Την Κυριακή του άφρονα πλουσίου

Την Κυριακή του άφρονα πλουσίου

 

Του π. Παντελεήμονα Κρούσκου*

 

Θα λέγαμε πώς υπάρχει στο κυριακοδρόμιο της Εκκλησίας μας μια φθινοπωρινή τριλογία σχετικά με το πάθος του πλουτισμού και τον ίδιο τον πλούτο, της οποίας τριλογίας μέρος είναι η αυριανή παραβολή του άφρονα πλούσιου. Τα άλλα δύο μέρη αναφέρονται στην παραβολή του πλούσιου γείτονα του δικαίου Λαζάρου πού είδαμε προ δεκαπέντε ημερών και του πλούσιου νέου της ιγ΄ Κυριακής πού θα συναντήσουμε σε λίγες μέρες. Ο λόγος είναι προφανής και έχει ξαναδιατυπωθεί από δώ.

Ο χειμώνας είναι βαρύς για κάθε φτωχό και πένητα και ο άνθρωπος κάθε εποχής δεν έχει το δικαίωμα να περιχαρακώνεται ειδωλολατρικά στην θεραπεία και λατρεία του εαυτού του και της απληστίας του, αλλά να κοιτάζει τον αδελφό του πού στερείται, γιατί κάθε εποχή ακμής ή παρακμής, κάθε χειμώνας, σε καιρό ειρήνης ή πολέμου είναι δυσβάσταχτος για τον ταπεινό λαό της γης. Οι διατάξαντες την σειρά των περικοπών πατέρες και ερμηνείς του χρόνου στην Εκκλησία μας, ορθώς μιμούνται τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος προ του βαρέως χειμώνος και του λιμού της Ιουδαίας, προέβαλλε ως επαίτης διά Χριστόν την επαινετή λογία, τον έρανο για τους πάσχοντες και υστερούμενους αδελφούς.

Καν ο Ιερός Χρυσόστομος ορίζει τον πλούτο ως κάτι το άψυχο και αδιάβλητο, το οποίο δεν μπορεί να είναι κακό, παρά μόνον στην άκριτη διαχείριση του από τον καθένα μας, ο ίδιος ωστόσο πατέρας παραδέχεται πώς οι πλούσιοι είναι ελεεινότεροι ζητιάνοι από τους φτωχούς, γιατί αναπτύσσουν μια αρρωστημένη εξάρτηση από τα υλικά αγαθά, από την ακόρεστη δίψα για πλούτο και έτσι εξαχρειώνονται και γίνονται δούλοι της ύλης. Ο ίδιος ο Χριστός αντιδιαστέλλει μεταξύ Θεού και μαμμωνά, της χαλδαϊκής θεότητας του πλούτου, διακηρύσσοντας πώς κάθε άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι ή δούλος στον Θεό ή δούλος στον μαμμωνά. Η πρόκριση αυτού του δαιμονίου, αυτού του πάθους, έναντι όλων των άλλων σε αντιδιαστολή με την λατρεία του Θεού, αποδεικνύει τον μεγάλο και επικίνδυνο πειρασμό, αυτού του σκοτεινού έρωτα. Ρίζα πάντων κακών η φιλαργυρία. Η απληστία στην πράξη της κατήντησε τα έθνη υπόδουλα και δυστυχισμένα, ενώ η πονηρή μεθοδεία των οικονομιστών εξαθλίωσε συνειδήσεις, λαούς και πρόσωπα. Και πόσο ακριβά το πληρώνουμε όλοι σήμερα, την εποχή της περιβόητης οικονομικής κρίσης! Όταν υποδουλωθήκαμε στο χρήμα, υποδουλωθήκαμε στην θεραπεία ποικίλλων παθών και αλλοίμονο χάσαμε και την πνευματική και την σωματική μας περιουσία και ελευθερία.

Αδηφάγος ο άνθρωπος, καταστροφικός για την φύση, καταστροφικός για τον αδελφό του, επινοητικός στην εύρεση τρόπων, ώστε να πληρώσει τον οφθαλμό και την κοιλία με αγαθά υλικά και πρόσκαιρα, εις βάρος κάθε συνειδησιακής ηθικής, κάθε αξίας, έναντι και ενάντια του Δικαιοκρίτου Θεού! Και το τραγικότερο όλων; Όταν αναπτύσσουμε συζήτηση ή διδασκαλία ή απλώς διανοούμαστε επί της παραβολής πού θα διαβαστεί αύριο, πλάθουμε αυτομάτως και έχουμε προ οφθαλμών μας έναν απρόσωπο πλούσιο άνθρωπο, δυστυχισμένο και τάχα διαφορετικό από εμάς τους καθαρούς πένητες. Με απλά λόγια εντελώς διαφορετικό από τον ενάρετο και πτωχό μας εαυτό. Είναι ξεκάθαρο και κατανοητό πώς ορισμένοι άνθρωποι είναι περισσότερο ικανοί προς το πλουτίζειν με έντιμους ή ανέντιμους τρόπους. Και άλλοι φαντάζουν πιό ευνοημένοι από τα συμβάντα και τα γεγονότα, ενώ ο γραφικός φιλάργυρος και μεγαλοκαρχαρίας είναι ευδιάκριτα πρόσωπα στο κοινωνικό στερέωμα. Ποιός όμως θα διακρίνει την αφροσύνη της απληστίας και της ικανοποίησης του εγώ στις καθημερινές μέριμνες και στα μικροσυμφέροντα μας;

Ποιός όμως θα έχει το θάρρος και την διάκριση να κατατάξει τον εαυτό του μετά του άφρονος πλούσιου, έστω και αν οι δικές του επιθυμίες και δραστηριότητες, έστω και οι θυσίες των αξιών και της προσωπικότητας του μοιάζουν ελαχιστότερες από το "καπιταλιστικό κτήνος"; Ο Χριστός δεν μίλησε για ποσότητες αλλά για ποιότητα χαρακτήρα, βιώματος, επιλογών. Η απληστία, η αδιαφορία για τον άλλο, η θεραπεία της αυτού μεγαλειότητας του εαυτού μας, η σύλληψη μεγαλόπνοων σχεδίων χωρίς μνήμη θανάτου και ταπείνωσης, δεν αφορά αποκλειστικά τα υψηλά οικονομικά στρώματα, τα οποία συχνά αφορίζουμε από την σωτηρία λόγω κοινού φθόνου, αλλά το καθένα μας, τον καθένα άνθρωπο, τον άνθρωπο του μέσου όρου, επιρρεπή πάντα  στα πάθη του.

Η Εκκλησία αυτή την περίοδο προβάλλει το εκκλησιαστικό αγαθό της νηστείας. Το ονομάζουμε αγαθό γιατί είναι από πολλές απόψεις. Και εκκλησιαστικό γιατί δεν είναι επιλογή προσωπική, αλλά κοινωνική έκφραση ολόκληρου του σώματος, κοινή εξωτερική έκφραση πού ερμηνεύεται ως δόσιμο της Εκκλησίας και του καθένα μας χωριστά προς τον κόσμο πού στερείται και πάσχει. Όταν νηστεύω εκτιμώ την αξία της ολιγάρκειας, εκτιμώ το δίκαιο και την αδικία ταυτόχρονα, γιατί γίνομαι σπλαχνικότερος στους λιγότερο ευνοημένους. Η στέρηση με βοηθά στην ταπείνωση, στην μνήμη του πρόσκαιρου, με φέρνει στην θέση αυτού πού στερείται και αδικείται, αυτού πού μοιράζεται την κοινή φύση και πορεία με μένα, στην φιλοσοφία και υπέρβαση του θανάτου. Ο θάνατος τρομάζει τους υλοπαθείς και τους αμαρτωλούς, αυτούς πού αγαπούν τον εαυτό τους και όχι τους φιλοσόφους των ουσιαστικών πραγμάτων αυτού του βίου. Και πάνω απ' όλα  με την νηστεία ξεριζώνω την καταραμένη φιλαργυρία. Δεν ζω για μένα, αλλά ο Χριστός πού μορφώνεται και ζεί μέσα μου, αρχίζει και ζεί για τον άλλο, γίνεται ο άλλος. Μοιράζομαι το ψωμί μου και κάτι περισσότερο: το στερούμαι για να το διανείμω. Η αφροσύνη της απληστίας, η τρέλα του ειδώλου εγώ θεραπεύεται με αυτό το μοίρασμα και το δόσιμο. 

Ας βγούμε λοιπόν από την φυλακή του εαυτού μας, μήπως βρούμε την πραγματική ελευθερία. Η Εκκλησία μας δίνει συνεχώς πνευματικές ευκαιρίες και αφορμές με έμπρακτα παραδείγματα και μακρές περιόδους επιστροφής, όπως αυτή η σαρακοστή των χριστουγέννων. Ας την εκμεταλλευτούμε στο έπακρον!

* http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.gr/


ΠΗΓΗ: 16-11-13, http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2013/11/blog-post_16.html#ixzz2koLOXs4W

Όσοι το ένα δεν το βλέπουν τρία…, του Π. Α.Μ.

Όσοι το ένα δεν το βλέπουν τρία…

 

Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα

«Εναντίον όλων», ναι τελικά, η κραυγή.

Ψυθιρίστηκε σήμερα με κεφαλαία

από των μνημονίων τ’ αντίπαλο δέος,

κι όχι απ’ του φασισμού τη μήτρα.

Συνέχεια

Το ταξίδι, του Γιάννη Ποτ.

Το ταξίδι 

Του Γιάννη Ποταμιάνου*

Ένα ταξίδι είναι η ζωή στ’ αστέρια 

     μια λάμψη ξαφνική μες το σκοτάδι

που ταξιδεύει στις αιώνιες

                      φρυκτωρίες των άστρων.

Συνέχεια

Αυτά, όμως, τι θα μας πουν;

Αυτά, όμως, τι θα μας πουν;

 

Επιστολή* του Κωστή Μηλολιδάκη**

 

 

Ας υποθέσουμε ότι μεθαύριο ανοίγει η πρόσβαση στα κτίρια, ότι τα ΔΕΠ δεν απεργούν, ότι οι φοιτητές δεν κάνουν κατάληψη, και από Τρίτη αρχίζουν μαθήματα. Θα κάνω μια πρόχειρη απόπειρα να φανταστώ το περιβάλλον στο οποίο θα διεξάγονται τα μαθήματα αυτά.

Θα πιάσω τις σχολές ΣΘΕ και Φιλοσοφική χωριστά.

Στη ΦΛΣ, σε ένα κτίριο 70.000 τ.μ. θα κυκλοφορούν αρκετές χιλιάδες γυναίκες χωρίς να υπάρχει η παραμικρή φύλαξη. Από τις 5:00 που σκοτεινιάζει η σχολή θα ερημώνει. Τα ασανσέρ δε θα λειτουργούν, αλλά και αν κάποια λειτουργούν στο 9όροφο κτίριο, πόσοι θα τολμούν να μπαίνουν όταν δε θα υπάρχει κάποιος να απεγκλωβίσει τυχόν εγκλωβιζόμενους; Αν κάτι συμβεί σε φοιτητή/τρια ποιος θα είναι υπόλογος; Μήπως τα ΔΕΠ που δέχτηκαν να λειτουργεί η Σχολή κάτω από τέτοιες συνθήκες;

Τα ίδια ισχύουν και για τη ΣΘΕ (και αντιστρόφως, όσα πούμε ισχύουν σε μεγάλο ποσοστό και για τη ΦΛΣ). Αλλά εδώ υπάρχει επιπλέον ιδιομορφία, ότι έχουμε εργαστηριακά τμήματα. Συχνά φέρεται ως επιχείρημα από συναδέλφους π.χ. του Χημικού ή του Βιολογικού, και έχουν δίκιο, ότι εκεί, λόγω των προαπαιτουμένων εργαστηρίων, αν χαθεί το εξάμηνο, χάνεται το έτος. Αλλά, διερωτώμαι, πώς θα γίνουν τα εργαστήρια από Τρίτη, τη στιγμή που σε όλα τα Τμήματα οι ΙΔΑΧ που κρατούν τα εργαστήρια απεργούν; Αυτό δεν έχει επιπτώσεις μόνο στα τμήματα της ΣΘΕ αλλά και σε τμήματα εκτός Σχολής, όπως π.χ. Ιατρική. Θα λέμε ότι γλυτώσαμε το εξάμηνο τότε ή την αλήθεια, ότι χάθηκε το έτος; Μήπως, αντί να προσανατολίσουμε το αίτημά μας προς το Υπουργείο, να αποσύρει την ΚΥΑ, αν είναι να μη χαθεί το εξάμηνο, βαυκαλιζόμαστε ότι μπορούμε να κρατάμε και την πίττα ολάκερη (τάχα το εξάμηνο δε χάθηκε) και το σκύλο χορτάτο (δεν τα βάζουμε με το Υπουργείο); Μήπως οι συνάδελφοι που υπογράφουν γράμματα για το άνοιγμα του Πανεπιστημίου, αν πραγματικά θέλουν να ανοίξει το Πανεπιστήμιο (και γνωρίζω ότι και αυτοί, όπως κι εγώ θέλουν όντως να ανοίξει το ΕΚΠΑ), θα έπρεπε να απευθύνουν στο ΥΠΑΙΘ τις επιστολές τους; Αλλά ας είναι, πάμε παρακάτω, στο κάτω κάτω το Μαθηματικό δεν έχει εργαστήρια και μπορεί να προφασίζεται ότι και οι άλλοι δεν έχουν.

Θα ήθελα λοιπόν να ακούσω, πώς θα είναι ανοικτό το πανεπιστήμιο χωρίς Γραμματείες, χωρίς θέρμανση, χωρίς φωτισμό, χωρίς φύλαξη, χωρίς βιβλιοθήκες και πρόσβαση σε συγγράμματα, χωρίς εργαστήρια, χωρίς φοιτητική μέριμνα, χωρίς, χωρίς, χωρίς… Αν κάτι, ό μη γένοιτο συμβεί, ποιος θα αναλάβει να διαχειριστεί τις αγωγές και τις μηνύσεις; Υπερβολές; Για να θυμηθούμε τις εισβολές νεοναζί στο Μαθηματικό. Για να θυμηθούμε το ρήμαγμα του Εργαστηρίου Υπολογιστών στο Μαθηματικό. Για να θυμηθούμε τα εργαστήρια που διαχειρίζονται επικινδυνότατα υλικά.

Αλλά, προφανώς εκείνοι που δεν απευθύνουν τις διαμαρτυρίες τους προς το ΥΠΑΙΘ αλλά προς τους Διοικητικούς, έχουν στο μυαλό τους διάφορες εκδοχές που όλες οδηγούν στην εξής μία: να σπάσει η απεργία τους. Έχουμε και λέμε: Στο τραπέζι έχει πέσει το αίτημα για αυξημένο προσωπικό ασφαλείας. Αλλά τι θα πει "αυξημένο προσωπικό ασφαλείας"; Παραβίαση των νόμων που με ακρίβεια ορίζουν τη διάθεση τέτοιου προσωπικού; Ας πούμε θα βαφτίζουμε "προσωπικό ασφαλείας" τη γραμματέα που θα καλέσουμε να κρατά πρακτικά στη ΓΣ; Και για ποιο προσωπικό ασφαλείας θα μιλάμε όταν ολόκληροι κλάδοι έχουν εκλείψει; Προφανώς από το κενό σύνολο δε μπορεί να εξαχθεί "προσωπικό ασφαλείας". Ας πούμε, από τη Γραμματεία του Χημικού ουδείς απογράφηκε. Θα ζητήσουμε από υπαλλήλους που τέθηκαν σε αργία να έρθουν ως …προσωπικό ασφαλείας;

Άλλη λύση: Να εκβιαστούν προσωπικά υπάλληλοι να σπάσουν την απεργία προκειμένου να λειτουργήσουν κακήν κακώς κάποιες υπηρεσίες. Γνωρίζω ότι τέτοιες σκέψεις γίνονται, αλλά θα αποτελούν ευθεία παραβίαση της απόφασης της Συγκλήτου για πλήρη σεβασμό της απεργίας των διοικητικών και μη εμπλοκή τους στις διαδικασίες ανοίγματος των σχολών. Θα μου πείτε, ε και; Σιγά μη στάξει η ουρά του ποντικού στο λάδι. Αλλά θα σας πω, ότι αυτά αποτελούν σχέδια επί χάρτου και οι προσπάθειες να στραφούν οι διοικητικοί ο ένας εναντίον του άλλου μπορεί να καταλήξουν σε οδυνηρότατες συνέπειες, και όχι μόνο για τους διοικητικούς.

