Οι Διαδρομές Φυσικής Οικονομίας στα Βουνά με στάση στα Καλάβρυτα του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Της Ευτυχίας Παπαναγιώτου*
Να ευχαριστήσω και εγώ με τη σειρά μου το συγγραφέα και αγαπητό Παναγιώτη για τη μεγάλη τιμή που μου έκανε να βρεθώ σήμερα εδώ, δίπλα σε αξιολογότατους συμπαρουσιαστές και πατριώτες για να μεταφέρω κι εγώ μέσα από τη δική μου ματιά τα γραφόμενα του πονήματός του. Η συμβολή μου στην παρουσίαση του βιβλίου του μου δίνει μεγάλη χαρά.
Ξεφυλλίζοντας το, πριν ακόμη το μελετήσω με συγκίνησαν οι δύο αφιερώσεις των πρώτων σελίδων του:
«Αφιερώνεται στους μόνιμους κατοίκους των βουνών της χώρας που κρατούν ακόμα την ορεινότητα ζωντανή».
«Αφιερώνεται στις Κερτεζίτισσες και τους Κερτεζίτες που κρατούν Ζωντανό το Μεγαλοχώρι μας …»
…αφιερώσεις που κάνουν τον αναγνώστη να αντιληφθεί την ευαισθητοποίηση του συγγραφέα για τον πληθυσμό των ορεινών όγκων και την αναγκαιότητα διατήρησης της ελληνικής υπαίθρου ζωντανής, αλλά και την αμέριστη αγάπη για τους συντοπίτες του.
Η σκέψη του μας ταξιδεύει σε όλη την περιοχή των Καλαβρύτων αρχικά, αλλά στο τέλος καταλήγει στη δυτική κοιλάδα του Βουραϊκού με επίκεντρο την Κέρτεζη, το «Μεγαλοχώρι» όπως ο ίδιος αποκαλεί. Αφού η Κέρτεζη ως οικισμός, με τις κοιλάδες της, τα βουνά και τα άφθονα νερά της, είναι ένα από τα ιστορικά μεγαλοχώρια των Καλαβρύτων. Κατά κύριο λόγο ήταν και είναι ένα χωριό κτηνοτροφικό και αγροτικό, παρά τα πολύ γνωστά σε όλους μας προβλήματα που αντιμετώπιζε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει σήμερα η αγροτο-κτηνοτροφική παραγωγή.
Ο τίτλος του βιβλίου του, διόλου τυχαίος, μιας και συνειδητά ο συγγραφέας και εκλεκτός μας φίλος Παναγιώτης Μπούρδαλας επιδιώκει με την έκδοση του πονήματός του, μέσω μιας εμπεριστατωμένης και βαθύτατης έρευνας, βάσει τεκμηρίων αλλά και με άγημα τη βιωματική του εμπειρία και γνώση να αποτυπώσει «ΤΙΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ και να εστιάσει στη γενέτειρά του την Κέρτεζη και την πρωτογενή παραγωγή. Όλοι μας φυσικά έχουμε μια πνευματική και ψυχική εμπλοκή με τον τόπο που γεννηθήκαμε. Από εκεί πηγάζει και η συναισθηματική ασφάλεια που μας παρέχει η συνείδηση της γενέτειρας, γιατί με το ονοματεπώνυμο που μας χαρίζει μας δίνει και ένα ιδιόμορφο νόημα στο γεωγραφικό τόπο που ζούμε, και μας ορίζει ως συνεχιστές μιας ιστορικής και πολιτιστικής διαδρομής, γεφυρώνοντας, το παρόν με τον παρελθόντα χρόνο στον οποίο ανάγονται οι ρίζες μας.
