Πώς οικονομική αυτοδυναμία;

Τι κάνουμε τώρα; (5) – Πώς οικονομική αυτοδυναμία;

 

Του Τάκη Φωτόπουλου*

 

Στα προηγούμενα άρθρα προσπάθησα να δείξω γιατί η ανακοπή της σημερινής καταστροφής των λαϊκών στρωμάτων είναι δυνατή μόνο μέσα από την οικονομική αυτοδυναμία. Και αυτό, γιατί οι εφαρμοζόμενες σήμερα πολιτικές που ουσιαστικά συνεπάγονται τη φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων, την απαξίωση κάθε κοινωνικού αγαθού (Υγεία, εκπαίδευση) και το ξεπούλημα του κοινωνικού μας πλούτου δεν είναι απλά απόρροια της διαφθοράς και των «κακών» πολιτικών  κάποιων διεφθαρμένων  πολιτικάντηδων, ξένων και ντόπιων, που εφαρμόζουν κάποιο νεοφιλελεύθερο δόγμα με τακτικές «σοκ και δέους».

Όλα αυτά είναι αποπροσανατολιστικά παραμύθια  που στρέφουν τη λαϊκή οργή στο σαμάρι, αντί για το γαϊδούρι. Και το γαϊδούρι στη περίπτωσή μας είναι το σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς (ή παγκοσμιοποίηση) που είναι μια μετεξέλιξη του συστήματος της καπιταλιστικής αγοράς στην εποχή των πολυεθνικών.

Ήταν, δηλαδή, η ανάδυση και μαζική εξάπλωση των πολυεθνικών στη μεταπολεμική περίοδο που επέβαλλε τη θεσμοποίηση του πλήρους ανοίγματος και της απελευθέρωσης των αγορών (τις 4 «ελευθερίες») που συνεπάγεται την εξωστρέφεια και τον αδυσώπητο αγώνα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. Και φυσικά δεν είναι μόνο οι πολυεθνικές που ωφελούνται στη διεθνοποιημένη οικονομία, αλλά και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα που άμεσα ή έμμεσα έχουν ενσωματωμένη την οικονομική δραστηριότητά τους στη διεθνοποιημένη οικονομία.

Όμως, είναι δυνατή η αυτοδυναμία σήμερα, χωρίς παράλληλη αλλαγή του κοινωνικοοικονομικού συστήματος που προϋποθέτει βέβαια επαναστατικές συνθήκες, τις οποίες όμως δεν είδαμε πουθενά να αναπτύσσονται στη παγκοσμιοποίηση, παρά την πιο άγρια συμπίεση των λαϊκών στρωμάτων όσο ποτέ; Κατά τη γνώμη μου, η αποδέσμευση απο τη παγκοσμιοποιημένη αγορά είναι δυνατή  μέσα από ένα παλλαϊκό Μέτωπο κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης που θα επέβαλε τις εκλογές και θα κατέβαινε με ολοκληρωμένο πρόγραμμα βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων αλλαγών για μια αυτοδύναμη οικονομία.

Δεν θα συζητήσω εδώ τις βραχυπρόθεσμες απαιτούμενες αλλαγές που έχω συζητήσει παλαιότερα, αλλά μόνο τις μεσοπρόθεσμες αλλαγές για την οικοδόμηση των βάσεων μιας αυτοδύναμης οικονομίας. Δηλαδή, τις αλλαγές για να ξανακτιστεί η παραγωγική δομή της χώρας, που έχει καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά μετά την πλήρη ενσωμάτωσή της στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς (ιδιαίτερα στην ΕΟΚ/ΕΕ), και για να διαμορφωθεί ένα συναφές καταναλωτικό πρότυπο, πέρα από αυτό που μας επέβαλλε η εξάρτηση μας από τη διεθνή αγορά  Το νέο παραγωγικό πρότυπο θα πρέπει να στοχεύει στη κάλυψη των βασικών αναγκών όλων των πολιτών και όσων από τις μη βασικές ανάγκες επιλέγουν οι ίδιοι να καλύψουν, και το επιτρέπουν οι διαθέσιμοι παραγωγικοί πόροι.

Χρειάζεται, δηλαδή, στο στάδιο αυτό να δημιουργηθεί μια ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΗ (όχι αυτάρκης) οικονομία που θα στηρίζεται κατ' αρχήν στους εγχώριους παραγωγικούς πόρους για την κάλυψη των αναγκών μας, και μόνο κατ' εξαίρεση σε ξένους παραγωγικούς πόρους, τους οποίους μπορούμε να αποκτούμε μέσω των εξαγωγών των πλεονασμάτων μας, και ενός τουρισμού που θα σέβεται τον ελληνικό λαό και το περιβάλλον. Τα δυο βασικά οικονομικά προβλήματα που πρέπει να λυθούν για ένα παρόμοιο πρόγραμμα αυτοδυναμίας είναι αυτό της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και του τρόπου κατανομής των οικονομικών πόρων. Όσον αφορά το πρώτο, θα μπορούσε να καθιερωθεί ένα μίγμα μορφών ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής (κρατική, δημοτική, συνεταιριστική, ατομική μικροϊδιοκτησία) και, επομένως, ένα αντίστοιχο μίγμα των μεθόδων κατανομής των οικονομικών πόρων όπου θα συνυπήρχε ο ενδεικτικός σχεδιασμός (που όσον αφορά τη κάλυψη των βασικών αναγκών θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικός), η οικονομική δημοκρατία και η αγορά.

Στους κοινωνικοποιημένους κλάδους παραγωγής θα έπρεπε να υπαχθούν αυτοί που καλύπτουν βασικές ανάγκες  σε τρόφιμα, τη κάλυψη των αναγκών Υγείας, Εκπαίδευσης, ηλεκτρικού κλπ και φυσικά το Τραπεζικό σύστημα καθώς και οι «εθνικής εμβέλειας» κλάδοι ενέργειας, επικοινωνιών, μεταφορών κλπ. Η κατανομή των οικονομικών πόρων σε αυτούς τους κλάδους μπορεί να γίνεται μέσω ενός εθνικού μακρο-οικονομικού σχεδιασμού (ενδεικτικός, εκτός από τη κάλυψη βασικών αναγκών) που θα θεμελιώνεται όχι μόνο στις καταναλωτικές προτιμήσεις που εκφράζει η αγορά, αλλά και στις αποφάσεις των δημοτικών συνελεύσεων (δηλαδή, των συνελεύσεων των δημοτών ανά δήμο που συνομοσπονδιοποιούνται στο εθνικό επίπεδο), αλλά και των συνελεύσεων των ίδιων των εργαζομένων στους κλάδους αυτούς.

Οι υπόλοιποι κλάδοι θα μπορούσαν να οργανώνονται στη βάση είτε νέου τύπου δημοτικών επιχειρήσεων που θα ανήκουν στους δήμους και θα ελέγχονται από τις δημοτικές συνελεύσεις καθώς και τις συνελεύσεις των εργαζομένων σε αυτές, είτε νέου τύπου συνεταιρισμών που θα ανήκουν στα μέλη και θα ελέγχονται από τις συνελεύσεις τους είτε, τέλος, στην ατομική μικρο-ιδιοκτησία (μικρομάγαζα κάθε είδους, βασικά οικογενειακής μορφής, αυτό-απασχολούμενοι κ.λπ.). Το επίπεδο παραγωγής σε όλους αυτούς τους κλάδους θα προσδιορίζεται όχι μόνο με βάση τις καταναλωτικές ανάγκες αλλά και με βάση τον ενδεικτικό σχεδιασμό που θα έχει βασικούς στόχους την πλήρη απασχόληση, την αποτελεσματική χρησιμοποίηση των διαθέσιμων πόρων και την προστασία του περιβάλλοντος.

Η επιλογή μας είναι: συνέχιση και μονιμοποίηση της σημερινής εξαθλίωσης ή το κτίσιμο μιας αυτοδύναμης οικονομίας.

* http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύεται στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (4-5 Μαΐου 2013). Το είδα: 4-5-2013, http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/gre2013/2013_05_04.html

Η Δεξιά ψήφισε στη Βουλή το οικτρό μέλλον της Κύπρου

Η Δεξιά ψήφισε στη Βουλή το οικτρό μέλλον της Κύπρου

 

Του Γιώργου Δελαστίκ

 

«Εγκρίνοντας τη λεηλασία των καταθέσεων,

 η Κυπριακή Δημοκρατία απομονώνεται διεθνώς

 και μένει δίχως φίλους στο έλεος της Τουρκίας»

 

Μοιραίες θα είναι οι συνέπειες όχι μόνο για την εξαθλίωση του κυπριακού λαού, αλλά και για το οικτρό μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας, της κρίσιμης απόφασης του κοινοβουλίου της Λευκωσίας να ψηφίσει υπέρ της υπαγωγής του νησιού σε καθεστώς υποτέλειας μέσω Μνημονίου. Σύσσωμοι οι 20 βουλευτές του δεξιού ΔΗΣΥ και οι 8 βουλευτές του καιροσκοπικού κεντροδεξιού ΔΗΚΟ, εν πλήρει επιγνώσει των ολέθριων επιπτώσεων της στάσης τους και συνεπικουρούμενοι από τον πρόεδρο του ΕΥΡΩΚΟ Δημήτρη Συλλούρη σχημάτισαν την οριακή πλειοψηφία των 29 κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων που υπερψήφισε το Μνημόνιο που θα ρημάξει την Κύπρο.

Οι 19 βουλευτές του ΑΚΕΛ, οι 5 της ΕΔΕΚ, ο έτερος βουλευτής του ΕΥΡΩΚΟ Νίκος Κουτσού, ο βουλευτής των Οικολόγων Γιώργος Περδίκης και ο ανεξάρτητος βουλευτής Ζαχαρίας Κουλίας συγκρότησαν το προσωπικό και άτυπο μέτωπο των 27 βουλευτών που ψήφισαν «Οχι». Με την υπερψήφιση του Μνημονίου η Κυπριακή Δεξιά κατοχυρώθηκε ως κυβέρνηση αδίστακτων ληστών, οι οποίοι άρπαξαν δισεκατομμύρια ευρώ από όσους Κύπριους και ξένους πολίτες και επιχειρηματίες είχαν την αφέλεια να εμπιστευθούν τα χρήματά τους στις κυπριακές τράπεζες. Η πρωτοφανής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα λεηλασία των καταθέσεων από την κυβέρνηση Αναστασιάδη φέρνει το κυπριακό τραπεζικό σύστημα στα επίπεδα απατεώνων τύπου… Νιγηρίας, Ζιμπάμπουε και των ομοίων τους. Μόνο… ηλίθιοι ή γκάνγκστερ θα συναλλάσσονται πλέον με τις κυπριακές τράπεζες.

Κανένας λογικός ή τίμιος πολίτης δεν θα εμπιστεύεται πλέον σε κυπριακή τράπεζα έστω και ένα ευρώ για τα επόμενα… εκατό χρόνια! Η δικαιολογημένη κατοχύρωση όμως στη συνείδηση όλου του κόσμου της κυπριακής κυβέρνησης, της πλειοψηφίας των Κυπρίων βουλευτών και των κυπριακών τραπεζών ως ληστών και απατεώνων είναι η μικρότερη ζημιά της υπερψήφισης του Μνημονίου. Το κύριο ζήτημα είναι ότι οι δεξιοί κλέφτες των καταθέσεων που συναπαρτίζουν την κυπριακή κυβέρνηση απομόνωσαν εντελώς την Κυπριακή Δημοκρατία σε διεθνές επίπεδο. Τώρα η Κύπρος έχει μόνο εχθρούς! Οσοι δεν τη μισούν, την περιφρονούν βαθιά. Τηρουμένων φυσικά των αναλογιών, η Κύπρος βρίσκεται σε θέση παντελούς διεθνούς απομόνωσης ανάλογης με εκείνη που βρέθηκε στις 15 Ιουλίου 1974, όταν η χούντα της Ακροδεξιάς κατέλαβε την εξουσία με το προδοτικό πραξικόπημα των πρακτόρων της CIA για να προετοιμάσει το έδαφος για την εισβολή του Αττίλα ώστε καμιά απολύτως χώρα να μην έχει συμφέρον να αντιδράσει στην τουρκική εισβολή, όπως και έγινε.

Στο απόλυτο έλεος της Τουρκίας έθεσε την Κύπρο η απόφαση της Βουλής της Λευκωσίας που επικύρωσε τις επιλογές της κυβέρνησης του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη. Η Κύπρος όμως βρίσκεται πλέον και στο απόλυτο έλεος της Γερμανίας, του Ισραήλ, των ΗΠΑ! Γερμανοευρωπαίοι από τη μια μεριά και Ισραηλινοαμερικανοί από την άλλη θα τσακωθούν άγρια μεταξύ τους για το ποιος θα λεηλατήσει το φυσικό αέριο της Κύπρου, με σχεδόν βέβαιο νικητή αυτής της σύγκρουσης την… Τουρκία! Οποιος και αν αρπάξει τελικά το φυσικό αέριο και ίσως τα πετρέλαια της Κύπρου -και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα τα πάρουν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ- είναι πιθανότατο ότι θα τα διοχετεύσουν στις ευρωπαϊκές αγορές με αγωγούς μέσω Τουρκίας, παρά τα φληναφήματα του Αναστασιάδη και του Σαμαρά για αγωγό φυσικού αερίου που δήθεν θα συνέδεε το Ισραήλ με την Κύπρο και την Ελλάδα. Ούτε και πρόκειται βεβαίως να κατασκευαστεί εργοστάσιο υγροποίησης του φυσικού αερίου στην Κύπρο.

Η πλήρης διάλυση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος εκ μέρους των Γερμανών με την πλήρη συνεργασία του Αναστασιάδη αποσκοπούσε πέραν των άλλων και στην παντελή εξαφάνιση κάθε δυνατότητας της Λευκωσίας να εξασφαλίσει μέσω των τραπεζών της τη χρηματοδότηση ενός τόσο πολυδάπανου εργοστασίου. Μετά την άνευ όρων παράδοση και του κυπριακού κοινοβουλίου, κανείς δεν αντιμετωπίζει πλέον την Κύπρο ως κυρίαρχο κράτος. Ολοι τη βλέπουν ως μια άθλια αποικία και αυτή την αντιμετώπιση θα έχει πλέον σε διεθνές επίπεδο. Η κυπριακή δεξιά κυβέρνηση και η δεξιά κοινοβουλευτική πλειοψηφία καθόρισαν την οικτρή μοίρα του λαού και της χώρας τους. Ο κυρίαρχος λαός φέρει επίσης βαρύτατο μερίδιο ευθύνης επειδή ψήφισε για πρόεδρο τον Ν. Αναστασιάδη παρόλο που γνώριζε ότι ήταν υποστηρικτής του Μνημονίου, όπως και υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν το 2004. Αναπότρεπτα οι Κύπριοι θα υποστούν τώρα τις συνέπειες της επιλογής τους, οι οποίες θα είναι ολέθριες – ίσως και μοιραίες για τη συνέχιση της ύπαρξης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς.

ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ Αρθρογράφοι «E» 2/5/2013, http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22792&subid=2&pubid=63821575

Ο κοινοτικός συνεργατισμός και ο Κωνσταντίνος Καραβίδας

Ο κοινοτικός συνεργατισμός και ο Κ. Καραβίδας

 

Του Σπύρου Κουτρούλη


   Τι σταμάτησε αυτά τα κινήματα ψυχής που αξιώθηκε

κι έφτασαν ως τις κοινότητες; Ποιος καπάκωσε

μια τέτοιου είδους αρετή, που μπορούσε μια μέρα

να μας οδηγήσει σ' ένα ιδιότυπο, κομμένο στα μέτρα της χώρας πολίτευμα; Όπου κοινοτικό

αίσθημα να συμπίπτει με κείνο των αρίστων; Τι

έγινε η φύση που μαντεύουμε αλλά δεν τη

βλέπουμε; Ο αέρας που ακούμε αλλά δεν τον εισπνέουμε;

Ο. Ελύτης[1]

 

Η κοινότητα δεν υπήρξε μια συσσωμάτωση αδιάφορη για το μάτι των ερευνητών. Από νωρίς διαπιστώθηκε, ότι η εξέταση της θα έθετε κρίσιμα προβλήματα και θα αποκάλυπτε ουσιώδεις πτυχές της νέας ελληνικότητας.

Σε πολλές περιπτώσεις θεωρήθηκε ως δημοσιονομικός θεσμός της τουρκοκρατίας, ενώ σε άλλες προσδιορίστηκε η γενεαλογία της στο αρχαίο άστυ και σε σταθερούς γεωοικονομικούς παράγοντες. Δείγμα των ποικίλλων απόψεων που διατυπώθηκαν είναι και η σύνδεση της με την οργάνωση της οικονομικής ζωής κατά την εποχή του Βυζαντίου. Επιπροσθέτως υποστηρίχθηκε ότι η κοινότητα αποτέλεσε μορφή κοινωνικής οργάνωσης, που άνθισε στα Βαλκάνια υπό διάφορες μορφές και γενικότερα στην ορθόδοξη ανατολή (Ρωσία, παρευξείνιες χώρες). Φαίνεται να υπάρχει μια γενική συμφωνία, ότι η σημασία της κοινότητας αρχίζει να υποχωρεί αμέσως μετά τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους και το τέλος της κυβερνήσεως Καποδίστρια. Στα πλαίσια μιας απαισιόδοξης ερμηνείας, η κοινότητα δεν έχει πλέον θέση σε μια διαρκώς εκτεχνικευμένη κοινωνία και αναγκαστικά θα ακολουθήσει την μοίρα του διαρκώς συρρικνούμενου γεωργικού τομέα. Αντίθετα, κατά άλλες εκτιμήσεις, τα σύγχρονα πληροφοριακά δίκτυα και η αλματώδης ανάπτυξη των μέσων συγκοινωνίας, ευνοούν την αποκεντρωμένη οργάνωση του πολιτικού και κοινωνικού βίου.

Ο Κωνσταντίνος Καραβίδας ερεύνησε ενδελεχώς την νεοελληνική κοινότητα. Η σκέψη του μετατοπίστηκε απο μια εξαντλητική και επιτυχή συλλογή πρωτογενούς υλικού στην ανάδειξη της κοινότητας σε μια «πραγματική ουτοπία» προορισμένη να συγκρουστεί στο χώρο της ιδεολογίας με άλλες «πραγματικές ουτοπίες». Ο Καραβίδας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κοινότητα όχι μόνο υπήρξε, αλλά διεκπεραίωνε λειτουργίες διοικητικές και παραγωγικές. Γηγενής αντικαπιταλιστικός θεσμός, δημιούργημα εν πολλοίς γεωοικονομικών παραγόντων, είναι αναγκαία σε κάθε στάδιο της τεχνικής εξέλιξης και κλειδί για την κατανόηση του νεοελληνισμού.

Ο Κ. Καραβίδας βρίσκει έναν αναπάντεχο σύμμαχο σε ορισμένα κείμενα του Κ. Μαρξ, τα οποία ξεφεύγουν από τον νομοτελειακό εξελικτισμό που διακρίνει τον βασικό πυρήνα της σκέψης του.

Σε δύο επιστολές του ο Κ. Μαρξ το 1877, Προς τον Μιχαηλοφσκι και το 1881, προς τη Βέρα Ζάσουλιτς τάσσεται με όσους στην Ρωσία «στην ζωτικότητα της συνεργατικής αγροτικής κοινότητας» βλέπουν το σπόρο για εκέινο που θα ονομάζαμε σήμερα «μη καπιταλιστική ανάπτυξη» προμηνύοντας τον κομμουνισμό.[2] Όπως υπογραμμίζει Ε. Μπαλιμπάρ, που παραθέτει τα κείμενα του Μαρξ, η κοινότητα «μπορεί να χρησιμεύσει για την «αναγέννηση της Ρωσίας», δηλαδή για την οικοδόμηση μιας κομμουνιστικής κοινωνίας, αποφεύγοντας τους «ανταγωνισμούς», τις «κρίσεις», τις «συγκρούσεις» και τις «καταστροφές» που σημάδεψαν την ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Δύση, δεδομένου ότι η κοινοτική μορφή είναι σύγχρονη (όρος στον οποίο ο Μαρξ επανέρχεται με επιμονή) με τις πιο αναπτυγμένες μορφές της καπιταλιστικής παραγωγής, τις τεχνικές της οποίας μπορεί να δανειστεί από τον περιβάλλοντα «χώρο».[3] Είναι βέβαιο ότι αν οι Σοβιετικοί είχαν επιλέξει να σεβαστούν την κοινοτική παράδοση θα ήταν εντελώς διαφορετική η εξέλιξη των κοινωνιών τους.

Η κοινότητα δεν αντιτίθεται απαραίτητα στην ύπαρξη ισχυρής κεντρικής αρχής, όπως τεκμηριώνεται από το γεγονός της παρουσίας της κατά την βυζαντινή και οθωμανική κυριαρχία. Θα αναμέναμε ενδεχομένως από τον Καραβίδα να ερμηνεύσει την κοινότητα, ως απότοκο της απουσίας προτεσταντικού ήθους που η δραστική του παρουσία σε χώρες της Δύσης ευνόησε την υπολογιστική οργάνωση του βίου και την ατομική συσσώρευση πλούτου. Μια τέτοια οπτική, που εκκινά βέβαια από τους προβληματισμούς του M. Weber αλλά και με την συνδρομή άλλων αιτιοτήτων, όπως του γεγονότος ότι στην οθωμανική κυριαρχία η γη θεωρείτο ότι ανήκε στον Θεό και στον γήινο εκπρόσωπο του τον Σουλτάνο, την ισότιμη αποδοχή του εθιμικού δικαίου και του ρωμαϊκού δικαίου, μπορεί να εξηγήσει την μακρά απουσία από την νεοελληνική κοινωνία μιας αυθεντικά δυτικής εκδοχής της κεφαλαιοκρατίας -που σημαίνει όχι μόνο συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις αλλά και συγκεκριμένο ήθος σαν αυτό που αδρότατα μας περιέγραψε ο W. Sombart στο έργο του «Αστοί» και την πεισματική εμμονή της, στην κοινότητα ή σε αποτυχημένες εκδοχές του κοινοτικού συνεργατισμού. Ο Καραβίδας δεν γοητεύτηκε από την σκέψη του M. Weber. Απέδωσε την κοινότητα σε ένα σύνολο αξιών που κληρονομούνται στον νεοελληνισμό κατευθείαν από το αρχαίο άστυ καθώς και σε αναλλοίωτους γεωοικονομικούς παράγοντες. Το έργο του είναι εκτενέστατο. Περιλαμβάνει δημοσιεύσεις σε περιοδικά που εκδίδονταν ανάμεσα στο 1920-1930 όπως στην Πολιτική Επιθεώρηση του Ι. Δραγούμη και στην Κοινότητα του Ν. Μαλούχου και έργα όπως Η κοινοτική πολιτεία, Αγροτικά, Μακεδονικοί Ύμνοι, Γεωοικονομία και κοινοτισμός, Ευρωπός, Η μακεδονοσλαβική αγροτική κοινότης, Η Δημοκρατία και η Αυτοδιοίκησις εν Ελλάδι, Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός, Η τοπική αυτοδιοίκησις και ο επιχώριος εν Ελλάδι οικονομικός ρεζιοναλισμός -οικονομικαί, κοινωνικαί και πολιτικαί εφαρμογαί του κοινοτισμού επί του ουσιαστικού περιεχομένου της δημοκρατίας εν Ελλάδι. Παρά τον ιδιαίτερα προσωπικό τρόπο γραφής και τις επιμέρους πιθανές ενστάσεις το έργο του Κ. Καραβίδα περιέχει ανεκτίμητο πλήθος πρωτογενών παρατηρήσεων και σκέψεων.

Ο Κ. Καραβίδας μεταβαίνει από την διοικητική-δικαιακή ερμηνεία της κοινότητας στην κοινωνική-οικονομική στο έργο του Κοινοτική Πολιτεία (έκδοση του ιδίου, Αθήναι 1935). Τυπικό παράδειγμα ανεξάρτητου στοχαστή -αν και κριτικός υποστηρικτής του Ε. Βενιζέλου-, σε έργα του όπως τα «Αγροτικά» είμαστε αντιμέτωποι με το ισχυρό πάθος του να συλλέξει πρωτογενή δεδομένα -πολύτιμα για τον κοινωνιολόγο όσο και τον ανθρωπολόγο- για το τσελιγκάτο, την Πατριά (Ζάντρουγκα), το βαλκανικό κεφαλοχώρι, το τσιφλίκι, τους ελεύθερους μικροϊδιοκτήτες καλλιεργητές, ενώ εξετάζει με ιδιαίτερα πρωτότυπο τρόπο τα κοινωνικά αίτια της ληστείας. Στην Κοινοτική Πολιτεία περιέχονται οι θέσεις του Κ. Καραβίδα για την κοινοτική μεταρρύθμιση, διατυπωμένες με σαφή και συστηματικό τρόπο. Ενδιαφέρεται να παρουσιάσει την κοινότητα, τον κοινοτισμό ως διακριτό κοινωνικό-οικονομικό σύστημα τόσο έναντι των συνεταιριστών όσο και έναντι των φιλελεύθερων και των κρατιστών. Δευτερευόντως ανιχνεύει την γενεαλογία της κοινότητας και της πολιτικής θεωρίας του κοινοτισμού.