Άλλη λύση που έχει ακουστεί: Να αναλάβουν τα ΔΕΠ τις εργασίες του Διοικητικού Προσωπικού (π.χ. εγγραφή πρωτοετών). Ακόμη και αν αφήσουμε το γεγονός ότι ο Σύλλογος Διδασκόντων αυτό δεν θα το επιτρέψει (και κανείς να μην αμφιβάλλει ότι ειδικά αυτο θα το πετύχει και εύκολα), είμαι περίεργος να ακούσω απόψεις όσων αντί να συγγράψουν επιστολή προς το Υπουργείο συγγράφουν επιστολή προς εαυτούς και αλλήλους.

Άλλη λύση: Να προσληφθούν μέσω εργολαβίας άνθρωποι που θα επιτελούν το έργο των διοικητικών, π.χ. φύλακες, οι οποίοι θα πληρώνονται απο τα …αποθεματικά του ΕΛΚΕ. Εδώ, να επισημανθεί ότι η διάθεση χρημάτων από το overhead προγραμμάτων για αμοιβές προσωπικού όπως φύλακες, κ.λπ. είναι εν πολλοίς παράνομη και ορισμένα ευρωπαϊκά προγράμματα κινδυνεύουμε να αποσυρθούν αν συλληφθούμε να κάνουμε τέτοιες λαθροχειρίες. Αλλά ας το αφήσουμε και ας περάσουμε στο ψητό: Πόσο καιρό θα έχουμε χρήματα από τα αποθεματικά του ΕΛΚΕ να πληρώνουμε τέτοιες κατηγορίες εργαζομένων με μπλοκάκι; Και μετά; Προφανώς η απάντηση μπορεί νάναι μόνο μία: δίδακτρα. Αλλά τότε, γιατί τα ΔΕΠ να περιμένουν καλύτερη μεταχείριση στο μέλλον σε σχέση με αυτές τις κατηγορίες εργαζομένων; Γιατί να μην απολυθούν και τα μισά (ας πουμε) μέλη ΔΕΠ και κατόπιν να προσλαμβάνονται "πανεπιστημιακοί υπότροφοι" (ο όρος είναι ακριβής, ετσι θα λέγονται οι διδάσκοντες με μπλοκάκι στο άμεσο μέλλον) που θα διδάσκουν μαθήματα κατ' αποκοπήν. Ωραίο πανεπιστήμιο στο θαυμαστό καινούργιο κόσμο που στήνεται χωρίς να ακουστεί κιχ…

Φίλτατοι συνάδελφοι, δεν υπάρχει μέλος ΔΕΠ που να μην έχει αγωνία για το εξάμηνο. Αλλά μήπως το παιχνίδι που παίζεται αφορά κάτι πολύ μεγαλύτερο από το εξάμηνο; Μήπως δεν είναι τυχαίο το στενότατο ενδιαφέρον τριών τεσσάρων εκδοτικών ομίλων για τις εξελίξεις στο πανεπιστήμιο; Μήπως κάποιοι πάνε να αρπάξουν για ένα κομμάτι ψωμί προνομιακά τμήματα της δημόσιας περιουσίας και μήπως το πανεπιστήμιο είναι ένα από αυτά;

Και εμείς ως μέλη ΔΕΠ, πνευματικοί άνθρωποι, αύριο θα λέμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας: "'Ημουν κι εγώ εκεί, αλλά το εξάμηνο δεν το άφησα να χαθεί!…".

Αυτά όμως τι θα μας πουν;

* Το κείμενο στάλθηκε σε πολλούς παραλήπτες, εκτός των ΔΕΠ του Τμήματος Μαθηματικών.

** Ο Κωστής Μηλολιδάκης είναι αν. καθηγητής στο Τμήμα Μαθηματικών του ΕΚΠΑ

ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου 2013, http://www.sxedio-b.gr/index.php/articles/item/462-epistolimilolidakis

Η Τρόικα, η δραχμή και το ευρώ (β)

Η Τρόικα, η δραχμή και το ευρώ (β)

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Συνέχεια από το μέρος (α)

Το πλέον οδυνηρό αποτέλεσμα της διάρρηξης του κοινωνικού συμβολαίου από μία κυβέρνηση, είναι η απώλεια του σεβασμού των πολιτών προς την ίδια, η οποία οδηγεί στην απορρύθμιση στο χάος και στην αναρχία – οι «δεξιές» και οι «αριστερές» λύσεις της Ελλάδας.

«Ο όρος «καπιταλισμός» έχει το πλεονέκτημα ότι, περιγράφει επακριβώς, με πλήρη σαφήνεια δηλαδή, το σημερινό οικονομικό σύστημα: ο βασικός σκοπός του οποίου είναι η τοποθέτηση, η χρήση καλύτερα κεφαλαίων, με σκοπό την αύξηση τους – με την πραγματοποίηση κερδών. Πρόκειται λοιπόν για μία διαδικασία, η οποία παράγει «εκθετική» ανάπτυξη – ενώ διαφορετικά καταρρέει.

Ο καπιταλισμός δεν «ωθείται» από τους χαμηλούς μισθούς, όπως φαίνεται να υποστηρίζεται από τις σημερινές πολιτικές λιτότητας – αλλά, αντίθετα, από τους συνεχώς υψηλότερους. Η βασική αιτία είναι το ότι, μόνο όταν οι αμοιβές των εργαζομένων είναι «ακριβές», έχουν νόημα οι τεχνολογικοί νεωτερισμοί – οι οποίοι αυξάνουν γεωμετρικά την παραγωγικότητα και δημιουργούν ανάπτυξη.

Κατά τη διάρκεια όμως της διαδικασίας αυτής, προκαλείται μία επώδυνη «δημιουργική καταστροφή» – αφού «πεθαίνουν» οι παλαιότερες και φθηνότερες θέσεις εργασίας, τις οποίες καταστρέφουν οι τεχνολογικοί νεωτερισμοί, αντικαθιστάμενες με ακριβότερες, πιο εξειδικευμένες και λιγότερες.

Η φύση του καπιταλισμού λοιπόν, όσον αφορά τον τομέα εργασία, είναι οι υψηλότερες αμοιβές, με λιγότερες θέσεις εργασίας, μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας – οπότε με αυξημένο ρίσκο και με ανασφάλεια, για να «παράγονται» νεωτερισμοί και κέρδη. Αντίθετα, ο «αμιγής σοσιαλισμός» στηρίζεται στην εργασία για όλους, στην ασφάλεια και στην παραδοσιακή δομή μίας οικονομίας – χωρίς μεγάλο ρίσκο, αλλά με πολύ χαμηλές αμοιβές. Όλες οι ενδιάμεσες, «γκρίζες» αποχρώσεις, έχουν πάντοτε ημερομηνία λήξεως».

Ανάλυση

Στο πρώτο μέρος του κειμένου μας είχαμε αναφέρει ότι, η Ελλάδα δεν έχει μέλλον, όσο συνεχίζει να ακολουθεί αυτά που της επιβάλλονται – ενώ πολύ σύντομα θα καταρρεύσει, με ελάχιστες πιθανότητες να ανακτήσει κάποτε το προηγούμενο βιοτικό της επίπεδο. Θεωρήσαμε δε απόλυτα αναγκαία τη σύνταξη ενός ελληνικού επιχειρηματικού σχεδίου (Business plan), το οποίο να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις της Ελλάδας – στους πολίτες της, στα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα, στα μέσα παραγωγής και στα χρήματα που διαθέτει η ίδια.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι, δεν πρέπει να αναζητήσει τη «συνδρομή» των εταίρων της στην επίλυση των προβλημάτων της οικονομίας της – με τη μορφή ενός «Marshall Plan», μίας επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των οφειλών της με περίοδο χάριτος και ρήτρα εξαγωγών, της μείωσης του επιτοκίου δανεισμού της στο βασικό της ΕΚΤ (0,25%), της αύξησης των εξαγωγών της προς τις χώρες της ΕΕ κλπ., όπως έχουμε αναλύσει πολλές φορές στο παρελθόν. Εν τούτοις, οφείλει να είναι προετοιμασμένη για ενδεχόμενη άρνηση των εταίρων της να τη βοηθήσουν – για την περίπτωση δηλαδή που δεν θα «στεφθούν» με επιτυχία οι όποιες διαπραγματεύσεις, έχοντας ένα σχέδιο δικό της.

Το θέμα βέβαια δεν είναι μόνο η σύνταξη του συγκεκριμένου σχεδίου, βασικότερο στοιχείο του οποίου οφείλει να είναι η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση της χώρας (απλούστερα, «τι θα κάναμε αύριο το πρωί, όταν θα διώχναμε την Τρόικα»), αλλά και ποια πολιτική παράταξη θα μπορούσε να το εφαρμόσει – κάτι που σίγουρα δεν συμπεραίνεται από τα προγράμματα των διαφόρων κομμάτων, τα οποία είναι μάλλον «ασκήσεις επί χάρτου», κενές υποσχέσεις και θεωρίες χωρίς αντίκρισμα.

Περαιτέρω ισχυρισθήκαμε ότι, η αριστερά δεν έχει εκ των πραγμάτων καμία απολύτως πιθανότητα να διασώσει την Ελλάδα εντός της Ευρωζώνης – διατηρώντας το ευρώ δηλαδή, ως νόμισμα της χώρας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το θεωρούμε αναγκαίο (αν και εμείς είμαστε υπέρ του ευρώ, με την έννοια της ενωμένης Ευρώπης).

Όσον αφορά την συγκυβέρνηση, αναφέραμε πως πιθανότατα θα αποτύχει, ότι και να κάνει – αφού έχει δυστυχώς εγκλωβιστεί, με κριτήριο τις μέχρι σήμερα εσφαλμένες επιλογές της, επιλέγοντας εκ των υστέρων να αλλάξει τις βασικές της θέσεις, καθώς επίσης να μην τηρήσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις της.

Κατά την άποψη μας, είναι πολύ δύσκολο να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση, ενώ θα γίνεται όλο και πιο «δικτατορική», αλλά και συνεχώς περισσότερο δουλοπρεπής στους ξένους, στην προσπάθεια της να διατηρήσει «με νύχια και με δόντια» την εξουσία – μεταξύ άλλων, για να αποφύγουν την τιμωρία ορισμένα στελέχη της, αφού τα δύο κόμματα που τη συναποτελούν είναι αυτά που ευθύνονται κυρίως για τη χρεοκοπία της πατρίδας μας.

Συνεχίσαμε με το ότι, προοπτικές επιτυχίας εντός του ευρώ έχουν μόνο τα δεξιά (φιλελεύθερα) κόμματα, εκ των πραγμάτων και όχι λόγω της ιδιαίτερης πολιτικής τους, επειδή είναι σε θέση να εκμεταλλευθούν τα εργαλεία της ελεύθερης αγοράς – εάν βέβαια στελεχωθούν σωστά, με τα ικανότερα και σοβαρότερα άτομα της χώρας. Αυτό δεν σημαίνει πως το ευρώ είναι μονόδρομος, αλλά απλά και μόνο μία από τις υφιστάμενες επιλογές – ενδεχομένως η «μακράν» λιγότερο επώδυνη.

Απαραίτητη προϋπόθεση φυσικά, είτε για την αριστερή, είτε για τη δεξιά εναλλακτική επιλογή κομμάτων διακυβέρνησης της χώρας, θα ήταν η «συστράτευση» όλων των Ελλήνων στο πλευρό τους. Αυτό θα απαιτούσε  όμως μία εξαιρετικά προικισμένη ηγετική ομάδα, η οποία θα ήταν σε θέση να πείσει τεκμηριωμένα – τιμωρώντας παραδειγματικά την πολιτική διαφθορά (όλους τους διεφθαρμένους πολιτικούς δηλαδή, οι οποίοι οδήγησαν την πάμπλουτη  χώρα μας στη χρεοκοπία) και υιοθετώντας παράλληλα την άμεση δημοκρατία.

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, η υιοθέτηση της άμεσης δημοκρατίας, κυρίως με την ψήφιση των βασικών νόμων ή των μελλοντικών αποφάσεων απ' ευθείας από τους πολίτες (όπως, για παράδειγμα, την σύναψη της δανειακής σύμβασης το 2010, με τα μνημόνια που προϋπέθετε), είναι ο μοναδικός τρόπος για να υποστηριχθούν τόσο οι νόμοι, όσο και τα διάφορα μέτρα από το σύνολο του λαού – με την έννοια ότι ο λαός, εάν έχει λάβει ο ίδιος της αποφάσεις, είναι πολύ πιο εύκολο «να σταθεί πίσω τους» και να τις στηρίξει επιτυχημένα.

ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΑ

Επειδή για να εκδιώξουμε την Τρόικα θα πρέπει να βρούμε τι κάνουμε ακριβώς την επόμενη ημέρα, καθώς επίσης πως θα τοποθετήσουμε τις βάσεις της ανάπτυξης, χωρίς την οποία δεν υπάρχει καμία δυνατότητα διαφυγής μας από την παγίδα του χρέους, θεωρούμε σκόπιμη μία μικρή αναφορά στο θέμα των δανείων – από μακροοικονομικής πλευράς. Η αιτία είναι το ότι, η παροχή νέων δανείων δημιουργεί ρευστότητα, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η αντιμετώπιση της ύφεσης – κατ' επέκταση, του τέρατος της ανεργίας.

Φυσικά, η συγκεκριμένη διαδικασία αφορά την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, την οποία δεν αποδέχεται η μη ερμαφρόδιτη αριστερά – αλλά και η οικονομία της αγοράς δεν αποδέχεται την αριστερά, γεγονός στο οποίο οφείλεται κυρίως ο ισχυρισμός μας, σχετικά με το ότι δεν μπορεί να διασώσει την Ελλάδα, παραμένοντας εντός της Ευρωζώνης.

Προκαταβολικά θεωρούμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε ότι, όπως έχουμε αναλύσει σε πολλά κείμενα μας οι καταθέσεις, από τεχνικής πλευράς, δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τις χορηγήσεις, με την παροχή δανείων δηλαδή – αφού τα δάνεια είναι συνώνυμα με τη δημιουργία «νέων χρημάτων από το πουθενά», όπου στην Ευρωζώνη, για κάθε 100 € που δανείζει μία τράπεζα, είναι υποχρεωμένη να έχει ως εγγύηση μόλις 1 € στην ΕΚΤ.

Συνεχίζοντας στο βασικό θέμα μας, εάν οι τράπεζες δάνειζαν τόσα χρήματα, όσες οι καταθέσεις των αποταμιευτών τους, δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί η οικονομία, από μακροοικονομική συνολική σκοπιά – γεγονός που συνέβαινε στην Ελλάδα, λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, όταν οι καταθέσεις των Ελλήνων ήταν της τάξης των 240 δις € και τα δάνεια των τραπεζών σε κάπως υψηλότερα επίπεδα (στο τέλος του 2010, οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες είχαν διαμορφωθεί στα 208,9 δις €, ενώ οι χορηγήσεις στα 257,7 δις € – πηγή).

