεία της δεκαετίας του 1950 όπου και αναφέρεται ρητά ότι κύριος στόχος της γερμανικής πολιτικής προς την Ελλάδα ήταν «η εξαφάνιση του πολεμικού παρελθόντος» – δηλαδή, ήταν συνειδητή επιλογή η αποσιώπηση του θέματος των αποζημιώσεων, ενώ χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα έναντι των Ελλήνων. «Ξεχάστε τις απαιτήσεις για επανορθώσεις, αφού θέλετε να ενταχτείτε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα», ήταν η τάση..

Το 1995, μετά την απεμπλοκή της Συνθήκης του Λονδίνου στο θέμα των χρεών, ως επακόλουθο της γερμανικής επανένωσης, η Ελλάδα έθεσε επίσημα το θέμα των επανορθώσεων. Το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, που βρισκόταν τότε στη Βόννη, αρνήθηκε να την παραλάβει διότι, σύμφωνα με ανακοίνωση της γερμανικής κυβέρνησης, είχε παρέλθει ο χρόνος διευθέτησης του θέματος – ενώ την ίδια τύχη είχαν και οι 65.000 αγωγές ιδιωτών που ζητούσαν αποζημιώσεις.

Σε ότι αφορά την επιτροπή που έχει συσταθεί για την εξέταση του αιτήματος για τις πολεμικές αποζημιώσεις, ο κ.Fleischer τονίζει ότι η επιτροπή αυτή ήταν μια αντίδραση στην πίεση που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από την αντιπολίτευση. Ωστόσο το όλο εγχείρημα δεν έχει νόημα, εφόσον δεν αντιδρά η γερμανική πλευρά.

Και στο παρελθόν υπήρξαν τέτοιες επιτροπές, όπου όμως και πάλι δεν αντέδρασε η γερμανική κυβέρνηση – πολύ περισσότερο δεν θα το κάνει τώρα που η Ελλάδα δεν θεωρείται ισότιμος εταίρος.

Όπως καταλήγει στη συνέντευξή του ο Αυστριακός ιστορικός, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, μετά το 1990, διακήρυτταν επίσημα πως δεν παραιτούνται από τις απαιτήσεις, τις οποίες θα θέσουν σε μια ευνοϊκή χρονική στιγμή – στιγμή όμως, που ποτέ δεν ήλθε και τώρα είναι φυσικά η πλέον δυσμενής στιγμή για να τεθεί αυτή η ιστορικά και ηθικά θεμελιωμένη αξίωση. (ΑΠΕ-ΜΠΕ)

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 19 Σεπτεμβρίου 2012, http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2696.aspx

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα,08. Σεπτεμβρίου 2012, viliardos@kbanalysis.comΟ κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com), τα έσοδα των οποίων ενισχύουν τη σελίδα.

Ο πόλεμος ευρώ – δολαρίου & η Ελλάδα

Ο πόλεμος ευρώ – δολαρίου κι οι παράπλευρες απώλειες: Ελλάδα

 

Του Λεωνίδα Βατικιώτη

 

Αντίθετα με το τι συμβαίνει στην ευρωζώνη, όπου η μια κρίση υποδέχεται την άλλη κι η αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα του κοινού νομίσματος συνεχώς αυξάνεται, στη διεθνή αρένα το ευρώ αντέχει! Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το συμπέρασμα μελέτης που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Ιούλιο με τίτλο «Ο διεθνής ρόλος του ευρώ».

 

 

Στην μελέτη εξετάζεται η θέση που κατέχει το κοινό νόμισμα στη διεθνή αγορά υπό το πρίσμα φυσικά των πρόσφατων αναταράξεων και αβεβαιοτήτων που τις περισσότερες φορές ως σημείο εκκίνησης έχουν το ίδιο το Βερολίνο, όπως συμβαίνει με τις αλλεπάλληλες δηλώσεις Γερμανών πολιτικών κι οικονομικών αξιωματούχων που ως κοινό παρανομαστή έχουν την διάσπαση της ευρωζώνης ή την ανάγκη αποπομπής των «απείθαρχων» κρατών μελών.

Έξω πάμε καλά

Εκτός όμως πάμε …καλά. Ειδικότερα, εξετάζοντας τις επιμέρους αγορές, παρατηρούμε πως το μερίδιο του ευρώ στα παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα στο τέλος του 2011 παρέμεινε στο 25%, σχεδόν αμετάβλητο με το μερίδιο που κατείχε ένα χρόνο πριν (25,4%). Στις διεθνείς αγορές ομολόγων (η αξία των οποίων έφτασε τα 98 τρισ. δολ. σε μια παγκόσμια οικονομία που το ΑΕΠ της ανέρχεται σε 70 τρισ.) το μερίδιο των τίτλων σε ευρώ στο τέλος του 2011 παρέμεινε ακριβώς το ίδιο με τον προηγούμενο χρόνο, στο 25,7%, αν και μείωση καταγράφτηκε στο μερίδιο που κατέχει το ευρώ στις ομολογιακές εκδόσεις που πραγματοποιήθηκαν εκτός ευρωζώνης*.

Σημαντική όμως αύξηση παρατηρήθηκε στη ζήτηση χαρτονομισμάτων ευρώ εκτός της γεωγραφικής ζώνης των 17 κρατών μελών που ανήκουν στη νομισματική ενοποίηση, όπου παρατηρήθηκε αισθητά μικρότερη αύξηση. Ως αποτέλεσμα των προηγουμένων, οι συντάκτες της έκθεσης υποστηρίζουν πως «η κρίση δημόσιου χρέους δεν έχει υπονομεύσει τη θέση του ευρώ». Συμπέρασμα ξεχωριστής βαρύτητας λόγω της προτεραιότητας που δίνει η Γερμανία στην επικράτηση του ευρώ στη διεθνή σκηνή, επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο να κερδίσει έδαφος από τον βασικό ανταγωνιστή της, τις ΗΠΑ.

Ακλόνητο το δολάριο

Κατά τ' άλλα, το μερίδιο του δολαρίου στα συνολικά παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα στο τέλος του 2011 (που έφθασαν σε νέο ιστορικό ρεκόρ αγγίζοντας τα 10,2 τρισ. δολ.) παρέμεινε αμετάβλητο στο 62,1% (από 62,2% ένα χρόνο πριν) ενώ το μερίδιο του ιαπωνικού γεν μειώθηκε οριακά στο 3,7% από 3,9%. Το κινέζικο νόμισμα δεν έχει θέση στις διεθνείς συναλλαγές καθώς η κινέζικη πολιτική ηγεσία έχει αποφασίσει να μην αποτελεί αντικείμενο διεθνούς διαπραγμάτευσης και να μην είναι κατ' επέκταση μετατρέψιμο έτσι ώστε η ίδια να αποφασίζει για την διεθνή ισοτιμία του κι όχι οι αγορές. Η ακλόνητη θέση του δολαρίου έδειξε ότι η ανέλπιστη υποβάθμιση της αμερικανικής οικονομίας στις 6 Αυγούστου του 2011 από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's δεν σήμανε καμιά πρακτική συνέπεια για τις ΗΠΑ …προς μεγάλη απογοήτευση των αρχιτεκτόνων του ευρώ, μπορούμε να υποθέσουμε, οι οποίοι δεν έχουν πάψει να ελπίζουν ακόμη και τώρα ότι το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα κάποια μέρα θα πάρει τη θέση του δολαρίου ως κυρίαρχου διεθνούς νομίσματος. Για να δείξουν ενδεχομένως ότι τα πάντα μπορούν να συμβούν εκεί που δεν το περιμένεις, στην ίδια έκθεση, ανατρέπεται εκ βάθρων η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη για τον μακρύ χρόνο που απαιτήθηκε μέχρι το δολάριο να πάρει τη σκυτάλη από την βρετανική λίρα, αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τοποθετώντας την μετάβαση στα μέσα της δεκαετίας του '20, δηλαδή είκοσι χρόνια νωρίτερα, οι συντάκτες της έκθεσης συμπεραίνουν ότι «στον βαθμό που η ιστορία μπορεί να δώσει κατευθύνσεις, τα στοιχεία που παρουσιάζονται εδώ υποστηρίζουν ότι η μετάβαση από ένα πολυ-πολικό σύστημα μπορεί να συμβεί συντομότερα απ' ότι μερικές φορές εικάζεται»…

Χωρίς τη δυνατότητα ακριβούς εκτίμησης παραμένει (για μια ακόμη χρονιά) η χρήση χαρτονομισμάτων ευρώ εκτός της ευρωζώνης. Με βάση τις κινήσεις που καταγράφονται από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα η αξία τους ανέρχεται στα 117 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 13% των νομισμάτων που ήταν σε κυκλοφορία την αντίστοιχη περίοδο. Δεδομένης όμως της ύπαρξης κι άλλων, εξ ίσου σημαντικών διαύλων, όπως για παράδειγμα τα τουριστικά και τα μεταναστευτικά εμβάσματα, που δεν προσμετρούνται, εκτιμάται τελικά πως το 20-25% των ευρώ που είναι σε κυκλοφορία βρίσκονται εκτός της ευρωζώνης.

Τέλος, η έκθεση της ΕΚΤ εξετάζει τις επιπτώσεις που έχει η ανεπίσημη δολαριο-ποίηση και ευρω-ποίηση πολλών αναδυόμενων οικονομιών, όπως χαρακτηρίζεται η άτυπη χρήση των νομισμάτων αυτών από μικρότερα κράτη, υπό το πρίσμα των επιπτώσεων που προκάλεσε η αποκαλούμενη «μεγάλη ύφεση» της διετίας 2007-2009. Οι μελετητές της τράπεζας που έχει αναλάβει το ρόλο του θεματοφύλακα του ευρώ επισημαίνουν ότι, πράγματι, όπως ήταν εύκολο να υποθέσει κανείς, «η χρήση ξένων νομισμάτων σε αναδυόμενες οικονομίες μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να περιορίσει το περιθώριο άσκησης αντι-κυκλικών πολιτικών».

Εντός …δυσανασχετούν

Παρότι η έκθεση θέτει κι απαντάει με εμπεριστατωμένο τρόπο κρίσιμα κι επίκαιρα ερωτήματα (για παράδειγμα, μεταξύ πολλών άλλων: η τρέχουσα κρίση οδήγησε τους ξένους επενδυτές να αποσυρθούν από τα χρεόγραφα όλης της ευρωζώνης ή μόνο μερικών κρατών που θεωρήθηκαν υψηλού ρίσκου) ελάχιστα ή καθόλου δεν αναλύει ορισμένα από τα συμπεράσματα που δημοσιεύει σε σχέση με την στάση απέναντι στο ευρώ των κατοίκων εκείνων των κρατών που ήδη το χρησιμοποιούν. Αναφέρει για παράδειγμα μία έρευνα μεταξύ νοικοκυριών (η οποία διεξάγεται σταθερά από το 2007) στην οποία όλο και λιγότεροι απαντούν καταφατικά στο ερώτημα αν «το ευρώ θα είναι ένα σταθερό και αξιόπιστο νόμισμα για τα επόμενα πέντε χρόνια».

Εκ των πραγμάτων βέβαια, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ελάχιστα ενδιαφέρει το Βερολίνο η γνώμη των Ευρωπαίων για το ευρώ ή οι επιπτώσεις που έχει στη ζωή τους. (Αν το ενδιέφερε κάτι παραπάνω θα έκανε για να περιορίσει, για παράδειγμα, το κύμα ακρίβειας που προκάλεσε με την εισαγωγή του πριν δέκα χρόνια σε όλη σχεδόν την έκταση της ευρωζώνης). Αντιθέτως αυτό που εύκολα συμπεραίνεται ότι το Βερολίνο και η ΕΚΤ αντιμετωπίζουν το ευρώ, πριν απ' οτιδήποτε άλλο, ως μέσο για την αναβάθμιση της Γερμανίας στον διεθνή ανταγωνισμό και την κεφαλαιοποίηση στην παγκόσμια οικονομική διαπάλη των κερδών που έχει ήδη εξασφαλίσει από τον πόλεμο που μαίνεται στο εσωτερικό της ευρωζώνης με ουκ ολίγα θύματα. Βλέπε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία κι έπεται συνέχεια…

Ελλάδα: 34η παγκοσμίως με βάση το ΑΕΠ

Μελετώντας την κατάταξη των 192 επίσημα αναγνωρισμένων κρατών του πλανήτη με βάση το ΑΕΠ προκαλεί εντύπωση πως στο τέλος του 2011, παρότι η Ελλάδα έκλεινε τέσσερα συνεχή χρόνια βαθιάς ύφεσης, βρισκόταν στην 34η θέση, 2 θέσεις χαμηλότερα από την κατάταξη που είχε ένα χρόνο πριν, στο τέλος του 2010. Η θέση της Ελλάδας δηλαδή με βάση την αξία των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει παραμένει πολύ πιο υψηλά από τη θέση των περισσότερων κατοίκων της…

 

ΠΗΓΗ: Από τα "Επίκαιρα" (23-29/2012) via  leonidasvatikiotis. Το είδα: 29/08/2012, http://leonidasvatikiotis.wordpress.com/2012/08/29/….85/

ΤΟ ΣΠΙΡΑΛ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

ΤΟ ΣΠΙΡΑΛ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ:

Δεν έχουμε μεγάλη εμπιστοσύνη στην πολιτική ηγεσία, όταν ακολουθεί τις εντολές των εισβολέων, ενάντια στις προεκλογικές της δεσμεύσεις – πόσο μάλλον όταν φαίνεται πως μας οδηγεί στην λεηλασία, στην εξαθλίωση, στη χρεοκοπία και στην πληθωριστική δραχμή

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Η Μεγάλη Ύφεση στο ζενίθ της, το χειμώνα του 1933, θα μπορούσε εύλογα να χαρακτηρισθεί ως ένα είδος συλλογικού παραλογισμού – ενώ κάτι ανάλογο θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς και για την Ελλάδα σήμερα.