Ο Κ. Καραβίδας αντί να ηθικολογεί για το θέμα της ληστείας επισημαίνει ως αίτιά της την εξασθένηση «της οικονομίας των ορεινών αυτών περιοχών το δε άλλο η έντασις των δημογραφικών περισσευμάτων του πληθυσμού εις τας ιδίας περιοχάς».[4] Περισσότερο αναλυτικά γράφει ότι οι μη απασχολούμενοι πληθυσμοί της ορεινής Ελλάδας είχαν τρεις διαφορετικές επιλογές: α. Μετανάστευση, β. Επάνδρωση του κρατικού τομέα, γ. Συγκρότηση ληστρικών ομάδων. Επίσης θεωρεί ότι η στήριξη της αγροτικής παραγωγής στο ανώνυμο κεφάλαιο, στην μηχανή και γενικά σε «εκκεφαλαιοκρατισμένες μορφές οργανώσεως» θα την καταστήσει ευαίσθητη στις κρίσεις. Καταλήγει δε ότι είναι ανόητο «να ζητάτε να βελτιώσετε, με μορφές οργανώσεως καφαλαιοκρατικές, μιαν χώραν φύσει μη κεφαλαιοκρατικήν˙ μόνον προσωρινάς θέσεις με μεγάλους μισθούς θα έχετε εις το κέντρον».[5]

Ο Κ. Καραβίδας διαβλέπει το οικονομικό ναυάγιο των μικροϊδιοκτητών και την επακόλουθη συγκέντρωση πλούτου. Γι' αυτό τους συμβουλεύει ότι έχουν συμφέρον «να διατηρήσουν μεν το καθεστώς της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά και να υποταχθούν εις μιαν πολιτικήν αρμονιστικήν και συνθετικήν των μικρών-μικρών από πολλών πηγών πολλαπλών πόρων εφ' ων στηρίζονται, και να ολοκληρώσουν την οικονομία των εντός του πλαισίου των πατροπαράδοτων κοινοτικών θεσμών˙ εξήγησα δε ότι η τοιαύτη ολοκληρωμένη κοινότης, η κοινότης δηλαδή της παραγωγής, της βιομηχανίας και ει δυνατόν και του εμπορίου ωρισμένων εκ των πρώτων υλών της χώρας μας, αποτελεί στοιχειώδη προϋπόθεσιν παντός ευρυτέρου ομαδικού σχηματισμού».[6]

Ο Κ. Καραβίδας υποστηρίζει ότι η γεωργία και η κτηνοτροφία δεν μπορούν να επιβιώσουν οικονομικά δίχως «την εγκαθίδρυσιν ειδικών λειτουργιών κοινοτικών και δη χαρακτήρος κατά βάσιν αναγκαστικού, ως είνε ο σχηματισμός της ντάμκας των ομοειδών καλλιεργειών, η κατάλληλος συγκρότησις της νομευτικής μονάδος (λειβάδι) και η αγροφυλακή».[7] Επίσης δίνοντας μια σύνοψη των στοιχείων που συμπίπτουν για την δημιουργία της κοινότητας ως πλήρους κοινωτικο-οικονομικής οντότητας αναφέρει ότι «η τελική φυσιογνωμία πάσης ανθρώπινης κοινωνικής συνθέσεως είναι πάντοτε προϊόν αλληλοπροσαρμογής των τριών τούτων στοιχείων του φυλετικού, του πολιτιστικού και κυριώτατα του γεωοικονομικού».[8]

Ο πολιτικός χαρακτήρας της κοινό­τητας περιέχει στοιχεία δημοκρατίας και αριστοκρατίας: «Η επιτυχής προσαρμογή των ως άνω στοιχείων μέσα εις τα τόσον ποικίλα και διαφορικώτατα τοπεία των βάθεως τετμημένων Μεσογειακών και δη των Ελλήνικών χωρών έφερεν εις την διαμόρφωσιν ωρισμένων ειδικών θεσμών – κατ' ουσίαν ειδικών εν τη προσαρμογή παραλλαγών του εκάστοτε αναγκαίου δια την παραγωγήν συνδυασμού κεφαλαίου και εργασίας – θεσμών που είναι πανάρχαιοι εν Ελλάδι, γενικά δε γνωστοί με το όνομα «Κοινοτικοί», που έχουν τον τύπον της αληθινής αξιολογικής (προσωπικής δηλαδή και όχι κληρονομικής) αριστοκρατικής δημοκρατίας και που η άνθισις των συνέπεσε πάντοτε με τις ισχυρότερες εκλάμψεις του πολιτισμού εις την Μεσόγειον και με την γονιμωτέραν ατομικιστικήν κίνησιν και διασταύρωσιν των λαών αυτής».[9] Οι κοινοτικοί θεσμοί κατά τον Κ. Καραβίδα συνιστούν τον «έμπρακτο συνεργατισμό» και την «αληθή ελευθερία».

Σε έργα, όπως τα εγγειωβελτικά, που είναι αδύνατο ή οικονομικά ασύμφορο να πραγματοποιηθούν από μεμονωμένους αγρότες ή αγροτικές οικογένειες, απαιτείται η σύνθεση κεφαλαίου-εργασίας από την κοινότητα, γεγονός που σε ορισμένες περιπτώσεις έγινε με θετικά αποτελέσματα.

Ο Καραβίδας ανιχνεύει στοιχεία κοινοτικού συνεργατισμού στους νομάδες ή ληστοπειρατές. Όπως και ο Μοσχοβάκης χρησιμοποιεί την αγγλική κοινωνία ως παράδειγμα. Γράφει χαρακτηριστικά αιτιολογών την αποικιακή αγγλική εξάπλωση: «Διισχυρίζομαι, ότι όλα αι κατόπιν επιτυχίαι δεν είναι παρά η λογική συνέπεια μιας προσφυούς προσαρμπγής των αρχικών οργανικών κυτάρων του νομαδικού Τσελιγκάτου και της ληστοπειρατικής Συντροφιάς εις τους όρους που απήτησεν η οργάνωσις της αποικιακής εξαπλώσεως των κομπανιών του διαμετακομιστικού εμπορίου, της ωκεανείου ναυτιλίας, του πολεμικού στόλου, της βιομηχανίας, της τραπεζικής πρακτικής, της πίστεως και της φινάτσας του διεθνούς κεφαλαίου, του οποίου την εμπιστοσύνην κατέκτησαν οι Άγγλοι».[10]

Δίχως την ανάπτυξη του κοινοτικού συνεργατισμού, η ανάπτυξη του οικονομικού προϊόντος (υπό διάφορες μορφές) είναι επικεφαλής, η παρουσία του ενός είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για τον άλλο, ώστε δύο επιλογές αναγκαστικά ακολουθούν: η ερήμωση, η μετανάστευση ή ο εμφύλιος πόλεμος. Δυστυχώς στην Ελλάδα, μετά την παρακμή του κοινοτικού συνεργατισμού, τις δοκιμάσαμε και τις δύο.

Αναζητώντας ο Καραβίδας τους λόγους της προϊούσας αποσύνθεσης των κοινοτήτων επισημαίνει ότι: η «θανάσιμος γραμματολογία» και η «ηθοφθόρος αποσυνθετική αντίληψη του ατομικού ανθρώπου» που παρανόησε την αρχαία ελληνική παράδοση καθώς και οι παρεμφερείς αντιλήψεις της γαλλικής επανάστασης υπονόμευσαν τα πνευματικά θεμέλια του κοινοτισμού. Εξίσου δυσμενής υπήρξε η επίδραση του «ξενικού κοινοβουλευτισμού». Γνωρίζουμε ότι στην χώρα μας ο κοινοβουλευτισμός, παρά το γεγονός ότι υπήρξε από τις πρώτες χώρες που εισήγαγαν την καθολική ψηφοφορία, λειτούργησε ως μέσο διοχέτευσης της ξενικής επιρροής και της πολιτικής κυριαρχίας των «τζακιών».

Ο Καραβίδας μνημονεύει τον Παπαρηγόπουλο, τον Σάθα, τον Βλαχογιάννη, τον Κοκκώνη ως υπερασπιστές των κοινοτικών θεσμών. Μια ουσιώδης διαφορά που χαρακτηρίζει τη σκέψη του Καραβίδα σε σχέση με όλους αυτούς, αλλά και τον Μοσχοβάκη, είναι ότι δεν αρκείται να προσθέσει την κοινότητα ως μια επιπλέον διοικητική βαθμίδα, αλλά την αντιπαραθέτει προς το κοινοβούλιο. Οι προθέσεις όπως θα δούμε κατόπιν πιο συγκεκριμένα δεν είναι η δικτατορία, ούτε η πεφωτισμένη δεσποτεία (Καποδίστριας) που θα πραγματώσει εκ των άνω τον αστικό εκσυγχρονισμό, αλλά η ριζική μεταρρύθμιση του κοινοβουλίου. Περισσότερο αναλυτικά για την μεταρρύθμιση του κοινοβουλευτισμού γράφει ο Καραβίδας στο δοκίμιο του Η Δημοκρατία και η αυτοδιοίκησις εν Ελλάδι.[11]

Για τον Ι. Δραγούμη με τον όποιο είχε συνεργαστεί στην Πολιτική Επιθεώρηση σημειώνει: «εκ της αγωγής του και εκ του είδους της εργασίας του ως και εκ της ζωηράς αναμίξεώς του εις τας διεκδικήσεις της Μεγάλης Ιδέας (ήτις είχεν εννοηθεί κατά τρόπον αντίστροφον προς τα πραγματικά προβλήματα της οργανώσεως των Κρατών και της Διοικήσεως των λαών και των τόπων εις ους απέβλεπεν) αν και κατά σειράν παρεσύρθη εις όλας τας τότε κυκλόφορούσας κοσμοθεωρητικάς κοινωνικάς αντιλήψεις και καλλιτεχνικάς ροπάς – εν τούτοις δεν έλειψεν απο του να διαισθανθή και να διατυπώση ποιητικώς μεν περιγραφικώς (ούχι αναλυτικώς και συστηματικώς) πλην μετά μεγίστης οξύτητος την εγγενή δια τον ελληνισμόν αξίαν της κοινοτικής μας παραδόσεως».[12]

Έτσι η έννοια της κοινότητας σταδιακά λαμβάνει πολεμικό χαρακτήρα. Διακρίνει όσους επιλέγουν μία περισσότερο γηγενή και συλλογική οργάνωση του οικονομικού και πολιτικού βίου από όσους ευθυγραμμίζονται με έναν νόθο αστισμό και έναν κολοβωμένο κοινοβουλευτισμό, υπηρέτη της ξένης επέμβασης και των κυρίαρχων προαστικών δυνάμεων. Παρότι οι δυνάμεις αυτές συνήθως είχαν μια εξίσου κυρίαρχη παρουσία και στις κοινότητες, προτιμούν τελικώς να συνασπιστούν πίσω από τον μονάρχη και το κοινοβούλιο ή κατά προτίμηση να ακολουθήσουν στρατιωτικά κινήματα επιλέγοντας κατά τον προσφυή λόγο του Σ. Μάξιμου, Κοινοβούλιο ή Δικτατορία. Ο Καραβίδας προβάλλοντας μεθοδικά τον κοινοτισμό προσπαθεί να επιτύχει ότι δεν επέτυχε η πεφωτισμένη δεσποτεία του Ι. Καποδίστρια, να αποδώσει πολιτική δυναμική στις λαϊκές συσσωματώσεις.

Συχνά ο Καραβίδας επανέρχεται στην συγκριτική διαφορά του γαλλικού ατομικισμού με τον αγγλικό κοινοτισμό. Η σημασία αυτής διαφοροποίησης, κι αν ακόμη υπήρξε, σταδιακά μηδενίζεται. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η νοηματοδότηση της ελευθερίας, όχι ως αποθέωση του ατομικισμού αλλά ως ιεραρχική ένταξη του ατόμου μέσα στην κοινότητα ή εναλλακτικά στην πατριαρχική ή νομαδική οικογένεια. Σημειώνει δε «Η καθυποβολή εις την ιεραρχίαν και εις την πειθαρχίαν του άστεως τούτου, ήτο πράγματι ο μόνος τρόπος ίνα ο καθείς αποκτήση την οντότητά του ως ανθρώπου, να περιβληθή την προσωπικότητα αυτού ως ατόμου, να καταστή δε ούτω ένας συντελεστής τάξεως και προκοπής, όχι αναρχίας.[13] Βέβαια η ένταξη του ατόμου στην πατριαρχική οικογένεια ή στην συνεργατική κοινότητα, μπορεί να ήταν αναγκαία και σωστική αλλά σε πολλές περιπτώσεις να ήταν ασφυκτική. Δίχως άλλο αν δεν υπήρχε μια ελάχιστη συναίνεση των μετεχόντων, οι συσσωματώσεις αυτές δεν θα επιβίωναν για το διάστημα που επιβίωσαν. Η ελευθερία, κατά τον Καραβίδα, δεν έχει αρνητικό νόημα – ελευθερία απο κάτι – αλλά θετικό, ελευθερία για κάτι: «η δική μας κοινότητα προϋποθέτει όχι μια αρνητική ατομιστική ελευθερία αλλά μια θετική κατάφασι και μια πύκνωσι της τάξεως των ατόμων μέσα στην οργανική ομάδα όπου ο καθένας ημπορεί να βρή της μόνες πιθανές δυνατότητες πρακτικής ατομικής ελευθερίας και ισότητος˙ έτσι ακριβώς ήταν και στο αρχαίον άστυ, έτσι είνε και τώρα στην κοινότητά μας».[14] Εμφατικότερα ο Καραβίδας επισημαίνει «ότι αντίθετα από αυτό που γίνεται στο σημερινό αστικό κράτος, το άτομο δεν θάχη πλήρη προσωπικότητα αν δεν μετέχη σε μια ωρισμένη ομαδική μονάδα της παραγωγής της χώρας όπου ζη».[15]

Ο Καραβίδας, είναι υποχρεωμένος να επανερμηνεύσει την θέση του πολίτη στο αρχαίο άστυ, διότι από αυτό προμηθεύονται υποδείγματα όλοι οι νεώτεροι απολογητές του ατομικισμού: «Η παρεξήγησις έγκειται εις το ότι πουθενά το ελεύθερο άτομο δεν ήταν τόσο οργανικά εντεταγμένο και αντικειμενικά ιεραρχημένο όσο στην αρχαία ελληνική κοινοτική ομάδα. Η πτώσις άλλωστε της Ελλάδος συνδέεται εσωτερικά όχι με την ύστερη υποδούλωση στους ξένους επιδρομείς αλλά με την διάλυσι εκείνης της πρώτης ομάδος και με την εξασθένησι του κοινοτικού εταιρικού πνεύματος, το οποίον βάσταξε από τον Πυθαγόρα έως το ύστατο σπαρτιατικό συσσίτιο κάτω από άπειρες μορφές και το οποίον εμφανίστηκε από περίοδο σε περίοδο πολύ συχνά όπως και πρόσφατα στης προεπαναστατικές κοινότητες της Ηπείρου των νησιών και άλλων μερών της Ελλάδος και της Μεσογείου».[16]

Ο Καραβίδας για να αποσαφηνίσει την έννοια του κοινοτικού συνεργατισμού αναφέρεται στους Υδρο-σπετσιώτες συντροφοναύτες και τα Ζαγόρια της Ηπείρου ανάμεσα στο 1700 και 1820. Στην δεύτερη περίπτωση η εισροή μεταναστευτικών πόρων δεν ευνοούσε την χαλάρωση αλλά αντίθετα συνέπεσε η ένταση της εργασίας με την ακμή της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της βιοτεχνίας. Επιπλέον η τοπική εξουσία εδεχόταν τον άμεσο και σκληρό έλεγχο της κοινότητας ώστε «η ισορροπία ήτο δυναμική, η ιεραρχία γνησία και οι κυρώσεις άμεσοι».[17] Παρ' όλα τα θετικά στοιχεία, που ο Καραβίδας απαριθμεί, αποφεύγει να αναδείξει την κοινότητα, σε «παγκόσμιο πρότυπο», διατηρεί μια αναγκαιότητα τοπική. Όμως σε άλλα κείμενα του θα εγκαταλείψει τον συνεσταλμένο σκεπτικισμό του για χάρη ενός ενθουσιώδη «κοινοτισμού».

Ο Καραβίδας ονομάζει τις κοινότητες τα κυριότερα αντικαπιταλιστικά κύτταρα του ελληνικού χώρου. Η κριτική που ο ίδιος προβαίνει στον καπιταλισμό είναι εξαντλητική: «Τα αποτελέσματα της εξελίξεως ταύτης δεν ήργησαν να φανούν και ήσαν γενικώς μεν η απερίφραστος υποταγή των πάντων εις την ύλην, ειδικώτερον δε η υποδούλωσις των ως προς τας πρώτας μαζικάς ύλας πτωχών χωρών, ως και η συντριβή όλων των ασθενέστερων κλάδων της παραγωγής, έτι δε και αυτών των προσώπων, που δεν ηδύναντο να συναγωνισθούν εις την διεθνήν αγοράν – δηλαδή να δώσουν εις το ανώνυμον διεθνές κεφάλαιον το επιζητούμενον και, κατά το ελάχιστον αυτού όριον, εν τω συναγωνισμώ καθωρισμένον μείζον κέρδος εκ της παραγωγής αυτών και εκ της εργασίας των. Αλλά μήπως, θα μ' ερωτήση τις, ως εκ του σχηματισμού του, το ανώνυμο αυτό διεθνές κεφάλαιον, ως και τα κέρδη του, δεν επρόκειτο πάντοτε να ξαναγυρίσουν και κατά τον δημοκρατικώτερον τρόπον να ξανακατανεμηθούν και να πλουτίσουν και την πτωχυτέραν καλύβην, ήτις θα ηδύνατο ανετώτατα να είχε συμμετάσχει εις την συμπόσωσιν αυτού; Δεν είναι όμως έτσι, δυστυχώς˙ διότι, πίσω από το προσκήνιον της ελευθερίας, η τεράστια αυτή δύναμις του διεθνούς ανωνύμου κεφαλαίου, εκφυγούσα από τας χείρας που επαξίως και υπευθύνως ηγούνται των διαφόρων κλάδων της παραγωγής, περιήλθεν εις την διάθεσιν της διεθνούς τραπεζιτικής γραφειοκρατίας και των πρωταθλητών του χρηματιστηρίου, των πλέον ανευθύνων δηλαδή προσώπων˙ η δε περιβόητος ανακατανομή δεν απέδωσεν παρά θύελλας μόνον και μάλιστα ιδιαιτέρως βαρείας εις εκείνα τα κοινωνικά στρώματα, τα οποία είχαν εμπιστευθεί την τύχην των εις μηχανισμούς τόσον μεμακρυσμένους από την άμεσον αυτών αντίληψιν».[18]

Η σύγκρουση χρηματιστικού και παραγωγικού κεφαλαίου είναι μια σταθερά της καπιταλιστικής οικονομίας όσο και ο κερδοσκοπικός οίστρος των χρηματιστηρίων.

Οι κοινοτικοί θεσμοί τονίζουν το προσωπικό στοιχείο και μπορούν να εγγυηθούν την «προσφυεστέραν τεχνική και κοινωνική αγωγή» όπως και την οργανωμένη μεταναστευτική κίνηση πληθυσμών που δεν χωρούν μέσα στο ελληνικό γεωπολιτικό πλαίσιο.

Ο Καραβίδας θεωρεί ότι ο καπιταλισμός, όπως και κάθε κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, θα πρέπει να προσαρμόζεται στις αναγκαιότητες κάθε τόπου. Υποστηρίζει ότι η εισαγωγή του καπιταλισμού θα οδηγήσει πολλές περιοχές σε ερήμωση. Βέβαια ο καπιταλισμός δεν προϋποθέτει τον σεβασμό των παλαιότερων παραδόσεων αντίθετα στοχεύει στην ομογενοποίηση του κόσμου με την καταστροφή κάθε ετερότητας. Αυτό που ακολουθεί δεν είναι η επέλευση του παγκοσμίου προλεταριακού πολιτισμού, όπως θα επιθυμούσε ο Μαρξ, αλλά η γενικευμένη ανομία.

Ο Καραβίδας αποβλέπει στην αναζωογόνηση της γεωργικής οικογενείας, που θα ασχολείται με ποικιλία καλλιεργειών, αντί της μονοκαλλιέργειας και την συγκρότηση του κοινοτικού-συντροφικού συνεργατισμού. Περισσότερα στοιχεία για την γεωργική οικογένεια παραθέτει ο Καραβίδας στα Αγροτικά.

Ο Καραβίδας φαίνεται να μην λαμβάνει υπ' όψιν του ή να αγνοεί τις κατηγοριοποιήσεις του Ταίνις στο Κοινότητα και Κοινωνία. Πολλές φορές διευρύνει τόσο πολύ τον ορισμό της κοινότητας ώστε την καθιστά εννοιακά αδρανή. Όμως αντιπαραθέτει τον οργανικό χαρακτήρα της κοινότητας προς τον μηχανικό των άλλων κοινωνικών σχηματισμών. Παρόμοια είναι και η ερμηνεία της κοινοτικής ιεραρχίας: «Στη μάζα (και του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού) η ιεραρχία είνε μηχανική, πλήρης συνεπώς και συντριπτική, εξαντλητική, πράγμα άλλως τε απαραίτητο για την οργάνωσι και την δημιουργική κίνησι των απεράντων όγκων του αψύχου και του εμψύχου υλικού, όγκων με τους οποίους τα καθεστώτα αυτά εργάζονται˙ επίσης στη μάζα η ισότης είνε εντελώς αφηρημένη, γιατί φυσικά στην πράξι δεν μπορεί να υπάρξη ποτέ η ιδανική και νομική μηχανική ισότης. Στην ομάδα η ιεραρχία και η ισότης είνε οργανικές και γι' αυτό είνε πιο άνετες πιο εύπλαστες. Και η σχέσις του ατόμου προς το άτομον και προς την φύσιν είναι, με μια λέξι, άλλη στην ομάδα και άλλη στη μάζα».[19]

Οι συνεταιρισμοί όπως συγκροτούνται στην Αγγλία και την Γερμανία αυθόρμητα ή με την επιρροή των ιδεών των κοινοτιστών Φρ. Ραϊφάϊζεν και Χ. Σούλτσε είναι για τον Καραβίδα «προϊόν και συγχρόνως σύμπτωμα της επικρατήσεως της νέας επαναστάσεως και του καπιταλιστικού καθεστώτος»[20] και γι' αυτό αναγκασμένοι να προσαρμόζονται ολοένα και περισσότερα στην καπιταλιστική πραγματικότητα. Κατά τον Καραβίδα η κρίση του καπιταλισμού είναι η αδυναμία εύρεσης νέων αγορών όπου θα τοποθετηθούν προϊόντα και εργατικά χέρια, Σταδιακά θα μεταβαίνει σε συστολή των ατομικών ελευθεριών, παρά των αντιθέτως διακηρυχθέντων, ενώ ο συνεταιρισμός αποτελεί αποκλειστικά την παθητική αντιμετώπιση των αδήριτων αναγκαιοτήτων της καπιταλιστικής οικονομίας. Αντί λοιπόν της ευρείας εισαγωγής συνεταιρισμών που θα δημιουργήσουν ένα πρόσθετο γραφειοκρατικό βάρος, ο Καραβίδας προτείνει να στηριχθούμε στην γηγενή αντικαπιταλιστική παράδοση του κοινοτικού συνεργατισμού.

Ενδιαφέρον είναι ότι ο Καραβίδας δεν αγνοεί τον Χέγκελ, αφού δίχως να τον κατονομάζει επικρίνει ανωνύμως τους φιλοσόφους «οίτινες αντί να επιδοθούν εις τα θεία έργα της μουσικής, της ποιήσεως και της φιλοσοφίας, επεζήτησαν να θεοποιήσουν την Πρωσικήν Μοναρχίαν και να πραγματοποιήσουν την ιδεατή έννοιαν της Πολιτείας».[21]

Ο Καραβίδας αναφέρεται στον αποθεμελιωτικό ρόλο της «θύραθεν εισαγώμενης νομοθεσίας». Στον παράγοντα αυτό δηλαδή στην δυσμενή επίδραση επί των κοινοτήτων του εισαγόμενου ρωμανο-γερμανικού δικαίου εξαντλητικό και πολύτιμο υπήρξε το έργο του καθηγητή Ν. Πανταζόπουλου.[22] Ο Καραβίδας ισχυρίζεται ότι οι νομοθέτες δεν αντιλήφθηκαν το κοινωνικό ζήτημα και γι' αυτό απέφυγαν να προσαρμόσουν τον συνεργατισμό σε νέες πιο υγιείς βάσεις.