Μας γνωστοποιεί επίσης ότι o σκοπός της εν λόγω συγγραφής δεν είναι η έκδοση ενός έργου με λαογραφική και επιστημονική έρευνα, αλλά μια προσπάθεια ερμηνείας, με ερευνητικό μεν υπόστρωμα αλλά και μια κίνηση καταγγελίας συνοδευόμενη με κραυγή αγωνίας. Διαβάζοντας το βιβλίο του κάποιοι συνομήλικοι του, άλλοι μεγαλύτεροι αλλά και αρκετά μικρότεροι, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελληνική επαρχία εκείνων των χρόνων, θα ταυτιστούν απόλυτα με τα γραφόμενά του, γιατί θα βρουν κοινές αναφορές για τη δική τους παιδική ηλικία, τις δικές τους μνήμες, τα δικά τους βιώματα για τα αγαπημένα τους χωριά όπως είναι η Κέρτεζη για το συγγραφέα.
Όπως αναφέρεται στον πρόλογο και στην εισαγωγή του βιβλίου εκείνο που κυρίως επιθυμεί είναι η εστίαση στην ορεινότητα, δηλ. τα ψηλά και μικρότερα βουνά, οι πηγές και τα ποτάμια, οι χείμαρροι, οι μικρές ή μεγαλύτερες λίμνες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Η ορεινότητα που και ο ίδιος έζησε μέχρι το τέλος της εφηβείας του, εκεί που απέκτησε τις πρώτες εγκύκλιες γνώσεις του, που πρωτόπιασε δουλειά. Η ορεινότητα που τον σημάδεψε, τον προβλημάτισε και τον καθόρισε πρώτα ως άνθρωπο και κατ’ επέκταση ως επιστήμονα.
Όπως και στα προηγούμενα έργα του, το ογκώδες και πλούσιο σε υλικό βιβλίο του αποτελεί μια τεράστιας σημασίας πηγή για την ελληνική ύπαιθρο και τον αντίκτυπό της σε διεθνές επίπεδο. Πρόκειται για ένα βιβλίο σχεδιασμένο να προσφέρει στον αναγνώστη, μια εποικοδομητική ανάγνωση αφού η θεματολογία του μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για περαιτέρω έρευνες και μελέτες, με το δικό του ξεχωριστό ύφος, τις μεστές σκέψεις του, τις υπαρξιακές ανησυχίες του, τις ευχαριστίες του, τις αναμνήσεις, τις αποφάσεις της ζωής του. Ο Παναγιώτης λογοπλέκει εύστοχα, παίρνοντας θέση για τον πρωτογενή τομέα με θετικές κ αρνητικές αναφορές στο παρελθόν και παρόν, προσπαθώντας να σπείρει ζιζάνια προβληματισμών για το μέλλον της αγροτικής οικονομίας.
Κατόπιν των ανωτέρω, γίνεται αντιληπτός ο βασικός στόχος του συγγραφέα για την αναζήτηση προοπτικών ανάπτυξης για το σήμερα και το αύριο της Κέρτεζης και εν γένει της ευρύτερης περιοχής των Καλαβρύτων. Για τον Πρωτογενή Τομέα, ιδιαίτερα τονίζει πως πρέπει να στηριχθούν πρωτοβουλίες, με παροχή κινήτρων ενίσχυσης της αγροτικής και κτηνοτροφικής δραστηριότητας, με προγράμματα νέων αγροτών, βελτίωσης βοσκοτόπων και προστασίας του δασικού πλούτου. Υλοποίηση έργων υποδομής, βελτίωση επαρχιακών οδών αλλά και κάθε προσπάθεια να καθοδηγηθεί μέσα από την δημιουργία περιφερειακών ερευνητικών κέντρων σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια της χώρας που θα συμβάλλουν στην προώθηση νέων καλλιεργειών, στην ανάδειξη και αξιοποίηση της αρίστης ποιότητας των κτηνοτροφικών προϊόντων, λόγω της μοναδικής βιοποικιλότητας της χλωρίδας που διαθέτουν οι ορεινές περιοχές σαν και τη δική μας .
Ο Παναγιώτης μέσω των συγκεκριμένων προτάσεων, δίνει το στίγμα για τη δημιουργία ευκαιριών οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας, που θα αποτελέσουν κίνητρα προσέλκυσης για επιστροφή και μετεγκατάσταση, κυρίως νέων ανθρώπων στις ορεινές περιοχές, αλλά και ως μέλος και μέρος αυτού του «Χωριού» – του «Ζωτικού» –προβάλλει και αναδεικνύει την ύπαρξή του.
