Σε χώρες απατηλές του Γιάννη Ποτ.

Σε χώρες απατηλές

 

Του Γιάννη Ποταμιάνου*

 

Μνήμη αστείρευτη

με τις ρίζες σου στο αίμα

περιβόλι τ' ουρανού

που ποτίζει ο ιδρώτας μου

αναβλύζεις λύπη

και διάψευση

Θησαυροφυλάκιο

με την πόρτα ανοιχτή

παραβιασμένη απ' του καιρούς

χάσκεις σαν άδειο στόμα

Όλα τα τιμαλφή μου

στο πάτωμα

τα σκόρπισαν οι διαρρήκτες

 

Κάποιες ιδέες λαμπηδόνες

που φώτιζαν τους ουρανούς

τα λάβαρα με τα μεγάλα λόγια

και μια οπτασία ατμομηχανή

που ‘σερνε τα βαγόνια

των ονείρων

σε χώρες απατηλές

ανθρωποφάγων

Λαιστρυγόνων

 

                   22 Ιουλίου 2012, Γιάννης Ποταμιάνος

 

* http://toxefwto.blogspot.gr 

Ο Ιησούς & οι μαθητές με φόντο την … αξιολόγηση

Ο Ιησούς και οι μαθητές με φόντο την …αξιολόγηση
 (Για ανοιχτούς Δασκάλους και Δασκάλισσες ελεύθερες)

 

Αγνώστου διασκευαστή συγγραφέα

 


Βλέποντας το πλήθος των ανθρώπων να τους ακολουθεί, ο Ιησούς ανέβηκε στο βουνό. Μόλις κάθισε, οι μαθητές του κάθισαν κι αυτοί γύρω του. Σήκωσε τότε τα μάτια του προς τους ουρανούς και είπε*:

– Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι διότι σ' αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών. – Μακάριοι αυτοί που υποφέρουν γιατί αυτοί θα παρηγορηθούν. – Μακάριοι οι πραείς γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη…

Όταν τελείωσε ο Ιησούς, ο Πέτρος ρώτησε: – Πρέπει να τα γράψουμε όλα αυτά;

Ο Ανδρέας ρώτησε: – Πρέπει να τα μάθουμε όλα αυτά;

Ο Ιάκωβος: – Και πρέπει να τα μάθουμε απέξω;

Ο Φίλιππος πρόσθεσε: – Είναι πολύ δύσκολα.

Ο Ιωάννης είπε: – Δεν έφερα χαρτί.

Ο Θωμάς είπε: – Δεν έφερα στυλό.

Ανήσυχος, ο Βαρθολομαίος ρώτησε: – Την επόμενη φορά θα έχει και τεστ;

Ο Μάρκος ρώτησε χαμηλόφωνα το διπλανό του: – Με ποιο «ι» γράφεται η λέξη «πραείς»;

Ο Ματθαίος σηκώθηκε και έφυγε χωρίς να περιμένει τους άλλους, λέγοντας δυνατά: – Πάω στην τουαλέτα.

Ο Σίμων κοίταξε το ρολόι του και σχολίασε: – Όπου να ναι, χτυπάει.
Τέλος, ο Ιούδας ρώτησε το Δάσκαλο: – Κύριε, μπορείς να επαναλάβεις αυτό που είπες για τους φτωχούς;

Εκείνη τη στιγμή πλησιάζει τον Ιησού ένα μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης και τον ρωτά:

– Κύριε, αναρωτηθήκατε μεταγνωστικά για το σημερινό σας μάθημα;
– Ποιος ήταν ο σκοπός και οι επιμέρους στόχοι της σημερινής σας διδασκαλίας;
– Ποιες ήταν οι αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν στη μάθησή τους οι μαθητές σας;

– Ποιες ικανότητες και δεξιότητες ανέπτυξαν και ποιες συμπεριφορές υιοθέτησαν οι μαθητές σας με το σημερινό μάθημα;

– Προβληματιστήκατε για την αποχώρηση του μαθητή σας;

– Γιατί δε μοιράσατε εποπτικό υλικό στο σημερινό σας μάθημα;

– Γιατί δε χρησιμοποιήσατε ομαδοσυνεργατική διδασκαλία;

– Γιατί δε χρησιμοποιήσατε τεχνικές εκπαίδευσης ενηλίκων: εργασία σε ομάδες, παιχνίδι ρόλων κλπ;

– Γιατί χρησιμοποιήσατε μετωπική διδασκαλία; Θεωρείτε ότι ήταν η καταλληλότερη;

Σ' αυτό το σημείο, ο Ιησούς γονάτισε σε ένα βράχο και έκλαψε.

 

Διακαινίσιμος 2013

 

*Οι Μακαρισμοί (Ματθαίου κεφ. ε' στίχοι 1-12).

  «Ιδών δε ο Κύριος τους όχλους ανέβη είς το όρος, και καθίσαντος αυτού προσήλθον αυτώ οι μαθηται αυτού, και ανοίξας το στόμα αυτού εδίδασκεν αυτούς λέγων

Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών.

Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται.

Μακάριοι οί πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γήν.

Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται.

Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται.

Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται.

Mακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται

Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών.

Μακάριοι εστέ, όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσιν υμάς και είπωσι πάν πονηρόν ρήμα καθ'  υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού.

Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς· ούτω γαρ έδιωξαν τους προφήτας τους προ υμών».

Όταν είδε ο Ιησούς τα πλήθη του λαού, ανέβηκε στο όρος. Και όταν κάθισε, ήλθαν οι μαθητές αυτού κοντά του. Τότε άνοιξε το στόμα του και άρχισε να τους διδάσκει λέγοντας:

Μακάριοι είναι οι απλοί και ταπεινόφρονες, γιατί σ' αυτούς ανήκει η Βασιλεία των ουρανών.

Μακάριοι είναι εκείνοι, που πενθούν, γιατί αυτοί θα παρηγορηθούν.

Μακάριοι είναι οι πράοι, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη.

Μακάριοι είναι εκείνοι που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη, γιατί αυτοί θα χορτάσουν.

Μακάριοι είναι οι ελεήμονες, γιατί αυτοί θα ελεηθούν.

Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό.

Μακάριοι είναι οι ειρηνοποιοί, γιατί αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού.

Μακάριοι είναι εκείνοι, που καταδιώκονται για χάρη της δικαιοσύνης, γιατί σ' αυτούς ανήκει η Βασιλεία των ουρανών.

Μακάριοι θα είστε, όταν θα σας βρίσουν και σας καταδιώξουν και πουν εναντίον σας κάθε κακό λόγο, λέγοντας ψέματα εξαιτίας μου.

Τότε να χαίρεστε και να αγαλλιάστε, γιατί η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στους ουρανούς. Έτσι ακριβώς κυνήγησαν τους προφήτες, που έζησαν πριν από σας.

Η αναξιότητα ως προϋπόθεση της αριστείας

Η αναξιότητα ως προϋπόθεση της αριστείας

 

Του Δημήτρη Δουλτσίνου*

 

Οι μαθητές και οι μαθήτριες των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων θα υποχρεωθούν να υποστούν μια εξεταστική διαδικασία η οποία θα κρίνει την παραμονή τους ή όχι στο σχολείο που ήδη φοιτούσαν. Για όσους αποτύχουν η ετυμηγορία είναι άτεγκτη, θα υποστούν την μεγίστη των ποινών που προβλέπεται για ιδιάζουσες παραβατικές συμπεριφορές μαθητών, την αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Ο διατυμπανιζόμενος στόχος αυτής της επιλογής είναι η αναζήτηση της αριστείας.

Στο κείμενο που ακολουθεί δεν θα επιχειρηματολογήσω πάνω στα γενικότερα θέματα που εγείρει αυτή η επιλογή, όπως η αντίληψη περί αριστείας και το υπόρρητο φασίζον περιεχόμενό της, την δυνατότητα εντοπισμού της αριστείας μέσα από μια σύντομη εξεταστική διαδικασία, το αναντίστοιχο του πειραματικού χαρακτήρα του σχολείου και του μη αντικειμενικού-τυχαίου δείγματος μαθητών, την αντισυνταγματικότητας της διάκρισης των σχολείων σε σχολεία αριστείας και σχολεία ‘'πλέμπας'' (οι μαθητές φώναξαν έξω από το κοινοβούλιο: Θέλουμε άριστα σχολεία και όχι σχολεία αριστείας), τις επιπτώσεις στον ευαίσθητο ψυχισμό των μαθητών με την διάρρηξη των φιλικών σχέσεων λόγω του αναγκαστικού ¨εκπατρισμού¨ κάποιων απ' αυτούς και πολλά ακόμη. Θα επιχειρήσω να εξετάσω την αξιοπιστία της εξεταστικής διαδικασίας σχολιάζοντας κάποια από τα θέματα που ανήρτησε στο διαδίκτυο η Διοικούσα Επιτροπή Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (Δ.Ε.Π.Π.Σ.  ) ως ενδεικτικά της εξεταστικής δοκιμασίας με τη σημείωση ότι «Η ερευνητική προσπάθεια για τη βελτιστοποίηση των προτεινόμενων θεμάτων συνεχίζεται». Δηλαδή η Δ.Ε.Π.Π.Σ.  αναγνωρίζει στον εαυτό της το προνόμιο της διαρκούς βελτίωσης αλλά απαιτεί από τους μαθητές να αποδειχθούν άριστοι άπαξ δια παντός!

Δεν θα επιμείνω στην ασάφεια και τον χαρακτήρα σύγχυσης κάποιων διατυπώσεων, αλλά θα εστιάσω σε δυο  από τα προτεινόμενα θέματα μαθηματικών με εμφανέστατα λάθη και καλλιέργεια στρεβλών μαθηματικών αντιλήψεων.

Στο πρώτο από αυτά, ένας ενοικιαστής ποδηλάτων χρεώνει τους πελάτες του σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:

Ώρες ενοικίασης (x)

 0

1

2

3

Χρέωση σε ευρώ (y)

15

15,5

16

 

Από τους εξεταζόμενους ζητείται να βρουν τον τύπο που παρέχει άμεσα τη χρέωση y ευρώ, για x ώρες ενοικίασης και να αιτιολογήσουν πώς βρήκαν τον τύπο.

Ξεπερνώντας την αρχική έκπληξη από το μέγεθος της επιχειρηματικής ευφυΐας του συγκεκριμένου ¨ποδηλατά¨ που πέτυχε, δεδομένου ότι σχεδόν όλοι έχουμε ενοικιάσει για 0 ώρες ποδήλατο, να χρεώσει όλους τους έλληνες (και όχι μόνο) με 15€ τουλάχιστον έκαστον, παρατηρούμε ότι το πρόβλημα ανάγεται σε μαθηματική γλώσσα στην εύρεση του γενικού τύπου μιας ακολουθίας από την γνώση πεπερασμένου πλήθους πρώτων όρων.

Η λύση που συνοδεύει το συγκεκριμένο θέμα είναι y=15+ 0,5* x

Όμως για τους έχοντες στοιχειώδη γνώση του θέματος, το πρόβλημα (που πέρα από το πεδίο των μαθηματικών αφορά και την επιστημολογική διερεύνηση άλλων επιστημών, π.χ. φυσική) μπορεί να δεχτεί άπειρες λύσεις. Ένα πρόχειρο αντιπαράδειγμα το αποδεικνύει εύκολα:

Έστω οι ακολουθίες αν και βν = αν – (ν-1)*(ν-2)*(ν-3)

Είναι προφανές ότι οι δυο αυτές ακολουθίες έχουν τους ίδιους τρεις πρώτους όρους (δεδομένου ότι το γινόμενο μηδενίζεται για αυτούς τους όρους) αλλά διαφορετικούς όλους τους υπόλοιπους. Βέβαια αν είχε ζητηθεί ο σχεδιασμός της γραφικής παράστασης των πρώτων όρων και είχε γίνει αναφορά στη γραμμικότητα της συνάρτησης το θέμα θα είχε εκλείψει. Όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε.

Οι πιθανές δικαιολογήσεις ότι η λύση y=15+ 0,5*x είναι η προφανής ή ότι οι μαθητές της Γ΄ γυμνασίου δεν διαθέτουν τέτοια επάρκεια γνώσεων που να τους οδηγήσει σε άλλες επιλογές, δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτές γιατί τα μαθηματικά δεν είναι η επιστήμη του προφανούς (ακριβώς το αντίθετο) και οι εξετάσεις δε μπορεί να επιβραβεύουν την έλλειψη αλλά την επάρκεια γνώσεων.

Πως θα βαθμολογηθεί ο μαθητής που θα έδινε την απάντηση ότι για τρεις ώρες ενοικίασης απαιτείται το ποσό των 3000016.5€ επειδή κατά την άποψη του ο γενικός τύπος χρεώσεων είναι ο y=15+ 0,5*x + x *( x -1)*( x -2)*500000 ο όποιος ανταποκρίνεται απολύτως στα δεδομένα του προηγούμενου πίνακα; Και για όσους ακολουθήσουν το προφανές εμπεδώνοντας μια στρεβλή αντίληψη σε ποια (εξεταστική;) διαδικασία θα την ανατάξουν;

 

Στο δεύτερο θέμα δίνεται το στερεό του  Σχήματος 1 που έχει δημιουργηθεί από συγκόλληση ορθογωνίων παραλληλεπιπέδων και ζητείται να χωριστεί σε τρία μέρη (δηλαδή όχι οπωσδήποτε παραλληλεπίπεδα) και να επανασυγκολληθεί έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο το οποίο να έχει τον ίδιο όγκο με το αρχικό στερεό (!!!), να βρεθούν οι διαστάσεις του, το εμβαδόν της συνολικής επιφάνειας και του όγκου του.