Ο Καραβίδας αποδίδει την συγκρότηση των κοινοτικών σχηματισμών στη μείξη παραδοσιακών και πολιτιστικών στοιχείων με την φύση της γεωοικονομίας. Γι' αυτό αντιμετωπίζει θετικά το έργο του Τσοποτού, Γη και Γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατίαν, που θεωρεί το τσιφλίκι ως προϊόν των γεωφυσικών συνθηκών της χώρας που καθιστούν αντιοικονομική την μικρή ιδιοκτησία. Έτσι η κοινοτική εξουσία θα πρέπει να διαδεχθεί τον τσιφλικά στις λειτουργίες που αυτός διεκπεραίωνε.

Η απαρίθμηση στη συνέχεια των μορφών κοινοτικής δραστηριότητας (Υδραίοι συντροφοναύτες, Αμπελακιώτες εμποροβιοτέχνες, εμπορικές κομπανίες Σιάτιστας, Κοζάνης, Καστοριάς, Ιωαννίνων, Μετσόβου, παραδουνάβιων περιοχών, τσελιγκάτα, κεφαλοχώρια) αποδεικνύει την ευρύτητα του κοινοτικού συνεργατισμού.

Η συντροφικότητα είναι το κύριο χαρακτηριστικό που αποδίδει στον κοινοτισμό, ο Καραβίδας. Δηλαδή η δυσκολία των καταστάσεων και η σπανιότητα των αγαθών οδήγησε τους νεοέλληνες, να ξεπεράσουν τον άκρατο ατομικισμό τους, ώστε ο καθένας να αισθάνεται τον άλλο ως μέρος του εαυτού του. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο έσχατος γίνεται πρώτος και γίνονται κατανοητές συμπεριφορές που υπό άλλες συνθήκες είναι άμεσα καταδικαστέες. Ο Καραβίδας αναφέρει το περιστατικό όπου ένας απλός αγγελιοφόρος αποκάλεσε τον Καραϊσκάκη «γύφτο και κερατά» και αυτός αντί να τον τιμωρήσει τον «ενηγκαλίσθη και κατησπάσθη».[23]

Ο κοινοτισμός απορρίπτει τον απόλυτο χαρακτήρα της ατομικής ιδιοκτησίας, που της αναγνωρίζει το αστικό καθεστώς. Τίθεται δε ως μέσο στην εξυπηρέτηση των συλλογικών στόχων της κοινότητας. Η ρωμαϊκή νομοθεσία απορρυθμίζει την συντροφικότητα και την οργανική αλληλεγγύη του κοινοτικού συνεργατισμού: «διότι ο Ρωμαϊκός Νόμος όχι μόνον ηρνήθη την ευρυτέραν οργανικήν αυτή αλληλεγγύην, αλλά και την κατά κόγχην υπάρχουσαν τοιαύτην διέβρωσε βαθμηδόν, εισχωρήσας, ως σφήνα διαλυτική, κατά τρόπον ακριβώς άλλως τε όμοιον όπως γίνεται και σήμερον εις όλας τας παθητικώς εκκεφαλαιοκρατουμένας χώρας η παρείσδυσις του καπιταλιστικού κεφαλαίου, εις βάρος δηλαδή της ομαδικής αλληλεγγύης εφ' ής εδράζονται αι τοπικαί οικονιμικαί μονάδες, μονάδες, εν τούτοις, τας οποίας – καθ' ο αποτελούσας βασικόν εν ταις καθ' ημάς χώραις όρον».[24]

Ο Καραβίδας είναι σαφέστατα αντίθετος με την δικτατορία Μεταξά και με τις διάφορες φασίζουσες ή φασιστικές θεωρίες που φαίνεται να αποτυπώνουν κάποιες επιρροές στον νεοελληνικό μεσοπόλεμο. Επικρίνει την δικτατορία Μεταξά διότι είχε φυλακίσει ως προδότη της πατρίδας τον συμπολεμιστή του Κλεινία επειδή «ούτος ενόμιζε, ότι ημπορούσε ελεύθερα μέσα στο γραφείο ο του να εκφράζη της προσωπικές του γνώμες συναφώς με τον τρίτον ελληνικό πολιτισμό».[25]

Ο φασιστικών εμπνεύσεων καθηγητής Δ. Βεζανής, επικρίνει τον κοινοτισμό ότι στην μεν περίπτωση της Ρωσίας η κοινότητα υπήρξε όργανο του τσαρισμού, ενώ στην Τουρκοκρατία υλοποιούσε αποκλειστικά δημοσιονομικές λειτουργίες. Ο Βεζανής ως κρατιστής ήταν κατανοητό να αντιτίθεται στον κοινοτισμό. Ο δε Καραβίδας του ανταπαντά ότι η ρωσική κοινότητα, προϋπήρξε των Ρωμανώφ και ξεκίνησε ως τρόπος διάκρισης της γης που προοριζόταν για την γεωργία και της γης που προοριζόταν για την κτηνοτροφία. Παρομοίως και η ελληνική κοινότητα, υπήρξε ανεξάρτητα των επιθυμιών του Οθωμανικού κράτους για να απαντήσει σε ζωτικά τοπικά προβλήματα.[26]

Ο Καραβίδας εισηγείται την συγκρότηση ενός πιστωτικού συστήματος, που στηρίζεται στην κοινότητα, το κοινοτικό ταμιευτήριο.

Ουσιαστική είναι η συμμετοχή των εργαζομένων στον κοινοτισμό. Αναφέρει συγκεκριμένα ο Καραβίδας «οι εργάτες, που θα εισφέρουν την σωματική τους δύναμη και θα δουλέψουν σ' αυτές τις βιομηχανίες, θα μπορούν να μετέχουν συντροφικά εις το διά τοιούτου συνδυασμού επενδεδυμένο σ' αυτές κεφάλαιο˙ και τούτο δε τόσο μάλλον, όπου αυτές οι βιομηχανίες θα ειδικευθούν ώστε να παράγουν κατ' αναλογίαν πλείονα μέσα παραγωγής, ήτοι μηχανές για άλλα εργοστάσια νέα και επίσης συντροφικά και ολιγώτερα βεβαίως αγαθά καταναλώσεως, ήτοι είδη, διατροφής….. το Συντροφικό Σύστημα δουλεύει με νομοτέλεια και αξιολογία κυριολεκτικά ανθρώπινη, γεγονός άλλως τε, το οποίον είνε αυτό κυρίως, που, μαζί με την επιθυμητή ανάπλαση του εν λόγω Συστήματος στη σημερινή οργάνωση της παραγωγής παρ' ημίν, θα καταστήση τους εργάτες μας συμμετόχους όχι μόνο στα κέρδη της επιχείρησης αλλά και στην ευθύνη για την διοίκησή της και γενικά για την τύχη της».[27]

Ο Καραβίδας διανθίζει τον λόγο του με προσωπικά βιώματα. Ο θεσμός της λαϊκής συνέλευσης, συνέχειας της Εκκλησίας του Δήμου, όπου λαμβάνονταν οι αποφάσεις για τα κρίσιμα θέματα της κοινότητας, υπήρξε ζωντανός στον τόπο καταγωγής του και επηρέασε καταλυτικά την πολιτική του σκέψη: «Όταν πρωτοεγύρισε, γύρω στα 1897, ο πατέρας μου στο Ζωριάνου, οι Ζωριανίτες έκαμναν μεν την φθινοπωρινήν τακτικήν Γενική τους Συνέλευσι δια την συζήτησιν των κοινών (νοίκιασμα κοινοτικών κτισμάτων, βοσκές, νερά…) ότι, όμως, επειδή εκείνοι είχαν την συνήθειαν να ομιλούν όλοι μαζί, ο πατέρας μου εισήγαγε (όχι δε άνευ βίας) τον κανόνα, καθ' όν – ο έχων να ειπή κάτι, ώφειλε ν' ανεβή στο πεζούλι του Αγίου Νικολάου – τέχνασμα δε τούτο, δι' ού και την σειράν του λόγου έκαμε σεβαστήν επί καιρόν πολύν και τους ρήτορας περιώρισε διότι ο καθένας εδίσταζε βέβαια ν' ανέβει στο λιθάρι απάνω».[28]

Ο Καραβίδας περιγράφει τα οικονομικά και πολιτικά στοιχεία του Συντροφισμού, του Κοινοτικού Συνεργατισμού: «Η παραγωγική εργασία, η τροφή και η στέγη αποτελούν για κάθε πολίτη της κύριες ευθύνες του μέσα στην κοινωνία, αλλά συνάμα και τις πιο οργανικές προϋποθέσεις για την ομαλή διαμόρφωση, του χαρακτήρα του˙ εν ελλείψει τούτων, η οικεία Κοινότητα είνε αρμόδια υπόλογη να προβλέψη σχετικώς υπέρ όλων των πολιτών, που τυχόν ήθελαν αναγκασθή να προστρέξουν εις αυτήν, και να τους εξασφαλίση στοιχειώδη τροφήν και στέγην καθώς και εργασίαν παραγωγική, είτε δε εντός είτε και έξω των ορίων της Χώρας.

Η Κοινοτική Πολιτεία είνε οργανωμένη κάτω από της παραδεδομένες ανθρωπιστικές και συντροφικές αρχές, σύμφωνα με την θέληση του Λαού, η οποία ειδικεύεται και εν τη διαρκεία του χρόνου λαμβάνει μορφή νόμιμη δια μέσου μηχανισμών πολλαπλών πυκνώς διασταυρουμένων και επαρκών για την εξασφάλιση του σταθερού ερματισμού της αναγκαίας συντήρησης αλλά και της μεγαλυτέρας εκάστοτε προσιτής προόδου.

Η Ανωτάτη Πολιτική Διοίκηση φέρει εν τη Κοινοτική Πολιτεία κατ' εξοχήν προσωπικόν χαρακτήρα και ορίζεται υπό των πολιτών διά καθολικής άμεσης και ίσης ψήφου. Ο ούτω πως εκλεγόμενος Αρχηγός του Κράτους διορίζει κατ' οικείαν κρίσιν και παύει τους Υπουργούς του.

Το Νομοθετικό Σώμα εκλέγεται και ανανεώνεται κλιμακωτά, τμηματικά και έμμεσα από τους πολίτες που ο καθένας δηλώνει την προτίμησή του με ψήφο απλή ή πολλαπλή, ανάλογα πάντα με της ευθύνες που τον βαρύνουν, ευθύνες π.χ. πολυμελούς οικογένειας, διευθύνσεως κρισίμων για το κοινό συμφέρον επιχειρήσεων κ.λ.π. Η κάθε κοινότητα στην ύπαιθρο και η κάθε Ενορία μέσα στης πόλεις εκλέγει από όλους τους παραγωγικούς κλάδους ανάλογο αριθμό εκλεκτόρων, εκ των οποίων οι λαβόντες την απόλυτην πλειοψηφίαν καθώς επίσης και ένα ποσοστόν, οριζόμενον δια κλήρου, συμμετέχουν εις της κατά ομοίον τρόπον ενεργούμενες επαρχιακές εκλογές και ούτω καθεξής. Κοινότητα, με την έννοιαν αυτή θεωρούνται ότι αποτελούν και τα συντροφικά εργοστάσια, των οποίων οι εκλέκτορες συγκεντρώνονται και συμμετέχουν εις τον ορισμό των τελικών αντιπροσώπων κατά παραγωγικούς κλάδους˙ Κοινότητα επίσης, με την ίδια έννοια, αποτελούν τα Πανεπιστήμια, η Εκκλησία, οι τράπεζες, οι Δημόσιες και Κοινοτικές Υπηρεσίες, τα μεγάλα Επαγγελματικά και τα Κοινωφελή Σωματεία, οι Γεωργικοί και λοιποί Συνεταιρισμοί και οι Ενώσεις αυτών, η Υπερπόντια Ναυτιλία, οι Παροικίες του Εξωτερικού κ.λ.π.

Βασικήν προϋπόθεση, για την αναγνώριση ενός χωριού ή ενός μείζονος πολίσματος ως Κοινότητας Πολιτικής αποτελεί η εκ μέρους των κατοίκων αυτού αναγνώριση και η εκλογή της κατωτέρας Δικαστικής αρχής εξ ιδίων».[29]

Ο νεοελληνισμός βέβαια δεν ακολούθησε τις σκέψεις του Κ. Καραβίδα για τον Συντροφισμό και τον Κοινοτικό Συνεργατισμό. Αντιθέτως, αγνοώντας την αντικαπιταλιστική παράδοση της χώρας και τους υπαρκτούς θεσμούς άμεσης δημοκρατίας προτίμησε να ακολουθήσει μια αποτυχημένη πορεία προσαρμογής στα δυτικοευρωπαϊκά κεφαλαιοκρατικά πρότυπα, με τα ακόλουθα αποτελέσματα.

– μετανάστευση

– δημογραφική συρρίκνωση

– καταστροφή της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, γιγαντισμός του Αθηναϊκού κέντρου

– περιορισμένη ανάπτυξη της βιομηχανίας

– εμφύλιος πόλεμος

– κομματοκρατία

Η υιοθέτηση του καπιταλιστικού συστήματος είχε τις προφανείς δυσμενείς επιδράσεις στα κοινωνικά ζητήματα και στην περιβαλλοντική προστασία. Το κοινοβούλιο αντί να ελέγχει την εκτελεστική εξουσία, ελέγχεται από αυτή. Το οικονομικό κυριαρχεί επί του πολιτικού. Η κομματοκρατία ευτέλισε την τοπική αυτοδιοίκηση και τους συνεταιρισμούς. Ο λαός πλέον δεν κυβερνά ούτε με τους αντιπροσώπους του.

Οι σκέψεις του Κ. Καραβίδα για τον Συντροφισμό και τον Κοινοτικό Συνεργατισμό παρουσιάζουν αναλογίες με ότι από άλλους ονομάζεται άμεση δημοκρατία-γενικευμένη αυτοδιαχείριση. Δυστυχώς η Αριστερά δεν ακολούθησε εκείνες τις θετικές αξιολογήσεις του Μαρξ για τις κοινότητες αλλά τις απόψεις του που υποστήριζαν ότι οι αναπτυγμένες χώρες της Δύσης έδειχναν τον δρόμο που θα πρέπει να ακολουθήσουν αναγκαστικά και απαρέγκλιτα όλες οι υπόλοιπες.

Αντί του κοινοτισμού παγιδεύτηκαν στην κρατικά διευθυνομένη οικονομία, με την ανάδειξη της γραφειοκρατίας ως του κυρίαρχου στρώματος.

Ο Κ. Καραβίδας δεν στηρίχτηκε σε ρομαντικές θεωρητικές αναζητήσεις, αλλά στην βιωμένη παράδοση του ελληνικού χώρου. Εκεί η συντροφικότητα και η άμεση δημοκρατία δεν ήταν το ζητούμενο αλλά η απτή πραγματικότητα. Όπως έγραφε το 1922 στο περιοδικό Κοινότητα: «η Δημοκρατία δεν μας αρκεί». Πλησίασε τον λαό, έμαθε από τον λαό, από την αρχαία τραγωδία, την αρχαία σκέψη, το δημοτικό τραγούδι, τον Μακρυγιάννη. Καθώς σημειώνει: «Ο Πλάτων λέγει, ότι εδιδάχθη την γλώσσαν του από της γρηούλες, εις τα κατώφλια της γειτονιάς˙ εις τον Νέον Ελληνισμόν, ο καθένας που εζήτει κάτι παραπάνω, έφευγε από τον Λαόν και εβυθίζετο στην σχολαστική γραμματολογία. Έτσι εγίνετο ο πνευματικός αποκεφαλισμός του νέου Έθνους (και αυτή είνε η διαφορά) όχι τόσον εκ των Τούρκων, όσον εκ των ένδον».[30]

Η παρουσίαση του έργου του Κ. Καραβίδα είναι αναγκαστικά σύντομη και συνοπτική. Όμως αξίζει να ασχολούμεθα περισσότερο σήμερα με ένα πραγματικά ελεύθερο πνεύμα, γόνιμο που οι σκέψεις του σίγουρα μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα του καιρού μας. Καθώς έγραψε ο Π. Κανελλόπουλος: «Ο Κώστας Καραβίδας ήταν θαυμάσιος άνθρωπος. Είχε ρωμαλέο πνεύμα και καλή καρδιά. Δεν έλεγε ποτέ ψέματα. Δεν ήξερε τι θα πει προσποίηση. Οι αλήθειες του ενοχλούσαν τους πιο πολλούς που έρχονταν σ' επαφή μαζί του. Δεν χαριζόταν σε κανένα, ούτε στους φίλους που αγαπούσε….Ο τράχηλός του δεν υπέφερε κανένα ζυγό. Ο Κώστας Καραβίδας στάθηκε – μόνος – απέναντι όλων, συντηρητικών και προοδευτικών, εθνικιστών και διεθνιστών, εικονολατρών και εικονομάχων, ατομικιστών και σοσιαλιστών».[31]

(Στα κείμενα του Κ. Καραβίδα ακολουθείται η ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου)

 

Παραπομπές

 

[1] Ο Ο. Ελύτης, Τα δημόσια και τα ιδιωτικά, εκδ. Ίκαρος, 1990, σελ.26.

[2] Ε. Μπαλιμπάρ, Η φιλοσοφία του Μαρξ Εκδ. Νήσος Αθήνα, 1996. Μετ-Επιμ. Άρης Στυλιανού, σελ.174.

[3] Όπως προηγούμενα σελ.176.

[4] Κ. Καραβίδας, Αγροτικά, Μελέτη Συγκριτική. Εκδ. Γ΄ Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος, 1990 (Πρόλογος Φ. Βεγλερής) σ. 584.

[5] Ό. π. σελ. 694.

[6] Ό. π. σελ. 697.

[7] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ.1.

[8] Ό. π. σελ. 2.

[9] Ό. π. σελ. 2,3.

[10] Ό. π. σελ. 23.

[11] Κ. Καραβίδας, «Η Δημοκρατία και η αυτοδιοίκησις εν Ελλάδι», Αθήνα, 1930 σελ.142. Περιέχεται στο Κ. Καραβίδας, Το πρόβλημα της αυτονομίας – Σοσιαλισμός και κοινοτισμός, Εκδ. Παπαζήση 1981 (Πρόλογος Π. Κανελλοπούλου, Εισαγωγή Κ. Βεργόπουλου).Προτάσεις για την μεταρρύθμιση του κοινοβουλίου είχε διατυπώσει και ο Αλ. Σβώλος, οι οποίες βέβαια έπεσαν στο κενό. Γράφει συγκεκριμένα: «αν πρόκειται και ωφελεί να διατηρηθή ο αντιπροσωπευτικός θεσμός, ας ορθωθή εις την θέσιν της σημερινής Βουλής έν επαγγελματικόν Κοινοβούλιον, εις το οποίον αντί ν' αντιπροσωπεύονται αι πολιτικαί μερίδες του Λαού, θ' αντιπροσωπεύονται τα διάφορα συμφέροντα των επαγγελματικών τάξεων. Κατά τον αυτόν τρόπον, αντί των συμφερόντων των πολιτών η επιμέλεια ν' ανήκη εις τα δημόσιας υπηρεσίας, ως γνωρίζομεν σήμερον αυτάς, θα έπρεπε να ανατεθή αυτή εις τας επαγγελματικάς οργανώσεις εκάστης ενδιαφερόμενης τάξεως», (Περιέχεται στο Α. Σβώλος: Προβλήματα του Έθνους και της Δημοκρατίας, επιμ. Θ. Θεοδώρου, Στοχαστής Αθήνα 1972, τομ. Β΄ σελ. 17. Αναφέρεται στο Μ. Αγγελίδης, Φιλελευθερισμός κλασικός και νέος, Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα σελ. 58. )

[12] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 27.

[13] Ό. π. σελ. 34.

[14] Κ. Καραβίδας, Σοσιαλισμός και Κοινότητα, Εκδ. Κοραής Αθήνα, 1930 και Εκδ. Παπαζήση 1981 σελ.43.

[15] Ό. π. σελ. 43.

[16] Ό. π. σελ. 44,45.

[17] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 38.

[18] Ό. π. σελ. 40.

[19] Κ. Καραβίδας, Σοσιαλισμός και Κοινότητα, Εκδ. Κοραής Αθήνα, 1930 και Εκδ. Παπαζήση 1981 σελ.57.

[20] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 58.

[21] Ό. π. σελ. 65

[22] Αναλυτικότερα: Ν. Πανταζόπουλου, «Ελλήνων Συσσωματώσεις κατά την Τουρκοκρατία», Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσ/νικης, Αντιχάρισμα στον Ν. Πανταζόπουλο Θεσ/νικη, 1986 Τόμος Γ΄ σελ. 93-119, «Κοινοτικός βίος εις την Θατταλομαγνησίαν επί Τουρκοκρατίας», όπως προηγούμενα Τόμος Γ΄ σελ. 351-445, «Η προς Ευρωπαϊκά πρότυπα ολοκληρωτική στροφή της Νεοελληνικής Νομοθεσίας G. Maurer, όπως προηγούμενα Τόμος Δ΄ σελ.283 0433, «Αστικός Κώδιξ και ‘Εθνικόν' Δίκαιον, Σκέψεις επί της αντιθέσεως ‘λογίας' και ‘δημοτικής' παραδόσεως εις το δίκαιον» όπως προηγούμενα Τόμος Δ΄ σελ. 437-493, «Ο Ελληνικός Κοινοτισμός και η Νεοελληνική Κοινοτική Παράδοση», όπως προηγούμενα Τόμος Δ΄ σελ. 579-614.

[23] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ.86

[24] Ό. π. σελ. 166

[25] Κ. Καραβίδας, Μακεδονικοί Ύμνοι: Λυρισμός, δημοτικισμός, και κοινοτισμός, κομμουνισμός και μικροαστισμός, Δεύτερη έκδοση χ.χ. σελ 15.

[26] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 179,180,181.

[27] Κ. Καραβίδας, Μακεδονικοί Ύμνοι: Λυρισμός, δημοτικισμός, και κοινοτισμός, κομμουνισμός και μικροαστισμός, Δεύτερη έκδοση χ.χ. σελ 109.

[28] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 195.

[29] Κ. Καραβίδας, Μακεδονικοί Ύμνοι: Λυρισμός, δημοτικισμός, και κοινοτισμός, κομμουνισμός και μικροαστισμός, Δεύτερη έκδοση χ.χ. σελ 128,129

[30] Κ. Καραβίδας, Η Κοινοτική Πολιτεία, Αθήνα, 1935 σελ. 220.

[31] Από τον πρόλογο του Π. Κανελλόπουλου που έγραψε το 1980 στο Κ. Καραβίδας, Το πρόβλημα της αυτονομίας-σοσιαλισμός και κοινοτισμός, Εκδ. Παπαζήση Αθήνα, 1981.

ΠΗΓΗ: Άρδην τ. 43, Ιούλιος 2003, http://www.ardin.gr/?q=node/1911. Το είδα: Τετάρτη, 10 Απρίλιος 2013, http://www.antifono.gr/portal/…82.html

1η Μάη 1944 – 1η Μάη 1986

1η Μάη

 

Του Νίκου Μπογιόπουλου

«Μέρα Μαγιού»

 

1η Μάη 1944: Tο φιρμάνι των Γερμανών δημοσιεύτηκε στις 30 του Απρίλη

«...Την 27.4.44 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν στρατηγόν και τρεις συνοδούς του (…) Ως αντίποινα θα εκτελεστούν: 1) Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1.5.1944. 2) Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην…».

Στη γλώσσα των κατακτητών (και των συνεργατών τους) «ανανδρία» ήταν ο ηρωικός αγώνας ενάντια στην Κατοχή.

Στη γλώσσα των ναζί (και των ντόπιων ομοϊδεατών και επιγόνων τους) «δολοφονία» ήταν η ένοπλη αναμέτρηση του λαού με τις ορδές του Χίτλερ.

Την επομένη, μέρα Δευτέρα, ξημέρωνε Πρωτομαγιά. Η Πρωτομαγιά του '44. Το προσκλητήριο… του θανάτου είχε ήδη γίνει από τα χαράματα, στο Χαϊδάρι. Κι από κει στο Σκοπευτήριο. Στην Καισαριανή.

Στη διαδρομή από το Χαϊδάρι στην Καισαριανή, οι μελλοθάνατοι αποτυπώνουν μερικές τελευταίες λέξεις στο χαρτί. Πετούν στο δρόμο τα στερνά τους σημειώματα. Οσα απ' αυτά διασώθηκαν δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το '45 στην επιθεώρηση «Σήμερα».

Ανάμεσά τους ο Ναπολέων Σουκατζίδης. Ο κομμουνιστής που αρνήθηκε να εξαιρεθεί από τον κατάλογο των μελλοθάνατων. Που αρνήθηκε να πάρει τη δική του θέση άλλος συγκρατούμενός του. Στο δρόμο προς το εκτελεστικό απόσπασμα, γράφει στον πατέρα του: «Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να 'σαι περήφανος για τον μονάκριβο γιο σου».

Ο Νίκος Μαριακάκης στο δικό του σημείωμα έγραψε: «Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά παρά να ζει σκλάβος».

