Αρχείο κατηγορίας Θεολογικά διακροτήματα

Θεολογικά διακροτήματα

Χριστός, σημείον αντιλεγόμενον

Χριστός, σημείον αντιλεγόμενον 

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

 

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, που έχει ως πηγή την Παναγία, παρουσιάζει στο ευαγγέλιό του χαρακτηριστική σκηνή του τρόπου με τον οποίο ο άνθρωπος διαχρονικά τοποθετείται έναντι του προσώπου του Χριστού. Είναι αυτή η σκηνή των δύο ληστών, που συσταυρώνονται εκατέρωθεν του Χριστού. Πόσο διαφορετική η στάση τους απέναντι Του!

Ο ένας ληστής ακούγοντας τους χλευασμούς των παρευρισκομένων ιουδαίων προσθέτει σ' αυτούς βρισιές κατά του συσταυρωμένου Ιησού και λέγει: "Αν είσαι συ ο Χριστός, σώσε τον εαυτό σου και εμάς". Ο ληστής αυτός αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους που βιώνουν την κοσμική βεβαιότητα υπό πο ικίλες μορφές. Είναι απόλυτα πεπεισμένοι ότι ο κώδικας αξιών, τον οποίο έχουν αποδεχθεί και προς τον οποίο έχουν εναρμονίσει τον βίο τους, είναι απολύτου και διαχρονικού κύρους. Δεν έχουν ουδεμία διάθεση αυτοκριτικής και επανεξέτασης της πορείας τους. Δεν αναλογίζονται το άδηλο και ευμετάβλητο της ισχύος εκ της εξουσίας ή του χρήματος (τόσο οι ηγέτες και οι πλουτούντες, όσο και οι οπαδοί και οι οσφυοκάμπτες κόλακες). Φυσιώνονται από την πληθώρα των γνώσεων ή την αναγνώριση των ταλέντων, ωσάν να αποτελούν αυτά αξίες καθ' εαυτές. Τέλος μπορεί να ζουν, όπως και οι άρχοντες των ιουδαίων, με τη βεβαιότητα ότι έχουν υποχρεώσει τον Θεό!

 Ο πρώτος ληστής θέλει να επωφεληθεί από εκείνη την πρώτη και συμπτωματική γνωριμία με τον Ιησού, για να σώσει τη ζωή του! Το ίδιο και οι συνοδοιπόροι του, αρνητές ή αμφιβάλλοντες, στην πρώτη δοκιμασία ( προσωπική σταύρωση) κραυγάζουν: "Αν υπάρχεις, Θεέ μου, σώσε με". Οι ιουδαίοι θέλουν να περάσει ο Χριστός και την τελευταία δοκιμασία, να κατεβεί δηλαδή από τον σταυρό, για να πιστέψουν σ' Αυτόν. Όσοι ιουδαΐζουν (ασθένεια ιδιαίτερα διαδεδομένη στο χώρο της δυτικής χριστιανοσύνης) ζώντας με τη βεβαιότητα της απόλυτης ικανοποίησης του Θεού από τη στάση ζωής τους, μπροστά στην ίδια δοκιμασία αναφωνούν: "Γιατί σ' εμένα, Θεέ μου;".

Τόσο οι μεν όσο και οι δε είναι ανήμποροι να κατανοήσουν δύο βασικά πράγματα, την μεγάλη αξία της προσωπικής μας ελευθερίας, ως δώρου Θεού, και την απόλυτη αγαθότητά Του. Οι πρώτοι, έχοντας απωλέσει την αίσθηση της κατά Θεόν ελευθερίας λόγω της υποδούλωσης στα πάθη, καυχώνται για την ελευθερία στην άρνηση του Θεού. Και είναι άξιο παρατήρησης ότι ο αθεϊσμός είναι σύλληψη της διανόησης σε χριστιανικές λεγόμενες κοινωνίες. Εκεί όπου, όπως γράψαμε, επλεόνασε στο παρελθόν η ψευδής αντίληψη της ικανοποίησης του Θεού και στις ημέρες μας η εκκοσμίκευση της πίστης. Στο όνομα δήθεν της ελευθερίας οι μεν αρνούνται τον Θεό. Στο όνομα της "υποχρέωσης του Θεού" οι δε καυχώνται ως "διαχειριστές του σχεδίου του Θεού"!

Τόσο οι μεν όσο και οι δε αρνούνται στην ουσία τον Θεό, γιατί αρνούνται τη σταύρωση-δοκιμασία (μακάριοι οι πενθούντες), ενώ σπέρνουν διαρκώς δοκιμασίες στους άλλους. Τον αρνούνται, γιατί ποθούν διακαώς την προβολή (μακάριοι οι πραείς), γιατί είναι ακόρεστοι και άπληστοι (μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνη), γιατί είναι εγωπαθείς και σπάταλοι (μακάριοι οι ελεήμονες), γιατί είναι ακάθαρτοι στην ψυχή (μακάριοι οι καθαροί στην ψυχή), γιατί σπέρνουν πολέμους από τον γείτονα ώς τα άστρα (μακάριοι οι ειρηνοποιοί), γιατί επιδιώκουν το κακό και το άδικο (μακάριοι όσοι διώκονται για το καλό), γιατί είναι αλαζόνες και υπερήφανοι (μακάριοι οι ταπεινοί στο φρόνημα, οι λοιδορούμενοι ως "πτωχοί τω πνεύματι" Άφησα τελευταίο τον πρώτο μακαρισμό του Χριστού, για να τονίσω την βασική προϋπόθεση επίτευξης των επομένων στόχων). Τέλος κάποιοι επιρρίπτουν στην απόλυτη Αγαθότητα το κακό επί της γης, για να αποδείξουν δια της εις άτοπον απαγωγής τη μη ύπαρξη του Θεού!                              

 Ο άλλος ληστής, ίσως επιβαρυμένος με τις ίδιες εγκληματικές πράξεις, κρατά στάση πολύ διαφορετική. Επιπλήττει τον "συνάδελφό" του στο έγκλημα με τα ακόλουθα: "Δεν φοβάσαι τον Θεό, ενώ υποφέρεις το ίδιο βασανιστήριο; Και εμείς δίκαια τιμωρούμαστε. Απολαμβάνουμε αντάξια των πράξεών μας. Αυτός όμως δεν έπραξε κανένα άτοπο". Ο ληστής αυτός αντιπροσωπεύει όλους τους ανθρώπους που ζουν με τη διαρκή αμφιβολία περί της ορθότητας της πορείας τους στη ζωή. Δεν επιχειρούν ανά πάσα στιγμή την αυτοδικαίωση και όταν βρεθούν μπροστά στην καταφρονεμένη και καταδικασμένη αθωότητα, επαναστατούν κατά του εαυτού τους. Δεν αναζητούν δικαιολογίες, για να ελαφρύνουν τη θέση τους. Αποδέχονται το μεγαλείο της Αλήθειας, μετανοούν και ζητούν ταπεινά τη συγχώρηση.

Ο ληστής αυτός είναι ο πρώτος ένοικος της βασιλείας του Θεού! Αποτελεί σκάνδαλο της "θείας αδικίας", για εκείνους τους "πιστούς" που "υποχρέωσαν τον Θεό" υπηρετώντας Τον από μικρά παιδιά. Αποτελεί σκάνδαλο και για άλλους, γιατί του χαρίστηκαν τα πάντα επειδή την έσχατη στιγμή μετανόησε (μετρά αυτό με τα ανθρώπινα κριτήρια; Η μεταμέλεια δεν ακυρώνει τη θανατική καταδίκη). Αποτελεί πρόφαση και για τρίτους που "προγραμματίζουν" την μετάνοια στα γεράματα υπό το βαρύ κλίμα του επερχομένου σ' αυτά θανάτου. Πίσω από τον ευγνώμονα ληστή στοιχίζονται οι διαχρονικά μετανοημένοι αμαρτωλοί. Είναι εκείνοι που σε κάποια στιγμή της ζωής τους, επειδή ήσαν "πτωχοί τω πνεύματι", άρπαξαν την ευκαιρία που δόθηκε και στον ληστή. Είναι πρώτος ο εκατόνταρχος του Γολγοθά, που κραύγασε "αλήθεια αυτός ήταν γυιός Θεού", ο μετέπειτα μάρτυς Λογγίνος. Ακολούθησαν τελώνες, πόρνες, ληστές και πολλοί απλοί άνθρωποι, τα ονόματα των οποίων δεν τα έγραψαν οι ιστορικοί σε βιβλία, αλλά και άλλοι σημαντικοί και κατά την εξουσία και κατά την ευμάρεια και κατά τη γνώση (ο πλέον διαδεδομένος στη Δύση μύθος είναι αυτός των πιστών ως διανοητικά υποδεεστέρων). Καθένας τους αισθάνθηκε βαθειά τη συγκίνηση από την αγιότητα του βίου, την τόσο καταφρονεμένη από τον κώδικα αξιών του κόσμου τούτου.

Και άλλοι είδαν τα συμβάντα που είδε ο εκατόνταρχος, όμως δεν επωφελήθηκαν από την ευκαιρία που τους δόθηκε. Οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο, αρκέστηκαν στο όφελος εκ της δωροδοκίας. Άλλοι ήσαν αλυσσοδεμένοι με τις τιμές και τα αξιώματα του κόσμου τούτου, άλλοι υπήρξαν δεσμώτες των παθών και άλλοι της διανοητικής τους υπεροχής. Όλοι αυτοί ενώπιον του Κριτού θα ζήτησαν ασφαλώς τη χάρη του πλουσίου καταφρονητού του φτωχού Λαζάρου: "Στείλε κάποιον νεκρό στη γη, να τον δουν, να τρομάξουν, να αλλάξουν ζωή, ώστε να σωθούν"!

Το αιώνιο πρόβλημα της ελευθερίας, το πλέον ακανθώδες σήμερα πρόβλημα στον δυτικό κόσμο! Από τους ιουδαίους, των οποίων ταλάνιζε την ψυχή ο Χριστός με το να μην φανερώνει τη δύναμή Του, ως τους σύγχρονους αρνητές οι πάντες αισθανόμαστε βαρύ το φορτίο της προσωπικής ελευθερίας. Γι' αυτό και σπεύδουμε να την εναποθέσουμε στα πόδια του οποιουδήποτε αυτόκλητου σωτήρα με αντάλλαγμα την απεμπόληση της ευθύνης και της οδύνης κατά τη λήψη των αποφάσεων, ενώ πεισματικά, στο όνομα της ελευθερίας και αυτό είναι το τραγικό, αρνούμαστε τον ζυγό του Χριστού! Όμως ο Χριστός στέκει προκλητικός στο ιστορικό στερέωμα επί δύο χιλιάδες χρόνια. Στη λήθη αντιστέκεται η Αλήθεια. Κανένας "ορθολογισμός" δεν μπορεί να παραβλέπει αυτό. Αν η Ανάστασή Του μας είναι τόσο ανυπόφορη, αυτό έχει απλή και ξεκάθαρη εξήγηση!

                                               

"ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ", 03-04-2010

Η υποκρισία της "Ανάστασης"

Η υποκρισία της "Ανάστασης"

 

Του Θεόδωρου Ε. Παντούλα

 

«Όσο υπάρχουν άνθρωποι που αδικούνται και βασανίζονται ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Έτσι έγραφε μια αφίσα που με σπουδή κνίτη ξεκολλούσαν οι θρησκευόμενοι της γειτονιάς μου, οι οποίοι, προφανώς, πιστεύουν ότι η ανάσταση του Κυρίου έγινε για να ανταλλάσουμε ψοφοδεείς ευχές και να βαρυστομαχιάζουμε κάθε άνοιξη.

Ας είμαστε έντιμοι ετούτες τις ημέρες. Μια αργία κοντά στις άλλες είναι και το παραθεωρημένο Πάσχα μας, αφού οι περισσότεροι είμαστε αμέτοχοι στο αν αστάσιμο, στο χαροποιόν πένθος του. Επετειακά λιβανισμένοι κι ανυποψίαστα δυστυχισμένοι,  ξοδεύουμε αστόχαστα τις ανάλατες ημέρες μας με έγνοιες του συρμού και του διασυρμού, παντελώς άσχετες με τον εθελούσιο θάνατο του Θεού.