Η αιτία είναι το ότι, οι καταθέσεις αποτελούν ουσιαστικά ένα εισόδημα, το οποίοι δεν δαπανάται – δεν καταναλώνεται δηλαδή στην αγορά και δεν αυξάνει τη ζήτηση. Η απώλεια λοιπόν της ζήτησης, η οποία σε κάποιον τομέα της οικονομίας περιορίζει την χρησιμοποίηση της υφισταμένης παραγωγικής δυναμικότητας, θα πρέπει να αντισταθμισθεί με κάποιον άλλο τρόπο – γνωρίζοντας επί πλέον πως σε μία οικονομία, οι δαπάνες του ενός είναι τα έσοδα του άλλου.

Ας μην ξεχνάμε ότι, τα εισοδήματα, τα οποία αποταμιεύονται στις τράπεζες, προέρχονται από την παροχή εργασίας – από την παραγωγή δηλαδή προϊόντων, για τα οποία όμως μειώνεται η ζήτηση, κατά το ποσόν της αποταμίευσης. Εάν λοιπόν δεν αντισταθμισθεί η απώλεια, η μειωμένη εκ των αποταμιεύσεων ζήτηση περιορίζει το ρυθμό ανάπτυξης, αυξάνει την ανεργία κοκ.

Με ένα απλό παράδειγμα, δεν ράβονται 100 φουστάνια, επειδή δεν μπορούν να πουληθούν, αλλά 80 – οπότε μειώνεται ο τζίρος στην αγορά (άρα το ΑΕΠ), στο ύψος του ποσού που αποταμιεύθηκε (κόστος των 20 φουστανιών), ενώ απολύονται εκείνοι οι εργαζόμενοι, οι οποίοι έραβαν τα 20 φουστάνια. Η πορεία της ανεργίας στην Ελλάδα, παρά τη μείωση των αμοιβών των εργαζομένων ή, καλύτερα, λόγω της μείωσης των αμοιβών, καθώς επίσης του περιορισμού της ζήτησης που προκάλεσε, μεταξύ άλλων, η πιστωτική συρρίκνωση, είναι χαρακτηριστική:

Πραγματικό εισόδημα και ανεργία στην Ελλάδα, 1999 – 2013. (* Πατήστε στην εικόνα για μεγέθυνση)

Εάν τώρα αντικατασταθούν εξ ολοκλήρου οι αποταμιεύσεις με την παροχή δανείων, τότε η ζήτηση παραμένει ως έχει – οπότε παράγονται τα ίδια προϊόντα, γίνονται οι ίδιες επενδύσεις, ενώ απαιτούνται οι ίδιες θέσεις εργασίας. Αυτό σημαίνει όμως ότι δεν δημιουργείται ανάπτυξη, δεν γίνονται νέες επενδύσεις και η ανεργία κινείται στα ίδια επίπεδα  – αφού η ζήτηση παραμένει σταθερή, επειδή συμπληρώθηκε «επακριβώς» η απώλεια των χρημάτων που αποταμιεύονται, με δάνεια στο ίδιο ύψος.

Αυτό ισχύει βέβαια στην θεωρητική περίπτωση όπου, οι τράπεζες δανείζουν ποσά ανάλογα με τις καταθέσεις που έχουν – με επιτόκια υψηλότερα αυτών που προσφέρουν στους καταθέτες. Με τον τρόπο αυτό καλύπτουν τουλάχιστον τα έξοδα λειτουργίας τους, χωρίς να ζημιώνονται από τους τόκους που προσφέρουν – υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι, δεν χάνουν τα δάνεια που παρέχουν.

Όταν όμως αδυνατούν να εισπράξουν τα δάνεια που παρέχουν, επειδή κάποιοι πελάτες τους χρεοκοπούν, μειώνεται (καίγεται) ουσιαστικά το ποσόν των χρημάτων που κυκλοφορεί – με αποτέλεσμα να μειώνεται η κατανάλωση, η ζήτηση κοκ., οπότε περιορίζεται ο ρυθμός ανάπτυξης.

Συμπερασματικά λοιπόν, εάν οι τράπεζες δάνειζαν μόνο τις καταθέσεις των αποταμιευτών, στην καλύτερη περίπτωση (εάν δεν υπήρχαν κόκκινα δάνεια), ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας θα ήταν μηδενικός – στη χειρότερη θα γινόταν αρνητικός, κατά το ποσόν των χαμένων δανείων.

Στο σημείο αυτό, εάν κατανοήσουμε ότι, οι καταθέσεις των Ελλήνων παραμένουν σήμερα στα επίπεδα των 240 δις € από την πλευρά της απώλειας ζήτησης (άσχετα από το ότι τα 80 δις € έχουν κατατεθεί σε τράπεζες του εξωτερικού), ενώ οι χορηγήσεις δεν ξεπερνούν πλέον τα 220 δις € από περίπου 260 δις € το 2010, η διαφορά των 40 δις € έχει μειώσει ανάλογα τη ζήτηση – με αποτέλεσμα να εξηγείται, από την συγκεκριμένη οπτική γωνία, η πτώση του ΑΕΠ από 230 δις € προηγουμένως, στα 190 δις € σήμερα (αριθμοί κατά προσέγγιση).

Εάν αφαιρέσουμε δε τα χαμένα χρήματα από τα δάνεια που έχουν δώσει οι τράπεζες, τα οποία κάποια στιγμή θα πάψουν να θεωρούνται ως απλές επισφάλειες, θα συνειδητοποιήσουμε πως βρισκόμαστε ακόμη στα μέσα του δρόμου – πως η ύφεση δηλαδή δεν έχει ακόμη εμφανισθεί σε ολόκληρη την έκταση της. Αυτό παρατηρείται ήδη στην Ισπανία, οι τράπεζες της οποίας «συνελήφθηκαν» να παραποιούν τους ισολογισμούς τους, όσον αφορά τα επισφαλή δάνεια – με στόχο να εμφανίζουν πολύ μικρότερες ζημίες, από τις πραγματικές.

Η ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ

Σύμφωνα τώρα με τους μονεταριστές, τα δάνεια που υπερβαίνουν τις καταθέσεις αυξάνουν την ονομαστική ζήτηση και όχι την πραγματική – με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων και να προκαλείται μία «πληθωριστική ανάπτυξη», με την πραγματική να παραμένει ως έχει.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε βέβαια να συμβεί, εάν η παραγωγική δυναμικότητα μίας οικονομίας ήταν στα όρια της – οπότε οι παραγωγοί προϊόντων θα προτιμούσαν να αυξήσουν τις τιμές, παρά να προβούν σε νέες επενδύσεις, έως ότου τουλάχιστον βεβαιώνονταν πως η ζήτηση θα συνεχίσει να αυξάνεται.

Στις σημερινές συνθήκες όμως, καμία επιχείρηση σε καμία χώρα δεν έχει εξαντλήσει την παραγωγική της δυναμικότητα – αντίθετα, στους περισσότερους κλάδους επικρατεί ακριβώς το αντίθετο Επομένως, οι βιομηχανίες θα προτιμούσαν να αυξήσουν την προσφορά, παρά τις τιμές των προϊόντων τους.

Σαν αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, της αύξησης της προσφοράς δηλαδή, παράγονται περισσότερα προϊόντα – άρα αυξάνεται το ΑΕΠ, λόγω της ζήτησης που δημιουργείται από εκείνο το μέρος των δανείων, το οποίο υπερβαίνει τις καταθέσεις. Η μέσω των δανείων αυξημένη ζήτηση λοιπόν λειτουργεί θετικά, όσον αφορά το ρυθμό ανάπτυξης, οπότε δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας κοκ.

Ακόμη όμως και αν δεχόταν κανείς ότι, η ζήτηση που προκαλεί ο δανεισμός θα είχε σαν αποτέλεσμα να αυξήσουν οι παραγωγοί τις τιμές και όχι την προσφορά προϊόντων, το τελικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν αρνητικό – επειδή οι αυξημένες τιμές σημαίνουν συνήθως αδυναμία κάλυψης της μεγαλύτερης ζήτησης, οπότε γίνονται νέες επενδύσεις, με ευεργετικά επακόλουθα για μία οικονομία.

Στο σημείο αυτό κατανοεί κανείς την τεράστια σημασία του χρηματοπιστωτικού τομέα, όσον αφορά την πραγματική οικονομία – με την έννοια ότι, η βασική «αρμοδιότητα» των τραπεζών είναι ο έλεγχος των σχεδιαζόμενων μελλοντικών επενδύσεων εκ μέρους των ιδιωτών. Φυσικά όσον αφορά τη δυνατότητα κερδοφορίας και τα ρίσκα τους, έτσι ώστε να αποφασίζουν πότε είναι σωστός ο δανεισμός – ελαχιστοποιώντας την απώλεια των δανείων και των τόκων τους. Η πορεία των επενδύσεων πάντως στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι,  είναι χαρακτηριστική του που οδηγήθηκε:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη των επενδύσεων στην Ελλάδα

Έτη

2007

2008

2009

2010

2011

2012

 

 

 

 

 

 

 

Επενδύσεις

26,72

24,01

18,57

17,54

16,11

13,59

Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος.

Σε σχέση τώρα με τους καταναλωτές, αν και είμαστε της άποψης ότι, ποτέ δεν πρέπει να δανείζεται κανείς για καταναλωτικούς, αλλά μόνο για επενδυτικούς σκοπούς, οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν εάν ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα επιστροφής των ποσών που ζητάει να του δανείσουν. Προφανώς σε εποχές ύφεσης και αποπληθωρισμού, όπως η σημερινή στην Ελλάδα, οι τράπεζες αξιολογούν αρνητικά τους δανειολήπτες – περιορίζοντας συνεχώς τα δάνεια τους και επιδεινώνοντας τις προοπτικές της χώρας.

Ολοκληρώνοντας, όταν οι τράπεζες κάνουν σωστά τη δουλειά τους, τότε δεν χάνονται δυσανάλογα ποσά, γίνονται σωστές επενδύσεις, αυξάνεται η ζήτηση, περιορίζεται η ανεργία και εξασφαλίζεται η ανάπτυξη – οπότε, τα χρήματα που δημιουργούνται από το πουθενά, υπερβαίνοντας τις καταθέσεις, εκπληρώνουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ρόλο τους: την αύξηση του βιοτικού επιπέδου ολόκληρης της χώρας.

Προφανώς αυτό δεν συμβαίνει με τα χρήματα που δημιουργούνται από το πουθενά και πηγαίνουν στο πουθενά – όπως διαπιστώνεται από τις ανεύθυνες κερδοσκοπικές επενδύσεις των τραπεζών, στις χρηματιστηριακές φούσκες.

ΤΟ ΔΕΞΙΟ ΣΕΝΑΡΙΟ

Είναι φανερό το ότι, μία κυβέρνηση που πιστεύει στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς, έχει αρκετές δυνατότητες στη διάθεση της, για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της οικονομίας της – αρκεί προηγουμένως να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών οι οποίες, όπως και στο παραπάνω παράδειγμα των τραπεζών, θα την ενισχύσουν, εάν πεισθούν ότι μπορούν να πάρουν τα χρήματα τους πίσω.

Όταν όμως οι διεθνείς αγορές, οι ιδιοκτήτες κεφαλαίων και αποταμιεύσεων καλύτερα, είναι πεπεισμένες/νοι ότι, η κυβέρνηση δεν έχει καμία απολύτως πρόθεση να εξοφλήσει εκούσια τις υποχρεώσεις της, νέες ή παλαιότερες, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας σήμερα, δεν υπάρχει καμία ελπίδα να την ενισχύσουν. Πόσο μάλλον όταν διαπιστώνουν ότι, υιοθετεί καταναγκαστικά προγράμματα – η «ανόρεκτη», η «ακούσια» κατά κάποιον τρόπο, καθώς επίσης η αποσπασματική εφαρμογή των οποίων δεν αφήνει καμία αμφιβολία, σχετικά με τις προθέσεις και τις δυνατότητες της.

Εάν όμως οι αγορές δεν ενισχύσουν την Ελλάδα, τότε είναι αδύνατον να ξεφύγει ποτέ από τα νύχια της Τρόικας – ενώ θα πληρώσει πολλαπλά τις οφειλές της σε είδος, αφού δεν θέλει να τις πληρώσει με χρήματα. Απλούστερα, η Τρόικα θα λεηλατήσει στην κυριολεξία τόσο τη δημόσια, όσο και την ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων, ενώ η Ελλάδα θα παραμένει χρεωμένη με ποσά, τα οποία θα έχει ουσιαστικά ξεπληρώσει προ πολλού.

Για παράδειγμα, το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας θα «εκποιηθεί», αποφέροντας ένα ελάχιστο ποσόν σε σχέση με την πραγματική της αξία – οπότε η χώρα θα παραμείνει «πιστωμένη». Το ίδιο θα συμβεί και με την ιδιωτική περιουσία, η οποία ουσιαστικά θα κατασχεθεί μέσω υπερβολικών φόρων και χαρατσιών – οδηγούμενη είτε στο δημόσιο και από εκεί στους πιστωτές, είτε απ' ευθείας στους πιστωτές, μέσω των τραπεζών και των «τιτλοποιήσεων» των κατασχεμένων περιουσιακών στοιχείων (ακινήτων).

Η μοναδική λύση τώρα, η οποία είναι στη διάθεση μίας φιλελεύθερης κυβέρνησης (η έννοια «φιλελεύθερη» δεν έχει καμία σχέση με το νεοφιλελευθερισμό), είναι να εξυπηρετεί τα χρέη της, με τις δικές της δυνάμεις και με το δικό της σχέδιο – ενώ μπορεί να διώξει την Τρόικα αμέσως, αρκεί να σταματήσει να δανείζεται από αυτήν, τεκμηριώνοντας ότι θα μπορεί να εξοφλεί τις υφιστάμενες υποχρεώσεις της, όταν θα γίνονται ληξιπρόθεσμες.

Η Ελλάδα προφανώς και μπορεί να τα καταφέρει, εάν αποκτήσει μία ικανή κυβέρνηση, η οποία να είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των αγορών – με πρώτη υποχρέωση της να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό, παύοντας να δημιουργεί ελλείμματα (ζημίες). Ειδικότερα,

(α) Μία τέτοια κυβέρνηση, για να εξασφαλίσει το βραχυπρόθεσμο δανεισμό της, έτσι ώστε να μην έχει ανάγκη την Τρόικα, θα μπορούσε, για παράδειγμα, να εκδώσει «εθνικά ομόλογα», εγγυημένα με κρατικά περιουσιακά στοιχεία – «πουλώντας» τα στις τράπεζες της οι οποίες, αφού τα ομόλογα θα είναι εγγυημένα, θα μπορούν να τα χρηματοδοτήσουν «φθηνά» μέσω της ΕΚΤ.

Εθνικά ομόλογα με ρήτρα πληθωρισμού, κατά το παράδειγμα της Ιταλίας, θα μπορούσαν να αγοραστούν και από τους Έλληνες καταθέτες – επίσης από αυτούς που έχουν μεταφέρει τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό, εάν πεισθούν με τη σειρά τους ότι η Ελλάδα θα επιβιώσει. Πόσο μάλλον εάν δεν απαιτηθεί φόρος για την εισαγωγή χρημάτων από το εξωτερικό και δεν επιβληθούν «ποινές», υπό την προϋπόθεση της τοποθέτησης τους σε «πατριωτικά ομόλογα».