 

Ειδικότερα, οι εργαζόμενοι δεν είχαν καμία απασχόληση, επειδή οι επιχειρήσεις δεν προσελάμβαναν κανέναν……. οι επιχειρήσεις δεν προσελάμβαναν κανέναν, επειδή δεν υπήρχε αγορά για τα προϊόντα τους…… δεν υπήρχε καμία αγορά για τα προϊόντα τους, επειδή οι εργαζόμενοι δεν είχαν κανένα εισόδημα, με το οποίο θα μπορούσαν να αγοράσουν τα προϊόντα των επιχειρήσεων, για να αντιστρέψουν το σπιράλ του θανάτου – ένας καταστροφικός φαύλος κύκλος, χωρίς καμία δυνατότητα εξόδου.

Οι συναλλαγματικές υποτιμήσεις, η αύξηση των κρατικών ελλειμμάτων με στόχο τις δημόσιες επενδύσεις, την απασχόληση και τη ζήτηση, κατά τις προσταγές της θεωρίας του Keynes, καθώς επίσης η υπομονετική αναμονή αντιστροφής της τάσης, έμοιαζαν να είναι παρόμοιες αναποτελεσματικές στρατηγικές επίλυσης της κρίσης. 

Περαιτέρω, οι σε μεγάλο βαθμό κεντρικά κατευθυνόμενες και συνδικαλιστικά άριστα οργανωμένες αγορές εργασίας, όπως αυτή της Αυστραλίας είχαν τα ίδια αποτυχημένα αποτελέσματα, όσον αφορά την εξάλειψη της ανεργίας «μακράς διαρκείας», με τις μη οργανωμένες αγορές εργασίας – όπως αυτή των Η.Π.Α.

Οι φασιστικές λύσεις του προβλήματος, όπως αυτή της Ιταλίας, δεν είχαν επίσης αποτέλεσμα – με εξαίρεση τη ναζιστική λύση της Γερμανίας, από εκείνη τη στιγμή και μετά που τέθηκε σε λειτουργία η πολεμική της βιομηχανία.

Όσον αφορά τις Η.Π.Α., η ύφεση καταπολεμήθηκε τελικά από την αύξηση της ζήτησης πολεμικού εξοπλισμού, ενόψει του 2ου παγκοσμίου Πολέμου – ενώ μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία καθαρή εξήγηση σε σχέση με το γεγονός ότι, κανένα κράτος δεν θα μπορούσε τότε να ξεφύγει από τον καθοδικό σπειροειδή κύκλο της ύφεσης και της ανεργίας, εάν δεν είχε μεσολαβήσει πόλεμος.

Η κατάσταση της Ιαπωνίας τα τελευταία είκοσι χρόνια, παρά το ότι ο υπόλοιπος πλανήτης βρισκόταν σε πορεία ανάπτυξης, επιβεβαιώνει δυστυχώς τον κανόνα – ενώ η σημερινή παγκόσμια ύφεση καταλαμβάνει τη μία χώρα μετά την άλλη: μεταξύ των οποίων και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Κίνας κλπ.

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, όλες οι ανοησίες που ακούγονται τον τελευταίο καιρό, μεταξύ των οποίων η ανάπτυξη μέσω μαζικών ιδιωτικοποιήσεων σε τιμές εκποίησης, κυρίως βέβαια των κοινωφελών και των κερδοφόρων εταιριών, δεν μας δημιουργούν καμία σιγουριά για το μέλλον – πόσο μάλλον όταν δεν έχουμε καμία απολύτως εμπιστοσύνη στην πολιτική ηγεσία, η οποία απλά ακολουθεί πιστά τις εντολές των εισβολέων, ενάντια στις προεκλογικές δεσμεύσεις, παρά το ότι οδηγούν μονοδρομημένα στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, στην εξαθλίωση, στη χρεοκοπία και στη δραχμή. 

Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη, η οποία ευρίσκεται αναμφίβολα σε τροχιά αποσύνθεσης – με τις φυγόκεντρες δυνάμεις εντός της να αυξάνονται καθημερινά, εντείνοντας τον κίνδυνο μίας συλλογικής χρεοκοπίας.

Επίσης για τις Η.Π.Α. οι οποίες, ευρισκόμενες σε πορεία παρακμής, προσπαθούν απεγνωσμένα να εξάγουν (ακόμη μία φορά μετά το 2007) τα προβλήματα τους, με τη βοήθεια των οικονομικών όπλων μαζικής καταστροφής που διαθέτουν – με πρώτο από όλα το ΔΝΤ.  

Ολοκληρώνοντας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, μόνο ένα ελάχιστο μέρος από τα έσοδα των αποκρατικοποιήσεων «υπό την αιγίδα του ΔΝΤ» στη Βραζιλία, στην Αργεντινή κλπ., οδηγήθηκε στα κρατικά ταμεία – το μεγαλύτερο μέρος τους εξαφανίσθηκε στην κυριολεξία, με την πλειοψηφία των πολιτών τους να είναι πλέον απόλυτα εξαρτημένοι από τις διαθέσεις των πολυεθνικών.

Παράλληλα, απορούμε για την απίστευτη έλλειψη υγιούς αντίδρασης στον αφελληνισμό, ο οποίος επιχειρείται με τη μαζική λαθρομετανάστευση, με την καταδίκη των άνεργων Ελλήνων στην αναζήτηση νέων πατρίδων, με την «εξορία» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε φορολογικά πιο συμφέρουσες χώρες, καθώς επίσης με τις τούρκικες σαπουνόπερες που προβάλλονται από τα τηλεοπτικά ΜΜΕ – ενώ δεν μπορούμε να καταλάβουμε γιατί συνεχίζεται η εκκωφαντική σιωπή των αμνών, η οποία οδηγεί μονοδρομημένα στην απόλυτη χρεοκοπία: πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική και βέβαια οικονομική.   

Το ότι η Ελλάδα δεν ανήκει ούτε στη Δύση, ούτε στην Ανατολή, αφού είναι η ίδια «κοιτίδα» του πολιτισμού, είναι πάντως γνωστό σε όλους – με εξαίρεση δυστυχώς τους ίδιους τους Έλληνες.

Ίσως λοιπόν να είναι αυτός ένας από τους λόγους της έντονης προσπάθειας αλλοτρίωσης της, της χρησιμοποίησης της ως Δούρειο Ίππο, για την εισβολή των Η.Π.Α. στην Ευρωζώνη, καθώς επίσης της «προτεσταντικής ηθικής» αυστηρής «τιμωρίας» της από την πρωσική Γερμανία – αν και η μεγαλύτερη ευθύνη δεν μπορεί παρά να καταλογισθεί στους Έλληνες Πολίτες, αφού αυτοί ανέχθηκαν και συντήρησαν τις «αυλές» γύρω από την ανεπαρκή οικονομική και πολιτική εξουσία, καθώς επίσης την κοινωνία της διαφθοράς και της διαπλοκής, η οποία κυριαρχεί τα τελευταία τριάντα χρόνια. 

Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική των δανεικών, της υποτέλειας, του εθνικού εξευτελισμού, των προσβολών και των υποκλίσεων πρέπει να τελειώσει αμέσως και μία για πάντα – ακόμη και αν πρέπει να εγκαταλείψουμε την αγκαλιά της μητέρας Ευρώπης, εφόσον βέβαια συνεχίζει να επιμένει στη συμβίωση με τον σαδομαζοχιστή Γερμανό πατέρα: το «κτήνος με τα πολλά προτερήματα», όπως αποκαλείται διεθνώς.         

ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Η Shell μεταφέρει τις καταθέσεις της ύψους 15 δις $ εκτός ΕΕ (αγοράζει ομόλογα στις Η.Π.Α.), στην Κίνα παρατηρείται μαζική στροφή προς το δολάριο και η Γαλλία πιέζει αφόρητα την Ιταλία να αποδεχθεί την υπαγωγή της στο μηχανισμό στήριξης – διαφορετικά κινδυνεύει η ίδια, καθώς επίσης οι γαλλικές τράπεζες, λόγω της μεγάλης έκθεσης τους στην Ιταλία.

 Περαιτέρω, η Ισπανία είναι αδύνατον να διασωθεί, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία κρύβονται στο παρασκήνιο, τα προβλήματα της Κύπρου είναι μεγαλύτερα των αναμενομένων, ενώ αυξάνονται οι επιθέσεις εναντίον της ιταλικής ιδιωτικής εταιρείας είσπραξης φόρων (Equitalia), η οποία χρησιμοποιεί εγκληματικές μεθόδους που θυμίζουν τη μαφία (κατασχέσεις αυτοκινήτων και σπιτιών χωρίς προειδοποίηση κλπ.).

Τέλος, η αντίστροφη μέτρηση για το Βέλγιο έχει ξεκινήσει, η Γερμανία ευρίσκεται ήδη στο στόχαστρο (παρά τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού της, τα CDS έχουν σχεδόν δεκαπλασιαστεί) και η Ελλάδα ψηφίζει ένα επί πλέον υφεσιακό πακέτο μέτρων – ενάντια στις προεκλογικές δεσμεύσεις, κόντρα στην κοινή λογική και σφίγγοντας ακόμη μία φορά μόνη της τη θηλιά, γύρω από το λαιμό της.

Δύσκολο λοιπόν να απολαύσει κανείς τις διακοπές του, αφήνοντας πίσω όλα αυτά τα προβλήματα – ακόμη και αν τις έχει απόλυτη ανάγκη. Πόσο μάλλον όταν δεν πιστεύει στις ικανότητες θαυματοποιού του διοικητή της ΕΚΤ, αλλά στην πονηριά των αγορών – οι οποίες, προσποιούμενες μάλλον ότι πείσθηκαν από τις εξαγγελίες της ΕΚΤ για να κερδίσουν χρόνο, εγκαταλείπουν μαζικά τις αγορές ομολόγων του Νότου, τοποθετώντας την υπερβάλλουσα ρευστότητα (εν πρώτοις) στα χρηματιστήρια.

Όσον αφορά τώρα τις καινούργιες ανοησίες που κυκλοφορούν, σε σχέση με ένα παράλληλο προς το ευρώ δεύτερο νόμισμα, αρκεί να αναφέρει κανείς δύο αποτυχημένα παραδείγματα από το παρελθόν: της Αργεντινής (Bonos), καθώς επίσης της Καλιφόρνιας (I owe you).

Επίσης να τονίσει ότι, τέτοιου είδους «ενέργειες απόγνωσης», εάν όχι αυτοκτονίας, επιβαρύνουν αποκλειστικά και μόνο τις πολύ αδύναμες εισοδηματικές τάξεις. Σε κάθε περίπτωση, «λίγο ευρώ» δεν υπάρχει – είτε το έχει μία χώρα σαν το μοναδικό της νόμισμα, είτε όχι.

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 08. Αυγούστου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων», τα έσοδα των οποίων ενισχύουν την ιστοσελίδα www.casss.gr.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2669.aspx#.UCS4gKBOpuT

ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ: … ύφεση του 1930

ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ:

Οι παραλληλισμοί με τη μεγάλη ύφεση του 1930 διακρίνονται ολοκάθαρα, με την ιστορία να επαναλαμβάνεται – αφού σήμερα, όπως και τότε, κρύβουμε δυστυχώς το κεφάλι μας στην άμμο, για να μην αντιμετωπίσουμε κατάματα τη θλιβερή πραγματικότητα

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Με στόχο να δοθεί μία κατά το δυνατόν χαρακτηριστική εικόνα της σημερινής εποχής, παραθέτουμε ορισμένα ανεξάρτητα μεταξύ τους κείμενα, τα οποία όμως αφορούν το ίδιο γεγονός: την κρίση της Ευρωζώνης, της Ευρώπης και της Δύσης γενικότερα, η οποία φυσικά δεν είναι μόνο οικονομική.  

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, σύμφωνα με μία πρόσφατη αναφορά, εάν τυχόν η Γαλλία, με τη συνεργασία της ΕΚΤ, συνεργασθεί με την Ιταλία και την Ισπανία, με στόχο την επιβολή της δικής τους πολιτικής στην Ευρωζώνη, τότε δεν μπορεί να αποκλεισθεί η έξοδος της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Ολλανδίας από το κοινό νόμισμα – με την επιστροφή τους στο εθνικό.

Το θέμα αυτό, αν και συζητείται πολύ σοβαρά από τις δύο ομάδες, θεωρείται ταμπού – ένα μυστικό καλύτερα, το οποίο πρέπει να διατηρηθεί κρυφό με κάθε θυσία. 