 Σε αντίθεση όμως μ' εμάς που πανηγυρίζουμε με κροτίδες τους μικρούς καθημερινούς θανάτους μας, θυμάμαι την ολιγογράμματη γιαγιά μου, άνθρωπο απονήρευτο, που νήστευε όλη την Σαρακοστή. Νηστεία αληθινή. Όχι faux. Ελιά και παξιμάδι. Έπιανε το στασίδι της στην εκκλησιά, στόλιζε τον επιτάφιο με λουλούδια από τον μικρό της κήπο κι έκλαιγε τον Εσταυρωμένο, τον «πρωτότοκο των νεκρών», με μια ειλικρινή, ολόκαρδη και διόλου γλυκανάλατη θλίψη. Μια θλίψη που την επλάτυνε τόσο όσο η ανυπόκριτος συντριβή της να χωράει όλη την απελπισία του κόσμου. Με όλες τις σκοτούρες που είχε η χαροκαμένη ζωή της, βλαστήμια δεν την άκουσα ποτέ να ξεστομίζει. «Έχει ο Θεός», έλεγε. Κι είχε – τουλάχιστον για όποιον, σαν εκείνη, καταδεχόταν τα πλούτη της εντίμου πενίας του.

 Πολύ φοβούμαι πως σήμερα αυτά που «έχει ο Θεός» δεν τα θέλουμε. Προτιμούμε το σφαχτό από το σφάγιο! Όσο για την «Εκκλησία του Χριστού» αυτή μάλλον δεν πολυλογαριάζει την συντριβή των γιαγιάδων μας κι αναπαύεται στην βολική αυταπάτη της «επικρατούσης θρησκείας». Μια θρησκείας που σκιάζεται το μικρό ποίμνιο γραιών και χάνεται μες στην πολύ συνάφεια της εκάστοτε πολιτείας. Κοντολογίς  αφήνει τα μαρμαρένια αλώνια και διασύρεται στα σαλόνια. Όμως μια εκκλησία που δεν μαρτυρά, μάλλον, εκκλησία δεν είναι.

 Η πόρνη κι ο ληστής συγχωρέθηκαν. Οι υποκριτές πολύ φοβάμαι όχι. Κι απ' αυτούς τους άσωτους, δεν εξαιρώ ούτε την μεγαλόστομη αφεντιά μου – εκτός κι αν αξιωθούμε μιαν Ανάσταση χωρίς εκπτώσεις και κυρίως χωρίς εισαγωγικά. Μιαν Ανάσταση δηλαδή χωρίς αδικημένους και βασανισμένους.

 

Ω γλυκύ μου έαρ

γλυκύτατόν μου τέκνον

πού έδυ σου το κάλλος;

 

εφ. Σφήνα 1/4/2010

 

Του καλού… υπόκοσμου!…

Του καλού… υπόκοσμου!…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου»!

 

Όχι πριν δυο χιλιάδες χρόνια εκεί στα Ιεροσόλυμα. Αλλά εδώ και τώρα! Ο Χριστός ξανασταυρώνεται! Στο πρόσωπο των απανταχού της Γης «ελάχιστων αδελφών» του. Των εκατομμυρίων ανθρώπων, που δεινοπαθούν από τη φτώχεια και τους πολέμους και πεθαίνουν από την πείνα και την κακουργία. Όχι επειδή οι χώρες τους είναι φτωχές και οι ίδιοι τεμπέληδες, όπως οι σταυρωτές και τα φερέφωνά τους διατυμπανίζουν. Αλλά επειδή οι σταυρωτές κλέβουν τον πλούτο της χώρας τους και τον ιδρώτα του προσώπου τους.

Και ποιοι είναι οι σταυρωτές;

Αναμφίβολα οι κακούργοι του κάθε τόπου και της κάθε εποχής! Και ποιοι είναι οι κακούργοι;

΄Όχι, βέβαια, οι λήσταρχοι και οι φονιάδες και οι αναρχικοί και «ταραξίες» και οι πάσης φύσεως δακτυλοδεικτούμενοι και αποδιοπομπαίοι, βαρυποινίτες και οι τρομοκράτες, που είναι κλεισμένοι σε φυλακές ύψιστης ασφάλειας ή ζουν σε τόπους εξορίας. ΄Όχι αυτοί!

Αλλά οι κακουργότεροι μεταξύ των κακούργων: Η αφρόκρεμα του, λεγόμενου, «καλού κόσμου»! Ή, όπως θα ταίριαζε καλύτερα στην περίπτωσή τους, του …καλού υπόκοσμου! Οι μεγαλύτεροι συνένοχοι-σε όλους τους τόπους και όλες τις εποχές- για τη σταύρωση λαών και αθώων…

Που, κατά κανόνα, είναι κάποιοι μεγάτιμοι εκπρόσωποι της θρησκείας, του μαμωνά και του νόμου…

Αλλά για τη σταύρωση του Χριστού και των «ελάχιστων αδελφών» του δεν είναι αμέτοχος και, ο δήθεν ανεύθυνος, όχλος.

Στην περίπτωση του Χριστού τον ακούμε να φωνάζει το «άρον-άρον». Καθώς τον καθοδηγούσαν και του κανοναρχούσαν οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι.

Ενώ σήμερα τον βλέπουμε και τον ακούμε να χειροκροτεί και να ζητωκραυγάζει και να ψηφίζει τους σταυρωτές των λαών. Καθώς του κανοναρχούν τα κομματόσκυλα και οι κομματοκαρχαρίες των ΜΜΕ και του οικονομικού κατεστημένου…

Και η αποκρουστική αυτή πραγματικότητα γίνεται ακόμη αποκρουστικότερη, όταν οι όχλοι αυτοί, που χειροκροτούν και ψηφίζουν την καταλήστευση και τον θάνατο των «ελαχίστων αδελφών» του Χριστού, φιγουράρουν και ως σούπερ-χριστιανοί.

Έτσι ώστε να δίνουν το προκάλυμμα στους σταυρωτές τους να ταυτίζουν την άδικη και κακουργούσα νομοθεσία τους με τη δικαιοσύνη. Την οποία δικαιοσύνη, συστηματικά μεθοδικά και προγραμματισμένα δολοφονούν. Επειδή ακριβώς είναι αντίθετη με τα συμφέροντά τους.

Και η τραγική ειρωνεία είναι πως η άδικη νομιμότητα πλήττει, μεταξύ των άλλων, και τη συντριπτική πλειονότητα του όχλου, που ψηφίζει, χωρίς περίσκεψη και συναίσθηση, τους νομοθέτες της αδικίας…

Έτσι ώστε κάποιοι εύλογα να αναρωτιούνται: Αφού έτσι έχουν τα πράγματα, τότε προς τι οι αγώνες και οι θυσίες; Δεν είναι παραλογισμός και ουτοπία!
Και βέβαια όχι. Γιατί μπορεί οι ακατέργαστοι και ασυνείδητοι όχλοι να επιμένουν, μαζί με τους γραμματείς και αρχιερείς και φαρισαίους στη δολοφονία του Χριστού και των συνανθρώπων τους και στην αυτοκτονία τη δική τους, αλλά ο Θεός και η δικαιοσύνη του, που αενάως δολοφονούνται, αενάως και ανασταίνονται…

Λοιπόν;

Ο Χριστός ξανασταυρώνεται; Αλλά και αδιάκοπα ανασταίνεται! Επιμένουν οι άνθρωποι του "καλού"…υπόκοσμου να μας προσφέρουν ασταμάτητα τη χολή της Μεγάλης Παρασκευής; Κι εμείς, αδιάκοπα, όπου βρεθούμε κι όπου σταθούμε να κρατάμε αναμμένη την αναστάσιμη λαμπάδα!

Μαζί με τους Χρυσόστομους και τους Τερτσέτηδες. Και όλους τους άλλους Σίμωνες Κυρηναίους, που πεινούν και διψούν για δικαιοσύνη. Και που φορτώνονται τους σταυρούς των «ελάχιστων αδελφών» του Χριστού….

 

Παπα-Ηλίας, 01-04-2010

 

http://papailiasyfantis.blogspot.com

http://papailiasyfantis.wordpress.com

e-mail: papailiasyfantis@gmail.com

Οι λυγμοί της πόρνης και …

Οι λυγμοί της πόρνης και του πατέρα τα δάκρυα και του πατέρα τα δάκρυα

 

Του Γιώργου Μάλφα*

 

Το βράδυ της Μ. Τρίτης ως γνωστόν, στους ναούς των Ορθοδόξων όπου γης, ψάλλεται το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής. Το απόλυτο αυτό αριστοτέχνημα λόγου και μέλους στο οποίο η χαρισματική βυζαντινή υμνογράφος εξέφρασε με τρόπο ακραία αληθινό και ποιητικά μοναδικό, τον καημό και το πάθος της «αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός».

Κάθε Μ. Τρίτη βράδυ αναπολώ με συγκίνηση τον παπά πατέρα μου, αυτόν των παιδικών μου χρόνων στο γενέθλιο νησί μας, καθώς σοβαρός και ιεροπρεπής εξέρχονταν του ιερού προκειμένου να πάρει θέση στο δεξιό χορό για να ψάλλει ο ίδιος το «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…» περιστοιχι ζόμενος από μια ομάδα ζωηρών εφήβων. Καμάρωνα μέσα μου τότε για την πρωτοκαθεδρία του πατέρα και πατώντας στις μύτες των ποδιών μου προσπαθούσα να ανασηκωθώ ώστε να βλέπω κάτι από το μεγάλο ορθάνοιχτο βιβλίο. Θυμάμαι την απόλυτη σιωπή που επικρατούσε τότε μονομιάς στην εκκλησία και την αυστηρή  προσήλωση του πατέρα στην απόδοση του ύμνου. Αισθάνομαι ακόμη το βαρύ χέρι του που ακουμπούσε στον ώμο μου. Και στ' αυτιά μου ηχεί ακόμη το ισοκράτημα της χορωδίας. Εκεί στο αναλόγιο της ενορίας μας, τα πρώτα συλλαβίσματα, «ψαλμωδίες γλυκές με τα πρώταπρώτα Δόξα Σοι» που λέει ο Ελύτης. Παιδικά αλησμόνητα βιώματα…

Μα κάτι ιδιαίτερο, μου προξενούσε ξεχωριστή εντύπωση κάθε Μ. Τρίτη.

 «Πόρνη προσήλθέ σοι», «Η πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα», «Το πολυτίμητον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων», «Πόρνη επιγνούσα Θεόν» «Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη»… Αυτά και άλλα πολλά, διόλου εύηχα, εκστομίζονταν κατ' εξακολούθησιν μελωδικά εκείνο το βράδυ. Παρά την αφελή μου τότε άγνοια υποψιαζόμουν πάντως ότι κάτι εξόχως τολμηρό λέγεται με μιαν επιμονή εντελώς ακατανόητη. Η περιέργεια με έτρωγε. Για να ρωτήσω τον πατέρα ζητώντας διευκρινίσεις ούτε λόγος. Κάτι μου έλεγε να μην το αποτολμήσω, να μην τον φέρω σε δύσκολη θέση. Και πάντως η διάχυτη και αόριστη εξήγηση περί «κακών γυναικών» που τυχαία έπιασε τ' αυτί μου δεν με ικανοποιούσε καθόλου. Ύποπτα πληθωρικός ο λόγος σε μια ακολουθία, για τόσες πολλές και τόσο πολύ «κακές γυναίκες» Αναζήτησα λοιπόν με τη δέουσα κρυψίνοια  τη σημασία της λέξης «πόρνη» στο παλιό λεξικό της πατρικής βιβλιοθήκης. Η επίμαχη όμως και περίτεχνα κομψευμένη λεξικολογική διατύπωση επέτεινε τη σύγχυση και την απορία μου. Τι σχέση αλήθεια, αναρωτιόμουν, θα μπορούσε να έχει μια  «γυνή εκδιδομένη επι χρήμασι» με το βούρκωμα στα μάτια και τη φωνή του πατέρα, που μας καθήλωνε όλους εκστατικά, μικρούς και μεγάλους, όση ώρα έψελνε το τροπάριο της Κασσιανής;

Κάπου τότε είναι που γεννήθηκε μέσα μου πρώιμα και μυστικά ένα δέος απόκρυφο για τις πόρνες. Όλες τις πόρνες. Τις πόρνες γενικώς! Τα χρόνια πέρασαν, η απορία μου λύθηκε και το δέος έγινε συμπάθεια. Τρυφερή και απέραντη συμπάθεια για την κατηγορία αυτή των γυναικών, των τόσο ανυπόληπτων στον θρησκευτικό και κοινωνικό μου περίγυρο.

