Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ IΙ

Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ:

Το μεγάλο παιχνίδι, το σκάκι με το διάβολο, ευρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη, ενώ προηγούνται καθαρά οι Η.Π.Α. – με κριτήριο την πρόσφατη απόφαση των G20, η οποία επιτρέπει στο ΔΝΤ τον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο της ζώνης του Ευρώ – Μέρος ΙΙ

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Συνέχεια από το Μέρος Ι Περαιτέρω, όταν ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης ευρίσκεται αντιμέτωπο με μία οικονομική κρίση, έχει περιορισμένες δυνατότητες να χρησιμοποιήσει τα εθνικά του όπλα (ελλείμματα) για «αντικυκλικά δημοσιονομικά μέτρα», με στόχο την καταπολέμηση της ύφεσης και τη σταθεροποίηση της τοπικής του οικονομίας – επειδή η κυβέρνηση του δυσκολεύεται να εκδίδει ομόλογα με λογικά επιτόκια, με τα οποία θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει τα μέτρα στήριξης της οικονομίας της (αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, επιδοτήσεις στην παραγωγή κλπ.).

Ακόμη και όταν είναι απολύτως υγιής ο ιδιωτικός τομέας του, όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί, στο παράδειγμα της Ελλάδας (άρθρο μας), όπου οι τράπεζες της χρωστούν μόλις 22% του ΑΕΠ, έναντι 689% της Ιρλανδίας, το κράτος αδυνατεί να αντιστρέψει την τάση:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Συνολικά χρέη 2011, δημόσια και ιδιωτικά, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ

Χώρα

Σύνολο

Τράπεζες

Επιχειρήσεις

Νοικοκυριά

Δημόσιο

 

 

 

 

 

 

Ιρλανδία

1.166

689

245

123

109

Μ. Βρετανία*

847

547

118

101

81

Ιαπωνία

641

188

143

77

233

Ισπανία

457

111

192

87

67

Γαλλία

449

151

150

61

87

Βέλγιο

435

112

175

53

95

Πορτογαλία

422

61

149

106

106

Ιταλία

377

96

110

50

121

Η.Π.Α.

376

94

90

92

100

Ελλάδα

333

22

74

71

166

Γερμανία**

321

98

80

60

83

Πηγή: MM (IMF), Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Τα γερμανικά νοικοκυριά είναι χρεωμένα κατά μέσον όρο με 13.800 €, τα ελληνικά με 10.200 € και τα ιρλανδικά με 30.200 € (πηγή: Creditreform Γερμανίας).  Πρόκειται λοιπόν για ένα τεράστιο πλεονέκτημα της Ελλάδας, το οποίο δεν μπορεί δυστυχώς να χειριστεί σωστά η κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει πόσο ικανοί είναι οι Έλληνες, μοναδικό πρόβλημα των οποίων είναι η διεφθαρμένη, ανίκανη και ανεπαρκής Πολιτική τους. Επομένως, αναγκάζεται να ακολουθήσει μία πολιτική λιτότητας, η οποία προκαλεί ύφεση και στασιμοπληθωρισμό – με αποτέλεσμα να έρχεται αντιμέτωπο τόσο με αυξανόμενη ανεργία, όσο και με λιγότερα έσοδα. Κατ’ επακόλουθο, αυξάνονται τα ελλείμματα του προϋπολογισμού του, τα οποία προκαλούν αύξηση των δημοσίων χρεών, με αποτέλεσμα να δανείζεται με συνεχώς υψηλότερα επιτόκια, τα οποία με τη σειρά τους αυξάνουν ξανά τα ελλείμματα και τα χρέη (φαύλος κύκλος ελλειμμάτων-τόκων-χρεών). Παράλληλα, το τραπεζικό σύστημα του αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα, κυρίως επειδή παραδοσιακά κατέχει ομόλογα του δημοσίου, τα οποία πρέπει συνεχώς να καταγράφει με μικρότερες αξίες στους Ισολογισμούς του, επειδή μειώνονται οι τιμές τους. Αναγκάζεται λοιπόν να δανείζει λιγότερα στις επιχειρήσεις, με υψηλότερα επιτόκια, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο την ανταγωνιστικότητα τους – η οποία υποφέρει παράλληλα από την ύφεση (μειώσεις τζίρων, κερδών κλπ.). Έτσι τόσο το κράτος, όσο και οι επιχειρήσεις του, καθώς επίσης οι καταναλωτές, εισέρχονται σε έναν καθοδικό σπειροειδή κύκλο, ο οποίος είναι σχεδόν αδύνατον να αντιμετωπισθεί με επιτυχία – ακόμη και από ένα πάμπλουτο, πολλαπλά προικισμένο κράτος, όπως είναι η Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, επειδή όλες οι χώρες της Ευρωζώνης είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους (η μία χρωστάει στην άλλη, όπως συμβαίνει τόσο με τις τράπεζες, όσο και με τις επιχειρήσεις), αποτελώντας ουσιαστικά συγκοινωνούντα δοχεία, η κρίση δεν αργεί να επεκταθεί – κατ’ αρχή στις αδύναμες οικονομίες και στη συνέχεια σε όλες τις άλλες.   