Ο Σάββας Σαββόπουλος: «… Καμιά δύναμη δε θα μπορέσει να τσακίσει το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ θα νικήσει…».

Ο νεολαίος, ο Δημήτρης Σόφης: «Χαίρετε φίλοι. Εκδίκηση. Μάνα μη λυπάσαι. Χαίρε μάνα».

Ο Μήτσος Ρεμπούτσικας: «…Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτέ...».

Οι 200 της Καισαριανής έδωσαν τη ζωή τους για εκείνα τα ανώτερα ιδανικά που δίνουν περιεχόμενο στην έννοια «άνθρωπος». Και δεν πέθαναν ποτέ.

Εκείνη την Πρωτομαγιά, την Πρωτομαγιά του '44, την έγραψαν με το αίμα τους σε ένα κεφάλαιο της Ιστορίας που δε θα σβήσει ποτέ.

Οι 200 αντιφασίστες πατριώτες κομμουνιστές έγιναν θρύλος. Οι κομμουνιστές δεσμώτες, που η ελληνική πλουτοκρατία, η κυβέρνηση του Τσουδερού και το καθεστώς του Μεταξά κρατούσαν έγκλειστους στην Ακροναυπλία και την Ανάφη, οι κομμουνιστές που με την είσοδο των χιτλερικών στην Ελλάδα το καθεστώς του Μεταξά και οι δωσίλογοι τους παρέδωσαν στους ναζί, μετέτρεψαν με το αίμα τους το Σκοπευτήριο σε θυσιαστήριο της λευτεριάς.

Την Πρωτομαγιά του '44, οι 200 της Καισαριανής σήκωσαν την Ελλάδα ένα μπόι ψηλότερα, με εκείνο τον τρόπο που ξέρουν να το κάνουν οι κομμουνιστές. Τον τρόπο που περιέγραψε λίγα χρόνια αργότερα ο Μπελογιάννης: «Με την καρδιά μας και με το αίμα μας».

 

1Η ΜΑΗ 1886: «ΚΥΡΙΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ…»

 

Αυτοί που επιδιώκουν να γυρίσουν τη ζωή του εργάτη δύο αιώνες πίσω. Αυτοί που αποφάσισαν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε εργαστήριο αγριανθρωπισμού για την εφαρμογή της πιο στυγνής πολιτικής του κεφαλαίου. Αυτοί που η «ανάπτυξή τους» σημαίνει μια Ελλάδα – Μανωλάδα απ' άκρη σ' άκρη. Αυτοί που μόλις προχτές ψήφισαν έναν ακόμα φετφά για μεροκάματα… των 17 ευρώ (!), ας έχουν υπόψη τους, τα λόγια του Αύγουστου Σπάις.

Ήταν τα λόγια με τα οποία ο Σπάις, ένας από τους ηγέτες της εξέγερσης του Σικάγου το Μάη του 1886, απευθύνθηκε στους δικαστές την ώρα που εκείνοι τον έστελναν μαζί με τους συντρόφους του στην αγχόνη:

«Κύριοι δικαστές,

Αν σκέπτεστε σοβαρά ότι με τις κρεμάλες μπορείτε να σταματήσετε το κίνημα, που εξωθεί εκατομμύρια γονατισμένων από την καταπίεση εργατών προς την εξέγερση, είστε, μα την αλήθεια, "πτωχοί τω πνεύματι".

Σε παρόμοια περίπτωση θα μας κρεμάσετε με το δίκιο σας.

Έπειτα, αυτό είναι το καλύτερο που έχετε να κάμετε. Κρεμάστε μας! Μα να περιμένετε το τέλος. Εάν δεν το βλέπετε, εγώ σας το αναγγέλλω. Γύρω σας, κάτω σας, δίπλα σας, πάνω σας, από όλες τις μεριές σας, θεριεύει μια φωτιά. Το έδαφος σαλεύει κάτω από τα πόδια σας. Βαδίζετε, κυριολεκτικά, επάνω σε μια υπόγεια φωτιά. Θέλετε να την αγνοείτε; Δε θα την αποφύγετε. Θέλετε να απαλλαγείτε, άπαξ διά παντός, από όλους τους "συνωμότες"; Απαλλαγείτε πρώτα από τα αφεντικά της βιομηχανίας, οι οποίοι δημιούργησαν την ανήθικη περιουσία τους από το κλεμμένο αντίτιμο της εργασίας που δεν πληρώθηκε.

Είναι αυτό που εσείς αποκαλείτε "αύξηση του εθνικού πλούτου"!

"Εθνικού"! Τι ειρωνεία! Τη χαρά μερικών προνομιούχων του έθνους να λέτε.

Κάνετε κάτι καλύτερο.

Καταργήστε τα τρένα, τον τηλέγραφο, τα τηλέφωνα, τα βαπόρια, τον εαυτό σας!

Καταργήστε πρώτα από όλα εσάς τους ίδιους!

Γιατί;

Γιατί εσείς, με τη συμπεριφορά σας, είστε οι πρώτοι πράκτορες της επανάστασης.

Καταργήσατε την αρπαγή και τη λεηλασία, Κύριοί μου.

Αλλά, αυτή είναι η δουλειά σας. Είναι η ανήθικη αποστολή μιας εκατοντάδας ανθρώπων, οι οποίοι προτιμούν ν' απολαμβάνουν το παν, χωρίς να κάμνουν τίποτε.

Από αυτήν ακριβώς την τάξη πάμε να απαλλαγούμε.

Κοιτάξετε το οικονομικό πεδίο της μάχης. Οι εργάτες έχουν πετσοκοφτεί και εσείς, ω Χριστιανοί μου και καλοί μου και ευγενικοί αστοί, εσείς είστε οι κοινωνικοί γύπες, που τρώνε τη σάρκα των πτωμάτων.

Θέλετε να κάνουμε έναν περίπατο στα στενά δρομάκια της πολιτείας αυτής, εκεί όπου περνάνε τις μέρες τους οι αληθινοί δημιουργοί του πλούτου;

Πάμε μαζί στα ανθρακωρυχεία του Χόκιγκ – Βάλεϊ; Δε θα βρούμε ανθρώπους, θα βρούμε κινούμενα πτώματα που άρχισαν να αποσυντίθενται.

Η γενική κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής καθίσταται αναπόφευκτη αναγκαιότητα. Αρχίζει η εποχή του σοσιαλισμού και της παγκόσμιας συνεργασίας. Οι κατέχουσες τάξεις θα απαλλοτριωθούν.

Εκείνοι που λένε "τούτο είναι δικό μου", θα τα δούνε όλα κοινά. Αυτό δε θα γίνει για σκοπούς σπεκουλάντικους, θα γίνει για το καλό όλων.

Τούτο εδώ δεν είναι όραμα αιθέριο καθώς νομίζετε. Είναι αναγκαιότητα. Είδαμε στην ιστορία πώς ό,τι ήταν ανάγκη να γίνει, έγινε. Αυτό είναι η λογική της ζωής…

Όποιος λέει ιδιωτική βιομηχανία, λέει αναρχούμενη βιομηχανία. Μετρημένα άτομα χρησιμοποιούν προς όφελός τους τις εφευρέσεις. Ο κόσμος είναι για τους λίγους. Δεξιά και αριστερά πέφτουν οι όμοιοί τους, θύματα του πλούτου και της καλοζωίας τους. Λίγο τους ενδιαφέρει. Με τις μηχανές τους μετατρέπουν το ανθρώπινο αίμα σε βώλους χρυσαφιού.

Την ίδια την υγεία των ανήλικων. Με την πολλή εργασία, δολοφονούν τα γυναικόπαιδα. Με την ανεργία σκοτώνουν. Και αυτοί οι άνθρωποι σου λέγονται Χριστιανοί! Γνήσιοι Χριστιανοί!

Εμείς παραβήκαμε τους νόμους σας, για να δείξουμε στο λαό σε τι αποβλέπουν όλοι σας οι θεσμοί: στο να εγκαθιδρύσουν, στη χώρα αυτή, μία ολιγαρχία, όμοια της οποίας σε κτηνωδία, δεν υπάρχει πουθενά στη Γη!

Αν πιστεύετε ότι με το να μας κρεμάσετε θα εξουδετερώσετε το κίνημα των εργαζομένων, το κίνημα από το οποίο εκατομμύρια ανθρώπινα πλάσματα που σέρνονται στη φτώχεια και στη μιζέρια, περιμένουν τη λύτρωσή τους -αν αυτή είναι η γνώμη σας- τότε κρεμάστε μας!

Εδώ θα ποδοπατήσετε μία μικρή σπίθα, εκεί όμως και πιο πέρα και απέναντι και γύρω μας παντού, θα ξεπεταχτούν οι φλόγες.

Η φωτιά είναι υπόγεια και δε θα μπορέσετε να τη σβήσετε…».

ΠΗΓΗ: "Ριζοσπάστης", Τρίτη 30 Απρίλη 2013, σελ. 31, http://rizospastis.gr/page.do?publDate=30/4/2013&id=14564&pageNo=31&direction=1

Μια άθλια επέτειος που δεν πρέπει να ξεχάσουμε

Μια άθλια επέτειος που δεν πρέπει με κανένα τρόπο να ξεχάσουμε

 

Του Δημήτρη Καζάκη

 

Πριν ακριβώς από τρία χρόνια ο τότε φερόμενος ως πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου ανακοίνωνε επίσημα αυτό που σχεδιαζόταν ανεπίσημα εδώ και μήνες στα επιτελεία της ευρωζώνης και της Ουάσιγκτον, την ένταξη της Ελλάδας στον «μηχανισμό στήριξης», δηλαδή στον μηχανισμό ελεγχόμενης χρεοκοπίας και εκποίησης υπέρ των δανειστών. Το ανακοίνωσε από το Καστελόριζο σε απόσταση αναπνοής από τα Τουρκικά παράλια όπου οι επιτελείς του και ο ίδιος είχαν σκεφτεί ότι θα μπορούσε να είχε ζητήσει άσυλο, αν ο ελληνικός λαός δεν αποδεικνυόταν τόσο νωθρός και άβουλος.

Ο ίδιος ο Παπανδρέου σήμερα θεωρεί ως μέγιστη επιτυχία της κυβέρνησής του την δημιουργία αυτού του μηχανισμού. Αυτή ήταν άλλωστε η αποστολή του. Να θυσιάσει την χώρα και τον λαό της προκειμένου τα αφεντικά του εξ Ουάσιγκτον να εξαναγκάσουν την Γερμανία να δεχτεί την συγκρότηση μηχανισμού διαχείρισης χρεοκοπιών εντός της ευρωζώνης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επί μήνες πριν η Μέρκελ απέκλειε κάθε συζήτηση για «διάσωση» της Ελλάδας.

Στις 5 Μαρτίου 2010 σε επίσκεψη του τότε φερόμενου ως Έλληνα πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου στο Βερολίνο, η Καγκελάριος Α. Μέρκελ δήλωνε ότι δεν υπάρχει κανενός είδους σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας στα σκαριά. «Αυτή τη στιγμή μπορούμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα, δηλώνοντας σαφώς ότι πρέπει να εκπληρώσει τα καθήκοντά της», δήλωνε η Μέρκελ, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να «δείξει μεγάλο θάρρος», προκειμένου να απορροφήσει τα ελλείμματά της και να αποκαταστήσει τη «χαμένη αξιοπιστία» της. «Η Ελλάδα πρέπει να καταλάβει ότι δεν είναι οι φορολογούμενοι στη Γερμανία, το Βέλγιο, ή το Λουξεμβούργο διατεθειμένοι να διορθώσουν τα δημοσιονομικά λάθη της ελληνικής πολιτικής», προειδοποιούσε με προσποιητή ειλικρίνεια λίγες ημέρες νωρίτερα ο επικεφαλής της ευρωζώνης και πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Jean-Claude Juncker.

Φυσικά και σχέδιο υπήρχε στα σκαριά και το έδαφος προετοιμαζόταν για να επιβληθεί στην Ελλάδα και στον ανύποπτο ελληνικό λαό. Χρειαζόταν απλά να ακολουθηθούν ορισμένα βήματα. Σ' εκείνη την επίσκεψη του Παπανδρέου στο Βερολίνου τον Μάρτιο του 2010, ενάμισι σχεδόν μήνα πριν την 23η Απριλίου όπου από το Καστελόριζο έγινε η ανακοίνωση υπαγωγής της χώρας στο «μηχανισμό στήριξης», η Γερμανία φρόντισε να υπογραφεί η περίφημη «Ελληνογερμανική εταιρική σχέση» ώστε εκ προοιμίου να της ανήκει το οικόπεδο που λέγεται Ελλάδα. Αυτή η σύμβαση που ποτέ δεν παρουσιάστηκε επίσημα στην ελληνική Βουλή, αλλά υλοποιείται βήμα προς βήμα, μας έφερε τον Φούχτελ στην Ελλάδα για να συντονίσει την εκποίηση της χώρας υπέρ της Γερμανίας.

Να πώς παρουσιάζει το Γερμανικό υπουργείο εξωτερικών την σύμβαση αυτή με την Ελλάδα: 

«Στις 5 Μαρτίου 2010, η ομοσπονδιακή Καγκελάριος Μέρκελ και ο Πρωθυπουργός Παπανδρέου συμφώνησαν να ανανεώσουν, να επεκτείνουν και να εντείνουν την ελληνο-γερμανική εταιρική σχέση. Επιβεβαίωσαν τη δέσμευση αυτή κατά τη συνάντησή τους στο Βερολίνο στις 22 Φεβρουαρίου 2011. Προκειμένου να εφαρμοστεί αυτή η κοινή δέσμευση, οι αντιπροσωπείες της Ελλάδας και της Γερμανίας με επικεφαλής τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών Δημήτρη Δρούτσα και τον Υφυπουργό Εξωτερικών Wolf-Ruthart συναντήθηκαν στην Αθήνα στις 24 Ιουνίου 2010. Εκπόνησαν έναν οδικό χάρτη συνεργασίας σε διάφορους τομείς όπως την περιβαλλοντική πολιτική, την ενεργειακή και κλιματική πολιτική, την πολιτική προστασία, την πολιτική στον τομέα της έρευνας, τη μετανάστευση, το άσυλο και την πολιτική ενσωμάτωσης, την εκπαίδευση, τις επαφές με την Κοινωνία των Πολιτών και τις πολιτιστικές ανταλλαγές, τον τουρισμό, την πολιτική υγείας, τις μεταφορές και το διάλογο μεταξύ των οικονομικών φορέων επί κοινωνικών και εργασιακών πολιτικών. Η σημασία αυτής της εταιρικής σχέσης επιβεβαιώθηκε εκ νέου σε μια συνάντηση μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών, Δημήτρη Δρούτσα και Guido Westerwelle στις 9 Νοεμβρίου 2010. Αυτή η συνεργασία αποτελεί σημαντική συνεισφορά σε μια χρονική στιγμή όπου η Ελλάδα εφαρμόζει μεγαλεπήβολες οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να δημιουργήσει μια νέα βάση βιώσιμης ανάπτυξης. Σε αυτή την επίπονη προσπάθεια, η Γερμανία καθώς και οι άλλοι Ευρωπαίοι Εταίροι στηρίζουν πλήρως την Ελλάδα. Κατά τη περίοδο 2010 και 2011 αξιωματούχοι των δυο κυβερνήσεων συναντήθηκαν πολλές φορές, υπέγραψαν συμφωνίες διμερούς συνεργασίας και έχουν συνεχή συνεργασία επί του συντονισμού των στρατηγικών τους στους προαναφερθέντες τομείς πολιτικής.»

Ποιοι είναι οι βασικοί τομείς «συνεργασίας» Ελλάδας-Γερμανίας; Σύμφωνα πάντα με το υπουργείο Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Γερμανίας οι βασικοί τομείς είναι οι εξής:

– Περιβαλλοντική πολιτική.

– Ενεργειακή και κλιματική πολιτική.

– Πολιτική προστασία.

– Διάλογος οικονομικών φορέων στο τομέα των επενδύσεων και επιχειρηματική συνεργασία.

– Διάλογος επί κοινωνικών και εργασιακών πολιτικών.

– Πολιτική στον τομέα της έρευνας.

– Μετανάστευση, άσυλο και πολιτική ενσωμάτωσης.

– Εκπαίδευση, επαφές Κοινωνία πολιτών και πολιτιστικές ανταλλαγές.

– Συνεργασία στον τομέα του τουρισμού.

– Πολιτική υγείας.

– Μεταφορές.

Όπως καταλαβαίνει κανείς οι Γερμανοί πήραν προκαταβολικά και με σύμβαση που ποτέ κανένας Έλληνας βουλευτής δεν την είδε να ψηφίζεται στην Βουλή, σχεδόν τα πάντα. Από το περιβάλλον, την ενέργεια, την έρευνα, έως την υγεία, την παιδεία και τις μεταφορές παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Έτσι είπαν το «ναι» οι Γερμανοί και η Μέρκελ με σκοπό να ενταχθεί η Ελλάδα στον μηχανισμό χρεοκοπιών της ευρωζώνης. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ο «μηχανισμός στήριξης» με την μορφή του EFSF (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) ιδρύθηκε επίσημα στην ευρωζώνη μετά την επιβολή του πρώτου μνημονίου και της πρώτης δανειακής σύμβασης που επέβαλε η τρόικα στην Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν υπήρξε απλά το πρώτο θύμα της ευρωζώνης που μετατράπηκε σε πειραματόζωο, αλλά και το δόλωμα που πετάχτηκε βορά στο Γερμανικό θηρίο προκειμένου να δεχτεί την δημιουργία του EFSF και αργότερα του μόνιμου ΕΜΣ.

Το τι συνέβη είναι πια γνωστό. Το διετές πρόγραμμα προσαρμογής που προβλεπόταν στο πρώτο μνημόνιο και υποσχόταν ότι μετά από μια βίαιη προσαρμογή εισοδημάτων και δαπανών στην ελληνική οικονομία, αυτή θα βρισκόταν σε πορεία ανάκαμψης από τα τέλη του 2011, αποτελεί παρελθόν προ πολλού. Βρισκόμαστε αισίως στον τρίτο χρόνο υπό καθεστώς νέας κατοχής και οι κυβερνήτες του δοσιλογισμού συνεχίζουν το ίδιο παραμύθι. «Του χρόνου θα έχουμε ανάκαμψη», λένε και ξαναλένε μηχανικά εδώ και τρία χρόνια. Εν τω μεταξύ η Ελλάδα καταρρέει, η κοινωνία συνθλίβεται και ο ελληνικός λαός στερείται ελπίδας και προοπτικής.

Οι Γερμανοί ιθύνοντες έχουν από καιρό ξεκαθαρίσει το γιατί έχουν επιβάλει αυτό το καθεστώς στην Ελλάδα. «Μας κοστίζουν πολλά οι Έλληνες, αλλά μας συμφέρει», δήλωσε στην Bild (8/12/2012) ο κ. Σόιμπλε.  Μόνο από την διαφορά των επιτοκίων η Γερμανία κέρδισε τα δύο τελευταία χρόνια τόκους 45 δις €. Άλλα 15 δις € κέρδισε μέχρι τώρα η Γερμανία από τα προγράμματα «διάσωσης» της Ελλάδας και μάλιστα στο μέλλον το ποσόν αυτό αναμένεται να αυξηθεί… Σε συνέντευξη που παραχώρησε και δημοσιεύτηκε στην κυριακάτικη Bild πριν μερικούς μήνες, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παραδέχεται ότι η νέα συμφωνία για περαιτέρω απομείωση του ελληνικού χρέους θα κοστίσει δισεκατομμύρια ευρώ στη Γερμανία, σε βάθος χρόνου, παραδέχτηκε ωστόσο επίσης ότι το Βερολίνο πρέπει να υποστεί αυτές τις θυσίες, προκειμένου να διασφαλιστεί η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη. «Τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνει η Γερμανία από το κοινό νόμισμα της ευρωζώνης, είναι υπέρτερα, ξεπερνούν το όποιο κόστος από τα πακέτα βοήθειας, όποιο κι αν είναι αυτό», ήταν η πιο χαρακτηριστική αποστροφή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στη συνέντευξή του στη Bild.  

Παραδέχτηκε επίσης ότι δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πόσο θα είναι το συνολικό κόστος της διάσωσης της Ελλάδας για τη Γερμανία. Πρόσθεσε όμως ότι το Βερολίνο και οι υπόλοιποι εταίροι της Ελλάδας θα συνεχίσουν να εποπτεύουν και να ασκούν πιέσεις στην Αθήνα, προκειμένου να μην κάνει πίσω η κυβέρνηση από τις δεσμεύσεις τις οποίες έχει πάρει, αναφορικά με την εφαρμογή ενός εκτεταμένου προγράμματος προσαρμογής.

Ο  Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έρχεται να προστεθεί σε όσους Γερμανούς μιλούν τον τελευταίο καιρό και παραδέχονται, ότι η χώρα τους όχι μόνο δεν έχει ζημιωθεί από την ελληνική κρίση χρέους, αλλά, αντίθετα έχει καταγράψει σημαντικά κέρδη. Και αποδίδουν τα κέρδη αυτά κυρίως στο γεγονός ότι η Γερμανία δανείζει τη χώρα μας – μέσω των μηχανισμών «στήριξης» ή «διάσωσης» – με επιτόκιο μεγαλύτερο από εκείνο, που δανείζεται η ίδια, άρα λειτουργεί με τοκογλυφικούς όρους.

Ο Γερμανός επικεφαλής του EFSF Κλάους Ρέγκλινγκ, αποκάλυψε σε συνέντευξη που έδωσε στο γερμανικό περιοδικό Focus ότι με τα προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας έχουν εισρεύσει στα ταμεία της χώρας τους κέρδη ύψους 15 δις ευρώ και μάλιστα στο μέλλον το ποσόν αυτό αναμένεται να αυξηθεί.

Επί λέξει ο κ. Ρέγκλινγκ παραδέχθηκε τα εξής: «Οι επιχειρήσεις διάσωσης δεν έχουν κοστίσει μέχρι στιγμής ούτε ένα ευρώ από τα χρήματα των Γερμανού φορολογούμενου. Στη Γερμανία έχει επικρατήσει η πεποίθηση ότι κάθε μεμονωμένη μεταφορά χρημάτων προς την Ελλάδα βαρύνει τον προϋπολογισμό της χώρας και χρηματοδοτείται από τα χρήματα φορολογουμένων. Η άποψη ότι τα χρήματα δόθηκαν και δεν θα επιστραφούν ποτέ είναι λάθος. Πρόκειται για δάνεια – τα οποία πρέπει να αποπληρωθούν. Απελευθερωθείτε από την εικόνα της Ελλάδας ως βαρελιού χωρίς πάτο. Δεν υπάρχουν δώρα ούτε μόνιμες μεταφορές χρημάτων. Κάθε άλλο: Η Γερμανία έχει ωφεληθεί από την κρίση, επειδή στη χώρα διοχετεύεται πολύ κεφάλαιο. Το γεγονός αυτό πιέζει τα επιτόκια δανεισμού προς τα κάτω. Σύμφωνα με ινστιτούτα ερευνών, η Γερμανία πληρώνει εξαιτίας της κρίσης 15 δισ. ευρώ λιγότερα σε τόκους. Οι ευνοϊκοί όροι δανεισμού της Γερμανίας λειτουργούν και επ' ωφελεία των πολιτών, οι οποίοι χρηματοδοτούν την αγορά ακινήτου».

Σύμφωνα με τα όσα διεμήνυσε ο Γερμανός επικεφαλής του Ταμείου, η Γερμανία, όχι μόνο δεν έχει ζημιωθεί από την κρίση χρέους της Ελλάδας, αλλά αντιθέτως, έχει καταγράψει σημαντικά κέρδη, τα οποία μάλιστα αναμένεται να πολλαπλασιαστούν σε βάθος χρόνου, όσο οι προσπάθειες για την «επίλυσή» της εντατικοποιούνται. Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Ρέγκλινγκ, συμβαίνει γιατί η Γερμανία δανείζει στην Ελλάδα όχι απευθείας αλλά μέσω των έκτακτων μηχανισμών στήριξης, με επιτόκια, πολύ μεγαλύτερα από αυτά με τα οποία δανείζεται η ίδια. «Κατ' αυτόν τον τρόπο η Γερμανία λειτουργεί ουσιαστικά τοκογλυφικά, έχοντας βάλει στα ταμεία της μέχρι στιγμής περίπου 15 δισ. ευρώ» σημειώνει ο επικεφαλής του EFSF στο Focus. 

Η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ μιλώντας στο συνέδριο του κόμματός της τον Νοέμβριο του 2012, την Χριστιανοδημοκρατική Ένωση θριαμβολόγησε για την πολιτική διακυβέρνηση της Γερμανίας από την ίδια τονίζοντας:

«Η κυβέρνηση είναι η καλύτερη ομοσπονδιακή κυβέρνηση μετά την Επανένωση. Οδηγήσαμε τη Γερμανία να βγει από την κρίση ισχυρότερη απ' ό,τι μπήκε σ' αυτή. Ενώ άλλες χώρες της Ευρώπης βρίσκονται σε ύφεση, εμείς είμαστε ο κινητήρας της ανάπτυξης στην Ευρώπη. Όλα αυτά δεν έπεσαν από τον ουρανό». 