Φοιτητής μάλιστα στην Αθήνα είχα την ευλογία να «γνωρίσω» πολλές από αυτές. Συνήθιζα  να περπατώ αμέριμνος  αργά τα βράδια στους δρόμους του κέντρου της πρωτεύουσας, δίχως υποψία φόβου και κυρίως ενοχών μη με δει κανένα μάτι. Άλλοτε γιατί έχανα το τελευταίο δρομολόγιο της γραμμής 732 Αθήνα-Άγιος Φανούριος που με πήγαινε στο σπίτι μου, άλλοτε για να αγοράσω φρεσκότατες τις κυριακάτικες εφημερίδες από το βράδυ του Σαββάτου στους πάγκους της Ομόνοιας. Κάποιες φορές πάλι για να … αλλάξω παραστάσεις.

Πλατεία Ομονοίας, Αγ. Κωνσταντίνου, Σωκράτους, πλατεία Βάθη, Λιοσίων, πλατεία Αττικής. Δρόμοι και πλατείες, τόποι απρόσιτοι, σχεδόν απροσπέλαστοι και σιωπηρά απαγορευμένοι τις νυχτερινές ώρες για τη συμβατική κοινωνική ευπρέπεια. Ένα τεράστιος μικρόκοσμος μυστηρίου και μαρτυρίου: λαθραίο  περιθώριο, υγρό καταγώγιο, σκοτεινός υπόκοσμος. Μικρό, περί, κατά, υπό. Μα γιατί τόσες μικρόψ υχες  προθέσεις προσχηματικά τοποθετημένες μπροστά από τόσο άθλιες διαθέσεις; Πόσες απαιτούνται για να  περιχαρακώσουν σώματα και ψυχές κάποιων ανθρώπων; Πόρνες, αλκοολικοί, τραβεστί, εξαρτημένοι, άστεγοι, σαλοί και τρελαμένοι. Υπολογίστε παρακαλώ ανάμεσα σ' αυτούς και κάμποσους αγίους! Τι νομίζατε! «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» δεν λέει στη Γραφή; Πνευματικός νόμος! Πάει και τελείωσε. Ας σκούζουν οι ηθικιστές κάθε κοπής. Κάτι ήξερε ο Άγιος της Πολυκλινικής στην Ομόνοια, ο γέροντας Πορφύριος, που δεν απέφευγε τις κακοτοπιές και άγιαζε τα «κακά» κορίτσια την παραμονή των Φώτων μέσα στα ίδια τους τα σπίτια!

Αυτά τα κορίτσια του δρόμου, της φθηνής επιτήδευσης και των περίτεχνων ακκισμών, με το τσιγάρο στο χέρι, που καθώς περνούσες δίπλα τους, εκλιπαρούσαν προκλητικά την παρέα σου, πουλώντας σε ευτελιστική τιμή την τιμή και την αξία του προσώπου τους. Ανακαλούσα τότε το τροπάριο της Κασσιανής με τον τρόπο του πατέρα και η συμπάθειά μου γι' αυτές μεγάλωνε, αύξανε μέσα μου. Δεν έβλεπα τότε την ασχήμια του ρημαγμένου κορμιού τους, δεν διέκρινα πια πάνω τους τα στίγματα του πάθους, της ταλαιπωρίας, της αγοραίας εκμετάλλευσης. Δεν ήταν οίκτος, δεν ήταν από λύπηση, ήταν κάτι άλλο. Δεν ξέρω. Και θύμωνα πολύ μέσα μου κάθε φορά που ανεγκέφαλοι περαστικοί, μέσα από την ασφάλεια του αυτοκινήτου τους, ασχημονούσαν με χυδαίες εκφράσεις και προσβλητικές χειρονομίες σε τούτα τα κορίτσια. Κάνε μας και επίδειξη ανδρισμού τώρα κύριε κρετίνε!   

Τούτες τις εικόνες και τις αναμνήσεις ανασύρω έκτοτε κάθε χρόνο το βράδυ της Μ. Τρίτης. Και κάποιος καλός φίλος, ο οποίος δηλώνει αγνωστικιστής (και τι μ' αυτό, εγώ τολμώ να δηλώνω χριστιανός!) μου εκμυστηρεύτηκε πρόσφατα ότι εκκλησιάζεται παραδόξως μια φορά το χρόνο. Όχι τα Χριστούγεννα, ούτε και το Πάσχα. Τη Μ. Τρίτη το βράδυ μου είπε, ανελλιπώς!

 Κάπως έτσι κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η Μ. Τρίτη, αν όχι ολόκληρο το Μεγαλοβδόμαδο, ανήκει δικαιωματικά στις πόρνες! «Ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού». Στις πόρνες που ξέρουν να αγαπούν προκαλώντας με τις τρελές τους ακρότητες. Να κατασπαταλούν απερίσκεπτα μύρο πολύτιμο στα πόδια του Μανικού Εραστή τους, του Χριστού. Απόλυτη προτεραιότητα. Να τους αφήσουμε χώρο στους ναούς αυτές τις μέρες. Να σεβαστούμε το δικό τους σφοδρό παραλήρημα, το δικό τους παροξυσμό μετάνοιας. Κι αν συμβεί και αναγνωρίσουμε κάποια από αυτές, τις όμορφες από την πολλή τους ταπείνωση γυναίκες, καλό να μεριάσουμε διακριτικά, να τους δώσουμε τη θέση μας και να χαμηλώσουμε εμείς το δικό μας βλέμμα. Είπαμε, ολάκερα δική τους η Εβδομάδα των Παθών, δική τους κι η Ανάσταση!

 

Υστερόγραφο: Στον πατέρα, με…μεγάλη καθυστέρηση. Δεν μου εξήγησες ποτέ γιατί βούρκωνες κάθε Μ. Τρίτη. Δεν πειράζει, το κατάλαβα μόνος μου. Δεν με βομβάρδισες ποτέ με συμβουλές αποφυγής «κακόφημων» τόπων και αποστροφής «ανήθικων» ανθρώπων. Θα το επαναλάβω στα εγγόνια σου.  Μου αποκάλυψες όμως τον τρόπο να σέβομαι το ήθος των τροπαρίων και των ανθρώπων το ήθος.

 

Πάτρα, Μεγάλη Τρίτη του 2009

 

 

Ιδού ο Νυμφίος…

Ιδού ο Νυμφίος…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

 

Δεν είναι σαν του θρησκευτικούς και πολιτικούς πρίγκιπες του καλού υπόκοσμου της καθωσπρέπει κοινωνίας μας… Σαν τους «κεκονιαμένους τάφους», δηλαδή, που απέξω φαίνονται αστραφτεροί και από μέσα είναι γεμάτοι από βρωμιά και δυσωδία, από αρπαγή και αδικία…

Και που τους ραίνουμε με ροδοπέταλα και τους χειροκροτούμε και τους ζητωκραυγάζουμε. Και τους προσφέρουμε τις άπειρες ευκαιρίες, για να εκμεταλλεύονται άπειρες φορές την αφέλεια και την ευπιστία μας.

Δεν έχει στο κεφάλι του βασιλικό ή αυτοκρατορικό στέμμα ούτε παπική τιάρα ή αστραφτερή δεσποτική μίτρα. Αλλά το στεφάνι με τ' αγκάθια του πόνου και του χλευασμού.

Δεν φοράει, σαν τους δεσποτάδες, χρυσοστόλιστα, πολυτελή και πολύτιμα, άμφια. Ή αδαμαντοποίκιλτα εγκόλπια. Παρά μόνο τη χλαίνα του εμπαιγμού…

Δεν κρατεί βασιλικό σκήπτρο ή την ποιμαντορική ράβδο της αντιχριστιανικής δεσποτικής εξουσίας. Αλλά το καλάμι του έσχατου εξευτελισμού.

Δεν μοιάζει, δηλαδή μ' όλους αυτούς, που όχι μόνο με την αμφίεσή τους, αλλά και μ' όλο το βίο και την πολιτεία τους διακηρύττουν, εκ των πραγμάτων, πως δεν θέλουν, σε καμιά περίπτωση, να του μοιάζουν…

Είναι, αντίθετα, ολόιδιος με τους «ελάχιστους αδελφούς» του, τους ταπεινωμένους και καταφρονεμένους της Γης. Τους φτωχούς, τους ρακένδυτους, τους πεινασμένους, τους φυλακισμένους, τους σκλαβωμένους.  Που οι διαχρονικοί δήμιοι των λαών και των αθώων αδιάλειπτα τους σταυρώνουν…

Είναι σαν τους Ιρακινούς και τους Αφγανούς και τους Παλαιστίνιους. Που σταυρώνονται, χρόνια τώρα, με πρόσχημα την τρομοκρατία, απ' τους αρχιτρομοκράτες, γραμματείς και φαρισαίους του ΝΑΤΟ. Καθώς ο Πιλάτος ΟΗΕ «νίπτει τας χείρας του», υποκριτικά και ξεδιάντροπα.

Κι εμείς, που στις εκκλησιές μας διεκτραγωδούμε τα πάθη τού Χριστού απ' τους συγχρόνους του γραμματείς και φαρισαίους, και με ύμνους και κηρύγματα κατακεραυνώνουμε την προδοσία του Ιούδα μπορεί να είμαστε και τρισχειρότεροι προδότες και αρνητές.

Που, ενώ επιβεβαιώνουμε την αθωότητα του Χριστού, διακηρύττουμε τη δική μας συνενοχή, για τη σταύρωσή των «ελάχιστων αδελφών» του.
Αφού σαν τους όχλους, φωνάζουμε, το «άρον-άρον σταύρωσον αυτούς»!…

Μια και επιμένουμε να χειροκροτούμε και να ζητωκραυγάζουμε τους Σταυρωτές τους…

 

Παπα-Ηλίας, Μ. Δευτέρα, 29-03-2010

 

http://papailiasyfantis.blogspot.com

http://papailiasyfantis.wordpress.com

e-mail: papailiasyfantis@gmail.com

 

Χριστός και χρόνος

Χριστός και χρόνος

 

Του Μάριου Μπέγζου* 

  


Όπου λείπει ο χρόνος, απουσιάζει ο Χριστός. Εκεί όπου πιστεύεται ο χρόνος, μπορεί να πιστευθεί και ο Χριστός. Χριστός και χρόνος συρράπτονται στενότατα και εσώτατα. Αυτό κατέδειξε με το αριστούργημα της ζωής του, το βιβλίο του "Χριστός και Χρόνος", ο Όσκαρ Κούλμαν. Η προτεραιότητα του χρόνου ονομάζεται εσχατολογία. Η θεολογία, που προτιμά τον χρόνο και προτάσσει την ιστορία, αποκαλείται εσχατολογική.

Η πατερική θεολογία στην Ανατολή διαφύλαξε ως κόρη οφθαλμού την ιουδαιοχριστιανική εσχατολογία παρά τις έντονες πιέσεις που δέχθηκε τόσο από τον ελληνισμό όσο και από το γνωστικισμό. Η παρακαταθήκη του αρχέγονου χριστιανισμού με την εσχατολογική έμφαση της μεταφυσικής του διασώθηκε τελικά στο βυζαντινό χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία συνίσταται σε αυτό: στην διαφύλαξη της εσχατολογικής οντολογίας του χριστιανισμού. Από εκεί εκπήγασε η λυδία λίθος που είχε στη διάθεση της η πατερική θεολογία για να ορθοτομήσει την αλήθεια στο χριστολογικό,το τριαδολογικό,το εικονομαχικό ή το πνευματολογικό ζήτημα. Η χριστιανική οντολογία είναι εσχατολογική ή δεν είναι χριστιανική. Η Ορθοδοξία είναι εσχατολογική ή ανορθόδοξη:

"Οι Πατέρες δεν αποπειράθηκαν μια συστηματική έκθεση της εσχατολογίας με στενή και τεχνική έννοια. Είχαν όμως πλήρη συνείδηση εκείνης της εσώτερης λογικής που οδηγούσε από την πίστη στο Χριστό ως λυτρωτή στην ελπίδα του μέλλοντος αιώνος" τονίζει κατηγορηματικά ο π. Γ. Φλωρόφσκυ και υπογραμμίζει παραπέρα: "Η εσχατολογία δεν είναι απλώς ένα ειδικό κεφάλαιο του χριστιανικού θεολογικού οικοδομήματος, αλλά μάλλον η βάση του και το θεμέλιο του, η αρχή που το καθοδηγεί και το διαπνέει, το κλίμα όλης της χριστιανικής σκέψεως, όπως ήταν ανέκαθεν άλλωστε. Ο χριστιανισμός στην ουσία του είναι εσχατολογικός και η εκκλησία είναι μια εσχατολογική κοινότητα… Η χριστιανική προοπτική είναι ουσιαστικά εσχατολογική".