(β) Περαιτέρω, η μεσοπρόθεσμη κεφαλαιακή ενίσχυση του κράτους δεν είναι απαραίτητο να επιτευχθεί με την πώληση των περιουσιακών του στοιχείων, όπως για παράδειγμα αυτών που έχει μεταβιβάσει στο ΤΑΙΠΕΔ – επειδή η εισαγωγή του οργανισμού αυτού στο χρηματιστήριο, αφού προηγουμένως γίνουν όλα όσα πρέπει για να αποκτήσει την τιμή που αξίζει, θα μπορούσε να έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα.

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση θα έπρεπε να εκμεταλλευθεί όλα τα πλεονεκτήματα που της προσφέρει η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, εκ μέρους των εμπορικών τραπεζών της – όπως την αναλύσαμε προηγουμένως και με στόχο την αύξηση της ρευστότητας στην αγορά, για την οποία δεν χρειάζεται τη συγκατάθεση και τη συμφωνία κανενός. Πόσο μάλλον όταν η πατρίδα μας έχει βυθιστεί στον αποπληθωρισμό (-2%), για την καταπολέμηση του οποίου απαιτούνται «πληθωριστικά μέτρα» – όπως η αύξηση της ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος (ανάλυση) και η απασχόληση των ανέργων από το κράτος, σύμφωνα με την «τακτική» του Keynes.

Για να μπορέσει δε η κυβέρνηση να υποβοηθήσει τη συγκεκριμένη διεργασία, θα όφειλε να ιδρύσει μία κρατική τράπεζα επενδύσεων, προικίζοντας την με περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου – έτσι ώστε να δοθούν πιστώσεις προς την πραγματική οικονομία, μέσω της δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά (προφανώς δεν χρειάζεται παράλληλο νόμισμα, αφού μπορούν να δημιουργηθούν νέα χρήματα από τις τράπεζες), για την «αναθέρμανση» των επενδύσεων και της ζήτησης. Ο πίνακας ΙΙ που ακολουθεί δίνει μία εικόνα της χώρας μας:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Εξέλιξη των πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, των επισφαλειών και της ποσότητας χρήματος

Έτος

Πιστώσεις

Επισφάλειες

Ποσότητα χρήματος (Μ2)

 

 

 

 

2002

56,47

5,5

-1,45

2003

59,21

7,0

2,04

2004

64,56

7,0

9,78

2005

73,19

6,3

15,00

2006

79,08

5,4

9,82

2007

86,25

4,5

12,87

2008

94,14

5,0

15,66

2009

95,85

7,7

5,09

2010

105,92

10,4

-10,01

2011

120,07

14,4

-14,93

2012

 

17,2

-4,96

Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα.  Πίνακας: Β. Βιλιάρδος.

Σημείωση: Οι πιστώσεις αυξήθηκαν, κυρίως λόγω του ότι δεν εξοφλήθηκαν οι παλαιότερες.

Η ραγδαία μείωση της ποσότητας χρήματος στην Ελλάδα από το 2010, σε συνδυασμό με την κατάρρευση της ταχύτητας κυκλοφορίας (ενδεχομένως η Μ2 να ευρίσκεται σε μία τάξη μεγέθους του 2), φαίνεται ολοκάθαρα στον Πίνακα ΙΙ.

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, σε μία νομισματική ένωση μπορούν θεωρητικά να εκτυπώνουν «βασικά χρήματα» μόνο οι πλεονασματικές οικονομίες, με την έννοια ότι τα νέα χρήματα πρέπει να αντιπροσωπεύουν ένα νέο (μεγαλύτερο) ΑΕΠ. Αντίθετα, οι ελλειμματικές οικονομίες, όπως η Ελλάδα, είναι υποχρεωμένες να «καίνε» τα υφιστάμενα χρήματα στο ύψος που μειώνεται (καίγεται) το ΑΕΠ τους – γεγονός που πολλαπλασιάζει τα προβλήματα τους.

Συνεχίζοντας στο θέμα μας, η επενδυτική κρατική τράπεζα (ανάλογης μορφής με τη γερμανική Kfw), θα μπορούσε να εισαχθεί στο χρηματιστήριο για να αυξήσει τις χρηματοδοτικές δυνατότητες της, καθώς επίσης να προβεί η ίδια στην αγορά των «τιτλοποιημένων ακινήτων» – τα οποία θα θελήσουν πιθανότατα να πουλήσουν φθηνά οι εμπορικές τράπεζες στο εξωτερικό, αφού κατασχέσουν μαζικά τα σπίτια των Ελλήνων.

(γ) Τέλος, για τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της πατρίδας μας υπάρχουν πολλές δυνατότητες – όπως, για παράδειγμα, η «τιτλοποίηση» του ενδεχομένου υπογείου πλούτου της, η είσπραξη των πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία και διάφορα άλλα.

Χωρίς να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, εάν μία κυβέρνηση καταφέρει να πείσει τους Έλληνες για τις έντιμες προθέσεις και τις ικανότητες της, διευκολύνοντας τους να καταλάβουν ότι, είναι προτιμότερο να δανείσουν οι ίδιοι το κράτος τους, έστω και με κάποιο ρίσκο να χάσουν μέρος των δανεικών, παρά να τους πάρει τα ίδια χρήματα με τους φόρους και τα χαράτσια, τότε θα καταφέρει να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση.

Για παράδειγμα, εάν οι Έλληνες αγόραζαν ομόλογα αξίας 3 δις €, όσα υπολογίζεται ότι θα αποφέρουν οι νέοι φόροι ακίνητης περιουσίας, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να επιβαρυνθούν με φόρους – ενώ θα είχαν κάποια ελπίδα να πάρουν πίσω ένα μέρος των χρημάτων τους στο μέλλον.

Ολοκληρώνοντας, μία ικανή φιλελεύθερη κυβέρνηση μίας πάμπλουτης χώρας με προβλήματα ρευστότητας, όπως η Ελλάδα, υπό τη  προϋπόθεση ότι γνωρίζει τους κανόνες της αγοράς και έχει την ικανότητα να τους εκμεταλλεύεται, μπορεί να πετύχει πάρα πολλά – αρκεί να έχει σχέδιο και την ικανότητα να πείσει τεκμηριωμένα.

Μία από τις προτεραιότητες της θα ήταν αναμφίβολα η εξόφληση των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί άμεσα είτε με την πληρωμή μέσω ομολόγων, είτε με «πιστωτικά φόρου» – όπου οι επιχειρήσεις θα είχαν τη δυνατότητα να εξοφλούν τις υφιστάμενες ή τις μελλοντικές φορολογικές τους υποχρεώσεις, με τα συγκεκριμένα πιστωτικά.

ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΣΕΝΑΡΙΟ

Είναι προφανές ότι, τη στιγμή ακριβώς που θα ψηφιζόταν στην Ελλάδα μία αμιγώς αριστερή κυβέρνηση, θα ακολουθούσε μία μαζική εκροή κεφαλαίων – τόσο από τους ίδιους τους Έλληνες, όσο και από τους ξένους. Η έξοδος αυτή, θα συνοδευόταν από τραπεζικές επιθέσεις (bank run), οι οποίες θα δημιουργούσαν τεράστια προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας – με τις χρεοκοπίες, καθώς επίσης με το χάος που τις συνοδεύει, να μην μπορούν να αποκλεισθούν.   

Οι επενδυτές θα αποχωρούσαν αφενός μεν προληπτικά, πιθανολογώντας εύλογα ότι, θα επιβαλλόταν περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, αφετέρου επειδή θα φοβόντουσαν πως θα έχαναν τα χρήματα τους. Η αιτία είναι μεταξύ άλλων το ότι, η οικονομική πολιτική μίας τέτοιας κυβέρνησης στον τομέα της εργασίας, των κοινωνικών παροχών κλπ. δεν παράγει πλεονάσματα, από τα οποία να μπορούν να πληρωθούν οι τόκοι και οι δόσεις των δανειακών κεφαλαίων – ενώ, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μειώνει τα κέρδη των επιχειρήσεων, οπότε προκαλείται η κατάρρευση του χρηματιστηρίου.

Περαιτέρω, είναι πολύ πιθανόν ότι, η Ευρωζώνη θα σταματούσε να ενισχύει τις τράπεζες – οπότε η χώρα θα έπρεπε να υιοθετήσει το δικό της νόμισμα, παραβαίνοντας τη συνθήκη της ζώνης του ευρώ και παύοντας να αποτελεί μέλος της. Επομένως, είναι ουτοπικό το να θεωρεί μία αμιγώς αριστερή κυβέρνηση πως μπορεί να κυβερνήσει, παραμένοντας εντός της Ευρωζώνης.

Ακόμη όμως και να μην συνέβαιναν όλα αυτά, η μονομερής αθέτηση της δανειακής σύμβασης και των μνημονίων, όπως υπόσχεται η «αριστερά» (η ακύρωση μόνο των μνημονίων είναι προφανώς αδύνατη), θα οδηγούσε την Ευρώπη και την ΕΚΤ στο σταμάτημα της τροφοδοσίας των τραπεζών με ρευστότητα. Επίσης, στην «αναστολή» των δόσεων των εγκεκριμένων δανείων – οπότε η Ελλάδα θα αναγκαζόταν εκ των πραγμάτων (de facto) να δηλώσει αδυναμία πληρωμών, να χρεοκοπήσει, να υιοθετήσει το εθνικό της νόμισμα και να οδηγηθεί εκτός Ευρωζώνης.

Στην περίπτωση αυτή τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού, ακόμη και αν ήταν πραγματικά, θα μετατρεπόταν σε χρόνο μηδέν σε συνεχώς αυξανόμενα ελλείμματα – αφού, μαζί με τις τράπεζες, θα κατέρρεε και η οικονομία, οπότε το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του δημοσίου θα αποτελούσε παρελθόν.

Θα ήταν δε τυχερή η Ελλάδα, εάν δεν επικρατούσε το απόλυτο χάος, με όλα όσα κάτι τέτοιο το συνοδεύουν (πλήρης παράλυση της οικονομικής ζωής, κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας, επιθέσεις σε καταστήματα κοκ.).

Ο μοναδικός τρόπος λοιπόν για να κυβερνήσει η αριστερά, είναι η ελεγχόμενη υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος, με τη βοήθεια και τη συμφωνία της Ευρωζώνης – μετά από μία διαπραγμάτευση, έτσι ώστε:

(α)  είτε να διαγραφεί ένα σημαντικό μέρος του δημοσίου χρέους – της τάξης των 220 δις €, έτσι ώστε το χρέος ως προς το ΑΕΠ να είναι της τάξης του 50%,

(β) είτε να μετατραπεί το συνολικό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας (δημόσιο και ιδιωτικό) στις νέες δραχμές, με τη σωστή ισοτιμία – παράλληλα με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, με μηδενικά επιτόκια, με «ρήτρα εξαγωγών» κλπ. Εάν εξασφαλιζόταν παράλληλα και η ενίσχυση του «δραχμικού» τραπεζικού συστήματος για ένα έτος από την ΕΚΤ, έτσι ώστε να απορροφηθούν οι αρχικές «δονήσεις», θα ήταν εξαιρετικά θετικό.

Η διαπραγμάτευση θεωρείται εφικτή, επειδή δεν συμφέρουν την Ευρωζώνη οι ανεξέλεγκτες καταστάσεις – ενώ μάλλον δεν θα επέμενε στο να παραμείνει η Ελλάδα μέλος της. Το πρόβλημα βέβαια επικεντρώνεται στο ότι, η διαπραγμάτευση θα έπρεπε να προηγηθεί την ανόδου της αριστεράς στην εξουσία – αφού διαφορετικά οι ζημίες που θα προκαλούνταν τις πρώτες ημέρες θα ήταν πολύ σοβαρές, πόσο μάλλον όταν είναι αδύνατον να ακολουθήσει αμέσως μετά τις εκλογές το απαιτούμενο κλείσιμο των τραπεζών (Bank holidays), ο περιορισμός των αναλήψεων κλπ.

Περαιτέρω, η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος θα έπρεπε να συνοδευθεί από πολλές άλλες ενέργειες – μεταξύ των οποίων η εθνικοποίηση των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος, ο περιορισμός στις αναλήψεις, καθώς επίσης στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, η δημιουργία συναλλαγματικών αποθεμάτων, η αναζήτηση νέων συμμάχων και εξαγωγικών αγορών, οι προσπάθειες αυτάρκειας της ελληνικής οικονομίας, η επιβολή δασμών για την «επιδότηση» της εγχώριας βιομηχανίας (αν και κάτι τέτοιο δεν είναι συμβατό με την ΕΕ), η έκδοση ομολόγων, με αποδέκτες τους Έλληνες καταθέτες κοκ.

Όλα αυτά, αν και εφικτά στην επίτευξη τους, απαιτούν προφανώς την ύπαρξη εξαιρετικά ικανών στελεχών τόσο στην κυβέρνηση, όσο και σε νευραλγικές θέσεις της οικονομίας. Πολύ περισσότερο στην κεντρική τράπεζα, αφού η εισαγωγή της δραχμής, καθώς επίσης η επανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, δεν είναι καθόλου εύκολο να δρομολογηθεί χωρίς μεγάλους «κλυδωνισμούς» – μεταξύ των οποίων τη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος, την έλλειψη βασικών αγαθών (φάρμακα, ενέργεια) και τις μεγάλες  πληθωριστικές πιέσεις.

Σε κάθε περίπτωση όμως, μετά από ένα πολύ επώδυνο πρώτο διάστημα, εάν η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος δρομολογούταν σωστά και ελεγχόμενα, η Ελλάδα θα μπορούσε να αντικρίσει ξανά με ελπίδα το μέλλον – γεγονός που είναι αδύνατον να συμβεί ποτέ, όσο η Τρόικα παραμένει στην πατρίδα μας, εφαρμόζοντας την εγκληματική πολιτική της.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα δεν είναι η χρεοκοπία της, η στάση πληρωμών ή η έξοδος από το ευρώ, αλλά η παραμονή της Τρόικας ακόμη περισσότερο – με την εφαρμογή της εγκληματικής για την οικονομία μας πολιτικής λιτότητας, σε συνδυασμό με την αύξηση των κεφαλικών φόρων: «μέτρα» τα οποία έτσι ή αλλιώς θα μας οδηγήσουν στην έξοδο από το ευρώ και στη χρεοκοπία.

Δυστυχώς για όλους μας, η σημερινή κυβέρνηση έχει «διαρρήξει» το κοινωνικό συμβόλαιο με το λαό, έχοντας κάνει κατάχρηση της εξουσίας της – αφού δεν τήρησε ούτε στο ελάχιστο τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, οι κυριότερες των οποίων ήταν η τιμωρία των διεφθαρμένων πολιτικών, καθώς επίσης η ορθολογική επαναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές, έτσι ώστε να υπογραφεί ένα βιώσιμο μνημόνιο.

Το πλέον οδυνηρό αποτέλεσμα της διάρρηξης ενός «κοινωνικού συμβολαίου», είναι συνήθως η «απώλεια του σεβασμού» προς τη εξουσία και τους νόμους – γεγονός που οδηγεί, αργά ή γρήγορα, στην απορρύθμιση του συστήματος, στην κατάρρευση, στο χάος και στην αναρχία.

Είναι επείγουσα λοιπόν η ανάγκη, είτε να αλλάξει άμεσα και ριζικά την οικονομική πολιτική της η κυβέρνηση, εκδιώκοντας την Τρόικα από την πατρίδα μας, είτε να αποχωρήσει – επιτρέποντας σε μία άλλη κυβέρνηση, αδιάφορο εάν είναι φιλελεύθερη ή σοσιαλιστική, να προσπαθήσει να συνάψει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με το λαό, πριν βυθιστεί η χώρα στο χάος και στη αναρχία.