Σχήμα 1

Εδώ βρισκόμαστε πάλι μπροστά στην εκπληκτική παρανόηση κατά την οποία ένα στερεό όταν τεμαχίζεται και ανασυντίθεται, είναι πιθανό να μεταβάλλει τον όγκο του. Προφανώς οι χωρικές αντιλήψεις των μελών της Δ.Ε.Π.Π.Σ. είναι επηρεασμένες από τα χολιγουντιανά TRANSFORMERS, όπου μεταμορφώσεις με ταυτόχρονη μεταβολή όγκου αποτελούν κοινοτυπία.

Προτεινόμενη λύση (η οποία παρουσιάζεται και ως μοναδική) είναι αυτή που παρουσιάζεται στο Σχήμα 2

Σχήμα 2

Βέβαια με μια πρόχειρη ματιά μπορεί κανείς να εντοπίσει μια δεύτερη λύση (Σχήμα 3)και με λίγη επιπλέον προσπάθεια μια τρίτη (Σχήμα 4)


Είναι ενδιαφέρον ότι η πρώτη λύση είναι μονοδιάστατη, η δεύτερη δισδιάστατη και η τρίτη τρισδιάστατη, το εμβαδόν της  συνολικής επιφάνειας (α. 26×2, β. 22 x2, γ. 20 x2) μειώνεται επειδή κινούμαστε σε λιγότερο εκτεταμένα σχήματα σταθερού όγκου και βεβαίως από την πρώτη στην τρίτη λύση απαιτείται συνθετότερη σκέψη και πιο ανεπτυγμένη χωρική αντίληψη.

Πως λοιπόν θα αξιολογηθεί ο μαθητής που θα προτείνει κάποια λύση διαφορετική από την προτεινόμενη ή παραθέσει και τις τρεις; Μπορούν να θεωρηθούν όλες οι λύσεις βαθμολογικά ισοδύναμες; Η αποκλίνουσα σκέψη και η δημιουργική φαντασία κάποιων μαθητών θα επιβραβευτεί ή αντιθέτως θα τιμωρηθεί;

Δεν μπορώ να τους κατηγορήσω τους αρμοδίους της  Δ.Ε.Π.Π.Σ. ότι αδιαφόρησαν για τα προηγούμενα ερωτήματα γιατί φοβάμαι ότι δεν τα διανοήθηκαν καν. Φυσικά καθένας έχει δικαίωμα στο λάθος! Καθένας εκτός από εκείνους που υπηρετούν και υπερασπίζονται το ιδεολόγημα της αριστείας.

Κύριοι  της Δ.Ε.Π.Π.Σ μετρηθήκατε, ζυγιστήκατε, με τα δικά σας μέτρα και σταθμά και βρεθήκατε ελλιπείς (εξ ου και ο τίτλος του άρθρου) και δεν έχω άλλο από το να σας απευθύνω το ρητό που, κάτω από τον θυρεό της εποχής, κοσμούσε την είσοδο του Δημοτικού Σχολείου που ήμουν μαθητής: «ΑΙΕΝ ΑΡΙΣΤΕΥΕΙΝ»

* Ο Δημήτρης Δουλτσίνος είναι Αρχιτέκτονας- Μαθηματικός

ΠΗΓΗ: 4-5-2013, http://www.alfavita.gr/apopsi/…CF%82#ixzz2SKhXMe2Z

Γλέζος Μ. στη Die Welt: Τον προσεχή Σεπτέμβριο κλείνω τα 91

Τον προσεχή Σεπτέμβριο κλείνω τα 91

 

Άρθρο του Μανώλη Γλέζου στη γερμανική εφημερίδα Die Welt

 

Διαβάστε το συγκλονιστικό άρθρο του Μανώλη Γλέζου στη γερμανική εφημερίδα Die Welt, στο οποίο εξηγεί στους Γερμανούς αναγνώστες της εφημερίδας, γιατί είναι δίκαιο να καταβληθούν οι αποζημιώσεις που οφείλει το γερμανικό κράτος στην Ελλάδα, αλλά και πώς αυτή η πράξη εξυπηρετεί «την Ευρώπη της αλληλεγγύης»:

"Τον προσεχή Σεπτέμβριο κλείνω τα 91.

 Αρχίζω να γράφω αυτό το κείμενο 72 χρόνια ακριβώς από τη μέρα που είδα τους Γερμανούς, πάνοπλους, με μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, να μπαίνουν στην Αθήνα.

 Ήταν 27 Απριλίου του 1941. Οι περισσότεροι από τους αναγνώστες της εφημερίδας ήταν τότε αγέννητοι. Όμως εγώ ήμουν ήδη 19 χρόνων.

 Δεν έχω καιρό, λοιπόν, ούτε για ψέματα ούτε για μισές αλήθειες.

 Θα ήθελα να σας είχα κοντά μου, έναν-έναν, να σας μιλήσω γι' αυτά που έζησα, που άκουσα, που είδα. Θα αρκεστώ, ωστόσο, να μοιραστώ από εδώ, μαζί σας, μόνο κάποια από αυτά. Μετά, ίσως μπορούμε να κοιταχτούμε αναμεταξύ μας με διαφορετικό βλέμμα…

 

Α. Η Μάχη της Κρήτης.

 

Για τη Μάχη της Κρήτης έχουν γράψει πολλοί. Είναι εύκολο να βρείτε σε βιβλία Ιστορίας τι έγινε. Θα διαβάσετε για άντρες, γυναίκες και παιδιά που, με τσουγκράνες και ραβδιά για όπλα, υπερασπίστηκαν τη γη τους και τη γη των προγόνων τους.

Απέναντί τους είχαν τον καλύτερο στρατό του κόσμου, τη Βέρμαχτ. Και ο ουρανός έβρεχε αδιάκοπα αλεξιπτωτιστές…

Όταν η Μάχη τέλειωσε, ο στρατός είχε νικήσει. Μα οι γυναίκες των ηττημένων, που είχαν χάσει παιδιά, αδέρφια, πατεράδες ή συζύγους, κατέβηκαν στο γιαλό, σκαρφάλωσαν στα βουνά και, όπου βρήκαν νεκρό σώμα εχθρού, το τίμησαν: το έπλυναν και το έθαψαν, όπως του έπρεπε. Ο νεκρός δεν ήταν πια εχθρός. Ήταν ο άταφος αδελφός.

Κι αυτές ήταν οι εγγονές της Αντιγόνης, που έκαναν το χρέος τους απέναντι στους νεκρούς.

Την ίδια ώρα, οι νικητές έμπαιναν στην Κάνδανο. Στην περιοχή γύρω από το χωριό είχαν χάσει 27 άντρες. Και τότε, ΩΣ ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ, πήραν μια πρωτοφανή – ακόμα και για καιρό πολέμου – απόφαση: σκότωσαν όσους από τους κατοίκους βρήκαν και ξεθεμελίωσαν το χωριό.

 Φεύγοντας, περήφανοι για το έργο τους, άφησαν και σχετικές πινακίδες!

 Αναζητήστε τις στο διαδίκτυο…

 

Β. Καισαριανή, 10 Μάη 1944.

 

Οι Ναζί εκτελούν τον 19χρονο αδελφό μου. Αν είχε ζήσει, θα γινόταν δάσκαλος. Μαζί του εκτελούν άλλους ογδόντα έναν άντρες και δέκα γυναίκες.

Στον ίδιο τόπο, εννιά μέρες νωρίτερα, τη μέρα της Πρωτομαγιάς, είχαν εκτελέσει διακόσιους ακόμα Έλληνες πατριώτες.

 

 Γ. Αμέσως μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, ξεκίνησα αγώνα για να επιστρέψει η Γερμανία στην Ελλάδα όσα της όφειλε.

 

Τα γνωρίζετε. Πρόκειται για το αναγκαστικό δάνειο, τις αποζημιώσεις για τις καταστροφές στις υποδομές της χώρας και τους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Μάλιστα, το 1995, είχα την ευκαιρία να εκθέσω το όλο ζήτημα στο γερμανικό λαό, τόσο μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας DieZeit, όσο και σε μια αλησμόνητη εκδήλωση στο Ανόβερο.

Αν το πέρασμα των χρόνων ακύρωνε αρχές και αξίες, αν μετέβαλε το ΗΘΟΣ των ανθρώπων, τότε οι τραγωδίες του Σοφοκλή, του Αισχύλου ή του Ευριπίδη δεν θα έλεγαν σήμερα τίποτα σε κανέναν.

Υπάρχουν όμως μερικά πράγματα που δεν μπαγιατεύουν, που δεν παραγράφονται, που δεν γερνούν καν. Και το δίκαιο είναι ένα από αυτά.

Αν σήμερα, με όλο το βάρος των 90 χρόνων μου, συνεχίζω αυτόν τον αγώνα, είναι γιατί θεωρώ δίκαιο και για τη Γερμανία και για την Ελλάδα να επιστρέψει η πρώτη όσα οφείλει στη δεύτερη.

Και προσέξτε κάτι. Δεν θα με ακούσετε ποτέ να μιλάω για ΕΚΔΙΚΗΣΗ.

Εμείς, που χάσαμε αγαπημένους ανθρώπους, δεν νιώθουμε μίσος για τον γερμανικό λαό και δεν επιζητούμε εκδίκηση.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ να το κάνουμε.

Όσοι βγήκαμε ζωντανοί από τον πόλεμο, είχαμε χρέος να ζήσουμε και για λογαριασμό των νεκρών μας. Να αγαπήσουμε για κείνους, να χορέψουμε για κείνους, να κολυμπήσουμε στη θάλασσα για κείνους.

Μάθαμε, έτσι, να εκτιμάμε και να αγαπάμε τη ζωή.

Και το μίσος σε εμποδίζει να αγαπήσεις τη ζωή.

Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, γνώρισα πολλούς Γερμανούς. Χαίρομαι βαθιά όποτε μου δίνεται η ευκαιρία να τους συναντήσω και οι συζητήσεις μαζί τους είναι πάντα καλή τροφή για σκέψη. Όλοι αυτοί, αφού άκουσαν με προσοχή τα επιχειρήματά μου, συμφώνησαν για το δίκαιο των αιτημάτων της Ελλάδας.

Έτσι, στάθηκαν επανειλημμένα στο πλευρό μου, βοηθώντας με να επικοινωνήσω με τον γερμανικό λαό. Αλλά δεν αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για τη στάση τους. Αισθάνομαι φιλία για τους ίδιους. Κι αυτό είναι πολύ πιο πολύτιμο, πολύ πιο ακατάλυτο, πολύ πιο ανθρώπινο, πολύ πιο ισότιμο.

Κάθε σπιθαμή ευρωπαϊκού εδάφους είναι ποτισμένη με αίμα. Πληρώσαμε πολύ ακριβά τις θεωρίες των ανωτέρων φυλών και των εθνικών κρατών. Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη της ειρήνης, της αλληλεγγύης, της ισότητας και της αλληλοκατανόησης. Και η αναγνώριση των όσων η Γερμανία οφείλει στην Ελλάδα εξυπηρετεί απολύτως αυτήν την Ευρώπη.

Αυτή η Ευρώπη, άλλωστε, θα άρεσε και στον Σίλλερ και στον Γκαίτε και στον Μπρεχτ".

ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 6 Μαΐου 2013, http://www.kinisienergoipolites.blogspot.gr/2013/05/diewelt.html

Φάρος δειλίας …Φιλόθεος

Φάρος  δειλίας …Φιλόθεος

 

Του Τάσου  Σχίζα*

 

Μέσα στις άγιες μέρες του Πάσχα, έχουνε δώσει τα ρέστα τους οι οργανικοί διανοούμενοι, τα  «πολυπολιτισμικά»  ιστολόγια  και οι κατά  φαντασίαν  celebrities  του δημόσιου βίου μας, να μας τον κάνουν ακόμα πιο αβίωτο. Θέλουν να πετύχουν (όσο ακόμη είναι νωρίς) απόλυτη  νίκη,  δηλαδή νίκη  πνευματική.

Να συνηθίσει ο λαός μας τον Φόβο, να συνηθίσει τον εκμαυλισμό, να θεωρεί ως φυσικά τα αφύσικα.

Αμέσως μετά τον γιατρό της Ν.Δ. Θρασύβουλο Μαυρομμάτη από την Πάτρα, ο οποίος προσπάθησε (λίαν  ανεπιτυχώς) να βεβηλώσει τη μνήμη των συνανθρώπων μας οι οποίοι δεν άντεξαν τη δολοφονική επίθεση των τοκογλύφων και δολοφονήθηκαν μέσω «αυτοκτονίας»  (τους  εγκάλεσε  ότι …δεν  έχουν  «φόβο  Θεού»,  ο  γιατρός  ο …αθεόφοβος), έρχεται ο ψυχοθεραπευτής Πατήρ Φιλόθεος Φάρος, στην Κρυσταλία Πατούλη  και  το  tvxs.gr  (Μεγάλο Σάββατο 4-5-2013 , αμ τι νομίζετε;)

Για να μην  περάσει  σε  κανενός  δύσμοιρου  το  μυαλό,  η  τρελή  ιδέα:

Μετά από τη στοιχειώδη ανάσα που πήρε τούτες τις Άγιες μέρες, ακούγοντας το «Χριστός ανέστη» και «θανάτω θάνατον πατήσας», να δούμε πως θα ξαναβρεθούμε, πώς θα αναστηθούμε,  πως θα  αντισταθούμε, πως θα τους στείλουμε στο διάολο,  παρεμβαίνει ο πατήρ  (ως  οφείλει  κάθε ….φάρος)  και  το  ξεκαθαρίζει:

"…..Ο Χριστός, δεν ασχολήθηκε, ούτε με την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ούτε με τον Ηρώδη. Δεν ασχολήθηκε με αυτά που εμείς ασχολούμεθα. Κι όμως, η Παλαιστίνη είχε κατοχή από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που ήταν κάποιον τρόπο δυνάστες του εβραϊκού λαού, και ο Ηρώδης ήταν ένας αδίστακτος δικτάτορας. Δεν ασχολήθηκε με αυτά. Εμείς ασχολούμαστε με τον πρόεδρο της δημοκρατίας, με τον πρωθυπουργό, τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, και τελικά ο μέσος Έλληνας, έχει συρρικνώσει την ύπαρξή του σε μια γραμμούλα πάνω απ' το μηδέν… Κι αυτόν τον απέραντο εσωτερικό του πλούτο, ούτε καν τον υποπτεύεται….."