Η επιστημονική εγκυρότητα των διερευνήσεων του π. Γ. Φλωρόφσκυ για την πατερική και τη βυζαντινή θεολογία είναι αδιαμφισβήτητη έτσι ώστε να περιττεύει η επίκληση περαιτέρω αποδεικτικού υλικού για το ότι ο βυζαντινός χριστιανισμός συνέχισε την εσχατολογική οντολογία. Σύμφωνα πάντα με τον πρύτανη της ορθόδοξης θεολογίας του αιώνα μας, τον μακαριστό π. Γ. Φλωρόφσκυ, η εσχατολογική παράδοση των Πατέρων της Εκκλησίας βασίσθηκε σε δύο θεμέλια: την Δημιουργία και την Ενσάρκωση. Η Δημιουργία κατάγεται από την Π.Δ. και η Ανάσταση εδράζεται στην Κ.Δ. Η πατερική θεολογία από τον Ειρηναίο και τον Αθανάσιο μέχρι τον Μάξιμο και τον Παλαμά στηρίζεται στην εσχατολογία για να διαχωρίσει την οντολογία της από τον ελληνισμό και το γνωστικισμό. Ακόμα και η εικονομαχία δεν ήταν τίποτε άλλο παρά αναζωπύρωση του πλατωνισμού και του ελληνισμού μέσα στο χριστιανισμό με τη διαμεσολάβηση του ωριγενισμού και του γνωστικισμού, δηλαδή επρόκειτο για την οντολογική "μόλυνση" της εσχατολογίας από την κοσμολογία. Στο βαθμό που η οντολογία τηρεί την εσχατολογική της χροιά παραμένει ορθόδοξη χριστιανική. Αλλιώς εκπίπτει στον ανορθόδοξο χριστιανισμό, δηλαδή στην αίρεση. Η εσχατολογική οντολογία υπήρξε κριτήριο Ορθοδοξίας για την πατερική και βυζαντινή θεολογία κατά τον π. Γ. Φλωρόφσκυ.

Ο εσχατολογικός χαρακτήρας της βυζαντινής παράδοσης εξαίρεται από όλη σχεδόν τη σοβαρή κι αξιοπρόσεκτη θεολογία του αιώνα μας τουλάχιστο. Το δόγμα πιστεύεται ότι διακρίνεται για την εσχατολογική του θεμελίωση. Η λατρεία της εκκλησίας ομολογείται ότι διαποτίζεται από το πνεύμα της εσχατολογίας και διασώζει ίσως καλύτερα από καθετί άλλο την εσχατολογική οντολογία της Ορθοδοξίας. Ο μοναχισμός βιώνει μέσα στο πνεύμα της εσχατολογίας, γι' αυτό προβάλλει ισχυρότατες αντιστάσεις στον ωριγενισμό, τον πλατωνισμό και νεοπλατωνισμό, που μαζί με τον γνωστικισμό και τον μανιχαισμό, επεχείρησαν να διεισδύσουν στην εκκλησία μέσα από την ασκητική παράδοση. Τέλος, η ερμηνευτική παράδοση της Βίβλου με την προτίμηση της τυπολογίας αντί της αλληγορίας διέσωσε την εσχατολογία μέσα στο βυζαντινό χριστιανισμό. Η τυπολογική ερμηνευτική στηρίζεται στο χρόνο: προτύπωση στο παρελθόν και εκπλήρωση στο μέλλον. Η αλληγορική μέθοδος μοιάζει άχρονη και βασίζεται σε ανιστορικές "πνευματικές" κατηγορίες. Η πρόκριση της τυπολογίας σημαίνει πρόκριμα της εσχατολογικής οντολογίας από την πατερική και βυζαντινή θεολογία.

Μένοντας μέσα στην ατμόσφαιρα της ορθόδοξης πατερικής παράδοσης μπορούμε να γράψουμε τον επίλογο αυτού του σημειώματος μας με την πέννα του π. Γ. Φλωρόφσκυ επικαλούμενοι μια δική του ρήση που αποκαλύπτει με ενάργεια την σχέση ανάμεσα στον θεό και τον χρόνο από τους προπάτορες του Ισραήλ μέχρι και τους Πατέρες της Εκκλησίας κατά τον ακόλουθο τρόπο: "Όποιος μένει απαθής ενώπιον της ιστορίας, αυτός ποτέ δεν μπορεί να είναι καλός χριστιανός".

 

ΠΗΓΗ: http://www.i-m-attikis.gr/html/gr/prosvasis/56/1.html

 

* Βιογραφικό: http://www.skroutz.gr/books/a.871.%CE%9C%CF%80%CE%AD%CE%B3%CE%B6%CE%BF%CF%82-%CE%9C%CE%AC%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%A0.html

Γιορτή Ευαγγελισμού

Γιορτή Ευαγγελισμού

Του Παναγ. Α. Μπούρδαλα[i].

Είμαστε οι άνθρωποι του εικοστού πρώτου αιώνα, μετά τον ευαγγελισμό μιας δεκαπεντάχρονης κόρης. Είμαστε  οι πολίτες, υποψήφιοι καταναλωτές πολυποίκιλων εμπορευμάτων, υλικών ή εικονικών. Είμαστε οι πατριώτες μιας πατρίδας «φύλλο και φτερό». Είμαστε οι επαναστάτες μιας κοινωνίας που δεν έχει οράματα ζωής. Είμαστε οι οικογενειάρχες που δεν γνωρίζουν τι σκέφτεται το «έτερον ήμισυ» ή τι αδιέξοδα έχουν τα παιδιά μας.


[i] Το άρθρο του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα γράφτηκε στις 08-02-2005. Δημοσιεύτηκε στο Καλαβρυτινό περιοδικό «Επι-κοινωνείν», τ. 5, ΜΑΡΤΙΟΣ 2005, σελ. 40-43. Οι εξελίξεις το κρατούν όμως ακόμα επίκαιρο.

Συνέχεια

Καιρός Μετάνοιας

Καιρός Μετάνοιας

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

Η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελεί για την Εκκλησία μας στάδιο πνευματικού αγώνα ετοιμασίας για τη μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Ως αφετηρία του αγώνα αυτού τίθεται η μετάνοια, η αποφασιστική δηλαδή αλλαγή πορείας μας στον βίο έχοντας σαφή τη συναίσθηση των αμαρτιών που διαπράξαμε και των συνεπειών αυτών.

Η χώρα μας εισέρχεται σε "μεγάλη οικονομική σαρακοστή" απροσδιόριστης διάρκειας χωρίς την προσδοκία της οικονομικής "αναστάσεως". Τα μηνύματα που καταφθάνουν καθημερινά από τα κέντρα λήψεως των αποφάσεων είναι σαφή, εμείς όμως δεν έχουμε διάθεση να τα αναγνώσουμε ή τα διαβάζουμε μεν, αλλά τα παρερμηνεύουμε. Ο λόγος είναι απλός: Άρχοντες και αρχόμενοι δεν έχουμε διάθεση προς μετάνοια. Ουδείς από τους ασκήσαντες εξουσία κατά την τελευταία τριακονταετία, κατά την οποία η οικονομία της χώρας οδηγήθηκε σταδιακά στο χείλος της χρεωκοπίας, ανέλαβε την ελάχιστη ευθύνη. Πώς θα ήταν δυνατόν να προχωρήσει στην εκδήλωση έμπρακτης μετάνοιας! Από την άλλη ο λαός, συρόμενος από τη συμπεριφορά των κρατούντων, ουδεμία διάθεση περισυλλογής εκδηλώνει. Και αυτή την ύστατη ώρα του διεθνούς εξευτελισμού της χώρας αυτός αναζητεί, απαιτεί μάλιστα, οι κρατούντες να του προσφέρουν τον άρτο και τα θεάματα που έχουν υποσχεθεί να του παρέχουν χωρίς περικοπή και συγκράτηση. Η φτώχια θέλει καλοπέραση, ήταν κάποιο "γνωμικό" προγενέστερων δεκαετιών, το οποίο επιχείρησαν να προβάλουν κάποιοι ως απόσταγμα λαϊκής σοφίας!

            Αναζητώντας τις αιτίες της κρίσεως που μας μαστίζει επισημαίνουμε κάποιες, τις οποίες και παραθέτουμε:

            Η οικονομική κρίση είναι η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από την επιφάνεια του νερού κρύβεται η κυρίως κρίση που είναι ηθικής τάξεως. Αφού όμως η υλιστική ερμηνεία του κόσμου είναι η κυρίαρχη στις ημέρες μας φιλοσοφία, είναι επακόλουθο το να επιχειρείται η ερμηνεία των συμβαινόντων με οικονομικούς και μόνο όρους. Το οικονομικό αναγνωρίζεται ως το μοναδικό για τον άνθρωπο κίνητρο! Η άρχουσα τάξη στην πατρίδα μας, πολιτική, εμπορική και διανόησης με την ανοχή, αν όχι τη συμπόρευση της ιεραρχίας του κλήρου, αποδέχθηκε για το νεοελληνικό κράτος τον ρόλο ενός προτεκτοράτου των ισχυρών και ιδίως της Αγγλίας. Δεν κατανόησε ποτέ την τραγικότητα της δολοφονίας του πρώτου μας κυβερνήτη, του Ιωάννη Καποδίστρια. Στη συνέχεια απαξίωσε να δώσει προσοχή στην κραυγή του Μακρυγιάννη, ο οποίος κατήγγειλε τους εραστές της εξουσίας ως πρόθυμους να προδώσουν πίστη και πατρίδα "δια μιάν δολεράν καλημέραν των πρέσβεγων των ανθρωποφάγων"! Το νεοελληνικό κράτος υπήρξε κατ' εξοχήν μεταπρατικό κράτος, στο οποίο οι ασκήσαντες κατά καιρούς την εξουσία σάρωσαν σε διάστημα 130 ετών κάθε τι που κρατούσε τον Έλληνα δεμένο με την παράδοσή του, ώστε αυτός να παραδοθεί άνευ όρων τελικά στη λαγνεία της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης της "ευημερίας", της "προόδου" και της "ειρηνικής συνύπαρξης" των λαών της.