(α) Η πολιτική ανυπακοή

"Η πολιτική ανυπακοή οφείλει να αναχθεί σε ιερό καθήκον, όταν και εάν διαπιστώνεται ότι, το κράτος δικαίου έχει πάψει πλέον να λειτουργεί….ας γίνεις λοιπόν εσύ ο ίδιος η αλλαγή, την οποία επιθυμείς για ολόκληρο τον πλανήτη" (M. Gandhi).   

 

 Όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι παύουν πλέον να αγοράζουν τα τρόφιμα τους από τα σουπερμάρκετ, καταφεύγοντας κρυφά τις νύχτες σε κάδους σκουπιδιών, πίσω από τα μεγάλα καταστήματα – αφού δεν έχουν αρκετά χρήματα για να συντηρήσουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους.

Όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι κοιμούνται τις νύχτες στους δρόμους, έχοντας χάσει την εργασία και τα σπίτια τους – μεταξύ αυτών μορφωμένοι άνθρωποι, οι οποίοι μέχρι πρότινος αποτελούσαν ενεργά και πολύτιμα μέλη της κοινωνίας.    

Η ανεργία στην Ισπανία έχει φτάσει στο 25%, με την αντίστοιχη των νέων να ξεπερνάει πλέον το 52%. Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι εξίσου δραματική, ενώ και στις δύο χώρες οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τις μεγάλες πόλεις, ζητώντας καταφύγιο σε συγγενείς τους στην επαρχία – με τελειόφοιτους πανεπιστημίων είτε να εργάζονται βοηθητικά στους αγρούς, είτε να εγκαταλείπουν μαζικά τις πατρίδες τους, αναζητώντας διέξοδο επιβίωσης σε άλλες χώρες.

Η κοινωνική συνοχή σε όλη την Ευρώπη έχει σχεδόν καταρρεύσει – ενώ εκατομμύρια Ευρωπαίοι θα καταλήξουν άστεγοι και πεινασμένοι στους επόμενους μήνες. Χωρίς καμία διάθεση υπερβολής λοιπόν, καθόμαστε επάνω σε ένα βαρέλι γεμάτο μπαρούτι, το οποίο απειλεί να εκραγεί γρηγορότερο από όσο φανταζόμαστε.

Οι παραλληλισμοί με τη μεγάλη ύφεση του 1930 διακρίνονται πλέον ολοκάθαρα, με την ιστορία να επαναλαμβάνεται – αφού σήμερα, όπως και τότε, σφυρίζουμε αδιάφορα και κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο, για να μην αντιμετωπίσουμε κατάματα την πραγματικότητα: την ανεξέλεγκτη κατάρρευση του ευρώ και της Ευρωζώνης η οποία, σε συνδυασμό με την παρακμή των Η.Π.Α., απειλεί να μας οδηγήσει πολλές δεκαετίες πίσω στην ιστορία.

Ευχόμαστε, ελπίζουμε καλύτερα ότι τα πράγματα θα πάνε διορθωθούν, χωρίς όμως να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για να το επιτύχουμε και περιμένοντας τον από μηχανής Θεό να εμφανιστεί. Εν τούτοις, τίποτα δεν γίνεται από μόνο του – πόσο μάλλον όταν τα κράτη αδυνατούν να βοηθήσουν τους πολίτες τους, επειδή δεν έχουν χρήματα.

Γιατί δεν έχουν; Απλούστατα, επειδή όλα τα χρήματα δαπανώνται για τη διάσωση των  τραπεζών – χρήματα τα οποία παρήγαγαν τα προηγούμενα χρόνια οι πολίτες, αλλά κατέληξαν στα ταμεία των τραπεζών και του καρτέλ, με τη βοήθεια των φόρων.

Στις 20 Ιουλίου οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης αποφάσισαν να διαθέσουν 100 δις € για τη διάσωση των ισπανικών τραπεζών, παρά το ότι γνωρίζουν ότι τελικά θα απαιτηθούν πολύ περισσότερα. Την ίδια ημέρα έγινε γνωστό πως αρκετές ισπανικές περιφέρειες είναι χρεοκοπημένες και δεν μπορούν να πληρώσουν τους μισθούς των εργαζομένων τους.

Εάν μοίραζε κανείς τα 100 δις € στους Ισπανούς, θα αντιστοιχούσαν σε 2.000 € ανά πολίτη ή σε 8.000 € ανά τετραμελή οικογένεια. Εν τούτοις, οι πολίτες στο σύστημα μας δεν έχουν καμία αξία – με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται όπως ένα λεμόνι το οποίο, αφού το στύψεις, πετάς τη λεμονόκουπα στα σκουπίδια. Όμως οι πολίτες το ανέχονται αδιαμαρτύρητα – όπως ανέχονται την αύξηση των φόρων, τη μείωση των μισθών τους, τη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας τους, τον εξευτελισμό, την εξαθλίωση και τόσα πολλά άλλα.

Δυστυχώς, είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει κανείς με επιτυχία τόσο την ατομική, όσο και τη συλλογική ηλιθιότητα, με βάση την οποία οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνο δεν διαμαρτύρονται, αλλά αυτομαστιγώνονται και αναλαμβάνουν οι ίδιοι ανόητα την ευθύνη για το κατάντημα τους.

Τα 100 δις € δεν είναι τίποτα για τις χρεοκοπημένες ισπανικές τράπεζες, αφού θα αναλωθούν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα – χωρίς τελικά να αποφύγουν το μοιραίο, εάν δεν ενισχυθούν με ακόμη περισσότερα. Οι τράπεζες όμως μπορούν να κάνουν ότι θέλουν, ενώ απολαμβάνουν μία τέτοια ασυλία, την οποία θα δικαιούταν μόνο ο Θεός. Μήπως πρόκειται πράγματι για Θεούς;

Η δημιουργία του σύμπαντος αποδίδεται στο Θεό. Όταν όμως ξεκίνησαν οι τράπεζες να δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, πήραν προφανώς τη δική Του θέση στον πλανήτη. Ευρίσκονται λοιπόν στο απυρόβλητο και ζητούν καθημερινά θυσίες από το ανόητο, άβουλο ποίμνιο τους, το οποίο δεν μπορεί να καταλάβει πως δεν θυσιάζει απλά το μέλλον των παιδιών του στο βωμό των τραπεζών, αλλά τα ίδια του τα παιδιά.

(β) Ευρώ, ένα δομημένο νόμισμα

"Έτσι ή αλλιώς, το πείραμα του Ευρώ έχει εισέλθει σε μία επικίνδυνη καμπή: είτε θα ακολουθήσει ένας καταναγκαστικός γάμος των ευρωπαίων εταίρων, είτε το νόμισμα θα καταρρεύσει – αργά ή γρήγορα. Φυσικά δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει, εάν οι λαοί της Ευρώπης είναι σύμφωνοι με έναν τόσο μη ρομαντικό γάμο – μάλλον συμβαίνει το αντίθετο".    

Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, οι οποίες συνεχίζουν να επιδεινώνουν σταθερά τις προοπτικές της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, έχουμε την άποψη ότι, το Ευρώ χάνει ακόμη και τις τελευταίες άμυνες του. Φυσικά, το κοινό νόμισμα θεωρούταν ανέκαθεν ως το πλέον επικίνδυνο παγκοσμίως – μεταξύ άλλων επειδή πρόκειται για ένα «δομημένο προϊόν».

Ειδικότερα, το ευρώ διαφέρει ελάχιστα από ένα δομημένο ομόλογο (CDO), αφού αντιπροσωπεύεται από δεκαεπτά ανεξάρτητες, εχθρικές πολλές φορές μεταξύ τους χώρες, με μεγάλες αποκλίσεις στα οικονομικά μεγέθη τους, με διαφορετικά ρίσκα, με ανεπαρκή ηγεσία, καθώς επίσης με μία απίστευτη ιδιοτέλεια (εθνικισμούς).

Εκτός αυτού, όλα τα «κράτη-χρήστες» του λειτουργούν εντός ενός μη άριστου νομισματικού χώρου, ο οποίος διαθέτει μία πολύ αδύναμη αγορά ομολόγων, χωρίς πραγματική κεντρική τράπεζα και χωρίς καμία κεντρική πολιτική ηγεσία (όπως πολύ σωστά είχε δηλώσει στο παρελθόν ο υπουργός οικονομικών της Ρωσίας, «Με ποιόν να συνεννοηθείς στην ΕΕ και με ποιόν να μιλήσεις, αφού δεν διοικείται από κανέναν;»)

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες έχουμε την άποψη ότι, τα ως άνω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ευρώ, σε συνδυασμό με την τοποθέτηση σε αυτό ενός ποσού ίσου με το 30% των παγκοσμίων συναλλαγματικών αποθεμάτων, συνιστούν μία όχι και τόσο βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του χρηματοπιστωτικού συστήματος – ενώ η Γερμανία, η κυριότερη «χώρα-προστάτης» του, δεν έχει σε καμία περίπτωση την οικονομική δύναμη για να το διατηρήσει «εν ζωή».

Αυτό λοιπόν που ξεκίνησε στην Ευρώπη με την κρίση δανεισμού της Ελλάδας, η οποία ήταν η συνέχεια της χρεοκοπίας της Lehman Brothers στις Η.Π.Α., έχει πάψει πλέον να εξαρτάται από τη χώρα μας. Δεν πρόκειται άλλωστε για μία ύφεση, έστω μεγάλου μεγέθους, αλλά για μία μεγάλη οικονομική κρίση, αντίστοιχη με αυτήν του 1930 – γεγονός που δυστυχώς έχει γίνει κατανοητό από ελάχιστους μέχρι σήμερα. Ακριβώς για το λόγο αυτό, η αρχική κρίση εμπιστοσύνης εξελίχθηκε σε μία κρίση ρευστότητας και χρέους, η οποία οδήγησε αρκετές χώρες στην αδυναμία πληρωμών.

Περαιτέρω, παρά το ότι οι πολιτικοί της ΕΕ θεωρούν ότι, εάν διαθέσουν αρκετά χρήματα θα καταπολεμηθεί το πρόβλημα και θα επανέλθει η ανάπτυξη, έχουν κάνει λάθος στη «διάγνωση» τους – αφού πολλές χώρες είναι αντιμέτωπες με τη χρεοκοπία.

Εάν δεν διαγραφούν χρέη, καθώς επίσης εάν δεν προβούν σε στάση πληρωμών οι χώρες που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με το δανεισμό τους, δεν πρόκειται να αποφευχθεί το μοιραίο. Η κρίση της περιφέρειας θα επεκταθεί στο εξωτερικό «κέλυφος» της Ευρωζώνης, ενώ στη συνέχεια θα μολύνει τον πυρήνα της – ένα γεγονός που δεν προβληματίζει απλά, αλλά προξενεί φόβο (εάν όχι πανικό) σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Όπως συμβουλεύει τώρα την ΕΕ ο Κ. Rogoff, «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποκρίνεστε απέναντι στις αγορές, ισχυριζόμενοι ότι η Ευρωζώνη είναι σε θέση να ανταπεξέλθει με τις υποχρεώσεις των χωρών-μελών της, εξαγοράζοντας την έξοδο της από την κρίση χρέους και δανεισμού, με μία συνεχώς μεγαλύτερη τραπεζική επιταγή. Εκείνη η επιταγή, η οποία θα ήταν τόσο μεγάλη για να μπορέσει τελικά να εξοφληθεί το χρέος της Ισπανίας και της Ιταλίας, δεν υπάρχει. Οι αγορές έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους απέναντι στην Ευρώπη».    

Ολοκληρώνοντας, μία ενδεχόμενη αδυναμία δανεισμού της Ιταλίας με επιτόκια κάτω από 7%, πόσο μάλλον της Γαλλίας, θα είναι μάλλον αρκετή για να δώσει τη χαριστική βολή στο κοινό νόμισμα – προφανώς με σοβαρότατες συνέπειες για ολόκληρο τον πλανήτη. Εάν δε η Ιταλία ελεγχθεί από έναν οργανισμό όπως το ΔΝΤ, η χρεοκοπία της είναι μάλλον δεδομένη – κρίνοντας κυρίως από τα μη καταγεγραμμένα χρέη των νοσοκομείων κλπ., από τα προβλήματα των τραπεζών της, καθώς επίσης από την ανισορροπία μεταξύ Βορά και Νότου.

(γ) Ο κύκλος του διαβόλου

Αφενός μεν τα δίδυμα ελλείμματα (προϋπολογισμός, ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών), αφετέρου το δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με τη δομή της οικονομίας και το μη υγιές πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων, μειώνουν διαρκώς την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας – αφού δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί η οποιαδήποτε αναπτυξιακή πολιτική.

Η μειωμένη τώρα ανταγωνιστικότητα ανατροφοδοτεί το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας, το οποίο με τη σειρά του «εκβάλλει» αυξανόμενο στο έλλειμμα του προϋπολογισμού και στο δημόσιο χρέος.