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Με κριτήριο την παραπάνω μικρή ανάλυση των «δομικών» προβλημάτων της Ευρωζώνης είναι εμφανές ότι, δεν υπάρχουν κανενός είδους θεσμοί και μηχανισμοί, οι οποίοι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σταθεροποιητικά στα δημόσια οικονομικά μίας χώρας που αντιμετωπίζει κρίση  – έτσι ώστε να την προστατέψουν από τις μανιοκαταθλιπτικές αγορές, οι οποίες από τα φύση τους ταλαντεύονται μεταξύ μίας αδικαιολόγητης ευφορίας και ενός υπερβολικού πανικού. Πόσο μάλλον όταν οι αγορές, στα πλαίσια μία αυτοεκπληρούμενης προφητείας (για παράδειγμα, εάν είναι πεπεισμένες ότι μία χώρα θα χρεοκοπήσει, παύουν να την δανείζουν, οπότε πράγματι χρεοκοπεί), προκαλούν συνήθως μεγάλες κρίσεις ρευστότητας και δανεισμού, οι οποίες οδηγούν τα θύματα τους στην καταστροφή και στην πτώχευση. Τα μέχρι στιγμής μέτρα διάσωσης της Ευρωζώνης, στηρίζονται στην αποφυγή του ετεροβαρούς ρίσκου (ηθικός κίνδυνος, moral hazard), καθώς επίσης στην παραδειγματική «τιμωρία» της (δήθεν) κακής διαχείρισης των υπερχρεωμένων κρατών, χωρίς να ασχολούνται με τα συστημικά προβλήματα της ίδιας της Ευρωζώνης. Επομένως, είναι αυτονόητο πως, όχι μόνο δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν τη σταθεροποίηση της κατάστασης αλλά, αντίθετα, πως θα συνέβαλλαν τα μέγιστα στην επιδείνωση της (όπως ήδη συμβαίνει).  

Τα συνεχώς υψηλότερα επιτόκια, με τα οποία «τιμωρούνταν» ουσιαστικά εκείνες οι χώρες, οι οποίες αντιμετώπιζαν προβλήματα ρευστότητας (κυρίως η Ελλάδα), είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης τους, η οποία «μεγέθυνε» με τη σειρά της τα ελλείμματα, τα χρέη, τα τραπεζικά προβλήματα, την ύφεση κλπ. – παράλληλα με τα προγράμματα λιτότητας, τα οποία ολοκλήρωσαν την καταστροφή. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις λοιπόν, ήταν και είναι εντελώς αδύνατον να μειωθούν τα ελλείμματα και τα χρέη των υπερχρεωμένων κρατών – με αποτέλεσμα να επεκτείνονται συνεχώς σε όλο και περισσότερες χώρες. Ένα επίσης μεγάλο πρόβλημα προκάλεσε η επιμονή της Γερμανίας να συμβάλλει ο ιδιωτικός τομέας στην επίλυση των προβλημάτων – μέσω της διαγραφής χρεών. Όπως είναι αυτονόητο, ο ιδιωτικός τομέας αντέδρασε, αφενός μεν σταματώντας να αγοράζει νέα ομόλογα, αφετέρου πουλώντας τα παλαιότερα – με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επιτόκια, να εντείνεται η κρίση ρευστότητας κοκ.