Αποκαλυπτικό για την τεράστια απάτη σε βάρος ενός ολόκληρου λαού, του ελληνικού και την απαξίωση μιας ολόκληρης χώρας με την προσπάθεια επιβολής του συνδρόμου της ενοχής με την αγαστή συνεργασία βέβαια των εγχώριων συνεργατών τους είναι το ρεπορτάζ του γερμανικού κρατικού τηλεοπτικού καναλιού ARD το οποίο προβλήθηκε προ μηνών από την ΝΕΤ. Σύμφωνα με το γερμανικό κανάλι, μετά από έρευνα που έχουν πραγματοποιήσει δημοσιογράφοι του, αν και οι Έλληνες ακούν κάθε μέρα ότι η Γερμανία πληρώνει δισεκατομμύρια για το ελληνικό χρέος στην πραγματικότητα τα ποσά που το γερμανικό κράτος έχει καταβάλει μέχρι στιγμής είναι 15,2 δισ. ευρώ!

Ποσό πολύ μικρό συγκριτικά με αυτά που έχει κερδίσει η Γερμανία, η οποία πρακτικά προκάλεσε την ελληνική κρίση για να αποκομίσει τεράστια κέρδη! 

Μάλιστα σημειώνει ότι μεγάλο μέρος των 130 δισ. ευρώ που ότι υποτίθεται θα λάβει η Ελλάδα από τις χώρες της ΕΕ είναι απλά εγγυήσεις οι οποίες θα αποπληρωθούν μόνο στην περίπτωση που η Ελλάδα χρεοκοπήσει. Αυτό όμως που είναι εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι Γερμανοί βουλευτές μέλη της Επιτροπής Οικονομικών θεμάτων του γερμανικού κοινοβουλίου, φαίνεται να δηλώνουν άγνοια για το θέμα αυτό μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα. Οι Γερμανοί βουλευτές δεν γνωρίζουν εκτός των άλλων τα οφέλη της χώρας τους από την διαφορά των επιτοκίων με βάση τα οποία δανείζει και δανείζεται η Γερμανία. 

Με τον τρόπο αυτό το γερμανικό κανάλι διαχωρίζει την θέση του από τα «παραμύθια» όπως αναφέρει που πλασάρονται από τα ΜΜΕ της χώρας, ότι οι Γερμανοί πληρώνουν τα χρέη της Ελλάδας. Κάνοντας ένα βήμα παραπέρα το γερμανικό κανάλι αποκαλύπτει ότι η γερμανική βιομηχανία αλλά και η γερμανική οικονομία στο σύνολο της ωφελήθηκε από την ελληνική κρίση χρέους και για το λόγο αυτό είχαν κάθε συμφέρον να την αφήσουν να βαθύνει. 

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το γερμανικό κανάλι μία εταιρεία με έδρα στην Γερμανία έχει δει τις παραγγελίες της τον τελευταίο καιρό να αυξάνονται. Ο λόγος για αυτή την αύξηση των παραγγελιών είναι η υποτίμηση του ευρώ έναντι άλλων ανταγωνιστικών νομισμάτων που κάνει τις γερμανικές εξαγωγές πιο φτηνές και όπως αναφέρει στέλεχος του εργοστασίου η υποτίμηση αυτή σχετίζεται με την ελληνική κρίση χρέους. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στο γερμανικό εργοστάσιο έλαβαν αύξηση μισθών και όλοι είναι ευχαριστημένοι.

Η ελληνική όμως θυγατρική της γερμανικής εταιρείας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα λόγω των μέτρων λιτότητας που επέβαλε η τρόϊκα και η ελληνική κυβέρνηση. Ως αποτέλεσμα της κρίσης 25 από τους 40 εργαζομένους της θυγατρικής ελληνικής εταιρείας έχουν απολυθεί. 

Την άποψη του στελέχους του γερμανικού εργοστασίου συμμερίζεται και ο καθηγητής Γκουστάβ Χόρν του Ινστιτούτου Μακροοικονομίας και Αναπτυξιακών Ερευνών  ο οποίος δηλώνει ότι εξαιτίας της κρίσης χρέους της Ελλάδας μειώθηκε η αξία του ευρώ και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των γερμανικών προϊόντων και την αύξηση των γερμανικών εξαγωγών κατά 50 δισ. ευρώ ποσό που μεταφράζεται σε αύξηση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 2%.   

Επιπλέον όπως αναφέρει ο οικονομικός αναλυτής Φολκερ Χελμαιερ η Γερμανία επωφελήθηκε σημαντικά από την ελληνική κρίση διότι μπορεί να δανείζει στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες με αντίστοιχα προβλήματα με υψηλά επιτόκια την στιγμή που η ίδια δανείζεται από τις αγορές σε ιστορικά όπως αναφέρει χαμηλά επίπεδα. 

Από αυτή την διαφορά των επιτοκίων το γερμανικό κράτος κέρδισε τα δύο τελευταία χρόνια τόκους ύψους 45 δισ. ευρώ ποσό που τελικά μπορεί να διαμορφωθεί στα 65 δισ. ευρώ.

Ο μόνος που βλέπει φως στο τούνελ είναι αυτός που δεν έχει αντιληφθεί ότι η ατμομηχανή της κ. Μέρκελ και της τρόικας κατευθύνεται εναντίον του και μάλιστα με αυξανόμενη ταχύτητα. Υπάρχει ένα αλάνθαστο κριτήριο για να κρίνει ο καθένας μας από την προσωπική του εμπειρία το που πάει η όλη κατάσταση. Αν βλέπει το εισόδημά του συνεχώς να συρρικνώνεται μέχρις εξαφανίσεως και τα χρέη του να αυξάνονται, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ανάκαμψη ούτε με σφαίρες. Κι αυτό συμβαίνει ήδη για την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού καθώς και για την οικονομία. Ταυτόχρονα η κρίση βαθαίνει και στην ευρωζώνη. Ακόμη και η ίδια η Γερμανία αντιμετωπίζει στασιμότητα και ύφεση σε συνθήκες τεράστιας ιδιωτικής υπερχρέωσης. Οι δήμοι της καταρρέουν ιδιωτικοποιημένοι και κάτω από το βάρος τεράστιων χρεών. Το γεγονός αυτό κάνει την άρχουσα τάξη της Γερμανίας πιο επιθετική, πιο αδίστακτη στην προσπάθειά της να κανιβαλίσει τις πιο αδύναμες χώρες και οικονομίες της ευρωζώνης.

Η ίδια η ευρωζώνη έχει μετατραπεί σε πεδίο ενός αδυσώπητου ανταγωνισμού για το ποιος θα επικρατήσει έναντι όλων των άλλων, ή καλύτερα πάνω στα ερείπια όλων των άλλων. Είναι ποτέ δυνατόν μια χώρα υπό καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας σαν την Ελλάδα να ελπίζει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από το να μεταβληθεί σε κρανίου τόπο; Η λύση είναι μόνο μία: μονομερής διαγραφή του χρέους της Ελλάδας προς την ευρωζώνη και έξοδος από αυτήν με σκοπό την ανοικοδόμηση της χώρας εκ βάθρων στη βάση των συμφερόντων της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει παρά μόνο εκείνος που οδηγεί στα κρεματόρια της ευρωζώνης.

Ήδη έχουμε χάσει πολύτιμο χρόνο. Τα θύματα αυτής της καθυστέρησης μετρώνται σε εκατομμύρια. Θάνατοι, άνεργοι, μετανάστες, ολοκληρωτικά κατεστραμένοι επαγγελματίες και μικρομεσαίοι. Η ίδια η οικονομία αιμορραγεί. Χάνει την αφρόκρεμα του εργατικού της δυναμικού και το επενδυτικό εξοπλισμό της τελευταίας δεκαετίας. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι για πολύ. Από κάποιο σημείο και μετά η όλη πορεία θα είναι μη αναστρέψιμη τόσο για την οικονομία, όσο και για την κοινωνία. Το σημείο αυτό δεν απέχει πια και πολύ. Γι' αυτό και η προσπάθεια των ιθυνόντων είναι να επιταχύνουν, να το φτάσουν μια ώρα νωρίτερα έτσι ώστε να επιβάλουν ήσυχα κι ωραία το κομμάτιασμα της χώρας.

Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι μας έχουν κηρύξει πόλεμο και διεξάγουν αυτόν τον πόλεμο εναντίον μας με σκοπό ο λαός και η πατρίδα μας να γίνει βορά των πιο ισχυρών της ευρωζώνης. Και σ' αυτόν τον πόλεμο όπου ο εχθρός είναι αποφασισμένος να σε εξοντώσει, δεν αντιτάσσεις πρακτικές νόθου κοινοβουλευτισμού και νομιμοφροσύνης απέναντι σ' ένα καθεστώς νέας κατοχής. Καταφύγιό σου είναι μόνο ένα, το ακροτελεύτιο άρθρο του Συντάγματος: «H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.»

Μέσα σ' αυτά τα τρία χρόνια η μόνη ουσιαστικά θετική εξέλιξη ήταν η ίδρυση του ΕΠΑΜ το καλοκαίρι του 2011 στον απόηχο του αυθόρμητου μαζικού λαϊκού ξεσπάσματος. Το ΕΠΑΜ είναι ένα Μέτωπο που παλεύει για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση του ελληνικού λαού. Εμείς παλεύουμε για εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας μας. Αγωνιζόμαστε για την εθνική αυτοδιάθεση του λαού μας ενάντια στην υπερεθνική απολυταρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποτελεί την μετουσίωση των ναζιστικών σχεδίων ενοποίησης της Ευρώπης κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκεί που απέτυχαν τότε οι ναζί με τις μεραρχίες των Ες-Ες, έρχονται σήμερα να πετύχουν οι τραπεζίτες με την Πέμπτη Φάλαγγα ενός δοτού «διεθνισμού» που δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών και των λαών. Παλεύουμε για να γίνει ο λαός μας αφεντικό στον τόπο του και όχι εξαθλιωμένος μετανάστης στην ευρωζώνη. Αγωνιζόμαστε να ενωθεί ο λαός μας πάνω στη βάση του πατριωτικού και δημοκρατικού του καθήκοντος, υπερβαίνοντας τεχνητούς διαχωρισμούς δεξιάς-αριστεράς που γεννούν εμφυλίους.

Για εμάς δεν υπάρχει αριστερός ή δεξιός, μόνο πατριώτης, δημοκράτης ή δωσίλογος και προδότης. Για εμάς είναι εξίσου εχθρός ο πορωμένος δεξιός που ζει με τους διαχωρισμούς του παλιού εμφυλίου, όσο και ο πορωμένος αριστερός. Δεν τους καίγεται καρφί για τον λαό μας. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι ο «χώρος» τους. Αυτό που θέλουν είναι να επιβάλουν την δικτατορία της δικής τους δεξιάς, ή της δικής τους αριστεράς, στην οποία ο λαός οφείλει να υποταχθεί. Εμείς στο ΕΠΑΜ παλεύουμε να κατακτήσει ο τόπος την δημοκρατία όπου ο ίδιος ο λαός κι όχι κάποιος δεξιός δικτάτορας ή κάποιος πατερούλης της αριστεράς, να κατέχει την εξουσία και να την ασκεί όπως αυτός θέλει. Γι' αυτό άλλωστε παλεύουμε για Συντακτική Εθνοσυνέλευση και ένα νέο αληθινά δημοκρατικό Σύνταγμα έτσι ώστε ο λαός μας να γίνει αφεντικό στην χώρα του και όχι οποιοσδήποτε άλλος επίδοξος επιβήτορας από την δεξιά ή την αριστερά. Γι' αυτό και δεν μας αρκεί όταν κάποιος αρχίζει να ψελλίζει, όπως κάνει τώρα τελευταία ο κ. Αλαβάνος, την διαγραφή του χρέους και το εθνικό νόμισμα. Χωρίς την δημοκρατία, χωρίς Συντακτική Εθνοσυνέλευση για να κάνει ο λαός μας μια καθαρή αρχή, τα αιτήματα αυτά δεν είναι παρά πολιτικά συνθήματα για τυχοδιώκτες καριέρας, ή προφάσεις για μελλοντικούς δικτάτορες.

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στο Χωνί, 28/4/2013. Το είδα: 30-4-2013, http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2013/04/blog-post_30.html

Ολοκλ. αξιολόγηση εκπ/κού – ολοσχερής διάλυση δημ. σχολείου

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και η ολοσχερής διάλυση του δημόσιου σχολείου

 

Του Γιώργου Μαυρογιώργου*

 

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού στην ελληνική εκπαίδευση καταγράφει μέχρι σήμερα, κατά βάση, τρία «επεισόδια». Το πρώτο «επεισόδιο» διαρκεί περίπου εκατόν πενήντα χρόνια (1834-1982): από την καθιέρωση του επιθεωρητή ως αξιολογητή και πειθαρχικού διοικητικού προϊσταμένου των εκπαιδευτικών μέχρι την κατάργησή του. Τα προσδιοριστικά στοιχεία του θεσμού αποδίδονται στη σχετική βιβλιογραφία με τον όρο «επιθεωρητισμός».

Με τον όρο αυτό γίνεται αναφορά σε  ένα σύνολο κριτηρίων  αξιολόγησης, αρχών οργάνωσης και εφαρμογής της αξιολόγησης  που είχε σαφείς γραφειοκρατικούς, ιεραρχικούς, εποπτικούς, ελεγκτικούς, συμμορφωτικούς, αυταρχικούς, προληπτικούς και κατασταλτικούς προσανατολισμούς και προεκτάσεις στο έργο των εκπαιδευτικών. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο  είχε καταδικαστεί ως θεσμός στη συνείδηση των εκπαιδευτικών με αποτέλεσμα να διατυπωθεί  και έντονα το συνδικαλιστικό αίτημα για την κατάργησή του. Βέβαια, στο πλαίσιο αυτού του μακράς διάρκειας «επεισοδίου» σημειώθηκαν πολλές επιμέρους τομές και αλλαγές, τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στην εκπαίδευση και στο θεσμό, ανάλογα με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονταν κάθε φορά. 

Το δεύτερο επεισόδιο κρατάει τριάντα  χρόνια (1982-2012). Μετά  την καθιέρωση του σχολικού συμβούλου, έχουμε μια διελκυστίνδα διαβουλεύσεων, αναβολών και διαπραγματεύσεων, νόμων και αναστολών. Τριάντα χρόνια  ακατάσχετης προτασεολογίας  έχουν κάνει μεγάλη ζημιά με την ιδεολογική ρύπανση που έχουν προκαλέσει στην κοινή γνώμη. Σχεδόν όλοι Υπουργοί Παιδείας εξήγγειλαν το δικό τους «διάλογο» για την παιδεία και κατέθεσαν τις προτάσεις τους για το θέμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που έμενε σε εκκρεμότητα. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε μια ολοκληρωμένη παρουσίαση του υλικού και των απόψεων που έχουν κατατεθεί κατά καιρούς. Μόνο η απλή παράθεσή του αρκεί για να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με έναν επιμελημένο «σκουπιδότοπο» προτάσεων, ανεφάρμοστων νόμων και διαταγμάτων. Αυτό μας επιτρέπει να ισχυριστούμε ότι η άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής δεν είναι θέμα  ψήφισης νόμων. Οι νόμοι είναι ανενεργοί όταν η κοινωνική δυναμική  εισβάλλει  στο θεσμικό.

Οι  όποιες απόπειρες για καθιέρωση  διαδικασιών και κριτηρίων αξιολόγησης  στην ελληνική εκπαίδευση προσέκρουσαν στις έντονες κινητοποιήσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτικών. Δε φαίνεται να  θεμελιώνεται εύκολα η εκδοχή ότι η σχετική εκκρεμότητα οφείλεται σε υπόγειες διεργασίες ενός ιδιότυπου κομματικού ή κυβερνητικού  συνδικαλισμού ή «κοινωνικού κορπορατισμού» που επέτρεπε την αναβολή. Η απόρριψη από τη μεριά των εκπαιδευτικών των διάφορων σχεδίων, επιστημονικά και πολιτικά,  θεμελιωνόταν για το λόγο ότι αρνούνταν να υπονομεύουν το ίδιο τους το έργο και προστάτευαν τα όρια της σχετικής αυτονομίας κατά την άσκηση του έργου τους. 

Ούτε, βέβαια, ευσταθεί η άποψη ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι εκπαιδευτικοί ήταν «εκτός ελέγχου». Υφίσταντο τις σιωπηρές και, συχνά, αποτελεσματικές μορφές ελέγχου στις αντιλήψεις τους και στην άσκηση του έργου τους με: τα αναλυτικά προγράμματα, τα «έτοιμα» σχολικά μαθήματα (το βιβλίο του δασκάλου με την κρατική διδακτική) και τα σχολικά βιβλία, την εισαγωγική επιμόρφωση, τα επιμορφωτικά σεμινάρια, τα λεγόμενα «καινοτομικά» προγράμματα, τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές αλλαγές, τους  αιφνιδιασμούς, τους σχολικούς συμβούλους, τις εκθέσεις ΟΟΣΑ, τα αποτελέσματα του PISA, τα αποτελέσματα των εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τη δυσφήμιση, το δημόσιο διασυρμό, κ.α. Όλα αυτά ασκούν συγκεκριμένη μορφή ελέγχου στο έργο των εκπαιδευτικών.

 

Το Τρίτο επεισόδιο:  Η «Τριλογία» μιας  ολοκληρωτικής αξιολόγησης για το «Σχολείο της Αγοράς»

 

Σήμερα, τη «φωτιά», για μια ακόμη φορά, τη βάζουν τα τρία κείμενα που συγκροτούν την πολιτική για την αξιολόγηση στην εκπαίδευση, έτσι, όπως αυτή εκφράζεται με τα νέα μέτρα για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και τη λεγόμενη «Ανεξάρτητη Αρχή διασφάλισης της Ποιότητας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης». Μια ενδιαφέρουσα άσκηση συμμετοχής στην ανάλυση που διαβάζετε  θα ήταν να μελετήσετε οι ίδιοι οι αναγνώστες τα τρία αυτά κείμενα που έχουν δημοσιευτεί. 

 

«Οίκοι Αξιολόγησης» και στην εκπαίδευση

 

 Με βάση τη μελέτη των σχετικών κειμένων που έχουν δημοσιευτεί,  θα λέγαμε ότι  η πολιτική αξιολόγησης που επιχειρείται εγκαθιστά  μια διαδικασία πολυεπίπεδης ιεραρχικής πανοπτικής και γραφειοκρατικής επιτήρησης με προϋποθέσεις για αποτελεσματικότερη άσκηση  αυταρχικού και ολοκληρωτικού ελέγχου σε όλο το εύρος  της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δίνεται προτεραιότητα στο μάνατζμεντ  σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις,  η αξιολόγηση, έτσι όπως έχει σχεδιαστεί, έρχεται να επιτελέσει μια  ολοκληρωτική επιτήρηση σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με τρόπο που να «κανονικοποιεί» την εκτροπή ή τη διαφορά και να  εξαναγκάζει σε συμμόρφωση. Η αξιολόγηση είναι περιστασιακή, περιπτωσιακή και μηχανιστική. Καταργεί την «ιστορία» της τάξης και της σχολικής μονάδας και υποβιβάζει το εκπαιδευτικό έργο και την παιδαγωγική-διδακτική ικανότητα σε μετρήσιμο τεχνικό μέγεθος.  Η εξατομίκευση της αξιολόγησης και της ευθύνης προωθεί την ιδεολογία του «ατομικισμού» και την ίδια στιγμή καταργεί την «αξιοπρέπεια της ατομικότητας». Η έκθεση αξιολόγησης καταγράφει αξιολογικές κρίσεις και μετατρέπει τον εκπαιδευτικό σε «ντοκουμέντο» για κάθε μελλοντική χρήση. Μια τέτοια έκθεση παράγει την «αλήθεια» για το «ποιος είναι ικανός εκπαιδευτικός», από την πλευρά του συστήματος. Η λεγόμενη «αυτοαξιολόγηση» του εκπαιδευτικού ακυρώνεται, καθώς υπακούει και συμμορφώνεται στους σκοπούς, τις διαδικασίες και τις μεθοδολογικές προδιαγραφές της αξιολόγησης των αξιολογητών  και της «Ανεξάρτητης Αρχής». Η δυνατότητα ένστασης εμπλέκει τον εκπαιδευτικό σε μια παραπέρα εντατικοποίηση των όρων εργασίας του. Η σύνδεση της αξιολόγησης με την βαθμολογική εξέλιξη και τις ποσοστώσεις των προαγωγών επιτείνει τον ανταγωνισμό. Η υπόληψη που έχει η αξιολόγηση προσφέρεται για τη νομιμοποίηση απολύσεων κι αυτό ασκεί τρομοκρατία. Η συνάρτηση της αξιολόγησης με το «Πειθαρχικό Δίκαιο» καταργεί τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών και θεσμοθετεί  τις πολιτικές  φόβου  στην άσκηση  για πειθαρχία. Ο έντονος ανταγωνισμός εκπαιδευτικών  υπονομεύει τις διαδικασίες συλλογικότητας που υποτίθεται ότι επιδιώκονται με την «εσωτερική αξιολόγηση» των σχολικών μονάδων. Ο Σύλλογος Διδασκόντων χάνει, έτσι, την όποια συλλογική έκφραση και δυναμική για «ενίσχυση των σχέσεων και των συνεργασιών». Με την ευθύνη που αναλαμβάνει για τη διεκπεραίωση της «εσωτερικής αξιολόγησης» της σχολικής μονάδας, ο Σύλλογος μετατρέπεται σε προέκταση της κρατικής εξουσίας σε επίπεδο σχολικής μονάδας, μια και προδιαγράφεται επακριβώς κάθε τι που έχει σχέση με  τους σκοπούς, τις διαδικασίες, τα κριτήρια και τα αποτελέσματα. Ουσιαστικά, και η «εσωτερική αξιολόγηση» ακυρώνεται, μια και συμμορφώνεται με τα κριτήρια και τις διαδικασίες της εξωτερικής αξιολόγησης. Την ίδια στιγμή που καταργούνται ή συγχωνεύονται οργανισμοί, καθιερώνεται νέος πολυδάπανος μηχανισμός («Ανεξάρτητη Αρχή, Παρατηρητήριο Αξιολόγησης,  Δίκτυο Πληροφόρησης, Επιτροπές Αξιολόγησης, κ. α.) με αποκλειστική ευθύνη την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και των σχολικών μονάδων. Έχουμε, πλέον, τα προπλάσματα «οίκων αξιολόγησης» και στην εκπαίδευση. Οι ίδιοι οι αξιολογητές/επιτηρητές επιτηρούνται μέσα σε ένα πλαίσιο ιεραρχικής πυραμίδας. Ακόμη και η λεγόμενη «Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της  Ποιότητας» υπόκειται στον έλεγχο διεθνών οργανισμών και «οίκων αξιολόγησης» (βλ. ΟΟΣΑ). Το κόστος  είναι τεράστιο: ανθρώπινο δυναμικό, χρόνος και ενέργεια αφιερώνεται σε μια διαδικασία που καταργεί ή αναστέλλει την εκπαιδευτική διαδικασία.. Η αξιολόγηση δεν προσφέρεται για «επιστημονική και επαγγελματική εξέλιξη» του εκπαιδευτικού, καθώς κυριαρχεί έντονος αυταρχικός διοικητισμός εις βάρος της παιδαγωγικής κριτικής και του στοχασμού. Ορισμένα  από αυτά τα προσδιοριστικά στοιχεία υπήρχαν και στα προηγούμενα σχέδια που είχαν, κατά καιρούς εκπονηθεί ( Κάτσικας, Χ., Καββαδίας, Γ., 2002). Η νέα, ωστόσο, σύλληψη και σχεδιασμός περιλαμβάνει και νέες ρυθμίσεις που διαμορφώνουν τα  χαρακτηριστικά μιας ολοκληρωτικής εκδοχής για την αξιολόγηση στην εκπαίδευση.

Κάνουμε την υπόθεση εργασίας («στοίχημα» με όρους της αγοράς) ότι η πολιτική αξιολόγησης που προωθείται, μετά από 30 χρόνια ενός ιδιότυπου ανταρτοπόλεμου και ιδεολογικής ρύπανσης, συνιστά μια πολιτική  «ολοκληρωτικής αξιολόγησης» και ως τέτοια θα αναδειχθεί σε πεδίο έντονης και διαρκούς  διαπάλης στην εκπαίδευση για την εκπαίδευση και για την κοινωνία. Σε αυτό, δε μπορεί παρά να αξιοποιηθεί η εμπειρία της «αντίστασης» τριάντα ετών που έχει να επιδείξει ο κλάδος των εκπαιδευτικών. Πρόκειται, άλλωστε,  για τη  συντηρητικότερη εκδοχή αξιολόγησης που έχει προταθεί μέχρι σήμερα. 