Επομένως, η χώρα μας έχει εισέλθει σε έναν ανατροφοδοτούμενο, καθοδικό σπειροειδή κύκλο, ο οποίος πρέπει να σταματήσει άμεσα. Ο μοναδικός ίσως τρόπος πλέον για να το επιτύχει, εάν δεχθούμε ότι η μη αλληλέγγυα Ευρωζώνη δεν πρόκειται ποτέ να εξελιχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, με όρους ισότητας, δεν είναι άλλος από την άμεση στάση πληρωμών – παραμένοντας στο Ευρώ αφού δυστυχώς, όσο περνάει ο καιρός και η Ελλάδα βυθίζεται στο σκότος των αλλεπάλληλων μνημονίων με τα ενυπόθηκα δάνεια, η επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα (άρθρο μας), χωρίς να καταστραφεί εντελώς, γίνεται ανέφικτη.

Στην αντίθετη περίπτωση, εάν δεν επιλεχθεί έγκαιρα δηλαδή η στάση πληρωμών, η Ελλάδα κινδυνεύει να «μεταλλαχθεί» σε προτεκτοράτο της Γερμανίας η οποία χρόνια τώρα «επιβουλεύεται» τον τεράστιο φυσικό πλούτο, τον πολιτισμό και την απίστευτη ομορφιά της.

Πόσο μάλλον όταν συνεχίζουν να λαμβάνονται μέτρα λιτότητας, όπως τα πρόσφατα ύψους 11,5 δις € ή 6% περίπου του ΑΕΠ – με τα οποία μειώνονται τα διαθέσιμα εισοδήματα, περιορίζεται ακόμη περισσότερο η κατανάλωση, αυξάνεται η ύφεση, εκτροχιάζεται η ανεργία, εκμηδενίζονται οι επενδύσεις κοκ.

Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ξανά ότι, η χώρα μας χρειάζεται ένα σύνολο μέτρων αναμόρφωσης και ενίσχυσης της οικονομίας της, με κέντρο βάρους τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού (βασικό της ΕΚΤ), την αναδιάρθρωση (επιμήκυνση) του δημοσίου χρέους, την ενίσχυση των εξαγωγών και του τουρισμού, το συμψηφισμό των Γερμανικών αποζημιώσεων, καθώς επίσης τις ευρωπαϊκές παραγωγικές επενδύσεις – μέσω του οποίου θα καταπολεμηθεί η ύφεση, ο στασιμοπληθωρισμός καλύτερα, καθώς επίσης η εγκληματική ανεργία που προκάλεσε η καταστροφική διαχείριση της κρίσης, τόσο εκ μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων, όσο και της τευτονοκρατούμενης Τρόικας (για την οποία ανέλαβε τη «βρώμικη δουλειά» το ΔΝΤ).

Διαφορετικά, αργά ή γρήγορα, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να καταφύγει στη στάση πληρωμών, η οποία θα επιβαρύνει κυρίως τους δανειστές της – ενώ οι Πολίτες της σίγουρα θα αντιδράσουν έγκαιρα στη «λεηλασία» της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας τους, γνωρίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό, με τη «μονοσήμαντη» δηλαδή πολιτική λιτότητας κλπ., δεν θα αποφύγουν τη χρεοκοπία, στην οποία όμως δεν θέλουν να οδηγηθούν ανόητα, σαν μία «στυμμένη λεμονόκουπα» (εξαθλιωμένοι δηλαδή, άνεργοι, πεινασμένοι και χωρίς περιουσιακά στοιχεία, όπως η Αργεντινή μετά από τρία χρόνια στα νύχια του ΔΝΤ).

Υστερόγραφο: Ειδικά όσον αφορά τη στάση πληρωμών, σημαίνει ότι η χώρα που υποχρεώνεται να την επιλέξει, σταματάει να πληρώνει τοκοχρεολύσια, έρχεται σε επαφή με τους πιστωτές της, έτσι ώστε να συμφωνηθεί ένας σταδιακός, εφικτός τρόπος πληρωμής μέρους των χρεών της και ισοσκελίζει παράλληλα τα έσοδα, με τα έξοδα της στον προϋπολογισμό – αφού παύει πια να έχει πρόσβαση στο διεθνή δανεισμό (κάτι που φυσικά ήδη συμβαίνει στην Ελλάδα).

Από την άλλη πλευρά, ο ιδιωτικός τομέας της (τράπεζες, επιχειρήσεις κλπ.) αναζητάει τις δικές του λύσεις, επειδή γίνεται πλέον πολύ δύσκολος τόσο ο δανεισμός του, όσο και η διατήρηση ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο – ένα καθόλου ευχάριστο «σενάριο», αλλά όχι συνώνυμο με τη συντέλεια του κόσμου. 

Σε κάθε περίπτωση βέβαια η χώρα εδώ δεν υποχρεώνεται στην εκποίηση των επιχειρήσεων της ή στο ξεπούλημα των περιουσιακών στοιχείων της (εάν δεν διακρίνεται από μία «ενδοτική» κυβέρνηση), διατηρώντας έτσι τις μελλοντικές προοπτικές της.

Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ένα κράτος-ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης, το οποίο δεν κινδυνεύει με τεράστιες υποτιμήσεις του νομίσματος του, με ανεξέλεγκτες επιδρομές τραπεζών (Bank run), με μαζική έξοδο κεφαλαίων κοκ.    

(δ)  Προβλέψεις

Πολλές φορές, τις περισσότερες ίσως, τρομάζει κανείς με τον παραλογισμό, εάν όχι με την απίστευτη ανοησία που επικρατεί διεθνώς. Ο κεντρικός τραπεζίτης ανακοίνωσε με μεγαλοπρέπεια ότι, η ΕΚΤ δεν θα επιτρέψει την κατάρρευση του ευρώ – θα κάνει ότι μπορεί λοιπόν για να αποτρέψει το μοιραίο και, όπως τόνισε, μπορεί να κάνει πάρα πολλά.

Αν και είναι γνωστό όμως σε όλους το ότι, όταν πραγματικά μπορείς να κάνεις κάτι το κάνεις, παραμένοντας σιωπηλός και χωρίς να αναλώνεσαι σε ανόητες δηλώσεις, οι αγορές τον πίστεψαν – με αποτέλεσμα να αντιδράσουν με πολύ μεγαλύτερη επιθετικότητα, όταν καταλάβουν αργότερα ότι, παραπλανήθηκαν ακόμη μία φορά.

Από την άλλη πλευρά τώρα, όπως έγραψαν τα ΜΜΕ διεθνώς, η Ισπανία υπέβαλλε αίτημα διάσωσης ύψους 300 δις €, επί πλέον των 100 δις € που θα χρειαστούν οι τράπεζες της – με τους επενδυτές να είναι σίγουροι ότι, η Ισπανία θα μπει στο μηχανισμό στήριξης.

Όμως, κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο απλό, όσο ίσως φαίνεται, αφού εάν τυχόν "πέσει" η Ισπανία, θα ακολουθήσει η Ιταλία, το Βέλγιο, η Γαλλία κοκ. – γεγονός που σημαίνει ότι, η Ευρωζώνη θα διαλυθεί, αφού δεν υπάρχει εκείνη η επιταγή, με την οποία θα μπορούσαν να πληρωθούν τα χρέη της (η συνάντηση των διοικητών της ΕΚΤ και της Bundesbank αυτή την εβδομάδα μάλλον επιβεβαιώνει την αδυναμία συνολικής στήριξης της Ισπανίας – ενώ ευνοεί τις αποφάσεις μίας εντονότερης παρέμβασης της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά ομολόγων)

Επομένως, δεν πρέπει να είναι κανείς καθόλου σίγουρος για την υπαγωγή της Ισπανίας στο μηχανισμό – το αντίθετο ενδεχομένως.

Κατά την άποψη μας τώρα, φθάνει σύντομα η ώρα μηδέν για τη Γερμανία, η οποία θα πληρώσει όσο καμία άλλη χώρα την κρίση, την οποία η ίδια δημιούργησε στην Ευρωζώνη – μεταξύ άλλων με την πολιτική λιτότητας που επέβαλλε, καθώς επίσης με την απώλεια της εμπιστοσύνης στο κοινό νόμισμα, την οποία προκάλεσε η απίστευτα συμπλεγματική και μη αλληλέγγυα στάση της απέναντι στην Ελλάδα.

Οι αγορές πάντως ήδη αναρωτούνται εάν είναι αξιόχρεη η Γερμανία, το δημόσιο χρέος της οποίας ξεπερνάει κατά πολύ, σε απόλυτα μεγέθη, αυτό της Ισπανίας, τα ομοσπονδιακά κρατίδια της είναι υπερχρεωμένα, οι ιδιωτικές και δημόσιες επισφάλειες της από τις πιστώσεις στο Νότο τεράστιες (υψηλότερες από το ΑΕΠ της, ύψους 2,5 τρις €), ενώ ο τραπεζικός της τομέας έχει πολύ λιγότερα κεφάλαια από αυτά που απαιτούνται, χαρακτηριζόμενος ως εξόχως προβληματικός (ιδιαίτερα η Deutsche Bank).

Ολοκληρώνοντας, εάν υπάρχει κάτι που μπορεί κανείς να προβλέψει με σχετική ασφάλεια για το μέλλον, αυτό δεν είναι άλλο από τον πληθωρισμό – αφού δεν φαίνεται να υφίσταται πλέον άλλος τρόπος επίλυσης της δυτικής κρίσης.

Η αγορά ομολόγων δημοσίου των χωρών του Νότου από τη δευτερογενή αγορά, έτσι ώστε να συγκρατηθούν κάτω από το 7% τα κρατικά επιτόκια δανεισμού, είναι η μοναδική λύση για την Ισπανία και την Ιταλία – όπως θα ήταν και για την Ελλάδα, πριν την "ενδοτική" υπαγωγή της στο ΔΝΤ.

Ένα τέτοιο όμως γεγονός θα διογκώσει ακόμη περισσότερο τον Ισολογισμό της ΕΚΤ, ο οποίος έχει ήδη ξεπεράσει τον αντίστοιχο της Fed – με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 1. Αυγούστου 2012, viliardos@kbanalysis.comΟ κ. Β. Βιλιάρδος έχει εκδώσει σχετικά πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» και τα έσοδα τους ενισχύουν την ιστοσελίδα (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2662.aspx#.UBofZKBOpuR

ΓΑΛΛΙΑ: Μακρύς κατάλογος ιδιωτικοποιήσεων…

ΓΑΛΛΙΑ: Μακρύς και αποκαλυπτικός ο κατάλογος των ιδιωτικοποιήσεων

 

Της Ελένης Μαυρούλη

 

 

Οι ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων και υπηρεσιών του Δημοσίου είναι μια διαδικασία πολύ γνωστή στη Γαλλία, η οποία έχει ξεκινήσει, ήδη, από τη δεκαετία του '80. Στο πλαίσιό της έχουν περάσει στα χέρια ιδιωτών, μεγάλων πολυεθνικών και μονοπωλίων, δεκάδες επιχειρήσεις, οι οποίες παλαιότερα είχαν εθνικοποιηθεί και πολλάκις στηριχθεί από το κράτος, δηλαδή από τα χρήματα των Γάλλων φορολογουμένων, έναντι αρκετών δισεκατομμυρίων φράγκων, αρχικώς, και ευρώ στη συνέχεια.

 

Μια προσεκτική ματιά, αποδεικνύει ότι το κέρδος για τους ιδιώτες σε όλες τις περιπτώσεις ήταν και είναι πολλαπλάσιο, ενώ αντίθετα οι Γάλλοι εργαζόμενοι κλήθηκαν είτε να πληρώσουν ακριβότερα τις παρεχόμενες υπηρεσίες είτε και να αρκεστούν σε χαμηλότερης ποιότητας υπηρεσίες. Ενώ όσοι εργάζονταν στις εταιρείες που πουλήθηκαν υπέστησαν δραματική χειροτέρευση των όρων εργασίας τους – με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα αυτό των αυτοκτονιών στη «France Telecom» – ή έχασαν τη δουλειά τους.

Από όποια πλευρά και αν δει κανείς τις ιδιωτικοποιήσεις αυτές, είναι προφανές ότι αποδείχτηκαν θετικές μόνο για την ενίσχυση των κερδών και της «ανταγωνιστικότητας» του γαλλικού κεφαλαίου αλλά δεν απέφεραν τίποτε στο γαλλικό λαό, αντίθετα τον ζημίωσαν σημαντικά. Εννοείται ότι ακόμη και αν δημιουργήθηκαν ελάχιστες θέσεις εργασίας, οι οποίες είναι τόσο λίγες που δεν καταγράφονται σχεδόν σε καμία σχετική έρευνα, σε αρκετές περιπτώσεις χάθηκαν χιλιάδες άλλες. Iδιωτικοποιήθηκαν δε και εξαιρετικά επικερδείς εταιρείες, όπως η «Air France» ή η «Renault».

Στη Γαλλία, οι ιδιωτικοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν ανά κύματα. Με τον όρο αυτό, στο συγκεκριμένο άρθρο, αναφέρονται τόσο οι επιχειρήσεις που πουλήθηκαν 100% όσο και εκείνες στις οποίες το γαλλικό κράτος διατηρεί μικρό ή ακόμη και μεγάλο ποσοστό μετοχών, χωρίς αυτό, όμως, ν' αλλάζει την ουσία, δηλαδή ότι πλέον οι εν λόγω επιχειρήσεις λειτουργούν με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια. Εχει ενδιαφέρον ότι στα αλλεπάλληλα κύματα ιδιωτικοποιήσεων κομβική θέση έχουν ο τραπεζικός τομέας, ο τομέας της αεροδιαστημικής, της υψηλής τεχνολογίας, ο τομέας της μεταλλουργίας, οι οδικές αρτηρίες, οι τηλεπικοινωνίες και, βέβαια, η ενέργεια. Προς το παρόν, δεν έχουν ιδιωτικοποιηθεί οι σιδηρόδρομοι, μέσα μαζικής μεταφοράς (κάθε είδους) και τίποτε που να σχετίζεται με την εκπαίδευση ή την υγεία.