Το βιβλίο πέραν των εισαγωγικών σημειωμάτων και τον επίλογο με τις πηγές του στο τέλος διαιρείται σε πέντε μέρη. Κάθε μέρος χωρίζεται σε ενότητες και υποενότητες που βοηθούν τον αναγνώστη για την καλύτερη δυνατή κατανόηση των θεμάτων με τον άριστο συνδυασμό της βιωματικής γνώσης του συγγραφέα από την αγροτική ζωή του χωριού του, με πληθώρα αρχειακών πηγών και σπάνιων ιστορικών ντοκουμέντων.
Το ΠΡΩΤΟ μέρος εκτείνεται σε μια γενική ανατομία της περιοχής με γεωγραφικά και γεωλογικά στοιχεία όλου του Μωριά, φτάνοντας μέχρι τη δυτική κοιλάδα του Βουραϊκού και την ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων με πολλά ιστορικά στοιχεία, μέσα από τη ματιά του Γυμνασιάρχου Γεωργίου Παπανδρέου και των σημαντικών έργων του «Καλαβρυτινή Επετηρίς» «και « Ιστορία των Καλαβρύτων» Αίσθηση προκαλεί η απόφαση της γενικής συνέλευσης του 1919 για την αρδευτική διαχείριση των νερών της Κέρτεζης αλλά και πληροφορίες της μεταπολεμικής περιόδου για την ανόρθωση της γεωργίας στη χώρα μας όπως η επίσκεψη Ρένερ, προϊσταμένου του τμήματος βοσκότοπων της υπηρεσίας εδαφών, του υπουργείου γεωργίας των ΗΠΑ, που επισκέφθηκε την περιοχή μας το 1946 στο πλαίσιο μιας αποστολής της διεύθυνσης γεωργικής αποκατάστασης, του Οργανισμού Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών. Και ολοκληρώνει με τα πρότυπα παραγωγής στα βουνά, αναφερόμενος στις ιδιοκτησίες, τα μοναστηριακά κτήματα αλλά και τα θετικά πρότυπα όπως οι συνεταιριστικές απόπειρες, οι σεμπριές, η ξέλαση ο βασικότερος δεσμός ανθρώπινων σχέσεων εκείνης της εποχής, της εποχής της φτώχιας της ανάγκης, της ανέχειας. Έμφαση επιπλέον προσδίδει και στα ταξικά χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στο ρόλο της γυναίκας και των παιδιών και τη συμβολή τους στην αγροτική οικονομία, στους μεγαλοαγρότες, και τα μισιακά χωράφια. Τονίζει το μέγιστο πρόβλημα της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης και τις ενδιάμεσες λύσεις, όπως οι δραγάτες οι νεροπούλοι και τα κουτρούλια.
Στο ΔΕΥΤΕΡΟ μέρος παρατίθεται η πολλαπλή αγροτική πρωτογενή παραγωγή με τους κλάδους της. Τα είδη και οι τρόποι καλλιέργειας των δημητριακών, με εκτενείς αναφορές στο όργωμα, τη σπορά, το θερισμό. Στην καλλιέργεια των οσπρίων με βασικό προϊόν παραγωγής τα φασόλια, που αποτελούν σήμα κατατεθέν της Κερτεζίτικης αγροτικής παραγωγής του χθες και του σήμερα. Στα κηπευτικά, σε πολλά άλλα κτηνοτροφικά προϊόντα όπως το αραποσίτι, το τριφύλλι, στις δενδροκαλλιέργειες. Τέλος αφιερώνει δυο μεγάλα κεφάλαια για την παραγωγή κρασιού και την ακμή και παρακμή της αμπελουργίας.
Στο ΤΡΙΤΟ μέρος περνά από τη γη στ’ αλώνια. Εκείνη τη μυστηριακή διαδικασία συλλογής των καρπών στα χωράφια, τη μεταφορά στ’ αλώνι και την κατάληξη τους στις αποθήκες, στα κατώγια των σπιτιών αλλά και στο εμπόριο. Με λεπτομερείς αναφορές στα δημητριακά, τα σιτηρά, τα όσπρια στις παλιές και νέες μεθόδους επεξεργασίας τους.