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση που σχεδιάζεται και προωθείται είναι το «Εργαστήριο» διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης και το όχημα για την εγκαθίδρυση και την καθιέρωση του «Σχολείου της Αγοράς», του σχολείου που κατ ευφημισμόν αποκαλείται «Νέο». Για να είναι αποτελεσματική η συγκρότηση του σχολείου της αγοράς απαραίτητη προϋπόθεση είναι η απόλυση μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών, η πειθάρχηση όσων εκπαιδευτικών εργάζονται, κάτω από νέες συνθήκες και εργασιακές σχέσεις, και η δραματική ανασυγκρότηση της επαγγελματικής τους ταυτότητας. 

Οι  κοινωνικές λειτουργίες του σχολείου της αγοράς θα επιτελούνται και με τη μεσολάβηση  εκπαιδευτικών και  στελεχών εκπαίδευσης, οποίοι επιδιώκεται ώστε  υιοθετούν κατά την άσκηση του έργου τους νεοφιλελεύθερα προτάγματα κάποιας μορφής. Εκπαιδευτικοί και στελέχη της εκπαίδευσης στις χώρες της ΕΕ έχουν εκτεθεί για πολλά χρόνια  στις νεοφιλελεύθερες εκπαιδευτικές πολιτικές στις οποίες  κυριάρχησαν οι επιλογές των σχολικών αγορών, της αποκέντρωσης, της ελεύθερης επιλογής, της αποτελεσματικότητας, της ποιότητας, και της αξιολόγησης. Στο επίκεντρο της νεοφιλελεύθερης ανασυγκρότησης  βρίσκεται η προσπάθεια επιβολής στο εκπαιδευτικό πεδίο των αρχών του ιδιωτικοοικονομικού μάνατζμεντ, με σκοπό την εφαρμογή πολιτικών μείωσης του κόστους της εκπαίδευσης και ενίσχυσης της ικανότητας του αστικού κράτους να ελέγχει το αποτέλεσμά της.  Η θέση των στελεχών διοίκησης, εποπτείας και συμβουλευτικής γίνεται όλο και πιο σημαντική, καθώς, όλο και πιο πολύ αναλαμβάνουν ως τοποτηρητές εντολοδόχοι για την επιτήρηση για αποτελεσματική επιτέλεση των κοινωνικών αυτών λειτουργιών. Είναι, με άλλα λόγια, τα άγρυπνα μάτια που ασκούν μια μορφή ορατού ή αόρατου πανοπτικού ελέγχου στην εκπαίδευση. Για αυτό έχει δοθεί  προτεραιότητα στο μάνατζμεντ (αύξηση διοικητικών θέσεων, κίνητρα, ενίσχυση αρμοδιοτήτων) σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παρατηρείται έξαρση διοικητισμού σε βάρος της παιδαγωγικής και της διδασκαλίας. Πώς αλλιώς, να εξηγήσουμε τη γοητεία που ασκούν τα ιδεολογήματα και τα νεφελώματα περί «εκπαιδευτικής ηγεσίας»;

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση είναι το μέσο για την επίτευξη αυτών των στόχων. Πρόκειται για την προώθηση μιας ανελεύθερης εκπαιδευτικής διαδικασίας όπου η διοικητική ιεραρχία θα ελέγχει και θα επιβάλλει, από τα πάνω προς τα κάτω, τις κοινωνικές σχέσεις και τις δραστηριότητες εκπαιδευτικών, διευθυντών και προϊσταμένων, με ρυθμίσεις που ευνοούν την καταστολή της ελεύθερης κρίσης και την περιστολή/περιφρόνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα σύστημα αξιολόγησης/Εργαστήριο πολυεπίπεδου  ιεραρχικού πανοπτισμού που θα ευνοεί τη φίμωση, τη λογοκρισία, τον εκμαυλισμό, την κηδεμόνευση,  τη συμμόρφωση, τον εξανδραποδισμό. Κυρίαρχα όπλα στην υπόθεση αυτή θα είναι ο συγκεντρωτικός έλεγχος διαδικασιών και αποτελεσμάτων, ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η ανομία, ο ανταγωνισμός και η εξατομίκευση, οι πελατειακές σχέσεις και η διαπλοκή, ο προσεταιρισμός και η συναίνεση, το δέλεαρ, ο φόβος, η δυσφήμηση, ο ευφημισμός.  Όλα αυτά θα είναι διαβρωτικά των συλλογικών υποκειμένων και των συλλογικών δράσεων.

 

Κρίση, εκπαίδευση  και το « Νέο Σχολείο της αγοράς» 

 

Μες τη δίνη  των  ευρύτερων πολιτικών που εκπορεύονται από την υπογραφή των διαδοχικών μνημονίων και που  εφαρμόζονται τα τελευταία τρία χρόνια, στην Ελλάδα,  διαμορφώνονται τα προσδιοριστικά στοιχεία  μιας  αντίστοιχης εκπαιδευτικής πολιτικής που απορρέει από τις σχετικές δεσμεύσεις. Η γλώσσα της κρίσης επιστρατεύεται, για μια ακόμη φορά, με τη συνδρομή της νεοφιλελεύθερης ρητορικής που τη συνοδεύει, για να αναβαθμιστεί ο ρόλος της εκπαίδευσης στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης. 

Το εγχείρημα για προώθηση των πολιτικών της λεγόμενης ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς και στην εκπαίδευση βρίσκεται σε έξαρση. Η συγκεκριμένη πολιτική  αξιολόγησης συνιστά μια ολοκληρωτική επίθεση  ενάντια στο δημόσιο σχολείο και στο δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα  της εκπαίδευσης που, σε συνδυασμό με την αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας, προωθεί τη μετατροπή της σε προϊόν, εμπόρευμα και υπηρεσία στη λεγόμενη ελεύθερη αγορά. Η Βουλή των Ελλήνων, δηλαδή,  με νόμους εισάγει τους νόμους της αγοράς στην εκπαίδευση.

Στο σχολείο της αγοράς, οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές θα δελεάζονται, θα παρακινούνται ή θα αναγκάζονται να προωθούν ένα ελκυστικό και επιθυμητό εμπόρευμα και με όλα τους τα μέσα να ενισχύουν την αγοραστική τους αξία. Τώρα το εμπόρευμα που θα ανταγωνίζονται να βγάζουν στην αγορά και να πωλούν  θα είναι το σχολείο και ο εαυτός τους. Θα είναι οι ίδιοι διακινητές εμπορευμάτων και τα εμπορεύματα. Οι ίδιοι καταναλωτές και εμπορεύματα στον κοινωνικό χώρο που λέγεται αγορά εκπαίδευσης. Η δραστηριότητά τους  θα είναι το μάρκετινγκ. Η ολοκληρωτική μορφή αξιολόγησης που επιχειρείται είναι σχεδιασμένη ώστε να υποβάλει τους εκπαιδευτικούς σε διαδικασίες επαγγελματικής επανακοινωνικοποίησης, με στόχο τη  δραστική αλλαγή των απόψεών τους, των αντιλήψεών τους και των πρακτικών τους, με σαφείς νεοφιλελεύθερους προσανατολισμούς  για το «Νέο Σχολείο»  της αγοράς. Από αυτή την άποψη, το ζήτημα που τίθεται δεν είναι η απόρριψη του σχεδίου ολοκληρωτικής αξιολόγησης που επιχειρείται   αλλά ο αγώνας που θα χρειαστεί να γίνει ενάντια στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού που είναι το  όχημα για τη διάλυση του δημόσιου σχολείου. 

Ζούμε σε μια εποχή όπου, σύμφωνα με ορισμένους θεωρητικούς αναλυτές, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα είδος ολοκληρωτικής υπαγωγής όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων, δημόσιων και κοινωνικών αγαθών και κοινωνικών υπηρεσιών,  στη λογική της ιδιωτικοποίησης και της κερδοφορίας. Είναι αυτό που αναφέρεται ως «ολοκληρωτικός» καπιταλισμός, όπου  το καθετί, από τις τηλεπικοινωνίες, τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, τις συγκοινωνίες και  τις υποδομές (αεροδρόμια, λιμάνια, δρόμοι), την ενέργεια, την υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλεια και τις συντάξεις, την ύδρευση και τα τρόφιμα, έως τη διασκέδαση και τα απορρίμματα μετατρέπονται σε ανταγωνιστικά  πεδία  εμπορευματοποίησης  και οι πολίτες σε πελάτες/καταναλωτές, με προτεραιότητα την ιδιωτική επένδυση και όχι το δημόσιο συμφέρον. Βέβαια, είναι πολύ κεντρικό το ερώτημα : γιατί οι δημόσιοι οργανισμοί στον καπιταλισμό έχασαν το δημόσιο και δωρεάν  χαρακτήρα  των υπηρεσιών τους και τις ποιοτικές τους προϋποθέσεις.

Για να είναι δυνατή η υπόθεση της ιδωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης,  η συνολική  και ενιαία κοινωνική διαδικασία πρέπει να κατακερματιστεί σε επιμέρους πεδία που προσφέρονται για κοστολόγηση και πώληση. Έτσι π.χ. η συνολική και ενιαία και οργανική ενότητα  της εκπαίδευσης κατακερματίζεται σε βαθμίδες, σε επιμέρους διακριτά πεδία, προϊόντα και υπηρεσίες, όπως π.χ. σχολικά κτίρια, σχολικός χρόνος, σχολικά μαθήματα, σχολικά βιβλία ή σχολικά βοηθήματα ή εποπτικά μέσα ή Τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας, εκπαιδευτικές δραστηριότητες (όπως, φροντιστήρια γλώσσες, μουσική, χορός, κ.α. ). Ο κατακερματισμός αυτός προσφέρεται για τη σταδιακή εκχώρηση επιμέρους πεδίων στην αγορά.

Για να διευκολυνθεί η διείσδυση των πρακτικών και των αρχών της αγοράς στο δημόσιο σχολείο πρέπει να δημιουργηθούν πελάτες/αγοραστές ή να διευρυνθούν οι ήδη υπάρχοντες. Σε αυτή την περίπτωση τίθεται το ζήτημα της προβολής της σκοπιμότητας και της αναγκαιότητας της προμήθειας και αγοράς εκπαιδευτικών «προϊόντων» από το «ελεύθερο» εμπόριο. Πώς, άραγε, έχει προκύψει ως  αναγκαιότητα-αναγκαίο κακό- η λειτουργία των φροντιστηρίων ή  χρήση των σχολικών βοηθημάτων; Είναι προφανές ότι η  περικοπή των δαπανών για τη δημόσια  εκπαίδευση και ο διασυρμός του δημόσιου σχολείου και των εκπαιδευτικών συνιστούν μια ενορχηστρωμένη επίθεση. Η περίπτωση των φροντιστηρίων είναι ενδεικτική. Η μεγάλη ανάπτυξη των φροντιστηρίων και των «ιδιαίτερων» αποδίδεται, συνήθως, στις ανεπάρκειες του δημόσιου λυκείου  και των εκπαιδευτικών για την προετοιμασία των υποψηφίων μπρος στις εισαγωγικές εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το κόστος της ιδιωτικής δαπάνης είναι πολύ υψηλό. Εκείνο, ωστόσο, που αποσιωπάται είναι ότι την ανάπτυξη των φροντιστηρίων δεν την προκαλεί το αναποτελεσματικό δημόσιο λύκειο και οι εκπαιδευτικοί του όσο ο σκληρός ανταγωνισμός, λόγω του «κλειστού» αριθμού εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο ανταγωνισμός συνιστά θεμελιακή αρχή της λεγόμενης ελεύθερης αγοράς. Μέσα σε αυτόν τον ανταγωνισμό δημιουργούνται οι πελάτες που είναι πρόθυμοι να αγοράσουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες φροντιστηρίου, μέσα από μια ενορχηστρωμένη δυσφήμιση που είναι τόσο αποτελεσματική ώστε να είναι δυσδιάκριτο το γεγονός ότι τα φροντιστήρια εκγύμνασης για την επιτυχία  στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οικειοποιούνται το έργο που έχει συντελεστεί στο εννιάχρονο υποχρεωτικό σχολείο. Μάλιστα,  ακυρώνουν τη λειτουργία του  δημόσιου λυκείου, το οποίο δεν προσφέρεται για την επιτάχυνση της εκγύμνασης και του άκρατου ανταγωνισμού, λόγω της κοινωνικής σύνθεσης του μαθητικού πληθυσμού.

Η καπιταλιστική κρίση που εκδηλώνεται και ως «κρίση υπερσυσσώρευσης», εργασίας και κεφαλαίου, ανοίγει το χορό των αντιφάσεων. Σύμφωνα με έγκυρες  σχετικές αναλύσεις θεωρητικών, από τη μια έχουμε πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας που συνιστά και απαξίωση/υποβάθμιση της εργασίας (Αλεξίου, Θ., 2011). Στην περίπτωση της ανεργίας πτυχιούχων έχουμε και  υποβάθμιση της εκπαίδευσης  και των τίτλων σπουδών. Από την άλλη, γίνεται λόγος για πλεόνασμα  «ανενεργού»  κεφαλαίου, λόγω της ανεργίας, των μισθολογικών περικοπών και της μείωσης της καταναλωτικής ικανότητας των εργαζομένων. Η εκπαίδευση δέχεται τους ισχυρούς κραδασμούς αυτής της κρίσης. Ήδη, με τη στρατηγική της Λισσαβόνας,  η εκπαίδευση μπαίνει στο χορό της παραγωγικής επένδυσης και της ανταγωνιστικότητας, καθώς, πέρα από τον αναπαραγωγικό της ρόλο, της ανατίθεται η προετοιμασία  εργαζομένων με δεξιότητες και ικανότητες τις οποίες έχει ανάγκη η αγορά εργασίας.

Οι πολιτικές «Μνημονίων», που εκφράζουν κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, που εκδηλώθηκε, στην Ελλάδα, κυρίως, ως κρίση χρέους, συγκροτούν ένα project («πείραμα») πειθάρχησης  του κόσμου της εργασίας: διάλυση των εργασιακών σχέσεων, ευελιξία ωραρίου εργασίας και χωροταξική αποδέσμευση της εργασίας, συμβόλαια περιορισμένης διάρκειας ( αναπληρωτές εκπαιδευτικοί : «νομάδες»), κινητικότητα, αποσταθεροποίηση δεσμεύσεων και δικαιωμάτων, αμφισβήτηση των αρχών μονιμότητας, επαγγελματικής καριέρας και αφοσίωσης,   κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, απολύσεις, εξατομίκευση της εργασίας, νέες κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους ή και ανάμεσα σε εργαζόμενους-ανέργους, κ.α.( Ναξάκης, Χ., Χλέτσος, Μ. 2005) Σε συνδυασμό με αυτά, έχουμε δραματική μείωση αποδοχών και συντάξεων, σύνδεση της αξιολόγησης με τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη, κ.α. Τα μέτρα αυτά  συντελούν ώστε να αυξάνεται η απλήρωτη εργασία των εργαζομένων. Πολύ συχνά,  διατυπώνεται η άποψη ότι πολλά από αυτά τα μέτρα  δε χρειαζόταν να περιμένουμε  τα μνημόνια. Είναι σαφές ότι η κρίση χρέους στην Ελλάδα αξιοποιείται ως ευκαιρία επιτάχυνσης αυτών των εξελίξεων. Τα μνημόνια προβάλλονται και ως μια καλή αφορμή και  ως πρώτης τάξεως ευκαιρία για την  ανασυγκρότηση και το  «νοικοκύρεμα» που έχει  απελπιστικά καθυστερήσει. Πρόκειται για δραστικό επαναπροσδιορισμό στις σχέσεις εργασίας, δημοκρατίας και κοινωνικού κράτους. Η ρήξη της ιδιότυπης σχέσης «εκεχειρίας» και συμβιβασμού  καπιταλισμού και  δημοκρατίας  δείχνει, χρόνια τώρα, τις δραματικές της επιπτώσεις.

Το κοινωνικό κράτος, έτσι όπως το γνωρίζαμε, είχε καθιερωθεί δεκαετίες  τώρα, με τους αγώνες των εργαζομένων, και υποσχόταν σταθερή απασχόληση, χαμηλή ανεργία αλλά και υποστήριξη σε περιπτώσεις  κοινωνικών κινδύνων  και άλλων αναγκών (ανεργία, περίθαλψη, αναπηρία, σύνταξη, οικογένεια, στέγη, κ.α.). Σήμερα, Η υπόληψη του κοινωνικού κράτους και των εγγυήσεων που υποσχόταν στην υπόθεση των κοινωνικών δικαιωμάτων, στις χώρες της Ευρώπης, έχει υπονομευθεί. Ίσως, εδώ, να έχουμε μια άλλη ένδειξη για την τύχη που έχουν θεσμοί κοινωνικού χαρακτήρα, όταν αυτοί ενσωματώνονται  και εντάσσονται στο πλαίσιο των κυρίαρχων καπιταλιστικών επιλογών. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι αυτού του είδους οι θεσμοί αλλοιώνονται, καταστρατηγούνται και αποδυναμώνονται. Έτσι, ανοίγει ο χορός της δυσφήμισής και της  κριτικής που προετοιμάζει και την κατάργησή τους. Στην περίπτωση του κοινωνικού κράτους, αυτό  προβλήθηκε ως αναχρονιστικό, σπάταλο, αναποτελεσματικό και υπόλογο για την κρίση χρέους, και γι αυτό  επιβάλλεται η αποδόμησή και η συρρίκνωσή των  θεσμών που έχουν αναπτυχθεί (Καλημερίδης, Γ.,2012 ). Η παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα δεν συναρτώνται, πλέον, με την εργασιακή ασφάλεια και την κοινωνική προστασία αλλά, αντίθετα, εξαρτώνται από την ανασφάλεια, την εντατικοποίηση, την ευελιξία, την εκμετάλλευση της εργασίας  στο μέγιστο δυνατό βαθμό.  Έτσι, αντικειμενικά, ανοίγει το πεδίο για την ανάπτυξη και την επέκταση του τομέα των ιδιωτικών υπηρεσιών και την εμπορευματοποίηση, με την άρση των περιορισμών στο ελεύθερο παιγνίδι του ανταγωνισμού  της  λεγόμενης ελεύθερης αγοράς. Το κράτος δεν αναλαμβάνει καμιά ευθύνη στην υπόθεση των αβεβαιοτήτων  της αγοράς, όπου τα άτομα  αντιμετωπίζουν με εξατομικευμένες βιογραφικές επιλογές,  ως  ιδιωτική τους  υπόθεση, τα κοινωνικά εμπόδια και τους κοινωνικούς κινδύνους. Αυτή η αντιπαράθεση κοινωνικού κράτους  και αγοράς,   με την υποχώρηση και την ήττα του πρώτου, όπως αναμένεται, θα συντελέσει στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και των συγκρούσεων.   

Στην εκπαίδευση καταγράφονται, ήδη, πολλές δραματικές αλλαγές:  μείωση των  δαπανών κατά 33%,  εκπαιδευτικοί και μαθητές σε συνθήκες εξαθλίωσης, πειθαρχικό «δίκαιο»  που καταργεί θεμελιώδη δικαιώματα των εκπαιδευτικών, μείωση του αριθμού των εργαζομένων εκπαιδευτικών, αύξηση του χρόνου εργασίας, συγχωνεύσεις ή καταργήσεις σχολείων, διοικητικός αυταρχισμός, απολύσεις, κατηγοριοποιήσεις εκπαιδευτικών, κ.α. Πέραν αυτών, καταργούνται οργανισμοί όπως ο Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων, ο Οργανισμός  Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων ή συγχωνεύσεις οργανισμών ή καθιέρωση νέων οργανισμών που διέπονται από τις αρχές ΝΠΙΔ 

Οι εξελίξεις αυτές φέρουν στο προσκήνιο με ιδιαίτερη οξύτητα τον ασφυκτικό  εναγκαλισμό των κοινωνικών ανισοτήτων με τις εκπαιδευτικές διαδικασίες. Οι εκπαιδευτικές  ανισότητες, η σχολική διαρροή και η σχολική υποεπίδοση παιδιών, που προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα,  επιδεινώνονται δραματικά σε συνθήκες φτώχειας, ανεργίας και κοινωνικής εξαθλίωσης. Έτσι, στην εκπαίδευση εγγράφονται τρεις πολύ σοβαρές και αντιφατικές αλλαγές: σχολική διαρροή και εγκατάλειψη, ανεργία πτυχιούχων αλλά και υπερ-εκπαίδευση και διαβίου αναζήτηση περισσότερων και υψηλότερων εκπαιδευτικών προσόντων. Οι εξελίξεις αυτές  αντικειμενικά συνδέονται με τη συντελούμενη απαξίωση της εκπαίδευσης ( Φωτόπουλος, Ν. 2010). Αυτά, βέβαια, επηρεάζουν σε διαφορετικό βαθμό διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες, μαθητών, φοιτητών, εργαζομένων ή ανέργων.

 

Τι μπορούμε να κάνουμε

 

Όπως έχουμε υποστηρίξει και άλλες φορές, στις σχετικές αναλύσεις μας υιοθετούμε, όπως άλλωστε δηλώνεται ή υποδηλώνεται κάθε φορά, τη θεωρητική αφετηρία σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση, στο πλαίσιο της σχετικής αυτονομίας, συμβάλλει, κάτω από συγκεκριμένους κάθε φορά όρους και συνθήκες που είναι ιστορικά διαμορφωμένοι, στη διευρυμένη αναπαραγωγή των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων σε μια  κοινωνία που προσδιορίζεται από άνιση κατανομή πλούτου, προνομίων και εξουσίας. Δεν υποστηρίζουμε, βέβαια, την άποψη ότι η εκπαίδευση λειτουργεί μηχανιστικά. Τόσο το εκπαιδευτικό σύστημα, όσο και οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σ' αυτό, σε κάθε δεδομένη ιστορική στιγμή, διαθέτουν περιθώριο σχετικής αυτονομίας. 

 

Σε επίπεδο αίθουσας διδασκαλίας: Υπερασπιζόμαστε τη σχετική μας αυτονομία

 

Όταν οι εκπαιδευτικοί π.χ. κλείνουν την πόρτα της αίθουσας διδασκαλίας για να κάνουν μάθημα, ακόμα και σε ένα συγκεντρωτικό σύστημα εκπαίδευσης (όπως το ελληνικό), υπογραμμίζουν ως ένα βαθμό , συμβολικά τουλάχιστον, τη σχετική τους αυτονομία κατά την άσκηση του έργου τους, καθώς είναι ενεργά υποκείμενα και οι επιλογές τους προκύπτουν από τις διευθετήσεις που κάνουν μπροστά στις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά. Παρά τις διαφορές τους ή μάλλον με το σύνολο των διαφορών τους, συγκροτούν μια κοινωνική κατηγορία εργαζομένων με ειδική συμβολή στη συνολική κοινωνική λειτουργία του σχολείου. Από αυτή την άποψη, εμπίπτει απολύτως στην αρμοδιότητα του εκπαιδευτικού να κρίνει πως θα υπερασπισθεί  ενεργά ή και θα διευρύνει τα περιθώρια σχετικής αυτονομίας που διαθέτει, για να προστατεύσει το διδακτικό και το εν γένει παιδαγωγικό του έργο από τη βίαιη εισβολή των εξωτερικών αξιολογητών και τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις που αυτή θα έχει για το δημόσιο σχολείο. Την επιλογή του ο εκπαιδευτικός μπορεί να τη διαμορφώνει μέσα από συλλογικές ζυμώσεις και κινητοποιήσεις σε επίπεδο σχολικής μονάδας ή συνδικαλιστικών οργάνων. Οι εκπαιδευτικοί που θα δεχτούν αυτούς τους αξιολογητές  και εξωτερικούς εισβολείς στην αίθουσα διδασκαλίας είναι σαν να τους εκχωρούν  την εξουσία ώστε να αμαυρώνουν την ιστορία της τάξης, να αναστέλλουν την άσκηση της παιδαγωγικής και να υποβαθμίζουν τη διδασκαλία σε  κριτήρια και μόρια. Κι αυτό συνιστά μια εκδοχή «απιστίας» και «προδοσίας»…  

  

Σε επίπεδο σχολικής μονάδας: υπερασπιζόμαστε τις μικρές εστίες συλλογικότητας

 

O κεντρικός σχεδιασμός και η άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, με δεδομένες τις αντιφάσεις της, δημιουργεί πολλά περιθώρια σχετικής αυτονομίας στις σχολικές μονάδες, όταν αυτές αντικειμενικά καλούνται να την προσαρμόζουν προς τις εκπαιδευτικές, κοινωνικές, και γεωγραφικές τους ιδιαιτερότητες. Γενικότερα ζητήματα, όπως αναλογία διδασκόντων – διδασκομένων, πολυπολιτισμική σύνθεση των τμημάτων, κοινωνική σύνθεση, διάκριση φύλων, σχολική διαρροή, σχολική υπο-επίδοση, σχολική παραβατικότητα, κ. τ. ο., τα οποία προσδιορίζουν συνήθως με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες σχολικές μονάδες, δεν αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο από τις διάφορες σχολικές μονάδες, με τη συγκεκριμένη σύνθεση του διδακτικού προσωπικού. Κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές, η εκπαιδευτική μονάδα αντικειμενικά έχει προϋποθέσεις και για τη διαμόρφωση και άσκηση "εσωτερικής" εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση των σκοπών, των διαδικασιών, των κριτηρίων, κ.α. της ολοκληρωτικής αξιολόγησης που σχεδιάζεται.