Τράπεζες, κυρίως, ο στόχος του «πρωτοπόρου» Σιράκ επί προεδρίας Μιτεράν

Συγκεκριμένα, το πρώτο κύμα ιδιωτικοποιήσεων πραγματοποίησε η κυβέρνηση του Ζακ Σιράκ, στην οποία συμμετείχε το γκολικό κόμμα «Συγκέντρωση για τη Δημοκρατία» (RPR) και οι Φιλελεύθεροι (UDF), καθώς επίσης και τα μικρότερα κόμματα «Κέντρο των Σοσιαλδημοκρατών» (CDS) και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (PR) που δεν υπάρχει πια. Η κυβέρνηση, μεταξύ 1986 – 1988, όταν στην προεδρία της χώρας βρισκόταν ο σοσιαλιστής Φρανσουά Μιτεράν, προχώρησε σε τουλάχιστον 10 ιδιωτικοποιήσεις οι οποίες, κατά την κυβέρνηση, απέφεραν 100 δισεκατομμύρια φράγκα, κάτι που ορισμένες άλλες πηγές αμφισβητούν, μιλώντας μόνο για 72 δισεκατομμύρια φράγκα.

Μεταλλεργάτες της ιδιωτικοποιημένης «Αρσελορ Μιτάλ» διαδήλωναν φέτος τον Απρίλη στο Παρίσι

Οι ιδιωτικοποιήσεις αφορούσαν τη βιομηχανία κατασκευής καθρεφτών και υλικών υψηλής αντοχής «Saint Goben», η οποία είχε εθνικοποιηθεί το 1971, το τηλεοπτικό δίκτυο TF1, όπου το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών με 42,3% αγόρασε ο όμιλος «Bouygues» (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, κατασκευαστικά έργα κλπ), την τράπεζα Credit Commercial de France, η οποία πουλήθηκε 100% και από το 2000 και μετά αποτελεί θυγατρική της HSBC, τη «Γενική Εταιρεία Ηλεκτρισμού», που ασχολούνταν με την κατασκευή εξοπλισμού για τηλεπικοινωνίες, και η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε, σταδιακά, στη γνωστή «Alcatel», η οποία δέκα χρόνια μετά την ιδιωτικοποίηση προχώρησε σε 900 απολύσεις. Πουλήθηκαν εξολοκλήρου ακόμη η «Τράπεζα Κτιρίων και Δημοσίων Εργων», η εταιρεία «Αμοιβαίων Κεφαλαίων Γαλλίας», η διαφημιστική εταιρεία, κυρίως στο χώρο του αθλητισμού, «Havas», η εταιρεία αεροναυπηγικής, κατασκευής αγωνιστικών αυτοκινήτων, μεταφορών και τηλεπικοινωνιών «Matra» και η εταιρεία ενέργειας «Suez», η οποία το 2008 συγχωνεύτηκε με την «Gaz de France».

Οι πιο βαρύγδουπες ιδιωτικοποιήσεις (και μάλιστα στο 100%), ήταν της τράπεζας Societe Generale, μίας από τις τρεις μεγαλύτερες και αρχαιότερες τράπεζες της χώρας – έτος ίδρυσης 1864, και της Paribas, της δεύτερης από τις τρεις μεγαλύτερες και αρχαιότερες τράπεζες της χώρας – έτος ίδρυσης 1872. Η δεύτερη, πριν μετεξελιχθεί στη γνωστή BNP Paribas το 2000, είχε εμπλακεί σε μεγάλο σκάνδαλο μυστικών πωλήσεων όπλων στην Αγκόλα τη δεκαετία του '90.

Ιδιωτικοποιήσεις παρά τις δεσμεύσεις επανεθνικοποιήσεων από το σοσιαλιστή Ροκάρ

Παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις περί «ανάκλησης» των ιδιωτικοποιήσεων, η κυβέρνηση του σοσιαλιστή Μισέλ Ροκάρ, πάντα υπό την προεδρία του επίσης σοσιαλιστή Φρανσουά Μιτεράν, αρκέστηκε να προχωρήσει σε δύο ακόμη ιδιωτικοποιήσεις μεταξύ 1988 – 1993. Ηταν, όμως, αρκετά σημαδιακές θα μπορούσε κανείς να πει. Πρόκειται για μερική ιδιωτικοποίηση της Κοινοτικής Τράπεζας της Γαλλίας (Credit Local de France) η οποία στη συνέχεια συγχωνεύτηκε με το αντίστοιχο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα του Βελγίου και σχηματίστηκε η τράπεζα Dexia, που μόλις πριν μερικούς μήνες βρέθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης και στηρίχθηκε γενναία από το βελγικό κράτος, δηλαδή τους Βέλγους φορολογουμένους.

Η δεύτερη κίνηση της κυβέρνησης Ροκάρ στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων ήταν η μετοχοποίηση μίας από τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες της χώρας, της «Renault». Η ιδιωτικοποίηση της «Renault» διήρκεσε ουσιαστικά έξι χρόνια. Το 1990 μετατράπηκε σε ΑΕ, το 1994 εισήχθηκε στο χρηματιστήριο οπότε το κράτος κράτησε το 53% των μετοχών έναντι 80% που είχε μέχρι τότε, και δύο χρόνια αργότερα, το 1996, το κράτος πέρασε στο 47%, με την εταιρεία να γίνεται και τυπικά ιδιωτική. Την ίδια χρονιά, απολύθηκαν 1.640 εργαζόμενοι, ενώ μόλις πριν από δύο χρόνια, η εταιρεία, για να παραμείνει «ανταγωνιστική» μείωνε προσωπικό και έκλεινε εγκαταστάσεις, σε διάφορα σημεία της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας.

Ενέργεια και μεταλλουργία στο στόχαστρο των κυβερνήσεων Μπαλαντίρ και Ζιπέ

Μεταξύ 1993 – 1995, η κυβέρνηση του Εντουάρ Μπαλαντίρ, κυβέρνηση του γκολικού PRΡ και των Φιλελευθέρων (UDF), προχώρησε σε ιδιωτικοποιήσεις που επισήμως τουλάχιστον απέφεραν στο κράτος 114 δισεκατομμύρια φράγκα. Ιδιωτικοποιήθηκε η χημική και φαρμακευτική βιομηχανία «Rhone Poulenc», η βάση της γνωστής, σήμερα, φαρμακευτικής εταιρείας «Sanofis-Aventis», η οποία στην πορεία απέλυσε τουλάχιστον 400 εργαζόμενους από την έδρα της. Ιδιωτικοποιήθηκε, επίσης, η εταιρεία εξόρυξης πετρελαίου και πετρελαιοειδών «Elf Aquitaine» (που αργότερα απορροφήθηκε από την «Total»), η εταιρεία ασφαλίσεων UAP, η γνωστότερη γαλλική καπνοβιομηχανία, η SEITA, η οποία ήταν μονοπώλιο στον τομέα μέχρι το 1970, και κατασκεύαζε τις γνωστότερες μάρκες γαλλικών τσιγάρων («Gitanes», «Gauloises», «Royale» κλπ), και σήμερα έχει μετονομαστεί σε «Altadis» και είναι θυγατρική της βρετανικής «Imperial Tobacco».

Η σημαντικότερη, όμως, ιδιωτικοποίηση είναι αναμφίβολα της «Total», του πετρελαϊκού κολοσσού, που σήμερα κατατάσσεται μεταξύ των έξι μεγαλύτερων εταιρειών του κόσμου στον τομέα, και είναι πρώτη σε κύκλο εργασιών στη Γαλλία. Η ιδιωτικοποίησή της επέδρασε και στο ύψος της τιμής της βενζίνης. Παρά το γεγονός ότι το 2011 η «Τotal» επισήμως κατέγραψε κέρδη 12,3 δισεκατομμύρια ευρώ -παρά την ύφεση- η τιμή της βενζίνης, την ίδια περίοδο, έφτασε το 1,59 ευρώ το λίτρο η αμόλυβδη και η απλή 1,55 ευρώ το λίτρο, τιμές ρεκόρ για τα γαλλικά δεδομένα. Γι' αυτό η τιμή της βενζίνης μετατράπηκε σε αγαπημένο θέμα της προεκλογικής προεδρικής περιόδου, με τον Ολάντ να υπόσχεται πλαφόν, που προς το παρόν δεν έχει θέσει…

«Μικρή» ήταν η «συγκομιδή» της κυβέρνησης του Αλέν Ζιπέ, μεταξύ 1995 – 1997 – κυβέρνηση του γκολικού RPR και των φιλελευθέρων UDF πάλι – η οποία έκανε ιδιωτικοποιήσεις που απέφεραν μόλις 40 δισεκατομμύρια φράγκα. Ιδιωτικοποιήθηκε η εταιρεία ασφαλίσεων AGF, που είχε προηγουμένως εθνικοποιηθεί και στηριχθεί, για να απορροφηθεί πλέον στη συνέχεια από τη γερμανική «Allianz». Πουλήθηκε η «Γενική Θαλάσσια Εταιρεία» (θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών), αλλά και η εταιρεία μεταφορών στο ποτάμι του Ρήνου, η τράπεζα BFCE, η εταιρεία πληροφορικής «Bull».

Η κυβέρνηση Ζιπέ επέδειξε μια «έφεση» στην ιδιωτικοποίηση στον κλάδο της μεταλλουργίας. Ετσι πουλήθηκε η γνωστή «Pechiney», που δραστηριοποιούνταν στους τομείς του αλουμινίου και της ηλεκτρομεταλλουργίας, της χημείας, αλλά και των πυρηνικών αποβλήτων, και η «Usinor – Sacilor», η οποία συγχωνεύτηκε, το 2002, με την ισπανική «Aceralia» και την «Arbed» Λουξεμβούργου, για να τις αγοράσει όλες η «Mittal Steel Company» και να γεννηθεί o κολοσσός «Arcelor Mittal». Είναι ο ίδιος κολοσσός, που τώρα σταματά τη λειτουργία των υψικαμίνων του σε περιοχές τόσο στη Γαλλία όσο και σε άλλες χώρες, επικαλούμενος την ύφεση και την ανάγκη διατήρησης της ανταγωνιστικότητάς του, ρίχνοντας σε τεχνητή ανεργία και απειλώντας με πραγματική ανεργία χιλιάδες εργαζομένους στην Ευρώπη. Οι σιδηρουργοί στη μονάδα της εταιρείας στο Φλοράνζ στη Γαλλία, βρίσκονται εδώ και μήνες σε κινητοποιήσεις.

«Πρωταθλήτρια» στις ιδιωτικοποιήσεις η συγκυβέρνηση Ζοσπέν

Τα μεγαλύτερα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις -210 δισεκατομμύρια- έχει να παρουσιάσει η κυβέρνηση του σοσιαλιστή Λιονέλ Ζοσπέν, η οποία είχε και περισσότερο χρόνο στη διάθεσή της, αφού διήρκεσε από το 1997 μέχρι το 2002. Σε αυτήν συμμετείχαν, επίσης, το Γαλλικό ΚΚ (υπουργοί Μεταφορών Ζαν Κλοντ Γκισό και Νεολαίας και Αθλητισμού Μαρί-Ζορζ Μπιφέ), που θεωρητικώς «διαπραγματευόταν σε κυβερνητικό επίπεδο» καλύτερους όρους ξεπουλήματος, ενώ τα συνδικάτα διαδήλωναν ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, οι Πράσινοι και το Ριζοσπαστικό Κόμμα. Ιδιωτικοποιήθηκε η τράπεζα Credit Lyonnais, την οποία είχε στηρίξει το κράτος το 1996, που έφτασε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και απέλυσε 3.500 υπαλλήλους. Πρόκειται για την τράπεζα που συμπληρώνει την τριάδα των μεγαλύτερων και αρχαιότερων τραπεζών της χώρας – έτος ίδρυσης 1863 – και μαζί με τις, επίσης ιδιωτικοποιημένες, Societe Generale και BNP Paribas, θεωρούνται οι πυλώνες του γαλλικού χρηματοπιστωτικού και τραπεζικού κεφαλαίου.