Έχοντας την άποψη δε ότι η εναλλακτική του χάους, η υποταγή δηλαδή στην Τρόικα, η οποία πλέον καθοδηγείται από την πρωσική Γερμανία και όχι από τις Η.Π.Α., δεν είναι από κανέναν Έλληνα επιθυμητή, θεωρούμε πως η κάθε στιγμή που περνάει ανεκμετάλλευτη είναι πολύτιμη – αφού το ηφαίστειο «βράζει», απειλώντας να εκραγεί ξαφνικά και ανεξέλεγκτα.

* Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις.

Έχει γράψει το βιβλίο "Υπέρβαση Εξουσίας", το οποίο αναφέρεται στο φορολογικό μηχανισμό της Γερμανίας, ενώ έχει  εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον  τίτλο "Η κρίση των κρίσεων".

Έχει ασχοληθεί με σημαντικές έρευνες και αναλύσεις επί του αντικειμένου του (μακροοικονομία), επί διεθνούς επιπέδου, οι οποίες φιλοξενούνται τακτικά σε ημερήσιες εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικές ιστοσελίδες.

ΠΗΓΗ: Νοεμβρίου 9, 2013, http://www.analyst.gr/2013/11/09/4357/ και http://www.analyst.gr/2013/11/09/4357/2/ και http://www.analyst.gr/2013/11/09/4357/3/ και http://www.analyst.gr/2013/11/09/4357/4/.

Υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο;

Υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο;

Του Νίκου Μπογιόπουλου*

 Ο υποφυρερίσκος της Χρυσής Αυγής,

 ο Παπάς, με τη σημαία του…

 Κάποτε ρώτησαν τον Γκέμπελς αν υπήρχαν κρεματόρια κι αν οι ναζί είχαν επιδοθεί στην εξολόθρευση των Εβραίων. Κι εκείνος απάντησε: «Αδύνατον, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα το γνώριζα»! Η ιστορία του γκεμπελισμού είναι επομένως παλιότερη των αποβρασμάτων που την υπηρετούν. Η διαφορά πλέον είναι ότι ο γκεμπελισμός πέραν των παλιών μεθόδων, αξιοποιεί και νέες μορφές διάχυσής του, όπως για παράδειγμα αυτός ο παράλληλος και συχνά ανεξέλεγκτος κόσμος του διαδικτύου.

Συνέχεια

40 Νοέμβρηδες μετά, 3 ομοιότητες και 1…διαφορά!

40 Νοέμβρηδες μετά, τρείς ομοιότητες και μια μεγάλη διαφορά!

 

Του Δημήτρη Λαβατσή*

 

Σαράντα Νοέμβρηδες μετά, όπως έγραψε και ένας καλός σύντροφος, είναι πολύς καιρός… Ωστόσο όσοι  βιώσαμε την εποχή εκείνη και μεγαλώσαμε με τα νοήματά της διαπιστώνουμε μια "περίεργη" ομοιότητα στην ένταση των πλησιαζόντων, τότε και τώρα γεγονότων. Παρ' όλη την μεγάλη μεταξύ τους διαφορά οι δύο Νοέμβρηδες μοιάζουν…

Ομοιότητα 1η: Στην συσσωρευμένη κοινωνική ενέργεια που υφέρπει. Αυτήν που μόνο το εξασκημένο αυτί των ανθρώπων  των κινημάτων μπορεί να ακούσει και να ξεχωρίσει. Αυτήν την κοινωνική ενέργεια που και τότε οι δικτάτορες και τώρα οι δικτατορεύοντες περιφρονούν και χλευάζουν. Τότε μέχρι τις παραμονές της 17ης που κατάλαβαν ότι η κατάσταση δεν αστειεύεται. Τώρα: ακόμα οι αλαζόνες την αγνοούν όταν χλευάζουν την έννοια λαός όπως φάνηκε με το ξεδιάντροπο γέλιο τους την περασμένη Κυριακή στην Βουλή. Αν χλεύαζαν τον Τσίπρα κατά την συζήτηση της μομφής  θα ήταν μικρό το κακό. Οι αναιδείς όμως χλεύαζαν την κοινωνία μας που υποφέρει γιατί ως αλαζόνες πιστεύουν ότι την έχουν στο χέρι με την δύναμη του εκβιασμού. Τότε εκβίαζαν με την οικονομία των τανκς, τώρα εκβιάζουν με τον οδοστρωτήρα της ανέχειας, και την τρομοκρατία της ανασφάλειας.

Ομοιότητα 2η: Μοιάζουν οι δύο εποχές στον διχασμό που η ίδια  η εξουσία και τότε και τώρα  ενέτεινε στο έπακρο για να επιβιώσει. Όχι μόνο ως μηχανισμός της, τότε οι στρατιωτικοί και το παρακράτος του εμφυλίου, τώρα τα αφυδατωμένα κόμματα του αστισμού και το παρακράτος των ναζί. Ο διχασμός και τότε και τώρα αφορά τους δύο κόσμους που αναπτύσσονται χωριστά και τότε και τώρα με χάσμα που ολοένα και περισσότερο βαθαίνει. Τότε οι μεγάλες εταιρείες και οι σκανδαλώδεις εργολαβίες, οι εφοπλιστές και η προαγωγή των ταγματαλητών  της κατοχής και του εμφυλίου σε αστούς δεύτερης γενιάς! Κι από την άλλη η επαρχία που μαράζωνε και ερήμωνε παρά τα τσάμικα των συνταγματαρχών "στας εθνικάς επετείους και τα εγκαίνια των έργων", τα αστικά κέντρα όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού έβλεπε τον πλούτο που παρήγαγε να γίνεται καλοπέραση των αφεντικών ενώ αυτή (η πλειοψηφία) συνέχιζε να φυτοζωεί, ελπίζοντας στα εμβάσματα από τα ανθρακωρυχεία του Βελγίου, τις φάμπρικες της Γερμανίας, τους ναυτικούς που τους έτρωγε η λαμαρίνα στους 5 ωκεανούς  προς δόξαν της ελληνικής ναυτιλίας.

Σήμερα από τη μια οι σουσούδες και οι σουσούδοι, η κατανάλωση των ειδών πολυτελείαςορισμένων στρωμάτων που φροντίζουν να μην το πολυδείχνουν. Αλλά οι στατιστικές είναι αποκαλυπτικές. Τα τελευταία τριάμισι χρόνια τω μνημονίων η συσσώρευση πλούτου της μειοψηφίας  είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Είμαστε πρώτοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην πόλωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η αποστολή  κεφαλαίων και κερδών σε «ασφαλείς από την κοινωνική απαίτηση για φορολογία» προορισμούς μεγαλύτερη από ποτέ. Αλλά και οι εσωτερικές ευκαιρίες που καραδοκούν για τους κατόχους χρήματος πολλές: με αρπαγές σπιτιών (αρπαγή του παρελθόντος μας), με αρπαγή εργασίας, με αρπαγή της αποζημίωσης του απολυόμενου(νομότυπα αφού φρόντισαν οι νομοθετούντες να τις μειώσουν πάνω από 50%), κλέβουν το παρόν. Με αρπαγή του μέλλοντος των παιδιών μας εφόσον συνηθίσουμε και αποδεχθούμε την ζούγκλα ως κανονικότητα.. Οι ευκαιρίες πολλές για τους σύγχρονους μαυραγορίτες που έθρεψαν οι πολιτικές των μνημονιακών.

Από την άλλη σήμερα: 30% ανεργία, (60% στους νέους). Και από αυτούς που ακόμη εργάζονται τα μισά ένσημα κλέβονται και περίπου στους μισούς ο μισθός καθυστερεί από 1 έως 10 μήνες!

Ομοιότητα 3η: Μοιάζουν οι δύο εποχές και στο χάσμα της γλώσσας: Δύο γλώσσες χωριστά. Που δεν μπορούν «να ακούνε, δεν καταλαβαίνουν»  η μία την άλλη.

Τότε οι ελληνικούρες των συνταγματαρχών και οι καθαρεύουσα των σκοταδιστών εξυπηρετούσαν την εξουσία. Και η ποίηση κυνηγιόταν ακόμη και στο πρόσωπο του συντηρητικού νομπελίστα μας του Σεφέρη! Όπως βεβαίως και οι μουσικές του Θεοδωράκη, αλλά και ο Μάνος που θεωρούνταν συνοδοιπόρος των κομμουνιστών! και οι ευαισθησίες των ανθρώπων, και η μνήμη της ιστορίας και οι κλασσικοί, ακόμη και ο Παλαμάς για τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Οι συνταγματάρχες φοβόντουσαν δικαίως κάθε επανανοηματοδότηση κάθε δημιουργίας.

Και υπήρχε η γλώσσα της νεανικής αισθητικής, οι μπουάτ, οι νέες μουσικές, η άνοιξη  των βιβλίων που βγάζανε με μεράκι και κίνδυνο διάφοροι νέοι εκδότες των δύο, τριών ή πέντε βιβλίων. Ο κινηματογράφος, το θέατρο! Μια πολιτιστική άνθιση που τρέλαινε τους τότε ουγκ! Υπήρχε το αίτημα της ευαισθησίας. Και η δύναμη της ευαισθησίας που κυνηγιόταν από τον κάθε ασφαλίτη. Λυσσασμένα και αναποτελεσματικά!

Σήμερα: Η γλώσσα των αριθμών από τους Στουρνάρες και διάφορους κομπογιαννίτες της κυρίαρχης οικονομικής θεωρίας, η αφρίζουσα γλώσσα των συνταγματαρχών της σήμερον, των συστημικών δημοσιογράφων συναντιέται με τα «ιδανικά» των παλιών ταγματαλητών. Την κονόμα τους την βαφτίζουνε πατρίδα! Μιλάνε για πατρίδα οι εκμεταλλευτές μας. Μιλάνε μια γλώσσα "κόντρα" στην ανθρώπινη υπόστασή μας, μια γλώσσα που χλευάζει την ανάγκη του άνεργου του άστεγου, του ταπεινωμένου, του πρόσφυγα, του μετανάστη, του αυριανού απολυμένου, του γέροντα, του ματαιωμένου, του ερημωμένου, του άρρωστου, του παιδιού! Μιλάνε γλώσσα θανάτου.

Η γλώσσα μας ανιχνεύει τα μονοπάτια της σε κατακερματισμένα τραγούδια σε ατελή συνθήματα, σε σιωπές γεμάτες πόνο, σε μικρές κινήσεις και ομάδες ανθρώπων που υπερβαίνουν τις ανάγκες τους για να μιλήσουν για το δίκιο του διπλανού τους που δεν έχει φωνή. Για το νόημα του δικαίου, για την ομορφιά του.

Η γλώσσα μας κοπιάζει να δημιουργηθεί με τόσο πόνο. Δυσκολεύεται να φτιάξει τραγούδια της χαράς. Αλλά ήδη δημιουργεί οργισμένα συνθήματα ανθρωπιάς. Ας τα προσέχουν οι κρατούντες: σαράντα Νοέμβρηδες είναι πολλοί και συσσωρεύθηκε πολλή ενέργεια που γυρεύει να ξεσπάσει:

Το 73  "Το Πολυτεχνείο δεν ήτανε γιορτή,

                                                                     ήτανε αγώνας και πάλη ταξική.»

                                                                                                             Η ΜΕΓΑΛΗ ΔΙΑΦΟΡΑ                                                                                                                   

Αν το 73 η συμπιεσμένη κοινωνική ενέργεια μπόρεσε να ανατρέψει τον συσχετισμό δύναμης και να οδηγήσει σε κατάρρευση την χούντα διαψεύδοντας τους ρεαλιστές της εποχής, η καθεστωτική αλλαγή δεν έγινε κατορθωτό να οδηγήσει σε ανατροπή του συστήματος. Οι αντοχές του καπιταλισμού, η δυνατότητα εκσυγχρονισμού του με την αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και την επέκταση των αγορών μέσω παραχωρήσεων που "άντεχε" το δυσθεώρητου ύψους ποσοστό καπιταλιστικού κέρδους στην Ελλάδα, (λελογισμένη αναδιανομή εισοδήματος) έδωσαν την δυνατότητα στον ελληνικό αστισμό να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων απέναντι σε ένα εργατικό κίνημα που δεν ξεπερνούσε τον διεκδικητισμό και την πολιτική του εκπροσώπηση που αδυνατούσε να χαράξει μια αξιόπιστη πολιτική πρόταση ανατροπής. Επιπλέον οι αδυναμίες του υπαρκτού σοσιαλισμού, ουσιαστικά η ήττα  της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης από την σταλινική αντεπανάσταση μετά τον θάνατο του Λένιν, δεν δικαίωναν το κομμουνιστικό πρόταγμα στην συνείδηση του πολίτη των δυτικών κοινωνιών που επιπλέον  μπουκωνόταν με τον μαζικό καταναλωτισμό μετά το 1960. Ο καπιταλισμός είχε μέλλον και στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο: μετά το 1980 – στην Ελλάδα μετά το 1992 – μέσω του δανεισμού του μέλλοντός μας μπορούσαμε να αγοράζουμε περισσότερα από όσα πληρωνόμαστε (ας το προσέξουμε αυτό: δεν  καταναλώναμε περισσότερα από την παραγωγή μας αλλά από το εισόδημά μας – δεν μπορούμε να καταναλώνουμε κάτι που δεν έχει παραχθεί εκτός κι αν πιστεύουμε ότι βρέχει… αυτοκίνητα). Ο καπιταλισμός της πιστωτικής επέκτασης έδινε την δυνατότητα  ευημερίας κατά τα πρότυπα του βεβαίως και τις αξίες του σε ευρύτατα τμήματα των από κάτω τάξεων

Και ύστερα ήρθε η κρίση: Από το 2008 ο τρόπος αυτός αναπαραγωγής των καπιταλιστικών κοινωνιών μπαίνει σε οξύτατη κρίση. Πέντε χρόνια μετά η κρίση αυτή, που από πολλούς μελετητές θεωρείται πιο μεγάλη και από αυτήν του 1929,  μπορεί να υπόσχεται μόνον δάκρυα και στερήσεις και αίμα για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Αν ο Θατσερισμός πρότεινε την ατομική ευημερία ο καπιταλισμός του 21ου αιώνα υπόσχεται  την γενικευμένη  φτώχεια στον κόσμο της εργασίας. Ο κόσμος της εργασίας δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα άλλο από την ανατροπή αυτού του τρόπου παραγωγής.

Έτσι λοιπόν 40 Νοέμβρηδες μετά το 73 μπορούμε να μαθαίνουμε και από τις ομοιότητες και από την διαφορά. Το στοίχημα της δημοκρατίας σήμερα δεν έχει νόημα χωρίς το αίτημα και το όραμα ενός άλλου τρόπου κοινωνικής οργάνωσης. Το αίτημα του σοσιαλιστικού δρόμου του 21ου αιώνα παλεύει με το χρώμα των νέων ήχων με την μουσική των μεγάλων αφηγήσεων που έχει ανάγκη η ανθρωπότητα για να προχωρήσει. Και η γλώσσα που θα παραχθεί, τα νέα συνθήματα πιο σκληρά πιο απαιτητικά πιο ανθρώπινα θα αποδώσουν τα Πολυτεχνεία της τωρινής εποχής. Κανένας μας δεν ξέρει που και πότε θα προκύψουν. Η κοινωνική δυναμική είναι ανεξάρτητη από την βούληση των κυρίαρχων  αλλά και των κυριαρχούμενων. Όσο όμως οι κυρίαρχοι προσπαθούν να εμποδίσουν την κοινωνική εξέλιξη – μάταιο όσο και να εμποδίζεις την άνοιξη! – τόσο εμείς έχουμε το όμορφο καθήκον να προετοιμάζουμε την επιτάχυνση και τα Επαναστατικά της άλματα

                                                                     

     15/11/2013

* Ο Δημήτρης Λαβατσής είναι μέλος της Ν.Ε  του ΣΥΡΙΖΑ  Χίου.