"… Έτσι λειτουργούν τα πράγματα. Αγαπάτε τους εχθρούς σας, είπε.  Να κάνετε καλό σ' αυτούς που σας μισούν. Να ευλογείτε αυτούς που σας καταριούνται. Να προσεύχεστε γι αυτούς που σας κακομεταχειρίζονται. Μην εμποδίσεις κανέναν να σου πάρει ότι είναι  δικό  σου, κι  αν  στο  πάρει  μην  το  ζητήσεις  πίσω….."

Περίφημα, έτσι λέει ο πατήρ, ο ψυχοθεραπευτής, ο Φάρος.

Δεν μπορώ να γνωρίζω τι ακριβώς λέει σε κάποια δύσμοιρη γυναίκα (που τον συμβουλεύεται σαν ψυχοθεραπευτή) και είναι θύμα οικογενειακής βίας, σεξουαλικής κακοποίησης, που βλέπει πιθανότατα τον «άντρα» της να κακοποιεί και τα ίδια της τα παιδιά:  «Να προσεύχεται γι αυτούς που την κακομεταχειρίζονται». Να μην αντισταθεί, να μην αντεπιτεθεί και, κυρίως, να μην  ΘΥΜΩΣΕΙ.

Στη συνέντευξή του στο TVXS,  δεν  υπάρχει  πουθενά  η  λέξη  ΘΥΜΟΣ.

Ψυχοθεραπευτής,  κατά  τα  άλλα. Και  πατήρ. Και  φάρος.

Μα κι ο Χριστός  ακόμη  ΘΥΜΩΝΕ.  Επέτρεπε  στον  εαυτό  του  να  ΘΥΜΩΝΕΙ. Επέτρεπε στον εαυτό του να επικοινωνεί με τη δίκαιη οργή και να δρά στηριγμένος  σε  αυτήν.

Τόσο στο επίπεδο του προσωπικού ΒΙΑΣΜΟΥ, όσο και στο επίπεδο του κοινωνικού ΒΙΑΣΜΟΥ, ξεκάθαρα ΑΠΕΝΑΝΤΙ σε αυτούς που, κάθε φορά, τον συντελούν.

Αν μας λέει κάτι η προσωπική (και δια των χεριών του) επίθεση στους πάγκους των  εμπόρων – τραπεζιτών,  στο  Ναό  του  Σολομόντως.

Αν μας λέει κάτι η φοβερή του κραυγή: «Ουαί υμίν, Γραμματείς & Φαρισαίοι υποκριταί», η οποία άλλωστε και τον οδήγησε στο Σταυρό του μαρτυρίου Του.

Αν μας λέει κάτι η Ορθόδοξη παράδοσή μας, η οποία εκτός από Γιοσάκηδες, Βαβύληδες, Ιερώνυμους και Ιερόδουλους, έβγαλε και Αθανάσιο Διάκο, Παπαφλέσα, Παλαιών Πατρών Γερμανό, καλόγερο Σαμουήλ, επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ στο Μεσολόγγι.

Παρότι θα πεθάνει (όπως όλοι μας) ο πατήρ Φιλόθεος ΔΕΝ έχει ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ να «αποθάνει», ούτε έτσι όπως το αποφάσισε ο Χριστός, ούτε έτσι όπως το αποφάσισε ο Μακρυγιάννης, ο Διάκος, ο Παπαφλέσσας.

Συνεντεύξεις έχει αποφασίσει να δίνει, μέχρι το Τέλος.

Συνεντεύξεις που νομιμοποιούν τους βιαστές, τους φονιάδες του Ανθρώπου, συνεντεύξεις  που  νομιμοποιούν  το  Τέρας:

Μάνος Χατζιδάκις,   Από το βιβλίο: «Τα Σχόλια του Τρίτου», Εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1980: Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του Τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά.

Ο Frankenstein έγινε πόστερ και στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου αγοριού.

Το αγόρι ονομάζεται Πινοσέτ ή Βιντέλλα, κι ολομόναχο χορεύει με πάθος ένα tango ελλειπτικό. Δεν υπάρχει μουσική, ούτε τραγουδιστής από κοντά. Μονάχα ένας ρυθμός ατέλειωτος και αριθμοί. Χίλιοι, πεντακόσιοι, πέντε χιλιάδες, δέκα, εκατό χιλιάδες, αριθμοί όχι εντελώς αποσαφηνισμένοι των εξαφανισθέντων, βασανισθέντων και νεκρών.

Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοήθα να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος, που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά.

Το ερώτημα περνάει απ' τις ηλεκτρικές εφημερίδες της κεντρικής πλατείας. Πώς θ' αντιδράσουμε και πώς δε θα συμβιβαστούμε με το τέρας;

Θυμάστε τι έγινε στην "Ερωφίλη", από την προηγούμενη φορά. Ο κόσμος της είχε για βασικές αξίες, το ήθος, την αλήθεια και την ομορφιά. Κι έτσι, όταν παρουσιαζότανε η μορφή ενός τέρατος, αναστάτωνε το κοινό αίσθημα εκ βαθέων, και προκαλούσε απρόσμενη, άμεση και καθοριστική αντίδραση. Μόλις ο Βασιλιάς έβγαλε τον μανδύα του μεγαλείου του και το προσωπείο του αγαθού αρχηγού πατέρα, κι εφάνη στο πρόσωπο του η μορφή του τέρατος, (με τον διαμελισμό του Πανάρετου), ο Χορός, από γυναίκες, ορμά πάνω του, τον ποδοπατά, τον θανατώνει  και  τον  εξαφανίζει.

Αυτό σημαίνει πως ο χορός των γυναικών αυτών, και δεν φοβήθηκε, αλλά και πως δεν θα μπορούσε ποτέ να μοιάσει με το πρόσωπο του τέρατος…..»

Κάποιο λόγο, βαθειά προσωπικόν, θα έχει ο πατήρ Φιλόθεος για να έχει πάρει σβάρνα τις εκπομπές (από την «κρατική» τηλεόραση, μέχρι τα ιστολόγια του «πολυπολιτισμού», προωθώντας την «ατομική» ευθύνη,  το «μαζί τα φάγαμε», την  υποταγή  στο  Τέρας. Έχει  κάθε  δικαίωμα.

Έχουμε  δικαίωμα  και Εμείς, όμως,  να  προσπεράσουμε. Ακούσαμε κι ευχαριστούμε πολύ, δεν θα πάρουμε.

Άντε  και  εις  ανώτερα: Και  στου  Παπαχελά, και  στου  Παπαχελά !!

 

Εάν το επιθυμείτε,  

μπορεί  να  αναδημοσιευτεί  ενυπόγραφο: 

Πάτρα 6-5-2013 

* Τάσος  Σχίζας, Πολ. Μηχανικός

Η Αριστερά και το Ευαγγέλιο

Η Αριστερά και το Ευαγγέλιο

 

Του Χρήστου Λάσκου

 

 

Να ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής πως δεν μιλώ ως ειδικός. «Κόκκινος και όχι ειδικός», είναι ο προσδιορισμός που ταιριάζει καλύτερα, νομίζω, στην περίσταση. Επιπλέον, εξηγούμαι πως δεν πρόκειται να ανακοινώσω τη «γραμμή» του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τα θέματα της θρησκείας. Όσα ακολουθoύν είναι η προσωπική τοποθέτηση ενός ανθρώπου που είναι από χρόνια ενταγμένος στη ριζοσπαστική Αριστερά και θεωρεί αυτή την ένταξη κεντρικό στοιχείο της ταυτότητάς του. Όπως ακριβώς οι πιστοί δεν μπορούν να αντιληφθούν τον εαυτό τους χωρίς την πίστη, έτσι κι εγώ αδυνατώ να υπάρχω χωρίς την κομμουνιστική και ελευθεριακή μου ένταξη.

Και αυτό δεν συνιστά μια ιδιωτική μου υπόθεση. Όσο δεν μπορείς να είσαι χριστιανός χωρίς Εκκλησία, άλλο τόσο δεν μπορείς να είσαι κομμουνιστής χωρίς κόμμα. Να κάνω, ακόμη, μια προκαταρκτική, περισσότερο θεωρητική, διευκρίνιση: ο μαρξισμός είναι θεωρία της Ιστορίας, και όχι φιλοσοφικό σύστημα. Απεχθάνεται μάλιστα σφόδρα τα συστήματα. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, δεν έχει αντιθεολογικές, ειδικά, αξιώσεις.

Ο Μαρξ και η θρησκεία

«Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Η συγκεκριμένη πρόταση είναι από τις γνωστότερες που αποδίδονται στο Μαρξ. Συγκρίσιμο ως σήμα-κατατεθέν του μαρξικού ανθολογίου είναι, ίσως, μόνο το «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε!», άντε και το «Οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν παρά τις αλυσίδες τους» ή το «Οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα». Και, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, πολύ συχνά ο αποδέκτης ή και ο χρήστης του έχει μια στρεβλή ή τουλάχιστον ελλειμματική άποψη σχετικά με το νόημα που του απέδιδε ο αρχικός του δημιουργός. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν ο τελευταίος δεν το φαντάστηκε ως μότο ή σύνθημα, αλλά το διατύπωσε ως τμήμα ενός ευρύτερου κειμένου με συγκεκριμένα συμφραζόμενα.

Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τι ακριβώς έγραψε ο Μαρξ στη Συμβολή στην κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου. Λέει: «Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, το πνεύμα μιας χωρίς πνευματικότητα κατάστασης. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού […] Η κριτική της θρησκείας είναι, επομένως, η εμβρυακή κριτική της κοιλάδας των δακρύων, που φωτοστέφανό της είναι η θρησκεία […] Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού σημαίνει απαίτηση της πραγματικής της ευτυχίας. Η απαίτηση της εγκατάλειψης των ψευδαισθήσεων για την κατάστασή του είναι η απαίτηση της εγκατάλειψής του μιας κατάστασης που χρειάζεται τις ψευδαισθήσεις». Κι αυτό βγάζει εντελώς άλλο νόημα.

Φυσικά, ο Μαρξ υποβάλλει σε απηνή κριτική τη θρησκεία. Η κριτική του, ωστόσο, αφορά πρωτίστως τον ρόλο της θεσμικής Εκκλησίας στο εξουσιαστικό πλέγμα των ταξικών κοινωνιών. Την κρίνει ως εξουσία, που ασκήθηκε πολλές φορές σκληρά απέναντι στους ταπεινούς και καταφρονεμένους, στους οποίους ο λόγος του Χριστού ευαγγελίστηκε πως σ' αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. Ως οπαδός της εξισωτικής χειραφέτησης, στο όνομα της υπέρτατης αξίας της ισότητας δεν θα μπορούσε παρά να είναι εχθρός κάθε ιεραρχίας – και της ιερής.

Φραντσέσκο Μπονέρι, «O Iησούς εκδιώκει τους εμπόρους από τον ναό», 1610

Εκλεκτικές συγγένειες: Εξισωτισμός

Αντίθετα με την κρατούσα άποψη, ο μαρξισμός αισθάνεται διαχρονικά πολύ οικεία με τα σχήματα των ευαγγελίων. Και όχι μόνο.

Στη μακριά σειρά των χειραφετητικών κινημάτων, από τον Κλεομένη και τον Αριστόνικο, τον Σπάρτακο, τους Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης, τον Τόμας Μύντσερ και τους Αναβαπτιστές, τους βρετανούς Levelers και τους γάλλους εξισωτιστές επαναστάτες μέχρι τις μεγάλες εργατικές επαναστάσεις του 19ου ή του 20ού αιώνα, ο χριστιανισμός κατέχει περίβλεπτη θέση.

Για το σύνολο των μαρξιστών ιστορικών ο χριστιανισμός αντιπροσωπεύει μια μεγάλη εξέγερση των ταπεινών της ύστερης δουλοκτητικής αρχαιότητας. Και τα τεκμήρια, ως προς αυτό, δεν είναι μόνο ιστορικοϋλιστικά ή κοινωνιολογικά. Τα Ευαγγέλια, καθαυτά, αλλά και οι κοινοκτημονικές πρακτικές του πρώιμου χριστιανισμού είναι ο σημαντικότερος δείκτης.

Η οικειότητα, μάλιστα, γίνεται βαθιά, όταν ο αριστερός ακούει τα λόγια του Χριστού «Μακάριοι είναι οι φτωχοί…» ή, ακόμη περισσότερο, πως «ευκολότερο είναι να περάσει καραβόσκοινο από το μάτι της βελόνας, παρά να εισέλθει πλούσιος στο Βασίλειο του Θεού». Το ίδιο κι όταν διαβάζει την Ομιλία προς τους πλουτούντας του Μεγάλου Βασιλείου, που δώρισε η Αυγή στους αναγνώστες της, σε μετάφραση Γιώργου Κοροπούλη, τη μέρα των Θεοφανείων. Πραγματικά δεν νομίζω πως οι προηγούμενες διατυπώσεις είναι λιγότερο ριζοσπαστικές από το επαναστατικό απόφθεγμα πως «δεν αρκεί να είσαι με τους φτωχούς, πρέπει να είσαι και εναντίον των πλουσίων». Η βίαιη επίθεση του Ιησού εναντίον των εμπόρων του Ναού, μαζί και η διαχρονική αντιμετώπιση του χρήματος ως μιαρού και του τόκου ως αμαρτίας, τουλάχιστον από τους Ορθόδοξους και τους Καθολικούς, εικονοποιεί με πολύ σαφή τρόπο αυτήν την πρακτική στάση.