            Ο λαός μας εξήλθε πάμφτωχος από την αναμέτρησή του με τον κατακτητή. Δεν ήταν όμως γυμνός από αρετή, γράφει ο Μακρυγιάννης. Και μπορούμε να καταθέσουμε ότι πλείστες όσες αρετές καλλιεργούσε ο φτωχός λαός μας ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Όχι πως δεν τον διέκριναν και μικρότητες, τις οποίες έσπευδαν να επισημάνουν με περισσή κακεντρέχεια οι ξένοι, και τις οποίες εμείς αποφεύγαμε, όπως και αποφεύγουμε, να εξετάσουμε και να περιορίσουμε κατά το δυνατόν. Οι μικρότητες όμως αυτές, κατά κανόνα, έβλαπταν εμάς και όχι άλλους. Αλληθωρίζοντας διαρκώς προς τη Δύση, υπό την επήρεια των "φωτισμένων" απ' εκεί καθοδηγητών μας, δικών μας και ξένων, αποβάλλαμε τις πατροπαράδοτες αρετές, διατηρώντας ανέπαφες τις αδυναμίες μας και ενώ αποκτήσαμε και όλες τις αδυναμίες των δυτικών. Παραμένοντας δηλαδή φίλαρχοι και εριστικοί, χωρίς διάθεση έντιμης συνεργασίας, οργανωτικής προσπάθειας και τακτοποίησης των του οίκου μας, μετατραπήκαμε σε αρπακτικά υπό το πάθος του νεοπλουτισμού, καταχραστήκαμε το αδύναμο κράτος, από τον πρωθυπουργό ώς τον κλητήρα, αναπολήσαμε στο έπακρο το οθωμανικό ραχάτ και παραμορφωθήκαμε σε όντα άπληστα και σπάταλα από το μαγικό ραβδί της Κίρκης του καταναλωτισμού, της δεύτερης "μεγάλης ιδέας" του καπιταλιστικού συστήματος (Πρώτη είναι το χρήμα)! Στον φρενήρη ρυθμό προς την απόλαυση, καθώς τα αφεντικά φρόντισαν να αισθανθούμε, μέσω του δανεισμού, για λίγο τις τσέπες μας γεμάτες, λησμονήσαμε την παράδοση και τα ιδανικά μας. Και όχι μόνο τα λησμονήσαμε, αλλά τα πολεμήσαμε με πάθος, ως τα αίτια της κακοδαιμονίας των προγόνων μας. Περιγελάσαμε αρχικά την πίστη μας, για να δικαιώσουμε κάποιον "φωτισμένο" άθεο, που είχε ειπεί στον Μακρυγιάννη: "Εσάς το κεφάλαιον περί θρησκείας θα σας βλάψει, ότι είναι βαθειά ριζωμένο μέσα σας"! Έτσι χάσαμε τις μεγάλες αξίες της οικογένειας, της συνύπαρξης με έντονο το κοινοτικό πνεύμα της αλληλοβοήθειας και, τέλος, την αγάπη προς τον τόπο μας και την πατρίδα. Ο εθνομηδενισμός διακηρύσσεται από τους ίδιους που επί δεκαετίες βυσσοδομούν κατά της Εκκλησίας. Μόνο που μ' αυτούς ήρθαν όψιμα να συμπαραταχθούν και εκείνοι που στο παρελθόν καπηλεύτηκαν στο έπακρο Εκκλησία και Έθνος προβάλλοντας υποκριτικά το τρίπτυχο "πατρίδα – θρησκεία – οικογένεια"!  Και ενώ το δημογραφικό πρόβλημα, λόγω της κατάρρευσης του οικογενειακού ιστού, έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις, ερίζουμε και πάλι για το νομοσχέδιο περί ιθαγένειας, δίχως να έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό που πολύ ορθά έχουν επισημάνει σοβαροί αναλυτές: Κινδυνεύουμε να μετατραπούμε από χώρα σε χώρο! Και επιτείνουμε το πρόβλημα, για να σώσουμε δήθεν την οικονομία μας, εκτινάσσοντας το όριο της συνταξιοδότησσης των γυναικών στα 65 έτη! Και συνεχίζουμε να εκμαυλίζουμε τη νεολαία μας, αυτή που αποκαλούμε των 600 € (και αν τα έχει και αυτά), με το να την εξωθούμε στο ξενύχτι και στη διαφθορά, προκειμένου να εκτονώνεται έχοντας αντιληφθεί ότι της ετοιμάσαμε μέλλον ζοφερό. Θα βρεί εργασία, όταν συρρικνωθεί στο έπακρο ο δημόσιος τομέας και ο ιδιωτικός πνιγεί στο πέλαγος του διεθνούς αθέμιτου ανταγωνισμού; Θα έχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όταν το ΕΣΥ θα το φάει τελευταίο ο αδηφάγος "Μινώταυρος"; Θα λάβει ποτέ σύνταξη, αν δεν φροντίσει να καταφύγει προς "σωτηρία" στην ιδιωτική ασφάλιση; Γλεντήστε νειάτα και ξεχνάτε τα προβλήματά σας. Γλεντήστε δωρεάν. Έχουμε ακόμη χρήματα. Και αν δεν έχει το κράτος και οι δημοτικές αρχές, έχουν οι γονείς σας!

            Η Διοικούσα Εκκλησία με έκδηλη την εσωστρέφεια προσπαθεί σπασμωδικά να λάβει επαφή με το πλήρωμά της. Αυτό κατά καιρούς ξεσπά μη έχοντας τη συναίσθηση της διαφοράς μεταξύ των προσώπων και του θεσμού. Είναι άραγε τα ξεσπάσματα ασέβειας εμπαθείς κινήσεις εχθρών της Εκκλησίας ή ξέχειλη οργή και αγανάκτηση, καθώς εκείνοι που θέλουμε να στέκουν ψηλά μας απογοητεύουν καθημερινά; Η στάση της Ιεραχρίας είναι εξίσου σπασμωδική με τη στάση της Πολιτείας στις μεταξύ τους σχέσεις. Είναι η συναίσθηση του κινδύνου, από τον οποίο απειλείται το  Έθνος μας εκ του χωρισμού ή ο φόβος απωλείας τιμών και αξιωμάτων, τα οποία παρείχε αφειδώς ο Καίσαρ ως αντάλλαγμα της υποταγής της Ιεραρχίας στα πλαίσια της νόμω κρατούσης Πολιτείας; Είναι ο φόβος της απώλειας της αναξιοποίητης εν πολλοίς εκκλησιαστικής περιουσίας; Αλλά μήπως ήρθε η ώρα να πτωχεύσει η Διοικούσα Εκκλησία, προκειμένου αφ' ενός να ομοιάσει περισσότερο προς τον ιδρυτή της Εκκλησίας Χριστό, τον μη έχοντα πού την κεφαλήν κλίνει, αφ' ετέρου να συναισθανθεί το δράμα του λαού, που για μία ακόμη φορά φαίνεται να είναι πρόβατα χωρίς ποιμένα, αν όχι πρόβατα εν μέσω λύκων.

            Στο τέλος της Μεγάλης Σαρακοστής αρχίζει η πορεία του Χριστού προς το πάθος. Δεν ξέρουμε πότε θα αρχίσει η πορεία αυτή και για την ελληνική οικονομία και, επακόλουθα, για τον λαό μας. Πάντως ή θα επανανακαλύψουμε το νόημα του πάθους στην Ανάσταση που ακολουθεί ή θα τρεφόμαστε με τα ξυλοκέρατα του συμβολισμού και των κούφιων ελπίδων που μας προσφέρουν οι δημαγωγοί και οι εκμεταλλευτές βυθιζόμενοι στον ανθρωπίνως ανερμήνευτο πόνο της τραγωδίας του προσώπου και στο υπαρξιακό κενό.

                                                           

"ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ", 15-02-2010    

ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ: ΕΛΛ. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – ΚΑΡΝΑΒΑΛΟΣ

Ο ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ KΑΙ Ο …..ΚΑΡΝΑΒΑΛΟΣ

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Κ. Μυγδάλη:

 

Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ –

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ –

ΘΕΣ/ΝΙΚΗ 2004 (σ.218-222)

 

Μοναδική υπήρξε στα Ελληνικά Εκκλησιαστικά πράγματα περίπτωση του μητροπολίτη Φλώρινας Αυγουστίνου Καντιώτη, όπου Ιεράρχης δρα παράλληλα και «οργανωσιακά». Ως αρχιμανδρίτης ανεξαρτητοποιήθηκε από τη «Ζωή» και ίδρυσε δικές του θρησκευτικές οργανώσεις, οι οποίες ως κύριο χαρακτηριστικό είχαν το έντονο ενδιαφέρον για την κοινωνική ηθική.

Εκλέχτηκε την περίοδο της δικτατορίας από την «αριστίνδην» Ιερά σύνοδο, αλλά στην συνέχεια, αντιπολιτεύτηκε τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο[i], παρά την βοήθεια που φαίνεται να του παρείχε,[ii] όταν ο Αυγουστίνος συγκρούστηκε για δικούς του λόγους με παράγοντες της δικτατορίας στην επαρχία του[iii].  Αυτός ο ιεράρχης στηλίτευσε έντονα, έως εισαγγελικού βαθμού, τα κακώς κείμενα της εκκλησιαστικής και πολιτικής ζωής της χώρας.[iv] Φάνηκε στην περίοδο της δικτατορίας περισσότερο να ενδιαφέρθηκε για θέματα «ηθικής» και πίστης τήρησης των ιερών κανόνων παρά για τη καταπίεση του ελληνικού λαού.[v] Οι οργανώσεις του Αυγουστίνου Καντιώτη και ο ίδιος εκδήλωσαν τις πλέον εμφανείς τάσεις φουνταμενταλισμού στα πλαίσια της Ελλαδικής Εκκλησίας, καθώς επέριψαν σε θεολόγους και κληρικούς, ειδικά τους συμμετέχοντες στην οικουμενική κίνηση, την κατηγορία του "ορθολογισμού" και του "μονδερνισμού", εμένοντας στο γράμμα των ιερών κανόνων και εμφανίζοντας την οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία της ορθόδοξης παράδοσης ως αίρεση, την δε παρέμβασή τους, ως αγώνα του "φωτός" εναντίον του "σκότους".[vi]

Ένα περιστατικό φανερώνει την αντίληψη περί Ορθοδοξίας του Αυγουστίνου Καντιώτη: Ο τότε μητροπολίτης Χαλκηδόνος (του οικουμενικού πατριαρχείου) Μελίτων, ομιλώντας την Κυριακή της Τυροφάγου, 8/4/1970, στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, χρησιμοποίησε το επίκαιρο έθιμο του καρνάβαλου για να επισημάνει την υπαρξιακή αγωνία του κάθε ανθρώπου για μεταμόρφωση. Επίσης θέλησε  να καταδείξει ότι οι μάσκες που φορούν οι καρναβαλιστές, υποκρινόμενοι κάτι άλλο παρά τον πραγματικό εαυτό τους, είναι πιο ακίνδυνες από τα προσωπεία που μπορεί να φορέσει κάποιος, ακόμα και χριστιανός, για να κρύψει από τον Θεό και τον εαυτό του τη πραγματικότητα. Όμως μεταμόρφωση δεν είναι δυνατό να υπάρξει με αφετηρία μια πλαστή πραγματικότητα.[vii]

            Ο Αυγουστίνος όμως είχε κηρύξει πόλεμο στην επαρχία του κατά του Καρναβαλιού[viii] και η διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος από έναν κορυφαίο ιεράρχη της Ορθοδοξίας τον εξόργισε. Πολύ περισσότερο φαίνεται ότι τον εξόργισαν τα όσα ειπώθηκαν από τον Μελίτωνα για την ανάγκη να ζεί η Εκκλησία στην εποχή της, να κατανοεί τις αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου και να μη σκανδαλίζεται με την "παγκόσμιον επανάσταση της νεολαίας". Ο Αυγουστίνος αυτήν ακριβώς την επανάσταση θεωρούσε ως σημείο ηθικής σήψης και ως φάρμακο συνιστούσε την απαρασάλευτη εμμονή στους τύπους της παράδοσης[ix] και όχι την ερμηνεία της Θείας Αποκάλυψης με βάση τις αγωνίες, τα αιτήματα και τις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου, που συνιστούσε ο Μελίτων.[x] Γι' αυτό ο Αυγουστίνος μύνησε[xi] τον Μελίτωνα στην Ιερά Σύνοδο.[xii] Είναι βέβαιο ότι ο Αυγουστίνος έβρισκε συμπαράσταση στο σώμα των αρχιερέων της Ελλαδικής Εκκλησίας της εποχής εκείνης και σε ορισμένους καθηγητές των Θεολογικών σχολών[xiii]. Διότι και αρκετοί άλλοι μητροπολίτες συμμεριζόταν τις ιδέες του για εξάλειψη των καρναβαλικών εκδηλώσεων, ή παρεμπόδιση των νέων λαϊκών εθίμων που συνδέονταν με τη διασκέδαση. Όπως για παράδειγμα ο τότε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Λεωνίδας, ο οποίος τελούσε νυκτερινές ακολουθίες την παραμονή της πρωτοχρονιάς για να μη συμμετέχουν οι χριστιανοί στο γλέντι της προσμονής του νέου χρόνου και πολλοί άλλοι, οι οποίοι μέχρι και σήμερα εξακολουθούν την ίδια τακτική. Οπωσδήποτε μια δικαιολογία είναι τα ειδωλολατρικά εθιμικά επιβιώματα και οι ανησυχίες "περί εκλύσεως των ηθών". Για αυτό ίσως πολεμήθηκε η ομιλία του Μελίτωνος Χαλκηδόνος την Κυριακή της Τυρινής, διότι κάνοντας χρήση του χιούμορ αφαιρούσε το προσωπείο και του χριστιανικού φονταμενταλισμού, ο οποίος παρουσιάζει ως "φοβερά και τρομερά" δευτερεύουσας σημασίας πράγματα, ενώ χάνει την ουσία της χριστιανικής πίστης, που συνίσταται στην υπαρξιακή οικείωση από τον άνθρωπο των σωτηριωδών ενεργειών του Θεανθρώπου: Ενανθρώπιση, Μεταμόρφωση, Ανάσταση.