Η Τρόικα, η δραχμή και το ευρώ (α)

Η Τρόικα, η δραχμή και το ευρώ (α)

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Εάν υπάρχει κάτι, για το οποίο είμαστε απολύτως σίγουροι, αυτό είναι η ανάγκη άμεσης εκδίωξης του ΔΝΤ και της Γερμανίας από την πατρίδα μας – μετά τις τεράστιες ζημίες που προκάλεσαν στην οικονομία και στην κοινωνία μας.

«Η πολιτική λιτότητας, τα «μνημόνια» καλύτερα, όπως ονομάζονται τα επιχειρησιακά σχέδια (Business plan) που επέβαλλε η Τρόικα στην Ελλάδα, έχουν αποτύχει παταγωδώς – χωρίς να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Το γεγονός αυτό δεν συμπεραίνεται μόνο από την ανατριχιαστική υποχώρηση του ΑΕΠ, υψηλότερη και από αυτήν της Μεγάλης Ύφεσης του 1930, ή από τη δραματική αύξηση της ανεργίας, συμπεριλαμβανομένης της χρεοκοπίας χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων – αλλά από την μη μείωση, όπως υπολογιζόταν, του δημοσίου χρέους, καθώς επίσης από την μη αύξηση της ανταγωνιστικότητας.

Πόσο μάλλον όταν το δημόσιο χρέος, παρά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των φόρων, τις «δημεύσεις» περιουσιακών στοιχείων, καθώς επίσης του τρομακτικού περιορισμού των μισθών, αυξήθηκε – από περίπου 128% του ΑΕΠ το 2009, στο 180% προς τα τέλη του 2013, αν και προηγήθηκαν δύο διαγραφές.

Τα κοινωνικά επακόλουθα της πολιτικής λιτότητας είναι τρομακτικά – αφού το 40% περίπου του πληθυσμού ζει κάτω ή κοντά στα όρια της φτώχειας. Εκτός αυτού, η δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών έχει οδηγήσει το εθνικό μας σύστημα υγείας στην άκρη του γκρεμού – με τα δημόσια σχολεία να ευρίσκονται σε άθλια κατάσταση, καθώς επίσης με τη μετανάστευση των Ελλήνων να λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις (μόνο προς τη Γερμανία, το 2012 σε σχέση με το 2011, διαπιστώθηκε αύξηση 73%).

Φυσικά η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας δεν θα διατηρηθεί επ' άπειρον οπότε, κάποια στιγμή, νομοτελειακά, θα ακολουθήσει η ανάπτυξη – αν και από μία πάρα πολύ χαμηλή «αφετηρία». Εκείνη τη στιγμή είναι αναμενόμενο ότι, οι υποστηρικτές των μνημονίων και της Τρόικας, θα ξεσπάσουν σε ζητωκραυγές, ισχυριζόμενοι πως η πολιτική τους στέφθηκε με επιτυχία – επομένως, ότι χρειαζόταν απλά χρόνος και υπομονή, για να έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα οι «διαρθρωτικές» αλλαγές.

Θεωρούμε απόλυτα βέβαιο πως δεν θα αναφερθούν στις τεράστιες οικονομικές ζημίες που θα έχουν προκληθεί μέχρι τότε – πόσο μάλλον στο ότι θα απαιτηθούν πολλές δεκαετίες για να δημιουργηθούν ξανά οι εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, οι οποίες καταστράφηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Είναι επίσης σίγουρο το ότι, δεν θα γίνει καμία απολύτως αναφορά στην ανθρώπινη οδύνη, την οποία προκάλεσαν χωρίς κανέναν απολύτως λόγο, τα εγκληματικά μέτρα της Τρόικας – ούτε στην εξαθλίωση χιλιάδων πολιτών ή στις αυτοκτονίες που προηγήθηκαν.

 Ολοκληρώνοντας, είναι απολύτως βέβαιο πως η Τρόικα θα αντισταθεί σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια εκδίωξης της, πριν φέρει εις πέρας την αποστολή της – μη διστάζοντας ακόμη και να «οργανώσει» εγκλήματα ή άλλου είδους «προβοκάτσιες», για να τρομοκρατήσει την κοινωνία, έτσι ώστε να μην αντιδράσει.

Εν τούτοις, είναι αδύνατον να μην κατανοούν οι Πολίτες ποιος «ενορχηστρώνει» και για ποιο σκοπό τις ύπουλες επιθέσεις εναντίον της πατρίδας τους – πόσο μάλλον να επιτρέψουν την άλωση της Ελλάδας, αφού προηγηθεί η σχεδιαζόμενη από τους παρείσακτους απορρύθμιση και η κοινωνική κατάρρευση».

Ανάλυση

Έχουμε αναφερθεί πάρα πολλές φορές, πριν ακόμη ξεκινήσει η εισβολή αλλά και αργότερα, στο γεγονός ότι, η έλευση του ΔΝΤ σε μία χώρα προκαλεί ανάλογες καταστροφές με έναν πόλεμο – αφού διαλύει όλες τις κοινωνικές δομές, γκρεμίζει νοσοκομεία και σχολεία, λεηλατεί, εξαθλιώνει και «ερειπώνει» εκατομμύρια αθώους πολίτες.

Πόσο μάλλον όταν, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, συμμετέχει και η πρωσική Γερμανία, η οποία είναι κάτι παραπάνω από αμείλικτη – γεγονός που συμπεραίνεται εύκολα, από τον τρόπο που συμπεριφέρεται προς τους δικούς της πολίτες. Επομένως, η κάθε ημέρα που περνάει είναι πολύτιμη – αφού αντιστοιχεί με πολλούς μήνες, οι οποίοι θα χρειαστούν για να «επουλωθούν οι πληγές» της πατρίδας μας.

Στα πλαίσια αυτά, εμείς οι Έλληνες θα πρέπει να έχουμε μία και μοναδική φροντίδα: απλούστατα, με ποιόν τρόπο θα καταφέρουμε να διώξουμε την Τρόικα, χωρίς να προκαλέσουμε μία ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή στη χώρα μας, στον εαυτό μας, στα παιδιά και στα εγγόνια μας.

Προφανώς οι «άναρθρες κραυγές», οι ανώριμες επαναστατικές δηλώσεις δηλαδή εναντίον της Τρόικας και των μνημονίων της, οι οποίες δεν στηρίζονται σε κάποιο ρεαλιστικά εφαρμόσιμο σχέδιο εκδίωξης της, δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα – απλά βοηθούν στην «εκτόνωση» των μαζών, διευκολύνοντας τους εισβολείς και διαιωνίζοντας, εάν όχι επιδεινώνοντας, το πρόβλημα.

Με πολύ απλά λόγια, οι κενές «αντιμνημονιακές ιαχές» επιτρέπουν την ελεγχόμενη διαφυγή του ατμού από την κατσαρόλα που βράζει, οπότε εμποδίζουν την έκρηξη της. Ακόμη χειρότερα, λειτουργούν όπως στο παράδειγμα του βατράχου, ο οποίος συνηθίζει σιγά σιγά το ζεστό νερό, παρά το ότι γίνεται σταδιακά καυτό – με αποτέλεσμα να μην αντιδράει και να πεθαίνει ήρεμος.

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, όλα όσα έχουν συμβεί μέχρι στιγμής, τεκμηριώνουν δυστυχώς, με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, τα συμπεράσματα μας – αφού ημέρα με την ημέρα επιδεινώνονται τα οικονομικά μεγέθη της πατρίδας μας, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολη την «επιδιόρθωση» τους. Ειδικότερα τα εξής:

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Σύμφωνα με την Τρόικα, η μείωση των μισθών και του κόστους παραγωγής θα είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των εξαγωγών – οπότε προβλεπόταν ρυθμός ανάπτυξης 0,7% το 2011, καθώς επίσης 1,1% το 2012. Στην πραγματικότητα όμως, η Ελλάδα βυθίστηκε σε μία τρομακτική ύφεση της τάξης του -7,1% το 2011 και -6,4% το 2012, η οποία συνεχίζεται και το 2013 (-3,8%).

Οι προβλέψεις για ανάπτυξη στηριζόταν στην εσφαλμένη υπόθεση ότι, στην περίπτωση που το κράτος μειώνει τις δαπάνες του κατά 1 €, το ΑΕΠ περιορίζεται κατά 0,50 € – στη γνωστή έννοια δηλαδή του «πολλαπλασιαστή», για τον οποίο παραδέχθηκε το ΔΝΤ το λάθος του. Όπως αποδείχθηκε λοιπόν εκ των υστέρων, η μείωση των δαπανών του δημοσίου κατά 1 € περιορίζει το ΑΕΠ μεταξύ 2,5 € και 3,6 € – κάτι που δεν μπορούμε να θεωρήσουμε πως οφειλόταν σε λανθασμένη εκτίμηση του ΔΝΤ, το οποίο υποστηρίζεται από τους 10.000 οικονομολόγους της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Σε κάθε περίπτωση, όποιες και αν ήταν οι πραγματικές προθέσεις του ΔΝΤ, οι μισθοί στην Ελλάδα μειώθηκαν δραματικά (Διάγραμμα Ι), οι φόροι εκτοξεύθηκαν στα ύψη, η ανεργία κλιμακώθηκε ραγδαία και η κατανάλωση κατέρρευσε – οπότε ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιο το ότι, οι εξαγωγές δεν θα μπορούσαν ποτέ να εξισορροπήσουν τη μείωση της εσωτερικής ζήτησης, όπως ισχυριζόταν οι φωστήρες της Τρόικας.

Μισθοί κατά κεφαλήν (μπλε), μισθολογικό κόστος παραγωγής (πράσινο) και ποσοστό ανεργίας (κόκκινο).

Όπως ήταν φυσικό, οι επενδύσεις στην Ελλάδα, οι οποίες είχαν αυξηθεί σημαντικά τα δύο χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης, κατέρρευσαν με τη σειρά τους (Διάγραμμα ΙΙ), περιοριζόμενες κατά περίπου 34 δις €, σε σχέση με το 2007 – φτάνοντας στο ναδίρ τους το πρώτο τρίμηνο του 2013, στα 25 δις €, το οποίο αποτελεί αρνητικό ρεκόρ για την Ελλάδα.

Η αιτία της τεράστιας μείωσης των επενδύσεων, η οποία φυσικά επιδείνωσε τα οικονομικά μεγέθη της Ελλάδας, ήταν προφανώς η μείωση της ζήτησης, σαν αποτέλεσμα του περιορισμού των μισθών, της αύξησης των φόρων, της ανεργίας κοκ. – αφού είναι εύλογο το ότι, κανένας δεν επενδύει σε μία χώρα, στην οποία οι προοπτικές πώλησης των προϊόντων που παράγει γίνονται συνεχώς πιο αρνητικές.

 

 

Επενδύσεις (μαύρο), εξαγωγές (πράσινο), κρατικές δαπάνες (πορτοκαλί), κατανάλωση (γαλάζιο).

Η κατανάλωση στην Ελλάδα, ένας από τους σημαντικότερους «πυλώνες» του ΑΕΠ της, μειώθηκε από τις αρχές του 2010 κατά 30 δις € – ενώ οι εξαγωγές, ο μοναδικός τομέας που παρουσίασε αύξηση κατά 8 δις € (αν και παροδικά), δεν μπόρεσαν φυσικά να καλύψουν τη μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 13 δις €, στο ίδιο χρονικό διάστημα.

Επομένως, ήταν νομοτελειακή η κατάρρευση του ΑΕΠ, δυστυχώς ακόμη και συγκριτικά με τις άλλες χώρες του Νότου, όπως φαίνεται από το διάγραμμα ΙΙΙ που ακολουθεί. Προφανώς δε, ήταν εκ των προτέρων γνωστή αυτή η εξέλιξη στους εισβολείς, αφού είχαν ακριβή γνώση των «συστατικών» του ελληνικού ΑΕΠ, όπως ο κάθε αρχάριος οικονομολόγος – γεγονός που σημαίνει πως δεν επρόκειτο για λάθος, αλλά για μία σκόπιμη ενέργεια.

Συνεχίζοντας, η κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας δεν ήταν το μοναδικό «ανατριχιαστικό» κακό που προκλήθηκε στην Ελλάδα, όσον αφορά τον τομέα «εργασία». Τρομακτική ήταν κυρίως η εξέλιξη του ποσοστού των «δυνητικά εργαζομένων» – του αριθμού δηλαδή των εργαζομένων ηλικίας μεταξύ 20 και 64 ετών, διαιρουμένου με το συνολικό πληθυσμό της ίδιας ηλικίας (employment-to-population-ratio).

Όταν το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 70%, τότε η οικονομία χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά ανεπτυγμένη. Αντίθετα, όταν το ποσοστό είναι μικρότερο του 50%, η οικονομία κατατάσσεται στις αναπτυσσόμενες – ενώ δείκτες χαμηλότερους του 50% έχουν κυρίως ο χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, στις οποίες οι θέσεις εργασίας είναι αρκετά περιορισμένες.

 

Το συγκεκριμένο ποσοστό, από 66,5% για την Ελλάδα το 2008, μειώθηκε ραγδαία στο 55,3% το 2012 (πίνακας Eurostaat), καθώς επίσης στο 49,1% στο πρώτο τρίμηνο του 2013 (πίνακας)  – γεγονός που σημαίνει αναμφίβολα ότι, η οικονομία της Ελλάδας καταρρέει με επικίνδυνα γρήγορο ρυθμό.

 

Για παράδειγμα, με τον πληθυσμό της Ελλάδας να είναι περίπου 10.815.000, ο αριθμός των «δυνητικά εργαζομένων» το 2008, αυτών που θα μπορούσαν να εργασθούν δηλαδή, ήταν 7.192.000. Το 2013 υπολογίζεται στα 5.310.000 – ήτοι μικρότερος κατά 1.882.000 άτομα, γεγονός που συνιστά έναν αφύσικα μικρό αριθμό, για μία ανεπτυγμένη χώρα, όπως φαίνεται από το συγκριτικό διάγραμμα ΙV:

Απασχόληση ως ποσοστό επί του πληθυσμού

Εάν όλα αυτά δεν συνιστούν μία άνευ προηγουμένου καταστροφή, ειδικά το 1,9 εκ. πολίτες, οι οποίοι ουσιαστικά οδηγήθηκαν στο περιθώριο (ανάλυση μας), θάφτηκαν δηλαδή ζωντανοί από την Τρόικα, αντί να πεθάνουν σε έναν συμβατικό πόλεμο, τότε πως ακριβώς ορίζεται η καταστροφή;

Εάν δε συνυπολογίσουμε την τεράστια πτώση όλων των αξιών στην Ελλάδα, (μετοχές, ακίνητα κλπ.), η οποία πλησιάζει το 1 τρις €, όπως έχουμε αναλύσει σε προηγούμενα άρθρα μας, πιστεύει αλήθεια κανείς ότι πρόκειται για μία κατάσταση, η οποία μπορεί να διορθωθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα;

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Χωρίς να επεκτεινόμαστε σε βαθύτερες οικονομικές ερμηνείες των οικονομικών δεικτών, οι οποίες μάλλον δυσκολεύουν την κατανόηση των πραγματικών γεγονότων, είναι σίγουρα ενδιαφέρουσα η «πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία» του «ελληνικού ευρώ», σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρώ – αφού, με τη βοήθεια της, «καταρρέει» εντελώς ο μύθος της (ανάλογης τουλάχιστον με τις εγκληματικές μειώσεις των μισθών), αύξησης της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας.