Ρέμπραντ, «O Iησούς εκδιώκει τους εμπόρους από τον ναό», 1626

Ο Χριστός είναι με τους αναγουήμ αδιάλλακτα, είναι στην πλευρά των ενδεών και των απόκληρων. Τον Χριστό των Ευαγγελίων, όπως γράφει ο Τέρυ Ήγκλετον (Λογική, Πίστη και Επανάσταση, μετ. Πέτρος Γεωργίου Πατάκης, 2011), «θα τον γνωρίσεις αληθινά όταν δεις το πεινασμένο πλάσμα να χορταίνει με όλα τα καλά και τους πλούσιους να αποδιώχνονται, μένοντας με άδεια χρόνια».

Αν, όμως, το κεντρικό μήνυμα των Ευαγγελίων είναι πως «η τραυματική αλήθεια της ανθρώπινης ιστορίας είναι ένα βασανισμένο και παραμορφωμένο σώμα», που είναι προορισμένο να αναστηθεί, τότε οι μαρξιστές δεν μπορεί παρά να δείχνουν το μέγιστο ενδιαφέρον.

Νεοφιλελεύθερος αθεϊσμός

Είναι γνωστό πως τα τελευταία χρόνια ένας αριθμός, αγγλοσαξόνων κυρίως, διανοητών (Ο Ντώκινς με την Περί Θεού αυταπάτη, ο Χίτσενς με το Ο Θεός δεν είναι μεγάλος, ο Ντάνιελ Ντένετ κ.ά.) έχουν, στο όνομα της πάλης εναντίον του φονταμενταλισμού, επιτεθεί με μεγάλη σφοδρότητα στην θρησκεία. Οι φιλελεύθεροι αυτοί διανοητές, σε αντίθεση με τους μαρξιστές, ενορχηστρώνουν την επίθεσή τους χτυπώντας, με απλοϊκό εντέλει τρόπο, στα αδύνατα σημεία, ενώ η εντιμότητα θα επέβαλλε έναν προσανατολισμό στα δυνατά σημεία του αντιπάλου.

Φτιάχνουν, έτσι, μια καρικατούρα αυτού που υπήρξε χωρίς αμφιβολία ίσως η πιο εκτεταμένη και διαχρονική λαϊκή κουλτούρα της ανθρώπινης ιστορίας. Και αφιερώνουν εκατοντάδες σελίδες χωρίς να παραδέχονται το παραμικρό ανθρώπινο όφελος, που να έχει απορρεύσει από την θρησκευτική εμπειρία. Γι' αυτούς, οι μυριάδες ανθρώπων που θυσίασαν το βόλεμά ή και τη ζωή τους ακόμη για τους άλλους στο όνομα του Χριστού, του Αλλάχ απλά είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Εξαχνώνονται από την ιστορία χωρίς ίχνος.

Στην πραγματικότητα, αυτό που έχουμε εδώ είναι η τεράστια διαστροφή, που ονομάζεται επιστημονισμός και τείνει να περιλάβει ως αντικείμενο αποδόμησης ακόμη και όσα – ή, κυρίως, όσα – δεν μπορεί ούτε στοιχειωδώς να κατανοήσει.

Είναι η άλλη πλευρά της καπιταλιστικής νεοτερικότητας, στην οποία οι Χορκχάιμερ και Αντόρνο, ήδη από τη δεκαετία του 1940, με τη Διαλεκτική του Διαφωτισμού, εντάσσουν τόσο την πενικιλίνη όσο και το Άουσβιτς. Είναι η πλευρά, από την οποία ο κοινός νεοφιλελεύθερος «υλισμός» και η τεχνοκρατία παράγει τέρατα.

Με δεδομένο πως η καπιταλιστική κουλτούρα είναι βουτηγμένη στο αίμα όσο καμιά άλλη στην ανθρώπινη ιστορία ο Ήγκλετον και πάλι σημειώνει πως «το προηγμένο καπιταλιστικό σύστημα είναι εγγενώς αθεϊστικό. Είναι άθεο τόσο στις απτές υλικές προοπτικές του όσο και στις υπονοούμενες σε αυτές αξίες και πεποιθήσεις, ό,τι κι αν διατείνονται ορισμένοι από τους απολογητές του. Υπό αυτήν την έννοια, το καπιταλιστικό σύστημα είναι αθεϊστικό με όλους τους λάθος τρόπους, ενώ ο Μαρξ και ο Νίτσε είναι αθεϊστές με τους σωστούς κατά κανόνα τρόπους».

Πρέπει να υπογραμμιστεί το συγκεκριμένο σημείο γιατί συνήθως είναι ο μαρξισμός, που ελέγχεται ως φορέας του μηχανιστικού υλισμού. Ουδέν αναληθέστερον για όποιον έχει στοιχειώδη γνώση του μαρξιστικού φιλοσοφικού προβληματισμού. Ο μαρξισμός δεν ισχυρίζεται πως «η ψυχή έχει μάζα». Αυτό που λέει είναι πως «οι ιδέες είναι πρακτικές» κι όχι όντα πτερόεντα. Αυτή η πρακτική του διάσταση είναι η καρδιά αυτού που αντιλαμβάνεται ως υλισμό και, από αυτήν την άποψη, και πάλι προσεγγίζει έναν ορισμένο χριστιανισμό. Συμφωνεί με τον Πασκάλ, όταν αυτός ισχυρίζεται πως «δεν πιστεύεις κι έτσι γονατίζεις και προσεύχεσαι», αλλά «γονατίζεις, προσεύχεσαι, πιστεύεις».

Ο υλισμός, που συνήθως προσάπτεται από τους ανθρώπους της θρησκείας στον μαρξισμό, είναι αυτό που οι ίδιοι οι μαρξιστές αποκαλούν «χυδαίο υλισμό» και ταιριάζει ακριβώς στο νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό φαντασιακό. Και, από αυτήν την άποψη, η «αποδόμηση» του μαρξισμού από την θρησκεία μοιάζει με αυτήν που κάνουν οι φιλελεύθεροι αθεϊστές στη χριστιανική διδασκαλία.

Η εχθρότητα, βέβαια, είναι εξηγήσιμη. Προκύπτει από την σφοδρότητα, με την οποία το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα συγκρούστηκε με την εκκλησιαστική εξουσία, η οποία συχνά στην ιστορία του κόσμου υπήρξε από τις βαρύτερες μορφές εξουσίας.

Εξηγείται, όμως, και από τη βάρβαρη και μισαλλόδοξη αντιμετώπιση πολλών πιστών στις κοινωνίες του «ανατολικού στρατοπέδου». Μόνο που η αλήθεια αυτής της εμπειρίας δεν μπορεί να σβήσει την εντελώς διαφορετική, ανοιχτή και μεγαλόκαρδη, πρακτική της μεγάλης Ρωσικής Επανάστασης, για την οποία αν δεν εκλείψει η κοιλάδα των δακρύων κανείς δεν μπορεί να διαγράψει με διατάγματα την θρησκεία.

Λύτρωση και (ή) απελευθέρωση

Αν θα έπρεπε να ονομάσουμε έναν κομμουνιστή, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική συνείδηση του καιρού του και του κινήματος, στο οποίο συμμετείχε, νομίζω πως ο Βάλτερ Μπένγιαμιν θα ήταν ο κατεξοχήν υποψήφιος.

Εμμένοντας – στις «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας» – πως η επανάσταση επιβάλλεται όχι ως δώρο προς τις μέλλουσες γενιές, αλλά ως υποχρέωση προς τις παρελθούσες ταπεινωμένες και καταπιεσμένες γενιές των ταξικών κοινωνιών θύμισε πως «ο Μεσσίας δεν έρχεται μόνο ως λυτρωτής, αλλά και ως νικητής του Αντίχριστου».

Και χρησιμοποίησε την χριστιανική-μεσσιανική αντίληψη του χρόνου, για να αρνηθεί τη νομοτελειακή εικόνα τους αναπόφευκτου της ανοδικής προόδου, που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του σοσιαλδημοκρατικού θετικισμού.

Ο Μπένγιαμιν, μαζί με τους φίλους του σπαρτακιστές εξεγερμένους του 1919 – και, κυρίως, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τη μάρτυρα της Γερμανικής Επανάστασης – ήξερε πως «το κάθε δευτερόλεπτο είναι η μικρή πύλη, από την οποία μπορεί να περάσει ο Μεσσίας». Και, έτσι, διάβαζε τη Βασιλεία του Θεού ως εκείνες τις σκόρπιες, συχνά καταδικασμένες σε αποτυχία, μάχες εξ ονόματος των καταπιεσμένων, ιδωμένες, κατά κάποιον τρόπο, από την σκοπιά της αιωνιότητας.

Όπως ακριβώς ο Χριστός ήρθε μια τυχαία στιγμή και μπορεί να επιστρέψει οποτεδήποτε, χωρίς καμιά αιτιακή χρονική αλυσίδα να μπορεί να προβλέψει την ώρα, έτσι και η Επανάσταση είναι συμβάν μη προσδιορίσιμο. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, οι άνθρωποι πρέπει να προετοιμάζονται.

Ο Σάββας Μιχαήλ προβλέπει για την εποχή μας: «Όπως τον καιρό εκείνο, στην αυγή της Ρωσικής και της Γερμανικής Επανάστασης, καθόλου τυχαία ο Μπένγιαμιν και ο Ερνστ Μπλοχ ή ο αναρχικός Λαντάουερ ξαναβλέπουν τη Βίβλο με άλλο μάτι, μέσα σε μια Ευρώπη παραδομένη στις φλόγες, πιστεύω πως και τώρα υπάρχουν βαθύτατα ιστορικά ρεύματα που οδηγούν στην επανεμφάνιση μιας τέτοιου είδους προβληματικής» (στον συλλογικό τόμο Ο θεός της Βίβλου και ο θεός των φιλοσόφων, επιμ. Σταύρος Ζουμπουλάκης, Άρτος Ζωής, Αθήνα, 2012).

Δεν ξέρω αν θα επιβεβαιωθεί η πρόβλεψή του, αλλά, σε ό,τι αφορά το σύγχρονο μαρξισμό, δεν είναι τυχαία, νομίζω, η κεντρικότητα της φιλοσοφικής αναφοράς στον Σπινόζα, αυτό τον «Χριστό των φιλοσόφων», για τον οποίο ο Ιησούς υπήρξε ο κορυφαίος των σοφών, χάρη στη διδασκαλία του οποίου ακόμη και οι αδαείς και οι αμαθείς μπορούν πλέον να σωθούν.

Οι κομμουνιστές αγωνίζονται για την υπέρβαση του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας αταξικής κοινωνίας ισότητας και ελευθερίας. Δεν είναι, όπως προείπαμε, μόνο με τους φτωχούς, αλλά και μαχητικά εναντίον των πλουσίων. Κι αυτό σημαίνει προσανατολισμό σε μεγάλη, ακραία ταξική σύγκρουση.

Γιατί, όπως είπε ο μεγάλος προτεστάντης θεολόγος του 20ού αιώνα Καρλ Μπαρτ, το καπιταλιστικό σύστημα είναι «σχεδόν αναμφίβολα δαιμονικό». Η υπέρβασή του είναι προϋπόθεση για την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπινου προσώπου.

ΠΗΓΗ: 04-05-2013,  http://enthemata.wordpress.com/2013/05/04/laskos-4/

* Ο Χρήστος Λάσκος είναι οικονομολόγος, μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Το κείμενο αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της εισήγησής του στο συνέδριο «Εκκλησία και Αριστερά», που οργάνωσε το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, 22-23.1.2013

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τΜτΒ.

Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού, δεοντολογία & παραπλάνηση

Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού, δεοντολογία και παραπλάνηση

 

Του Γιώργου Μαυρογιώργου*

  

Πώς να χωρέσει η διδασκαλία στον κατάλογο των κατηγοριών και των κριτηρίων αξιολόγησης; Ποιος είναι αυτός ο αξιολογητής που θα βάλει βαθμό από το 0 έως το 100 σε μια ρευστή και εξελισσόμενη παιδαγωγική σχέση που μπορεί ακόμη και  να «καταργεί» ή να «σκοτώνει» την αυθεντία του  δασκάλου; Αν «η διδασκαλία είναι αϋπνία …δημιουργική αϋπνία» (George Steiner), ποια «Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας» μπορεί «να διαμορφώνει, να οργανώνει, να εξειδικεύει, να  τυποποιεί… διαδικασίες  αξιολόγησης, κριτήρια και δείκτες…»;

Τι, άραγε, μας λέει η προβοκατόρικη  παρρησία ορισμένων εκπαιδευτικών που ισχυρίζονται ότι «κάνουν τόσο καλά τη δουλειά τους που δε φοβούνται την αξιολόγηση»; Μήπως, ότι έχουν συμβιβαστεί με το θανάσιμο εναγκαλισμό διδασκαλίας και αξιολόγησης; Γιατί αποσιωπάται το γεγονός ότι, τελικά, δε γίνεται διδασκαλία την ώρα της αξιολόγησης, μια κι αυτό στο οποίο συμμετέχουν όλοι (αξιολογητής/παρατηρητής, αξιολογούμενος και μαθητές) είναι ένα παιγνίδι ρόλων και διαχείρισης εντυπώσεων; Αντέχει η προοπτική «αναστοχασμού» σε καθεστώς επιτήρησης;

Από τη μελέτη συγκεκριμένων εισηγήσεων που έγιναν σε εκδηλώσεις εκπαιδευτικών  τον τελευταίο καιρό  και από ορισμένα κείμενα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, διαπιστώνει κανείς  ότι προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι τόσο η αναγκαιότητα και όσο η σκοπιμότητα της αξιολόγησης  του εκπαιδευτικού θεμελιώνεται  επιστημονικά, μόνο που χρειάζεται να «καθαρθεί» από τις μνήμες του «επιθεωρητισμού» και να ανακτήσει  τον επιστημονικό της χαρακτήρα, τη χαμένη αξιοπιστία και την εγκυρότητά της στη συνείδηση των εκπαιδευτικών. Η σχετική βιβλιογραφία, μάλιστα, επιφυλάσσει  για την αξιολόγηση  του εκπαιδευτικού πολύ σημαντική θέση και υπόληψη στην «ατζέντα» της εκπαιδευτικής έρευνας. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συνιστά και αντικείμενο   μεταπτυχιακών σπουδών που επικεντρώνονται σε ένα είδος «μεθοδολογικής μανίας» για τη βελτίωση  μεθόδων, τεχνικών, διαδικασιών, κριτηρίων, κ. α., ώστε να προκύπτει έγκυρη, αξιόπιστη και αντικειμενική αξιολόγηση.  