Το ΤΕΤΑΡΤΟ μέρος είναι αφιερωμένο στην ήμερη πανίδα, το μεγαλύτερο ίσως κεφάλαιο της πρωτογενούς παραγωγής του τόπου μας, στην κτηνοτροφία με τα αιγοπρόβατα και τα βοοειδή, την πτηνοτροφία και τα άλλα οικόσιτα ζώα, αλλά και τη μελισσοκομία. Επιπλέον ο συγγραφέας μας δίνει τη δυνατότητα μέσα από ατέλειωτες αναφορές, να γνωρίσουμε τη σκληρή και κοπιώδη ζωή του αγρότη, του κτηνοτρόφου, του μελισσοκόμου την αγάπη τους για τη γη και τα ζώα, τον ατέλειωτο μόχθο τους αλλά και το απέραντο χρέος της πολιτείας απέναντί τους.
Και κλείνει με το ΠΕΜΠΤΟ μέρος και τις συλλογές στην άγρια φύση. Με μια σειρά έξι κεφαλαίων φέρνει στο προσκήνιο την κατευθείαν προσφορά των βουνών στον άνθρωπο.
….Δοθείσης της ευκαιρίας θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας και μια από τις δικές μου βιωματικές εμπειρίες από την αγροτική ζωή του παρελθόντος. Στο έβδομο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους, που ο Παναγιώτης γράφει για τις παλιές ποικιλίες των αμπελιών αντηχούν στ’ αυτιά μου τα λόγια του πατέρα μου, όταν κι εμείς, εκείνα τα χρόνια τα παλιά, της παιδικής αθωότητας, τους ακολουθούσαμε με χαρά στη διαδικασία του τρύγου, σε κείνη την αέναη γιορτή στους αμπελώνες του χωριού μου στα Παλιόρογκα. Να συζητούν με τη μάνα για τις ποικιλίες των σταφυλιών.. Ετούτα τα Μαυρούδια είναι τα καλύτερα Κρασοστάφυλα. Του χρόνου πρώτα ο θεός θα βάλω και στο διπλανό αμπέλι να αυγατίσουνε. ….Να φυτέψουμε και Κορίθια. Φέτος τα χάλασε ο καιρός και δε γινήκανε πολλά, να χουμε να τρώμε ίσαμε τα Χριστούγεννα. Αποκρίνονταν η μάνα. Δεν πειράζει γυναίκα θα αντέξουν οι Αλπούδες. Λόγια νοσταλγικά, όμορφα που δεν ξανακούστηκαν γιατί τα αμπέλια, κατόπιν επιδοματικών πολιτικών αποφάσεων εκριζώθηκαν και μαζί μ’ αυτά κι οι αναμνήσεις εκείνων των χρόνων που φάνταζαν γιορτινές στα μάτια μας. Γιατί ο τρύγος ήταν γιορτή. Με φωνές και γέλια που αντηχούσαν στις προσήλιες πλαγιές του κάθε χωριού. Μια μεγάλη γιορτή με κυρίαρχο εκείνο το Διονυσιακό στοιχείο που μας ακολουθούσε σ’ αυτή τη διαδικασία ανά τους αιώνες. Δε θα ξεχάσω ποτέ τα άλογα και τα μουλάρια φορτωμένα με γιδιές γεμάτες κρασί και συγχωριανούς μου που έχουν φύγει από τη ζωή να κατηφορίζουν τραγουδώντας προς το χωριό για να γεμίσουν τα βαγένια με το κρασί της χρονιάς. Καθώς περνούσαμε τον κεντρικό δρόμο του χωριού έξω από κάθε σπίτι αντικρίζαμε παρατεταγμένα τα βαρέλια που ετοιμάζονταν να υποδεχτούν ολόφρεσκο το μούστο της χρονιάς. Αλλά και κάποια χρόνια αργότερα, οι μνήμες είναι πάλι ζωντανές όταν τα άλογα αντικαταστάθηκαν από τα αγροτικά αυτοκίνητα και τα κοφίνια με τα πλαστικά τελάρα, τα