Στο διάγραμμα V που ακολουθεί, το οποίο καταρτίσθηκε από ένα οικονομολόγο με τη βοήθεια στοιχείων της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), συγκρίνονται ορισμένες χώρες, σε σχέση με την εξέλιξη των πραγματικών, σταθμισμένων συναλλαγματικών ισοτιμιών των νομισμάτων τους (REER – Real Effective Exchange Rate) – όπου 100 ο Ιανουάριος του 2008.

Σύγκριση ορισμένων χωρών, σε σχέση με την εξέλιξη των πραγματικών, σταθμισμένων συναλλαγματικών ισοτιμιών των νομισμάτων τους (REER – Real Effective Exchange Rate) – όπου 100 ο Ιανουάριος του 2008.

Όπως τεκμηριώνεται από το παραπάνω διάγραμμα, η πραγματική ισοτιμία του ελληνικού ευρώ, δεν άλλαξε ουσιαστικά καθόλου – αφού διαμορφώθηκε τον Ιούλιο του 2013 στο 99,6, έναντι 100 του Ιανουαρίου του 2008. Αυτό σημαίνει πως, παρά το ότι τόσο οι μισθοί, όσο και το κόστος παραγωγής μειώθηκαν αρκετά στην Ελλάδα, οπότε θα έπρεπε να αυξηθεί αισθητά η ανταγωνιστικότητα της, δεν υπήρξε καμία συγκριτική καλυτέρευση – ενώ σε άλλες χώρες ο δείκτης REER μειώθηκε, οπότε αυξήθηκε η ανταγωνιστικότητα τους (αν και φαίνεται να αυξάνεται ξανά ο δείκτης, οπότε να μειώνεται η ανταγωνιστικότητα τους, μετά το 2012).

Επομένως, η πολύκροτη «εσωτερική υποτίμηση», με βάση την οποία θα αυξανόταν δήθεν η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, απέτυχε παταγωδώς, Κατ' επέκταση, οι «αιματηρές θυσίες» των εργαζομένων ήταν περιττές – αφού δεν προσέφεραν απολύτως τίποτα στην ελληνική οικονομία, παρά το ότι καταδίκασαν χιλιάδες ανθρώπους στην πείνα και στην εξαθλίωση.

Οι εξαγωγές βέβαια της Ελλάδας αυξήθηκαν σε κάποιο βαθμό, μετά την κατάρρευση του 2010, ξεπερνώντας το προηγούμενο ύψος τους – αν και ένα μεγάλο μέρος της αύξησης οφείλεται στα πετρελαιοειδή, οπότε είναι ουσιαστικά «τεχνητή» και μη διατηρήσιμη. Εν τούτοις, η καλυτέρευση του Ισοζυγίου της (Διάγραμμα VI) οφείλεται κυρίως στη μείωση των εισαγωγών, λόγω της ραγδαίας πτώσης των εισοδημάτων των Ελλήνων (μισθοί, φόροι κλπ.) – ενώ, όταν η χώρα επιστρέψει στην ανάπτυξη, πιθανολογείται πως θα επιστρέψουν και τα ελλείμματα στο ισοζύγιο της.

Εμπορικό Ισοζύγιο (μαύρο), Εισαγωγές (πορτοκαλί), Εξαγωγές (πράσινο)

Οι αιτίες τώρα, λόγω των οποίων δεν έχει αποτέλεσμα η στρατηγική της ανάπτυξης μέσω των εξαγωγών, με τη βοήθεια των χαμηλών αμοιβών και του περιορισμού του κόστους, είναι οι εξής:

(α)  Εν πρώτοις σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, οι εξαγωγές της οποίας αποτελούν ένα μικρό μόνο μέρος του ΑΕΠ της, συγκριτικά με την εσωτερική κατανάλωση, η μείωση των εισοδημάτων των Πολιτών είναι καταστροφική – με αποτέλεσμα οι εξαγωγές να μην μπορούν να ισορροπήσουν την κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης και η χώρα να βυθίζεται στην ύφεση.

(β)  Μία δεύτερη αιτία είναι το ότι, σε μία στρατηγική ανάπτυξης μέσω της αύξησης των εξαγωγών θα έπρεπε να συμμετέχουν και οι «εμπορικοί εταίροι» της χώρας – κυρίως βέβαια η Γερμανία, η οποία την επέβαλλε. Στο θέμα αυτό έχουμε αναφερθεί ήδη από το 2009 (υπολογίζοντας τότε ότι, η λανθάνουσα ανεργία στη χώρα μας ήταν της τάξης του 40% ανάλυση μας), «δανειζόμενοι» τα παρακάτω λόγια του Keynes, όταν προέβλεψε την κατάληξη της Γερμανίας, σαν αποτέλεσμα της συνθήκης των Βερσαλλιών:

"Απαιτήθηκαν 160 δις γερμανικά μάρκα για αποζημιώσεις πολέμου. Η δυνατότητα της Γερμανίας να πληρώσει 160 δις ή, έστω, 100 δις, είναι ανύπαρκτη – δεν βρίσκεται δηλαδή εντός των πλαισίων του εφικτού, με βάση έναν λογικό υπολογισμό. Αυτοί οι οποίοι πιστεύουν ότι θα μπορούσε η Γερμανία να πληρώνει κάθε χρόνο πολλά δις Μάρκα για να εξοφλήσει, θα έπρεπε να μας εξηγήσουν, μέσω ποιών ακριβώς εμπορευμάτων θα ακολουθούσαν αυτές οι πληρωμές κατά τη γνώμη τους και σε ποιες ακριβώς Αγορές θα μπορούσαν να πουληθούν αυτά τα εμπορεύματα. Μέχρι να μπορέσουν να εκφραστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια και να τεκμηριώσουν αντικειμενικά τις αποφάσεις τους, απαιτώντας πράγματα που είναι δυνατόν να επιτευχθούν, δεν μπορούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη μας".

Κάτι τέτοιο δεν ήταν όμως στις προθέσεις της καγκελαρίου, σκοπός της οποίας είναι αναμφίβολα η μετατροπή της Ελλάδας σε αποικία – αφού προηγηθεί η λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας της.

(γ)  Μία τρίτη αιτία είναι τα έμμεσα αποτελέσματα των μειώσεων των μισθών – με κυριότερο τον περιορισμό της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Η μείωση της παραγωγικότητας, λόγω της απροθυμίας των εργαζομένων να προσπαθήσουν περισσότερο, όταν μειώνονται οι αμοιβές τους, εξουδετερώνει τη μείωση του κόστους παραγωγής από τη μείωση των μισθών.

(δ)  Μία επόμενη αιτία είναι η μείωση των επενδύσεων, η οποία επιδεινώνει επίσης το κόστος παραγωγής. Υπάρχουν βέβαια πολλές άλλες αιτίες, στις οποίες όμως δεν θεωρούμε σκόπιμο να επεκταθούμε, στα πλαίσια ενός άρθρου που δεν πρέπει να κουράζει.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Από την παραπάνω μικρή αναφορά στα τεράστια προβλήματα που δημιούργησε στην πατρίδα μας η πολιτική της Τρόικας, φαίνεται καθαρά πως η Ελλάδα δεν έχει μέλλον, όσο συνεχίζει να ακολουθεί αυτά που της επιβάλλονται – ενώ πολύ σύντομα θα καταρρεύσει, με ελάχιστες πιθανότητες να ανακτήσει κάποτε το προηγούμενο βιοτικό της επίπεδο.

Είναι επομένως απόλυτα αναγκαίο να συνταχθεί άμεσα ένα ελληνικό επιχειρηματικό σχέδιο (Business plan), το οποίο να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις της Ελλάδας. Το θέμα βέβαια δεν είναι μόνο η σύνταξη του συγκεκριμένου σχεδίου, βασικότερο στοιχείο του οποίου είναι η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση της χώρας (απλούστερα, «τι θα κάναμε αύριο το πρωί, όταν θα διώχναμε την Τρόικα»), αλλά και ποια πολιτική παράταξη θα μπορούσε να το εφαρμόσει – κάτι που σίγουρα δεν συμπεραίνεται από τα προγράμματα των διαφόρων κομμάτων, τα οποία είναι μάλλον «ασκήσεις επί χάρτου» και θεωρίες χωρίς αντίκρισμα.

Με αυτό ακριβώς το θέμα θα ασχοληθούμε στο δεύτερο μέρος της ανάλυσης μας, την οποία θεωρήσαμε ότι έπρεπε να προλογίσουμε με τις παραπάνω αναφορές – ελπίζοντας να έγινε κατανοητό το ότι, ευρισκόμαστε ακριβώς στο χείλος του γκρεμού, ενώ θα χρειαστούν αρκετά κοπιώδη χρόνια για να διορθώσουμε την τεράστια καταστροφή που προκλήθηκε. Μπορούμε όμως, μπορούμε πολύ καλύτερα μόνοι μας, μπορούμε μόνο μόνοι μας και πρέπει να το κάνουμε – παραμένοντας βέβαια συνετοί, ρεαλιστές και χωρίς ανόητους, εάν όχι επικίνδυνους «ηρωισμούς».

Ολοκληρώνοντας, είναι μάλλον απαραίτητο να αναφέρουμε σήμερα, με την έννοια πως κάθε ημέρα που περνάει είναι κάτι περισσότερο από καταστροφική για την πατρίδα μας ότι, η αριστερά δεν έχει εκ των πραγμάτων καμία απολύτως πιθανότητα να διασώσει την Ελλάδα εντός της Ευρωζώνης – διατηρώντας το ευρώ δηλαδή, ως νόμισμα της χώρας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το θεωρούμε αναγκαίο.

Όσον αφορά την συγκυβέρνηση, είναι καταδικασμένη να αποτύχει, ότι και να κάνει – αφού έχει δυστυχώς εγκλωβιστεί, με κριτήριο τις μέχρι σήμερα κάκιστες επιλογές της, έχοντας αλλάξει τις βασικές θέσεις και προεκλογικές δεσμεύσεις της. Κατά την άποψη μας, είναι εντελώς απίθανο να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση, ενώ θα γίνεται όλο και πιο «δικτατορική», αλλά και περισσότερο δουλοπρεπής στους ξένους, στην προσπάθεια της να διατηρήσει «με νύχια και με δόντια» την εξουσία.

Προοπτικές επιτυχίας εντός του ευρώ έχουν μόνο τα δεξιά κόμματα, εκ των πραγμάτων και όχι λόγω της ιδιαίτερης πολιτικής τους, επειδή είναι σε θέση να εκμεταλλευθούν τα εργαλεία της ελεύθερης αγοράς – εάν βέβαια στελεχωθούν σωστά, με τα ικανότερα και σοβαρότερα άτομα της χώρας. Αυτό δεν σημαίνει πως το ευρώ είναι μονόδρομος, αλλά απλά και μόνο μία από τις υφιστάμενες επιλογές – ενδεχομένως η λιγότερο επώδυνη.

Απαραίτητη προϋπόθεση φυσικά, είτε για την αριστερή, είτε για τη δεξιά εναλλακτική επιλογή κομμάτων διακυβέρνησης της χώρας, θα ήταν η «συστράτευση» όλων των Ελλήνων στο πλευρό τους. Αυτό απαιτεί όμως μία εξαιρετικά προικισμένη ηγετική ομάδα, η οποία να είναι σε θέση να πείσει τεκμηριωμένα – τιμωρώντας παραδειγματικά την πολιτική διαφθορά (όλους τους διεφθαρμένους πολιτικούς δηλαδή, οι οποίοι οδήγησαν την πάμπλουτη  χώρα μας στη χρεοκοπία) και υιοθετώντας παράλληλα την άμεση δημοκρατία.

 

Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις.

Έχει γράψει το βιβλίο "Υπέρβαση Εξουσίας", το οποίο αναφέρεται στο φορολογικό μηχανισμό της Γερμανίας, ενώ έχει  εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον  τίτλο "Η κρίση των κρίσεων".

Έχει ασχοληθεί με σημαντικές έρευνες και αναλύσεις επί του αντικειμένου του (μακροοικονομία), επί διεθνούς επιπέδου, οι οποίες φιλοξενούνται τακτικά σε ημερήσιες εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικές ιστοσελίδες.

ΠΗΓΗ: Νοεμβρίου 2, 2013, http://www.analyst.gr/2013/11/02/3920/  και http://www.analyst.gr/2013/11/02/3920/2/  και http://www.analyst.gr/2013/11/02/3920/3/ και http://www.analyst.gr/2013/11/02/3920/4/.

Η συνέχεια στο Μέρος (β).

Πρόοδος ή/και η βία της μεθόδου.

Πρόοδος ή/και η βία της μεθόδου.

Για τον κίνδυνο του Ολοκληρωτισμού από την ανάποδη (με αφορμή μια μικρού μήκους – δημοφιλή ταινία).

 

Του Βαγγέλη Ιντζίδη*


1. Η ταινία**

Υπάρχει μια ταινία μικρού μήκους του Ιρανού σκηνοθέτη, Μπαμπά Ανβάρι που προτάθηκε μάλιστα και για τα βραβεία Bafta 2010 καλύτερης ταινίας μικρού μήκους. Λέγεται 2+2 (=5 στην ταινία) [Two & Two] και η θεματική της αφορά τη χειραγώγηση και τον φασισμό. Διεξάγεται (όπως θα δείτε) μέσα σε μια σχολική τάξη ιρανικού σχολείου και αποσκοπεί με έναν άλλον τρόπο να δημιουργήσει ένα οργουελικό περιβάλλον.

Ο δάσκαλος μαζί με τον διευθυντή του σχολείου ανακοινώνουν αλλαγές (το μεγάφωνο για τη φωνή του διευθυντή βρίσκεται μέσα στις τάξεις – η φωνή του Κυρίου που είναι παντού. Τον ακούμε και το κυριότερο μας ακούει).

Ο δάσκαλος επιβάλλει το περιεχόμενο της νέας αλλαγής που διακηρύσσει από μεγαφώνου ο διευθυντής: "από σήμερα 2+2 θα κάνει πέντε". Στην αντίδραση των μαθητών ο δάσκαλος επιμένει. Στην αντίδραση του Ενός μαθητή φέρνει τους επίλεκτους μαθητές – από μεγαλύτερη τάξη – οι οποίοι και αναλαμβάνουν να εκτελέσουν στο όριο του εικονικού – πραγματικού (εξαιρετικό εύρημα του σκηνοθέτη) τον μαθητή που αντιστέκεται και στον πίνακα απαντά/γράφει επιμένοντας πως 2+2 κάνει 4. Μια πράξη αντίστασης το δίχως άλλο, ιδιαίτερα όταν την ώρα που ο δάσκαλος πηγαίνει να φέρει την "ομάδα της συμμόρφωσης από μεγαλύτερων τάξεων μαθητές" ένας συμμαθητής λέει στον αντιστεκόμενο μαθητή: "τι έπαθες. θα βρούμε όλοι τον μπελά μας". Υπακοή ταυτόσημη με την υποταγή στον εκφοβισμό.

Σε αυτή την εφιαλτική κλειστοφοβική όπως και ο φασισμός μικρού μήκους ταινία υπάρχει κάτι που δεν λέγεται κατά τη γνώμη μου. Και αυτό, νομίζω, είναι που μας καθιστά συνυπεύθυνους στο σχεδιασμό και την υλοποίηση κάθε ολοκληρωτισμού.