Οι θιασώτες αυτής της προσέγγισης, συνήθως, παρακάμπτουν τις σχετικές πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές παραμέτρους του ζητήματος και διεκδικούν μια ιδιότυπη και τυφλή ουδετερότητα που τους εκτρέπει στο να διατυπώνουν τις απόψεις τους σε κοινωνικοπολιτικό και ιδεολογικό κενό. Με περισσή αυταρέσκεια, μάλιστα, επικεντρώνονται στα προβαλλόμενα ως επιστημονικά και μεθοδολογικά ζητήματα της αξιολόγησης προκειμένου να αναστηλώσουν τη χαμένη της υπόληψη και κύρος.

Στην πολιτική αξιολόγησης που έχει ανακοινωθεί προβλέπεται ότι η «Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας», ανάμεσα σε άλλα, «Μεταξιολογεί τα συστήματα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού… και εντοπίζει αδυναμίες και τρόπους αντιμετώπισής τους». Στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προβλέπεται, επίσης, στάδιο «μετα-αξιολογικής συζήτησης και αναστοχασμού». Σκεφτήκαμε να δράσουμε προληπτικά και να κάνουμε μια ex ante αξιολόγηση του σχετικού συστήματος που προτείνεται όχι, προφανώς, για να το βελτιώσουμε αλλά για να τεκμηριώσουμε τον ισχυρισμό ότι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προσφέρεται μόνο για μεθοδολογικές  αλχημείες και σοβαρές παραμορφώσεις. Κι απ' αυτή την άποψη δεν έχει θέση στο σχολείο.

 

 Θα προσπαθήσουμε να  κινηθούμε στην «εσωτερική λογική» αυτών που προβάλλουν επιτακτικά την αναγκαιότητα μιας  διαδικασίας που να αποκλείει στρεβλώσεις και παραμορφώσεις, για να τεκμηριώσουμε την άποψη ότι η πολιτική αξιολόγησης του εκπαιδευτικού δε διαθέτει στοιχειώδεις μεθοδολογικές προϋποθέσεις ώστε να επιτυγχάνει τους σκοπούς στους οποίους ρητά αναφέρεται. Οπότε, παραμένει το ερώτημα: γιατί, άραγε, στήνεται ένας πολυδάπανος (σε ανθρώπινο δυναμικό, σε ενέργεια, σε χρόνο και σε χρήμα) πολυεπίπεδος, ιεραρχικός,  γραφειοκρατικός  πανοπτικός μηχανισμός ολοκληρωτικής αξιολόγησης του εκπαιδευτικού;  Η απάντηση που δίνουμε σε αυτό το ερώτημα είναι η ακόλουθη: Η όποια εκδοχή αξιολόγησης του εκπαιδευτικού είναι  μια  πολιτική επινόηση  της οποίας οι μεθοδολογικές προϋποθέσεις, συνθήκες και όροι προσφέρονται, κατά κύριο λόγο, αν όχι αποκλειστικό,  για την άσκηση των εκπαιδευτικών στην πειθαρχία, στον έλεγχο, την υπακοή, τη συμμόρφωση και την πιστή εκτέλεση των εντολών της διοικητικής ιεραρχίας, κατά την προσφορά του εκπαιδευτικού τους έργου.  Ο «επιθεωρητισμός», από αυτή την άποψη, μάλλον, δεν ευθύνεται για την αρνητική υποδοχή  της αξιολόγησης από την πλευρά των εκπαιδευτικών. Άλλωστε, λίγοι εκπαιδευτικοί διαθέτουν βιωμένη  εμπειρία   και μνήμη επιθεωρητή. Υπάρχει, βέβαια, η μνήμη των αφηγήσεων που είναι αρκετά ισχυρή.

Στο σχέδιο Π.Δ. αναφέρονται ως σκοποί αξιολόγησης οι ακόλουθοι: «η διαπίστωση της ποιότητας των λειτουργιών και των αποτελεσμάτων του εκπαιδευτικού τους έργου», «η βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού τους έργου», «η διάχυση των καλών πρακτικών… στις διαδικασίες επιμόρφωσης και ανατροφοδότησης του έργου τους» και «η παροχή κινήτρων για τη διαρκή επιστημονική και επαγγελματική ανάπτυξη και εξέλιξή» τους. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι απουσιάζουν παντελώς  από τη σχετική σκοποθεσία αναφορές που να συνδέουν την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού με τις διαδικασίες απολύσεων, τη μονιμοποίηση των δόκιμων εκπαιδευτικών και τις νέες ρυθμίσεις που διέπουν το καθεστώς των προαγωγών, των ποσοστώσεων και μισθολογικών παροχών, στο πλαίσιο των πολιτικών που απορρέουν από τις δεσμεύσεις των μνημονίων. Πρόκειται για κραυγαλέα απόπειρα παραπλάνησης.

Για να αποσαφηνίσουμε τους ισχυρισμούς μας θα αντλήσουμε από το πεδίο των συζητήσεων που γίνονται αναφορικά με τη μεθοδολογία  και τη δεοντολογία στη διεξαγωγή εκπαιδευτικών ερευνών (Κυριαζή, Ν., 1999, Robson, C., 2007). Δε θεωρούμε ότι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συνιστά αυτή καθαυτή εκπαιδευτική έρευνα, αν και, όπως υποστηρίζεται, «η αξιολόγηση δεν είναι απαραίτητα έρευνα. Ωστόσο, επωφελείται από το είδος πειθαρχημένης και συστηματικής προσέγγισης που χαρακτηρίζει την έρευνα» (Robson,.ο.π.: 240). Πράγματι, η προβλεπόμενη διαδικασία αξιολόγησης συντελείται με τη χρήση τεχνικών συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων, ανάλογων με αυτές των εκπαιδευτικών ερευνών. Η προβλεπόμενη «παρακολούθηση διδασκαλιών» συνιστά μια μορφή «άτυπης παρατήρησης» που συντελείται με τη χρήση προκαθορισμένων κατηγοριοποιημένων και κωδικοποιημένων κριτηρίων αξιολόγησης. Η λεγόμενη «μετα-αξιολόγηση», η «ανατροφοδότηση» και η σύνταξη αξιολογικής έκθεσης, κ.α., μεθοδολογικά παραπέμπουν σε τεχνικές, ερευνητικά εργαλεία και μεθόδους  που συνδέονται με τη συνέντευξη ή την έρευνα δράσης ή τη μελέτη μεμονωμένης περίπτωσης (εκπαιδευτικού), την ανάλυση, την επεξεργασία και την παρουσίαση των ευρημάτων. Δεν πρόκειται, βέβαια, εδώ να ασχοληθούμε με την «εγκυρότητα κατασκευής» των κριτηρίων που προβλέπονται για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και την κατάταξή του σε διαβαθμισμένες κατηγορίες αξιολόγησης.

 

Η παρακολούθηση της διδασκαλίας  συνιστά θεσμοθετημένη εισβολή

 

Οι σχετικές ρυθμίσεις που προβλέπονται για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προδιαγράφουν με σαφήνεια ένα πλαίσιο θεσμοθετημένης εισβολής και υποχρεωτικής συμμετοχής  εκπαιδευτικού και μαθητών στα δρώμενα. Πρόκειται  για εισβολή στον υλικό, τον κοινωνικό και τον συμβολικό χώρο της θεσμικής παιδαγωγικής σχέσης δασκάλου και μαθητών. Τα ζητήματα δεοντολογίας είναι πολλά κι αυτά δεν είναι δυνατόν να απαλυνθούν με μια ενδεχόμενη αναζήτηση αντισταθμιστικής ισορροπίας του δείκτη «κόστους-οφέλους», με την καταγραφή δηλαδή των πολύ θετικών κερδών που ενδεχομένως, απορρέουν για την εκπαίδευση, συνολικά. 

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, όπως και η εκπαιδευτική έρευνα,  είναι ανοιχτή και σε θέματα δεοντολογίας, που απορρέουν από το πλαίσιο διεξαγωγής της (ο δάσκαλος σε καθεστώς ελέγχου, μπροστά στα μάτια των μαθητών του), τη διαφορά ισχύος αξιολογητή-αξιολογούμενου,  τα χαρακτηριστικά της ομάδας των μαθητών, τις συνθήκες (άγχος κι αβεβαιότητα), τη χρήση των καταγραφών που θα γίνουν, κ.α. Ας σημειωθεί ότι, ουσιαστικά, δεν πρόκειται για παρακολούθηση διδασκαλιών αλλά για παρακολούθηση του εκπαιδευτικού και των μαθητών του σε ώρα διδασκαλίας. Δε θα ήταν υπερβολή εάν υποστηρίζαμε ότι η παρακολούθηση των διδασκαλιών εκτυλίσσεται σε  ένα ναρκοπέδιο δεοντολογίας, καθώς  δεν προκύπτει ως αποτέλεσμα συνειδητής συναίνεσης των εμπλεκομένων αλλά ως θεσμοθετημένη υποχρεωτική συμμετοχή όπου απειλούνται η  σχετική αυτονομία, η προσωπική ηρεμία, η καθημερινότητα, η αξιοπρέπεια, η αυθεντικότητα, κ. α. Πολύ περισσότερο, η αξιολόγηση είναι εξαιρετικά ευαίσθητη διαδικασία που κουβαλάει και τον ενδεχόμενο κίνδυνο να κατατάξει τον αξιολογούμενο στην κατηγορία του «ανεπαρκούς» και που είναι εκτεθειμένη στην «υποβρύχια χρήση» για νομιμοποίηση κατάληψης περιορισμένων θέσεων στην επόμενη βαθμίδα εξέλιξης ή για νομιμοποίηση απολύσεων. Με λίγα λόγια, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού είναι εκτεθειμένη σε πολλές «πολιτικές ανησυχίες», όπως π.χ. ο καταναγκασμός και η υποχρεωτική συμμετοχή των μαθητών και του εκπαιδευτικού, η συμμετοχή των μαθητών χωρίς να συνειδητοποιούν και να κατανοούν συνολικά την αξιολόγηση που γίνεται, η ενδεχόμενη έμμεση εξαπάτηση ή παρακίνηση μαθητών για συγκεκριμένη μορφή συμμετοχής, η απόκρυψη πληροφοριών, κ.α. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, έτσι όπως σχεδιάζεται, δε διαθέτει «κώδικα δεοντολογίας». 

 

Η χαμένη εγκυρότητα

 

Στη σχετική βιβλιογραφία τονίζεται με έμφαση ότι η αίθουσα διδασκαλίας είναι  δύσκολο και σύνθετο πεδίο για έρευνα και οι θεμελιώδεις μεθοδολογικές τεχνικές συλλογής δεδομένων είναι η παρατήρηση και η συνέντευξη ή ο συνδυασμός τους. Η σχετική συζήτηση μας ενδιαφέρει στην περίπτωσή μας γιατί με το σχέδιο αξιολόγησης του εκπαιδευτικού προβλέπεται συνεργασία αξιολογητή-αξιολογούμενου, κατά την προετοιμασία και το σχεδιασμό,  παρατήρηση («παρακολούθηση») στην αίθουσα διδασκαλίας όσο και διαδικασία «αναστοχασμού», μετά την ολοκλήρωση. Οι  μεθοδολογικές κριτικές που γίνονται αναφορικά με την έρευνα θέτουν ζητήματα που αναφέρονται: στην ελευθερία έκφρασης και δράσης, την προκατάληψη του παρατηρητή που δεν μπορεί να «ακούσει» όσα λέγονται ή να καταγράψει όσα γίνονται, λόγω της ειδικής σχέσης εκπαιδευτικού-μαθητών, την παρακολούθηση ως απειλή της επαγγελματικής ταυτότητας, τη «μεροληψία της πολιτικά επιθυμητής συμπεριφοράς» (: όταν μαθητές και δάσκαλοι κάνουν κάτι ή δεν κάνουν κάτι  για να ικανοποιήσουν τον «σημαντικό επισκέπτη» αξιολογητή που έχει ισχύ και δύναμη να κατατάσσει και να αξιολογεί). Ο επισκέπτης/παρατηρητής  επηρεάζει τη διδασκαλία που παρακολουθεί. Στην ερευνητική παρατήρηση επιλέγονται πρακτικές μιας διακριτικής παρατήρησης που ξεκινούν από το να μη γνωρίζουν τα υποκείμενα ότι είναι υπό παρατήρηση ή από το άλλο άκρο ότι οι παρατηρούμενοι είναι τόσο εξοικειωμένοι  και εθισμένοι στην παρουσία του παρατηρητή ώστε αυτή  συνεχίζεται ως εάν δεν υπάρχει. Ο παρατηρητής  «γίνεται» έπιπλο ή μύγα ή απαρατήρητο κομμάτι της ταπετσαρίας. Στην περίπτωση της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού  η παρατήρηση εξελίσσεται σε εξαιρετικά περιορισμένο χρόνο και ασφυκτικές προθεσμίες και αυτό δεν επιτρέπει την εξασφάλιση ανάλογων προϋποθέσεων για εγκυρότητα των καταγραφών που γίνονται. Αν στις έρευνες παρατήρησης της τάξης ζητείται ώστε ο παρατηρητής να μη «μπλέκει στα πόδια των παρατηρούμενων» αυτό στην αξιολόγηση είναι ο κανόνας: ο αξιολογητής «μπερδεύετε κυριολεκτικά στα πόδια των συμμετεχόντων» και μάλιστα από θέση κεκτημένης εξουσίας και ισχύος. Πέραν αυτών, η παρατήρηση που γίνεται από τον αξιολογητή/επισκέπτη είναι ιεραρχική και γι αυτό το λόγο αποκτάει τα χαρακτηριστικά της εξουσιαστικής επιτήρησης για συμμόρφωση. Από αυτή την άποψη ο χορός των παραμορφώσεων και των μεροληψιών και της διαχείρισης εντυπώσεων είναι ανοιχτός. Για να μειωθεί η επίδραση των αρνητικών αυτών επιπτώσεων απαιτείται χρόνος και αυτός δεν υπάρχει ούτε θα μπορούσε να διατεθεί. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συνιστά  αδιάκριτη, βίαιη, άμεση και άτυπη παρατήρηση που αποκτάει τα χαρακτηριστικά της επιτήρησης.