Μοναδικό «φως στο τούνελ» αποτέλεσε η ΕΚΤ, η οποία επενέβη στη δευτερογενή διαπραγμάτευση, αγοράζοντας ομόλογα και σταθεροποιώντας εν μέρει τα επιτόκια δανεισμού – στη συνέχεια, ο μηχανισμός στήριξης (EFSF), ο οποίος όμως έχει πολύ περιορισμένα κεφάλαια και δυνατότητες, ειδικά για να καλύψει τις ανάγκες των μεγαλύτερων χωρών (Ιταλία, Γαλλία) και των συστημικών τραπεζών (των γαλλικών κυρίως). Ολοκληρώνοντας, η κατάσταση στις αγορές ομολόγων της Ευρωζώνης δεν πρόκειται να ομαλοποιηθεί, εάν δεν υπάρξουν οικονομικοπολιτικά μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να επιλύσουν «πιστευτά» τα συστημικά προβλήματα της Ευρωζώνης (άρθρο μας) – εκτός εάν φυσικά επιλεχθεί ή προκύψει η διάλυση της Ευρωζώνης (το πιθανότερο σενάριο).

Το κυριότερο όλων είναι ίσως η σωστή λειτουργία της ΕΚΤ, στα πρότυπα της Fed (lender of last resort), η οποία να μπορεί να αγοράζει όλα όσα ομόλογα δεν είναι διατεθειμένες να διεκδικήσουν οι αγορές, με λογικά επιτόκια – αφού μόνο αυτή διαθέτει απεριόριστες οικονομικές δυνατότητες. Κάτι τέτοιο βέβαια θα προϋπέθετε τη δημοσιονομική και πολιτική ένωση της Ευρωζώνης, στην οποία όμως αντιτίθεται σθεναρά η Γερμανία – στοχεύοντας ίσως να μεταβάλλει όλους τους «εταίρους» σε δικές της αποικίες (περιοχές επιρροής), με τη βοήθεια της τεράστιας εισροής κεφαλαίων από τις ίδιες (η μείωση της ποσότητας χρήματος στις προβληματικές οικονομίες, προκαλεί την αντίστοιχη αύξηση της στις πλεονασματικές). Επομένως, το μέλλον του Ευρώ είναι μάλλον σκοτεινό, εκτός εάν μετατραπεί σε «προτεκτοράτο» του δολαρίου – μία πιθανότητα η οποία ήδη διαφαίνεται, μετά την επιτυχημένη εισβολή του ΔΝΤ, μέσα από την Ελληνική κερκόπορτα, στην Ευρωζώνη. Κρίνοντας δε από την πρόσφατη απόφαση των G20, με την οποία η Ευρωζώνη συμφώνησε να αναλάβει την επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης αποκλειστικά και μόνο το ΔΝΤ, το όργανο ουσιαστικά της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, του Καρτέλ και των διεθνών τοκογλύφων, το «χρυσόμαλλο δέρας», η Ευρώπη δηλαδή (άρθρο μας), έχει ήδη μετατραπεί σε αποικία των Η.Π.Α.        

Ο ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Όπως φαίνεται από τα παραπάνω η Ελλάδα, ανεξάρτητα από τα μεγάλα δικά της σφάλματα και παραλείψεις, είναι εγκλωβισμένη στην κυριολεξία – αφού δεν έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει στη δραχμή, χωρίς να της κοστίσει πανάκριβα, ενώ παράλληλα δεν μπορεί να επιβιώσει εντός της Ευρωζώνης (ισχύει επίσης για όλες τις άλλες χώρες, με εξαίρεση τις 3-4 πλεονασματικές, οι οποίες όμως κερδίζουν από τη συμμετοχή τους στο Ευρώ, ενώ θα έχαναν πάρα πολλά, εάν είχαν δικό τους νόμισμα). 