Η κυβέρνηση Ζοσπέν ξεκίνησε, επίσης, το χορό των ιδιωτικοποιήσεων των εθνικών οδών, με τον οδικό άξονα του νότου, όπου το κράτος διατήρησε, αρχικώς, την τυπική πλειοψηφία των μετοχών. Μετοχοποίησε την αεροπορική εταιρεία «Air France», – με υπουργό τον Γκισό του ΚΚ Γαλλίας – η οποία το 2004 συγχωνεύεται με την ολλανδική KLM. Και πούλησε σχεδόν εξολοκλήρου την ασφαλιστική GAΝ και την, επίσης, ασφαλιστική CNP, το τραπεζικό δίκτυο CIC, τη μεταλλουργία «Eramet» που έχει εγκαταστάσεις και ορυχεία σε 20 χώρες. Μετοχοποίησε κρατώντας ελάχιστο πακέτο μετοχών την εξειδικευμένη στις τεχνολογίες ψηφιακής εικόνας και βίντεο «Thomson». Επίσης, ιδιωτικοποιήθηκε η αεροναυπηγική εταιρεία «Aerospatiale», που αφού συγχωνεύτηκε με την επίσης ιδιωτικοποιημένη «Matra», αποτέλεσαν έναν από τους πυλώνες της ευρωπαϊκής αεροναυπηγικής αμυντικής βιομηχανίας EADS.

 Το παράδειγμα της «France Telecom»

Το σημαντικότερο όνομα των ιδιωτικοποιήσεων της κυβέρνησης Ζοσπέν είναι σίγουρα η εταιρεία τηλεπικοινωνιών «France Telecom», στην οποία ακόμη και σήμερα το κράτος διατηρεί το 26,9% των μετοχών. Πρόκειται για πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς στην προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του 1997, ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών, Λιονέλ Ζοσπέν, μιλούσε για «πάγωμα κάθε διαδικασίας ιδιωτικοποίησης» της «France Telecom», την οποία είχαν μετατρέψει σε ανώνυμη εταιρεία οι προηγούμενες κυβερνήσεις αλλά δεν προχώρησαν λόγω των εργατικών αντιδράσεων. Αμέσως μετά την εκλογή του, και χωρίς, τουλάχιστον να γίνουν γνωστές, αντιρρήσεις από τους εταίρους του στο κυβερνητικό του σχήμα, ο Ζοσπέν διακήρυττε ότι δεν θα ιδιωτικοποιήσει αλλά «με έλεγχο θα ανοίξει το κεφάλαιο της εταιρείας».

Η πορεία είναι γνωστή. Η εταιρεία μετέτρεψε σε κόλαση τη ζωή των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων της, ιδιαίτερα από το 2004 και μετά, εφαρμόζοντας το σχέδιο NEXT, με στόχο να τους υποχρεώσει σε παραιτήσεις. Τέσσερις χιλιάδες υπάλληλοι εκπαιδεύτηκαν ακριβώς σε αυτό: να κάνουν κόλαση τη ζωή των υπολοίπων μέσα από υπερφόρτωση καθηκόντων, αλλαγή τομέα απασχόλησης χωρίς εκπαίδευση, διαρκή πίεση, συνεχή αλλαγή τόπου κατοικίας. Μεταξύ 2005 – 2009, τα αποτελέσματα ξεπερνούν το στόχο: αντί για 22.000, οι εργαζόμενοι στην εταιρεία είχαν μειωθεί κατά 29.000. Και όσοι δεν παραιτήθηκαν, άρχισαν ν' αυτοκτονούν, «δείχνοντας» ως μοναδικό ένοχο τις συνθήκες εργασίας. Μεταξύ 2000 και 2011 αυτοκτόνησαν περισσότεροι από 130 εργαζόμενοι της «France Telecom». Η παρέμβαση του υπουργείου Εργασίας, μετά από τη λαϊκή κατακραυγή και τις πιέσεις των συνδικάτων, καθώς και οι αλλαγές σε διευθυντικά στελέχη, δεν είχαν ως στόχο παρά μόνο τον προσωρινό κατευνασμό, αν και αναγκαστικά ήρθε στο φως η ύπαρξη του σχεδίου NEXT.

Η «France Telecom», που πλέον ως εμπορική επωνυμία τείνει να χρησιμοποιεί το «Orange» – από τη θυγατρική της στην κινητή τηλεφωνία – δεν αύξησε σημαντικά τους λογαριασμούς ή το αντίτιμο των συνδέσεών της, προφανώς επειδή κατάφερε να διατηρήσει τα κέρδη της μέσα από τη σύνθλιψη των εργαζομένων της. Οσο πάντως για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών – ένα γνωστό επιχείρημα που ακούγεται και στη χώρα μας -, η πραγματικότητα δεν αποδεικνύει τίποτε τέτοιο: πιο πρόσφατο παράδειγμα η 10ωρη διακοπή κάθε υπηρεσίας της – διαδίκτυο, σταθερή και κινητή τηλεφωνία – στις 6 Ιούλη 2012 -για τεχνικούς λόγους- που άφησε χωρίς καμία δυνατότητα επικοινωνίας 20-30 εκατομμύρια εταιρικούς και ιδιώτες πελάτες της, εντός Γαλλίας, που δεν είχαν καν τη δυνατότητα να ενημερωθούν για το τι συμβαίνει και πότε θα λυθεί το πρόβλημα.

Οδικά δίκτυα, ηλεκτρικό και φυσικό αέριο στον τελευταίο «γύρο» μέχρι στιγμής

Η τριετία (2002 – 2005) της κυβέρνησης Ζαν Πιερ Ραφαρέν, που αποτελούνταν από το γκολικό RPR και τους Φιλελεύθερους (UDF) αποδείχτηκε «φτωχή» ως προς τις ιδιωτικοποιήσεις και στο ενεργητικό της δεν καταγράφονται παρά έσοδα 13 δισεκατομμυρίων ευρώ. Συνέχισε τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της «France Telecom», μειώνοντας περαιτέρω τη συμμετοχή του κράτους, κάτι που έκανε και με την «Thomson» και την τράπεζα Credit Lyonnais αλλά και το ξεπούλημα των εθνικών οδών και έτσι ιδιωτικοποίησε το εθνικό δίκτυο στο βορρά και στο νότο της χώρας. Ιδιωτικοποιήθηκε επίσης η εταιρεία SNECMA, που κατασκευάζει κινητήρες για την αεροναυπηγική και διαστημική βιομηχανία.

Η κυβέρνηση του Ντομινίκ ντε Βιλπέν, μεταξύ 2005 – 2007, που στηρίχτηκε μόνο από το νεογκολικό κόμμα «Ενωση για ένα Λαϊκό Κίνημα» (UMP – μετεξέλιξη του RPR), ήταν η τελευταία σχεδόν δύο δεκαετιών ιδιωτικοποιήσεων, καθώς η κυβέρνηση Σαρκοζί που ακολούθησε δεν ασχολήθηκε καθόλου με το ζήτημα, επικεντρώνοντας κυρίως στον τομέα της διάλυσης των συλλογικών συμβάσεων και των εργασιακών σχέσεων – έτσι κι αλλιώς ελάχιστα έχουν μείνει προς πώληση πια. Ολοκλήρωσε τις ιδιωτικοποιήσεις των εθνικών οδικών δικτύων του Νότου, του Βορρά και των ανατολικών περιοχών της χώρας, ιδιωτικοποίησε και τους αυτοκινητοδρόμους που συνδέουν την περιοχή του Παρισιού με τη Λορένη και την Αλσατία μέχρι την περιοχή των Αλπεων. Επίσης, ιδιωτικοποίησε, μερικώς, τη SNCM, ναυτιλιακή εταιρεία που δραστηριοποιείται στη σύνδεση της Γαλλίας με την Κορσική, τη Σαρδηνία, την Αλγερία και την Τυνησία, και την εταιρεία διαχείρισης των αεροδρομίων της χώρας, στην οποία το κράτος διατήρησε το 52%. Επίσης την DCNS, εταιρεία που ναυπηγεί κυρίως πολεμικά πλοία, στην οποία επίσης το κράτος διατηρεί το 74%.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα οδικά δίκτυα έχουν παραχωρηθεί πλήρως στις ιδιωτικές εταιρείες που τα εκμεταλλεύονται για τουλάχιστον 25 χρόνια. Σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς, κάθε χρόνο από τότε που ολοκληρώθηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις, δηλαδή το 2005, αυξάνουν κατά 2,5% τα διόδια, των οποίων η τιμή στα πρώτα τέσσερα μόνο χρόνια είχε αυξηθεί συνολικά κατά 11,5%. Το αποτέλεσμα είναι ότι ολοένα περισσότεροι Γάλλοι οδηγοί χρησιμοποιούν τα βοηθητικά και επαρχιακά οδικά δίκτυα για τις μετακινήσεις τους προκειμένου να μειώσουν τα έξοδά τους, γεγονός που έχει, επίσης με πρόχειρους υπολογισμούς, αυξήσει περίπου δύο φορές τον αριθμό των τροχαίων δυστυχημάτων.

Από διαδήλωση – καταγγελία για τις αυτοκτονίες εργαζομένων της «Φρανστέλεκομ» λόγω της επιδείνωσης των εργασιακών σχέσεων μετά την ιδιωτικοποίηση

Τα σημαντικότερα «επιτεύγματα» της κυβέρνησης ντε Βιλπέν ήταν η πώληση μικρής μερίδας μετοχών των κρατικών εταιρειών φυσικού αερίου – «Gaz De France» και ηλεκτρισμού – «Electricite De France», μέσα από τη διαδικασία της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Και στις δύο περιπτώσεις το γαλλικό κράτος διατηρεί τη μεγάλη πλειοψηφία των μετοχών, στην πρώτη το 79,8% και στη δεύτερη το 84,4%. Στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, οι συνθήκες εργασίας δεν επηρεάστηκαν δραματικά από την αλλαγή αυτή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, τουλάχιστον προς το παρόν. Επηρεάστηκε, όμως, η τιμή παροχής των υπηρεσιών τους. Ετσι η τιμή του ρεύματος αυξήθηκε κατά 20% μεταξύ 2005 – 2012 και προαναγγέλθηκε αύξηση της τάξης του 30% από σήμερα μέχρι το 2015, την ώρα που με βάση τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα η EDF είχε συνολικά κέρδη 5 δισεκατομμύρια το 2011. Αντίστοιχα, έχει αυξηθεί 66,8% η τιμή του φυσικού αερίου ανάμεσα σε 2005 – 2012, χωρίς προφανή λόγο, ενώ τα κέρδη της εταιρείας, επισήμως πάντα, το 2011 έφτασαν τα 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

 Η περίπτωση της διαχείρισης του δικτύου υδροδότησης

Στη Γαλλία, την ευθύνη για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων της κάθε περιοχής και του τοπικού, περιφερειακού, δικτύου, έχουν οι δήμοι και οι κοινότητες, και δεν υπάρχει κεντρικός φορέας διαχείρισης του νερού. Σε ορισμένες περιοχές υπάρχουν δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις με μοναδικό μέτοχο το δήμο ή την κοινότητα – αυτό ισχύει κυρίως στις μικρές κοινότητες – και σε άλλες – σχεδόν σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα – ιδιώτες που διαχειρίζονται την παροχή νερού, ενώ η κοινότητα ή ο δήμος διατηρεί την ευθύνη για την ποιότητα που φθάνει στον καταναλωτή αλλά και για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων. Ηδη από έρευνες τη δεκαετία του '90, είχε εντοπιστεί ότι, όπου τη διαχείριση του δικτύου υδροδότησης είχαν ιδιωτικές εταιρείες – οι κυριότερες από τις οποίες έχουν και άλλες δραστηριότητες, κυρίως στην πώληση «φρέσκων προϊόντων», όπως είναι το εμφιαλωμένο νερό, και διαχειρίζονται πολλά υδροδοτικά δίκτυα παγκοσμίως, πχ η «Veolia» ή η «Suez»-, οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν μέχρι και 30% αυξημένους τους λογαριασμούς τους.

Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 2000, το δημοτικό συμβούλιο του Παρισιού (και ακολούθησαν και άλλες πόλεις όπως η Γκρενόμπλ) αποφάσισαν να καταργήσουν τις συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρείες διαχείρισης της παροχής νερού, ως λύση ασύμφορη.

 
Πηγή:
Κυριακή 29 Ιούλη 2012, σελ. 24,  http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=6969302&publDate=29/7/2012

Όταν ο πλούτος ξεπερνά κάθε φαντασία…

Όταν ο πλούτος ξεπερνά κάθε φαντασία…

 

Του Δημήτρη Καζάκη

 

Αυξήθηκε ο αριθμός των πολύ πλουσίων ανθρώπων παγκόσμια, αλλά η συνολική περιουσία τους αποτυπωμένη σε χρηματιστικές αξίες μειώθηκε μέσα στο 2011. Αυτό δείχνει η πρόσφατη έκθεση της Capgemini και της RBC Wealth Management για τον παγκόσμιο πλούτο των ατόμων με μεγάλη περιουσία (High Net Worth Individuals).