Όπως υποστηρίξαμε, με βάση το σχέδιο που έχει δοθεί η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού στην τάξη προϋποθέτει μια μορφή συστηματικής και δομημένης παρατήρησης στην τάξη, με τη χρήση κατηγοριών ανάλυσης, με τους επιμέρους συγκεκριμενοποιημένους δείκτες. Η εγκυρότητά της όποιας παρατήρησης, αξιολόγησης, μέτρησης, βαθμολόγησης και έκθεσης εξαρτάται, βέβαια, από τη φυσικότητα των παρατηρούμενων, την ακρίβεια των καταγραφών και την επάρκεια του δείγματος. Ο αξιολογητής -παρατηρητής δε μπορεί, ωστόσο, να ενσωματωθεί στην ομάδα της αίθουσας διδασκαλίας με φυσικό τρόπο, μια και είναι παρείσακτος και «ξένος», και μάλιστα βρίσκεται σε ιεραρχική σχέση με τον αξιολογούμενο εκπαιδευτικό. Τι σημαίνει, άραγε, ότι ο επισκέπτης-αξιολογητής εισβάλλει στην αίθουσα και με απόλυτη ειλικρίνεια ανακοινώνει ή αφήνει να εννοηθεί  ότι  σκοπός της επίσκεψης που είναι η αξιολόγηση της «επάρκειας του δασκάλου της τάξης; Να προσελκύσει, ενδεχομένως, το ενδιαφέρον και το αίσθημα αλληλεγγύης προς το δάσκαλό τους έτσι ώστε να τους εκτροχιάσει από τις τυπικές καθημερινές τους εκπαιδευτικές ρουτίνες κι από αυτή την άποψη να αλλάξουν τα δεδομένα της τάξης για τις ανάγκες της περίστασης; Προφανώς, στους αξιολογητές θα δίνεται η συμβουλή ώστε η προσέγγιση και η επίσκεψη στην αίθουσα διδασκαλίας να μην αποτελεί παρέμβαση στη ροή της εκπαιδευτής διαδικασίας, όπως ακριβώς στους ερευνητές συνιστάται να εμπνέουν εμπιστοσύνη που να προωθεί σχέσεις άνετης επικοινωνίας. 

 

Παιγνίδι ρόλων στην  ιεραρχική και συμμορφωτική επιτήρηση

 

Οι προβλεπόμενες οργανωμένες επισκέψεις των αξιολογητών επιβάλλουν, επομένως, εικονικό χαρακτήρα στην παρατηρούμενη και αξιολογούμενη εκπαιδευτική διαδικασία. Η πραγματοποίηση επισκέψεων, με σκοπό τη σύνταξη αξιολογικών εκθέσεων, αποκτάει επεισοδιακό και ευκαιριακό χαρακτήρα, καθώς αυτά γίνονται από τη μεριά αξιολογητών που δεν έχουν καμιά πραγματική αίσθηση της «ιστορίας» της τάξης. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, παραγνωρίζεται το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων που εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία και η «γνώση» που προέρχονται από τέτοιου είδους αξιολογικές διαδικασίες είναι ανιστορική καθώς εμποδίζει τους εκπαιδευτικούς από το να εξετάζουν τις ιστορικές και κοινωνικές αιτίες των παιδαγωγικών και διδακτικών τους επιλογών. Με βάση τα παραπάνω, η  αξιολόγηση του εκπαιδευτικού κόβεται στο τεστ αξιολόγησης της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας. 

 Όπως πολύ χαρακτηριστικά σημειώνει ο John Macbeath (2001:21), «Καναδοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι επισκέπτες επιθεωρητές αποτυγχάνουν μέσα από τη διαδικασία παρακολούθησης των τάξεων, να αντιληφθούν τις καθημερινές εμπειρίες παιδιών και δασκάλων. Σε ένα σχολείο, κατά τη διάρκεια έρευνάς μας το 1995, οι μαθητές μας προειδοποίησαν να είμαστε επιφυλακτικοί όταν χρησιμοποιούμε ως πηγές πληροφοριών τις εντυπώσεις που είχαν επισκέπτες της τάξης. Μας είπαν χαρακτηριστικά ότι είχαν εξασκηθεί πολύ καλά στην παρουσίαση σε επισκέπτες και επιθεωρητές μιας ωραίας εικόνας του σχολείου. Ένας μαθητής περιέγραψε μάλιστα το σχολείο σαν ‘διπρόσωπο, ένα σχολείο που μοιάζει με τους Jekyll   Hyde. Άλλο πρόσωπο έχει για τους επισκέπτες και άλλο για μας'». Το ερώτημα, βέβαια, είναι γιατί χρειαζόταν να γίνουν έρευνες για να διαπιστωθεί αυτή η περιστασιακή στρέβλωση και παραμόρφωση των αιθουσών διδασκαλίας κατά την «επιθεώρηση»; Ή τέλος πάντων, τι είναι εκείνο που συντελεί ώστε, παρά την προφανή έλλειψη εγκυρότητας και αξιοπιστίας που έχει η παρακολούθηση διδασκαλιών στην τάξη από τους αξιολογητές, υπάρχουν θιασώτες που επιμένουν στην αναγκαιότητά της και στη σκοπιμότητά της; 

Είναι προφανές ότι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και οι παρακολουθήσεις διδασκαλιών δεν διαθέτουν έγκυρη και αξιόπιστη βάση για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού του έργου και για την υποστήριξη της επαγγελματικής του εξέλιξης. Αυτό, ωστόσο, δε σημαίνει ότι οι διαδικασίες που συνδέονται με την αξιολόγηση δεν είναι ικανές να εκθέτουν τον εκπαιδευτικό σε μια συστηματική διαδικασία άσκησης στη λογοδοσία, στην πειθαρχία, στην υπακοή και στη συμμόρφωση με τους σκοπούς, τα κριτήρια και τις προτεραιότητες  της διοικητικής ιεραρχίας, με στόχο τη δια βίου επαγγελματική  τους επανακοινωνικοποίηση. Όπως έχουμε σημειώσει και άλλοτε, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, έτσι όπως έχει καθιερωθεί στις  διάφορες χώρες, είναι μια γραφειοκρατική διάρθρωση ιεραρχημένων επιτηρήσεων που διευκολύνει. την άσκηση ενός εσωτερικού και εξωτερικού σπονδυλωτού και λεπτομερειακού ελέγχου με σκοπό την ικανοποίηση δύο τουλάχιστον επιταγών: την επιταγή της ποιότητας (: ικανοί εκπαιδευτικοί) και την επιταγή της πολιτικής (: υπάκουοι  εκπαιδευτικοί).

Σε αυτή την περίπτωση, η αίθουσα διδασκαλίας προσφέρεται για  προσομοίωση ή παιγνίδι ρόλων, παρά ως «πραγματική αίθουσα διδασκαλίας» σε πραγματικό σχολείο. Είναι η προσομοίωση και το παιγνίδι ρόλων που βάζουν τα υποκείμενα υπό παρακολούθηση στο «πετσί του ρόλου» του επιθυμητού και επιδιωκόμενου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπροστά στα μάτια των μαθητών και με τη συνδρομή τους, οι εξωτερικοί επισκέπτες υποδύονται το ρόλο του αξιολογητή/επιτηρητή και οι δάσκαλοι το ρόλο του αξιολογούμενου/επιτηρούμενου. Είναι πολύ γνωστό το πείραμα φοιτητών που μέσα σε καταστάσεις πραγματικής φυλακής κλήθηκαν να παίξουν άλλοι μεν το ρόλο του φυλακισμένου και άλλοι το ρόλο του φύλακα. Το πείραμα σταμάτησε πριν ολοκληρωθεί για το λόγο ότι και οι «φυλακισμένοι» και οι φρουροί τους άρχισαν να μπαίνουν στο πετσί του ρόλου τους και να βιώνουν τις ισχυρές επιδράσεις του! Προφανώς, οι εκπαιδευτικοί ως αξιολογούμενοι δεν είναι τόσο οι δάσκαλοι της τάξης αλλά οι υπό επιτήρηση και συμμόρφωση  δάσκαλοι της τάξης. Η παρακολούθηση της διδασκαλίας και η παρατήρηση διδασκόντων και διδασκομένων συντελείται. Μόνο που οι μεθοδολογικές διευθετήσεις κάτω από τις οποίες  αυτές γίνονται μετατρέπουν την αίθουσα διδασκαλίας σε πεδίο όπου αναπαρίστανται περιστασιακά «επεισόδια» προσομοίωσης και σκηνοθετείται ένα παιγνίδι ρόλων για δασκάλους που ασκούνται στην εσωτερίκευση της υποταγής και της υπακοής στην ισχύ του εξωτερικού αξιολογητή. 

Αυτό μας αποκαλύπτει η  ex ante προβλεπόμενη μετα-αξιολόγηση της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού. Η προβλεπόμενη ανατροφοδότηση και αναστοχασμός μόνο ως φάρσα μπορεί να εκληφθεί. Πώς είναι δυνατόν να ευνοηθεί αναστοχαστική διαδικασία σε καθεστώς επιτήρησης! Η βελτίωση της διδασκαλίας και η υποστήριξη της επαγγελματικής εξέλιξης του εκπαιδευτικού δεν εμπίπτουν στις διαδικασίες της θεσμοθετημένης εξωτερικής αξιολόγησης. Αν μας ενδιαφέρουν αυτές οι επιλογές, τότε ας σκύψουμε στις δυνατότητες που υπάρχουν για την προώθηση πολιτικών έρευνας δράσης και για ουσιαστική αλλαγή στις σχολικές μονάδες. Ο «κύκλος της έρευνας δράσης» είναι μια επιλογή που δίνει την προοπτική εμβάθυνσης της δημοκρατίας στο σχολείο. Κι αυτή δεν είναι πρόταση για να ενσωματωθεί στην εκπαιδευτική πολιτική του Υπουργείου Παιδείας. Αν ενσωματωθεί θα χάσει την όποια  απελευθερωτική δυναμική  διαθέτει. Θα συνεχίσουμε και με κάποιες άλλες σημαντικές πτυχές του θέματος.

 

Βιβλιογραφία

 

Κυριαζή, Ν.,(1999),  Η κοινωνιολογική Έρευνα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.

Macbeath, John, (2001), Η Αυτοαξιολόγηση στο Σχολείο, μτφρ Χρ. Δούκας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.

Robson, C., (2007),  Η Έρευνα του Πραγματικού Κόσμου, μτφρ.Β. Νταλάκου, Κ. Βασιλάκου,  Gutenberg, Αθήνα.


 ΠΗΓΗ: 5-5-2013, http://www.alfavita.gr/apopsi/…CE%B7#ixzz2SPuhyy1s

* Γιώργος Μαυρογιώργος – Κάποτε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – Σήμερα, συνταξιούχος σε καθεστώς μνημονίων.

Δεύτε αναλάβατε αγώνα!…

Δεύτε αναλάβατε αγώνα!…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή


Η παρουσία του Χριστού φαίνεται να είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον Πιλάτο. Μια ολόκληρη νύχτα τον ταλαιπωρούσε το κανιβαλικό καθεστώς των σταυρωτών. Κι όμως εξακολουθούσε να διατηρεί το επιβλητικό του μεγαλείο. Το οποίο, σε αντίθεση με τη λύσσα των κατηγόρων του, υποδήλωνε και την αιτία, για την οποία ήθελαν «άρον- άρον» να τον θανατώσουν.

Που βέβαια δεν ήταν η νομιμότητα, που επικαλέστηκαν. Και με την οποία αξίωσαν και πέτυχαν τη σταύρωσή του. Διαστρεβλώνοντας το γράμμα και το πνεύμα του δεκαλόγου.