βαγένια και τα δρύινα βαρέλια που γέμιζαν νερό για να ρουπώσουν, να διασταλούν δηλαδή οι ξύλινες δούγες τους, αντικαταστάθηκαν και αυτά από πλαστικά, συνθετικά. Σήμερα είναι όλα τόσο διαφορετικά. Οι νέες καλλιέργειες είναι πλέον εμπορικές και αν κάπου κάπου ξεπροβάλει κανα αμπελάκι αποτελεί πλέον μέρος ενασχόλησης του ελεύθερου χρόνου μας. Τώρα, κυρίως στα χωριά το κρασί έρχεται πλέον έτοιμο να γεμίσει κανά μικρό βαρελάκι ή και καθόλου, αφού μπορούμε να βρούμε άφθονο και χωρίς κόπο το κρασί της αρεσκείας μας στα κοντινά σουπερ μάρκετ. Οι καταπράσινοι αλλοτινοί αμπελώνες ερήμωσαν, γέμισαν σπάρτα και αγριόχορτα, έγιναν πλέον δασικές εκτάσεις και κάπου κάπου κάνα ξερό κουρβουλάκι, που γλίτωσε την καύση είναι εκεί για να θυμίζει ότι κάποτε, σε κείνο το μέρος …υπήρχε ζωή.
Αν το σπίτι εκείνα τα χρόνια δεν είχε σιτάρι, λάδι, κρασί και παστό κρέας, τότε τα έφερνε δύσκολα. Με τους καρπούς γέμιζαν τα αμπάρια τους και τα αισθήματά τους. Γιατί ήταν βέβαιοι ότι οι ανάγκες για την ερχόμενη χρονιά ήταν καλυμμένες. Συναισθήματα που εμείς σήμερα δεν μπορούμε να νιώσουμε. Η αφθονία και η εύκολη προμήθεια αγαθών, έχουν αλλάξει άρδην τον τρόπο της ζωής μας και τις προτεραιότητές μας .
Όσοι από εμάς δε γεννηθήκαμε και δε μεγαλώσαμε σε αστικό περιβάλλον είχαμε την τύχη, τη χαρά και την ευλογία να βιώσουμε όλα όσα αναφέραμε και να εκτιμήσουμε, αν θέλετε, ίσως περισσότερο το μόχθο, και το σκληρό αγώνα των ανθρώπων της πρωτογενούς παραγωγής.
Ο συγγραφέας παραθέτει και πολλές παροιμίες στο βιβλίο του, είναι εκείνα τα φιλοσοφημένα αποφθέγματα που χρησιμοποιεί ο λαός μας, καθένα με τη δική του αξία, βγαλμένο μέσα απ’ τα παθήματα, τις χαρές τις λύπες και την εμπειρία.
Με μια παροιμία θα ’θελα κλείσω και εγώ αυτή τη σύντομη αναδρομή στο βιβλίο του αγαπητού συγγραφέα μας.
Θέρος Τρύγος Πόλεμος: έλεγε ο λαός μας στα χωριά για να περιγράψει τον οργασμό των εργασιών. Μόνο που σήμερα δεν γίνονται πλέον αναφορές ούτε για τρύγο, ούτε για θέρο αλλά για πόλεμο. Πόλεμο στα γειτονικά μας κράτη. Πόλεμο οικονομικό. Πόλεμο στην άσφαλτο. Πόλεμο μεταξύ ανδρών και γυναικών, πόλεμο μεταξύ ανήλικων παιδιών, πόλεμο ψυχών.
Καλοτάξιδο Παναγιώτη μου το πόνημά σου. Να έχεις πρωτίστως υγεία και να συνεχίσεις το δημιουργικό, συγγραφικό σου έργο.
Ευχαριστώ!!!
* Η Ευτυχία Παπαναγιώτου είναι δημόσιος υπάλληλος στα Καλάβρυτα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ από τΜτΒ: Η βιβλιοπαρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα, έγινε στο Πολύκεντρο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Καλαβρύτων, τη Δευτέρα 04.11.2024 και ώρα 7.00μμ.