 

 

2011

Αφρική

0,1

1,1

Μέση Ανατολή

0,5

1,7

Λατινική Αμερική

0,5

7,1

Ευρώπη

3,2

10,1

Βόρεια Αμερική

3,3

11,4

Ασία-Ειρηνικός

3,4

10,7

Παγκόσμια

11,0

42,0

 

Άτομα με μεγάλη περιουσία (HNWI) θεωρούνται εκείνα που διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία προς επένδυση άνω του 1 εκατ. δολ. Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την ετήσια έκθεση ο αριθμός των πολύ πλούσιων ατόμων παγκόσμια ανήλθε στα 11 εκατομμύρια, δηλαδή μόλις στο 0,15% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο συνολικός πλούτος που συγκέντρωσαν στα χέρια τους ανήλθε το 2011 στα 42 τρις δολάρια, που αντιστοιχεί στο 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ την ίδια χρονιά. Αν συγκρίνουμε τον πλούτο αυτόν με τα 460 δις δολάρια που αποτελούν το ετήσιο εισόδημα για τους εργατοϋπαλλήλους διεθνώς, οι οποίοι αποτελούν το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού, τότε συμπεραίνουμε ότι για κάθε 100 δολάρια αμοιβής των εργαζομένων οι πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη αποκομίζουν 9.130 δολάρια σε ετήσια βάση.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η μείωση αυτή των περιουσιών των πολύ πλουσίων (HNWI) οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πτώση των χρηματιστικών αξιών κατά το 2011. Η περασμένη χρονιά λοιπόν ήταν μια δύσκολη χρονιά για τα κορυφαία αρπακτικά της παγκόσμιας αγοράς. Η αβεβαιότητα των χρηματαγορών δεν έστρεψαν τα διαθέσιμα κεφάλαια αυτών των HNWI σε επενδύσεις στην παραγωγή και στην πραγματική οικονομία, αλλά σε επενδύσεις ασφαλείας. Έτσι, οι «επενδύσεις του πάθους» γνώρισαν έξαρση μέσα στο 2011 ως καταφύγιο για τους περισσότερους HNWI, ιδίως τους προερχόμενους από τις αναπτυσσόμενες αγορές. Ως «επενδύσεις του πάθους» η έκθεση ονομάζει τις αγορές πολυτελών αυτοκινήτων, σκαφών και τζετ, οι οποίες εκτινάχθηκαν μέσα στο 2011.

Μια ακόμη σοβαρή κατηγορία αυτών των επενδύσεων είναι οι αγορές τέχνης και αντικειμένων αξίας. Το ενδιαφέρον των HNWI για επένδυση σ' αυτές τις αγορές εκτίναξαν τις τιμές ειδικά για είδη τέχνης και ιστορικά αντικείμενα αξίας από την Κίνα και την Λατινική Αμερική. Χάρις σ' αυτή την ζήτηση, η Κίνα (συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ) ξεπέρασε τις ΗΠΑ ως τη μεγαλύτερη παγκόσμια αγορά τέχνης και αντικειμένων αξίας, αντιπροσωπεύοντας το 30% της παγκόσμιας αγοράς τέχνης το 2011 έναντι του 29% για τις ΗΠΑ.

Ένα ακόμη επενδυτικό καταφύγιο για τους HNWI το 2011 ήταν η αγορά κοσμημάτων, πολύτιμων λίθων και ρολογιών πολυτελείας. Η αγορά αυτή λόγω της αυξημένης ζήτησης εκτινάχθηκε μέσα στο 2011 με τα διαμάντια να έχουν τον πρώτο λόγο στις προτιμήσεις των επενδυτών αυξάνοντας τις τιμές τους κατά 20% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο.

Αύξηση παρατηρήθηκε και σε άλλα συλλεκτικά είδη πολυτελείας για επενδυτές, όπως είναι τα κρασιά, οι αντίκες, και τα αναμνηστικά. Η αγορά αυτή γνώρισε αποκλίνουσες τάσεις με το πρόσημο της αμπελοοινικής αγοράς του 2011 να είναι αρνητικό, ενώ τα σπάνια γραμματόσημα συνέχισαν να αποτελούν ελκυστική επιλογή για τους επενδυτές με όλους τους δείκτες να αυξάνονται εντυπωσιακά μέσα το 2011.

Κοιτάζοντας το 2012, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, η αγορά για την τέχνη και τα διαμάντια παραμένει ανοδική, αλλά οι περισσότερες άλλες κατηγορίες έχουν μικτές προοπτικές και εξαρτώνται από την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας. Οι HNWI έχουν σαφώς κίνητρο να αποκτήσουν περισσότερες επενδύσεις του πάθους για λόγους που δεν είναι μόνο οικονομικοί. Οι επενδύσεις αυτές θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν ένα ρόλο στα χαρτοφυλάκια των HNWΙ τα επόμενα χρόνια, ειδικά για HNWI που αναζητούν επενδύσεις με χαμηλή συσχέτιση με τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές.

Και καθώς το πιο πλούσιο 0,15% του παγκόσμιου πληθυσμού του πλανήτη θα αναζητά καταφύγια ασφαλείας για τις επενδύσεις του, η πίεση να ρευστοποιηθούν τα φυσικά πλούτη των χωρών του πλανήτη θα αυξάνεται δραματικά. Άλλωστε, οι περιουσίες των 11 εκατομμυρίων HNWI αρκούν για να αγοράσουν και να πουλήσουν μια χώρα σαν την Ελλάδα 210 φορές. Όσο θα αυξάνει ο παρασιτισμός των περιουσιών όσων βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας, τόσο περισσότερο θα διογκώνονται τα προβλήματα των οικονομιών, τα χρέη, τα ελλείμματα, κοκ, τόσο περισσότερο θα δυσκολεύει ο βιοπορισμός για την μεγάλη πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού.

Ας έχουμε κατά νου τα εξής:

Αν οι πολύ πλούσιοι της Ευρώπης εξαναγκάζονταν να πληρώσουν ένα έκτακτο ετήσιο φόρο της τάξης του 24%, αυτό θα μείωνε το δημόσιο χρέος και των 27 κρατών μελών της ΕΕ κάτω από το 60%.

Αν εξαναγκάζονταν να πληρώσουν έναν φόρο της τάξης του 14%, αυτός θα αρκούσε για να πληρωθεί το σύνολο του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας και της Ισπανίας.

Αν οι πιο πλούσιοι άνθρωποι της Ευρώπης που σημειωτέον δεν ξεπερνούν τα 3 εκατομμύρια άτομα, εξαναγκάζονταν να πληρώνουν έναν ετήσιο φόρο της τάξης του 5% επί της περιουσίας τους, τότε το σύνολο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων των κυβερνήσεων της ΕΕ θα έπεφτε κάτω από το 3%.

Αν επιβαλλόταν ένας ετήσιος φόρος της τάξης του 1% σε όλους τους πιο πλούσιους των ΗΠΑ, αυτό θα ήταν αρκετό για να εξαλείψει ολόκληρο το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ, τόσο του ομοσπονδιακού κράτους, όσο και των πολιτειών.

Αν επιβαλλόταν ένας ετήσιος φόρος της τάξης του 0,5% επί των περιουσιών αυτών των 11 εκατομμυρίων πιο πλούσιων ανθρώπων του πλανήτη, τότε θα μπορούσε να αυξηθεί το ετήσιο εισόδημα όλων των εργατοϋπαλλήλων του πλανήτη κατά 4,5 φορές!

Αν αφαιρούσαμε κάθε χρόνο το 6% από τον πλούτο αυτού του πιο πλούσιου 0,15% του παγκόσμιου πληθυσμού, τότε θα μπορούσαμε να εξαφανίσουμε την πείνα από τον πλανήτη και θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε τον βιοπορισμό στο πάνω από 1 δις ανθρώπων που λιμοκτονούν κάθε έτος.

 

2004

2005

2006

2007

2008

2009

2010

2011

Χρηματιστικός Πλούτος1

30,7

33,3

37,2

40,7

32,8

39,0

42,7

42,0

Αριθμός Πολύ Πλουσίων2

8,2

8,7

9,5

10,1

8,6

10,0

10,9

11,0

Εισόδημα εργατοϋπαλλήλων1

0,24

0,27

0,32

0,39

0,46

0,43

0,45

0,46

Παγκόσμιο ΑΕΠ1

42,2

45,6

49,5

55,8

61,2

57,9

63,1

69,9

1.     Τρις δολάρια

2.     Εκατομμύρια

Πηγή: World Wealth Report, 2012 και Παγκόσμια Τράπεζα.

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 18 Ιουλίου 2012, http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2012/07/blog-post_18.html

ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ ΙΙ

ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ:

Ανεξάρτητα από το ποιό φάρμακο προτείνουν κάθε φορά οι πολιτικοί ναυαγοσώστες της Ευρωζώνης στα κράτη και στους θεσμούς της, ο ευρωπαίος ασθενής όχι μόνο δεν αναρρώνει, αλλά αρρωσταίνει περισσότερο – με το εφιαλτικό σενάριο της διάλυσης να παραμένει ανέπαφο – Μέρος ΙΙ

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ

ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ

Η αύξηση των πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας (από έλλειμμα -1% σε πλεονάσματα 5%), η οποία προκλήθηκε κυρίως από το πάγωμα των μισθών των εργαζομένων (από +0,9% στο -0,8%, όταν σε όλες τις άλλες χώρες οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν), έχει μία διπλή ανάγνωση:

(α) η μειωμένη εσωτερική ζήτηση, λόγω του περιορισμού της αγοραστικής ικανότητας των εργαζομένων, είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση των εισαγωγών και

(β) οι χαμηλοί μισθοί αύξησαν την ανταγωνιστικότητα της χώρας, με αποτέλεσμα να διευκολυνθούν οι εξαγωγές της, παρά το ότι δεν ακολούθησαν μεγάλες επενδύσεις – κυρίως όμως λόγω της αύξησης των εισαγωγών των χωρών της ΕΕ, στις οποίες οι μισθολογικές αυξήσεις οδήγησαν σε μεγαλύτερη κατανάλωση τους πληθυσμούς τους.

Σε τελική ανάλυση λοιπόν, το βασικό αποτέλεσμα των γερμανικών μεταρρυθμίσεων ήταν η ραγδαία αύξηση των πλεονασμάτων του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών (από 4-8% του ΑΕΠ μετά το 2005) – η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της οφειλόταν στην αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό.

Εν τούτοις, οι γερμανικές επιχειρήσεις δεν μετέφεραν το χαμηλότερο κόστος τους (λόγω του περιορισμού των αμοιβών των εργαζομένων τους) εξ ολοκλήρου στις τιμές των προϊόντων τους – με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα εισοδήματα (κέρδη) των επιχειρηματιών, καθώς επίσης των ιδιοκτητών κεφαλαίου.

Κατ' επακόλουθο, τα υψηλά εισοδηματικά στρώματα αύξησαν τις αποταμιεύσεις τους – ενώ τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα αναγκάσθηκαν να αποταμιεύουν επίσης περισσότερο, λόγω των αλλαγών στα συνταξιοδοτικά προγράμματα, καθώς επίσης σε αυτά της υγειονομικής περίθαλψης (μειώσεις, οι οποίες υποχρέωναν τους πολίτες να φροντίζουν μόνοι τους για το μέλλον, ιδίως μετά τη συνταξιοδότηση τους).  

Η αύξηση αυτή των αποταμιεύσεων και από τις δύο εισοδηματικές τάξεις, αφενός μείωσε περαιτέρω την εσωτερική κατανάλωση (άρα τις εισαγωγές), αφετέρου αύξησε τα διαθέσιμα κεφάλαια των Γερμανών – τα οποία οδηγήθηκαν από το χρηματοπιστωτικό κλάδο στο εξωτερικό, επειδή δεν διενεργούνταν αρκετές επενδύσεις στο εσωτερικό, παρά τις μεγάλες φοροελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις.

Οι οφειλέτες λοιπόν του εξωτερικού εισέπρατταν (δανείζονταν) ουσιαστικά τις αποταμιεύσεις των Γερμανών – με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ζήτηση στις χώρες τους, η οποία μεγέθυνε με τη σειρά της τις γερμανικές εξαγωγές (εν μέρει «μερκαντιλιστικά»), οι οποίες πληρώνονταν με δάνεια εκ μέρους της Γερμανίας.    

Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΣΤΟ ΝΟΤΟ

Όπως συμπεραίνεται από τις δηλώσεις πολλών Γερμανών και Ευρωπαίων πολιτικών ή/και τεχνοκρατών (ακόμη και από αυτές του ύπατου αρμοστή στην Ελλάδα), για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, οι οποίες χαρακτηρίζονται από ελλειμματικά εμπορικά ισοζύγια και αρνητικούς προϋπολογισμούς, προτείνεται το γερμανικό μοντέλο – ως η ιδανική στρατηγική για να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα τους.

Είναι όμως δυνατόν να δημιουργήσει αυτό το μοντέλο ανάπτυξη και να μειώσει την ανεργία σε χώρες οι οποίες στο παρελθόν, σε αντίθεση με τη Γερμανία, χαρακτηρίζονταν από αυξήσεις τόσο των μισθών, όσο και της εσωτερικής κατανάλωσης – η οποία οδηγούταν κυρίως σε εισαγωγές από άλλες χώρες, εις βάρος των δικών τους επιχειρήσεων και της παραγωγικής τους βάσης;    

Η γερμανική εμπειρία, πάντοτε κατά την F.E.S., προκαλεί μεγάλες αμφιβολίες, αφού τόσο η ανάπτυξη, όσο και η καταπολέμηση της ανεργίας στη Γερμανία δεν οφείλονται στις διαρθρωτικές αλλαγές και στις μεταρρυθμίσεις, αλλά στην αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό και στην υπερχρέωση των χωρών του νότου. Η ζήτηση αυτή λειτούργησε για τη Γερμανία σαν ένα μεγάλο πολυετές πρόγραμμα ανάπτυξης «τύπου Marshall», ύψους περίπου 4% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση.