2. Η αντιστροφή του σεναρίου

Ας φαντασθούμε λοιπόν πως γυρίζουμε μια ταινία όπου ο δάσκαλος ισχυρίζεται (όπως και ο αντιστεκόμενος μαθητής στην ταινία) πως 2 +2 είναι προφανές πως μας κάνει 4.

Αυτή τη φορά – και σε αυτό το ανάστροφο σενάριο – είναι ένας μαθητής που ισχυρίζεται πως 2 +2 μας κάνει δύο. Και το εξηγεί: "Μα κύριε μία σταγόνα νερού και άλλη μία σταγόνα δημιουργούν μια ακόμη μεγαλύτερη σταγόνα. Επομένως ένα και ένα κάνουν ένα μεγαλύτερο Ένα. Άρα σε κάθε δύο υπάρχει ένα μεγαλύτερο ένα. Κι αν υπολογίσουμε πως σε αυτό το μεγάλο ένα, ενυπάρχουν ο πατέρας μας και η μητέρα μας (όπως και οι προηγούμενοι από αυτούς, έτσι το μάθαμε στη βιολογία) ε τότε έχουμε δύο, δηλαδή, ένα μεγαλύτερο Ένα και δύο, δηλαδή ένα ακόμη μεγαλύτερο Ένα, μας κάνουν ή δύο (δηλαδή τη διασταύρωση ανάμεσα σε δύο μεγάλα Ένα ή ακόμη μπορεί να μας κάνουν και ένα ακόμη – ακόμη πιο μεγάλο Ένα". Τα παιδιά γελούν και ο μαθητής επίσης. Ο δάσκαλος γίνεται έξαλλος.

Τιμωρεί τον μαθητή με κατεύθυνση προς τον διευθυντή του σχολείου, ο οποίος δεν έχει μεγάφωνα και ηχεία στις τάξεις. "Μου διαταράσσει το κλίμα στην τάξη", λέγει θυμωμένος στον διευθυντή και φεύγει αφήνοντας τον μαθητή με τον διευθυντή. Ο διευθυντής αποφασίζει να δράσει διερευνητικά. Γνωρίζει (;) πως πρέπει αφενός να εξεταστεί ο μαθητής για σύνδρομο – ενδεχομένως – Ελλειμματικής Προσοχής (ΔΕΠΠΥ) ή άλλη ενδεχόμενη μαθησιακή δυσκολία – δεν κατανοεί για ποιο λόγο ο μαθητής κάνει τέτοιους ευφάνταστους συνδυασμούς και τον ρωτά διάφορα πράγματα για την οικογενειακή του ζωή. Ίσως κάποιο διαζύγιο – ή κάτι άλλο, ένα μπούλινγκ – έχει διαταράξει τον μαθητή (πράγμα που πάντα είναι ένα συμβάν πένθους για τα παιδιά και ένα ενδεχόμενο έτσι κι αλλιώς).

Αυτή η βίαιη εισβολή της προ-ερμηνείας, η βίαιη μονομερής εκδοχή της αλήθειας, η μονοδρομική, η μονότροπη ρητορική, η ιατρικοποίηση κάθε συμπεριφοράς, η ένταξη των πάντων σε κατηγοριοποιήσεις είναι το διττό: από τη μια η μέθοδος της επιστήμης και από την άλλη η βία της προόδου και της μεθόδου της (όπως την ονόμασε ο Χούσερλ, στα 1939, μια περίοδο που τον έδιωχναν από την πανεπιστημιακή του έδρα στο Μάρμπουργκ λόγω εβραϊκής καταγωγής και τη θέση του αναλάμβανε ο σημαντικός φιλόσοφος Χάιντεγκερ ή αλλιώς ο ελάχιστος των ανθρώπων Μάρτιν (Χάιντεγκερ)).

Από τη μια η επιστήμη που μας βοηθά και από την άλλη η επιστήμη που λειτουργεί ακριβώς ως νομιμοποιητικό άλλοθι του αποκλεισμού και της δαιμονοποίησης κάθε εξαίρεσης και κάθε τι εξαιρετικού. Η ίδια η επιστήμη έχει λειτουργήσει έτσι και για επιστήμονες που οδηγήθηκαν σε τέτοιον αποκλεισμό που έμοιαζε κολαστήριο η ζωή τους. Ενδεικτικά αναφέρω το πώς αντιμετώπισε μια θεσμοποιημένη κοινωνία τον Γαλιλαίο αλλά και πολύ αργότερα εκείνον τον Ούγγρο γιατρό που έμοιαζε γραφικός όταν σύστηνε μετά μανίας στους συναδέλφους του να πλένουν πάρα πολύ καλά τα χέρια τους πριν ξεγεννήσουν μια γυναίκα (παρατηρώντας τη συχνότητα των θανάτων από μόλυνση κατά τη γέννα). Τον θεωρούσαν παρανοϊκό επειδή μιλούσε για κάτι που έμοιαζε ως ένας αδιανόητος μικρόκοσμος στους συναδέλφους του.

Πίσω στο δικό μας σενάριο – αναστροφής. Σύμφωνα, λοιπόν, με την μέθοδο διερεύνησης, που σκέφτεται να σχεδιάσει ο διευθυντής, για να εξηγήσει αυτή τη συμπεριφορά του πρωταγωνιστή μαθητή μας, οι σχέσεις στο σπίτι, οι τρόποι που μαθαίνει κανείς να ελέγχει και να προσαρμόζεται στο περιβάλλον, η κοινωνική (συν)ύπαρξη με τους άλλους αντιμετωπίζονται ως πρόβλημα με σκοπό κάπου μέσα σε αυτά να βρεθεί το προβληματικό και να προταθεί η μεθοδολογία επίλυσής του. Δηλαδή ποια θα μπορούσε να ήταν η λύση; Ο μαθητής να μην ξανακάνει τι ακριβώς;

Το σχολείο αδυνατεί – σύμφωνα με το σενάριό μας, και όχι επειδή συμβαίνει στην πραγματικότητα (!) – να δεχτεί το ντοστογιεφσικό, ότι, δηλαδή, "το ένα και ένα κάνουν δύο είναι μια υπέροχη αλήθεια αλλά και το ότι το ένα και ένα κάνει πέντε, είναι και αυτό ένα υπέροχο πραγματάκι". Το σχολείο αδυνατεί στο όνομα του προοδευτισμού, αυτή τη φορά, πως έχει θέση σε αυτό η φαντασία, η "παράπλευρη" ερμηνεία, η αποκλίνουσα σκέψη, η υβριδιακότητα.

Το σχολείο αδυνατεί να αποδεχτεί πως η γνώση σχετίζεται με πλαίσια εντός των οποίων λέγεται ή γίνεται κάτι. Και γιατί; Μα γιατί το σχολείο – ακόμη και στον εικοστό πρώτο αιώνα των δυτικών κοινωνιών, έτσι δηλαδή όπως εμείς εδώ μιλάμε και μετράμε την εξέλιξη και την σπουδή, την πρόοδο και τη βία της μεθόδου – αδυνατεί να κατανοήσει πως μία διάγνωση ή ερμηνεία, προερχόμενη είτε από τον εκπαιδευτικό είτε από το παιδί είτε από την κοινωνία είναι αυτή και όχι μια άλλη επειδή έχει από πριν ο σχολικός θεσμός προκρίνει εκείνα και όχι τα άλλα περιεχόμενα, εκείνες και όχι άλλες δεξιότητες επί τη βάσει των οποίων όλοι πρέπει να προσαρμοστούμε. Αλλά κάτι τέτοιο είναι εκπαίδευση; Και είναι και δημοκρατική εκπαίδευση; Μήπως είναι ο σημαντικός πυρήνας εκείνου που αστόχαστα λέμε "παπαγαλία" ή καλύτερα αναυθεντικότητα;

Μπορεί το σχολείο να δει στην άλλη άποψη ( λ.χ. σύμφωνα με το σενάριό μας πως "το δύο και δύο μας κάνουν και ένα ακόμη πιο μεγάλο Ένα") ή στην άλλη δεξιότητα μια ευκαιρία μάθησης, ένα ταλέντο, μια ευκαιρία για προβληματισμό με όλη την τάξη, όπως η συγκεκριμένη συλλογιστική του μαθητή (στο δικό μας ανάστροφο σενάριο) φέρνει μια σκέψη δική του στην ομάδα; Αντέχει ο δάσκαλος να τροποποιήσει in vivo την γραφειοκρατική οργάνωση της διδασκαλίας του εκείνη την ώρα και να εντάξει άμεσα το προβληματισμό του μαθητή εντός της διερεύνησης στην εκπαιδευτική διαδικασία; Γνωρίζει τη φιλοσοφία των μαθηματικών και την εξελικτική ψυχολογία (που πολλές φορές την αξιοποιεί ως μη εξελίξιμη ταμπελοποίηση και διάγνωση) ώστε από τα χίλια που περνούν εκείνη την ώρα στο νου του να κάνει τη σωστή επιλογή και να αξιοποιήσει τη δολιχοδρομική σκέψη του μαθητή του εντός και προς όφελος του μαθήματος; Το σχολείο κάθε εποχής ορίζει τι θα βλέπει. Και ο,τιδήποτε δεν έχει ορισθεί, από το πρόγραμμα σπουδών ότι θα είναι ορατό, άμα τη εμφανίσει του, το ιατρικοποιεί, το καθιστά προβληματικό και αναζητά τη διάγνωση- στοχοποίηση που φαντάζει και ως προσχηματική λύση ενώ δεν είναι επουδενί.

Όπως και η τύχη του Ούγγρου γιατρού, ο οποίος φαντάσθηκε κάτι που η επιστήμη – της εποχής του – δεν ήθελε ακόμη να πιστοποιήσει και οι συνάδελφοί του τον αποκάλεσαν προβληματικό επειδή δεν είχαν εκπαιδευτεί ώστε να φανταστούν, να ΔΟΥΝ εκείνο που αργότερα αποτέλεσε ταν μικρόκοσμο της αντισηψίας.

Λοιπόν ποιος είναι ο ολοκληρωτικός; Αν όχι ο "τυφλός" που εκτελεί τις οδηγίες δίχως να αφήσει τη φαντασία του μέσα από το αέναο δρομολόγιο δοκιμής και πλάνης και τη διαρκή πλαισίωση όλων των όψεων και απόψεων της ζωής; Ποιος έχει έτσι εκπαιδευθεί ώστε να αντιλαμβάνεται την αλήθεια ως αγώνα (και με τη λογική της ΄Αρεντ όταν αναφερόταν στον αγώνα της αρχαιοελληνικής δημοκρατικής πόλης) ή/και ως η παράλληλη συνύπαρξη χιλιάδων εκδοχών της;

Αυτή η μονότροπη τυφλότητα κατασκευάζει το αόρατο που επειδή ασφυκτιά ίσως και να εμφανίζεται και ως τερατώδες και εκρηκτικό ή απλώς προβληματικό. Ο φασισμός δεν είναι εξωγήινο- εξω – πολιτειακό- εξω-κοινωνικό φαινόμενο. Ίσως στην ανάστροφη εκδοχή – σενάριο αυτής της ταινίας να διαβάσουμε καλύτερα τον κόσμο (της ταινίας) ανακαλύπτοντας ένα άλλο όριο για αυτόν καθώς τον αναποδογυρίζουμε.

Στο ερώτημα αν θα την έδειχνε κανείς σε ένα σχολείο στο πλαίσιο της κινηματογραφικής εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια – Λυκειακή εκπαίδευση, η απάντησή μου είναι καταφατική. Ναι αρκεί να την συζητούσε αναποδογυρίζοντάς την. Γιατί η ρητορική με το πρόσχημα της επιστημονικής προοδευτικότητας δεν είναι και ικανή και αναγκαία συνθήκη για την εκπαίδευση στη δημοκρατική πολιτεία. Είναι άραγε τυχαίο που κάθε ολοκληρωτικό φαινόμενο ευαγγελίζεται τη νέα επιστήμη Του και τον νέο τύπο ανθρώπου Του;


* Βαγγέλης Ιντζίδης, https://www.facebook.com/evangelos.intzidis

** http://www.youtube.com/watch?v=4OPCBnqj3Xs#t=11

13-11-2013

Στο Χρυσόστομο!…

Στο Χρυσόστομο!…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

Πατρίδα σου;
Οι Συριάδες οι Αθήνες.
Και θαυμαστές σου;
Ο Λιβάνιος κι η οικουμένη όλη.
Και ο Δικέφαλος;
σε πήρε στα φτερά του
και σ' έφερε
Αρχιεπίσκοπο στην Πόλη

Κι εκεί;
Της αδικίας είδωλα πολλά:
Ο μαμωνάς, η εξουσία
και ο νόμος…


Κι εσύ;
Των εξαθλιωμένων η φωνή
και της Δικαιοσύνης
ο αδέκαστος ο οικονόμος….


Κι όσο περσότερο άπλωνες εσύ
του λόγου και του δίκιου
τη σαγήνη,
τόσο ανύσταχτα το δίχτυ
του χαμού
έπλεκαν ολοτρίγυρά σου εκείνοι.


Κι οι δεσποτάδες;
Πρωτεργάτες του κακού!
Φίδια φαρμακερά
κι άγριοι λύκοι.
Κι οι φίλοι σου οι επίσκοποι;
πιστοί, μ' αδύναμοι
και πολύ λίγοι.


Κι η εξουσία;
Το απέραντο το «μεγαλείο»
της βλακείας!
Κάρφος αχύρου ανεμόδαρτο
μες στον τυφώνα
της ανεξάντλητης των δεσποτάδων κακουργίας.
Συνταιριασμένο επικίνδυνα
μ' όλες τις διαστροφές
της εξουσίας.


Και του λαού τα πλήθη;
Ανυπεράσπιστα,
στο έλεος
του φόβου και του τρόμου!


Ν' αντιμετωπίζουν
αποφασισμένα κι απροσκύνητα
την άγρια σφαγή
και την απανθρωπιά του νόμου…


Κι ως οι κακούργοι εξόρισαν
τον άγγελο της Εκκλησίας,
έκαψαν την ορφανεμένη πια
Αγιά Σοφιά
και το περίλαμπρο το μέγαρο
της Γερουσίας.


Κι εσύ το δρόμο πήρες
της εξορίας τον πικρό
με τους αμείλικτους
κι εγκάθετους φρουρούς σου
αβάσταχτο να κάνουν
το δυσβάστακτό σου
το σταυρό,
που σου φορτώσαν
οι εργολάβοι του χαμού σου.


Πρώτα της Αρμενίας η Κουκουσός
και ύστερα τα Κόμανα του Πόντου,
που άφησες την τελευταία σου πνοή,
θύμα των δεσποτάδων
και του φθόνου.


Μα όταν πέρασαν χρόνια πολλά
τα κόκαλά σου ευδόκησαν
να επαναπατρίσουν…
Κι εκεί στις λάρνακες ανάμεσα
των δολοφόνων σου
«σεμνά και ταπεινά»
να τα φιλοξενήσουν…


Για να θυμίζουν έτσι
ακόμη μια φορά
τους λόγους τους αθάνατους και τους μοιραίους,
που βροντοφώναξε ο Χριστός κατάμουτρα
παραμονές του Πάθους του
στους φαρισαίους:


Τους δολοφονημένους Άγιους
πως περίλαμπρα τιμούνε,
για να μπορούν τους ζωντανούς,
να τους δολοφονούνε

 

παπα-Ηλίας, Νοεμβρίου 12, 2013, http://papailiasyfantis.wordpress.com/2013/11/12/4249