«Εμπρός γκρεμός και πίσω ρέμα», θα έλεγε λοιπόν κανείς, εάν ήθελε να περιγράψει αντικειμενικά τους τεράστιους προβληματισμούς της Ελλάδας, χωρίς να επικεντρώνεται ανόητα στις πολιτικές αντιπαραθέσεις  – όπως επίσης της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας κλπ. Πόσο μάλλον όταν η έξοδος μίας χώρας από τη ζώνη του Ευρώ συνδέεται υποχρεωτικά (με βάση τα σύμβαση) με την έξοδο της από την Ευρωπαϊκή Ένωση – επομένως, με την πλήρη περιθωριοποίηση της. Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα έχει δύο κυρίως δυνατότητες:   

(α)  Να περιμένει υπομονετικά τη διάλυση της Ευρωζώνης – κάτι εξαιρετικά πιθανόν, μετά την διάχυση της κρίσης στις υπόλοιπες χώρες, το αργότερο μετά την υποτίμηση της Γαλλίας. Στο σημείο αυτό, η στάση πληρωμών εκ μέρους μας και η αναδιαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους, με στόχο την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων μας (χωρίς διαγραφή), καθώς επίσης τη μείωση των επιτοκίων στο 1,25% της ΕΚΤ, θα μπορούσε να επιταχύνει τις εξελίξεις προς αυτήν την κατεύθυνση – ενώ θα εμπόδιζε τη μετατροπή της χώρας μας σε γερμανικό προτεκτοράτο, διευκολύνοντας παράλληλα τη διεκδίκηση των γερμανικών επανορθώσεων. Σε κάθε περίπτωση, η μοναδική δυνατότητα εξόδου μίας εγκλωβισμένης χώρας από την Ευρωζώνη, είναι η επιστροφή όλων μαζί στα εθνικά τους νομίσματα, σε μία προκαθορισμένη ημερομηνία – όπως ακριβώς συνέβη με την είσοδο τους στην Ευρωζώνη και χωρίς να απαιτηθεί η διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το καλύτερο ίσως σενάριο για την Ελλάδα, το χειρότερο για τη Γερμανία).    

(β)  Να «συνδικαλιστεί» άμεσα με τα άλλα ελλειμματικά κράτη, με στόχο τη δημοσιονομική και πολιτική ένωση της Ευρωζώνης, την αναδιανομή των ελλειμμάτων-πλεονασμάτων (άρθρο μας) μεταξύ τους, καθώς επίσης τη μετατροπή της ΕΚΤ σε μία πραγματικά κεντρική τράπεζα – η οποία θα αγοράζει τα ομόλογα των επί μέρους κρατών, εκδίδοντας η ίδια Ευρωομόλογα και αποδεχόμενη έναν ελεγχόμενο πληθωρισμό για τη μείωση των δημοσίων χρεών. Όλα τα υπόλοιπα είναι κατά την άποψη μας πολύ επικίνδυνα, εάν όχι ανεύθυνα, αφού θα μας οδηγούσαν σε τεράστιες περιπέτειες, χωρίς καμία εγγύηση για το μέλλον μας – ενώ τα αποτελέσματα τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθούν.  

Φυσικά, η αντίδραση της Γερμανίας και στις δύο επιλογές μας είναι κάτι περισσότερο από δεδομένη – αφού έχει εντελώς διαφορετικά σχέδια, τα οποία διευκολύνονται τα μέγιστα από την προβληματική κατασκευή της Ευρωζώνης, σε συνδυασμό με την οικονομική και πολιτική αδυναμία της Γαλλίας. Επίσης δεδομένη θεωρούμε τη βίαιη αντίδραση των Η.Π.Α. στη δεύτερη επιλογή, αφού θα είχε σαν αποτέλεσμα τη μελλοντική «καθαίρεση» του δολαρίου από το βάθρο του μοναδικού αποθεματικού νομίσματος παγκοσμίως – με μάλλον καταστροφικά αποτελέσματα για την υπερχρεωμένη υπερδύναμη. Σε κάθε περίπτωση όμως έχουμε την άποψη ότι, ο τελικός του Ευρώ ευρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη, ενώ προηγούνται οι Η.Π.Α. – με κριτήριο την πρόσφατη απόφαση των G20, η οποία επιτρέπει δυστυχώς στο ΔΝΤ τον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο της Ευρωζώνης (εάν δεν καταρρεύσουν ενδιάμεσα οι επενδυτικές τράπεζες της – ειδικά η Bank of America). Αν και το τέλος του παιχνιδιού φαίνεται ήδη, τεκμηριώνοντας ότι, παίζοντας σκάκι με το διάβολο είναι δύσκολο να κερδίσεις, δεν μπορεί να είναι κανένας εντελώς σίγουρος – ενώ η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα.   