Η συγκεκριμένη στρατηγική λοιπόν θα μπορούσε να έχει επιτυχία, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εάν οι χώρες του Βορά αναλάβουν το ρόλο αυτό (αύξηση της κατανάλωσης τους, με τη βοήθεια της αύξησης των μισθών και του δανεισμού, με προϊόντα εισαγωγής από τις χώρες του Νότου) – εάν αποδεχθούν δηλαδή τόσο ελλειμματικά εμπορικά ισοζύγια, όσο και έναν μέτριο πληθωρισμό (κάτι που δεν φαίνεται να επιθυμούν, με πρώτη από όλες τη Γερμανία).

Χωρίς όμως αυτήν την προϋπόθεση, η πολιτική λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόζεται στις χώρες του νότου (με εξαίρεση ίσως την Ιρλανδία, αν και τα οφέλη τα καρπώνονται οι ξένες βιομηχανίες που έχουν εγκατασταθεί εκεί, λόγω της χαμηλής φορολόγησης), θα οδηγήσει σε μία εκτεταμένη ύφεση – όπου ναι μεν θα περιορίζονται τα ελλείμματα των υπερχρεωμένων κρατών, αλλά με ένα πολύ υψηλό τίμημα: την εξαθλίωση των λαών τους, τη λεηλασία του πλούτου τους και την απόλυτη αδυναμία ανάπτυξης, για πολλά έτη.

Παράλληλα, η διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων και ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους, τον οποίο προκάλεσαν οι διαρθρωτικές αλλαγές στη Γερμανία, απειλεί να επεκταθεί σε όλη την Ευρώπη – γεγονός που μάλλον δεν θα οδηγήσει τους ιδιοκτήτες κεφαλαίων σε παραγωγικές επενδύσεις (λόγω μειωμένης ζήτησης), οι οποίες θα προκαλούσαν ανάπτυξη, αλλά στα χρηματιστήρια και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. 

Η ανάπτυξη χρειάζεται ισχυρή ζήτηση, η οποία μπορεί να προκληθεί μόνο από μία δικαιότερη αναδιανομή των εισοδημάτων, προς όφελος των λιγότερο προνομιούχων – αφού οι αυξημένες απολαβές των υψηλότερων εισοδηματικών τάξεων δεν οδηγούνται στην κατανάλωση αλλά στις αποταμιεύσεις, οι οποίες διοχετεύονται σε επενδύσεις και προκαλούν ανάπτυξη, μόνο εάν υπάρχει καταναλωτική ζήτηση.   

Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ

Κανένας δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκλείει τίποτα – επομένως ούτε τα ευρωομόλογα, ούτε το ΕΝΤ, ούτε τη δημοσιονομική και πολιτική ένωση ισότιμων μεταξύ τους κρατών, με στόχο μία Ευρώπη των πολιτών της (όσο ουτοπικό και αν ακούγεται – αν και οι δηλώσεις της Φιλανδίας, σχετικά με το ότι εξετάζει την έξοδο της από το ευρώ, κάτι που είχαμε προβλέψει στο άρθρο μας «Η ημέρα Δέλτα», δεν προμηνύουν τα καλύτερα).

Εν τούτοις, τόσο οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής, όσο και η πρόσφατη μείωση των επιτοκίων εκ μέρους της ΕΚΤ, ήταν κυρίως προς όφελος των τραπεζών – ενώ απλά καθυστερούν το μοιραίο, όπως μοιάζει να είναι η διάλυση της Ευρωζώνης. Στον Πίνακα ΙΙ φαίνεται το μέγεθος των συστημικών τραπεζών σε ορισμένες χώρες:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ποσοστά των συνολικών ισολογισμών των συστημικών τραπεζών, ως προς το ΑΕΠ της χώρας (σε περίπου μεγέθη)

Κράτος

Ποσοστό προς ΑΕΠ

 

 

Γαλλία

290%

Ολλανδία

210%

Ισπανία

102%

Γερμανία

100%

Ιταλία

60%

Πηγή: Bruegel. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ, η χώρα που κινδυνεύει περισσότερο από όλες τις άλλες από μία ενδεχόμενη κατάρρευση των τραπεζών είναι η Γαλλία – η οποία είναι επί πλέον πάρα πολύ εκτεθειμένη στις χώρες του Νότου. Επομένως ωφελήθηκε σημαντικά από τις αποφάσεις της συνόδου, γεγονός που επεξηγεί την σχετικά ουδέτερη θέση του προέδρου της.

Στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί αναφέρονται ορισμένοι βασικοί δείκτες της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Γαλλίας, επίσης της Ελλάδας για σύγκριση, από τους οποίους διαφαίνονται οι τεράστιοι κίνδυνοι από τις οφειλές των χωρών μεταξύ τους:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Βασικοί οικονομικοί δείκτες σε ευρώ, τέλη Ιουνίου του 2011 (προβλέψεις)

Δείκτες

Γαλλία

Ιταλία

Ισπανία

Ελλάδα

 

 

 

 

 

ΑΕΠ

1,8 τρις

1,2 τρις

0,7 τρις

0,2

Εξωτερικό χρέος

4,2 τρις

2,0 τρις

1,9 τρις

0,4

Εξωτερικό χρέος / κάτοικο

66.508

32.875

41.366

38.073

Εξωτερικό χρέος / ΑΕΠ

235%

163%

284%

252%

Δημόσιο χρέος / ΑΕΠ

87%

121%

67%

*135%

Οφειλές σε Γερμανία

123,5 δις

120,0

131,7

15,9

Οφειλές σε Βρετανία

227,0 δις

54,7

74,9

9,4

Οφειλές στις Η.Π.Α.

202,1 δις

34,8

49,6

6,2

Οφειλές προς Γαλλία

,/.

309,0

112,0

41,4

 * Μετά τη διαγραφή                                                                                              

Πηγή: BBC (BIS, IMF, World Bank, UN Population Division). Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως συμπεραίνουμε από τον Πίνακα ΙΙΙ, η Γαλλία είναι πολύ εκτεθειμένη με δάνεια στην Ιταλία και στην Ισπανία (στην Ελλάδα επίσης), οπότε δεν θα ήθελε με κανέναν τρόπο να συμβεί κάτι στις δύο αυτές χώρες. Από τα δική της πλευρά τώρα, οφείλει πάρα πολλά στη Γερμανία, στη Μ. Βρετανία και στις Η.Π.Α. (79,8 δις € στην Ιαπωνία) – οπότε τα κράτη αυτά δεν θα ήθελαν να συμβεί κάτι στη Γαλλία. 

Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω, αυτό που κατά πολλούς συνέβη κατά τη διάρκεια της σύσκεψης ήταν «μία πυγμαχία στο παρασκήνιο» – όπου ο Ιταλός πρωθυπουργός, παρά τον ξεκάθαρο «εκβιασμό» του (αποχώρηση από το ευρώ, ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά επικίνδυνο για τη Γερμανία) δεν νίκησε, ενώ η γερμανίδα καγκελάριος δεν έχασε (αφού δεν έκανε καμία σοβαρή παραχώρηση). Ειδικότερα τα εξής:

(α) Οι αγορές ομολόγων από τον ESM, στα πλαίσια των κανόνων της συμφωνίας του Μάαστριχτ, χωρίς αύξηση των κεφαλαίων του (500 δις €) και χωρίς την εκχώρηση τραπεζικής άδειας, όπως συμφωνήθηκε, δεν έχουν κανένα νόημα – ειδικά αφού η Ιταλία έχει σε κυκλοφορία ομόλογα του δημοσίου της ύψους περί τα 2 τρις €, ενώ η Ισπανία επίσης αρκετά.

(β) Ο μοναδικός θεσμός, ο οποίος μπορεί να αγοράσει ομόλογα των χωρών της Ευρωζώνης σε μεγάλες ποσότητες είναι η ΕΚΤ – η οποία όμως δεν εξουσιοδοτήθηκε για κάτι τέτοιο.

(γ) Η επόμενη συμφωνία, η απ' ευθείας διάσωση δηλαδή των τραπεζών από τον ESM, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο μετά από την λειτουργία ενός μηχανισμού ελέγχου των τραπεζών – κάτι που μάλλον θα διαρκέσει αρκετό καιρό.

Το «πακέτο μέτρων» λοιπόν που συμφωνήθηκε λέγεται πως ήταν μία πανηγυρική νίκη της θεατρικής εικόνας, του ψέματος δηλαδή, απέναντι στην καθημερινή πραγματικότητα, στην αλήθεια – ενώ θα μπορούσε στο παρελθόν να είχε κερδίσει κανείς πολλά χρήματα, εάν στοιχημάτιζε πριν από κάθε σύνοδο στην άνοδο των χρηματιστηρίων και αμέσως μετά στην πτώση. Από την άλλη πλευρά, η άνοδος των επιτοκίων δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας συνεχίζεται, ενώ η κρίση θα επιστρέψει δριμύτερη, το αργότερο μετά το καλοκαίρι.     

Θα είναι αλήθεια πρόθυμη τότε η καγκελάριος να συμφωνήσει στα ευρωομόλογα ή να επιτρέψει τη λήψη τραπεζικής άδειας από τον ESM, έτσι ώστε ο τελευταίος να δανείζεται από την ΕΚΤ και να μπορεί να αγοράζει απεριόριστες ποσότητες ομολόγων;

Μάλλον όχι, γεγονός που θα σήμαινε ότι, η επιστροφή μίας ισχυρότερης κρίσης, σε συνδυασμό με την ύφεση σε ολόκληρη την ΕΕ, με τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης στις Η.Π.Α., στην Κίνα, στη Βραζιλία, στην Ινδία κλπ., θα οδηγούσε την Ευρωζώνη στα όρια της.

Επομένως, η σύσκεψη κορυφής ίσως να μην ήταν ένα ακόμη βήμα προς την ενοποίηση της Ευρώπης, όπως υποτέθηκε αρχικά, αλλά ένα ακόμη βήμα προς την ανεξέλεγκτη  διάλυση – η οποία θα προκαλούσε ένα παγκόσμιο κραχ ανυπολόγιστων διαστάσεων.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, "τι θα μπορούσε να διαπραγματευθεί κανείς στη σύνοδο κορυφής, όταν ο πρωθυπουργός τόνιζε στην επίσημη επιστολή του ότι «η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας αποδέχεται την ιδιοκτησία του προγράμματος σταθεροποίησης και είναι πλήρως δεσμευμένη στους στόχους, στους αντικειμενικούς σκοπούς και σε όλες τις βασικές πολιτικές του προγράμματος";

Κυβέρνηση, «πλήρως δεσμευμένη» σε όλες τις βασικές πολιτικές των συνδίκων του διαβόλου, των μπράβων των τοκογλύφων καλύτερα, είναι προφανές ότι ούτε θέλει, ούτε μπορεί να διεκδικήσει οποιαδήποτε βελτίωση των όρων του Μνημονίου – με αποτέλεσμα να οδηγείται η Ελλάδα, ερήμην των πολιτών της, στη στάση πληρωμών και στη δραχμή. Πόσο μάλλον όταν η αντιπολίτευση, στο συντριπτικό της ποσοστό, δεν φαίνεται ικανή να επωμισθεί εναλλακτικά τη διακυβέρνηση της χώρας – αφού οι λύσεις και τα στελέχη που προτείνει δεν πείθουν, έστω σε κάποιο βαθμό, ούτε τους ίδιους τους υποστηρικτές της.  

Ολοκληρώνοντας, ο κίνδυνος χρεοκοπίας της πατρίδας μας, δυστυχώς μετά τη λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας της (αποκρατικοποιήσεις κοινωφελών, κερδοφόρων μονοπωλιακών επιχειρήσεων κλπ.), καθώς επίσης μετά την εξαθλίωση των πολιτών της, είναι μεγαλύτερος από ποτέ – ειδικά εάν συνεχίσει να επιμένει ανόητα στην ιδιοκτησία του προγράμματος σταθεροποίησης (!) και στην πιστή εφαρμογή των εντολών των εισβολέων.

Παράλληλα, η αντίστροφη μέτρηση για την Ελλάδα, για την Ευρώπη και για ολόκληρη τη Δύση συνεχίζεται – ενώ ουσιαστικά η γεωπολιτικές εξελίξεις (οι συνεχείς ανακοινώσεις εγκλημάτων στη Συρία από τη Διεθνή Αμνηστία και τις υπόλοιπες, δήθεν ανθρωπιστικές οργανώσεις που έχουν επωμισθεί το marketing και τις δημόσιες σχέσεις του πολέμου, αποτελεί ένα μάλλον ασφαλές δείγμα), προηγούνται ήδη των οικονομικών.

Εν τούτοις, ίσως επικρατήσει στο τέλος η κοινή λογική – οπότε θα μπορέσει η πατρίδα μας να ξεφύγει, με σχετικά ελεγχόμενες ζημίες, από τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της. Επίσης η Ευρώπη και η Δύση, η οποία δεν θα θέσει ανόητα σε κίνδυνο όλα όσα πέτυχε να δημιουργήσει τους τελευταίους αιώνες. 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 07. Ιουλίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2642.aspx#.T_gKpZGHrgl