Δεν ήταν ούτε η θρησκευτικότητά τους, όπως προφασίζονταν. Γιατί, σε τελική ανάλυση, το τελευταίο, που τους ενδιέφερε ήταν ο Θεός. Αφού, σύμφωνα με την ετυμηγορία του ίδιου του Χριστού, πατέρα τους είχαν το σατανά…

Δεν ήταν ακόμη ούτε ο μαμωνάς, τον οποίο είχαν θεοποιήσει. Και στο βωμό του θα μπορούσαν να θυσιάσουν ολάκερη την ανθρωπότητα. Όπως κάνουν, στις μέρες μας, οι αντάξιοι διάδοχοί τους, οι σιωνιστές.

Αλλά ήταν κάτι βαθύτερο. Κάτι, που δεν τους άφηνε να βρουν ησυχία. Το οποίο διέγνωσε ο Πιλάτος, κατά τη διάρκεια της αντιπαράστασής τους στο πραιτόριο. Ή και από πληροφορίες, που είχε απ' τις υπηρεσίες του. Και ήταν, βέβαια, ο φθόνος.

Ήταν, βλέπετε, οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι η ευυπόληπτη κάστα της εβραϊκής κοινωνίας. Ήταν η νομική και θρησκευτική αριστοκρατία. Οι οποίοι πωλούσαν «ευσέβεια» και «αγιότητα» και «δικαιοσύνη». Και, εν ονόματι των σκοταδιστικών αυτών μορμολυκείων, επέβαλαν τη θέλησή τους και περιφρουρούσαν τα συμφέροντά τους.

Και τους παρουσιάζεται από το πουθενά αυτός ο απίστευτα ανατρεπτικός και καταλυτικός άνθρωπος. Που, παρότι ήταν αγράμματος, έκανε ακόμη και τους εγκάθετους, που έστελναν να τον παρακολουθούν, να λένε πως «ποτέ δεν ξαναμίλησε άνθρωπος, όπως αυτός ο άνθρωπος». Και το σημαντικό ήταν, που την ανατρεπτική του διδασκαλία την επικύρωνε και με αφθονία αδιαμφισβήτητων θαυμάτων. Με αποτέλεσμα ο λαός να παραληρεί από ενθουσιασμό. Λέγοντας ότι «ποτέ δεν ξαναείδαμε να συμβαίνουν τέτοια πράγματα». Και, κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, τους έκαμε υποχείριό του ο ακατανίκητος φθόνος.

Γιατί, ενώ ένιωθαν ότι, μέχρι τότε, ήταν το παν, φοβόντουσαν ότι, τώρα, θα εκμηδενίζονταν. Και ότι όλα τα προνόμιά τους θα καταντούσαν σκόνη και στάχτη. Πραγματικότητα, που δεν μπορούσαν με τίποτε να την υποφέρουν. Και γι' αυτό ήθελαν, με κάθε τρόπο, να τον εξοντώσουν. Σύμφωνα με τον πάγιο κανόνα όλων των, ηθικά και πνευματικά, κρετίνων. Που, όταν δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν κάποιους, με λογικά και ηθικά επιχειρήματα, επιστρατεύουν όλες τις δόλιες μεθοδεύσεις, προκειμένου να τους κλείσουν το στόμα. Είτε με δεσποτικές και φασιστικές απαγορεύσεις είτε ακόμη και δολοφονώντας τον. Ντύνοντας τα φθονερά τους αισθήματα με το μανδύα της νομιμότητας, της θρησκευτικότητας, και των οποιωνδήποτε άλλων εύσχημων και ανήθικων προφάσεων.

Όλα αυτά τα διέκρινε ο Πιλάτος. Καθώς έβλεπε τη λυσσασμένη αυτή λυκόστανη να θέλει, με κάθε τρόπο, να τον κατασπαράξει. Γι' αυτό και κατέβαλε κάποιες, τυπικές, έστω, προσπάθειες, προκειμένου να τον γλιτώσει. Λέγοντάς τους πως είναι ο βασιλιάς τους, μήπως, τυχόν, και τους φιλοτιμήσει. Ή ότι δεν διαπιστώνει καμιά ενοχή σε βάρος του, μήπως και ξυπνήσει μέσα τους το αίσθημα της δικαιοσύνης. Επικαλέστηκε το έθιμο της απελευθέρωσης ενός καταδίκου. Για να προτιμήσουν ασυζητητί τον Βαραββά. Έβαλε να τον βασανίσουν και να τον εξευτελίσουν, προκειμένου να προκαλέσει τον οίκτο τους. Αλλά ματαίως. Γιατί δεν πετύχαινε τίποτε περισσότερο από το να φωνάζουν, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, το «σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν». Έτσι ώστε, τελικά, νίπτοντας «τας χείρας» του, να τον παραδώσει «εις το σταυρωθήναι».

Και μπαίνει το ερώτημα: Αν ξαναρχόταν ο Χριστός, πώς θα τον αντιμετωπίζαμε εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι; Αν ξαναρχόταν! Μα έρχεται διαρκώς και σε κάθε στιγμή είναι ανάμεσά μας. Δεν έρχεται βέβαια σαν τους πρίγκιπες της πολιτικής. Συνοδευόμενος απ' την κουστωδία των πραιτοριανών και των τραμπούκων. Και από τα αλαλάζοντα πλήθη των ηλιθίων, που τρέχουν ξωπίσω τους, για να τους χειροκροτούν και να τους ζητωκραυγάζουν. Τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο εκείνοι τους εξαπατούν και τους ληστεύουν. 

Ούτε έρχεται σαν τους απαστράπτοντες πρίγκιπες της δεσποτοκρατίας, τους χρυσοποίκιλτους και αδαμαντοκόλλητους. Με τα αυτοκρατορικά στέμματα και σκήπτρα της κουφότητας και της ανοησίας. Που το χριστεπώνυμο πλήρωμα τους ραίνει με ροδοπέταλα και τους υποδέχεται με πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες. Και εκ των οποίων κάποιοι, αν θυμίζουν κάτι απ' το Χριστό, είναι οι «κεκονιαμένοι τάφοι», με τους οποίους παρομοιάζει τους φαρισαίους της εποχής του.

Ο Χριστός έρχεται ντυμένος την κόκκινη χλαμύδα του χλευασμού, το καλάμι του εξευτελισμού και το αγκαθόπλεκτο στεφάνι του πόνου και της οδύνης. Έρχεται, όπως και όλοι οι «ελάχιστοι αδελφοί» του. Οι ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι της γης. Αυτοί, που, κατά εκατομμύρια πεθαίνουν από την πείνα, τις αρρώστιες και τη δυστυχία, στην οποία τους καταδίκασε η απληστία και ο κανιβαλισμός των αδηφάγων αρπακτικών και τοκογλύφων. Έρχεται, όπως οι ξεσπιτωμένοι της πατρίδας μας. Τα παιδάκια, που στα σχολεία λιποθυμούν από την πείνα. Και τα άλλα παιδάκια και τους γέρους, που τουρτουρίζουν μέσα στην άγρια παγωνιά. Όταν οι Σαμαράδες και οι Βενιζέλοι και οι Κουβέληδες και οι Στουρνάρηδες και οι δεσποτάδες και οι τραπεζίτες και οι κουστωδίες τους ενδύονται «πορφύραν και βύσσον». Ευφραινόμενοι, σαν τον άφρονα πλούσιο, «καθ' ημέραν λαμπρώς». Πάντα με τον ιδρώτα και το αίμα του φτωχού λαού.

Και ποια είναι η συμπεριφορά απέναντι στους «ελάχιστους αδελφούς του Χριστού»; Μυριάδες οι Ιούδες! Οι οποίοι έχουν κάμει την προδοσία προσοδοφόρο και επικερδέστατο επάγγελμα. Μυριάδες οι αρνητές και επικριτές! Που τους θάβουν κάτω από τόνους κατασυκοφάντησης και τρομοκρατίας. Που τους μυδραλιοβολούν και τους πολυβολούν ανεβασμένοι πάνω στα τανκς των τηλεοπτικών και των λοιπών μέσων μαζικής εξαπατήσεως και εξαχρειώσεως. Μυριάδες οι επαγγελματίες της ψευτιάς και της απάτης πολιτικοί! Που σαν τους φαρισαίους φορτώνουν το λαό με βαριά και δυσβάστακτα φορτία. Ενώ οι ίδιοι εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους, όπως προαναφέραμε, τον πλούτο και τη χλιδή! Και μυριάδες οι δικαστικοί Πιλάτοι, που, εν ονόματι των άδικων και, κατά κανόνα, απάνθρωπων νόμων, παραδίδουν τους ανήμπορούς να αντιδράσουν ανθρώπους του λαού «εις το σταυρωθήναι».

Όπως, δυστυχώς, συμβαίνει και με κάποιους φαρισαίους της εκκλησίας.  Οι οποίοι και αυτοί, υποκριτικότατα, «νίπτουν τας χείρας των». Με το πρόσχημα ότι δεν μπορούν να εισέλθουν στο πραιτόριο της πολιτικής, «ίνα μη μιανθώσι, αλλά ίνα φάγωσι το πάσχα». Και, όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει, ενώ οι ίδιοι δεν υψώνουν φωνή διαμαρτυρίας για τη γενοκτονία και το πλιάτσικο σε βάρος του λαού, απαγορεύουν και σε οποιονδήποτε άλλον να το κάνει!

Πάτερ, μου έλεγε κάποιος παπάς, στου οποίου την ενορία πήγα να μιλήσω, μην αναφέρεσαι στην οικονομική κρίση και στους Γερμανούς. Εσύ είσαι συνταξιούχος και δεν μπορούν να σου κάνουν τίποτε, αλλά εμένα κινδυνεύει η οικογένεια και τα παιδιά μου. Που σημαίνει ότι, εκτός απ' την τρομοκρατία της εφιαλτοκρατίας, υπάρχει και η τρομοκρατία της δεσποτοκρατίας.

Ίσως η αντιχριστιανική αυτή συμπεριφορά τους οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιοι δεσποτάδες δεν έζησαν στα χρόνια της κατοχής, για να γνωρίζουν τι σημαίνει γερμανική βαρβαρότητα. Όταν σκότωναν αθώους, χωρίς ίχνος συστολής. Και άλλους τους έκαιγαν ζωντανούς, απλά και μόνο, για να διασκεδάζουν. Και που οι ακρίδες και οι κάμπιες των ράλληδων και των γερμανοτσολιάδων, που τους ακολουθούσαν δεν μας είχαν αφήσει, όπως έλεγε η μακαρίτισσα η μάνα μου, «ούτε σάλιο στη γλώσσα μας». Σε σημείο ώστε αναγκαστήκαμε να βγούμε ζητιανιά, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. 

Πράγμα, που ισχύει και με την τωρινή γερμανική κατοχή. Που βέβαια δεν την αισθάνονται εκείνοι, που έχουν να τρώνε και να πίνουν με αφθονία. Και γι' αυτό πάνε με το μέρος των ναζί και των τοκογλύφων.

Αλλά εκτός απ' τους αρνητές και τους φαρισαίους που επέλεξαν να βρίσκονται στη υπηρεσία των εφιαλτών και των τοκογλύφων, υπάρχουν κι αυτοί, που επέλεξαν να βρίσκονται κοντά στους «ελάχιστους αδελφούς» του Χριστού. Αυτοί, που πιστεύουν ότι και «η Γη μας είναι ένα απ' τ' αστέρια του ουρανού». Και γι' αυτό εύχονται και προσεύχονται να έλθει η βασιλεία του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης». Και συνεπώς δεν γιορτάζουν το Πάσχα φαρισαϊκά. Αλλά ανάλογα με το ηθικό και το πνευματικό του επίπεδο ο καθένας, χριστιανικά. Που λένε και νιώθουν ως τα κατάβαθα της ύπαρξής τους το «Χριστός Ανέστη». Γεγονός, που, για να έχει προσωπικό, για τον καθένα μας. αντίκρισμα, σημαίνει ότι οφείλουμε κι εμείς ν' αναστηθούμε!

Να σηκωθούμε, δηλαδή, απ' τις πολυθρόνες και τους καναπέδες μας. Και ν' αναλάβουμε αγώνα, μέχρις εσχάτων.Έτσι ώστε το «δεύτε λάβετε φως», που θ' ακούσουμε απ' το στόμα του παπά και το φως, που θα πάρουμε απ' το τρικέρι να γίνει άσβηστη φλόγα μέσα μας, που να τη μεταλαμπαδεύσουμε και στους άλλους. Για ν' ανάψει πυρκαγιά αγάπης για τους δεινοπαθούντες συνανθρώπους μας. Και αγώνα για την επικράτηση του δίκιου και της αλήθειας.

Για ν' ανατρέψομε, έτσι, την ταφόπλακα, που έβαλαν πάνω απ' την πατρίδα μας και το λαό μας οι εφιάλτες και οι τοκογλύφοι. Και οι λοιποί συνοδοιπόροι τους… Και ν' αναστηθεί και ελευθερωθεί η σταυρωμένη και σκλαβωμένη πατρίδα μας!…


παπα-Ηλίας, Μαΐου 4, 2013, http://papailiasyfantis.wordpress.com/2013/05/04/..B1/, e mail: yfantis.ilias@gmail.com

Οι Πέντε Αναστάσεις

Οι Πέντε Αναστάσεις

 

Του Λευτέρη Κουσούλη*

 

Μάταια περίμενα στην αυλή της εκκλησίας, εκείνο το πρωί της Ανάστασης, το συνομήλικο και συνονόματο μου Λευτέρη. Είχε περάσει η ώρα και δεν ερχόταν. Απέφυγα να χτυπήσω δίπλα στο σπίτι του για να μην ενοχλήσω την παπαδιά μητέρα του, που ήξερα πόσο μεγάλο βάρος είχε σηκώσει όλη την Μεγάλη Εβδομάδα. Το είχα ξεχάσει. Ίσως ο φίλος μου ο Λευτέρης να συνόδευε τον ιερέα πατέρα του στη Θεία Λειτουργία του πρωινού της Ανάστασης. Στη δεύτερη αναστάσιμη Λειτουργία για τον παπα-Κυριάκο, μέσα σε λίγες ώρες.