Βασική προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη πνεύματος και θεσμικού πλαισίου δημοκρατικών συλλογικών αποφάσεων προγραμματισμού και απολογισμού που να ορίζεται «από τα κάτω» και «από τα μέσα. Το να εμπλέκεις τους εκπαιδευτικούς, να υποστηρίζεις, να εμπλουτίζεις και να ενθαρρύνεις αυτά που κάνουν δεν είναι ανθρωπιστική αρχή. Είναι μια πολιτική παιδαγωγική με ουσιαστικές επιπτώσεις στην ποιότητα της διδασκαλίας, της μάθησης, της εργασίας, της ανάπτυξης και της ζωής εκπαιδευτικών και μαθητών. Όταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα σέβεται, εκτιμά, και υποστηρίζει την κρίση και την εμπειρία των εκπαιδευτικών στο πλαίσιο μιας θετικής πολιτικής και θετικής πρότασης, το σύστημα είναι ανοιχτό στην υπόθεση της διαρκούς μεταλλαγής δομών και περιεχομένου, με όρους δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η σχετική αυτονομία της σχολικής μονάδας καταχτιέται με τη διαμόρφωση και την άσκηση εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής μονάδας που προκύπτει ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων, των αντιφάσεων και των διλημμάτων στα οποία οι εκπαιδευτικοί καλούνται να δίνουν άμεσες λύσεις. Το κεντρικό ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι αν συνειδητοποιούνται τα όρια της σχετικής αυτονομίας και αν αυτά αξιοποιούνται με μετασχηματιστικό προσανατολισμό. Η αναγνώριση και αξιοποίηση της σχετικής αυτονομίας εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων παραπέμπει και στον αντίστοιχο βαθμό ευθύνης που προκύπτει σε ένα συγκεντρωτικό πλαίσιο άσκησης της εκπαιδευτικής πολιτικής. 

Σε μια εποχή που επιχειρείται συνολική ανασυγκρότηση της εκπαιδευτικής πολιτικής και της εκπαίδευσης, φαίνεται πώς η σχολική μονάδα και η εργασία των εκπαιδευτικών μπορεί να αξιοποιηθεί ως προνομιακό πεδίο για τη συστηματική συλλογική παρέμβαση με σκοπό την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου. Κατά προτεραιότητα, βέβαια, αυτό το πεδίο προσφέρεται στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, ανεξάρτητα από τις επιλογές αυτών που ασκούν την εξουσία. Είναι σαφές ότι ο βαθμός και η έκταση, στην οποία αξιοποιούνται τα όρια της σχετικής αυτονομίας από την πλευρά των εκπαιδευτικών, εξαρτάται από τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι παρεμβαίνουν στην καθημερινή εκπαιδευτική τους πράξη. Πρακτικές π.χ. παραίτησης, απόσυρσης, ιδιώτευσης και μετάθεσης των ευθυνών στο σύστημα ή ακόμα και στα συνδικάτα συντελούν στη συρρίκνωση της σχετικής τους αυτονομίας. 

Οι εκπαιδευτικοί και διαμορφώνονται από την εργασία που κάνουν και τη διαμορφώνουν, με τις παρεμβάσεις τους. Η εμπειρία, ωστόσο, δεν είναι μια απλή υπόθεση εξοικείωσης με μια  σειρά από αποτελεσματικές  και αποπλαισιωμένες από τα κοινωνικά συμφραζόμενα «καλές πρακτικές». Η εμπειρία αποκτάει μετασχηματιστικό χαρακτήρα, όταν αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης και αναστοχασμού διαρκείας. Κι αυτό δεν είναι μια υπόθεση «προσωπικών απόψεων» όσο διαδικασία διαπραγμάτευσης και εμπεριστατωμένης θεωρητικής θεμελίωσης και εμβάθυνσης. Δεν μπορείς να υπερασπιστείς κάτι, αν δεν έχεις εμβαθύνει σε αυτό. Η πράξη και η εμπειρία είναι αποτέλεσμα πάλης  και διαρκούς διαπραγμάτευσης .

Οι εκπαιδευτικοί αποκτούν θεμελιωμένη εμπειρία από την πράξη τους, όταν αυτή πλαισιώνεται θεωρητικά. Για να  πλαισιώνουν θεωρητικά την εμπειρία τους ενεργοποιούν τις στοχαστικές/κριτικές διαδικασίες και γίνονται συνειδητά υποκείμενα των πρακτικών επιλογών τους. Έτσι, ουσιαστικά έχουν προϋποθέσεις ώστε να αποφεύγουν τις οριστικές και τελεσίδικες διευθετήσεις και να  μετασχηματίζουν τις συνθήκες και όρους εργασίας τους, μέσα από τη διαλεκτική σχέση θεωρίας-πράξης, γνώσης-εμπειρίας, βιογραφίας- κοινωνικής δομής, παράδοσης-αλλαγής. Το να μαθαίνει κανείς τη δουλειά του δασκάλου είναι μια διαρκής κοινωνική διαδικασία  διαπραγμάτευσης και πάλης, με ιστορικο-βιογραφικό χαρακτήρα, με διαδοχικά και αλλεπάλληλα «επεισόδια» στα οποία προκαλείται η αυτοβιογραφία, καθώς το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της εμπειρίας στην εργασία βρίσκονται σε διαλογική  σχέση  μετασχηματισμού. Η σχολική μονάδα και ο Σύλλογο Διδασκόντων είναι τα πεδία στα οποία οι εκπαιδευτικοί διαμορφώνουν μια διαβίου σχέση ζωής, συλλογικής διαπραγμάτευσης και πάλης στο σχολείο και για το σχολείο και την κοινωνία. Η επιχειρούμενη αξιολόγηση είναι σχεδιασμένη ώστε να εκμηδενίσει τις δυνατότητες που υπάρχουν για συλλογική εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική σχολικών μονάδων και την υπεράσπιση των αρχών του δημόσιου σχολείου.

 

Μέτωπο Παιδείας

 

Οι εκπαιδευτικοί έχουν τριάντα χρόνων εμπειρία αντίστασης και πάλης σε ένα πεδίο ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας για τη δημόσια  εκπαίδευση και την ίδια τους την εργασία. Η αξιολόγηση εμπίπτει στην «κοινωνική αρένα» των ιδεολογικών συγκρούσεων, όπου διακυβεύονται κυρίαρχα συμφέροντα στην υπόθεση της αναπαραγωγικής λειτουργίας του σχολείου όσο και στους συσχετισμούς ισχύος και  εξουσίας. Η αξιολόγηση που επιχειρείται, εάν εφαρμοστεί,  είναι η «χαριστική βολή» σε ο τι έχει απομείνει από το δημόσιο σχολείο.

Όπως υποστήριξα σχετικά πρόσφατα, χρειαζόμαστε ένα νέο όραμα  με σαφή και ισχυρή κουλτούρα απόδρασης από το τυχαίο, το αυτονόητο, το δεδομένο και από τις παραδόσεις των επαγγελματικών συνταγών και των εκπαιδευτικών πρακτικών. Σε εποχές μνημονίου, χρειαζόμαστε κοινωνικές ζυμώσεις στις οποίες μειώνεται ο χώρος της απλής απόρριψης ή της ανάθεσης και εξουσιοδότησης άλλων να υπερασπίζονται το δημόσιο σχολείο. Ζητείται χειραφετητική «πράξις» που απελευθερώνει από τον εξαναγκασμό και την αυταπάτη του πρακτικού, της συνήθειας και του αποτελεσματικού, από το δογματισμό, την εξάρτηση, την ψευδαίσθηση, τη διαστρέβλωση, την ψευδή συνείδηση και το δέος που παραλύει και παροπλίζει. Σε μια τέτοια υπόθεση η αξιολόγηση της ιεραρχικής  επιτήρησης και των μετρήσιμων κριτηρίων, έστω και ως άσκηση επί χάρτου, δεν έχει καμιά θέση. Αναζητούμε μορφές συναδελφικής συλλογικής αλληλεγγύης και συμβουλευτικής υποστήριξης, από τα μέσα και από τα κάτω, που να εμπνέει τον εκπαιδευτικό, με υπεύθυνο και ενημερωμένο τρόπο, να αναλαμβάνει τον έλεγχο της εργασίας του, τη μετακίνηση από τον επαγγελματισμό στη ριζοασπαστική επαγγελματική πρακτική που μεταμορφώνει τη σχέση του με την εργασία που προσφέρει στο σχολείο και έξω από αυτό.

Εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εκπαιδευτικών να «παίρνουν τη σκέψη και την κρίση στα χέρια τους», να αναπτύσσουν πρωτοβουλίες, να  ελέγχουν τις επαγγελματικές τους  πρακτικές και να επανεξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους μεσολαβούν στην αναπαραγωγική λειτουργία του σχολείου. Η κοινωνική τους προέλευση  το υποδηλώνει. Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών μας διδάσκει ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν σημαντική και πραγματική εξουσία, παρά την ασύμμετρη διαπραγματευτική τους σχέση με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς. Στην περίπτωση της αξιολόγησης δεν μπορεί να είναι απλοί κι αμήχανοι αποδέκτες  σχεδίων και προτάσεων στις οποίες  εκφράζουν την αντίδραση τους. Πολύ περισσότερο, δεν είναι η κατάλληλη  συγκυρία για υποβολή  σχετικών αντι-προτάσεων για την αξιολόγηση. Ο κλάδος των εκπαιδευτικών έκανε στο παρελθόν πολλές προτάσεις και αιτήματα για την εισαγωγική επιμόρφωση, το βιβλίο του δασκάλου ή για τα περιθώρια πρωτοβουλίας στο σχολείο, κ. α. Έχουμε καταλάβει καλά το «μάθημα»: η εξουσία τα ενσωμάτωνε συστηματικά στη συνολική της εκπαιδευτική πολιτική για άσκηση πιο αποτελεσματικού κρατικού ελέγχου στο έργο τους. Αλλοίωνε, ουσιαστικά, τα αιτήματά τους!

Μήπως προσφέρεται η συγκυρία για τη συγκρότηση ενός « Ενιαίου Επιμελητηρίου Εκπαιδευτικών» όλων των βαθμίδων, δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων, που να αναλάβει τις σχετικές διεργασίες για τη σύμπτυξη σταθερών συνεργασιών ανάμεσα στις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών και την υπεράσπιση των αρχών άσκησης του εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού έργου, σε καθεστώς δημοκρατικού  σχολείου; Οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που έχουν τη δύναμη και την εξουσία να αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία της δράσης και να προστατεύουν την εκπαίδευση από το δίδυμο αξιολόγησης-αγοράς που απειλεί και να υπερασπίζονται ένα σχολείο ουσιαστικής παιδείας για όλους. Ο τριακονταετής ανταρτοπόλεμος στον οποίο έχουν εμπλακεί, μέχρι σήμερα, με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, είναι μια παρακαταθήκη για το «νέο μέτωπο» που καλούνται να συγκροτήσουν, για νέες συλλογικότητες και νέες αντιστάσεις, μέσα στη δίνη του μνημονίου, της ανεργίας, των απολύσεων, των περικοπών και της φτώχειας. Τριάντα χρόνια χωρίς επιθεωρητές και γραφειοκράτες ελεγκτές και αξιολογητές είναι, έτσι κι αλλιώς, μια μεγάλη νίκη του σχολείου. Είναι αυτή που μας δείχνει το δρόμο…Αυτό το δρόμο θα τον βρούμε ευκολότερα, αν μελετήσουμε όλοι τα κείμενα της «τριλογίας! Ποιος είπε πως η μελέτη και η αποκωδικοποίησή τους είναι υπόθεση άλλων;

 

Βιβλιογραφία

 

√ Αλεξίου, Θ. (2011), «Εργασία και Εκπαίδευση στη συγκυρία της κρίσης», Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης, τ. 99, 24-28

√  Κάτσικας,  Χ., Καββαδίας,  Γ.  (επιμέλεια) (2002), Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση: Ποιος, ποιον και γιατί, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα2003

√ Καλημερίδης,  Γ. (2012), «Κράτος, αγορά και εκπαίδευση. Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση του σχολείου»,  Θέσεις, Τεύχος 119.

√ Ναξάκης, Χ. , Χλέτσος, Μ., (2005) (Επιμ.) Το Μέλλον της Εργασίας, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα.

√ Φωτόπουλος, Ν., (2010), «Εκπαιδευτικό Σύστημα: Κρίση και δια βίου  αβεβαιότητα» http://tvxs.gr/node/35025

ΠΗΓΗ:30-4-2013,  http://www.alfavita.gr/apopsi/…85#ixzz2Rwkg1bQG

* Γιώργος Μαυρογιώργος – Κάποτε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – Σήμερα, συνταξιούχος σε καθεστώς μνημονίων.

Έξοδος, η μόνη διέξοδος

Έξοδος, η μόνη διέξοδος

 

Του παπα Ηλία Υφαντή


 

Κάθε χρονιά, την Κυριακή των Βαΐων επαναλαμβάνεται στο Μεσολόγγι η, σχετική με τις εθνικές μας γιορτές, απαράδεκτη, τα τελευταία χρόνια, τραγική ειρωνεία: Να τιμούν, δηλαδή τους ήρωες κάποιοι προδότες και επίορκοι…

Και, για να μη νομίσει κάποιος πως υπερβάλλουμε, όταν κάνουμε λόγο περί τραγικής ειρωνείας, αρκεί να κάμει σύγκριση ανάμεσα στους ήρωες του Μεσολογγιού και τους τωρινούς «επίσημους». Και ν΄ αναλογιστεί την άβυσσο, που τους χωρίζει:

Εκείνοι υπερασπίστηκαν μια γωνιά της ελληνικής γης.

Το «καλυβάκι» και το «αλωνάκι», όπως ο Σολομός χαρακτηρίζει το πολιορκημένο Μεσολόγγι. Για να έχουν μια νησίδα και μια όαση ελευθερίας. Και αναγκάστηκαν να φάνε σκυλιά και γάτες και ποντίκια. Και το εγκατέλειψαν, όταν πια δεν τους είχε απομείνει καμιά τροφή και καμιά ελπίδα. Για ν' απαντήσουν, έτσι, στο σολωμικό δίλημμα «εκείθε με τη λευτεριά, εδώθε με το χάρο»…

Ενώ ετούτοι, απεμπόλησαν την ελευθερία και χάλκευσαν για τη λεύτερη πατρίδα, την πλούσια και πανέμορφη, σχέδιο ληστρικό και δολοφονικό.

Προκειμένου να την εξαθλιώσουν και να την παραδώσουν στους αδηφάγους εχθρούς μας. Έτσι, ώστε να μας οδηγήσουν, για μια ακόμη φορά, στην ατιμωτική σκλαβιά της εθελόδουλης πολιτικής τους.

Βέβαια κάποιοι εξακολουθούν να νομίζουν ότι τα ανθρωποειδή αυτά δεν ενήργησαν σκόπιμα και δόλια, αλλά πως ο, τι συνέβη οφείλεται σε ανθρώπινα σφάλματα.

Και το χειρότερο είναι ,που, ύστερα από τέτοιο καταιγισμό προδοσίας, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι υπάρχει περίπτωση οι εφιάλτες αυτοί να οδηγήσουν την πατρίδα και το λαό της σε λιμάνι ασφαλείας.

Η πραγματικότητα όμως φωνάζει και όσοι διαθέτουν κοινό νου βλέπουν ότι το μόνο, που δεν θέλουν να βρουν, είναι το λιμάνι ασφαλείας. Και πως μας οδηγούν, με μαθηματική ακρίβεια, στο βάραθρο της καταστροφής. Όπως ακριβώς σχεδίασαν και, με κάθε επιμέλεια, βήμα-βήμα, υλοποιούν τα εθνοκτόνα σχέδιά τους.

Και το δυστύχημα είναι ότι μέσα απ' τα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια σοβαρή πρόταση και εναλλακτική λύση.

Αφού, ακόμη και ο νεοσσός του ΣΥΡΙΖΑ, που αρχικά φαινόταν να συντάσσεται με το λαό, πήγε κι αυτός να προσκυνήσει το Σόιμπλε και τα σιωνιστικά αδελφάτα.

Οι οποίοι διατείνονται ότι μπορούν να θεραπεύσουν το ναρκομανή, με ισχυρότερη δόση ναρκωτικών και τον αλκοολικό, με περισσότερο αλκοόλ. Δηλαδή, αλυσοδένοντάς μας με, ολοένα και περισσότερα δάνεια και βυθίζοντάς μας, ολοένα και βαθύτερα, στο βούρκο της χρεοκρατίας.

Φως φαίνεται να έρχεται μόνο από κάποια εξωκοινοβουλευτικά κινήματα, που συντάσσονται με την έξοδο απ' την ευρωζώνη και το ευρώ.

Έτσι ώστε να μην αιωρούμαστε πάνω απ' το βάραθρο της ανεπίστροφης καταστροφής. Σύμφωνα με τα κέφια και τα σχέδια των σιωνιστών και των ναζιστών τοκογλύφων και των ντόπιων εφιαλτών. Αλλά να πατήσουμε στα δικά μας πόδια. Έχοντας εθνικό νόμισμα και αυτόνομη οικονομική πολιτική.

Θα περίμενε κάποιος πως οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας θα πρωτοστατούσαν για την αλλαγή της τωρινής πραγματικότητας.

Αλλά, δυστυχώς, στη συντριπτική τους πλειονότητα, σιωπούν. Όταν δεν συντάσσονται με αυτήν. Όπως φαίνεται να συμβαίνει σε κάποιες ενορίες του Αγρινίου. Όπου ιερείς διώχνουν τους ομιλητές, που αναφέρονται στην οικονομική κρίση και ιδιαίτερα στους Γερμανούς (Μέρκελ, Σόιμπελ, κλπ), όπως ξαναγράψαμε. Θέση, με την οποία φαίνεται να συντάσσεται και ο Σ/τος Μητροπολίτης.

Και αναρωτιέται κανείς:

Γιατί τόση ευαισθησία για τους Γερμανούς; Αισθάνονται ευγνωμοσύνη για τις ευεργεσίες, που πρόσφεραν και προσφέρουν στην πατρίδα μας; Ή μήπως φοβούνται ότι ο προστατευόμενος της κ. Μέρκελ Σαμαράς μπορεί να χάσει την εκλογική του πελατεία; Γιατί, βέβαια, μπορεί ο κ. Σαμαράς να ήταν στα παιδικά του χρόνια, κατηχητόπουλο της Εκκλησίας, αλλά τώρα είναι κατηχητόπουλο της Μπίλντεμπεργκ. Η οποία, όπως λέγεται, έχει σχέση με το σατανισμό.

Πάντως το σίγουρο είναι ότι, στην περίπτωση αυτή, μιμούνται κάποιους δεσποτάδες της εποχής του Πατροκοσμά. Που δεν επέτρεπαν στον Άγιο να μπαίνει στις πόλεις, για να μη ενοχλούνται τα συμφέροντα των αγάδων, κοτζαμπάσηδων, και των Εβραίων.

Εξαίρεση στο καθεστώς της δεσποτικής αυτής αιθαλομίχλης φαίνεται ν' αποτελεί, προς το παρόν, ο Σ/τος Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος*.

Που μακάρι να τον μιμηθούν και άλλοι. Για να προχωρήσουν απ' τα λόγια στα έργα. Το 1821 η επανάσταση ξεκίνησε, κατά την παράδοση, απ' την Αγία Λαύρα. Δεν πειράζει, αν αρχίσει τώρα απ' το Λαύριο.

Και, βέβαια, δεν μας χρειάζονται όπλα και φυσεκλίκια. Μας αρκεί ο «τομότερος υπέρ δίστομον μάχαιραν» (= ο κοφτερότερος κι απ' το δίκοπο μαχαίρι) λόγος του Ευαγγελίου.

Κι ακόμη το να συνειδητοποιήσουμε, επιτέλους, ότι η έξοδος, απ' τη θανάσιμη παγίδα της ευρωζώνης, είναι η μόνη σωτήρια διέξοδος!…

 

παπα-Ηλίας, Απριλίου 29, 2013, http://papailiasyfantis.wordpress.com/2013/04/29/… 82/, mail: yfantis.ilias@gmail.com

 

 *********

 

* γκύκλιος το Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας κ. Νικολάου,

"ΚΑΙΡΟΣ ΠΛΕΟΝ ΝΑ ΞΕΣΗΚΩΘΟΥΜΕ"

. Ἡ χάρις καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εὔχομαι νὰ σκεπάζει ὅλους σας, τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος καὶ τὴν Ἐκκλησία μας.
. Σκέφθηκα πολὺ γιὰ νὰ συντάξω αὐτὴ τὴν ἐγκύκλιο καὶ νὰ τὴν ἀπευθύνω στὴν ἀγάπη σας. Μέχρι τὴν τελευταία στιγμὴ δὲν ἤμουν σίγουρος, ἂν ἔπρεπε νὰ τὸ κάνω.
. Τὶς τελευταῖες ὅμως μέρες, μέσα στὴν κατάσταση τοῦ γενικευμένου πανικοῦ ποὺ ἐπικρατεῖ στὴν πατρίδα μας, τῶν σπασμωδικῶν ἀποφάσεων τῶν ὑπευθύνων διαχειριστῶν τῆς ζωῆς καὶ τοῦ μέλλοντός μας, τὴν ἐπαναλαμβανόμενη ἐναλλαγὴ ὑποσχέσεων καὶ διαψεύσεων ποὺ ἔχουν τραυματίσει τὸ ἠθικὸ καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά μας, τὸν καταιγισμὸ τῶν χωρὶς τέλος φορολογικῶν ἐπιβαρύνσεων, δέχθηκα σωρεία τηλεφωνημάτων καὶ μηνυμάτων πολιτῶν τῆς περιοχῆς μας ποὺ ζητοῦν ἀπεγνωσμένα μία παρέμβαση καὶ κάποια συμπαράσταση στὸ οἰκονομικό τους ἀδιέξοδο καὶ δράμα.

. Οἱ μισθοὶ καὶ οἱ συντάξεις περικόπηκαν, ἀρκετοὶ ἀπολύθηκαν, οἱ ἄνεργοι πληθύνονται, πολλοὶ στέγνωσαν οἰκονομικά. Καὶ ξαφνικὰ μᾶς ζητεῖται ἀπειλητικὰ καὶ ἐκβιαστικὰ νὰ πληρώσουμε, ἐπὶ πλέον φόρο γιὰ τὸ σπίτι ποὺ μένουμε σὰν νὰ εἶναι τὸ κράτος πλέον φτωχότερο ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Φτάσαμε, ἀντὶ τὰ ἔξοδά μας νὰ γίνονται γιὰ τὸ φαγητό, τὸ σπίτι καὶ τὶς ἀνάγκες μας, ὅ,τι ξοδεύουμε νὰ πηγαίνει σὲ δύο φοβερὲς λέξεις: σὲ φόρους καὶ σὲ χρέη.
. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ ἀντιληφθεῖ κανεὶς τὸ αἴσθημα πνιγμοῦ ποὺ διακατέχει ἴσως καὶ τὴν πλειοψηφία τῶν συμπολιτῶν μας, σίγουρα κα ἀρκετοὺς ἀπὸ μᾶς. Ποιός μποροσε ν φαντασθε τι πέροχος κα περήφανος λαός μας θ φτανε σ ατ τ κατάντημα; Ν χει δώσει κα τν τελευταία σταγόνα το δρώτα του, το κόπου του, τς ξίας του, κα παρ τατα ν χουμε ς λας διασυρθε παγκοσμίως; Κα τώρα χωρς καμμία λπίδα κα γγύηση ν διεκδικε τ κράτος μας πιεστικ τ δάκρυα κα τ αμα μας;

. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι δὲν ἀντέχουμε ἄλλο. Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ αὐτό. Πρέπει ὅμως νὰ τὸ ποῦμε. Νὰ τὸ φωνάξουμε στὰ αὐτιὰ τῶν ἁρμοδίων: «ς δ! Δν μπορομε λλο. Βρέστε λλες λύσεις. Ἴσως πιὸ δύσκολες, ἀλλὰ πιὸ ἀποδοτικές, πιὸ ἔξυπνες καὶ σίγουρα πιὸ ἀνθρώπινες. Ἂν δὲν μπορεῖτε, ὁμολογῆστε τὴν ἀδυναμία σας. Δὲν εἶναι ντροπὴ νὰ μὴν μπορεῖ κανείς. Εἶναι ὅμως ἀπαράδεκτο νὰ ἐπιμένει στὴν εὐθύνη τῆς γενικευμένης καταστροφῆς μας. Μᾶς φτιάξατε ἕνα κράτος ποὺ προσφέρει στὸν λαὸ πολὺ λιγότερα ἀπὸ ὅσα τοῦ ἀπαιτεῖ. Πρέπει νὰ τὸ καταλάβετε δὲν εἶστε μόνο ὀφειλέτες στοὺς δανειστές σας, εἶστε ὀφειλέτες καὶ στὸν λαὸ ποὺ ταχθήκατε νὰ ὑπηρετεῖτε. Ἀφοῦ δὲν καταφέρνετε τὴν ἐθνικὴ σωτηρία μέσα ἀπὸ πολιτικὴ συνεργασία, αὐτὴ θὰ προκύψει ἀναγκαστικὰ μέσα ἀπὸ λαϊκὴ ἀπαίτηση καὶ πρωτοβουλία».
 
. Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

. Ἦρθε ἡ ὥρα ποὺ πρέπει ὁ λαὸς νὰ δείξει τὸ διαμέτρημα τῆς δύναμής του, νὰ κάνει γνωστὰ τὰ ὅριά του. ρθε ρα λοι μαζ ν πάρουμε στ χέρια μας τς τύχες μας.

. Ὅσο παραμένουμε ἀδρανεῖς, ὅσο μένουμε ὑποτελεῖς σὲ ἐσφαλμένες ἢ ἀβάσταχτες ἐπιλογές, τόσο καθιστοῦμε τὸν ἑαυτό μας συνυπεύθυνο στὸν ἀργὸ ἀλλὰ βέβαιο ὑπαρκτικὸ ἐκφυλισμό μας. ν δν ξυπνήσουμε, τελειώσαμε. Δὲν θὰ ὑπάρχει συνέχεια!

. Καιρς πλέον ν ξεσηκωθομε. Τὰ πάντα πρέπει νὰ ἀλλάξουν. Καὶ ἐπειδὴ δὲν θὰ τὰ ἀλλάξουν κάποιοι ἄλλοι, πρέπει νὰ μποῦμε στὸ παιχνίδι ὅλοι.
. Ὅποιος πονάει γιὰ τὴν κατάσταση καὶ ἀγαπάει τὴν ἀλήθεια ἔχει θέση σὲ αὐτὴ τὴν ἀλλαγή. Κανεὶς δὲν περισσεύει. λες ο νατροπές, λες ο μεγάλες λλαγς γιναν π ρωικος νθρώπους, κυρίως νέους. χι π συμβιβασμένους οτε π γανακτισμένους, λλ π γις παναστατημένους. Ὅλοι μαζὶ καὶ πρέπει καὶ μποροῦμε καὶ ἐπιβάλλεται νὰ ἀλλάξουμε μὲ δική μας πρωτοβουλία τὸ μέλλον μας. Ὄχι μὲ βία, ἀλλὰ μὲ δύναμη καὶ ἀποφασιστικότητα.

. Ὄχι μὲ μηδενιστικὲς ἐπιλογές, ἀλλὰ μὲ καθαρότητα, ἡρωισμὸ καὶ ἐξυπνάδα.

. Σίγουρα καὶ ἡ δική μας εὐθύνη ὡς λαοῦ δὲν εἶναι καθόλου μικρή. Συμφωνήσαμε μὲ τὶς μικρονοϊκὲς πολιτικὲς ἐπιλογὲς καὶ τὶς κάναμε συνήθειες καὶ νοοτροπία μας.

. Ἡ ἀνειλικρίνεια, ἡ ἀδιαφορία, τὸ βόλεμα, τὸ εὔκολο κέρδος, ἡ προσβολὴ τῶν θεσμῶν, ἡ ὕβρις κατὰ τῆς πίστης καὶ παράδοσής μας, ἡ ἀσέβεια κατὰ τοῦ κράτους καὶ τῶν νόμων, οἱ ἀλόγιστες διεκδικήσεις ἀποτέλεσαν κομμάτια τῆς ζωῆς τοῦ Νεοέλληνα, ποὺ δὲν μᾶς τιμοῦν καθόλου. Δὲν μᾶς φταῖνε μόνον οἱ ἄλλοι εἴτε αὐτοὶ λέγονται κερδοσκόποι εἴτε ξένα συμφέροντα εἴτε πολιτικοί.

 . Τ δικό μας μερίδιο εθύνης γι τ σημερινό μας κατάντημα δν εναι εκαταφρόνητο. Ἡ λύση τῆς μετάνοιας καὶ ἀλλαγῆς εἶναι μονόδρομος.Τοὺς ἄλλους δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς ἀλλάξουμε. Τὴ δική μας ὅμως νοοτροπία καὶ ζωὴ ἔχουμε καὶ τὴ δυνατότητα καὶ τὴν εὐθύνη νὰ τὶς διορθώσουμε. Ἂς ἀρχίσει ὡς ἐπανάσταση αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ ἡρωικό.

. μολογ τι κα ς κκλησία μς κάνανε κομμάτι το καταρρέοντος κρατικο συστήματος.

. Γι' αὐτὸ καὶ συχνὰ μᾶς παρερμηνεύει ὁ λαός. Ἀγκαλιάσαμε τὸ κράτος, στηριχθήκαμε σὲ αὐτὸ καὶ τραυματίσθηκε ἡ βαθειὰ σχέση μας μὲ τὸν λαό. Τὸν ὑπηρετήσαμε μὲν ὡς πονεμένο καὶ φτωχό, ἀλλὰ δὲν τὸν ἀγκαλιάσαμε ὡς κομμάτι τῆς ὑπόστασής μας.

. Τουλάχιστον δὲν καταφέραμε νὰ μᾶς νοιώσει ἔτσι. Μολύνθηκε τὸ γάλα τῆς μάνας του, τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἀπέστρεψε τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὸ στῆθος της. Αὐτὸ εἶναι ὅ,τι χειρότερο ὑπάρχει. λας εναι ,τι ερώτερο χουμε μετ τν Θε κα κκλησία στ φύση της εναι νάσα το λαο. Αὐτὴν τὴν ἀνάσα τελευταία στερηθήκαμε. Ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ξαναρχίσει ὁ ζωτικὸς θηλασμός.

. Δὲν ἀμφισβητῶ βέβαια ὅτι εἴμαστε καὶ θύματα. Κάποιοι μς ξεγέλασαν. κάποιοι διαχειρίσθηκαν τὰ θέματά μας μὲ ἔνοχη ἀνικανότητα. Κάποιοι μᾶς διέσυραν διεθνῶς καὶ μᾶς ὁδήγησαν στὰ στόματα τῶν θηρίων αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἴτε ἀπὸ ἐπιπολαιότητα εἴτε ἐνδεχομένως καὶ ἀπὸ ὕποπτες σκοπιμότητες. Καὶ νὰ ποῦ φτάσαμε! σοπεδωθήκαμε στ μηδν τς περιουσίας μας κα στ τίποτα τς ξιοπρέπειάς μας.

. Παρὰ ταῦτα δὲν ψάχνουμε γιὰ ἐνόχους. Τώρα ἐπειγόμαστε γιὰ λύσεις. Λύσεις ὅμως ποὺ δὲν πατᾶνε τὸν λαό, ἀλλὰ ἀνασταίνουν τὴν τιμή του. Ἦρθε ἡ ὥρα ποὺ θὰ πρέπει ὅσοι παίρνουν ἀποφάσεις νὰ καταλάβουν τί συμβαίνει στὰ σπίτια, στοὺς δρόμους, στὰ μαγαζιὰ καὶ στὴν καθημερινότητα. Τί συμβαίνει στὶς ψυχές μας. Αὐτὸ δὲν θὰ τὸ μάθουν ἀπὸ τὴν τρόϊκα οὔτε ἀπὸ τὶς μεταξύ τους διαβουλεύσεις. Θὰ τὸ μάθουν ἀπὸ τὸν λαό. Πρέπει τὴν φωνή μας νὰ τὴν ἀκούσουν. Δὲν γίνεται ἀλλιῶς.

. Θὰ ἤθελα λοιπὸν νὰ πῶ σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ πληρώσουν τὴν λεγόμενη «ἔκτακτη εἰσφορὰ ἀκινήτων» νὰ μὴ φτάσουν σὲ ἀπόγνωση. Νὰ ξέρουν ὅτι θὰ βρεθοῦμε ὅλοι ἑνωμένοι στὸ πλευρό τους κα θ φωνάξουμε μαζί: «Οκ ν λάβοις παρ το μ χοντος».

. Ἂς καταλάβουν ὅτι δὲν ἔχουμε. Δὲν μποροῦμε. Φτάσαμε στὰ ὅριά μας, ἀλλὰ ἀρνούμαστε νὰ μᾶς τελειώσουν. Ἂν ἀδρανήσουμε, δὲν θὰ τὸ καταλάβουν. γιος Κοσμς Ατωλς προφήτευσε πρὶν ἀπὸ διακόσια πενήντα χρόνια λέγοντας: «Θ σς βάλουν βαρ κα δυσβάσταχτο φόρο κόμη κα στ παράθυρα κα στ κοτέτσια, λλ μως δν θ προλάβουν».

. Πράγματι, δὲν θὰ προλάβουν! Μὴ λυγίσετε μπροστὰ στὴν οἰκονομικὴ χρεωκοπία. Αὐτὴν ἤδη τὴ ζοῦμε. ρνηθετε τ χρεωκοπία τς ξιοπρέπειας, τς στορίας, τς θνικς συνείδησης. Ατ μπορομε κα πρέπει ν τ διεκδικήσουμε μέχρι τελευταίας ρανίδας. στω τώρα, τν τελευταία στιγμή.

. Τὰ Μεσόγεια καὶ ἡ Λαυρεωτικὴ εἶναι μία εὐλογημένη περιοχὴ ποὺ μέχρι πρότινος ἔσφυζε ἀπὸ ἀνάπτυξη καὶ εὐημερία. Τὸν τελευταῖο ὅμως καιρὸ ὅλο καὶ πληθαίνουν αὐτοὶ ποὺ μὲ ἀπόγνωση στρέφονται στὴν Ἐκκλησία ἢ ὅπου βροῦν, καὶ ἐκλιπαροῦν γιὰ συμπαράσταση καὶ βοήθεια.

. Πολλοὶ ἔχουν λυγίσει, ἔχουν οἰκονομικὰ γονατίσει. Δὲν μποροῦν νὰ θρέψουν τὰ παιδιά τους. Ἔχασαν τὸν ὕπνο τους. Ζοῦν τὴν ἀπειλὴ τοῦ παρόντος καὶ μὲ τὸν φόβο τοῦ μέλλοντος.

. Ἔχουν ἰδιοκτησίες, ἀλλὰ δὲν ἔχουν χρήματα. Αὐτοὶ πῶς θὰ πληρώσουν; Ποῦ νὰ τὰ βροῦν; Θὰ τοὺς πάρουν τὸ σπίτι; Θὰ τοὺς κόψουν τὸ ρεῦμα; Εἶναι δυνατὸν νὰ βυθίσουν στὸ σκοτάδι τὴν Κερατέα ἢ τὸ Λαύριο ποὺ φιλοξενοῦν τὸ μεγαλύτερο ἐργοστάσιο τῆς ΔΕΗ στὴν πατρίδα μας;

. Ὅ,τι καὶ νὰ συμβεῖ, ἀδελφοί μου, θὰ ἤθελα νὰ ξέρετε ὅτι ἡ τοπικὴ Ἐκκλησία μας θὰ δώσει τὰ πάντα γιὰ νὰ σταθεῖ στὸ πλευρό σας. ν σ ναν κόψουν τ ρεμα, μες θ τ κόψουμε σ λους τος ναούς.

. Θ κάνουμε γάμους μ κερι στ χέρια κα λειτουργίες μ δάκρυα στ μάτια. Μὲ κανέναν τρόπο δὲν θὰ δεχθοῦμε, τὴ στιγμὴ ποὺ νοικοκυριὰ εἶναι βυθισμένα στὸ σκοτάδι, οἱ ναοὶ νὰ λειτουργοῦν μὲ ἀναμμένους τοὺς πολυελαίους.
. λοι μαζ λοιπν τώρα, ὀφείλουμε νὰ πιέσουμε τοὺς ἐκπροσώπους μας περισσότερο ἀπὸ ὅσο τοὺς πιέζουνε οἱ δανειστές. Γιατί ἡ ἀνάγκη μας γιὰ ἐπιβίωση ξεπερνάει τὴν ἀνάγκη τους νὰ κυριαρχήσουν πάνω μας. Γιατί ἡ ἀξιοπρέπειά μας ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὰ πάσης φύσεως συμφέροντα. Γιατί θνική μας περηφάνεια στηρίζεται σ μία στορία πο λοι τους ζηλεύουν. Γιατί τὴν Εὐρώπη τὴν βλέπουμε περισσότερο ὡς οἰκογένεια, ποὺ κατανοεῖ τὴν δυσκολία τῶν λαῶν, παρὰ ὡς θηλιὰ ποὺ ὁδηγεῖ σὲ ἀσφυξία τὶς κοινωνίες.
. Δ
ν μς μεινε τίποτε λλο π τ ν μεταμορφώσουμε ξαν τν λλάδα σ πατρίδα μας, τν στορία της σ ταυτότητά μας, τ παραδείγματα τν προγόνων μας σ βιώματά μας κα ν πιστρέψουμε π τν σύνετο νεοπλουτισμ στν ξιοπρεπ λιτότητα κα λιγάρκεια, π τς ποτελικς ποχωρήσεις στν ρωισμ κα π τν παγκόσμιο διασυρμ στν θνικ περηφάνεια κα τν πανθομολογούμενο θαυμασμό.

. Ἔτσι, ὁ Θεός, ὅπως λέγει καὶ ὁ λαός, δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει, γιατί μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲν θὰ Τὸν ἔχουμε κι ἐμεῖς ἀφήσει.

Μὲ πατρικὲς εὐχὲς καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀφύπνισης,

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Μεσογαίας κα Λαυρεωτικς ΝΙΚΟΛΑΟΣ

Η αντιπαιδαγωγική «λογιστική» του υπ. Παιδείας

Η αντιπαιδαγωγική «λογιστική» του υπουργείου Παιδείας

ΕΡΕΥΝΑ του Χρήστου Κάτσικα

Μαθητές «σαρδέλες» σε πολυπληθή τμήματα και περισσότεροι από 25.000 εκπαιδευτικοί σε αναγκαστική μετακίνηση, αργία και απόλυση, τα επόμενα 2 χρόνια, είναι μερικές από τις συνέπειες που θα επιφέρει στη δημόσια εκπαίδευση η τροπολογία.

Με μια ρύθμιση-αστραπή το υπουργείο Παιδείας αυξάνει το ωράριο των καθηγητών, νομοθετεί υποχρεωτικές μεταθέσεις, ενώ τις επόμενες μέρες σχεδιάζει νέες συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, υπερφόρτωση των σχολικών τμημάτων με 30 μαθητές, «κόψιμο» ειδικοτήτων στο «νέο» Γενικό και πολυτεχνικό Λύκειο και εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα σε όλες τις τάξεις του Γενικού Λυκείου.

Συνέχεια

Η «Αραβική Άνοιξη» & ο Χριστιανικός Εφιάλτης

Η «Αραβική Άνοιξη» και ο Χριστιανικός Εφιάλτης

 

Του π. Πέτρου-Μιχαήλ Πρέμπλε*

 

Σε όλο τον κόσμο, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ετοιμάζονται να εορτάσουν την πιο ιερή απ' όλες τις εβδομάδες του ημερολογίου της Εκκλησίας. Την Κυριακή, ξεκινούμε την εβδομάδα που οδηγεί στον εορτασμό της Αναστάσεως του Κυρίου Ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού.  Οι Λειτουργίες της εβδομάδας αυτής είναι από τις πλέον κατανυκτικές της Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς ακολουθούμε τον Ιησού στην οδό Του προς τον Σταυρό.

Οι περισσότεροι από εμάς θα εορτάσουμε την Ανάσταση του Χριστού μαζί με οικογένεια και φίλους.  Μερικοί ίσως κατευθυνθούν στο προσφιλές τους εστιατόριο, και άλλοι θα μείνουν στο σπίτι, προτιμώντας ένα πιο χαλαρό γεύμα στο οικογενειακό τραπέζι.  Σίγουρα αυτά είναι στιγμιότυπα κατάλληλα ως θέματα για ένα λαϊκό ζωγράφο όπως ο Νόρμαν Ρόκουελ.

Τα πράγματα όμως θα είναι εντελώς διαφορετικά για τους Χριστιανούς στην Αίγυπτο και την Συρία.  Τα ίδια μέρη που γέννησαν τον Χριστιανισμό και που στέγασαν τον Ιησού όταν η δική Του οικογένεια έφευγε από εκείνους που θα Τον δολοφονούσαν, έχουν τώρα γίνει πεδία σφαγής για Χριστιανούς.

Στις 15 Ιουλίου του 2012, η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού όρισε τον Συριακό Εμφύλιο Πόλεμο ως μια «μη-διεθνής ένοπλη σύγκρουση» — ο νομικός ορισμός ενός εμφυλίου πολέμου. 

Το βρίσκω ενδιαφέρον, πως δηλώθηκε ως «μη-διεθνής», δεδομένου ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει στηρίξει τους αντάρτες με σχεδόν  3 εκατομμύρια δολάρια σε άμεση βοήθεια και εξοπλισμό. Οι ΗΠΑ εμπλέκονται σε αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο, και εθελοτυφλούν μπροστά στην δολοφονία των Χριστιανών και των άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων.

Από την έναρξη του πολέμου τον Μάρτιο του 2011, περισσότεροι από 70.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους.  Μια εκτίμηση του Φεβρουαρίου θέλει οι εσωτερικά εκτοπισμένοι να φτάνουν τα 3,6 εκατομμύρια, και επί πλέον 1,3 εκατομμύρια να έχουν αναγκασθεί να φύγουν από την Συρία σε γειτονικές χώρες ως πρόσφυγες. Και σε όλο αυτό το διάστημα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνεχίζει να στηρίζει εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την σφαγή.

Την Δευτέρα, δύο Ορθόδοξοι επίσκοποι της επισκοπής της πόλεως, ο Σύριος Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Yohanna Ibrahim, της επισκοπής του Αλέππο, και ο Έλληνας Ορθόδοξος Μητροπολίτης Boulos Yaziji, απήχθησαν. Η ειρωνεία της απαγωγής τους είναι στο ότι επέστρεφαν από μια συνάντηση που απέβλεπε στην προσπάθεια να ελευθερωθούν δύο Ιερείς, ο π. Michel Kayyal (Αρμένιος Καθολικός) και ο π. Maher Mahfouz (Ελληνορθόδοξος), οι οποίοι είχαν απαχθεί τον Φεβρουάριο και παραμένουν στα χέρια των απαγωγέων τους.  Ήσαν σε μια αποστολή ειρήνης για να φέρουν βοήθεια και ανακούφιση, και τους πήραν ομήρους, ως μέρος της συστηματικής εξόντωσης του Χριστιανικού πληθυσμού στην Συρία.

Πρόσφατα η Επιτροπή των Ηνωμένων Πολιτειών για την Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία εξέδωσε ειδικό ανακοινωθέν για την επιδεινούμενη κατάσταση στην Συρία. Το ανακοινωθέν "Protecting and Promoting Religious Freedom in Syria"(*) αναφέρει αρκετές περιπτώσεις συστηματικής εξόντωσης του ντόπιου Χριστιανικού πληθυσμού.  Σαν παράδειγμα, η πόλη Χομς – που υπολογίζεται πως είχε ένα Χριστιανικό πληθυσμό περίπου 160.000 – έχει μειωθεί σε μόλις 1.000 στην τελευταία μέτρηση.  Ο Ελληνορθόδοξος Ιερέας π. Fadi Jamil Haddad είχε βρεθεί δολοφονημένος έξω από την Δαμασκό τον Σεπτέμβριο του 2012. Είχε αποπειραθεί να εξασφαλίσει την ελευθέρωση ενός ενορίτη που είχε απαχθεί.  Αυτά δεν είναι παρά ελάχιστα δείγματα των όσων συμβαίνουν καθημερινά στην Συρία και που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αυτό που έχει ονομασθεί «Αραβική Άνοιξη» στην Συρία έχει γίνει ο Χριστιανικός Εφιάλτης και είναι καιρός πια η κυβέρνηση των ΗΠΑ να καταλάβει το ρόλο που έχει παίξει και που συνεχίζει να παίζει σε αυτή την εθνική κάθαρση – γενοκτονία – ολοκαύτωμα – ή όποια λέξη προτιμάτε που να περιγράφει αυτό που διαπράττεται στις θρησκευτικές μειονότητες στην Συρία και στην Αίγυπτο.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, το Σάββατο προ της Κυριακής των Βαΐων έχει ορισθεί για την ανάμνηση της αναστάσεως του Λαζάρου από τον τάφο.  Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Ιησού, και μας λένε οι Γραφές πως ο Ιησούς δάκρυσε όταν έμαθε για τον θάνατο του φίλου Του.  Οι απανταχού Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχουν ενωθεί σε προσευχή ώστε παρομοίως να ελευθερωθούν οι δυο επίσκοποι από τον δικό τους τάφο.

Αρκετά δάκρυα έχουν ήδη χυθεί.

 

*******************

(*) Το περιεχόμενο του Ανακοινωθέντος:

Ειδικό Ανακοινωθέν: Συρία: Η Επιτροπή USCIRF εκδίδει Αναφορά με θέμα «Προστασία και Προώθηση της Θρησκευτικής Ελευθερίας στην Συρία», 22 Απριλίου, 2013.

ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ, 22 Απριλίου, 2013 | εκ της USCIRF

 

Η Επιτροπή των Η.Π.Α. για την Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία (USCIRF), ένας ανεξάρτητος ομοσπονδιακός φορέας που δημιουργήθηκε για τον έλεγχο των παραβιάσεων θρησκευτικών ελευθεριών στο εξωτερικό και για να κάνει συστάσεις πολιτικής στον Πρόεδρο, τον Υπουργό Εξωτερικών και το Κογκρέσο, εξέδωσε σήμερα την σχετική Αναφορά "Protecting and Promoting Religious Freedom in Syria."

Η Επιτροπή ολοένα και περισσότερο ανησυχεί για τις συνθήκες θρησκευτικής ελευθερίας στην Συρία, και κατά την τρέχουσα κρίση, και κατά τα επακόλουθα αυτής.  Εξ αιτίας των αυξανόμενων συγκρούσεων ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και των υποστηρικτών του καθεστώτος του Bashar al-Assad και των αντικυβερνητικών στοιχείων που επιζητούν την ανατροπή του, ο Συριακός λαός έχει υποστεί στυγερές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της θρησκείας ή των πιστεύω τους.

Η αναφορά βρήκε πως η αυξανόμενα σεκταριστική φύση της σύγκρουσης έχει δημιουργήσει ένα κλίμα μέσα στο οποίο τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των Συρίων, συμπεριλαμβανομένης και της θρησκευτικής ελευθερίας, έχουν παραβιασθεί.  Η σύγκρουση επίσης απειλεί και την θρησκευτική ποικιλότητα της Συρίας, καθώς τα μέλη των κοινοτήτων των μικρότερων μειονοτήτων ή φεύγουν βιαστικά από την χώρα, ή παραμένουν, με άγνωστο το μέλλον τους σε μια μετα-Αλ Ασσάντ Συρία.

Η παρούσα Αναφορά παρέχει τα προκαταρκτικά ευρήματα και τις συστάσεις της Επιτροπής USCIRF.  Κατά τους επόμενους μήνες, η USCIRF θα συνεχίσει να ελέγχει την κατάσταση και αναμένει να εκδώσει και πρόσθετες Αναφορές και Συστάσεις.   


* Ο π. Πέτρος-Μιχαήλ Πρέμπλε είναι Ορθόδοξος Ιερέας της Ορθοδόξου Ρουμανικής Αρχιεπισκοπής στις Αμερικές.


ΠΗΓΗ: http://www.huffingtonpost.com/fr-petermichael-preble/the-arab-spring-and-the-christian-nightmare_b_3158785.html?utm_hp_ref=tw. Το είδα: Τελευταία ενημέρωση: 27-4-2013, http://www.oodegr.com/oode/islam/eglimata/aravikh_anoiksh_1.htmΜετάφραση: Κ.Ν.

ΔΙΨΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

ΔΙΨΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

Το πάθος του Χριστού θεωρείται ακατανόητο από πολλούς «ορθολογιστές», αλλά και οι πιστοί δυσκολευόμαστε πολύ να το κατανοήσουμε! Ενώ προβάλλει ως παντοδύναμος, αφού και νεκρούς ανασταίνει, όπως τον Λάζαρο, αποδέχεται «μοιρολατρικά» να υποστεί το φρικτότερο μαρτύριο του αρχαίου κόσμου, αφού προηγουμένως ανέχθηκε πλήθος από ειρωνείες, εμπαιγμούς και εξευτελισμούς!

Συνέχεια