Η φαινομενολογία του φονταμενταλισμού, όπως στοιχειοθετείται την εποχή που πρωτοεμφανίζεται ο όρος στις Η.Π.Α. , συνίσταται από "μια αυστηρότητα στη θρησκευτική έκφραση, βιβλικές αποκαλυπτικές τάσεις[xiv] και έναν ηθικισμό σε όλες τις μορφές του καθημερινού βίου". Όλα αυτά εμφανίζονται σύμφυτα με το αίτημα για επιστροφή στις θρησκευτικές ρίζες  (Fontamentum = Θεμέλιο, από εδή και Fontamentalism  = Θεμελιοκρατία)[xv].  Όπως φαίνεται από την γενικότερη παρουσία του Αυγουστίνου Καντιώτη, αλλά και ειδικότερα στην αντίδρασή του στο λόγο του Μελίτωνος Χαλκηδόνος, είναι δυνατό να ανιχνευθεί αυτή η φαινομενολογία του φονταμενταλισμού. Ο φονταμενταλισμός που αναπτύσσεται στα πλαίσια της Ελλαδικής Ορθοδοξίας στέκεται πολλές φορές ως ανασχετικός παράγοντας στις εκδηλώσεις οικουμενικότας: Ο «έλεγχος» της πιστότητας των οποιοδήποτε προσώπων που επιχειρούν τέτοια «ανοίγματα», με τον τρόπο που έγινε και επί ενός τόσο σημαντικού και ισχυρού στην εποχή του ορθόδοξου ιεράρχη, από ένα πρόσωπο όχι περιθωριακό, αλλά μετέχοντος στη διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, δημιουργεί στον οποιοδήποτε θεολόγο ή κληρικό αναστολές και αίσθηση αδυναμίας ανανέωσης του εκκλησιαστικού χώρου.

Το πόσο επικίνδυνες είναι αυτές οι τάσεις, όταν δεν αντιμετωπίζονται από τη θεολογία με τον τρόπο του Χαλκηδόνος Μελίτωνος, απλά και καθαρά μας το εξηγεί το παρακάτω απόσπασμα από κείμενο του μητροπολίτη Ελβετίας Δαμασκηνού:

 «Στον χώρο της θρησκείας ειδικότερα η συνεπής λειτουργία ενός ενδιάθετου φονταμενταλισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί παρεμφερής ή ισοδύναμη προς την ίδια τη λειτουργία της ιδιαίτερης παραδόσεως των θρησκειών στην πνευματική ζωή των πιστών τους. Η αναγκαία όμως πνευματική αυτή σχέση μετασχηματίζεται σε πολλές περιπτώσεις και για διάφορους λόγους σε μια απομονωτική εσωστρέφεια ή και σε μία επιθετική εξωστρέφεια. Άλλωστε, υπάρχει μια αναντίρρητη σχέση μεταξύ της τυφλής παραδοσιαρχίας και του νοσηρού φονταμενταλισμού. Κοινός παρανομαστής και των δύο αυτών φαινομένων είναι το συναίσθημα ότι απειλείται από ξένους παράγοντες η αυθεντική ακεραιότητα η ορθοδοξία της θρησκευτικής πίστεως ή του ιδεολογικού συστήματος ή ακόμη και της εθνικής συνειδήσεως. Πράγματι, το συναίσθημα αυτό ενεργοποιεί στη συνείδηση των ατόμων ή και ομάδων μία περίεργη απομονωτική εσωστρέφεια, η οποία φέρει έντονα τα στοιχεία της στείρας παραδοσιαρχίας και θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε ένα ανεξέλεκτο θρησκευτικό φανατισμό και σε μια επιθετική βίαιη μισαλλοδοξία.»[xvi]

 



[i] Αγγελόπουλος Αθ.Αν. , Εκκλησιαστική Ιστορία. Ιστορία των δομών και ζωής της Εκκλησίας της Ελλάδος- 20ος Αιώνας, σ.92-93

[ii]  Οι σχέσεις του Αυγουστίνου με τον Ιερώνυμο ήταν παλιές και πολυκύμαντες.Αλλά το 1968 ο Ιερώνυμος αντιτίθεται στην απόφαση του Υπουργού Παιδείας να εξετάσει τριμελής επιτροπή καθηγητών ιατρών τον Αυγουστίνο για να αποφανθεί αν είναι υγιείς ώστε να συνεχίσει να ασκεί τα κασθήκοντά του.Για τις σχέσεις των δύο ανδρών Βλ.Μητρ. Αττικής και Μεγαρίδος Νικόδημου ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΚΟΤΣΩΝΗΣ ο Αρχιεπίσκοπος των Αποστολικών οραματισμών Εκδόσεις Σπορά Αθήνα 1990 σελ.299-306.

[iii] Ιερωνύμου ( Κοτσώνη), αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών, Το δράμα ενός αρχιεπισκόπου, β' έκδοσις επηυξημένη, Αθήνα 1975, σ.29 κ.εξ.

[iv] Βλ. Δ. Κιτσίκης Η Τρίτη ιδεολογία και η Ορθοδοξία Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστιας 1998 σ.290-291 όπου ο εν λόγω Μητροπολίτης φαίρεται να δηλώνει «…ως προς την οικονομικήν διαρρύθμισην της κοινωνίας,την κατανομήν της γής και των αγαθών,είμαι αριστερώτερος παντός αριστερού…»

[v] Γιώργου Μουστάκη, Η Γέννηση του Χριστιανοφασισμού στην Ελλάδα, σ.62

[vi] Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Απολογισμός μιας τετραετίας (25 Ιουνίου 1967- 25 Ιουνίου 1971), έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «ο Σταυρός», Αθήναι 1971, σ.31,135-139, 188-193

[vii] Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος, Λόγοι και Ομιλίαι, (Επιμ. Ανδρέας Νανάκης) αγιορειτικά τετράδια 7, Εκδόσεις «Πανσέληνος» , Άγιο Όρος 1991, σ. 82-91

Αξίζει να παρατεθούν εδώ ορισμένα αποσπάσματα από τον επνευσμένο εκείνο λόγο:

«Αδελφοί μου, Είναι απλή η αλήθεια, καθαρή, ωραία, χαριτωμένη και στην τελευταία της ανάλυση η αλήθεια είναι η αγάπη….

Είναι απλή η αλήθεια. Σαφής ο λόγος του θεού. Τόσον σαφής και κατηγορηματικός, ώστε ούτε καν ανάγκη από ερμηνείαν έχει. Προσέξατε τι είπε: απλά και αληθινά πράγματα:

‘Εάν δεν συγχωρήσεται τους ανθρώπους, δεν θα σας συγχωρήσει ο Θεός. Το φανταστήκατε ποτέ αυτό, ότι η θεία συγχώρησις εξαρτάται από τη συγχώρηση του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπόν του; Και όλα τα άλλα τα δήθεν αγαθά μας έργα, όλος ο μοντανισμός μας, όλη η μέριμνά μας δια την σωτηρίαν των άλλων, όλη η κρίσις μας περί του Κόσμου από του ύψους της αρετής μας, όλα αυτά δεν έχουν καμία αξία και δεν μπορούν να φέρουν τη θεία συγχώρηση, εάν δεν συμπληρωθούν με την συγνωμικότητά μας προς τον συνάνθρωπό μας. ….

Και τώρα έρχομαι στο δεύτερο σημείον τη περικοπής: Αυτό της υποκρισίας. Τίποτε δεν καυτηρίασε ο Κύριος τόσο πολύ, όσο την υποκρισία. Και ορθώς, εις αυτήν  είδεν, ότι υπάρχει πάντοτε ο μεγαλύτερος παραπλανητικός κίνδυνος, δηλαδή το εωσφορικόν αγγελοφανές φως….

 Και είναι επικίνδυνη η υποκρισία, γιατί ανταποκρίνεται προς βαθύτατον ψυχολογικόν αίτημα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος θέλει να φανεί αυτός που δεν είναι. Ακόμη και ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του Θεού. Και έτσι ξεφεύγει από την αλήθεια και την απλότητα και φυσικά την μετάνοιαν και την σωτηρίαν.

Σε λίγες ώρες έξω από αυτόν τον ναόν, έξω από την γαλήνην του, θα παρελάσει ο Καρνάβαλος. Μην τον περιφρονήσετε, μην τον χλευάσετε και μην με κατακρίνεται που τον αναφέρω αυτή την στιγμή. ….

Είναι τραγική μορφή ο Καρνάβαλος. Ζητεί να λυτρωθεί από την υποκρισίαν υποκρινόμενος. Ζητεί να καταλύσει όλες τις προσωπίδες, που φορεί με μια νέα την πιο απίθανη. ….

Να μην τον καταδικάσουμε, λοιπόν τον Καρνάβαλο, αλλά να σταθούμε και κάτω από την προσωπίδα του να ακούσωμε την αγωνία του, την έκκλησή του και το δάκρυ του. Επαναλαμβάνω: της ορθοδοξίας το βαθύτερο κύρηγμα ζητεί ο Καρνάβαλος περιφερόμενος εις τους δρόμους της πολιτείας:τη μεταμόρφωση. Και είναι ο ειλικρινέστερος και εντιμότερος των υποκριτών. ….

Διότι είναι η πέραν της αυτάρκους υποκρισίας αλήθεια, η απλή- η ευκολοτέρα αντιμετώπισις των προβλημάτων είναι να τα χλευάσει και να τα κατακρίνει κανείς και να τα αντιπαρέλθει, όπως ο ιερεύς και ο λευίτης της Σαμαρειτικής παραβολής. Αλλά η πληγή είναι εδώ και κράζει.

Ποιος μπορεί υπευθύνως να μας πει, ότι είναι έξω κάθε ιστορικής, εξελικτικής πραγματικότητος όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα και φαινόμενα της νέας γενεάς της ανθρωπότητος, η έξαλη μουσική, οι έξαλλοι χοροί, η έξαλη επένδυσις, όλη η παγκόσμιος επανάστασις της νεολαίας; αν όλοι οι μικρόνοοες, όλοι οι εθελοτυφλούντες, όλοι οι παρελθοντολόγοι και εγκαυχώμενοι δια την αρετήν της εποχής των συνομοτήσουν, δια να κατακρίνουν όλα αυτά τα πράγματα, η Εκκλησία έχει χρέος να σταθεί με Θεανδρικήν κατανόησιν, εναθρωπιζομένη όπως ο Κύριος της εν μέσω ενός κόσμου, που έρχεται μακρόθεν και να ακούσει αυτήν την αγωνιώδη κραυγήν, που αναπηδά από όλα αυτά τα θεωρούμενα από μας έξαλλα πράγματα. Κάτι έχει να μας πει με όλα αυτά τα φαινόμενα αυτός οι κόσμος, που έρχεται νέος εις το προσκήνιον της ιστορίας. ….»

[viii] Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Απολογισμός μιας τετραετίας (25 Ιουνίου 1967- 25 Ιουνίου 1971), έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «ο Σταυρός», Αθήναι 1971, σ.67-69.

[ix] Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Απολογισμός μιας τετραετίας (25 Ιουνίου 1967- 25 Ιουνίου 1971), έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «ο Σταυρός», Αθήναι 1971, σ. 122, 182 κ.εξ.

Αξίζει να δούμε μερικές από τις κατηγορίες του Αυγουστίνου για την παραπάνω ομιλία του Μελίτωνος: «Κατηγορεί την υποκρισίαν, αλλά αυτός ο ταλαίπωρος εγένετο ο μεγαλύτερος και απαισιότερος υποκριτής, διότι υπό την προσωπίδα ορθοδόξου ιεράρχου έκρυπτεν αρχιερέα Βάκχου, καλούντα τον χριστιανικόν λαόν εις εκδήλωσιν λατρείας προς τα ξόανα.κήρυγμα σουρεαλιστικής τέχνης, περιφρονητικόν και καταλυτικόν του ενδόξου παρελθόντος της Εκκλησίας μας, δεν ηδύνατο παρά τον καρνάβαλο να προβάλει ως έμβλημα. .. ( όπ .π. σ. 122)

Ενώ οι σύγχρονοι ποιμένες και δάσκαλοι της Εκκλησίας, μνήμονες των αγώνων των αειμνήστων εκείνων Πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας, με όσας δυνάμεις διαθέτουν συνεχίζουν την μάχην κατά των ηθικών παρεκτροπών της κοινωνίας, αίφνης από το πρώτον βήμα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ηκούσθη φωνή Ιεράρχου, η οποία εκάλει τους πιστούς να ιδούν τα καρναβαλικάς τελετάς, όχι όπως τας είδον οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, αλλ' όπως τας βλέπουν οι κοσμικοί άνθρωποι, με τας χρωματιστάς διόπτρας του Διαβόλου, δια μέσου των οποίων και οι πλέον ακάθαρτοι και ελεειναί ηθικώς εκδηλώσεις και πράξεις φαίνονατι πλήρεις θεγλήτρου και γοητείας!