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μεταξύ όλων των «εφαρμογών» της Δημοκρατίας, η ομοσπονδιακή οργάνωση ενός κράτους είναι η πλέον αποτελεσματική – καθώς επίσης η συγγενέστερη. Το ομοσπονδιακό σύστημα οριοθετεί και περιορίζει την απόλυτη κυριαρχία της κρατικής εξουσίας, επειδή την τεμαχίζει σε επί μέρους κομμάτια – παραχωρώντας στην κεντρική κυβέρνηση μόνο ορισμένα, ακριβώς προκαθορισμένα δικαιώματα. Είναι το μοναδικό μέσον, με το οποίο ελέγχεται όχι μόνο η εξουσία της πλειοψηφίας του λαού (κυβερνών κόμμα) αλλά, επίσης, η λαϊκή κυριαρχία” (Lord Acton).

Όπως έχουμε αρκετές φορές αναφέρει και σύμφωνα με την παραπάνω «ρήση», η ομοσπονδιακή δομή ενός κράτους είναι το πλέον εύφορο έδαφος για να ανθήσει η Άμεση Δημοκρατία. Στην περίπτωση δε της χώρας μας, θα μπορούσε να συμβεί, εάν οι περιφέρειες (Καλλικράτης) μετεξελίσσονταν σε ομοσπονδιακά κρατίδια – κάτι που δεν είναι πολύ δύσκολο στην εφαρμογή του, ενώ μπορεί να μας προφυλάξει από εσφαλμένες «λαϊκές ετυμηγορίες», οι οποίες παραδίδουν την απόλυτη εξουσία σε «κόμματα ενός ανδρός», τα οποία υπεξαιρούν την ψήφο με παραπλανητικές υποσχέσεις. Δυστυχώς όμως, παρά το ότι οδηγούμαστε διαρκώς σε επικίνδυνους μονόδρομους, ενώ διαπιστώνουμε συνεχώς ότι, εάν τυχόν «υπεξαιρέσει» την εξουσία, σε μία αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, ένας «προβληματικός» ηγέτης, τη μετατρέπει εύκολα σε μία κοινοβουλευτική Δικτατορία, δεν θέλουμε να πιστέψουμε στα μάτια μας – εάν όχι να αναλάβουμε τις ευθύνες που αναλογούν σε ελεύθερους Πολίτες.

Οφείλουμε όμως να κατανοήσουμε κάποια στιγμή ότι, η μοναδική δυνατότητα να αποφεύγονται τέτοιου είδους παγίδες δεν είναι άλλη από την άμεση δημοκρατία, μέσα σε ένα ομοσπονδιακά οργανωμένο κράτος στο οποίο, η κεντρική Πολιτική (ομοσπονδιακή κυβέρνηση) έχει ελάχιστη εξουσία – με το μεγαλύτερο μέρος της να ασκείται από τις κυβερνήσεις των ομοσπονδιακών κρατιδίων, κατά το παράδειγμα της Ελβετίας. Στα πλαίσια αυτά έχουμε την (ασφαλώς υποκειμενική) άποψη ότι, η απόρριψη του δημοψηφίσματος για την αποδοχή ή μη της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου ήταν μία έντεχνη παγίδα, στην οποία οδηγηθήκαμε από τις «εξουσίες» του τόπου (πολιτικοί, κόμματα, ΜΜΕ κλπ.), χωρίς να μπορέσουμε τελικά να την αποφύγουμε – μία μεγάλη ήττα της Δημοκρατίας, την οποία θα πληρώσουμε ακριβά, αφού χάθηκε πλέον καθαρά το δικαίωμα να απαιτείται δημοψήφισμα, για τις μεγάλες αποφάσεις της χώρας μας.   

ΥΓ: Δεν νομίζω ότι αξίζει να αναφερθεί κανείς στα τεκταινόμενα σήμερα στην Ελλάδα, αφού πρόκειται για ένα τραγικό θέατρο σκιών όλες οι μαριονέτες του οποίου κινούνται αριστοτεχνικά, από πολύ καλά κρυμμένες «φυσιογνωμίες» στο παρασκήνιο.   

VIDEO http://www.youtube.com/watch?v=i0S1YuCPQkk&feature=share    

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 06. Νοεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.  Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, καθώς επίσης συγγραφέας τριών οικονομικών βιβλίων.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2471.aspx?mid=51

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.