Το μικρό χωριό που μεγαλώναμε – 17 ήμασταν τότε – ήταν ξεχασμένο από το Θεό. Κρυμμένο στους ορεινούς όγκους του Πάρνωνα πίσω από τη Μονεμβασιά, ο ουρανός ήταν ο μόνος ορίζοντάς του. Μας έπνιγε ο περίκλειστος χώρος. Και ο θαλασσινός ορίζοντας, που πάντοτε μας γοήτευε, ήταν ορατός μόνο αν ανεβαίναμε στην κορυφή ή κατηφορίζαμε προς το Μυρτώο, αφήνοντας πίσω μας μακρυά το τελευταίο του σπίτι.

Ο Λευτέρης δεν φαινόταν. Και καθώς περνούσε η ώρα, τόλμησα να χτυπήσω στη μητέρα του παπαδιά.

– Ο Λευτέρης; τη ρώτησα

– Ααα, φύγανε πρωί για τον Άγιο Μάμα. Πήγε να βοηθήσει τον πατέρα του να φορτώσει, να ξεφορτώσει. Είναι δύσκολο μέχρι να ανέβει στην Αγία Τριάδα.

Ο Άγιος Μάμας, μικρός οικισμός, ανήκε στην ενορία του παπα-Κυριάκου και, τακτικά, φορτώνοντας τα αναγκαία σκεύη, λειτουργούσε στην Αγία Τριάδα, στο ξέμακρο εξωκλήσι του οικισμού, με το δύσκολο και ανηφορικό δρόμο. Το μονοπάτι που ένωνε τα Λυρά – έτσι λεγόταν το χωριό που μεγαλώναμε – με τον Άγιο Μάμα, ήταν δύσβατο. Και το γαϊδούρι, με το οποίο ο παπα-Κυριάκος μετέφερε κάθε φορά τα αναγκαία, έμοιαζε πάντα κουρασμένο και αργό, μακραίνοντας χρόνο και αποστάσεις. Η κόκκινη πετανία που έστρωνε η παπαδιά στο σαμάρι, έδινε στο χαριτωμένο ζώο μια όψη γραφική. Σα να περίμενε να το φωτογραφήσουν οι τουρίστες, που ποτέ δεν έφτασαν σε αυτόν τον δυσπρόσιτο τόπο.

Ήξερα ότι ο φίλος μου Λευτέρης, συνόδευε τον πατέρα του με τα πόδια. Ήξερα ότι δυσφορούσε κάθε φορά που του ζήταγε να ψάλλει στον Εσπερινό ή να μην τον αφήσει μόνο του στη Θεία Λειτουργία. Εκείνο, όμως, το πρωί, με το φως να πλημμυρίζει και τα αγριολούλουδα του άγονου τόπου μας στην ακμή του ανθού τους, τον φανταζόμουν να χαίρεται την αναστάσιμη μέρα, περπατώντας και σφυρίζοντας.

Στον Άγιο Μάμα, οι άνθρωποι φιλικοί και γενναιόδωροι, γέμιζαν τον παπα-Κυριάκο με μικρά δώρα, τα «τυχερά», που η μητέρα του Λευτέρη, η παπαδιά Χρυσώ, μοίραζε με τη σειρά της και με περισσή επιμέλεια στους συγχωριανούς που είχαν ανάγκη.

Ακολουθώντας το αργό βήμα του ζώου, ο Λευτέρης με τον πατέρα του, γύρισαν στο χωριό, καθώς πια έφτανε το μεσημέρι της Ανάστασης. Ο φίλος μου, με χαιρέτησε από μακρυά.

– Αργήσατε, του φώναξα, σε περιμένω στο καφενείο του Μπάρμπα – Αλέκου.

Ο παπα-Κυριάκος, φανερά κουρασμένος μετά τη δεύτερη αναστάσιμη Λειτουργία του, με πρόλαβε.

– Σε λίγο φεύγουμε, μου λέει. Έχουμε ακόμη να πάμε Φούτια & Νόμια.

Τα Φούτια και τα Νόμια, ήταν για μας τους «αποκλεισμένους» προνομιούχοι οικισμοί. Τα Φούτια, λίγα σπίτια σε μια εύφορη πλαγιά, έβλεπαν το Αιγαίο και το κάστρο Μονεμβασιάς, σα να ήταν η αυλή τους. Τα Νόμια, τα νιώθαμε, σαν γειτονιά της Μονεμβασιάς, καθώς ήταν μικρή η απόσταση που χώριζε τους δύο τόπους. 

Φτάνοντας στα Φούτια το ζεστό εκείνο μεσημέρι, το μικρό εκκλησίασμα ένιωσε αγαλλίαση, καθώς είδε τον παπα-Κυριάκο να μπαίνει στην εκκλησία. Θα άκουγαν και αυτοί από τα χείλη του ιερέα, για πρώτη φορά μέσα στην ημέρα το «Χριστός Ανέστη». Για αυτούς, η δεύτερη Ανάσταση ήταν και η πρώτη. Και πάντοτε, ο φωτισμένος ιερέας τελούσε την ακολουθία με υπομονή και πραότητα, χωρίς βιασύνη και χωρίς σπουδή. Έπρεπε όλα να ολοκληρωθούν όπως πρέπει. Εορταστικά και αναστάσιμα. Και τίποτα, ούτε ο κόπος της ημέρας, θα μπορούσε να διαταράξει την προσήλωση του παπα-Κυριάκου. Και μετά, στα Νόμια. Για μια ακόμη Ανάσταση. Και αυτοί δεν είχαν ακούσει το «Χριστός Ανέστη». Και περίμεναν με υπομονή εκείνο το απόγευμα πια του Πάσχα τον ιερέα να ψάλλει τους αναστάσιμους ύμνους στο χωριό τους.

Καθώς δίπλωνε η μέρα εκείνη του Πάσχα, οι χωριανοί ξεκούραστοι πια, ντυμένοι με τα καλά τους, με τις λαμπάδες που απόμειναν στο χέρι τους, άρχισαν να μαζεύονται σιγά – σιγά στην αυλή της Παναγίας για την καθιερωμένη δεύτερη Ανάσταση. Είχαν πια για καλά συγκεντρωθεί και η μικρή αγωνία και βιασύνη να τελειώσει γρήγορα η ακολουθία, δεν μπορούσε να κρυφτεί. Τα αναστάσιμα σύμβολα στην αυλή, το αναλόγιο με το Ευαγγέλιο στη θέση του, οι λαμπάδες δεξιά και αριστερά σβηστές, ο ψάλτης, ο μπαρμπα-Ζαχαρίας, σε αναμονή. Όμως, ο ιερέας τους, ο παπα-Κυριάκος, δεν είχε ακόμη φανεί. Αν και τα Φούτια και τα Νόμια ήταν δίπλα, οι συνθήκες της εποχής, έκαναν κάθε μετακίνηση δύσκολη και αργή. Το αγροτικό του Παναγιώτη από τα Κουλέντια τελικά τα κατάφερε και ο ιερέας βρέθηκε επιτέλους στην ενορία του μετά από ολοήμερο ταξίδι στον μικρό μας τόπο…

Περίμενα υπομονετικά να τελειώσει η δεύτερη Ανάσταση. Ο παπα-Κυριάκος αν και φανερά κατάκοπος, κατάφερε, όπως πάντα, να κάνει την ατμόσφαιρα του αναστάσιμου εκείνου απογεύματος, αγαπητή και ευλογημένη.

Λίγο αργότερα, βαδίζαμε με το φίλο μου το Λευτέρη, δίπλα – δίπλα στο δρόμο της αγαπημένης μας βόλτας.

Πέντε αναστάσεις σήμερα. Θα το θυμάμαι αυτό, μου είπε.

Και προχωρήσαμε προς το αγαπημένο μας σημείο, μακρυά από το χωριό, κοντά στον Αγιαντρέα, εκεί που μέσα από τις σχισμές των ορεινών όγκων, άπλωνε μπροστά μας το Μυρτώο πέλαγος.

* www.lefteriskousoulis.gr

 

3-5-2013.

Καλή (επ)Ανάσταση…

Καλή (επ)Ανάσταση..

 

Του Αλέξανδρου Σταθακιού*

 

Με αυτό το σύνθημα, γραμμένο με κόκκινη μπογιά στον τοίχο, υποδέχονταν κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, αρκετούς από τους φοιτητές της, «επαναστατημένους» νέους, ενώ και ο χουντικός απόηχος του «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια», ήταν επίσης υπαρκτός.

Έτσι ευτυχώς – ή δυστυχώς – προχωρούν τα πράγματα στη ζωή, δεν υπάρχουν καθαρές καταστάσεις: «Από το αγκάθι βγαίνει ρόδο και από το ρόδο αγκάθι», λέει ο Λαός. Σημασία έχει η στιγμή. Η τωρινή στιγμή είναι αυτή που διαλύονται οι  ζωές των πολλών, αλλά η κούραση φαίνεται  να κάμπτει όσους μπήκανε μπροστά στον Αγώνα. Είναι  η στιγμή που προβάλλει αδυσώπητη η ανάγκη να «μπολιαστεί» το δέντρο της ενεργητικής αντίστασης με άλλους αδικημένους και καταπιεσμένους ανθρώπους.  Αυτούς που μέχρι τώρα παρακολουθούν σιωπηλοί τον αγώνα ανάμεσα στον φόβο της τιμωρίας (γιατί αυτόν ουσιαστικά επισείουν οι «ιεροκήρυκες της υποταγής») και στην ελπίδα της ελευθερίας. Ενδεχομένως να ήταν και πριν ευνοϊκά διακείμενοι, αλλά τώρα είναι πλέον ώρα «να μπουν στο κουπί».  

Ας δοκιμάσει λοιπόν, ο τελάλης της Ανατροπής να χρησιμοποιήσει και άλλες γλώσσες, για να «δουλέψει» το πολυσύνθετο λαϊκό πλήρωμα.  

Η γλώσσα της «Καλής (επ)Ανάστασης» έχει ρίζες…  Γιατί η  (επ)Ανάσταση, έδωσε διαχρονικά (από τον καιρό της Pax Romana), νόημα στον πόνο της (δια)Σταύρωσης με τις καμπές της Ιστορίας…

 Δεκτή κι η ένσταση: «Τόσα Φώτα για το Αυτεξούσιο και θα γυρίσουμε σε Ιεροφάντες; Ο Γεωργιανός Ιεροσπουδαστής Ιωσήφ**, καραδοκεί.» Αλλά δεν είναι πάντα μόνον έτσι:

Φαρισαίοι θα υπάρχουν πάντα και ιεροεξεταστές. Γιατί η κάθε καταχρηστική εξουσία πασχίζει να καταθέσει δήθεν οικουμενικές αποδείξεις της ισχύος της. Και τις βρήκε ενίοτε σε διάφορα «μουχλιασμένα» από την κλεισούρα συστήματα πάνω στο σώμα του Σταυρωμένου.

Όμως απ' την άλλη τα πράγματα είναι τόσο απλά: «Ήμουν ξένος και με μαζέψατε, άρρωστος και στη φυλακή και ήρθατε να με δείτε, πεινούσα και μου δώσατε να φάω!». Εκεί στα Ευαγγέλια, υπάρχει επίσης και το παράδοξο, ένας που ετοιμάζεται για βασιλιάς, έστω και πνευματικός, αντιστέκεται στον «πειρασμό» και αρνείται να δώσει στον κοσμάκη άρτον και θεάματα για να τον καθυποτάξει.

Και να πάλι, όπως στην Ιστορία και την Ποίηση συμβαίνει, το αρχετυπικό «Θείο Πάθος» θα συμβολίσει τα Πάθη του Λαού. Τώρα που πάλι στήνονται σταυροί του τρόμου και οι σταυρωτήδες διαμοιράζουν τα ιμάτια της Χώρας μας «εν εαυτοίς».

Ότι και να κάνουν είναι προσωρινό. Η δικαιοσύνη και η ενότητα  θα νικήσουν την εκμετάλλευση και  τον διαχωρισμό. Οι εμμονές των τοκογλύφων δεν θα έχουν πλέον καμία σημασία. Τα τείχη τους από χρήμα, εξουσία, γόητρο αλλά και μοναξιά δεν θα χρησιμεύουν σε τίποτα. Φτάνει να φέρουμε την Σύναξη.

Βέβαια τίποτα δεν θα γίνει μαγικά, ούτε γραμμικά: Μέσα στο παιγνίδι είναι ο οργισμένος,  υπερεπαναστάτης Ιούδας, που έγινε  από το αδιέξοδό του «σπιούνος»,  ο πολιτικάντης Καϊάφας, ο τυπικός υπάλληλος Πιλάτος που «ξεπλένει» ιταμά την συνείδησή του για να μην ταράξει ισορροπίες, ο  πιστός, αλλά «τσάμπα μάγκας» Πέτρος, ο παντελώς χαμένος Ληστής που αναγνωρίζει τελευταία στιγμή την διέξοδο, τα αουτσάιντερ της Ιστορίας, τα «γύναια», οι Μυροφόρες που φέρνουν τελικά το μήνυμα της Ανάστασης. Έτσι κάνουν οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κρίση, αλλά και η Ιστορία όταν «κοιλοπονά».

Μέσα από  το δύσκολο και το αντιφατικό θα έρθει η Ελπίδα, αρκεί να μην την αφήσουμε να φύγει..

 

* Ο Αλέξανδρος Σταθακιός είναι Θεολόγος

 

Δημοσιεύτηκε στον «Δρόμο της Αριστεράς» 3-4Μάη 2013, σελ 32

 

** (Σημ. Ιστ.: Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, Στάλιν)