Ω κόσμε, αφαίρεσον από τους οφθαλμούς σου τα διόπτρας του Διαβόλου, τας δήθεν επιστημονικάς, τα δήθεν ψυχολογικάς θεωρίας, και τότε θα ιδείς τα πράγματα καθαρώς. … (ό .π. , σ. 182-183)

Μόλις ηκούσθησαν αι πρώται λέξεις υπέρ του Καρναβαλικού αίσχους ή των αιρέσεων, όλος ο εκκλησιαζόμενος λαός έπρεπε με όλην την δύναμιν των πνευμόνων του να άρη φωνήν διαμαρτυρίας και να είπη. Ανάξιος! Αίσχος! Κάτω! … (ό .π. , σ. 184)

Εις ενδόξους ημέρας της Εκκλησίας, κατά τας οποίας ο ευσεβής λαός συνηγωνίζετο μετά των ποιμένων του, έδιδε την μαρτυρίαν της πίστεως του ζωηρώς Με ισχυράς φωνάς -και όχι μόνον με φωνάς- εξεδίωκεν εκ του Ναού τους επιβουλευομένους την πίστην του, τους προβατόσχημους λύκους, τους υπό το ένδυμα του Ορθοδόξου κληρικού λαλούντας σκολιά και διεστραμμένα. … (ό .π. , σ. 185)

[x] Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος, Λόγοι και Ομιλίαι, (Επιμ. Ανδρέας Νανάκης) αγιορειτικά τετράδια 7, Εκδόσεις «Πανσέληνος» , Άγιο Όρος 1991, σ. 88-90.

[xi] Η μέθοδος της υποβολής μηνύσεων στην Σύνοδο φαίνεται προσφιλής στον Αυγουστίνο .Το 1958 μέλη του θρησκευτικού του σωματείου ¨Ο Μέγας Αθανάσιος¨ υπέβαλαν αντίστοιχη μήνυση στην Ιερά Σύνοδο εναντίον του αρχιμανδρίτη τότε Ιερώνυμου Κοτσώνη και τον κατηγόρησαν «…ότι δεν σέβεται το πρόσωπο της Παναγίας, επειδή δεν εμπόδισε την έκδοση της μετάφρασης του βιβλίου του Foulton Oursel " Το πιο μεγάλο γεγονός¨….» Βλ.Μητρ. Αττικής και Μεγαρίδος Νικόδημου ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΚΟΤΣΩΝΗΣ ο Αρχιεπίσκοπος των Αποστολικών οραματισμών Εκδόσεις Σπορά Αθήνα 1990 σελ.11 

[xii] Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Απολογισμός μιας τετραετίας (25 Ιουνίου 1967- 25 Ιουνίου 1971), έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «ο Σταυρός», Αθήναι 1971, σ.122 

[xiii] Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Απολογισμός μιας τετραετίας (25 Ιουνίου 1967- 25 Ιουνίου 1971), έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «ο Σταυρός», Αθήναι 1971, σ.124

[xiv] Ο Αυγουστίνος Καντιώτης έχει ερμηνεύσει τα γνωστά χωρία της Αποκάλυψης του Ιωάννη, τα οποία αναφέρονται στους 4 Ιππείς προσπαθώντας να επισημάνει συγκεκριμένα πρόσωπα και πράγματα της εποχής μας.

[xv] Αγαθαγγέλου Χαραμαντίδη ( αρχιμ), «φονταμενταλισμός και τρόποι υπερβάσεως του», Εκκλησία 1995, σ. 765

[xvi] Δαμασκηνός Παπανδρέου (μητροπολίτης Ελβετίας), «ανεξιθρησκεία και Φονταμενταλισμός», Λόγος Διαλόγου (η Ορθοδοξία ενώπιον της τρίτης χιλιετίας), Εκδόσεις Καστανιώτη Αθήνα 1997.σ. 294-5

Παγκοσμιοποίηση – εκδυτικισμός παραδ. θρησκειών

Η παγκοσμιοποίηση ως εκδυτικισμός των παραδοσιακών θρησκειών 

 

Του π. Νικολάου Λουδοβίκου*


Ἡ παγκοσμιοποίηση εἶναι ἀρρήκτως δεμένη μέ τό παλιό φιλοσοφικό ὄνειρο τοῦ τέλους τῆς ἱστορίας. Πρόκειται γιά ἕνα εὐρωπαϊκό ὄνειρο τό ὁποῖο εἶναι βεβαίως ἀρρήκτως ἐπίσης συνδεδεμένο μέ τίς χριστιανικές καί ρωμαϊκές καταβολές τῆς Δύσης, στήν ἐκκοσμικευμένη τους φυσικά ἐκδοχή. Τό φιλοσοφικό ὄνειρο αὐτό ἔλαβε τήν εὐκρινέστερη θεωρητική μορφή του στή φιλοσοφία τοῦ Χέγκελ. Πρόκειται γιά θεμελιώδη εὐρωπαϊκή οὐτοπία: τό τέλος τῆς ἱστορίας, γιά τόν Χέγκελ, εἶναι ἡ βαθμιαία διαλεκτική ἀνύψωσή της ὡς τήν εὐτυχῆ ἐκείνη κατάσταση τήν ὁποία ὁ φιλόσοφος προ-γνωρίζει ὡς πλήρη αὐτοσυνειδησία τῆς ἐλευθερίας.

Ἄς τό ἐξηγήσουμε καλύτερα. Γιά τόν Χέγκελ ὁ Θεός δέν εἶναι μιά ὀντότητα πέρα ἀπ' τόν κόσμο, ἀλλά ἡ ἰδέα πού πραγματοποιεῖται μέσα στήν (καί ὡς) ἱστορία. Πρόνοια δέν εἶναι κάποιο εἶδος «ἐξωτερικοῦ τέλους», ἕνα ὑπερφυσικό σχέδιο τοποθετημένο ἀπό τόν Θεό στήν φύση, ἀλλά ἕνα «ἐσωτερικό τέλος», ὁ ἔσχατος σκοπός τῆς ἴδιας τῆς ἱστορίας. Καί ἡ ἀθανασία δέν εἶναι κάποια ζωή στόν οὐρανό, ἀλλά ἡ διαρκής μνήμη τοῦ ρόλου μας στήν ἱστορία. Σκοπός τῆς ἱστορίας λοιπόν εἶναι ἡ αὐτο-συνειδησία κάθε ἔθνους, ἤ ἀκριβέστερα, ἡ διαλεκτική μέσω τῆς ὁποία αὐτό φθάνει στήν αὐτο-συνειδησία του αὐτή.

 Ἡ αὐτοσυνειδησία αὐτή, ὡς συλλογικό γεγονός, δέν μπορεῖ παρά νά εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τῆς οὐσίας τοῦ ἀνθρώπου, πού, γιά τόν Χέγκελ, εἶναι ἡ ἐλευθερία. Αὐτό σημαίνει πώς σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, τέλος του, εἶναι ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἐλευθερίας αὐτῆς. Ἐπειδή ὅμως αὐτό εἶναι περισσότερο κάτι πού αὐτός πρέπει νά κατορθώσει παρά κάτι πού τοῦ ἔχει ἤδη δοθεῖ, ἡ πραγματοποίηση αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ ἀπαιτεῖ τήν ἀνθρώπινη δραστηριότητα, μ' ἄλλα λόγια μπορεῖ νά κατορθωθεῖ, μᾶς λέγει ὁ Χέγκελ, μόνο μέσα στήν ἱστορία. Καί μάλιστα, μόνο σ' ἕνα συγκεκριμένο ἱστορικό «τέλειο» κράτος. Τό ὑποτιθέμενο αὐτό κράτος εἶναι ἡ ἀπόλυτη πραγμάτωση τοῦ πνεύματος (τοῦ Θεοῦ δηλαδή) μέσα στήν ἱστορία, ὡς μιά θαυμαστή κοινότητα ἴσων καί ἐλεύθερων ἀτομικοτήτων οἱ ὁποῖες ἀναλαμβάνουν ν' ἀποδείξουν ἀληθινή καί πραγματική τήν ἀφηρημένη διϋποκειμενική αὐτοσυνειδησία πού ὑποτίθεται πώς ἀποτελεῖ τήν οὐσία τοῦ Πνεύματος. Μέσα ἀπό πανουργίες καί διαλεκτικές μεταμφιέσεις ὁ Λόγος πραγματώνεται καί τά ἰδεώδη τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης τελειώνουν τότε τήν παγκόσμια ἰστορία, σ' ἕναν διαλεκτικῶς ἀναπόφευκτο παράδεισο. Ἡ παγκοσμιοποίηση, στή Δύση, εἶναι βαθειά συνημμένη μέ τό παρεφθαρμένο ὄραμα αὐτοῦ τοῦ παραδείσου.

Φυσικά ὁ Χέγκελ θά εἶχε λόγους νά φοβᾶται, ἀκόμη κι αὐτός, τήν παγκοσμιοποίηση αὐτή. Διότι, παρά τίς ἀντιφάσεις του, ὁ φιλόσοφος τοῦ «Παγκοσμίου Πνεύματος» γνώριζε πώς, αἴφνης, δέν καταλαβαίνουμε γιά τούς ἀρχαίους Ἕλληνες «περισσότερα ἀπ' ὅσα σκέφτεται ἕνας σκύλος» – ἡ βαθειά διαφορά μεταξύ τῶν πολιτισμῶν καθιστᾶ δύσκολη ἕως ἀφελῆ τήν προσπάθεια νά προσδιορισθεῖ ἡ πορεία τους πρός τήν «αὐτοσυνειδησία». Πόσο μᾶλλον ἡ κοινή τους πορεία πρός αὐτήν. Ἀλλά, τότε, τί εἶναι ἡ παγκοσμιοποίηση; Πῶς εἶναι δυνατόν νά πραγματωθεῖ τό Παγκόσμιο Πνεῦμα, μέσα μάλιστα στήν πλήρη ἐπίγνωση ὅλων πώς ἐδῶ καί τώρα πραγματώνεται;

Δέν εἶναι ἄραγε πολύ σοφότερο νά θεωροῦμε μαζί μέ τόν Jacques Le Goff πώς, στήν πραγματικότητα, αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ παγκοσμιοποίηση εἶναι, περισσότερο ἀπό κάθε τί ἄλλο, ἕνας κδυτικισμός, μιά ἀναγωγή ὅλου τοῦ ὑπόλοιπου κόσμου σ' ἕνα κλασσικό δυτικό ὄραμα ἱστορικῆς τελειοποίησης, δεμένο μάλιστα πιό στενότατα μέ τό δόγμα, σήμερα, τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ;

Στήν πράξη αὐτά ὅλα σημαίνουν πώς, στό βαθμό πού ἕνας οἱοσδήποτε λαός τοῦ πλανήτη μας σήμερα ἐπιθυμεῖ νά συμμετάσχει στό δυτικό ἐκσυγχρονιστικό ὄραμα τῆς αὐτοσυνείδητης καί αὐτοεκπληρωνόμενης ἱστορίας εἰσέρχεται ἀναπόφευκτα στήν τροχιά τῆς παγκοσμιοποίησης. Ὄχι μάλιστα τῆς οἰκονομικῆς παγκοσμιοποίησης ἁπλῶς, ἀλλά καί τῆς πολιτιστικῆς, εἰς τρόπον ὥστε ὄχι μόνον ἡ οἰκονομία, ἀλλά καί ἡ συγκεκριμένη ἀνθρώπινη κοινωνία νά μεταβάλλει τούς παραδοσιακούς της στόχους προσκτώμενη τούς καινούργιους στόχους τῆς ὑποχρεωτικῆς ἐνδοϊστορικῆς αὐτοπραγμάτωσης.

Ὅλα τά παραδοσιακά καί πολιτιστικά σχήματα τείνουν νά ἐπαναπροσδιορισθοῦν, μέ βάση τίς νέες ἀπαιτήσεις αὐτές˙ ἔτσι ἡ ἀνάγκη τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ φαίνεται νά διέρχεται ἀναπόφευκτα ἀπό τήν παγκοσμιοποίηση ὡς «ἐκδυτικισμό» ἀκριβῶς τῶν παραδοσιακῶν μορφῶν ζωῆς καί σκέψης. Φυσικά οἱ θρησκεῖες, ὡς θεμελιώδεις τέτοιες μορφές, βρίσκονται ἀμέσως στήν τροχιά ἑνός τέτοιου «ἐκδυτικισμοῦ», βρίσκονται δέσμιες δηλαδή στήν ἀνάγκη νά ἀποδείξουν πώς μποροῦν νά «συνεισφέρουν» στόν νέο αὐτό τύπο ἀνθρώπου καί κράτους πού ἀπαιτεῖ ὁ παγκοσμιοποιημένος αὐτός ἐκσυγχρονιστικός ἐκδυτικισμός.

Αὐτό σημβαίνει τόσο μέ θρησκεῖες ὅπως τό Ἰσλάμ ἤ ὁ Βουδισμός, ὅσο καί μέ ἱστορικά μή δυτικές χριστιανικές ὁμολογίες, ὅπως ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅλες αὐτές οἱ θρησκεῖες ἀναγκάζονται νά ἀπαντήσουν ἤ νά θεραπεύσουν συγκεκριμένα προβλήματα τῶν δυτικῶν χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καί κοινωνιῶν, δημιουργούμενα στήν δική τους ἱστορική πορεία πρός τούς «παγκόσμιους» στόχους πού θέτει σήμερα ὁ δυτικός κόσμος. Ἄς δοκιμάσουμε νά τό ἐξηγήσουμε αὐτό καλύτερα, ξεκινώντας ἀπό τό παράδειγμα τοῦ Ἰσλάμ. Τό ὁποῖο ὀφείλει, ἄν εἶναι νά ἐπιβιώσουν οἱ λαοί πού τό ἀσπάζονται, νά ἐκσυγχρονιστεῖ (υἱοθετώντας ἕνα σημαντικό μέρος τῶν τεχνικῶν καί τῶν ἱστορικῶν τάσεων τῆς Δύσης) καί ὁ ἐκσυγχρονισμός αὐτός, πού ἤδη ἔχει ἀρχίσει, ὀνομάζεται στήν περίπτωση αὐτή ἀπό τόν J. Le Goff, «συγκρουσιακός» -ὑπό τήν ἔννοια πώς ἀφορᾶ στήν ἄρχουσα κυρίως τάξη καί προχωρεῖ συγκρουόμενος μέ τήν ἰσλαμική παράδοση. Ἡ δύναμη πού προωθεῖ τόν συγκρουσιακό αὐτό ἐκσυγχρονισμό εἶναι, ὅπως ἔλεγε ὁ F. Braudel, ὁ ἐθνικισμός ἤ καλύτερα ἡ «ἐθνικιστική περηφάνεια» τῶν λαῶν αὐτῶν, πού ὁδηγεῖ ἐν τέλει, παρά τίς ἰσχυρές ἀντιστάσεις τῆς παραδόσεως, στό ἄνοιγμα, ἀργά ἀλλά σταθερά, πρός τόν «ἐκδυτικισμό». Σέ πνευματικό ἄλλωστε ἐπίπεδο, ἡ εἴσοδος τοῦ Ἰσλάμ ὡς θρησκείας πλέον στή Δύση δέν εἶναι ἐπίσης ἄσχετη μέ τόν ἐκδυτικισμό του. Μέ δεδομένη τήν μακρά παράδοση ἰδεαλισμοῦ καί νεοπλατωνισμοῦ πού φιλοξενεῖ στά σπλάγχνα του ὁ δυτικός χριστιανισμός, καίριο σημεῖο ἕλξης τοῦ Ἰσλάμ γιά τούς Εὐρωπαίους καί Ἀμερικανούς προσηλύτους του ὑπῆρξε ἀκριβῶς ἡ μή σαφής διάκριση ἐδῶ, μεταξύ ἐγκοσμίου καί πνευματικοῦ στοιχείου, καθώς καί ἡ βιβλικῆς προέλευσης «ὑλική» ἐσχατολογία του. Στά πλαίσια τῆς ὁποίας, ἡ καταξίωση τοῦ ὑλικοῦ-σωματικοῦ στοιχείου ἀναδίδει, γιά τόν κουρασμένο ἀπό ἠθικιστικές καί ἰδεαλιστικές ὑπερθέσεις εὐρωπαῖο, τήν ἐλπίδα μιᾶς καταξίωσης τῆς ψυχοσωματικῆς του ὁλότητας καί ταυτόχρονα τῆς βασανισμένης ἀπό τήν ἀπόλυτη ἐκκοσμίκευση ἐγκόσμιας καθημερινότητάς του. Εἶναι φυσικά σαφές πώς ὅλα αὐτά συνιστοῦν μιάν ἀφαίρεση σέ σχέση μέ τήν θεωρητική πληρότητα τοῦ Ἰσλάμ.

Παρεμφερή μποροῦν νά θεωρηθοῦν τά συμβαίνοντα μέ τόν Βουδισμό. Στήν ἐκδοχή τῆς διείσδυσής του στή Δύση εἶναι ὅπως παρατηρεῖ ὁ P. Bruckner, στήν κυριολεξία ἀγνώριστος, ἔχει καταφανῶς «ἐκδυτικισθεῖ». Δέν δίνει βαρύτητα στά δόγματά του, ἔρχεται ὅμως νά ἐγκατασταθεῖ στό κενό ἀκριβῶς πού δημιουργεῖ ἡ διάσταση μεταξύ θεωρίας καί πράξης στή Δύση. Δέν ἀντιμάχεται τόν χριστιανισμό ἀλλά μιμεῖται θεμελιώδη καί ξεχασμένα, ἔνεκα τῶν λόγων πού περιγράψαμε πιό πάνω, χαρακτηριστικά του: διδάσκει λοιπόν τόν μετριασμό τῶν παθῶν, τήν ἐφημερότητα τοῦ βίου, τήν ἀνάγκη γιά ἀσκητική ἁπλότητα καί λιτότητα, τήν φρόνηση καί τόν σεβασμό ἐνώπιον τῆς δημιουργίας. «Μιμεῖται» αὐτές τίς διδασκαλίες, διότι ἡ χριστιανική θεολογία ἔχει προσδώσει ἄλλο περιεχόμενο καί διαφορετικό ὁρίζοντα σ' αὐτές, ἐντελῶς διάφορα ἀπ' ὅ,τι ἡ ὀντολογική ἐφημερότητα τοῦ κόσμου καί τοῦ προσώπου στόν Βουδισμό ὑπαγορεύει. Ὅλα αὐτά ἐνῶ, ὅπως εἶναι γνωστό, ὅλες οἱ παραδοσιακές βουδιστικές ἤ ἰνδουϊστικές χῶρες προσβλέπουν ταυτόχρονα μέ λαχτάρα στόν δικό τους ἐκδυτικισμό, χωρίς ὅμως ἀκόμη νά ἔχει διενεργηθεῖ ὁ βαθύς διάλογος μεταξύ τῶν διαφορετικῶν παραδόσεων πού θά καθιστοῦσε κάτι τέτοιο λιγότερο συγκρουσιακό ἤ βίαιο.

ς λθουμε τώρα, δι' λίγων, στήν ρθοδοξία. Καί ἐδῶ ἡ σαφέστατη τάση τῆς ἐθνικῆς ἤ κάποτε ἐθνικιστικῆς ὑπερηφάνειας τῶν λαῶν ὑπαγορεύει τόν ἐκδυτικισμό, ἐνῶ ἡ παράδοση ἀνθίσταται. Δύο φαινόμενα, δυτικοῦ μάλιστα τύπου, ἀναφαίνονται ταυτόχρονα. Ἀπό τήν μιά ὁ φονταμενταλισμός, ὡς ἀγχώδης καί ἐν πολλοῖς ἄκριτη εἰδωλοποίηση τοῦ γράμματος τῆς παράδοσης, μέ παράλληλη ἀδιαφορία ἤ ἀδυναμία διαλόγου μέ τήν νεωτερικότητα˙ ἀπό τήν ἄλλη, ἕνας ἐπιθετικός, συγκρουσιακός, διαφωτιστικοῦ τύπου ἐκσυγχρονισμός πού στήν πραγματικότητα ἀπεμπολεῖ καί ἀπορρίπτει τήν παράδοση ἤ τήν χρησιμοποιεῖ μέ μίαν αὐθαίρετη ἐπιλεκτικότητα. Ἡ σύγκρουση τῶν δύο τάσεων αὐτῶν εἶναι βαθειά καί παραμένει ἀνοικτή καί ἀπρόβλεπτη.

Τί θά μπορούσαμε νά ποῦμε γιά τό μέλλον; Σ'ὅλες τίς παραπάνω περιπτώσεις αὐτό πού ὑπάρχει κοινό εἶναι ἡ βαθειά τάση τῶν παραδοσιακῶν πολιτισμῶν πρός τό Δυτικό «τέλος τῆς Ἱστορίας», τήν διαλεκτικῶς ἐκπληρωμένη ἱστορικότητα, τήν παγκοσμιοποιημένη παραδείσια δυνατότητα συλλογικῆς αὐτοπραγμάτωσης τοῦ ἀνθρώπου, καί τοῦτο παρά τίς συσσωρευμένες καί καταστροφικές ἀντιφάσεις τοῦ δυτικοῦ καπιταλισμοῦ. Κύριος μοχλός τῶν ὁποίων ὑπῆρξε, ὅπως παρατηροῦσε ὁ Daniel Bell, ἡ ἔλλειψη «ὁρίων παράβασης», ἡ καταστροφή κάθε «ἱεροῦ» ἤ παραδοσιακοῦ (ὅπως π.χ. ἡ προτεσταντική ἠθική) μεγέθους ἀπό τήν κτητικότητα καί τήν αὐθαιρεσία μιᾶς ξέφρενης ἀνάπτυξης. Ἡ ὁποία, πάλι μέ ἑγελειανό τρόπο, φαίνεται νά ἔχει ἀποβεῖ ὀντολογικό στοιχεῖο τῆς δυτικῆς νεωτερικότητας, δίνοντας στήν νεώτερη δυτική ἀντίληψη περί ἱστορίας μιά τάση ἐκ-στατικῆς, ὑπέρ-βουλητικῆς καί κυριαρχικῆς ὑπερβατικότητας. Ἡ πραγματική ὅμως ἱστορικότητα εἶναι νηφάλιος διάλογος μεταξύ πραγματικῶν λαῶν ἤ προσώπων καί ὄχι παγκοσμιοποιημένος πολιτιστικός συγκρητισμός. Οἱ παραδόσεις καί οἱ θρησκεῖες, εὐρισκόμενες σήμερα στήν προοπτική τοῦ ἴδιου πλέον παγκόσμιου ἐκδυτικισμοῦ, θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουν τήν μεγάλη ἀλλαγή ἱστορικῆς προοπτικῆς καί νά ἐργασθοῦν διαλεγόμενες μ' αὐτήν.

Δέν εἶναι ὅλες οἱ θρησκεῖες ὅμοιες οὔτε ὅλες ἔχουν ἴδιο μέρος ἀλήθειας, ὅπως στά πλαίσια αὐτοῦ ἀκριβῶς τοῦ συγκρητισμοῦ συχνά λέγεται. Ἡ ἐκδυτικιστική παγκοσμιοποίηση μπορεῖ νά γίνει ἔναυσμα γιά ἕναν οὐσιαστικό διάλογο πού θά ἀναδείξει τό μέγα βάθος τῶν πνευματικῶν αἰτημάτων πού γέννησαν πολιτισμούς καί θρησκεῖες, παιδαγωγώντας ταυτόχρονα τήν βιασύνη της. Συνάμα θά δημιουργήσει ὀρίζοντες γιά ἐσωτερική αὐτοκριτική τῶν θρησκειῶν καί, πιθανῶς, γιά τήν μελλοντική ἀνάδειξη ὄχι μιᾶς παγκόσμιας θρησκείας, ἀλλά τῆς αὐθεντικῆς αὐτοαποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, πού γιά μᾶς βέβαια τούς χριστιανούς ἔχει ἤδη συντελεσθεῖ καί εἶναι ὁ Χριστός. Τό Χριστολογικό ὅμως μυστήριο ἐνεργεῖται ἀρρήτως καί  πολλαχῶς σ' ὅλη τήν ἔκταση τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας…

 

* Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος είναι Καθηγητής Δογματικῆς καί Φιλοσοφίας  στήν  Ἀνωτάτη Ἐκκλ.  Ἀκαδημία Θεσ/νίκης καί στό Ὀρθόδοξο Ἰνστιτοῦτo τoῦ  Cambridge.

 

ΠΗΓΗ: http://www.imado.gr/monastery/index.php?option=com_content&task=view&id=118&Itemid=180